Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

18 Δεκεμβρίου 1803 – Το μήνυμα από το ηρωικό Σούλι



site analysis


ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΗΡΩΙΚΟ ΣΟΥΛΙ
Σαν σήμερα, στις 18 Δεκεμβρίου 1803, ηρωίδες Σουλιώτισσες ρίχτηκαν στον γκρεμό μαζί με τα παιδιά τους για να μην πέσουν στα χέρια των αχρείων δολοφόνων του Αλή Πασά, που τις πολιορκούσαν στο Ζάλογγο. 

Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 13 Δεκεμβρίου 1803, ο καλόγερος Σαμουήλ και τα λίγα παλικάρια που είχαν μείνει μαζί του έβαλαν μπουρλότο στην πυριτιδαποθήκη όπου βρίσκονταν, στο Κούγκι, παίρνοντας μαζί τους τους στρατιώτες που είχε στείλει ο Αλή Πασάς για να υποτάξει το Σούλι. Πράξεις αυτοθυσίας που δεν λησμονήθηκαν.
Κι όμως, αν κάτι φαντάζει σχεδόν αδιανόητο στις εποχές της παρακμής που δοξάζεται ο εγωκεντρισμός, αυτό είναι η αυτοθυσία. Το να δοθεί κάποιος ολόψυχα σε σκοπό που τον υπερβαίνει λογίζεται περίπου ως ανοησία. 
Ο ιδεαλισμός, στις γκρίζες περιόδους της λατρείας της ύλης, απευθύνεται στους «εύπιστους», στα «θύματα». Κι όμως, μόνο αυτοί γράφουν Ιστορία: τα «θύματα», οι μάρτυρες και οι ήρωες, οι άγιοι, οι όσιοι, όσοι θυσίασαν ό,τι είχαν και δεν είχαν για να υπηρετήσουν τον Θεό, τον άνθρωπο και την πατρίδα. 
Οι πράξεις και τα λόγια όσων χαρακτηρίζονται «κορόιδα» από τους κυνικούς, τους καπάτσους και τους επιτηδείους μένουν στην Ιστορία ως ανεκτίμητα κομμάτια του θαυμαστού ψηφιδωτού του ανθρώπινου πολιτισμού.
Τα σώματά τους δεν υπάρχουν πια. Ο θάνατος τα αφάνισε. Ομως ζει το παράδειγμά τους - ένα όπλο ανυπολόγιστης ισχύος. Οσοι μάθουν τι έγινε στο Σούλι εκείνον τον μαύρο και πικρό Δεκέμβριο του 1803 θα καταλαβαίνουν πλέον καλά τι σημαίνει η λέξη «αυτοθυσία» και πόσο κοστίζει η ελευθερία. 
Δεν θα μπορεί να τους ξεγελά κάθε πολιτικάντης λέγοντας ότι γίνεται «θυσία» για την πατρίδα, τη στιγμή που καλοζωίζεται και θησαυρίζει σε βάρος των πολλών. Ούτε θα υπάρχει πια η δυνατότητα σε διάφορους δημαγωγούς να ομιλούν περί «ελευθερίας» και ταυτόχρονα να χαριεντίζονται με όσους αποκαλούν «δυνάστες» και... κατοχικές δυνάμεις.
Οι ήρωες Σουλιώτες αλλά και όλο το πάνθεον των ηρώων και των μαρτύρων του έθνους μας σήμερα είναι το ίδιο επικίνδυνοι για τους εχθρούς της πατρίδας με όσο ήταν την περίοδο που ζούσαν και μάτωναν για την ελευθερία. Το άκουσμα του ονόματός τους και η ανάμνηση των πράξεών τους είναι ένα αυστηρό μέτρο σύγκρισης για λόγια, πράξεις και προσωπικότητες που μπορούν να επηρεάσουν τον συλλογικό βίο. 
Οσοι τιμώνται από την Ιστορία έχουν εξηγήσει με την ίδια τη ζωή τους την αληθινή σημασία των λέξεων, όπως «έθνος», «πίστη» και «ελευθερία», και τον τρόπο να τις υπηρετήσουμε. Λειτουργούν αποθαρρυντικά για τους εχθρούς της πατρίδας, αφού έχουν δείξει μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο Ελληνας για να υπερασπίσει τα όσια και τα ιερά του.

«Τί μητρός συμπαθέστερον;» (Γρηγόριος Θεολόγος)








Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Ἡ ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς προσφέρει λαμπρές εὐκαιρίες νά κάνωμε γόνιμες σκέψεις πάνω σέ πολλά θέματα. Ἔτσι λοιπόν, καθώς πλησιάζομε στήν ἱερά Εἰκόνα ἡ ὁποία  παρουσιάζει τήν σκηνή πού ἡ Παναγία μας προσφέρει στόν Ναό τόν Ἰησοῦ, βρέφος τεσσαρακονθήμερο, ὁ νοῦς μας, ἡ καρδιά μας, ἡ ὕπαρξή μας ὁλόκληρη συγκλονίζεται μπροστά στό μεγαλεῖο τῆς μάνας, ἀφ’ ἑνός μέν τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία ἔφερε στόν κόσμο τήν Ζωή, ἀφ’ ἑτέρου δέ τῆς κάθε μάνας ἡ ὁποία κρατάει στά χέρια της τό παιδί της καί τό μεγαλώνει μέ κόπους καί μόχθους πολλούς.

Εὐλογήθηκε πολύ ἡ γυναῖκα ἀπό τόν Θεό. Δημιουργήθηκε ἰσότιμη μέ τόν ἄνδρα καί τοποθετήθηκε σέ βάθρο ὑψηλό, γιά νά τιμηθῇ ὡς σύζυγος, ὡς μητέρα, ὡς μοναχή καί συνελόντ’ εἰπεῖν, ὡς παράγων καί μοχλός ἀπαραίτητος τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Ἐκεῖνος ὅμως ὁ ρόλος, ὁ ὁποῖος ἰδιαίτερα συγκινεῖ καί συγκλονίζει, εἶναι ὁ ρόλος της ὡς μάνας.

Ἔχει εὔστοχα εἰπωθῇ γι’ αὐτό τό θέμα: «Εἶσαι ἡ μάνα, τῆς ζωῆς ὑφάντρα, τεχνήτρα,  φρουρός».

Στά σπλάχνα τῆς μάνας ὑφαίνεται ἡ ζωή, μέ τήν χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.  Ἐκεῖ συλλαμβάνεται ὁ ἂνθρωπος, ἐκεῖ κυοφορεῖται τρεφόμενος ἀπό τό αἷμα της. Ἐκεῖ προσλαμβάνει τίς πρῶτες παραστάσεις, ἐκεῖ «ἀκούει» τόν κόσμο, ὅπως μεταφέρεται ὁ ἦχος του ἀπό τήν ζωή ἐκείνης, πού κυοφορεῖ στά σπλάχνα της μιά καινούρια ζωή.

Εἶναι ἐπιστημονικῶς ἀποδεδειγμένο, ὅτι οἱ ἐξωτερικές παραστάσεις, ἡ ψυχολογία, καί ἡ ἐν γένει πνευματική κατάσταση στήν ὁποία εὑρίσκεται ἡ μητέρα, ἐπηρεάζουν ἄμεσα τό ἔμβρυο. Εὐλογημένοι τῆς κοιλίας καρποί ἐξῆλθαν ἐξ εὐσεβῶν καί ἁγίων μητέρων, οἱ ὁποῖες ζοῦσαν μέ προσευχή, ἐκκλησιασμό καί Μυστηριακή ζωή. Ἔτσι δικαιολογεῖται κατά ἕνα τρόπο τό, «ἡγιασμένος ἐκ κοιλίας μητρός», καί εὐκόλως γι’ αὐτές τίς γαστέρες θά ἠδυνάμεθα νά χρησιμοποιήσωμε τά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς, παρ’ ὅτι ἐλέχθησαν γιά τό μοναδικό πρόσωπο τῆς Παναγίας μας: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καί μαστοί οὕς ἐθήλασας» (Λουκ. κα’, 27).

