Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Η Αγία Τατιανή με έσωσε από τα πυρά των βομβαρδιστικών



site analysis


Ήταν Αύγουστος του 2006, είχε ήδη περάσει όλο το καλοκαίρι κι εγώ κάλυπτα δημοσιογραφικά τον πόλεμο Λιβάνου-Ισραήλ ακόμη. Σε εκείνον τον πόλεμο άλλαξα εντελώς φιλοσοφία στη ζωή μου. Είχα χάσει τους συνεργάτες μου στον βομβαρδισμό της Τήρου στο Νότιο Λίβανο την ώρα που εγώ είχα βγει από το νοσοκομείο για να φέρω ένα συνάδελφο στο καταφύγιο κι εκείνοι είχαν μείνει μέσα. Είχα γλυτώσει από έναν δεύτερο βομβαρδισμό στο χωριό Κάνα όπου σκοτώθηκαν 54 παιδιά μεσα στο καταφύγιο για το οποίο γεγονός σχεδόν δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη στον αέρα των ειδήσεων αφού ήμουν από τους λίγους δημοσιογράφους στο χωριό που βομβαρδιζόταν ανελέητα (δεν θελω να πω πολλά).


Τώρα προς το τέλος Αυγούστου και αφού ο Νότιος Λίβανος είχε ισοπεδωθεί έπρεπε να φύγω από την πλευρά της Συρίας και να βγω από τη χώρα μέσα στη νύχτα. Σε αυτόν τον πόλεμο είχα έναν καλό άγγελο που την έλεγαν Τατιάνα που με όλη της την οικογένεια με βοήθησαν και με έσωσαν πολλές φορες προσφέροντάς μου ασφαλή μέρη να μένω.
Το βράδυ εκείνο που έφευγα λοιπόν η Τατιάνα με πήρε αγκαλιά και μου έδωσε μια μικρή εικόνα μιας Αγίας που δεν ήξερα. Ήταν ανήσυχη για την έκβαση της εξόδου μου από τη χώρα. «Είναι η Αγία Τατιάνα μου είπε, σε παρακαλώ πάρτην μαζί σου. Θα σε προστατεύει».
Το ίδιο βράδυ λίγο πριν τα μεσάνυχτα περνούσα την κατεστραμμένη περιοχή και τις βομβαρδισμένες γέφυρες με τον λιβανέζο οδηγό που θα με περνούσε στα σύνορα της Συρίας. Είχε μείνει μία και μοναδική γέφυρα που ήταν ακόμη στη θέση της και απο αυτήν επιχειρήσαμε να περάσουμε.


Ξαφνικά πάνω από τα κεφάλια μας λίγο πριν τα σύνορα με τη Συρία άρχισαν τα βομβαρδιστικά να γαζώνουν πίσω μας τη γέφυρα που μόλις περνούσαμε. Έσφιξα την εικόνα στα χέρια μου και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά. Κοίταξα τον οδηγό που είχε πατήσει τέρμα το γκάζι κάνοντας το αυτοκίνητο να μουγκρίζει και κλείνοντας τα μάτια μου προσευχήθηκα ώσπου βρέθηκα πια στο σημείο των Συνόρων με τη Συρία έχοντας ξεπεράσει τον κίνδυνο. Η μοναδική γέφυρα που ένωνε τις δύο χώρες είχε πια ισοπεδωθεί!
Εκεί οι Σύριοι στρατιώτες με ρωτούσαν δίνοντάς μου τσάι μαραμίγιε ποιον άγιο είχα βοηθό……
Γράφω αυτήν την ιστορία γιατί σήμερα* γιορτάζει η Αγία αυτή η οποία μαρτύρησε για την πίστη της και έτσι θέλω να ΕΥΧΗΘΩ χρόνια πολλά και στην μακρινή μου φίλη Τατιάνα που ζει, Δόξα τω Θεώ ασφαλής, ακόμη στο Λίβανο.
*Το κείμενο γράφτηκε στις 12 Ιανουαρίου 2017, ημέρα που εορτάζει η Αγία Τατιανή

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

Οσία Άννα,η κατά σάρκα αδελφή του Αγ.Γεωργίου Καρσλίδου



site analysis


Για τον Άγιο  Γεώργιο Καρσλίδη έχουμε δημοσιεύσει τα εξής


Επανερχόμαστε για μία "λεπτομέρεια" που πρόσφατα μάθαμε και μας εντυπωσίασε.
Ο Όσιος δεν έχει την χρονική...πρωτιά της αγιωσύνης στην οικογενειά του, καθώς στο ορθόδοξο αγιολόγιο είναι ενταγμένη και η αδελφή του!

