Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2021

Ἡ «ἄγνωστη» δεξιά ἡρωίδα τῆς Ἀντιστάσεως πού ἐπέστρεψε τό παράσημο Στούς Ἄγγλους

 ἐπειδή κρέμασαν τούς Καραολῆ-Δημητρίου – Τήν τελευταία στιγμή γλύτωσε τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα τῶν Γερμανῶν.

Η ΣΥΛΒΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ – ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΟΥ, ἡ «Πάτ» τῆς Ἐθνικῆς Ἀντιστάσεως, ἔφυγε χθές ἀπό τήν ζωή σέ ἡλικία 98 ἐτῶν. Τό ἄγγελμα τοῦ θανάτου τῆς σημαντικῆς αὐτῆς προσωπικότητος τῆς νεωτέρας ἱστορίας μας ὁδηγεῖ συνειρμικῶς στήν πικρή διαπίστωση, ὅτι ἡ ἐποχή τῶν ἡρωικῶν κατορθωμάτων παρέρχεται ἀνεπιστρεπτί. Ἡ Ἑλλάς ἦταν πράγματι παροῦσα σέ ὅλα σχεδόν τά μέτωπα τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονος. Ἀλλά οἱ πατριῶτες πού ἐπετέλεσαν τίς σημαντικώτερες πράξεις ἡρωισμοῦ καί αὐτοθυσίας, πού πράγματι ἔπληξαν καίρια τούς Γερμανούς –εἰδικῶς οἱ προερχόμενοι ἀπό τήν μεγάλη κεντροδεξιά παράταξη, εἶναι στίς ἡμέρες μας οἱ πλέον ἄγνωστοι. Πολλές φορές καί ἀπό δική τους ἐπιλογή. Καθώς οἱ δεξιοί πατριῶτες ὅπως ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου, ἡ Λέλα Καραγιάννη, ὁ Κώστας Περρίκος, ὁ Χριστόδουλος Τσιγάντες, ὁ Γκέρζυ Ἰβάνωφ, ἡ Μαρία Παπαδάκη, δέν διενοήθησαν ποτέ νά καπηλευθοῦν τούς ἐθνικούς ἀγῶνες ὅπως πράττει συνήθως ἡ Ἀριστερά. Γι’ αὐτό ἄλλως τε ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου ἐπέστρεψε τό παράσημο πού ἠθέλησαν νά τῆς ἀπονείμουν οἱ Ἄγγλοι, ἐπειδή ἔσωσε τήν ζωή Ἄγγλων στρατιωτῶν στήν Κατοχή. Γι’ αὐτό ἐδέχθη μόνο τόν Μεγαλόσταυρο τοῦ Τάγματος τῆς Τιμῆς πού τῆς ἀπένειμε ἡ πατρίς της, ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία. Ἡ κρυφή δρᾶσις τῆς Σύλβιας Ἰωαννίδου ἀνεδείχθη πρό τεσσάρων ἐτῶν σέ ἐκδήλωση τῆς Παναθηναϊκῆς Ὀργανώσεως Γυναικῶν καί τοῦ Συνδέσμου 74 στήν αἴθουσα τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου «Παρνασσός», τήν ὁποία εἶχε συντονίσει ὁ Διευθυντής τῆς «Ἑστίας» Μανώλης Κοττάκης.

Μαθήτρια ἀκόμη, ἡ ἐκλιποῦσα ἐνετάχθη στήν «Δύναμη 133», τό δίκτυο τῶν Ἄγγλων πού φυγάδευε ἀνθρώπους ἀπό τά ἐδάφη πού κατεῖχαν οἱ Γερμανοί. Μέ ἕνα αὐτοκίνητο «Μόρρις» παραχωρημένο ἀπό τόν Πρωθυπουργό Ἰωάννη Ράλλη καί πλαστά χαρτιά ἰδιοκτησίας ἀπό μία ἀνύπαρκτη γερμανική ἑταιρεία, ἡ Πάτ ἔκρυβε καί διεκινοῦσε κυνηγημένους, μέχρις ὅτου ἡ ἴδια συνελήφθη γιά νά γλυτώσει ὁριακῶς τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα.

Γιά τήν δράση της ἐτιμήθη μέ τό δεύτερο τῇ τάξει βρεταννικό παράσημο, τόν Σταυρό τοῦ Γεωργίου. Τό ἐπέστρεψε λίγα χρόνια ἀργότερα διαμαρτυρομένη γιά τούς ἀπαγχονισμούς Κυπρίων ἀγωνιστῶν ἀπό τούς Ἄγγλους. Ἡ ἴδια διηγήθη σχετικῶς πρός τό ἐπεισόδιο αὐτό: «Ὁ πρέσβυς ὁ Ἄγγλος ἔμεινε ἄναυδος καί μέ παίρνει τηλέφωνο. Ξέρεις, λέει, αὐτό ἦταν τῆς στιγμῆς. Ἐγώ τό κρατάω. Θά τό μετανιώσεις κάποτε. Ἔλα νά τό πάρεις. Τοῦ λέω ἐγώ εἶμαι Ἑλληνίδα. Ὅταν κάνω κάτι, τό κάνω. Ὅτι κρεμάσατε δύο παιδιά, Καραολῆ καί Δημητρίου, στό ἄνθος τῆς νιότης τους, αὐτό γιά μένα ἤτανε ἔγκλημα. Κι ἐγώ μέ ἐγκληματίες δέν κάνω δουλειά. Δέν εἶπε τίποτα βέβαια».

Ἀργότερα, στήν ἐκδήλωση πού ἔγινε πρός τιμήν της στήν Ἀθήνα μέ πρωτοβουλία τῆς Προέδρου τῆς Παναθηναϊκῆς Μαρίας Γιαννίρη, παρόντος τοῦ πρώην Πρωθυπουργοῦ Κώστα Καραμανλῆ καί τοῦ πρέσβεως Παύλου Ἀποστολίδη, ἡ πρώην Πρόεδρος τῆς Βουλῆς Ἄννα Ψαρούδα-Μπενάκη τήν περιέγραψε ἁπλά καί περιεκτικά μέ τά ἀκόλουθα λόγια: «Εἶναι μία γυναίκα, μεταξύ πολλῶν πού παραμένουν ἀνώνυμες, πού δέν διαλάλησε ἤ διεκδίκησε δάφνες γιά τήν ἀντιστασιακή της δράση».

Γιά τήν δράση αὐτή θά ἀφήσουμε τήν ἴδια νά μιλήσει, δανειζόμενοι περικοπές ἀπό τήν ἐκπομπή «Μηχανή τοῦ Χρόνου» ὅπου πρό ἐτῶν εἶχε μιλήσει:

«Ἀγαποῦσα πολύ τόν τόπο μου καί ἤθελα πάντοτε νά προσφέρω. Ὅταν μπῆκαν οἱ Γερμανοί ἐπιτάξανε τό Ἀρσάκειο καί τό ἔκαναν νοσοκομεῖο. Ἀνέβαινα καί κατέβαινα ἀπό τό σπίτι μέ τά πόδια. Ἤμουν στήν τελευταία τάξη, ἕκτη γυμνασίου. Εἶχα ἀποφασίσει νά πάω στό βουνό. Οἱ γονεῖς μου δέν τό εὐχαριστήθηκαν καί πολύ. Μιά μέρα ἦρθε ἀπό τήν Αἴγυπτο κάποιος νά μᾶς φέρει νέα τῆς ἀδελφῆς μου –πού στό μεταξύ εἶχε φύγει– καί τοῦ εἶπα: Θέλω νά βγῶ στό βουνό. Μοῦ λέει: Δέν εἶναι γιά σένα τό βουνό, ἔλα μαζί μας. Ἔτσι μπῆκα στήν Force 133, πού ἦταν μιά ὑπηρεσία τῶν Ἄγγλων γιά νά φυγαδεύει κόσμο ἀπό τά ἐδάφη πού εἶχαν καταλάβει οἱ Γερμανοί. Ἔτσι ἄρχισε ἡ δράση μου».

