Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

«Θεοδώρα η εν Θεσσαλονίκη. Μια Αγία γυναίκα και οι πόλεις της


Γυναίκες...



site analysis


Γράφει η

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΣΜΕΝΟΥ

Οι γυναίκες δεν είναι γένους αλλά ήθους. Δεν είναι φύλο αλλά άνθρωπος . Δεν είναι αντικείμενα αλλά έτσι υπηρέτησαν για αιώνες και υπηρετούν  ένα κόσμο βουτηγμένο στην υποκρισία το ψεύδος και την εκμετάλλευση.
Οι γυναίκες ο νέγρος του κόσμου, που πάνω στο σώμα της γεννήθηκαν μύθοι, θεότητες, Αφροδίτες  και Περσφόνες αλλά και περιορσμοί, θύματα και εγκλήματα. Ένα σώμα και τα όριά του που δύσκολα με τις δομές των μέχρι τώρα πολιτισμών μπορεί να τα υπερασπιστεί ή και να τα διεκδικήσει ως όμοια, ισότιμα και ελεύθερα.
Αγώνες έγιναν και συνεχίζουν να δίνονται. Αφανείς κι εμφανείς πολλές φορές για το αυτονόητο που από τόπο σε τόπο διαφέρει, από χώρα σε χώρα έχει άλλο χρώμα και απόχρωση αλλά πάντα τον ίδιο περιορισμό – αυτό της γυναίκας.
Δεν θέλω ν΄αναφέρω κανένα παράδειγμα μιας και ανφέρονται τόσα πολλα στη μέρα της, με ονόματα της Υπατίας, της Μαρί Κιουρί, της κάθε βασανισμένης σε ψυχή και σώμα που έπρεπε να δώσει και συνεχίζει να δίνει αγώνα για κάθε αυτονόητη εργασία, αποδοχή και θέση.
Είναι η καθημερινή γυναίκα ειδικά εδώ της σκληρής μας περιοχής της Ηπείρου που κάθε μια αποτελεί και ένα ζωντανό και δικό της παράδειγμα. Μια ζωή και μια πληγή. Η Χριστινούλα που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή, παιδί του ολοκαυτώματος που είχε την απίστευτη τύχη να γλιτώσει από τη μια και να πέσει  κοινωνικό και ιστορικό θύμα από την άλλη, πληρώνοντας το τίμημα της ζωής της, που κατάφερε, έστω κι από τύχη και επιβίωσε.
Για την Μαρία , την Βασιλική, την  κάθεμια που ντύθηκε ορφανή στα μαύρα, μαντηλοδέθηκε και δεν τα έβγαλε ποτέ, μ΄αυτά  τις  έθαβαν, μ΄αυτά τις θυμόνταν, μ΄αυτά τις ανέφεραν- κακορίζικες. Οι μαύρες αυτές φιγούρες της παιδικής μας μνήμης που ήταν οι  θείες μας, οι γιαγιάδες μας, οι μητέρες μας. 
Και δυστυχώς συνεχίζουν να είναι και να κινούνται σε δρόμους και όρια σκοτεινά, να πέφτουν θύματα της βίας, της κακομεταχείρισης, της  αυτονόητης βίας που σηκώνει έτσι απλά το χέρι της και καταλήγει σε σώμα και ψυχή για να στιγματιστεί για μια ζωή. Μια ζωή σκληρή και βασανισμένη που είναι  «πονοδεμένη»  πια,  παραδαρμένη μέσα στην εγκατάλειψη, την ανεργία και την απόγνωση ,  τον σκληρό πόλεμο  της επιβίωσης  γι΄αυτή που φέρνει τη ζωή , γι΄αυτήν που σηκώνει τον πόνο, γι΄αυτήν που χαϊδεύει τον ανυπεράσπιστο ακόμη κι όταν η ίδια  έχει χάσει κάθε ελπίδα.
Για τη γυναίκα που με τόση ακρίβεια περιέγραψε η Πέρλ Μπάκ αλλά και ο Παπαδιαμάντης στη μορφή της χήρας, της Φόνισσας, της χαροκαμένης μάνας, της αρραβωνιαστικιάς, της Λυγερής του Καρκαβίτσα, της ηρωίδας του Θεοτόκη του Χατζόπουλου και τόσων άλλων Ελλήνων και όχι μόνο συγγραφέων και ποιητών που προσπάθησαν να την περιγράψουν να την ηθογραφήσουν και πάλι χώρος έμεινε.
 Δεν ξέρω σε τι διαφέρει η Φραγκογιαννού- «Όταν ήτο παιδίσκη, υπηρέτει τους γονείς της. Όταν υπανδρεύθη, έγινε σκλάβα του συζύγου της – και όμως, ως εκ του χαρακτήρος της και της αδυναμίας εκείνου, ήτο συγχρόνως και κηδεμών αυτού• όταν απέκτησε τέκνα, έγινε δούλα των τέκνων της• όταν τα τέκνα της απέκτησαν τέκνα, έγινε πάλιν δουλεύτρια των εγγόνων της.»
Δεν ξέρω σε τι διαφέρει από   τη γυναίκα που εργάζεται μέρα και νύχτα μέσα και έξω από το σπίτι χωρίς να αναγνωρίζεται ή να πληρώνεται γιατί αυτό θεωρείται αυτονόητο όπως και τόσα άλλα πολλά....Οι γυναίκες ήταν και είναι ακόμη τα θύματα της δημόσιας και ιδιωτικής βίας σε παγκόσμια κλίμακα. Η εκμετάλλευση και η κακοποίηση των γυναικών δεν είναι απλώς ένα λάθος του συστήματος. Είναι γέννημα της ίδιας της κοινωνίας, του κέρδους και του πλούτου. Από αυτήν την άποψη η πάλη ενάντια στην καταπίεση των γυναικών είναι και πάλη ενάντια στους όρους και τις συνθήκες που τη δημιουργούν χωρίς όμως και πάλι οι γυναίκες να νικούν αλλά απλά να νικούν στη νομοθεσία στη θεωρία δηλαδή που τις αγκαλιάζει, χωρίς όμως πραγματικά να μπορούν να υπερασπιστούν την καθημερινότητά τους ,τα διακαιώματά τους και συχνά την ίδια την αξιοπρέπεια τους έως και τη ζωή τους συχνά....
Γυναίκα και τέχνη, γυναίκα και ποίηση, γυναίκα κι όλος ο κόσμος απέναντί της μικρός και πεζός μπροστά στο μεγαλείο της. Λίγες και φτωχές οι λέξεις που θα μπορούν να την περιγράψουν. Το δημοτικό τραγούδι είναι το βασίλειο της γυναίκας. Όχι μόνο την υμνούσαν σ΄αυτό μοναδικά.... 
«Ένα κομμάτι μάλαμα, ένα κομμάτι ασήμι, 
εκόπη από τον ουρανό κ' έπεσε μεσ' 'ς τη διάβα, 
κι' άλλοι το λένε σύγνεφο, κι' άλλοι το λένε αντάρα.
Κείνο δεν είναι σύγνεφο, κείνο δεν είν' αντάρα, 
παρά ειν' η κόρη του παπά, πόρχετ' από ταμπέλι.»
 Ακόμη περισσότερο ήταν αυτή που τα τραγουδούσε, καμιά φορά και κρυφά, μέσα στη σκληρή και δυσβάσταχτη ζωή της, σκαρφαλώνοντας σε βράχια, ζωσμένη με το παιδί της στην πλάτη της , να σκύβει να καλλιεργεί τη γή, το σκληρό χώμα , το μικρό χωράφι κι αυτό να ευλογείται από τα χέρια της και να καρποφορεί, να ταΐζει μια ολόκληρη οικογένεια.
Πόνοι και σκληρά λόγια και παράπονα που ποτέ δεν είδαν το φως της ημέρα και ποτέ δεν βγήκαν από κανένα στόμα παρά μόνο σαν στίχοι.
 «Μάννα μ', μ' εκακοπάντρεψες που μ' έδωκες 'ς τους κάμπους,
κ' εγώ 'ς τους κάμπους δε βαστώ, ζεστό νερό δεν πίνω.
Θα μαραθούν τα χείλη μου, θα κιτρινοφυλλιάσουν 
από το χλίο το νερό, την κάψα τη μεγάλη. 
Εδώ ταηδόνι δε λαλεί κι' ο κούκος δεν το λέει. 
Οι κάμποι θρέφουν άλογα και τα βουνά λεβένταις, 
και οι τσούπαις μαραζιάζουνε, σαν το φλωρι γινώνται.»
Γυναίκα η ευλογία και κατάρα μαζί....
πηγη.ΓΝΩΜΗ ΑΡΤΑΣ