Στήν αγκαλιά τῆς μάνας τεχνουργεῖται ἡ ζωή. Ἃγια κρατάει στά χέρια της. Ἐνθυμοῦμαι ὅταν ὑπηρετοῦσα ὡς Ἱεροκήρυξ στήν Ἀρκαδία, μετά τήν Θεία Λειτουργία σέ κάποιο χωριό, ἦλθε νά μέ χαιρετήσῃ μιά εὐσεβής μητέρα, κρατῶντας τό παιδί της στά χέρια της. Ἦταν-δέν ἦταν ἐκεῖνο τριῶν ἐτῶν. Δείχνοντας στόν μικρό τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τόν ρώτησα: «Γιά πές μου, ποιά εἶναι Αὐτή;». Καί τό μικρό παιδί, μέ τήν ψυχή τήν καθάρια, μοῦ ἀπήντησε: «Ἡ μαμά μου καί ἐγώ». Συγκλονίστηκα στήν κυριολεξία. Τέτοια ἀπάντηση ἀπό βρέφος; Εἶναι δυνατόν; Ναί, εἶναι! Στά μάτια τῆς Παναγίας πού βλέπει σπλαχνικά τά παιδιά της, τό βρέφος εἶδε τήν γλυκύτητα τῶν ματιῶν τῆς δικῆς του μάνας. Στό φωτεινό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, εἶδε τό ἱλαρό πρόσωπο ἐκείνης πού τόν ἒφερε στόν κόσμο. Τά ἄχραντα χέρια τῆς Παναγίας, τά ταύτισε μέ τά χέρια τῆς δικῆς του μητέρας, πού προστατευτικά τόν ἀγκάλιαζαν καί τοῦ προσέφεραν τήν θαλπωρή τῆς μητρικῆς ἀγάπης καί στοργῆς. Ἀλλά καί στοῦ Χριστοῦ τήν θέση εἶδε τόν ἑαυτό του. Μικρός ὁ Κύριος, νηπιάσας γιά τόν ἄνθρωπο, κρατημένος στά πανάγια χέρια τῆς Θεοτόκου, καλεῖ τόν ἄνθρωπο νά νηπιάσῃ ὡς πρός τά πάθη, νά καθαρθῇ: «Ἐάν μή γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ιη’, 3).

Ποτέ μου δέν λησμόνησα αὐτή τήν σκηνή καί αὐτή τήν συνομιλία  μέ τό ἄδολο ἐκεῖνο βρέφος. Ἐκήρυξε στόν Ἱεροκήρυκα μέ τό δικό του βαθύ, ἀγγελικό, οὐράνιο τρόπο.

Στά χέρια τῆς Παναγίας ἑνώνεται ὁ οὐρανός μέ τήν γῆ. Ἐκεῖ ἀσπάζεται ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό, καί γλυκοφιλεῖ ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο.

Στά χέρια κάθε μάνας λικνίζεται καί γαλουχεῖται ἡ κοινωνία ὁλόκληρη. Ἡ μάνα κρατάει τίς τύχες τῆς κοινωνίας. Αὐτή σφραγίζει μέ τήν δική της ἰδιότυπη καί πρωτότυπη σφραγῖδα, τοῦ παιδιοῦ της τήν ψυχή. Αὐτή γράφει πάνω στήν ὁλόλευκη, χαριτωμένη, φωτεινή, ἄγραφη πλάκα τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου τοῦ παιδιοῦ της, γράμματα ἀγάπης καί θεοδίδακτες, θεοστάλακτες γραφές. Αὐτή τυπώνει ἀγγέλους…

Ἔτσι θέλομε τήν μάνα, καί αὐτό πιστεύομε ὅτι ἔκανε καί κάνει ὑπακούοντας στοῦ Θεοῦ τά κελεύσματα, στό μητρικό της ἔνστικτο γιά τό καλό τῶν παιδιῶν της, στήν κραυγή τῆς κοινωνίας, πού εἶναι κρεμασμένη στά δικά της μητρικά χέρια.

Συγκινούμεθα ὅταν βλέπωμε τίς μανάδες νά φέρνουν στόν Ἱερό Ναό τά παιδιά τους, γιά νά «σαραντίσουν». Ποιός δέν αἰσθάνεται ἐκείνη τήν ὥρα τό μεγαλεῖο τῆς δωρεᾶς καί τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ; Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε -γίνεται – θά γίνεται πάντα, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος συνδημιουργός τοῦ Θεοῦ. Τό παιδί ἀφήνεται στοῦ Ἱερέως τά χέρια. «Ἐκκλησιάζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ…. ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ…. εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος…». Κλαῖνε οἱ γονεῖς ἀπό χαρά. Συναντιοῦνται τῆς μάνας τά μάτια, μέ τῆς Παναγίας μας τούς γλυκυτάτους ὀφθαλμούς. Ποιός ξέρει πόσα θά ποῦν οἱ δυό τους, στήν συνέχεια! Πόσους καημούς, πόσους στεναγμούς καί πόνους θά πῇ ἡ μάνα γονατιστή μπροστά στῆς Παναγιᾶς τήν μορφή τήν ἁγιασμένη! Ἔχουν τήν δική τους μυστική γλῶσσα οἱ μανάδες μας, μέ τοῦ Θεοῦ τήν πανακήρατη Μάνα. Ὁ δίκαιος Συμεών ὁ Θεοδόχος, εἶπε στήν Θεομήτορα: «Καί Σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία…(Λουκ. β,35)». Πόσες φορές ρομφαία διέρχεται τῆς κάθε μάνας τήν καρδιά!

Κάθε ἡμέρα ἡ μάνα μας ὀδυνᾶται, ἀγωνιζόμενη ὄχι μόνο γιά μᾶς, ἀλλά γιά τόν κόσμο ὅλο, ἀφοῦ τό παιδί της  εἶναι γι’ αὐτή ὁ κόσμος ὁλόκληρος.

Γι’ αὐτό εἴπαμε στήν ἀρχή γιά τήν κάθε μάνα, ὅτι εἶναι «τῆς ζωῆς ὑφάντρα-τεχνήτρα-φρουρός».

Σήμερα, παρά ποτέ, ἔχομε ἀνάγκη ἀπό ΜΑΝΑΔΕΣ. Γυναῖκες πού νά μυρίζουν Χριστό καί λιβάνι. Προσωπικότητες ὑπεύθυνες, πού μέσα ἀπό τόν οὐράνιο θεόσδοτο ρόλο τους, θά δώσουν νόημα στήν ζωή τοῦ κόσμου, ἐλπίδα καί στήριγμα στήν κοινωνία.

Κάθε φορά πού βλέπω τίς μητέρες στήν Ἐκκλησία μέ τά παιδιά τους, δοξολογῶ τόν Θεό καί μυστικά παρακαλῶ γι’ αὐτές καί τά βλαστάρια τους. Οὐράνια εἰκόνα, νά βλέπῃς μπροστά στήν Ὡραία Πύλη νά προσάγουν τά βρέφη νά κοινωνήσουν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

Σ’ αὐτά τά πρόσωπα τῶν γυναικῶν τά τόσο γλυκά, τά εὐεργετικά τοῦ κόσμου, βλέπομε τίς μανάδες, πού στό παρελθόν ἀγωνίστηκαν μέ φτώχεια, ἀνέχεια, δυσκολίες νά χτίσουν σπιτικά καί οἰκογένειες ἁγιασμένες. Ἀναγνωρίζομε τόν ἀγῶνα τῶν μητέρων πού πύργωσαν στίς ψυχές τῶν παιδιῶν τους τήν ἀλήθεια γιά τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο, πού ἔλεγαν πρῶτα ἀπ’ ὅλα στά παιδιά τους: «θέλω νά γίνῃς ἄνθρωπος!…». Δῶστε ἐσεῖς  τήν ἑρμηνεία σ΄ αὐτό τόν λόγο καί εἶμαι βέβαιος ὅτι θά κατανοήσετε τί εἶχαν οἱ μανάδες αὐτές στόν νοῦ τους, λέγοντας αὐτή τήν φράση.

