Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

μια φωτογραφία για εσάς

Σας έχουν στείλει 1 φωτογραφία.


θεία λειτουργία5.jpg

Οι φωτογραφίες αυτές έχουν αποσταλεί μέσω του Picasa, από την Google.
Δοκιμάστε εδώ: http://picasa.google.com/

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

ΟΣΙΑ ΘΕΟΚΤΙΣΤΗ-ΒΟΡΟΝΕΖ



site analysis




Στις 16 Σεπτεμβριου,την παραμονή της εορτής της συναξεως των Αγίων του Βόρονεζ στην επαρχία του Βόρονεζ παρουσία του Μητροπολίτου Σεργιου έγινε η ανακομιδή του λειψάνου της μακαριστής ηγουμένης Θεοκτίστης Μιχαιλοβνα(Σουλγκινα),από ένα από τα κοιμητήρια της πόλης στην γυναικεία Ιερά Μονή Αλεξίεβο-Ακάτοβ του Βόρονεζ.Ήδη η αρμόδια επιτροπή της επαρχίας του Βόρονεζ ετοιμάζει τ ‘απαραίτητα για την αγιοποίηση της.Η μοναχή Θεοκτιστη Μιχαηλοβνα μετά το κλείσιμο της μονής Αλέξιεβο-Ακατοβ από τους μπολσεβίκους το 1931,άρχισε ν’ασκητευει ως δια Χριστόν σαλή.¨’’Πολλές φορές κοιμόνταν έξω,κατω από τον έναστρο ουρανό όπως η Οσία Ξένια της Αγίας Πετρούπολης’’αναφέρει στο ανακοινωθέν του ο Μητροπολίτης Σέργιος.
Πολλοί κάτοικοι τιμούσαν τη μακαριστή Θεοκτίστη’’για τη μεγάλη αγιώσυνη του βίου της.Με το διορατικό της χάρισμα βοηθούσε και προλαμβανε τους πιστούς για μελλοντικά δεινα που επρόκειτο να συμβούν,βοηθούσε υλικά τους φτωχούς μοίραζε τρόφιμα στους έχοντας ανάγκη και θεράπευε τις σωματικές και ψυχικές ασθένειες’’
Τη μακαριστή Θεοκτίστη την τιμούσαν ως μία μεγάλη ασκήτρια ο Αγιος Μάρτυς αρχιεπίσκοπος Πετρος (Ζβέρεβ),ο ιερέας Ιωάννης Καμένσκι,και πολλοί κληρικοί και πιστοί του Βόρονεζ οι οποίοι ζητούσαν τις προσευχές της-τονίζει ο αρχιεπίσκοπος Σέργιος.Ο μάρτυς αρχ.Πετρος(Ζβέρεβ) γραφεί από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Σολοβέτσκι προς τους πιστούς του Βορονεζ:’’Ο επίσκοπος ζητούσε επίμονα τις προσευχές της μακαριστής Θεοκτίστης’’
Ο πρωθιερέας Μητροφάνης Μπουτσίνεβ ο οποίος με την ευλογία των στάρετς της Όπτινα ήταν πνευματικός μίας γυναικείας αδελφότητας στο Βόρονεζ τη δεκαετία του’20λέει για τη μακαριστή Θεοκτίστη:’’Αυτή η δούλη του Θεού έφτασε στο μέτρο του Μ.Αντωνίου.Φεύγοντας στην εξορία, από όπου δεν γύρισε άφησε την αδελφότητα υπό την προστασία της μακαριστής Θεοκτιστης.

πηγή;περιοδικό ‘’Lumeα Credintei’’(τ.Οκτ.2009)

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Μοναχή Ευπραξία υποτακτική του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού



site analysis

Ήταν παντρεμένη και είχε ένα παιδί τον Ιωάννη, τον οποίο άφησε μικρό και τελείως πτωχό στην μητέρα της για τον έρωτα του Χριστού.
Υπήρξε ευκατάστατη, είχε 4 σπίτια στην Κωνσταντινούπολη και θείο Αρχιμανδρίτη από τον οποίο κληρονόμησε Αγια Λείψανα που τα διαμοιράστηκαν αργότερα οι πατέρες της συνοδείας του Γέροντος Ιωσήφ.
Όταν ήλθαν στην Ελλάδα, μαζεύτηκαν και άλλες γυναίκες που είχαν μεγάλο ζήλο για τον Μοναχισμό και την ευχή και υπό την καθοδήγηση του Γέροντος Ιωσήφ έκαναν Μοναστήρι κυρίως από τα χρήματα της Γεροντίσσης Ευπραξίας αλλά και από άλλες στα μέρη της Θράκης (μεταξύ Ξάνθης και Κομοτηνής). Δυστυχώς υπήρχε μεταξύ τους αντιζηλία, φιλονικίες κτλ. και έβγαινε κάθε τόσο από το Άγιον Όρος ο Γέρων Ιωσήφ και τις βοηθούσε. Οι έξοδοι αυτές από το Όρος ήταν η αιτία να στενοχωριέται και να θλίβεται ο πατήρ Αρσένιος, διότι έπρεπε να βγαίνη και αυτός μαζί του και δεν ήθελε. Ήσαν «συμφωνηταί» – τους είχε διαβάσει Ιερέας – και δεν είχαν ευλογία να χωρίσουν ούτε ένα 24ωρο.
Αυτά έγιναν – δηλαδή το κτίσιμο της Μονής – μετά τα 8 χρόνια του πειρασμού του Γέροντος, όταν πια ήταν τελείως απαθής, σαν μικρό παιδί.
Οι Ιερείς όμως της ενορίας, κατηγόρησαν το Γέροντα για πολλά και μεταξύ αυτών και για ηθικά ζητήματα και του έκαναν δίκη, στην οποία δεν παρουσιάστηκε ο Γέροντας. Εν τω μεταξύ και ο κόσμος από απλότητα έκαναν υπερβολές π.χ. όταν τον έβλεπαν έλεγαν «ο Χριστός, ο Χριστός!» καθ’ όσον είχε γκριζογάλανα μάτια και ξανθά γενάκια κ.τ.λ.
Όταν κατάλαβε ο Γέροντας ότι δεν υπάρχει ωφέλεια, δεν ξαναπήγε στο Μοναστήρι. Αυτό συνέβη γύρω στο 1938. Οι αδελφές, μια γιατί δεν πήγαινε ο Γέροντας, μια γιατί τις κυνηγούσαν οι ιερείς της ενορίας, διαλύθηκαν. Όλες όμως κρατούσαν γερά στην Μοναχική παράδοση. Πολλές από αυτές αγίασαν. Δύο πήγαν στην Μονή της Παναγίας της Πευκοβουνογιατρίσσης στην Κερατέα (Ευφροσύνη, Φεβρωνία), άλλη ήταν η ΚλαιοΜαρία του Περισσού. Η Γερόντισσα Ευπραξία πήγε στη Θεσσαλονίκη και έμενε πολύ φτωχικά σε ένα καμαράκι με χώμα στο πάτωμα (κοντά στον Προφήτη Ηλία), μαζί με την μάνα της, στην αυλή του σπιτιού του αδελφού της.
Ο Γέρων Ιωσήφ, επειδή την είδε ότι ήταν γερή στην ευχή, της έδωσε εντολή να κλειστή μέσα και της έδωσε ησυχαστικό τυπικό, να ασχοληθή μόνο με την «ευχή». Να μην βγαίνη, να μην έχη φιλίες.
Στην ερώτησή της για το πως θα διαιτάται εκείνος της απάντησε: «Εγώ θα σε φροντίσω, θα σου στέλνω τα προς χρείαν, μόνο εσύ να καθήσης μέσα… Αν χρειαστή κοσμικά ρούχα θα φορέσω και θα βγώ στον κόσμο να δουλέψω για να σου στέλνω». Και πράγματι της έστελνε. Αυτή κλείστηκε μέσα, δεν την γνώριζε σχεδόν κανείς. Εκκλησιαζόταν αλλά στην Ενορία δεν είχε κουβέντες και γνωριμίες. Έκανε πως δεν ήξερε καλά τη γλώσσα και έτσι απέφευγε. Λίγο πιο πέρα από το καλυβάκι της ήταν άλλο καλυβάκι και εκεί πήγαινε. Έκλεινε τα εξώφυλλα των παραθύρων για να είναι σκοτεινά και έλεγε την ευχή. Για όσους την γνώρισαν ήταν ο αββάς Ισαάκ στην πράξη. Ζούσε με απόλυτη πτωχεία στην ησυχία. Υπήρξε πολύ αγωνίστρια και κατανυκτική. Πληροφορίες γι’ αυτήν πήραμε από το Ιερόν Κοινόβιο «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» Οινουσσών Χίου.
Στο παράρτημα δημοσιεύουμε αποσπάσματα από επιστολές της οσίας μητρός προς κάποιον ιερομόναχο.
Αποσπάσματα από αλληλογραφία
της Γεροντίσσης Εύπραξίας του Ιωσήφ
προς Ιερομόναχο τινά
Διαβάζοντας κανείς γεύεται τη γλύκα της κατανυκτικής της καρδιάς…
«…Ο Θεός Τατλή Ιησούς μας, Παναγία Θεοτόκος μας, Μητέρα μας να γίνη, να προστατεύη πάντοτε, να φυλάγη, μέσα στην καρδιά σου να καθίση. Κάθε λεπτό να του πής. Τατλή Ιησούμ! άχ Τατλή Ιησούμ, τατλή Βασιλέμ. Θεοτόκος μας να το πής. Να κλαις από τη φωτιά στην καρδιά σου, την αγάπη σου στο Χριστό μας, ν’ ανάψη μέσα σου. Αχ, άχ, άχ κάθε αναπνοή σου. Αμάν. Εγώ αμαρτωλή εύχομαι νύκτα – ημέρα με θερμά δάκρυα. Είμαι υποχρεωμένη, είμαι φορτωμένη. Πως να το δώσω τον Θεόν λόγια. Ελεημοσύνη τρώγω. Κλαίω άχ, άχ πολύ παρακαλώ, να μή λησμονάς το όνομά μου να μνημονεύης. Εάν ακούσης πέθανε Ευπραξία, ένα 40λείτουργο να κάμνης, θα με πάρης από την κόλαση. Είμαι στον κόζμο κολαζμένη. Δεν είμαι άκξια να πάγω Παράδεισος. Το δικό σας προσευχή, ευσπλαχνία του Τατλή Ιησού μας ελπίζω».
«…Τατλή Ιησού μας να έλθη (στην) καρδιά σου ν’ ανάπψη μέσα σου, να γίνης φως, να καταλάβης Τατλή Ιησού μας… που κάμνεις προσευχή με το κομβοσχοίνιον «Κύριε, Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησον ημάς». Αυτά να λες να εύρης γλύκα (απόγλυκα) να κλαις νύκτα ημέρα, όλο το σώμα ν’ αγιάζης, να καταλάβης εάν τατλή Ιησού μας έρχεται καρδιά σου, αυτή γίνι (γίνεται), το σώμα γίνι (γίνεται) σαν λάστιχο. Βγαίνει κοζμικό σώμα, έρχεται άγιο σώμα. Το σώμα λέγει, δουλεύει σαν το ωρολόγιον. Κύριε Ιησού μου, Χριστέ μου, Υιέ του Θεού ελέησον ημάς, λέγει μέσα σου. Όλο το σώμα δε σταματάγει. Αυτά τα κερδίζεις με σιωπή, σκοτεινά, ούτε φως να γίνη. Σκέπασε (με) το κουκούλιον το πρόσωπόν σου να πής την ευχή. Το σώμα αγιάζει, νεκρό γίνεται.
Τότε να ιδής τι εστάνη (αισθάνεσαι), τον άγιο Γέροντά μας. Προσευχή να βοηθήση να κατοίκηση μέσα στον Τατλή Ιησούς μας. Αμήν.
Εγώ αμαρτωλή εύχομαι χρυσό παιδάκι μου… να γίνη μέσα σου φως. Ο πειραζμός να φοβηθή κοντά σου, να μην έλθη να κάπψη (να καή).
Εγώ έδωσα ο Θεός πλούτον, και εγώ τον Θεόν αγάπη έδωσα, τον Θεόν υπακουγή τον Γέροντα μου.
Άγιος Γέροντας μου έταξε. Μη φοβάσαι, εγώ θα (σε) κοιτάξω. Θα φορέσω κοζμικά ρούχα, θα δουλέψω να σε κοιτάξω. Που είναι; Από μένα πρώτα πέθανε. Άγιασε….
Έως τώρα ο Θεός δε με άφησε, αλλά πολλά υπόφερα από τον αγώνα. Τώρα γραία είμαι, άρρωστη είμαι, βροχικό άσθμα έχω.
[Τατλη Ιησουμ = γλυκύς Ιησούς]
Δωρεάν πολλά (μου) έδωσε ο Θεός. Ολόκληρο το σώμα μου λέγει (την) ευχή. Από την γλύκα της ευχής ανάβει μέσα μου. άχ, άχ, άχ Τατλή Ιησούμ κλαίω, δε μπορώ, πάρτο ψυχή μου, πάρτο, κλαίω δεν είμαι άξια να πώ την ευχή, κλαίω.
Πηγή: Ιερομονάχου Δημητρίου Καββαδία «Μοναζουσών Σύναξις», θαυμαστόν γυναικείον γεροντικόν του εικοστού αιώνος, Αθήνα 2005-ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Η ΑΓΙΑ ΚΙΚΙΛΙΑ Η ΡΩΜΑΙΑ +22 Νοεμβρίου



site analysis



Εικόνα 4 από 9
Άγγελον ειρήνης, πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των σωμάτων ημών παρά του Κυρίου αιτησώμεθα". 

Έτσι δέεται η Εκκλησία, γιατί είναι πίστη πως ένας άγιος Άγγελος του Θεού φυλάγει και παραστέκει κάθε πιστό.
Αυτή την πίστη την βλέπομε αισθητή πραγματικότητα στη ζωή της αγίας παρθενομάρτυρος Κικιλίας, που είναι από τα αγνότερα και ευωδέστερα θύματα της πίστεως και της οποίας η Εκκλησία σήμερα γιορτάζει την μνήμη. 
Έβλεπεν η αγία του Θεού τον φύλακα Άγγελό της, που την προστάτευε και την ωδηγούσε στον βίο της.
Η παρουσία του αγίου Αγγέλου την ετήρησε μέχρι τέλους αγνή για να γίνη προσφορά και θυσία στον ουράνιο νυμφίο της λογική και ευάρεστη.
Μας δίνει μεγάλη ηθική δύναμη στους πειρασμούς και στους κινδύνους του κόσμου να επαναλαμβάνωμε την προσευχή:
"Άγιε Άγγελε ... μη εγκαταλίπης με τον αμαρτωλόν, μηδέ αποστής απ’ εμού...".
Οι Άγιοι Κιλικία, Βαλεριανός και Τιβούριος, έζησαν τον 3ο αιώνα μετά Χριστόν. 
Οι γονείς της Κικιλίας ήταν ειδωλολάτρες, από τους πιο ευγενείς και επισήμους. 
Αλλ’ η κόρη τους άκουσε τη διδασκαλία του Χριστού, την αγάπησε και βαπτίστηκε.
Μετά από λίγο την πάντρεψαν με τον Βελεριανό, νέο με ευγενικά αισθήματα πού με την επίδραση της εκλεκτής συζύγου, ασπάσθηκε και αυτός την χριστιανική θρησκεία. 
Κατόπιν μάλιστα, και οι δύο μαζί, έφεραν στο χριστιανισμό και τον αδελφό του Βαλεριανού Τιβούρτιο. 
Κατά τον διωγμό εναντίον των χριστιανών επί Διοκλητιανού, απειράριθμοι υπήρξαν αυτοί που ακολούθησαν το δρόμο του μαρτυρίου.
Έτσι και η Κικιλία, ο Βαλεριανός και ο Τιβούρτιος δεν φρόντισαν να κρυφτούν.
Φανερά παρηγορούσαν τις χήρες και συντηρούσαν τα ορφανά των μαρτύρων, ακόμα και περισυνέλεγαν τα λείψανα τους και τα έθαβαν με ευλάβεια.
Όταν τους έπιασαν για το έργο πού έκαναν, ομολόγησαν με θάρρος την πίστη τους και θανατώθηκαν με αποκεφαλισμό.
Η εκκλησία της Ρώμης θρήνησε τη μεγάλη απώλεια, και έθαψε τα λείψανα τους με μεγάλη ευλάβεια.
Η μνήμη της τιμάται στις 22 Νοεμβρίου.
ΠΗΓΗ.ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΓΥΝΑΙΚΑ

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

Η Χρυσταλλού και το θαύμα του Αποστόλου Ανδρέα



site analysis


Μιά φορά, ήταν μιά γυναίκα που την έλεγαν Χρυσταλλού. Τούτη η γυναίκα στον κόσμο είχε μόνο ένα γιό.Κι ήταν έξυπνος-έπαιρνε τα γράμματα πολλά-κι όμορφος και ζωηρός.
Μιάν ημέρα, μάνα μου, εβγήκαν οι Τούρκοι κι είδαν το παιδί πως ήταν παλλικάρι κι επήραν το.Από τότε η μάνα του… μέρα-νύκτα έκλαιε.
-Α, το γιό μου, α το γιό μου…Απόστολε Αντρέα μου, φανέρωσε μου τον, Απόστολε Αντρέα μου…
Μιά νύχτα πήγε ο Απόστολος Αντρέας και της λέει:
-Τι έχεις και κλέεις;
-Τι έχω; Μου κλέψαν το παιδάκι μου και δεν ηξέρω που ένι.Τον σκότωσαν; Ζεί; Τι τον εκάμαν δεν ηξέρω.
-Να μην μαραζώνεις, της λέει, τον έχουν πολλά καλά.Να μην κλέεις και σε δέκα χρόνους από τώρα να πάεις στο Μοναστήρι μου στην Καρπασία και θα τον εύρεις.
Έκτοτε σιώπησε η κακορίζικη, πήρε παρηγοριά.Πέρασε ένας χρόνος, άλλος ένας χρόνος…Τέλος πάντων να μην τα πολυλογούμε, τελείωσαν οι δέκα χρόνοι.Ετοιμάστηκε η Χρυσταλλού κι έπιασε τα τάματα που έταξε στον Απόστολο Αντρέα και πήγε στο Μοναστήρι του στην άκρη της Κύπρου.Πήρε πρόσφορα, άναψε λαμπάδες, έκαμε γιορτή, παράκληση, λειτουργήθηκε, μετάλαβε και βγήκε έξω από την εκκλησία.Είχε έγνοια, παρατηρούσε…Έρχονταν ξένοι πολλοί.Από ένα καράβι κατέβηκαν κάμποσοι κι ένας αξιωματικός των Τούρκων, ψηλός, όμορφος, λεβέντης.Παρατηρεί, εγνώρισεν την εκείνος.”Είναι η μάνα μου, λαλεί τούτη”!Πάει κοντά και της λέει:
-Ε, ποιά είσαι εσύ;
-Εκλέψαν μου το γιό μου, γιέ μου, εκλέψαν μου τον, εσκοτώσαν μου τον, τι τον εκάμαν δεν ηξέρω.Μου είπε όμως ο Απόστολος Αντρέας να’ ρτω σε δέκα χρόνους και θα τον εύρω.
-Θένα τον αναγνωρίσεις; Λαλεί της.Έχει τόσον καιρό να τον δεις.
-Θένα μου βοηθήσει, γιέ μου, ο Απόστολος Αντρέας να τον αναγνωρίσω.
Δεν έχει κανένα σημάδι πάνω του; Λαλεί της.
-Πάνω στο πόδι του.Από τον καιρό που ήταν μωρό, καθώς έπαιζε κοντά στη νεστιά, εκύλισ’ ένα κάρβουνο πάνω στο πόδι του.Μέχρι ν’ αρχίσει φωνές, μέχρι να πάω κοντά, κάηκε και σούρωσε.Τον πήρα στο γιατρό και του έβαλε κάτι πάνω και γλύκανε ο πόνος, και λίγο-λίγο υγίανε.Τού έμεινε όμως σημάδι.
-Έχω κι εγώ λαλεί της, ένα σημάδι.Σηκώνει τα ρούχα του…αρχίνησε κλάματα.
-Γιέ μου, λαλεί του, μα είσαι εσύ;
-Εγώ είμαι! Και λούστηκαν στο κλάμα.
Μάνι-μάνι πήγε κι αγόρασε ρούχα χριστιανικά για να βγάλει τα τούρκικα και πήγε εις τους παπάδες και τους είπε την ιστορία του.
-Να έρθετε να με διαβάσετε, να με λειτουργήσετε να φωρέσω τα ρούχα μου τα χριστιανικά, γιατί ηύρα τη μάνα μου.
Ήρθαν, εδιαβάσαν τον, ελειτουργήσαν τον, εκοινωνήσαν τον κι έκαψε τα ρούχα τα τούρκικα κι εφόρεσε τα ρωμεΐκα.

Είδες ο Απόστολος Αντρέας…!Πρέπει να’ χεις πίστη πάνω σου για να σε ακούει ο αφέντης μου ο Θεός.Πίστη και καλοσύνη.

Κυπριακό λαϊκό διήγημα βασισμένο σε αληθινή ιστορία
Μεταφέρθηκε σε γραπτό λόγο από τον Χαράλαμπο Επαμεινώνδα

Saint Winefride Virgin and Martyr



site analysis




Her father, whose name was Thevith, was very rich, and one of the prime nobility in the country, being son to Eluith, the chief magistrate, and second man in the kingdom of North Wales, next to the king. Her virtuous parents desired above all things to breed her up in the fear of God, and to preserve her soul untainted amidst the corrupt air of the world. About that time Saint Beuno, Benno, or Benow, a holy priest and monk, who is said to have been uncle to our saint by the mother, having founded certain religious houses in other places, came and settled in that neighborhood. Thevith rejoiced at his arrival, gave him a spot of ground free from all burden or tribute, to build a church on, and recommended his daughter to be instructed by him in Christian piety.



When the holy priest preached to the people, Wenefride was placed at his feet, and her tender soul eagerly imbibed his heavenly doctrine, and was wonderfully affected with the area truths which he delivered, or rather which God addressed to her by his mouth. The love of the sovereign and infinite good growing daily in her heart, her affections were quite weaned from all the clings of this world; and it was her earnest desire to consecrate her virginity by vow to God, and, instead of an earthly bridegroom, to choose Jesus Christ for her spouse. Her parents readily gave their consent, shedding tears of Joy, and thanking God for her holy resolution. She first made a private vow of virginity in the hands of Saint Beuno; and some time after received the religious veil from him, with certain other pious virgins, in whose company she served God in a small nunnery which her father had built for her, under the direction of Saint Beuno, near Holy-Well. After this, Saint Beuno returned to the first monastery which he had built at Clunnock, or Clynog Vaur, about forty miles distant, and there soon after slept in our Lord. His tomb was famous there in the thirteenth century. Leland mentions, that Saint Beuno founded Clunnock Vaur, a monastery of white monks, in a place given him by Guithin uncle to one of the princes of North-Wales. His name occurs in the English Martyrology.

After the death of Saint Beuno, Saint Wenefride left Holy-Well, and after putting herself for a short time under the direction of Saint Deifer, entered the nunnery of Gutherin in Denbighshire, under the direction of a very holy abbot called Elerius, who governed there a double monastery. After the death of the abbess Theonia, Saint Wenefride was chosen to succeed her. Leland speaks of Saint Elerius as follows: “Elenus was anciently, and is at present in esteem among the Welsh. I guess that he studied at the banks of the Elivi where now Saint Asaph’s stands. He afterwards retired in the deserts. It is most certain that he built a monastery in the vale of Cluide, which was double, and very numerous of both sexes. Among these was the most noble virgin Guenvrede, who had been educated by Beuno, and who suffered death, having her head cut off by the furious Caradoc.” Leland mentions not the stupendous miracles which Robert of Salop and others relate on that occasion, though in the abstract of her life inserted in an appendix to the fourth volume of the last edition of Leland’s Itinerary, she is said to have been raised to life by the prayers of Saint Beuno. In all monuments and calendars she is styled a martyr: all the accounts we have of her agree that Caradoc, or Cradoc, son of Alain, prince of that country, being violently fallen in love with her, gave so far way to his brutish passion, that finding it impossible to extort her consent to marry him, or gratify his desires, in his rage he one day pursued her, and cut off her head, as she was flying from him to take refuge in the church which Saint Beuno had built at Holy Well. Robert of Shrewsbury and some others add, that Cradoc was swallowed up by the earth upon the spot; secondly, that in the place where the head fell, the wonderful well which is seen there sprang up, with pebble stones and large parts of the rock in the bottom stained with red streaks, and with moss growing on the sides under the water, which renders a sweet fragrant smell; and thirdly, that the martyr was raised to life by the prayers of Saint Beuno, and bore ever after the mark of her martyrdom by a red circle on her skin about her neck. If these authors, who lived a long time after these transactions, were by some of their guides led into any mistakes in any of these circumstances, neither the sanctity of the martyr nor the devotion of the place can be hereby made liable to censure. Saint Wenefride died on the 22nd of June, as the old panegyric preached on her festival, mentioned in the notes, and several of her lives testify: the most ancient life of this saint, in the Cottonian manuscript, places her death, or rather her burial at Guthurin on the 24th of June. The words are: “The place where she lived with the holy virgins was called Guthurin, where sleeping, on the eighth before the calends of July, she was buried, and rests in the Lord.” Her festival was removed to the 3rd of November, probably on account of some translation; and, in 1391, Thomas Arundel, archbishop of Canterbury, with his clergy in convocation assembled, ordered her festival to be kept on that day throughout his province with an office of nine lessors, which is inserted in the Sarum Breviary. The time when this saint lived is not mentioned in any of her lives: most, with Alford and Cressy, think it was about the close of the seventh century. Her relics were translated from Guthurin to Shrewsbury in the year 1138, and deposited with great honor in the church of the Benedictine abbey which had been founded there, without the walls, in 1083, by Roger earl of Montgomery. Herbert, abbot of that house, procured the consent of the diocesan, the bishop of Bangor, (for the bishopric of Saint Asaph’s, in which Guthurin is situated, was only restored in 1143,) and caused the translation to be performed with great solemnity, as is related by Robert, then prior of that house, (probably the same who was made bishop of Bangor in 1210,) who mentions some miraculous cures performed on that occasion to which he was eyewitness. The shrine of this saint was plundered at the dissolution of monasteries.

Several miracles were wrought through the intercession of this saint at Guthurin, Shrewsbury, and especially Holy-Well. To instance some examples: Sir Roger Bodenham, knight of the Bath, after he was abandoned by the ablest physicians and the most famous colleges of that faculty, was cured of a terrible leprosy by bathing in this miraculous fountain, in 1606, upon which he became himself a Catholic, and gave an ample certificate of his wonderful cure, signed by many others. Mrs. Jane Wakeman of Sussex, in 1630, brought to the last extremity by a terrible ulcerated breast, was perfectly healed in one night by bathing thrice in that well, as she and her husband attested. A poor widow of Kidderminster in Worcestershire, had been long lame and bedridden, when she sent a single penny to Holy-Well to be given to the first poor body the person should meet with there; and at the very time it was given at the Holy-Well, the patient arose in perfect health at Kidderminster. This fact was examined and juridically attested by Mr. James Bridges, who was afterwards sheriff of Worcester, in 1651. Mrs. Mary Newman had been reduced to a skeleton, and to such a decrepit state and lameness that for eighteen years she had not been able to point or set her foot on the ground. She tried all helps in England, France, and Portugal; but in vain. At last she was perfectly cured in the very well while she was bathing herself the fifth time. Roger Whetstone, a Quaker near Bromsgrove, by bathing at Holy-Well was cured of an inveterate lameness and palsy, by which he was converted to the Catholic faith. Innumerable such instances might be collected. Cardinal Baronius expresses his astonishment at the wonderful cures which the pious bishop of Saint Asaph’s, the pope’s vicegerent for the episcopal functions at Rome, related to him as an eyewitness. See Saint Wenefride’s life, written by Robert prior of Shrewsbury, translated into English with frequent abridgments, and some few additions from other authors, (but not without some mistakes,) first by F. Alford, whose true name was Griffith, afterwards by J. F., both Jesuits; and printed in 1635, and again with some alterations and additional late miracles by F. Metcalf, S. J., in 1712. Lluydh, in his catalogue of Welsh manuscripts, mentions two lives of Saint Wenefride in that language, one in the hands of Humphrey, then bishop of Hereford, the other in the college of Jesus, Oxon.

Source: http://saints.sqpn.com/stw06001.htm

Η Οσία Ματρώνα(9 Noμβρίου)



site analysis



Η Οσία Ματρώνα έζησε στα χρόνια των βασιλέων Μαρκιανού (450 – 457 μ.Χ.) και Λέοντα Θρακός ή Μακέλλη (457 – 474 μ.Χ.). Καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας και ανατράφηκε από γονείς πλούσιους και ευσεβείς.
Σε κατάλληλη ηλικία παντρεύτηκε με κάποιο Δομέτιο (κατ’ άλλους Δομετιανό), με τον όποιο απόκτησε μια κόρη και κατά τα χρόνια του Λέοντα του Θρακός ήλθαν οικογενειακά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συνδέθηκε με μια ευσεβή γυναίκα, την Ευγενία, και σύχναζε στους ιερούς ναούς, ποθώντας να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη λατρεία του θείου. Έτσι εγκατέλειψε τον σύζυγο της, και την κόρη της αφού την εμπιστεύθηκε σε κάποια Σωσάννα, κατέφυγε στη Μονή του Βασιανού (βλέπε 10 Οκτωβρίου), μεταμφιεσμένη με το όνομα Βαβύλας.
Αλλά καταζητούμενη από τον άνδρα της και αφού αποκαλύφθηκε το φύλο της, στάλθηκε από τον Βασιανό σε γυναικεία Μονή των Ιεροσολύμων. Κατόπιν αναχώρησε και από ‘κει και πολλά μέρη αφού επισκέφθηκε, γριά πλέον, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Τοποθετήθηκε από τον Βασιανό σε ιδιαίτερο μέρος (της Ματρώνης ονομαζόμενο αργότερα), όπου έκτισε Μονή, στην οποία μαζεύτηκαν αρκετές μοναχές. Στη Μονή αυτή λοιπόν, έζησε με μεγάλη αρετή και πνευματική τελειότητα.
Απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 100 χρονών.

Η αγία Θεοκτίστη της Λέσβου, η "αόρατη" ασκήτρια, σκλάβα των πειρατών



site analysis

Η μεγάλη ασκήτρια & ο άγιος μεταφραστής



Εικ. από εδώ, όπου επίσης post για την αγία. Είναι φανερή η ομοιότητα της εικόνας με την εικόνα της άλλης μεγάλης αγίας ασκήτριας της πνευματικής μας παράδοσης, της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας, που έζησε επίσης αθέατη από τους ανθρώπους και αξίζει να τη γνωρίσετε (π.χ.εδώ & εδώ).

Σημαντικές μαρτυρίες για την ζωή και το έργο της Οσίας Θεοκτίστης μας παρέχει ο άγιος Συμεών ο Μεταφραστής, που υπήρξε σύγχρονός της.
Η Αγία Θεοκτίστη καταγόταν από την αρχαία πόλη της Λέσβου Μήθυμνα. Νωρίς έμεινε ορφανή και από τους δύο γονείς της. Την ανατροφή και προστασία της ανέλαβαν οι συγγενείς της. Ένεκα του ότι είχε πικρή πείρα της ορφάνιας, αισθάνθηκε ιδιαίτερη συμπάθεια για τα ορφανά, τα οποία βοηθούσε με κάθε τρόπο. Είχε πολλή πίστη και αγάπη για τον Χριστό. Γι' αυτό και περιφρόνησε όλα τα εγκόσμια και ολοκληρωτικά στράφηκε προς αυτόν. Έγινε μοναχή και μάλιστα ίδρυσε και Ιερή Μονή, στη οποία συγκέντρωσε πολλές ευσεβείς νέες, που με την ζωή και το φιλάνθρωπο έργο τους έτρεφαν πνευματικά και υλικά όλους τούς αναξιοπαθούντας.
Η αγία Θεοκτίστη τις μεγάλες αρετές της χριστιανικής πίστεως και της αγάπης μετέφραζε καθημερινά σε έργα.
 Συνέτρεχε στις ανάγκες των πιστών και παράλληλα εκήρυττε τον Χριστό, κάνοντας και ιεραποστολή. Ήταν δεκαοκτώ ετών όταν κάποια μέρα της εβδομάδος του Πάσχα πήγε να επισκεφθεί την αδελφή της σε κάποιο χωριό. Όμως τότε έκαναν επιδρομή στη Λέσβο Άραβες Πειρατές, με αρχηγό τον Νήσιρη. Επέδραμαν με άγριο τρόπο. Επέφεραν τρομερές καταστροφές και προέβησαν σε αιχμαλωσίες. Μεταξύ των αιχμαλώτων νεανίδων ήταν και η Θεοκτίστη.
Μετά τις βιαιοπραγίες τους ανεχώρησαν. Την επόμενη όμως ημέρα, ένεκα της μεγάλης θαλασσοταραχής, αναγκάστηκαν να αγκυροβολήσουν στο φυσικό λιμάνι της Πάρου, δηλαδή στη Νάουσα της Πάρου. Εκεί απεβίβασαν τις αιχμάλωτες νέες στην ξηρά και σκεφτόταν για την πώλησή τους. Τότε, η αγία Θεοκτίστη κατόρθωσε να ξεφύγει της προσοχής τους και να φύγει. Ύστερα από πολύ κοπιαστική πορεία αποστάσεως δέκα περίπου χιλιομέτρων, μέσω δάσους και αγρίων περιοχών, έφθασε στη Παροικιά, σημερινή πρωτεύουσα της Πάρου και στον περίφημο Ιερό Ναό της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής
 που είναι κτίσμα του 4ου αιώνος από την αγία Ελένη.

Εκατονταπυλιανή (από εδώ)

Η ίδια η αγία Θεοκτίστη την πορεία της από την Νάουσα στην Παροικιά περιγράφει ως εξής, σύμφωνα με την εξιστόρηση των κατ' αυτών από τον Συμεών Μεταφραστή. 
"Αφού επαραμέρησα εισήλθον εις το δάσος και περιεπάτησα τόσον, όπου εκαταξέσχισα από το ξύλο και τους λίθους τους πόδας μου. Όθεν έφθασα ως αποθαμένη, μη δυναμένη από τον πόνον να στέκωμαι".
Οι πειρατές ασφαλώς θα την ανεζήτησαν. Αλλ' αφού δεν την εβρήκαν, ανεχώρησαν. Η οσία Θεοκτίστη είχε απαλλαγεί. Από τότε λοιπόν αυτή έζησε στον Ιερό Ναό της Εκατονταπυλιανής και για 35 ολόκληρα χρόνια, κακοπαθώντας, ασκούμενη και μαχόμενη εναντίον της πείνας, του ψύχους και του καύσωνος. Η τροφή της ήταν χόρτα και άγρια φυτά. Και όπως μας διηγείται ο Συμεών ο μεταφραστής, ουδέποτε στο χρονικό αυτό διάστημα την είδε άνθρωπος. Προφανώς κρυβόταν. Περνούσε τις μέρες της με προσευχές, αγρυπνίες και νηστείες. Όλη της την ζωή την είχε εναποθέσει στην πρόνοια του Θεού και στην προστασία της Θεοτόκου.
Μετά την παρέλευση των τριάντα πέντε αυτών ετών, πέρασαν από την Πάρο κάποιοι κυνηγοί, οι οποίοι έφθασαν στην Παροικιά. Ένας από αυτούς ήρθε στον Ναό της Εκατονταπυλιανής για να προσευχηθεί και συνάντησε την Αγίαν, η οποία του εξιστόρησε την ιστορία της. Το θέαμα που συνάντησε ο κυνηγός αυτός ήταν θαυμαστό και εξαίσιο γιατί:
"Οι τρίχες της κεφαλής της Αγίας ήταν λευκές, το δε πρόσωπο της είχε σκούρο χρώμα. Σάρκες καθόλου δεν φαινόταν, μα μόνο ένα δέρμα το οποίο συνείχε και συγκρατούσε τους αρμούς των νεύρων και των οστέων". Το σώμα της έμοιαζε πιο πολύ με σκιά παρά με ανθρώπινο σώμα."
Η αγία Θεοκτίστη, αφού με την όλη της ζωή και την αγγελική της πολιτεία εδόξασε τον Θεό, και αφού μας άφησε αθάνατα ίχνη παραδείγματος αληθινής χριστιανής και οσίας και αφού μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων, άφησε τον κόσμο το αυτό έτος 889 στον Ιερό Ναό της Εκατονταπυλιανής. Το άγιο λείψανό της παρέλαβαν οι κάτοικοι της νήσου Ικαρίας. Τμήμα του αγίου της λειψάνου υπάρχει στην Μήθυμνα της Λέσβου. Στην Πάρο και στον Ιερό ναό της Εκατονταπυλιανής σώζεται επίσης τμήμα του λειψάνου της χειρός της. Στην είσοδο του ιστορικού αυτού Ιερού Ναού και αριστερά όπως εισερχόμαστε, ευρίσκεται ο τάφος της

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Η ξυπόλητη πόρνη



site analysis


Κάποιος αδελφός ησύχαζε σ' ένα κεΛλί της Αιγύπτου, ζώντας με πολλή ταπείνωση. Είχε όμως στην πόλη μιαν αδελφή πόρνη, πού γινόταν αιτία νά χάνονται πολλές ψυχές. Οι γέροντες παρακινούσαν συχνά τον αδελφό νά πάει νά τη βρει, μήπως με τις συμβουλές του κατορθώσει νά την αποσπάσει από την αμαρτωλή ζωή της. Τελικά κατάφεραν νά τον πείσουν.
Μόλις έφτασε στον τόπο πού έμενε ή αδελφή του, κάποιος γνωστός τον είδε κι έτρεξε νά της μηνύσει:
Έλα νά δεις! Ό αδελφός σου είναι έξω, στην πόρτα! Σκίρτησε ή καρδιά της μόλις τ' άκουσε.
Παράτησε τούς εραστές, πού περιποιόταν, κι έτρεξε ξέσκεπη νά συναντήσει τον αδελφό της. 'Έκανε αυθόρμητα νά τον αγκαλιάσει, και εκείνος της είπε:
Αδελφή μου γνήσια, λυπήσου την ψυχή σου.
Πώς θ' αντέξεις τα πικρά κι ατέλειωτα βασανιστήρια της κολάσεως, για τούς τόσου πού χάνονται εξαιτίας σου; Περίτρομη εκείνη τού λέει: Είσαι βέβαιος πώς -υπάρχει πλέον για μένα σωτηρία;
Υπάρχει, φτάνει νά θέλεις, απάντησε ο αδελφός.
'Έπεσε τότε στα πόδια  του και τον παρακαλούσε νά την πάρει μαζί του στην έρημο.
Ρίξε στο κεφάλι σου το ιμάτιο σου κι έλα, της είπε. 'Όχι, πάμε νά φύγουμε! Με συμφέρει νά κυκλοφορώ άπρεπα ξέσκεπη, παρά νά ξαναμπώ οστό εργαστήριο της ανομίας.
Καθώς προχωρούσαν, ο αδελφός της τη νουθετούσε για νά μετανοήσει. Κάποια στιγμή όμως είδε μερικούς διαβάτες νά τούς πλησιάζουν από την αντίθετη κατεύθυνση. της λέει λοιπόν:
- Επειδή δεν ξέρουν πώς είσαι αδελφή μου, βγές για λίγο έξω από το δρόμο, ώσπου νά περάσουν αυτοί πού έρχονται. Εκείνη ξεμάκρυνε από κοντά του.
Ας συνεχίσουμε τώρα το δρόμο μας, αδελφή μου, της είπε μετα την απομάκρυνση των περαστικών.
Μα δεν πήρε απόκριση.
Πλησίασε κοντά της, και τη βρίσκει νεκρή! Συνάμα βλέπει και τα πόδια  της καταματωμένα.Ήταν, βλέπετε, ξυπόλητη.
Όταν αργότερα ο αδελφός ανακοίνωσε το γεγονός στους γέροντες, εκείνοι διαφωνούσαν μεταξύ τους για το αν σώθηκε ή όχι. Τελικά όμως ο Θεός αποκάλυψε γι' αυτήν σ' ένα γέροντα, ότι δέχθηκε τη μετάνοιά της, επειδή, μόλις μεταμελήθηκε, αδιαφόρησε πια για όλα τα υλικά πράγματα, καταφρόνησε ακόμα και το σώμα της και δεν έβγαλε ούτε ένα στεναγμό για τις τόσες πληγές της. 

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΤΟΥ ΚΙΕΒΟΥ



site analysis


 

Στο μοναστήρι της Αγίας Σκέπης στο Κίεβο έγινε-χοροστατούντος του Μητροπολίτου Κιέβου Βλαδιμήρου-η αγιοκατάταξη της Ηγουμένης Σοφίας Γκρίνιεβα. Εκοιμήθη το 1941 και η μνήμη της θα τιμάται στις 24 Μαρτίου και στις 28 Απριλίου ημερομηνία ευρέσεως των αγίων λειψάνων της.
Η μοναχή Σοφία γεννήθηκε στη Μόσχα το 1873. Όταν ήταν παιδί ένας Στάρετς της είχε προφητέψει ότι κάποτε θα γίνει Ηγουμένη. Σπούδασε στο Ωδείο μετά όμως αρρώστησε βαριά. Ενώ ήταν ετοιμοθάνατη την κοινώνησαν και κοιμήθηκε. Όταν ξύπνησε την επόμενη μέρα αισθάνθηκε καλύτερα και τελικά έγινε καλά. Μετά από αυτό το θαύμα - στα 22 της χρόνια - αποφάσισε να μπει σε μοναστήρι. Πήγε στο μοναστήρι της Παναγίας στην Καλουγκα, όπου έγινε Ηγουμένη.
Όταν ήρθαν στην εξουσία οι Μπολσεβίκοι, την συνέλαβαν τρεις φορές. Ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό και χαρακτηρίσε τους άθεους κομμουνιστές ως αντίχριστους. Κατά την φυλάκισή της η υγεία της υπέστη σοβαρές βλάβες. Μετά την αποφυλάκιση της το 1932 την εξόρισαν. Φτωχή, πεινασμένη και άρρωστη παρέδωσε την ψυχή της στον Χριστό το 1941.
ΠΗΓΗ.ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

Άγιες Ζηναΐδα και Φιλονίλλα



site analysis


agies-zinaida-filonillaΗ στεντόρεια φωνή του Αποστόλου Παύλου «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» συντάραξε το κοινωνικό κατεστημένο της εποχής του. Η γυναίκα που στον προχριστιανικό κόσμο είχε υποτιμηθεί και στον εξωχριστιανικό κόσμο παραθεωρείται, πολλές φορές ακόμα και σήμερα, πήρε τη θέση που της άρμοζε, θέση ισότιμη προς τον άνδρα. Και πράγματι η Εκκλησία δεν σεμνύνεται µόνο για την ανεπανάληπτη και μοναδική μορφή της Παναγίας. Γυναίκες πολλές πύκνωσαν τις τάξεις των αγίων της, των οποίων το ηθικό ανάστημα ξεπέρασε συχνά το ηθικό ανάστημα των αγίων ανδρών. Ανάμεσα στις πρώτες ήσαν και οι άγιες Ζηναίδα και Φιλονίλλα που έδρασαν και εκοιµήθηκαν στην Πάφο και έκτοτε τιμώνται ιδιαίτερα σ' αυτή. Οι Άγιες ήσαν αδελφές, κατάγονταν από την Ταρσό της Κιλικίας και ήσαν συγγενείς του Αποστόλου Παύλου. Τα συναξάρια δεν µας λεν πολλές λεπτομέρειες για τη ζωή και τη δράση τους. Κι είναι αυτό δικαιολογημένο. Η μεγάλη χρονική απόσταση που µας χωρίζει από την εποχή τους, οι πολλές δοκιμασίες από τις οποίες πέρασε ο τόπος µας, οι καταστροφές και οι δηώσεις είχαν ως αποτέλεσμα να ξεχασθούν αρκετά στοιχεία της εκκλησιαστικής ζωής και της εκκλησιαστικής µας ιστορίας των πρώτων µ.Χ. αιώνων. Για τη ζωή τους όμως αντλούμε αρκετές πληροφορίες από την ακολουθία τους.
Πληροφορούμαστε λοιπόν πως προέρχονταν από πλούσια και ευκατάστατη οικογένεια, πράγμα που τους επέτρεψε να εκμάθουν και την ιατρική τέχνη και επιστήμη. Κι ακόμα πως πολύ νωρίς οδηγήθηκαν στη χριστιανική πίστη της οποίας έγιναν θερμότατες ακόλουθοι.
Αφού μελέτησαν τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και αντελήφθησαν ότι τα αγαθά του κόσμου τούτου είναι «ρέοντα» ενώ τα «επαγγελλόµενα» αγαθά είναι «µένοντα», απεφάσισαν να εγκαταλείψουν ό,τι τις κρατούσε δέσμιες στον κόσμο τούτο και να αφιερωθούν ολοκληρωτικά στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Η συγγένειά τους µε τον Παύλο τις ώθησε να εργασθούν στα μέρη όπου εκείνος κήρυξε προηγουμένως, εδραιώνοντας µε τον τρόπο αυτό το έργο του. Έτσι τις βλέπουμε πρώτα στα μέρη της Ελλαδικής Μαγνησίας, εκεί που σήμερα βρίσκεται η πόλη του Βόλου, στην αρχαία Δημητριάδα. Εκεί, εξασκώντας και την ιατρική επιστήμη τους, που την παρείχαν σε όλους αναργύρως, επεδόθησαν στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Έγιναν έτσι θεραπεύτριες και της ψυχής και του σώματος των ανθρώπων. Εκεί μάλιστα που η ιατρική επιστήμη δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους µε τη θερμή προσευχή τους. Ανεδείχθησαν έτσι και ιαµατικές, θεραπεύτριες δηλαδή σωμάτων µε τη δύναμη του Θεού.
Από τη Δηµητριάδα τις βρίσκουμε στην Πάφο και συγκεκριμένα στην Κισσόνεργα, όπου στήνουν το ιεραποστολικό ορμητήριο τους. Η παράδοση τις φέρει να ζουν σ' ένα σπήλαιο κι απ' εκεί να δέχονται ασθενείς - ιδιαίτερα γυναίκες - τις οποίες και κατηχούσαν στη νέα θρησκεία, προετοιμάζοντας τες για το βάπτισμα.
Φαίνεται πως η κάποια χαλάρωση των ηθών που επικρατούσε τότε σ' όλη την περιοχή της Πάφου, λόγω και της λατρείας της Αφροδίτης, είχε σαν αποτέλεσμα τη στροφή πολλών ανθρώπων προς κάτι το ανώτερο. Γι' αυτό και το έργο των δύο ιεραποστόλων βρήκε πρόσφορο έδαφος στην Πάφο. Επαληθεύτηκε. και στην περίπτωση αυτή το Γραφικό «Όπου επλεόνασεν η αµαρτία εκεί υπερεπερίσσευσεν η χάρις». Οι τάξεις των χριστιανών πλήθαιναν µέρα µε τη µέρα και η κοινωνία άρχισε να παίρνει όψη Χριστιανική.
Οι άσχημες συνθήκες διαβίωσής τους όμως, οι κακουχίες και οι ταλαιπωρίες του ιεραποστολικού έργου, έφθειραν την υγεία τους. Κι έτσι, χωρίς να φθάσουν σε «γήρας πολυχρόνιον», άφησαν το μάταιο αυτό κόσμο και πέταξαν στην αιωνιότητα. Πρώτη η Ζηναίδα και ύστερα η Φιλονίλλα, παρέδωσαν την ψυχή τους στον Χριστό που τόσο αγάπησαν και για τον οποίο τόσο εκοπίασαν.
Στον τόπο που τάφηκαν, στην Κισσόνεργα, κτίστηκε αργότερα, µετά την κατάπαυση των διωγμών, ναός επ' ονόµατί τους και οι πιστοί συγκεντρώνονταν εκεί στις 11Οκτωβρίου, οπότε τελείται η µνήµη τους και τις τιμούσαν µε ιδιαίτερη λαμπρότητα. Ερείπια του ναού υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Εκεί, στις 11Οκτωβρίου, τελείται και σήμερα η Θεία Λειτουργία στη µνήµη των αγίων αδελφών. Λόγω του ιατρικού λειτουργήματος τους, θεωρούνται και σήμερα θεραπεύτριες διαφόρων ασθενειών, ιδιαίτερα δε των αιμορραγιών στις γυναίκες.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ
Ήχος γ΄. Την ωραιότητα.
Την πολυθαύµαστον Ταρσόν τιµήσωµεν, την εξανθήσασαν άνθη τα τίμια, την Ζηναίδα τήν σοφήν και Φιλονίλλαν. Άµα δε έχουσαι της πίστεως την κρηπίδα ασάλευτον, πάσαν πληµµυρίδα των δαιµόνων κατήσχυναν. Διό και συν Αγγέλοις χορεύουσαι, υπέρ ηµών αεί πρεσβεύουσιν.

