Δευτέρα 18 Μαρτίου 2019

Μια ασθενής γιαγιά στην Παναγία στην Τήνο...



site analysis
Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα και άτομα κάθονται 


Μια ασθενής γιαγιά, πήγαινε στην Παναγία στην Τήνο κάθε χρόνο. Πολλοί που την έβλεπαν στην Τήνο, μια μέρα την πλησίασαν και την ρώτησαν:
- Γιαγιά σε βλέπουμε τόσα χρόνια να είσαι ασθενής και να έρχεσαι εδώ στην Παναγία. Εδώ όλοι της ζητούν, να τους κάνει καλά. Μπορείς να μας πεις, τι της λες, της Παναγίας;
Και η γιαγιά τους είπε:
- Δεν της ζητάω τίποτα! Απλά την ευχαριστώ που είμαι ασθενής. Την ευχαριστώ, που δεν έχω γογγύσει για την ασθένειά μου. Την ευχαριστώ, που δεν έχω χάσει το μυαλό μου από την ασθένειά μου. Την προσκυνώ και φεύγω...
Μεγάλο πράγμα αυτό!!!

 Να έχεις ανάγκη και να μην ζητάς απολύτως τίποτα! Σημαίνει πως είσαι υπεράνω όλων αυτών των πραγμάτων και το μόνο που ζητάς είναι, να γίνει το θέλημα του Κυρίου...
 
Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Σαρακοστή και οικογένεια - Ή: γιατί μια μητέρα ούρλιαζε στο τηλέφωνο!...






Αρχές Μάρτη, Δευτέρα πρωί, νέες γυναίκες στο γραφείο με την άνοιξη να ελλοχεύει στην ενδυμασία και τον άνευ ορατού λόγου ξεσηκωμό να δημιουργεί μια μικρή αναστάτωση, ανησυχία και ....ορμονική διαταραχή περιβάλλοντος!

Βλέπεις δεν είχαν προλάβει, στον καιρό τους, να βάλουν φιόγκους, να μαζέψουν το μέλι των φιλιών, να αγαπήσουν εδραιώνοντας το αληθινό και τώρα ψάχνουν (κάθε που σκάει μύτη η Άνοιξη) σε λάθος τόπο, λάθος χρόνο και λάθος προσδοκίες την "δικαίωση" -πάντα "αδικημένες" και διαρκώς φωνασκούσες-.
Στις μαζεμένες φωνές ξεχώρισε η δική της, αγανακτισμένη και τσιριχτή "πας καλά που θα κάνεις νηστεία 40 μέρες; ". 
Συνήθως δεν δίνω σημασία στις φωνές αλλά τώρα ήταν το θέμα που μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Η γυναίκα μιλούσε τηλεφωνικά στην 15χρονη κόρη της η οποία -προφανώς- της ανακοίνωσε την απόφαση την δική της και όπως έμαθα μετά και της 13χρονης αδελφής της να νηστέψουν.


Αργότερα όταν είπα στην μητέρα (η οποία είναι φίλη) πως δεν είναι κακό αυτό και αδίκως εξερράγη, μου μίλησε για την...εξάντληση που μπορεί να νιώσουν τα παιδιά. Αντέτεινα πως αν δεν συντρέχουν ιατρικοί λόγοι ας μην σταματήσει την προσπάθειά τους να αγωνιστούν και άρχισε να μου λέει ότι δεν έχει τον χρόνο να τους μαγειρεύει νηστίσιμα, πως αυτά είναι για μητέρες που δεν εργάζονται  κ.τ.λ.

Της απάντησα ότι μία από τις κολλητές μου φίλες έχει τέσσερα παιδιά στην εφηβεία, είναι εργαζόμενη και νηστεύουν οικογενειακώς.
Η κουβέντα σταμάτησε εκεί, η κοπέλα φάνηκε να είναι δυσαρεστημένη αλλά δεν μπορούσα να μην μιλήσω καθώς ποτέ δεν την άκουσα να κραυγάζει όταν τα κορίτσια της έρχονταν στο γραφείο τόσο "μοντέρνα" ντυμένα που έμοιαζαν... γυμνούλικα και με νύχια βαμμένα, μαθήτριες ούσες. Οπωσδήποτε γνωρίζω ότι οι εποχές άλλαξαν (ζω στο κέντρο της πόλης και όχι απομονωμένη στα βουνά) αλλά ποιός είπε ότι απαγορεύεται να αρθρώνουμε λόγο εμείς που ζήσαμε και σε πιο αξιοπρεπείς καιρούς;