Καί συνεχίζει: «Δουλειά μου ἦταν νά κρύβω Ἐγγλέζους ἀξιωματικούς ἤ στρατιῶτες, ἀλλά καί Ἕλληνες μέχρι νά μπορέσει ἡ ὀργάνωση νά τούς φυγαδεύσει στήν Αἴγυπτο. Εἴχαμε νοικιάσει διάφορα διαμερίσματα στό κέντρο τῆς Ἀθήνας μέ ψεύτικα ὀνόματα. Μοῦ ἔδωσαν τό κωδικό ὄνομα Πάτ. Ἤμουν ἡ Πάτ, ἄν καί ποτέ δέν τό παραδέχτηκα ὅταν μέ συνέλαβαν τελικά. Ὁδηγοῦσα ἕνα “μορισάκι” πού μᾶς εἶχε παραχωρήσει ὁ τότε Πρωθυπουργός Ράλλης. Μᾶς εἶχε δώσει γερμανικά ἔγγραφα, ὅτι τάχα ἀνήκει σέ κάποια γερμανική ἑταιρεία κι ἔτσι κυκλοφορούσαμε καί περνάγαμε τούς ἐλέγχους. Ἐκτός ἀπό τά διαμερίσματα πού κρύβαμε ὅσους ἦταν κυνηγημένοι, εἴχαμε καί μία, δύο σπηλιές κάπου στά Κιούρκα πού ἔφταναν καί κρύβονταν κάποιοι πρίν ἔρθουν στήν Ἀθήνα καί ἕνα διαμέρισμα στά Πετράλωνα πού ἦταν κάτι σάν πυριτιδαποθήκη. Μάλιστα εἴχαμε γιά φύλακα τόν Καρπόζηλο πού κάπνιζε πολύ καί ὅλο τοῦ ἔλεγα: Πρόσεχε γιατί θά γίνει κανά μπάμ καί θά γίνουν ἄνω-κάτω τά Πετράλωνα. Μάλιστα μέ τό αὐτοκίνητο πολλές φορές χρειάστηκε νά μεταφέρω ἐκρηκτικά πού προορίζονταν γιά κάποια ἐπιχείρηση. Ὁ φόβος καί οἱ προδότες τῆς “διπλανῆς πόρτας” –νά πῶ ὅτι δέ φοβόμουν, θά ἤμουν ἀνόητη. Βεβαίως καί φοβόμουν. Πιό πολύ φοβόμουν τούς δικούς μας ἀνθρώπους. Οἱ προδότες κυκλοφοροῦσαν παντοῦ. Εἶχα μιά συμμαθήτρια, ἡ μάνα της ἦταν Ρωσσίδα καί μένανε στό Ψυχικό. Τό σχολεῖο μας ἦταν πίσω ἀπό τό σπίτι τους καί κάθε πρωί πήγαινα, ἔπαιρνα τή φίλη μου καί πηγαίναμε στό μάθημα. Μιά μέρα μοῦ λέει: Μπές μέσα νά φᾶμε κάτι. Ἐκείνη τήν ἐποχή τό νά φᾶς κάτι δέν ἦταν αὐτονόητο. Μπῆκα, εἶχε κάνει μπισκότα. Φάγαμε τά μπισκότα, ἤπιαμε ζεστό τσάι καί φύγαμε γιά τό σχολεῖο. Πολλοί μοῦ λέγανε: Πρόσεχέ την, εἶναι ἄνθρωπος τῶν Γερμανῶν. Δέν μποροῦσα ὅμως νά τό πιστέψω. Ὅταν μέ πιάσανε οἱ Γερμανοί καί μέ πήγανε στή Γκεχέραλντ Φέλτ Πολιτσάι καί ἀνεβήκαμε τίς σκάλες γιά νά πάω στό τρίτο πάτωμα, ἦταν ἀνοιχτή ἡ πόρτα ἑνός γραφείου καί τήν βλέπω, τήν μάνα τῆς φίλης μου, καθισμένη ἐκεῖ μέ ἕνα τσιγάρο νά καπνίζει. Καί λέω νά ’τα. Αὐτή ἤτανε καί εἴχανε δίκιο οἱ ἄνθρωποι πού μοῦ τό λέγανε».

Στήν φυλακή παρέμεινε ἔχουσα παρά λίγο γλυτώσει τήν ἐκτέλεση πρός τήν ὁποία ἐβάδισε μαζί μέ τήν Λέλα Καραγιάννη. Αὐτή ἦταν ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου, ἡ ὁποία μετά τήν ἀπελευθέρωση ἔφυγε κυνηγημένη ἀπό τόν ΕΛΑΣ καί παρέμεινε δέκα μῆνες στό Κάιρο.

Ἐνεργός στήν πολιτική ζωή τῆς χώρας παρέμεινε μέχρι τό τέλος. Ὑπῆρξε μάλιστα ἐκ τῶν ἱδρυτικῶν μελῶν τοῦ κόμματος τῆς Νέας Δημοκρατίας.

Κεντρικό ἄρθρο ἐφημερίδος “ΕΣΤΙΑ”, Τρ. 21 Σεπτεμβρίου 2021, φ. 42.066, σελ. 1, 3

 (ἀναδημ. στήν ἡλεκτρονική ἔκδοση 22/9/2021).


Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Ηρωΐδες του 1821- ΣΤΑΥΡΙΑΝΑ ΣΑΒΒΑΙΝΑ



 Η Σταυριάνα Σάββαινα, ήταν η γυναίκα του Γιωργάκη Σάββα, καταγόμενη από την Σπάρτη, όταν ξεκίνησε ο Αγώνας, τις πρώτες μέρες της Επανάστασης οι Τούρκοι σκότωσαν, τον άνδρα της, και τότε αυτή πήρε τα όπλα και εντάχθηκε στο σώμα του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη.
 Η πρώτη μάχη που πήρε μέρος ήταν στο Βαλτέτσι όπου η Σταυριάνα, μόνη μεταξύ των ανδρών, αψηφούσε τις σφαίρες και μετέφερε τις πυριτιδοβολές από προμαχώνα σε προμαχώνα. Ο Κολοκοτρώνης, Μαυρομιχάλης και Πλαπούτας δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι γυναίκα είχε τόσο θάρρος στην διάρκεια της μάχης.
Η Σταυριάνα πήρε μέρος στην πολιορκία της Τρίπολης, στις μάχες του Τρίκορφου του Αλμυρού και στην μάχη της Βέργας. Μετά την ελευθερία της Ελλάδος, η Σταυριάνα εγκαταλείφθηκε και ζούσε από τη βοήθεια οικογενειών άλλων αγωνιστών.
Όταν πέθανε, το 1868, έκαναν έρανο στο Ναύπλιο για να τη θάψουν.

Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

«Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821»






Ελληνίδα Μάνα με το νεκρό παιδί της, Αγνώστου, Γαλλικής σχολής, Α' μισό 19ου

Αιώνα, Λάδι σε μουσαμά, 83 X 100 εκ., Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη

O πόνος, τα βάσανα, ο ηρωισμός και η προσφορά των γυναικών στον αγώνα αναδύονται στην έκθεση «Η Γυναίκα στην Επανάσταση του 1821» που φιλοξενεί το Ίδρυμα Θεοχαράκη από τις 23 Μαρτίου.

Το φιλελληνικό πνεύμα και η έντονη γυναικεία παρουσία στα χρόνια της Επανάστασης, καθώς και στην πρώτη περίοδο του νεοσύστατου ελληνικού κράτους προσεγγίζονται στην έκθεση μέσα από 80 επιλεγμένα έργα ζωγραφικής, πορσελάνινων αντικειμένων και ρολογιών του 19ου αιώνα που προέρχονται από την περίφημη συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη -ένα μεγάλο μέρος της, με τίτλο «Καλλιτεχνικές εκδοχές του Φιλελληνισμού»,
 είχε παρουσιαστεί το 2015 στο Ίδρυμα Θεοχαράκη.



Έλληνας Αγωνιστής θρηνεί τη νεκρή γυναίκα και το παιδί του, Αγνώστου, Γαλλικής σχολής, γύρω στο 1830, Λάδι σε μουσαμά, 33 X 25 εκ., Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη

Η επιμελήτρια της έκθεσης, δρ. Ιστορίας της Τέχνης Φανή Μαρία Τσιγκάκου, επισημαίνει μεταξύ των άλλων: «Τα φιλελληνικά έργα που επιλέξαμε για την έκθεση είναι εμπνευσμένα αποκλειστικά από τις Ελληνίδες που έδρασαν κατά την κρίσιμη αυτή περίοδο της Νεοελληνικής ιστορίας.





Σκλαβοπάζαρο, 1836, V. Delacroix, Λάδι σε μουσαμά, 61 X 51 εκ., Ενυπόγραφο, κάτω δεξιά: "V. Delacroix, 1836", Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη.




 Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, οι γυναίκες διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο εμψυχώνοντας τους άνδρες, παίρνοντας μέρος στις μάχες, ενώ εμφύσησαν στα παιδιά τους την αγάπη για την πατρίδα και το αγωνιστικό πνεύμα απέναντι στον κατακτητή.



