Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ-ΔΙΔΑΧΕΣ



site analysis

Θυμάμαι τήν άδελφή Βρυαίνη πού μού κρατούσε τό χέρι καί μού έλεγε: «Πού θά πάς; ’Έχω να διανύσω χάος. Πού θά πάς;». 



Να καταλάβουμε ποιος είναι ό σκοπός μας καί ό προορισμός μας. Διάβαζα προχθές στον άββά Ισαάκ ότι ένας μοναχός σώζει επτά γενεές καί λάμπει επτά φορές σάν τον ήλιο. Σκεφθήτε τί μεγάλη άξια! Τί μάς έχει δώσει ό Θεός! Γι` αύτό θάχουμε καί πειρασμούς, θάχουμε καί λογισμούς. Όλα θά τά πολεμήσουμε γιά τήν άγάπη του Χριστού. Καί λογισμούς θά έχουμε καί σταυρούς καί βάσανα θά έχουμε. «Δόξα σοι, ό Θεος, μέριμνες κλπ., μόνο όταν ύπάρχη ανάγκη μεγάλη. Όταν δεν ύπάρχη άνάγκη, δέν χρειάζεται να ξεφεύγουμε άπό την τάξι μας καί να μάς τραβάη ή μέριμνα ή μεγάλη καί να άφήνουμε τον Θεό.


Υστερα λέμε πώς θάρθή τό δάκρυ, πώς θάρθή ή κατάνυξις, ή έπίγνωσις τού εαυτού μας, γιά να καταλάβουμε ποιο είναι τό θέλημα τού Θεού, πώς πρέπει να εργαστούμε τον Θεόν. Πώς θά περάσουμε τά τελώνια την ήμέρα τής άναχωρήσεώς μας; Έγώ όταν τό βάζω αύτό τό πράγμα στο νου μου, τρέμω, φοβάμαι πάρα πολύ- λέω, πώς θά μέ περικυκλώσουν τήν ώρα πού θά ξεψυχάω; Όλα τά τελώνια θά μαζευτούν εκεί κοντά, θά μέ τραβούν άπό ’δώ, άπό ’κει καί θά μού λένε αύτό έκανες, εκείνο, τό άλλο. Πώς άνεβαίνουν τήν κλίμακα αύτή! Πώς θά τήν άνεβώ, είναι ή πιο φοβερή ώρα- δέν ύπάρχει άλλη χειρότερη ώρα άπό αύτή. Τί θά κάνουμε; Όλα αύτά θά μάς τά καταλογίση ό Χριστός. Αύτή τήν άμέλεια, τήν άδράνεια, τήν χαυνότητα, τήν άδιαφορία, τήν άναισθησία, τήν πολυλογία, τήν κατάκρισι, τήν καταλαλιά, τά διάφορα. Τί λόγο θά δώσουμε; Τί καλογριές, τί τάγμα άγγέλων καί τί τάγμα άρχαγγέλων!



Ή ώρα τού θανάτου είναι ή πιο φρικτή ώρα. Θυμάμαι τήν άδελφή Βρυαίνη πού μού κρατούσε τό χέρι καί μού έλεγε: «Πού θά πάς; ’Έχω να διανύσω χάος. Πού θά πάς;». «Θά πάω γιά δυο μέρες καί θά σου στείλω μία αδελφή». Τής τόλεγα γιά να δώ τί θά πή. Τί καταλάβαινε: «’Έχω να διανύσω χάος, πού πάς, κάτσε έδώ κοντά μου», καί μ’ έπιασε τό χέρι μου καί τό είχε μέσ’ στον κόρφο της καί δεν μέ άφηνε. Ή βρύση ήταν απέναντι καί δέν μέ άφηνε να πάω να πλύνω τα χέρια μου. Είχε στραφή τό πρόσωπό της στο πρόσωπό μου καί τά μάτια της δέν τά σήκωνε άπό πάνω μου. Λοιπόν, αύτό τό πράγμα έχει μείνει μέσα στήν ψυχή μου καί δέν φεύγει.
Προσέξτε τό κρυφό πράγμα, τό ανεξομολόγητο, είτε είστε μεγαλόσχημες είτε είστε μικρόσχημες καί δόκιμες. Είτε μεγαλόσχημος είτε δόκιμος καί μικρόσχημος τήν ώρα τής κρίσεως λογίζεται μεγαλόσχημος. Λοιπόν θέλει πολλή προσοχή καί πολύ φόβο Θεού.