Η ελευθερία δεν είναι μόνο για όσους ακολουθούν τον ρουν των ημερών αλλά και για όσους δεν παραβλέπουν τον ρουν της ιστορίας όπου υπάρχει σαφής διαχωρισμός ελευθερίας και ελευθεριότητος. 
Η δυνατότητα επιλογής είναι για όλους και -κατά την ταπεινή μου γνώμη- και αν εμείς σιωπήσουμε "οι λίθοι κεκράξονται". Αλλά όταν θα φτάσουν να... φωνάξουν οι πέτρες θα είναι πλέον τραγικά αργά για μας.
Δεν έχει τόση σημασία αν θα μας ακούσουν. Το σημαντικό είναι να υπάρχει κάπου ο ήχος της αντίδρασής μας καθώς ποτέ δεν ξέρεις ποιός θα την χρειασθεί ως στήριγμα, υπόμνηση ή αρχή αποδόμησης ενός υποτιθέμενου προοδευτισμού.
Άλλωστε οι επαναστάσεις ποτέ δεν ξεκίνησαν από τους συμπλέοντες με το ρεύμα αλλά από κείνους που δεν δίστασαν να πάνε κόντρα σ' αυτό, με όποιο τίμημα!
ΠΗΓΗ.ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2019

Η "προχωρημένη" γιαγιά. - π. Αδαμάντιος Αυγουστίδης



site analysis

Η "προχωρημένη" γιαγιά. - π. Αδαμάντιος Αυγουστίδης


π. Αδαμάντιος Αυγουστίδης

«Στις εφηβικές μου αναμνήσεις συνυπάρχουν τα πάρτι, η ρόκ μουσική και η γιαγιά μου. Για εκείνην, η ρόκ μουσική δεν ήταν παρά ένας κακότεχνος θόρυβος. Πάντως σεβόταν περισσότερο την νεανική μας σύγχυση, από όσο εμείς την νηφάλια σοφία της. Ήξερε που πηγαίναμε, αλλά ποτέ δεν έμπαινε στον πειρασμό να αντιπαρατεθεί προς ό,τι θεωρούσε φυσικό για την ηλικία μας. 
Σηκωνόταν, μας φιλούσε, ευχόταν να περάσουμε καλά, κι ύστερα προσέθετε να έχουμε τον Χριστό στην καρδιά μας εκεί που θα είμαστε, και ας κάνουμε ό,τι θέλουμε.
Μετά μας σταύρωνε, ευχόταν να είναι η Παναγιά μαζί μας, και συμπλήρωνε διστακτικά, σαν να μην ήταν σίγουρη αν έπρεπε όχι να το ξεστομίσει, να μην αργήσουμε, γιατί θα προσευχόταν για μας όσο λείπαμε και δεν άντεχε να ξενυχτάει… Τελειόφοιτος της Ιατρικής, αφελώς πεπεισμένος για την παντοδυναμία της επιστήμης, βρέθηκα στην Μονή Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ.
Έμεινα μόνο λίγες μέρες στο μοναστήρι αλλά η ανακάλυψη υπήρξε συγκλονιστική. Οι μοναχοί ζούσαν με τον τρόπο της γιαγιάς μου. Αναγνωριστικά σημάδια:
το κομποσχοίνι, το ανεπιτήδευτο χαμόγελο και η άνευ όρων αποδοχή του άλλου. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα πήγα να δω τη γιαγιά. Μισοαστεία-μισοσοβαρά της είπα κάποια στιγμή: «Τόσα κομποσχοίνια έχεις, δεν θα μου δώσεις κι εμένα ένα;» Σοβάρεψε απότομα. Σχεδόν βούρκωσε. Πήγε και μου έφερε ένα κομποσχοίνι μεταξωτό και είπε:
«Πάρτο. Είναι το δικό σου. Στο φυλάω τρία χρόνια και περίμενα πότε θα μου το ζητήσεις». Η γιαγιά μου περίμενε να γυρίσω· από τα πάρτι, από τήν Αγγλία, από τον λανθασμένο δρόμο. Εγώ, και όσοι άλλοι συμπεριλαμβάνονταν στην προσευχή της… Λίγους μήνες, πριν την αναχώρηση από τα επίγεια, με είχε πάρει ιδιαιτέρως και με αιφνιδίασε πάλι. Σε ένα χαρτοκιβώτιο είχε μαζέψει μια σειρά με όλα τα λειτουργικά βιβλία. Με την ίδια απλότητα, που μου έδωσε το «δικό μου» κομποσχοίνι, μου άφησε ρητή εντολή:
«Αν κάποιος από σας γίνει ιερέας, θα τα κρατήσει αυτός. Αν όχι, θα βρεις κάποιο φτωχό ναό και θα τα δώσεις εκεί»… Στην κηδεία της πολλοί άγνωστοι εμφανίστηκαν και μιλούσαν γι” αυτήν με ευγνωμοσύνη.
Όπως εκείνη η ηλικιωμένη κυρία, που έλεγε ότι η γιαγιά συνέχισε να την δέχεται στο σπίτι της, όταν όλοι την απέφευγαν. Και αυτό, γιατί απόκτησε ένα εξώγαμο παιδί λίγο μετά τον πόλεμο και την θεωρούσαν πόρνη. Διηγιόταν, ανάμεσα στα κλάματα, πως της έχωνε τσάντες με τρόφιμα κάτω από το παλτό, παρακαλώντας την να μην το μάθει κανείς…».
Η γιαγιά μου και πολλοί άλλοι ευλογημένοι παππούδες και γιαγιάδες αναπαύονται πια εν ειρήνη. Η ευθύνη για το σήμερα και το αύριο έχει περάσει στα χέρια μας. Καλούμαστε να καθρεφτίσουμε τον εαυτό μας στην παρακαταθήκη που μας άφησαν και να προβληματιστούμε σοβαρά για τον τρόπο, που θα διαχειριστούμε την πνευματική μας κληρονομιά.