Ελληνίδα που παίζει λαγούτο, 1847 Charlemagne- Oscar Guet (1801-1871), Λάδι σε μουσαμά, 120 X 94 εκ., Ενυπόγραφο, κάτω αριστερά: "Guet 1847", Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη

Οι δραματικές λεπτομέρειες στον ευρωπαϊκό τύπο για τις κακουχίες των γυναικόπαιδων, για τις αρπαγές και για την τύχη των αιχμαλώτων γυναικών προκαλούσαν δάκρυα στους αγωνιστές. 


Στο έργο με τον τίτλο “Ελληνίδες στο σκλαβοπάζαρο”, του Stanislas-Henri-Benoit Darondeau, αποτυπώνονται με συγκλονιστική αμεσότητα ο εξευτελισμός και η απόγνωση της κοπέλας στα χέρια του τρομαχτικού δουλέμπορου. 

Τη βίαιη αρπαγή μιας Ελληνίδας αναπαριστά η ελαιογραφία της Γαλλίδας Louise Vallot. Την ίδια θεματική αποτυπώνουν αρκετά αντικείμενα, όπως για παράδειγμα ρολόγια, πιάτα, βάζα κ.ά.



Νεαρή Ελληνίδα με Βεντάλια, Αγνώστου, Γαλλικής σχολής, μέσα 19ου αιώνα, Λάδι σε μουσαμά, 66 X 52 εκ., Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη.




Μετά το τέλος του επαναστατικού αγώνα και τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους εξακολουθούν να εμφανίζονται “Ελληνίδες” στις ευρωπαϊκές αίθουσες εκθέσεων, αλλά δίχως την παραμικρή νύξη στις τραγικές στιγμές που βίωσαν. 

Οι μετα-επαναστατικές “Ελληνοπούλες” είναι ανέμελες και ποζάρουν με χάρη και ευγένεια, ντυμένες με περίτεχνες ενδυμασίες και πλούσια κοσμήματα, σε ελαιογραφίες και διάφορα αντικείμενα. 

Επισημαίνουμε ότι, προς τα μέσα του αιώνα, όταν -στο πλαίσιο του ευρέως διαδεδομένου “Ανατολισμού” Orientalisme - το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών θα στραφεί προς μια εικονογραφία περισσότερο εξωτική, οι “Ελληνοπούλες” αναπαριστάνονται με προκλητικά, αιθέρια ενδύματα, όπως η αυτάρεσκη Ελληνίδα που παίζει λαγούτο, του Charlemagne-Oscar Guet.



Επιτραπέζιο ρολόι από επιχρυσωμένο μπρούντζο, 49 X 31 εκ., Η ολόγλυφη διακόσμηση αναπαριστάνει την Μπουμπουλίνα, Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη.



Μια Ελληνοπούλα σε ιδιαίτερα αισθησιακή πόζα βλέπουμε σε ελαιογραφία του Giacomo Marastoni, ενώ οι Ελληνίδες στο Χαρέμι που αναπαριστάνονται στα βάζα έχουν μεταμορφωθεί, επιτυχώς, σε χαριτωμένες οδαλίσκες».


Ο συλλέκτης, Μιχάλης Βαρκαράκης χαρακτηριστικά αναφέρει: «Με την εικαστική εικονογραφία υμνήθηκαν τα πάθη, ο ηρωισμός, η αγάπη για την ελευθερία, η λεβεντιά των παλληκαριών και η ομορφιά των Ελληνίδων. 

Πιστεύω πως η φιλελληνική εικαστική τέχνη έχει τις εξής ιδιαιτερότητες: μοναδικότητα στο παγκόσμιο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι, είναι πάντοτε θετική για την Ελλάδα και εμπεριέχει τα μηνύματα του χριστιανισμού και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού (αρχαιολατρεία).





Ελληνίδα μητέρα που αναμένει την έκβαση μάχης, Βάζο «Vieux Paris», από πολύχρωμη πορσελάνη, ύψος 26 εκ., Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη

Το τελευταίο αποτελεί ιδιαίτερο κίνητρο της συλλογής που είναι ο ερχομός των έργων αυτών (από την Ευρώπη που παρήχθησαν) στην Ελλάδα, διότι έγιναν με κύριο σκοπό να βοηθήσουν τους νεότερους Έλληνες να αναστήσουν την πατρίδα τους. Είναι ευνόητο ότι η φιλελληνική καλλιτεχνική δημιουργία αποτελεί τμήμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και πρέπει να βρίσκεται στα Μουσεία της Ελλάδας.

Με τη συλλογή αυτή, πιστεύω ότι η οικογένειά μου κι εγώ εκπληρώσαμε μέρος του χρέους που έχουμε όλοι οι Έλληνες προς την πατρίδα, έχοντας το δικαίωμα να καυχόμαστε πως είμαστε απόγονοι ενός ένδοξου γένους».





Ελληνίδα, Αγαλματίδιο από επιχρυσωμένο μπρούτζο, ύφος 53 εκ., Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη

Η έκθεση πραγματοποιείται στο πλαίσιο των δράσεων της Πρωτοβουλίας ’21, των 16 Ιδρυμάτων, για τον εορτασμό της επετείου των 200 χρόνων από την Επανάσταση.

Στο Ίδρυμα Θεοχαράκη από τις 23 Μαρτίου

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΜΑΝΤΟΥΣ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΠΑΡΙΣΙΝΕΣ ΚΥΡΙΕΣ

ΠΩΣ ΣΚΕΦΤΟΤΑΝ ΜΙΑ ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΣΑ ΚΑΙ ΗΡΩΪΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΦΥΛΕΣ ΤΗΣ ..







«Μία κόρη απλή, μεγαλωμένη σ’ ένα βράχο[1], θρεμμένη μέσ’ στη θλίψη, μη αναπνέοντας παρά τον αέρα του πατριωτισμού, θα ακουσθεί άραγε από ένα πλήθος κυριών βυθισμένων στις απολαύσεις της ζωής, τριγυρισμένων, από τα παιδικά τους χρόνια, απ’ όλα τα θαύματα του ανθρωπίνου πνεύματος, τις ωραίες τέχνες και τις πολυτέλειες, συνηθισμένων στην κομψότητα των τρόπων, στον αττικισμό του λόγου; 


Τόση αντίθεση στον τρόπο της ζωής μας μπορεί τάχα να βοηθήσει στη συνεννόησή μας και δεν κινδυνεύω να γελοιοποιηθώ αν μιλήσω για την επαναστατημένη ηρωική μου πατρίδα σε γυναίκες που δεν ξέρουν ν’ ασχολούνται παρά μόνο με τις επαναστάσεις της μόδας;

Μήπως, αγαπητές Παρισινές, με προδιέθεσαν κακά εναντίον σας;

Ενώ εγώ πολεμούσα στους κάμπους της Φωκίδος, άνθρωποι που έζησαν πολύ κοντά σας μού εμίλησαν για τα ήθη σας. Τα ηύρα παράδοξα κι’ ελαφρά. Όμως θέλω να πιστεύω πως δεν σάς έκριναν παρά εξωτερικά και πως δεν έφθασαν ως το βάθος της καρδιάς σας. 

Αυτή η γυναικεία καρδιά πρέπει να είναι πονετική κι’ ευαίσθητη, ειλικρινής και γενναία όπως εκείνη των Γάλλων. Για να σάς αποδώσω δικαιοσύνη λοιπόν, απευθύνομαι σ’ εσάς, παρ’ όλο που ακόμη μου μένουν κάποιες αμφιβολίες. 

Στα πολιτικά ζητήματα της Γαλλίας επικρατεί ελευθεριότης. Το κοινό συζητεί πάνω σ’ αυτά δημοσία. Σε μία παρόμοια κατάσταση οι γυναίκες μπορούν να ασκήσουν τη μυστική γοητεία και την επίδρασή τους στους άνδρες εμπνέοντάς τους γενναίες αποφάσεις.

 Πρέπει όμως να ομολογηθεί, χαριτωμένες μου Κυρίες, ότι τα ήθη σας καταστρέφουν σε Σάς αυτή την υποβλητική προς τις μεγάλες πράξεις δύναμη. 

Δεν έχω καθόλου την κουτή φιλοδοξία να χρησιμεύσω σαν παράδειγμα στην πιο επίλεκτη κοινωνία τού φύλου μου. Η αγάπη του τόπου, η αφοσίωσή μου στη θρησκεία μου, η δίψα μιας δίκαιης εκδίκησης, γέμισαν έξαλλη ορμή και πολεμικό πάθος την ψυχή μου. 

