Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Σταυρούλα Τούλα: Η σπουδαία ευεργέτιδα, φιλάνθρωπος και αρχόντισσα της Πάτρας



site analysis
toula-1









Του Σωτήρη Λέτσιου - Από την Ορθόδοξη Αλήθεια που κυκλοφορεί στα περίπτερα

«Με τη γλυκιά ελπίδα πως θα διαβάσουν τις σελίδες που ακολουθούν όχι μόνο όσοι τη γνώρισαν, αλλά και άλλοι, που δεν γνώρισαν την αείμνηστη Σταυρούλα Τούλα, προβαίνουμε στη δημοσίευση της βιογραφίας της, για να πληροφορηθούν ότι υπάρχουν και στα δικά μας χρόνια Ανθρωποι που ζουν μεταξύ ουρανού και γης, γλυκές φυσιογνωμίες γεμάτες καλοσύνη και αγιότητα.
Αλλά είναι τόσο λίγοι, που πρέπει, σαν άλλος Διογένης, με ένα λαδοφάναρο στα χέρια, να τους ψάξεις, να τους εντοπίσεις και να τους ζητήσεις».
Με αυτά τα θερμά λόγια ξεκινά τη βιογραφία της αείμνηστης Σταυρούλας Τούλα ο κ. Δημήτρης Κούβελας, καθηγητής Θεολογίας και συγγραφέας του βιβλίου «Σταυρούλα Τούλα: Η φιλάνθρωπος».
Σπάνια έχουμε τη χαρά να συναντούμε στο διάβα μας ανθρώπους όπως η βιογραφούμενη, αλλά και να σχηματίζουμε την αίσθηση πως ο κόσμος μας δεν είναι ο δικός τους κόσμος.
Τους θέλει ο Θεός και έρχονται δίπλα μας, για να διδάξουν με απλό και φυσικό τρόπο την πίστη και την ανεπιτήδευτη καλοσύνη.
Στη Δημητσάνα
Η Σταυρούλα Ρήγα ή Ρηγοπούλου (αυτό ήταν το πατρικό επώνυμό της) γεννήθηκε το 1910 στη Δημητσάνα της επαρχίας Γορτυνίας στον νομό Αρκαδίας.
Ηταν παιδί πολύτεκνης και φτωχής οικογένειας, που αριθμούσε στους κόλπους της συνολικά εννέα παιδιά. Την αποκαλούσαν και «Γαλανή», επειδή είχε γαλανά μάτια, όπως η ίδια χαριτολογώντας έλεγε.
Γράμματα λίγα έμαθε, τα στοιχειώδη της εποχής εκείνης, πράγμα το οποίο δεν έπαιξε αρνητικό ρόλο στην εξέλιξή της και στο να χαράξει σταθερά την πορεία της προς την ανθρωπιά, την καταξίωση, την τελειότητα και τον αγιασμό.
Πατέρας της ήταν ο Βασίλειος Ρήγας ή Ρηγόπουλος και μητέρα της η Ζαχαρή Παρασκευοπούλου.
Η φτώχεια και η ανέχεια των γεωργοποιμένων γονιών της έκαναν τη μικρή Σταυρούλα προσεκτική, ολιγαρκή, ταπεινή και απλή.
Ξεχώριζε για την καθαρότητα της ζωής της, τη διαγωγή της και τη μεγάλη πίστη της. Ηταν φύση εσωτερική, αγάπησε πάνω απ' όλα τον Θεό.
Κατ' επέκταση, τον άνθρωπο, τα ανώτερα ιδανικά, τους χριστιανικούς αγώνες, οι οποίοι την οδήγησαν σε δυσθεώρητα ύψη.
Ο γάμος
Η γνωριμία στα 20 χρόνια της με τον εκ Δημητσάνας Αιμιλιανό Τούλα -εκλεκτό εκπρόσωπο της περιοχής- καταλήγει σε γάμο.
Ο Τούλας είχε μετακομίσει στην Πάτρα, όπου διατηρούσε βιβλιοπωλείο και ήταν γνωστός για το ήθος και τη σοβαρότητά του.
Με τη σύζυγό του Σταυρούλα, η οποία έφτασε στην Πάτρα το 1932, δημιουργούν το σπιτικό τους, ενώ συγχρόνως το βιβλιοπωλείο ακολουθεί πορεία συνεχούς προόδου.
Ο Αιμιλιανός Τούλας επισκεπτόταν ο ίδιος πόλεις του εξωτερικού και μετέφερε από εκεί βιβλία για το βιβλιοπωλείο του, ενώ ο ίδιος είχε τιμηθεί με αναμνηστικό μετάλλιο από τον Ελευθέριο Βενιζέλο για τις ανδραγαθίες του στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους.
Είχε επισκεφτεί μαζί με τη σύζυγό του τα πανάγια προσκυνήματα στην Ιερουσαλήμ και στους Αγίους Τόπους.
Η επίσκεψη αυτή τους επηρέασε πολύ στην ολοκλήρωση της πνευματικής προσωπικότητάς τους.
Το 1971 ο Αιμιλιανός πεθαίνει πλήρης ημερών. Ηδη είχε μια πολύ σεβαστή περιουσία, την οποία άφησε εξ ολοκλήρου στη σύζυγό του Σταυρούλα.
Αυτό της το είχε εκμυστηρευτεί πολύ πριν πεθάνει, σε έναν από τους καλοκαιρινούς περιπάτους τους: «Σταυρούλα, θα σου τα αφήσω όλα. Να τα διαχειριστείς όπως εσύ θέλεις».
Ηταν σίγουρος για την ανθρώπινη διαχείριση της περιουσίας, αφού πάντα πίστευε στη φρόνηση και την αξιοπρέπεια της συζύγου του. Η ίδια είχε αποφασίσει να ακολουθήσει τον δρόμο της.
Αρχίζει να πουλά τα υπάρχοντά της, εγκαινιάζοντας το μεγάλο φιλανθρωπικό έργο της. Αποφασίζει να δώσει με αντιπαροχή το παλιό αρχοντικό επί της οδού Βότση 52 -όπου διέμεναν με τον σύζυγό της- και μετακομίζει σε ένα απλό σπίτι, πληρώνοντας ενοίκιο.
Χαρακτηριστικά για το ποιόν της σκέψης της είναι όσα αναφέρει στο βιβλίο του ο κ. Κούβελας: «Η πολιτογράφησή της στο βασίλειο της αταλάντευτης άνεσης δεν την κυρίευσε. Τα χρήσιμα και τα αρκετά τής φαίνονταν πολλά. Αρχίζει να κάνει πράξη την αρετή της φιλανθρωπίας. Σεβασμός στο πρόσωπο του Θεού, πρόνοια για τον συνάνθρωπο που στερείται και βασανίζεται. Σεβασμός στον Δημιουργό και στη Δημιουργία. Είχε αποφασίσει πλέον τον δρόμο που θα ακολουθούσε. Εναν δρόμο ακτημοσύνης - φιλανθρωπίας - βοήθειας. Ετσι, άρχισε να πουλάει τα υπάρχοντά της, αρχίζοντας το μεγάλο φιλανθρωπικό της έργο».
Ενα καθοριστικής σημασίας γεγονός για τη μετέπειτα πορεία της στέκεται ο πολύ σοβαρός τραυματισμός της το 1975 σε τροχαίο ατύχημα.
Αντιμετωπίζει την επώδυνη δοκιμασία με μεγάλη καρτερία, προσευχόμενη στον Θεό. Οταν πια έχει αποθεραπευθεί, καλεί τον ιδιοκτήτη του ταξί -ο οποίος είχε προκαλέσει το ατύχημα- και, αντί οποιασδήποτε άλλης αντίδρασης, του έδωσε την ευχή της, χωρίς την παραμικρή αξίωση, ενώ συγχρόνως πλήρωσε αγόγγυστα όλα τα νοσήλιά της. Εκτοτε αρχίζει μια μεγάλη «θεονοσταλγική πορεία που έχει χαράξει στο μυαλό και στην καρδιά της» και η οποία μεταφράζεται σε πολύπλευρο φιλανθρωπικό έργο.
ΤΗΣ ΑΡΕΣΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΤΟ «ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ»
Της άρεσε να διαβάζει, μεταξύ των πολλών εκκλησιαστικών βιβλίων, το «Γεροντικόν». Το είχε πάνω στο κομοδίνο της ανοιχτό στη σελίδα 56.
Αντιγράφουμε από το βιβλίο του κ. Κούβελα: «Μια χειμωνιάτικη ημέρα που το κρύο ήταν τσουχτερό, κάποιος γέροντας έβαλε πάνω από το συνηθισμένο του ράσο ένα χοντρό σάκο, για να πάει στην εκκλησία. Ενας άλλος μοναχός που τον συνάντησε στον δρόμο τον ρώτησε: “Εάν έλθει τώρα ένας φτωχός και σου ζητήσει ένα ρούχο, ποιο από τα δυο θα του δώσεις;” “Το πιο ζεστό” αποκρίθηκε ο γέροντας. “Και εάν πιο πέρα σε δει και δεύτερος και σου ζητήσει;” “Θα του δώσω ευχαρίστως και το άλλο και θα γυρίσω πίσω στο κελί μου, έως ότου στείλει ο Κύριός μου να με σκεπάσει” είπε γεμάτος εμπιστοσύνη στον Θεό ο γέροντας».
Μέχρι το τέλος έδωσε 
ό,τι της είχε απομείνει 
σε όποιον είχε ανάγκη
Δεν κράτησε τίποτα!
Εκτός από την πληθώρα των έργων, αναρίθμητοι ήταν οι ανώνυμοι χριστιανοί που αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα και δέχτηκαν την αμέριστη βοήθεια και συμπαράσταση της αείμνηστης Σταυρούλας Τούλα.
Οπως η περίπτωση μιας χήρας αστυνομικού, η οποία αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα μετά τον θάνατο του συζύγου της.
Η γερόντισσα είχε ρωτήσει και είχε πληροφορηθεί για τις δυσκολίες που περνούσε αυτή η οικογένεια και είχε στείλει ένα σημαντικό ποσό, χωρίς να γνωρίζει από κοντά κάποιο από τα μέλη της.
Τα χρόνια κυλούσαν. Ζούσε ήρεμα, χριστιανικά και φιλάνθρωπα, με τη σιγουριά του ανθρώπου που έχει την προστασία της Παναγίας.
Τον Ιανουάριο του 2008 φάνηκε πως η γήινη πορεία της τελείωνε. Οι δυνάμεις της άρχισαν να την εγκαταλείπουν. Στις 5 Μαΐου 2008 σε ηλικία 98 χρονών έφυγε από τη γη, για να συναντήσει τον προσωπικό της άγγελο-προστάτη, φύλακα και οδηγό.
Τρεις μήνες πριν από το τέλος της ζήτησε να πληροφορηθεί τις ανάγκες πολλών ανθρώπων, με σκοπό να τους προσφέρει ό,τι είχε απομείνει. Ηθελε να φύγει χωρίς να αφήσει κανένα περιουσιακό στοιχείο πίσω της.
Εφυγε τιμημένη με το μετάλλιο του Αποστόλου Ανδρέα από την τοπική Εκκλησία της Πάτρας για την προσφορά της. Αφησε πίσω τα έργα της να μιλούν για την ίδια, αν και ποτέ δεν επιδίωξε τον θαυμασμό και τα εγκωμιαστικά σχόλια.
Διαμαρτυρόταν κάθε φορά που κάποιος αναφερόταν στην προσφορά της. Αποδέχτηκε την τιμή που η Εκκλησία της Πάτρας της επιφύλαξε, με σκοπό «και άλλοι να μιμηθούν τα έργα της καλοσύνης και της προσφοράς», όπως η ίδια συνήθιζε να λέει.
«Υπήρξε η Σταυρούλα Τούλα ένας αυθεντικός άνθρωπος από εκκλησιαστική άποψη. Γιατί αυθεντικός μπορεί να είναι μόνο ο άνθρωπος του Θεού, αυτός που διαθέτει τη θεοτική εμπειρία της παρουσίας του Θεού στη ζωή του» σημειώνει ο κ. Κούβελας.
Πράξη κοινωνίας με τον Θεό ήταν γι' αυτήν αυτό που η Εκκλησία κηρύττει: να επουλώνεις τραύματα, να ενισχύεις, να ενθαρρύνεις στον αγώνα της αρετής. Να μοιράζεσαι τον πόνο σκορπώντας ό,τι έχεις στους φτωχούς και δυστυχισμένους σεμνά και αθόρυβα!
Ενίσχυσε την ανέγερση ιδρυμάτων για ανάπηρα παιδιά, ασθενείς και ηλικιωμένους
Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθούν μεταξύ άλλων τα παρακάτω:
1) Στέγη Αγάπης «Αιμιλιανός και Σταυρούλα Τούλα» στην Αγία Τριάδα Πατρών για τη σίτιση 70 και επιπλέον απόρων.
2) Κατασκευή δαπέδου στον Μητροπολιτικό Ναό της Ευαγγελίστριας καθώς και οικονομική βοήθεια για την αναστήλωση του ναού.
3) Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ρίου: Ανέγερση Ιερού Ναού Παναγίας Βοηθείας, ενός περικαλλούς ναού για την τέλεση των λατρευτικών ακολουθιών και τη συμμετοχή στα ιερά μυστήρια τόσο του προσωπικού όσο και των ασθενών.
Δωρεά ιατρικών μηχανημάτων στη Νευροχειρουργική Κλινική όπως και δωρεά μηχανήματος στην Οφθαλμολογική Κλινική.
4) Ασυλο Ανιάτων Πατρών: Πλήρης οδοντιατρικός εξοπλισμός για τους τροφίμους. 5) «Κιβωτός Αγάπης»: Αγορά οικοπέδου και μεγάλη οικονομική βοήθεια.
6) Οικονομική ενίσχυση της εξωτερικής ιεραποστολής σε Αφρική, Ινδία, Μεξικό και αλλού. Η αγάπη της για τον Σύλλογο Ορθοδόξου Ιεραποστολής «Ο Πρωτόκλητος», που εδρεύει στην Πάτρα, και τον εκλεκτό πρόεδρό της κ. Νικόλαο Σίμο ήταν δεδομένη.
7) Αναστήλωση πολλών εκκλησιών στην πατρίδα της, τη Δημητσάνα, στις Ιερές Μονές Φιλοσόφου, Αιμυαλών καθώς και σε μονές των Μητροπόλεων Μεσσηνίας, Ακαρνανίας κ.ά.
Μεγάλο χρηματικό ποσό κατέθεσε στο εκκλησιαστικό συμβούλιο του Ι. Ν. Αγίου Χαραλάμπους στη Δημητσάνα εις μνήμην του αδελφού της Χαράλαμπου.
8) Δημιουργία γηροκομείου επίσης στη Δημητσάνα. Αυτό λειτούργησε για κάποια χρόνια ως σχολή Πληροφορικής, με δαπάνες της ίδιας της χορηγού, από την οποία επιπροσθέτως είναι κατατεθειμένο πολύ μεγάλο χρηματικό ποσό για την απρόσκοπτη λειτουργία του.
9) Προσφορά βοήθειας σε διάφορους φιλανθρωπικούς συλλόγους, σωματεία, οργανώσεις.
10) Οικονομική ενίσχυση στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος Αγίου Ορους για την υδροδότηση της ιεράς μονής.
11) Μεγάλη οικονομική βοήθεια για την ανέγερση του Ιερού Ναού Αγίας Ειρήνης Κυανής Εβρου (Διδυμότειχο).
12) Μεγάλη οικονομική βοήθεια για την ενίσχυση του πολύπλευρου έργου του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου.
13) «Μέριμνα» Πατρών: Δωρεά οικοπέδου. Πρόκειται για ίδρυμα για τα φτωχά παιδιά προς εκμάθηση κάποιας εργασίας.
14) Δωρεά οικοπέδου 3.500 τ.μ. στην Ταραμπούρα για την Ιερά Μητρόπολη Πατρών. 15) Ανέγερση του Ιερού Ενοριακού Ναού Αγίου Αιμιλιανού στη μνήμη του συζύγου της.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η δεύτερη Αγία Τράπεζα στο Ιερό Ναό του Αγίου Αιμιλιανού έγινε στο όνομα της Αγίας Κυριακής, πολιούχου της Δημητσάνας, με υπόδειξη της αδελφής της Αντωνίας Αυγέρου.
*Οι φωτογραφίες είναι από τη βιογραφία της Σταυρούλας Τούλα, την οποία επιμελήθηκε ο καθηγητής Θεολογίας Δημήτρης Λ. Κούβελας.

