Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΙΟΥΛΙΑΝΗ (21 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)



site analysis




«Η αγία Ιουλιανή έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού και ήταν κόρη πλουσίων γονέων, οι οποίοι την μνήστευσαν με κάποιο συγκλητικό, ονόματι Ελεύσιο. Ενώ ο Ελεύσιος ήθελε να την νυμφευθεί, δεν δέχτηκε η αγία, η οποία του είπε: Εάν δεν αποκτήσεις πρώτα την εξουσία της πόλεως, δεν συνέρχομαι σε γάμο μαζί σου. Αυτός πράγματι καταστάθηκε στο αξίωμα του επάρχου, αλλά αυτή του είπε πάλι: Εάν δεν μεταστραφείς στην πίστη των χριστιανών από τη θρησκεία των ειδώλων, δεν καταδέχομαι την κοινωνία σε γάμο με εσένα. Αυτός τότε αποκάλυψε τα πάντα στον πατέρα της παρθένου, ο οποίος, επειδή δεν μπόρεσε να της αλλάξει την πίστη στον Χριστό, την παρέδωσε κατά τους νόμους της εποχής προς εξέταση στον έπαρχο και μνηστήρα της. Ο μνηστήρας της την γύμνωσε από τον χιτώνα της και έδωσε εντολή σε ένδεκα στρατιώτες να την μαστιγώσουν με ωμά βούνευρα, τόσο που την καταξέσχισαν. Στη συνέχεια την κρέμασαν από τα μαλλιά, ώστε αποσπάσθηκε το δέρμα της κεφαλής της, έπειτα κατέφλεξαν τις πλευρές της με σίδερα πυρωμένα, όπως και διαπέρασαν από το μέσο των μηρών της άλλο σίδερο πυρακτωμένο και αυτό. Στο τέλος, έδεσαν τα χέρια της στα πλευρά της και κατά την εντολή του επάρχου την οδήγησαν στη φυλακή. Την ίδια λοιπόν  νύκτα που ρίχτηκε στη φυλακή και ενώ προσευχόταν, της εμφανίστηκε ο αφανής εχθρός και πολέμιος όλων διάβολος, σε σχήμα αγγέλου, ο οποίος την προέτρεπε να θυσιάσει στα είδωλα και να ελευθερωθεί. Η αγία όμως, αφού τον απώθησε, τον έκανε και χωρίς τη θέλησή του να ομολογήσει όλα τα σχετικά με αυτόν. Την οδήγησαν πάλι στον έπαρχο και επειδή παρέμενε αμετάθετη στην αγάπη του Χριστού, την έριξαν σε καμίνι που το είχαν ανάψει πολύ. Το καμίνι σβήστηκε με παράδοξο τρόπο, με αποτέλεσμα πεντακόσιοι άνδρες να πιστέψουν στον Χριστό, οι οποίοι και τελειώθηκαν αμέσως με ξίφος, μαζί με εκατόν τριάντα γυναίκες. Η μάρτυς στη συνέχεια ρίχτηκε σε φλογισμένο λέβητα, αλλά ο λέβητας έγινε λουτρό για τη μακάρια Ιουλιανή. Κι όχι μόνο αυτό: ο λέβητας λύθηκε και χύθηκε έξω το πυρακτωμένο περιεχόμενό του, σαν να κινήθηκε από κάποια μηχανή, και κατέστρεψε τους απίστους που βρίσκονταν ολόγυρά του. Από όλα αυτά η μάρτυς παρέμεινε αβλαβής, γι’ αυτό και υπέστη τελικά τον διά ξίφους θάνατο. Ήταν δε όταν μνηστεύτηκε τον Ελεύσιο ένδεκα χρονών, ενώ όταν μνηστεύτηκε τον Χριστό διά του μαρτυρίου, δεκαοκτώ χρονών. Τελείται δε η σύναξή της στο μαρτύρειο αυτής, που βρίσκεται πλησίον της αγίας μάρτυρος Ευφημίας στο Πέτριο».

Η αγία Ιουλιανή συνιστά, κατά τον άγιο Ιωσήφ, τον υμνογράφο της αγίας, τον μαγνήτη, που μαγνήτισε τον ίδιο τον Κύριο και Θεό της. Ήταν τέτοιες και τόσες οι αρετές της, λόγω της πληγωμένης από έρωτα Κυρίου καρδιάς της, ώστε Εκείνος την αγάπησε για το κάλλος της ψυχής της και την οδήγησε στον νυμφώνα της βασιλείας Του. Για τον υμνογράφο δηλαδή η αγία Ιουλιανή ανήκει στη χορεία των πέντε παρθένων της γνωστής παραβολής, που «εισήλθον μετ’  αυτού εις τους γάμους». Η παρθενία της δεν υπήρξε στείρα και άκαρπη, αλλά πλήρης του ελαίου της χάριτος του Θεού. «Ετρώθης τω γλυκυτάτω έρωτι Χριστού πανεύφημε» (πληγώθηκες από τον γλυκύτατο έρωτα του Χριστού, πανεύφημε), «όθεν σου ο Κύριος νυν ηράσθη του κάλλους και προς φωτεινότατον σε νυμφώνα εισήξεν» (γι’ αυτό ο Κύριος αγάπησε το κάλλος σου τώρα και σε έβαλε μέσα στον φωτεινότατο νυμφώνα Του). Η αγία δηλαδή κατενόησε από πολύ μικρή ότι ο Χριστός, αν θέλει κανείς να νιώσει τη δύναμη και τη χάρη Του, δεν είναι το περιθώριο της ζωής, αλλά το κέντρο και η διαρκής αναφορά. Όπως Εκείνος μας προσέφερε όλον τον Εαυτό Του, κατά τον ίδιο τρόπο ζητάει και τη δική μας ολοκληρωτική προσφορά. «Ολόκληρον σαυτήν τω Θεώ προσενήνοχας» (ολόκληρο τον εαυτό σου πρόσφερες στον Θεό), σημειώνει ο υμνογράφος.

Με τον τρόπο αυτό η αγία Ιουλιανή είδε εμπειρικά να πραγματοποιείται και στον εαυτό της η υπόσχεση του Κυρίου, ότι όποιος θα Τον αγαπήσει αληθινά, θα γίνει κατοικητήριο δικό Του, θα Τον δει να φανερώνεται ο Ίδιος  στην ύπαρξή του. Κι είναι αυτό που αδιάκοπα κραυγάζει η Εκκλησία και οι άγιοί μας: η πίστη μας δεν είναι κάτι το θεωρητικό, αλλά αγκαλιάζει και το σώμα και την ψυχή μας. Μόλις νιώσει κανείς λίγο την αγάπη του Θεού, αμέσως Εκείνος καθίσταται ένοικος της ψυχής και του σώματος του ανθρώπου. «Ετέλεσας την ψυχήν, ναόν πανάγιον Θεού, ένδοξε» (έκανες την ψυχή σου πανάγιο ναό του Θεού, ένδοξε). Ο υμνογράφος όμως γίνεται σαφής. Δεν θέλει να αφήσει περιθώριο παρεξήγησης, ώστε να νομίσει κανείς ότι έχει φτάσει αυτήν την αγάπη. Συνεχίζει λοιπόν για την αγία: «θείοις ναοίς πάντοτε, ύμνοις και ευχαίς παρεδρεύουσα». Δηλαδή: έκανες την ψυχή σου ναό πανάγιο του Θεού, με το να ζεις πάντοτε μέσα στους θείους ναούς, με τους ύμνους και τις προσευχές. Με άλλα λόγια, η αγάπη του Θεού προϋποθέτει την ένταξη στην Εκκλησία, την αγάπη για τις ακολουθίες της Εκκλησίας, την αγάπη για τους ύμνους και τις προσευχές. Πράγματι, δεν υπάρχει πιο άμεσος και αποτελεσματικός τρόπος να αγαπήσει κανείς τον Θεό από το να εμβαπτίζει διαρκώς την ύπαρξή του σε ό,τι αποτελεί χώρο του Θεού και τραγούδια του Θεού. Που σημαίνει: αν σήμερα η αγάπη προς τον Θεό έχει υποχωρήσει, κατά το μεγαλύτερο μέρος φταίει η μικρή ή και μηδαμινή σχέση του ανθρώπου με την λατρεία της Εκκλησίας.

Ο άγιος Ιωσήφ, εν αγνοία του, επισημαίνει κάτι που ιδιαιτέρως στην εποχή μας αποτελεί σχεδόν παραδοξότητα: το «ερύθημα της παρθενίας». Λέγοντας για την μάρτυρα ότι στράφηκε ολοκληρωτικά προς τον Χριστό τονίζει ότι έκανε το φυσικό κόκκινο χρώμα της παρθενίας, το κοκκινάδι δηλαδή της σεμνότητας και της ντροπαλοσύνης, πιο λαμπρό με το αίμα του μαρτυρίου της. Τι ωραία εικόνα! Τι ποιητική σύλληψη! Μας λέει να δούμε με τα μάτια της ψυχής μας την αγία γεμάτη σεμνότητα, με κόκκινα τα μάγουλά της από τη χάρη της παρθενίας της. Κι αυτό το κόκκινο να το δούμε πιο έντονο πια, μετά το μαρτύριό της. Το μαρτύριό της δηλαδή ήταν η συνέχεια της παρθενίας της. Η επιβεβαίωση της σεμνότητάς της και της χάρης που την διακατείχε. Έτσι μας καθοδηγεί ο υμνογράφος να δούμε και το νόημα της παρθενίας: ως της καθαρότητας πρωτίστως της ψυχής διά της ανατάσεως αυτής προς τον Σωτήρα Χριστό. Κι αυτή η ανάταση είναι ένα είδος μαρτυρίου, του μαρτυρίου της συνειδήσεως, που προεκτείνεται και με το μαρτύριο του αίματος, όταν ζητηθεί κάτι τέτοιο.

Πώς να μην ενεργήσει η χάρη του Θεού μέσα σε ένα τέτοιο πλάσμα; Πώς ο Χριστός να μην την διατηρήσει αβλαβή από όσα οι δαιμονοκίνητοι διώκτες της της έκαναν; Πώς να μην επηρεαστούν βλέποντάς την όλοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι; Και τι λέει επ’ αυτού ο άγιος Ιωσήφ; Όλοι αυτοί που μέσω της αγίας βρήκαν την πίστη του Χριστού υπήρξαν και η δική της προίκα σ’  Εκείνον. «Ώσπερ προίκα πολύτιμον τω Νυμφίω προσήγαγες, αθληφόρε ένδοξε, δήμον άγιον, τοις θαυμασίοις πιστεύσαντα, οις πίστει ετέλεσας» (Σαν πολύτιμη προίκα πρόσφερες στον Νυμφίο Χριστό, αθλοφόρε ένδοξε Ιουλιανή, όλους εκείνους τους αγίους ανθρώπους, που πίστεψαν στον Χριστό από τα θαυμάσια που με πίστη τέλεσες). Η αγία Ιουλιανή μας καθοδηγεί και σ’ αυτήν την αλήθεια: η αγία βιοτή μας, η συνεπής πορεία μας πάνω στα χνάρια του Χριστού λειτουργεί ιεραποστολικά: φέρνει και άλλους στον Χριστό. Κι αυτό λογαριάζεται σε εμάς. Συνιστά την προίκα μας μπροστά στον Χριστό. Πόση «προίκα» τέτοια άραγε θα φέρουμε κι εμείς μαζί μας; Πόσους ανθρώπους δηλαδή θα έχουμε επηρεάσει θετικά σε όλη την επίγεια ζωή μας, ώστε αυτό να «μετρήσει» υπέρ ημών στην κρίση του Θεού;
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΦΑΡΜΑΚΟΛΥΤΡΙΑ (22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)



site analysis





«Η αγία και γενναιότατη μάρτυς  Αναστασία έζησε επί Διοκλητιανού του βασιλέως, στην πόλη των Ρωμαίων. Ήταν κόρη κάποιου ειδωλολάτρη ονόματι Πρεπέξαστου, ενώ η μητέρα της λεγόταν Φαύστα. Η μητέρα της την οδήγησε στον Χρυσόγονο, θεόπνευστο και ευσεβή άνδρα, από τον οποίο εκπαιδεύθηκε τα ιερά γράμματα, ενώ την πίστη στον Χριστό την έμαθε από την μητέρα της. Συζεύχθηκε με έναν ειδωλολάτρη, τον Πούπλιο, με τον οποίο όμως δεν ήθελε να έχει συζυγικές σχέσεις, προφασιζομένη πάντοτε κάποια αρρώστια της, λόγω της απιστίας του. Ντυνόταν όμως φτωχά και απέριττα και, με τη βοήθεια μιας μόνο υπηρέτριας που την ακολουθούσε, επισκεπτόταν  τις γυναίκες που βρίσκονταν σε ένδεια, ενώ κρυφά υπηρετούσε και τους μάρτυρες του Χριστού, εισερχομένη στις φυλακές που τους κρατούσαν, με το να τους λύνει τα δεσμά, να τους αλείφει με λάδι και να τους καθαρίζει τις πληγές, φέρνοντάς τους και τις κατάλληλες τροφές που χρειάζονταν. Ο σύζυγός της που έμαθε τι έκανε, καταρχάς την έβαλε υπό επιτήρηση. Όταν όμως εκείνος σε κάποιο ταξίδι του με τρικυμιώδη θάλασσα πνίγηκε, βρήκε την ευκαιρία, ελεύθερη πια, να μοιράσει όλη την περιουσία της στους πτωχούς, ενώ χωρίς καμιά πίεση συνέχισε να υπηρετεί τους αθλητές του Χριστού, να μαζεύει τα λείψανά τους μετά το μαρτύριό τους και να τα ενταφιάζει οσίως. Καθοδήγησε και ενίσχυσε  πολλούς  προς το μαρτύριο του Χριστού, κι όταν ήλθε η ώρα και η ίδια να εξετασθεί από διαφόρους ηγεμόνες, ομολόγησε την πίστη της, οπότε την έριξαν στη θάλασσα μαζί με άλλες γυναίκες,  ενώ τέλος αφού την έδεσαν σε πασσάλους και την έβαλαν σε φωτιά, δέχτηκε το στεφάνι του μαρτυρίου. Τελείται δε η σύναξή της στον ναό που οικοδομήθηκε στον τόπο του μαρτυρίου της, που βρίσκεται κοντά στα έμβολα του Δομνίνου».