Τετάρτη 14 Μαρτίου 2018

Ὁ Βίος τῆς Ἁγίας Ὑπομονῆς - 13 Μαρτίου



site analysis


Η μνήμη τῆς Ὁσίας καὶ Θεοφόρου μητρὸς ἠμῶν Ὑπομονῆς,

τελεῖται στις 13 Μαρτίου καὶ στις 29 Μαΐου

Ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»
Ἡ Ἁγία Ὑπομονή, κατὰ κόσμον Ἑλένη Δραγάση, καὶ ἀργότερα, ὡς σύζυγος τοῦ Μανουὴλ Β' Παλαιολόγου, «Ἑλένη ἡ ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ αὐγούστα καὶ αὐτοκρατόρισσα τῶν Ρωμαίων ἡ Παλαιολογίνα», ἦταν θυγατέρα τοῦ Κωνσταντίνου Δραγάση, ἑνὸς ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ἡγεμόνες - κληρονόμους τοῦ μεγάλου Σέρβου κράλη (=βασιλιᾶ) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν ἀπὸ βασιλικὴ καὶ εὐλογημένη γενιά. Στοὺς προγόνους της συγκαταλέγονται ἄνθρωποι ποὺ ἁγίασαν (π.χ. ὁ Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας καὶ κτίτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου τοῦ Ἁγίου Ὅρους = ὅσιος Συμεὼν ὁ Μυροβλύτης). Ὁ Κωνσταντῖνος Δραγάσης ἀνέλαβε τὴν ἡγεμονία τοῦ σημερινοῦ βουλγαρικοῦ τμήματος τῆς βόρειο - ἀνατολικῆς Μακεδονίας, στὴν περιοχὴ μεταξὺ τῶν ποταμῶν Ἀξιοῦ καὶ Στρυμῶνος.