Θεοφάνης Κεδράς-Νιάρος
ΠΗΓΗ.http://anastasiosk.blogspot.com

Τρίτη 12 Μαρτίου 2019

Η Αγία Υπομονή († 13 Μαρτίου 1450)



site analysis


Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου,
«Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες-κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν (π.χ. ο Στέφανος Νεμάνια, Σέρβος βασιλέας και κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους=όσιος Συμεών ο Μυροβλύτης). Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βόρειο – ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος. Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά το θάνατο του Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από το βυζαντινό πολιτισμό.
Ένιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέτρεπε να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, πέρα προς τη γενέθλια σερβική πατρίδα.
Κοντά σ’ αυτά και πάνω απ’ αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα τη φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη και γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.
Υπολογίζεται να’ταν 19 περίπου χρονών, όταν παντρεύτηκε το Μανουήλ Β’ Παλαιολόγο (τέλη του 1390), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.
Η καινούργια ζωή της Ελένης – αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της, όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ’ όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.
Η Ελένη – αγία Υπομονή, απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος, που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα. Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάνα, όπου ο καθένας μπορούσε να προστρέξει.
Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα, μέσα στη λακωνικότητά, τους τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονος της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός-Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη, με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα, εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά, εις κάθε περίπτωσιν, έκανε το πρέπον. Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»
Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονη τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».
Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια, από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Η’ και ο Κωνσταντίνος ΙΑ’, ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας.
Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια Μοναστήρια της Βασιλεύουσας, και επιζητούσε, υπέρ αυτών, τις ευχές των αγίων ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετή ένα έκαστον». Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «ευ ζην». Έτσι, κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις, επί 90 περίπου χρόνια, συγκρούσεις, μεταξύ των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας, για την εξουσία, που είχαν εξαντλήσει την αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων ή διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της. Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένεια της. Ο σύζυγος της, αφού παρέδωσε το θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν το θάνατό του (29 Μαρτίου 1425), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της, έγινε μοναχή (1425) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή.
Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο. Ακόμα, ενόσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακάριστου στο Πογάνοβο, της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την I. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού, στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού, πριν από το 450μ.Χ.
Με τη συμβολή της αγίας, ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο, με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου, στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας, θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του οσίου.
Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος, η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε, με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της, να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής.
Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής, ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς το Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ’, «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής: «Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν, όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν.