Λαχταρώ για μια ημέρα μάχης όπως εσείς στενάζετε ύστερ’ από ένα χορό. Δεν υπάρχει άλλο κοινό γνώρισμα μεταξύ μας παρά οι φυσικές χάρες που μ’ αυτές μάς επροίκισε ο ουρανός. Διαφέρουμε ακόμη στον τρόπο με τον όποιο τις χρησιμοποιούμε. Εσείς κάνετε χρήση αυτών ενάντια στον προορισμό τους και δεν αντιπροσωπεύετε παρά όντα παθητικά. 

Πιο ευτυχής εγώ, έδωσα στις φυσικές μου χάρες ένα χρήσιμο και νόμιμο προορισμό για τη δόξα και για μεγάλες ωφέλειες των ανθρώπων. Αυτή η χτυπητή διαφορά ανάμεσα μας είναι ο καρπός αντίθετης ανατροφής. Είχατε καθηγητές του χορού, της μουσικής, του τραγουδιού. Εγώ δεν είχα παρά τη φύση κι’ ένα σοφό για δασκάλους μου[2].


Manto Mavrogenous2.jpg

Οι δικοί σας προσπάθησαν να δώσουν ευλυγισία στη μέση σας, κομψότητα στις κινήσεις σας. Προσάρμοσαν τη φωνή σας σε τόνους μελωδικούς με γλυκύτητα και συγκινητική ευστροφία στην ακρίβεια τού μουσικού μέτρου, καταγινόμενοι ν’ αναπτύξουν την προσωπική γοητεία σας, με κύριο και μόνο σκοπό – καθώς σάς είπαν, ν’ αποκτήσετε θαυμαστές και τίποτα περισσότερο. 

Ο σεβάσμιος δάσκαλός μου, το αντίθετο. Άφησε στη φύση να τελειώσει το έργο του, τελειοποιώντας τα χαρίσματά της και συμβουλεύοντάς με πώς να τα χρησιμοποιήσω ώστε μ’ αυτά να κερδίσω αφοσιωμένους εργάτες της πατρίδας μου. 

Με τον δικό σας τρόπο δεν βλέπετε στους άνδρες παρά θαυμαστές της καλλονής σας, ενώ εγώ βλέπω σ’ αυτούς τα στηρίγματα της χώρας μου. Τους αλυσοδένετε στο άρμα σας για να τους θαμπώσετε με τη λάμψη σας, τους δένω στο δικό μου άρμα για να τους δώσω φτερά προς τη δόξα. 

Όσοι με λατρεύουν γίνονται άνδρες, ενώ οι δικοί σας μένουν σκλάβοι αφού δεν μπορούν να γίνουν τίποτ’ άλλο υπακούοντάς σας. Οι απαιτήσεις σας είναι καπρίτσια, τα γούστα σας φαντασιοπληξίες. Ο πατριωτισμός είν’ ένα ενοχλητικό για σάς συναίσθημα· στο άκουσμά του θα σάς πιάνει πονοκέφαλος... 

Στη Γαλλία ο Έρωτας εξέφυγε από τους ευγενικούς του προορισμούς. Σύρεται στους περιπάτους, στα σαλόνια, στα θεάματα, κινείται μέσα στα καλλωπιστήρια. Δεν τον συναντάει κανείς όπου πρέπει να εμπνεύσει ευγενικό πάθος, να οδηγήσει προς πατριωτικές εξορμήσεις. 

Οι περισσότεροι άνδρες σας συνωμοτούν για το συμφέρον τους ενάντια στο κράτος. Καμμιά χαριτωμένη φωνή δεν τους λέει ποτέ να είναι καλοί πολίτες και μένουν κακοί υπουργοί... 

Είμαι βέβαιη ότι δεν εζήτησαν να αντλήσουν από τις καρδιές των γυναικών την ευγένεια των αισθημάτων. Αυτό δεν είναι δικό τους σφάλμα αλλά των καλλονών που τους συναναστρέφονται ... 

Γιατί απάνω στις ερωτικές ή τις φιλικές των εκδηλώσεις δεν τους απευθύνουν αυτή την παρακλητική κι’ επιβλητική μαζί φωνή στην οποία κανένας άνδρας δεν μπορεί ν’ αντισταθεί. 

Θα μού απαντήσετε πως το τυφλό συμφέρον, ο άγονος εγωισμός, αποξήραναν τη ψυχή τους, πως η επιθυμία του πλούτου είναι η μόνη ικανή να συγκινήσει τις αισθήσεις τους και πως προτιμούν το γεύμα ενός υπουργού απ’ όλες τις εύνοιες μιας Ευριδίκης. 

Αλλά θα τους απαντήσω με τη δική μου πείρα: Στη Μύκονο, στην Εύβοια, συγχώνευσα το προσωπικό συμφέρον και την αγάπη των απολαύσεων με την αγάπη της πατρίδας. 

Περισσότερους από έναν γλεντοκόπο, ή άνανδρο εγωιστή, ή γεροφυλάργυρο μ’ ένα μου λόγο, μ’ ένα μόνο χαμόγελό μου τους μετέβαλα σε γενναίους, ενθουσιώδεις και αφοσιωμένους. 

Και μπορώ να πω πως δεν υπάρχει ούτ’ ένας Έλληνας που να μην γοητεύθηκε και να παρασύρθηκε από την παράκλησή μου ν’ αφιερώσει ως αντίτιμο του ενθουσιασμού του τον πιο απόλυτο ζήλο υπέρ της ανεξαρτησίας της πατρίδας. 

Πιστέψετέ το ωραίες και ευχάριστες κυρίες ... Είσθε ελκυστικές, το πνεύμα σας είναι στολισμένο από τα χαρίσματά σας, πολλοί σάς περιβάλλουν με θαυμασμό. Η ματαιοδοξία σας είναι ικανοποιημένη. 

Προσπαθείστε να ξυπνήσετε μέσα τους μία ευγενική περηφάνεια. Είναι τόσο ωραίο να γίνετε το είδωλο ενός άνδρα με ανώτερο χαρακτήρα και με μεγάλη ψυχή. 

Περιφρονείστε αυτούς τους κενόδοξους που τους ονομάζετε μικρούς κυρίους και που διάγουν μία ντροπιασμένη ζωή μέσα σε άθλιες διασκεδάσεις, εκείνους τους γελοίους που με την ψεύτικη λάμψη τους γεμίζουν την πόλη σας σαν τα μερμήγκια. 

Αφήστε τους στην κουτή μηδαμινότητά τους, ή μάλλον αν η καρδιά τους στενάζει, σπείρετε σ’ αυτήν, με την ερωτική φλόγα και την αγάπη της εθνικής τιμής... Ας είναι γι’ αυτούς η κάθε ματιά σας η αμοιβή μιας γενναίας αφοσίωσης...

 Αντί να μεταχειρίζεσθε μικροκαμώματα για ν’ αποκτήσετε μια άμαξα πολυτελή που θα θαμπώνει τους διαβάτες, αποκτήσετε από ένα πατέρα, σύζυγο ή φίλο μια γενναία γνώμη που όταν συζητηθεί με θερμό ενδιαφέρον στο συμβούλιο, να διαφωτίσει τη συνέλευση και να δείξει τη λαμπρή δόξα του Έθνους σας.

 Ζητήστε του να υπερασπίσει τα δίκαια των Ελλήνων αντί να σάς συνοδεύσει στον έμπορο της μόδας...


Οι Έλληνες γεννημένοι φιλελεύθεροι μόνο στον εαυτό τους θα οφείλουν την ελευθερία τους. Ώστε δεν επικαλούμαι τη μεσολάβησή σας για να διαθέσετε τους συμπατριώτας σας στο να μάς στείλουν βοηθήματα, αλλά μόνο στο να τους μετατρέψετε την ιδέα του να στείλουν βοηθήματα στους εχθρούς μας...

 Ο πόλεμος σκορπίζει τον φριχτό θάνατο στους δυστυχισμένους κάμπους μας. Στις έρημες πολιτείες μας, το πένθος στις οικογένειες. Μια μάνα κλαίει το γιό της που πέθανε στις μάχες, ή μια ατιμασμένη κόρη που την έσυραν στη σκλαβιά. 



Μια γυναίκα καθισμένη στο κατώφλι της, περιμένει με δακρυσμένη ματιά έναν αγαπημένο σύζυγο που τον είδε να φεύγει το πρωί αρματωμένος· δε θα ξαναγυρίσει, ο Τούρκος τον έσφαξε. 