Ἡ γέννησή της τοποθετεῖται στὰ ἀμέσως μετὰ τὸν θάνατο τὸ Δουσὰν χρόνια. Ἡ ἀνατροφή, ἡ μόρφωση, ἡ ἀγωγή της, ἦταν διαποτισμένα μὲ ὅ,τι ἀνώτερο ὑπαγόρευε τὸ βυζαντινὸ ἰδεῶδες, διότι οἱ Σέρβοι εἶχαν ἐπηρεαστεῖ πολὺ ἀπὸ τὸν βυζαντινὸ πολιτισμό. Ἐνοίωθε τὸν ἑαυτὸ τῆς περισσότερο ταυτισμένο μὲ τὸν...
πολιτισμὸ καὶ κυρίως μὲ τὴν ἐθνικὴ συνείδηση τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Συναισθηματικὰ καὶ οὐσιαστικὰ ἔρρεπε μᾶλλον πρὸς τὸ Βυζάντιο, τοῦ ὁποίου ἐπέπρωτο νὰ γίνει Αὐγούστα καὶ Αὐτοκρατόρισσα, πέρα πρὸς τὴν γενέθλιο σερβικὴ πατρίδα.
Κοντὰ σ' αὐτὰ καὶ πάνω ἀπ' αὐτά, γαλουχήθηκε μὲ τὴν πατροπαράδοτη στὴν οἰκογένειά της, ἀκράδαντη ὀρθόδοξη πίστη στὸ Θεό. Αὐτὴ ἡ πίστη εἶναι ποὺ θὰ τὴν ὁδηγεῖ, θὰ τὴν φωτίζει, καὶ θὰ τὴν ἐμπνέει στὴν πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις καὶ δοκιμασίες ζωή της.
Ὑπολογίζεται νάταν 19 περίπου χρονῶν ὅταν παντρεύτηκε τὸν Μανουὴλ Β' Παλαιολόγο (τέλη τοῦ 1390), λίγους μῆνες πρὶν γίνει Αὐτοκράτορας.
Ἡ καινούργια ζωὴ τῆς Ἑλένης - ἁγίας Ὑπομονῆς, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἔδειξε ὅτι θὰ ἦταν Γολγοθάς. Πολλὲς ἦταν οἱ φορὲς ποὺ χρειάστηκε νὰ πιεῖ τὸ ποτήρι τῆς προσβολῆς καὶ τοῦ ἐξευτελισμοῦ στὸ πλευρὸ τοῦ συζύγου της, ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ἀλλόθρησκους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ κατ' ὄνομα χριστιανικὰ κράτη τῆς Δύσεως, στὴν ἀπεγνωσμένη προσπάθειά του νὰ βρεῖ τρόπους σωτηρίας τῆς ἑτοιμοθάνατης Αὐτοκρατορίας.
Ἡ Ἑλένη - ἁγία Ὑπομονὴ ἀπεδείχθη ἐξαιρετικὸς ἄνθρωπος ποὺ συγκέντρωνε πολλὲς καὶ μεγάλες ἀρετές, καὶ ψυχικὴ δύναμη. Ἔδειξε ὅτι εἶχε ἀπόλυτη συναίσθηση τόσο τῆς θέσης της καὶ τῶν περιστάσεων, ὅσο καὶ τοῦ ρόλου ποὺ αὐτὲς τῆς ὑπαγόρευαν, σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα.
Ἀγαποῦσε τὸ λαό. Ἦταν ἡ μεγάλη μάννα ποὺ ὁ καθένας μποροῦσε νὰ προστρέξει. Συμμεριζόταν τὶς ἀγωνίες του καὶ ἀνησυχίες του ἐνώπιον τῶν φοβερῶν ἐθνικῶν κινδύνων καὶ προσπαθοῦσε πάντοτε μὲ τὴν προσευχή, μὲ τὴν πραότητά της καὶ μὲ γλυκὰ καὶ παρηγορητικά της λόγια νὰ τὸν ἐνισχύσει. Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὰ καὶ εὔγλωττα μέσα στὴν λακωνικότητά της τὰ ὅσα γράφει γιὰ τὴν Αὐτοκρατόρισσα, ὁ σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστὸς - Πλήθων: «Ἡ Βασιλὶς αὔτη μὲ πολλὴν ταπείνωσιν καὶ καρτερικότητα ἐφαίνετο νὰ ἀντιμετωπίζει καὶ τὰς δύο μορφᾶς τῆς ζωῆς. Οὔτε κατὰ τοὺς καιροὺς τῶν δοκιμασιῶν ἀπεγοητεύετο, οὔτε ὅταν εὐτυχοῦσε ἐπανεπαύετο, ἀλλὰ εἰς κάθε περίπτωσιν ἔκανε τὸ πρέπον. Συνεδύαζε τὴν σύνεσιν μὲ τὴν γενναιότητα, περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλην γυναίκα. Διεκρίνετο διὰ τὴν σωφροσύνην της. Τὴν δὲ δικαιοσύνην τὴν εἶχε εἰς τελειότατον βαθμόν. Δὲν ἐμάθαμε νὰ κάμνει κακὸν εἰς οὐδένα, οὔτε μεταξὺ τῶν ἀνδρῶν, οὔτε μεταξὺ τῶν γυναικών. Ἀντιθέτως ἐγνωρίσαμε νὰ κάμνει πολλὰ καλὰ καὶ εἰς πολλούς. Μὲ ποῖον ἄλλον τρόπον δύναται νὰ φανεῖ ἐμπράκτως ἡ δικαιοσύνη, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ γεγονός του νὰ μὴ κάμνει κανεὶς ποτὲ θεληματικὰ καὶ σὲ κανέναν κακό, ἀλλὰ μόνον τὸ ἀγαθὸν σὲ πολλούς;».
Στάθηκε ἀντάξια τοῦ φιλόσοφου καὶ φιλοχριστοῦ συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε ἄξια δίπλα του γιὰ 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα μὲ σύγχρονή τους μαρτυρία, δήλ. ὅλα γινόντουσαν μὲ συμφωνία, ὁμόνοια, συναπόφαση, ἐν πνεύματι Χριστοῦ καὶ ἀγωνιστικὴ ἁγιότητα. Κατόρθωναν νὰ τιμοῦν τὴν ἀρετὴ μὲ λόγια καὶ ἔργα. «Λόγω μὲν διδάσκοντας τὸ πρακτέον, ἔργω δὲ γενόμενοι πρότυπα καὶ εἰκόνες ἐφηρμοσμένης ἀγάπης».
Στὸ εὐλογημένο ζευγάρι ὁ Θεὸς χάρισε ὀκτὼ παιδιά. Ἔξι ἀγόρια ἀπὸ τὰ ὁποία τὰ δύο ἀνέβηκαν στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο, ὁ Ἰωάννης Η' καὶ ὁ Κωνσταντῖνος ΙΑ', ὁ τελευταῖος θρυλικὸς αὐτοκράτορας. Ὁ Θεόδωρος, ὁ Δημήτριος καὶ ὁ Θωμὰς διετέλεσαν δεσπότες τοῦ Μυστρά, καὶ ὁ Ἀνδρόνικος τῆς Θεσσαλονίκης. Καὶ δύο κορίτσια, τὰ ὁποῖα ὅμως πέθαναν σὲ μικρὴ ἡλικία. Ἡ πολύτεκνη καὶ φιλοτεκνη μητέρα γαλούχησε τὰ παιδιά της μὲ τὰ νάματα τῆς πίστεως καὶ τὴ γλυκύτατη διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, τὰ ὁδηγοῦσε σὲ ἱερὰ προσκυνήματα καὶ σεβάσμια Μοναστήρια τῆς Βασιλεύουσας, καὶ ἐπιζητοῦσε ὑπὲρ αὐτῶν τὶς εὐχὲς τῶν ἁγίων ἀσκητῶν καὶ Γερόντων. Τὰ ἀνέθρεψε «ἐν παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου», καὶ ποτὲ δὲν «ἔπαυσε μετὰ δακρύων προσευχῆς καὶ ἀγάπης νὰ νουθετῆ ἕνα ἕκαστον».Μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή, μὲ προσοχὴ καὶ προσευχὴ σμίλεψε τοὺς χαρακτῆρες τους, τοὺς ἔδωσε μαζὶ μὲ τὸ «ζῆν»καὶ τὸ «εὖ ζῆν». Ἔτσι, κατάφερε, μεταξὺ ἄλλων, νὰ θέσει τέρμα στὶς ἐπὶ 90 περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς αὐτοκρατορικῆς οἰκογένειας γιὰ τὴν ἐξουσία ποὺ εἶχαν ἐξαντλήσει τὴν αὐτοκρατορία. Οἱ ὅποιες διαφορὲς ἀπόψεων ἡ διενέξεις παρουσιάζονταν (μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ἥσυχα μὲ τὸ κύρος τῆς μητρικῆς της παρέμβασης καὶ τῆς προσευχῆς της.
Ἰδιαίτερη ἦταν ἡ ἀγάπη της γιὰ τὰ Μοναστήρια. Ἐκεῖ ἀναπαυόταν, ξεκουραζόταν ἡ ψυχή της, ἀντλοῦσε δύναμη καὶ κουράγιο γιὰ τὴ συνέχεια. Αὐτό, τὸ ἐνέπνευσε σὲ ὅλη τὴν οἰκογένειά της. Ὁ σύζυγός της ἀφοῦ παρέδωσε τὸν θρόνο στὸν πρωτότοκο Ἰωάννη, δύο μῆνες πρὶν τὸν θάνατό του (29 Μαρτίου 1425), ἀπεσύρθη στὴ Μονὴ τοῦ Παντοκράτορος στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ματθαῖος. Ἡ ἴδια, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ συζύγου της ἔγινε μοναχὴ (1425) στὴ Μονὴ τῆς κυρᾶς Μάρθας, μὲ τὸ ὄνομα Ὑπομονή. Καὶ τρία ἀπὸ τὰ παιδιὰ τοὺς ἐπίσης ἔγιναν μοναχοί, ὁ Θεόδωρος καὶ ὁ Ἀνδρόνικος (μ. Ἀκάκιος) στὴ Μονὴ τοῦ Παντοκράτορος, καὶ ὁ Δημήτριος (μ. Δαυὶδ) στὸ Διδυμότειχο.
Ἀκόμα, ἐν ὄσω βρισκόταν στὴν πατρίδα της, μαζὶ μὲ τὸν πατέρα της ἔκτισαν τὴν Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στὸ Πογάνοβο τῆς πόλης Δημήτροβγκραντ τῆς Ν.Α. Σερβίας. Στὴν Κωνσταντινούπολη εἶχε συνδεθεῖ μὲ τὴν Ι. Μ. τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Πέτρας, ὅπου φυλαγόταν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ ὁσίου Παταπίου τοῦ θαυματουργοῦ, στὸν ὁποῖο ἡ ἁγία Ὑπομονὴ ἔτρεφε ἰδιαίτερη εὐλάβεια. Ἡ Μονὴ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν συνασκητὴ τοῦ ὁσίου Παταπίου στὴν Αἴγυπτο, ὅσιο Βάρα, ἔξω ἀπὸ τὴν πύλη τοῦ Ρωμανοῦ πρὶν ἀπὸ τὸ 450μ.Χ. Μὲ τὴν συμβολὴ τῆς ἁγίας ἱδρύθηκε στὴ Μονὴ γυναικεῖο γηροκομεῖο μὲ τὴν ἐπωνυμία «Ἡ ἐλπὶς τῶν ἀπηλπισμένων». Ἡ εὐλάβειά της πρὸς τὸν ὅσιο Πατάπιο φαίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἁγιογράφος τοῦ σπηλαίου τοῦ ὁσίου Παταπίου στὰ Γεράνεια ὅρη τῆς Κορινθίας θεώρησε ἀπαραίτητο νὰ ἱστορήσει τὴν ἁγία Ὑπομονὴ δίπλα ἀπὸ τὸ σκήνωμα τοῦ ὁσίου.
Ἄνθρωπος φωτεινὸς καὶ φωτισμένος ἡ ἁγία Ὑπομονή, προικισμένη μὲ πολλὰ τάλαντα, ποὺ τὰ «ἐμπορεύθηκε» μὲ σύνεση καὶ σωφροσύνη καὶ τὰ πολλαπλασίασε, κατάφερε μὲ τὴν ἀρετή, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν καρτερία της νὰ φθάσει σὲ δυσανάβατα μέτρα ἀρετῆς. Μία σημαντικὴ φυσιογνωμία ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, ὁ πρῶτος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης μετὰ τὴν ἅλωση, στὸν Παραμυθητικό του Λόγο πρὸς τὸν Βασιλέα Κωνσταντῖνο ΙΑ', «Ἐπὶ τὴ κοιμήσει τῆς μητρὸς Αὐτοῦ ἁγίας Ὑπομονῆς», ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ τὰ ἑξῆς:
«Τὴν μακαρίαν ἐκείνην Βασίλισσαν ὅταν τὴν ἐπεσκέπτετο κάποιος σοφός, ἔφευγεν κατάπληκτος ἀπὸ τὴν ἰδικὴν της σοφίαν. Ὅταν τὴν συναντοῦσε κάποιος ἀσκητής, ἀποχωροῦσε, μετὰ τὴν συνάντηση, ντροπιασμένος διὰ τὴν πτωχείαν τῆς ἰδικῆς του ἀρετῆς, συγκρινομένης πρὸς τὴν ἀρετὴν ἐκείνης. Ὅταν τὴν συναντοῦσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εἰς τὴν ἰδικὴν του περισσοτέραν σύνεσιν. Ὅταν τὴν συναντοῦσε κάποιος νομοθέτης, ἐγινόταν προσεκτικώτερος. Ὅταν συνομιλοῦσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ὅτι ἔχει ἐνώπιόν του ἔμπρακτον Κανόνα Δικαίου. Ὅταν κάποιος θαρραλέος (τὴ συναντοῦσε), ἐνοίωθε νικημένος, αἰσθανόμενος ἔκπληξιν ἀπὸ τὴν ὑπομονήν, τὴν σύνεσιν καὶ τὴν ἰσχυρότητα τοῦ χαρακτῆρος της. Ὅταν τὴν ἐπλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, ἀποκτοῦσε ἐντονώτερο τὸ αἴσθημα τῆς φιλανθρωπίας. Ὅταν τὴν συναντοῦσε κάποιος φίλος τῶν διασκεδάσεων, ἀποκτοῦσε σύνεσιν, καί, γνωρίζοντας τὴν ταπείνωσιν εἰς τὸ πρόσωπόν της, μετανοοῦσε. Ὅταν τὴν ἐγνώριζε κάποιος ζηλωτὴς τῆς εὐσεβείας, ἀποκτοῦσε μεγαλύτερον ζῆλον. Κάθε πονεμένος μὲ τὴ συνάντηση μαζί της, καταλαγίαζε τὸν πόνο του. Κάθε ἀλαζόνας αὐτοτιμωροῦσε τὴν ὑπερβολικήν του φιλαυτίαν. Καὶ γενικὰ κανένας δὲν ὑπῆρξε, ποὺ νὰ ἦλθεν εἰς ἐπικοινωνίαν μαζί τῆς καὶ νὰ μὴν ἔγινε καλύτερος».
Ὁ Θεὸς εὐδόκησε νὰ μὴν ζήσει τὶς τελευταῖες τραγικὲς στιγμὲς τῆς Αὐτοκρατορίας. Τὴν κάλεσε κοντά Τοῦ στὶς 13 Μαρτίου 1450, ἔχοντας διανύσει 35 χρόνια ὡς Αὐτοκρατόρισσα καὶ 25 ὡς ταπεινὴ μοναχή. Ὁ σύγχρονός της διάκονος Ἰωάννης Εὐγενικός, ἀδελφός του Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἐφέσου, στὸν Παραμυθητικό του Λόγο πρὸς τὸν Κῶν/ νὸν Παλαιολόγον ἐπὶ τὴ κοιμήσει τῆς Μητρὸς τοῦ ἁγίας Ὑπομονῆς συνοψίζει:
«Ὡς πρὸς δὲ τὴν ἀοίδιμον, ἐκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τὰ πάντα ἐν ὄσω ζοῦσε, ἤσαν ἐξαίρετα, ἡ πίστις, τὰ ἔργα, τὸ γένος, ὁ τρόπος, ὁ βίος, ὁ λόγος καὶ ὅλα μαζὶ ἤσαν σεμνὰ καὶ ἐπάξια της θείας τιμῆς καί, ὅπως ἔζησε μέτοχός τῆς θείας Προνοίας, ἔτσι καὶ ἐτελεύτησεν».
Η «Ἁγία Δέσποινα»,ὅπως τὴν ὀνομάζει ὁ Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε τὴν ἔννοια τοῦ μοναχικοῦ της ὀνόματος (Ὑπομονὴ) μὲ τὸν τρόπον ἀντιμετωπίσεως καὶ τῶν εὐτυχῶν στιγμῶν καὶ τῶν ἀπείρων δυσκολιῶν τῆς ὅλης ζωῆς της. Ὑπομονὴ κατὰ βίον, πράξιν καὶ μοναχικὸ ὄνομα. «Τῆ ὑπομονὴ αὐτῆς ἐκτήσατο τὴν ψυχὴν αὐτῆς».
(Ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο τοῦ 2006 τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης).