Δεν διαφεύγει της προσοχής του αγίου υμνογράφου Ιωσήφ ότι η μνήμη της αγίας μεγαλομάρτυρος βρίσκεται λίγες μόνον ημέρες προ της μητροπόλεως των εορτών, της Γεννήσεως του Κυρίου μας («Προεόρτιος ημέρα σήμερον της ενανθρωπήσεως Χριστού του Θεού τη της πανευφήμου και μάρτυρος εορτή συνεξέλαμψεν Αναστασίας», δηλαδή: η προεόρτια εορτή της ενανθρωπήσεως του Χριστού του Θεού έλαμψε μαζί με την εορτή της μάρτυρος Αναστασίας). Και μολονότι δεν υπάρχει καμία ιστορική και πραγματιστική σχέση μεταξύ των δύο αυτών εορτών, έχει την διαρκή έγνοια να τις συνδέσει μεταξύ τους, γι’ αυτό και οι πρώτοι ύμνοι της κάθε ωδής για την αγία είναι προς τιμήν του ερχομού του Κυρίου. Στο εξαποστειλάριο όμως της ακολουθίας, προς το τέλος πια του όρθρου, στην προεόρτια αναφορά του για τα Χριστούγεννα, προβαίνει στη σύνδεση από πλευράς συμβολικής και νοηματικής: η μνήμη της αγίας Αναστασίας λειτουργεί ως προκήρυξη της Γεννήσεως, ως καθοδηγητικό αστέρι για τους εκ Περσίδος μάγους και τους απλούς βοσκούς, δεδομένου ότι εκείνη πρόσφερε αντί χρυσάφι και λιβάνι και σμύρνα τον ίδιο της τον εαυτό στον Δεσπότη Χριστό. «Την εκ Παρθένου Γέννησιν του Χριστού προκηρύττει η φωτοφόρος μνήμη σου, μάρτυς Αναστασία, εν Βηθλεέμ συγκαλούσα Μάγους μεν εκ Περσίδος, συν δώροις∙ τους Ποιμένας δε, μετ’  αγγέλων προς ύμνον∙ συ γαρ σαυτήν, ως χρυσόν και λίβανον και ως σμύρναν, προσήξας τω Δεσπότη σου, εναθλούσα, θεόφρον» (Η φωτοφόρα μνήμη σου, μάρτυς Αναστασία, προκηρύσσει την εκ Παρθένου Γέννηση του Χριστού, καθώς συγκαλεί στη Βηθλεέμ τους εκ Περσίας μάγους, μαζί με τα δώρα, και τους Ποιμένες μαζί με τους αγγέλους για υμνολογία. Διότι εσύ με το μαρτύριό σου, θεόφρον, πρόσφερες στον Δεσπότη σου, σαν χρυσάφι και λιβάνι και σαν σμύρνα, τον ίδιο τον εαυτό σου).

Η ολοκληρωτική προσφορά της αγίας στον Χριστό, απόδειξη της αγάπης της προς Εκείνον, την έκανε να αποκτήσει και τη δύναμη Εκείνου. Ο υμνογράφος της την παρομοιάζει με ξίφος που έκανε κομμάτια όλη τη δύναμη των δαιμόνων. «Στομώσασα το φρόνημα αγάπη θεϊκή, μάρτυς αληθώς μεγαλώνυμε, ξίφος ωράθης, πάσας φάλαγγας συγκόπτον των δαιμόνων, ενθέω πεποιθήσει» (Ατσάλωσες το φρόνημά σου από την αγάπη του Θεού, αληθινά μεγαλώνυμη μάρτυς, και φάνηκες έτσι σαν ξίφος, που κατακόβει τις φάλαγγες των δαιμόνων, με πίστη στον Θεό). Την παντοδυναμία αυτή εξάλλου, λόγω της παρουσίας του Χριστού στην ύπαρξή της, προβάλλει ο άγιος Ιωσήφ και μέσω του ονόματός της: εικονίζει η αγία την Ανάσταση του Χριστού, γιατί όπως η Ανάσταση Εκείνου συνέτριψε τον διάβολο, έτσι και η αγία συνέτριψε με δύναμη τους εχθρούς δαίμονες. «Ανάστασιν Χριστού εικονίζεις, επωνυμία, εχθρούς καταράσσουσα τους αοράτους, πανεύφημε» (Εικονίζεις με το όνομά σου την Ανάσταση του Χριστού, πανεύφημε, καθώς σύντριψες τους αόρατους εχθρούς).

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που την εκ Χριστού δύναμή της η αγία την προσφέρει σε κάθε πιστό που προσέρχεται εν πίστει σε αυτήν και την επικαλείται («Και νυν θεία χάριτι, κουφίζεις πάντα πόνον, πανεύφημε, εκ των ψυχών ημών, και σωμάτων των τιμώντων σου τους αγώνας και τα προτερήματα», δηλαδή: Και τώρα με τη χάρη του Θεού, ανακουφίζεις κάθε πόνο, πανεύφημε, από τις ψυχές και τα σώματά μας, εμάς που τιμούμε τους αγώνες και τα προτερήματά σου). Το όνομά της μάλιστα ο άγιος υμνογράφος το χρησιμοποιεί και με αυτήν την έννοια: ως ανάσταση μέσω των προσευχών της και για τις πτώσεις στις αμαρτίες μας («Της Αναστάσεως του Κυρίου συνεπώνυμος ούσα, πεπτωκότα με νυν ανάστησον ταις πρεσβείαις σου», δηλαδή: έχοντας το ίδιο όνομα με την Ανάσταση του Κυρίου, ανάστησε και εμένα τώρα που είμαι πεσμένο στην αμαρτία, με τις πρεσβείες σου), αφού βεβαίως προηγουμένως το ίδιο, το όνομά της, λειτούργησε αναγεννητικά και για την ίδια («Της ζωηφόρου αναστάσεως Χριστού επώνυμος γενομένη, σεμνή, πολιτεία τη κλήσει προσφόρως εξηκολούθησας», δηλαδή: Απέκτησες την επωνυμία της αναστάσεως του Χριστού και γι’ αυτό ακολούθησες τρόπο ζωής σύμφωνο με το όνομά σου).  

