Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ -ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ -ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων ΡΙΨΙΜΙΑΣ, ΓΑΪΑΝΗΣ και των συν αυταίς ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ, τον αριθμόν τριάκοντα δύο.



site analysis

Τη ΚΗ΄ (30η) Σεπτεμβρίου, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων ΡΙΨΙΜΙΑΣ, ΓΑΪΑΝΗΣ και των συν αυταίς ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ, τον αριθμόν τριάκοντα δύο.

Ριψιμία, Γαϊανή και αι συν αυταίς αθλήσασαι Άγιαι Παρθένοι και μονάζουσαι Γυναίκες ήσαν κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού, εν έτει 292. Προεστώσα δε τούτων και Καθηγουμένη ήτο η Γαϊανή. Όταν δε έμελλεν ο Διοκλητιανός να συζευχθή, μαθών ότι η Ριψιμία ήτο ωραιοτάτη και περικαλλεστάτη, πέμψας ανθρώπους έκαμεν εις αυτήν λόγους περί γάμων. Η δε Αγία, αγαπώσα θερμώς την παρθενίαν, φεύγει κρυφίως μαζί με την Καθηγουμένην Γαϊανήν και με άλλας παρθένους, τον αριθμόν εβδομήκοντα, αίτινες φθάσασαι εις την πόλιν της Αρμενίας Αραράτ, εκεί εκρύπτοντο μέσα εις τινας ληνούς.
Ο Διοκλητιανός λοιπόν, μη δυνάμενος να ησυχάση από τον έρωτα της Ριψιμίας, και μαθών περί αυτής ότι έφυγε, γράφει εις τον βασιλέα της Αρμενίας Τιριδάτην, ζητών από αυτόν να στείλη την Ριψιδίαν ή, αν θέλη, να την λάβη αυτός εις γυναίκα του. Ο δε Τιριδάτης ερευνήσας και μαθών από εκείνους, οι οποίοι είδον αυτήν, πόσον ήτο ωραία και εύμορφος, παρευθύς και αυτός ηχμαλωτίσθη από τον προς αυτήν έρωτα. Όθεν έστειλεν εις αυτήν φορέματα βασιλικά, ίνα φορέσασα ταύτα έλθη προς αυτόν. Η δε Αγία ουδέ να ακούση ήθελε το τοιούτον, αλλά μόνον κατεγίνετο εις την προς τον Θεόν προσευχήν. Όθεν εις τον τόπον εις τον οποίον ευρίσκοντο αι παρθένοι αιφνιδίως έγινε μία φοβερά βροντή. Και μετά της βροντής ηκούσθη και μία θεϊκή φωνή, η οποία ενεδυνάμωσε τας παρθένους τόσον, ώστε αυταί μεν έλαβον εκ ταύτης μεγάλον θάρρος, πολλοί δε από τους απίστους, τους απεσταλμένους δηλαδή υπό του Τριδάτου, έμειναν άφωνοι, εκπλαγέντες δια το αιφνίδιον της βροντής· άλλοι δε πεσόντες από τους ίππους, και υπ’ αυτών καταπατηθέντες, εθανατώθησαν. Ο δε Τιριδάτης, ταύτα μαθών, δεν ήλθεν εις συναίσθησιν, μεθύων από τον έρωτα. Δια τούτο και βιαστικώς έφερεν εις τα βασίλεια την παρθένον, εμβάς δε εις τον κοιτώνα, με παντοίους τρόπους εκολάκευε και παρεκίνει την Οσίαν να κλίνη εις τον σκοπόν του· η δε γία κατήσχυνεν αυτόν και άφθορος έμεινε με την του Χριστού δύναμιν. Αλλ’ ο Τιριδάτης, μη υποφέρων τον σατανικόν έρωτα, επρόσταξε να έλθη η Καθηγουμένη Γαϊανή και να συμβουλεύση την Ριψιμίαν, ίνα πεισθή εις την κακήν γνώμην του. Παρασταθείσα δε έμπροσθέν του η Γαϊανή, έκαμεν όλως το εναντίον, παρακινούσα την Ριψιμίαν και ενισχύουσα αυτήν εις το να αντισταθή ανδρείως, και να μη κλίνη εις την βίαν του βασιλέως. Τούτου ένεκα προστάττει ο βασιλεύς να κτυπήσωσι με πέτρας τους οδόντας της Γαϊανής και να τους θραύσωσιν, ούτω δε να στείλωσιν αυτήν εξόριστον εις μακρινόν τόπον. Ο βασιλεύς λοιπόν, επειδή απέτυχε του ποθουμένου, εκυλίετο κατά γης από τον ακράτητον έρωτα. Η δε αοίδιμος Ριψιμία, εξελθούσα νικήτρια από το παλάτιον, όταν εγένετο νυξ, επήγεν εις τας άλλας συμπαρθένους. Και παραλαβούσα αυτάς, μεταβαίνει εις άλλον τόπον, εκεί πλησίον ευρισκόμενον, ένθα ισταμένη προσηύχετο. Αφού δε παρήλθεν ολίγη ώρα της νυκτός, ιδού και έρχεται εις τας παρθένους ο του βασιλέως αρχιμάγειρος, ομού με πολλούς δορυφόρους, κρατούντες λαμπάδας πολλάς. Και ευθύς αρπάζουσι την Ριψιμίαν, και δέσαντες οπίσω τας χείρας της κόπτουσι την γλώσσαν της. Έπειτα απλώνουσιν αυτήν επάνω εις ξύλα όρθια και την κατακαίουσι με λαμπάδας. Είτα σχίζουσι την κοιλίαν της με ξύλον οξύτατον, και εκχύνουσι κατά γης τα σπλάγχνα της. Επειδή δε ακόμη ολίγον εσπάραττεν η Αγία, εξορύττουσι και τους οφθαλμούς της. Τέλος όλον το σώμα της κατακόπτουσιν εις λεπτά τεμάχια και ούτως η σωφρονεστάτη Ριψιμία μεταβαίνει παρθένος και άφθορος προς ον επόθησε Νυμφίον Χριστόν. Μετ’ αυτής εφονεύθησαν και άνδρες Χριστιανοί εβδομήκοντα. Επειδή δε τριακονταδύο συμπαρθένοι Μοναχαί επήγαν να συνάξωσι τα λείψανα της Αγίας, δια τούτο γνωρισθείσαι από τους ασεβείς ξίφει τας κεφαλάς απετμήθησαν. Την δε μακαρίαν Γαϊανήν, ομού και άλλας δύο παρθένους, ρίψαντες κατά γης, ετέντωσαν τας χείρας και τους πόδας των και ετρύπησαν τους αστραγάλους των. Έπειτα φουσκώσαντες αυτάς ως ασκούς δια μέσου τινών συρίγγων, εξέδαραν όλον το δέρμα του σώματός των και έκοψαν τας γλώσσας των. Μετά ταύτα έσχισαν τας κοιλίας των με πέτρας και με σιδηρά όργανα, και έδειξαν έμπροσθέν των κεχυμένα όλα των τα εντόσθια. Τελευταίον δε ξίφει τας κεφαλάς των απέκοψαν, και ούτως έλαβον αι μακάριαι της αθλήσεως τους στεφάνους. Εις τιμήν δε των πρθένων τούτων τρεις Ναούς έκτισεν ύστερον ο της μεγάλης Αρμενίας Γρηγόριος και άλλοι δε Ναοί τούτων εκτίσθησαν εφεξής εις διάφορα μέρη της Αρμενίας. 