Σ΄ αὐτά τά πρόσωπα βλέπομε τίς μητέρες, τίς γυναίκες πού σώσανε καί θά σώσουν τήν Ἑλλάδα, μέσα ἀπό τόν ἀγῶνα τους τόν ἁγιασμένο.

Ὑποκλινόμεθα μπροστά στίς ἡρωίδες αὐτές τῆς ζωῆς, στίς πονεμένες καί βασανισμένες γιά νά ἀναστήσουν τόν κόσμο, καί ταπεινά φιλῶντας τους τό χέρι τίς εὐχαριστοῦμε γιά τήν προσφορά τους.

Ἡ γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς εἶναι ἡ δική τους ἡμέρα. Τίς προβάλλομε ὡς παραδείγματα στίς σύγχρονες ἤ καί τίς μέλλουσες μητέρες, οἱ ὁποῖες ἔχουν τόν δικό τους δρόμο καί κάνουν τόν δικό τους ἀγῶνα. Θαυμάζομε καί ἐπαινοῦμε τίς σημερινές μητέρες καί τίς στηρίζομε μέ τίς προσευχές μας καί τήν ἀγάπη μας τήν ἐκδηλουμένη καθ’ οἱονδήποτε τρόπο. Στίς σύγχονες μητέρες, ἀλλά καί τίς μέλλουσες, ἀπευθυνόμεθα μέ στοργή, μέ ἀγάπη πατρική καί τούς λέμε:

«Μήν πτοεῖσθε! Ἀφήσατε τήν ζωή σας καί τά παιδιά σας στοῦ Θεοῦ τά χέρια. Μήν κάνετε τό λάθος νά παρασυρθῆτε ἀπό τά σύγχρονα ἀπατηλά ρεύματα, πού θέλουν τήν μάνα ἐξωστρεφῆ, μακρυά ἀπό τόν ἄνδρα της, τό σπίτι της, τά παιδιά της. Ἅγια κρατᾶτε στά χέρια σας. Θησαυρό στήν ἀγκαλιά σας βαστάζετε. Δῶρο Θεοῦ κατέχετε. Δῶστε τόν ἑαυτό σας γιά νά τεχνουργήσετε, ὅ,τι καλύτερο σᾶς ἔχει ἐμπιστευθῇ ὁ Θεός. Τόν παράδεισο ἐπί τῆς γῆς. Μήν παρασύρεσθε ἀπό τίς σύγχρονες σειρῆνες, πού θέλουν μιά κοινωνία διαλελυμένη, σάπια, γεμάτη στό τέλος μέ πόνο καί δάκρυα. Ἡ ὀμορφιά τῆς ζωῆς βρίσκεται στόν ἀγῶνα…»

Μανάδες εὐλογημένες, ἄν κάποιες ἀπό σᾶς νοιώσατε πίκρα ἀπό τά παιδιά σας τά ἴδια, γιατί κάπου παραπάτησαν, λησμόνησαν… μή λυπῆσθε.  Θά ἔλθῃ ἡ ὥρα πού θά ἀπολαύσετε τήν μεγάλη στιγμή. Μοναδική… Χάρισμα δικό σας… Ἀπό τό παιδί σας… Κυρίως ὅμως ἀπό τόν Θεό.

Ἡ παρακάτω ἱστορία ἀπό τό βίο τῶν Νεομαρτύρων, πολύ θά σᾶς ἐνισχύσῃ.

-Ξεκίνησε ὁ ἐξωμότης Παναγιώτης Πανουτσόπουλος, ἀπό τήν Τριπολιτσά μέ τά πόδια, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἡ μάνα του πέθανε ἀπό τήν στενοχώρια της γιά τά «κατορθώματά» του, καί πῆγε στό χωριό του, στό Σοπωτό (σημερινή Ἀροανία) τῶν Καλαβρύτων, ὅπου γονατιστός καί βρέχοντας τό νιοσκαμμένο μνῆμα της μέ δάκρυα τῆς ἔλεγε: «Μανούλα μου, συγχώρα με. Σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι μέ τό αἷμα μου θά ξεπλύνω τήν μεγάλη ντροπή». Προσπαθεῖστε, νά συλλάβετε, μέ τό μυαλό σας, τήν συγκλονιστική σκηνή.

Αὐτό τό παιδί γύρισε μετά ἀπό λίγα χρόνια, ὡς μοναχός Παῦλος, στήν Τρίπολη καί μαρτύρησε γιά τοῦ Χριστοῦ τήν ἀγάπη, τιμώμενος ἀπό τήν Ἐκκλησία πλέον ὡς Ἅγιος καί Νεομάρτυς στίς 22 Μαΐου κάθε χρόνο. Πόσο χαίρεται τώρα ἡ φτωχή Ἀντώνα, ἡ μάνα του, στόν Οὐρανό!

Μάνα… νά εἶσαι σίγουρη ὅτι κι ἄν ἔτσι ἔλθουν τά πράγματα, κάποια στιγμή, ἔστω καί ἄν ἔχῃς κλειστά τά μάτια σου, ναί κάποια στιγμή, πάνω στό χῶμα πού θά καλύπτῃ τό ἁγιασμένο ἀπό τούς ἀγῶνες σκήνωμά σου, ἄν δέν προφτάσῃς νά τό ἀκούσῃς σ’ αὐτό τόν κόσμο, θά ἔρθῃ  παιδί γονατιστό, μέ σεβασμό, μέ δάκρυα, μέ ἀγάπη… Κερί θ’ ἀνάψῃ εὐγνωμοσύνης καί θά πῇ σέ σένα πού τό ἀνάστησες:«Μανούλα μου σ’ εὐχαριστῶ!»

Τί ἄλλο θά ἤθελες νά ἀκούσῃς μάνα γλυκειά, «τῆς ζωῆς ὑφάντρα, τεχνήτρα, φρουρέ»;

Σέ σένα ἐλπίζομε. Σέ σένα προσβλέπομε. Ἀπό τά χέρια σου ἡ κοινωνία κρέμεται! Μήν ἀργεῖς… Κάνε τώρα πού σ’ ἔχομε ἀνάγκη τό θαῦμα σου… μέ τήν ἀγάπη σου. Δῶσε αἷμα καί πνεῦμα.

Μάνα σέ εὐχαριστοῦμε καί μαζί μέ τόν θεῖο τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλο  Ἁγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγοἐπαναλαμβάνομε μέ δέος: «Τί μητρός συμπαθέστερον;» καί ἀπό τά τρίσβαθα τῆς ψυχῆς μαςἀναφωνοῦμε: «Οὐδέν μητρός θαυμασιώτερον».

http://www.i-m-patron.gr/

Οσιομάρτυς Ανυσία (30 Δεκεμβρίου)



site analysis

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ὁσιομάρτυς Ἀνυσία, 30 Δεκεμβρίου

Ἡ ἁγία Ἀνυσία γεννήθηκε στήν Θεσσαλονίκη τό 3ο αἰώνα μ.Χ., καί συγκεκριμένα στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ διώκτου τῶν Χριστιανῶν Μαξιμιανοῦ. Οἱ γονεῖς της ἦσαν εὐσεβεῖς καί ἐνάρετοι καί μαζί μέ τόν ὑλικό πλοῦτο τῆς κληρονόμησαν καί τόν πνευματικό πλοῦτο, πού εἶναι ἡ πίστη, ἡ εὐσέβεια, ἡ ἀγάπη. Ὅταν «κοιμήθηκαν» οἱ γονεῖς της, ἡ ἁγία ἐπλήθυνε τόν πνευματικό της πλοῦτο μέ τήν ἐλεημοσύνη, δηλαδή μέ τό νά διανείμη τόν ὑλικό της πλοῦτο στούς πτωχούς ἀνθρώπους, τούς ἐλαχίστους ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ.
Τήν ἐποχή ἐκείνη ὁ Μαξιμιανός διέταξε τούς εἰδωλολάτρες νά θανατώνουν ὅποιον Χριστιανό ήθελαν χωρίς νά δίνουν λόγο σέ κανέναν. Κάποια ἡμέρα ἡ ἁγία Ἀνυσία πήγαινε στόν Ἱερό Ναό, κατά τήν προσφιλῆ συνήθειά της, ὅταν κάποιος εἰδωλολάτρης στρατιώτης κυριεύθηκε ἀπό τό πάθος τῆς φιληδονίας, μέ τήν συνέργεια τοῦ πονηροῦ δαίμονος, ἄρχισε νά τήν παρενοχλῆ, καί ἐπειδή ἐκείνη δέν ἐνέδωσε στίς ἀσελγεῖς ἐπιθυμίες του τήν διέταξε νά θυσιάση στά εἴδωλα. Ὅταν ἐκείνη ἀρνήθηκε νά τό κάνη καί ὁμολόγησε ὅτι πιστεύει στόν ἀληθινό Θεό, ἄρχισε νά βρίζη καί νά βλασφημῆ τόν Θεό τῶν Χριστιανῶν. Τότε ἡ ἁγία γεμάτη θάρρος καί πνευματική ἀνδρεία τόν ἔφτυσε κατάμουτρα. Ἐκεῖνος θύμωσε καί τήν ἐλόγχισε στήν πλευρά καί ἔτσι παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή της στόν Χριστό, τόν Ὁποῖο ἀγάπησε στήν ζωή της περισσότερο ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα. Οἱ πιστοί πῆραν τό τίμιο λείψανό της καί τό ἐνταφίασαν. Ὅταν ἀργότερα ἔπαυσε ὁ διωγμός κτίσθηκε στό σημεῖο ἐκεῖνο Ἱερός Ναός πρός τιμήν της.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Πρίν ἀπό τά Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος ἀναγινώσκεται στόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ καί νά χρισθῆ ἡ Ἀκολουθία πού ἐπιγράφεται: «Εὐχή εἰς τό ποιῆσαι κατηχούμενον». Στήν Ἀκολουθία αὐτήν ἀναγινώσκονται ἀπό τόν Ἱερέα καί τρεῖς ἀφορκισμοί ἤ ἐξορκισμοί, προκειμένου ὁ διάβολος νά ἀναχωρήση ἀπό τόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ καί νά χρισθῆ, καί νά μή ξαναμπῆ σέ αὐτόν. «Ἔξελθε ἀπό τοῦ ἀνθρώπου καί μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν». Καί αὐτό γίνεται ἐπειδή πρίν ἀπό τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα ὁ διάβολος εὑρίσκεται μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐνεργεῖ ἐξωτερικά. Ἀντίθετα, μετά τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα τό Ἅγιον Πνεῦμα εἰσέρχεται μέσα στήν καρδιά, ἐνῶ ὁ διάβολος ἐξέρχεται καί ἐνεργεῖ ἐξωτερικά.
Μετά τήν ἀνάγνωση τῶν τριῶν ἀφορκισμῶν ὁ Ἱερεύς ἐμφυσᾶ τρεῖς φορές στόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ καί κατόπιν σφραγίζει τρεῖς φορές μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ τό μέτωπο, τό στόμα καί τό στῆθος του, καί ἀπευθυνόμενος στόν Θεό, λέγει: «Ἐξέλασον ἀπ’ αὐτοῦ (αὐτῆς) πᾶν πονηρόν καί ἀκάθαρτον πνεῦμα, κεκρυμένον καί ἐμφωλεῦον αὐτοῦ (αὐτῆς) τῇ καρδίᾳ. Πνεῦμα πλάνης, πνεῦμα πονηρίας, πνεῦμα εἰδωλολατρείας καί πάσης πλεονεξίας∙ πνεῦμα ψεύδους καί πάσης ἀκαθαρσίας, τῆς ἐνεργουμένης κατά τήν διδασκαλία τοῦ διαβόλου. Καί ποίησον αὐτόν (αὐτήν) πρόβατον λογικόν τῆς ἁγίας ποίμνης τοῦ Χριστοῦ σου, μέλος τίμιον τῆς Ἐκκλησίας σου, σκεῦος ἡγιασμένον, υἱόν (θυγατέρα) φωτός καί κληρονόμον τῆς Βασιλείας σου...».
 Γιά τήν ἀντίσταση ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τοῦ ἐχθροῦ τῆς ἀνθρωπίνης σωτηρίας, καί τήν ἀποτίναξη τοῦ ζυγοῦ τόν ὁποῖον ἐκεῖνος ἐπιβάλλει στόν ἄνθρωπο μέ τά πάθη, ἀπαιτεῖται συνεχής πνευματικός ἀγώνας.
 Στήν συνέχεια, ὁ Ἱερεύς καί ὁ μέλλων νά βαπτισθῆ -ἤ ὁ Ἀνάδοχος κρατώντας τό βρέφος πού πρόκεται νά βαπτισθῆ- στρέφονται πρός τήν δύση, ἐνῶ μέχρι ἐκείνη τήν στιγμή ἦσαν στραμμένοι πρός τήν ἀνατολή, καί ὁ Ἱερεύς ἐρωτᾶ τρεῖς φορές, τόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ ἤ τόν Ἀνάδοχον: «Ἀποτάσσῃ τῷ Σατανᾷ; Καί πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ; Καί πάσῃ τῇ λατρείᾳ αὐτοῦ; Καί πᾶσι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ; Καί πάσῃ τῇ πομπῇ αὐτοῦ;». Στό σημεῖο αὐτό νομίζω ὅτι ἀξίζει νά τονισθῆ παρενθετικά ὅτι ἡ πομπή τοῦ διαβόλου εἶναι τά καρναβάλια. Μετά τήν τριττή ἀπάντησή του: «Ἀποτάσσομαι», τοῦ λέγει: «Καί ἐμφύσησον καί ἔμπτυσον αὐτόν. Δηλαδή, φύσηξε στόν διάβολο καί φτύσε τον. Καί τότε ὁ κατηχούμενος ἤ ὁ ἀνάδοχος ἐμφυσᾶ καί φτύνει τρεῖς φορές τόν διάβολο. Κατόπιν στρέφονται καί πάλι πρός τήν ἀνατολή καί συνεχίζουν τήν ἀκολουθία τῆς κατηχήσεως.
Τό φτύσιμο τῆς ἁγίας Ἀνυσίας πρός τόν στρατιώτη, ὁ ὁποῖος ἐβλασφήμησε τόν Χριστό καί τήν προέτρεψε νά λατρέψη τά εἴδωλα, δηλαδή τά δαιμόνια, ἦταν στήν πραγματικότητα ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Δηλαδή, ἡ ἁγία, στό πρόσωπο τοῦ στρατιώτη, ἔφτυσε τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος ἐνεργοῦσε ἐκείνη τήν στιγμή διά τοῦ στρατιώτου. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ἁγία ἀντιστάθηκε στόν διάβολο καί στήν προτροπή του νά τοῦ ἀποδώση λατρεία τοῦ εἶπε: «Ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ». Καί ἐφάρμοσε τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, πού ἀπευθύνεται στούς πιστούς ὡς προτροπή: «Ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ. ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καί φεύξεται ἀφ’ ὑμῶν˙ ἐγγίσατε τῷ Θεῷ καί ἐγγιεῖ ὑμῖν» (Ἰακ. δ΄, 7-8). Καί, βέβαια, ἐξαργύρωσε τό θάρρος, τήν λεβεντιά καί τήν ἀνδρεία της μέ τό πολύτιμο καί ἁγιασμένο αἷμα τοῦ μαρτυρίου της, ἀλλά αὐτό εἶναι ἡ δόξα της.
Δεύτερον. Ἡ ἀπόδοση λατρείας στόν διάβολο δέν γίνεται μόνο μέ τό νά βλασφημῆ κανείς τά θεῖα ἤ μέ τό νά εἶναι μέλος τῆς ἑταιρείας τῶν σατανιστῶν καί νά προσφέρη θυσίες στόν διάβολο, ἀκόμη καί ἀνθρωποθυσίες. Ἀσφαλῶς εἶναι καί αὐτά. Ἀλλά γίνεται καί μέ πολλούς ἄλλους τρόπους. Π.χ. λατρεύει κανείς τόν διάβολο, ὅταν δέν σέβεται τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι τό Θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν δέν σέβεται τό ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας καί δέν ὑπακούη στίς ἀποφάσεις τῶν διοικητικῶν ὀργάνων της. Ὅταν δέν κάνη ὑπακοή στόν Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος εἶναι τό μυστήριο τῆς αἰσθητῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς, καί πράττει ὁτιδήποτε χωρίς τήν εὐλογία του. Ἐπειδή, ὅπως τονίζει κατηγορηματικά ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πράττει ὁτιδήποτε κρυφά ἀπό τόν Ἐπίσκοπο, αὐτός λατρεύει τόν διάβολο. Ἐπίσης, ὅταν εἶναι πλεονέκτης καί προσκολλημένος στήν ὕλη, ἀφοῦ ἡ πλεονεξία, ὅπως τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι εἰδωλολατρεία, καί ἡ εἰδωλολατρεία εἶναι στήν πραγματικότητα δαιμονολατρεία, κλπ. Ἄλλωστε, δύο κατηγορίες ἀνθρώπων ὑπάρχουν στήν κοινωνία. Αὐτοί πού λατρεύουν τόν ἀληθινό Θεό καί αὐτοί πού λατρεύουν τόν διάβολο. Οἱ πρῶτοι ἔχουν μέσα στήν καρδιά τους τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐνῶ οἱ δεύτεροι ἐξουσιάζονται ἀπό τό πονηρό πνεῦμα.
Γιά τήν ἀντίσταση ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τοῦ ἐχθροῦ τῆς ἀνθρωπίνης σωτηρίας, καί τήν ἀποτίναξη τοῦ ζυγοῦ τόν ὁποῖον ἐκεῖνος ἐπιβάλλει στόν ἄνθρωπο μέ τά πάθη, ἀπαιτεῖται συνεχής πνευματικός ἀγώνας, ἀλλά καί θάρρος, ἀνδρεία καί λεβεντιά.
 Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου.