Η ετοιμότητα της αγίας Αναστασίας να απαλαίνει τις πληγές που υφιστάμεθα από την αμαρτία και τον διάβολο δικαιολογείται από το ιδιαίτερο χάρισμα που της είχε δώσει ο Θεός: να υπηρετεί τους μάρτυρες και μάλιστα να περιποιείται τις πληγές τους. Είμαστε βέβαιοι: όπως τότε έτρεχε στην περιποίηση αυτών των πληγών, το ίδιο – κι ίσως περισσότερο – τρέχει και σε εμάς. Το χάρισμά της αυτό λειτουργεί τώρα απείρως αυξημένο και άκρως πιο αποτελεσματικό. Αρκεί να αναγνωρίζουμε βεβαίως ότι η αμαρτία αποτελεί τραύμα στην ψυχή μας και να προσερχόμαστε εν μετανοία στον Κύριο.
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΑΝΥΣΙΑ Η ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)



site analysis


«Η αγία έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού. Καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και οι γονείς της που ήταν ευσεβείς και πιστοί στον Χριστό, είχαν αρκετή περιουσία. Όταν αυτοί έφυγαν από τη ζωή, η αγία ζούσε μόνη της, ευαρεστώντας τον Θεό με τον βίο και τις πράξεις της. Κάποια φορά που πήγαινε στην Εκκλησία κατά τη συνήθειά της, την σταμάτησε ένας ειδωλολάτρης στρατιώτης, ο οποίος την τραβούσε με τη βία στους βωμούς των ειδώλων  και την προέτρεπε να προσφέρει θυσίες στους δαίμονες. Επειδή όμως η Ανυσία ομολογούσε την πίστη της στον Χριστό, τότε ο στρατιώτης εξοργίστηκε (διότι η αγία μάρτυς φύσηξε και έφτυσε στο πρόσωπό του) και με το ξίφος του διεπέρασε την πλευρά της. Έτσι η αξιοσέβαστη μάρτυς δέχτηκε το μακάριο τέλος».
Η πόλη  της Θεσσαλονίκης καυχάται όχι μόνον για τον πολιούχο της, μεγαλομάρτυρα και μυροβλήτη άγιο Δημήτριο, όχι μόνον για τον δεύτερο πολιούχο της μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αλλά και για την αγία μάρτυρα Ανυσία, της οποίας το σεπτό λείψανο αναπαύεται στον ναό του αγίου Δημητρίου. Κατά τον άγιο Θεοφάνη μάλιστα τον υμνογράφο, η μεν Θεσσαλονίκη καυχάται για τα σπάργανα και τους άθλους της αγίας, η δε θριαμβεύουσα Εκκλησία έχει το πνεύμα της και χαίρεται γι’ αυτό, που σημαίνει ότι η αγία Ανυσία αποτελεί πηγή χαράς για ολόκληρη την Εκκλησία, και την επί γης και την εν ουρανοίς. «Θεσσαλονικέων η πόλις, σου τοις σπαργάνοις και τοις άθλοις, μάρτυς, εγκαυχάται Παρθένε η Εκκλησία των πρωτοτόκων δε, μετά δικαίων έχει σου πνεύμα το θείον ευφραινόμενον» (Η πόλη των Θεσσαλονικέων, μάρτυς παρθένε, καυχιέται για τα σπάργανά σου και τους άθλους σου. Η Εκκλησία δε των πρωτοτόκων κατέχει με χαρά το θεϊκό πνεύμα σου).
Αιτία βεβαίως για την καθολική αυτή χαρά της Εκκλησίας είναι το γεγονός ότι η αγία με το μαρτύριό της φανέρωσε «τον εγκάρδιον έρωτά» της προς τον Χριστό, τόσο που η έμπνευση του αγίου υμνογράφου την βάζει στη θέση της γυναίκας που προσήγγισε τον Χριστό λίγο πριν από το πάθος Του και εξέφρασε την αγάπη της προς Εκείνον  με το μύρο που έχυσε στα πόδια Του, σπογγίζοντάς Τα με τους πλοκάμους της κεφαλής της. Κι ενώ το γεγονός της Καινής Διαθήκης ενέπνευσε την αγία υμνογράφο Κασσιανή (με το γνωστό μεγαλοφυές άσμα της του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης, ψαλλόμενο το εσπέρας της Μεγάλης Τρίτης), το ίδιο γίνεται πρότυπο για ανάλογη έμπνευση του αγίου Θεοφάνη, αλλά σε σχέση με την αγία Ανυσία. «Τον εγκάρδιον έρωτα, υποφαίνουσα δάκρυσι, κατανύξει Ένδοξε, γην κατέβρεχες, και ταις θριξίν εναπέσμηχες, Χριστού υποπόδιον»(Φανερώνοντας τον έρωτα που είχες μέσα στην καρδιά σου, ένδοξε μάρτυς, κατάβρεχες από την κατάνυξή σου με δάκρυα τη γη και σκούπιζες με τις τρίχες της κεφαλής σου τα πόδια του Χριστού).
Η ένσταση βεβαίως εν προκειμένω είναι προφανής. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε ένα ιστορικό γεγονός: είναι η γυναίκα που προσήλθε στον Χριστό και προέβη στο ξέσπασμα της καρδιάς της. Στην περίπτωση όμως της αγίας Ανυσίας; Πώς αγκάλιαζε και σκούπιζε τα πόδια του Χριστού; Ο υμνογράφος μας δεν μας αφήνει μετέωρους. Η αγία Ανυσία μπόρεσε και άντεξε τα μαρτύριά της, βρήκε το κουράγιο να ομολογήσει την πίστη της, έστω και με απώλεια της ζωής της, γιατί η αγάπη της προς τον Χριστό την έκανε με νοερό τρόπο να Τον έχει παρόντα μπροστά της και με τη διάνοιά της να αγγίζει τα ίχνη των ποδών Του. «Εννοούσα – λέει - και Αυτόν ως παρόντα προβλέπουσα, ον εποθησας και ιχνών απτομένη διανοία, θεωρίαις θειοτάταις την σην ψυχήν κατελάμπρυνας» (Σπόγγιζες τα πόδια του Χριστού, εννοώντας Τον και βλέποντάς Τον σαν να ήταν παρών, Αυτός τον Οποίο πόθησες. Και αγγίζοντας τα ίχνη των ποδών Του με τη διάνοιά σου, λάμπρυνες την ψυχή σου με θειότατες θεωρίες). Με άλλα λόγια, η αγία την ώρα του μαρτυρίου της, με τη χάρη του Χριστού, βρισκόταν σε κατάσταση θεοπτίας. Ο Χριστός της έδινε τη δύναμη να Τον βλέπει και να Τον εναγκαλίζεται, όπως παρομοίως είχε δώσει τη χάρη και σε άλλους μάρτυρες, όπως μεταξύ άλλων και στην αγία Ερμιόνη. Η θεωρία του Χριστού την ώρα του μαρτυρίου ή της ετοιμασίας προς αυτό είναι κάτι που το διαπιστώνουμε συχνά στα συναξάρια των μαρτύρων της πίστεώς μας.
Και βεβαίως ο άγιος υμνογράφος «εκμεταλλεύεται», όπως όλοι οι υμνογράφοι, τον τρόπο που άφησε την τελευταία της πνοή: την διά ξίφους διαπέραση της πλευράς της. Αμέσως ο νους του αγίου Θεοφάνη πηγαίνει στη λογχευμένη πλευρά του Κυρίου, συνεπώς συσχετίζει το μαρτύριο της αγίας με το πάθος Του: «Ζωηφόροις σου τοις ίχνεσιν επομένη, λόγχη πλευράν τιτρώσκεται» (Ακολουθώντας τα ίχνη Σου που φέρουν τη ζωή, πληγώνεται με λόγχη την πλευρά της η αγία). Ο υμνογράφος δηλαδή σαν να μας λέει, ότι όποιος αγαπά τον Χριστό και θέλει να Τον ακολουθεί κατά πόδας – «επακολουθών τοις ίχνεσιν Αυτού» κατά τον απόστολο Πέτρο – δέχεται τη χάρη και να πάθει υπέρ Χριστού με τον ίδιο τρόπο που έπαθε Εκείνος. Τα πάθη του Χριστού γίνονται πάθη και του πιστού, δείγμα της πλημμύρας της χάρης του Χριστού στον πιστό. Ακολουθία του Χριστού και μαρτύριο υπέρ Αυτού τελικώς είναι έννοιες ταυτόσημες.
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ



site analysis

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 4!!