Όταν τη συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά τη συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινόμενης προς την αρετήν εκείνης. Όταν τη συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν τη συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικότερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιον του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου.
Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξη από την υπομονή, τη σύνεση και την ισχυρότητα του χαρακτήρα της. Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονότερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας.
Όταν τη συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεση, και, γνωρίζοντας την ταπείνωση εις το πρόσωπο της, μετανοούσε.
Όταν την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσέβειας, αποκτούσε μεγαλύτερο ζήλο. Κάθε πονεμένος, με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολική του φιλαυτία. Και, γενικά, κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθεν σε επικοινωνία μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».
Ο Θεός ευδόκησε να μη ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450, έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή.
Ο σύγχρονος της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός· του Μάρκου του Ευγενικού, Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής, συνοψίζει: «Ως προς δε την αοίδιμον εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα, εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος, και όλα μαζί, ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν».
Η «Αγία Δέσποινα»,όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».
Απο το Ημερολόγιο 2006, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης.
Σύγχρονο θαύμα της Αγίας
Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια σε ευσεβείς και μη χριστιανούς. Επιλεκτικά, καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει τη θαυμαστή εμφάνισή της και θεραπεία κάποιου ασθενή.
«Η αγία Υπομονή εμφανίσθηκε, ως μοναχή, σε κάτοικο των Αθηνών, ο οποίος εργαζόταν σε ταξί. Τον σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθεί προς το Λουτράκι.
Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία. Καθ’ οδόν, η μοναχή, που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό, τον ρώτησε:
Γιατί είσαι μελαγχολικός;
Και εκείνος δε δίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια.
Μετά τον ρώτησε αν θέλει να τον σταυρώσει, για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρεκάλεσε τη μοναχή να σταθούνε λίγο για να μη σκοτωθούνε.
Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και θα έβρισκαν άλλο ταξί, αν εκείνη βιαζόταν. Κάθισε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε, διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστεί. Ρώτησε τους ανθρώπους των διοδίων μήπως είδανε καμία μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Τότε, συγκλονισμένος, γύρισε στο ταξί του και κατάλαβε ότι κάποια αγία ήταν κι έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στο γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Τη στιγμή εκείνη έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχτηκε απ’ το κάθισμά του και φώναξε: «Αυτή ήταν». Σημειωτέον ότι η εικόνα ήταν της αγίας Υπομονής. Έτσι έμαθε ποια ήταν εκείνη που τον θεράπευσε και τον γλίτωσε και απ’ την απελπισία. Το κουκούλι με τον κόκκινο σταυρό έδειχνε την καταγωγή πριν γίνει αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου και με αυτό το μοναχικό σχήμα τελείωσε και την επίγεια ζωή της. Εκ των υστέρων, έγινε γνωστό ότι η ημέρα που έγινε το θαύμα ήταν 13 Μαρτίου, ημέρα που η αγία γιορτάζει».
Η μνήμη της Οσίας και Θεοφόρου μητρός ημών Υπομονής, τελείται στις 13 Μαρτίου και 29 Μαΐου.
πηγή: Τροπαιοφόρος, Έκδοσις Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Γεωργίου Παραλιμνίου, Μάρτιος 2011

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019

Τιμώντας τη γυναίκα της Κοιλάδας του Αχελώου Λαμπρινή Λιάπη



site analysis




Γράφει η φιλόλογος Κατερίνα Σχισμένου

Η γυναίκα της Κοιλάδας του Αχελώου και της Ηπείρου γενικότερα είναι μια γυναίκα της διαφοράς, είναι η γυναίκα που όσα κι αν πούμε είναι λίγα για αυτήν. Είναι η γυναίκα που κουβάλησε στις πλάτες της, όχι μόνο μια βαριά παράδοση αλλά και μια αιωνόβια ζωή. Τη ζωή και τον ένδοξο πολιτισμό όλης της Ηπείρου. Γεννημένη και μεγαλωμένη στις πιο δύσκολες συνθήκες, επιβίωσε και επιβιώνει με το χαμόγελο της πιο λαμπρής μέρας και του πιο μεγαλειώδους τοπίου γιατί μ’ αυτό έχει ζυμωθεί, σ’ αυτό εκπέμπει και δίνει υψηλά μαθήματα ήθους και αξιοπρέπειας.