Πρόκειται για την Οσία Άννα την Παρθένο, η οποία εκοιμήθη το 1910, σε ηλικία 14 ετών. 
Τρία χρόνια μετά την κοίμησή της, ένας Τούρκος που ζούσε στην πόλη (Αργυρούπολη του Πόντου) συνήθιζε να πηγαίνει να κάθεται σε ύψωμα απέναντι από το νεκροταφείο των χριστιανών. Κάποτε άρχισε να βλέπει -κάθε βράδυ- ένα φως να βγαίνει από έναν τάφο. Πήρε λοιπόν μια παρέα μουσουλμάνων και πήγαν εκεί, για να δουν από ποιον τάφο έβγαινε το φως και ανακάλυψαν ότι ήταν το μνήμα της μικρής Άννας. 
Ο ιμάμης της περιοχής ενημέρωσε τον χριστιανό επίσκοπο και  οι χριστιανοί άνοιξαν τον τάφο. 
Τότε είδαν, ότι η καρδιά και το δεξί χέρι της Άννας ήταν άφθαρτα, σκεπασμένα από μια χρυσαφένια σκέπη και τα υπόλοιπα λείψανά της ήταν κίτρινα σαν το κερί. 
Η μικρή Άννα είχε αγιάσει.
 Ο αδελφός της  ζήτησε ένα μέρος των ιερών λειψάνων από τον επίσκοπο, βεβαιώνοντάς τον ότι θα γίνει μοναχός και θα τα κρατήσει ως φυλαχτό σε όλη του τη ζωή και θα τα τιμήσει. Ο δεσπότης τού έδωσε μέρος της καρδιάς και μετά από χρόνια ο μοναχός - πλέον-  Γεώργιος επέστρεψε στην Αργυρούπολη και πήρε και τα υπόλοιπα.
 Σήμερα, τα λείψανα της Αγίας Άννας της Παρθένου φυλάσσονται στη μονή Σίψα, στη Δράμα, σε ένα ασημένιο κιβώτιο μπροστά στην εικόνα της Παναγίας.
Πηγή.ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

Ή Τίμια Ελληνόπουλα. ΩΦΕΛΙΜΕΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ. ΟΣΙΟΥ ΠΑΙΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ.



site analysis










Ή Τίμια Ελληνόπουλα


Συνήθεια είναι εν καιρώ πολέμου να γίνεται καί επιστράτευση, αλλά
καί να αγγαρεύουν κατά κάποιον τρόπο από τά πλησίον χωριά
τούς χωρικούς γιά διάφορες μεταφορές. Είναι δε παρατηρημένο ότι όσοι πιστεύουν πολύ, φυσικά ζούνε καί τίμια, χριστιανικά, καί τό
σώμα τους τό τίμιο προστατεύεται από τά πυρά περισσότερο από
όταν φορούσαν τιμιόξυλο.
Όσοι πιστεύουν λιγότερο, οι κίνδυνοι τού πολέμου τούς αναγκάζουν να γίνουν πιο πιστοί.



Επίσης όσοι πιστεύουν πολύ, έχουν καί πολλή καλοσύνη, δέχονται καί την θεϊκή δύναμη καί θεϊκό θάρρος. Αυτοί ορμάνε επάνω στούς ενόχους, δεν τούς σκοτώνουν, τούς πιάνουν ζωντανούς, αιχμάλωτους.
Βλέπει κανείς ένα μικρό κουταβάκι να ορμάει στο θηρίο τόν λύκο, καί ό ένοχος λύκος να υποχωρεί, πόσο μάλλον στο πλάσμα του, όταν βάρβαροι περνούν τά σύνορα μέ σκοπό να ατιμάσουν καί να ρημάξουν. Ό λιγότερο λοιπόν πιστός έχει καί λιγότερη κακία, καί γιά να προφυλάξει τόν εαυτό του τραυματίζει τόν εχθρό. Ό δε πολύ φοβιτσιάρης έχει καί την περισσότερη κακία, γιατί δεν αρκείται στο να τόν τραυματίσει, άλλά χωρίς καν να εξετάσει τί άνθρωπος είναι: έρχεται να παραδοθεί, είναι συνάδελφός του, είναι χωρικός, αδειάζει όλες τίς σφαίρες του, γιατί τόν εαυτό του μόνο σκέφτεται, μην τυχόν καί τόν πιάσουν.


Αυτοί λοιπόν οι άπιστοι, οι δειλοί, έχουν καί άλλο χειρότερο κακό, πού δεν συγκλονίζονται, δεν πονάνε γιά τούς διπλανούς των πού τραυματίζονται ή σκοτώνονται, άλλά εάν βρουν ευκαιρία καί να αμαρτήσουν ακόμη επιδιώκουν, διότι φοβούνται μήπως σκοτωθούν, καί δεν προλάβουν να γλεντήσουν, ένώ έπρεπε τουλάχιστον εν ώρα κινδύνου να μετανοήσουν. Κάποτε λοιπόν εν καιρώ πολέμου είχαν αγγαρεύει μερικούς χωρικούς μέ τά ζώα τους, όπως ανέφερα πιο πάνω, καί είχαν αποκλεισθεί σ’ ένα ύψωμα από τά χιόνια. Οι μεν άνδρες κάτω από τά χιονισμένα έλατα έκαναν κάτι υπόστεγα μέ κλωνάρια από έλατα, γιά να προφυλαχθούν από τό κρύο. Οι γυναίκες αναγκάστηκαν να προστατευτούν από τούς γνωστούς ανθρώπους συγχωριανούς. 