Ματρώνης Μάρτυρος της εν Θεσσαλονίκη.(27 Μαρτίου)



site analysis


Tω αυτώ μηνί KΖ΄, μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Mατρώνης της εν Θεσσαλονίκη.
 Oυκ άξιον λαθείν σε Mάρτυς Mατρώνα,
Kαν ένδον ειρκτής εκπνέης κεκρυμμένη.
Eικάδι εβδομάτη θάνε Mατρώνη ενί ειρκτή.
(από τον Συναξαριστή του α. Νικοδήμου)
 Aύτη ήτον δουλεύτρα μιάς γυναικός Eβραίας, Παντίλλης ονομαζομένης, η οποία ήτον σύζυγος ενός αρχιστρατήγου εν τη πόλει της Θεσσαλονίκης. Όταν δε η κυρά της επήγαινεν εις την Συναγωγήν των Eβραίων, ηκολούθει μεν εις αυτήν και η Mατρώνα, μέσα όμως εις την Συναγωγήν δεν έμβαινεν, αλλά εγύριζε και επήγαινεν εις την Eκκλησίαν των Xριστιανών. Eπειδή δε εφανερώθη εις την κυράν της τούτο οπού έκανε, διά τούτο εδάρθη η μακαρία ανελεήμονα, και εκλείσθη μέσα εις φυλακήν. Eίτα ευγάλεται από την φυλακήν, και πάλιν δέρνεται, και πάλιν κλείεται εις την φυλακήν. Eκεί δε διαπεράσασα ημέρας πολλάς, παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού. Λέγουσι δε, ότι το άγιον αυτής λείψανον ενταφιάσθη εντίμως. H δε κυρά της Παντίλλα, εγλύστρισεν επάνω από το τείχος, και έπεσε κάτω εις ένα υπολήνιον, όπου χύνεται ο μούστος, και εκεί κατέστρεψε την ζωήν, και έλαβε κατά το παρόν την αξίαν καταδίκην παρά Θεού.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Αναλυτική Βιογραφία (από saint.gr)
Η Οσία Ματρώνα έζησε στη Θεσσαλονίκη και συγκαταλέγεται μεταξύ των Μαρτύρων των πρώτων αιώνων της Εκκλησίας μας, κατά την περίοδο των διωγμών. Υπήρξε ακόλουθος μιας πλούσιας και ευγενούς Ιουδαίας, με το όνομα Παντίλλα ή Παυτίλλα, η οποία ήταν σύζυγος του στρατοπεδάρχη της Θεσσαλονίκης. Καθημερινά συνόδευε την κυρία της στη συναγωγή της πόλεως, όπου ωστόσο δεν πήγαινε η ίδια, διότι κρυφά κατέφευγε σε χριστιανικό ναό, για να προσευχηθεί.

Μοιραία, όμως, επειδή για πολύ καιρό η Ματρώνα ξεγελούσε την κυρία της, μια λάθος κίνηση στάθηκε αφορμή για να αποκαλυφθεί η ταυτότητά της. σε μία εορτή των Ιουδαίων, κατά την οποία συνήθιζαν να τρώνε πικρά χόρτα και άζυμα, η Ματρώνα άργησε να επιστρέψει από το ναό και όταν έφθασε στην συναγωγή γινόταν η τελετή των Επιτιμίων. Ένας από τους δούλους της Παντίλλας κατήγγειλε ότι η Ματρώνα ήταν Χριστιανή και ότι εξαπατά την κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορά που αυτή προσερχόταν στην συναγωγή, εκείνη να πηγαίνει στην Εκκλησία. Αυτό προκάλεσε την οργή της Παντίλλας, που δεν δίστασε, ξεσπώντας σε κραυγές, να την κατηγορήσει ότι είναι εχθρική προς αυτήν. Διέταξε αμέσως την σύλληψή της και, αφού την συνέλαβαν και την έδεσαν, άρχισαν να την μαστιγώνουν. Η Ματρώνα, όμως, με παρρησία δήλωσε ότι είναι Χριστιανή και ότι, αν και η κυρία της εξουσίαζε το σώμα της και την ίδια της την ζωή, ωστόσο δεν μπορούσε να την μεταπείσει σε όσα πίστευε.

Η Παντίλλα, αφού την αλυσόδεσε, διέταξε να την φυλακίσουν και να σφραγίσουν την πόρτα του κελιού της. Έπειτα από τρεις ημέρες, νωρίς το πρωί, πήγε η ίδια να δει αν η Ματρώνα ζει. Έκπληκτη διαπίστωσε ότι είχε ελευθερωθεί από τα δεσμά της και στεκόταν φωτεινή ψάλλοντας, χωρίς να έχει το παραμικρό ίχνος τραύματος και βασανισμού. Εξοργισμένη η Παντίλλα διέταξε να δέσουν πάλι την Ματρώνα και να την μαστιγώσουν ανηλεώς. Εκείνη, έκπληκτη για την ιδιαίτερη σκληρότητα της κυρίας της, την ρώτησε γιατί την βασάνιζε, ομολογώντας ωστόσο την πίστη της στον Χριστό. Καταπονημένη από τα βασανιστήρια και μην μπορώντας να σταθεί στα πόδια της, η Ματρώνα κλείσθηκε και πάλι στην φυλακή.

Έπειτα από τρεις ημέρες, όταν η Παντίλλα επισκέφθηκε το κελί της φυλακής της Αγίας, αντίκρισε το ίδιο θέαμα. Την Μάρτυρα απελευθερωμένη από τα δεσμά της, με το ίδιο φωτεινό πρόσωπο, παρά τα βασανιστήρια και την πείνα που υπέστη επί δεκατέσσερις ημέρες. Τότε η κυρία της, γεμάτη οργή, διέταξε να δέσουν την Ματρώνα σε δρύινα ξύλα και να την βασανίσουν. Εξαντλημένη η Αγία από τις μαστιγώσει και με το σώμα της γεμάτο σημάδια, ψέλλισε με αδύναμη φωνή λίγες λέξεις προσευχής και παρέδωσε το πνεύμα της.

Η Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον με το όνομα Στρατόνικος, να τυλίξει το λείψανο της Αγίας σε δέρμα και στην συνέχεια να το ρίξει έξω από τα τείχη της πόλεως. Το ιερό λείψανό της το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν με ευλάβεια κοντά στην Λεωφόρο, δηλαδή την Εγνατία οδό. Μετά το τέλος των διωγμών, ο Επίσκοπος Θεσσαλονίκης Αλέξανδρος πήρε το σκήνωμα της Μάρτυρος και το μετέφερε μέσα στην πόλη και, αφού έκτισε ναό, το απέθεσε εντός αυτού.

Την εποχή της Φραγκοκρατίας, όμως, το σκήνωμα της Αγίας μεταφέρθηκε στην Βαρκελώνη και εναποτέθηκε σε ναό, που καταστράφηκε κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Εκτός των τειχών της Θεσσαλονίκης υπήρχε και μονή αφιερωμένη στην Αγία Ματρώνα.

ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ



site analysis


Σε μια συντροφιά από μητέρες, που ενδιαφέρονται για το φυσικό τρόπο ανατροφής των παιδιών τους, αναφέρθηκε ο λόγος του ήρωα Μακρυγιάννη, ότι ο ίδιος θήλασε για τέσσερα χρόνια. Ο λόγος αυτός προκαλεί εντύπωση τη σημερινή εποχή όπου ο θηλασμός, αλλά και γενικά η φυσικός τοκετός  και ο φυσικός τρόπος ανατροφής των παιδιών έχουν παραμεληθεί, λόγω του σύγχρονου, αφύσικου τρόπου ζωής.

Αναζήτησα λοιπόν, μέσα στα απομνημονεύματα του ήρωα τη συγκεκριμένη πληροφορία και ,με αρκετό κόπο ,την εντόπισα. 