Εκκλησιαστική Παρέμβαση -parembasis.gr

Ηρωίδα μητέρα



site analysis



Κάποια μέρα ο Θωμάς Έντισον επέστρεψε στο σπίτι του μ’ ένα σημείωμα που του έδωσε ο δάσκαλός του για τη μητέρα του. Της το έδωσε λέγοντάς της: "Να το δώσεις  στη μητέρα σου",  μου είπε ο δάσκαλός μου.
Η μητέρα, αφού το διάβασε, βούρκωσε και δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπό της. Ξαφνιασμένος ο μικρός Θωμάς ρώτησε τη μητέρα του τι έγραφε το σημείωμα.
Εκείνη  του το διάβασε δυνατά:

«Ο γιος σας είναι ιδιοφυία. Το σχολείο είναι πολύ λίγο γι’ αυτόν. Δεν διαθέτουμε αρκετούς πόρους και καλούς δασκάλους, για να τον εκπαιδεύσουμε. Παρακαλούμε διδάξτε τον εσείς».
Μετά από πολλά χρόνια η μητέρα του Έντισον πέθανε. Εκείνος είχε γίνει ένας από τους μεγαλύτερους εφευρέτες. Κάποια μέρα, καθώς έψαχνε ανάμεσα στα παλιά κειμήλια της οικογένειας, είδε ένα διπλωμένο χαρτί στη γωνιά ενός συρταριού του παλιού γραφείου. Το πήρε, το ξεδίπλωσε  και το διάβασε: «Ο γιος σας είναι ψυχικά άρρωστος και δεν θα του επιτρέψουμε να ξανάρθει πλέον στο σχολείο», έγραφε το χαρτί. Ήταν το ίδιο εκείνο σημείωμα που του έδωσε ο δάσκαλός στο σχολείο, για να το δώσει στη μητέρα του!
  Μετά το διάβασμά του ο Έντισον έκλαψε για ώρες και έγραψε στο ημερολόγιό του: « Ο Θωμάς Έντισον του Άλβαρου ήταν ένα ψυχικά άρρωστο παιδί,  το οποίο με τη βοήθεια της ηρωίδας μητέρας του έγινε ιδιοφυία του αιώνα».

 Επιμέλεια: Αθανάσιος Γκάτζιος

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Η ΕΥΦΗΜΙΑ,Η ΘΕΟΦΑΝΩ,Η ΣΟΛΟΜΩΝΗ..Μητροπολίτου Πέργης Ευαγγέλου



site analysis



ΟΙ ΛΑΡΝΑΚΕΣ ΜΕ ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ,ΕΥΦΗΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΗΣ ΣΤΟ ΦΑΝΑΡΙ


               Τρείς μυρωμένες κοιμούνται σέ λάρνακες 
         τόν ύπνο τών αγίων στό κλίτος τό δεξί
         αιώνες κλώθοντας τήν θέωση 
         σέ χάρη, σά φώς καί σά ζωή,
         η Ευφημία,η Θεοφανώ καί η Σολομωνή . 



 Τρείς σφραγισμένες μέ Τόμους καί Σκήπτρα 
 από Συνόδων καί Ανάκτων ορισμό 
 κρατάνε σέ στάση πρόσκαιρης ταφής 
 τού χρόνου καί τού θρόνου τό φανό, 
 η Ευφημία,η Σολομωνή και η Θεοφανώ.


                         Τρείς ορκισμένες  γιά σεπτή παρουσία 
                 τής μνήμης ψάλλουν τούς αιώνες 
                 τραβώντας τόν Αέρα απ΄τά πρόσωπα 
                 μιά ρήγισσα,μιά μάνα,μιά αγία,
                 η Θεοφανώ,η Σολομωνή κι η Ευφημία.  



( Μητροπολίτου Πέργης Ευαγγέλου " ΕΚ ΦΑΝΑΡΙΟΥ Β ")  







ΠΗΓΗ.ΑΓΙΟΚΕΡΙ

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Αγία Θεοφανώ η αυτοκράτειρα: μια προδομένη σύζυγος…αγία!