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Αντιστεκόταν στην ακατανοησία. Στη μνήμη της μοναχής Ιουλιανίας (Σοκολόβα)



site analysis



Πριν από 30 χρόνια,την πρώτη ημέρα μετά την Υπαπαντή του Κυρίου, εκοιμήθη εν Κυρίω η μοναχή Ιουλιανία (Σοκολόβα), η οποία έλαβε την ευλογία για εικονογραφία από τον Άγιο Αλέξιο Μετσιώφ. Ήταν μια δουλεύτρα,χαρη στην οποία η ρωσική αγιογραφία όχι μόνο σώθηκε στα χρόνια της άθεης εξουσίας, αλλά και άρχισε την πορεία της επιστροφής στις κανονικές πηγές της. Για τον ρόλο της μοναχής Ιουλιανίας στον ορθόδοξο πολιτισμό και στην εκπαίδευση των μελλοντικών ποιμένων,για το πώς έμεινε στη μνήμη των στενότερων μαθητών της,μιλα ο εκτελών χρέη προϊστάμενου του ναού του Αγίου Νικολάου στα Κλιόννικι, επίκουρος καθηγητής της εικονογραφίας του ΟΑΠ του Αγίου Τύχωνα, πρωθιερέας Νικολάι Τσερνισσώφ.
- Πάτερ Νικόλαε, στη συνοδική περίοδο τοιχογραφίες και εικόνες εγγράφονταν στην παράδοση της Δυτικής ακαδημαϊκής τέχνης. Ποιος ήταν ο ρόλος της μοναχής Ιουλιανίας στην αποκατάσταση της παράδοσης της προ-Πέτρου εποχής;
Πρωθιερέας Νικόλαος Τσερνισσώφ: Πρώτα απ 'όλα, πρέπει να πούμε ότι οι πιο βαθιές και λεπτομερείς πληροφορίες για τη ζωή και το έργο της μοναχής Ιουλιανίας περιέχονται στο βιβλίο «Ευλογημένο έργο». Αυτό το βιβλίο αποτελείται από μνήμες και μαρτυρίες πολλών ποιμένων και επισκόπων, καλλιτεχνών, αγιογράφων, ζωγράφων, ανθρώπων που γνώριζαν τη Μαρία Νικολάεβνα (ακριβώς με αυτό το όνομα ξέραμε την κρυφή μοναχή Ιουλιανία), επίσης το βιβλίο περιέχει τα θεολογικά άρθρα της. Το υλικό για το βιβλίο συλλέχθηκε από τις αδελφές Αλντόσσιν- Ναταλία και Άννα- παρανηψιές της Μαρίας Νικολάεβνα. Αυτό το υπέροχο βιβλίο μπορείτε να αγοράσετε στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου και στο ναό μας στη Μαροσεϊκα.
Όταν η Μαρία Νικολάεβνα άρχισε τις δραστηριότητές της στον τομέα του Εκκλησιαστικού πολιτισμού, της αγιογραφίας,ο καιρος ήταν πιο δύσκολος από ό, τι σήμερα. Και τώρα υπάρχουν πολλά προβλήματα, πολλές διαφωνίες, πολλές ατέλειες, ο καιρος μας είναι μακριά από την ακμή της εικονογραφίας, κάνουμε ακόμα τα πρώτα βήματα. Αλλά, τουλάχιστον, η εκκλησιαστική κοινωνία αισθάνθηκε την ανάγκη να αναβιώσει την εικονογραφία. Όμως τότε, στις αρχές του ΧΧ αιώνα, κανείς δεν συμμεριζόταν την άποψή της, όχι μόνο από τους κοσμικούς καλλιτέχνες και ιστορικούς της τέχνης, αλλά και από τους ανθρώπους της Εκκλησίας. Λίγοι άνθρωποι καταλάβαιναν το πραγματικό νόημα της εικόνας, και ακόμα λιγότεροι συνένοχοι και συνεργάτες μπορούσαν να την υποστήριξουν στο έργο της αποκατάστασης των παραδόσεων.
Στο γύρισμα των ΧΙΧ-ΧΧ αιώνων, όταν γινόταν η ανακαίνιση εικόνων, ο καθαρισμός τους από τα μετέπειτα στρώματα, είχαν αφαιρεθεί όλα τα μεταγενέστρα στρώματα από την «Αγία Τριάδα» του Ρουμπλιώφ, όμως μετά δόθηκε ευλογία να την ξανασκεπάσουν με όλα αυτά τα μεταγενέστερα στρώματα. Ειπώθηκε ότι δεν μπορεί να υπάρχει τέτοια αγιογραφία, τόσο ασυνήθιστο ήταν για εκείνη την εποχή, αυτό που είδαν. Ο πατήρ Αλέξιος και ο πατήρ Σέργιος Mετσιώφ ήταν εκείνοι που πρώτοι ευλόγησαν την Μαρία Νικολάεβνα για το μεγάλο έργο της μελέτης και της αναβίωσης της εικόνας. Εκείνη την εποχή, οι πραγματικές εικόνες ήταν κτήμα είτε της παλαιάς πίστης, είτε των μουσείων, όπως του Αυτοκρατορικού Μουσείου του Αλεξάνδρου Γ '. Ο Αυτοκράτορας, φυσικά, αισθάνθηκε την αξία της αρχαίας ρωσικής αγιογραφίας, αλλά θα το ξαναπώ, μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα, και ακόμη και στον κλήρο, η εικόνα θεωρήθηκε μια απαρχαιωμένη κληρονομιά αρχαίας εποχής. Υπήρξε μια διαδεδομένη άποψη ότι, αν οι αγιογράφοι δεν θέλουν να πάρουν το παράδειγμα από το Ραφαήλ και τον Καραβάτζιο, τότε μπορούν να κατευθύνονται σε συμπατριώτες του: τον Ιβανώφ, τον Βασνετσώφ, τον Νέστερωφ, τον Μπρουνί.
Η Μαρία Νικολάεβνα, παρά τη γνώμη της πλειοψηφίας των κληρικών, καλλιτεχνών, τη γνώμη της πλειοψηφίας των μορφωμένων ανθρώπων, ήταν σε θέση να αισθανθεί και να κατανοήσει τί σημαίνει η «κανονική εικόνα», σε τί συνίστανται αυτοί οι κανόνες και πώς πρέπει να τους αναβιώσει στην εικονογραφία. Είμαι πρόθυμος να περιγράψω τον αγώνα της με τέτοια λόγια: ήταν η πρώτη και ουσιαστικά μόνη που αντιμετώπιζε τη σχεδόν πλήρη ακατανοησία μεταξύ των ορθοδόξων πατέρων και αδελφών.
- Υπήρχε αυτή η ακατανοησία κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εποχής;
- Κατά την Σοβιετική περίοδο, παρά τις φοβερές διώξεις, παρά το γεγονός ότι η ασχολία με την αγιογραφία τιμωρείτο ως αντι-σοβιετική προπαγάνδα, άρχισε η αναβίωση της αγιογραφίας, μεταξύ άλλων και χάρη στο έργο της Μαρίας Nικολάεβνα ως εκπαιδευτικού, καθηγήτριας της αγιογραφίας και θεολογίας της εικόνας. Όταν, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, άνοιξαν ξανά την Λαύρα της Αγίας Τριάδος και του Αγίου Σεργίου, η Μαρία Nικολάεβνα άρχισε να διδάσκει στον όμιλο της αγιογραφίας στη Θεολογική Ακαδημία της Μόσχας, αλλά όχι μόνο για τους ζωγράφους και μελλοντικούς αγιογράφους. Ηταν πολύ σημαντικό ότι τις διαλέξεις της μπορούσαν να παρακολουθούν φοιτητές της ιερατικής σχολής, μελλοντικοί ιερείς.
- Ως ιερέας και αγιογράφος, μάλλον μπορείτε να μιλησετε σχετικά με τον αγιογραφικό κύκλο στη ΘΑΜ ως ένα στοιχείο της κατάρτισης για μελλοντικούς ιερείς. 