***Η περιπετειώδης γέννηση  του ήρωα
Είναι συγκλονιστική, μέσα στην απλότητα που είναι δοσμένη, η περιγραφή της γέννησης του Μακρυγιάννη. Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε μια ετοιμόγεννη, μια έγκυο στις μέρες της, να ξεκινάει να μαζέψει ξύλα από το βουνό, γιατί ήταν απαραίτητα για το σπίτι. Φορτωμένη με τα ξύλα, στην ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι της γέννας. «Μόνη της η καημένη και αποσταμένη» γέννησε, ξελεχώνεψε, φορτώθηκε λίγα ξύλα, τύλιξε με χόρτα το νεογέννητο, το φορτώθηκε και αυτό και επέστρεψε στο χωριό. Τι δύναμη, τι ψυχή έκρυβε μέσα της αυτή η γυναίκα! Και αν δεχτούμε την άποψη της σύγχρονης επιστήμης ότι  ο τοκετός σηματοδοτεί ολόκληρη τη ζωή του ανθρώπου, κατανοούμε πως αυτό το παιδί πήρε όλη την παλληκαριά της μάνας του…

(Πόσο πιο φυσικά ξεκινούσε τότε η ζωή και πόσο έχουν περιπλακεί σήμερα τα πράγματα σχετικά με τη γέννηση των παιδιών…) 

***Μητρικός θηλασμός
Ήταν  μικρός ο ήρωας όταν ορφάνεψε, αφού οι Τούρκοι σκότωσαν τον πατέρα του.  Η μάνα του, μαζί με άλλους συγγενείς που γλύτωσαν από την κακία των Τούρκων, αποφάσισαν να φύγουν από το χωριό και να πάνε στη Λεβαδειά, για να γλυτώσουν. Δεκαοχτώ μερόνυχτα κρυβόταν μέσα στα δάση, τρώγοντας αγριοβελάνιδα και «εγώ εβύζαινα και έτρωγα από αυτό το γάλα». Έτσι επιβίωσε, μικρό παιδί , μέσα στα δάση. Με το γάλα της μάνας του, που παρ’ όλη την ταλαιπωρία και τις στερήσεις, ήταν αρκετό για να τον κρατήσει στη ζωή. 
(Εμείς τώρα, οι σημερινές μάνες, δικαιολογούμαστε να λέμε ότι δεν έχουμε γάλα και γι αυτό δεν θηλάζουμε τα παιδιά μας;) 

Το στήθος της μάνας του τον έσωσε πάλι όταν έπρεπε να περάσουν το γεφύρι του χωριού, που το φύλαγαν οι Τούρκοι. Είχαν αποφασίσει να αφήσουν το μωρό στο δάσος, μήπως κλάψει και τους προδώσει. Η μάνα όμως δεν άντεξε να αφήσει το σπλάχνο της.

Διακινδυνεύοντας τη ζωή της, τους είπε να περάσουν πρώτα εκείνοι, και μετά να περάσει και εκείνη. Τύφλωσε ο Θεός τους Τούρκους και πέρασαν οι άνθρωποι. Έπειτα έβαλε  το μωρό στο στήθος να θηλάζει, μην τυχόν και κλάψει και ακουστεί καθώς περνούν, και πέρασαν και εκείνοι το γεφύρι και γλύτωσαν… «Η μητέρα μου και ο Θεός μας έσωσε» , καταλήγει ο ήρωας. Τι γενναία, τι ριψοκίνδυνη μάνα! Πώς να μην έδινε τέτοιο μεγάλο άνθρωπο στο Γένος…

Αυτή η μάνα συνέχισε να θηλάζει το στερνοπούλι της για τέσσερα χρόνια. Το χρονικό αυτό διάστημα φαίνεται πολύ μεγάλο για εμάς σήμερα. Ωστόσο, δεν έρχεται καθόλου σε αντίθεση με την άποψη της σύγχρονης επιστήμης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, συνιστάται ο μητρικός θηλασμός για τουλάχιστον δύο χρόνια. Επιπλέον, δεν υπάρχει ανώτερο όριο ηλικίας για το παιδί που θηλάζει, ούτε συνδέεται ο θηλασμός με οποιεσδήποτε ψυχικές βλάβες.

Ας ακούσουμε το Γ. Παΐσιο να μιλάει για το θέμα του μητρικού θηλασμού «Να θηλάσει το παιδί», επέμενε σε ένα νέο πατέρα. «Το γάλα της μάνας είναι το καλύτερο. Είναι και φάρμακο και δεν αρρωσταίνει το παιδί. Στο χωριό μου τα θήλαζαν τα παιδιά μέχρι πέντε- έξι χρονών. Βλέπεις, τα παιδιά δεν θηλάζουν μόνο γάλα, αλλά θηλάζουν και αγάπη και στοργή και τρυφερότητα και ασφάλεια. Έτσι όταν μεγάλωναν τα παιδιά έπιαναν τους Τσέτες με το ένα χέρι! Ο θηλασμός είναι πολλά πράγματα, δεν είναι μόνο το γάλα.

Η μητέρα να θηλάσει το παιδί της όσο περισσότερο μπορεί. Τρία- τέσσερα χρόνια.» (από το βιβλίο Ο Π. Παΐσιος μου είπε… του Αθ. Ρακοβαλή)

Δυστυχώς, υπάρχει πολύ μεγάλη παραπληροφόρηση και αδιαφορία για αυτό το ευαίσθητο θέμα. Όμως, επειδή πλέον οι σύγχρονοι γονείς έχουμε εύκολη πρόσβαση στη γνώση, είναι μεγάλη και η ευθύνη μας. Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο μητρικός θηλασμός είναι αναφαίρετο δικαίωμα για το παιδί, που, μετά το μεγάλο δώρο της γέννησης,  οφείλουμε να του προσφέρουμε. 

***Η καλή συνήθεια της προσευχής αποκτάται παιδιόθεν- Η δύναμη της προσευχής του παιδιού 

Στο «Σχέδιο αυτοβιογραφίας» αφού περιγράψει ο ήρωας την περιπετειώδη γέννησή του στο βουνό, μας δίνει μια συγκινητική πληροφορία για την κατά Θεόν παιδεία που έλαβε από τους απλοϊκούς, αλλά βαθειά πιστούς και ευλαβείς γονιούς του.

Από πολύ μικρός, διδάχτηκε την καλή συνήθεια της προσευχής. Οι ευλαβείς γονείς του (κυρίως η μητέρα του, αφού πολύ μικρός ορφάνεψε από πατέρα) , για να τον παροτρύνουν να κάνει μετάνοιες, επινόησαν ένα  τέχνασμα-τα περδικόπουλα! « Κάνε μετάνοιες και ο Θεός θα σου στείλει περδικόπουλα», του έλεγαν. Και, αφού έκανε μετάνοιες, του έφερναν εκείνοι περδικόπουλα. Έτσι εδραιώθηκε μέσα του η πίστη, η ελπίδα και η προσμονή προς το Θεό, ο οποίος εκπληρώνει τις αιτήσεις όσων με πίστη προσεύχονται.

Όσα μαθαίνουμε στην τρυφερή ηλικία των πρώτων μας χρόνων, δύσκολα χάνονται.  «Μη φοβάστε τα παιδιά που έχουν πάρει μπογιά. Και να ξεφύγουν λίγο, πάλι θα επιστρέψουν κοντά στο Θεό», έλεγε ο Γ. Παΐσιος. Η προσευχή, αλλά και η νηστεία, ο εκκλησιασμός, η ελεημοσύνη καταγράφονται ανεξίτηλα στις παιδικές ψυχούλες. Ευθύνη των γονέων είναι να μπολιάσουν  μέσα στις ψυχές των παιδιών τους όλες τις ευλογημένες συνήθειες και τα βιώματα της χριστιανικής ζωής. Πρωτίστως με το παράδειγμα, που πείθει όσο δεν μπορούν να πείσουν τα λόγια…

Εκτός από τη γενναιότητα του χαρακτήρα και τη ρωμαλαιότητα του σώματος, η πιστή ψυχή του ήρωα ήταν εκείνη που τον οδήγησε τόσο ψηλά. Χάρη στην βαθειά πίστη του στο Θεό άντεξε όλες τις κακουχίες και τις κακότητες κατά τα χρόνια της Επανάστασης, αλλά και τα ακόλουθα χρόνια της ανασύστασης του ελληνικού Έθνους. Λίγες ψυχές αντέχουν όσα άντεξε και όσα έζησε ο ήρωας. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στους άξιους γονείς του και στη δική του προσπάθεια. Με τις θερμές του προσευχές ελάμβανε την εξ ύψους δύναμη και ενίσχυση, αλλά και το φωτισμό για να μεγαλουργήσει και να οδηγήσει το Έθνος στην ελευθερία… 

Αντέχουμε

Γιατί το 2011 την Αγία Νεομάρτυρα Χρυσή την κυνηγούν κοντά στα σύνορα με τα Σκόπια Τούρκοι μουσουλμάνοι ;



site analysis


 
Το 2011 με την έκτακτη εμφάνιση της Αγίας πλησίον της Ελληνοσκοπιανής μεθορίου όλοι θαυμάσαμε και προβληματιστήκαμε. Τι να σήμαινε άραγε αυτό που είπε με την θαυμαστή ζωντανή παρουσία της;

¨Η νεωκόρος την ρώτησε γιατί μπήκε και η Αγία απάντησε ότι …την κυνηγούν οι Τούρκοι¨.
¨Μετά από λίγες μέρες όταν είδε την εικόνα της στο τέμπλο, τότε κατάλαβε ότι ήταν η ίδια η Αγία που της εμφανίσθηκε και την πιάσανε τα κλάματα¨ 
Αυτά που πέρασε η Νεομάρτυρας ΧΡΥΣΗ στους χρόνους της βάρβαρης ισλαμικής τρομοκρατίας δεν διαφέρουν με αυτά που βλέπουμε σήμερα στην Συρία και το Ιράκ να υφίστανται κυρίως νεαρά κορίτσια. 
ΔΙΠΛΗ ΓΙΟΡΤΗ η 25 Μαρτίου και με αυτή τιμάμε όχι μόνο τους αγωνιστές του 21 αλλά και όλους τους νεομάρτυρες μας από την άλωση της ΠΟΛΗΣ και λέμε ένα μεγάλο ΟΧΙ στην νέα βαρβαροκρατία που θέλουν να μας επιβάλλουν οι οδοστρωτήρες της νέας εποχής 
Πως έχει το περιστατικό όπως αναρτήθηκε τότε (2011) στο διαδίκτυο. 26/11/2011 www.imdleo.gr 
¨Η Αγία Νεομάρτυς Χρυσή καταγόταν από ένα χωριό κοντά στην Αριδαία, δίπλα στα σύνορα με τα Σκόπια. 
Κατά τις 10 Οκτωβρίου εφέτος (2011) εμφανίσθηκε σε μία νεωκόρο που είχε έρθει στην Αριδαία για λουτρό με ιαματικό νερό.
Έκανε ωτοστόπ στη νεωκόρο όταν αυτή με το αυτοκίνητό της έφευγε από την Αριδαία, έξω από την κωμόπολη. Της ζήτησε να μπει μέσα στο αμάξι, και όταν σταμάτησε το αυτοκίνητο αυτή μπήκε μέσα αστραπιαία. 
Την είδε τότε να φορά ένα ανοιχτόχρωμο λευκό μάλλον φόρεμα πολύ ωραίο αλλά παραδοσιακό. Ήταν όπως λέει η νεωκόρος εκπληκτικά όμορφη, δεν είχε δει ποτέ πιο όμορφη κοπέλα όπως είπε, και πολύ νέα. 
Η νεωκόρος την ρώτησε γιατί μπήκε και η Αγία απάντησε ότι … 
την κυνηγούν οι Τούρκοι. 
Η νεωκόρος δεν φαίνεται να έδωσε πολύ σημασία. 
Άρχισε να ψάλλει όπως έκανε και στο ναό. 
Τότε η Αγία της είπε ότι έκανε καλά να ψέλνει και να συνεχίσει. 
Μετά η Αγία της φανέρωσε ότι είναι νεωκόρος σε ένα ναό της περιοχής της Βεροίας, ότι πάει Θεσσαλονίκη κλπ, αλλά αυτή δεν πήρε είδηση ακόμη τίποτα. 
Της λέει μόνο σαν να πειράχτηκε, «και εσύ που μένεις»; 
Η Αγία της λέει εδώ σε λίγο είναι ο δρόμος που πάει, σε μικρή απόσταση, στο σπίτι μου. 
Τότε η νεωκόρος που ακόμα δεν κατάλαβε τίποτα της λέει «και τότε κοπέλα μου γιατί δεν πας στο σπίτι σου;» και σταματάει στη διασταύρωση. 
Η Αγία βγήκε από το αυτοκίνητο αστραπιαία πάλι και εξαφανίσθηκε, και μόνο τότε κατάλαβε ότι κάτι σημαντικό συνέβη. 
Μετά από λίγες μέρες όταν είδε την εικόνα της στο τέμπλο, γιατί στις 13 Οκτωβρίου γιορτάζει, τότε κατάλαβε ότι ήταν η ίδια η Αγία που της εμφανίσθηκε και την πιάσανε τα κλάματα μέσα στην εκκλησία, οπότε το πληροφορήθηκαν κι οι άλλοι. Δύο από αυτούς μας το είπαν.
¨Βασικά η Αγία προειδοποίησε ότι θα πάρουν εξουσία οι Τούρκοι εναντίον μας, και ο καιρός είναι κοντά, διότι δεν υπάρχει μετάνοια. Οπότε αποτραβώντας ο Θεός τη χάρη του όλο και περισσότερο, στο τέλος θα βρουν ευκαιρία να μας χτυπήσουν οι Τούρκοι. Και επειδή οι Άγιοι είναι φύλακες της πατρίδας μας η Αγία ενώ ζει στον αόρατο και αψηλάφητο πλέον κόσμο, λέει εκ μέρους μας ότι την καταδιώκουν… Το μήνυμα είναι ότι χωρίς μετάνοια θα πάθουν πολλά οι Έλληνες, πριν να δοθεί, σε όσους επιζήσουν, η Πόλη.¨ imdleo

