Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ-ΜΑΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ-ΜΑΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 29 Μαΐου 2022

29 Μαϊου, μνήμη και της Οσίας μητρός ημών Υπομονής, της Παλαιολογίνης:




Τη ΚΘ’ του αυτού μηνός (Μαϊου), Μνήμη της Οσίας Υπομονής, της Παλαιολογίνης.

Στέμμα καταθέσασα ανάκτων κάτω,
στέμμα είληφας, Υπομονή, εν πόλω.

Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες – κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν όπως ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας που μόνασε με το όνομα Συμεών και ήταν κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους (βλέπε 13 Φεβρουαρίου). Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βόρειο – ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος.

Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο του Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον βυζαντινό πολιτισμό. Ένοιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέπρωτο να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, παρά προς την γενέθλιο σερβική πατρίδα. Κοντά σ’ αυτά και πάνω απ’ αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.

Υπολογίζεται πως ήταν 19 περίπου χρονών όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β’ Παλαιολόγο (τέλη του 1390 μ.Χ.), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας. Η καινούργια ζωή της Ελένης – αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ’ όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας. Η Ελένη – αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.

Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάνα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει. Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον
δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»

Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».

Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Η’ (1425 – 1448 μ.Χ.) και ο Κωνσταντίνος ΙΑ’, ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας (1448 – 29 Μαΐου 1453 μ.Χ.- μαύρη ήμερα αλώσεως της Βασιλεύουσας). Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια Μοναστήρια της Βασιλεύουσας, και επιζητούσε υπέρ αυτών τις ευχές των αγίων ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετή ένα έκαστον».Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «εύ ζην». Έτσι, κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις επί 90
περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξύ των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας για την εξουσία, που είχαν εξαντλήσει την αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων η διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της.

Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένειά της. Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425 μ.Χ.), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425 μ.Χ.) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή. Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο. Επίσης, η πενθερά της και η κουνιάδα της ετελείωσαν την ζωή τους ως Μοναχές. Το ίδιο και η εγγονή της, κόρη του γιου της Θωμά, Ελένη, που έγινε Μοναχή με το όνομα Υπομονή στη Λευκάδα.

Ακόμα, εν όσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού (βλέπε 8 Δεκεμβρίου), στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το 450 μ.Χ. Με την συμβολή της αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του οσίου.

Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής. Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ’, «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:

«Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινομένης προς την αρετήν εκείνης. Όταν την συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν την συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικώτερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιόν του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου. Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξιν από την υπομονήν, την σύνεσιν και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της. Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονώτερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεσιν, και, γνωρίζοντας την ταπείνωσιν εις το πρόσωπόν της, μετανοούσε. Όταν την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερον ζήλον. Κάθε πονεμένος με τη συνάντηση
μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολικήν του φιλαυτίαν. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθεν εις επικοινωνίαν μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».

Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450 μ.Χ., έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή. Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κωνσταντίνον Παλαιολόγον επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής συνοψίζει: «Ως προς δε την αοίδιμον, εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν».

Η «Αγία Δέσποινα»,όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».

Σύγχρονο θαύμα της Αγίας

Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια σε ευσεβείς και μη χριστιανούς. Επιλεκτικά καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει την θαυμαστή εμφάνισί της και θεραπεία κάποιου ασθενή. «Η αγία Υπομονή εμφανίσθηκε ως μοναχή σε κάτοικο των Αθηνών, που εργαζόταν σε ταξί. Τον σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθεί προς το Λουτράκι. Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία. Καθ’ οδόν η μοναχή που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό τον ρώτησε: «Γιατί είσαι μελαγχολικός;» και εκείνος δεν δίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια. Μετά τον ρώτησε αν θέλει να τον σταυρώσει για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρεκάλεσε την μοναχή να σταθούνε λίγο για να μην σκοτωθούνε. Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και εύκολα θα έβρισκαν άλλο ταξί αν εκείνη βιαζόταν. Κάθισε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστεί. Ρώτησε τους ανθρώπους των
διοδίων μήπως είδανε καμιά μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Τότε συγκλονισμένος γύρισε στο ταξί του και κατάλαβε ότι κάποια αγία ήταν κι’ έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στον γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Την στιγμή εκείνη έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχτηκε απ’ το κάθισμά του και φώναξε: «Αυτή ήταν».

Σημειωτέον ότι η εικόνα ήταν της αγίας Υπομονής! Έτσι έμαθε ποια ήταν εκείνη που τον θεράπευσε και τον γλύτωσε και απ’ την απελπισία. Το κουκούλι με τον κόκκινο σταυρό δήλωνε την καταγωγή πριν γίνει αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου, ενώ με αυτό το μοναχικό σχήμα τελείωσε και την επίγεια ζωή της. Εκ των υστέρων έγινε γνωστό ότι η ημέρα που συνέβη το θαύμα ήταν η 13-η Μαρτίου, ημέρα που κοιμήθηκε η αγία».

Εικόνα της ευρίσκεται στην Ιερά Μονή οσίου Παταπίου στο Λουτράκι της Κορινθίας, ενώ η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη της Οσίας Υπομονής, και στις 13 Μαρτίου. Η Κάρα της Οσίας επισης βρίσκεται στην Ιερά Μονή Οσίου Παταπίου Λουτρακίου Κορινθίας.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Σάββατο 28 Μαΐου 2022

29 Μαΐου – Γιορτή σήμερα: Αγία Θεοδοσία η Οσιομάρτυς η Κωνσταντινουπολίτισσα




Η Αγία Οσιομάρτυς Θεοδοσία καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και γεννήθηκε από γονείς πλουσίους και ευσεβείς στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Αδραμυττηνού.

 

Σε ηλικία επτά ετών, αφού έμεινε ορφανή από πατέρα, εισήλθε σε μοναστήρι, όπου μετά από λίγο εκάρη μοναχή. Μετά το θάνατο και της μητέρας της, αφού πούλησε και διαμοίρασε στους φτωχούς τα υπάρχοντά της και απαλλάχτηκε έτσι από τις γήινες φροντίδες, επιδόθηκε με μεγαλύτερο ζήλο στην απόκτηση της τελειότητας και των μοναχικών αρετών, ασκούμενη στη μονή που βρισκόταν κοντά στο «Σκοτεινόν φρέαρ» και ονομαζόταν «Άσπαρον στέρνην».

 

Όταν ανήλθε στο θρόνο ο Λέων ο Ίσαυρος (717 – 741 μ.Χ.), εξαπολύθηκε άγριος διωγμός εναντίον των εικονόφιλων και των ιερών εικόνων, ο δε πατριάρχης Γερμανός, στερεός προμαχώνας της Ορθοδοξίας, εκδιώχθηκε και αντικαταστάθηκε από τον εικονομάχο Αναστάσιο. Κατά την έναρξη του διωγμού διατάχθηκε η καθαίρεση και καταστροφή της εικόνας του Χριστού, η οποία βρισκόταν επί τής Χαλκής Πύλης.

Τότε η Θεοδοσία, επικεφαλής καλογραιών και άλλων γυναικών, όρμησαν και κατέρριψαν από την κινητή σκάλα το σπαθάριο που ανέβηκε, για να καταστρέψει την εικόνα, και με πέτρες και ξύλα επιτέθηκαν κατά τού Πατριαρχείου. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση ο Πατριάρχης Αναστάσιος αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το Πατριαρχείο. Η στρατιωτική δύναμη που επενέβη, άλλες μεν από τις γυναίκες φόνευσε, άλλες δε, μεταξύ των οποίων και την Θεοδοσία, συνέλαβε. Και από τις συλληφθείσες άλλες ελευθέρωσαν, άλλες έκλεισαν στις φυλακές ή εξαπέστειλαν στην εξορία. Την δε Θεοδοσία, αφού την κακοποίησαν, την οδήγησαν στην τοποθεσία του Βοός και την κατέσφαξαν, αφού διαπέρασαν το λαιμό της με κέρατο κριού (730 μ.Χ.). Το τίμιο λείψανό της περισυνελλέγει και ενταφιάσθηκε στη μονή Δεξιοκράτους, πολλά δε θαύματα επιτελούσε στους πιστούς, που προσέρχονταν με πίστη και ευλάβεια.

 


Δευτέρα 23 Μαΐου 2022

Οσία Καλή


Εορτάζει στις 22 Μαΐου εκάστου έτους.

Αποτέλεσμα εικόνας για osia kalh

Καλῆς τὶ καλῶν πρωτίστως ἐπαινέσω;

Καλὰ γὰρ ἐν αὐτὴ πολλὰ συνέδραμον.

Κάλλος εἰκάδι δεύτερη καλῶν Καλῆς θέμις ὑμνέειν.

Εἰς τὸ λείψανον τῆς Ἁγίας Καλῆς,

ὑπὸ Μανουὴλ Φιλῆ.

Ὁ πῆχυς οὗτος τῆς Καλῆς τῆς ὀλβίας,

ᾯ τοὺς μίτους ἔνηθε τῆς εὐποιΐας.

 

Βιογραφία

Η Οσία Καλή έζησε πριν το 15ο αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από την Ανατολή, δηλαδή τη Μικρά Ασία.

Η ακροστιχίδα του Κανόνος της Αγίας μάς πληροφορεί ότι αυτός αποτελεί ποιήμα «τού Κρήτης», δηλαδή κάποιου Αρχιεπισκόπου της Κρήτης. και στα δύο χειρόγραφα που διασώζουν την Ακολουθία της Οσίας δεν αναγράφεται το ορθόν «Τού», αλλά η ερμηνεία του, δηλαδή το όνομα του συγκεκριμένου υμνογράφου «Ανδρέου Κρήτης». Άρα, σύμφωνα με τα χειρόγραφα, ποιητής είναι ο διάσημος για τον Μέγα Κανόνα του, Άγιος Ανδρέας, Αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Αν ο υμνογράφος της Ακολουθίας είναι όντως ο Ανδρέας Κρήτης, τότε και η Οσία πρέπει να έζησε τουλάχιστον πριν την κοίμηση του Αγίου, δηλαδή πριν το 740 μ.Χ. Βέβαια, πίσω από την φράση «Τού Κρήτης» μπορεί να κρύβεται κάποιος άλλος Αρχιερεύς της Κρήτης. Γι’ αυτό έχει προταθεί ως υμνογράφος της Ακολουθίας της Οσίας ο Νικηφόρος Μοσχόπουλος, Μητροπολίτης Κρήτης και «κατ’ επίδοσιν» Μηθύμνης και Πρόεδρος Λακεδαιμονίας. Αυτός έζησε πλησιέστερα στο χρόνο συντάξεως των χειρογράφων (15ος – 16ος αιώνας), δηλαδή το 13ο αιώνα μ.Χ. και στις αρχές του 14ου αιώνος μ.Χ. (Το 1285 μ.Χ. είναι ήδη Μητροπολίτης Κρήτης, ενώ τα τελευταία ίχνη του αναφαίνονται κατά τον Οκτώβριο του 1322 μ.Χ.) και είχε σχέσεις τόσο με τη Λέσβο όσο και με το Σινά. Σ’ αυτή την περίπτωση η Οσία θα πρέπει να έζησε το αργότερο μέχρι το πρώτο ήμισυ του 14ου αιώνος μ.Χ.

 

Η οικογένεια της Οσίας ήταν πλούσια και η περιουσία της διατέθηκε από την Αγία σε έργα φιλανθρωπίας και ευποιίας. Δεν πρέπει να ήταν μοναχή, διότι αυτό δεν αναφέρεται πουθενά στην Ακολουθία και φιλοξενούσε τους άστεγους και ενδεείς στον οίκο της, αφού ήταν αφιερωμένη στη διακονία των ελαχίστων και πασχόντων αδελφών της.

 

Η Καλή έζησε με σωφροσύνη, παρθενία, άσκηση, νηστείες και αδιάλειπτη προσευχή. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του βίου της είναι η φιλανθρωπία. Κίνητρό της ήταν ο πόθος της να τηρεί τις εντολές του Χριστού, να μιμείται τη θεϊκή ευσπλαχνία και φιλανθρωπία και να εκφράζει με κάθε τρόπο την αγάπη της προς τους συνανθρώπους της.

 

Στην Ακολουθία της αναφέρονται και θαύματα της Αγίας. Κάποια φορά που ζύμωσε ψωμί, για να το μοιράσει στους φτωχούς, ο Θεός έκανε ώστε να μην λιγοστεύει το ψωμί που της απόμενε, όπως στην Παλαιά Διαθήκη δεν ελαττωνόταν το αλεύρι της χήρα στο Σαρεπτά, παρ’ όλο που τρεφόταν με αυτό ο Προφήτης Ηλίας, η χήρα και τα παιδιά της.

 

Αλλά και μετά την κοίμησή της η Αγία συνέχισε αδιάκοπα να ευεργετεί τους ανθρώπους, χαρίζοντας την θεραπεία πιο ασθενείς με τις ικεσίες της προς τον Κύριο. Είναι τόσα πολλά τα θαύματα των ιάσεων, ώστε ο υμνογράφος κάνει λόγο για «πέλαγος θαυμάτων» και την αποκαλεί «θαυματόβρυτον». Θεραπεύει ποικίλα νοσήματα ψυχών και σωμάτων, αλλά κυρίως ασθένειες επώδυνες, χρόνιες και δυσίατες, ρευματισμούς και αρθρίτιδες, παραλύσεις των αρθρώσεων και παραμορφώσεις των μελών του σώματος.

 

Η μνήμη της Οσίας Καλής αναφέρεται, επίσης, στις 15 Μαΐου και το Σάββατο της Διακαινησίμου.

 

www.apostoliki-diakonia.gr/

 

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ´. Ὡς τῶν αἰχμαλώτων.

Ὡς τῆς παρθενίας κάλλος θαυμαστὸν καὶ τῶν πεινώντων διατροφή, θεραπεία ἀσθενῶν, τῶν Ὁσίων ἀγλάϊσμα, τῆς εὐποιΐας κανὼν, Καλὴ θαυματόβρυτε, πρέσβευε Χριστῷ τὰ καλὰ δοθῆναι ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον

Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐπὶ γῆς ἐβίωσας, νηστείαις καὶ ἀγρυπνίαις, προσευχαῖς σχολάζουσα, μελέταις θείων λογίων, πράξεσι καὶ εὐποιΐαις ἀκοπιάστως· νυν δὲ ζῇς ἐν οὐρανίοις, ἔνθα σχολάζεις θεωρίαις καὶ πρεσβείαις πρὸς τὸν Σωτῆρα ὑπὲρ ἡμῶν, ὦ Καλή.

 

Κάθισμα

Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου, Σωτήρ.

Ὡς ἥλιος ἡμῖν, ἡ ἁγία σου μνήμη, ἀνέτειλε σαφῶς, τὰς ἡμῶν διανοίας φωτίζουσα, πανεύφημε, τῶν θαυμάτων ταῖς λάμψεσι, τῶν τιμώντων σοῦ ἀξιόχρεῳς, παρθένε, τὸ μνημόσυνον τὸ ἱερὸν θείοις ὕμνοις, Καλὴ παμμακάριστε.

 

Ὁ Οἶκος

Θυγάτηρ μὲν ὤφθης τοῦ πρώτου Ἀδάμ. Τῷ Δευτέρῳ δὲ συνήφθης ἐκ πράξεως, τὰς ἀρετάς, ὥσπερ προῖκα, τούτῳ φέρουσα δαψιλῶς, ἀξιέραστε. Σὺ γὰρ πέφυκας τρανῶς τῶν Παρθένων καύχημα, τῶν ἐλεημόνων τε ἡ ἀρχέτυπος στήλη, ἐν ἐλέει τὸν ἐλεήμονα Νυμφίον σου θεραπεύσασα. Διὰ τοῦτο μεγάλως σὲ ἐδόξασε, διαυγεστάτην πηγὴν ἀναδείξας σε, κρουνοὺς θαυμάτων βρύουσαν καὶ χειμάῤῥους ἰαμάτων ἀενάως ἐκβλύζουσαν. Ἀλλὰ πρέσβευε νῦν πρὸς τὸν Σωτῆρα ὑπὲρ ἡμῶν, ὦ Καλή.