Σύγχρονο θαῦμα τῆς Ἁγίας
Εἶναι ἀρκετὲς οἱ ἐμφανίσεις τῆς ἁγίας Ὑπομονῆς τὰ τελευταία χρόνια σὲ εὐσεβεῖς καὶ μὴ χριστιανούς. Ἐπιλεκτικὰ καταχωροῦμε ἕνα συμβὰν ποὺ περιγράφει τὴν θαυμαστὴ ἐμφάνισί τῆς καὶ θεραπεία κάποιου ἀσθενῆ.
«Ἡ ἁγία Ὑπομονὴ ἐμφανίσθηκε ὡς μοναχὴ σὲ κάτοικο τῶν Ἀθηνῶν ποὺ ἐργαζόταν σὲ ταξί. Τὸ σταμάτησε καὶ ζήτησε νὰ κατευθυνθῆ πρὸς τὸ Λουτράκι. Ὁ ταξιτζὴς εἶχε καρκίνο τοῦ δέρματος στὰ χέρια του καὶ βρισκόταν σὲ μεγάλη ἀπελπισία. Καθ' ὁδὸν ἡ μοναχὴ ποὺ φοροῦσε ἕνα κουκούλι μὲ κόκκινο σταυρὸ τὸν ρώτησε.
Γιατί εἶσαι μελαγχολικός;
Καὶ ἐκεῖνος δὲν ἐδίστασε νὰ ὁμολογήσει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Μετὰ τὸν ρώτησε ἂν θέλη νὰ τὸν σταυρώσει γιὰ νὰ γίνει καλὰ καὶ ἐκεῖνος δέχθηκε. Σὲ λίγο ὅμως τὸν ἐπίασε ὑπνηλία καὶ παρεκάλεσε τὴν μοναχὴ νὰ σταθοῦνε λίγο γιὰ νὰ μὴν σκοτωθοῦνε. Εἶχαν φθάσει κοντὰ στὰ διόδια καὶ εὔκολα θὰ ἔβρισκαν ἄλλο ταξὶ ἂν ἐκείνη βιαζόταν. Κάθησε στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου καὶ τὸν πῆρε ὁ ὕπνος. Ὅταν ξύπνησε διαπίστωσε ὅτι τὰ χέρια του εἶχαν γίνει καλά, ἀλλὰ ἡ μοναχὴ εἶχε ἐξαφανιστῆ. Ρώτησε τοὺς ἀνθρώπους τῶν διοδίων μήπως εἴδανε καμμιὰ μοναχὴ ἐκεῖ κοντά, ἀλλὰ κανεὶς δὲν τὴν εἶχε δεῖ. Τότε συγκλονισμένος γύρισε στὸ ταξί του καὶ κατάλαβε ὅτι κάποια ἁγία ἦταν κι' ἔγινε ἄφαντη. Κατευθύνθηκε μετὰ στὸν γιατρό του καὶ τοῦ διηγήθηκε τὸ περιστατικό. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη ἔπεσε τὸ μάτι του σὲ μία εἰκόνα ποὺ ἦταν κρεμασμένη στὸν τοῖχο τοῦ ἰατρείου. Πετάχθηκε ἀπ' τὸ κάθισμά του καὶ φώναξε: «Αὐτὴ ἢταν».
Σημειωτέον ὅτι ἡ εἰκόνα ἦταν τῆς ἁγίας Ὑπομονῆς. Ἔτσι ἔμαθε ποιὰ ἦταν ἐκείνη ποὺ τὸν θεράπευσε καὶ τὸν γλύτωσε καὶ ἀπ' τὴν ἀπελπισία. Τὸ κουκούλι μὲ τὸν κόκκινο σταυρὸ ἔδειχνε τὴν καταγωγὴ πρὶν γίνει αὐτοκρατόρισσα τοῦ Βυζαντίου καὶ μὲ αὐτὸ τὸ μοναχικὸ σχῆμα τελείωσε καὶ τὴν ἐπίγεια ζωή της. Ἐκ τῶν ὑστέρων γίνηκε γνωστὸ ὅτι ἡ ἡμέρα ποὺ γίνηκε τὸ θαῦμα ἦταν 13 Μαρτίου, ἡμέρα ποὺ ἡ ἁγία γιορτάζει».
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο ἐκδόσεως Ι. Μ. Ὁσίου Παταπίου Λουτρακίου)