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ

(Γερασίμου μοναχού Μικραγιαννανίτου.)

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Μετά τον Προοιμιακόν, η α’  στάσις του Μακάριος ανήρ. Εις δε το Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν στίχους στ’ , και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

Ήχος α’ . Των ουρανίων ταγμάτων.

Των Αθλητών την δυάδα ύμνοις τιμήσωμεν, τους σταθηρά καρδία, και ομόφρονι γνώμη, αθλήσαντας νομίμως υπέρ Χριστού, και τον όφιν αισχύναντας, συν Χριστοδούλω τω θείω και ευκλεεί, Χριστοδούλην την πανεύφημον.

Ομωνυμία αγία καλλωπιζόμενοι, και έργοις βεβαιούντες, την φερώνυμον κλήσιν, ηθλήσατε νομίμως ως του Χριστού, αληθώς δούλοι γνήσιοι, συν Χριστοδούλη Χριστόδουλε Αθλητά, δια τούτο εδοξάσθητε.

Υπέρ Χριστού της αγάπης στερρώς ηνέγκατε, πάσαν βασάνων πείραν, ακλινεί διανοία, και ξίφει εκτμηθέντες τας κεφαλάς, τον εχθρόν ετροπώσασθε, ω Χριστοδούλη παρθένε νύμφη Χριστού, και Χριστόδουλε μακάριε.

Έτερα. Ήχος δ’ . Ως γενναίον εν Μάρτυσιν.

Ως τη κλήσει συνώνυμοι, ομοφρόνως ηθλήσατε, του Χριστού τον θάνατον μιμησάμενοι, αθανασίας τον πρόξενον, θεόφρον Χριστόδουλε, Αθλοφόρων καλλονή, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, καθαρώτατον, και πολύτιμον σκεύος παρθενίας, δια τούτο της αλήκτου, ζωής ομού ηξιώθητε.

Τη σοφία τη άνωθεν, και ψυχής ανδρειότητι, του Χριστού την σάρκωσιν εκηρύξατε, επί απίστων μακάριοι, και τούτων την άνοιαν, διηλέγξατε στερρώς, Χριστοδούλη θεόληπτε, και Χριστόδουλε, και τω ξίφει τμηθέντες τους αυχένας, των Μαρτύρων ταις αγέλαις, περιφανώς ηριθμήθητε.

Ξυνωρίς η ομώνυμος, των Μαρτύρων και σύναθλος, του Χριστού τα σφάγια τα αμώμητα, της Εκκλησίας το στήριγμα, πιστών το κραταίωμα, και μεσίται προς Χριστόν, και προστάται θερμότατοι, ανυμνείσθωσαν, συν σεπτώ Χριστοδούλω, Χριστοδούλη, οι οικούντες συν Αγγέλοις, και τους πιστούς περιέποντες.

Δόξα. Ήχος δ’ .

Της ευσεβείας τοις σκάμμασι, σεαυτούς γυμνάσαντες, τη ομολογία του Χριστού, λαμπροτέραν την κλήσιν ειργάσασθε, Μάρτυρες ένδοξοι. Συνδεδεμένοι γαρ τη χάριτι, και εν πάσι καλώς ομονοούντες, ίσοι τοις άθλοις ώφθητε, και τοις στεφάνοις ισότιμοι, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, Χριστόν τον φιλάνθρωπον Θεόν, ικετεύσατε υπέρ των ψυχών ημών.

Και νυν. Θεοτοκίον Ήχος δ'

Ο δια σε Θεοπάτωρ προφήτης Δαυΐδ, μελωδικώς περί σου προανεφώνησε, τω μεγαλείά σοι ποιήσαντι. Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου. Σε γαρ μητέρα πρόξενον ζωής ανέδειξεν, ο απάτωρ εκ σου ενανθρωπήσαι ευδοκήσας Θεός, ίνα την εαυτού αναπλάση εικόνα, φθαρείσαν τοις πάθεσι, και το πλανηθέν ορειάλωτον ευρών, πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών, τω Πατρί προσαγάγη, και τω ιδίω θελήματι, ταις ουρανίαις συνάψη Δυνάμεσι, και σώση Θεοτόκε τον κόσμον, Χριστός ο έχων, το μέγα και πλούσιον έλεος.

Είσοδος, το Φως ιλαρόν, το Προκείμενον της ημέρας, και τα Αναγνώσματα.

Προφητείας Ησαΐου το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 43, 9-14)

Τάδε λέγει Κύριος· Πάντα τα έθνη συνήχθησαν άμα και συναχθήσονται άρχοντες εξ αυτών. Τις αναγγελεί ταύτα εν αυτοίς; η τα εξ αρχής, τις ακουστά ποιήσει ημίν; Αγαγέτωσαν τους Μάρτυρας αυτών, και δικαιωθήτωσαν. Και ειπάτωσαν αληθή. Γίνεσθέ μοι Μάρτυρες, και εγώ Μάρτυς Κύριος ο Θεός, και ο παις, ον εξελεξάμην, ίνα γνώτε και πιστεύσητε, και συνήτε, ότι εγώ ειμι. Έμπροσθέν μου ουκ εγένετο άλλος Θεός, και μετ εμέ ουκ έσται. Εγώ ειμι ο Θεός, και ουκ έστι πάρεξ εμού ο σώζων. Εγώ ανήγγειλα και έσωσα, ωνείδισα, και ουκ ην εν ημίν αλλότριος. Υμείς εμοί Μάρτυρες, και εγώ Κύριος ο Θεός, ότι απ' αρχής εγώ ειμι, και ουκ έστιν ο εκ των χειρών μου εξαιρούμενος. Ποιήσω, και τις αποστρέψει αυτό; Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός, ο λυτρούμενος ημάς, ο Άγιος Ισραήλ.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 3, 1-9)

Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού, και ου μη άψηται αυτών βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι. Και ελογίσθη κάκωσις η έξοδος αυτών, και η αφ’ ημών πορεία σύντριμμα, οι δε εισιν εν ειρήνη. Και γαρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης. Και ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται, ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς, και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Και εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι, και ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη, και κρατήσουσι λαών και βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τους αιώνας, οι πεποιθότες επ' αυτόν, συνήσουσιν αλήθειαν, και οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. ζ′.7)

Δίκαιος, εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται. Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστι φρόνησις ανθρώποις, και
ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος Θεώ γενόμενος, ηγαπήθη· και ζων μεταξύ αμαρτωλών, μετετέθη. Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, η δόλος απατήση
ψυχήν αυτού· βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά, και ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον. Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς· αρεστή
γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού· δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας. Οι δε λαοί ιδόντες και μη νοήσαντες, μηδέ θέντες επί διανοία το τοιούτον, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Απόστιχα. Ήχος πλ. Δ’ . Ω του παραδόξου θαύματος.
Μάρτυρες, Χριστού καλλίνικοι, της θεϊκής καλλονής, εκ ψυχής αγαπήσαντες, την υπέρ κατάληψιν, αληθώς ωραιότητα, τα εν τω κόσμω, κάλλη ελίπετε, και ομοψύχως,
πίστει ηθλήσατε, όθεν εδόξασεν, Αθλητά Χριστόδουλε συν τη σεμνή, Χριστοδούλη Κύριος, υμών την άθλησιν.