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2019

Τη ΚΗ΄ (30η) Σεπτεμβρίου, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων ΡΙΨΙΜΙΑΣ, ΓΑΪΑΝΗΣ και των συν αυταίς ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ, τον αριθμόν τριάκοντα δύο.



site analysis


Ριψιμία, Γαϊανή και αι συν αυταίς αθλήσασαι Άγιαι Παρθένοι και μονάζουσαι Γυναίκες ήσαν κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού, εν έτει 292. Προεστώσα δε τούτων και Καθηγουμένη ήτο η Γαϊανή. Όταν δε έμελλεν ο Διοκλητιανός να συζευχθή, μαθών ότι η Ριψιμία ήτο ωραιοτάτη και περικαλλεστάτη, πέμψας ανθρώπους έκαμεν εις αυτήν λόγους περί γάμων. Η δε Αγία, αγαπώσα θερμώς την παρθενίαν, φεύγει κρυφίως μαζί με την Καθηγουμένην Γαϊανήν και με άλλας παρθένους, τον αριθμόν εβδομήκοντα, αίτινες φθάσασαι εις την πόλιν της Αρμενίας Αραράτ, εκεί εκρύπτοντο μέσα εις τινας ληνούς.
Ο Διοκλητιανός λοιπόν, μη δυνάμενος να ησυχάση από τον έρωτα της Ριψιμίας, και μαθών περί αυτής ότι έφυγε, γράφει εις τον βασιλέα της Αρμενίας Τιριδάτην, ζητών από αυτόν να στείλη την Ριψιδίαν ή, αν θέλη, να την λάβη αυτός εις γυναίκα του. Ο δε Τιριδάτης ερευνήσας και μαθών από εκείνους, οι οποίοι είδον αυτήν, πόσον ήτο ωραία και εύμορφος, παρευθύς και αυτός ηχμαλωτίσθη από τον προς αυτήν έρωτα. Όθεν έστειλεν εις αυτήν φορέματα βασιλικά, ίνα φορέσασα ταύτα έλθη προς αυτόν. Η δε Αγία ουδέ να ακούση ήθελε το τοιούτον, αλλά μόνον κατεγίνετο εις την προς τον Θεόν προσευχήν. Όθεν εις τον τόπον εις τον οποίον ευρίσκοντο αι παρθένοι αιφνιδίως έγινε μία φοβερά βροντή. Και μετά της βροντής ηκούσθη και μία θεϊκή φωνή, η οποία ενεδυνάμωσε τας παρθένους τόσον, ώστε αυταί μεν έλαβον εκ ταύτης μεγάλον θάρρος, πολλοί δε από τους απίστους, τους απεσταλμένους δηλαδή υπό του Τριδάτου, έμειναν άφωνοι, εκπλαγέντες δια το αιφνίδιον της βροντής· άλλοι δε πεσόντες από τους ίππους, και υπ’ αυτών καταπατηθέντες, εθανατώθησαν. Ο δε Τιριδάτης, ταύτα μαθών, δεν ήλθεν εις συναίσθησιν, μεθύων από τον έρωτα. Δια τούτο και βιαστικώς έφερεν εις τα βασίλεια την παρθένον, εμβάς δε εις τον κοιτώνα, με παντοίους τρόπους εκολάκευε και παρεκίνει την Οσίαν να κλίνη εις τον σκοπόν του· η δε γία κατήσχυνεν αυτόν και άφθορος έμεινε με την του Χριστού δύναμιν. Αλλ’ ο Τιριδάτης, μη υποφέρων τον σατανικόν έρωτα, επρόσταξε να έλθη η Καθηγουμένη Γαϊανή και να συμβουλεύση την Ριψιμίαν, ίνα πεισθή εις την κακήν γνώμην του. Παρασταθείσα δε έμπροσθέν του η Γαϊανή, έκαμεν όλως το εναντίον, παρακινούσα την Ριψιμίαν και ενισχύουσα αυτήν εις το να αντισταθή ανδρείως, και να μη κλίνη εις την βίαν του βασιλέως. Τούτου ένεκα προστάττει ο βασιλεύς να κτυπήσωσι με πέτρας τους οδόντας της Γαϊανής και να τους θραύσωσιν, ούτω δε να στείλωσιν αυτήν εξόριστον εις μακρινόν τόπον. Ο βασιλεύς λοιπόν, επειδή απέτυχε του ποθουμένου, εκυλίετο κατά γης από τον ακράτητον έρωτα. Η δε αοίδιμος Ριψιμία, εξελθούσα νικήτρια από το παλάτιον, όταν εγένετο νυξ, επήγεν εις τας άλλας συμπαρθένους. Και παραλαβούσα αυτάς, μεταβαίνει εις άλλον τόπον, εκεί πλησίον ευρισκόμενον, ένθα ισταμένη προσηύχετο. Αφού δε παρήλθεν ολίγη ώρα της νυκτός, ιδού και έρχεται εις τας παρθένους ο του βασιλέως αρχιμάγειρος, ομού με πολλούς δορυφόρους, κρατούντες λαμπάδας πολλάς. Και ευθύς αρπάζουσι την Ριψιμίαν, και δέσαντες οπίσω τας χείρας της κόπτουσι την γλώσσαν της. Έπειτα απλώνουσιν αυτήν επάνω εις ξύλα όρθια και την κατακαίουσι με λαμπάδας. Είτα σχίζουσι την κοιλίαν της με ξύλον οξύτατον, και εκχύνουσι κατά γης τα σπλάγχνα της. Επειδή δε ακόμη ολίγον εσπάραττεν η Αγία, εξορύττουσι και τους οφθαλμούς της. Τέλος όλον το σώμα της κατακόπτουσιν εις λεπτά τεμάχια και ούτως η σωφρονεστάτη Ριψιμία μεταβαίνει παρθένος και άφθορος προς ον επόθησε Νυμφίον Χριστόν. Μετ’ αυτής εφονεύθησαν και άνδρες Χριστιανοί εβδομήκοντα. Επειδή δε τριακονταδύο συμπαρθένοι Μοναχαί επήγαν να συνάξωσι τα λείψανα της Αγίας, δια τούτο γνωρισθείσαι από τους ασεβείς ξίφει τας κεφαλάς απετμήθησαν. Την δε μακαρίαν Γαϊανήν, ομού και άλλας δύο παρθένους, ρίψαντες κατά γης, ετέντωσαν τας χείρας και τους πόδας των και ετρύπησαν τους αστραγάλους των. Έπειτα φουσκώσαντες αυτάς ως ασκούς δια μέσου τινών συρίγγων, εξέδαραν όλον το δέρμα του σώματός των και έκοψαν τας γλώσσας των. Μετά ταύτα έσχισαν τας κοιλίας των με πέτρας και με σιδηρά όργανα, και έδειξαν έμπροσθέν των κεχυμένα όλα των τα εντόσθια. Τελευταίον δε ξίφει τας κεφαλάς των απέκοψαν, και ούτως έλαβον αι μακάριαι της αθλήσεως τους στεφάνους. Εις τιμήν δε των πρθένων τούτων τρεις Ναούς έκτισεν ύστερον ο της μεγάλης Αρμενίας Γρηγόριος και άλλοι δε Ναοί τούτων εκτίσθησαν εφεξής εις διάφορα μέρη της Αρμενίας.   