Κάπως έτσι συναντήσαμε την Λαμπρινή Λιάπη από την Μεγαλόχαρη Άρτας, και συγκεκριμένα το συνοικισμό Άγιος Γεώργιος, ν΄ ακολουθεί κάθε Σάββατο την ίδια διαδρομή, μία ώρα πηγαίνοντας και μια ώρα επιστρέφοντας από το σπίτι της με προορισμό; Το μοναδικής ομορφιάς και ξεχωριστής ιστορίας μοναστήρι της Γεννήσεως της Θεοτόκου στην Κοιλάδα του Αχελώου, προκειμένου να ανάψει τα καντήλια και κεριά, ν΄ ανοίξει την εκκλησία, να προσευχηθεί. Γιατί το κάνει; Το κάνει για την Παναγιά και θα το κάνει όσο μπορεί. 86 ετών ζει μόνη της μέσα από την έννοια της αυτάρκειας και της αυτονομίας σε μια εποχή όπου η κρίση μας δείχνει πού να στραφούμε και από πού και τι να διδαχθούμε.

Εργασία από το πρωί έως το βράδυ, έχοντας παιδιά να μεγαλώσουν και ν΄ αναστήσουν, ζαλικωμένες και από ένα βρέφος, να περπατάνε σε ατραπούς που μόνο αυτές γνώριζαν ως τεράστια εσωτερική συνέπεια. Οι εργασίες τους απίστευτες πολλές, μιας και έπρεπε να φροντίσουν για την αυτάρκεια του οίκου τους. Ξυπνώντας από τα χαράματα, με ελάχιστο ύπνο, άναβαν τη φωτιά στο τζάκι, να ετοιμάσουν τα παιδιά, πάντοτε θα έβρισκαν να ταΐσουν τα παιδιά τους, τα ζωντανά τους, γιατί είχαν και έχουν την κοσμική σοφία. Στη διάρκεια της ημέρας είχαν τη ρόκα σαν ταυτόχρονη ενασχόληση, γιατί έπρεπε να μην κρυώνει κανένας και όλα τα υφαντά τους ήταν χειροποίητα, έργα τέχνης και υψηλής αισθητικής. Γιατί το μάτι με την ομορφιά του τοπίου όπου μεγάλωσε και η ψυχή αυτήν αποτύπωσε.

Γεωργικές εργασίες, βοσκή των ζώων, άρμεγμα, κούρεμα, παρασκευή γαλακτοκομικών προϊόντων μέσα στις βασικές καθημερινές της ασχολίες. Μετέφερε νερό από την πηγή, έκοβε και κουβαλούσε ξύλα, πήγαινε το αλεύρι στο μύλο, το μετέφερε στο σπίτι, το αποθήκευε, το μοίραζε όμως και στην φτωχή γειτόνισσα, τη χήρα και το ορφανό, γιατί είχε και η ψυχή της τεράστια έκταση για τον Άνθρωπο. Κι έτσι μεγάλωσε και τα παιδιά της. Η ψυχική και σωματική της δύναμη ήταν ανεξάντλητη μιας και φορτωνόταν σχεδόν τόσο βαριά, όσο και ένα ζώο και μάλιστα οι αποστάσεις που έπρεπε να διανύσει ήταν πολλές φορές εξαιρετικά μεγάλες. Στο τζάκι θα καθόταν, εάν υπήρχε θέση, την τελευταία της μπουκιά θα την έδινε εκεί που έπρεπε και ήταν ανάγκη. Ποτέ δεν κράτησε κάτι για τον εαυτό της παρά μόνο την πίστη της και το κουράγιο της να συνεχίζει... κάθε μέρα.

Άντρες να λείπουν για μήνες μιας και εργάζονταν σε άλλες περιοχές, έπρεπε να επιβιώσουν και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Βαριοί χειμώνες, δύσκολα καλοκαίρια και το χαμόγελο πάντοτε εκεί, στα χείλη τους, όπως μας φώτισε το χαμόγελο της Λαμπρινής Λιάπη ένα ανοιξιάτικο πρωινό ανοίγοντας την εκκλησία για να εκτελέσει το ύψιστο χρέος της.