site analysis



ag-Theofano-2011
Ο βίος της αγίας Θεοφανούς της Αυγούστας
862 μ.Χ  και  στον  κόσμο  έρχεται  μια  υπέροχη  ύπαρξη.  Η  κορούλα  του  πατρίκιου  Κωνσταντίνου  και  της  Άννας, που  κατοικούν  στη   Βασιλεύουσα  πόλη, την  Κωνσταντινούπολη.
Είχαν  χρόνια  που  δεν  έκαναν  παιδί, αλλά, ευλαβέστατοι  και  άνθρωποι  της  προσευχής  καθώς  ήταν  και  οι  δυο, εισακούστηκαν  από  το  Θεό.
Έτσι  γεννήθηκε   η  μικρή  Θεοφανώ.
Δεν  πρόλαβαν  όμως  οι  γονείς  της  να  χαρούν  τον  ερχομό  της  και  η  μητέρα  της  από  δυστοκία  πεθαίνει.
Ευτυχώς  που  μια  άλλη  γυναίκα  του  αρχοντικού  σπιτιού  τους  γίνεται  τροφός  της, ακριβή  παραμάνα, και  αφοσιωμένη  στη  μνήμη  της  μητέρας  της.( δική μας προσθήκη: η κοπέλα αυτή θαυματουργικά απέκτησε γάλα και θήλασε το βρέφος, ενώ δεν ήταν μητέρα!-από το βιβλίο: Θεοφανώ, η βασίλισσα της αγάπης, του Ιωσήφ Αγαπητού)
Η  Θεοφανώ  ήταν  προικισμένη  με  πολλές  χάρες. Σωματικές, ψυχικές, διανοητικές.
Ο  Κωνσταντίνος  τής  εξασφάλισε, καθώς  μεγάλωνε, άριστη  παιδεία  μ΄έναν  ευλαβή  και  σοφό  δάσκαλο. Κι  αυτή  ρουφούσε  ό,τι  της  δίδασκε  ο  δάσκαλός  της, μα  ιδιαίτερα  ό,τι  είχε  σχέση  με  το  Χριστό.
Έφτασε  σιγά σιγά  σε  ηλικία  για  γάμο.
Στον  αυτοκρατορικό  θρόνο  της  Βασιλεύουσας  βρίσκεται  ο  Βασίλειος  ο  Μακεδόνας.
Σύζυγός  του, δεύτερη, η  Ευδοκία.
Από  τα  τρία  τους  παιδιά  πρωτότοκος  είναι  ο  Λέων, που  η  ιστορία  θα  του  προσδώσει  τον  τίτλο »ο  σοφός’,” και  ο  οποίος  είναι  ο  διάδοχος  του  θρόνου.
Είναι  καιρός  να  παντρευτεί  όμως  και  αυτό  το  διάστημα  προβληματίζονται  οι  γονείς  του  ποια  νύφη  να  του  επιλέξουν.
Και  δεν  άργησαν  να  τη  βρουν. Η  πανέμορφη  και ενάρετη, συνετή  και  πανέξυπνη  Θεοφανώ  ήταν  αυτή  που  έκανε  για  Αυγούστα…
Ο  Λέων  διαμαρτύρεται  στον  αυτοκράτορα: όχι, πατέρα, τη  Ζωή  συμπαθώ…
Ούτε  καταδέχεται  να  το  ψάξει  ο  Βασίλειος. Κι  ο  γιος  αναγκάζεται  να  υποταχθεί.
Έτσι  ορίστηκε  και  έγινε  ο  γάμος  του  Λέοντα  με  τη  Θεοφανώ,  χωρίς  εκείνος  να  τη  θέλει  και  χωρίς  αυτή  να  το  ξέρει…
Ωστόσο  η  μεγαλοπρέπεια  ήταν  θαυμαστή. Αυτοκρατορική.
eorti-tis-agias-theofanous-1-315x236
Όλοι  καλοτύχιζαν  τη  Θεοφανώ. Η  ίδια  όμως  από  την  ώρα  του  γάμου  ένιωσε  ένα  πλάκωμα  στην  ψυχή, γιατί  της  έλειπε  συναισθηματικά  ο  Λέων της.
Το  ένστικτό  της  την  πληροφορούσε  ότι  ο  γάμος  της  άρχιζε  δυσοίωνα. ΄
Πήγε  κιόλας  να  απελπιστεί, αλλά  το  πρόλαβε  με  τη  σκέψη  ότι  θα  το  συζητούσε  με  τον  πνευματικό  της. Ήταν  το  μόνο  πια  αξιόπιστο  στήριγμα  που  της  είχε  μείνει  στη  ζωή.
Ο  πνευματικός  της  γέροντας  Ευσέβιος,  μια  οσιακή  αγία  μορφή,  όταν  τον  συναντάει, την  ενθαρρύνει : να  του  είσαι  περιποιητική, υπάκουη, να  τον  αγαπάς, Θεοφανώ. Ο  χρόνος  θα  φέρει  και οικογένεια…και  τότε  όλα  μπορεί  να  αλλάξουν. Και  πάνω  απ΄όλα  την  προσευχή  σου. Ο  Θεός  μακάρι  να  μη  σου  επιτρέψει  το  σταυρό  που  βλέπω  να  σου  ετοιμάζει…
 Κι  η  Θεοφανώ  προσπαθούσε  να  διώξει  κάθε  ανησυχία  και  να  προσφέρει  τον  εαυτό της  στον  άντρα  της.
Ο  Λέων  από  την  άλλη  της  ενέκρινε  ό,τι  του  ζητούσε, αλλά  κρατούσε  τη  θέρμη  της  καρδιάς  του  για  τη  Ζωή, την  κόρη  ενός  αυλικού  στο  παλάτι.
Το  διαπίστωνε  η  ευαίσθητη  και  ευγενέστατη  Θεοφανώ  κι ήταν  πολλές  οι  φορές  που  πάνω  στο  λόγο  ο  Λέων  αντί  για  το  δικό  της  όνομα  πρόφερε  εκείνης  και  μετά  προσπαθούσε  να  διαλύσει  την  »παρεξήγηση».
Μια  χαρά  όμως  σε  λίγο  έρχεται  να  δώσει  ελπίδα. ¨Η  Θεοφανώ  φέρει  στα  σπλάχνα  της  μωρό.
Και  σε  λίγους  μήνες  γεννιέται  ένα  χαριτωμένο  κοριτσάκι.
Ο  Βασίλειος  και  η  Ευδοκία  πανηγυρίζουν.  Ο  Λέων  καμαρώνει. Χαίρεται. Κι  η  Θεοφανώ  συγκινείται  βαθιά  και  παίρνει  ανάσα.
Να  όμως  που  και  τώρα  κάτι  ήρθε  να  σκιάσει  τη  χαρά  της.
Όταν  έσκυψε  ο  Λέων  να  δώσει  το  πρώτο  πατρικό  και  τόσο  τρυφερό  φιλί  στην  κορούλα  του, έκανε  μια  κίνηση  να  σκύψει  και  στη  Θεοφανώ,  που  έφερε  στον  κόσμο  αυτή  τη  χαριτωμένη  ύπαρξη,  μα  κάτι  τον  συγκράτησε. ..
Το  πρόσεξε  η  Θεοφανώ  και  πληγώθηκε.
Καθημερινά  πλήθαιναν  και  πάλι  τα  σημάδια  ότι  ο  Λέων  συναισθηματικά  δεν  της  ανήκει. Συναισθηματικά  την  πρόδιδε.
Αλλά,  αν  και  θλιβόταν  κατάβαθα  και  με  τη  σκέψη  της  ακύρωνε  αυτό  το  γάμο, αφού  κάθε  τόσο  διαπίστωνε  ότι  ο  σύζυγός  της  δεν  είχε  συγκινηθεί  από  αυτήν, ξεκουραζόταν  κοντά  στον  πνευματικό  της  Ευσέβιο, που  της  ενίσχυε  την  υπομονή  και  την  προσπάθειά  της  για  θεάρεστη  ζωή.
Επίσης  ώρες  πολλές  μιλούσε  με την  προσευχή  της  στην  Παναγία. Τα  δάκρυά  της  ποτάμι.
Ο  προσωπικός  της  όμως  αυτός  σταυρός  την  έκανε  να  συμπονεί  και  τους  πονεμένους  ανθρώπους  και  με  κάθε  ευκαιρία  να  βρίσκεται  κοντά  τους.
12 Αγία Θεοφανώ Βασίλισσα
Είχε  όλη  την  άνεση  ως  βασίλισσα  να  τους  απαλλάσσει  από  κάθε  οικονομική  ανάγκη  και  με  την  χαριτόβρυτη  αγάπη  της  να  τους  ενισχύει  ψυχολογικά  και  ηθικά
Έτσι  ο  λαός  τη  λάτρευε. .
Στο  μεταξύ  στο  παλάτι  καταφθάνει  ένας  μάγος, προσποιούμενος  τον  άγιο  μοναχό, που  καταφέρνει  να  κερδίσει  την  εμπιστοσύνη  του  αυτοκράτορα  Βασιλείου  και, επειδή  πικραίνεται  απ΄το  Λέοντα,  του  στήνει  πλεκτάνη, τον  διαβάλλει  στον  πατέρα  του  ότι  συνωμοτεί  εναντίον  του  και  γίνεται ]αυτό  αιτία  να  εξοριστεί  τελικά  ο  Λέων  στη  Θεσσαλονίκη, όπου  οικειοθελώς  τον  ακολουθεί  και  η  Θεοφανώ  με  την  κορούλα  τους, την  Ευδοκία.

Ο  γέροντας  Ευσέβιος  αυτοεξορίζεται  κι  αυτός  στη  Θεσσαλονίκη, για  να  είναι  κοντά  στο  ανδρόγυνο.
Εκεί  στην  εξορία  ο  Λέων  εύχεται  να  μην  είχε  γεννηθεί, αλλά  η  Θεοφανώ  του  συμπαραστέκεται. Τον  στηρίζει  ψυχολογικά  με  κάθε  τρόπο  και  η  ίδια  αναλώνεται  στην  αγρυπνία  και  στην  προσευχή.
Πράγματι,  η  αλήθεια  σε  τρία  χρόνια  αποκαλύπτεται  και  ο  Λέων  με  την  οικογένειά  του  γυρίζει  περιχαρής  στη  Βασιλεύουσα, ενώ  ο  Βασίλειος  υποδέχεται  με  λαμπρότητα  το  γιο  του  ζητώντας  συγγνώμη  για  το  λάθος  του.
Στο  μεταξύ  πεθαίνει  η  Αυγούστα  Ευδοκία  και  τα  καθήκοντά  της  στο  παλάτι  αναλαμβάνει  η  Θεοφανώ.
Κι  άλλη  όμως  αφορμή  δίνεται  για  να  πληγωθεί  βαθύτερα  τώρα  η  Θεοφανώ.
Ο  Λέων  στο  παλάτι  ερωτοτροπεί  με  τη  Ζωή. Συναντιέται  κρυφά  μαζί  της  ξανά  και  ξανά.
Ο  πατέρας  του, όταν  το  διαπιστώνει, διατάσσει  να  μαστιγωθεί  ο  γιος  του.
Η  Θεοφανώ  το  αντιλαμβάνεται  και  θες  από  την  ευγένεια  του  χαρακτήρα  της, θες  επειδή  εκτιμούσε  ως  καλύτερο  χειρισμό  του  προβλήματος  την  καλοσύνη, θες  επειδή  φοβόταν  ότι  δεν  θα  άντεχε  ωμή  την  αλήθεια  από  μέρους  του, αν  του  ζητούσε  συνεξήγηση, γιατί  τον  αγαπούσε  πολύ,  δεν  μίλησε  και  πάλι  στο  Λέοντα.
Έδωσε  την  ίδια  απάντηση  στον  εαυτό  της: είναι  ένας  σταυρός, που  ο  Θεός –ποιος  ξέρει  γιατί –μου  τον  επιτρέπει.
Ο  Βασίλειος  στο  μεταξύ, για  να  δώσει  ένα  τέλος  στο  σκάνδαλο, παντρεύει  αναγκαστικά  την  αγαπημένη  Ζωή  του  Λέοντα  με  κάποιον  άλλο  και  την  εξαποστέλλει  από  το  παλάτι.

Ο  ίδιος  όμως  ο  Βασίλειος,  ύστερα  από  ένα  ατύχημα  σε  κυνήγι,  πεθαίνει.
Μετά  το  θάνατο  του  πατέρα  του  ο  Λέων  νιώθει  ελεύθερος  να  κάνει  ό,τι  θέλει.
Το  πρώτο  του  μέλημα  είναι  να  ανακηρύξει  τον  πατέρα  της  ερωμένης  του  Ζωής  Βασιλειοπάτορα  και  πρωθυπουργό.
Απ΄τη  Θεοφανώ  ζητάει  να  μείνει  στο  πλευρό  του  σύμβουλος  πολύτιμη  για  την  οξύτητα  του  πνεύματός  της  και  την  αγάπη  της  για  το  λαό.
Ωστόσο  διάδοχο  αγόρι  απ΄τη  Θεοφανώ  δεν  έχει  ο  αυτοκράτορας  τώρα   Λέων  ο  σοφός,  και  βρίσκει  έναν  επί  πλέον  λόγο  να  έχει  στο  νου  του  τη  Ζωή, αν  και  ήταν  παντρεμένη.
Κι  αυτή  όμως  το  ίδιο. Και  τώρα  που  ο  πατέρας  της  είναι  πρωθυπουργός  έχει  όλη  την  άνεση  να  μπαινοβγαίνει  στο  παλάτι.
Στο  μεταξύ  νέα  δοκιμασία  για  τη  Θεοφανώ. Αρρωσταίνει  βαριά  η  κορούλα  τους  Ευδοκία  και  πολύ  γρήγορα   παρόλες  τις  φροντίδες  τους  πεθαίνει, εγκαταλείποντας  τη  μητέρα  της  σε  μια  κόλαση, που  τη  δημιουργεί  η  απιστία  του  πατέρα  της.
Ως  εδώ  η  παρουσία  της  μικρής  μετρίαζε  και  απάλυνε  τον  πόνο  της  Θεοφανώς. Βάλσαμο  τής  ήταν  η  αγάπη  της.
Τώρα  όμως  και  αυτήν  ο  Θεός  τής  την  αφαιρεί.
Αλλά  και  ο  Λέων, παρόλο  που  για  τη  Θεοφανώ  μένει  ψυχρός  και  ασυγκίνητος,  για  την  κορούλα  του, που  της  είχε  μεγάλη  αδυναμία  και  που  τώρα  τους  φεύγει,  θρηνεί  και  θλίβεται  βαθιά.
Η  μητέρα  της,  την  ώρα  που   κατεβάζουν στο  μνήμα  το  σπλάχνο  της, μόλις  προλαβαίνει  να  της  ευχηθεί: ώρα  καλή  σου  και καλή  αντάμωση, ακριβό  μου  παιδί, και  πέφτει  λιπόθυμη.
Η  Ευδοκία  της  ήταν  μόλις  εννέα  ετών.
Με  το  θάνατό  της  ο  Λέων  ένιωσε  να  ξεκόβεται  οριστικά  απ΄τη  Θεοφανώ.
Η  Ζωή  άρχισε  να  επηρεάζει  εγκληματικά  το  Λέοντα  σε  βάρος  της.
Ο  πνευματικός  της, γέροντας  Ευσέβιος, αποφασίζει  να  μιλήσει  στον  αυτοκράτορα.
Συνέπεια,  να  εξοριστεί.
Η  Θεοφανώ  στη  νέα  της  δοκιμασία  ψάχνει  και  δε  βρίσκει  μέσα  της  κουράγιο. Νιώθει   να  έχουν  εξαντληθεί  της  ψυχής  της  τα  αποθέματα, Έχει  κουραστεί.
»Φτάνει, Κύριέ  μου», κραυγάζει  στο  Θεό,  »με   ξέχασες; γιατί  τόσα  πολλά  βάσανα  σε  μένα;  δεν  μου  άφησες  τίποτε  δικό  μου. Μόνο  πίκρες  πήρα  απ΄αυτή  τη  ζωή. Σε  παρακαλώ  πάρε  με  και  μένα  κοντά  Σου  και  κοντά  σ΄αυτούς  που  αγαπώ  και  που  τώρα  αναπαύονται  εκεί  μαζί  Σου ».
 Συγγνώμη  που  Σου  παραπονιέμαι…όμως, Πατέρα  μου, δεν  αντέχω  άλλο…..
 Η  προσευχή  της  είναι  κραυγαλέα. Αλλά  δεν  της  φτάνει. Κατευθύνεται  στον  τάφο  της  κορούλας  της  και  της  ζητάει  να  την  προσευχηθεί  κι  αυτή  από  κει  που  είναι.
Μια  άφατη  αγαλλίαση  περιλούζει  την  ύπαρξή  της. Μια  θεία  γαλήνη  πλημμυρίζει  την  ψυχή  της.
Από  δω  και  πέρα  όλα  παίρνουν  διαφορετική  τροπή. Νιώθει  να  ανήκει  σε  άλλον  κόσμο, του  Θεού  ολοκληρωτικά.  Μια  χαρμολύπη  εγκαταστάθηκε  μόνιμα  στην  ψυχή  της  και  η  προσευχή  έγινε  η  ζωή  της.
Γίνεται  και  το  πρώτο  της  θαύμα: ένα  ετοιμοθάνατο  κοριτσάκι, όταν  το  επισκέπτεται  και  το  σφίγγει  στην  αγκαλιά  της, αμέσως  ζωηρεύει, συνέρχεται, ενώ  του  ετοίμαζαν  τα  σχετικά  με  την  κηδεία  του.
Άρχισε  να  μιλάει  χαρούμενο, να  αγκαλιάζει  με  ευγνωμοσύνη  την  Αυγούστα  Θεοφανώ, να  περπατάει…
Το  θαύμα  διαδόθηκε  αστραπιαία  σ΄όλη  την  επικράτεια. Όλοι  μιλούν  για  την »αγία »αυτοκράτειρα…
Η  ίδια  όμως  μένει  ταπεινή, αν  και  βλέπει  και  συνομιλεί  με  αγίους.
Προπαντός  είναι  εσωτερικά  ήρεμη, χαρούμενη.
Και  δίνεται  ολόψυχα  στους  αναξιοπαθούντες. Φτωχούς, πεινασμένους, ανάπηρους, αρρώστους, ορφανά, χήρες, αθώους  κατάδικους, ξένους, χρεώστες, δούλους, πενθούντες.
Επισκέπτεται  νοσοκομεία, γηροκομεία, βρεφοκομεία, ορφανοτροφεία, λεπροκομεία, πτωχοκομεία, φυλακές, ιδρύματα  όπου  στεγάζονται  παραστρατημένες  γυναίκες.
Και  πριν  πάει  σ΄οτιδήποτε  από  αυτά,   περνάει  απ τόν  τάφο  της  κόρης  της  και  πιάνει  κουβέντα  μαζί  της.   Τη  νιώθει  τόσο  κοντά.  Σαν  να  μην  έφυγε  ποτέ   μακριά  της.  Δεν  είναι  ψευδαίσθηση, αλλά  πραγματική  επικοινωνία, που  τη  γεμίζει  αγαλλίαση  πνευματική  και  χαριτωμένη  γλυκύτητα.
Και  ελπίδα  και  φως  και  ειρήνη.
Τελική  φάση  της  ζωής  της  η  αρρώστια  της.
Από  τις  εντάσεις  που  πέρασε  και  τις  θλίψεις  το  σώμα  της  εξαντλήθηκε, ενώ  η  ψυχή  της  εξαγνισμένη   ποθούσε  τον  ουρανό.
Και  ο  Θεός, τη  Θεοφανώ  που  »ενήθλησε  λαμπρώς»  και  επιτυχώς  πέρασε  όλες  τις  δοκιμασίες  της  στη  γη, την  καλεί  πλέον  οριστικά  κοντά  Του.
Η  Θεοφανώ  αρρωσταίνει  βαριά.
Το  νέο  μαθεύτηκε  στη  Βασιλεύουσα  ταχύτατα . Όλοι  συγκλονισμένοι  την  προσεύχονται. Όμως  η  αγαπημένη  Αυγούστα  ετοιμάζεται  με  σπουδή  για  το  αιώνιο  ταξίδιΒλέπει  τον  Κύριό  της  να  την  περιμένει  μέσα  σε  εκτυφλωτική  λαμπρότητα  κι  ένα  φως  τη  λούζει, ενώ  η  κορούλα  της  Ευδοκία  τής  εμφανίζεται  χαρούμενη  που  θα  ανταμώσουν  παντοτινά  εκεί  πάνω.
Κι  εκείνη  έτοιμη  γι΄αυτό  το  ξεκίνημα, δεν  ξεχνάει  να  ζητήσει  να  δει  το  Λέοντα.
Όταν  έρχεται,  τον  φιλάει, φιλάει  τα  χέρια  του, του  ζητάει  συγγνώμη  για  όποια  τυχόν  παράλειψή  της, του  εύχεται  καλή  συνέχεια  στο  έργο  του, του  δίνει  τη  συγγνώμη  της  που  την  πόνεσε  τόσο  πολύ  στη  ζωή  της  και  τον  παρακαλεί  να  φροντίσει  και  για  την  αιώνια  ψυχή  του, για  να  είναι  τουλάχιστον  εκεί…
Δεν  πρόλαβε  να  τελειώσει  το  λόγο  της…σαν  να  επρόκειτο  να  συμπληρώσει  αυτός  τη  συνέχεια  με  το  υπόλοιπο  της  ζωής  του. .
Η  Θεοφανώ  κοιμήθηκε  εν  Κυρίω. Ήταν  μόλις  31  ετών.
Το  πρόσωπό  της  έλαμπε  κι  όλη  ακτινοβολούσε  μια  υπερκόσμια  χάρη, ενώ  ο  Θεός  πιστοποιούσε  την  αγιότητά  της  αμέσως  με  θαύμα.
Την  ώρα  της  εκφοράς  της, ενώ  έξω  έκανε  τσουχτερό  κρύο  και  παγωνιά, όταν  ξεκίνησαν  για  το  ναό, ξαφνικά  βγήκε  ο  ήλιος, απλώθηκε  ζεστασιά  κι  όλοι  μπόρεσαν  να  τη  συνοδέψουν  με  προσευχές  και  δάκρυα. ΄
 Μόλις  μπήκαν  στο  ναό,  ο  καιρός  έγινε  όπως  πριν.
Δε  μπορούσες  να  το  χαρακτηρίσεις  τυχαίο.
Άλλα  θαύματά  της  αναφέρει  ο  σύγχρονός  της  βιογράφος  Λέων  ο  Γραμματικός  και  μάλιστα  με  πρώτα  όσα  έγιναν  στο  άμεσο  περιβάλλον  του.
Διηγείται  ότι   θαυματουργούσε  η  αγία  σε  ανθρώπους  είτε  τοποθετώντας  πάνω  τους  την  εσάρπα  της  είτε  φορώντας  τό  από  ίασπι  δαχτυλίδι  της  είτε  με  το  να  τους  εμφανίζεται  και  να   ανταποκρίνεται  σ΄ό,τι  της  ζητούσαν.
Η   Θεοφανώ  τι  κι  αν  δεν  την  έριξαν  δήμιοι  στα  θηρία  να  την  κατασπαράξουν. Πέρασε  φρικτό  μαρτύριο,  ψυχικό  και  χρόνιο.
Άντεξε  χάρη  στην  πίστη  της  και  την  αγάπη  της  που  δε  γνώριζε  σύνορα  και  διακρίσεις. 
Αλλά  και  χάρη  στην  υπομονή  της  πέρασε  στην  αιωνιότητα. .
Ας  είναι  παράδειγμα  για  όλους  μας  και  ιδιαίτερα  για  πολλές  και  πολλούς  συζύγους  σήμερα, που  σηκώνουν  το  δικό  τους  προσωπικό  βαρύ  σταυρό,  σαν  το  δικό  της. Και  νομίζουμε  είναι  τόσοι  πολλοί.
Την  αγία  Θεοφανώ  η  Εκκλησία  μας  τη  γιορτάζει  στις  16  Δεκεμβρίου.
Να  έχουμε  την  πρεσβεία  της.
Αμήν
Ζιώγα  Κατερίνα Εκπαιδευτικός
αντιγραφή κειμένου από εδώ
.

