Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ -ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ -ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Αγία Συγκλητική: Το πρότυπο της Αρετής και της Υπομονής




ΑΓΙΑ ΣΥΚΛΗΤΙΚΗ: ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

Οι μοναχές γυναίκες της Εκκλησίας μας αποτελούν αξιοθαύμαστα παραδείγματα ευσέβειας για τους πιστούς. Πρόκοψαν στην αρετή και στην αγιότητα, όπως και οι άνδρες μοναχοί. Ένα τέτοιο λαμπρό παράδειγμα αρετής και αγιότητας υπήρξε η αγία Συγκλητική.

Γεννήθηκε περί το 270 στη Μακεδονία από γονείς πλουσίους και ευγενείς και ταυτόχρονα πιστούς Χριστιανούς. Επειδή στην πατρίδα τους η χριστιανική τους πίστη τους δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα εξαιτίας των διωγμών και των αφόρητων πιέσεων από τα ειδωλολατρικά ιερατεία, αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Αλεξάνδρεια, όπου τα πράματα ήταν ελαφρώς καλλίτερα. Επί πλέον είχαν μάθει ότι στην δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ρωμαϊκού Κράτους οι Χριστιανοί ήταν πολυπληθείς και αποζητούσαν να ενωθούν μαζί τους.

Μετά την εγκατάστασή τους στην Αλεξάνδρεια, φρόντισαν να γνωριστούν με τους εξέχοντες Χριστιανούς της πόλεως, Φρόντισαν επίσης να βρουν Χριστιανούς δασκάλους για την κόρη τους, ώστε να μορφωθεί και κατά κόσμον, αλλά κυρίως κατά Θεόν. Και πράγματι η αρχοντοπούλα Συγκλητική απέκτησε μεγάλη μόρφωση και στολίστηκε με αρετές και σπάνια σωφροσύνη για την νεανική της ηλικία. Παράλληλα ήταν στολισμένη με σωματική ομορφιά και χάρη, ώστε είχε γίνει στόχος πολλών νέων, την οποία ζητούσαν σε γάμο από τους γονείς της. Εκείνοι την πίεζαν να παντρευτεί, αλλά εκείνη αρνιόταν πεισματικά, διότι είχε υποσχεθεί πίστη στον Νυμφίο Χριστό και παρθενία, η οποία θα τη βοηθούσε να δοθεί ολοκληρωτικά στο έργο της Εκκλησίας. Είχε ακούσει για τις άγιες γυναίκες της αρχαίας Εκκλησίας, οι οποίες προτίμησαν την παρθενία και αφιερώθηκαν στη διακονία της Εκκλησίας και των συνανθρώπων τους και θέλησε να τους μιμηθεί.

Όταν κοιμήθηκαν οι γονείς της, μοίρασε τη μεγάλη περιουσία της στους φτωχούς και το αρφανά της Αλεξάνδρειας και αναχώρησε για την έρημο, όπου ίδρυσε μοναστήρι, εφαρμόζοντας ασκητικούς κανόνες, τους οποίους σύνταξε και όρισε η ίδια. Με προσευχή, νηστεία, αγρυπνία και μελέτη των Γραφών κατόρθωσε να φτάσει σε σημεία αγιότητας. Πολύ γρήγορα διαδόθηκε η φήμη της στην γύρω περιοχή. Πλήθος ανθρώπων έτρεχαν να ωφεληθούν από τις πνευματικές της νουθεσίες. Επίσης πολλές γυναίκες θέλησαν να μονάσουν μαζί της ως υποτακτικές της στο μοναστήρι της. Έτσι δημιουργήθηκε μια μεγάλη μοναστική αδελφότητα.

Η Συγκλητική κατέστη η πνευματική τους μητέρα και το λαμπρό παράδειγμα αρετής και αγιότητας. Φερόταν μαζί τους ως αδελφή και όχι ως ηγουμένη, φροντίζοντας και υπηρετώντας την καθεμιά. Φρόντιζε να μην διαφημίζονται οι αρετές της και να μη δείχνει την αγιότητά της. Είχε καταστεί το υπόδειγμα της ταπείνωσης στην αδελφότητα. Τους μιλούσε συνεχώς για την πίστη στο Θεό και τις νουθετούσε να τηρούν με ακρίβεια την χριστιανική ζωή, η οποία απορρέει από τις ευαγγελικές επιταγές.

Όσο περνούσε ο καιρός τόσο πρόκοβε στην αρετή και την αγιότητα. Είχε αποκτήσει την ικανότητα να πολεμάει κατά μέτωπον το διάβολο και να του χαλά τα σχέδια, ώστε να μην μπορεί να την προσβάλει. Αλλά δίδασκε και στις μοναχές τους τρόπους πώς να αποφεύγουν τις μηχανορραφίες του «απ’ αρχής ανθρωποκτόνου» (Ιωάν.8,44). «Πρέπει να γνωρίζουμε, ότι όσο ανεβαίνουμε τα πνευματικά σκαλοπάτια, τόσο ο διάβολος προσπαθεί να μας πολεμήσει με τις παγίδες του. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάντοτε άγρυπνες στους λογισμούς, που συχνά μας πολεμούν. Ο εχθρός μας, προκειμένου να γκρεμίσει τον οίκο της ψυχής μας, ή από τα θεμέλια τον γκρεμίζει, ή από τη σκεπή» έλεγε. Επίσης τόνιζε πως «Ο εχθρός μας, αφού μεταχειριστεί όλα του τα όπλα, αφήνει τελευταίο την υπερηφάνεια. Είναι το μεγαλύτερο καταστρεπτικό δηλητήριο, με το οποίο, ποτίζει την ψυχή μας»!

Για την πολεμική της κατά του διαβόλου, ο μισόκαλος την φθόνησε και προσπάθησε να την καταστρέψει. Προσπαθούσε να βρει τρόπους για να τη βγάλει από τη μέση, διότι δεν μπορούσε να πειράξει τις μοναχές της Μονής. Την πρόσβαλε στο σώμα. Της έδωσε φοβερούς και αβάσταχτους πόνους στα εντόσθια. Κατόπιν της έβαλε επώδυνες πληγές στα πνευμόνια, να μη μπορεί να αναπνεύσει και να αιμορραγεί από το στόμα. Πίστευε ο πονηρός πως έτσι θα τη θανάτωνε σύντομα. Αλλά η οσία υπόμεινε με καρτερία τους πόνους και τους πυρετούς, που την έριχναν στο κρεβάτι για πολλές ημέρες. Αν και έλειωνε καθημερινά σαν κερί, δεν έβγαζε τον παραμικρό βογγητό από το στόμα της, αλλά συνεχώς δοξολογούσε το Θεό. Θεωρούσε τους σωματικούς της πόνους ως μέρος του αγώνα της για πνευματική τελείωση. Δίδασκε στις μοναχές, πως είναι προτιμότερο να υποφέρουν από σωματικούς πόνους, παρά να είναι αμέριμνες, διότι βρίσκει ο διάβολος την ευκαιρία να τις πειράξει. Ο πονεμένος άνθρωπος είναι απασχολημένος με το πρόβλημά του και δεν του μένει χρόνος για ανεμελιά, την οποία εκμεταλλεύεται ο πονηρός.

Παρ’ όλους στους πόνους της η Συγκλητική δίδασκε αδιάκοπα στις μοναχές πως να ξεπερνούν τις παγίδες του διαβόλου. Γι’ αυτό και εκείνος θέλησε να της κλείσει το στόμα, να μη μπορεί να μιλάει. Τη αφαίρεσε τη φωνή, προξενώντας βλάβες στις φωνητικές της χορδές. Αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε από το νέο κτύπημα. Με νοήματα και το παράδειγμά της συνέχιζε να διδάσκει τις μοναχές. Αλλά ο διάβολος της καταφέρνει νέο πρόβλημα. Της δημιούργησε φοβερό απόστημα στο στόμα, ώστε ήταν αδύνατο να λάβει τροφή.

Τρεις ολόκληρους μήνες κράτησε το μαρτύριό της. Εξουθενωμένη, κάλεσε τις μοναχές να τις δει για τελευταία φορά και να τις προειδοποιήσει ότι σε τρεις ημέρες θα έφευγε από κοντά τους. Και όντως την Τρίτη ημέρα παρέδωσε την αγία ψυχή της στο Χριστό, τον Οποίο τόσο αγάπησε και υπηρέτησε σε όλη τη ζωή της, σε ηλικία ογδόντα ετών. Η μνήμη της τιμάται στις 5 Ιανουαρίου.

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

Τη Δ΄ (4η) Ιανουαρίου, μνήμη της Οσίας ΑΠΟΛΛΙΝΑΡΙΑΣ της Συγκλητικής.


Απολλιναρία η αοίδιμος μήτηρ ημών ήτο κατά τους χρόνους Λέοντος του μεγάλου, του επονομαζομένου Μακέλλη, εν έτει υνζ΄ (457), θυγάτηρ Ανθεμίου, όστις διωρίσθη παρά του βασιλέως διοικητής της Ρώμης, κατά δε το κάλλος και την σύνεσιν αύτη υπερέβαινε τας περισσοτέρας γυναίκας του τότε καιρού. Εκ νεαράς δε ηλικίας επόθησε την παρθενίαν και παρεκάλει τον Θεόν νυχθημερόν να επιτύχη του ποθουμένου, ήτοι να μείνη παρθένος έως θανάτου. Δια τούτο παρεκάλεσε τους γονείς της να της επιτρέψωσι να μεταβή εις τα Ιεροσόλυμα· αφού δε έλαβε προς τούτο την άδειαν, συμπαραλαβούσα η μακαρία δούλους και δούλας, ως επίσης χρυσίον και αργύριον και πολύτιμα ιμάτια, ήλθεν εις την αγίαν πόλιν και εκεί διένειμεν όλα εις τους πτωχούς.

Αφού δε προσεκύνησε τους Αγίους Τόπους και ηλευθέρωσε τους δούλους και τας δούλας της, εκράτησε μόνον ένα γέροντα και ένα ευνούχον, τους οποίους λαβούσα μεθ’ εαυτής εκίνησε να υπάγη εις Αλεξάνδρειαν· φθάσασα δε εις τόπον ομαλόν και επίπεδον, απεφάσισε να καθήσωσιν εκεί, όπως ανακουφισθώσιν ολίγον εκ του κόπου της οδοιπορίας. Όταν δε οι άνθρωποί της εκοιμήθησαν, τότε η τρισολβία, πάντα καταφρονήσασα, φεύγει κρυφίως και καταφεύγει εις το εκείσε ευρισκόμενον δάσος, ένθα έμενεν επί πολλά έτη, ώστε έγινε το δέρμα του σώματός της σκληρόν ως το δέρμα της χελώνης, από των δηγμάτων των εν τω δάσει εκείνω ευρισκομένων κωνώπων. Έπειτα μεταβαίνει εις σκήτην τινά, όπου ησκήτευον πολλοί Όσιοι Πατέρες και εκεί υποκρινομένη ότι είναι ευνούχος, ωνόμασε τον εαυτόν της Δωρόθεον· ο δε εκεί ευρισκόμενος Όσιος Μακάριος εδέχθη αυτήν και της έδωκε κελλίον, εις το οποίον εγκλεισθείσα η τρισολβία προσηύχετο εις τον Θεόν νυκτός και ημέρας. Ο δε πατήρ της Ανθέμιος είχε και άλλην θυγατέρα, η οποία έπασχεν από ακάθαρτον δαιμόνιον και έστειλεν αυτήν εις τους Πατέρας της σκήτης, όπως την ιατρεύσωσι. Περί δε της θυγατρός του ταύτης Απολλιναρίας απέκαμε και πλέον δεν ηρεύνα δι’ αυτήν. Οι δε Πατέρες έστειλαν την δαιμονιζομένην εις την αδελφήν της, ήτις υπεκρίνετο ότι ονομάζεται Δωρόθεος, ως είπομεν ανωτέρω, και εν διαστήματι ολίγων ημερών ηλευθερώθη από του δαίμονος το κοράσιον και αποστέλλεται από τους Πατέρας υγιές εις τας πετρικάς αγκάλας. Μετά τινας ημέρας ήρχισεν η κόρη να φαίνεται ότι είναι έγκυος· όθεν ο πατήρ της νομίσας ότι συνέλαβεν υπό του αββά Δωροθέου πέμπει πάραυτα ταχυδρόμους και φέρουσιν αυτόν έμπροσθέν του. Η δε Οσία δείξασα δια τινων σημείων ότι ήτο γέννημα και θυγάτηρ του Ανθεμίου εξέπληξε και εφόβισεν άπαντας και μάλιστα δια το θαύμα όπερ ενήργησεν εις την ιδίαν αδελφήν της. Μετά ταύτα μείνασα ολίγας ημέρας μετά των γονέων της, πάλιν επέστρεψεν εις το κελλίον της, χωρίς ουδείς να μάθη εκείνο όπερ εποίησεν· αφού δε ετελεύτησε, τότε εγνωρίσθη εις τους Μοναχούς, ότι ήτο γυνή· όθεν όλοι εξέστησαν δια τούτο και παρεκινήθησαν να ευχαριστήσωσι τον Θεόν. 

Αγία Θωμαϊς - Η Προστάτις του συζυγικού βίου - 3 Ιαν. (Δες τον απίθανο βίο της! Για την αγάπη του Χριστού...)


 


Η Αγία Θωμαΐς ήταν άγνωστη σαν αγία στην Λέσβο, την πατρίδα της. Μόλις το 1961 μ.Χ. έγινε γνωστή με σειρά άρθρων, που δημοσίευσε γι’ αυτήν, έπειτα από επιστημονική έρευνα, ο καθηγητής κ. Ιωάννης Μ. Φουντούλης.

Η Αγία Θωμαΐς γεννήθηκε στη Λέσβο μεταξύ των ετών 910 - 913 μ.Χ. Οι γονείς της, Μιχαήλ και Καλή, ήταν ευσεβέστατοι, έντιμοι και ευκατάστατοι. Τη στέρηση παιδιού την αντιμετώπιζαν «πενθοῦντες καὶ σκυθρωπάζοντες», αλλά και με την ελπίδα ότι θα αποκτούσαν παιδί και για τούτο δεν έπαυαν να προσεύχονται. Τέλος, η Παναγία με θείο όνειρο προειδοποίησε την Καλή ότι όχι μόνο θα αποκτούσε παιδί, αλλά ότι τούτο θα ξεχώριζε σε πλούτο χαρισμάτων και αγιότητα.

Πραγματικά, απόκτησαν κόρη, που την ονόμασαν Θωμαΐδα, που καθώς μεγάλωνε ξεχώριζε για τα χαρίσματα που είχε και την ομορφιά της. Αν και δεν είχε καμιά διάθεση για γάμο αλλά απ' εναντίας θαύμαζε τη μοναστική ζωή, πειθαρχώντας στη θέληση και επιθυμία των γονιών της, πανδρεύτηκε, μεταξύ των ετών 934 - 937 μ.Χ., σε ηλικία 24 ετών, κάποιον Στέφανο, που έγινε γι' αυτήν «ἀκάνθινος στέφανος» για όλη τη ζωή της. Ενώ αυτή ήταν τόσο καλή, τόσο ενάρετη, ώστε την ήξεραν όλοι σαν υπόδειγμα συζύγου, υπέφερε φοβερά από τη βάναυση συμπεριφορά του βαρβάρου συζύγου της, που καθημερινά εύρισκε ευκαιρία να την πληγώνει στο σώμα και στην ψυχή με ξυλοδαρμούς, ραπίσματα, κλωτσιές ακόμα και στο στόμα της, να την καίει, να της ανοίγει πληγές σ' όλο της το σώμα.