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019

Αγία Ακυλίνα, Την σκότωσαν στο ξύλο για την πίστη της, οι “ανεκτικοί” Οθωμανοί…



site analysis




Tην φύσιν ούσα θήλυ η Aκυλίνα,
Aνήρ εδείχθη γεννάδας προς βασάνους.
Η Αγία Ακυλίνα καταγόταν από το χωριό Ζαγκλιβέρι της Θεσσαλονίκης και ανατράφηκε από γονείς ευσεβείς. Ο πατέρας της όμως, σκότωσε ένα Τούρκο, μετά από φιλονικία μαζί του. Για ν’ αποφύγει την τιμωρία του θανάτου, δέχτηκε τον μουσουλμανισμό. Αλλά η μητέρα της έμεινε σταθερή στον Χριστό και κάθε μέρα δίδασκε στην Ακυλίνα την αρετή και την πίστη. Παρά τις επίμονες προσπάθειες του πατέρα της και τις απειλές των Τούρκων, η Ακυλίνα δεν αρνήθηκε τον Χριστό. Όταν την οδηγούσαν στο μαρτύριο την ακολουθούσε και η μητέρα της, που την παρότρυνε σ’ αυτό. Η Ακυλίνα ήλεγχε με θάρρος τους Τούρκους και τη θρησκεία τους, με αποτέλεσμα να πεθάνει μαρτυρικά, μετά από πολυήμερο ραβδισμό, στις 27 Σεπτεμβρίου 1764 μ.Χ. σε ηλικία 19 ετών.
Κανείς δεν γνωρίζει που εναπόθεσαν οι συντοπίτες της το τίμιο λείψανο της. Λέγεται πως οι Τούρκοι θέλησαν ακόμη και νεκρή να την κάνουν δική τους, γι’ αυτό και διέταξαν να την θάψουν στο τούρκικο νεκροταφείο που ήταν κοντά στο τζαμί για να ικανοποιήσουν έτσι τον άσβεστο εγωισμό τους. Έτσι κι έγινε. Το θεόσταλτο όμως φώς, που σαν άστρο κατέβηκε από τον ουρανό και στάθηκε πάνω από τον τάφο της, ήταν το σημείο που υποχρέωσε τους χριστιανούς συμπατριώτες της να κλέψουν το σώμα της και να το ενταφιάσουν κάπου όπου θα ήταν ασφαλές. Κατά την παράδοση, τα ονόματα των τολμηρών αυτών ανθρώπων ήταν Τσόπλας, Καλημέρης και Μπούκλας, οι οποίοι λέγεται πως έκαναν όρκο να μην μαρτυρήσουν ποτέ σε κανέναν το μυστικό, γιατί θα υπήρχε ο φόβος να βρεθεί το άγιο λείψανο της στα χέρια των Τούρκων. Χριστιανοί πολλοί έχουν φύγει έκτοτε από τη ζωή με τον καημό να προσκυνήσουν τα ιερά λείψανα της. Σήμερα έχει χτιστεί προς τιμήν της περικαλλής και μεγαλοπρε­πής Ιερός Ναός ο οποίος, όμως, παραμένει ελλιπής χωρίς την ευλογία των αγίων της λειψάνων.

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019

Η τελείωση της Αγίας Θέκλας (24 Σεπτεμβρίου)



site analysis




agia_theklaΟι θαυματουργικές θεραπείες που επιτελούσε η αγία Θέκλα ήταν για τους πολλούς πράγμα ευχάριστο και άξιο θαυμασμού και ενδιαφέροντος· για τους γιατρούς όμως της Σελεύκειας ήταν πολύ βαρύ και ενοχλητικό, επειδή νόμιζαν ότι το γεγονός αυτό αποτελούσε προσβολή γι’ αυτούς, όπως άλλωστε ήταν και φυσικό, αλλά και διότι βλάπτονταν τα οικο¬νομικά τους συμφέροντα. Δηλαδή από την ιατρική τους τέ¬χνη, η οποία ήταν η μόνη πηγή για τα προς το ζειν, δεν μπορούσαν να έχουν καμιάν ωφέλεια. Έτσι λοιπόν κυριαρχήθη¬καν από άγριο φθόνο και μανία κατά της Αγίας. Και τί σκέφτηκαν, και τί έπραξαν; Πράγμα αληθώς πονηρό· και μεστό δόλου και δηλητηρίου· και άξιο του παγκάκιστου διαβόλου, που βάζει στο νου των ανθρώπων τέτοια πράγματα. Λοιπόν, συγκεντρώθηκαν όλοι τους και, αφού κατέστρωσαν τρόπον τινά καθέδρα διεφθαρμένων και φθοροποιών, έκαναν λόγο μεταξύ τους για το πρόβλημα που τους προέκυψε, λέγοντας: «Η παρθένος αυτή είναι ιέρεια της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος -έτσι νόμιζαν από τη μεγάλη τους ανοησία- και επιθυμεί πά¬ρα πολύ να διατηρεί την παρθενία της άφθορη και αμόλυντη. Επειδή λοιπόν δεν υπάρχει άλλο αίτιο της οικείωσής της προς τη θεά, παρά μόνο το προτέρημα της αγνείας, το προτέ-ρημα τούτο να της το καταστρέψουμε. Και να πως: αφού πά¬ρουμε για τον σκοπό αυτό μερικούς άνδρες και νεαρούς, αισχρούς και ακόλαστους, και διεγείρουμε τις ορμές τους με πολύ κρασί και προσφορά χρυσού, να τους εξαπολύσουμε εναντίον της». Έτσι σκέφτηκαν, έτσι έπραξαν. Επέλεξαν δη¬λαδή κάποιους ακόλαστους και βδελυρούς νέους και τους εξαπέστειλαν εναντίον της παρθένου, για να αγωνιστούν τον αισχρό αγώνα· και το χειρότερο, έχοντας αυτοί οι ανόσιοι άνδρες την κακία τους μισθωμένη και δεχθεί ήδη στα χέρια τους, για τη νίκη, την αμοιβή για το κακούργημα.
Λοιπόν, οι αναίσχυντοι εκείνοι άνδρες πήγαν στο σπήλαιο και χτύπησαν τη θύρα. Η Αγία δε (η οποία βεβαίως γνώριζε διά της θείας Χάριτος τον λόγο της αφίξεως εκεί αυτών των πονηρών και βδελυρών ανδρών) άνοιξε τη θύρα και τους είπε: «Παιδιά μου, τί θέλετε;». Έτσι, γλυκά και ήρεμα τους μίλησε. Ήθελε δηλαδή με την κοσμιότητα του ήθους και με την απλότητα των λόγων να κάμψει και να καταισχύνει την αναίσχυντη και θρασύτατη ορμή τους. Εκείνοι δε αμέσως τη ρώτησαν: «Ποιά είναι εδώ που ονομάζεται Θέκλα;». Και η μακάρια αυτή γυναίκα είπε: «Και τί λόγος υπάρχει σ’ εσάς να την αναζητείτε; Εγώ είμαι». Αμέσως δε εκείνοι, δείχνοντας ότι ήταν ίδιοι με αυτούς που ο λάρυγγάς τους είναι τάφος ανοιχτός, ξεστόμισαν αναιδώς ωσάν από πηγή βρόμικη βρόμικο νερό τον λόγο: «Τί άλλο; παρά να κοιμηθούμε μ’ αυτήν. Και όντως, για το σκοπό αυτό ήρθαμε». Η Θέκλα όμως, ω της αγίας εκείνης και ψυχής και φωνής!, είπε: «Εγώ είμαι γριά, πλην όμως δούλη του Κυρίου μας Ιησού Χρι¬στού· και αν αποπειραθείτε να πράξετε σ’ εμένα κάτι το πονη¬ρό και αισχρό, δεν θα μπορέσετε να το κατορθώσετε». Αλλά οι κακοηθέστατοι εκείνοι άνδρες επέμεναν -και αυτό αποτελούσε επιβεβαίωση της κακότητάς τους-, λέγοντας στην Αγία: «Είναι αδύνατον να αποχωρήσουμε από εδώ, προτού πράξουμε αυτό για το οποίο ήρθαμε». Και ενώ έλεγαν αυτά, έκα¬ναν απόπειρες και κρατούσαν τη Μάρτυρα σφιχτά. Εκείνη όμως, με ήρεμη όψη και ήπια λόγια, τους είπε: «Περιμένετε λίγο, παιδιά μου, και θα δείτε τη δόξα του Θεού». Και επειδή δεν είχε τι να κάνει, αφού την είχε πιάσει εκείνος ο αναίσχυντος συρφετός και την είχαν περικυκλώσει σκύλοι πολλοί (την είχαν πράγματι στα χέρια τους και ορμούσαν με μανία να τη βιάσουν), ύψωσε το βλέμμα της στον ουρανό και είπε: «Κύριε Παντοκράτορ, ο μόνος δυνατός και οικτίρμων, η ελπίδα των απελπισμένων, η βοήθεια των αβοήθητων, Εσύ που με διέσωσες από το πυρ και τα θηρία, από τον Θάμυρη και τον Αλέξανδρο και από το λάκκο, παρέχοντάς μου πα-ντού χείρα βοήθειας, και ευδόκησες διά του προσώπου μου να δοξαστεί το θειο όνομά Σου· και τώρα λοιπόν, Κύριε ο Θεός μου, γλίτωσέ με από τα χέρια αυτών των άνομων, και μην αφήσεις να βεβηλωθεί η παρθενία μου, την οποία αφιέρωσα σε Εσένα και στο όνομά Σου, Νυμφίε άμωμε, και Εσένα προσκυνώ τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα τώρα και στους αιώνες».
Και κλείνοντας την προσευχή της με το «Αμήν», κατήλθε σ’ αυτήν φωνή εξ ουρανού, λέγουσα: «Μη φοβάσαι, Θέκλα· είμαι μαζί σου, δούλη μου αληθινή. Σήκωσε λοιπόν τα μάτια σου και κοίταξε πως μια πέτρα έχει ανοιχτεί μπροστά σου. Αυτή για σένα θα είναι οίκος αιώνιος και σ’ αυτήν θα δεχθείς την ανάπαυσή σου». Και η Μάρτυς κοίταξε προσεκτικά και είδε μπροστά της πέτρα ανοιγμένη όσο χρειαζόταν να χωρέσει ένας άνθρωπος. Αμέσως δε η Αγία, κατά το παράγγελμα, διαφεύγοντας από τα χέρια των ακόλαστων εκείνων ανδρών, μπήκε μέσα στην πέτρα ενώ ταυτόχρονα ενώθηκαν τα δύο μέ¬ρη της πέτρας εκείνης και έγιναν ένα, έτσι που δεν διακρινόταν καμία αρμογή. Σ’ εκείνους δε τους βέβηλους άνδρες, μό¬λις είδαν αυτό το μεγάλο θαύμα, επακολούθησε απορία και έκπληξη. Και βέβαια αυτοί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε πλέον, αφού δεν είχαν στα χέρια τους τη Μάρτυρα. Και επει¬δή δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε, άρπαξαν το ωμοφόριο της Αγίας και, σχίζοντάς το, απόκοψαν από αυτό ένα κομμά¬τι. Τούτο όμως έγινε κατά θεία οικονομία, αφενός προς επιβεβαίωση του γενόμενου θαύματος και αφετέρου προς ευλογία και παραμυθία των μεταγενέστερων θεοσεβών και φιλόχριστων.
Η γενναία και πανένδοξη Θέκλα οδηγήθηκε στο μαρτύ¬ριο, όντας περίπου δεκαοκτώ ετών· στην οδοιπορία δε, στην άσκηση στο όρος και στον υπόλοιπο βίο της πέρασαν συνολι¬κά εβδομήντα δύο έτη. Επομένως η Πρωτομάρτυς εξεδήμησε προς Κύριον άγοντας ήδη το ενενηκοστό έτος της ηλικίας της.
Τέτοιο ήταν το τέλος της θαυμαστής Θέκλας· τέτοιος και ο επίγειος βίος της· τέτοιο και το μαρτύριό της για τον Χριστό. Είθε, λοιπόν, και εμείς να την έχουμε πάντοτε άγρυπνο φύλα¬κα των ψυχών μας, μεσίτρια ευάρεστη στον Θεό, βοήθεια γρήγορη και αποτελεσματική κατά τους κινδύνους. Και με τις πρεσβείες της είθε να τύχουμε των αιωνίων αγαθών εν Χρι¬στώ Ιησού τω Κυρίω ημών, στον Οποίο πρέπει η δόξα και το κράτος τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Συμεών του Μεταφραστού, Η άθληση και το μαρτύριο των Αγίων Αγάθης, Βαρβάρας, Ευφημίας, Θέκλας, Ιουλιανής, Σοφίας και των θυγατέρων αυτής, εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 128-131. Μετάφραση Γεωργίου Παπαδημητρόπουλου, Θεολόγου, Φιλολόγου-Λυκειάρχου)