 

Μεγαλυνάριον

Χαίροις, τῶν Παρθένων ἡ καλλονή, ἐνδεῶν, ἀπόρων ὁ ἀκένωτος θησαυρός, τῶν δεινῶς πασχόντων ἰάτραινα ἀρίστη, Καλὴ Ὁσιωτάτη, λάμπουσα θαύμασι.

Αγία Μαρία του Κλωπά, η Μυροφόρος (23 Μαΐου)


 

Η Αγία Μαρία ήταν σύζυγος του Κλωπά και μια από τις γυναίκες, που ακολούθησαν τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και υπηρετούσαν στο έργο Του.

Όταν γινόταν η φρικτή θυσία του Γολγοθά και οι μαθητές κρύβονταν και διασκορπίζονταν, αυτή συμπαρακολουθούσε στον τόπο της καταδίκης και συμπαραστεκόταν στην σταυρική αγωνία (Σταύρωση) και την ταφή έπειτα του Ιησού. Αλλά ήταν και μια από τις μυροφόρες, που ευτύχησε ν’ ακούσει το πρωί της Κυριακής, το χαρμόσυνο άγγελμα της Ανάστασης.

 


Γιοι της Μαρίας αυτής, ήταν ο Ιωσής και ο Ιάκωβος. Ο τελευταίος συγκαταλέχθηκε μεταξύ των 12 αποστόλων, ονομαζόταν μάλιστα Μικρός για να διακρίνεται από τον άλλο Ιάκωβο τον αδελφό του Ιωάννη του Θεολόγου.

Η Αγία Μαρία, ήταν επίσης παρούσα και κατά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στο υπερώο. (σημ. κατά την Πεντηκοστή) .Όταν σχηματίστηκε η πρώτη Εκκλησία στην Ιερουσαλήμ, η Μαρία εξακολούθησε να προσφέρει σ’ αυτή τις υπηρεσίες της, για την επέκταση της αληθινής πίστης και για κάθε καλό και φιλάνθρωπο έργο.

 

το κείμενο προέρχεται από το βιβλίο: Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, του Χρήστου Τσολακίδη, εκδ. Χ. Δ. Τσολακίδη

Τετάρτη 4 Μαΐου 2022

Τη Ε΄ (5η) Μαϊου, μνήμη της Αγίας Μεγαλομάρτυρος ΕΙΡΗΝΗΣ.


Ειρήνη, η Αγία Μεγαλομάρτυς, ήτο μονογενής θυγάτηρ Λικινίου του βασιλίσκου και Λικινίας. Εγεννήθη εις την πόλιν Μαγεδών και ήκμασε κατά τους χρόνους του βασιλέως Κωνσταντίνου του Μεγάλου (306 – 337), ωνομασθείσα πρότερον Πηνελόπη. Επειδή δε ήτο ωραία και υπερέβαλλε κατά το κάλλος όλας τας συγχρόνους της κόρας, ο πατήρ της ο οποίος εφοβείτο δι’ αυτήν την ενέκλεισεν εντός υψηλού πύργου, τον οποίον επί τούτο έκτισε. Συνέκλεισε δε μετ’ αυτής και δεκατρείς ωραίας θεραπαινίδας, εν μέσω των οποίων η Ειρήνη διήγε μετά πλούτου πολλού και έχουσα θρόνον, τράπεζαν και λυχνίαν κατεσκευασμένα εκ χρυσού. Όταν δε ωρίσθη παρά του πατρός της να μένη εν τω πύργω ήτο εξαετής και επαιδαγωγείτο και εδιδάσκετο υπό τινος γέροντος, Απελλιανού ονομαζομένου, τον οποίον ο πατήε της Λικίνιος διώρισεν, ίνα επιτηρή αυτήν.