Από τη Μυτιλήνη έφυγαν και κατοίκησαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου φαίνεται, για να ακολουθήσουν την κόρη τους, μετακόμισαν και οι γονείς της, εγκαταλείποντας εδώ τη μεγάλη περιουσία τους και αντιμετωπίζοντας εκεί πολλές στερήσεις. Μετά το θάνατο του πατέρα της, η μητέρα της πήγε στο μοναστήρι, το γνωστό με το όνομα «τὰ Μικρὰ Ρωμαίου» ή «τὰ Ρωμαίου», το οποίο εκείτο μεταξύ της πύλης της Σηλυβρίας και της πύλης του Πολυανδρίου επί του εβδόμου λόφου της Κωνσταντινούπολης και έγινε μοναχή και αργότερα έγινε και ηγουμένη.

Το δράμα της Θωμαΐδος κορυφώθηκε. Η συμπεριφορά του συζύγου της γινότανε από μέρα σε μέρα χειρότερη. Και η Θωμαΐς αντιμετώπιζε όλη αυτή τη μαρτυρική κατάσταση με την προσευχή, την υπομονή και την αγαθοεργία.

Πολύ σύντομα η πίστη και η αγιότητα της Θωμαϊδος ευλογήθηκε από το Θεό, που της έδωκε τη χάρη να κάνει και θαύματα, όταν ζητούσε με τις θερμές προσευχές της τη βοήθειά Του για ανθρώπους που υπέφεραν. Αναφέρονται δεκατέσσερα θαύματα που έγιναν με την προσευχή της αγίας Θωμαΐδος στην Κωνσταντινούπολη. Θεραπεύει έναν δαιμονιζόμενο, έναν παράλυτο, έναν άρρωστο με καρκίνο και άλλους.

Έπειτα από δέκα τριών ετών μαρτυρική συζυγική ζωή, απέθανε η Θωμαΐς σε ηλικία τριάντα οκτώ ετών και ενταφιάσθηκε στην γυναικεία Μονή, την καλουμένη «τὰ Μικρὰ Ρωμαίου» ή «τὰ Ρωμαίου» όπου είχε μονάσει και ταφή και η μητέρα της. Σαράντα ημέρες μετά την ταφή της, το ιερό λείψανο αυτής ανακομίσθηκε και αποτέθηκε σε πολυτελή λάρνακα εντός του Ναού της Μονής. Αυτό ήταν ακέραιο και στα τίμια χέρια της διακρίνονταν οι αικισμοί του συζύγου της.

Ο τάφος της και το σεπτό λείψανό της έγιναν πηγή θαυμάτων. Κάποιος διαμονιζόμενος Κωνσταντίνος, που πλησίασε τον τάφο της, θεραπεύεται. Κάποιος παράλυτος Ευτυχιανός ονομαζόμενος, που προσευχήθηκε και άγγισε τον τάφο της στάθηκε στα πόδια του. Κάποια μοναχή με φοβερούς πόνους στο κεφάλι θεραπεύεται και άλλος με επιληψία επίσης βρίσκει την υγεία του. Κάποιος ψαράς βρίσκει τα χαμένα δίχτυα του στη θάλασσα γεμάτα ψάρια. Κάποια γυναίκα με φοβερούς πόνους στα σπλάγχνα της θεραπεύεται και από ευγνωμοσύνη χτίζει πάνω στον τάφο της αγίας μεγαλοπρεπή αψίδα. Σαν τελευταίο θαύμα αναφέρεται η θεραπεία του συζύγου της, που μετά το θάνατό της «προσέκρουσε δαίμονι χαλεπώ», έγινε, δηλαδή, δαιμονιζόμενος. Τον έδεσαν με αλυσίδες και τον οδήγησαν στον τάφο της αγίας και θεραπεύτηκε.

Το τίμιο σκήνωμά της απωλέσθηκε πιθανόν κατά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους το 1204 μ.Χ.

Αρχικά η μνήμη της εορταζόταν την 1η Ιανουαρίου, αλλά από το 10ο αιώνα μ.Χ. ο εορτασμός της μνήμης της μετατέθηκε στις 3 Ιανουαρίου, διότι η ημέρα της κοιμήσεώς της, που συνέπιπτε με την εορτή της Περιτομής του Κυρίου και την εορτή του Μεγάλου Βασιλείου, δεν ήταν πρόσφορη για τον πανηγυρισμό αυτής.

Ακολουθία της αγίας συνέταξε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, Υμνογράφος της Μ. του Χριστού Εκκλησίας στο Άγιο Όρος, το έτος 1967 με τη μέριμνα του αειμν. Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιακώβου Κλεομβρότου και δημοσιεύθηκε στο «Λεσβιακό Μηναίο».

Ἀπολυτίκιον

Τάς θλίψεις τοῦ βίου σου, ὡς προσφορὰν λογικήν, Χριστῷ προσενένκασα, τὴν τῶν θαυμάτων ἰσχύν, Ὁσία, ἀντείληφας. Ὅθεν ὡς συζυγίας, ὑποτύπωσιν θείαν, μέλπομεν Θωμαΐς σε, καὶ πιστῶς σοι βοῶμεν Χαῖρε τῆς νήσου Λέσβου, σεμνὸν ἐγκαλλώπισμα

ΠΗΓΗ.ΑΜΦΟΤΕΡΟΔΕΞΙΟΣ

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

Αγία Μαργαρίτα Η Νέα Οσιομάρτυς – Τιμάται 25 Ιανουαρίου



site analysis






Η μοναχή Μαργαρίτα, ηγουμένη της Ι. Μονής Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην πόλη Μενζελίνσκ, είχε ελληνική καταγωγή. Διακρινόταν για την εξαίρετη μόρφωσή της, τη σύνεση, αλλά και την αυστηρή ασκητική ζωή της. Οργάνωσε το μοναστήρι της κατά τα πρότυπα των παλιών μοναστηριών της Ελλάδος.
Μια από τις μοναχές που επέζησε ως τις μέρες μας, η μοναχή Αλεφτίνα, τυφλή στα τελευταία της χρόνια, διέσωσε τις πληροφορίες που καταγράφουμε.
Οι μοναχές, με την έμπνευση και καθοδήγηση της ηγουμένης Μαργαρίτας, ζούσαν αυστηρή μοναχική ζωή, τελώντας ανελλιπώς τις ακολουθίες και το μοναχικό τους κανόνα.
Όλες εργάζονταν με πνεύμα θυσίας και πολύ φιλότιμο στα διακονήματά τους. Το μοναστήρι είχε πολλούς κήπους με οπωροφόρα δέντρα, λαχανόκηπους, χωράφια, μελίσσια κ.λπ.
Όπως θυμόταν η μοναχή Αλεφτίνα, όταν το Σεπτέμβριο του 1918 μ.Χ. έφυγαν τα στρατεύματα των «λευκών» από το Καζάν και τις γύρω πόλεις, η ηγουμένη Μαργαρίτα, φοβούμενη τους μπολσεβίκους, αποφάσισε να φύγει προσωρινά μαζί με τους άλλους πρόσφυγες. Έφτασε μέχρι το λιμάνι του ποταμού, όπου οι πρόσφυγες επιβιβάζονταν στα ποταμόπλοια. Εκεί όμως εμφανίστηκε ο άγιος Νικόλαος και της είπε: «Γιατί φεύγεις από το στεφάνι που σε περιμένει»;
Η ηγουμένη Μαργαρίτα συγκλονίστηκε. Αμέσως πήρε το δρόμο της επιστροφής. Γύρισε στο μοναστήρι και αμέσως κάλεσε έναν ιερέα. Πεπεισμένη πλέον ότι την περιμένει το μαρτύριο, παρακάλεσε τον ιερέα να ετοιμάσει το φέρετρο και τον τάφο της και αν μπορέσει να τη θάψει την ίδια μέρα. Ο ιερέας την άκουσε απορημένος.
Την επόμενη μέρα κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας, ομάδα επαναστατών μπήκαν στο καθολικό του μοναστηριού και τη συνέλαβαν. Η γερόντισσα Μαργαρίτα παρακάλεσε να την αφήσουν να κοινωνήσει. Οι επαναστάτες όμως δεν γνώριζαν τέτοιες ευγένειες. Την έσυραν στον έξω νάρθηκα και χωρίς άλλες εξηγήσεις την εκτέλεσαν ως αντεπαναστάτρια.
Οι μοναχές λυπημένες παρέλαβαν το σκήνωμά της, τέλεσαν τη νεκρώσιμη ακολουθία και την έθαψαν πίσω από το ιερό του καθολικού.
Την επόμενη ο ιερέας κατάλαβε τι σήμαινε αυτή η παράξενη παράκληση και επιμονή της ηγουμένης να τη θάψουν την ίδια μέρα. Οι μπολσεβίκοι έφεραν ένα μουσουλμάνο χότζα και τον εκτέλεσαν στο μοναστήρι. Ήθελαν, λοιπόν να τον θάψουν στον ίδιο τάφο με την ορθόδοξη μοναχή. Όμως δεν μπόρεσαν.
Αργότερα το μοναστήρι έκλεισε και ερήμωσε. Στη δεκαετία του ’70 συνέβη ένα θαυμαστό γεγονός. Όπως διηγείται η Μαρίνα Μιχαήλοβνα, η οποία ήταν κόρη ιερέα, οι αρχές αποφάσισαν τότε να σκάψουν κοντά στο ιερό. Δεν γνώριζαν τίποτα για τον τάφο της ηγουμένης Μαργαρίτας. Καθώς έσκαβαν, ξαφνικά βρήκαν άφθαρτο το σώμα μιας μοναχής ντυμένης με το ράσο, το μοναχικό σχήμα και το σταυρό στο στήθος. Φαινόταν ολοζώντανη σαν να κοιμόταν. Το σώμα της δεν έφερε σημάδια φθοράς. Οι εργάτες τρόμαξαν. Δεν πείραξαν το λείψανο. Έκλεισαν γρήγορα τον τάφο και άρχισαν να σκάβουν σε άλλο σημείο.
Τον ΙΘ’ αιώνα, ο μεγάλος στάρετς της Ρωσίας, άγιος Αμβρόσιος της Όπτινα (βλέπε 10 Οκτωβρίου), ο οποίος μεταξύ των άλλων διακρινόταν για το προορατικό του χάρισμα, είχε πει τα εξής:
«Στην πόλη Μενζελίνσκ θα λειτουργήσει ένα μοναστήρι. Θα αποκτήσει φήμη και δόξα. Όταν θα προΐσταται η πρώτη ηγουμένη θα κτιστεί νέος ναός. Η δεύτερη ηγουμένη θα γίνει μάρτυρας. Και όταν θα έρθει η τρίτη ηγουμένη τότε θα πέσουν οι καμπάνες του μοναστηριού».
Πράγματι η πρόρρηση του αγίου Αμβροσίου εκπληρώθηκε. Το καθολικό του μοναστηριού κτίσθηκε κατά τη διάρκεια της ηγουμενίας της πρώτης ηγουμένης. Η δεύτερη ηγουμένη ήταν η γερόντισσα Μαργαρίτα, η νεομάρτυς. Κατά την διάρκεια της ηγουμενίας της διαδόχου της, το μοναστήρι έκλεισε βίαια, οι μοναχές διώχθηκαν και οι επαναστάτες έριξαν κάτω κι έσπασαν τις καμπάνες του μοναστηριού.
Πηγή: saint.gr

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2020

Τη ΚΔ΄ (24η) Ιανουαρίου, μνήμη της Οσίας μητρός ημών ΞΕΝΗΣ και των δύο αυτής θεραπαινίδων.