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

Η αγία οσιομάρτυς Σωσάννα



site analysis


IMG_2070 (1)
Η μνήμη της τελείται στις 19 Σεπτεμβρίου.
Λίθο πολύτιμο, ατίμητο μαργαριτάρι στο περιδέραιο της πίστεως, κρίκο χρυσό στην αλυσίδα των αγίων της Εκκλησίας μας αποτελεί η οσιομάρτυς Σωσάννα. Γυναίκα ανδρεία (Παροιμ. λα΄ 10), που απώθησε το ασθενές του φύλου της και με την ισχύ της θείας χάριτος, που » πάντοτε τα ασθενή θεραπεύει και τα ελλείποντα αναπληροί «, ενεδύθη με ανδρικό φρόνημα, με την » πανοπλία του Θεού » (Εφεσ. στ΄ 11) και νικηφόρως διεξήγαγε τον αγώνα της στην ασκητική και αθλητική παλαίστρα.
Άνθος ευθαλέστατο, που προήλθε από δυσσεβή ρίζα, ανεβλάστησε η Σωσάννα από πατέρα Έλληνα ειδωλολάτρη και μητέρα Εβραία, τον Αρτέμιο και τη Μάρθα, κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού (286-305). Πατρίδα είχε την Παλαιστίνη. Σε νεαρή ηλικία αρνήθηκε την » ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες » (Τιτ. α΄ 12), προσέτρεξε στην πίστη του Χριστού, κατηχήθηκε και ομολόγησε μιά πίστη και «εν βάπτισμα» (Εφεσ. δ΄ 5) ενώπιον του πρεσβυτέρου Σιλβανού.
Με το θάνατο των γονέων της, η Σωσάννα ελευθερώνει τους δούλους της και υπακούοντας στο θεϊκό πρσταγμα «πώλησον τα υπάρχοντά σου και δος πτωχοίς «(Ματθ. ιθ΄ 21) διανέμει την περιουσία της στους έχοντες ανάγκη και ακολουθεί το δρόμο της μοναδικής πολιτείας. Ενδύεται ανδρικά ενδύματα, «κείρεται την κεφαλή» και καταφεύγει σε ανδρικό κοινόβιο με το όνομα Ιωάννης. Στη Μάνδρα αυτή της περιοχής των Ιεροσολύμων, που αναδεικνύεται για τη Σωσάννα σχολείο αρετών, «απεκδύεται τον παλαιό άνθρωπο «(Κολοσ. γ΄ 9) και με συνεχείς αγώνες επιδιώκει την ηθική τελείωση και τη νήψη κατά την προτροπή του αποστόλου Πέτρου (Α΄ Πετρ. ε΄ 8). Αναδεικνύεται προϊστάμενος της Μάνδρας και η φήμη της ως Ιωάννου ξεπερνά τα στενά όρια του περιβάλλοντος της Μονής. Οι Άγγελοι χαίρονται στον ουρανό και οι δαίμονες φρίττουν βλέποντες την πνευματική προκοπή της Σωσάννης. Αυτοί βάζουν μιά προσκυνήτρια να συκοφαντήσει τη Σωσάννα, που θεωρούσε άνδρα, ότι προσπάθησε να την παρακινήσει στην αμαρτία. Η γενναία, όμως, δούλη του Χριστού δέχεται προθύμως το πικρό ποτήρι της συκοφαντίας. Πιστεύει ότι στο τέλος η αλήθεια θα λάμψει σαν τον ήλιο, όπως και έγινε.
Ο επίσκοπος Ελευθερουπόλεως που ήλθε για ανακρίσεις πρότεινε την καθαίρεση του Ιωάννου, που, όμως, αμυνόμενος ζήτησε δύο παρθένες διακόνους της Εκκλησίας, ενώπιον των οποίων απεκάλυψε την γυναικεία του φύση. Ο Επίσκοπος εκπληττόμενος, όχι μόνο απάλλαξε τον Ιωάννη – Σωσάννα από την κατηγορία, αλλά θαυμάζων το σθεναρό της φρόνημα τη χειροτονεί διάκονο της Εκκλησίας. Από τη θέση αυτή η Σωσάννα υπηρέτησε την Εκκλησία με πολύ ζήλο και απόλυτη αφοσίωση » τω πνεύματι ζέουσα τω Κυρίω δουλεύουσα» (Ρωμ. ιβ΄ 1). Έτσι έγινε δοχείο ουρανίων δωρεών και προικίσθηκε και με τη χάρη των θαυμάτων. Η καρδιά της, φωτιά που φλεγόταν από την αγάπη προς το Νυμφίο Χριστό ζητεί τώρα να ενωθεί όσο το δυνατό ενωρίτερα μαζί του. Επιθυμεί διακαώς το μαρτύριο.
Όταν ο βασιλιάς Αλέξανδρος έρχεται στην Ελευθερούπολη και προσφέρει θυσία στα αναίσθητα είδωλα, η Σωσάννα τα κρημνίζει με μόνη την προσευχή της και με παρρησία ομολογεί την «καλή ομολογία «(Α΄ Τιμοθ. στ΄ 12). Ο δρόμος του μαρτυρίου ανοίγεται τώρα μπροστά της. Τραχύς μα ωραίος θέλγει τη γενναία αθλήτρια. Της κόβουν τους μαστούς, αλλά με τη χάρη του Θεού, αυτοί ξαναγίνονται υγιείς. Και τότε το θαύμα παίρνει άλλες διαστάσεις. Το πλήθος των παρισταμένων μη μπορώντας να κατανοήσει το γενόμενο πιστεύει στο Θεό, δέχεται προθύμως το μαρτύριο και αποκεφαλίζεται. Συναριθμείται έτσι στο πλήθος των αθλητών της πίστεως.
Στο στόμα της μακαρίας Σωσάννης οι άνομοι δήμιοι ρίχνουν λειωμένο μόλυβδο, που της κατακαίει τα σπλάγχνα. Και πάλι, όμως, με τη χάρη του Θεού, μένει αβλαβής. Ντροπιάζονται οι ασεβείς από τα καταπληκτικά αυτά γεγονότα. Εθελοτυφλούν με το να απορρίπτουν την αλήθεια της αληθινής πίστεως. Επιμένουν να προτιμούν το σκοτάδι από το φως. Έτσι κτυπούν ανελέητα τη Σωσάννα και τέλος το βασανισμένο της σώμα το ρίχνουν στη φωτιά.
Από αυτήν η ψυχή της πολυάθλου μάρτυρος εξέρχεται στεναφηφόρος. Παίρνει τον κότινο της νίκης, » τον αμαράντινο της δόξης στέφανο » (Α΄ Πετρ. ε΄ 4) που της παραδίδει ο Κύριος καλώντας της κοντά του στην άληκτη μακαριότητα, στη βασιλεία των ουρανών. Εκεί η Σωσάννα απολαμβάνει τη θέα του κάλλους του ωραίου της Νυμφίου και τον παρακαλεί να καταστήσει και όλους εμάς άξιους μιμητές του ηρωϊκού της φρονήματος και της προς αυτόν αμετάθετης αγάπης και πίστεώς της.
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας
Υμνογράφος

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2019

Η Αγία Σοφία και οι τρεις θυγατέρες της Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη



AgiesSofiaAgapiPistiElpidaΤου Λάμπρου Κ. Σκόντζου στην Romfea.gr
Θεολόγου - Καθηγητού

Η οικογένεια αποτελεί πρώτιστη αξία για την χριστιανική μας πίστη, η οποία χαρακτηριζόταν στην αρχαία εποχή ως «κατ οίκον εκκλησία».
Μια από αυτές τις άγιες οικογένειες υπήρξε και αυτή της αγίας Σοφίας και των θυγατέρων της, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.
Έζησαν τον 2ο μ. Χ. αιώνα, όταν βασίλευε στη Ρώμη ο ειδωλολάτρης και έκφυλος αυτοκράτορας Αδριανός (117-138). Κατάγονταν από την Ιταλία.
Η Σοφία είχε ευγενή καταγωγή. Χήρεψε πολύ νέα, μένοντας με τις τρεις θυγατέρες της. Ζούσε ενάρετη και αγνή ζωή, μεγαλώνοντας τα τρία βλαστάρια της ως αληθινές Χριστιανές κόρες, διαφέροντας από τις κόρες των ειδωλολατρών, τις οποίες μεγάλωναν μέσα στην ακολασία, που υπαγόρευε η λατρεία των ανήθικων «θεών» τους.
Τους έδωσε, όχι τυχαία, τα ονόματα των τριών κορυφαίων χριστιανικών αρετών, που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, «νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη» (Α΄ Κορ.13,13).
Για κάποιο λόγο αναγκάστηκε να μεταβεί μαζί με τις κόρες της να ζήσει στη Ρώμη, στη μεγάλη πόλη, όπου κυριαρχούσε η πιο χυδαία μορφή της ειδωλολατρίας και άκμαζε η ακολασία, όπου συνέχιζαν να βιώνουν με ακρίβεια τη χριστιανική ζωή, χωρίς να τις αγγίζει η ηθική κατάπτωση των ειδωλολατρών.
Προσπαθούσαν δε να δείχνουν με το παράδειγμά τους τη νέα εν Χριστώ ζωή.
Οι ειδωλολάτρες όμως ρωμαίοι, οι οποίοι μισούσαν θανάσιμα τους Χριστιανούς τις κατάγγειλαν στις αρχές ότι δεν τιμούν τους «θεούς» της αυτοκρατορίας και δεν συμμετέχουν στην καθιερωμένη θυσία προς τιμήν του «θεού» αυτοκράτορα.
Αυτό άλλωστε σήμαινε για τους ρωμαϊκούς νόμους με έσχατη προδοσία και τιμωρούνταν με θάνατο, αν δεν άλλαζαν γνώμη.
Ο Αντίοχος, διοικητής της Ρώμης, ενημέρωσε τον Αδριανό, ότι η πατρικία Σοφία, μαζί με τις τρεις κόρες της είναι Χριστιανές.
Ο αυτοκράτορας διέταξε να τις συλλάβουν και να τις οδηγήσουν δέσμιες μπροστά του. Προσπάθησε με κολακείες να τις μεταπείσει να αρνηθούν την πίστη τους και να θυσιάσουν στα είδωλα.
Κατόπιν τις ξεχώρισε, φυλάκισε χωριστά τη μητέρα από τις κόρες της, ώστε να μη μπορούν να ενθαρρύνονται μεταξύ τους. Όμως η Σοφία βρήκε τον τρόπο και επικοινώνησε με τις κόρες της, στις οποίες σύστησε εμμονή στην πίστη τους με κάθε τίμημα.
Εκείνες απάντησαν στη μητέρα τους ότι δεν πρόκειται να προδώσουν την πίστη τους στο Χριστό, αψηφώντας ακόμα και τις απειλές των φρικτών μαρτυρίων και του θανάτου. Ας σημειωθεί πως η Πίστις ήταν δώδεκα χρονών, η Ελπίδα δέκα και η Αγάπη εννέα!
Ο δικαστής, με κολακείες και απειλές προσπαθούσε να μεταπείσει τις αγνές Χριστιανές κόρες να θυσιάσουν στα είδωλα. Αλλά εκείνες με ένα στόμα του απαντούσαν ότι ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής τους και πως δεν είχαν σκοπό να προδώσουν την αγάπη τους και την πίστη τους για Εκείνον.
Εκείνος, ενώ θαύμασε το ηρωικό φρόνημα των τριών ανήλικων κοριτσιών, γέμισε με οργή την ψυχή του. Αποφάσισε να τις χωρίσει, φυλακίζοντάς τες σε ξεχωριστά κελιά, ελπίζοντας πως θα μπορούσε ευκολότερα θα τους άλλαζε γνώμη.
Τότε ξεκίνησαν τα μαρτύρια. Άρχισαν από την Πίστη. Την οδήγησαν μπροστά του, παροτρύνοντάς την να θυσιάσει στη «θεά» Αρτέμιδα, όπως έκαναν οι παρθένες των ειδωλολατρών. Εκείνη αρνήθηκε και γι’ αυτό την παρέδωσε στους βασανιστές της.
Την έγδυσαν και την μαστίγωσαν μέχρι λιποθυμίας. Τις έκοψαν τα στήθη, αλλά αντί να τρέξει αίμα έτρεξε γάλα! Την ξάπλωσαν σε πυρακτωμένη σχάρα και ενώ το άγουρο σώμα της βασανιζόταν, εκείνη υμνούσε το Θεό.
Μετά την έριξαν σε πυρακτωμένο καζάνι με πίσσα, όμως διασώθηκε θαυματουργικά, προκαλώντας το θαυμασμό των δημίων της. Στο τέλος την αποκεφάλισαν.
Ύστερα έφεραν μπροστά του την Ελπίδα, την οποία προέτρεψε να θυσιάσει στην Αρτέμιδα. Εκείνη αρνήθηκε με θάρρος και στηλίτευσε την τακτική τους να της ζητούν να πράξει αντίθετα με την πίστη της. Την υπέβαλλαν στα μαρτύρια.
Αφού την έγδυσαν την μαστίγωσαν άγρια με βούνευρα. Μετά την έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι, όμως ο Θεός τη διέσωσε για να δείξει στους ειδωλολάτρες τη δύναμή Του.
Τη συνέχεια την κρέμασαν σε ξύλο και τις ξέσχιζαν τις παιδικές σάρκες της με σιδερένια νύχια και στη συνέχεια την έριξαν σε κοχλάζουσα πίσσα. Ο Θεός και πάλι τη διέσωσε προς καταισχύνη των βασανιστών της. Εκείνοι εξοργισμένοι της απέκοψαν το κεφάλι.
Κατόπιν ήρθε η σειρά της εννιάχρονης Αγάπης. Πίστευαν πως το μαρτύριο και ο θάνατος των αδελφών της θα ήταν αρκετό να κάμψει την παιδική της ψυχή και να θυσιάσει στην απαίσια «θεά».
Όμως και εκείνη ομολόγησε με περισσό θάρρος την πίστη της στο Χριστό και αποζήτησε το μαρτύριο να πάει να συναντήσει τις άγιες και ηρωικές αδελφές της στον ουρανό.
Τότε οι δήμιοι την κρέμασαν και της τέντωσαν τα παιδικά της μέλη, ώστε έσπασαν οι αρθρώσεις των οστών της. Μετά την οδήγησαν και αυτή στο πυρακτωμένο καμίνι. Όταν έφτασαν εκεί η ηρωική κόρη πήδησε μόνη της στις θεριεμένες φλόγες. Αλλά έγινε και πάλι το θαύμα, οι φλόγες δεν την άγγιξαν!
Οι φλόγες μάλιστα έφυγαν από το καμίνι, πέφτοντας επάνω στους ειδωλολάτρες, κατακαίοντας πολλούς! Στο τέλος την αποκεφάλισαν και αυτή, ολοκληρώνοντας την τριπλή θυσία.
Η μητέρα τους Σοφία αφέθηκε να πλησιάσει τα ιερά λείψανα των ηρωικών θυγατέρων της. Τα αγκάλισε, τα καταφίλησε με δάκρυα, ευχαριστώντας το Θεό που τα άγια βλαστάρια της δεν πρόδωσαν το Χριστό και αξιώθηκε η ίδια να γίνει μητέρα Μαρτύρων.
Ύστερα τα μύρωσε και στη συνέχεια τα έθαψε με τιμές σε κοντινό μυστικό ναΐσκο. Ύστερα από τρεις ημέρες, και ενώ προσευχόταν πάνω από τους τάφους των Μαρτύρων θυγατέρων της, παρακαλούσε το Θεό να την πάρει από αυτό τον κόσμο και να την οδηγήσει κοντά στις κόρες της.
Ο Θεός εισάκουσε την προσευχή της και ξεψύχησε την ίδια στιγμή. Η ιερή τους μνήμη εορτάζεται στις 17 Σεπτεμβρίου.