Μια κοπέλα καί μια γριά ήταν από κάποιο μακρινό χωριό, αναγκάστηκαν καί αυτές να μπουν σ’ ένα από αυτά τά ελάτινα υπόστεγα, άλλά δυστυχώς ένας σάν κι αυτούς πού ανέφερα, πού καί εν καιρώ πολέμου δεν σκέφτονται να μετανοήσουν, άλλά να αμαρτήσουν, την ενοχλούσε άσχημα, πού αναγκάστηκε να φύγη καί προτίμησε να ξυλιάση, καί να πεθάνη ακόμη έξω στά χιόνια παρά να χάση την τιμή της. Βλέποντας ή καημένη ή γριά την κοπέλα πού έφυγε, ακολούθησε καί αύτή τά ίχνη της, καί την βρήκε 30 λεπτά μακριά έξω από ένα μικρό υπόστεγο ενός εξωκκλησιού τού Τιμίου Προδρόμου. Ό Τίμιος Πρόδρομος ενδιαφέρθηκε γιά την τίμια κοπέλα καί την οδήγησε στο εκκλησάκι του, χωρίς καν να τό ήξερε.


 Καί στη συνέχεια τί έκανε ό Τίμιος Πρόδρομος! Παρουσιάσθηκε στον ύπνο σ’ ένα στρατιώτη, καί τού είπε να πάη στο έξωκκλήσι του τό συντομότερο. Σηκώνεται λοιπόν ό στρατιώτης καί ξεκινάει στήν φωτισμένη νύχτα από τά χιόνια καί φθάνει στο εξωκκλήσι, ήξερε περίπου πού είναι. Τί να δη όμως; Μια γριά καί μια κοπέλα καρφωμένες μέσα στο χιόνι μέχρι τά γόνατα μελανιασμένες καί ξυλιασμένες από τό κρύο. Άνοιξε αμέσως τό εκκλησάκι, μπήκαν μέσα καί συνήλθαν κάπως. Δεν είχε τίποτε να τούς προσφέρει ό στρατιώτης παρά τό κασκόλ στη γριά καί από ένα γάντι στήν καθεμιά καί τίς είπε να τ’ αλλάζουν στα χέρια. Τού διηγήθηκαν μετά τόν πειρασμό πού συνάντησαν. «Καλά», της λέει της κοπέλας, «πώς αποφάσισες να φύγεις μέσα στα χιόνια τή νύχτα καί σε άγνωστο μέρος;». 

Απήντησε: «Εγώ μόνο αυτό μπορούσα να κάνω καί πίστευα ότι ό Χριστός θα μέ βοηθήσει από κει καί πέρα». Της λέει μετά ό στρατιώτης: «Τελείωσαν πια τά βάσανά σας, τό βράδυ θα είσθε στα σπίτια σας. Ξεκίνησαν τά ΛΟΜ. Ανοίγεται ό δρόμος καί τό πρωί θα είναι τά στρατιωτικά μεταγωγικά έδώ καί σεις θα πάτε στα σπίτια σας» όπως καί έγινε. Μέ τά λόγια αυτά χάρηκαν πολύ καί ζεστάθηκαν περισσότερο.


Τέτοιες Ελληνοπούλες πρέπει να θαυμάζονται καί να επαινούνται πού είναι ντυμένες καί μέ Θεία χάρη καί όχι οι απογυμνωμένες καί από Θεία χάρη.
* Είναι γνωστό ότι ό στρατιώτης αυτός ήταν ό Άγιος Παΐσιος, όταν υπηρετούσε τή θητεία του.
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΑ Η ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ.



site analysis







Η ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΑ Η ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ.

Μεγάλο εφόδιο ή υπομονή, παιδιά μου, σπουδαία αρετή! Ήταν πριν από είκοσι-είκοσιπέντε χρόνια σε μία πόλη, εδώ στα βόρεια, ένα ανδρόγυνο νέων Μουσουλμάνων. Ό άντρας κάποια στιγμή έδωσε όΚύριε να φωτιστή καί να γίνει Χριστιανός.

Ή γυναίκα του απελπίστηκε... Πήγε στον Ιερέα του καί ρώταγε να δη τί θα κάνη. Καί εκείνος της είπε•
-Θα σταματήσεις να του φτιάχνεις φαγητό- καί κάθε βράδυ, την ώρα πού θα τον βλέπεις να προσεύχεται, θα πηγαίνεις να γεμίζεις έναν κουβά με κρύο νερό καί θα τον πετάς πάνω του!
Έτσι καί έκανε. Δεν ξαναμαγείρεψε ποτέ για τον άντρα της, καί κάθε βράδυ τον έκανε μούσκεμα μέ τόν κουβά, την ώρα πού τόν έβλεπε να γονατίζει.

Εκείνος ατάραχος! Δεν την μίλησε ποτέ, δεν της παραπονέθηκε καθόλου! Ούτε έφυγε άπ’ το σπίτι! Συνέχιζε να προσεύχεται- καί μόλις τελείωνε, πήγαινε καί έβγαζε τα μουσκεμένα του ρούχα καί φόραγε αμίλητος τά στεγνά πού είχε έτοιμα ήδη!
Ξέρετε πόσο κράτησε αυτό τό μαρτύριό του; Δύο χρόνια ολάκερα!