site analysis

Ξένης της θαυμασίας ο καινός και ξένος βίος, εις μεν την ποσότητα είναι πολύ ολίγος και βραχύτατος, εις δε την διήγησιν είναι υπερβολικά πλούσιος και ευπρεπέστατος και τόσον κατανυκτικός και γλυκύτατος, ώστε δύναται να δώση εις τους ευλαβείς ακροατάς μεγάλην ωφέλειαν. 
Ότι αυτή η μακαρία ήτο από γένος επιφανές και ευγενέστατον, το δε βαπτιστικόν της όνομα ήτο Ευσεβία. 
Οι γονείς της ήσαν φιλόθεοι, πλούσιοι άρχοντες της πρεσβυτέρας Ρώμης και ένδοξοι, εις δε την εν γένει διαγωγήν των επιφανέστεροι.
 Φιλαρέτως λοιπόν και χριστιανικώς ανατραφείσα, όταν έφθασεν εις ηλικίαν νόμιμον, την εζήτησεν ως νύμφην του πλούσιος τις όμοιος αυτής και εις το γένος περιφανέστατος.
Και οι μεν γονείς αυτής, μη γνωρίζοντες την γνώμην της, εδέχθησαν δώσαντες τον λόγον αυτών, συνάμα δε και ευτρεπίζοντες τα των γάμων αρμόδια. Η μεγαλόφρων όμως και πάνσεμνος αύτη κόρη είχε τον νουν όλον αφιερωμένον εις τον ουράνιον νυμφίον τον περικαλλή και αθάνατον, εις την αγάπην του οποίου ήτο αιχμαλωτισμένη και είχε την καρδίαν της τετρωμένην και πληγωμένην όλως δι’ όλου εις τον θείον αυτού έρωτα. Τούτους τους λόγους των γάμων η μακαρία ακούσασα και νομίζουσα αυτούς λήρους και φλυαρήματα, απεφάσισε να φύγη κρυφά, ίνα φυλάξη την παρθενίαν της. Ωμολόγησε λοιπόν την σκέψιν της εις δύο γυναίκας από τας δούλας της, τας οποίας εγνώριζεν ότι ήσαν πισταί και δεν θα ωμολογούσαν ποτέ το μυστικόν. Αφού λοιπόν της υπεσχέθησαν ότι δεν θα εξέλθη ποτέ από το στόμα των ό,τι εμπιστευθή εις αυτάς, είπε ταύτα· «Εγώ, αδελφαί μου ηγαπημέναι, εμίσησα τον κόσμον τούτον ως φθαρτόν και ευμάραντον και μόνον τον Σωτήρα μου και Δεσπότην επόθησα και βούλομαι να φύγω κρυφίως από τους γονείς μου δια να μη με υπανδρεύσωσι. Λοιπόν επειδή σας αγαπώ περισσότερον από τας άλλας μας δούλας, σας λέγω την γνώμην μου, εάν θέλετε να με ακολουθήσετε, να σας έχω εις τούτον τον κόσμον ως αδελφάς και μητέρας μου και εις τον μέλλοντα να απολαύσωμεν ομοίαν δόξαν μακαριότητος· και μη φοβηθήτε εις τούτο, ότι δυνατόν να σας τύχη κανένας κίνδυνος· ότι μάρτυρα σας δίδω τον Χριστόν, δεν αλλάσσω την γνώμην μου, καν μυρίους θανάτους αν μου δώσωσι». Ταύτα αι πιστόταται εκείναι και όντως ευγνώμονες δούλαι παρά της Οσίας ακούσασαι έταξαν να μη χωρισθούν απ’ αυτής ουδέποτε και να την ακολουθήσουν προθύμως όπου και αν υπάγη και έως θανάτου να την αγαπώσι και να την φυλάττωσιν. Ούτω λοιπόν και αι τρεις αύται Όσιαι, συντασσόμεναι κοινή γνώμη εις τον κοινόν Δεσπότην, προητοιμάζοντο από την ώραν εκείνην εις την σκληραγωγίαν και κακοπάθειαν, δια να είναι συνηθισμέναι ύστερον, ίνα μη έλθη ασθένεια τις εις αυτάς. Εκαρτέρουν λοιπόν καιρόν επιτήδειον, ούτως ώστε να μη εννοήση τις άλλος, ότι φεύγουσιν. Όσα δε στολίδια αργυρά και χρυσά ως και ιμάτια πολύτιμα είχεν η όντως ευσεβής Ευσεβία επήρε κρυφίως από τους γονείς της και τα έστειλε με τας δούλας αυτής εις χήρας και ορφανά, δια να τα εύρη εις αιώνα τον μέλλοντα. Όταν δε επλησίαζαν αι ημέραι των γάμων, ενεδύθησαν ανδρώαν στολήν και εξήλθον νυκτός από την οικίαν κλαίουσαι άμα και χαίρουσαι. Έκλαιον, λέγω, όχι δια λύπην τινά, αλλά από την χαράν των, ότι τας εφώτισεν ο Θεός να απαρνηθούν τον μάταιον κόσμον, να εύρουν την σωτηρίαν των και προσηύχοντο λέγουσαι· «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, φώτισον ημάς και προς σωτηρίαν οδήγησον, ότι Σε εξ όλης μας ψυχής εποθήσαμεν». Η δε Οσία ενουθέτει τας άλλας τοιαύτα λέγουσα· «Φυλάττεσθε ακριβώς να μη μεταβάλη γνώμην καμμία από σας, ότι άλλη οδός από την άσκησιν δεν είναι μακαριωτέρα. Ότι πρώτον μεν ελυτρώθημεν από τα λυπηρά του κόσμου και τας μερίμνας του βίου. Δεύτερον, ελπίζομεν να απολαύσωμεν τα μέλλοντα αγαθά, τα αληθινά και αιώνια». Όθεν με τούτους και τους τοιούτους ψυχωφελείς λόγους εστερεώθησαν καλλίτερα. Αφού λοιπόν έφθασαν εις την θάλασσαν, Θεού ευδοκούντος εύρον πλοίον, το οποίον έφευγε την ώραν εκείνην δια την Αλεξάνδρειαν. Όθεν επιβιβασθείσαι αυτού έφθασαν εκεί εντός ολίγων ημερών, διότι έκαμε καιρόν επιτήδειον. Εκείθεν πάλιν με άλλο πλοίον έστρεψαν εις την νήσον Κων, δια να μη δυνηθούν ποτέ να τας εύρωσι, διότι εγνώριζεν ότι έμελλον οι γονείς της να κάμουν μεγάλην εξέτασιν εις πολύν κόσμον και Μοναστήρια δια να την εύρωσι. Δι’ αυτό λοιπόν ανεζήτει τόπον έρημον, είπε δε και εις τας άλλας· «Φυλάττεσθε ακριβώς να μη θαρρεύσετε κανενός το μυστικόν, ούτε την πατρίδα μας καν να ομολογήσητε, ούτε να με λέγητε Ευσεβίαν, καθώς με εβάπτισαν. Αλλά Ξένην να με ονομάζετε και εις τούτο δεν ψεύδεσθε. Επειδή την σήμερον ξένη λογίζομαι, ότι εξωρίσθην από την πατρίδα και τους φιλτάτους γονείς μου και έγινα πτωχή και ξένη δια τον ξενητεύσαντα Κύριον». Αφού λοιπόν έφθασαν εις την νήσον, εύρον οικίαν τινά και πληρώσασαι το ενοίκιον κατώκησαν εις αυτήν. Η δε μακαρία Ξένη είχε πόθον να εύρη πατέρα τινά πνευματικόν έμπειρον, εις τον οποίον να υποτάσσεται δια να μη κάμνη το θέλημά της ουδέποτε. Όθεν κλίνασα τα γόνατα και την καρδίαν προς Κύριον προσηύχετο μετά δακρύων ταύτα λέγουσα· «Θεέ μου, όστις βλέπεις και κυβερνάς τα σύμπαντα, μη εγκαταλείπης ημάς, αίτινες αφήκαμεν πατρίδα και συγγενείς δια την αγάπην σου, αλλά εξαπόστειλόν μας κανένα απλανή σωτήρα και οδηγόν, καθώς εύρεν η Θέκλα τον Παύλον, να τον ακολουθήσωμεν αι ταπειναί, υπ’ αυτού ποιμαινόμεναι, ίνα μη σφάλωμεν εν γνώσει ή εν αγνοία εις τίποτε ενώπιον της μεγαλειότητός σου». Ταύτα της Αγίας προσευξαμένης επήκουσεν ευθύς ο πανάγαθος Θεός εις την ψυχοσωτήριον αυτής αίτησιν. Και βλέπει ερχόμενον προς αυτάς ιεροπρεπή τινα γέροντα, εις το είδος ασκητικόν, την όψιν λαμπρόν και σεβάσμιον και την θέαν αγγελικόν κατ’ αλήθειαν. τούτον ιδούσα η παρθένος ηγαλλιάσατο και δραμούσα έπεσεν εις τους πόδας αυτού μετά δακρύων λέγουσα· «Δια την αγάπην του Χριστού, μη μας παρίδης τας ξένας, Δέσποτα άγιε, αλλά δίδαξόν μας και προς σωτηρίαν οδήγησον». Ο δε σεβάσμιος εκείνος γέρων ηρώτησε πόθεν ήσαν και πως εις την νήσον ευρέθησαν. Αι δε είπον αυτώ πνευματικά την αλήθειαν και αυτός απεκρίνατο· «Ξένος είμαι και εγώ εις τούτον τον τόπον και έρχομαι από τα Ιεροσόλυμα, εις τα οποία επήγα χάριν προσκυνήσεως και τώρα επιστρέφω εις την πατρίδα μου». Η δε Οσία ενόμισεν από το σχήμα ότι ήτο Επίσκοπος και τον ηρώτησε να είπη την πατρίδα και το αξίωμά του. Ο δε απεκρίνατο· «Εγώ είμαι από την Μύλασαν, πόλιν της Καρίας, Παύλος ονομαζόμενος, Ηγούμενος εις εν μικρόν Μοναστήριον». Τότε η μακαρία Ξένη, ταύτα εκ του Παύλου ακούσασα, εθαύμασεν ότι της επήκουσεν ο πανάγαθος Κύριος και της έστειλε κατά την δέησιν και τον άνθρωπον. Όθεν εις μεν τον Θεόν απέδωκε μετά δακρύων την πρέπουσαν ευχαριστίαν, τον δε Παύλον παρεκάλει να γίνη κατά πνεύμα πατήρ της και να έχη την φροντίδα αυτών και την μέριμναν. Ο δε Όσιος απεκρίνατο· «Εδώ εις τον ξένον τόπον δεν δύναμαι να σας κυβερνήσω, πρέπει δε και να υπάγω ταχέως εις το Μοναστήριόν μου. Αλλά αν θέλετε να έλθετε μαζί μου εις τον τόπον εκείνον, ημπορώ να σας φροντίζω τα χρειαζόμενα». Ταύτα μετά χαράς δεχθείσαι αι Όσιαι επήγαν εις την Μύλασαν, εκεί δε έδωκεν εις αυτάς ο Παύλος κελλία ησυχαστικά πλησίον εις το Μοναστήριόν του. Έκτισε δε εκεί και η Οσία Ξένη Εκκλησίαν εις το όνομα Στεφάνου του Πρωτομάρτυρος και με τον καιρόν έγινε Μοναστήριον γυναικών, διότι εσυνάχθησαν και άλλαι πολλαί προς ζήλον αυτής και μίμησιν. Αλλ’ ουδείς εγνώρισεν από που ήτο η Οσία και πως ωνομάζετο, διότι ο μακάριος Παύλος έλεγεν ότι τας έφερεν από την Κων και εις τούτο δεν εψεύδετο. Τον καιρόν εκείνον εκοιμήθη ο Επίσκοπος εκείνης της πόλεως Κύριλλος και εψήφισαν τον προρηθέντα Παύλον, όστις συνεβούλευσε την Ξένην να γίνη Ιεροδιάκονος, καθώς είχον τότε συνήθειαν. Αλλ’ αυτή ως ταπεινόφρων δεν ήθελε να δεχθή ιερωσύνης φορτίον επάνω της. Όμως και παρά την θέλησίν της την εχειροτόνησε. Πόσους δε πόνους και κόπους υπέμεινεν, αφού έλαβε την αξίαν, δεν μας φθάνει η ώρα να διηγούμεθα. Μάλιστα καθ’ όσον ήτο πρότερον καλομαθημένη και συνηθισμένη εις τα εύμορφα φαγητά, ενώ τότε διήρχετο βίον άϋλον όντως και ξένον η Ξένη, των Αγγέλων εφάμιλλον και με τόσην σκληραγωγίαν επέρνα, ώστε οι δαίμονες έφριττον μακρόθεν και δεν ετόλμων να την πλησιάσωσιν, ότι κάθε τρεις ημέρας έτρωγε μίαν φοράν, ότε δεν είχε πόλεμον. Αλλ’ όταν ηγωνίζετο, έτρωγε μόνον κάθε εβδομάδα άρτον ξηρόν. Όμως οίνον, έλαιον, χόρτα, όσπρια ή άλλο πράγμα μαγειρευμένον δεν εδοκίμαζεν, ούτε κανέν είδος οπωρικού παντελώς. Αλλά και εκείνο το ολίγον παξιμάδι, το οποίον έβρεχεν εις το ύδωρ, το εσυγκέρνα με δάκρυα και έβαζε και στάκτην από θυμιατήριον και ούτως ελάμβανεν ολίγην τροφήν με πολλήν κακοπάθειαν, εσθίουσα κατά τον μακάριον Δαβίδ σποδόν ωσεί άρτον και κιρνώσα μετά κλαυθμού το πόμα της. Ταύτα η μακαρία Ξένη ετέλει κρυφίως από τας άλλας όσον ηδύνατο, δια να φύγη τον έπαινον. Μόνον δε αι δύο δούλαι της την εστοχάζοντο πολλάκις και έπασχον να την μιμούνται κατά δύναμιν και την εθαύμαζον, ότι με όλην εκείνην την ασιτίαν πάλιν δεν άφηνε τον κανόνα της, αλλά ηγωνίζετο το περισσότερον της νυκτός με γονυκλισίας και προσευχήν. Πολλάκις δε την είδον να γονατίζη εις προσευχήν από την δύσιν του ηλίου και έμενεν ούτω προσευχομένη μέχρις ότου έκρουε το σήμαντρον του όρθρου. Και άλλας φοράς πάλιν διήρχετο όλην την νύκτα προσευχομένη και κλαίουσα και το θαυμασιώτερον, με όλον ότι ετέλει τοιαύτας αρετάς, είχεν επάνω εις όλα την ταπείνωσιν και δεν έλειψαν ποτέ προσευχομένης τα δάκρυα από τους οφθαλμούς της, ως να ήτο τις φονεύς και πόρνος και κακότροπος άνθρωπος. Είχε δε η Οσία την πραότητα και ποτέ δεν εθυμώθη ούτε ωργίσθη κατά τινος. Επίσης είχε την αγάπην προς πάσας και τας υπηρέτει με πολλήν ευτέλειαν φορούσα πάντοτε άχρηστα και ποταπά ιμάτια, ωσάν εκείνα τα οποία φορούσιν οι επαίται και απλώς ειπείν (δια να μη πολυλογούμεν) όλας τας αρετάς κατώρθωσεν η αοίδιμος και ούτω καλώς αγωνισαμένη, ήλθεν η ώρα να υπάγη προς τον ποθούμενον. Ήτο δε η εορτή του Αγίου Εφραίμ, όχι του Σύρου, αλλ’ άλλου τινός, όστις ηγωνίσθη εκεί εις την Μύλασαν, προσεκάλεσαν δε τον Επίσκοπον Παύλον εις εν χωρίον, Λευκήν καλούμενον, εις το οποίον ήτο του ρηθέντος Αγίου Εφραίμ ναός και το άγιον λείψανον. Η δε μακαρία Ξένη συνάξασα τας αδελφάς λέγει εις αυτάς με πολλήν ταπείνωσιν· «Ευχαριστώ σας, αδελφαί και κυρίαι μου, δια την πολλήν αγάπην και ευσπλαγχνίαν, την οποίαν εις εμέ την ξένην εδείξατε, και φιλανθρώπως ως αδελφήν σας γνησίαν εκυβερνήσατε. Αλλά και τώρα σας παρακαλώ και δέομαι περισσότερον, να δείξητε προς με μάλιστα την αγάπην σας, να μη με λησμονήσητε. Αλλά να δέεσθε του Θεού δια την ψυχήν μου, όταν προσεύχεσθε, να μου συγχωρήση της αναξίας δούλης σας, και ούτω δια των αγίων ευχών σας ελπίζω να γίνω αθάνατος μετά θάνατον, ότι σήμερον ήλθε το τέλος της παροικίας μου και έχω εις την καρδίαν οδύνην και φόβον άρρητον, μήπως και εμποδίσουν αι αμαρτίαι μου την προς Κύριον άνοδόν μου, εάν αι ιεραί προσευχαί σας δεν βοηθήσωσι. Λυπούμαι δε πολύ και θλίβομαι, διότι δεν έτυχεν εδώ ο πνευματικός μας πατήρ Παύλος να με βοηθήση εις την ανάγκην μου. Αλλά σεις, όταν έλθη, ειπέτε του να μη ξεχάση της Ξένης, την οποίαν αυτός κατά το λόγιον του Κυρίου και Δεσπότου ημών Ιησού Χριστού συνήγαγε και εις οδόν σωτηρίας απήγαγε». Ταύτα η Οσία ενώ έλεγε, εθρήνουν όλαι απαρηγόρητα, την ορφανίαν τοιαύτης μητρός φιλόπαιδος οδυρόμεναι και μάλιστα αι δύο δούλαι της, αι οποίαι δεν έπαυον τον θρήνον ολότελα, τόσον ώστε έκαμαν και την Αγίαν να κλαύση ως συμπαθεστάτη. Έπειτα τας παρηγόρησε λέγουσα· «Παύσασθε των οδυρμών, αδελφαί. Ζηλώσατε τας φρονίμους παρθένους, φροντίσατε να πληρώσητε τα αγγεία σας ελαίου, ότι η ημέρα Κυρίου ως κλέπτης έρχεται». Ταύτα ειπούσα εσήκωσε προς τον ουρανόν τας χείρας και όμματα και προσηύχετο δακρύουσα και λέγουσα: «Θεέ μου, όστις με εκυβέρνας έως τώρα την ξένην φιλανθρωπότατα και έγινες πατήρ και μήτηρ και τροφεύς και γλυκυτάτη παραμυθία μου, Αυτός και νυν αξίωσόν με να έλθω εις την ουράνιον βασιλείαν σου. Μνήσθητι, Κύριε, και ταύτης όλης της αδελφότητος, και λύτρωσαι αυτάς από τας πανουργίας του δαίμονος. Εξαιρέτως δε, ως αγαθός, μνήσθητι τούτων των δύο μου ομοδούλων και καθώς εις την ζωήν ταύτην την πρόσκαιρον, εις την φυγήν, εις τους κόπους και αγώνας μου εκοινώνησαν και δεν εξεχώρισαν από λόγου μου, ούτω και εις την βασιλείαν σου αξίωσόν μας να μείνωμεν αχώριστοι πάντοτε». Ταύτα προσευξαμένη η Οσία επήρεν από όλας συγχώρησιν, και απελθούσα εις τον Ναόν έκλεισε και κλίνουσα τα γόνατα προσηύχετο. Αι δε δύο δούλαι της παρετήρουν από την χαραμάδαν της θύρας και είδαν εις την Ξένην ξένον θαυμάσιον. Εξαίφνης ήλθε φως ουρανόθεν, και ευωδία αρωμάτων ανεκδιήγητος, ήτις δεν ωμοίαζε με μόσχους επιγείους και θυμιάματα, αλλά άλλη τις του Παραδείσου γλυκυτάτη και πάντερπνος. Όθεν ήνοιξαν τας θύρας και εισελθούσαι βλέπουσι την μακαρίαν Ξένην μακαρίως υπνώσασαν. Λοιπόν συνήχθησαν όλαι και έκλαιον ακατάπαυστα. Ο δε Θεός, όστις δοξάζει εκείνους όπου τον δοξάζουσιν, εδόξασε και της Ξένης και ηγαπημένης νύμφης του την αγίαν μετάστασιν, δια να φανερώση εις όλους πόσης παρρησίας ηξιώθη. Ήτο δε τότε ώρα έκτη της ημέρας, ο ουρανός ξάστερος χωρίς σύννεφα, λάμπων φαιδρότατα ο ήλιος και τότε εφάνη εις τον ουρανόν ένας στέφανος από αστέρας, εις το μέσον του οποίου ήτο Σταυρός πάλιν με άστρα λαμπρότατα. Τούτο το θαυμάσιον βλέποντες πάντες εξέστησαν. Το σημείον τούτο ιδών και ο Επίσκοπος Παύλος εις την Λευκήν ευρισκόμενος, εις την οποίαν έκαμναν την πανήγυριν, είπε ταύτα, φωτισθείς υπό θείου πνεύματος· «Η κυρία Ξένη εκοιμήθη, και δι’ αυτό εφάνη τοιούτον σημείον θαυμάσιον». Έδραμον λοιπόν ευθύς όλοι προς το Μοναστήριον της Οσίας χωρίς να φάγωσι τίποτε, διότι την ώραν εκείνην ετελείωσε την λειτουργίαν ο Επίσκοπος, και δεν επήγαν εις την φιλίαν, αλλά εσυνάχθη πλήθος πολύ ανδρών τε και γυναικών δοξάζον μεγαλοφώνως τον Κύριον, και εξόχως αι γυναίκες όλαι της πόλεως, αι οποίαι εβόων προς τον Επίσκοπον· «Μη κρύψης τον μαργαρίτην, Δέσποτα. Μη θάψης τον θησαυρόν. Μη καλύψης τον έπαινον και δόξαν της πόλεως. Αλλά ας βαστάσωμεν και ημείς τον λύχνον αυτόν φανερά, να καταισχυνθούν Ιουδαίοι και ειδωλολάτραι, να γνωρίσουν του Εσταυρωμένου την δύναμιν». Τότε ο Επίσκοπος προσελθών προσεκύνησε την Οσίαν με πολλήν φωτοχυσίαν και θυμιάματα, και την επέρασαν από το μέσον της πόλεως. Ο δε των αστέρων θαυμάσιος στέφανος ηκολούθει και αυτός όπου η κλίνη εφέρετο. Και όταν εσταματούσαν οι βαστάζοντες, να κάμωσιν εις πάσαν Εκκλησίαν λιτανείαν και δέησιν κατά την τάξιν, εστέκετο και ο στέφανος. Όθεν από τοιούτον θαυμάσιον εσυνάχθησαν και από τα περίχωρα τόσον πλήθος ώστε εστενοχωρήθησαν. Όλην λοιπόν την νύκτα εκείνην ηγρύπνησαν ψάλλοντες και πολλοί ασθενείς εθεραπεύθησαν, εγγίζοντες εις το άγιον λείψανον. Ότι όστις είχεν αρρωστίαν τινά πολυχρόνιον, χωρίς να εξοδεύση εις βότανα χρήματα, ή να βασανίζεται ημέρας πολλάς, εις μίαν ώραν, ως ήθελεν ασπασθή μετά πίστεως την κλίνην, ω του θαύματος! ιατρεύετο. Όταν λοιπόν έφθασαν εις τόπον καλούμενον Σικίνιον προς το νότιον μέρος της πόλεως, την ενεταφίασαν εκεί καθώς η Οσία Ξένη είχε προστάξει και τότε ο κύκλος των αστέρων αφανής εγένετο μετά την του αγίου λειψάνου κατάθεσιν. Ώστε όλοι εγνώρισαν, ότι δια την Οσίαν εφαίνετο και ηκολούθει το λείψανόν της έως ότου την ενεταφίασαν. Τας δε σινδόνας, τας οποίας είχον εις τον κράββατόν της, διεμοίρασεν ο Επίσκοπος εις τον λαόν δι’ ευλάβειαν να έχουν εις την ψυχήν βοήθειαν. Εις ολίγον καιρόν ετελεύτησαν και αι δύο δουλεύτριαι της Αγίας Ξένης και τας ενεταφίασαν με την κυρίαν των καθώς αύτη παρήγγειλεν. Εκείνη δε η οποία εκοιμήθη πρωτύτερα δεν ωμολόγησε δια την Δέσποινα τίποτε. Αλλά η άλλη εφανέρωσεν άπαντα. Διότι της έδωσαν όρκον αι αδελφαί και ο Επίσκοπος επιτίμιον, να το είπη εις δόξαν Θεού. Όθεν δια να μη μείνη εις τον δεσμόν, τους είπε καταλεπτώς την υπόθεσιν. Ότι ήτο από την μεγαλόδοξον Ρώμην, θυγάτηρ μεγάλου άρχοντος, και εκαλείτο Ευσεβία το βαπτιστικόν της και κύριον όνομα, ότι απέφυγε τους γάμους δια τον έρωτα του Σωτήρος και ωνομάσθη Ξένη σοφώτατα, ως δια Χριστόν τον εραστήν αυτής ξενητεύσασα και εκουσίως η πλουσία πτωχεύσασα και πολλήν κακοπάθειαν υπομείνασα. Ταύτα ακούσαντες εξεπλήττοντο και ηύξησαν την ευλάβειαν προς την μακαρίαν Ξένην όσοι το έμαθον. Μετά καιρόν ολίγον και ο τρισόλβιος Παύλος, ο αοίδιμος όντως και αξιέπαινος, απήλθε προς Κύριον, καλώς και θεαρέστως ποιμάνας τα λογικά του θρέμματα, οπότε ετέλεσε το λείψανόν του θαυμάσια. Ούτος είναι της μακαρίας Ξένης ο ξένος βίος και η πολιτεία η αξιέπαινος. Ούτως εμίσησε μάταιον πλούτον, ρέουσαν δόξαν και πάσαν απόλαυσιν πρόσκαιρον και τώρα αγάλλεται αιωνίως εις τον Παράδεισον. Μνηστήρα επίκηρον κατεφρόνησεν, ηδονάς φθειρομένας εγκαταλείψασα, και τώρα απολαμβάνει του ουρανίου νυμφίου τα άρρητα κάλλη και αισθάνεται αιωνίως την ανέκφραστον ηδονήν εκείνην την ακήρατον και όντως ακόρεστον. Αυτήν μιμηθήτε και σεις, αδελφαί εν Χριστώ, όσαι ηρνήθητε τον κόσμον και εμελανοφορέσατε έξωθεν, δια να έχετε έσωθεν θλίψιν εις την καρδίαν, ενθυμούμεναι το πάθος του Δεσπότου Χριστού και τας αμαρτίας σας, αι οποίαι ήσαν αιτία και εσταυρώθη ο αναμάρτυτος. Όθεν πρέπει πάντοτε να είναι εις τους οφθαλμούς σας τα δάκρυα. Ναι, κατ’ αλήθειαν, καθώς όσαι γυναίκες χηρεύσουσι θρηνούσι καθ’ εκάστην απαρηγόρητα, ενθυμούμεναι την καλήν συνοδείαν, την ευσπλαγχνίαν και άλλας καλωσύνας, τας οποίας είχον οι σύζυγοι αυτών και δια τας οποίας αιτίας δεν υποφέρουσι να υπάγωσιν εις χαράς και παιγνίδια, ούτε να ακούσουν άσματα, αλλά μοιρολογούνται την δυστυχίαν των, διότι υστερήθησαν τοιαύτην συνοδείαν. Τοιουτοτρόπως πρέπει να θρηνώσιν εις την ψυχήν αυτών καθημερινώς όσαι απηρνήθησαν τον κόσμον παρθένοι και χηρευόμεναι και ενυμφεύθησαν τον Δεσπότην Χριστόν, τον ωραίον όντως υπέρ πάντας τους υιούς των ανθρώπων και υπερθαύμαστον. Δια την αγάπην λοιπόν του Χριστού μας δεν πρέπει να έχετε εις τούτον τον πρόσκαιρον κόσμον άλλην ματαίαν απόλαυσιν, μόνον αυτόν να ποθήτε εξ όλης καρδίας σας και πάσας τας σαρκικάς ηδονάς να μισήσητε. Αυτόν καθ’ ημέραν ως καθρέπτην στοχάζεσθε και αγωνίζεσθε όσον δύνασθε να μιμήσθε την πολιτείαν του και μη φορείτε μαλακά ιμάτια, ούτε να ζητείτε εκλεκτά και διάφορα φαγητά ή ματαίας τιμάς και άλλα ψυχοβλαβέστερα. Ταπεινωθήτε λοιπόν δια την αγάπην αυτού και στενοχωρηθήτε εδώ πρόσκαιρα, δια να δοξασθήτε αιώνια και να έχετε απόλαυσιν ατελεύτητον. Προπάντων δε και εν πάσι και μετά πάντων, φυλάττεσθε ακριβώς και φεύγετε από την συνομιλίαν των ανδρών και να μη συντύχη ποτέ εάν είναι δυνατόν καμμία μοναχή της με άνδρα. Όταν δε άνδρες τινές φέρουσιν εις το Μοναστήριον τα χρειαζόμενα, μόνον η Καθηγουμένη και η θυρωρός ας λαμβάνη ταύτα, αι δε λοιπαί Μοναχαί, όταν είναι νεώτεραι, να μη εξέρχωνται από την κέλλαν των να σινομιλώσι με άνδρας ολότελα, ούτε και με τον εφημέριον αυτόν, όστις σας ιερουργή, μη πολυλογείτε. Μήτε καμμία σας να τον πάρη να τον φιλεύση εις το κελλίον της. Σας συμβουλεύω δε, κατά την ολίγην μου γνώσιν, αυτός να είναι κοσμικός ιερεύς και να έχη γυναίκα. Τας αιτίας δεν γράφω δια βραχύτητα και δια να μη φανώ Ιερομονάχων κατήγορος. Αλλ’ έκαστος ας το συλλογισθή επιμελώς και θέλει επαινέσει την γνώμην μου. Εγώ πολλάς χώρας και πόλεις διήλθον και Μοναστήρια αναρίθμητα και ήκουσα πολλά πράγματα, τα οποία δεν αρμόζει να γράφωμεν. Μόνον τόσον σας λέγω, να φεύγετε οι άνδρες από τας συνομιλίας των Μοναζουσών και αυταί από σας. Ότι καθώς το αναμμένον κάρβουνον, όταν κάμη ώραν πολλήν εις το άχυρον, ανάπτει φλόγα και καθώς όταν το πυρ πλησιάζη εις την πυρίτιδα, αύτη ανάπτει και εκρήγνυται, ούτω και όταν συνομιλώσιν οι άνδρες με τας γυναίκας, εξάπτεται η φλοξ της πορνείας εις την διάνοιάν των και κινδυνεύουσι. Φυλάττεσθε λοιπόν επιμελώς άμωμοι νύμφαι του Χριστού. Τηρήσατε την ψυχήν εις τούτον τον ολίγον χρόνον της παροικίας ημών αμόλυντον. Και κακοπαθήσατε πρόσκαιρα. Σπείρετε δάκρυα, να θερίσετε ευφροσύνην αιώνιον, ίνα συναγάλλεσθε πάντοτε με τον ουράνιον νυμφίον, συν αυτώ βασιλεύουσαι εις αιώνα τον ατελεύτητον. Γένοιτο.