Μίαν ημέραν είδεν η Αγία περιστεράν εισελθούσαν εις τον πύργον και φέρουσαν κλάδον ελαίας εις το στόμα της, τον οποίον απέθεσεν επί της χρυσής τραπέζης. Καθ’ όμοιον τρόπον είδε και αετόν κρατούντα δια του ράμφους του στέφανον, πεπλεγμένον με άνθη, τον οποίον και ούτος αφήκεν επί της τραπέζης και έπειτα είδε κόρακα εισελθόντα εκ του άλλου παραθύρου και κρατούντα όφιν, τον οποίον απέθεσε και αυτός επί της χρυσής τραπάζης. Βλέπουσα δε ταύτα η μακαρία αύτη κόρη ηπόρει και εσυλλογίζετο τι άρα ταύτα δηλούσιν. Τότε ο γέρων Απελλιανός, ο διδάσκαλός της, εξήγησε ταύτα, ειπών προς αυτήν· «Η μεν περιστερά δηλοί την παιδείαν της γνώμης, ο δε κλάδος της ελαίας σημείον θαυμαστόν γεγονότων και τύπον βαπτίσματος, ο αετός, επειδή είναι βασιλεύς των πτηνών, προεικονίζει, δια του βασιλικού του στεφάνου, μέλλουσαν νίκην εις εκλεκτάς και αγαθάς πράξεις· ο δε κόραξ και όφις δηλούν, ότι θέλεις δοκιμάσει θλίψιν και ταλαιπωρίαν». Δια της εξηγήσεως ταύτης, την οποίαν έδωκεν ο Απελλιανός εν συντομία, απεκάλυπτε τον αγώνα του Μαρτυρίου, το οποίον έμελλεν η Αγία να τελειώση, δια την αγάπην της προς τον Θεόν. Τα δε εν συνεχεία εξιστορούμενα περί της Αγίας αυτής είναι πράγματι παράδοξα και υπερφυσικά. Λέγουσα, δηλαδή, ότι Άγγελος Κυρίου έδωκεν εις αυτήν το όνομα και αντί Πηνελόπης μετωνόμασεν αυτήν Ειρήνην και ακολούθως ότι Άγγελος Κυρίου τής εδίδαξε την του Χριστού πίστιν και προείπεν εις αυτήν, ότι πολλαί μυριάδες ψυχών θα σωθώσι δι αυτής και ότι θέλει έλθει προς αυτήν παραδόξως ο Απόστολος Τιμόθεος, ο του Παύλου μαθητής, όστις θέλει βαπτίσει αυτήν. Όταν δε όλα ταύτα επραγματοποιήθησαν, τότε η μακαρία Ειρήνη εκρήμνισε τα είδωλα του πατρός της, συντρίψασα ταύτα. Πρώτον λοιπόν εξητάσθη υπό του ιδίου πατρός της ο οποίος, ως είδεν ότι αύτη επέμενον εις την πίστιν του Χριστού, προσέταξε να την δέσωσι και ούτω δεδεμένην να την ρίψωσιν εις τους ίππους δια να την καταπατήσωσιν. Εις δε εκ των ίππων αυτών, αντί να βλάψη την Αγίαν, εξηγριώθη κατά του πατρός της, τον οποίον και έρριψε κατά γης συντρίψας την δεξιάν αυτού χείρα και αυτόν μεν εθανάτωσε, την δε Αγίαν εμακάρισε με ανθρωπίνην φωνήν. Λυθείσα η Μάρτυς εκ των δεσμών, παρεκλήθη υπό των παρεστώτων και προσευχηθείσα ανέστησε τον πατέρατης, ο οποίος επίστευσεν εις τον Χριστόν μετά της συζύγου του και τριών άλλων χιλιάδων ανθρώπων, οίτινες άπαντες εδέχθησαν το Άγιον Βάπτισμα. Ο δε πατήρ της, εγκαταλείψας μετά ταύτα την βασιλείαν, κατώκησεν εις τον πύργον εκείνον, τον οποίον έκτισε δια την θυγατέρα του, και εκεί διήλθε το υπόλοιπον της ζωής του εν μετανοία. Αποθανόντος δε του πατρός της, εγένετο άλλος βασιλεύς, Σεδεκίας ονομαζόμενος, ο οποίος ηνάγκασε την Αγίαν να θυσιάση εις τα είδωλα. Επειδή όμως αύτη ουδόλως επείθετο, επρόσταξε και έρριψαν ταύτην την μακαρίαν πρηνή, εντός βαθυτάτου λάκκου, όπου ευρίσκοντο διάφορα ερπετά και δηλητηριώδεις όφεις. Η δε Αγία, αν και έμεινεν εκεί δεκατέσσαρας ημέρας, όμως εξήλθεν αβλαβής. Όθεν επριόνισαν τους πόδας αυτής, όμως δι’ επιστασίας θείου Αγγέλου κατέστη πάλιν υγιής. Έπειτα έδεσαν αυτήν εις τροχόν, το δε ύδωρ, το οποίον κάτω φερόμενον εκίνει τον τροχόν, εσταμάτησε πάραυτα, η δε Αγία έμεινεν ούτω τελείως αβλαβής. Εξ αιτίας δε του τοιούτου θαύματος επίστευσαν εις τον Χριστόν οκτώ χιλιάδες ψυχαί. Αφ’ ου δε ο βασιλεύς Σεδεκίας εξέπεσε της βασιλείας και ο υιός του Σαβώρ επολέμει τους εκθρονίσαντας τον πατέρα του, τότε η Αγία Ειρήνη συνήντησεν εκτός της πόλεως Μαγεδών τον Σαβώρ και το στράτευμα αυτού. Ως δε προσευχήθη, άπαντες ετυφλώθησαν και δεν έβλεπον που να υπάγωσι. Προσευχηθείσα δε πάλιν εδώρησεν εις αυτούς, δια της θείας Χάριτος, το φως των οφθαλμών των. Εκείνοι όμως οι αχάριστοι εκάρφωσαν τας πτέρνας της Αγίας και εφόρτωσαν αυτήν με σάκκον πλήρη άμμου, ούτω δε πεφορτωμένην την υπεχρέωσαν βιαίως να βαδίση εις απόστασιν τριών μιλίων. Επειδή δε αμέσως τότε η γη εσχίσθη εις δύο και εδέχθη εντός αυτής δέκα χιλιάδας απίστων, τούτου ένεκα προσήλθον εις την πίστιν του Χριστού έως τριάκοντα χιλιάδες άνθρωποι. Ο βασιλεύς όμως έμεινεν εν τη απιστία. Όθεν, ελθών Άγγελος Κυρίου, εκτύπησεν αυτόν και τον εθανάτωσε. Τότε η Αγία, λαβούσα άδειαν, περιεπάτει ελευθέρως εντός της πόλεως και εποίει πολλά θαύματα. Πορευθείσα δε και εις τον πύργον, όπου ήτο ο πατήρ της μετά του Ιερέως Τιμοθέου, κατώρθωσε δια της διδασκαλίας της να προσέλθωσιν εις την πίστιν του Χριστού πέντε χιλιάδες ειδωλολατρών. Μετ’ αυτών δε επίστευσαν και τριάκοντα τρεις άνδρες, οι οποίοι ήσαν διωρισμένοι να φυλάττωσι τον πύργον, άπαντες δε ούτοι έλαβον το Άγιον Βάπτισμα. Μετά ταύτα ήλθεν η Αγία εις την πόλιν την ονομαζομένην Καλλίνικον, όπου ήτο ο βασιλεύς Νουμεριανός, συγγενής των πρώην βασιλέων, και αφού παρουσιάσθη εις αυτόν, ωμολόγησε τον Χριστόν. Όθεν ενέκλεισαν αυτήν διαδοχικώς εντός τριών πεπυρωμένων χαλκίνων βοών, μεταθέτοντες αυτήν από του πρώτου εις τον δεύτερον και από του δευτέρου εις τον τρίτον. Ο δε τρίτος βους, καίτοι άψυχος ων, παραδόξως περιεπάτησε και έπειτα εσχίσθη. Όθεν εξήλθεν η Αγία εξ αυτού άφλεκτος και αβλαβής. Πολλοί δε άπιστοι, ιδόντες το τοιούτον θαυμάσιον, επίστευσαν εις τον Χριστόν. Ήσαν δε ούτοι έως δέκα μυριάδες (100.000). Όταν δε ο βασιλεύς έμελλε να αποθάνη, παρήγγειλεν εις τον έπαρχον να τιμωρήση με διαφόρους βασάνους την Αγίαν· ο δε έπαρχος, δέσας την Μάρτυρα με αλύσεις, ήναψε μεγάλην πυράν κάτωθεν αυτής, αλλά κατελθών Άγγελος Κυρίου έσβεσε το πυρ και διεφύλαξε την Αγίαν αβλαβή. Όθεν ο έπαρχος, βλέπων τούτο, επίστευσεν εις τον Χριστόν μετά των οικείων του. Αλλ’ η φήμη των θαυμασίων τής Αγίας έφθασε και μέχρι του Σαβωρίου του των Περσών βασιλέως, όστις έζη κατά τους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου εν έτει τλ΄ (330), ούτος δε προσέταξε να αποκεφαλίσωσι την Μάρτυρα. Απεκεφαλίσθη λοιπόν η του Χριστού καλλίνικος Ειρήνη και ετέθη εντός τάφου, αλλά πάλιν ανεστήθη υπό θείου Αγγέλου, ο οποίος εμακάρισεν αυτήν, διότι εμαρτύρησεν υπέρ του Χριστού, ως επίσης και εκείνους όσοι επίστευσαν εις τον Χριστόν δι’ αυτής και όσους θα μνημονεύωσι το όνομά της, εορτάζοντες την ημέραν του Μαρτυρίου της. Αφού δε ανέστη, λέγεται ότι εισήλθεν εις την πόλιν την καλουμένην Μεσημβρίαν κρατούσα εις τας χείρας της κλάδον ελαίας και ούτω παρουσιάσθη εις τον βασιλέα, όστις, ιδών αυτήν, επίστευσεν εις τον Χριστόν και εβαπτίσθη υπό του Πρεσβυτέρου Τιμοθέου μετά πολλών μυριάδων ανθρώπων. Έπειτα μετέβη η Αγία εις την ιδίαν αυτής πόλιν Μαγεδών προς τους γονείς της και τον μεν πατέρα της επένθησεν, ως προαποθανόντα, αφού δε είδε και απεχαιρέτησε την μητέρα της, ανελήφθη υπό νεφέλης και έφθασεν εις την Έφεσον, όπου διέτριψεν επί τινα καιρόν, πλείστα θαύματα τελούσα και τιμωμένη ως εις Απόστολος. Μετά δε ταύτα συνήντησε και τον διδάσκαλον της Απελλιανόν. Αφού δε η Αγία εδίδαξε τους εν Εφέσω, παρέλαβε μεθ’ εαυτής μόνους εξ και τον Απελλιανόν και εξήλθε της πόλεως της Εφέσου· ευρούσα δε εκεί νεώρυκτον τάφον, εντός του οποίου ουδείς είχε ταφή, εισήλθεν εν αυτώ, επί του τάφου δε αυτού έθεσεν ο Απελλιανός λίθον. Διέταξε δε η Αγία, έτι ζώσα, ότι επί τέσσαρας ημέρας να μη κινήση κανείς τον λίθον, τον οποίον έμελλε να τοποθετήση επί του τάφου ο διδάσκαλός της. Μετά δε δύο ημέρας πορευθείς εις τον τάφον ο Απελλιανός, ω του θαύματος! εύρεν εγηγερμένον τον λίθον και μη υπάρχον εκεί το σώμα της Μάρτυρος. Ταύτα κατά μεν τους ταπεινούς και ασθενείς λογισμούς των ανθρώπων ίσως φανώσιν απίθανα, εις τον Θεόν όμως είναι τα πάντα δυνατά. Εκλήθη δε η Αγία ίνα δικασθή πρώτον μεν υπό του πατρός της Λικινίου, δεύτερον υπό του Σεδεκίου και Σαβώρ και Νουμεριανού υιού Σεβαστιανού, ως και υπό του επάρχου Βαύδωνος και Σαβωρίου του βασιλέως των Περσών. Αι δε πόλεις εις τας οποίας εμαρτύρησεν είναι αύται: Μαγεδών η πατρίς της, Καλλίνικος, Κωνσταντίνα και Μεσημβρία.