Η Αγία Μάρτυς Λουντμίλλα (ή Λουτμίλλα) η Βασίλισσα της Τσεχίας ( † 16 Σεπτεμβρίου 917)



site analysis




Όταν ο άγιος Μεθόδιος με τον αδελφό του άγιο Κύριλλο ξεκίνησαν από το Βυζάντιο νά μεταφέρουν το χριστιανισμό στους Σλάβους, ανάμεσα στους πρώτους πού δέκτηκαν το μήνυμα του Ευαγγελίου ήταν η πριγκίπισσα Λουντμίλλα (=Αγάπη) και ο σύζυγός της πρίγκιπας των Τσέχων Μποριβόης. Κατηχήθηκαν και δέκτηκαν την ορθόδοξη πίστη από τον ίδιο τον άγιο Μεθόδιο, το φωτιστή των Σλάβων.
Το πριγκιπικό ζεύγος εκοσμείτο με πολλές αρετές, αλλά ιδιαίτερα από μια θερμή πίστη κι ένα ένθεο ζήλο για μετάδοση της Ορθοδοξίας στους υπηκόους των. Με τη φροντίδα τους κτίστηκαν πολλοί ναοί σε ολόκληρη τη Τσεχία, και φρόντισαν νά τους στελεχώσουν με ευλαβείς κληρικούς.
Ο πρίγκιπας Μποριβόης απέθανε στα τριανταέξι του χρόνια, κι έτσι η Λουντμίλλα απέμεινε χήρα με τρία αγόρια και μια κόρη.
Η νεαρή χήρα υποτάχθηκε στό θέλημα του Θεού, εγκατέλειψε κάθε κοσμική δραστηριότητα, μοίρασε την περιουσία της στους φτωχούς και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στο Θεό.
Ο γυιός της Βρατισλάβ ανέβηκε στο θρόνο της Τσεχίας ¬και κυβέρνησε τη χώρα από τη θέση αυτή για 33 ολόκληρα χρόνια. Τον διαδέχθηκε στο θρόνο ο γυιός του Βενσεσλάς. Αυτόν τον είχε αναθρέφει η γιαγιά του Λουντμίλλα με ιδιαίτερη προσοχή, «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Καλλιέργησε στην ψυχή του η αγία γιαγιά του κάθε χριστιανική αρετή και τον προετοίμασε νά γίνει ο προστάτης της Ορθοδοξίας στη χώρα, συνεχιστής του έργου του παππού του πρίγκιπα Μποριβόη. Πράγματι ο Βενσεσλάς δικαίωσε τις προσδοκίες της γιαγιάς του, αναδείκτηκε πραγματικά ιεραπόστολος, γι΄ αυτό και η Εκκλησία τον κατέταξε στο αγιολόγιό της και τιμά την μνήμη του στις 28 Σεπτεμβρίου.
Όσο καλός και πράος ήταν ο Βενσεσλάς, τόσο σκληρή και κακιά ήταν η βασίλισσα σύζυγός του. Αυτή ζήλευε για την αγιότητά της και μισούσε θανάσιμα τη γιαγιά πλέον Λουντμίλλα. Αυτή, θέλοντας νά δώσει τόπο στην οργή και για νά μήν προκαλεί με την παρουσία της την νύμφη της, απομακρύνθηκε από το παλάτι και κατέφυγε στην πόλη Τσετίν. Όμως, η νύμφη της και βασίλισσα μή αντέχοντας νά ακούει νά μιλούν για την αγιότητα της Λουντμίλλας, έστειλε ανθρώπους της και αφού της πέρασαν σχοινί στο λαιμό, την στραγγάλισαν. Έτσι η αγία Λουντμίλλα έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου στις 16 Σεπτεμβρίου του έτους 917.
Τα λείψανα της βρίσκονται στο ναό του αγίου Γεωργίου στην Πράγα, αποτελούν πηγή απείρων θαυμάτων και δέχονται την ευλάβεια και την τιμή πλήθους πιστών.