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020

Οσία Ευλογία, η ανδρεία μητέρα του οσίου Θεοδοσίου, του Κοινοβιάρχου



site analysis


Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας
Untitled-Scanned-032
Οσία Ευλογία.Η μνήμη της τιμάται την 12ην Ιανουαρίου

 Δίπλα στο Χριστό μας στέκει πάντοτε άγρυπνη η Παναγία μας, η φιλόστοργη μητέρα Του. Στέκει με αγάπη δίπλα στο μονογενή της στην ουράνια Βασιλεία και μεσιτεύει για όλους μας, αφού και για εμάς είναι η ουράνια μητέρα μας. Στέκει για να ακούει τις δεήσεις μας και με τη μητρική της παρρησία να τις μεταφέρει στον πολυέλεο Υιό της. Ολόγυρά της στέκουν με ολοφώτεινα στεφάνια οι μορφές όλων εκείνων των αγίων μητέρων που αγάπησαν το Θεο μας και Υιό της και θέλησαν να Τον χαρίσουν κληρονομιά στα παιδιά τους.

  Ευλογημένες μητέρες, παράδειγμα και έμπνευση για κάθε μάνα που επιθυμεί κάτι όμορφο να χαρίσει στην οικογένειά της, στα βλαστάρια της. Η προσευχή τους μαζί με τις πρεσβείες της Παναγίας μας είναι η ουράνια ενίσχυση και ο φωτισμός για τις μητέρες όλων μας στο δύσκολο και ιερό έργο τους, αλλά και κατευθυντήρια γραμμή όλων μας, των παιδιών τους, προς την πίστη, την αρετή, την αγάπη και την αγιότητα.