Αγία Μόνικα, η μητέρα του αγίου Αυγουστίνου


site analysis

 

 


Υπόδειγμα συζύγου και χριστιανής μητέρας, η αγία Μόνικα γεννήθηκε στους κόλπους μιας θεοσεβούς οικογένειας της ρωμαϊκής Βόρειας Αφρικής. Παντρεύτηκε έναν αγαθοεργό, αλλά αψίθυμο εθνικό, τον οποίο χάρις στην υπομονή και γλυκύτητά της κατόρθωσε να φέρει στον δρόμο του Θεού στο τέλος της ζωής του. Μένοντας χήρα, δεν θέλησε να συνάψει δεύτερο γάμο, με σκοπό να αφιερώσει την ζωή της στην ευσέβεια και στην μόρφωση του γιου της Αυγουστίνου [15 Ιουν]. Παρακολούθησε με καρτερικότητα, κλάματα και προσευχές τις παρεκτροπές του νέου που κατέληξε να πέσει στην μανιχαϊκή αίρεση. Όταν το έμαθε, έκλαψε για τον θάνατο της ψυχής του περισσότερο απ’ ό,τι αν είχε παύσει ο ίδιος να ζει, αλλά ο Θεός την παρηγόρησε σε ένα όνειρο και την διαβεβαίωσε για την μελλοντική μεταστροφή του γιου της.

Όταν ζήτησε από έναν επίσκοπο εντριβή στις ιερές Γραφές να πείσει τον Αυγουστίνο με λογικά επιχειρήματα, εκείνος, προτιμώντας να αφήσει τον βασανιζόμενο νέο να βρει μόνος του την αλήθεια, απάντησε στην Μόνικα: «Πηγαίνετε. Είναι αδύνατο ο γιος τόσων δακρύων να χαθεί!» Ο Αυγουστίνος, ωστόσο, βυθιζόταν ολοένα περισσότερο στον άτακτο βίο, και έχοντας πάρει την απόφαση να εγκαταλείψει την Καρχηδόνα και να μεταβεί στην Ρώμη, την πρωτεύουσα της ακολασίας, κατάφερε να ξεγελάσει την μητέρα του που ήθελε να τον ακολουθήσει και επιβιβάστηκε μόνος στο πλοίο.

Όταν άρχισε την σταδιοδρομία του ως ρήτορας στο Μιλάνο, η Μόνικα ήλθε να τον βρει και δέχθηκε με εκστατική αγαλλίαση την είδηση της μεταστροφής του υπό την επίδραση του αγίου Αμβροσίου. Κι όταν τέλος έλαβε το βάπτισμα, το Πάσχα του 387, τα δάκρυα της ευσεβούς μητέρας μεταμορφώθηκαν σε δάκρυα χαράς. Λίγο αργότερα, φθάνοντας μαζί στην Όστια με την πρόθεση να επιστρέψουν στην Αφρική, η Μόνικα συζητώντας με τον γιος της για τις επαγγελίες της αιώνιας ζωής, του είπε: «Γιέ μου, τίποτα πια δεν με κρατά στην ζωή αυτή. Τι θα έκανα εδώ και για ποιον λόγο να έμενα; Ο μόνος λόγος που με έκανε να επιθυμώ να παραταθεί για λίγο ακόμη η ζωή μου, ήταν να σε δω χριστιανό πριν πεθάνω. Ο Θεός με εισάκουσε και με το παραπάνω, αφού σε βλέπω τώρα να περιφρονείς τις χαρές αυτής της γης, για να αφιερωθείς στο λειτούργημά σου. Τι δουλειά έχω πια εδώ;»

Πέντε ημέρες αργότερα έπεσε στο κρεβάτι με πυρετό. Έχοντας γύρω της τους δύο γιους της, έδειχνε ήδη ξένη απέναντι στα πράγματα του κόσμου τούτου και τους είπε ότι λίγο ενδιέφερε ο τόπος του ενταφιασμού της, είτε στην πατρίδα της, είτε στην Ιταλία, διότι δεν υπήρχε λόγος να φοβάται ότι δεν θα την αναγνώριζε ο Θεός για να την αναστήσει, όταν θα ερχόταν το τέλος του κόσμου. Τους ζήτησε μόνο να την μνημονεύουν μπροστά στο θυσιαστήριο του Θεού. Εκοιμήθη λίγες ημέρες αργότερα σε ηλικία πενήντα έξι ετών.

 

Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Μάϊος. Εκδόσεις Ορμύλια.

Δευτέρα 2 Μαΐου 2022

Τη Α΄ (1η) Μαϊου, μνήμη της Αγίας Νεομάρτυρος ΜΑΡΙΑΣ μαρτυρησάσης εν έτει 1826.


Μαρία η καλλιπάρθενος Νεομάρτυς, η επονομαζομένη Μεθυμοπούλα, εγεννήθη από γονείς ευσεβείς, εις τι χωρίον της επαρχίας Μεραμβέλου της Κρήτης, Κάτω Φουρνή ονομαζόμενον. Ταύτης της μακαρίας ηράσθη χωροφύλαξ Τουρκαλβανός, την οποίαν προσεπάθει να προσελκύση εις έρωτα αυτού και λάβη αυτήν ως σύζυγον, επομένως δε εξισλαμίση αυτήν. Αλλ’ η σωφρονεστάτη νεάνις και πιστή προς την πίστιν του Ιησού Χριστού, όταν κατά τύχην έβλεπεν αυτόν, διότι εκείνος έσπευδε προς συνάντησιν αυτής, όταν αντελαμβάνετο ότι αύτη εξήρχετο της οικίας προς οικιακήν υπηρεσίαν, αύτη, λέγω, η μακαρία τόσον απεστρέφετο αυτόν, ως να έβλεπε αποτρόπαιον τινά δαίμονα, αν και ο μιαρός εκείνος εδείκνυεν εις αυτήν συμπάθειαν και προσεπάθει δια κολακειών και υποσχέσεων στολισμών και πλούτου και άλλων απείρων αγαθών, να ελκύση αυτήν εις την αγάπην του.

Τουναντίον, αύτη η μακαρία εμίσει και απεστρέφετο αυτόν και τα αγαθά αυτού ως κακούργον και άγριον Τούρκον. Ο δε αιμοβόρος και απάνθρωπος εκείνος, αφού προσεπάθησε πολλάκις ίνα φέρει αυτήν εις την γνώμην του και δεν ηδυνήθη, απεφάσισεν όπως την εκδικηθή ο κακούργος δια των όπλων, τα οποία έφερεν ως χωροφύλαξ. Όθεν μίαν των ημερών ευρών αυτήν επάνω εις δένδρον μωρέας, πλησίον του χωρίου της, εις την οποίαν εσύναζε φύλλα προς διατροφήν μεταξοσκωλήκων, εξήγαγε το όπλον του και επυροβόλησε κατά της αγνής νεάνιδος, η δε σφαίρα διεπέρασεν αυτής την καρδίαν, την οποίαν δεν ηδύνατο να υποτάξη δια των απατηλών κολακειών αυτού. Και ούτως η μακαρία, πίπτουσα από κλώνου εις κλώνον του δένδρου, ως πτηνόν το οποίον ρίπτει ο κυνηγός από το δένδρον, έπεσεν άπνους, επειδή δεν εδέχθη τον σατανικόν έρωτα του απανθρώπου εκείνου Αλβανού. Τοιαύται ήσαν αι πράξεις και τα ηρωϊκά κατορθώματα των παλαιών εκείνων ηρώων θυμάτων του ισλαμισμού, τον δε φονέα ούτε καν ηρώτησεν η διοίκησις, διατί τοιούτον φόνον άδικον έπραξε.