Στ.: Θαυμαστός ο Θεός, εν τοις Αγίοις Αυτού.

Χαίροις, ξυνωρίς ομώνυμε, των Αθλητών του Χριστού, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και σοφέ Χριστόδουλε, οι Χριστόν αγαπήσαντες, υμείς γαρ γνώμη μια αθλήσαντες, ίσοις
επάθλοις, εμεγαλύνθητε, ω της λαμπρότητος! ης κατηξιώθητε εν ουρανοίς, Ασωμάτων τάξεσι, συναυλιζόμενοι.

Στ.: Τοις αγίοις τοις εν τη γη Αυτού, εθαυμάστωσεν ο Κύριος.

Μάρτυς, αληθής του Ιησού, καθαροτάτων νοΐ, Χριστοδούλη πανεύφημε, βίου καθαρότητι, και αθλήσεως αίμασι, λαμπρώς εδείχθης, και προσεχώρησας, εις τον νυμφώνα, τον επουράνιον, ένθα ικέτευε, υπέρ πάντων πάνσεμνε συν τω κλεινώ, Χριστοδούλω πάντοτε, των ευφημούντων σε.

Δόξα. Ήχος πλ. Β’ .

Αθλητικήν επιδειξάμενοι ένστασιν, τυραννικήν κατεπατήσατε οφρύν Μάρτυρες πανένδοξοι, όθεν Χριστός ο Κύριος, ως μύρον ευωδίας, το αίμα υμών δεξάμενος, παθών δυσωδίας, και νοσημάτων λύμης δι’ υμών λυτρούται, τους τιμώντας υμών την άθλησιν, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, μη παύσησθε ιλεούμενοι ημίν, τον μόνον ευδιάλλακτον.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Θεοτόκε, συ ει η άμπελος η αληθινή, η βλαστήσασα τον καρπόν της ζωής, σε ικετεύομεν, πρέσβευε Δέσποινα, μετά των Αποστόλων, και πάντων των Αθλοφόρων, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
 Νυν απολύεις. Τρισάγιον.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’ . Ταχύ προκατάλαβε.
Δυάδα την σύναθλον των Αθλητών του Χριστού, Χριστόδουλον μέλψωμεν, και Χριστοδούλην ομού, τα άνθη της πίστεως, ούτοι γαρ τη αγάπη, πτερωθέντες τη θεία,
ήθλησαν ομοφρόνως, και τον όφιν καθείλον, και νυν καθικετεύουσιν, υπέρ των ψυχών ημών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Το απ’ αιώνος απόκρυφον, και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον· δια σου Θεοτόκε τοις επί γης πεφανέρωται, Θεός εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως
υπέρ ημών καταδεξάμενος, δι' ου αναστήσας τον πρωτόπλαστον, έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
 Απόλυσις.

ΟΡΘΡΟΣ

Μετά την α’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Τον τάφον Σου Σωτήρ.

Ως άστρα νοητά, του Ηλίου της δόξης, Χριστόδουλε σοφέ, και Χριστοδούλη, εκλάμπετε τοις πέρασι, ταις αυγαίς της αθλήσεως, και διώκετε, της αθυμίας τον ζόφον, όθεν σήμερον, την φωταυγή υμών μνήμην, συμφώνως γεραίρομεν.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Φωτός Τριαδικού, πανυπέρφωτος οίκος, Παρθένε Μαριάμ, παντευλόγητε Κόρη, τον νουν μου καταφώτισον, σκοτισθέντα τοις πάθεσι, και συνέτισον, τον ασταθή λογισμόν μου, πράττειν πάντοτε, το του Υιού Σου και Κτίστου, πανάγιον θέλημα.

Μετά την β’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Χορός Αγγελικός.

Αθλήσαντες ομού, ομοψύχω καρδία, ησχύνατε εχθρόν, τον δεινόν αποστάτην, Χριστόδουλε ένδοξε, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, όθεν χαίροντες, άμφω της δόξης της
άνω, ηξιώθητε, υπέρ ημών δυσωπούντες, Χριστόν τον φιλάνθρωπον.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.
Σαρκί τη καθ’ ημάς, ενωθείς υπέρ λόγον, ο Λόγος του Θεού, εξ αγνών Σου αιμάτων, Θεός άμα και άνθρωπος, εκ γαστρός Σου γεγέννηται, και εθέωσε, την των ανθρώπων
ουσίαν, ως φιλάνθρωπος, ευλογημένη Μαρία, ημών καταφύγιον.
 Ο Ν  ψαλμός.
Είτα οι Κανόνες· της Θεοτόκου· και των Αγίων.

Ωδή α’ . Ήχος πλ. Β’ . Ως εν ηπείρω πεζεύσας.

Ταις φαϊνωτάταις ακτίσι, της τριλαμπούς Αθλοφόροι Μάρτυρες, ελαμπόμενοι αυγής φωτισμόν, αιτήσασθαι ημίν, την πανέορτον υμών μνήμην γεραίροντες.

Ηλιακάς απαστράπτει μαρμαρυγάς, η σεπτή και εύσημος των Μαρτύρων εορτή, και της γης τα πέρατα αεί καταυγάζει, μυστικώς σθένει του Πνεύματος.

Νέω εν σώματι Μάρτυς τον παλαιόν, της κακίας άρχοντα κατεπάλαισας στερρώς, υπομείνας βάσανα και πυρ και δεινών επιφοράς, μάκαρ Χριστόδουλε.

Θεοτοκίον.

Λελυτρωμένοι Παρθένε προγονικής, καταδίκης Άχραντε τη γεννήσει Σου σαφώς, εν φωναίς ασμάτων σε αεί, μακαρίζομεν πιστοί, ω Θεομήτορα.

Ωδή γ’ . Ουκ έστιν  Άγιος.

Αγώνας ήνυσας στερρώς, υπομείνας βασάνους και πικράς τιμωρίας των μελλόντων αγαθών, τηρούμενος προφανώς ταις ελπίσιν, ένδοξε Χριστόδουλε.

Μαρτύρων εύκλειαν φαιδρά, περικείμενος Μάρτυς, καθορώσά σε όλων τοις βασάνοις, εαυτήν εκδέδωκε η σεμνή, Χριστοδούλη αδελφή φρονούσά σοι.

Ποθήσας Μάρτυς τον Χριστόν, τα ορώμενα πάντα εις ουδέν ηγήσω των τυραννούντων ορμάς, Χριστόδουλε Αθλητά, ολεθρίους πίστει τροπωσάμενος.

Θεοτοκίον.
Ρυσθήναι πάσης πονηράς, εναντίων εξόδου, και παθών ψυχοφθόρων, και κινδύνων χαλεπών, τους Σε τιμώντας αεί, Θεοτόκε πάναγνε ικέτευε.

Κάθισμα. Ήχος πλ. Δ’ . Την Σοφίαν και Λόγον.