 Μεταξύ των αγίων αυτών μητέρων εξέχουσα θέση έχει η Οσία Ευλογία, η μητέρα του Αββά Θεοδοσίου, του Κοινοβιάρχου. Αυτή υπήρξε σύζυγος του σεμνού Προαιρεσίου και διέπρεψε στην αρετή, στην καθαρή πολιτεία και στην ασκητική της αγωγή. Ήταν ένα ευωδιαστό λουλούδι που φύτρωσε στη Μωγαρισσό της αγιοτόκου Καππαδοκίας, με τις υπόσκαπτες πόλεις, Ναούς και Μοναστήρια, της χώρας των Μεγάλων Πατέρων και Οσίων της Εκκλησίας μας. Η ευωδία της ήταν «Χριστού ευωδία» (Β Κορ. β 15), που δεν περιοριζόταν μόνο στον εαυτό της, αλλά διαχεόταν σε όλο της το περιβάλλον και φυσικά και στον γιο της, τον μετέπειτα Όσιο Θεοδόσιο. Από την ευωδία αυτή των αρετών της ο μικρός Θεοδόσιος ευφραινόταν καθημερινά και η δυσωδία της ματαιότητος των γηΐνων απομακρυνόταν από τη ζωή του, μέχρι που τον κέρδισε το άρωμα της μοναδικής πολιτείας, το άρωμα της ερήμου.

 Όταν ο Άγιος Θεόδοσιος πόλισε την έρημο της Ιουδαίας και έγινε ο γενάρχης του κοινοβιακού ασκητικού συστήματος, η Ευλογία τον ακολούθησε. Θαύμαζε τα ασκητικά του κατορθώματα και προσπαθούσε, αν και γυναίκα, με όλες της τις δυνάμεις να τον μιμηθεί, δυνάμεις υπερφυσικές, τις οποίες της έδινε ο Κύριος, Αυτός που τα ελλείποντα αναπληροί και τα ασθενή θεραπεύει, γεμίζοντάς την με ανδρικό φρόνημα. Σε αυτήν ταιριάζουν τα λόγια του Παροιμιαστού: «Γυναίκα ανδρείαν τις ευρήσει; τιμιωτέρα δε εστι λίθων πολυτελών η τοιαύτη» (Παρ. λα 10). Η κλίμακα των αρετών ανοιγόταν εμπρός της και τα σκαλοπάτια της τα ανέβαινε σταθερά πατώντας στην ταπείνωση, την σκληραγωγία, τη νηστεία, την αδιάλειπτη προσευχή, τη σιωπή, τη νήψη, την αγρυπνία, τις γονυκλισίες, την υπακοή, το ακατάκριτο και την διάκριση των κινήσεων της. Θα μπορούσε να επαναλαμβάνει τα λόγια του Παύλου: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός»(Γαλ. β’ 20).

 Μεταφυτεύθηκε από την Καππαδοκία στην έρημο της Ιουδαίας η Οσία Ευλογία ως κρίνον και, αφού έζησε σε αυτήν ως άγγελος αξιώθηκε αγγελικής δόξης από τον αγαθόδωρο Κύριο, Αυτόν που γνωρίζει να δοξάζει στον ουρανό, αυτούς τους δόξασαν στη γη, καθώς ο ίδιος μας είπε: «τους δοξάζοντάς με δοξάσω» (Α Βασ. β 30).
  Κοιμήθηκε ειρηνικά στην έρημο της Ιουδαίας και τάφηκε «τιμής ένεκεν» στο Σπήλαιο των Μάγων. Το σπήλαιο αυτό φιλοξένησε τους Τρεις Μάγους στην επιστροφή τους από την προσκύνηση του βρέφους Ιησού προς τις πατρίδες τους, μετά την οδηγίαν που έλαβαν από το Θεό στο όνειρό τους «μη ανακάμψαι προς Ηρώδην» (Ματθ. β 12), αλλά από άλλο δρόμο να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Το Σπήλαιο αυτό βρισκεται στον αύλειο χώρο του Μοναστηριού του Οσίου Θεοδοσίου, στα περίχωρα της Βηθλεέμ.

 Στο Σπήλαιο αυτό προσκυνούμε ευλαβικά όλοι μας το χαριτόβρυτο τάφο της Οσίας Ευλογίας, ο οποίος μέσα στους αιώνες έχει αναδειχθεί πηγή αγιάσματος αστείρευτη και ποταμός ιάσεων όλων των ασθενούντων που εκδέχονται τις ικεσίες της προς τον Κυριό μας, τον ιατρό των και των σωμάτων όλων μας.

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2020

Η Aγία, που την έθαψαν ολοζώντανη σ' ένα λόφο της Έδεσσας



site analysis
AgiaParthenaEdessea02
Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος στην Romfea.gr

Η μάρτυρας Παρθένα, που το όνομά της εκφράζει τη ζωή της, ήταν παρθενική σε όλες τις πλευρές τoυ βίου της, και της οποίας η μνήμη εορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου, παραδομένη από τον πατέρα της στα χέρια των Τούρκων, είχε τραγικό τέλος.
Την έθαψαν ολοζώντανη σ' ένα λόφο της Έδεσσας, που μέχρι τις ημέρες μας, εξαιτίας του μαρτυρίου της, ονομάζεται «λόφος της Παρθένου».
Είχε προηγηθεί η θλιβερή προδοτική στάση του πατέρα της Πέτρου και απέναντι στον τόπο του, όπου ήταν πρόκριτος, αλλά και έναντι της ίδιας, που της συμπεριφέρθηκε εξευτελιστικά.
Αφού δωροδοκήθηκε από τους Τούρκους, που πολιορκούσαν την Έδεσσα, τους άφησε να περάσουν από το οχυρό, που αυτός φρουρούσε, πρόδωσε την πίστη του, έγινε μουσουλμάνος, αλλά και το σπλάγχνο του, αφού αρνήθηκε να τον ακολουθήσει στην άρνηση του Θεού.
Μάλιστα στην πρότασή του να αλλαξοπιστήσει, του απάντησε πως ήταν άθλιο ό,τι έκανε, με αυστηρότητα τον έκρινε και απερίφραστα του δήλωσε ότι δεν πρόκειται να μετακινηθεί από την αφοσίωσή της στο Χριστό.
Αυτός, αφού την κατηγόρησε ως πόρνη, την χτύπησε μέχρι αναισθησίας και γυμνή την μετέφερε στους Τούρκους, οι οποίοι επέφεραν το βίαιο θάνατό της.
Η αγία στάθηκε όρθια, απέφυγε να υποδουλωθεί, υπερασπίστηκε τη σωτηρία της και με τη θυσία ξέφυγε από τα ανθρώπινα και πέρασε στα άγια.
Ως χριστοκίνητη δεν φοβήθηκε τους χριστοδιώκτες, γιατί ήταν συνδεδεμένη και πλημμυρισμένη με το πνεύμα του Λυτρωτή.
Ούτε για μια στιγμή δεν έζησε με ακρωτηριασμένη και παγωμένη την καρδιά κάτω από το βραχνά της καταπίεσης και των βασάνων.
Ούτε για μια στιγμή δεν βούρκωσαν τα μάτια της και δεν καρφώθηκε σ'αυτά η αγωνία, γιατί ζούσε μέσα της το φως του Χριστού.
Το παράδειγμά της φωτίζει και μας σήμερα, όχι απλά ως πυγολαμπίδα ή λυχνάρι, αλλά ως δυνατός ήλιος, μέσα από την αφοσίωσή της στο Θεό και την τόλμη της και τις αρετές της.
ΠΗΓΗ.ΡΟΜΦΑΙΑ

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2020

Οσία Συγκλητική: Η Μεγάλη Μητέρα, η Καθηγήτρια της Ερήμου, μία αέναη οδοδείχτης τ' Ουρανού (5 Ιανουαρίου)



site analysis

Painting depicting Syncletica of Alexandria,  from the Menologion of Basil II (c. 1000 AD)
Φώτο: Painting depicting Syncletica of Alexandria, 
from the Menologion of Basil II (c. 1000 AD)

Αφιέρωμα Σοφία Ντρέκου

ΟΣΙΑ  Σ Υ Γ Κ Λ Η Τ Ι Κ Η 

Μία ακάματη σκαπανέας του πνεύματος.
Μία ακούραστη εργάτρια της φιλανθρωπίας. 
Μία αεικίνητη ηρωίδα της αγάπης.
Μία λαμπάδα άσβεστη, αείφωτη, καθοδηγητική 
για τους Ουρανοδρόμους της γης. 
Μία βακτηρία δυναμική για τους ορειβάτες 
του Έβερεστ της αρετής. 
Μία αέναη οδοδείχτης τ' Ουρανού...!

Κάποτε οι άγιοι Πατέρες, όπως εδώ ο Μέγας Αθανάσιος, έγραφαν και κήρυτταν για τα πνευματικά κατορθώματα και την αγία ζωή των γυναικών που εγνώριζαν. Σήμερα;


«Σοφία και χάριτι, κεκοσμημένη σεμνή, 
ακλόνητος έμεινας, ως ο Ιώβ ο κλεινός, 
εχθρού επιθέσεσιν· όθεν Συγκλητική σε, 
η ουράνιος δόξα, δέδεκται μετά τέλος, 
ως παρθένον φρονίμην 
εν ή των μεμνημένων σου 
αεί μνημόνευε.» Απολυτίκιον

Δια Πρεσβειών της Οσίας καλή ανάγνωση


Πρόλογος 


Είναι γνωστή στην Παλαιά Διαθήκη η ιστορία του πολυάθλου Ιώβ. Για κείνους που σκανδαλίζονται για την αρχή και την ύπαρξη του κακού στον κόσμο, η απάντηση υπάρχει σ' κείνη την ιστορία. Ποιά είναι η αρχή των κι από πού προέρχονται τα παθήματα των ανθρώπων στον κόσμο; Γιατί να δέρνη τους ανθρώπους η φτώχεια, η αρρώστια κι ο θάνατος;



Γιατί και οι δίκαιοι να δεινοπαθούν και να υποφέρουν; Και πώς όλα τούτα συμβιβάζονται με τη δικαιοσύνη του Θεού; Ανθρώπινη απάντηση δεν υπάρχει σε τούτα τα ερωτήματα, υπάρχει όμως απάντηση του Θεού. «Μη αποποιού μου το κρίμα. Οίει δε με άλλως σοι κεχρηματικέναι ή ίνα αναφανής δίκαιος;». Ένα είναι βέβαιο, πως μέσα στα παθήματά του ο άνθρωπος παιδαγωγείται και χαλκεύεται, κι έτσι «επιτελεί αγιωσύνην», όπως η αγία Συγκλητική, της οποίας η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη της στις 5 Ιανουαρίου.


Η Οσία Συγκλητική έζησε στον καιρό του Μεγάλου Αθανασίου. Οι γονείς της ήταν πλούσιοι, και πολύ ευσεβείς. Πάντοτε βοηθούσαν τους ανθρώπους που είχαν πρόβλημα και είχαν ανάγκη, διότι αυτό ζητάει ο Κύριος από τους ανθρώπους, να βοηθούμε τον πλησίον μας. Τα πλούτη έφερναν διακεκριμένους και πολλούς γαμπρούς στο σπίτι τους για την ωραία Οσία Συγκλητική.


Η Οσία, όμως, παρακάλεσε τους γονείς της να μην επιμένουν να παντρευτεί. Διότι ήθελε να αφιερωθεί στην αγάπη του πλησίον. Πράγματι, οι ευσεβείς γονείς σεβάστηκαν την απόφαση της κόρης τους. Έτσι λοιπόν η Οσία Συγκλητική αφιέρωσε τη ζωή της για την ανακούφιση των ασθενών, των λυπημένων, των ορφανών και των φτωχών. Ευχαρίστησή της ήταν να βλέπει το γέλιο, εκεί όπου κυριαρχούσε πριν η θλίψη.

Ο πολύς κόπος όμως, στην Ιερή αυτή διακονία, έκαναν το σώμα της Οσίας ασθενικό. Αλλά η Οσία μας, στη δοκιμασία αυτή υπήρξε καρτερική, χωρίς ποτέ να γογγύξει προς τον Θεό. Παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο, σε ηλικία 80 χρονών.

Διδαχές της Οσίας Συγκλητικής
τις οποίες έγραψε ο Μέγας Αθανάσιος

Δίδασκε η Οσία:

Παιδιά μου, ὅλοι ξέρομε, πῶς θά σωθοῦμε, ἀλλά χάνομε τήν σωτηρία μας ἀπό τήν πνευματική μας ἀμέλεια. Πρέπει λοιπόν, ἀρχικά, νά τηροῦμε μέ ἀκρίβεια τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου» «καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματθ. 22, 37-39). Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ νόμου καί τό πλήρωμα τῆς χάριτος. Λίγα λόγια, ἀλλά μέ πολλή καί μεγάλη δύναμι. Ὅλες οἱ ἀρετές ἐξαρτῶνται ἀπ᾽ αὐτή, γι᾽ αὐτό καί ὁ Ἀπ. Παῦλος ὀνομάζει τήν ἀ γ ά π η τέλος τοῦ νόμου. Αὐτή εἶναι ἑπομένως ἡ σωτηρία μας, ἡ διπλῆ ἀγάπη, ἡ ἀρχή καί τό τέλος κάθε καλοῦ ἔργου τῶν ἀνθρώπων.

Ἡ Οργή


Ἡ ὀργή εἶναι μικρό ἁμάρτημα. Τό πιό βαρύ ὅμως ἁμάρτημα ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἡ μνησικακία. Γιατί ὁ θυμός διαλύεται σάν τόν καπνό, πού θολώνει γιά λίγο τήν ψυχή, ἡ μνησικακία ὅμως σάν μόνιμη κατάσταση ἐξαγριώνει τήν ψυχή περισσότερο κι ἀπό θηρίο. Καί ὁ σκύλος, ὅταν χτυπήση κάποιο μέ μανία, μέ λίγη τροφή μαλακώνει, ὅπως καί τά ἄλλα θηρία, πού πραΰνονται μέ τήν ἀγάπη.



Ἐκεῖνος ὅμως, πού κυριεύεται ἀπό μνησικακία, οὔτε μέ παρακλήσεις ἀλλάζει, οὔτε μέ τροφή μαλακώνει, οὔτε μέ τόν χρόνο, πού μεταβάλλει τά πάντα, μπορεῖ νά θεραπευθῆ. Οἱ μνησίκακοι εἶναι οἱ πιό ἀσεβεῖς καί παράνομοι ἀπ᾽ ὅλους, γιατί δέν ὑπακούουν στά λόγια τοῦ Χριστοῦ πού λέει, «Ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου καί οὔτω προσάγαγε τό δῶρον» (Ματθ. 5,24) καί «μή ἐπιδυέτω ὁ ἥλιος ἐπί τῷ παροργισμῷ ὑμῶν» (Ἐφεσ. 4,26).


Ἡ ταπεινοφροσύνη


Τό πόσο καλή καί σωστική εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, φαίνεται καί ἀπό τό ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τήν ἐνδύθηκε γιά νά οἰκονομήση τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ μάλιστα εἶπε: «Μάθετε ἀπ᾽ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ» (Ματθ. 11,29). Πρόσεχε ποιός εἶναι αὐτός, πού μιλεῖ καί γίνε τέλειος μαθητής Του. Ἡ ἀρχή καί τό τέλος στά καλά ἔργα ἄς εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ἐννοῶ τό ταπεινό φρόνημα καί ὄχι μόνο τά σχήματα λόγου. Ὅταν ἡ ψυχή σκέπτεται ταπεινά, ταπεινές θά εἶναι καί οἱ ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις. Ἔχεις ἐφαρμόσει ὅλες τίς ἀρετές; Ὁ Κύριος τό ξέρει, ἀλλά ὁ Ἴδιος μᾶς λέει, ν᾽ ἀρχίζουμε πάλι ἀπό τήν ταπείνωση, λέγοντας, «ὅταν πάντα ποήσητε, εἴπατε. Δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν» (Λουκ. 17,10). 



Ἡ ταπεινοφροσύνη ἀποκτᾶται μέ ὀνειδισμούς, μέ ὕβρεις καί πόνους, σέ σημεῖο πού νά σέ ποῦν τρελλό καί ἀνόητο, πτωχό, ἀδύνατο καί τιποτένιο, ἀπρόκοπτο σέ καλά ἔργα, ἀνίκανο νά μιλᾶς, ἀνυπόληπτο, ἐξουθενωμένο. Αὐτά εἶναι τά νεῦρα τῆς ταπεινοφροσύνης. Κι ὁ Κύριος τά ἴδια ἄκουσε καί ἔπαθε. Καί Σαμαρείτη τόν εἶπαν καί δαιμονισμένο. Πῆρε τήν μορφή δούλου, μαστιγώθηκε καί γέμισε στό σῶμα Του πληγές.



Πρέπει λοιπόν κι ἐμεῖς νά μιμούμεθα τίς πράξεις τῆς ταπεινοφροσύνης. Εἶναι μερικοί, πού μέ ἐξωτερικά σχήματα ὑποκρίνονται τόν ταπεινό ἀπό φιλοδοξία, ἀλλά φανερώνονται ἀπό τά ἀποτελέσματα. Ὅταν τύχη νά ὑβριστοῦν ἐλαφρά, δέν ὑπομένουν, χύνοντας ἀμέσως τό δηλητήριό τους, σάν τά δηλητηριώδη φίδια.

Η Λύπη


στον ναό του Αγ. Ολαφ, Μπέργκεν
Παιδιά μου, ὅλοι ξέρομε, πῶς θά σωθοῦμε, ἀλλά χάνομε τήν σωτηρία μας ἀπό τήν πνευματική μας ἀμέλεια. Πρέπει λοιπόν, ἀρχικά, νά τηροῦμε μέ ἀκρίβεια τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου» «καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματθ. 22, 37-39). Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ νόμου καί τό πλήρωμα τῆς χάριτος. Λίγα λόγια, ἀλλά μέ πολλή καί μεγάλη δύναμι. Ὅλες οἱ ἀρετές ἐξαρτῶνται ἀπ᾽ αὐτή, γι᾽ αὐτό καί ὁ Ἀπ. Παῦλος ὀνομάζει τήν ἀ γ ά π η τέλος τοῦ νόμου. Αὐτή εἶναι ἑπομένως ἡ σωτηρία μας, ἡ διπλῆ ἀγάπη, ἡ ἀρχή καί τό τέλος κάθε καλοῦ ἔργου τῶν ἀνθρώπων.



Ὑπάρχει λύπη ὠφέλιμη καί λύπη καταστρεπτική. Γνωρίσματα τῆς καλῆς λύπης εἶναι ἡ θλῖψι γιά τά δικά μας ἁμαρτήματα, ἡ λύπη γιά τήν ἄγνοια, πού ἔχουν οἱ ἀδελφοί μας καί ὁ φόβος μήπως χάσουμε τήν ἀγαθή προαίρεσι καί δέν φθάσουμε στόν σκοπό τῆς σωτηρίας. Ἐνῶ τῆς ἄλλης, πού δημιουργεῖ ὁ ἐχθρός, εἶναι ἡ παράλογη καί ὑπερβολική θλῖψι, πού οἱ πατέρες τήν ὀνομάζουν ἀκηδία. Τό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀκηδίας καί τῆς λύπης, πρέπει νά τό διώχνουμε μέ τήν προσευχή καί τήν ψαλμωδία.



Ἄς προσέχῃ, λοιπόν, ὅποιος νομίζει πώς στέκεται, γιά νά μή πέσῃ. Γιατί αὐτός πού ἔπεσε, ἔχει μία μόνο φροντίδα, νά σηκωθῆ, ἐκεῖνος ὅμως, πού στέκεται, ἄς προσέχῃ νά μή πέσῃ, γιατί οἱ πτώσεις εἶναι διάφορες. Αὐτοί πού ἔπεσαν ἔχουν στερηθῆ τή θεία χάρι κι ὅταν σηκώθηκαν, ἡ ζημιά τους δέν ἦταν μικρή. Αὐτός πού στέκεται, ἄς μήν ἐξευτελίζη τόν ἄλλον πού ἔπεσε, μήπως πάθῃ κι αὐτός τά ἴδια καί βρεθῆ σέ χειρότερο βάραθρο. Εἶναι πολύ φυσικό, ἡ φωνή πού ἔρχεται ἀπό βαθύ πηγάδι καί καλεῖ σέ βοήθεια, νά μήν ἀκουσθῆ, ὅπως λέει καί ὁ ψαλμωδός: «Μή καταπιέτω με βυθός, μηδέ συσχέτω ἐπ᾽ ἐμέ φρέαρ τό στόμα αὐτοῦ» (Ψαλμ. 68,16).


Ὁ πρῶτος πού ἔπεσε, ἔμεινε (μέσα στό πηγάδι), σύ ὅμως πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, μήπως, ὅταν πέσῃς, δέν μπορέσης νά σηκωθῆς καί γίνης τροφή στά θηρία. Ἐκεῖνος, πού πέφτει δέν μπορεῖ νά κλείσῃ τήν πόρτα στόν πονηρό. Ἀλλά σύ μή νυστάξῃς καθόλου καί ψάλλε πάντοτε τό θεῖο ρητό: «Φώτισον τούς ὀφθαλμούς μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον» (Ψαλμ. 22,4). Τέλος νά ἀγρυπνῆς συνέχεια, γιατί ὁ διάβολος σάν λέοντας ὠρύεται κοντά σου.

Μνησικακία

Πρέπει λοιπόν νά προσέχουμε τήν μνησικακία. Ἀπ᾽ αὐτή γεννῶνται πολλά κακά, ὅπως ὁ φθόνος, ἡ λύπη καί ἡ καταλαλιά. Ἡ ζημιά πού κάνουν, ἄν καί φαίνεται μικρή, ὅπως τά λεπτά βέλη τοῦ ἐχθροῦ, εἶναι θανατηφόρα. Πολλές φορές τά τραύματα, πού προξενεῖ ἕνα δίκοπο μαχαίρι, ἤ ἕνα μεγάλο ξίφος, πού εἶναι ἡ πορνεία, ἡ πλεονεξία καί ὁ φθόνος, μποροῦν νά θεραπευθοῦν μέ τό σωτήριο φάρμακο τῆς μετανοίας. Ἡ ὑπερηφάνεια ὅμως, ἡ μνησικακία καί ἡ κατάκρισι, ἐπειδή θεωροῦνται μικρά βέλη, ξεφεύγουν ἀπό τήν προσοχή καί πληγώνουν τήν ψυχή θανατηφόρα, στά πιό σπουδαῖα μέρη. Κι αὐτά τήν φονεύουν, ὄχι τόσο μέ τίς μεγάλες πληγές, πού ἄνοιξαν, ὅσο μέ τήν ἀμέλεια, στήν ὁποία ρίχνουν τούς πληγωμένους. Γιατί, ἐπειδή περιφρόνησαν τήν καταλαλιά καί τά ἄλλα, σάν ἀσήμαντα, σιγά σιγά ἀπό τά ἴδια νικήθηκαν.

Κατάκριση

Στ᾽ ἀλήθεια ἡ κατάκρισι εἶναι βαρύ καί φοβερό ἁμάρτημα. Κι ὅμως εἶναι τροφή καί ἀνάπαυσι γιά πολλούς ἀνθρώπους. Σύ μή δεχθῆς ποτέ ν᾽ ἀκούσης κάτι σέ βάρος ἄλλου. Μή κάνεις τήν ψυχή σου δοχεῖο ἀπό ξένες κακίες. Κράτησε τήν ψυχή σου ἁπλῆ, γιατί ἄν δεχθῆς τήν ἀκαθαρσία τῶν κακῶν λόγων, μέ τίς σκέψεις θά φέρης ἐμπόδια στήν προσευχητική σου διάθεσι καί θά μισήσης χωρίς αἰτία, ὅσους συναντᾶς. Ἀφοῦ πρῶτα ἡ ἀκοή σου θά ἔχη μολυνθῆ μέ τίς κακολογίες, ὅλους θά τούς κοιτᾶς μέ ἀγένεια, ὅπως παθαίνει ὁ ὀφθαλμός, ὅταν κοιτάξη στό ἔγχρωμο δυνατό φῶς καί δέν μπορεῖ νά δῆ καθαρά τό σχῆμα αὐτῶν, πού βλέπει.

Γι αὐτό πρέπει νά προσέχουμε πολύ τήν γλῶσσα καί τήν ἀκοή μας. Νά μή λέμε τίποτα ἀλλά καί νά μήν ἀκοῦμε, μέ ἐμπάθεια· γιατί ἔχει γραφῆ, «Μή ἀκοήν ματαίαν παραδέξασθαι» (Ἐξ. 23,1) καί «τόν καταλαλοῦντα λάθρα τῷ πλησίον αὐτοῦ, τοῦτον ἐξεδίωκον» (Ψαλμ. 100,5). Καί στό ψαλτήρι, «ὅπως λαλήσῃ τό στόμα μου τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων» (Ψαλμ 16,4). Ἐμεῖς συνήθως μιλᾶμε, χωρίς νά ξέρουμε. Πρέπει λοιπόν νά μήν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη σέ ὅσα λέγονται, οὔτε νά κατακρίνουμε ὅσους κατακρίνουν, ἀλλά σύμφωνα μέ τήν Γραφή νά ἐφαρμόζουμε τό «Ἐγώ δέ ὡσεί κωφός οὐκ ἤκουον καί ὡσεί ἄλαλος οὐκ ἀνοίγων τό στόμα μου» (Ψαλμ. 37,14).

Σέ καμμιά περίπτωσι δέν κάνει νά χαιρώμαστε στήν δυστυχία κάποιου ἀνθρώπου, ὅσο ἁμαρτωλός κι ἄν εἶναι. Μερικοί μάλιστα, ὅταν βλέπουν κάποιο νά μαστιγώνεται ἤ νά φυλακίζεται ἀπό ἄγνοια, λένε «Ὁ στρώσας κακῶς ταλαιπωρήσει ἐν τῷ δεινῶ», δηλ. ὅποιος δέν στρώσει καλά, θά κοιμηθῆ καί ἄσχημα. Σύ λοιπόν, πού ἔχεις τακτοποιήσει καλά τά θέματά σου, νομίζεις πώς θά ἀναπαυθῆς στήν ζωή σου; Καί τί θά ποῦμε γι᾽ αὐτό, πού λέει ἡ Γραφή, «ἕν συνάντημα τῷ δικαίῳ καί τῷ ἁμαρτωλῷ»; Ἡ ζωή μας πάνω στή γῆ εἶναι ἴδια, ἄσχετα ἄν ἡ πολιτεία μας εἶναι διαφορετική.

Ὅπως δέν κάνει νά μισοῦμε τούς ἐχθρούς μας, τό ἴδιο δέν κάνει νά περιφρονοῦμε καί νά ἐξευτελίζουμε τούς ραθύμους στήν ἀρετή. Μερικοί γιά (νά δικαιολογήσουν) τούς ἑαυτούς τους χρησιμοποιοῦν τό Γραφικό,«Μετά ὁσίου ὅσιος ἔσῃ» καί «μετά στρεβλοῦ συνδιαστρέψεις» (Ψαλμ. 17, 26-27) καί λένε ὅτι πρέπει ν᾽ ἀποφεύγουμε τούς ἁμαρτωλούς γιά νά μή διαστραφοῦμε. Ἀλλά ἐξ ἀγνοίας πράττουν τά ἀντίθετα. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐδῶ δέν παραγγέλλει τήν ἀποφυγή, γιά νά μή γίνουμε στρεβλοί, ἀλλά τήν προσπάθεια (πού πρέπει νά δείξουμε) γιά τήν διόρθωσί τους. Τό «συνδιαστρέψεις» θά πῆ νά στρέψης τόν κακό (ἄνθρωπο) στόν ἑαυτό σου, στήν ἀρετή, ἀπό ἀριστερά στά δεξιά.


Εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο νά προσπαθῆ νά διδάσκη, ὅποιος δέν μπόρεσε νά ζήση ἔμπρακτα τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ὅπως αὐτός πού ἔχει παλαιό σπίτι καί ἑτοιμόρροπο, ὅταν φιλοξενήση ξένους, κινδυνεύει νά τούς βλάψη μέ τήν πτώση τοῦ οἰκήματος, τό ἴδιο κι αὐτοί, ἐπειδή δέν ἔκτισαν σταθερά τό πνευματικό τους οἰκοδόμημα, θά ὁδηγήσουν στήν καταστροφή ὅσους τούς πλησιάζουν νά ὠφεληθοῦν μαζί μέ τούς ἑαυτούς τους. Γιατί, ἐνῶ μέ τά λόγια τους τούς κάλεσαν στήν σωτηρία, μέ τό κακό τους παράδειγμα τούς σκανδάλισαν πολύ. Τά καλά καί θεωρητικά λόγια μοιάζουν μέ εἰκόνα ζωγραφικῆς, πού ἔχει γίνει ἀπό χρώματα, ἕτοιμα νά διαλυθοῦν σέ λίγο χρόνο ἀπό τούς ἀνέμους καί τίς σταγόνες τῆς βροχῆς. Τήν πρακτική ὅμως διδασκαλία οὕτε ὁλόκληρος αἰώνας δέν θά μπορέση νά διαλύση. Γιατί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, λαξεύοντας τά πιό σκληρά μέρη τῆς ψυχῆς, χαρίζει στούς πιστούς τήν αἰώνια μορφή τοῦ Χριστοῦ.