Μικρά παιδιά πεσμένα σε μια πέτρα, θρηνούν, ζητούν απ τους διαβάτες τον σκοτωμένο από τους βαρβάρους πατέρα τους και τη μητέρα τους που πέθανε από τη θλίψη. 

Κλαίτε, γενναιόδωρες κυρίες; Αί, λοιπόν, λησμονήσετε για μια στιγμή τις απολαύσεις σας και επικαλεσθήτε το τέλος των βασάνων μας... Ενώ το μέτωπό μας στεφανώνει η δάφνη, την καρδιά μας ποτίζει η πικρία· τα δάκρυά μας πλημμυρίζουν τους θριάμβους μας και η νίκη μας είναι πάντα πένθιμη.



"Μαντώ Μαυρογένους, η ηρωΐς της Μυκόνου",
έργο του Φώτη Κόντογλου (1895-1965),
υπογεγραμμένο και χρονολογημένο από τον ίδιο,
κάτω δεξιά: «χειρ Φωτίου Κόντογλου / αϠμ΄» [1940].
Μελάνι σε χαρτί, 15,5 x 11,5 εκατ.

Από την έκθεση «Φώτης Κόντογλου, 1978» (αρ. 103),
Αθήνα, Εθν. Πινακοθήκη & Μουσείο Αλ. Σούτζου.


Κάμετε λοιπόν, ώ δυνατές κυρίες, κάμετε ώστε να δοκιμάσουμε επί τέλους τη γλυκύτητα της Ειρήνης και της Ελευθερίας ώστε οι Γάλλοι στρατιώτες να μη θελήσουν να βρέξουν τα δοξασμένα όπλα τους στο χριστιανικό αίμα των αδελφών τους και να μην ιδούμε ποτέ τους υπερασπιστές της χώρας των τεχνών και του πνεύματος να ξαναβυθίσουν στη σκλαβιά τη γη του Λεωνίδα και του Ευριπίδη. 

Ναι, το πιστεύω πως η Γαλλία δεν θα επέμβει στις διαμάχες μας με τους βαρβάρους, παρά για να δώσει τέλος σ’ ένα πολύ αιματηρό αγώνα. 

Νέα Ρώμη, θα διακηρύξει την ελευθέρια της Ελλάδας, θα εξακολουθήσει τον αθάνατο ρόλο που έπαιξε τότε κατά την ανεξαρτησία της Αμερικής του Βορρά και θα σταθή στην πρώτη γραμμή των Εθνών, σ’ αυτή την υψηλή γραμμή που της αξίζει ένεκα των τόσων τίτλων της... 

Μ’ αυτό τον τρόπο οι επευφημίες της αναγεννημένης Ελλάδας θα χαιρετήσουν τη Γαλλία, τη διαιτήτρια του κόσμου και τη χορηγό της ειρηνικής ελευθερίας των λαών».


: Απόδοσις από τα γαλλικά, Αθ. Ταρσούλη. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τεύχος: 929. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 25.3.2015.

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Ατρόμητες γυναίκες που σήκωσαν το λάβαρο της Επανάστασης του 1821


Ατρόμητες γυναίκες που σήκωσαν το λάβαρο της Επανάστασης του 1821

Θρυλικές φυσιογνωμίες γένους θηλυκού έδρασαν με απαράμιλλο θάρρος και πρωταγωνίστησαν στον αγώνα για την απελευθέρωση του Γένους

Από τον Σωτήρη Λέτσιο

Όταν αναφερόμαστε στη δράση των γυναικών κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, τα φώτα της προβολής πέφτουν συνήθως στις πιο προβεβλημένες περιπτώσεις, όπως αυτές της Μαντώς Μαυρογένους και της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας.

Ασφαλώς και δεν επικεντρώνεται αδίκως η προσοχή μας στις δύο αυτές κορυφαίες μορφές του Εθνικού Αγώνα και σε όσα συνεισέφεραν για την απελευθέρωση του Γένους. Πέραν αυτών, όμως, υπάρχουν και άλλες γυναίκες, οι οποίες διαδραμάτισαν ξεχωριστό ρόλο και πρωταγωνίστησαν, επιδεικνύοντας θάρρος, ηγετικό πνεύμα, στρατιωτικές ικανότητες και αυταπάρνηση, τιμώντας τις αξίες του Ελληνισμού. Για αυτό οφείλουμε να εστιάσουμε την προσοχή μας και να αναδείξουμε ορισμένες από αυτές τις θρυλικές φυσιογνωμίες.

Μόσχω Τζαβέλα, η ονομαστή Σουλιώτισσα

Αιώνιο σύμβολο αυτοθυσίας και πατριωτισμού για όλη την ανθρωπότητα έχουν καταστεί με το παράδειγμά τους οι Σουλιώτισσες. Ονομαστή Σουλιώτισσα υπήρξε η Μόσχω Τζαβέλλα, σύζυγος του Λάμπρου Τζαβέλλα και μητέρα του Φώτου.

Οταν σκοτώθηκε ο άνδρας της, η Μόσχω πήρε τη θέση του στη Δημογεροντία των Σουλιωτών και έλαβε μέρος με επιτυχία σε πολλές μάχες κατά των Τουρκαλβανών. Οταν μάλιστα ο Αλή Πασάς κρατούσε όμηρο τον γιο της Φώτο και απειλούσε ότι θα τον ψήσει ζωντανό, εκείνη του μήνυσε ότι προτιμούσε να της στείλει και εκείνης ένα μέρος από το σώμα του για να το φάει, παρά να προδώσει την πατρίδα της!

Το 1792 πολέμησε εναντίον του στρατού του Αλή Πασά, στη μάχη της Καϊάφας, επικεφαλής 400 Σουλιωτισσών! Ηταν τέτοιος ο ηρωισμός και το πάθος εκείνων των γυναικών, ώστε οι Τουρκαλβανοί, κατάπληκτοι, αναγκάστηκαν να τραπούν σε άτακτη φυγή. Η Μόσχω, μετά την καταστροφή του Σουλίου, κατέφυγε πρώτα στην Πάργα και έπειτα στην Κέρκυρα, όπου απεβίωσε το 1803.

Η τόλμη και η επινοητικότητα της Δόμνας Βισβίζη

Μια άλλη σπουδαία αγωνίστρια υπήρξε η Δόμνα Βισβίζη. Οταν ξεκίνησε η Επανάσταση, ο Αντώνιος, ο άντρας της, εξόπλισε το μπρίκι του, «Καλομοίρα», και το έθεσε στη διάθεση του ένοπλου αγώνα. Από την πρώτη στιγμή, η Δόμνα τον ακολούθησε μαζί με τα παιδιά τους και πήρε μέρος, μεταξύ άλλων, στις ναυμαχίες της Λέσβου, της Σάμου και του Ευρίπου.

Στη ναυμαχία του Ευρίπου, ο άντρας της σκοτώθηκε, αλλά η Δόμνα, δίχως να ολιγωρήσει στιγμή, έγινε η ίδια κυβερνήτης στην «Καλομοίρα».

Με τόλμη και επινοητικότητα οργάνωνε συνεχώς αποστολές για τη μεταφορά με το πλοίο της πυρομαχικών και τροφίμων, όπου αυτό ήταν αναγκαίο, ενώ συγχρόνως δεν δίσταζε να βάλλει εναντίον τουρκικών στόχων. Απόδειξη του πόσο καθοριστικές υπήρξαν οι παρεμβάσεις της για την πορεία του Αγώνα αποτελεί η αναφορά του Οδυσσέα Ανδρούτσου, ο οποίος είχε επιβεβαιώσει εγγράφως ότι η Δόμνα Βισβίζη έσωσε τους άνδρες του και τον ίδιο με τρόφιμα και πολεμοφόδια, τον Μάιο του 1822.

Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι στο πλοίο της φιλοξενήθηκαν οι συνεδριάσεις του σώματος του «Aρειου Πάγου της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος». Οταν, ελλείψει χρημάτων, δεν είχε πλέον τη δυνατότητα να συντηρήσει το πλοίο της, το προσέφερε για να χρησιμοποιηθεί ως πυρπολικό. Ετσι, λοιπόν, το πλοίο της έγινε παρανάλωμα του πυρός, παίρνοντας μαζί του στον βυθό του Τσεσμέ μια τουρκική φρεγάτα, η οποία χρησίμευε για τη μεταφορά χρημάτων και χρυσού από το ένα μέρος της αυτοκρατορίας στο άλλο.