Καί ένα βράδυ, την ώρα της προσευχής, πάει ή γυναίκα του καί γονατίζει κλαίγοντας δίπλα του καί τού λέει-


-Θέλω καί εγώ να γίνω Χριστιανή. Ότι καί να ’ναι αυτό πού πιστεύεις, γιά να σου δίνη τόση υπομονή καί τόση Αγάπη, θέλω να τό ασπαστώ καί εγώ!
Καί έγινε καί εκείνη Χριστιανή καί έπειτα κάνανε καί 3 αγόρια. Τό πρώτο μάλιστα τό είπανε Αρσένιο, αφού τό βάφτισε ό Γέροντας Παΐσιος. Καί έρχονταν ό πατέρας μαζί μέ τούς γιούς στην Παναγούδα πού ακόμα ήτανε ό Άγιος, καί θαύμαζε ό Παππούς την αγνότητα των παιδιών. Κάποτε πού είχαν έρθει τούς λέει-
-Πάρτε λουκουμάκι, ευλογημένα!
Καί τού άπαντά τό μεγάλο παιδί-

- Πρώτα προσκύνημα καί ύστερα λουκούμι, Γέροντα! Κανένας δεν μου είχε απαντήσει έτσι! έλεγε ύστερα ό 'Άγιος!
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Ἡ κυρά Βασιλική... (Διδακτική ιστορία)



site analysis




Στο Μεσολόγγι ζούσε μία ευλαβέστατη γυναίκα, ονόματι Βασιλική (Κούλα την φώναζαν), παντρεμένη με τον Δημήτριο, ψαρά στο επάγγελμα. Ήταν και οι δυο πολύ πιστοί και πολύ απλοί άνθρωποι. Όταν η Βασιλική ήταν νέα, την ήμερα των Θεοφανείων «είδε τους; ουρανούς ανεωγμένους» και τούς Αγγέλους τού Θεού να ψάλλουν. Γι’ αυτό έλεγε: «Αυτή την ήμερα μη φεύγεις από την εκκλησία, έστω και αν καίγεται το σπίτι σου, γιατί ανοίγουν οι ουρανοί».
 
Το σπίτι πού κατοικούσαν ήταν Ισόγειο και για πάτωμα είχε τσιμέντο, Όταν έβρεχε γέμιζε νερό πού έφθανε τα είκοσι εκατοστά. Είχαν τοποθετήσει πέτρες για να πατάνε και με ένα “γκιούμι” άδειαζαν το νερό. Το χειμώνα δεν έστρωναν κουρελούδες για να έχουν λίγη ζέστη, γιατί μούσκευαν από τα νερά.Αλλά μέσα σ’ αυτό το παγωμένο σπίτι η καρδιά τους χτυπούσε πολύ ζεστά για τον Χριστό και τα πρόσωπα τους ήταν πάντα χαρούμενα και ειρηνικά. Η θεία Χάρι τούς φύλαγε και δεν αρρώσταιναν.


Είχαν στο σπίτι τους μία εικόνα της Παναγίας θαυματουργή, μπρος στην οποία άναβαν ακοίμητο καντήλι και εκεί έκαναν τις προσευχές και τις μετάνοιες τους. Στην Εκκλησία πήγαιναν πάντα Κυριακές και εορτές.
 
Όταν εκοιμήθη ό Δημήτριος, η σύζυγος του Βασιλική άρχιζε να μοιράζει τα υπάρχοντά της. Κράτησε μόνο τα απολύτως απαραίτητα και τα υπόλοιπα τα έδωσε ελεημοσύνη. Άδειασε το σπίτι της. Γύριζε με το Ευαγγέλιο στη μασχάλη και το διάβαζε ευκαίρως – ακαίρως με πολλή ευλάβεια. Από την σύνταξη της κρατούσε ένα μικρό μέρος για τις ανάγκες της και τα υπόλοιπα τα μοίραζε στους φτωχούς. Την ρωτούσε ο γιός της τί τα κάνει τα χρήματα, και αυτή απαντούσε: «Τα ξόδεψα, παιδί μου».
 
Μία Κυριακή πήγε κατά τη συνήθεια της στην Εκκλησία και κοινώνησε. Όταν επέστρεψε και έφθασε έξω από το σπίτι της κατάλαβε ότι έφθασε το τέλος της. Εκεί μπροστά στην πόρτα του σπιτιού γονάτισε, έκανε τον σταυρό της και φώναξε τη νύφη της πού έμενε δίπλα, λέγοντας της ότι πεθαίνει. Και έτσι γονατιστή και σταυροκοπημένη παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο τον όποιον τόσο αγάπησε εκ νεότητας της και τήρησε πιστά τις εντολές Του.’ Εκοιμήθη περίπου το έτος 1970.
 