Των βασάνων τα νέφη τα χαλεπά, Αθληταί παριδόντες καρτερικώς, ως ήλιος χάριτι, του Σωτήρος ελάμψετε, αδελφική στοργή δε, ενθέως συνδούμενοι, ομοίοις πόνοις
λαμπρώς εδοξάσθητε, όθεν μετά τέλος, ατελεύτητον χάριν, εξ ύψους εδέξασθε, θεραπεύειν νοσήματα, Αθλοφόροι αυτάδελφοι, πρεσβεύσατε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω την αγίαν μνήμην υμών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Την ψυχήν μου Παρθένε, την ταπεινήν, την εν ζάλη του βίου, των πειρασμών, νυν ως ακυβέρνητον, ποντουμένην Πανάμωμε, αμαρτιών τε φόρτω, φανείσαν υπέραντλον, και εις πυθμένα άδου, πεσείν κινδυνεύουσαν, φθάσον Θεοτόκε, τη θερμή σου πρεσβεία, και σώσον παρέχουσα, τον λιμένα τον εύδιον, ίνα πίστει κραυγάζω σοι· Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων δούναί μοι την άφεσιν· σε γαρ έχω ελπίδα ο δούλός σου.

Ωδή δ’ . Χριστός μου δύναμις.

Αγρίων χάσματα, θηρών εφιμώσεις, επικλήσεσι θείες, αγγελική δόξη καλλυνόμενος, και μαρτυρίου ιεραίς φωταυγίες λαμπρυνόμενος.

Ναόν σε έμψυχον, ναόν Πανάγιον, η του Πνεύματος χάρις, Μάρτυς σοφέ, εύρατο Χριστόδουλε, ω κραταιούμενος ναούς, των ειδώλων κατηδάφισας.

Υπήρξας άσειστος, ακαταπτόητος, απερίτρεπτος, πάσαις επιβουλαίς χαλεπών κολάσεων, κραταιούμενη εν Χριστώ, Χριστοδούλη παναοίδιμε.

Μαρτύρων αίμασι, καλλωπιζόμενοι, και ομονοία, πίστει αδελφική, σώζοντες μακάριοι, των διωκτών τας ζοφεράς επινοίας διεκρούσασθε.

Θεοτοκίον.
Νοήσας πόρρωθεν, εμφαντικώτατα Αββακούμ, Σε εκάλει όρος Αγνή, αρεταίς κατάσκιον, εξ Ου επέφανεν ημίν, ο φωτίζων τας ψυχάς ημών.

Ωδή ε’ . Τω θείω φέγγει Σου Αγαθέ.

Ως όρθρος έλαμψας ευπρεπής, ως ημερινός όντως αστήρ, ως φαεινότατος άθλων, και σημείων μαρμαρυγαίς, τους πιστούς ενθέως καταυγάζων, Μάρτυς δούλε.

Μεγίστοις πόνοις, εγκαρτερών, και τας ανενδότους των δεινών επιφοράς λογιζόμενος Μάρτυς, ως ηδύστας τρυφάς Χριστόδουλε, τας θείας αντιδόσεις χαίρων κεκλήρωσαι.

Αιμάτων ρείθρα, Μάρτυς σεμνή, χέουσα εκτήσω της τρυφής, συ τον χείμαρρον πανεύφημε, και την δι’ αιώνος, δόξαν αμάραντον, και την εν Παραδείσω τερπνήν απόλαυσιν.

Θεοτοκίον.

Ρομφαίαι πάσαι του δυσμενούς, άχραντε πανάμωμε αγνή, όντως εις τέλος εξέλιπον, Συ γαρ των απάντων, Θεόν εκύησας, τω Σταυρώ καθελόντα τούτου το φρύαγμα.

Ωδή στ’ . Του βίου την θάλασσαν.

Του βίου την θάλασσαν, υψουμένην καθορών, και τοις θηρσί ριπτόμενοι, μεληδόν κοπτόμενοι, και πυρί εν όλω φλεγόμενοι, την αμώμητον πίστιν, ουκ ηρνήσασθε.

Υψούμενα κύματα των κολάσεων, σφοδρώς δικαστικαίς προστάγμασι, το σταθερόν της γνώμης των Αθλητών, βυθίσαι ουκ ίσχυσε, τη γαρ θεία παλάμη εκρατύνοντο.

Ροαίς απεωνίζατε, Φαραώ τον δυσμενή, του εκχυθέντος αίματος, την δε Χριστού ηρδεύσατε ευσεβώς, αήττητοι Μάρτυρες, Εκκλησίαν την πίστει αναθάλλουσαν.

Θεοτοκίον.
Ως όμβρος κεκένωται, εν τη μήτρα Σου, Θεός δι’ ευσπλαγχνίαν άφατον και τον χειμάρρουν άπαντες της τρυφής, επότισε Δέσποινα, και την κτίσιν φθαρείσαν εκαινούργησεν.
Κοντάκιον. Ήχος γ’ . Η Παρθένος σήμερον.

Τους γενναίους Μάρτυρας, και αδελφούς κατά σάρκα, τον σοφόν Χριστόδουλον, και Χριστοδούλην τιμώμεν, ούτοι γαρ, των τυραννούντων μηχανουργίας, ήσχυναν, τη
δυναστεία του σταυρωθέντος, ανεδείχθησαν διόπερ, Μαρτύρων δόξα, ομού και καύχημα.

Ο Οίκος.

Την δυάδα πιστοί των Αθλοφόρων σήμερον, εν ωδαίς ιεραίς και ύμνοις ευφημήσωμεν, ότι των ειδώλων καθείλον την πλάνην, πολυθεΐας το πυρ κατασβέσαντες και δαίμονες ήσχυναν, των δε τυράννων τον θυμόν ουκ έπτυξαν, ξίφη τε και πυρ δειλιάσαντες, ούτε θηρίων αγρίων ορμάς, αγωνισάμενοι, καλών Χριστόδουλος ευκλεής, συν τη σεπτή Χριστοδούλη, αδελφοί σύναθλοι, δειχθέντες Μαρτύρων, ομού και καύχημα.

Συναξάριον

Τη Δ' του αυτού μηνός, οι Άγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος και Χριστοδούλη ξίφει τελειούνται.
 Συνωνυμών σοι, παρθένε Χριστοδούλη,


Ωδή ζ’ . Δροσοβόλον μεν την κάμινον.

Νεανίαις τρεις εν χάριτι μιμούμενοι, το πυρ κατεπατήσατε, δροσιζόμενοι τω αΰλω Πνεύματι πυρί, και ψάλλοντες Μάρτυρες Χριστώ· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ζεομένης της σαρκός, η προς τον κτίσαντα αγάπη εκρατύνετο, οι γαρ Άγιοι ολοτρόπω νεύσει προς τον Θεόν θεούμενοι, έμελπον πιστώς· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Υπεριδών σου καρδίας τα κινήματα, ταις θείαις αναβάσεσιν εν ασαλεύτω Αθλοφόρε, πέτρα της ζωής, ακλόνητος ίστασο βοών· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον.