Για αμελείς και ράθυμες ψυχές, έλεγε η μακαρία Συγκλητική


Τὶς ἀμελεῖς καὶ ρᾴθυμες ψυχές, ἔλεγε ἡ μακαρία Συγκλητική, κι ἐκεῖνες ποὺ ἀπὸ νωθρότητα δὲν καταφέρνουν νὰ προκόψουν στὴν ἀρετή, καθὼς καὶ ὅσες κυριεύονται εὔκολα ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση, πρέπει νὰ τὶς ἐνθαρρύνουμε. Ἂν μάλιστα παρουσιάσουν ἀκόμα κι ἕνα μικρὸ καλό, νὰ τὸ θαυμάζουμε καὶ νὰ τὸ μεγαλοποιοῦμε. Ἀπεναντίας, καὶ τὰ πιὸ σοβαρὰ καὶ μεγάλα σφάλματά τους, νὰ τὰ χαρακτηρίζουμε μπροστά τους σὰν πολὺ μικρὰ κι ἀσήμαντα. Γιατὶ ὁ διάβολος, ποὺ θέλει ὅλα νὰ τὰ διαστρέφει γιὰ νὰ μᾶς κολάσει, προσπαθεῖ νὰ κρύβει ἀπὸ τοὺς ἀγωνιστὲς καὶ τοὺς ἐπιμελεῖς στὴν ἄσκηση τὶς ἁμαρτίες τους, κάνοντάς τους νὰ τὶς ξεχνοῦν, γιὰ νὰ τοὺς ρίξει ἔτσι στὴν ὑπερηφάνεια. Ἐνῷ, ἀντίθετα, στὶς ἀρχάριες καὶ ἀστερέωτες ψυχὲς παρουσιάζει ἐξογκωμένα τὰ ἁμαρτήματά τους, γιὰ νὰ τὶς ρίξει σὲ ἀπελπισία.


Νὰ πῶς πρέπει λοιπὸν νὰ παρηγοροῦμε τὶς ψυχὲς αὐτὲς ποὺ κλονίζονται: Νὰ τοὺς θυμίζουμε τὴν ἀπέραντη συμπάθεια καὶ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.

Νὰ τὶς βεβαιώνουμε πὼς ὁ Κύριός μας εἶναι πολυέλεος καὶ σπλαγχνικὸς καὶ μακρόθυμος, ἕτοιμος πάντα νὰ ἀνακαλέσει τὴν καταδίκη τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων (πρβλ. Ἰωὴλ 2:13). Σ᾿ αὐτὲς τὶς ψυχὲς νὰ φέρνουμε καὶ μαρτυρίες ἀπὸ τὶς ἅγιες Γραφές, ποὺ νὰ φανερώνουν τὴν ἀπροσμέτρητη συμπάθεια τοῦ Θεοῦ σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἁμάρτησαν καὶ μετανόησαν.

Νὰ τοὺς λέμε, γιὰ παράδειγμα:
  • Πὼς ἡ Ραὰβ ἦταν πόρνη, ἀλλὰ σώθηκε χάρη στὴν πίστη της (Ἰησ. Ναυῆ 2:1 κ.ἔ. Ἑβρ. 11:31).
  • Πὼς ὁ Παῦλος ἦταν διώκτης, ἔγινε ὅμως σκεῦος ἐκλογῆς (Πράξ. 9:1 κ.ἔ.)
  • Καὶ πὼς ὁ λῃστὴς λεηλατοῦσε καὶ σκότωνε, ἀλλὰ μ᾿ ἕναν του μόνο λόγο ἄνοιξε πρῶτος τη θύρα τοῦ παραδείσου (Λουκ. 23:39-43).
  • Νὰ τοὺς λέμε ἀκόμα γιὰ τὸν εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο (Ματθ. 9:9-13) καὶ τὸν τελώνη (Λουκ. 18:9-14) καὶ τὸν ἄσωτο (Λουκ. 15:11-32)
  • καὶ κάθε ἄλλη παρόμοια περίπτωση. Καὶ μὲ ὅλ᾿ αὐτὰ νὰ στηρίζουμε τὶς ἀδύνατες ψυχές, γλιτώνοντάς τες ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση.
Τὶς ψυχὲς πάλι ποὺ κυριεύονται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια, νὰ τὶς διορθώνουμε μὲ πιὸ ἐντυπωσιακὰ παραδείγματα.

Νὰ ἐνεργοῦμε δηλαδὴ σὰν τοὺς πολὺ ἔμπειρους κηπουρούς, πού, ὅταν δοῦν ἕνα φυτὸ καχεκτικὸ καὶ ἀσθενικό, τὸ ποτίζουν μὲ ἄφθονο νερὸ καὶ τὸ περιποιοῦνται μὲ πολλὴ φροντίδα, γιὰ ν᾿ ἀναπτυχθεῖ κὰ νὰ δυναμώσει. Ἐνῷ, ἀντίθετα, ὅταν δοῦν σ᾿ ἕνα φυτὸ πρόωρα βλαστάρια, κλαδεύουν τὰ περιττά, γιὰ νὰ μὴν ξεραθοῦν σύντομα. Ἀλλὰ καὶ οἱ γιατροί, σ᾿ ἄλλους ἀρρώστους συνιστοῦν πολυφαγία καὶ κινητικότητα, ἐνῷ σ᾿ ἄλλους ἐπιβάλλουν μακρόχρονη δίαιτα καὶ ἀκινησία».

Εκ του εν Αγίοις Πατρός ημών Αθανασίου
Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας
«Ο Βίος τῆς Ὁσίας Συγκλητικῆς»
Ο Βίος της Οσίας Συγκλητικής

εικόνα από τον ναό του Αγίου Όλαφ, Μπέργκεν Νορβηγίας
εικόνα από τον ναό του Αγίου Όλαφ, Μπέργκεν Νορβηγίας


Η Αγία Συγκλητική γεννήθηκε περί το 270 μ.Χ στη Μακεδονία. Οι γονείς της, ήταν πλούσιοι και ευσεβείς Χριστιανοί. Προτίμησαν την Αλεξάνδρεια να εγκατασταθούν μόνιμα, γιατί εκεί είχαν ακούσει, ότι υπήρχαν περισσότεροι Χριστιανοί. Εκείνη την περίοδο Αρχιεπίσκοπος Αλεξάνδρειας, ήταν ο Μέγας Αθανάσιος, για τον οποίο είχαν ακούσει πολύ καλά λόγια. Έτσι, μόλις ξενιτεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν, η πρώτη τους δουλειά ήταν, να τον γνωρίσουν. Αυτή τους η γνωριμία τους βοήθησε να γνωρίσουν καλύτερα τις Χριστιανικές Αλήθειες, αλλά και η κόρη τους Συγκλητική, να διδαχθεί σωστά το δρόμο της αρετής.

Κατάφεραν να τη μορφώσουν όσο καλύτερα μπορούσαν, δίδοντάς της συγχρόνως και Χριστιανική ανατροφή. Από νωρίς άρχισαν να φαίνονται τα πλούσια ψυχικά της χαρίσματα, που την έκαμαν να ξεχωρίζει από τους συμμαθητές της. Όμως, και η σπάνια σωματική της ομορφιά, ήταν για τους νέους της εποχής, μια διαρκή πρόκληση. Τα προξενιά, έφθαναν στους γονείς της το ένα μετά το άλλο και πολλοί ήταν οι νέοι, που τη ζητούσαν σε γάμο. Την ίδια άποψη είχαν και οι γονείς της, που τη θεωρούσαν έτοιμη για γάμο και άρχισαν διακριτικά να την πιέζουν. Μάλιστα δε, για να την πείσουν, χρησιμοποιούσαν το επιχείρημα, ότι θέλουν απογόνους στην οικογένειά τους. 



Η κατά πάντα, όμως, άψογη Συγκλητική, δε συμφωνούσε καθόλου με την άποψη των γονιών της. Την ενδιέφερε ο Ουράνιος Νυμφίος Χριστός και Αυτόν, ήθελε να υπηρετήσει. Έτσι, τα δάκρυα των γονιών και των συγγενών, δεν τη συγκινούσαν ιδιαίτερα. Ζούσε ασκητική ζωή, με συνεχή προσευχή , αλλά και νηστεία. Μάλιστα δε, για τη νηστεία έλεγε, ότι είναι το μοναδικό γιατρικό, για το σώμα και τη ψυχή. Τη θεωρούσε δε μια, από τις μεγαλύτερες αρετές.

  • Όταν δε, μετά από λίγο διάστημα πέθαναν οι γονείς της, χάρισε την περιουσία της στους πτωχούς και τα ορφανά της Αλεξάνδρειας και έφυγε από την πόλη. Εγκαταστάθηκε σε έρημη τοποθεσία ιδρύοντας Μοναστήρι, που εφάρμοζε τους δικούς της ασκητικούς κανόνες. Πλήθος δε γυναικών την ακολούθησαν, που επέλεξαν να μονάσουν μαζί της. 

Ήταν για όλες παράδειγμα και υπόδειγμα Μοναχής και τις ευχαριστούσε να συνομιλούν μαζί της και να ασκούνται στην υπακοή και την ταπείνωση. Φρόντιζε πάντα, να μη βλέπει κανείς την προσωπική της ζωή και τα έργα της, γιατί δεν ήθελε καμιά ανθρώπινη διαφήμιση. Ο στόχος της ήταν, όχι μόνο πώς θα κάνει το καλό, αλλά πώς, θα το κρύψει από τους άλλους. Ήταν, έτσι, γεμάτη από πίστη και έλαμπε από χαρά και ταπείνωση. Όσο δε περνούσε ο χρόνος, άρχισαν να ανθίζουν οι αρετές της και οι ευωδίες τους έφθαναν, σε όλους τους ανθρώπους.

Ήταν δε, πάντα πρόθυμη να συμβουλέψει, αλλά και να διδάξει τις μοναχές, όταν εκείνες της το ζήταγαν. Έτσι, όταν, κάποια στιγμή τη ρώτησαν πώς πρέπει να πολεμούμε το διάβολο, εκείνη τους έδωσε την εξής απάντηση:

  • «Πρέπει να γνωρίζουμε, ότι όσο ανεβαίνουμε τα πνευματικά σκαλοπάτια, τόσο ο διάβολος προσπαθεί να μας πολεμήσει με τις παγίδες του. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάντοτε άγρυπνες στους λογισμούς, που συχνά μας πολεμούν. Ο εχθρός μας, προκειμένου να γκρεμίσει τον οίκο της ψυχής μας, ή από τα θεμέλια τον γκρεμίζει, ή από τη σκεπή. Δένει πρώτα το νοικοκύρη και μετά κυριεύει, όλα τα πράγματα του οίκου. Το θεμέλιο της ψυχικής μας οικίας είναι τα καλά έργα. Η σκεπή είναι η πίστη μας και τα παράθυρα είναι οι αισθήσεις μας. Αυτά χρησιμοποιεί, προκειμένου να μας πολεμήσει ο εχθρός μας. Γι’ αυτό, όποιος στέκει να προσέχει να μην πέσει. Γιατί αυτός που έπεσε, έχει μόνο μια φροντίδα, πώς να σηκωθεί. Ενώ, αυτός που στέκει πρέπει να φυλάγεται συνέχεια, για να μην πέσει. Κανείς από μας δεν πρέπει να κατηγορεί τον πεσμένο, αλλά να φοβάται για τον εαυτό του, μήπως γλιστρήσει και πέσει στο βάθος του γκρεμού. Όμως, για εκείνο που στέκει, υπάρχει διπλός ο φόβος, αλλά και ο κίνδυνος. Όταν τον πολεμά ο εχθρός του, να μην ολιγοψυχήσει και επανέλθει στα παλιά του πάθη, αλλά και να προσέχει, να μην εξαπατηθεί από την υπερηφάνειά του. Ο εχθρός μας, αφού μεταχειριστεί όλα του τα όπλα, αφήνει τελευταίο την υπερηφάνεια. Είναι το μεγαλύτερο καταστρεπτικό δηλητήριο, με το οποίο, ποτίζει την ψυχή μας. Την κάνει να φαντάζεται, ότι γνωρίζει εκείνα, που δε ξέρουν οι άλλοι και να πιστεύει, ότι ξεπερνά τους άλλους στις νηστείες και ότι έχει περισσότερες αρετές. Το χειρότερο δε, την κάνει να ξεχνά, τις δικές της αμαρτίες. Η αιτία της υπερηφάνειας είναι η παρακοή και το γιατρικό της, είναι η υπακοή....».
Γι’ αυτή της τη διδασκαλία, αλλά και τη συμπεριφορά γενικότερα, τη φθόνησε θανάσιμα ο διάβολος, που προσπαθούσε να βρει τους δικούς του διαβολικούς τρόπους, να την εξοντώσει. Έβλεπε, ότι η Οσία Συγκλητική είχε χωθεί για τα καλά στα δικά του χωράφια, αφαιρώντας του καθημερινά τμήματα, από την ανθρώπινη περιουσία του. Έπρεπε να βρει γρήγορα τρόπους, να την βγάλει από τη μέση, χτυπώντας την στο σώμα κατάλληλα. Της έδωσε τέτοιο πόνο στα εντόσθια της, που δε μπορούσε κανείς να τη βοηθήσει. Στη συνέχεια της πλήγωσε τον πνεύμονα και θα μπορούσε εάν ήθελε, να τη θανατώσει. Όμως αυτό ήθελε να το πετύχει με αργούς ρυθμούς, προκειμένου να την τυραννήσει περισσότερο. 

Οι πόνοι για την Οσία ήταν ανυπόφοροι και ο πυρετός της κρατούσε συνέχεια συντροφιά. Έτσι, καθημερινά υπόφερε και έλιωνε σαν κερί. Την αρρώστια της την αντιμετώπιζε μεγαλόψυχα και δεν κατάπεσε, αλλά ούτε και λιποψύχησε. Όμως, είχε το κουράγιο και τη δύναμη να συμβουλεύει τις μοναχές, που έδειχναν να τα έχουν χαμένα. Μάλιστα δε τους έλεγε:
  • «ότι δεν πρέπει ποτέ να είναι αμέριμνες οι ψυχές, που είναι αφιερωμένες στο Θεό, γιατί βοηθούν τον εχθρό, να ακονίζει τα δόντια του. Δεν υπάρχει κακός άνθρωπος τους έλεγε, που να μην έχει μέσα του μια σπίθα από καλοσύνη. Όπως, δεν υπάρχει και καλός, που να μην έχει μέσα του κάποια κακία. Πάντοτε συμβαίνει να βρίσκεται μέρος του καλού στους κακούς ανθρώπους, όπως υπάρχει και μέρος κακού στους καλούς ανθρώπους».
Είχε, έτσι, το κουράγιο και τη δύναμη να συμβουλεύει τις μοναχές, οι οποίες την άκουγαν με ανοιχτό το στόμα. Όμως, κάποιος ενοχλούνταν και ήθελε να της το κλείσει, αφαιρώντας της έτσι τη δυνατότητα να ομιλεί. Τα σωτήρια λόγια της Οσίας εξόργιζαν περισσότερο το διάβολο, που, όσο την έβλεπε να ανδρειώνεται, του κακοφαίνονταν. Έβλεπε, ότι την τυραννική του εξουσία συνέχεια τη νικούσε η Οσία και αυτός να κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια, δεν το δέχονταν. Αποφασίζει να της χτυπήσει τα όργανα της φωνής, προκαλώντας της ολική αφωνία. Έτσι, δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιεί πλέον, το προφορικό λόγο και να συμβουλεύει τις μοναχές. Όμως και απ’ αυτή τη πληγή, υπήρξε όφελος για τις μοναχές. Οι σωματικές της πληγές, τις δυνάμωνε περισσότερο στην αρετή και τους γιάτρευε, τις πληγωμένες τους ψυχές.