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Τὴν κλεινὴν βασιλίδα ἐγκωμιάσωμεν, Ὑπομονὴν τὴν ὁσίαν, περιστερὰν εὐλαβῆ ἐκ τοῦ κόσμου πετασθείσαν τῆς συγχύσεως πρὸς τὰς σκηνᾶς τοῦ οὐρανοῦ, ἐν ἀγάπη ἀκλινεῖ, ἀσκήσει καὶ ταπεινώσει βοῶντες, θραῦσον, λιταίς σου ἠμῶν δεσμοὺς ἀνόμους, ἄνασσα
ΠΗΓΗ.ΡΩΜΑΙΪΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018

Hρωϊδες δασκάλες του Μακεδονικού αγώνα


ΑΓΙΑ ΜΑΤΡΩΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ



site analysis





Αγία Ματρώνα: «Θα βάλουν μπροστά σας τον «Σταυρό» και το «Ψωμί» και θα σας πούν διαλέξτε!»

Η Άννα Βιμπόρνοβα θυμάται… «Επισκέφθηκα την Ματρώνα τις μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής, λίγο πριν πεθάνει.
– Μη φοβάσαι μου λέει, δεν θα ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θα ξαπλώσουμε έτσι, και θα σηκωθούμε «αλλιώς»…
– Πως αλλιώς; την ρωτάω.
– Να,-μου λέει- θα γυρίσουμε στο «ξύλινο»…
– Μάτουσκα, της λέω, τι σημαίνει το «ξύλινο»;
– Ξύλινο αλέτρι μου λέει, με αυτό θα δουλεύουμε τότε…
– Καί που θα πάνε τα τρακτέρ που τώρα έχουμε;…»
– Ω, λέει, άσε τα τρακτέρ… Θα δουλεύει τότε το αλέτρι το ξύλινο, και η ζωή θα είναι καλή. Όμως, ακόμη δεν φτάσαμε μέχρι αυτούς τους καιρούς. Εσύ όμως, δεν θα πεθάνεις μέχρι τότε, και θα τα δείς όλα αυτά. Η επαναφορά του ξύλινου αρότρου στην ζωή μας (και εφ΄ όσον βρεθούνε ζώα να τα σύρουν), θα ισοπεδώσει την ανθρώπινη αλαζονεία της εποχής μας…
Εάν δεν βρεθούνε ζωντανά πολύ φοβάμαι ότι θα τα σύρουμε εμείς για να μη πεθάνουμε από την πείνα. Πόλεμος (συμπλήρωσε) δεν θα ξαναγίνει (με τον τρόπο που μέχρι τώρα ξέρουμε…) Χωρίς… πόλεμο θα πεθάνετε όλοι. Θα πέσουν πολλά θύματα. Όλοι οι νεκροί, θα ξαπλώσετε επάνω στην γη….
Θα σας πω και κάτι άλλο, Αποβραδίς, όλα θα είναι (όρθια και καλά) πάνω στην γη, και όταν θα σηκωθείτε το άλλο πρωι, όλα θα μπούν (θα ταφούν) μέσα στην γη. Χωρίς «πόλεμο».
«Πως σας λυπάμαι, όσους τους έσχατους καιρούς θα ζήσετε. Η ζωή θα γίνεται όλο χειρότερη. Τελικά θα έλθει καιρός που θα βάλουν μπροστά σας τον ΣΤΑΥΡΟ και το ΨΩΜΙ και θα σας πούν «Διαλέξετε!».
Θα διαλέξουμε τον Σταυρό, της έλεγαν, αλλά πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε;
-«Ε, θα κάνουμε προσευχή, θα πλάσουμε βώλους λίγο χωματάκι, θα προσευχηθούμε στον Θεό, θα φάμε και θα χορτάσουμε! » αποκρινόταν προφητικά η Αγία Ματρώνα, ενώ αλλού έλεγε:
«Θα πάρετε χώμα, θα κάνετε κουλουράκια, θα τα σταυρώνετε, και θα είναι σαν ψωμί!»

Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας

Αγγελική Φιλιππίδου: μια ηρωική δασκάλα του Μακεδονικού Αγώνα…



site analysis


δασκαλα στο Μακεδονικό αγώνα

Ἂς γυρίσουμε λίγο πίσω στὰ περασμένα χρόνια, νὰ δοῦμε κάποιες δασκάλες, ἀπὸ κεῖνες ποὺ σελάγιζαν ψηλά, στὰ «κρημνὰ τῆς ἀρετῆς». Στὸ κοιμητήριο τῆς Εὐαγγελίστριας στὴν Θεσσαλονίκη, καθὼς μπαίνεις δεξιά, ἄγνωστο στοὺς πολλούς, εἶναι θαμμένες τέσσερις δασκάλες, τέσσερις ἡρωίδες: Ἡ Λίλη Βλάχου, ἡ Αἰκατερίνη Χατζηγεωργίου, ἡ Βελίκα Τράικου(διαβάστε εδώ για τη θυσία της) καὶ ἡ Ἀγγελικὴ Φιλιππίδου. Καὶ οἱ τέσσερις εἶναι δασκάλες, νέα κορίτσια, ποὺ μαρτύρησαν γιὰ τὴν Μακεδονία τὴν περίοδο τοῦ Ἀγῶνος.  Ἡ τελευταία ἡρωίδα, ἡ Ἀγγελικὴ Φιλιππίδου, ὑπηρετοῦσε–διακονοῦσε, τὸ 1906, στὴν Ἀγριανὴ Σερρῶν. Ας δούμε περισσότερα για αυτή την άξια Ελληνίδα δασκάλα:


Μέ τόν ἐρχομό τοῦ 20οῦ αἰώνα ἀνενόχλητες οἱ βουλγαρικές συμμορίες δροῦν σέ χωριά καί πόλεις τῆς Μακεδονίας. Στυγερά τά καθημερινά τους ἐγκλήματα. Μέ τό σύνθημα «Ἡ Μακεδονία στή Βουλγαρία» καί μέ τό τραγούδι «Μακεδονία, παλαιά Βουλγαρία» σφάζουν ἀνελέητα. Τό αἷμα ἀθώων Ἑλλήνων ρουφᾶ διαρκῶς ἡ πολύπαθη μακεδονική γῆ. Ἕνα πλῆθος Μακεδονομάχων τοῦ ἑλληνικοῦ βορρᾶ καί τοῦ νότου ἀντιστέκεται προσπαθώντας ν᾿ ἀναχαιτίσει τό σλαβικό σμῆνος. Στό στόχαστρο τοῦ ἐχθροῦ ὁ παπάς κι ὁ δάσκαλος. Ἀπό τά δικά τους μετερίζια ὁ καθένας κρατᾶ ψηλά Ὀρθοδοξία καί πατρίδα. Αὐτούς τούς τρελούς Ἕλληνες, τούς Γραικομάνους -ἔτσι τούς ἀποκαλοῦν οἱ βούλγαροι κομιτατζῆδες-, ἐποφθαλμιοῦν νά ἐξοντώσουν.

 Ἀσφυκτιᾶ ἡ Καρατζόβα (σημερινή Ἀριδαία). Ὁ βούλγαρος τή θέλει δική του. Ὀνειρεύεται νά ἱδρύσει βουλγαρικό σχολεῖο καί νά δηλητηριάσει τίς παιδικές ψυχές μέ τήν προπαγάνδα του. Τί συνέβη ὅμως καί ξαφνικά ὁ σκιαγμένοςἝλληνας ἀναθάλλει; Ὁ διορισμός τῆς νέας δασκάλας ἀπό τή Θεσσαλονίκη φτερώνει τίς ἐλπίδες του. Τί κι ἄν εἶναι λεπτεπίλεπτη καί μόλις εἴκοσι χρονῶν ἡ Ἀγγελική Φιλιππίδου; Ἡ εὐγενική αὐτή φυσιογνωμία κρύβει μέσα της μιά ἀτρόμητη καρδιά. Τρίβουν τά μάτια τους οἱ κάτοικοι τῆς Καρατζόβας ἀπό τά ἀνέλπιστα πού θωροῦν νά γίνονται στόν τόπο τους.

 Πῶς νά μήν τῆς πλέξουν τό ἐγκώμιο, ὅταν μαζί μέ τά γράμματα, πού ὑπομονετικά μαθαίνει στά βλαστάρια τους, ἁπλώνει τή δραστηριότητά της καί πέρα ἀπό τά ἐκπαιδευτικά της καθήκοντα; Στ᾿ ἀλήθεια, ἡ νεαρή δασκάλα μέ τή χαρούμενη ὄψη ἀκάματα δουλεύει. Συνεργάζεται μ᾿ ἕναν γνωστό της γιατρό κι ἐξασφαλίζει δωρεάν τίς ἰατρικές ἐξετάσεις τῶν μαθητῶν καί τή φαρμακευτική περίθαλψη τῶν χωρικῶν. Καί οἱ μητέρες, πού εἶχαν πλήρη ἄγνοια ἀπό παιδαγωγική, δέν χορταίνουν ν᾿ ἀκοῦν τίς συμβουλές της γιά μιά πετυχημένη ἀνατροφή τῶν παιδιῶν τους. Μ᾿ ἕναν τέτοιο στυλοβάτη πῶς νά μήν ἀλλάξει ἡ ποιότητα ζωῆς τῶν ἀνθρώπων;

 Τέτοιες ὅμως ἐπιτυχίες ἀνάβουν τή μοχθηρία τοῦ κομιτατζῆ καί στεριώνουν τήν ἀπόφασή του νά ἐξοντώσει αὐτή πού τοῦ ἀνακόπτει ὅλα του τά προγράμματα.
 Εὐτυχῶς τό Ἑλληνικό Προξενεῖο Θεσσαλονίκης προλαβαίνει καί τή μεταθέτει ἐγκαίρως στήν Κλεπούσνα (σημερινή Ἀγριανή) Σερρῶν. Σφίγγεται ἡ καρδιά τῆς ἑλληνίδας δασκάλας, σάν διαπιστώνει πώς τό χωριό κινδυνεύει νά ἐκβουλγαριστεῖ, ἀφοῦ οἱ μισές ἀπό τίς 180 οἰκογένειες ἀναγκάστηκαν νά προσχωρήσουν στή βουλγαρική ἐξαρχία. Ἡ ἀποστολή της βαρειά ἀλλά κι ἡ φλόγα ἄσβηστη στά σωθικά της. Δίδεται ὁλόψυχα στήν προσφορά, στήν περιπέτεια. Κερδίζει τή συμπάθεια μικρῶν καί μεγάλων. Ἀμέριστο συμπαραστάτη στό ριψοκίνδυνο ἔργο της ἔχει τόν σύζυγο καί συνάδελφό της Δημήτριο Φιλιππίδη.

 Ὀνομαστή στήν ἱστορία ἡ ὁμαδική σφαγή τῆς Κλεπούσνας στίς 12 Δεκεμβρίου 1906. Τό χωριό βάφεται στό αἷμα. Κάλλιο ν᾿ ἀφανιστεῖ παρά νά γίνει βουλγάρικο. Τό σπίτι τοῦ παπα-Φίλιππου τυλίγεται στίς φλόγες. Ἡ πρεσβυτέρα Φωτεινή ἀπανθρακώνεται. Πιστεύει ὁ Βούλγαρος πώς, ἄν ἐξαφανίσει τήν «ἀφρόκρεμα», κατέκτησε τήν περιοχή. Μετά τό φόνο τῶν προκρίτων ἔχει σειρά τό σπίτι τῆς δασκάλας. Ἀπό παράθυρο σέ παράθυρο οἱ δυό σύζυγοι πολεμοῦν τόν ἐχθρό χωρίς σταματημό. Δέν κάμπτονται οὔτε κι ὅταν μία σφαίρα θρυμματίζει τό γόνατο τῆς Ἀγγελικῆς. Μόνο σάν ἄρχισαν νά τούς ἀπειλοῦν οἱ φωτιές, ὁ ἄνδρας της τή μεταφέρει καψαλισμένη σέ γειτονικό σπίτι. Ρημάχτηκε ἡ Κλεπούσνα, μά ὁ πάνοπλος Βούλγαρος μέ συντριμμένα τά ὄνειρά του ὀπισθοχωρεῖ.

 Τήν ἄλλη μέρα τό δοκιμασμένο χωριό παιανίζει τή νίκη του. Νά πῶς καλωσορίζει τόν πρόξενο Σερρῶν Ἀντώνη Σαχτούρη -πού κατέφθασε νά τούς συμπαρασταθεῖ- ἕνας πού τήν περασμένη νύχτα ὀρφάνεψε ἀπό μάνα καί πατέρα: «Δέν ἤλθομεν νά δεχθῶμεν συλλυπητήρια ἀλλά συγχαρητήρια. Μᾶς ἠξίωσεν ὁ Θεός νά προσφέρωμεν τούς οἰκείους μας καί τάς περιουσίας μας εἰς τόν βωμόν τῆς πατρίδος καί νά καταστήσωμεν τό χωρίον μας ἀθάνατον. Οἱ οἰκεῖοι μας δέν ἀπέθανον, ἀφοῦ ὑπέρ τῆς πατρίδος ἐθυσιάσθησαν…».

 Μέ τόν πόνο ζωγραφισμένο στό πρόσωπό της πλησιάζει τόν πρόξενο ἡ τραυματισμένη δακάλα. Τί ἄραγε γυρεύει; Ὅλοι τήν ἀκοῦν δακρύβρεχτοι. Τόν παρακαλεῖ νά μήν τή μεταφέρουν ἀμέσως στό νοσοκομεῖο Σερρῶν, ἀλλά νά τή βάλουν ἐπάνω σέ φορεῖο καί νά σταματοῦν γιά λίγο σ᾿ ὅλα τά χωριά πού θά διασχίσουν μέχρι τίς Σέρρες. Ἐκεῖ, στήν πλατεία κάθε χωριοῦ, θέλει νά μιλήσει στούς συναγμένους κατοίκους καί νά τούς ἀφήσει κάποιες ὑποθῆκες. Ὑποκλίνονται οἱ χωρικοί μπροστά στήν ἡρωίδα. Παραμερίζει τό ἐπεῖγον θέμα, τήν ὑγεία της. Πνίγει τό ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντήρησης. Προέχει ἡ ἑλληνικότητα τῆς Μακεδονίας.

 «Τό αἷμα της στήν τραγική ἐκείνη πορεία σταγόνα σταγόνα ἔβαφε τή μακεδονική γῆ καί γινόταν ἀρραβώνας μέ τή λευτεριά», σημειώνει ἡ ἱστορικός Ἀθηνᾶ Τζινίκου. Τό θέαμα τῆς μαρτυρικῆς ἐκπαιδευτικοῦ ἐντυπωσιάζει, ἐμπνέει. Μέ τίς προτροπές της ξεσηκώνει ὅλους σέ ἐθνικό συναγερμό κατά τῶν κομιτατζήδων. Τούς ἐκφράζει τά αἰσθήματά της. Εἶναι εὐτυχισμένη πού χύνει τό αἷμα της γιά τήν πατρίδα. Κι εἶναι τό τελευταῖο μάθημα τῆς δασκάλας ἀλλιώτικο ἀπό τ᾿ ἄλλα, τό πιό πετυχημένο, τό πιό ζωντανό. Εἶναι μοναδικό, γιατί το διαποτίζει μέ τό αἷμα τῆς θυσίας της. Σίγουρα θά καρποφορήσει. Στίς Σέρρες πλῆθος κόσμου τῆς φιλᾶ τά χέρια, πού σιγά-σιγά κρυώνουν. Ἀργοσβήνει, μά πρόλαβε νά πυροδοτήσει καρδιές. Τή μεταφέρουν στή Θεσσαλονίκη. Παθαίνει ἐμβολή καί παραδίδει τό πνεῦμα της τόν Ἰανουάριο τοῦ 1907. Οἱ Θεσσαλονικεῖς θρηνοῦν τήν ἡρωική συμπατριώτισσά τους. Ντύνουν τό φέρετρό της μέ τήν ἑλληνική σημαία πού ὑπεραγαποῦσε.

 Σήμερα, καθώς ἀτενίζουμε τό ὄνομά σου, Ἀγγελική, ἀνάμεσα στ᾿ ἄλλα ὀνόματα τῶν ἡρώων τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα, σ᾿ ἐκείνη τή στήλη στό νεκροταφεῖο τῆς Εὐαγγελίστριας στή Θεσσαλονίκη, νιώθουμε ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη σέ σένα καί σ᾿ ὅλη τή χορεία τῶν Μακεδονομάχων, γιατί μέ τήν ἐπίμονη πάλη σας μᾶς χαρίσατε ἀέρα λεύτερο, γῆ ἑλληνική.
το κείμενο από την “Ἑλληνίς”-από το περιοδικό Απολύτρωσις  εδώ

Φωτεινή Αλατά-Παπαδημητρίου: μια 16χρονη δασκάλα του Μακεδονικού Αγώνα



site analysis



φωτεινη αλατα
Για την ηρωική αυτή δασκάλα που 16 χρονών πήγε να διδάξει στους σλαβόφωνους Έλληνες ενός χωριού της άνω κοιλάδας του Στρυμώνα, δεν έχουν γραφτεί πολλά. Την ανακάλυψα μέσα από μια αναζήτηση φωτογραφιών για τις δασκάλες του Μακεδονικού Αγώνα και έμεινα άναυδη για την μεγάλη προσφορά της. Η Φωτεινή δεν έδωσε την ζωή της για την πατρίδα, όπως άλλες δασκάλες που αναφερθήκαμε σε προηγούμενες αναρτήσεις (δες στο τέλος του άρθρου τους συνδέσμους), είχε όμως μια σημαντικότατη δράση στο χωριό που διορίστηκε. Ας δούμε περισσότερα για αυτή την άξια Ελληνίδα δασκάλα και ας τιμήσουμε την μνήμη της, με αυτή την ελάχιστη αναφορά στο έργο της…
 Ξεχωριστή θέση στην ιστορία του Σταρτσόβου(βλέπε παρακάτω για το ηρωικό χωριό) , κατέχει η ηρωίδα δασκάλα Φωτεινή Αλατά Παπαδημητρίου.
Στις 13-11-1901 διορίστηκε μέσω του Μητροπολίτη Μελενίκου, σε ηλικία μόλις 16 ετών η  Φωτεινή Αλατά στη θέση της δασκάλας του χωριού. Η ίδια της επέλεξε αυτή τη θέση αν και ήταν παράτολμη αυτή της η κίνηση. Οι κάτοικοι τη δέχτηκαν με ενθουσιασμό καθώς ένα μικρό κοριτσάκι δέχτηκε να διδάξει τα παιδιά τους και κατ’ επέκταση και τους ίδιους τα Ελληνικά.

Οι κάτοικοι του χωριού αν και είχαν έντονα ριζωμένα μέσα τους Ελληνικά πιστεύω μιλούσαν μια σλαβόφωνη διάλεκτο που είχε ως βάση τη βουλγαρική γλώσσα. Πρώτη κίνηση της μικρής Φωτεινής ήταν να κάνει το χωριό καθαρά ελληνόφωνο.Έτσι το πρωί δίδασκε στα παιδιά και το απόγευμα στους γονείς την Ελληνική γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα. Σ’ αυτό της το έργο τη βοήθησε η μητέρα της, Ευδοκία, καθώς ήταν γνώστης της βουλγάρικης γλώσσας.

Το έργο της δεν το περιόρισε στη γλώσσα, αλλά παράλληλα δίδαξε με πολύ μεράκι τα Ελληνικά δημοτικά τραγούδια, χορούς, βοηθούσε στην κατανόηση του Κυριακάτικου Ευαγγελίου, ενώ φρόντιζε οι γυναίκες να εμπλουτίζουν τα εργόχειρα τους με ελληνικές παραστάσεις.
 Έμεινε στο χωριό εννέα ολόκληρα χρόνια σε αντίθεση με κάθε συνάδελφο της που εγκατέλειπε τη θέση του μετά από ένα χρόνο διδασκαλίας. Από το 1901 μέχρι 1911 εργάστηκε σκληρά για τους Σταρτσοβήτες και αυτοί με τη σειρά τους την αγάπησαν και της παρείχαν ότι χρειαζόταν.
 Για την πλούσια εθνικοπατριωτική της δράση, η δασκάλα έγινε στόχος, και κυνηγήθηκε πολλές φορές, απ’ τους κομιτατζήδες.
Το 1911 έφυγε από το Στάρτσοβο καθώς παντρεύτηκε τον Αθανάσιο Παπαδημητρίου και μαζί απέκτησαν έξι παιδιά.
 Η Φωτεινή Αλατά τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών (βραβεύει ανθρώπους του πνεύματος και των γραμμάτων) για την προσφορά της στο Μακεδονικό Αγώνα.

Λίγα λόγια για το ηρωικό χωριό  Στράτσοβο

εκλλησια αγιου μηνα (1)
Το Στάρτσοβο, ήταν ένα απ’ τα ελληνικά κέντρα της άνω κοιλάδας του Στρυμόνα (σημερινή ΝΔ Βουλγαρία) στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και πριν τη χάραξη των σημερινών ελληνοβουλγαρικών συνόρων. Οι κάτοικοί του, αν και σλαβόφωνοι αρχικά, διατήρησαν ακέραιη την πίστη τους, στην Ελλάδα και την Ορθοδοξία.

Απαρχή των δεινών, για τον ελληνικό πληθυσμό της περιοχής, αποτελεί το βουλγαρικό σχίσμα (1870). Βούλγαροι κομιτατζήδες, πραγματοποιούσαν τακτικές εφόδους στα ελληνικά χωριά, προκειμένου να τα εκβουλγαρίσουν, συνήθως με βίαιο τρόπο.

Το χωριό Στάρτσοβο, υπήρξε ένα απ΄τα ελάχιστα χωριά του μακεδονικού βορρά, που αντιστάθηκε, με νύχια και με δόντια, για να διατηρήσει ανέπαφο τον ελληνικό του χαρακτήρα. Τη στάση αυτή την πλήρωσε, με δολοφονίες χωρικών, απ’ τα κομιτατζίδικα στίφη. Οι Σταρτσοβίτες όμως δεν λύγισαν και πέρασαν στην αντεπίθεση, με τη δημιουργία ένοπλών ομάδων αυτοάμυνας, τα δύσκολα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα (1870 – 1908).
Ξεχωριστή θέση στη σύγχρονη ιστορία του Σταρτσόβου, κατέχει η ηρωίδα δασκάλα Φωτεινή Αλατά Παπαδημητρίου.( όπως είπαμε παραπάνω )Έμεινε στο Στάρτσοβο για εννέα (9) ολόκληρα χρόνια και πρόσφερε σημαντική εθνική προσφορά, το βασικότερο από τα οποία υπήρξε η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, όχι μόνο στα παιδιά του σχολείου, αλλά και στους ενήλικες του χωριού. Έτσι το Στάρτσοβο, από σλαβόφωνο ελληνικό χωριό, ήταν πλέον και ελληνόφωνο. Για την πλούσια εθνικοπατριωτική της δράση, η δασκάλα έγινε στόχος, και κυνηγήθηκε πολλές φορές, απ’ τους κομιτατζήδες.

Η Φωτεινή Αλατά, έφυγε το Στάρτσοβο το 1911, εξαιτίας της παντρειάς της, με τον Σερραίο έμπορο Παπαδημητρίου. Έτσι δεν κατάφερε να δει την απελευθέρωση του χωριού και την είσοδο του ελληνικού στρατού (Ιούλιος 1913), αλλά και την τραγική συνέχεια. Tην προσφυγιά των κατοικων του. μετά την παραχωρηση της γύρω περιοχής στη Βουλγαρία, μετά την υπογραφή της “Συνθήκης του Βουκουρεστίου” (Αύγουστος 1913).

Οι Σταρτσοβίτες, αφού έκαψαν τα νεκροταφεία, τα σπίτια και όλα τα αρχεία του χωριού, άφησαν μόνο την εκκλησία του Αγίου Μηνά, εγκατέλειψαν με δάκρυα στα μάτια το μικρό χωριό τους και κατηφόρισαν για την Πατρίδα. Περιπλανώμενοι στη βόρεια Ελλάδα, εγκαταστάθηκαν τελικά στο Νέο Πετρίτσι, για να αποτελέσουν στη συνέχεια κύριο συστατικό της τοπικής κοινωνίας.
Επιμέλεια Alexia-momyof6