Νεανίαις τρεις η κάμινος ουκ έφλεξεν, γέννησιν προτυπούσα την Σην, το γαρ θείον πυρ μη φλέξας ώκησεν εν Σοι, και πάντας εφώτισε βοάν· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ωδή η’ . Εκ φλογός.

Ωραιότατος ώφθης ψυχή και σώματι, των βασάνων νιφάσι καταχωννύμενος, Μάρτυς Αθλητά, ουδαμώς δε ηττώμενος, μέλπεις τω Δεσπότη Χριστώ, εις τους αιώνας.

Ρητορεύοντες άμα λόγον τον ένθεον, εξεφαύλισαν πόθω δόγμα το άθεον, οι αδελφική αγχιστεία συνδούμενοι, Μάρτυρες του πάντων Θεού και Βασιλέως.

Ιερεία και θεία ολοκαυτώματα, εθελόφυτοι άρμες, άμωμα σφάγια, κάρπωμα δεκτώ τω Θεώ προσηνέχθητε, εν επουρανίω τραπέζη Αθλοφόροι.

Διαυγή σε αστέρα, φωτοειδέστατον ίαμα, κτίσιν καταλαμπρύνοντα, πάντων τας ψυχάς Αθλοφόρε Χριστόδουλε, πίστει εγνωκότες, υμνούμεν εις αιώνας.

Θεοτοκίον.

Απειρόγαμε Κόρη, χαίρε Πανάμωμε, ο λιμήν των εν ζάλη, χαίρε Θεόνυμφε, των αμαρτωλών χαίρε το ιλαστήριον, χαίρε η τεκούσα Θεόν σεσαρκωμένον.

Ωδή θ’ . Θεόν ανθρώποις.

Ιδείν την δόξαν του Παντοκράτορος, επιποθών και κάλλος Αυτού το αμήχανον, αδοξίαν του βίου παρέδραμες, άτιμον υπομείνας θάνατον ένδοξε, δόξα προξενούντά
σοι, αεί Μάρτυς Χριστόδουλε.

Ως φως, ως λύχνον αειλαμπέστατος, τοις εν νυκτί του βίου καθωράθης Χριστόδουλε, αγνωσίας το σκότος εδίωξας, έλυσας παθημάτων την αμαυρότητα, φέγγεις ιαμάτων
Αθλητά θεομακάριστε.

Στολαίς βαφείσας υμών εξ αίματος, μαρτυρικού, ωραίους εαυτούς περιστείλαντες, στεφηφόροι Κυρίω παρίστασθε, μέλποντες συν Αγγέλοις· Άγιος, Άγιος, Άγιος,
Τριας η παντουργός, και παντοδύναμος.

Ημών τη πίστει την αεισέβαστον, και ιεράν, και πλήρη φωτισμού και λαμπρότητος, Αθλοφόροι Μάρτυρες, τελούντων υμών την μνήμην, και προσκυνούμεν πίστει τα λείψανα, μέμνησθε παντοίων πειρασμών, πάντας λυτρούμενοι.

Θεοτοκίον.

Φωτός δοχείον, του αναλάμψαντος θεοπρεπώς, εκ Σου της καθαράς παναμώμητε, ψυχής μου τα όμματα φώτισον, σκότος της αγνωσίας αποδιώκουσα, και της αμαρτίας
την αχλύν εξαφανίζουσαν.

Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Των Αθλητών τιμήσωμεν, δυάδα την συνώνυμον, της Παναγίας Τριάδος, τους ευκλεείς αριστέας, και πρεσβευτάς προς Κύριον, ημών και αντιλήπτορας, Χριστόδουλον τον ένδοξον, και την σεμνήν Χριστοδούλην, της παρθενίας το ρόδον.

Θεοτοκίον.

Ασπόρως σωματώσασα, αφθόρως Κόρη τέτοκας, τον Βασιλέα της δόξης, και Κύριον των απάντων, Ον οι γενναίοι Μάρτυρες, λαμπρώς καθομολόγησαν, και δι’ Αυτόν τον
θάνατον, υπέμειναν γηθοσύνως, Θεογεννήτορ Παρθένε.

Αίνοι. Ήχος δ’ . Έδωκας σημείωσιν.

Μίαν κλήσιν φέροντες, οι Αθλοφόροι οι ένδοξοι, μίαν γνώμην εκτήσαντο, θανείν προθυμότατα, υπέρ του των όλων, Θεού και Δεσπότου, όθεν ζωής της παρ’ Αυτώ, και αϊδίου δόξης επέτυχον, Χριστόδουλος ο ένθεος, και Χριστοδούλη η πάντιμος, ους συμφώνως γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Ήθλησαν στερρότατα, τη παντευχία της πίστεως, και εχθρόν κατεπάτησαν, οι Άγιοι Μάρτυρες, και βραβεία νίκης, παρά του Σωτήρος, εδέξαντο θεουργικώς, μεγαλυνθέντες θείοις χαρίσμασι, Χριστόδουλος ο ένδοξος, και Χριστοδούλη η πάνσεμνος, ων την μνήμην γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Νύμφη πανακήρατος, οία παρθένος αμόλυντος, Χριστοδούλη θεόληπτε, Χριστού αναδέδειξαι, υπέρ Ου προθύμως, το αίμά σου Μάρτυς, εξέχεας μαρτυρικώς, και συναθλούντά σοι έσχες πάνσεμνε, Χριστόδουλον τον ένδοξον, μεθ’ ου απαύστως ικέτευε, τον Σωτήρα δωρήσασθαι, ιλασμόν ταις ψυχαίς ημών.

Μάρτυρες συνώνυμοι, και Αθλοφόροι αήττητοι, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και θείε Χριστόδουλε, Χριστόν τον Σωτήρα, αεί δυσωπείτε, ως παρρησίαν προς Αυτόν, πολλήν πλουτήσαντες παμμακάριστοι, δοθήναι ημίν άπασιν, απαλλαγήν πάσης θλίψεως, και πταισμάτων συγχώρησιν, τοις υμάς μακαρίζουσι.

Δόξα. Ήχος πλ. Α’ .

Το πυρ της θείας αγάπης, εν τη καρδία φέροντες, ξένην ανδρείαν επεδείξασθε, εν τω σταδίω της αθλήσεως, αγαλλομένη γαρ ψυχή, τω ξίφει τον αυχένα κλίναντες, τους εχθρούς εξεπλήξατε, του δε Χριστού τον θάνατον, αληθώς εδοξάσατε, αλλ’ ως αθανάτου δόξης κοινωνοί, Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, θανάτου αμαρτίας ημάς ρύσασθε, αιτούμενοι ημίν το μέγα έλεος.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Μακαρίζομέν σε Θεοτόκε Παρθένε, και δοξάζομέν σε οι πιστοί κατά χρέος, την πόλιν την άσειστον, το τείχος, το άρρηκτον, την αρραγή προστασίαν, και καταφυγήν των ψυχών ημών.

Δοξολογία Μεγάλη και Απόλυσις.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις των Μαρτύρων η ξυνωρίς, Χριστόδουλε μάκαρ, Αθλοφόρων ο κοινωνός, χαίροις Χριστοδούλη, Χριστού ωραία νύμφη, σεμνή Παρθενομάρτυς, αξιοθαύμαστε.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Voutsinasilias.blogspot.gr
http://voutsinasilias.blogspot.gr/2012/11/4.html