Τέλος, και αυτές τις σχέσεις της Οσίας με τις μοναχές, ήθελε να κλονίσει ο διάβολος, γιατί τον ενοχλούσαν αφάνταστα. Καταστρώνει λοιπόν το διαβολικό του σχέδιο, χτυπώντας με νέα πληγή την Οσία. Της σαπίζει ένα δόντι, και το σάπισμα επεκτείνεται σε όλο της το σαγόνι. Μια βαρεία δυσοσμία, έβγαινε από το στόμα της. Οι μοναχές που την φρόντιζαν, δε μπορούσαν να την πλησιάσουν. Σκέφτηκαν να καλέσουν γιατρό, μήπως και μπορέσει και την βοηθήσει. Εκείνη, δεν ήθελε να το ακούσει και τους έλεγε με νοήματα: 

  • «να μη βλέπετε αυτό που φαίνεται, αλλά να ζητάτε αυτό, που κρύβεται».
Τρεις ολόκληρους μήνες, αγωνίστηκε η Οσία, με τις ανυπόφορες πληγές της. Η σωματική της δύναμη χαλάρωνε κάθε μέρα, γιατί δε μπορούσε να βάλει τίποτα στο στόμα της, αλλά και να κοιμηθεί από τους πόνους. Μάζεψε τις μοναχές και τους είπε, ότι σε τρείς μέρες, θα φύγει από κοντά τους. Έτσι την τρίτη μέρα και σε ηλικία 80 χρονών, εγκατέλειψε την παρούσα ζωή και κέρδισε την Αιώνια, που είναι η Βασιλεία των Ουρανών.

Η Μητέρα των Γυναικών της ερήμου Η αγία Συγκλητική



Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη († 2010)

H EΠOXH MAΣ, αγαπητοί μου, είναι εποχή φοβεράς αποστασίας από το Θεό. Πολλα σημάδια το μαρτυρούν. Mεταξύ των σημείων που βοούν ότι ο κόσμος εξέκλινε από το δρόμο του Kυρίου είναι και η αποστροφή, η απέχθεια, το μίσος, που αισθάνεται ο σημερινός κόσμος προς ό,τι ο Kύριος διατάζει, και μάλιστα προς την παρθενική ζωή. H παρθενική ζωή είναι εκείνο που ο Xριστός αγάπησε πάνω απ’ όλα, εκείνο που εκήρυξε ως την κορυφή της ευαγγελικής αρετής, και προς αυτήν εκάλεσε και καλεί τις ψυχές εκείνες που θέλουν να ζήσουν μια ανώτερη ζωή.

["Σημείωση Ν.": προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, ο Χριστός το αναφέρει αυτό το κατά Ματθαίον, 19, 10-12.: όταν οι μαθητές του είπαν "τότε δε συμφέρει να παντρεύεται ο άνθρωπος" (αν πρέπει να μη χωρίζει), απάντησε: "Αυτό το λόγο δεν τον αντέχουν όλοι, αλλά όποιος έχει το χάρισμα· γιατί... υπάρχουν κάποιοι που ευνούχισαν τον εαυτό τους για τη βασιλεία των ουρανών· όποιος μπορεί, ας το αντέξει" (μιλάει μεταφορικά και προφανώς εννοεί τους μοναχούς). Ο απόστολος Παύλος (Α' Κορινθ. 7, 32-40) εξηγεί το γιατί "ο γάμος είναι καλός, αλλά η παρθενία καλύτερη": όχι για κάποιο μίσος κατά του σώματος ή του έρωτα, πράγμα που ο χριστιανισμός ξεκαθάρισε από την αρχή ενάντια στο μανιχαϊσμό, το γνωστικισμό κ.ά. που όντως μισούσαν το σώμα και την ύλη, αλλά επειδή το να είναι κάποιος άγαμος του επιτρέπει να αφοσιωθεί 100% στο Χριστό και στην ένωση μαζί Του και με όλα τα όντα. Αυτό δεν είναι κάποια φρικτή διαστροφή, αλλά το πανεπιστήμιο του χριστιανισμού, που, όπως κάθε πανεπιστήμιο, δεν είναι για όλους, αλλά για λίγους. Λεπτομέρειες εδώ (περί γάμου & έρωτα) και εδώ (περί μοναχισμού)].

Για την παρθενική ζωή, που είναι το μυρίπνοο άνθος της ευαγγελικής αρετής, ο κόσμος εκφράζεται περιφρονητικά. Oταν ακουστεί ότι ένας νέος ή μία νέα, από τους χιλιάδες νέους και νέες, αποφάσισε ν’ ακολουθήσει την οδό της τελείας αυταπαρνήσεως, της ολοκληρωτικής αφοσιώσεως στόν Kύριο, ο κόσμος εξανίσταται. Φίλοι και συγγενείς κινητοποιούνται και με ποικίλα μέσα αγωνίζονται να αποτρέψουν από το δρόμο αυτό. Kαι αν δεν το κατορθώσουν, τότε στρέφονται με λύσσα εναντίον εκείνων που υποπτεύονται ότι συνετέλεσαν στό να λάβει ο νέος ή η νέα μια τέτοια ηρωϊκή απόφασι. Oι ταλαίπωροι! Δεν θέλουν να καταλάβουν, ότι η ιδέα της παρθενικής ζωής και πολιτείας προέρχεται απ’ αυτόν τον Kύριο και σαν σπόρος ουράνιος σπείρεται και ριζώνει στις εκλεκτές ψυχές· και ό,τι σπείρει ο ουρανός, δεν μπορεί να το ξερριζώσει όλη η γη.

Tί λόγια πικρίας, διαβολής και συκοφαντίας βγαίνουν από τα στόματα των εχθρών της παρθενικής ζωής! Oι άνθρωποι αυτοί είναι αιρετικοί, παρθενομάχοι, θεομάχοι. Διότι εάν είναι αίρεσι να εμποδίζει κάποιος το γάμο (βλ. A' προς Tιμόθεον 4, 3), πολύ περισσότερο είναι αίρεσι το να εμποδίζει κανείς την παρθενική ζωή. Αλλά οι κήρυκες της αληθείας δεν πρέπει να δειλιάσουν. H Oρθόδοξος Eκκλησία, παρ’ όλη την πολεμική του σαρκικού και υλόφρονος κόσμου κατα της παρθενικής ζωής, δεν πρέπει να υποστείλει τη σημαία της αληθείας. Aντιθέτως έχει ιερά υποχρέωσι να κηρύξει και στό θέμα αυτό ό,τι είπε ο Kύριος, ό,τι έγραψαν οι μεγάλοι διδάσκαλοι και πατέρες της Eκκλησίας, ό,τι απεφάνθησαν τοπικές και οικουμενικές Σύνοδοι. Nαί, τίμιος ο γάμος, θείο μυστήριο· αλλά παραπάνω από το γάμο η εν Xριστώ αγαμία. Πολύτιμος ο γάμος σάν το ασήμι, αλλά η παρθενική ζωή πρέπει να εκτιμάται σαν χρυσάφι. Kαι γιατί, παρακαλώ, μητέρες πρέπει να λέγωνται μόνο εκείνες που γεννούν απλώς παιδια ―καί που πολλές φορές δεν είναι εις θέσιν να τα διαπαιδαγωγήσουν―, και δεν είναι άξιες του τίτλου της μητέρας, της πνευματικής μητέρας, εκείνες οι ηρωΐδες γυναίκες που δεν ήλθαν μεν σέ γάμο, δεν γέννησαν φυσικα παιδιά, αλλα ανέθρεψαν ξένα, περιέθαλψαν ορφανά, προστάτευσαν εγκαταλελειμμένα πλάσματα, διενυκτέρευσαν δίπλα στό κρεβάτι ασθενών, ανακούφισαν τον ανθρώπινο πόνο, εστάλαξαν βάλσαμο παρηγοριάς σέ θλιμμένες καρδιές, και έλειωσαν σάν αναμμένες λαμπάδες επάνω στήν αγάπη του πλησίον;

Τμήμα μωσαϊκού ναού του Αγίου Απολιναρίου του νέου στη Ραβέννα (526 μ.Χ)
Τμήμα μωσαϊκού ναού του Αγίου Απολιναρίου 
του νέου στη Ραβέννα (526 μ.Χ)

Mία τέτοια πνευματική μητέρα, η οποία απέκτησε χιλιάδες πνευματικα παιδια που την αγάπησαν παραπάνω από τις σαρκικές τους μητέρες, υπήρξε η αγία Συγκλητική, την οποία εορτάζουμε (στις 5 Ιανουαρίου).

H αγία Συγκλητική γεννήθηκε στήν Aλεξάνδρεια γύρω στα τέλη του τρίτου αιώνος. Oι γονείς της ήταν ευσεβείς και πλούσιοι, κατήγοντο δε από τή Mακεδονία. H κόρη αυτή ήταν όχι μόνο περίβλεπτος για την καταγωγή και την κοινωνική θέσι των γονέων της, αλλα και στολισμένη με όλα εκείνα που θεωρούν οι άνθρωποι τερπνα και ευχάριστα. Πολλοί νέοι την ζήτησαν σέ γάμο λόγω της ωραιότητός της, της μεγάλης περιουσίας της, και της ευγενείας των γονέων της. Aλλ’ η σώφρων και ηρωϊκή κόρη δεν άκουγε. Eίχε στραμμένο το νού και την καρδιά της στήν αγάπη του Θεού. Aγαπούσε τή σιωπή, την εγκράτεια, την άσκησι, τή νηστεία. Aσκήτευε μέσα στό πατρικό της σπίτι· αλλα ασκήτευε κατα τέτοιο τρόπο, ώστε να διαφεύγει την προσοχή των άλλων.

Mετα το θάνατο των γονέων της μοίρασε σέ φτωχούς όλη την περιουσία της και μαζί με μία μικρότερη τυφλή αδελφή της απεσύρθη σέ ένα ταπεινό οικίσκο έξω από την πόλι. Eκεί από ένα πρεσβύτερο [=ιερέα] έγινε μοναχή και δέχθηκε το μοναχικό σχήμα.
Στό αναχωρητήριο αυτό άρχισε να δέχεται τις νέες από την Aλεξάνδρεια, που την επεσκέπτοντο, και τους δίδασκε την εν Xριστώ ζωή. H φήμη της διεδόθη σέ όλη την Aίγυπτο. Ό,τι ήτο ο Mέγας Aντώνιος για τους άνδρες, ήτο η αγία Συγκλητική για τις γυναίκες.
  • Για την οσία Συγκλητική ο άγιος Nικόδημος ο Aγιορείτης λέει, ότι αυτή ήτο η παρθένος εκείνη η οποία φιλοξένησε μέσα στό σπήλαιο τον Mέγα Aθανάσιο κατά τους διωγμούς του· και ότι ο Mέγας Aθανάσιος, που έγραψε τον βίο του Mεγάλου Aντωνίου, συνέγραψε και τον βίο της οσίας Συγκλητικής, την οποία παρουσιάζει ως υπόδειγμα ευαγγελικής αρετής για τις γυναίκες.
Tο σύγγραμμα αυτό περιέχει πλούσια διδάγματα, βαθεια νοήματα, σοφα αποφθέγματα, όλα αποστάγματα εμπειρίας πνευματικής ζωής, και εκφράζει το υγιές φρόνημα της Oρθοδοξίας περί γάμου και αγαμίας. Zωγραφίζει την ωραιότητα της παρθενικής ζωής, αλλα και εφιστά την προσοχή των παρθένων γυναικών, που διάλεξαν το δρόμο αυτό του Kυρίου. O δρόμος αυτός δεν είναι κάποια κοσμική άνεσις. Oχι. Ξερρίζωμα κακιών, νέκρωσις πονηρών επιθυμιών, απάρνησις του κόσμου, συνεχές μαρτύριο. Σταυρός είναι η μοναχική ζωή, σταυρός ισόβιος. Kαι αν η παρθένος δεν προσέξει, μπορεί να καταποντισθεί, ενώ αντιθέτως μία έγγαμος γυναίκα, αν προσέχει και έχει στήν καρδιά της τον θείο φόβο, μπορεί να σωθεί. Για όλες και για όλους είναι μέγας ο κίνδυνος, κηρύττει η οσία. Πλέουμε όλοι, σάν σε θάλασσα, ανάμεσα σέ σκοπέλους και υφάλους· έχουμε μεγάλη ανάγκη προσοχής.

H διδασκαλία, που βγαίνει από το στόμα της οσίας Συγκλητικής είναι γλυκυτάτη. Mοιάζει με κηρήθρα, και οι ψυχές που ποθούν την ουράνιο διδασκαλία εντρυφούν σάν μέλισσες στό πνευματικό αυτό μέλι. Kαι όχι μόνο όσοι και όσες ζούν την παρθενική ζωή, αλλα και όσοι και όσες ζούν στόν κόσμο και παλεύουν με ποικίλες δυσχέρειες, μπορούν στα λόγια της να βρούν εποικοδομητική διδαχή.

Συνιστούσε την αγάπη ως διαρκή και ακατάπαυστο πρόοδο της αρετής. H σωτηρία μας είναι να τηρούμε την εντολή της διπλής αγάπης· «Aγαπήσεις Kύριον τον Θεόν σου εν όλη τη ψυχή σου» και «τόν πλησίον σου ως σεαυτόν» (Mατθ. 22,37-39). Eτόνιζε πόσο σπουδαίος είναι ο αγών για τή σωφροσύνη. Eδίδασκε την αξία της ακτημοσύνης. Προέτρεπε να λέμε τα ελαττώματα και όχι τα προτερήματά μας, να καταπολεμούμε τους πονηρούς λογισμούς, να προσέχουμε από τους λογισμούς της υπερηφανείας αλλα και της απογνώσεως, να διώχνουμε το θυμό, τή μνησικακία, την καταλαλιά [κατάκριση των άλλων]. Yπεδείκνυε την αξία της ταπεινοφροσύνης.

Όλοι ωφελούνται από τα λόγια της, ιδίως όμως οι ασθενείς που επί μήνες και χρόνια βρίσκονται στό κρεβάτι του πόνου· αν διαβάσουν το βίο της, πολύ θα παρηγορηθούν.
  • Διότι η οσία Συγκλητική προς το τέλος της ζωής της προσεβλήθη από αλλεπάλληλες αρρώστιες και έδειξε ιώβειο υπομονή, δοξάζοντας και ευχαριστώντας πάντοτε τον Kύριο.
Eίθε, αγαπητοί μου, η μελέτη του βίου και της διδασκαλίας της οσίας Συγκλητικής να συντελέσει στήν αναζωπύρωσι του θρησκευτικού αισθήματος των ορθοδόξων, ώστε ν’ αναφλεχθεί το πύρ της θεϊκής εκείνης αγάπης που ήλθε ν’ ανάψει ο Kύριος επί της γής. Eίθε πολλές καρδιές ν’ αγαπήσουν τον αληθινό Nυμφίο, το Xριστό, όπως τον αγάπησε εκείνη. Έτσι θα φανεί, ότι και στις ημέρες μας ο Kύριος εξακολουθεί ν’ απευθύνει την πρόσκληση «Aκολούθει μοι» (Mατθ. 9,9) και να καλεί σέ υπερτάτη θυσία τις εκλεκτές ψυχές.

Επιμέλεια: www.sophia-ntrekou.gr