Λίγα λόγια για την Νεομάρτυρα ΧΡΥΣΗ στους χρόνους της βάρβαρης ισλαμικής τρομοκρατίας που δεν διαφέρει με αυτά που βλέπουμε σήμερα στην Συρία και το Ιράκ να υφίστανται κυρίως νεαρά κορίτσια. 
¨Η απαγωγή από τους Τούρκους 
Η Αγία και η οικογένειά της ζούσε στην περιοχή της Έδεσσας .Οι γονείς της ήταν Χριστιανοί, φτωχοί και άσημοι άνθρωποι και είχαν τέσσερες κόρες. 
Κάποιος Τούρκος βλέποντας την ομορφιά της αγίας κυριεύτηκε από σαρκικό έρωτα και προσπαθούσε να βρει ευκαιρία για να πραγματοποιήσει τον άνομο σκοπό του. Πράγματι μια ημέρα που η Αγία πήγε με άλλες γυναίκες στο δάσος να μαζέψει ξύλα, βρήκε και 
αυτός την ευκαιρία. Πήρε μαζί του κι άλλους Τούρκους φίλους του, την απήγαγαν και την πήγαν στο σπίτι του. 
Εκεί πρώτα άρχισε να κολακεύει την Αγία με πολλές υποσχέσεις και δώρα , προσπαθώντας να την εξισλαμίσει, τάζοντάς της ότι θα την έπαιρνε γυναίκα του . 
Από την άλλη πλευρά την απειλούσε πως εάν δεν αποδεχθεί τα λόγια του θα παιδευτεί με πολλά βάσανα. Η Αγία, όνομα και πράγμα Χρυσή, δεν δείλιασε καθόλου, μόνο προσευχόταν νοερά και παρακαλούσε τον Χριστό να την ενισχύσει. Με πολύ θάρρος και γενναιότητα του απάντησε : 
Εγώ τον Χριστό μου πιστεύω και προσκυνώ και αυτόν γνωρίζω για νυμφίο μου. Ουδέποτε θα Τον αρνηθώ, ακόμα κι αν μου κάνετε μύρια βάσανα, ακόμα κι αν κόψετε το σώμα μου κομματάκια. 
Όταν τ’ άκουσαν αυτά σκέφτηκαν ότι σαν γυναίκα που ήταν θα μπορούσαν καλύτερα να την πείσουν οι γυναίκες τους. Την παρέλαβαν λοιπόν οι Τουρκάλες και για ένα εξάμηνο προσπαθούσαν με χίλιους τρόπους, ακόμη και με μαντείες, να την πείσουν ν’ αρνηθεί τον Χριστό και ν’ αποδεχθεί το Ισλάμ. Μάταια όμως. Δεν κατάφεραν τίποτα. 
«Δεν είστε πλέον γονείς μου και αδελφές μου» 
Κάλεσαν ύστερα τους γονείς και τις αδελφές της και τους φοβέρισαν πως, αν δεν καταφέρουν να την πείσουν να τουρκέψει, εκείνη μεν θα την θανατώσουν αυτούς δε θα τους βασανίσουν. Πήγαν λοιπόν οι δικοί της στην Αγία, θέλοντας και μη θέλοντας, και με δάκρυα, που θα μπορούσαν να μαλακώσουν και τη σκληρότερη πέτρα, και με μύριους άλλους τρόπους προσπαθούσαν να την πείσουν. Της έλεγαν : Αρνήσου φαινομενικά τον Χριστό για να μη χαθούμε όλοι κι Εκείνος είναι εύσπλαχνος, βλέπει την κατάσταση και θα σε συγχωρήσει. 
Εσείς που με παρακινείτε ν’ αρνηθώ τον Χριστό μου, τον αληθινό Θεό, απάντησε η αγία, δεν είστε πλέον γονείς μου και αδελφές μου. Ούτε θέλω να σας ξέρω από δω και πέρα. Αντί για σας πατέρα μου έχω τον Χριστό, μητέρα μου την Παναγία και αδέλφια τους Αγίους και τις Αγίες. Και τους έδιωξε. Εδώ εφαρμόστηκε για μια ακόμη φορά ο λόγος του Χριστού «Και εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» . 
Βλέποντας οι αλλόπιστοι ότι δεν κατάφεραν τίποτα με όσα μέσα χρησιμοποίησαν άφησαν κατά μέρος τα λόγια και τις κολακείες και άρχισαν τα βασανιστήρια… 
Για τρεις ολόκληρους μήνες κάθε μέρα τη ράβδιζαν. Έπειτα της έβγαλαν λωρίδες από το δέρμα της και τις άφηναν κρεμασμένες μπροστά της , για 
να λιποψυχήσει , το δε αίμα της έτρεχε ποτάμι και κοκκίνιζε τη γη. Κατόπιν πύρωσαν μια σούβλα και την πέρασαν από το ένα αυτί της αγίας και βγήκε από το άλλο, ο δε καπνός έβγαινε από τη μύτη και το στόμα της. 
Η μάρτυς όμως του Χριστού, μολονότι υπέφερε τόσο φοβερά βάσανα, υπέμενε με πολλή γενναιότητα και καρτερία, στηριγμένη στη δύναμη του σταυρού και στην αγάπη του Χριστού. 
Όταν άκουσε ότι εκεί κοντά βρισκόταν ο πνευματικός της ο παπά Τιμόθεος, προηγούμενος της Ι. Μ. Σταυρονικήτα του Αγίου Όρους , ο οποίος και διηγήθηκε το μαρτύριο στον Άγιο Νικόδημο, του έστειλε μήνυμα με κάποιο Χριστιανό, να προσεύχεται στον Θεό να τελειώσει θεάρεστα τον δρόμο του μαρτυρίου. 
Απορώντας οι σκληρόκαρδοι βασανιστές της , οι αγριότεροι και από θηρία, πως η αγία με τόσα βάσανα έμενε ακόμα ζωντανή, εξαγριώθηκαν. Μη υποφέροντας να νικηθούν αυτοί όλοι από μια τρυφερή κοπέλα, την κρέμασαν σε μια αγριαπιδιά και με τα μαχαίρια τους κατακρεούργησαν το ιερό παρθενικό σώμα της . 
Έτσι η Αγία Νεομάρτυς Χρυσή, αφού δοκιμάστηκε σαν τον χρυσό στο καμίνι, με τόσα βάσανα, παρέδωσε την αγία της ψυχή στα χέρια του αθάνατου νυμφίου της και πήρε διπλό στεφάνι, της παρθενίας και της αθλήσεως. 
Τα Άγια λείψανά της τα πήραν κρυφά κάποιοι Χριστιανοί και τα ενταφίασαν με πολλή τιμή και ευλάβεια. 
Ο βίος και το μαρτύριο της Αγίας Χρυσής είναι καταχωρημένο στο ‘’Νέον Μαρτυρολόγιον’’ του αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου και από εκεί πληροφορούμαστε πως άθλησε στις 13 Οκτωβρίου 1795, ‘’μεληδόν κατακοπείσα’’. 
Περισσότερες πληροφορίες για τη μαρτυρία και το μαρτύριο της Αγίας Χρυσής αντλήσαμε από το βιβλίο ‘’Η Αγία Νεομάρτυς Χρυσή’’ του Αρχιμ. Ιωήλ Φραγκάκου (σημερινού Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας) όπου (εκτός από το ‘’Διευκρινιστικό σημείωμα’’ – σ’ αυτό ο συγγραφέας δίνει κατατοπιστικές εξηγήσεις – και το ‘’Βίο της Αγίας Νεομάρτυρος Χρυσής’’) υπάρχει και η πλήρης Ασματική Ακολουθία της Αγίας με Εσπερινό, Όρθρο, Παρακλητικό Κανόνα, Χαιρετιστήριους Οίκους και στο τέλος ένα φωτογραφικό παράρτημα. 
Στο ‘’Διευκρινιστικό σημείωμα’’ ο συγγραφέας του, Μητροπολίτης κ. Ιωήλ γράφει: ‘’…μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο οι άγιοι δεν έχουν πατρίδα. Ανήκουν σ’ όλους τους πιστούς και αγιάζουν το ίδιο όλους τους ανθρώπους. Ο φυλετισμός είναι αίρεση και η Εκκλησία τον έχει καταδικάσει. Τα πάντα και εν πάσι Χριστός. Οι άγιοι ανήκουν στην Εκκλησία των πρωτοτόκων στον ουρανό και έχουν τη μέριμνα και τη φροντίδα όλου του κόσμου ανεξαρτήτως φυλής και γλώσσας. Είναι κοινό κτήμα όλης της οικουμένης… Δεν επιτρέπεται να τους περιορίζουμε σ’ ένα έθνος’’. (Η Αγία Νεομάρτυς Χρυσή, Αρχιμ. Ιωήλ, σελ. 14, Έδεσσα 2000). http://www.makeleio.gr/
ΔΙΠΛΗ ΓΙΟΡΤΗ η 25 Μαρτίου και με αυτή τιμάμε όχι μόνο τους αγωνιστές του 21 αλλά και όλους τους Νεομάρτυρες μας από την άλωση της ΠΟΛΗΣ και λέμε ένα μεγάλο ΟΧΙ στην νέα βαρβαροκρατία που θέλουν να μας επιβάλλουν οι οδοστρωτήρες της νέας εποχής. 
Με πνευματική ευθύνη και συνείδηση 
Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

“Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ



site analysis




παραθέτουμε την ομιλία της δρ. Φωτεινής Μπέλλου, από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας)

“Σήµερα, τιµούµε τη λαµπρή επέτειο των 186 χρόνων από την 25η Μαρτίου του 1821 που σηµατοδοτεί ιστορικά την ηµεροµηνία έναρξης της επανάστασης των Ελλήνων από τον Οθωµανικό ζυγό.

Από τον καιρό του θρυλικού ηρωισµού και της αυταπάρνησης για την ελευθερία µέχρι σήµερα οι Έλληνες βίωσαν συχνά περιόδους δύσκολες και τις περισσότερες φορές επεδείκνυαν γενναιότητα και θάρρος. Άλλοτε πάλι, οι Έλληνες βιώσαν περιόδους κατάπτωσης και χρόνια παρακµής. Ωστόσο, σε καµία περίοδο της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας δεν µειώθηκε ούτε για µια στιγµή το µεγαλείο της αυτοθυσίας και της µεγαλοσύνης των Ελλήνων ηρώων της επανάστασης του 1821. 

Παρά την εικονοκλαστική διάθεση της σύγχρονης εποχής, που θέτει σε αµφισβήτηση πρότυπα, αξίες και πεποιθήσεις, το 1821 έχει επιδείξει µοναδική αντοχή στη λαϊκή συνείδηση και παραµένει το µεγάλο εθνικό κοµµάτι της ιστορίας, που το χρειαζόµαστε όλοι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, ως αξιακό υπόβαθρο της συλλογικής µας αυτογνωσίας και ως πυξίδα της ιστορικής µας πορείας προς το µέλλον. 

Ήσαν αµέτρητοι οι επώνυµοι και ανώνυµοι ήρωες, οι οποίοι έγραψαν«τα µεγάλα και τα πολλά» που, τους είπε «η τρίσβαθη ψυχή τους»όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Σολωµικός στίχος στους «Ελεύθερους πολιορκηµένους». Ηταν αυτή η µοναδική ελληνική ψυχή, που, από τον Μαραθώνα και τις Θερµοπύλες, µέχρι τα Γαυγάµηλα, τα τείχη της Βασιλεύουσας και το Μεσολόγγι, έµαθε µόνον να νικά ή να πεθαίνει. Τίποτε άλλο! Αυτή τη µοναδική ελληνική ψυχή διέθεταν, στον µεγάλο Αγώνα του Γένους µας, άνδρες και γυναίκες.