Αιωνόβιες ζωές και μεγάλες πορείες μέσα στο δύσκολο τόπο και δικό τους χρόνο που αποκτούσε μια άλλη διάσταση. Αυτόν της προσφοράς. Οι αφανείς στυλοβάτες και ηρωίδες αυτού του τόπου και φορείς αυτής της ένδοξης ιστορίας που δεν ξέρω, αν σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου μπορεί ν΄ αποτυπωθεί τόσο σκληρά αλλά και ταυτόχρονα τόσο λαμπρά. Οι ελεύθεροι άνθρωποι ελεύθερα σκέπτονται και ακόμη περισσότερο, ελεύθερα πράττουν. Δεν ξέρω, αν μπορούν αυτά τα βλέμματα και τα χέρια να εκπέμψουν αλλού τόσο πολύ και τόσο λαμπρό φως και ελευθερία. Γυναίκα και γεννιέσαι και είσαι και γίνεσαι. Και ξέρεις κάθε στιγμή να ζεις με μια βαριά κληρονομιά που φέρει όχι το πρόσωπό σου, αλλά το φύλο και η δοξασμένη καταγωγή σου χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι τις περισσότερες φορές.

Γυναίκες της Ηπείρου που έχτισαν γεφύρια, διέσχισαν βουνά, έκαναν τη νύχτα μέσα, έσκαψαν τον σκληρό τόπο που άνθισε, καρποφόρησε έθρεψε γενιές και γενιές, ύφανε κιλίμια και υφαντά απίστευτης ομορφιάς και αισθητικής χωρίς καν ένα μάθημα τέχνης και αυτογνωσίας. Γυναίκες ενός τόπου δοξασμένου , που όμως ποτέ δεν δοξάστηκαν, δεν ζήτησαν, δεν απαίτησαν το παραμικρό. Γυναίκες που πολέμησαν και έδωσαν κάθε μάχη χωρίς κανένα βραβείο ή έπαινο. Γυναίκες ηρωίδες, γυναίκες της καρδιάς και της δικής μας μνήμης, γιατί είναι οι γιαγιάδες μας και οι μητέρες μας, γιατί είναι οι δική μας κληρονομιά και αξία, γιατί είναι η δική μας προσωπική και τοπική ιστορία, αυτή της Κοιλάδας του Αχελώου, της Ηπείρου ολόκληρης.

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2019

Ο αγώνας της Χριστιανής γυναίκας



site analysis
gynaikes 1
Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος | Romfea.gr

Ξέρει η Χριστιανή γυναίκα, ότι ο δρόμος ο χριστιανικός είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, μια στενωπός.
Είναι ένα ανηφορικό μονοπάτι, που έχει δυσκολίες και εμπόδια, που κάνει τα πόδια της να κόβονται, τα γονατά της να λυγίζουν, την αναπνοή της να επιταχύνεται, την καρδιά της να ανεβάζει τους σφιγμούς, τους πνεύμονές της να φουσκώνουν.
Και, όμως, προχωρά, αντέχει, υπομένει και επιμένει.
Ξέρει η Χριστιανή γυναίκα να παλεύει σκληρά με τον εαυτό της.
Ξέρει να νικάει τα πάθη της.
Ξέρει να μονομαχεί με τις αδυναμίες της.
Ξέρει να σηκώνει το σταυρό της.
Ξέρει ότι ο δρόμος της δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, αλλά με πολλά αγκάθια.
Ξέρει ότι η εκλογή και η προτίμηση του δρόμου της αμαρτίας, το σπάσιμο κάθε ηθικού φραγμού, ἐχει πάντα δραματικές εξελίξεις, θλιβερές επιπτώσεις.
Έχει δάκρυα και όχι ευτυχία.
Έχει ασταμάτητους σπαραγμούς και όχι ευτυχισμένες στιγμές.
Γι' αυτό στρέφεται προς το Χριστό, έχοντας ως πρότυπό της την Παναγία.
Και όταν πνίγεται στη θάλασσα της ζωής, ξέρει να καρφώνει το βλέμμα της στον Κύριο.