Κυριακή 30 Μαΐου 2021

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΘΕΟΔΟΣΙΑ


«Αυτή η ιερά και αγία κόρη καταγόταν από την Τύρο. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών συνελήφθη από τούς ειδωλολάτρες και ρίχτηκε στη φυλακή για να δικαστεί, επειδή ομολογούσε την πίστη της στον Θεό. Ενώ λοιπόν είχαν ήδη πάρει θέση οι δικαστές οδηγήθηκε ενώπιον του άρχοντα Ουρβανού, ο οποίος την πρόσταξε νά θυσιάσει στα είδωλα. Όταν αυτή βεβαίως δεν πείστηκε κι αρνήθηκε, έδωσε εντολή νά τη βασανίσουν με σκληρά κτυπήματα στα πλευρά και στα στήθη και να προχωρήσουν μάλιστα μέχρι και τα οστά και τα σπλάχνα, γιατί έβλεπε ότι παρόλα τα επίμονα βασανιστήρια αυτή τα δεχόταν όλα σιωπηλά. Διαπιστώνοντας ότι έχει ακόμη ζωή μέσα της απευθύνθηκε και πάλι σ’  αυτήν, προτρέποντάς την να θυσιάσει. Τότε η αγία τον κοίταξε κατάματα και άνοιξε όσο μπορούσε το στόμα της και του είπε με χαμογελαστό πρόσωπο: «Τι πλανάσαι, άνθρωπε; Δεν ξέρεις ότι τώρα εγώ αξιώθηκα να έχω κοινωνία  με τους μάρτυρες του Θεού;» Ο ηγεμόνας, επειδή συνειδητοποίησε ότι έγινε περίγελως της κοπέλας, οργίστηκε κι έδωσε εντολή να βασανιστεί περισσότερο από ό,τι πρώτα, οπότε στη συνέχεια την έριξε στα θαλάσσια ρεύματα, μέσα στα οποία δέχτηκε το μακάριο τέλος»[1].  

Κατά πάγια συνήθεια των περισσοτέρων υμνογράφων, το όνομα ενός αγίου γίνεται η αφορμή για θεολογικό σχολιασμό του. Θεοδοσία το όνομα της σήμερον εορταζομένης αγίας, συνεπώς «έγινες δόση και δωρεά του Θεού, σοφή μάρτυς Θεοδοσία», σημειώνει ο άγιος υμνογράφος, «γιατί λάμπεις και λόγω της μαρτυρικής άθλησής σου και λόγω των λαμπρών ακτίνων της παρθενίας σου, ανάβοντας φωτιά στη διάνοια όλων αυτών που σε τιμούν με πίστη»[2](κάθισμα). Κι αλλού: «Δόθηκες στον Θεό (κι έγινες Εκείνου προσφορά σ’ εμάς), προσφέροντάς μας μεγάλη χαρά και ευφροσύνη»[3] (ὠδή δ΄)∙ «Φάνηκες ακριβώς ό,τι λέει το όνομά σου, σεμνή Θεοδοσία. Γιατί έγινες άριστη δόση Θεού σ’ εμάς, πάνσοφε, αναδίδοντας ποταμούς των ουρανίων δωρεών σ’ όσους με πίστη δοξολογούν τον Θεό»[4] (ὠδή η΄).

Είναι ιδιαιτέρως σημαντική η παρατήρηση του αγίου υμνογράφου: προσφέρεται κανείς στον Θεό, είτε με την ασκητική πνευματική του διαγωγή είτε και με το μαρτύριο του αίματός του, και γίνεται η προσφορά του αυτή δόση και δωρεά του Θεού σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Σαν να παραλαμβάνει ο Θεός τη θυσία αγάπης προς Αυτόν ενός αγίου, για να τη μεταποιήσει σε ευλογία και χαρά για τους πάντες. Κατά κάποιον τρόπο ο άγιος δηλαδή γίνεται το «πρόσφορο» της Θείας Ευχαριστίας, το οποίο προσφέρεται ως υλικό δικό μας στον Θεό (δικό Του στην πραγματικότητα αφού όλα Τού ανήκουν) για να το κάνει Αυτός εν Πνεύματι Αγίω «σῶμα καί αἷμα Του» και να τραφεί ο κόσμος.  «Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν Σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα»[5]. Κι αυτό σημαίνει ότι τίποτε δεν υφίσταται ατομικό στην Εκκλησία. Ό,τι κάνουμε από πίστη στόν Θεό εκφράζει τον όλο άνθρωπο, ή αλλιώς: ο πιστός περικλείοντας στην ύπαρξή του όλη την ανθρωπότητα προσφέρεται εν αγάπη στον Θεό και δι’ αυτού προσφέρεται σύμπας ο κόσμος. Και ο Θεός μας τι κάνει; Παραλαμβάνει την προσφορά αυτή για να την αντιπροσφέρει χριστοποιημένη σε όλους τους πιστούς και σε όλους τους ανθρώπους ως ευλογία. Από την άποψη αυτή κατανοεί κανείς για μία ακόμη φορά το υπό των Πατέρων μας λεγόμενο ότι «αν υφίσταται ακόμη ο κόσμος είναι γιατί υπάρχουν κάποιοι άγιοι, λίγοι ή πολλοί αυτό το ξέρει ο Θεός, που για χάρη τους ο Θεός κρατάει τον υπόλοιπο κόσμο». Κι αυτό γιατί οι συγκεκριμένοι άγιοι ζουν με το φρόνημα του Χριστού, που θα πει ότι προσεύχονται αενάως υπέρ του σύμπαντος κόσμου ως υπέρ του εαυτού τους[6]. Οι άγιοι δηλαδή, σαν την αγία Θεοδοσία που δίνει και την αφορμή του σχολιασμού, αποτελούν τη μεγαλύτερη ευλογία για τον κόσμο – δεν μας θυμίζει η αλήθεια αυτή το περιστατικό του διαλόγου του Θεού με τον Αβραάμ, όταν Εκείνος πορευόταν για να δώσει τέλος στην αμαρτία των Σοδόμων και των Γομόρρων; «Αν υπήρχαν έστω και δέκα δικοί Μου άνθρωποι στην πολυάριθμη πόλη, προς χάρη τους θα έσωζα και τους υπολοίπους»[7].

Το κρίσιμο σημείο βεβαίως που επισημαίνει ο υμνογράφος μιλώντας για την προσφορά του ανθρώπου στον Θεό που γίνεται «δόσις» δική Του έπειτα στον κόσμο είναι ο θεϊκός έρωτας. Εννοούμε ότι αν κίνητρο της όποιας κίνησης του ανθρώπου προς τον Θεό δεν είναι ο πόθος και η σφοδρή αγάπη του προς Εκείνον, τότε δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η προς Αυτόν στροφή του, υπάρχει «κενό». Η αγία Θεοδοσία διακατεχόταν από τον πόθο αυτόν. Επανειλημμένως ο άγιος υμνογράφος μάς λέει: «Θεοδοσία, πόθησες ολοκληρωτικά τον Χριστό κι έτσι υπέφερες με μεγάλη καρτερία τις πληγές των βασάνων. Πληγωνόσουν για χάρη αυτού που αγάπησες παράφορα»[8](στιχ. εσπερ.). «Ο πόθος ο θεϊκός, Θεοδοσία, σε ανέδειξε πιστή νύμφη του Χριστού, γιατί αγάπησες τον δικό Του Σταυρό»[9] (ὠδή γ΄).