Κωνσταντίνα Ζαχαριά: Η Πελοποννήσια που έγινε παράδειγμα με την παλικαριά της

Στην Πελοπόννησο έμεινε γνωστή για την παλικαριά της και η Κωνσταντίνα Ζαχαριά. Από μικρή ηλικία είχε πάρει τον δρόμο της κλεφτουριάς, ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα της Ζαχαρία Μπαρμπιτσιώτη, ενός ξακουστού αγωνιστή της περιοχής που είχε φονευθεί το 1803 από τους Τούρκους. Αμέσως μετά την κήρυξη της Επανάστασης, οι Τούρκοι αρχίζουν να εγκαταλείπουν πανικόβλητοι τα οχυρά τους στη Μεσσηνία και τη Λακωνία, καταδιωκόμενοι από ομάδες Ελλήνων αγωνιστών. Σε μια από αυτές τις ομάδες -η οποία αποτελείτο από 500 άτομα- ηγείτο η Κωνσταντίνα Ζαχαριά. Η Κωνσταντίνα είχε υψώσει, μάλιστα, το δικό της λάβαρο, μια σημαία λευκού χρώματος με γαλάζιο σταυρό. Την ακολουθούσαν πολλές γυναίκες από τη Λακωνία, κρατώντας όπλα και οτιδήποτε άλλο θα χρησίμευε ως οπλισμός.

Σύμφωνα με τις αφηγήσεις του Γάλλου περιηγητή Πουκεβίλ, ήταν τέτοια η ορμητικότητα και το μαχητικό πνεύμα που διέκριναν την ομάδα της Κωνσταντίνας, ώστε οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και να κλειστούν στο φρούριο του Μυστρά. Η πορεία, όμως, αυτής της ομάδας δεν ανακόπηκε σε εκείνο το σημείο. Κινείται παράλληλα προς τις όχθες του ποταμού Ευρώτα και φτάνει στο χωριό Λεοντάρι. Εκεί, η Κωνσταντίνα ορμά και κατεβάζει την τουρκική σημαία από όλα τα τεμένη, και πυρπολεί την οικία του τοπικού βοεβόδα. Προσπαθώντας αυτός να ξεφύγει, πέφτει νεκρός από το πιστόλι της.

Αξίζει να αναφέρουμε και τη μαρτυρία του Αγγλου περιηγητή Μπλακουάιαρ, ο οποίος τη συνάντησε μάλλον πριν από το 1825, στη Γαστούνη. Ο ίδιος είχε υπολογίσει ότι έπρεπε τότε να ήταν περίπου 20 χρόνων. Σε αυτόν είχε αποκαλύψει πως είχε πάρει μέρος στην πολιορκία της Πάτρας, όπου πληγώθηκε. Ετσι, αναγκάστηκε να γυρίσει στη Γαστούνη, προκειμένου να αναρρώσει. Στην ερώτηση του Μπλακουάιαρ τι σκόπευε να κάνει από εκεί και μετά, η ίδια απάντησε με αποφασιστικότητα: «Θα ξαναγυρίσω στο πόστο μου και θα πολεμήσω ώσπου να χαθεί κι ο τελευταίος Τούρκος από τον Μοριά!»

Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, η Κωνσταντίνα πήρε μέρος και στη μάχη του
Διρού (1826). Εκεί, έγραψαν σελίδες ηρωισμού και δόξας οι Μανιάτισσες, οι οποίες, έχοντας για όπλο τα δρεπάνια του θερισμού, προκάλεσαν ανεπανόρθωτο πλήγμα στον αιγυπτιακό στρατό του Ιμπραήμ Πασά.

Η αγωνίστρια της Τριπολιτσάς, Σταυριάνα Σάββαινα

Η γη της Μάνης ανέδειξε πληθώρα από γυναίκες ηρωίδες. Κορυφαία αγωνίστρια, μεταξύ άλλων, υπήρξε η Σταυριάνα Σάββαινα. Είχε παντρευτεί τον εύπορο πρόκριτο από τη Σπάρτη Γιωργάκη Σάββα, τον οποίο οι Τούρκοι απαγχόνισαν στον Μυστρά κατά τις πρώτες ημέρες της Επανάστασης. Φημισμένη για την ομορφιά, το δυναμικό παράστημα και τη βροντώδη φωνή της, η Σταυριάνα ζώστηκε τα όπλα και κατατάχθηκε στο στρατιωτικό σώμα του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Πήρε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς και στις μάχες του Βαλτετσίου στο πλευρό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ενώ συμμετείχε και στις μάχες των Τρικόρφων και του εν τη Μεσσηνία Αλμυρού.

Η «Εφημερίς των Κυριών» είχε γράψει για εκείνη: «Η Σταυριάνα, μόνη μεταξύ των ανδρών, αψηφούσε τις σφαίρες και μετέφερε τις πυριτιδοβολές από προμαχώνος εις προμαχώνα. Οι περί τον Κολοκοτρώνη Μαυρομιχάλης και Πλαπούτας δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι γυναίκα είχε τόσο θάρρος». Παρόμοια περιγραφή γίνεται και από τον ιστορικό Ιωάννη Φιλήμονα, όταν αναφέρεται στη μάχη του Βαλτετσίου: «Λάκαινα τις, Σταυριάνα ονομαζομένη, εθελόπονος ως συστρατιώτης υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και μετ’ αυτού συναποκλεισθείσα εν τω Βαλτετσίω, μόνη ετόλμα συνεχώς εξέρχεσθαι από του ενός εις τον άλλον προμαχώνα και διανέμει πυριτιδοβολάς, όπου η ανάγκη εκάλει. Ην δε φύσεως ανδρικής, μελανίζουσα, αναστήματος υψηλού, εξαισίας γενναιοψυχίας, βαδίζουσα ως ανήρ και ομιλούσα ως στρατιώτης».

Ο Ιωάννης Καποδίστριας τη βοηθούσε δίνοντάς της ένα μικρό ποσό, επειδή ήθελε κατ’ αυτόν τον τρόπο να την ανταμείψει για τις υπηρεσίες της προς την πατρίδα. Ο Όθωνας ωστόσο δεν έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον, και αυτή επιβίωνε χάρη στις συνδρομές από οικογένειες των αγωνιστών. Η Σταυριάνα Σάββαινα πέθανε το 1868 στο Ναύπλιο, πλήρης ημερών, αλλά πάμπτωχη. Για τα έξοδα της κηδείας της χρειάστηκε να πραγματοποιηθεί έρανος!

Αγόρω Η Αγραφιώτισσα, η καπετάνισσα της Ρούμελης

Άξια εκπρόσωπος της ανυπότακτης κλεφτουριάς στην περιοχή των Αγράφων υπήρξε η Αγόρω η Αγραφιώτισσα, γνωστή και με την ονομασία «Καπετάνισσα της Ρούμελης». Η Αγόρω είχε συγκροτήσει το δικό της κλέφτικο σώμα, το οποίο αποτελείτο τόσο από άντρες όσο και από γυναίκες, και δρούσε κυρίως στην περιοχή των Αγράφων από το 1810 και μετά.

Τα κατορθώματά της εναντίον των Τούρκων εξυμνήθηκαν από το δημοτικό τραγούδι, ενώ παροιμιώδης έχει μείνει και η αυστηρότητά της, όταν κάποιος από την ομάδα της δεν τηρούσε τους άγραφους νόμους της κλεφτουριάς. Μετά τον θάνατο του Κατσαντώνη απέμεινε μόνη αυτή, με το δικό της ασκέρι, να συνεχίζει τον πόλεμο ενάντια στους κατακτητές. Σε κάποια μάχη με τους Οθωμανούς, γύρω στα 1820, τα βόλια των απίστων την πέτυχαν πισώπλατα, στερώντας την Ελλάδα από μια ατρόμητη αγωνίστρια.