Πηγή:
 Μηνιαία Έκδοση Εκκλησίας Αγίου Δημητρίου Παραλιμνίου «Παρά Την Λίμνην», Περίοδος Β΄, Έτος Κ΄, Αρ. 9, Σεπτέμβριος 2010

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

Την έριξαν στα θηρία ζωντανή και της ξέσχισαν το σώμα



site analysis
agia efimia
Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος στην Romfea.gr

Η Μεγαλομάρτυς Ευφημία, που εορτάζεται στις 16 Σεπτεμβρίου η μνήμη της, αποτελεί μια ακόμη τρανή απόδειξη ότι η χριστιανική ζωή είναι σταυρός, που οδηγεί στην ανάσταση.
Καθένας, που θέλει να είναι πραγματικός οπαδός του Χριστού, καλείται να βαδίσει στα ίχνη Εκείνου, του πρώτου Σταυροφόρου.
Όχι άλλος ο Αρχηγός και άλλος ο οπαδός. Όχι εκείνος μόνο παθήματα και εμείς μόνο ανέσεις.
Η Αγία Ευφημία βάδισε σταθερά στο δρόμο του Χριστού και του σταυρού. Δεν παρέκκλινε πουθενά!
Όταν διατάχθηκαν οι κάτοικοι της Χαλκηδόνας, όπου γεννήθηκε και έζησε, να προσέλθουν σε γιορτή, προς τιμή του θεού Άρη, εκείνη και άλλοι, αρνήθηκαν να παραβρεθούν.
Τότε τη φώναξαν και προσπάθησαν να την πείσουν να αλλαξοπιστήσει. Τους δήλωσε απερίφραστα ότι θέλει να βαδίσει πιστά και σταθερά δίπλα στο Χριστό.
Εξοργίστηκαν από την απάντησή της και άρχισαν τα βασανιστήρια.
Μα φάνηκε πρόθυμη να βαστάζει γενναία και ηρωικά το σταυρό του Χριστού, που δεν τον έβλεπε ως σταυρό πόνου, αλλά ως σταυρό καθήκοντος.
Τελικά, την έριξαν ζωντανή στα θηρία, που την κατασπάραξαν, οδηγώντας την απευθείας στην αγιότητα.
Και έμεινε, με τη ζωή της και προπαντός με το θάνατό της, ως αιώνιο υπόδειγμα και αξιομίμητο πρότυπο.
Μέσα σ' ένα πλήθος παραπλανημένων, δεν δείλιασε και δεν απογοητεύτηκε, αλλά έδειξε σταθερή αφοσίωση στο Χριστό και θαρραλέα διακήρυξε την αγάπη της προς Αυτόν.
Να, λοιπόν, το αξιοθαύμαστο, το παρήγορο, το τόσο ενθαρρυντικό για όλους!
Ο πόνος, ο κόπος, το βάρος, η θυσία για το Χριστό, στεφανώνουν τον πιστό με άνθη.
Και είναι τα άνθη αυτά της αρετής τα άνθη, τα κρινολούλουδα της αγιοσύνης.
ΠΗΓΗ.ΡΟΜΦΕΑ

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2019

Ο οσιακός βίος της Αγίας Θεοδώρας από την Αλεξάνδρεια




site analysis










Στις 11 Σεπτεμβρίου η εκκλησία μας τιμά τη μνήμη της οσίας Θεοδώρας από την Αλεξάνδρεια.
Η Οσία Θεοδώρα καταγόταν από την Αλεξάνδρεια. Έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ζήνωνος (474 – 490 μ.Χ.) και ήταν συνεζευγμένη με ευσεβή άνδρα, τον Παφνούτιο. Η ζωή της Θεοδώρας ήταν τίμια, ενάρετη και αφοσιωμένη στο σύζυγο της. Όμως, ο μισόκαλος διάβολος, σε κάποια στιγμή αδυναμίας της Θεοδώρας, την έσπρωξε κρυφά στη μοιχεία. Κανείς δεν την είδε. Κανείς δεν το έμαθε. Μπορούσε, επομένως, να συνεχίσει αρμονικά τη ζωή της με το σύζυγο της. Όταν, όμως, άκουσε τα λόγια του Ευαγγελίου, με τα όποια ο Κύριος διδάσκει ότι «οὐκ ἐστὶ κρυπτόν, ὃ οὐ φανερὸν γενήσεται» (Λουκά, η’ 17), δεν υπάρχει, δηλαδή, κρυφό, το όποιο δε θα γίνει φανερό στο μέλλον, σκέφθηκε το βάθος της αμαρτίας της και έκλαψε πικρά. Ντύθηκε έπειτα ανδρικά, πήγε σε μοναστήρι και εκάρη μοναχός με το όνομα Θεόδωρος. Εκεί, μέρα – νύκτα μετανοούσε και έκλαιγε την αμαρτία της. Μετά από δύο χρόνια, συκοφαντήθηκε ότι πόρνευσε με γυναίκα, όταν έφεραν ένα νεογέννητο μωράκι έξω από την πόρτα του μοναστηριού. Τότε η Θεοδώρα πήρε το βρέφος και για επτά ολόκληρα χρόνια, έξω από το μοναστήρι με διάφορες κακουχίες, το ανέθρεψε σαν δικό της. Όταν επανήλθε στο μοναστήρι, το ταλαιπωρημένο σώμα της μετά από λίγο καιρό ξεψύχησε. Τότε οι μοναχοί, όταν διαπίστωσαν το φύλο της, θαύμασαν και όλοι μαζί δόξασαν το Θεό.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Δῶρον ἔνθεον, ἠγιασμένον, Θεῶ ἤνεγκας, τὴν βιοτήν σου, Θεοδώρα Ὁσία πανεύφημε, τῆς μετανοίας τὸ πῦρ γὰρ ἐμφαίνουσα, μέσον ἀνδρῶν φιλοσόφως διέλαμψας, ὅθεν πρέσβευε, ἀπαύστως τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Πηγή: www.orthodoxianewsagency.gr

Αγίες Παρθενομάρτυρες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα



site analysis
στου έτους.