Και στην πραγματικότητα, καθώς εξηγεί ο εκκλησιαστικός ποιητής, η αγάπη αυτή της μάρτυρος ήταν συμμετοχή στο Πάθος του Κυρίου – κάθε μαρτύριο για χάρη του Χριστού ποτέ δεν αυτονομείται, αλλά θεωρείται προέκταση του Πάθους του Κυρίου∙ γιατί ακριβώς ο κάθε πιστός ως μέλος Χριστού τη Ζωή Εκείνου διαιωνίζει. Μας το λέει ο υμνογράφος και με άλλον τρόπο: «Θεοδοσία, οδός αθλήσεως για σένα έγινε ο Θεός, αφού ανέβηκε εκούσια στον Σταυρό»[10] (ὠδή α΄). Ο χριστιανός δηλαδή, ζώντας την καθημερινότητά του με τον τρόπο του Χριστού, με υπακοή στο θείο θέλημα, αλλά και φθάνοντας χαρισματικά στο «απώγειο» της υπακοής ως προσφοράς και της ίδιας της ζωής, ζει ως ένας άλλος Χριστός μέσα στον κόσμο. Αυτό άλλωστε δεν είναι ο χριστιανός; Ο ακόλουθος του Χριστού που με τη χάρη Εκείνου «απαρνείται τον (πεσμένο στην αμαρτία) εαυτό του και σηκώνει τον σταυρό του»[11], «επακολουθώντας τα ίχνη του αρχηγού Του»[12].   


[1] Συναξάρι Μηναίου.

[2] «Θεοῦ δόσις πέφυκας, μάρτυς σοφή Θεοδοσία, ἀθλήσει ἐκλάμπουσα καί παρθενίαις φαιδραῖς ἀκτῖσι, πυρσεύουσα πάντων τάς διανοίας τῶν ἀεί σε τιμώνων πίστει».

[3] «Δόσις ἐγένου Θεῶ, ἠμᾶς κατευφραίνουσα».

[4] «Ὡράθης φερώνυμος σαφώς, Θεοδοσία σεμνή∙ Θεοῦ γάρ δόσις ἡμῖν ἀρίστη δέδοσαι , πάνσοφε, δωρεῶν τῶν ὑπέρ ἔννοιαν ἀναδιδοῦσα ποταμούς τοῖς πίστει μέλπουσι∙ Εὐλογεῖτε πάντα τά ἔργα Κυρίου τόν Κύριον».

[5] Από τη Θεία Λειτουργία.

[6] Για τον άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη λέει για παράδειγμα ο επίσης άγιος μαθητής και υποτακτικός του Γέρων Σωφρόνιος: «Στηρίζοντας τον κόσμο με την προσευχή του και δεόμενος διακαώς προς τον Κύριο να Τον γνωρίσουν εν Πνεύματι Αγίω όλοι οι λαοί της γης, ετελείωσε εν ειρήνη τον επίγειο δρόμο του». «Έχοντας λάβει από το Άγιο Πνεύμα το χάρισμα να βιώνει ενεργώς την απέραντη αγάπη του Χριστού προς τον κόσμο, με πύρινα δάκρυα προσευχόταν αδιαλείπτως για την ανθρωπότητα, για όλον τον Αδάμ, ιδιαιτέρως δε για τους κεκοιμημένους. “Το να προσεύχεσαι για τους ανθρώπους σημαίνει να χύνεις αίμα”».    

[7] Γεν. 18, 23 εξ.

[8] «Θεοδοσία, Χριστόν ὁλοκλήρως ποθήσασα, τῶν βασάνων ἤνεγκας τάς πληγάς καρτερώτατα, αἰκιζομένη διά τόν σόν ἐραστήν».

[9] «Ὁ πόθος ὁ θεϊκός, Θεοδοσία, σέ πιστήν ἔδειξε νύμφην Χριστοῦ, τούτου τόν Σταυρόν ἀγαπήσασα».

[10] «Θεός σοι, Θεοδοσία, γέγονεν ὁδός ἀθλήσεως, ἐπί Σταυρόν ἑκούσιον ἐλθών».

[11] Ματθ. 16, 24.

[12] Πρβλ. Α΄ Πέτρ. 2, 21.

ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Πέμπτη 13 Μαΐου 2021

Οσία Ολυμπία και Οσία Ευφροσύνη (11 Μαΐου)





Η οσία Ολυμπία και η οσία Ευφροσύνη έζησαν τον ΙΓ΄ αιώνα και παρέδωσαν την ψυχή τους με μαρτυρικό θάνατο στις 11 Μαΐου του 1235.Η Ολυμπία γεννήθηκε στην Πελοπόννησο κατά το έτος 1200 από ευσεβείς γονείς που κατάγονταν από την Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας της ήταν ιερεύς και η μητέρα της κόρη ιερέως. Από την Κωνσταντινούπολη, άγνωστο για ποιο λόγο, έφυγαν και κατοίκησαν στην Πελοπόννησο.
Σε ηλικία δέκα ετών η Ολυμπία έχασε τους γονείς της και οι συγγενείς της την έστειλαν στο μοναστήρι των Καρυών της Θερμής, τη σημερινή Ιερά Μονή του Αγίου Ραφαήλ, όπου η τότε ηγουμένη Δωροθέα ήταν θεία της Ολυμπίας. Σε ηλικία 19 ετών έγινε η Ολυμπία μοναχή και σε ηλικία 25 ετών, όταν απέθανε η θεία της, έγινε ηγουμένη.
Έπειτα από δέκα χρόνια, στις 11 Μαΐου του 1235, πειρατές ήλθαν στη Μυτιλήνη, πήγαν στο μοναστήρι, διασκόρπισαν τις τριάντα μοναχές και όσες δεν πρόλαβαν να φύγουν, τις κακοποίησαν. Την ηγουμένη και μια γερόντισσα Ευφροσύνη τις βασάνισαν φοβερά. Την Ευφροσύνη, αφού την κρέμασαν σε δένδρο, την έκαψαν. Την Ολυμπία την έκαυσαν σ’ όλο το σώμα με λαμπάδες και έπειτα πέρασαν πυρωμένη σιδηρόβεργα στα αυτιά της και τέλος κάρφωσαν το βασανισμένο σώμα της με είκοσι καρφιά σε μια σανίδα και έτσι με τη σανίδα το ενταφίασαν, μετά την αναχώρηση των πειρατών.
Ο βίος και το μαρτύριο των δύο τούτων Αγίων γυναικών έγιναν γνωστά κατά το έτος 1959, όταν βρέθηκαν τα σεπτά λείψανα των Αγίων της Θερμής και έγινε γνωστή με θειες αποκαλύψεις η ιστορία τους, όπως και οι τάφοι με τα σεπτά λείψανά τους. Στον τάφο της Αγίας Ολυμπίας βρέθηκαν και τα είκοσι καρφιά με τα όποια την είχαν καρφώσει.
Η μνήμη τους εορτάζεται στην Ιερά Μονή των Καρυών (του Αγίου Ραφαήλ και των συν αυτώ Αγίων) στις 11 Μαΐου.

Τρίτη 11 Μαΐου 2021

ΑΓΙΑ ΓΛΥΚΕΡΙΑ Η ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ


orthodox christianity, orthodoxy


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
        Οι γυναίκες και μάλιστα οι νεαρές παρθένες, Μάρτυρες της Εκκλησίας μας επέδειξαν τον ίδιο ηρωισμό με τους άνδρες κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, όπου η πίστη του Χριστού διώκονταν με δαιμονική μανία από τον αρχαίο ειδωλολατρικό παρηκμασμένο κόσμο. Μια από αυτές υπήρξε η αγία Μάρτυς Γλυκερία.
        Έζησε τον 2ο μ. Χ. αιώνα στα χρόνια που αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Αντωνίνος ο Ευσεβής (138-161). Γεννήθηκε στην πόλη Τραϊανούπολη και ήταν κόρη του υπάτου της πόλεως Μακαρίου. Όταν ακόμα μικρή κατηχήθηκε κρυφά από θερμούς Χριστιανούς και έγινε ένθερμη Χριστιανή.  Ως έφηβη είχε αναπτύξει αξιοθαύμαστη κατηχητική δράση, μεταστρέφοντας στην Εκκλησία πλήθος νεανίδων ειδωλολατρών.
        Η δράση της έγινε γνωστή στους αδίστακτους ιερείς των ειδώλων, οι οποίοι την κατήγγειλαν στον φανατικό ειδωλολάτρη ηγεμόνα Σαβίνο, ο οποίος έδωσε διαταγή να τη συλλάβουν και να την οδηγήσουν μπροστά του. Η νεαρή Γλυκερία, πριν την παρουσιάσουν στον τύραννο είχε σημειώσει στο μέτωπό της το σημείο του Τιμίου Σταυρού και ομολόγησε με ηρωισμό την πίστη της στο Λυτρωτή και Σωτήρα Χριστό. Ο Σαβίνος την οδήγησε σε παρακείμενο βωμό να θυσιάσει στο άγαλμα του Δία. 