Όταν έγινε γνωστή η κοίμηση της γέμισε το σπίτι της φτωχούς ανθρώπους. Ό ένας έλεγε «έμενα μού έδωσε κουβέρτα, Θεός σχωρέσ’ την», ό άλλος έλεγε «μού έδωσε πιάτα», ό άλλος «ποτήρια», ό άλλος «χρήματα». Έτσι αποκαλύφθηκε μετά την κοίμηση της πού πήγαιναν τα πράγματα και τα χρήματα της.
Όσο ζούσε την επισκεπτόταν ή αδελφή της Γεωργία με τον εγγονό της. Ή συμβουλή της ήταν: «Να διαβάζεις, παιδί μου, Ευαγγέλιο. Αυτό είναι το καλό το βιβλίο»

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017

Ο Βίος της Αγίας Τατιανής - 12 Ιανουαρίου



site analysis



Η Αγία Μάρτυς Τατιανή καταγόταν από τη Ρώμη και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου του Σεβήρου (222 - 235 μ.Χ.). Ο πατέρας της είχε διατελέσει ύπατος.
Η Αγία Τατιανή είχε το εκκλησιαστικό αξίωμα της διακόνισσας και στην υμνολογία παρίσταται ως μαθήτρια των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Η επισημότητα της καταγωγής της και ο ένθεος ζήλος με τον οποίο εκτελούσε τα διακονικά της καθήκοντα, έδωσαν στην Τατιανή περιφανή θέση μεταξύ των Χριστιανών.
Και οι Εθνικοί όμως είχαν ακούσει περί αυτής και δεν μπορούσαν να δεχθούν το γεγονός ότι μια τέτοια γυναίκα καταφρονούσε τις κοσμικές βλέψεις και περιφρονούσε τα είδωλα, για να υπηρετεί με τόση αυταπάρνηση τους Χριστιανούς και να κηρύττει το Ευαγγέλιο του Κυρίου.
Όταν, επί Σεβήρου, διατάχθηκε δίωξη των Χριστιανών, η Τατιανή συνελήφθη και επειδή διεκήρυττε την πίστη της στον Χριστό, την οδήγησαν μπροστά στο βασιλέα και μαζί με αυτόν εισήλθε σε ένα ειδωλολατρικό ναό.
Εκεί όμως η Αγία, με μια θερμή προσευχή στο Χριστό, συντάραξε τα ξόανα (τα ξύλινα αγάλματα) των θεοτήτων της ειδωλολατρίας και τα γκρέμισε στο δάπεδο. Για τον λόγο αυτό την υπέβαλαν σε βασανιστήρια.
Την κτύπησαν και με σιδερένια νύχια της ξέσκισαν τα βλέφαρα. Έπειτα την κρέμασαν και της ξύρισαν το κεφάλι. Ακολούθως την έριξαν πάνω σε φωτιά, αλλά δεν έπαθε τίποτα.
Κατόπιν την έριξαν σε πεινασμένα άγρια θηρία, αλλά αυτά δεν τόλμησαν να την βλάψουν. Ύστερα από όλα αυτά, οι ειδωλολάτρες, έκοψαν την Τίμια κεφαλή και κατ’ αυτόν τον τρόπο η Αγία εισήλθε με το στέφανο της δόξας στη χαρά του Κυρίου της.
Στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!
Απολυτίκιο:
Ήχος δ'. "Ταχύ προκατάλαβε"
Ισχύι της πίστεως, κραταιωθείσα σεμνή, νομίμως ενήθλησας, υπέρ Χριστού του Θεού, Τατιανή ένδοξε πάσας γαρ τας ιδέας, των δεινών ενεγκούσα, ήσχυνας τον Βελίαρ, τη ατρέπτω σου στάσει εξ ου της κακοτροπίας πάντας απάλλαξαν.

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2017

Παρθένα, η νεομάρτυς της Εδέσσης (Δεκ. 1375)



site analysis



%ce%b1%ce%b3%ce%af%ce%b1-%ce%bd%ce%b5%ce%bf%ce%bc%ce%ac%cf%81%cf%84%cf%85%cf%82-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b8%ce%ad%ce%bd%ce%b1%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%ad%ce%b4%ce%b5%cf%83%cf%83%ce%b1%cf%82
Οταν το Βυζάντιο ψυχορραγούσε, οί Τούρκοι γιά οκτώ μήνες πολιόρκησαν τήν Έδεσσα κι ενώ άποκαρδιωμένοι ετοιμάζονταν νά αποχωρή­σουν, ό πρόκριτος Κέλλ Πέ­τρος, κασσιδιάρης Πέτρος, πληρωμένος αδρά, τους άνοιξε τήν πύλη πού είχε αναλάβει νά υπερασπιστεί κι έτσι τόν Δε­κέμβριο του 1375 κατέλαβαν τήν πόλη.
Ο προδότης   αφού  άλλαξοπίστησε,   θέλησε   νά   προσφέρει δώρο    στον    πορθητή στρατηγό καί τή  σεμνή πανέμορφη κόρη του Παρθένα, «τό πανευώδες τής παρθενίας άλάβαστρον» κατά τόν Συναξαριστή. πού όμως περήφανα αντέδρασε δηλώντας πώς προτίμα να πεθάνει χριστιανή, παρά νά ζήσει ατιμασμένη καί άρνησίθρησκη.  
Όργισμένος   τότε ό Κελλ Πέτρος, άφού τήν ξυλο­κόπησε,    τήν     παρέδωσε    σέ Τούρκους δήμιους, πού τή σύρανε θεόγυμνη  στους παγωμένους δρὀμους και έπειτα την έθαψαν ζωντανή στον λόφο Κις Τεπέ-λόφος Παρθένας , στα ΝΔ της Έδεσσας.
Η εκκλησία γιορτάζει την μνήμη της στις 9 Ιανουαρίου
““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““


Συναξριον.
Τῇ θ’ τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τῆς ἁγίας ἐνδόξου καὶ καλλινίκου Παρθενομάρτυρος τοῦ Χριστοῦ Παρθένας τῆς ᾽Εδεσσαίας, ἀθλησάσης, ἐν ᾽Εδέσση κατὰ τὸ ἔτος 1375.
Στίχ.Πατρός σου μὴ πτήξασα θηριωδίαν
Χριστοῦ χάριν ἤθλησας στερρῶς Παρθένα
᾽Ενάτῃ μόρον Παρθένα ταληνεγῆ εὐτόλμως φέρει.
Αὕτη ἡ ῾Αγία καὶ πολύαθλος Παρθενομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Παρθένα, ἡ τῆς παρθενίας ἐπώνυμος, κατάγεται ἐκ τῆς πόλεως ᾽Εδέσσης, τῆς οὔσης ἐν τῇ ῾Ελληνικῇ Μακεδονίᾳ, γεννηθεῖσα κατὰ τὸν δέκατον τέταρτον αἰῶνα. Κατὰ τὸ παρθενικόν της ὄνομα εἶχε καὶ τὴν ζωήν, πολιτευομένη σεμνῶς, ὡς καλλιπάρθενος κόρη, καὶ κοσμουμένη ἐν χρηστότητι χρυσέων ἠθῶν καὶ ἁγίων, καὶ ἀμέμπτοις τρόποις, καὶ καθαρότητι χριστιανικῆς ἀγωγῆς, καὶ τοῖς λοιποῖς προτερήμασι τῆς ᾽Ορθοδόξου καὶ ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως. Κατὰ τὸ ἔτος 1375 ἐπολιορκήθη ἡ πατρὶς αὐτῆς ῎Εδεσσα ὑπὸ τῶν Μωαμεθανῶν Τούρκων, οἱ δὲ κάτοικοι ἀντέταξαν κρατερὰν ἄμυναν, ἐνισχυόμενοι καὶ ἐνθαρρυνόμενοι πρὸς τοῦτο ὑπὸ τοῦ ἱερομονάχου Σεραφείμ, ἐφημερίου ὄντος τοῦ μέχρι νῦν σῳζομένου Μητροπολιτικοῦ ναοῦ,τιμωμένου ἐπ’ ὀνόματι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. ᾽Επὶ ὀκτὼ καί πλέον μῆνας διήρκει ἡ σθεναρὰ ἅμυνα καὶ ἀντίστασις τῆς πόλεως. Ὁ ἐχθρός, ὅστις ἦτο ἄριστα ἐφωδιασμένος καὶ πολυάριθμος, ἀπέκαμε, καί, ὡς φαίνεται, ἡτοιμάζετο νὰ λύση τὴν πολιορκίαν τῆς πόλεως.
᾽Αλλὰ κατὰ τὴν τελευταίαν στιγμήν, εἷς ἐκ τῶν προκρίτων τῆς πόλεως, Πέτρος ὀνομαζόμενος, ὅστις εἶναι ὁ πατὴρ τῆς καλλιπαρθένου Παρθένας, (Κὲλλ Πέτρον, ἤτοι Κασιδιάρην Πέτρον διέσωσε τὸ ὄνομά του ἡ παράδοσις), πληρωθεὶς πλουσίως ὑπὸ τοῦ πολιορκητοῦ Πασᾶ τῶν Τούρκων, προέδωκε τὴν πόλιν εἰς χεῖρας αὐτῶν, ἐκ τοῦ νοτιοανατολικοῦ μέρους, ἔνθα αὐτὸς ἐφρούρει, καὶ ὅπου ἐκυριάρχει μία ἐκ τῶν κυριωτέρων ἐπάλξεων τῆς πόλεως. Σήμερον τὸ σημεῖον ἐκεῖνο εἶναι περίπου τὸ σημερινὸν Κιουπρί, κάτωθι τοῦ ὁποίου ρέει ὁ ποταμός, ὁ προερχόμενος ἐκ τῆς ῎Αγρας, καὶ διακλαδιζόμενος ἐντὸς τῆς πόλεως κινεῖ τὰ ἐργοστάσια, καὶ σχηματίζει τοὺς περιφήμους καταρράκτας τῆς ᾽Εδέσσης, καὶ διαχυνόμενος κάτωθι αὐτῆς ποτίζει τοὺς κήπους καὶ τὰὀπωροφόρα δένδρα αὐτῆς, τοῦ Ριζαρίου, τοῦ Μαυροβουνίου καὶ τῆς Σκύδρας.
Οἱ Τοῦρκοι τὴν 26ην Δεκεμβρίου τοῦ 1375 εἰσῆλθον εἰς τὴν πόλιν, καὶ ἐπεδόθησαν εἰς τὴν σφαγὴν καὶ τὸν ἐξανδραποδισμὸν τῶν κατοίκων, καὶ τὴν ποικίλην διαρπαγὴν καὶ τὰς ἀτιμώσεις. Συνέλαβον τὸν ἱερομόναχον Σεραφείμ, καὶ καθυπέβαλον αὐτὸν εἰς φρικώδη βασανιστήρια, πειρώμενοι νὰ πείσουν τοῦτον ἵνα ἀπαρνηθῇ τὸν Χριστόν. Ἀλλ’ ὁ λειτουργὸς τοῦ ῾Υψίστου, πλήρης θάρρους, καθυπέστη τὴν ἐπιφορὰν τῶν δεινῶν, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ὁμολογῶν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα τῆς Πατρίδος διακηρύττων. Μετὰ σκληρὰ βασανιστήρια, διαρκέσαντα ἐπὶ ὀκταήμερον, ἤχθη ἐνώπιον τοῦ Πασᾶ, παρ’ οὗ κατεδικάσθη,νὰ πνιγῇ, ριπτόμενος εἰς τὸν μέγαν καταρράκτην, ὕψους τεσσαράκοντα περίπου μέτρων, ὅπερ καὶ ἐγένετο. Καί οὕτως, ὁ καλὸς οὗτος λειτουργὸς τοῦ ῾Υψίστου καὶ ὑπέροχος πρόμαχος τῆς Πατρίδος, ἔλαβε τὸν στέφανον τοῦ διπλοῦ μαρτυρίου. ῎Αχρι δὲ νῦν οἱ αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς πόλεως, τὸν μέγαν καταρράκτην γνωρίζουν ὑπὸ τὸ ὄνομα «ἰτσερὶ Πασᾶ» ἤτοι «νερὰ τοῦ Πασᾶ».
῾0 δὲ κακουργήσας προδότης Πέτρος, (ὁ Κὲλλ ἤτοι Κασιδιάρης, Πέτρος), μετὰ τὸν φρικώδη προδοσίαν του καὶ τὴν ἅλωσιν τῆς πόλεως, ἐξώμοσε τὴν ἁγίαν ἡμῶν πίστιν, καὶ ἠρνήθη ὁ ἄθλιος τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καὶ γενόμενος Μουσουλμᾶνος, περιετμήθη, καὶ οὕτως ἀπέβη υἱὸς ὀργῆς, καὶ αἰωνίου κατάρας καὶ ἀτελευτήτου κολάσεως.
᾽Αλλ’ ὁ ἐξομόσας ἄθλιος προδότης καὶ πατήρ, ἠβουλήθη νὰ παραδώσῃ ὡς παλλακίδα εἰς τὸν Πασᾶν τὴν περικαλλεστάτην καὶ σεμνοτάτην κόρην αὐτοῦ Παρθέναν, τὸ πανευῶδες τῆς παρθενίας ἀλάβαστρον, ἀφοῦ προηγουμένως πείσῃ αὐτὴν καὶ ἀπαρνηθῇ τὸν Σωτῆρα ἡμῶν Χριστόν. ῎Εφριξεν εἰς τὸ ἄκουσμα τῶν λόγων τούτων ἡ καλλιπάρθενος κόρη Παρθένα, ἡ καὶ πρᾶγμα καὶ ὂνομα παρθένος, καὶ ὡς ἄλλη ῾Αγία Βαρβάρα ἤλεγξεν εὐθαρσῶς τὸν ἄθλιον τοῦτον πατέρα, τόσον διὰ τὴν ἐξώμοσιν τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως, ὅσον καὶ διὰ τὴν πρωτοφανῆ αὐτοῦ ἀσέβειαν καὶ πώρωσιν, καὶ μετὰ φρονήματος ἀκαταπλήκτου, καὶ ψυχῆς στερροτάτης ὡμολόγησεν ἑαυτὴν Χριστιανήν, καὶ ὅτι οὐδέποτε θὰ ἀρνηθῇ τὸ γλυκύτατον ὄνομα τοῦ οὐρανίου νυμφίου αὐτῆς Χριστοῦ, κἂν μύρια καὶ φρικώδη ὑποστῇ μαρτύρια, καὶ τὸν θάνατον ἀκόμη.
᾽Αλλ’ οὗτος ὁ δυσσεβής, ἀντὶ νὰ συντριβῇ καὶ μετανοήσῃ ἐκ τῆς ἀτρέπτου ταύτης στάσεως καὶ τῶν λόγων τῆς ἁγίας κόρης του, ἐξεμάνη καὶ ἀπεθηριώθη. Καὶ ἀλογήσας φυσικοῦ νόμου καὶ πατρικοῦ φίλτρου, ἔδειρεν ἀπανθρώπως τὴν θεόφρονα κόρην, μέχρις αἴματος καὶ ἀναισθησίας, ἐπικαλουμένην νοερῶς τὸ σωτήριον ὄνομα τοῦ νυμφίου αὐτῆς Χριστοῦ. Εἶτα ἐξεγύμνωσεν αὐτὴν καὶ ἡμιθανῆ παρέδωκεν εἰς χεῖρας τῶν βαρβάρων Τούρκων στρατιωτῶν. Οὗτοι ἐπὶ τριήμερον καθυπέβαλον αὐτήν, ἐν τῇ διακρινούσῃ αὐτοὺς ἀπηνείᾳ καὶ ἰταμότητι, εἰς φρικτὰς καὶ σκληροτάτας βασάνους καὶ  στρεβλώσεις, αἴτινες οὐδόλως ἐκλόνησαν τὸ ἀήττητον φρόνημα τῆς μακαρίας Παρθένας, ἀλλ’ ἔδειξαν αὐτὴν στερροτέραν ἀδάμαντος, ἐν τῇ δυνάμει τῆς πρὸς Χριστὸν πίστεως.
Μετὰ πολλὰς βασάνους καὶ τιμωρίας, ἔσυραν αὐτὴν γυμνὴν καὶ ριγῶσαν, ἐν μηνὶ Δεκεμβρίῳ τελευτῶντι, εἰς τοὺς πλήρεις χιόνων δρόμους τῆς ᾽Εδέσσης, καὶ τέλος ὡδήγησαν τὴν ἁγίαν παρθένον Παρθέναν εἰς τὸν νοτιοδυτικόν, ὑπεράνω τῆς ᾽Εδέσσης, λόφον, ὅπου σήμερον οἱ στρατῶνες, καὶ, ἐκεῖ, θάψαντες ζῶσαν ἀκόμη, ἐθανάτωσαν αὐτήν. ῾0 λόφος οὗτος μέχρι σήμερον φέρει τὴν ὀνομασίαν «Κίς-Τεπέ», ἤτοι «λόφος τῆς Παρθένας».
Καὶ, οὕτως ἐτελειώθη ἡ καλλιμάρτυς αὕτη παρθένος Παρθένα, ἡ ὁλοψύχως ἀγαπήσασα τὸν Χριστόν, ᾯ καὶ νοητῶς ἐνυμφεύθη, ὑπὲρ τοῦ ῾Οποίου ὑπερφυῶς ἠγωνίσθη, καὶ μαρτυρικῶς ἠνδραγάθησεν ἐν ἁπαλῷ γυναικείῳ σώματι. ᾽Εμιμήθη τὴν ἀνδρείαν τῶν πάλαι ῾Αγίων Μαρτύρων, καὶ ἀνεκεφαλαίωσεν αὐτῶν τοὺς ἀγῶνας, διὰ τοῦτο συνηριθμήθη καὶ ἐπαξίως ἐδοξάσθη μετὰ τῶν ῾Αγίων Παρθενομαρτύρων, λαβοῦσα πᾳρὰ Χριστοῦ τὸν ἀμαράντινον τῆς δόξης στέφανον.
Καὶ ἤδη «ἐν τῷ φωτὶ Κυρίου», «ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ῾Αγίων» ἀγαλλομένη πρεσβεύει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν, τῆς ἰδιαιτέρας αὐτῆς πατρίδος ᾽Εδέσσης, καὶ ὑπὲρ πάσης τῆς ῾Ελλάδος.
Ἔκτοτε μετὰ τὸ μαρτυρικὸν αὐτῆς, τέλος, ὁ εὐσεβὴς λαὸς τῆς ᾽Εδέσσης τιμᾷ αὐτὴν ὡς μάρτυρα καὶ ἁγίαν, καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς δίδει, κατὰ τὸ θεῖον βάπτισμα, εἰς πλείστας ὅσας κόρας τῆς πόλεως καὶ τῶν περιχώρων. Δυστυχῶς, ὅταν ἐπὶ ἀνταρτοπολέμου ὁ Συνταγματάρχης Λίβας ἀφῄρεσεν ὅλους τοὺς λίθους ἐκ τῶν παλαιῶν φρουρίων καὶ τῶν ἐρειπίων τῆς ᾽Εδέσσης, μηδένα ἐρωτῶν, καὶ οὐδενὸς τὴν γνώμην λαμβάνων ὑπ’ ὄψιν, ἀφῄρεσε καὶ ἐκ τοῦ τόπου τοῦ μαρτυρίου τῆς ῾Αγίας Παρθένας, πᾶν ὅ,τι ἐδείκνυε τὸν τόπον τοῦτον, ὡς μὴ γνωρίζων τι, περὶ τοῦ μαρτυρίου τῆς κόρης, ἀλλὰ καὶ οὐδεὶς ἐφρόντισε νὰ διαφωτίσῃ αὐτὸν ὡς ἔδει, καὶ ἔκτισε τὴν μάνδραν τῶν στρατώνων, καὶ οὕτως ἐξηφανίσθη ὁ τάφος τῆς ἁγίας καὶ καλλινίκου Παρθενομάρτυρος.
Ταῖς αὐτῆς πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. ᾽Αμήν.
.
πηγές:
  1.  Ά. Άνεστοπούλου «Μακεδόνικος Άγων 1903-1908» Θεσ/νίκη  1965, τόμ. Α’, σελ. 378-318.
  2. «Μακεδόνικη Ζωή» τεύχ. 119, Γ. Γκίκα: «Παρθένα, ή νεομάρτυς τής Έδεσσας»:ιστο
  3. μέσω του βιβλίου της Αθηνάς Τζινίκου-Κακούλη:Η Μακεδόνισσα στο θρύλο και στην ιστορία (βιλιοπαρουσίαση ΕΔΩ)
  4.  Ακολουθία της αγίας νεομάρτυρος Παρθένας

εικόνα: η νεομάρτυς Παρθένα (τοιχογραφία του 1741) (από το βιβλίο 3)
.
επιμέλεια ανάρτησης και αντιγραφή κειμένου: ιστολόγιο Ἁντέχουμε…