Ηγούντο Μηνοδώρα και Μητροδώρα,
Και Νυμφοδώρα δώρα σαρκὸς αικίας.
Θεινόμεναι δεκάτῃ δωρώνυμοι έκθανον αι τρεις.
Βιογραφία
Οι Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα ήταν αδελφές και κατάγονταν από τη Βιθυνία. Η λάμψη της παρθενίας και η ωραιότητα των ψυχών και των σωμάτων της έκαναν της τρεις αδελφές να είναι καύχημα των χριστιανών ενώ οι φροντίδες και οι συνήθειες του κόσμου δεν της απασχολούσαν. Η μόνη της φροντίδα ήταν «μετὰ αἰδοῦς καὶ σωφροσύνης κοσμεὶν ἑαυτάς, ἢ ἐν πλέγμασιν ἢ χρυσῶ ἢ μαργαρίταις ἢ ἰματισμῶ πολυτελεῖ» (Α’ προς Τιμόθεον, β’ 9). Δηλαδή φρόντιζαν να στολίζουν τον εαυτό τους με συστολή και σωφροσύνη και όχι με φιλάρεσκα πλεξίματα των μαλλιών τους ή με χρυσά ή μαργαριτένια κοσμήματα ή με ρούχα πολυτελή.
Για την αγάπη, λοιπόν του Χριστού, άφησαν την πατρίδα της και πήγαν να κατοικήσουν σε ένα λόφο, κοντά στα Πύθια θερμά λουτρά. Εκεί ασκήτευαν και καλλιεργούσαν ακόμα περισσότερο τη σωφροσύνη της. Γι’ αυτό αξιώθηκαν από το Θεό να θεραπεύουν ασθένειες, και έτρεχε κοντά της πλήθος κόσμου.
Όταν το έμαθε αυτό ο έπαρχος Φρόντων, έστειλε και συνέλαβε της τρεις αδελφές. Βλέποντας, της τη φρόνηση και τη σύνεση, αλλά και την αφοβία με την οποία τον αντιμετώπισαν, διέταξε και της βασάνισαν με τα πιο φρικτά βασανιστήρια. Της υπέμειναν με ανδρεία τα μαρτύρια και έτσι ένδοξα παρέδωσαν της ψυχές της στο νυμφίο της Χριστό (290 μ.Χ.). Ο έπαρχος θέλησε να κάψει τα σώματα της, αλλά οι φλόγες έκαψαν τον ίδιο και έπειτα καταρρακτώδης βροχή έσβησε τη φωτιά. Τα σώματα των τριών παρθένων τάφηκαν με σεβασμό από της χριστιανούς.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοὺς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας.
Τᾶς τρεῖς ἔνδοξους Παρθένους καὶ Ἀθληφόρους θεόφρονας, τᾶς συνδεδεμένος ἐνθέως, ἀδελφικὴ οἰκειότητι, τᾶς καλλιρόους πηγᾶς τῆς εὐσέβειας, τᾶς ἀναβλύζουσας, μαρτυρικῶν ἀγώνων χάριν ἀέναον, τὴν θείαν Μηνοδώραν, καὶ τὴν Μητροδώραν τὴν ἔνδοξον, σὺν τὴ κλυτὴ Νυμφοδώρα, τὴ ἐν πάσι καρτερόφρονι, πάντες οἱ τρυφῶντες τῶν ἄθλων αὐτῶν, συνδραμόντες ὕμνοις τιμήσωμεν αὑταὶ γὰρ τὴ Τριάδι, ὑπὲρ ἠμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Τὸν τρισάριθμον σύλλογον καὶ θεόπλοκον τῶν αὐτάδελφων παρθένων στέψωμεν θείαις ᾠδαῖς· ἀνδρικῶς γὰρ τὸν ἐχθρὸν κατετροπώσαντο· ὅθεν προϊστάντι ἡμῶν τῶν βοώντων ἐκτενῶς· χαῖρε, σεμνὴ Μηνοδώρα, σὺν Μητροδώρα τῇ θείᾳ καὶ Νυμφοδώρα τῇ θεόφρονι.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς.
Ὑπὲρ Τριάδος καρτερῶς ἐναθλούσαι, τὸν πολυμήχανον ἐχθρὸν ἐτροπώσασθε, ἀδελφικῶς τῷ πνεύματι συνδούμεναι, ὅθεν εἰσωκίσθητε, σὺν ταὶς πέντε Παρθένοις, πρὸς τὸν ἐπουράνιον, Ἀθληφόροι νυμφῶνα, καὶ σὺν Ἀγγέλοις τῷ παμβασιλεῖ, ἐν εὐφροσύνῃ ἀπαύστως παρίστασθε.
Οπτικοακουστικό Υλικό

Ακούστε το απολυτίκιο!
Ιερά Λείψανα: Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας Μηνοδώρας βρίσκονται στις Μονές Μεγ. Λαύρας Αγίου Όρους και Παναγίας Γουμένισσας Κιλκίς.
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας Μητροδώρας βρίσκονται στις Μονές Παντοκράτορος Αγίου Όρους, Παναγίας Γουμενίσσης Κιλκίς, Αγάθωνος Φθιώτιδος και Πετράκη Αθηνών.
Η δεξιά της Αγίας βρίσκεται στη Μονή Ζερμπίτσας Σπάρτης.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας Νυμφοδώρας βρίσκεται στη Μονή Παναγίας Γουμένισσας Κιλκίς.
Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα
Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα
Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα
Πηγή: Saint.Gr

Agia Nymfodora, Moni Agiou Mina, Larnaka Kypros 83
Αγία Νυμφοδώρα, έργον Ιεράς Μονής Αγίου Μηνά, Λάρνακα – Κύπρος

Η Αγία ένδοξος, θεόστεπτος και Ισαπόστολος Βασίλισσα Πουλχερία η Παρθένος



site analysis



Αυτή η αγιωτάτη και Ισαπόστολος Βασίλισσα ήταν εγγονή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και αδελφή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του λεγομένου Μικρού.
Ήταν σοφώτατη και ευσεβέστατη και υποσχέθηκε στο Θεό την δια βίου παρθενία και γι’αυτό αναφέρεται ως Πουλχερία η Παρθένος.
Ανέλαβε τη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση στην ευσέβεια του μικροτέρου αδελφού της μέχρι της ενηλικιώσεώς του, αλλά και αργότερα υπήρξε το δεξί χέρι του και ο πραγματικός κυβερνήτης της Αυτοκρατορίας.
Πολύ υπερασπιζόταν την Ορθοδοξία και βοήθησε την Εκκλησία. Οι Πατριάρχες και ο λοιπός κλήρος και ο λαός την σέβονταν και την τιμούσαν πολύ. Τιμήθηκε όσο ελάχιστοι άλλοι βασιλείς για την ευλάβεια, τη σύνεση, τις πολλές αρετές και τις αμέτρητες αγαθοεργίες της. Με ειλικρινή και άπειρο σεβασμό αναφέρονταν σε αυτήν και την επευφημούσαν ως νέα Αγία Ελένη.
Το 450 απεβίωσε ο αδελφός της αυτοκράτορας Θεοδόσιος και η διακυβέρνηση του Κράτους απέμεινε σε αυτήν. Κατανόησε ότι η διακυβέρνηση χρειαζόταν στιβαρώτερα χέρια και, καθ’ υπόδειξη και της Συγκλήτου, έλαβε σύζυγο τον ευλαβέστατο και ενάρετο συγκλητικό Μαρκιανό τον οποίο κατέστησε βασιλέα, υπό τον όρο ότι θα φυλάξει ως τέλους την παρθενία της.
Το 451, μαζί με το Μαρκιανό, ο οποίος συγκαταλέγεται επίσης μεταξύ των Αγίων, συνεκάλεσαν την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία αναθεμάτισε τον Ευτυχή και το Διόσκορο και γενικά τον μονοφυσιτισμό.
Τιμήθηκε ακόμη και εν ζωή ως αγία από όλους τους Επισκόπους και τους Πατριάρχες και ιδιαίτερα από τόν άγιο Λέοντα Πάπα Ρώμης. Είναι εκ των ευλαβεστέρων Βασιλισσών οι οποίες τίμησαν την Εκκλησία. Προς αυτήν απηύθυνε ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας θεολογικώτατες επιστολές του, με τις οποίες αποδεικνύει την δυσσέβεια της αίρεσης του Νεστορίου.
Αυτή πρώτη θέσπισε δια νόμου το «περί του Ελληνιστί διατίθεσθαι» , να χρησιμοποιείται δηλ. η Ελληνική ως επίσημη γλώσσα του Κράτους, ενώ πριν χρησιμοποιόταν η Λατινική.

Η Αγία Πουλχερία επί Πατριαρχείας Αγίου Πρόκλου, συνήργησε στην επαναφορά του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.
Πολλά είναι τα ευαγή ιδρύματα, οι Σχολές, τα Νοσοκομεία, οι Ναοί και οι Μονές, τα οποία οικοδόμησε και πλούτισε ποικιλοτρόπως με προσόδους, προνόμια και άλλα αγαθά, ώστε να μένουν εις δόξαν Θεού και μνημόσυνό της.
Αυτή υπήρξε και η πρώτη κτιτόρισσα της Μονής του Εσφιγμένου, γι’αυτό και δικαίως και πρεπόντως δοξάζεται σε αυτήν αιωνίως.
Το όνομά της φέρει και ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια της Μονής, ο πολυτιμότατος και ανεκτίμητος ομώνυμος Σταυρός.
Η Αγία απήλθε προς Κύριον την 10η Σεπτεμβρίου του έτους 453.