Αλλά η Ιστορία µοιάζει να έχει αδικήσει, ως προς την τιµή και τη δόξα που τους πρέπει, τις Ελληνίδες, που στάθηκαν γενναίες δίπλα στους γενναίους, άξιες δίπλα στους άξιους, και ηρωίδες δίπλα στους ήρωες. Ακόµη και αν η γυναικεία φύση εµπεριέχει την ανιδιοτελή αίσθηση του καθήκοντος και της προσφοράς, χωρίς την προσδοκία της αναγνώρισης ή της επιβράβευσης, εµείς που θέλουµε, αδιάκοπα, να αντλούµε µαθήµατα εθνικής ευθύνης και να προβάλλουµε πρότυπα ηθικού µεγαλείου, για την ατοµική ή συλλογική µας συµπεριφορά, οφείλουµε να ανασύρουµε από τις παρυφές της Ιστορίας και να οδηγήσουµε στις κορυφές της Εθνικής Μνήµης, τις Ελληνίδες του Εικοσιένα. Όχι επειδή τούτο επιβάλλει η σύγχρονη αντίληψη για την ισότητα των φύλων, αλλά διότι τούτο υπαγορεύει, διαχρονικά, η δίκαιη και αντικειµενική αποτίµηση των γεγονότων του µεγάλου µας εθνικού ξεσηκωµού.

Γυναίκες ηρωίδες αναφέρονται στη ελληνική και ξένη βιβλιογραφία για τη δράση τους ενάντια στον Οθωµανικό ζυγό ακόµα και πριν από την έναρξη της επανάστασης. Την ώρα που ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος άφηνε, ηρωικά, τη ζωή, στην Πύλη του Ρωµανού και πέρναγε στον αιώνιο θρύλο, γεννιόταν στην Λήµνο η Μαρούλα, µια κοπέλα αγνώστων λοιπών στοιχείων, για την οποία ο Σπύρος Λάµπρος έγραψε ότι, «ήταν αξία ευρυτέρας εκτιµήσεως». Ο Κωστής Παλαµάς, στο µακροσκελές ποίηµά του «Η κόρη της Λήµνου», σώζει το µεγαλείο αυτής της γενναίας κόρης, που, βλέποντας τον πατέρα της να πέφτει νεκρός, κατά την πολιορκία του νησιού από τους Τούρκους, το 1475, χωρίς να δειλιάσει, άρπαξε την ασπίδα του και το ξίφος του και οδήγησε τους πολιορκούµενους στο κάστρο Κότσινο σε 10 11 γενναία έξοδο, Ενετούς και Έλληνες, αναγκάζοντας τους επιδροµείς να υποχωρήσουν και να φύγουν µε τα πλοία τους. Αυτή την ηρωίδα ύµνησε, µε τον δικό του µοναδικό επικολυρικό τρόπο, ο Παλαµάς:

Κανείς περίγελο, κανείς ντροπή δεν πρέπει νάχη,
Ότι γυναίκα οδηγεί τη λεβεντιά’ ς τη µάχη.
Ας τρέµει κάθε αγαρηνό σπαθί, κάθε σαρίκι.
Γυναίκες ήταν οι θεές, παρθένα είναι’ η Νίκη.

Εκατό περίπου χρόνια αργότερα, το 1570-71, οι Τούρκοι κατέλαβαν, µετά από πολύµηνη πολιορκία, την Κύπρο. Σαράντα χιλιάδες άνθρωποι σφαγιάστηκαν. Από τα πλήθη των αιχµαλώτων, ο Μουσταφά πασάς ξεχώρισε, για να στείλει στο χαρέµι του σουλτάνου, τις ωραιότερες νέες και τους ωραιότερους νέους. Το άνθος της Κύπρου στοιβάχτηκε σ’ ένα µεγάλο καράβι και δύο µικρότερα, για να πάνε στην Πόλη. Ανάµεσα τους η Μαρία, κόρη ή ανεψιά του καπετάν Πέτρου Συγκλητικού. Πριν προλάβουν τα πλοία να ξεκινήσουν, η Μαρία έβαλε φωτιά σ’ ένα βαρέλι µε µπαρούτι, αποτρέποντας το ατιµωτικό ταξίδι και χαράσσοντας τον δρόµο που ακολούθησαν, αργότερα, ο Σαµουήλ στο Κούγκι, ο Γιωργάκης Ολύµπιος στη µονή Σέκου και η ∆έσπω Σέχου – Μπότσηστον πύργο του ∆ηµουλά, µεταξύ Άρτας και Πρέβεζας.

Τα µυστικά νήµατα της Ιστορίας ένωσαν την αδάµαστη κόρη της Λήµνου και την ηρωική Κυπριωτοπούλα, µε την µαρτυρική ∆έσπω, που θυσίασε έντεκα κόρες, νύφες και εγγόνια, για να µην πέσουν στα χέρια των Τούρκων και έγιναν τραγούδι στα χείλη της απαράµιλλης λαϊκής µούσας:

Το Σούλι κι’ αν προσκύνησε κι αν τούρκεψεν η Κιάφα,
Η ∆έσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκανε, δεν κάνει.
∆αυλί στο χέρι άρπαξε, κόρες και νύφες κράζει
Σκλάβες Τουρκών µη ζήσετε, παιδιά µαζί µ’ ελάτε.
Και τα φουσέκια άναψε κι όλες φωτιά γενήκαν.

Σε µια αυστηρά πατριαρχική και ανδροκρατική κοινωνία, όπως αυτή των Σουλιωτών, ο σεβασµός προς τη γυναίκα ήταν απόλυτος. Ίσως διότι οι Σουλιώτισσες κέρδιζαν την αναγνώριση των ανδρών µε την εξοικείωσή τους στα όπλα και τη συµπεριφορά τους στη µάχη. ∆ίπλα στηΜόσχω Τζαβέλα, τη γυναίκα του Λάµπρου, στη Λένω Μπότσαρη, την αδελφή του Μάρκου και στη Χάϊδω Σέχου, κάθε Σουλιώτισσα δεν ήταν µόνο µάνα, αδελφή, γυναίκα και κόρη ήρωα. Ήταν και η ίδια, από µόνη της ηρωίδα. Όταν οι άνδρες µάχονταν, οι γυναίκες κουβαλούσαν πολεµοφόδια, τροφές και ό,τι άλλο χρειάζονταν οι µαχητές. ∆εν γεννήθηκαν τυχαία, στα ίδια κακοτράχαλα βουνά, οι γυναίκες της Πίνδου το ’40. Οι Σουλιώτισσες, µε την παρουσία τους στις µάχες εµψύχωναν τους µαχητές, ενίσχυαν την άµιλλά τους, γιγάντωναν την αυτοθυσία τους. Αλλά και έψεγαν όσους τυχόν δείλιαζαν και, κάποτε, τους αφόπλιζαν.

Μόνο από τέτοιες γυναίκες θα µπορούσε να µείνει στην Ιστορία τοΖάλογγο, ως υπέρτατο µνηµείο αρετής και θυσίας, που υµνήθηκε ακόµη και από τον εχθρό. Πράγµατι, στις 18 ∆εκεµβρίου 1803, τον θρύλο που έγραψαν µε τον χορό τους στο Ζάλογγο οι Σουλιώτισες, τον παρέδωσε στην ιστορική µνήµη η περιγραφή Τούρκου αυτόπτη µάρτυρα, ενός αξιωµατικού του Αλή πασά, του Σουλεϊµάν Αγά. Η περιγραφή του υπάρχει σε βιβλίο του Ibrahim Manzour efendi, που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1828. Συγκλονισµένος ο τούρκος αξιωµατικός αναφέρει ότι, οι γυναίκες «πιάστηκαν από τα χέρια και άρχισαν ένα χορό, που τα βήµατά του τα κινούσε ένας ασυνήθιστος ηρωισµός και η αγωνία του θανάτου τόνιζε το ρυθµό του… στο τέλος των επωδών οι γυναίκες βγάζουν µια διαπεραστική και µακρόσυρτη κραυγή, που ο αντίλαλός τους σβήνει στο βάθος ενός τροµακτικού γκρεµού, όπου ρίχνονται µαζί µε όλα τα παιδιά τους».

∆εκαεννιά χρόνια αργότερα, στις 21 Απριλίου 1822, οι Σουλιώτισσες του Ζαλόγγου ξαναζούν στην ψυχή των γυναικών της Νάουσας. Για ν’ αποφύγουν την αιχµαλωσία και την ατίµωση από τους Τούρκους, ρίχνονται στους καταρράκτες της Αραπίτσας, µαζί µε τα παιδιά τους και πνίγονται, προσθέτοντας και τη δική τους θυσία στον µεγάλο Αγώνα.

Η επανάσταση έχει πια ξεκινήσει και οι Ελληνίδες γράφουν, µε το δικό τους πάθος και µε την δική τους ξεχωριστή λεβεντιά σελίδες µεγαλείου και δόξας. Η Λασκαρίνα Μπουµπουλίνα, δυο φορές χήρα και µε έξι παιδιά, όλα ταγµένα στον Αγώνα, πρωτοστατεί µε το πλοίο της, τον θρυλικό «Αγαµέµνονα», στην πολιορκία του Ναυπλίου και µπαίνει θριαµβεύτρια, δίπλα στον Κολοκοτρώνη, στη Τριπολιτσά. Είναι η «νέα Αµαζόνα» κατά τον ιταλό περιηγητή Πέτσιο, ενώ ο γερµανός δηµοσιογράφος Κρίστιαν Μίλλερ, γράφει, εντυπωσιασµένος, για τη γυναίκα που το όνοµά της και τα ανδραγαθήµατά της συζητούνται σε όλη την Ευρώπη: «Σπετσιώτισσα είναι η γνωστή ηρωίδα Μπουµπουλίνα, που εξόπλισε τρία καράβια, εκ των οποίων τα δύο κυβερνούν οι γιοι της και το µεγαλύτερο το κυβερνάει η ίδια. Έχασε κιόλας ένα γιο της σ’ αυτόν τον αγώνα και φλέγεται τόσο σα µάνα από το αίσθηµα της εκδίκησης, όσο και σαν Ελληνίδα από την αγάπη προς την πατρίδα. Έχει επιφέρει πολλές καταστροφές στους τούρκους και τους έχει πάρει πολλά καράβια»

Το ίδιο ατρόµητη θαλασσοµάχος και η ∆όµνα Βισβίζη, η Θρακιώτισσα από την Αίνο. Όπως γράφει ο Ιωάννης Φιλήµων, «Τοιαύτη ανεδείχθη και η ∆όµνα σύζυγος Βασιλείου Χατζή, πλοιάρχου. Θανατωθέντος αυτού κατά την πολιορκία της Ευβοίας, ανέλαβε η ίδια την διοίκησιν του πλοίου ως άλλος ανήρ, επί πολύ χρόνον, ίνα µη στερηθή η πολιορκία της από θαλάσσης βοηθείας». Η ∆όµνα Βισβίζη, την οποία ο ∆ηµ. Υψηλάντης αποκαλούσε Ευγενεστάτη και Γαληνοτάτη και για την οποία ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πιστοποιούσε µε έγγραφό του, ότι τον Μαϊο του 1822, τον έσωσε, αυτόν και τους άνδρες του, προµηθεύοντάς του τρόφιµα και πολεµοφόδια, διατήρησε το πλοίο της επί τρία χρόνια. ∆απάνησε για την συντήρησή του και την διατροφή του πληρώµατός του, όλη της την περιουσία. Και όταν πια οι πόροι της τελείωσαν και το µπρίκι είχε πάθει µεγάλη φθορά, το χάρισε, τον Σεπτέµβριο του 1824 στην κυβέρνηση, που το µετέτρεψε σε πυρπολικό. Μ’ αυτό ο Ανδρέας Πιπίνος έκαψε, στη Σάµο, την τουρκική φρεγάτα.

Μια άλλη µεγάλη γυναικεία µορφή του ’21, ήταν η Μαντώ Μαυρογένους. Γεννήθηκε στην Τεργέστη, από Μυκονιάτισσα µάνα σπαρτιατικής καταγωγής και τον Νικόλαο Μαυρογένη, µεγάλο σπαθάρη του συνώνυµου του και θείου του, ηγεµόνα της Βλαχίας. Μετά τον αποκεφαλισµό του ηγεµόνα από τους Τούρκους, η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη και απέκτησε τεράστια περιουσία από το εµπόριο. Η Μαντώ, είχε εξαιρετική µόρφωση και µιλούσε επαρκώς εκτός από την µητρική της γλώσσα, τουρκικά, γαλλικά και ιταλικά..Λίγο πριν την κήρυξη της Επανάστασης και µετά τον θάνατο του πατέρα της, εγκαταστάθηκε στην Τήνο και στη συνέχεια στην Μύκονο.

Με χρήµατα της οικογενείας της, αρµάτωσε και διέθεσε στον Αγώνα δύο καράβια, ενώ συντηρούσε και δύναµη 800 πολεµιστών. Φορώντας αντρικά ρούχα και ζωσµένη µε το σπαθί του πατέρα της, η Μαντώ πήρε µέρος σε µάχες στην Κάρυστο, στη Μαγνησία, στο Τρίκκερι, στην Άµφισσα, στη Χαιρώνεια και σε επιθέσεις εναντίον του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο. 12 13 Με διαταγή της εθνοσυνέλευσης του Άστρους, της απονεµήθηκε, ως διακριθείσα επ’ ανδραγαθία στο πεδίο της µάχης, στέφανος δάφνης, «εν επισήµω τελετή οµοία προς την των Ολυµπιακών Αγώνων». Ακόµη, για την τεράστια συµβολή της στην Επανάσταση, της απονεµήθηκε, µοναδικό προς γυναίκα, το αξίωµα του επιτίµου αντιστρατήγου και της παραχωρήθηκε κεντρικό σπίτι στο Ναύπλιο για την εγκατάστασή της. Αυτή η σπουδαία γυναίκα, µε την αριστοκρατική καταγωγή, που πολέµησε παθιασµένα σε όλα τα πεδία των µαχών, που ουδέποτε εφατρίασε κατά τις εµφύλιες διαµάχες, που τροφοδότησε το κύµα του φιλελληνισµού στην Ευρώπη µε τις δύο επιστολές που έγραψε, τη µία προς τις παρισινές κυρίες και την άλλη προς τις αγγλίδες κυρίες, και η οποία προσέφερε 7.000.000 γρόσια για τον Αγώνα, πέθανε, τελικά, πάµπτωχη.




συνέχεια από το 1ο μέρος

“Όµως, δίπλα στις επώνυµες, γράφουν τη δική τους λαµπρή ιστορία χιλιάδες Ελληνίδες, σε όλα τα µήκη και τα πλάτη της πατρώας γης, «τοις κείνων ρήµασι πειθόµενες». Σε καµιά γωνιά της επαναστατηµένης Ελλάδας δεν έλειψαν οι ελληνίδες οι οποίες είτε αγωνίστηκαν µαζί µε τους άντρες τους, είτε βασανίστηκαν από τις κακουχίες και τις στερήσεις που έφερε η συνειδητή αυτή αποτίναξη του ξενικού ζυγού.

πίνακας: Sir Charles L. Eastlake: Φυγάδες, μετά την καταστροφή στην Χίο

Στη Χίο, η οποία καταστράφηκε εκ θεµελίων από την τουρκική βαρβαρότητα, η τρα- γωδία των γυναικών του νησιού ταξίδεψε ως πένθιµο νέο µέχρι την Ευρώπη. Ο Francis Werry, Αγγλος πρόξενος στη Σµύρνη, όπου εκεί έφταναν υποδουλωµένες οι Χιώτισσες, γράφει σε αναφορά του: «Χιλιάδες γυναίκες κορίτσια και αγόρια πουλιόταν κάθε µέρα στο παζάρι. Πολλά από αυτά δυστυχισµένα πλάσµατα αυτοκτόνησαν κατά τη µεταφορά. Βλέπεις γυναίκες να µη δέχονται τροφή µ’ όλο που µαστιγώνονται , για να πεθάνουν από την πείνα».

∆εν θα ήταν εύκολο κανείς να εξαντλήσει τις αναφορές στην συµµετοχή και καταξίωση των ελληνίδων στον µεγάλο αγώνα του Έθνους για ανεξαρτησία, αλλά και τα βάσανα που υπέµειναν κατά τη διάρκεια του. Αλλά κλείνοντας οφείλει κανείς να επισηµάνει ότι η επανάσταση του 1821, µια από τις προοδευτικότερες και φωτεινότερες στιγµές στην ευρωπαϊκή ιστορία του 19ου αιώνα, µια επανάσταση που απηχούσε µέσα της διδάγµατα της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 αλλά και ολόκληρου του ∆ιαφωτισµού έδωσε δύναµη και ελπίδα σε όλους τους προοδευτικούς πολίτες της αντιδραστικής Ευρώπης εκείνη την εποχή που αναστέναζε κάτω από την σκιά της Ιερής Συµµαχίας. Αυτή η Επανάσταση των Ελλήνων ήταν πρώτα απ’ όλα κτήµα όλου του λαού και ως τέτοια και κτήµα των Ελληνίδων που παντού βρέθηκαν στο πλευρό των µαχόµενων αδερφών τους. Των Ελληνίδων τόσο των επωνύµων που η ιστορία τους επιφύλαξε µια ευνοϊκή µεταχείριση, όσο και ίσως και περισσότερο των χιλιάδων ανωνύµων που έδωσαν τη ζωή τους για τον µεγάλο και ευγενικό σκοπό της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας.

Τι να πει κανείς για τις 18 Αργίτισσες, που στα µέσα Απριλίου του 1821, όταν ο Κεχαγιάµπεης έκαψε τα σπίτια τους και έσφαξε κάπου 900 κατοίκους του Άργους, έπεσαν στα πηγάδια και πνίγηκαν, για να αποφύγουν, όπως οι Σουλιώτισσες και οι Ναουσαίες, την αιχµαλωσία και την ατίµωση. ∆εν θα µπορούσε να είχε γίνει αλλιώς.

Αλλά και στις υπόλοιπες κορυφαίες στιγµές της Επανάστασης η ανώνυµη γυναίκα είναι παρούσα και αναλαµβάνει ενεργό ρόλο στην υποβοήθηση των επιχειρήσεων.

Στο µαρτυρικό Μεσολόγγι οι γυναίκες από την πρώτη στιγµή της πολιορκίας ξεχωρίζουν. Σύµφωνα µε τις περιγραφές παίρνουν µέρος στην κατασκευή των οχυρωµατικών έργων, πηγαίνουν πίσω από τις ντάπιες ( τα αυτοσχέδια κανονιοστάσια που έφτιαξαν οι Μεσολογγίτες ) και µαζεύουν τα βόλια του εχθρού και τα δίνουν στην επιτροπή για να τα ξαναχύσει. Παρηγορούν τους λαβωµένους και κάνουν ό,τι µπορούν για τους αγωνιστές οι οποίοι είναι εντελώς εξαθλιωµένοι από τις κακουχίες. Όλα αυτά µέχρι την ώρα της Εξόδου, οπότε και χωρίς καµία ταλάντευση στάθηκαν δίπλα στους άντρες της πόλης και αρµατώθηκαν όπως οι άντρες πολεµιστές για να τους συνοδεύσουν σ΄ αυτή την τελευταία ηρωική πορεία προς το θάνατο.

Ο γάλλος Αύγουστος Φαµπρ θαµπωµένος από την απλή καθηµερινή µεσολογγίτισσα που δεν δείλαζε µπροστά στο θάνατο σχολιάζει: «Οι Ελληνίδες οι οποίες συναισθάνονταν ικανές όπως αδιαφορήσουν για τους µόχθους και τους κινδύνους της εξόδου, ντύθηκαν αντρικά, ώστε αν δεν µπορούσαν να διαφύγουν από τον εχθρό, να φονευθούν τουλάχιστον απ’ αυτόν ,εκλαµβανόµενες ως άντρες πολεµι- στές. Πολλές προσαρτούσαν στο λαιµό ή στο στήθος για χαϊµαλί ικανό να τις προστατεύσει, τα σεβαστά άγια λείψανα των προγόνων τους, που τα φύλαγαν στα σπίτια τους και συνάµα ζώνονταν την ροµφαία για να χτυπήσουν τον εχθρό ή τουλάχιστον να έχουν ένα µέσον για να µην πέσουν ζωντανές στα χέρια των βαρβάρων» Από τις 5.000 γυναίκες της πολιορκηµένης πόλης, µόνον επτά κατόρθωσαν να διασχίσουν κατά την Έξοδο τις γραµµές του εχθρού και να φθάσουν στο όρος Ζυγός.

Μεγάλη όµως ήταν και η συµµετοχή των γυναικών στις επαναστάσεις για την απε- λευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους. Στη µεγάλη επανάσταση του 1866–1869 διακρίθηκαν πολλές Λακκιώτισες και ιδιαίτερα, η Κατερίνα Σταµατάκη και η σηµαιοφόρος της Ειρήνη ∆ρακουλέ. Όπως αναφέρει στην «Κρητικοπούλα» του ο Χατζη-Μιχάλης Γιάνναρης, πενήντα νέες από τους Λάκκους, µε δική τους σηµαία, πήραν µέρος σε σκληρές µάχες που διάρκεσαν τρεις µήνες.

Επίσης, στην περιοχή της Λακωνίας, σε µια τόσο µακροχρόνια, σκληρή και αδιάκοπη πάλη, δίπλα στον άντρα της, στον αδελφό της, στον  πατέρα της, στο παιδί της, παίρνει µέρος στον αγώνα κατά του κατακτητή και η γυναίκα της Λακωνίας. Και πολλές φορές µάλιστα οι γυναίκες πολεµάνε χωρίς τους δικούς τους, γιατί λείπουν στη µάχη, µακριά. Όπως σηµειώνει ο Ραφενέλ στην Ιστορία Νεωτέρων Ελλήνων, σελ. 102, «Αι γυναίκες παρηκολούθουν τους άνδρας εις την µάχην, διατηρή σασαι τας αρετάς των αρχαίων Σπαρτιατισσών». Είναι πολλές εκατοντάδες οι γυναίκες της Λακωνίας, οι οποίες πολεµώντας τους Τούρκους κατακτητές µε όπλα, µε ξύλα, µε δρεπάνια, βρήκαν το θάνατο.

Γυναίκες, που φλόγιζε το νου και την καρδιά η πίστη πως είχαν το δικαίωµα να ζουν ελεύθερες και ακόµη ότι για τη λευτεριά κάθε άνθρωπος έχει χρέος και τη ζωή του πρόθυµα να θυσιάζει. Στην Καστανιά, στη Βέργα Αλµυρού, στο ∆ιρό, στην Τριπολιτσά, στα Τρίκορφα, στα Μοθο-κόρωνα, στην Εύβοια, στην Κουρτσού- να, στην Ανδρούβιστα, στις Κιτριές στο Βρονταµά, στο Παλαιόκαστρο και σε πολλά άλλα µέρη γυναίκες της Λακωνίας ή πήραν µέρος σε µάχες ή θυσιάσθηκαν σε ολοκαυτώµατα της λευτεριάς.Και ακόµη είναι χιλιάδες αυτές που αιχµαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Σµύρνης, της Αλεξάνδρειας και σε άλλες πόλεις της Ανατολής.

Ας θυµηθούµε µερικά ονόµατα γυναικών της Λακωνίας, τα οποία η Ιστορία ή η παραδοσιακή µνήµη διέσωσε: Η Γερακάρη, η κόρη του Παναγιώταρου Μαρία, η Πανώρηα Βοζίκη, η καπετάνισσα Γρηγοράκαινα, η Θερασέρη της Χαριάς, η Αναϋπόνυφη, η Ιωάννα Γιατράκου, η Πολυξένη Καβάκου, η Ελένη Λαµπροπούλου, η ∆ηµητράκαινα Πικουλάκαι- να, η Σταυριάνα Σάββαινα, η Κωνσταντίνα Ζαχαρία. Και ακολουθούν: Οι Σταθιάνισσες, η Γραφάκαινα, η ∆ιακουµάκαινα, η Καλοειδίνα, η Πατσουράκαινα, η Ρογκάκαινα, η Μιχαή- λαινα και τόσες άλλες, των οποίων τα ονόµατα ξεχάστηκαν µε το πέρασµα του χρόνου.

Μ’ αυτά και µ’ αυτά κατορθώθηκε το Εικοσιένα. Και όπως εύστοχα υπογράµµισε ο πεζογράφος και ποιητής της πόλης µας Γιώργος Ιωάννου, «∆εν πολέµησαν µόνο οι άντρες. Πολέµησαν και οι γυναίκες µε τον τρόπο τους. Με την καρτερικότητα, την υπερηφάνεια, την τιµιότητα. Οι άντρες έφευγαν, χτυπούσαν τον εχθρό, άλλαζαν θέσεις. Οι γυναίκες έµειναν στα χωριά, στα κτήµατα, στα παιδιά τους. Ήταν σχεδόν στην διάκρι- ση των Τούρκων. Και, µα την αλήθεια, δεν είµαι καθόλου βέβαιος αν ήταν πιο γενναίο να είναι τότε κανείς στα βουνά κλέφτης, ή στα χωριά συγγενής κλέφτη».

Και έτσι, πράγµατι, ήταν. Πίσω από τις µάχες και τα µεγάλα και αξεπέραστα κατορθώµατα, πίσω από τους λαµπρούς ήρωες και τις απρόσµενες νίκες, ήταν ο καθηµερινός, ο αθέατος εσωτερικός αγώνας χιλιάδων γυναικών που στήριξαν την Επανάσταση, γεννώντας, και ανατρέφοντας παλληκάρια, δίνοντας θάρρος και κουράγιο στους µαχητές, µπαίνοντας και οι ίδιες στη λάβα της µάχης, όταν η τιµή και η ελευθερία τις καλούσε. Ήταν η γυναικεία ψυχή, µε την ατίθαση λαχτάρα για τη ζωή, που, σαν από άγγιγµα θεϊκό, µετατρεπόταν σε µανιακή, θαρρείς, ροπή προς το θάνατο, κάτω από την απειλή της αιχµαλωσίας και της σκλαβιάς.

Ήταν το αίµα και η θυσία των χιλιάδων γυναικών της Χίου, που παρότρυνε τον Ανδρέα Κάλβο να ψάλει µε λύπη: 

Τα γαλακτώδη χείλη των παρθένων της Χίου
πλέον εσύ δεν ραντίζεις, ω λαµπρό του Αιγαίου ιερόν ρεύµα. 

Ήταν το αδούλωτο πνεύµα της κυρά – Φροσύνης, που τραγούδησε ο Βαλαωρίτης κι έκανε τον Ταχήρ, τον δήµιο του Αλή πασά, να παραληρεί: Γιατί, γιατί δε µ’ έκανες της λίµνης ένα κύµα να ξεθυµάνω επάνω της τη λύσσα, που µε τρώγει! Να καταπιώ τη σάρκα της και να χαθώ µαζί της βαθιά µέσα στην άβυσσο, να µη το µάθει ο κόσµος πως µια γυναίκα αδύνατη και µισοπεθαµένη ενίκησε τα δυο θεριά και πάτησε τον Άδη!

Ήταν η ατρόµητη Λένη Μπότσαρη, που τα ’βαζε µόνη της µε τους τούρκους τζοχατζα- ραίους και γελοιοποιούσε τα όπλα τους:

– Τούρκοι για µην παιδεύεστε,
µην έρχεστε σιµά µου,
τι εγώ ειµ’ η Λένη Μπότσαρη,
η αδελφή του Νότη,
σέρνω φουσέκια στην ποδιά
και βόλια στις µπαλάσκες.
– Κόρη για ρίξε τα’ άρµατα, γλίτωσε τη ζωή σου.
- Τι λέτε βρε παλιότουρκοι και σεις παλιαρβανίτες.
Σαν άντρας εξεσπάθωσε και τρέχει προς τους Τούρκους.
Τους τρεις τους επελέκησε, τους άλλους κυνηγάει! 

Ήταν οι αδάµαστες γυναίκες της Κρήτης, που µε πρώτη τη γυναίκα του µαρτυρικού ήρωα ∆ασκαλογιάννη, την Σγουροµάλλινη, πότισαν, µε το δικό τους αίµα, το δέντρο της λευτεριάς. Πολύ αργότερα, όταν, οι θυσίες θα έχουν, πια, καρποφορήσει, ο Κωστής Παλαµάς θα τραγουδήσει για τη ∆ασκαλογιάννναινα:

Φόρεσε Σγουροµάλλινη βασιλικό στεφάνι
και λευκοφόρα ανέµισε τα ολόξανθα µαλλιά σου.
Το αίµα που σε πότισε ο ξένος µακελάρης
για δες τι Απρίλης έγινε και πως µοσχοβολάει.

πίνακας:”αποχαιρετισμός”

Πράγµατι, ο αγώνας για την ελευθερία το 1821 µένει ως παράδειγµα για όλους µας προ- σφέροντας ανεξίτηλα διδάγµατα ηθικής ανάτασης και πνευµατικού µεγαλείου. Προσφέρει, κυρίως, το ακλόνητο δίδαγµα ότι, όλα είναι δυνατά και κατορθωτά, αν υπάρχει πίστη στην ιερότητα του σκοπού και διάθεση θυσίας για την πραγµάτωσή του.

Αυτό είναι το απαράµιλλο µεγαλείο του ’21, που έγραψαν, όλοι µαζί, άνδρες και γυναίκες, οι αθάνατοι πρόγονοί µας.

Ας κρατήσουµε για πάντα άσβεστη τη φλόγα του µοναδι κού τους Αγώνα. Μας το ζητούν, από τα βάθη των αιώνων και τους το οφείλουµε, για τους αιώνες που έρχονται. Τους το οφείλουµε διότι µας εξασφάλισαν την πολυτέλεια να ασκούµε πλέον τον πολιτικό µας λόγο, σκέψη και δράση σε µεταµοντέρνες εκδοχές του αγώνα για την ελευθερία.

Στρεφόµαστε λοιπόν ωριµότεροι ίσως από τα διδάγµατα των προγόνων µας στη προσπάθεια βελτίωσης της ποιότητας της δηµοκρατίας µας που εξακολουθεί να είναι ένας αγώνας που επιτυγχάνεται µέσα απο τη συνεργασία ανδρών και γυναικών, άσηµων και διάσηµων, για ένα καλύτερο αύριο.

********

∆ρ. ΦΩΤΕΙΝΗ ΜΠΕΛΛΟΥ Λέκτορας ∆ιεθνών Σχέσεων 

* Η οµιλήτρια θα ήθελε να ευχαριστήσει θερµά την Πρόεδρο του Κέντρου Ερευνών για Θέµατα Ισότητας, κυρία Μερόπη Καλδή για την συνεισφορά της στην τεκµηρίωση µεγάλου µέρους της οµιλίας

Εορτασµός της Εθνικής Επετείου της 25ης Μαρτίου 2007-Η εκδήλωση για τον εορτασµό της εθνικής επετείου πραγµατοποιήθηκε στις 23 Μαρτίου στο Αµφιθέατρο Τελετών παρουσία των Πρυτανικών Αρχών και µελών της πανεπιστηµιακής κοινότητας. Μετά το χαιρετισµό του Πρύτανη, Καθηγητή Ηλία Κουσκουβέλη, το πρόγραµµα περιλάµβανε οµιλία της Λέκτορος του Τµήµατος ∆ιεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονοµικών και Πολιτικών Σπουδών του Πανεπιστηµίου µας, κας Φωτεινής Μπέλλου µε θέµα «Ο ρόλος της γυναίκας στον αγώνα για την ελευθερία»

εικόνες από agiasofia.comkolivas.de, Διακόνημα και google images

*******
επιμέλεια ανάρτησης: ιστολόγιο “Αντέχουμε…”
Posted: 23 Mar 2016 06:30 AM PDT
(Καθώς πλησιάζει η ημέρα εορτασμού της εθνικής επετείου της Επανάστασης του 1821, επιλέξαμε κάποια άρθρα που αναφέρονται στην συμβολή των γυναικών στον Αγώνα. Αδικημένες από την ιστορία, αλλά φωτεινά παραδείγματα θάρρους, τόλμης και αγάπης για την Πατρίδα… για αυτό θελήσαμε να κάνουμε μια ελάχιστη αναφορά στους αγώνες και τις θυσίες τους, ως μνημόσυνο δόξας και τιμής. Θα αναρτηθούν, συν Θεώ, τις επόμενες ημέρες. ιστολόγιο “Αντέχουμε…” ) 

παραθέτουμε την ομιλία της δρ. Φωτεινής Μπέλλου, από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας)

“Σήµερα, τιµούµε τη λαµπρή επέτειο των 186 χρόνων από την 25η Μαρτίου του 1821 που σηµατοδοτεί ιστορικά την ηµεροµηνία έναρξης της επανάστασης των Ελλήνων από τον Οθωµανικό ζυγό.

Από τον καιρό του θρυλικού ηρωισµού και της αυταπάρνησης για την ελευθερία µέχρι σήµερα οι Έλληνες βίωσαν συχνά περιόδους δύσκολες και τις περισσότερες φορές επεδείκνυαν γενναιότητα και θάρρος. Άλλοτε πάλι, οι Έλληνες βιώσαν περιόδους κατάπτωσης και χρόνια παρακµής. Ωστόσο, σε καµία περίοδο της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας δεν µειώθηκε ούτε για µια στιγµή το µεγαλείο της αυτοθυσίας και της µεγαλοσύνης των Ελλήνων ηρώων της επανάστασης του 1821. 

Παρά την εικονοκλαστική διάθεση της σύγχρονης εποχής, που θέτει σε αµφισβήτηση πρότυπα, αξίες και πεποιθήσεις, το 1821 έχει επιδείξει µοναδική αντοχή στη λαϊκή συνείδηση και παραµένει το µεγάλο εθνικό κοµµάτι της ιστορίας, που το χρειαζόµαστε όλοι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, ως αξιακό υπόβαθρο της συλλογικής µας αυτογνωσίας και ως πυξίδα της ιστορικής µας πορείας προς το µέλλον. 

Ήσαν αµέτρητοι οι επώνυµοι και ανώνυµοι ήρωες, οι οποίοι έγραψαν«τα µεγάλα και τα πολλά» που, τους είπε «η τρίσβαθη ψυχή τους»όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Σολωµικός στίχος στους «Ελεύθερους πολιορκηµένους». Ηταν αυτή η µοναδική ελληνική ψυχή, που, από τον Μαραθώνα και τις Θερµοπύλες, µέχρι τα Γαυγάµηλα, τα τείχη της Βασιλεύουσας και το Μεσολόγγι, έµαθε µόνον να νικά ή να πεθαίνει. Τίποτε άλλο! Αυτή τη µοναδική ελληνική ψυχή διέθεταν, στον µεγάλο Αγώνα του Γένους µας, άνδρες και γυναίκες.

Αλλά η Ιστορία µοιάζει να έχει αδικήσει, ως προς την τιµή και τη δόξα που τους πρέπει, τις Ελληνίδες, που στάθηκαν γενναίες δίπλα στους γενναίους, άξιες δίπλα στους άξιους, και ηρωίδες δίπλα στους ήρωες. Ακόµη και αν η γυναικεία φύση εµπεριέχει την ανιδιοτελή αίσθηση του καθήκοντος και της προσφοράς, χωρίς την προσδοκία της αναγνώρισης ή της επιβράβευσης, εµείς που θέλουµε, αδιάκοπα, να αντλούµε µαθήµατα εθνικής ευθύνης και να προβάλλουµε πρότυπα ηθικού µεγαλείου, για την ατοµική ή συλλογική µας συµπεριφορά, οφείλουµε να ανασύρουµε από τις παρυφές της Ιστορίας και να οδηγήσουµε στις κορυφές της Εθνικής Μνήµης, τις Ελληνίδες του Εικοσιένα. Όχι επειδή τούτο επιβάλλει η σύγχρονη αντίληψη για την ισότητα των φύλων, αλλά διότι τούτο υπαγορεύει, διαχρονικά, η δίκαιη και αντικειµενική αποτίµηση των γεγονότων του µεγάλου µας εθνικού ξεσηκωµού.