Ελισάβετ Υψηλάντη, η πρωτομάνα των Φιλικών

Καθοριστική υπήρξε και η συμβολή όσων γυναικών ανέπτυξαν δράση εντός της Φιλικής Εταιρείας. Παράλειψη σοβαρή θα ήταν να μη μνημονεύσουμε την Ελισάβετ Υψηλάντη, μητέρα του Αλέξανδρου, του Δημήτριου και του Νικόλαου Υψηλάντη. Αποκαλούνταν «πρωτομάνα των Φιλικών», λόγω του ότι δεν δίστασε να προσφέρει όλη την περιουσία της για την ευόδωση των σκοπών της Επανάστασης. Στο αρχοντικό της συγκεντρώνονται τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας στις 16 Φεβρουαρίου 1821, προκειμένου να αποφασίσουν πώς θα οργανωθεί η Επανάσταση. Στο δικό της σαλόνι ελήφθη η τελική απόφαση για την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Μάλιστα, ενώπιόν της συντάχθηκε και η εμβληματική προκήρυξη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Πριν την υπογράψει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ζήτησε από τη μητέρα του να διαθέσει όλη την ακίνητη περιουσία της οικογένειας στον αγώνα. Και, όταν αυτή δέχθηκε, της φίλησε το χέρι. Μάλιστα, ολοκλήρωσε την προκήρυξη σημειώνοντας στο κείμενο -θέλοντας έτσι στην πράξη να τιμήσει την προσφορά της μητέρας του- και την εξής φράση: «Ασπάζομαι την χείρα της μητρός μου».

Η κατάσκοπος Μαριγώ Ζαραφοπούλα

Πολύτιμη στο έργο της Φιλικής Εταιρείας ήταν η συνδρομή της Μαριγώς Ζαραφοπούλα. Μυήθηκε σε αυτήν στις αρχές του 1821 στην Κωνσταντινούπολη, όπου διέμενε με την οικογένειά της. Διέθεσε μεγάλα χρηματικά ποσά προκειμένου να στηρίξει το έργο των Φιλικών, ενώ ακόμη και με κίνδυνο της ζωής της μετέφερε πληροφορίες και εμπιστευτικά έγγραφα χωρίς να γίνει αντιληπτή από τις τουρκικές Αρχές.

Χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες της στην Υψηλή Πύλη κατάφερε να σώσει πολλά μέλη της Εταιρείας από τη σύλληψη, ενώ συνέβαλε και στη δραπέτευση των γιων του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, οι οποίοι ήταν αιχμάλωτοι στην Κωνσταντινούπολη. Κατάφερε να διαφύγει από την Πόλη και να βρεθεί στην Υδρα.

Διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας της για να χρηματοδοτήσει τις πολεμικές επιχειρήσεις των Ελλήνων, ενώ, ούσα πλέον στην Πελοπόννησο, συνέλεγε πληροφορίες για τις κινήσεις των Τούρκων, με την ιδιότητα πλέον της κατασκόπου.

newsbreak,25-03-2021

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Η γυναίκα στην Τουρκοκρατία και την Εθνεγερσία μέσα από το δημοτικό τραγούδι


Η γυναίκα στην Τουρκοκρατία και την Εθνεγερσία μέσα από το δημοτικό τραγούδι

της Ευαγγελίας Μπίτου, φιλολόγου

Ζώσα ιστορία είναι τα δημοτικά μας τραγούδια, στα οποία δεν υπάρχει τίποτε το μυθικό. Με ρεαλισμό, εικόνες δυνατές και μεταφορές τολμηρές, παρουσιάζουν την ουσία των γεγονότων με λιτότητα δωρική μα και με λυρισμό. Σκέφθηκα λοιπόν να ανατρέξω σε αυτά για τη θέση της γυναίκας την περίοδο της Τουρκοκρατίας και τον καιρό της Εθνεγερσίας. Την αναζήτησα στα Ιστορικά, τα Κλέφτικα και Ακριτικά της συλλογής δημοτικών τραγουδιών του Ν. Γ. Πολίτου, Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού λαού.

 «Η πόλις εάλω», «η Ρωμανία ‘πάρθεν», κι ο θρήνος μεγάλος. Θρηνεί ακόμα και η Παναγιά μας· «Η Δέσποινα ταράχτηκε, κ’ εδάκρυσαν οι εικόνες», μα ο λαός της προσπαθεί να την παρηγορήσει: «Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζεις,/ πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά σας είναι» (Ιστορικά, 2) ή κατά παραλλαγή του τόπου μας «πάλι δικιά μας θα ‘σαι». Την ίδια ώρα λοιπόν βλασταίνει και η ελπίδα της ανάστασης του γένους και της Επανάστασης: «Η Ρωμανία κι αν ‘πέρασεν,  ανθεί και φέρει κι άλλο» (Δημοτικό του Πόντου).

Σκληρή η καθημερινότητα, δεινή η κατάσταση των υποδούλων. «Τα παλληκάρια του Μοριά κ’ οι όμορφες της Πάτρας/ ποτές δεν καταδέχονταν πεζοί να περπατήσουν,/ και τώρα πώς κατάντησαν σκλάβοι στους Αρβανίτες!/…». Μπροστά στους Τούρκους οι Έλληνες έπρεπε να ξεπεζεύουν! Οι ραγιάδες δεν έχουν δικαιώματα. Τίποτε δεν ορίζουν, μήτε παιδιά μήτε άνδρα μήτε γυναίκα: «Αφήνει η μάννα το παιδί και το παιδί τη μάννα,/ χωρίζει κ’ ένα αντρόγυνο, μια μέρα ανταμωμένο» (Ιστορικά, 4). Τα παιδιά τα κάνουν γενίτσαρους, ενώ άνδρες και γυναίκες πωλούνται στα σκλαβοπάζαρα. Γι’ αυτό σε άλλο τραγούδι ο καπετάνιος προτρέπει τους κλέφτες να κάνουν και ένα καλό για την ψυχή τους: «…να πάμε να φυλάξουμε στης Τρίχας το γεφύρι,/ που θα περάσει ο βόιβοντας με τους αλυσωμένους·/ να κόψουμε τους άλυσους να βγουν οι σκλαβωμένοι,/ να βγει της χήρας το παιδί, π’ άλλο παιδί δεν έχει,/ π’ αυτή το χει μονάκριβο στον κόσμο ξακουσμένο» (Κλέφτικα, 29).

Συγκλονιστική και η εικόνα με τις γυναίκες των Λαζαίων, αρματωλών του Ολύμπου που πήραν μέρος στην επανάσταση του 1807, η οποία κατεστάλη. Το 1812 ο Αλή Βελή πασάς καταδίωξε τους κλέφτες και αρματωλούς και απήγαγε τις οικογένειές τους. Το δημοτικό τραγούδι, Οι γυναίκες των Λαζαίων, διασώζει το γεγονός: «Τι είν’ το κακό που πάθαμε οι μαύροι οι Λαζαίοι;/ Μας χάλασε ο Βελή πασάς, μας έκαψε τα σπίτια,/ μας πήρε τις γυναίκες μας, μας πήρε τα παιδιά μας,/ στον Τούρναβο τις πάησε, πεσκέσι του Βεζίρη./ Μπροστά πηγαίνει η Τόλαινα, κι’ οπίσω οι συννυφάδες,/ κι’ οπίσω οπίσω η Κώσταινα με το παιδί στο χέρι,/ σα μήλο, σα τριαντάφυλλο, σα νεραντζιά κομμένη…».  Ο Βελή πασάς που τις βλέπει δίνει την εντολή: «- Πάρτε τές τρεις φλακώστε τες, βάλτε τες στο μπουντρούμι,/ την Κώσταινα την όμορφη φέρτε την στο χαρέμι…» (Κλέφτικα, 68). Η ζωή των γυναικών βρίσκεται στα χέρια του σκληρού δυνάστη: «Τ’ ακούσατε τι γίνηκε στα Γιάννινα, τη λίμνη,/ που πνίξανε τις δεκαφτά με την κυρά Φροσύνη;» (Ιστορικά, 6) 

Δεν μας ξαφνιάζει επομένως που και η γυναίκα αντιστέκεται στη σκλαβιά και παίρνει μέρος στον αγώνα για τη λευτεριά. Το τραγούδι Η κλεφτοπούλα αναφέρεται σε ανώνυμη γυναίκα που ντύθηκε αντρίκεια και βγήκε στο βουνό με τους κλέφτες: «Ποιος είδε ψάρι στο βουνό και θάλασσα σπαρμένη,/ ποιος είδε κόρη λυγερή στα κλέφτικα ντυμένη;/ Τεσσάρους χρόνους περπατεί μ’ αρματωλoύς και κλέφτες,/ κανείς δεν τη γνώρισε ν’από τη συντροφιά της…» (Ακριτικά, 72,Β΄). Παραλλαγή αυτού η Αρκαδιανή που και σήμερα τραγουδιέται: «Ποιος είδε, γεια σ’ Αρκαδιανήποιος είδε την Αρκαδιανή;/ Αρκαδιανή καημένηστα κλέφτικα ντυμένη./ Δώδεκα χρόνους έκανε η κόρη με τους κλέφτες,/ κανείς δεν τηνε γνώρισε πως ήταν κορασίδα./ Και μια Λαμπρή, μια Κυριακή, μια ’πίσημην ημέρα/ βγήκαν οι κλέφτες στο χορό να ρίξουν το λιθάρι./ Το ρίχνουν τα κλεφτόπουλα το παν σαράντα χνάρια./ Το ρίχνει κι η Αρκαδιανή το πάει σαρανταπέντε…». Η γυναίκα στον αγώνα της λευτεριάς στέκεται δίπλα στον άνδρα με το ίδιο φρόνημα!

Υπάρχουν ασφαλώς και τραγούδια που αναφέρονται σε γνωστά γεγονότα: «…τετρακόσιαι περίπου υπό την αρχηγίαν της Μόσκως Τζαβέλαινας, (της γυναικός του Λάμπρου) οπλισθείσαι μετέσχον της μάχης» το 1792 με τον Αλή πασά ο οποίος συνετρίβη. Το γεγονός παραδίδει το δημοτικό τραγούδι Σουλιώτικο: «εδώ είν’ το Σούλι το κακό, εδώ είν’ το Κακοσούλι,/ που πολεμούν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άνδρες,/ που πολεμάει η Τζαβέλαινα σαν άξιο παλληκάρι» (Ιστορικά, 5). Επίσης το 1803 η Δέσπω, σύζυγος του Γεωργάκη Μπότση, κάνει πόλεμο με νύφες και μ’ αγγόνια στου Δημουλά τον πύργο στη Ρινιάσα, μεταξύ Άρτας και Πρέβεζας, με την Αρβανιτιά: «“…η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκαμε δεν κάνει”. /Δαυλί στο χέρι νάρπαξε, κόρες και νύφες κράζει./ “Σκλάβες Τουρκών μη ζήσωμε, παιδια μ’, μαζί μου ελάτε”./ Και τα φυσέκια ανάψανε, κι όλοι φωτιά γινήκαν» (Ιστορικά, 8). Το «Ελευθερία ή Θάνατος» στην πράξη. Η σκηνή επαναλαμβάνεται με τη δεκαπεντάχρονη  Λένω Μπότσαρη, κόρη του Κίτσου Μπότσαρη, που πολέμησε το 1804 δίπλα στους δικούς της κι, όταν περικυκλώθηκε από τους εχθρούς, έπεσε στον Αχελώο και πνίγηκε: «Όλες οι καπετάνισσες από το Κακοσούλι/ όλες την Άρτα πέρασαν, στα Γιάννινα τις πάνε,/ σκλαβώθηκαν οι ορφανές, σκλαβώθηκαν οι μαύρες,/ κ’ η Λένω δεν επέρασε, δεν την επήραν σκλάβα… Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδελφή του Γιάννη,/ και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια» (Ιστορικά, 7).  Διασώζει το τραγούδι και τη Χάιδω, που πήγαινε νερό στους αγωνιστές και τους ενθάρρυνε στον αγώνα: «Ας έρτουν πόλεμο να ιδούν και Σουλιωτών τουφέκια,/ να μάθουν Λάμπρου το σπαθί, Μπότσαρη το τουφέκι,/ τ’ άρματα των Σουλιώτισσων, της ξακουσμένης Χάιδως» (Ιστορικά, 5).

Έπαινος για την Πάργα αποτελεί το «Είχες λεβέντες σα θεριά, γυναίκες αντρειωμένες,/ πότρωγαν βόλια για ψωμί, μπαρούτι για προσφάγι» (Ιστορικά, 9  Β΄)Αυτούς παρέδωσαν οι Άγγλοι στους Τούρκους το 1819, και εκείνοι άφησαν την Πάργα, αφού έκαψαν στην πλατεία τα οστά των προγόνων τους να μην τα βεβηλώσουν.

Ο Ιμπραΐμ προσπάθησε να σβήσει την Eπανάσταση με κάθε τρόπο, και το γεγονός διασώζει το τραγούδι: «Φέτο μας ήρθεν η Αραπιά και κόβει και σκλαβώνει./ Εσκλάβωσαν μικρά παιδιά, γυναίκες με τους άντρες,/ κ’ εσκότωσε λεβεντουριά και καπεταναραίους» (Ιστορικά, 16, Του Μπραΐμη)Όμως αντιστέκονται οι Μανιάτες και μαζί οι γυναίκες. Στον πόλεμο του Δηρού με τον Ιμπραΐμ βρέθηκαν «Μόνο τα γυναικόπαιδα/ και γέροντες ανώφελοι/ (γιατ’ ήτο θέρος) βρέθεσαν/ με τα δρεπάνια στα λουριά». Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης που περνούσε από εκεί, «Βλέπει γυναίκες να χερούν/ και τα δρεπάνια να κρατούν,/ τους Αραπάδες να χτυπούν», και δικαιολογημένα τις επαινεί: «Εύγε σας, μεταεύγε σας,/ γυναίκες, άνδρες γίνετε./ σαν ανδρειωμένες μάχεσθε,/ σαν Αμαζόνες κρούετε» (Ιστορικά, 17).

Ασφαλώς και δεν λείπει ούτε η μάνα που θέλει, όπως είναι φυσικό,  το παιδί της να ζήσει κοντά της ειρηνικά και συμβιβασμένο: «Βασίλη, κάτσε φρόνιμα, να γίνης νοικοκύρης,/ για ν’ αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι’ αγελάδες,/ χωριά (χωράφια), αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν». Η απάντηση του Βασίλη γνωστή: «Μάννα μου, εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,/ … και να μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους»  (Κλέφτικα, 25).

Συνήθως όμως οι Ελληνίδες μανάδες εύχονται τα παιδιά τους να γίνουν κλέφτες, να ζήσουν ελεύθερα: «Μάνα, μ’ εκαταράσθηκες, βαριά κατάρα μου είπες:/ “Κλέφτης να βγεις, παιδάκι μου, κάμπους βουνά να τρέχεις,/ ολημερίς στον πόλεμο, τη νύχτα καραούλι,/  και στα γλυκοχαράματα να πιάνεις το ταμπούρι”. Ο τραγουδιστής δίνει την απάντηση σε αυτή τη μάνα: «Να ήσουνα πετροπέρδικα στα πλάγια του Πετρίλου,/ ν’ αγνάντευες πώς πολεμάν οι κλέφτες με τους Τούρκους,/ ν’ αγνάντευες το γιόκα σου μπροστά απ’ τα παλληκάρια» (Κλέφτικα, 26).  

Ασφαλώς υπήρξαν και περιπτώσεις που Ρωμιές αγάπησαν Τούρκο και τον παντρεύθηκαν. Και περιπτώσεις τέτοιες αναφέρονται σε δημοτικά τραγούδια, όπου  φαίνεται η τραγικότητα και ο μεγάλος πόνος των γονιών: Στη Μπέινα ή Μπεΐνα, πασχαλιάτικο δημοτικό τραγούδι της Καλαμπάκας, ο Βόιβοδας παίρνει τη νεαρή γυναίκα από τον χορό: «Απ’ το χέρι την έπιασε, στ’ άλογο την έβαλε./ - Έχε γεια, μανούλα μου. - Στου καλό, κουρίτσι μου./ - Έχε γεια, πατέρα μου. -Στου γκρεμό, κουρίτσι μου» (Δημήτριος Π. Πλιάτσικας, Τα Πασχαλιάτικα Τραγούδια της Καλαμπάκας).

Το συνηθέστερο όμως ήταν αυτό που παραδίδει το τραγούδι Της Λιάκαινας, της γυναίκας του κλέφτη Λιάκου: «Λιάκαινα, δεν παντρεύεσαι, δεν παίρνεις Τούρκον άντρα,/ να σ’ αρματώσει στο φλωρί, μες στο μαργαριτάρι;/ - Κάλλιο να ιδώ το αίμα μου τη γης να κοκκινίσει,/ παρά να ιδώ τα μάτια μου Τούρκος να τα φιλήσει» (Κλέφτικα, 59).

Συμπερασματικά, η Ελληνίδα στέκεται ισότιμα δίπλα στον αγωνιστή του 1821. Άλλωστε, μανάδες έφεραν στον κόσμο τους αγωνιστές κι αυτές τους ανέθρεψαν. Πίσω από τους μεγάλους άνδρες βρίσκεται πάντα μια μάνα ανάλογη.

ΠΗΓΗ.http://aktines.blogspot.com/2021/03/blog-post_900.html