Η Γλυκερία προσευχήθηκε στο Χριστό και αμέσως ακούστηκε μια μεγάλη βροντή και το είδωλο έπεσε από μόνο του και συντρίφτηκε. Τότε οι ειδωλολάτρες ιερείς, γεμάτοι οργή, την παρέδωσαν στον ηγεμόνα να λιθοβοληθεί. Εκείνος συγκέντρωσε πλήθος φανατισμένων ειδωλολατρών, δίνοντάς τους εντολή να τη φονεύσουν δια λιθοβολισμού.  Όρμισαν μανισμένοι και άρχισαν να την λιθοβολούν με μανία και κατάρες. Όμως οι λίθοι άλλαζαν κατεύθυνση και δεν άγγιζαν τη Μάρτυρα! Τότε την εξέλαβαν ως μάγισσα και άρχισαν να τη βρίζουν χυδαία.
       Ο ηγεμόνας την έκλεισε φυλακή και μάλιστα να την ασφαλίσουν, φοβούμενος πως με τα μαγικά της θα δραπέτευε. Εκεί την επισκέφτηκε ο σεβάσμιος Χριστιανός ιερέας της πόλεως Φιλοκράτης για να την εμψυχώσει. Βρήκε την Μάρτυρα να προσεύχεται. Εκείνη το μόνο που του ζήτησε ήταν να την σφραγίσει με το σημείο του Τιμίου Σταυρού.  
        Το επόμενο πρωί οδηγήθηκε στο δικαστήριο, στο όπου πρωτοστατούσε ο ηγεμόνας Σαβίνος. Τη ρώτησε αν ήταν διατεθειμένη να θυσιάσει στο Δία για να της χαριστεί η ζωή. Εκείνη αρνήθηκε κατηγορηματικά και ομολόγησε για μια ακόμα φορά την πίστη της στο Χριστό. Τότε ο ηγεμόνας διέταξε να την κρεμάσουν από τα μαλλιά και να της γδάρουν το κεφάλι! Η Μάρτυρας κρεμασμένη δοξολογούσε το Θεό!
      Ο ηγεμόνας έδωσε εντολή να τη ξεκρεμάσουν και να της συντρίψουν το πρόσωπο, διότι δεν άντεχε να ακούει τις δοξολογίες της. Αλλά την ίδια στιγμή εμφανίστηκε άγγελος Κυρίου και παρέλυσε τους δημίους της, μένοντας ακίνητοι σαν νεκροί. Βλέποντας το νέο αυτό θαύμα ο Σαβίνος, διέταξε να την κλείσουν στη φυλακή και να μην της δίνουν τροφή για να πεθάνει από την πείνα. Αλλά όμως άγγελοι της πήγαιναν τροφή και εκείνη δοξολογούσε αδιάκοπα το Θεό.
      Έμεινε εκεί κλεισμένη για πολύ καιρό. Κάποτε ο ηγεμόνας αποφάσισε να πάει στην πόλη Ηράκλεια και σκέφτηκε να πάρει μαζί του την Γλυκερία για να την πιέσει εκεί να αρνηθεί την πίστη της. Γεμάτος έκπληξη διαπίστωσε πως δεν είχε πάθει ασιτία και είδε στο κελί της παραθεμένα πολλά εδέσματα και παραξενεύτηκε.
      Οι Χριστιανοί της Ηράκλειας, με επικεφαλής τον Επίσκοπό τους Δομίτιο, όταν πληροφορήθηκαν ότι θα έφτανε στην πόλη τους η αθλοφόρος Μάρτυς του Χριστού, έτρεξαν αν την προϋπαντήσουν και να την τιμήσουν, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από
τους ειδωλολάτρες. Το άλλο πρωί ο ηγεμόνας οργάνωσε δημόσια δίκη, καλώντας πολύ κόσμο να την παρακολουθήσουν και διατάσσοντας την Γλυκερία να θυσιάσει στα είδωλα, διαφορετικά θα την θανάτωνε. Εκείνη για μια ακόμα φορά ομολόγησε την πίστη της στο Χριστό, καταφρονώντας τις απειλές του ηγεμόνα. Τότε εκείνος διέταξε να πυρακτώσουν ένα καμίνι και να την ρίξουν να βρει τραγικό και παραδειγματικό θάνατο. Αλλά το θαύμα επαναλήφτηκε, έκανε το σημείο του Σταυρού και πήδηξε στο καμίνι. Αμέσως οι φλόγες άρχισαν να ξεχύνονται από το καμίνι και μια ουράνια υπέροχη δροσιά αντικατέστησε την θανατερή πυρά. Εκείνη στεκόταν. Σαν τους Τρεις Παίδες της Παλαιάς Διαθήκης, στη μέση της καμίνου, δοξολογώντας το Θεό!
        Βλέποντας το θαύμα ο θηριώδης Σαβίνος, όχι μόνον δεν πίστεψε στη δύναμη του αληθινού Θεού, αλλά έδωσε διαταγή για νέα βασανιστήρια. Να τη δέσουν χειροπόδαρα και να της γδάρουν το κεφάλι! Η Γλυκερία υπέμεινε με απίστευτο ηρωισμό το μαρτύριο. Έτσι με το κεφάλι γδαρμένο την πέταξαν στη φυλακή. Όμως και πάλι έγινε το θαύμα. Άγγελος Κυρίου την επισκέφτηκε το μεσονύκτιο, την έλυσε από τα δεσμά και την  θεράπευσε, χωρίς να αφήσει το παραμικρό σημάδι στο κεφάλι της!
       Το επόμενο πρωί ο δεσμοφύλακας Λαοδίκιος, όταν πήγε για να την παραλάβει και να την οδηγήσει και πάλι στον ηγεμόνα, διαπίστωσε με θαυμασμό την θαυματουργική θεραπεία της και την απελευθέρωσή της από τα δεσμά. Πήγε στον Σαβίνο και ομολόγησε την μεταστροφή του στο Χριστό. Αμέσως δόθηκε διαταγή να τον αποκεφαλίσουν, και να αξιωθεί το μαρτυρίου! Οι Χριστιανοί πήραν το σώμα του Μάρτυρα και το ενταφίασαν με τιμές. Την δε Γλυκερία αποφάσισε να ρίξει στην αρένα να την κατασπαράξουν τα αιμοβόρα και πεινασμένα θηρία.
       Η Μάρτυρας άκουσε με χαρά την απόφαση του ηγεμόνα και στάθηκε γαλήνια στο κέντρο της αρένας, όπου παρακολουθούσαν το θέαμα χιλιάδες ειδωλολάτρες θεατές. Τα πεινασμένα θηρία όρμισαν και την κατασπάραξαν, παραδίδοντας με αυτόν τον φρικτό και βασανιστικό τρόπο την αγία ψυχή της στο Χριστό, που τόσο αγάπησε στη ζωή της. Ο Επίσκοπος Ηρακλείας Δομίτιος περιμάζεψε ό, τι είχε απομείνει από το λείψανό της και το έθεσε σε ασφαλές μέρος της επισκοπής του. Η μνήμη της εορτάζεται στις 13 Μαΐου