Γυναίκες ηρωίδες αναφέρονται στη ελληνική και ξένη βιβλιογραφία για τη δράση τους ενάντια στον Οθωµανικό ζυγό ακόµα και πριν από την έναρξη της επανάστασης. Την ώρα που ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος άφηνε, ηρωικά, τη ζωή, στην Πύλη του Ρωµανού και πέρναγε στον αιώνιο θρύλο, γεννιόταν στην Λήµνο η Μαρούλα, µια κοπέλα αγνώστων λοιπών στοιχείων, για την οποία ο Σπύρος Λάµπρος έγραψε ότι, «ήταν αξία ευρυτέρας εκτιµήσεως». Ο Κωστής Παλαµάς, στο µακροσκελές ποίηµά του «Η κόρη της Λήµνου», σώζει το µεγαλείο αυτής της γενναίας κόρης, που, βλέποντας τον πατέρα της να πέφτει νεκρός, κατά την πολιορκία του νησιού από τους Τούρκους, το 1475, χωρίς να δειλιάσει, άρπαξε την ασπίδα του και το ξίφος του και οδήγησε τους πολιορκούµενους στο κάστρο Κότσινο σε 10 11 γενναία έξοδο, Ενετούς και Έλληνες, αναγκάζοντας τους επιδροµείς να υποχωρήσουν και να φύγουν µε τα πλοία τους. Αυτή την ηρωίδα ύµνησε, µε τον δικό του µοναδικό επικολυρικό τρόπο, ο Παλαµάς:

Κανείς περίγελο, κανείς ντροπή δεν πρέπει νάχη,
Ότι γυναίκα οδηγεί τη λεβεντιά’ ς τη µάχη.
Ας τρέµει κάθε αγαρηνό σπαθί, κάθε σαρίκι.
Γυναίκες ήταν οι θεές, παρθένα είναι’ η Νίκη.

Εκατό περίπου χρόνια αργότερα, το 1570-71, οι Τούρκοι κατέλαβαν, µετά από πολύµηνη πολιορκία, την Κύπρο. Σαράντα χιλιάδες άνθρωποι σφαγιάστηκαν. Από τα πλήθη των αιχµαλώτων, ο Μουσταφά πασάς ξεχώρισε, για να στείλει στο χαρέµι του σουλτάνου, τις ωραιότερες νέες και τους ωραιότερους νέους. Το άνθος της Κύπρου στοιβάχτηκε σ’ ένα µεγάλο καράβι και δύο µικρότερα, για να πάνε στην Πόλη. Ανάµεσα τους η Μαρία, κόρη ή ανεψιά του καπετάν Πέτρου Συγκλητικού. Πριν προλάβουν τα πλοία να ξεκινήσουν, η Μαρία έβαλε φωτιά σ’ ένα βαρέλι µε µπαρούτι, αποτρέποντας το ατιµωτικό ταξίδι και χαράσσοντας τον δρόµο που ακολούθησαν, αργότερα, ο Σαµουήλ στο Κούγκι, ο Γιωργάκης Ολύµπιος στη µονή Σέκου και η ∆έσπω Σέχου – Μπότσηστον πύργο του ∆ηµουλά, µεταξύ Άρτας και Πρέβεζας.

Τα µυστικά νήµατα της Ιστορίας ένωσαν την αδάµαστη κόρη της Λήµνου και την ηρωική Κυπριωτοπούλα, µε την µαρτυρική ∆έσπω, που θυσίασε έντεκα κόρες, νύφες και εγγόνια, για να µην πέσουν στα χέρια των Τούρκων και έγιναν τραγούδι στα χείλη της απαράµιλλης λαϊκής µούσας:

Το Σούλι κι’ αν προσκύνησε κι αν τούρκεψεν η Κιάφα,
Η ∆έσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκανε, δεν κάνει.
∆αυλί στο χέρι άρπαξε, κόρες και νύφες κράζει
Σκλάβες Τουρκών µη ζήσετε, παιδιά µαζί µ’ ελάτε.
Και τα φουσέκια άναψε κι όλες φωτιά γενήκαν.

Σε µια αυστηρά πατριαρχική και ανδροκρατική κοινωνία, όπως αυτή των Σουλιωτών, ο σεβασµός προς τη γυναίκα ήταν απόλυτος. Ίσως διότι οι Σουλιώτισσες κέρδιζαν την αναγνώριση των ανδρών µε την εξοικείωσή τους στα όπλα και τη συµπεριφορά τους στη µάχη. ∆ίπλα στηΜόσχω Τζαβέλα, τη γυναίκα του Λάµπρου, στη Λένω Μπότσαρη, την αδελφή του Μάρκου και στη Χάϊδω Σέχου, κάθε Σουλιώτισσα δεν ήταν µόνο µάνα, αδελφή, γυναίκα και κόρη ήρωα. Ήταν και η ίδια, από µόνη της ηρωίδα. Όταν οι άνδρες µάχονταν, οι γυναίκες κουβαλούσαν πολεµοφόδια, τροφές και ό,τι άλλο χρειάζονταν οι µαχητές. ∆εν γεννήθηκαν τυχαία, στα ίδια κακοτράχαλα βουνά, οι γυναίκες της Πίνδου το ’40. Οι Σουλιώτισσες, µε την παρουσία τους στις µάχες εµψύχωναν τους µαχητές, ενίσχυαν την άµιλλά τους, γιγάντωναν την αυτοθυσία τους. Αλλά και έψεγαν όσους τυχόν δείλιαζαν και, κάποτε, τους αφόπλιζαν.

Μόνο από τέτοιες γυναίκες θα µπορούσε να µείνει στην Ιστορία τοΖάλογγο, ως υπέρτατο µνηµείο αρετής και θυσίας, που υµνήθηκε ακόµη και από τον εχθρό. Πράγµατι, στις 18 ∆εκεµβρίου 1803, τον θρύλο που έγραψαν µε τον χορό τους στο Ζάλογγο οι Σουλιώτισες, τον παρέδωσε στην ιστορική µνήµη η περιγραφή Τούρκου αυτόπτη µάρτυρα, ενός αξιωµατικού του Αλή πασά, του Σουλεϊµάν Αγά. Η περιγραφή του υπάρχει σε βιβλίο του Ibrahim Manzour efendi, που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1828. Συγκλονισµένος ο τούρκος αξιωµατικός αναφέρει ότι, οι γυναίκες «πιάστηκαν από τα χέρια και άρχισαν ένα χορό, που τα βήµατά του τα κινούσε ένας ασυνήθιστος ηρωισµός και η αγωνία του θανάτου τόνιζε το ρυθµό του… στο τέλος των επωδών οι γυναίκες βγάζουν µια διαπεραστική και µακρόσυρτη κραυγή, που ο αντίλαλός τους σβήνει στο βάθος ενός τροµακτικού γκρεµού, όπου ρίχνονται µαζί µε όλα τα παιδιά τους».

∆εκαεννιά χρόνια αργότερα, στις 21 Απριλίου 1822, οι Σουλιώτισσες του Ζαλόγγου ξαναζούν στην ψυχή των γυναικών της Νάουσας. Για ν’ αποφύγουν την αιχµαλωσία και την ατίµωση από τους Τούρκους, ρίχνονται στους καταρράκτες της Αραπίτσας, µαζί µε τα παιδιά τους και πνίγονται, προσθέτοντας και τη δική τους θυσία στον µεγάλο Αγώνα.

Η επανάσταση έχει πια ξεκινήσει και οι Ελληνίδες γράφουν, µε το δικό τους πάθος και µε την δική τους ξεχωριστή λεβεντιά σελίδες µεγαλείου και δόξας. Η Λασκαρίνα Μπουµπουλίνα, δυο φορές χήρα και µε έξι παιδιά, όλα ταγµένα στον Αγώνα, πρωτοστατεί µε το πλοίο της, τον θρυλικό «Αγαµέµνονα», στην πολιορκία του Ναυπλίου και µπαίνει θριαµβεύτρια, δίπλα στον Κολοκοτρώνη, στη Τριπολιτσά. Είναι η «νέα Αµαζόνα» κατά τον ιταλό περιηγητή Πέτσιο, ενώ ο γερµανός δηµοσιογράφος Κρίστιαν Μίλλερ, γράφει, εντυπωσιασµένος, για τη γυναίκα που το όνοµά της και τα ανδραγαθήµατά της συζητούνται σε όλη την Ευρώπη: «Σπετσιώτισσα είναι η γνωστή ηρωίδα Μπουµπουλίνα, που εξόπλισε τρία καράβια, εκ των οποίων τα δύο κυβερνούν οι γιοι της και το µεγαλύτερο το κυβερνάει η ίδια. Έχασε κιόλας ένα γιο της σ’ αυτόν τον αγώνα και φλέγεται τόσο σα µάνα από το αίσθηµα της εκδίκησης, όσο και σαν Ελληνίδα από την αγάπη προς την πατρίδα. Έχει επιφέρει πολλές καταστροφές στους τούρκους και τους έχει πάρει πολλά καράβια»

Το ίδιο ατρόµητη θαλασσοµάχος και η ∆όµνα Βισβίζη, η Θρακιώτισσα από την Αίνο. Όπως γράφει ο Ιωάννης Φιλήµων, «Τοιαύτη ανεδείχθη και η ∆όµνα σύζυγος Βασιλείου Χατζή, πλοιάρχου. Θανατωθέντος αυτού κατά την πολιορκία της Ευβοίας, ανέλαβε η ίδια την διοίκησιν του πλοίου ως άλλος ανήρ, επί πολύ χρόνον, ίνα µη στερηθή η πολιορκία της από θαλάσσης βοηθείας». Η ∆όµνα Βισβίζη, την οποία ο ∆ηµ. Υψηλάντης αποκαλούσε Ευγενεστάτη και Γαληνοτάτη και για την οποία ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πιστοποιούσε µε έγγραφό του, ότι τον Μαϊο του 1822, τον έσωσε, αυτόν και τους άνδρες του, προµηθεύοντάς του τρόφιµα και πολεµοφόδια, διατήρησε το πλοίο της επί τρία χρόνια. ∆απάνησε για την συντήρησή του και την διατροφή του πληρώµατός του, όλη της την περιουσία. Και όταν πια οι πόροι της τελείωσαν και το µπρίκι είχε πάθει µεγάλη φθορά, το χάρισε, τον Σεπτέµβριο του 1824 στην κυβέρνηση, που το µετέτρεψε σε πυρπολικό. Μ’ αυτό ο Ανδρέας Πιπίνος έκαψε, στη Σάµο, την τουρκική φρεγάτα.

Μια άλλη µεγάλη γυναικεία µορφή του ’21, ήταν η Μαντώ Μαυρογένους. Γεννήθηκε στην Τεργέστη, από Μυκονιάτισσα µάνα σπαρτιατικής καταγωγής και τον Νικόλαο Μαυρογένη, µεγάλο σπαθάρη του συνώνυµου του και θείου του, ηγεµόνα της Βλαχίας. Μετά τον αποκεφαλισµό του ηγεµόνα από τους Τούρκους, η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη και απέκτησε τεράστια περιουσία από το εµπόριο. Η Μαντώ, είχε εξαιρετική µόρφωση και µιλούσε επαρκώς εκτός από την µητρική της γλώσσα, τουρκικά, γαλλικά και ιταλικά..Λίγο πριν την κήρυξη της Επανάστασης και µετά τον θάνατο του πατέρα της, εγκαταστάθηκε στην Τήνο και στη συνέχεια στην Μύκονο.

Με χρήµατα της οικογενείας της, αρµάτωσε και διέθεσε στον Αγώνα δύο καράβια, ενώ συντηρούσε και δύναµη 800 πολεµιστών. Φορώντας αντρικά ρούχα και ζωσµένη µε το σπαθί του πατέρα της, η Μαντώ πήρε µέρος σε µάχες στην Κάρυστο, στη Μαγνησία, στο Τρίκκερι, στην Άµφισσα, στη Χαιρώνεια και σε επιθέσεις εναντίον του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο. 12 13 Με διαταγή της εθνοσυνέλευσης του Άστρους, της απονεµήθηκε, ως διακριθείσα επ’ ανδραγαθία στο πεδίο της µάχης, στέφανος δάφνης, «εν επισήµω τελετή οµοία προς την των Ολυµπιακών Αγώνων». Ακόµη, για την τεράστια συµβολή της στην Επανάσταση, της απονεµήθηκε, µοναδικό προς γυναίκα, το αξίωµα του επιτίµου αντιστρατήγου και της παραχωρήθηκε κεντρικό σπίτι στο Ναύπλιο για την εγκατάστασή της. Αυτή η σπουδαία γυναίκα, µε την αριστοκρατική καταγωγή, που πολέµησε παθιασµένα σε όλα τα πεδία των µαχών, που ουδέποτε εφατρίασε κατά τις εµφύλιες διαµάχες, που τροφοδότησε το κύµα του φιλελληνισµού στην Ευρώπη µε τις δύο επιστολές που έγραψε, τη µία προς τις παρισινές κυρίες και την άλλη προς τις αγγλίδες κυρίες, και η οποία προσέφερε 7.000.000 γρόσια για τον Αγώνα, πέθανε, τελικά, πάµπτωχη.

επιμέλεια ανάρτησης: ιστολόγιο “Αντέχουμε…”