Το άφθαρτο λείψανο της αγίας Θεοφανούς στον Πατριαρχικό Ναό

Είναι γνωστό ότι στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι φυλάσσονται άφθρτα τα λείψανα τριών αγίων γυναικών: της Αγίας Σολομονής, της Αγίας Ευφημίας και της Αγίας Θεφανούς της Βασίλισσας.
Η αγία Θεοφανώ είναι η κτιτόρισσα της Βασιλικής Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας στην Χαλκιδική.
Αυτή η σπουδαία Μονή ιδρύθηκε το 888 από την Αυγούστα Θεοφανώ, επί Πατριαρχίας Φωτίου του Μεγάλου. Η Θεοφανώ δώρησε στη Μονή Τίμιο Ξύλο, αλλά και την προίκα της, γι’ αυτό μέχρι σήμερα εκτάσεις της Μονής φέρουν το όνομα “Βασιλικά”.
.
Η Αγία και θαυματουργή Θεοφανώ ήταν σύζυγος του βασιλιά Λέοντα του επονομαζόμενου Σοφού. Παρ’ όλα τα μεγαλεία και τον πλούτο, διατήρησε τη ταπεινοφροσύνη που την χαρακτήριζε ανέκαθεν. Προτιμούσε να είναι απλά ντυμένη και να βρίσκεται δίπλα στους ανθρώπους που την χρειαζόντουσαν. Ήταν τόση η πίστη της, που αξιώθηκε να θαυματουργήσει. Το λειψανό της φυλασόταν στο ναό των Αγίων Αποστόλων, απ’ όπου ο Πατριάρχης Γεννάδιος ο Σχολάριος το μετέφερε στο Πατριαρχείο, όπου βρίσκεται μέχρι και σήμερα. πηγή
.
.
Ας έχουμε την χάρη και την ευλογία της αγίας Θεοφανούς. Αμήν!
επιμέλεια ανάρτησης:Alexia-momyof6