- Έχετε απόλυτο δίκιο, ο κύκλος δημιουργήθηκε όχι μόνο για τους επαγγελματίες αγιογράφους, αλλά και για την προετοιμασία των μελλοντικών ποιμένων. Όταν η Μαρία Νικολάεβνα άρχισε το παιδαγωγικό της έργο εδώ, στο Μαροσεϊκα, το πρώτο ζήτημα γι αυτήν ήταν ο εκκλησιασμός του μαθητή, και στη συνέχεια η επαγγελματική ανάπτυξή του. Πρώτα, φρόντιζε για την εμφύτευση σ’αυτόν της πίστης, της εκκλησιαστικής κουλτούρας, της αντίληψης τί είναι εικόνα, πώς διαφέρει από τη ζωγραφιά, πόσο διαφορετικά είναι αυτά τα δύο είδη της τέχνης,αλλά και τί κοινό έχουν. Το ίδιο έκανε και στη Θεολογική Ακαδημία Μόσχας μόνο σε εντελώς διαφορετική κλίμακα.
Τις περισσότερες φορές,για τους μαθητές της, μια εικόνα που αποδόθηκε σύμφωνα με τους αρχαίους κανόνες,ήταν μια ανακάλυψη, και χωρίς τη Μαρία Nικολάεβνα και λίγους συνεργάτες της, θα υπήρχε η αντίληψη ότι υπάρχει μόνο αυτός ο πολιτισμός, της Αναγέννησης,σχετικά με τις ζωγραφιές σε θρησκευτικά θέματα. Η Μαρία Νικολάεβνα έχει δείξει ότι υπάρχει ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος, ο οποίος ανάγεται όχι στη Δυτική Αναγέννηση αλλά στην Αναγέννηση του Παλαιολόγου και στον ακόμη παλαιότερο πολιτισμό, της Ανατολικής Χριστιανικής Εκκλησίας.
Ήταν σε θέση να μεταδώσει στους μαθητές της ότι υπάρχουν παροδικά στυλ, γεγονός που αντανακλά το πρόσωπο της κάθε εποχής, αλλά υπάρχει και κάτι βαθύτερο: η γλώσσα της εικόνας, η γλώσσα η οποία έχει την ειδική της αποστολή - να δείξει μια πραγματικά θετική εικόνα, να δείξει τον άνθρωπο που γνώρισε τον Θεό, τον άνθρωπο συνδεδεμένο με το Θεό, να δείξει τον ίδιο τον Θεάνθρωπο. Στην κοσμική τέχνη η συντριπτική πλειοψηφία των εικόνων είναι αρνητικές, και εδώ έγκειται η ειλικρίνεια της κοσμικής τέχνης, αλλά η εκκλησιαστική τέχνη είναι σε θέση όχι απλώς να απεικονίσει, αλλά να μας παρουσιάσει την ορατή εικόνα του αόρατου κόσμου, την εικόνα του μέλλοντος αιώνος, την εικόνα της αιωνιότητας.
- Έχουν περάσει 30 χρόνια από το θάνατο της μοναχής Ιουλιανίας (Σοκολόβα), μπορούμε να πούμε ότι η επιρροή του σχολείου της σώζεται μέχρι σήμερα; 

- Πράγματι πέρασαν τριάντα χρόνια, κατά μια έννοια, ολόκληρη εποχή. Μια αγιογράφος, κατά τη διάρκεια της ζωής της Μαρίας Νικολάεβνα, σχετικά με το ζήτημα τί μπορεί να ειπωθεί για τη σύγχρονη εικονογραφία, είπε: «Τώρα το έργο μας είναι τόσο μικρό, όταν θα γίνει ένας ωκεανός, τότε μπορούμε να του δώσουμε κάποια χαρακτηριστικά».

Υπήρχαν, βέβαια, και άλλοι αγιογράφοι, πρωτ’απ’όλα οι μετανάστες μας και οι απόγονοί τους, οι οποίοι εργάζονταν στην Ευρώπη. Μπορούμε να θυμηθούμε τον πατέρα Γρηγόριο Κρούγκ, τον Λεωνίδα Ουσπένσκι, αλλά αυτή ήταν ήδη μια συνδετική εμπειρία, που έγινε μακριά από τη Ρωσία και δεν ήταν αρκετό μέρος του πολιτισμού της.
Τώρα, σε 30 χρόνια, δημιουργήθηκε αυτός ο ωκεανός, δημιουργήθηκε ένας τεράστιος αριθμός από εικόνες, τοιχογραφίες, και δεν πρέπει να ξεχάσουμε: σ’αυτό που συμβαίνει στον τομέα της εικονογραφίας στις μέρες μας, την αρχή έβαλε η Μαρία Νικολάεβνα. Το καλοκαίρι του περασμένου έτους στο Μουσείο του Ρουμπλιώφ πραγματοποιήθηκε μια έκθεσή της, η οποία προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον, την επισκέφθηκαν πάρα πολλοί σύγχρονοι αγιογράφοι, ιερείς που μελετούσαν τα έργα της Μαρίας Nικολάεβνα με μεγάλη προσοχή και, ενδεχομένως, με μεγάλο όφελος για τον εαυτό τους.
- Αν και δεν είχατε προσωπική γνωριμία με την μοναχή Ιουλιανία, μπήκατε στο αγιογραφικό περιβάλλον σε εποχή που άμεσα γειτνίαζε με τα χρόνια ζωής της και το έργο της, μαθαίνατε από τους πιο κοντινούς μαθητές της. Σίγουρα οι μαθητές της - οι δάσκαλοί σας - την θυμούνταν όχι μόνο ως μια δασκάλα και μάστορα της εκκλησιαστικής τέχνης, αλλά και ως ένα ζωντανό άνθρωπο.
- Τα πρώτα μου βήματα ως αγιογράφου συνέπεσαν με τον καιρό του εκκλησιασμού μου και πέρασαν κοντά στην πλησιέστερη μαθήτρια της Μαρίας Nικολάεβνα –Ειρήνη Βατάγκινα . Ήταν μια από εκείνες που εργάστηκαν με τη Μαρία Nικολάεβνα, από τα μεταπολεμικά χρόνια, όταν ανέλαβε να αποκαταστήσει τους κατεστραμμένους και προσβλημένους ναούς της Λαύρας της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου. Η Ειρήνη Βασίλεβνα πάντα με πολύ ζέστη, με πολλή αγάπη μιλούσε για την δασκάλα της ως έναν άνθρωπο που όχι μόνο είχε επιδράάσει σ’αυτήν,αλλά και την καθόρισε ως άτομο και ως καλλιτέχνη. Η Ειρήνη Βασίλεβνα μιλούσε για την μοναχή Ιουλιανία ως μια αυστηρή ασκήτρια, αλλά και ως ένα ζωντανό πρόσωπο, το οποίο φερόταν με ευγενική ευαισθησία σε ανθρώπους με διαφορετικά ταλέντα, διαφορετικές παραδόσεις και οργανώσεις.

Μεταξύ άλλων, με μεγάλη προσοχή φερόταν στο έργο του μέλλοντος Αρχιμανδρίτη Ζήνωνα, ο οποίος είχε μόλις αρχίσει την πορεία του στους τοίχους της Λαύρας της Αγίας Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου: «Τι ταλαντούχο παιδί!» Η Μαρία πάντα με πολύ σεβασμό φερόταν σε εκείνους που δεν έμοιαζαν σ αυτήν στο γραφικό χαρακτήρα,στο στυλ. Στη διδασκαλία της έδειχνε τους τρόπους και το σύνολό τους, δεν τους ποιούσε, δεν τους εφεύρισκε αλλά προσπαθούσε να τους αντλήσει από τα βάθη της εκκλησιαστικής παράδοσης.

- Μερικές φορές μπορούμε να ακούσουμε την άποψη ότι η σύγχρονη αγιογραφία δεν είναι δημιούργημα αλλά αντιγραφή αρχαίων δειγμάτων. Είναι δυνατόν να δημιουργεί κάτι ένας αγιογράφος ενώ παραμένει αυστηρός οπαδός των αγιογραφικών κανόνων;
- Ναι, μερικές φορές για την Μαρία Nικολάεβνα λένε ότι επαναλάμβανε το έργο του Διονυσίου, αλλά αυτό δεν είναι έτσι. Μάθαινε ως επί το πλείστον από τον Διονύσιο (αν και όχι μόνο απ 'αυτόν), αλλά δημιούργησε το δικό της στυλ και εργάστηκε σ’ αυτό, όπως και κάθε αγιογράφος από τους μαθητές της δημιούργησε το δικό του στυλ. Μετά από όλα, ο καθένας αληθινός καλλιτέχνης έχει το δικό του πρόσωπο. Και, αν εξετάσουμε αυτόν τον ωκεανό των εικόνων και τοιχογραφιών που έχουμε τώρα, τότε σ’αυτά μπορούμε να δούμε και πολλά κοινά στοιχεία, και οπωσδήποτε εκείνο το μοναδικό του κάθε μάστορα. Η Μαρία Νικολάεβνα δεν καλούσε σε απομίμηση του δικού της στυλ αλλά, με μια προσεκτική και ευαίσθητη συμπεριφορά στον εκκλησιαστικό πολιτισμό στο σύνολο του, καλούσε να αντλήσουμε από τις αρχαίες εικόνες τις δυνάμεις για το δικό μας έργο.
Μιλούσε ο Στανισλάφ Κολότβιν

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Μαρτύριον της Αγίας Παρθενομάρτυρος Ελένης της εκ Σινώπης του Ποντου, αθλησάσης τον ΙΗ αιώνα(1 Νοεμβρίου)



site analysis



 Η ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΣ του Χριστού  Αγία  Ελένη ήταν κόρη της ευσεβους οικογενείας Μπεκιάρη και έζησε τον ΙΗt αιώνα στην αρχαιότερη πόλι του Ποντου, την ωραία Σινώπη. Οι γονείς της ανέθρεψαν αυτήν εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου και  εφύτευσαν μέσα στην καθαρή καρδιά της την θερμή αγάπη προς τον  Ιησού Χριστό.
Στην ανατροφή της επέδρασε ιδιαίτερα ο θείος της, αδελφός του πατέρα της, ο οποίος εδίδασκε τότε σε  Ελληνικό κρυφό Σχολείο της Σινώπης.
Ηταν ωραιότατη στο σώμα, η δε αγνότητά της προσέδιδε ιδιαίτερη χάρη στο πρόσωπό της, το οποίο έλαμπε από την Χαρι του  Αγίου Πνεύματος.
Διακρινόταν για την υπακοή στους γονείς της και τον θερμό έρωτα της ψυχής της προς τον Νυμφίο Χριστό και Σωτήρα μας.
***
ΗΤΑΝ 15 ετών, όταν μία άμέρα α μητέρα της την έστειλε να αγοράση    νήματα για το κέντημα από το κατάστημα του Κρυωνά. Στον δρόμο υπήρχε το σπίτι του Ουκούζογλου Πασά, Διοικητού της
Σινώπης, ο οποίος  είδε την  Ελένη από το παράθυρο.  Η ωραιότητά της προσείλκυσε την ακόλαστη ψυχή του και σκέφθηκε να την μολύνη.
Ο Πασάς διέταξε και την έφεραν μπροστά του.  Αφού έμαθε ποια ήταν, προσεπάθησε δύο και τρεις φορές να την μιάνη, αλλά μία αόρατη δύναμι τον απεμάκρυνε!…
Ενα αόρατο τείχος προστάτευε την κόρη.  Ηταν το τείχος της προσευχής.  Η  Ελένη καθ  όλη την διάρκεια εκείνης της δοκιμασίας προσευχόταν νοερά, λέγοντας συνεχώς τον  Εξάψαλμο.
Ο  Αγαρηνός δεν απελπίστηκε… Διέταξε τους στρατιώτες να την κρατήσουν στο σπίτι του.  Ηλπιζε ότι αργότερα θα κατώρθωνε να πετύχη τον βδελυρό σκοπό του…
***
ΚΑΤΑ την διάρκεια της κρατήσεώς της α αγνή κόρη κατώρθωσε, με   την βοήθεια του Θεού, να διαφύγη την προσοχή των στρατιωτώνκαί να επιστρέψη στους ανήσυχους γονείς της, στους οποίους και διηγήθηκε όσα συνέβησαν.
Σε λίγο, ο Πασάς αντελήφθη την απόδρασί της, έγινε έξω φρενών και απειλούσε τους πάντας και τα πάντα!…
Εκάλεσε την Δημογεροντία της Σινώπης και ζήτησε να του φέρουν την  Ελένη. Σε διαφορετική περίπτωσι, θα επακολουθούσε γενική σφαγή των  Ελλήνων της πόλεως.
Η Δημογεροντία τότε συνήλθε σε σύσκεψι στο  Ελληνικό Σχολείο της Σινώπης.
Εκάλεσαν τον πατέρα της  Ελένης και του ζήτησαν να παραδώση στον Πασά την κόρη του  για το συμφέρον του συνόλου.
Ο πατέρας της ανελύθη σε λυγμούς, αλλά τελικά υποτάχθηκε, όπως ο Πατριάρχης  Αβραάμ, και εδέχθη να θυσιασθή η θυγατέρα του, προκειμένου να αποφευχθή η γενική σφαγή.
Μετέβη στο σπίτι του και αφού καταλλήλως ενίσχυσε την  Ελένη, παρέλαβε αυτήν και πνίγοντας τον πατρικό του πόνο, την παρέδωσε στον Πασά, για να προσφέρη τον εαυτό της όχι βεβαίως στις ασελγείς ορέξεις του αγαρηνού, αλλά ως θυμίαμα ευώδες στον Νυμφίο της Χριστό.
***
Ο ΒΔΕΛΥΡΟΣ Ουκούζογλου Πασάς εδέχθη με ανείπωτη χαρά την     ωραιότατη  Ελένη με την ελπίδα ότι θα κορέση πλέον τις ασελγεις ορέξεις του.  Ετσι, προσεπάθησε πάλι πολλές φορές να μιάνη αυτήν, αλλά πάλι η
ίδια έκπληξις: ένα αόρατο τείχος γύρω από την κόρη εμπόδιζε τον Πασά, ενώ μία αόρατη δύναμι απωθούσε αυτόν.
Η αγία κόρη προσευχόταν θερμά, έλεγε μυστικά τον  Εξάψαλμο, τον οποίο εγνώριζε από τον θείο της…
Την επομένη άμέρα επεχείρησε πάλι ο Πασάς να επιτύχη τον βδελυρό σκοπό του, αλλά και πάλι αντιμετώπισε το ίδιο παράδοξο εμπόδιο.  Εκνευρισμένος και ωργισμένος, διέταξε να την κλείσουν στις φοβερές υγρές φυλακές της Σινώπης.
Η καρδιά του κακοπροαίρετου Πασά σκλήραινε συνεχώς, τα μάτια του δεν έβλεπαν το ζωντανό θαύμα, η ακάθαρτη ψυχή του δεν συνερχόταν, αλλά αντιθέτως: κυριευμένος από την σατανική ενέργεια, ήθελε οπωσδήποτε να μολύνη την αγία παρθένο.
Ετσι, την άλλη άμέρα μετέβη στην φυλακή αποφασισμένος να επιτύχη επί τέλους την ικανοποίησι του πάθους του.
Αλλά και πάλι το αόρατο τείχος!… Και πάλι α Θεία Χαρις τον απωθούσε!…
***
ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ ωργισμένος, ο Πασάς διατάσσει να βασανίσουν την    Ελένη και να την θανατώσουν, πράγμα το οποίο και έγινε. Το ιερό Λείψανό της ετέθη μέσα σε ένα σάκκο και ερρίφθη στην  θάλασσα.  Αντί όμως να βυθισθή, το μαρτυρικό σκήνος επέπλεε, ενώ ουράνιο φως κατέβαινε επ  αυτού.
Οι Τούρκοι ετρομοκρατήθησαν και εκραύγαζαν: « Η γκιαούρισσα καίγεται!..  Η γκιαούρισσα καίγεται!…».
Το σεπτό Λείψανο συνέχισε να επιπλέη, ώσπου έφθασε στην τοποθεσία Γαει, όπου λόγω του μεγάλου βάθους της θαλάσσης τα νερά είναι μαύρα.  Εκεί πλέον βυθίστηκε…
***
ΜΕΤΑ από μερικές ημέρες, ένα ελληνικό πλοίο αγκυροβόλησε στην  τοποθεσία Γαει. Το τρίτο βράδυ, ο φύλακας του πλοίου παρετή-
ρησε ότι από τον πυθμένα της θαλάσσης εξερχόταν φως και ενόμισε ότι εκεί υπήρχε μεγάλος θησαυρός από χρυσό.
Αμέσως, ειδοποίησε τον πλοίαρχο για να ανελκύσουν με δύτες τον θησαυρό, τελικά όμως αντί χρυσού ανείλκυσαν τον σάκκο με το τίμιο Λείψανο της  Αγίας Παρθενομάρτυρος  Ελένης.
Στον πολύτιμο σάκκο υπήρχε η σεπτή κεφαλή της  Αγίας, αποκομμένη από το υπόλοιπο σώμα… Στην κορυφή είχε ένα καρφί….  Επίσης, υπήρχε και μία άλλη τρύπα από καρφί.
Ηταν προφανές, ότι οι αγαρηνοί αφού βασάνισαν την  Αγία, έμπηξαν δύο καρφιά στο κεφάλι της και την αποκεφάλισαν.
Δυο από τους τούρκους δύτες εγνώριζαν για το μαρτύριο και ότι έρριψαν την  Αγία στην θάλασσα, αλλά εφοβούντο να ομιλήσουν προηγουμένως.
Ο πλοίαρχος τότε μετέφερε κρυφά την τιμία Καρα της  Αγίας  Ελένης στον  Ιερό Ναό της Παναγίας στην Σινώπη, το δε σεπτό Σκήνωμά της επεβίβασε σε άλλο πλοίο, το οποίο έφευγε με  Ελληνες για την Ρωσία.
Στο σημείο της θαλάσσης που βυθίστηκε το ιερό Λείψανο, εξήλθε ως πίδακας γλυκύ νερό και από τότε η περιοχή αυτή ωνομάσθηκε « Αγιάσματα».
ΔΙΑ της τιμίας Καρας της  Αγίας Παρθενομάρτυρος  Ελένης εγίνοντο πολλά θαύματα στην Σινώπη.
Ιδιαίτερα, όσοι υπέφεραν από πονοκεφάλους, εκαλούσαν τον  Ιερέα, ο οποίος έφερνε την αγία Καρα, έψαλλε την Παράκλησι, έκαμνε  Αγιασμό και εθεραπεύετο ο πόνος.
Ο πρόεδρος Καφαρόπουλος Χρήστος, κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών πριν από το 1924, έφερε την τιμία Καρα της  Αγίας  Ελένης και εναπέθεσε αυτήν στον  Ιερό Ναό της  Αγίας Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης στην  Ανω Τούμπα Θεσσαλονίκης, όπου φυλάσσεται σήμερα ευωδιάζουσα και θαυματουργούσα, προς δόξαν του εν  Αγίοις δοξαζομένου Κυρίου και Θεού ημών.

Ταις της  Αγίας Παρθενομάρτυρος  Ελένης της εκ Σινώπης του Ποντου
αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός,ελέησον και σώσον ημάς.  Αμήν!