«Γιατί σταμάτησες να μου κάνης κομποσχοίνι; Κάθε μέρα, όσο ζής, θά μου κάνης τό κομποσχοινάκι, γιατί κάθε μέρα λαβαίνω τό δώρο σου». ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ



Θυμάστε, σάς είπα κάποτε γιά ένα άτομο, πού ήρθε και μου είπε ότι δέν πιστεύει πώς ύπάρχει αιώνιος ζωή; Ξαφνικά μιά μέρα πέθανε ό καλύτερός του φίλος, πολύ νέος άνθρωπος. Άπό τον πόνο πού αίσθάνθηκε, ήρθε μιά μέρα, μέ βρήκε, μιλήσαμε καί τού είπα να του κάνη κάθε μέρα ένα κομποσχοινάκι τριαντα- τριάρι κι άς μή πιστεύη. Μετά άπό λίγο καιρό σταμάτησε να κάνη τό κομποσχοίνι.



 Παρουσιάστηκε τότε ό φίλος του καί του λέει: «Γιατί σταμάτησες να μου κάνης κομποσχοίνι; Κάθε μέρα, όσο ζής, θά μου κάνης τό κομποσχοινάκι, γιατί κάθε μέρα λαβαίνω τό δώρο σου». Άς χάσουμε καί λίγο ύπνο. Είναι τέτοιες οί καταστάσεις τώρα, πού πρέπει να χάνουμε λίγο ύπνο, να έγκρατευώμαστε στο φαγητό μας καί σ’ όλα μας. Πρέπει να κάνουμε μιά θυσία γιά τήν άγάπη του Χριστού μας, γιατί οί καιροί έφτασαν, οί μέρες μας έφτασαν. Όλη ή φύσις μιλά, κλαίει καί οδύρεται, γιατί ή άμαρτία είναι μεγάλη κι όπου είναι μεγάλη ή αμαρτία, εκεί έρχεται καί ή οργή του Θεού.



Εκείνη τήν ώρα είδα πού άστραψαν τά δόντια της καί βγήκε ένα φως άπό τό στόμα της ήταν σάν νά ήταν διαμαντένια τά δόντια της, όλα χρυσά. ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ.



Όλα νά τά γνωρίζη ό Γέροντας καί ή Γερόντισσα. Ηταν μία ένάρετη ψυχή πού ζούσε μέ πολλή εγκράτεια καί άσκησι. Κάποτε είδε στον ύπνο της κάποιο όραμα, το όποιο πίστεψε καί έπεσε σέ πλάνη. Αύτό ήταν ένα σοβαρό κώλυμα καί ό πνευματικός της πού τή χειροθέτησε λυπόταν πού δέν μπορούσε νά τό καταλάβη και νά τό άποβάλη άπό τή διάνοιά της. Έπέτρεψε ό Θεός νά τό πή σέ μένα: «Κοίταξε, Μαρικάκι, μου είπε, αυτά πού έβλεπα όλα ήταν πλάνη». Στήν τελευταία της ώρα, αφού κοινώνησε, κάθησε, ήρθε γιατρός, τής έκανε τήν ένεσι και είπε ότι ήταν πέντε λεπτά ύπόθεσι. Τότε ήρθε και ό πνευματικός καί τής είπα νά τον φωνάξω καί τήν έξομολόγησε. Είπε αύτό πού δέν τό έλεγε, ότι «έχω πλάνη καί μέ πλανάει αύτό τό πράγμα». Τής τραβούσα άπό προηγουμένως κομποσχοινάκι καί έλεγα «Θεέ μου, βοήθησέ την νά καταλάβη αύτό τό σφάλμα της». Καί τότε μου είπε: «Ότι έβλεπα ήταν πλάνη, σέ παρακαλώ πολύ όπου καταλαβαίνεις ότι είπα, πήγαινε νά τούς πής ότι ήταν πλάνη. Ή Ξένη ήταν σέ πλάνη».




 Εκείνη τήν ώρα είδα πού άστραψαν τά δόντια της καί βγήκε ένα φως άπό τό στόμα της ήταν σάν νά ήταν διαμαντένια τά δόντια της, όλα χρυσά. Είπα στον πνευματικό αύτό πού είδα καί είπε: «Ήταν αύτό πού τήν βάρυνε καί έφυγε καί έλαμψε ή Χάρις τού Θεού καί πάει άγγελος τώρα...», καί άρχισε νά κλαίη. Σκεφθήτε τί φοβερό πράγμα είναι όταν είναι κρυφό κάτι, σκεφθήτε νά μή καταλαβαίνη τό σφάλμα του κανείς. Όταν έχουμε ένα πάθος πού μάς πολεμάει καί δέν μπορούμε νά τό καταλάβουμε, όταν έρθη ή ώρα τού θανάτου, θά δυσκολευθοΰμε. ’Έχουμε νά κάνουμε μέ Κόλασι, δέν έχουμε νά κάνουμε μέ τίποτε άλλο, δέν έχουμε νά κάνουμε μέ παιχνίδια. Σκεφθήτε τό πυρ τό αιώνιον, τό σκότος τό εξώτερον, τό ψηλαφητόν σκότος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ  ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ.ΛΟΓΙΑ ΚΑΡΔΙΑΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου