Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ-ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ-ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Η Αγία Νεομάρτυς Χρυσή από τα Σλάτενα (13η Οκτωβρίου)



site analysis



Η Αγία Χρυσή γεννήθηκε στο χωριό Χρυσή του Ν. Πέλλας.
Ο πατέρας της Χριστιανός Ορθόδοξος, ήταν φτωχός και άσημος. Είχε τέσσερα κορίτσια μαζί με την Αγία Χρυσή. Η Αγία διακρίνονταν για πίστη, την αρετή και την αγνότητα του βίου της.
Μια μέρα μαζί με άλλες γυναίκες πήγε στο δάσος του χωριού για να μαζέψει ξύλα. Εκεί τη συνάντησε Αγαρηνός. Με υποσχέσεις και κολακείες προσπάθησε να τη φέρει στη θρησκεία του και να την κάνει σύζυγό του.
Την απείλησε ότι αν αρνηθεί, θα υποστεί φοβερά μαρτύρια. Η Χρυσή δεν δείλιασε, αλλά επικαλέστηκε τη βοήθεια του Κυρίου και απάντησε : “εγώ τον Χριστό μου πιστεύω και προσκυνώ και Αυτόν μόνον γνωρίζω δια Νυμφίον μου, τον οποίον δεν θέλω αρνηθεί πώποτε, καν μυρία μου κάνετε βάσανα, καν και εις λεπτά κομμάτια το σώμα μου κατακόψετε”. Τότε παραδόθηκε σε Μωαμεθανές γυναίκες μήπως τη μεταπείσουν. Ακόμη κατέφυγαν σε μαντεία και μαγείες. Επί έξι μήνες αγωνίζονταν να την αποσπάσουν από την πίστη της. Ζήτησαν ακόμη και την βοήθεια των γονέων και αδελφών της Αγίας προκειμένου να τη μεταπείσουν. Γονείς και αδελφοί με δάκρυα την παρακαλούσαν να αρνηθεί την πίστη της, για να αποφύγουν και αυτοί και η Αγία το μαρτυρικό θάνατο.
Η Αγία απάντησε με γενναιότητα : ” εσείς, οπού με παρακινείτε να αρνηθώ Χριστόν τον αληθινόν Θεόν, δεν είστε πλέον γονείς μου και αδελφοί μου. Ούτε θέλω να σας ηξεύρω ως τοιούτους εις το εξής. Αλλ’ αντί δι εσάς, Πατέρα μεν έχω τον Κύριόν μου Ιησούν Χριστόν, Μητέρα δε και αδελφάς έχω τους Αγίους και τας Αγίας”. Μετά την άκαμπτη στάση της Αγίας, άρχισαν τα φοβερά μαρτύρια. επί τρεις ολόκληρους μήνες την ράβδιζαν καθημερινά. Κατόπιν έκοψαν λωρίδες από το δέρμα της και τις κρέμασαν εμπρός της. Ύστερα πέρασαν από τα αυτιά της ένα πυρωμένο σίδερο και την κρέμασαν σε μία άγρια αχλαδιά και με μαχαίρι έκοψαν τα μέλη του ιερού σώματός της.
Η Αγία Χρυσή μαρτύρησε στις 13 Οκτωβρίου 1795.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Σκεῦος χρύσεον, τῆς παρθενίας, καὶ ἀκήρατος, νύμφη Κυρίου, ἐχρημάτισας Χρυσῆ καλλιπάρθενε· τὴν γὰρ ἁγνείαν ἀμέμπτως φυλάττουσα, ὐπὲρ Χριστοῦ θεοφρόνως ἐνήθλησας· Μάρτυς ἔνδοξε, ἱκέτευε τὸν Νυμφίον σου, δωρήσασθε ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Χρυσωθεῖσα Πνεύματι, Τῷ Παναγίῳ, τὴν ἁγνείαν ἔφθορον, τὴν σὴν ἐτήρησας Χριστῷ, καὶ ὑπὲρ φύσιν ἠγώνισαι, παρθενομάρτυς, Χρυσῆ ἀξιάγαστε.
Μεγαλυνάριον
Τὴν Παρθενομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, τὴν κεχρυσωμένην, σώματί τε καὶ τῇ ψυχῇ, Χρυσῆν τὴν ἁγίαν, αἰνέσωμεν βοῶντες· χαῖρε νύμφη Κυρίου, ἁγνὴ καὶ πάγχρυσε.

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

ΟΣΙΑ ΠΕΛΑΓΙΑ, οδοδείκτης μετανοίας.(8η Οκτωβρίου)



site analysis

΄΄ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν΄΄. (Ματθ. θ΄ 13) είναι η βαρυσήμαντη δήλωση του Χριστού. Και οι λόγοι αυτοί αποτέλεσαν κατά καιρούς το έναυσμα για μεταστροφικές κινήσεις, για μετανοητικές προσπάθειες, για σωστικές πορείες.

Η αποκαλυπτική αυτή διακήρυξη σκόρπισε ελπίδα, διάλυσε απογνώσεις, χάραξε πορείες, σμίλεψε ψυχές, διαμόρφωσε Αγίους.
Ανάμεσα στην Αγιόλεκτη ομήγυρη εμφανής η παρουσία τηςΟσίας ΠΕΛΑΓΙΑΣ.
Μία μεγαλειώδης ασκητική μορφή. Μία άσβεστη λαμπάδα μετανοίας. Μία ισάγγελη ύπαρξη. Ένα αείφωτο πρότυπο ζωής.
Ας ιχνηλατήσουμε στο βίο της και ας αιτήσουμε τις εκτενείς πρεσβείες της.
Η Πελαγία, λοιπόν, πατρίδα της έχει την Αντιόχεια. Γεννιέται στους χρόνους του Ρωμαίου βασιλιά Νουμεριανού. Οι γονείς της διαθέτουν πολλά πλούτη και περισσή δόξα. Η ίδια έχει ξέχωρη ομορφιά, την οποία χρησιμοποιεί ως δέλεαρ στο απολαυστικό παιχνίδι της σάρκας, που παίζει. Η προκλητική της συμπεριφορά οδηγεί στην απώλεια πολλές ψυχές, αλλά και στην προσωπική της αυτοκαταστροφή. Τίποτε δε μπορεί να φρενάρει την ιλιγγιώδη φορά της πορείας της. Ο Θεός όμως, Πατέρας στοργικός, παρακολουθεί κι επισημαίνει το παραστρατημένο παιδί Του. Η παντογνωσία Του προβλέπει μία μετανοημένη Αγία. Το σωστικό Του σχέδιο μπαίνει σε εφαρμογή. Ο Θείος Κυνηγός κυνηγά με τα βέλη της αγάπης Του την Πελαγία.
Στην Αντιόχεια βρίσκεται ο ενάρετος Επίσκοπος Νόννος. Το θεοφώτιστο κι εύγλωττο και πειστικό κήρυγμά του πολλούς σαγηνεύει, αρκετούς ενθουσιάζει, περισσότερους πείθει. Κι η Πελαγία στόχος στο σωτήριο σχέδιο του Θεού. Καθισμένη πάνω σε άμαξα, χρυσοστόλιστη η ίδια, αντικατόπτρισμα της χλιδής της ζωής της, περνάει κοντά από τον φλογερό κήρυκα του Λόγου, τον Επίσκοπο Νόννο. Στο αντίκρισμά της προβληματίζεται, αυτοελέγχεται. ΄΄Αλίμονο σ' εμάς! Πόσο θα μας καταδικάσει αυτή η πόρνη. Για στιγμιαίες απολαύσεις δείχνει τόση φροντίδα. Κι εμείς για αιώνιες τρυφές δείχνουμε τόση αμέλεια! Με την αδιαφορία μας διακινδυνεύουμε τη σωτηρία μας΄΄, τόνιζε δακρύβρεχτος ο Άγιος του Θεού.
Και ένα ενύπνιο όραμα του Επισκόπου έρχεται, ως προτύπωση των επικείμενων συμβάντων. ΄΄Βρίσκεται, λοιπόν, σε Θεία Λειτουργία κι ένα δυσώδες περιστέρι τον τριγυρίζει μέχρι τέλους. Το παίρνει, το λούζει στο Βαπτιστήριο, καθαρίζεται, πετάει και χάνεται΄΄. Το πρωί άμεση η πραγμάτωση. Ο Θεός, που ποθεί ΄΄πάντας σωθήναι και επίγνωσιν αληθείας ελθείν΄΄, οδηγεί τα βήματα της Πελαγίας στον κηρυκτικό λόγο του Επισκόπου Νόννου. Η εσχατολογική διδασκαλία του, με την επισήμανση της αθανασίας της ψυχής, της αδιάβλητης δικαιοκρισίας του Θεού κατά το Δικαστήριο της Δευτέρας Παρουσίας του Υιού Του, προκαλεί συντριβή και κατάνυξη αληθινή. Η σεισμική δόνηση του λόγου του Θεού συγκλονίζει το είναι της. Η μεταστροφή της διαγράφεται πανηγυρικά. Εκδηλώνει άσπονδο μίσος για το αμαρτωλό παρελθόν της, σφοδρό πόθο για τον Αιώνιο Νυμφίο των ψυχών.
Η επιστολική προσφυγή της στον Επίσκοπο είναι άμεση. Ζητεί επίμονα να εξομολογηθεί και να βαπτισθεί. Ο αντιπρόσωπος του Θεού ακούει τη συγκλονιστική, μετανοητική απολογία της, χορηγεί την άφεση κι επιτελεί το βάπτισμά της.
Μία ειδωλολάτρισσα πόρνη, χριστιανή αγωνίστρια αναδεικνύεται. Πόσο αμέτρητη είναι η αγάπη του Θεού!
Ο διάβολος θρηνεί για την απώλεια. Μεθοδεύει λυσσαλέες επιθέσεις, αλλ' αντικρούεται δυναμικά. Με το πανίσχυρο όπλο του Σταυρού, που διαθέτει η Πελαγία, τον κατατροπώνει. Και η ανταύγεια της μεταστροφικής της απόφασης τον κεραυνοβολεί.
Ολόκληρη την περιουσία της προσφέρει στον Επίσκοπο για έργα αγάπης. Οι φτωχοί, οι χήρες, τα ορφανά, δέχονται ακτίνες της αγάπης της. Οι δούλοι της απολαμβάνουν την ελευθερία και παρακινούνται για τη λυτρωτική, αληθινή ελευθερία του Χριστού, από την αιώνια αιχμαλωσία του Σατανά. Η ίδια απελεύθερη αληθινά, ντύνεται ανδρικό, τρίχινο ρακώδη χιτώνα και φεύγει κρυφά για τα Ιεροσόλυμα. Εκεί στο όρος των Ελαιών ασκητεύει για τριάντα χρόνια. Μόνη με μόνο τον Θεό επιδίδεται σε επίπονες ασκήσεις, πολεμεί τα πάθη, κονταροχτυπιέται με το Σατανά, σημειώνει περιφανείς νίκες. Τον αγώνα της γνωρίζει ο Αθλοθέτης Κύριος. Το ασκητήριό της, κατά Θεία φώτιση, το γνωρίζει ο Επίσκοπος Νόννος.
Στην προσκυνηματική επίσκεψη των Αγίων Τόπων του Ιεροδιακόνου Ιακώβου, προτείνεται από τον Επίσκοπο και η συνάντηση με τον ευνούχο ασκητή Πελάγιο. Όντως ανευρίσκει το σπήλαιο, συναντά την αγία ασκητική μορφή, διδάσκεται από την ολιγολογία και φεύγει με ωφέλεια πνευματική.
284 μ.Χ. Μία επίγεια αγωνιστική πορεία φθάνει στο τέλος. Μία εξαγνισμένη ψυχή φθάνει στα κράσπεδα του θρόνου του Θεού.
Είναι η Οσία Πελαγία. Η εκδημία του ασκητή Πελάγιου γνωστοποιείται στην Ιεριχώ, στην Ιερουσαλήμ και στα περίχωρα. Μοναχοί και λαϊκοί φθάνουν στη Σκήτη. Εκεί αποκαλύπτεται η γυναικεία ταυτότητα του Ασκητή. Θαυμάζουν και δοξολογούν τον Θεό. Την ενταφιάζουν ευλαβικά και δέονται ικετευτικά. Παραδειγματίζονται και υπόσχονται να ακολουθήσουν τα ίχνη της.
Και δικός μας πόθος και ευχή είναι η μίμηση της ειλικρινούς μετανοίας της.-

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

Ὁσία Μεθοδία ἡ ἐν Κιμώλῳ ἀσκήσασα.(5η Οκτωβρίου)



site analysis


Ἀρχιμ.Ἐμμανουὴλ Ἰ. Καρπαθίου

Ἔκδοσις Φοῖνιξ - Λεοννάτου 4
Ἀθῆναι, 1947


ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΙΜΩΛΟΝ

Ἀρχὰς τοῦ ἔτους 1921 κατὰ τὰς ἀπερινοήτους τοῦ Κυρίου Βουλάς, εὑρέθην εἰς τὴν νῆσον Κίμωλον. Ὑπηρέτησα ἐκεῖ ἐπὶ ἓν σχολικὸν ἔτος ὡς Ἑλληνοδιδάσκαλος.
Αἱ ἡμέραι μου ἦσαν «ἡμέραι πικρίας», ἀλλ᾿ ἡ σκέψις ὅτι ἄνευ τῆς θελήσεως τοῦ Θεοῦ οὐδὲ θρὶξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ἡμῶν ἀπόλλυται μὲ ἔκαμνε πάντοτε νὰ ἀτενίζω μετὰ πίστεως εἰς τὸ παρὸν καὶ εἰς τὸ μέλλον.
Δὲν ἔχω λέξεις νὰ ἐξάρω τὴν ἀδελφικὴν ἐν Χριστῷ ἀντίληψιν, τὴν ποικίλην συνδρομὴν καὶ βοήθειαν, τὴν ὁποίαν προσωπικῶς καὶ οἰκογενειακῶς ὁ ἤδη μακαριστὸς Οἰκονόμος Σπυρίδων Ράμφος, ὁ καλὸς τῆς Ἐκκλησίας ἐργάτης καὶ καλὸς πνευματικὸς πατὴρ τῆς Κιμώλου, ἐπεδαψίλευσεν εἰς ἐμέ. Θὰ μοῦ εἶναι ἀλησμόνητα ὄχι αἱ δεξιώσεις περὶ τὴν βρῶσιν καὶ τὴν πόσιν, ὄχι αἱ παντοῖαι τιμαὶ τὰς ὁποίας, ἐν πάσῃ εὐκαιρίᾳ μοὶ ἐξεδήλωνεν ὁ πρὸ μικροῦ πρὸς Κύριον μεταστὰς Λευίτης· ἀλλ᾿ ἡ πνευματική του πρωτίστως καὶ ὑπεράνω πάντων ἀναστροφή. Δὲν ἦτο θεολόγος- ἀλλὰ τί σημασίαν ἔχει αὐτό! Τίνα σημασίαν ἔχουν τὰ διπλώματα καὶ αἱ γνώσεις; Ὁ Σπυρίδων Ράμφος ἦτο πιστός. Μὲ ἀνεκούφιζεν, ὅταν εἰς ὅλας τὰς περιστάσεις τῆς ζωῆς, εἰς ὅλα τὰ ζητήματα, παντοῦ καὶ πάντοτε ὡμίλει «ἐν πίστει», καὶ τὸν εὕρισκον πάντοτε νὰ βλέπῃ τὴν ζωὴν διὰ μέσου τῆς πίστεως. Αὐτὸ ἤθελα. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον μὲ συνέδεσε καὶ μὲ συνδέει μὲ τὸν ἐκλιπόντα ἀπὸ τοῦ προσκαίρου τούτου κόσμου Ἐκκλησιαστικὸν τῆς Κιμώλου λειτουργόν.
Μοῦ εἶναι ἐξαιρετικῶς εὐχάριστον ὅτι μοῦ δίδεται ἡ εὐκαιρία νὰ ἐκδηλώσω πρὸς τὴν μνήμην του καὶ διὰ τῶν ὀλίγων τούτων λέξεων τὰ εὐγνώμονα πρὸς αὐτὸν αἰσθήματά μου, ἄλλα καὶ τὴν ἀμέριστον πρὸς αὐτὸν ἐκτίμησίν μου. [1]

ΓΛΥΚΕΙΑ ΑΝΑΜΝΗΣΙΣ

Δὲν θὰ λησμονήσω τὰς ἡμέρας μου ἐν Κιμώλῳ, μάλιστα τὰς ἀείποτε ζωηρὰς ἐντυπώσεις μου ὡς πρὸς τὴν θρησκευτικὴν καὶ ἠθικὴν ζωὴν τῶν Κιμωλίων. Ἐνθυμοῦμαι, ὅτι καθ᾿ ἑκάστην Κυριακὴν ἢ ἑορτὴν κανεὶς δὲν ἔλειπεν ἀπὸ τὴν θείαν Λειτουργίαν. Μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ἦσαν εἰς τὰς θέσεις των, καὶ εἰς τὴν ὥραν των εἰς τὸν ναόν. Τὸ ἀντίθετον ἦτο ἐξαίρεσις. Ὁ Κανὼν ἦτο γενικός: Ὅλοι εἰς τὴν ἐκκλησίαν.
Ἀλλὰ δὲν ἦτο αὐτό, τὸ ὁποῖον μοὶ προϋξένει ἰδιαιτέραν ἐντύπωσιν. Ἐκεῖνο ποὺ μὲ ἐνεθουσία, καὶ «ἐκαμάρωνα» ὁσάκις μάλιστα εἶχα τὴν εὐκαιρίαν νὰ διδάξω ἀπ᾿ Ἄμβωνος, ἦτο ὅτι: ὅλοι, καὶ νέοι καὶ γέροντες, ἐστέκοντο εἰς τὴν σειράν, ὡς νὰ ἦσαν μαθηταὶ τοῦ σχολείου! Μὲ εὐχαριστεῖ ἀκόμη τὴν στιγμὴν αὐτὴν ποὺ γράφω τὰς λέξεις αὐτάς, καὶ νομίζω ὅτι τοὺς βλέπω ἐμπρός μου, τοὺς Κιμωλίους ἐν ἐκκλησιασμῷ εἰς παράταξιν. Κανεὶς δὲν ἐγύριζεν οὔτε ἀπ᾿ ἐδῶ, οὔτε ἀπ᾿ ἐκεῖ. Κανεὶς ψίθυρος. Ἄκρα σιγή, ἡσυχία, ἀξιοζήλευτος εὐλάβεια. Δὲν συνεκράτουν τὸν ἐνθουσιασμόν μου· τοσούτῳ μᾶλλον ὅσῳ ἐγνώριζον «πολλῶν ἀνθρώπων ἄστεα καὶ νόον» καὶ ἦτο φυσικὸν νὰ μοῦ κάμνῃ αἴσθησιν ἡ ἐν Κιμώλῳ τάξις τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς. Ἔλεγον λοιπὸν εἰς τὸν ἀείμνηστον Οἰκονόμον, τὸν καλόν μου Σπ. Ράμφον: «Τί τάξις εἶναι αὐτή! «Πῶς τὸ κατορθώνεις αὐτό; εἶναι κατόρθωμα, ἅγιε Οἰκονόμε». Καὶ ἐνθυμοῦμαι τὰς συστάσεις του : «Μὴν τὸ λέτε, ἅγιε Ἀρχιμανδρῖτα· μὴ τοὺς λέτε τίποτε, καὶ τὸ πάρουν ἐπάνω των, καὶ μᾶς χαλάσουν»! Καὶ δὲν εἶπα, πράγματι, τίποτε τότε. Ἐπερασαν ἔκτοτε περὶ τὰ εἰκοσιπέντε ἔτη, καὶ ἂν τώρα τὸ λέγω, δὲν πιστεύω νὰ ὑπάρχῃ κανεὶς φόβος διὰ τὴν εὐλάβειαν τῶν προσφιλῶν μου Κιμωλίων.

ΠΡΩΤΑΙ ΜΝΕΙΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ

Ἔχω ὑπ᾿ ὄψιν παλαιοτέρας πληροφορίας περὶ τῆς θρησκευτικῆς καὶ ἠθικῆς ζωῆς τῶν Κιμωλίων. Μάρτυς δὲ αὐτόπτης ἐβεβαίωσα τὸ σφρῖγος τῆς εὐσεβείας καὶ τοῦ ἠθικοῦ φρονήματος αὐτῶν. Οὐδέποτε παρέστην θεατὴς ἢ ἀκροατὴς καταλαλιᾶς, κατακρίσεων, ψευδολογιῶν, δολιοτήτων, ἐρίδων καὶ ἀντεγκλήσεων, συνήθων πλεισταχοῦ. Τοὺς εὗρον, καὶ τοὺς ἄφηκα τοὺς Κιμωλίους ἀγαπημένους, εἰρηνεύοντας, εἰλικρινεῖς, φιλοπόνους δὲ εἰς τὸ ἔπακρον, φιλοξένους καὶ σεβαστικοὺς πρὸς τοὺς ἀνωτέρους. Καὶ εὔχομαι ποτὲ νὰ μὴ παύσωσι νὰ εἶναι τοιοῦτοι.
Φιλοσοφοῦντες μὲ τὸν ἀλησμόνητον Οἰκονόμον περὶ τῶν πραγμάτων αὐτῶν, πραγμάτων τὰ ὁποῖα εἶναι οὐσιωδῶς ἐνδιαφέροντα διὰ τὸ Ὑπούργημά μας ὡς λειτουργῶν της Ἐκκλησίας, φυσικὸν ἦτο νὰ ἐξετάζωμεν νὰ εὑρίσκωμεν τὰς φλέβας, διὰ μέσου τῶν ὁποίων εἰς τὸ κοινωνικὸν σῶμα τῆς Κιμώλου ἔρρεεν αὐτὸ τὸ ἅγνον αἷμα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς· τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδίας. Ἐκ τοιούτων ἀφορμῶν ἤκουσα τὸ πρῶτον ὄνομα τῆς μακαρίας Μεθοδίας μοναχῆς. Δὲν ἐχρειάζετο κόπος πολύς, οὐδὲ σκέψεις μακραί, διὰ νὰ ἐξηγήσω πὼς συνεκρατεῖτο τόσον ἀνθηρὰ μία τοιαύτη θρησκευτικὴ ζωή.
Εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ ἐκφράσω τὴν ἀπόλυτον ἱκανοποίησίν μου διὰ τὸ Ἱερατεῖον τῆς Κιμώλου. Διατηρῶ ζωηρῶς εἰς τὴν μνήμην μου τὸν γεροντότερον ὅλων παπα-Γιάννην Βενιέρην, Μέγαν Σακελλάριον, ἀποβιώσαντα τῷ 1942 μετὰ ἑξηκονταετὴ ἱερατείαν, τὸν νεώτερον παπα-Γεώργιον Σάρδην μετὰ τῶν οἰκογενειῶν των, ἐν μέσῳ τῶν ὁποίων λόγῳ ἡλικίας, καὶ ὑπεράνω τῶν ὁποίων, λόγω θέσεως, ὡς Ἀρχιερατικὸς Ἐπίτροπος, ἦτο ὁ Σπυρίδων Ράμφος.
Οἱ Ἱερεῖς οὗτοι δὲν διεκρίνοντο διὰ τὰ πολλά των γράμματα. Ἦσαν ὅμως ξεχωριστοὶ διὰ τὸ ἱερατικόν των ἦθος, διὰ τὴν ἱερατικὴν συνείδησιν, καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ πᾶν. Σεβαστοί, σεβαστότατοι καὶ ἀπὸ τὰ μικρὰ παιδιά! Κανένα δὲν ἤκουσα ποτὲ νὰ ἐκφρασθῇ κατὰ τοῦ Ἱερέως! Κανένα. Ἀπ᾿ ἐναντίας, ὅλοι ἔτρεφον μέγαν σεβασμόν, καὶ ὁ παπάς των ἦτο πραγματικῶς διὰ τὸν Κιμώλιον «ἱερὸν πρόσωπον». Τοῦτο ἦτο εὐλαβὴς παράδοσις διὰ τοὺς Κιμωλίους. Διότι καὶ οἱ μνημονευόμενοι ἐνταῦθα ὑπ᾿ ἐμοῦ Κιμώλιοι ἱερεῖς ἄπετελουν παράδοσιν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας λειτουργῶν, οἵτινες προηγήθησαν αὐτῶν ἐν τῇ ζωῇ καὶ τῇ ποιμαντικῇ διακονίᾳ. Εἶναι δίκαιον νὰ ἀναφέρω ἐνταῦθα, ἐξ ὅσων εὐφήμως παρ᾿ αὐτοῦ τοῦ Κιμωλιακοῦ λαοῦ εὐχαρίστως λίαν καὶ παρηγόρως ἤκουον τὰ ὀνόματα τῶν ἀειμνήστων Ἐφημερίων Κιμώλου Ἀντωνίου Σάρδη, Οἰκονόμου, Ἀντωνίου Λογοθέτου, Σακελλαρίου, Ἰωσὴφ Κυπριανοῦ, Σκευοφύλακος, μελῶν τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας ἐν Κιμώλῳ, τῶν Ἱερομονάχων Ἀθανασίου Βουκάκη καὶ Ἰωαννικίου Σαλιβάρα, τῶν ἱερέων Δημητρίου Σάρδη Οἰκονόμου, Βασιλείου Σάρδη Οἰκονόμου, Φραγκίσκου Ἀ. Λογοθέτου, Ἰωάννου Γ. Ράμφου, Ἰωάννου Ν. Ἀφεντάκη, Σακελλαρίου, Μιχαὴλ Σακελλαρίου Λογοθέτου, Χωρεπισκόπου, Ἀντωνίου Νικ. Σάρδη, Πρωτοπαπᾶ, Γεωργίου Νικ. Λογοθέτου καὶ Ἀντωνίου Γ. Ἀφεντάκη, Πρωτοπαπᾶ. Ἰδιαζούσης εὐφημου καὶ εὐλαβοῦς ἀναμνήσεως ἠξιώθη παρὰ τῶν Κιμωλίων ἡ μεγαλόσχημος Μοναχὴ Εὐγενία Λογοθέτου, ἀδελφὴ τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστουπόλεως Γαβριὴλ Λογοθέτου, βοηθοῦ τοῦ Μητροπολίτου Διδυμοτείχου. Ἡ Μοναχὴ αὕτη ἤσκησεν ἐν Κιμώλῳ περὶ τὰ τέλη τοῦ ΙΘ´ αἰῶνος. Ἐτάφη εἰς τὸν ναὸν τῶν ἁγίων Ἀναργύρων, εἰς οἰκογενειακόν της τάφον.
Λέγω αὐτά, διὰ νὰ ἐξηγήσω ὅτι ἡ προσωπικότης τῶν Ἱερέων ἦτο ἀρρήκτως καὶ φυσικώτατα συνδεδεμένη μὲ τὴν ἠθικὴν καὶ θρησκευτικὴν φυσιογνωμίαν τῆς Κοινωνίας Κιμώλου. Αἴ! Καὶ νὰ ἐγνωρίζομεν οἱ Ἱερεῖς τὴν δύναμίν μας! Ἀλλὰ καὶ τὴν κλῆσιν καὶ τὸν προορισμόν μας!
Προσθέτω ὅμως, ὅτι ἡ ζωὴ καὶ ἡ διδασκαλία τῆς Μοναχῆς Μεθοδίας ἐξήσκησε μεγίστην ἐπιρροὴν εἰς τὸν θρησκευτικὸν καὶ ἠθικὸν προσανατολισμὸν τῶν συγχρόνων Κιμωλίων. Εἶναι ἄλλως τε τοῦτο κοινὴ τῶν εὐσεβῶν της Κιμώλου χριστιανῶν ὁμολογία.

Η ΜΙΚΡΑ ΕΙΡΗΝΗ

Αὐτὸ ἦτο τὸ κατὰ κόσμον ὄνομα τῆς Κιμωλίας Μοναχῆς. Ἐγεννήθη ἐν Κιμώλῳ τῇ 10ῃ Νοεμβρίου τοῦ 1865 ἐκ γονέων, πατρὸς μὲν Ἰακώβου, τὸ γένος Σάρδη, μητρὸς δὲ Μαρίας, τὸ γένος Λογοθέτου. Ἀμφότεροι διεκρίνοντο διὰ τὴν εὐσέβειάν των καὶ τὴν προσήλωσίν των εἰς τὸν Χριστόν.[2] Τὰ πρῶτα ἔτη τῆς ζωῆς των, μετὰ τὸν γάμον των, ἔζησαν ἐν Σίφνῳ. Παρ᾿ ὅλον ὅτι ὁ πατήρ της ἦτο ἐμπορευόμενος, δὲν εὕρισκεν ἀσυμβίβαστον τὸ ἐμπόριον μὲ τὴν πίστιν, καὶ μὲ τὸ ὅτι ἦτο ἔμπορος δὲν ἔπαυσε νὰ εἶναι πιστός. Ἀνεγίνωσκε πάντοτε τὴν Ἅγίαν Γραφήν, καὶ μὲ αὐτὴν εἰς τὰς χεῖρας ἐξεψύχησεν.
Ἡ οἰκογένεια ἦτο πραγματικῶς πατριαρχική. Εἶχον τρεῖς υἱοὺς καὶ πέντε θυγατέρας. Ἐξ αὐτῶν ἡ δευτέρα ἦτο ἡ Εἰρήνη. Ἀπὸ τῆς μικρᾶς της ἡλικίας ἐδείκνυε τὸν πόθον νὰ γίνῃ «νύμφη τοῦ Χριστοῦ», νὰ γίνῃ Μοναχή. Καὶ ἦσαν ἔκδηλα πράγματι τὰ προμηνύματα τοῦ ἀγγελικοῦ βίου: ἡ ταπεινοφροσύνη της, ἡ σεμνότης της, ἡ ἁγνότης της, ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ ἀγάπη της εἰς τὸν Χριστόν. Ἀλλ᾿ ὁ πόθος αὐτὸς ἐφάνη, ὅτι δὲν ἔμελλε νὰ πραγματοποιηθῇ, καὶ ὅτι εἰς τοῦτο δὲν ἦτο κεκλημένη Ἄνωθεν. Διότι ἡ Εἰρήνη ἦλθεν εἰς γάμον κατόπιν οἰκογενειακῆς γνωριμίας ναυτικοῦ τινος ἐκ τῆς νήσου Χίου, εὑρεθέντος εἰς Κίμωλον, τοῦ Παντελῆ Φιλιππάκη, μεθ᾿ οὗ καὶ ἦλθεν εἰς γάμον τῇ 27 Δεκεμβρίου 1882.

ΕΠΙ ΤΗΝ ΚΛΗΣΙΝ

Οἰονεὶ ὡς ἀπὸ λιποταξίας, ὅλως ἀπροβλέπτως, καὶ πρὸς κοινὴν ἔκπληξιν, ἡ Εἰρήνη ἀσπάζεται τὸ ἀγγελικὸν βίον.
Τὸ πλοῖον τοῦ συζύγου αὐτῆς ἐναυάγησεν εἰς τὰς ἀκτὰς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, καὶ ὁ ναυτικὸς σύζυγος δὲν ἐπανῆλθεν εἰς Κίμωλον. Ἦσαν τὰ σημεῖα τῆς κλήσεως, ἔστω καὶ ἀνθρωπίνως ὀδυνηρά. Δὲν ἐχρειάσθη πολὺ διὰ νὰ ἑρμηνεύσῃ εὐσεβοφρόνως ἡ Εἰρήνη τὰ γεγονότα. Ἡ οἰκογενειακή της περιπέτεια τὴν ἐκάλει εἰς τοὺς παλαιούς της πόθους· νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὸ ἀσκητικὸν ἐκεῖνο στάδιον, τὸ ὁποῖον ἐπεισοδιακὸς γάμος τὴν ἀνεχαίτισε. Κατὰ τὴν ψυχολογικήν της ἐκείνην στιγμὴν ἡ θεία Χάρις μετεχειρίσθη ὡς ὄργανον τὸν ἐπὶ ἁγιότητι βίου διακριθέντα ἱερέα Γεώργιον Νικολάου Λογοθέτην (+ 20 Νοεμβρίου 1913), ὅστις προώθησεν αὐτὴν νὰ ἀφιερωθῇ εἰς τὸν ἀγγελικὸν βίον καὶ νὰ πραγματοποιήσῃ οὕτω, ἱερὸν ἀπὸ τῆς παιδικῆς ἡλικίας αὐτῆς πόθον.
Καὶ ἡ «μικρὴ Εἰρήνη» ἰδοὺ γίνεται «Μεθοδία Μοναχή», διάγουσα τὸν βίον ἐν ἀσκήσει, καὶ ἀσκήσει, ἡ ὁποία ὑπενθύμιζε διακεκριμένους Ἀσκητὰς παλαιοτάτων τῆς Ἐκκλησίας χρόνων. Τὸ μοναστικὸν δνομα αὐτῆς ὀφείλεται εἰς τὸν χειροθετήσαντα αὐτὴν Μοναχὴν Ἀρχιεπίσκοπον Σύρου Μεθόδιον.[3] Ἡ χειροθεσία ἔγινεν ἐν Κιμώλῳ, ἐν τῷ ναῷ Παναγίας τῆς Ὁδηγητρίας, ὑπὸ τὴν κοινὴν ἱκανοποίησιν καὶ ἔκπληξιν διὰ τὴν ἐξέλιξιν τῶν περὶ τὴν «μικρὰν Εἰρήνην» γεγονότων.

ΤΟ ΑΣΚΗΤΗΡΙΟΝ

Μέσα εἰς τὸ Κάστρον[4] τῆς Κιμώλου, εἰς μικρὸν κελλίον, εἰς τὸ Στιάδι, ἐκεῖ ἠσκήτευεν ἡ Ὁσία, παραπλεύρως τοῦ ναοῦ τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου. Δυστυχῶς ὅμως δὲν κατώρθωσα νὰ ἔχω φωτογραφίαν τοῦ ἱεροῦ τούτου ἀσκητηρίου, ἔστω καὶ ἠρειπωμένου ὄντος σήμερον, ὡς πληροφοροῦμαι, γνωστοῦ ὄντος ὅτι εἰς τὴν μικρᾶν προσφιλῆ μου νῆσον Κίμωλον δὲν ὑπάρχουν τὰ τεχνικὰ μέσα. Παραθέτω τὴν ἄποψιν τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας Ὁδηγητρίας, τοῦ σεμνώματος τούτου τῶν Κιμωλίων, ὅπου ἡ Ὁσία ἐχειροθετήθη μοναχὴ καὶ τακτικῶς ἐκκλησιάζετο ἐν τῷ Ἱερῷ Βήματι.

Η ΜΟΝΑΧΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΤΡΙΑ

Δὲν ἔζησεν εἰς Μοναστήριον ἡ Μεθοδία. Δὲν ὑπῆρξεν «ὑποτακτική», καὶ δὲν ἀντέγραψεν ἑπομένως μοναστικὰ ἤθη καὶ μοναστικὰς ἀσκήσεις. Ἀλλ᾿ ἦτο τόσον ἀκριβὴς καὶ τόσον πιστὴ εἰς τὴν ἐφαρμογὴν τῶν Μοναστικῶν διατυπώσεων. Νηστεία, προσευχή, ἀκτημοσύνη, «πνευματικὴ ἠρεμία», συγχρόνως ὅμως καὶ ἐργασία διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀδελφῶν, μελέτη συνεχὴς πνευματική, ἰδοὺ τὸ πρόγραμμα τῆς μακάριας ἐκείνης γυναικός.[5]
Ἠκολούθησε τὸν βίον τῆς «ἐγκλείστου ἀσκήσεως», καὶ δὲν ἐξήρχετο ἔξω τοῦ Ἀσκητηρίου της. Ὅλη ὅμως ἡ Κίμωλος, ἡ γυναικεία μάλιστα Κίμωλος, εὐλαβῶς καὶ μετὰ πόθου ζέοντος ἤρχετο εἰς τὸ Ἀσκητήριόν της. Τὸ «καντηλάκι» τως τὸ ἀκοίμητον ἐνώπιον τῆς Εἰκόνος τῆς Παναγίας, ἦτο μία παρηγοριὰ καὶ δύναμις διὰ τὰς μαθητρίας της, διὰ τοὺς ἀσθενεῖς. Πολλὰς διηγοῦνται οἱ Κιμώλιοι περιπτώσεις, καθ᾿ ἃς ἀσθενεῖς, ἀλειφθέντες μὲ τὸ ἔλαιον ἐκεῖνο ἐθεραπεύθησαν.
Ἡ διδασκαλία της ἦτο ζωντανή. Οὐσία ἦτο: ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς- νὰ μὴ ἀφίνωμεν νὰ μᾶς νικᾷ ὁ κόσμος, καὶ νὰ μᾶς παρασύρῃ εἰς τὰς κακὰς ἐπιθυμίας καὶ πράξεις. Ζῆλον πρὸς τὰ θεῖα ἐζήτει νὰ ἐμφυσήσῃ εἰς τὰς Κιμωλίας μητέρας καὶ κόρας· λέγω Κιμωλίας, διότι μόνον ἐν μέσῳ γυναικῶν ἠσθάνετο δι᾿ ἑαυτὴν ὡρισμένον ἄνωθεν τὸν κύκλον τῆς δράσεώς της.
Πόσας δὲν ἔσωσε, δὲν διεφώτισε, καὶ πόσους ἄνδρας ἐμμέσως διὰ τῶν γυναικῶν καὶ ἀδελφῶν αὐτῶν δὲν ἔφερεν εἰς τὸν Χριστόν, καὶ δὲν ἐφώτιζε μὲ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ ἡ Ὁσία ἐκείνη γυνή! Ἔκαμνεν ἐντύπωσιν καὶ μόνον ἡ ζωή της: Ἐκοιμᾶτο ἐπὶ κλίνης ξυλίνης, χωρὶς στρῶμα, τὸ δὲ φαγητὸν αὐτῆς ἦτο λιτότατον. Τροφὰς καθὼς καὶ ἐνδύματα τὰ ὁποῖα προσέφερον εἰς αὐτὴν αἱ θαυμάστριαί της, ἡ Ὁσία διένεμεν εἰς τοὺς ἔχοντας ἄναγκας πτωχοὺς καὶ ἀσθενεῖς. Καθ᾿ ὅλην τὴν Μεγάλην Τεσσαρακοστὴν δὲν ἐδέχετο καμμίαν νὰ τὴν ἐπισκεφθῇ. Μόνον ἀπὸ ἓν μικρὸν παραθυράκι ἔδιδε τὸ «εὐλογημένον ἔλαιον» τοῦ κανδηλιοῦ της, τὸ ὁποῖον οἱ Κιμώλιοι μὲ εὐλάβειαν ἐλάμβανον καὶ ἐχρησιμοποίουν. Ἑκάστην Κυριακὴν τὸ Ἀσκητήριόν της ἐλάμβανε τὴν ὄψιν «Ἐκκλησίας» μαθητριῶν, πρὸς τὰς ὁποίας ἡ ἐν ὁσίαις Μεθοδία ἀόκνως ἐδιδασκεν ὅ,τι ἔδιδεν εἰς αὐτὴν ἡ Χάρις. Ἐκ τῶν μᾶλλον ἀφωσιωμένων «μαθητριῶν» αὐτῆς καὶ τῶν διακεκριμένων πνευματικῶν της ἀναστημάτων σημειοῦμεν τὰς: Μαρίαν μοναχὴν Ἀναστ. Καλλίνικα, Ἐλίζαν Γ. Βαφία, πρεσβυτέραν Αἰκατερίνην Ἰ. Ράμφου, Μαρουσὼ Μιχ. Καννᾶ, Εἰρήνην Λεον. Καντσοῦ, Μαρίαν Ἰ. Πριμηκύρη, Ἑλένην Ἀντ. Σάρδη, Ἄνναν Ἰ. Ρούσου, Αἰκατερίνην Στεφ. Πετράκη, τὸ γένος Νικ. Ἀνδρουλλιδάκη, καὶ Αἰκατερίνην Ἰ. Σάρδη.

ΕΥΛΟΓΙΑ ΔΙΑ ΤΗΝ ΚΙΜΩΛΟΝ

Κατὰ μήνα Αὔγουστον τοῦ ἔτους 1904, ὁ Γεώργιος Λαμπάκης, γνωστὸς Ἀρχαιολόγος τῶν Χριστιανικῶν Μνημείων, εἶχεν ἐπισκεφθῆ τὴν Κίμωλον. Ἐπεσκέφθη εἰς τὸ ἀσκητήριόν της τὴν Μοναχὴν Μεθοδίαν, καὶ ἔμεινεν ἐκστατικὸς διὰ τὴν ἀναβίωσιν τοῦ ἁγνοῦ ἀρχαίου ἀσκητικοῦ βίου. Κατὰ τὴν διαμονήν του δὲ εἰς τὴν Κίμωλον μίαν σύστασιν ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς Κιμωλίους : «Μὴν τὴν ἀφίσετε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸν τόπον αὐτόν· εἶναι εὐλογία διὰ τὴν Κίμωλον ἡ παρουσία της».

Η ΚΟΙΝΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Ἄγραφος ἀπὸ τόσων ἐτῶν, γραμμένη μόνον εἰς τὰς καρδίας τῶν ἁπανταχοῦ Κιμωλίων ἦτο ἡ ἀγάπη καὶ ὁ σεβασμὸς εἰς τὴν Μοναχὴν Μεθοδίαν.
Ἡ σύνταξις τῆς παρούσης σκιαγραφίας ἔδωκεν ἀφορμήν, ὥστε ὁ ἄγραφος σεβασμὸς καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη νὰ γραφῶσι καὶ ἐπὶ του χάρτου εἰς μνήμην καὶ μαρτυρίαν ἀΐδιον, ἄλλα καὶ εἰς πνευματικὸν στήριγμα τῶν πιστῶν. Παραθέτομεν τὸ Μαρτυρικόν:

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Τοὺς ἄνδρας ἐκείνους ἡ τὰς γυναίκας, πάσης ἡλικίας καὶ καταστάσεως, οἵτινες διὰ τοῦ βίου καὶ τῆς ἀναστροφῆς αὐτῶν ὑπῆρξαν «σκεύη ἐκλογῆς» κατὰ τὸν θεῖον Παῦλον, «ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ», ἀκτινοβολοῦντες διὰ τῆς ὁσίας αὐτῶν βιοτῆς τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, καὶ οἰονεὶ χρηματίσαντες Εὐαγγέλια ζῶντα ἐν μέσῳ τῆς Κοινωνίας ἐν ᾗ ἔζησαν, δίκαιον καὶ πρέπον θεωροῦμεν νὰ τιμῶμεν, καὶ ζῶντας, καὶ μετὰ θάνατον, καὶ πρὸς αὐτοὺς ὡς εὐλογίας Κυρίου, ὡς ὑποδείγματα βίου χριστιανικοῦ νὰ ἀποβλέπωμεν, καὶ μιμούμενοι αὐτοὺς νὰ κατευθυνώμεθᾳ, αὐτῶν καθηγουμένων, πρὸς τὴν αἰώνιον πατρίδα, τὴν Ἄνω Ἱερουσαλήμ.
Τοιαύτη, ἔμπλεως πνεύματος Χριστοῦ, «σκεῦος ἐκλογῆς», Εὐλογία θεοῦ, Εὐαγγέλιον ζῶν, ὑπῆρξε διὰ τὴν προσφιλῆ ἡμῶν μικρᾶν πατρίδα Κίμωλον ἡ ἐπὶ ἔτη μακρὰ ὅσιως καὶ ἐν ἀσκήσει τὸν βίον διανύσασα ἐντὸς κελλίου ἐν τῷ «μέσᾳ λεγομένῳ Κάστρω», παρὰ τὸν ναὸν τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Μεθοδία μοναχή, τὸ γένος Ἰακώβου Σάρδη, μεγίστην ἠθικήν, πνευματικὴν καὶ θρησκευτικὴν ἀσκήσασα ἐπίδρασιν ἐπὶ τὰς ψυχὰς μικρῶν καὶ μεγάλων, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, νέων καὶ νεανίδων, καὶ γεννήσασα ἐν ταῖς ψυχαῖς πάντων ἡμῶν κοινὴν τὴν πεποίθησιν ὅτι ἡ ἡμετέρα πατρὶς ἐκ πολλῶν ἀντιξοοτήτων καὶ δεινῶν περιστάσεων κατὰ καιροὺς ἀπαλλαγεῖσα, ἐσχάτως δὲ καὶ κατὰ τὸν φρικαλέας μνήμης δεύτερον Παγκόσμιον Πόλεμον μόνη αὐτή, ἡ μικρὰ ἡμῶν πατρὶς Κίμωλος ἐξ ὅλων τῶν Ἑλληνικῶν χωρῶν μὴ πατηθεῖσα ὑπὸ βαρβάρου ἐχθρικοῦ ποδὸς ὀφείλει τοῦτο εἰς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου (Ὁδηγητρίας) τὴν κραταιὰν ἀντίληψιν καὶ τῆς ὁσίας ταύτης συμπολίτιδος ἡμῶν Μεθοδίας μοναχῆς, εἰς τῶν προσευχῶν αὐτῆς τὴν προστασίαν καὶ ἐνέργειαν.[6]
Τῆς πεποιθήσεως ταύτης φορεῖς οἱ κάτωθι ὑπογεγραμμένοι Ἱερεῖς, Κοινοτικοὶ Ἄρχοντες, Πρόκριτοι καὶ ὁ λαὸς τῆς νήσου Κιμώλου, εὐγνώμονες πρὸς τὴν ὁσίως καὶ ἐν ἀσκήσει ἐν μέσῳ ἡμῶν ὡς δρόσον ἀπ᾿ οὐρανοῦ διανύσασαν τὸν βίον καὶ τῇ 5ῃ Ὀκτωβρίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1908, ἡμέρα Κυριακή, τελευτήσασαν Μεθοδίαν μοναχὴν ἔγνωμεν καὶ γραφὴ εἰς τὰς ἑπομένας γενεὰς νὰ παραδώσωμεν αὐτήν, ἵνα τὰ τέκνα ἡμῶν καὶ τὰ τέκνα τῶν τέκνων ἡμῶν ὁμοίως ἡμῖν τὸν αὐτὸν πρὸς ἡμᾶς σεβασμὸν καὶ τὴν αὐτὴν εὐγνωμοσύνην, ὡς πρὸς πολιοῦχον καὶ κηδεμόνα τῆς μικρᾶς ἡμῶν πατρίδος πρὸς τὴν ἐν ὁσίαις Μεθοδίαν μοναχὴν ἀποβλέπωσι καὶ τιμῶσι.
Ἐφ᾿ ὦ συνετάξαμεν εἰς μνήμην αἰώνιον τὴν παροῦσαν μαρτυρίαν καὶ ὑπογράφομεν αὐτὴν ἰδίαις χερσὶν ἐν φόβῳ Θεοῦ καὶ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, πρὸς δόξαν αὐτῶν, τῶν ἐγειρόντων κατὰ καιροὺς ὡς στήλας φωτός, ἄνδρας ἢ γυναίκας τοιούτους, ὥστε ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς ζωῆς ταύτης νὰ καθοδηγῶσι τὸν νέον Ἰσραὴλ εἰς τὴν Γῆν τῆς Ἐπαγγελίας, τὴν ὑπεσχημένην τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεόν.
Ἐν Κιμώλῳ τῇ 15ῃ Αὐγούστου 1946
Ὁ Ἀρχιερατικὸς Ἐπίτροπος Κιμώλου
Οἰκονόμος Σπυρίδων Ἰ. Ράμφος
Οἱ ἄλλοι ἱερεῖς
Οἰκονόμος Ἰωάννης Σπ. Ράμφος πτυχ. θεολογίας
Σακελλάριος Γεώργιος Ἀντ. Σάρδης
Σακελλάριος Στυλιανὸς Γ. Λογοθέτης
Τὸ Κοινοτικὸν Συμβούλιον
Εὐάγγελος Ἱερ. Ράμφος Πρόεδρος
Ἐπαμεινώνδας Ἄντ. Σάρδης
Ἰωάννης Γ. Βορδώνης
Ἰωάννης Γ. Μαγκανιώτης
Πέτρος Κ. Πρεζάνης
Οἱ πρόκριτοι καὶ οἱ ἄλλοι χριστιανοὶ τῆς νήσου
(ἀκολουθοῦν ὀνόματα)

Η ΤΕΛΕΥΤΗ

Τῇ 5ῃ Ὀκτωβρίου τοῦ 1908, ἡμέρα Κυριακή, ἐτελεύτησε τὸν βίον ἡ Κιμωλία Ἀσκήτρια, εἰς ἡλικίαν ὑπερτεσσαράκοντα ἐτῶν. Μετ᾿ ὀλίγα ἔτη ἠκολούθησε τὸν μοναστικὸν βίον καὶ ἡ μήτηρ της Μαρία, μετονομασθεῖσα Χριστοδούλη.[7]
Ἡ κηδεία τῆς Μεθοδίας ἔγινεν ἐν μέσῳ ἐκδηλώσεων ἀφοσιώσεως καὶ σεβασμοῦ, καὶ οἱ Κιμώλιοι συνώδευσαν εἰς τὸν τάφον «μεγάλην αὐτῶν εὐεργέτιδα».[8] Μετὰ τὴν ἀνακομιδὴν τῶν λειψάνων τῆς ταῦτα μετὰ πάσης τιμῆς καὶ εὐλαβείας ἀπετέθησαν ἐνταφιασθέντα εἰς τὸν ναὸν τοῦ Ἁγ. Σπυρίδωνος.
Ἀκολουθία εἰς τὴν Ὁσίαν ἐκδίδεται ταυτοχρόνως τῇ παρούση μελέτη ὑπὸ τοῦ Πέτρου Παπαδοπούλου, ἔργον τοῦ ἐν τῷ Ἅγιωνύμῳ Ὄρει ποιητοῦ Ἀκολουθιῶν καὶ Ὕμνογράφου Γερασίμου Μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου.
Ἐξεδόθη ἐν Ἀθήναις τῇ 12ῃ Ἰανουαρίου 1947

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ἀνάγνωθι καὶ τὸ ἐπιμνημόσυνον Ἄρθρον μου ἐν «Φωνὴ τῆς Κιμώλου», Ἔτει Β´ 1947. ἀριθμ. φύλλου 13. καὶ τὸ τεῦχος: ΜΝΗΜΟΣΥΝΑ, ὁ Οἰκονόμος τῆς Κιμώλου Σπυρίδων Ἰ. Ράμφος. Ἐν Ἀθήναις 1947 σ. 5-7.
2. Κατὰ τὰ σημειούμενα περὶ αὐτῆς, ὡς ὑποθέτω, εἰς τὸ «Βιβλίον γεννήσεων τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου» τῆς Κιμώλου, ἡ Εἰρήνη ἐβαπτίσθη τῇ 8ῃ Δεκεμβρίου, τοῦ αὐτοῦ ἔτους τῆς γεννήσεώς της, τελετουργοῦντος τοῦ Χωρεπισκόπου Κιμώλου Ἱερέως Μιχαὴλ Σακελ. Λογοθέτου, ἀναδεξαμένου αὐτὴν τοῦ Ἰ. Ρούσου.
3. Ἀπεβίωσε τῷ 1903.
4. Περὶ τοῦ Κάστρου τῆς Κιμώλου, ἴδε Ἰ. Κ. Βογιατζίδου, Κίμωλος, Ἱστορικαὶ Ἔρευναι περὶ τῆς νήσου. Ἐν Ἀθήναις καὶ «Ἀθηνᾶ» ΛΕ. 1923 σελ. 105. Ἀντωνίου Μηλιαράκη, Κίμωλος. Ἀθήνησι 1901. σ. 10, 11.
5. Ἰδιαιτέραν τιμὴν καὶ τάσιν ἔτρεφε πρὸς τὴν μελέτην τῶν κατὰ τὸν ἅγιον Συμεὼν τὸν Στυλίτην, τοῦ ὁποίου καὶ ἐμιμεῖτο τὴν αὐστηρὰν ἄσκησιν.
6. Ἄριστα ἐκφράζεται συναφῶς ὁ συντάξας τὴν Ἀκολουθίαν εἰς τὴν Ὁσίαν Ἁγιορείτης Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης διὰ τοῦ ἑξῆς Θεοτοκίου, ὅπερ ἐκ τοῦ χειρογράφου παραλαμβάνομεν.
Ἡ Κίμωλος, Ἄχραντε, τῇ ἀντιλήψει τῇ σῇ, ἀδούλωτος μείνασα ἐξ ἐπελθόντων ἐχθρῶν, κηρύττει τὴν χάριν σου. Ταύτην οὖν Θεοτόκε, ταῖς λιταῖς Μεθοδίας, πάντοτε ἐν κινδύνοις ἀβλαβῆ, διατήρει, ἵνα Παρθενομῆτορ, δοξάζῃ σου τὴν πρόνοιαν.
7. Ἀπεβίωσεν αὕτη ἐν Ἀθήναις τῇ 5ῃ Ἰανουαρίου τοῦ 1924, εἰς ἡλικίαν 90 ἐτῶν.
8. Συγκινητικώτατον καὶ διδακτικώτατον ἐπικήδειον προσφώνημα, ἀποκείμενον ἐν τῷ Ἀρχείῳ τοῦ ἀειμνήστου, ἐξεφώνησεν ὁ πρὸ μικροῦ ἐκλιπὼν Οἰκονόμος τῆς Κιμώλου Σπυρ. Ράμφος, ὅστις ἰδιάζον πρὸς τὴν Ὁσίαν ἔτρεφε σέβας, (βλέπε καὶ «Φωνὴν τῆς Κιμώλου» ἀρ. 13, 1947 καὶ τὸ ἰδιαίτερον τεῦχος, τὸ εἰς μνήμην τοῦ Οἰκονόμου ἐκδοθέν, σελ. 9).
ΠΗΓΗ.users.uoa.gr/.

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΖΗΝΟΒΙΟΣ ΚΑΙ ΖΗΝΟΒΙΑ Η ΑΔΕΛΦΗ ΑΥΤΟΥ (30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ)



site analysis

«Οι άγιοι ζούσαν επί της βασιλείας του Διοκλητιανού και ήταν τέκνα ευσεβών γονέων. Και ο μεν Ζηνόβιος συνελήφθη και οδηγήθηκε ενώπιον του ηγεμόνα. Καθώς λοιπόν ανακρινόταν, παρουσιάστηκε από μόνη της και η αδελφή του Ζηνοβία. Κτυπώνται λοιπόν κα οι δύο και ρίχνονται σε λέβητα πίσσας. Διατηρήθηκαν όμως με τη χάρη του Χριστού αβλαβείς, οπότε και δέχονται τον διά ξίφους θάνατο».
Ο άγιος Ιωσήφ είναι ο υμνογράφος του κανόνα και των σήμερα εορταζομένων αγίων. Εκτός από αυτόν όμως και άλλοι υμνογράφοι εξαίρουν την αγιότητά τους, όπως για παράδειγμα ο Ιωάννης μοναχός, που και αυτός με την εξαίρετη ποιητική του γραφίδα προβάλλει  την ανδρεία των δύο αδελφών, του Ζηνοβίου και της Ζηνοβίας, οι οποίοι μαρτύρησαν υπερμαχώντας για την πίστη τους στην αγία Τριάδα, ενώ έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου, πνίγοντας μέσα στο αίμα τους τον πονηρό διάβολο. «Ούτοι γαρ της Τριάδος γεγόνασιν υπέρμαχοι∙ και εν σταδίω ανδρείως τον αόρατον εχθρόν, εν τω σεπτώ αυτών αίματι απέπνιξαν, και τον της νίκης στέφανον ενδόξως εκομίσαντο». Η τελευταία επισήμανση είναι σπουδαιότατη. Διότι, πράγματι, δεν υπάρχει, κατά την πίστη μας, ισχυρότερο όπλο που κατακαίει τον διάβολο, από το αίμα των μαρτύρων. Όπου δορυφορούνται μάλιστα τα λείψανά τους, εκεί φυγαδεύεται η όποια δαιμονική ενέργεια. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας εγκαινιασμένος ναός, στον οποίο τελείται η αναίμακτη λατρεία, η Θεία Ευχαριστία, θεωρείται ό,τι ισχυρότερο κατά του Πονηρού. Διότι ακριβώς εκεί υπάρχει το αίμα του Κυρίου μας – το απόλυτο όπλο – και μαζί με Αυτό τα λείψανα των μαρτύρων που είναι κατατεθειμένα μέσα στην αγία Τράπεζα. Μακάρι οι πιστοί να είχαμε επίγνωση των δυνάμεων που έχουμε μαζί μας, ιδιαιτέρως όταν βρισκόμαστε μέσα στον Ναό.
Ο άγιος  Ιωσήφ στον κανόνα του επιμένει πάρα πολύ  στο γεγονός της ιερωσύνης του αγίου Ζηνοβίου, την οποία συνδέει στενότατα με το μαρτύριό του. Ο άγιος, λέει, παρίσταται ενώπιον του θρόνου του Θεού, «ως ιερεύς ευπρόσδεκτος και μάρτυς άριστος»,  ενώ το μαρτύριο του αίματός του έκανε πιο έντονο το χρώμα της ιερατικής του στολής, καθιστώντας την με τη χάρη του Θεού ιερότερη. «Μαρτυρίου εν αίματι, την στολήν σου, Ζηνόβιε, επιχρώσας ένδοξε, απετέλεσας ιερωτέραν εν χάριτι». Ο άγιος υμνογράφος  εν προκειμένω επισημαίνει μία βασική αλήθεια: τη μαρτυρική  διάσταση της ιερωσύνης – απόρροια της μετοχής στην αρχιερωσύνη του ίδιου του Κυρίου -  η οποία επιτείνεται απλώς και με το μαρτύριο του αίματος. Ιερωσύνη και μαρτύριο δηλαδή βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος, δείγμα ότι ο ιερέας του Χριστού βρίσκεται πάντοτε στον Σταυρό: η διακονία του είναι οδύνη και πάθος. Ορθά όμως βιούμενη αποκαλύπτει και την περικλειόμενη σ’ αυτήν ανάσταση. Κι είναι ευνόητο ότι τούτο πρέπει να το εννοήσουμε και ως προς την πνευματική ιερωσύνη του κάθε βαπτισμένου και χρισμένου πιστού. Μη ξεχνάμε ότι ο κάθε πιστός, έστω και ο απλός λαϊκός, είναι μέτοχος και αυτός της ιερωσύνης του Κυρίου.
Εκθέτοντας ο άγιος Ιωσήφ τα της ιερωσύνης του αγίου Ζηνοβίου, μέσα στα πλαίσια της μαρτυρικής διαστάσεώς της στον κόσμο τούτο, αναφέρεται στον τρόπο ασκήσεώς της: «ιεράτευσεν ως άγγελος», με δύναμη προσευχής τέτοια υπέρ του ποιμνίου του, ώστε να γίνεται αυτή δεκτή από τον Κύριο «ως θυμίαμα». Κι αυτή «η δέησις της ενθέου ψυχής του» συνδυαζόταν με τη διδασκαλία του, η οποία λειτουργούσε ως ποτιστική βροχή στις καρδιές των πιστών που του ενεπιστεύθη Εκείνος. Η εικόνα που χρησιμοποιεί ο άγιος ποιητής είναι πολύ ωραία: «Ομβροτόκος νεφέλη γέγονεν η γλώσσά σου ως υετίζουσα ευσεβείας όμβρους, και πιστών τας καρδίας αρδεύουσα, και προς ευκαρπίαν, τας διανοίας οδηγούσα, εναρέτων, Ζηνόβιε, πράξεων». (Η γλώσσα σου, Ζηνόβιε, έγινε σαν σύννεφο που φέρνει βροχή και που βρέχει την ευσέβεια, ποτίζοντας τις καρδιές των πιστών και οδηγώντας τις διάνοιες για να καρποφορούν τις ενάρετες πράξεις).
 Έτσι η ιερατική διακονία του ευσεβούς Ζηνοβίου οδηγούσε σε διπλό αποτέλεσμα. Πρώτον: να σώζονται όλο και περισσότεροι άνθρωποι, αυξανόμενοι στον δρόμο της αρετής∙ Δεύτερον: διαρκώς και να μειώνεται η ασέβεια από την αύξηση της ευσεβείας, δηλαδή της αληθινής πίστεως. «Εστένωσας την ασέβειαν, Μάρτυς, πλατυσμώ της αληθούς ευσεβείας…και έσωσας τους χαλεπώς θαλαττεύοντας πλάνης τοις ύδασιν». (Λιγόστεψες την ασέβεια, Μάρτυς, με την αύξηση της αληθινής ευσέβειας…και έσωσες αυτούς που θαλασσοδέρνονταν από τα κύματα της πλάνης). Είναι ευνόητο πόσο σημαντική είναι αυτή η αλήθεια και για εμάς σήμερα: η μείωση της ασεβείας, ως αίρεσης και ως εγωιστικού τρόπου ζωής έρχεται στον βαθμό που εμείς αυξάνουμε την ευσέβειά μας. Αν σήμερα υπάρχουν τόσες αιρέσεις και τόσες αποκλίσεις από τον ορθό τρόπο ζωής, σε ένα μεγάλο ποσοστό οφείλεται και στο δικό μας έλλειμμα ευσεβείας.

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΧΑΡΙΤΙΝΗ



site analysis


«Η αγία Χαριτίνη έζησε επί βασιλείας Διοκλητιανού, όταν Κόμης ήταν ο Δομέτιος, ενώ η ίδια ήταν δούλη κάποιου Κλαυδίου. Ο Κόμης, επειδή άκουσε ότι ήταν χριστιανή, γράφει στον κύριό της να τη στείλει σ’  αυτόν προς εξέταση. Ο κύριός της, που ήταν και αυτός χριστιανός, λυπήθηκε πάρα πολύ, τόσο που ντύθηκε σάκκο και τη θρηνούσε. Η αγία όμως τον παρηγορούσε και του έλεγε: «Κύριέ μου, μη λυπάσαι, αλλά να χαίρεσαι, διότι θα θεωρηθώ ευπρόσδεκτη θυσία στον Θεό, και για τα δικά μου και για τα δικά σου πλημμελήματα». Ο Κλαύδιος τότε, αφού της είπε: «Να με θυμάσαι στον επουράνιο βασιλιά», την αποστέλλει στον Κόμητα. Όταν οδηγήθηκε εκεί και ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό, της ξύρισαν το κεφάλι και έριξαν πάνω σ’  αυτό  αναμμένα κάρβουνα. Έπειτα την έδεσαν σε βαριά πέτρα και την έριξαν στη θάλασσα. Αλλά αυτή, με τη χάρη του Θεού, εξήλθε και φάνηκε στον Κόμητα. Κι αφού τιμωρήθηκε και με πολλές άλλες τιμωρίες, της έβγαλαν τα νύχια των χεριών και των ποδιών, κι έτσι παρέθεσε το πνεύμα της στον Θεό».
Κι άλλοτε είχαμε σημειώσει ότι κατά την υμνολογία της Εκκλησίας μας το κάθε μαρτύριο που υφίσταται ένας μάρτυρας του Χριστού αντιστοιχεί σε κάτι ανάλογο από πλευράς πνευματικής. Με τα βάσανα δηλαδή που υφίσταται ο μάρτυρας, με τα οποία έμπρακτα μετέχει στον Σταυρό του Χριστού, κτυπά τον διάβολο και τα όργανά του, ενώ ο ίδιος γεμίζει από τις χάρες του ουρανού, παίρνει τα στεφάνια που ο Κύριος δίνει στους συνεπείς δούλους Του, βιώνει δηλαδή την άλλη όψη του Σταυρού, την Ανάσταση. Την πνευματική αυτή πραγματικότητα διαπιστώνουμε και στην αγία Χαριτίνη: ό,τι υφίστατο είχε και το αντίστοιχο πνευματικό αποτέλεσμα.  «Των λεόντων συνέθλασας σιαγόνας, πολύαθλε, σιαγόνων φέρουσα τα συνθλάματα∙ των δε ονύχων εκρίζωσιν γενναίως υπήνεγκας, εκριζούσα τα δεινά της απάτης φρυάγματα∙ θαλαττίοις δε εν βυθοίς απερρίφης, την κακίαν υποβρύχιον ποιούσα του πονηρού πολεμήτορος». Δηλαδή: Σύτριψες τα σαγόνια των λιονταριών, καθώς υπέφερες τα συντρίμματα των δικών σου σαγονιών. Υπέφερες με γενναιότητα το ξερίζωμα των νυχιών σου, ξεριζώνοντας όμως τη φοβερή αλαζονεία της απάτης. Σε ρίξανε στον βυθό  της θάλασσας, πνίγοντας όμως κι εσύ την κακία του πονηρού διαβόλου. Έτσι αν ο διάβολος και οι πονηροί ακόλουθοί του μπορούσαν να δουν τη θετική έκβαση των παθών ενός μάρτυρα, θα σταμάταγαν αμέσως τα μαρτύριά του, γιατί δεν θα άντεχαν να βλέπουν ότι τα μαρτύρια αυτά γίνονταν «μπούμερανγκ» εναντίον τους. Κι η πιο τρανταχτή απόδειξη της αλήθειας αυτής ήταν βεβαίως ο Σταυρός του Κυρίου μας: με το Πάθος Του ελευθερωθήκαμε και λυτρωθήκαμε. Αλλά είναι γνωστό: ο Πονηρός και όλοι οι πονηροί συνεργάτες του δεν διακρίνονται για την εξυπνάδα τους. Πονηροί είναι και όλα τα τεχνάσματα που χρησιμοποιούν, ναι. Όχι όμως έξυπνοι, με την πραγματική σημασία του όρου: να μπορούν να βλέπουν τα πράγματα στο βάθος τους και να διακρίνουν το αληθινό συμφέρον και γι’  αυτούς.
Ο υμνογράφος βεβαίως, πέραν των παραπάνω, δεν χάνει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί το ίδιο το όνομα της αγίας, προκειμένου να προβάλει δύο κατ’ αυτόν πολύ σημαντικά σημεία: Πρώτον, ότι η αγία Χαριτίνη ήταν γεμάτη από τη χάρη του αγίου Πνεύματος, η οποία την χαρίτωσε με τη χάρη του μαρτυρίου, ώστε να έχει τη δύναμη να χαριτώνει έπειτα και εμάς με τις πρεσβείες της προς τον Κύριο. «Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος σε χαριτώσασα», «Ταις σαις μου, ω Χαριτίνη, χάρισι, τον νουν χαρίτωσον, χαριτωθείσα άθλοις ιεροίς». Το μαρτύριο πράγματι ενός αγίου θεωρείται χάρη του Θεού, με το οποίο αποκτά τεράστια δύναμη ενώπιον του Θεού, προκειμένου να βοηθά και εμάς, τους εν τω κόσμω ακόμη ευρισκομένους χριστιανούς. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί ο οιοσδήποτε να υπομείνει τέτοια βάσανα, όχι, όπως έχουμε εξηγήσει και άλλοτε, με την έννοια ότι δεν τα υπομένουν και άλλοι άνθρωποι, ξένοι προς την πίστη του Χριστού, αλλά με την έννοια ότι ο μάρτυρας του Χριστού τα υπομένει χωρίς να χάνει την αγάπη του προς τον εχθρό του. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: «ημίν εδόθη ου μόνον το εις Αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν».
Δεύτερον, ότι η αγία ήταν γεμάτη από τη χαρά που δίνει το Πνεύμα του Θεού. «Της χαράς ως επώνυμος, εν χαρά προσεχώρησας εις νυμφώνα, πάνσεμνε, τον ουράνιον». «Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος…χαροποιαίς εφαίδρυνε πλοκαίς και χαράν την αιώνιον κληρονομείν ενίσχυσεν». Η αγία ως επώνυμη της χαράς μπήκε με χαρά στον ουράνιο νυμφώνα. Το άγιο Πνεύμα, μέσα από τα μαρτύρια, την έκανε να χαίρεται με διάφορους τρόπους και την δυνάμωσε να κληρονομήσει και την αιώνια χαρά. Ο υμνογράφος, είπαμε, εκμεταλλεύεται το όνομά της, για να μας υπενθυμίσει ότι η χαρά είναι το χαρακτηριστικό του χριστιανού. Όχι όμως η χαρά, όπως κατανοείται από τον πεσμένο στην αμαρτία κόσμο: ως διασκέδαση με τις απολαύσεις του κόσμου, ως απομύζηση των τερπνών μόνο του βίου τούτου, που τις περισσότερες φορές όμως αφήνουν μέσα στην καρδιά του ανθρώπου τη στιφάδα του θανάτου. Αλλά η χαρά που έρχεται ως αποτέλεσμα της επιμονής και της πιστότητας του ανθρώπου στο θέλημα του Θεού. Είναι η εμπειρία της Εκκλησίας μας και όλων των αγίων: θέλεις να χαίρεσαι με τη βαθειά και αναφαίρετη χαρά, που γεμίζει την καρδιά του ανθρώπου, έστω και μέσα από τις θλίψεις; Δεν έχεις παρά να τηρείς το θέλημα του Θεού, και μάλιστα την εντολή της αγάπης. Είναι μία πρόκληση, που αν κανείς δεν την πειραματιστεί στον εαυτό του, δεν πρόκειται ποτέ να την γευτεί. «Ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν αγάπη, χαρά…».

Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΕΛΑΓΙΑ



site analysis


 «Η οσία Πελαγία έζησε επί βασιλέως Νουμεριανού και καταγόταν από την πόλη της Αντιόχειας. Ζούσε μέσα στις ορχήστρες και τα θέατρα της εποχής και ήταν πόρνη, μαζεύοντας από την πονηρή αυτή εργασία πάρα πολλά χρήματα. Όταν όμως κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη από τον επίσκοπο Νόνο, που ήταν άγιος άνθρωπος, και μετανόησε θερμά, βαπτίσθηκε και άφησε ό,τι σχετιζόταν με την προηγούμενη αμαρτωλή ζωή της σαν σκουπίδια. Στη συνέχεια, περιβλήθηκε τρίχινα ρούχα, και αφού παρουσιάστηκε ως άνδρας, πήγε κρυφά στο όρος των Ελαιών, όπου και εγκλείστηκε σ’ ένα κελί, ζώντας το υπόλοιπο της ζωής της εκεί, κατά τρόπο θεάρεστο. Στο κελί αυτό αναπαύτηκε εν Κυρίω».
Η οσία Πελαγία ανήκει σε εκείνη τη χορεία των ανθρώπων, για τους οποίους ο Κύριος, απευθυνόμενος στους Φαρισαίους,  είχε πει: «Οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν των Ουρανών». Πρόκειται δηλαδή για ανθρώπους, οι οποίοι ναι μεν από πλευράς κοινωνικής δεν έχουν καλό όνομα, σαν τους Φαρισαίους για παράδειγμα, που θεωρούνταν οι καλύτεροι Ιουδαίοι και συνεπώς οι πιο κοντινοί στον Θεό, αλλά διακρίνονται για την καλή τους διάθεση, την καλή τους προαίρεση, και που γι’  αυτό, μόλις δοθεί η πρόκληση από πλευράς του Θεού, αμέσως ανταποκρίνονται και ακολουθούν τον Θεό. Ο Κύριος για τέτοιους ανθρώπους είπε την παραβολή του τελώνου και του Φαρισαίου ή και την παραβολή του ασώτου, να δείξει δηλαδή ότι εκείνο που μετράει ενώπιον του Θεού τελικώς είναι η συναίσθηση της αμαρτωλότητας, το «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», και όχι μία εικόνα αυτοδικαίωσης του ανθρώπου, λόγω πιθανόν κάποιων καλών πράξεών του, η οποία το μόνο που επισύρει από τον Θεό είναι η καταδίκη του.
Με την οσία Πελαγία, όπως και με τις αντίστοιχες παρόμοιες περιπτώσεις: την οσία Μαρία την Αιγυπτία, για παράδειγμα,  την οσία Ταϊσία την πόρνη (που και αυτήν εορτάζουμε σήμερα) κ.ά., βρισκόμαστε με ανάγλυφο θα λέγαμε τρόπο, μπροστά στο φαινόμενο της μετανοίας, το οποίο αποτελεί και τη μόνη προϋπόθεση εισόδου του ανθρώπου στη Βασιλεία του Θεού. Ο Θεός μας δηλαδή, όπως απαρχής έδειξε ο Κύριος, δεν ζητάει από τον άνθρωπο την αναμαρτησία του, η οποία ασφαλώς και δεν υπάρχει – όλοι γνωρίζουμε ότι ο μόνος αναμάρτητος είναι ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός μας, ο Ιησούς Χριστός – αλλά τη μετάνοιά του, ως συναίσθηση της αμαρτίας του και ελπίδα στη φιλανθρωπία Εκείνου. Δεν είναι τυχαίο ότι και ο τελευταίος των Προφητών, Ιωάννης ο Πρόδρομος, που ετοίμαζε το έδαφος για την έλευση του Μεσσία, και ο ίδιος ο Κύριος, εκείνο που ετόνιζαν απαρχής και στη συνέχεια των δράσεών τους, ήταν το «μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η βασιλεία των Ουρανών». Γι’  αυτό και η Εκκλησία μας τονίζει πάντοτε ότι η μόνη διάκριση των ανθρώπων που γίνεται αποδεκτή, δεν είναι από πλευράς φυλετικής, κοινωνικής, μορφωτικής, γένους κλπ., αλλά από το αν οι άνθρωποι είναι μετανοημένοι ή όχι. Άνθρωπος που συναισθάνθηκε τις αμαρτίες του και στράφηκε με ελπίδα στον Θεό, αυτός θεωρείται και ο άγιος άνθρωπος, αυτός θεωρείται ο πολίτης του Ουρανού. Άνθρωπος που νιώθει «καλά» με τον εαυτό του, με την έννοια ότι μπορεί να καυχάται για τις αρετές του, συνεπώς να μη νιώθει κανένα έλλειμμα μέσα του, είναι ο άνθρωπος από τον οποίο ο Θεός αποστρέφει το πρόσωπό Του. Η περίπτωση της παραβολής του τελώνου και του Φαρισαίου, που μνημονεύσαμε και παραπάνω, είναι παραπάνω από ενδεικτική.
Με την οσία Πελαγία λοιπόν καταλαβαίνουμε τι σημαίνει μετάνοια. Σημαίνει δηλαδή αλλαγή τρόπου ζωής, και μάλιστα χωρίς υπεκφυγές και αναβολές. Μόλις κατάλαβε η οσία ότι η ζωή της δεν ήταν ευάρεστη στον Θεό, αμέσως μετανόησε και εξέφρασε τη γνησιότητα της μετανοίας της με την αλλαγή της ζωής της, και μάλιστα με τρόπο συγκλονιστικό: κλείστηκε διά παντός σ’  ένα κελί, αλλάζοντας ακόμη και την εμφάνισή της. Κι αυτό είναι ακριβώς το σημάδι της γνήσιας μετάνοιας: η άμεση αλλαγή της ζωής∙ η στροφή προς τον Θεό και η τήρηση του αγίου θελήματός Του. Και τονίζουμε την αλήθεια αυτή, διότι πολλές φορές μας εμπαίζει ο διάβολος, ο οποίος δεν έρχεται να μας πει να μη μετανοήσουμε. Εκείνο στο οποίο μας σπρώχνει είναι να αναβάλουμε τη μετάνοιά μας. Το αύριο είναι η αιχμή του δόρατος του Πονηρού, γιατί ξέρει ότι το αύριο γίνεται μεθαύριο, το μεθαύριο η μεθεπομένη κ.ο.κ., συνεπώς ο άνθρωπος παραμένει πάντοτε στα ίδια. Η υμνολογία της ημέρας, σχεδόν καθ’  ολοκληρίαν, αυτήν τη μετάνοια τονίζει στο πρόσωπο της οσίας Πελαγίας, για να μας πει ότι αφενός η μετάνοια οδηγεί στην πλήρη συγχώρηση των αμαρτιών του ανθρώπου και την πλήρωσή του με όλες τις δωρεές του Θεού, αφετέρου αποτελεί τον μονόδρομο και για εμάς, αν θέλουμε να δούμε Θεού πρόσωπο. Ας ακούσουμε τον οίκο του κοντακίου της ημέρας: «Όσοι εν βίω αμαρτίαις εμολύνθημεν, ως ο τάλας εγώ, ζηλώσωμεν την μετάνοιαν, τον οδυρμόν τε μετά δακρύων της οσίας Μητρός ημών Πελαγίας, ίνα ταχύ εκ Θεού την συγχώρησιν λάβωμεν∙ καθάπερ η μακαρία, έτι ζώσα, τον ρύπον απέπλυνε της αμαρτίας, και έλαβεν εκ Θεού την τελείαν συγχώρησιν, οδόν μετανοίας υποδείξασα».  Όσοι μολυνθήκαμε από τις αμαρτίες στη ζωή μας, όπως ο ταλαίπωρος εγώ, ας ζηλέψουμε τη μετάνοια και τον οδυρμό με δάκρυα της οσίας Μητέρας μας Πελαγίας, για να λάβουμε γρήγορα τη συγχώρηση από τον Θεό. Όπως συνέβη και με τη μακαρία Πελαγία: όσο ήταν ακόμη στη ζωή, έπλυνε καλά τη βρωμιά της αμαρτίας και έλαβε από τον Θεό την τέλεια συγχώρηση, υποδεικνύοντάς μας το δρόμο της μετανοίας. Ταις αυτης αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς.

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

ΟΣΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Η ΕΠΙΒΑΤΙΝΗ (11ος αἰ.)



site analysis




Σειρά: Ἀδιάφθοροι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας (ἀπό τό ὁμώνυμο ἔργο τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου).

Ἡ λαοφιλέστερη Ἁγία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας, σύμβολο τῆς ἑνότητος τῶν Βαλκανικῶν λαῶν κάτω ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Πίστι.
Γεννήθηκε στούς Ἐπιβάτες τῆς Θράκης τό 1023. Μόνασε σέ ἡλικία 15 ἐτῶν σέ κοινόβιο τῆς Μ. Ἀσίας καί μετά ἀπό ἄσκηση 5 ἐτῶν στήν Ἡράκλεια τοῦ Πόντου, πῆγε προσκυνήτρια στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου κοινοβίασε 25 χρόνια σέ μοναστήρι στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη. Κοιμήθηκε εἰρηνικά στήν ΚΠολη, στόν Ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στήν Καλλικράτεια, ὅπου ἡσύχασε τά δύο τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς της. Κηδεύθηκε σέ τόπο παραθαλάσσιο. Ἄγνωστο πότε τό Λείψανό της ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, ὅταν χωρικοί θέλησαν νά ἐνταφιάσουν δίπλα της τό σῶμα ἑνός ναυτικοῦ, τό ὁποῖο ἐκβράστηκε στήν ἀκτή καί ἡ Ὁσία μέ ἐμφάνισή της ζήτησε νά τήν μεταφέρουν!
Τήν περίοδο τῆς βασιλείας τῶν Βουλγάρων Βασιλέων Πέτρου καί Ἰωάννη Ἀσάν (1290 - 1310), οἱ Βυζαντινοί δώρησαν τό Λείψανο τῆς Ὁσίας στόν Ὀρθόδοξο Βουλγαρικό λαό, σάν σημεῖο φιλίας καί ἑνότητος στήν Ὀρθόδοξη Πίστι. Τό 1393, ὅταν ὁ Σουλτάνος Βαγιαζίτ κατέλαβε τό Τύρνοβο καί κατέλυσε τό Βουλγαρικό Κράτος, δώρησε τό Λείψανο στούς (τότε) ὑποτελεῖς του Σέρβους, οἱ ὁποῖοι τό κατέθεσαν στό φρούριο τοῦ Βελιγραδίου. Ἀργότερα, ὅταν ὁ Σουλτάνος Μουράτ Β' κατέκτησε τήν Σερβία, τό Λείψανο ἀγοράσθηκε ἀπό τό Πατριαρχεῖο ΚΠόλεως, ἐνῶ στήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας δωρήθηκε μέρος μιᾶς τῶν χειρῶν, φυλασσόμενο σήμερα στό Βελιγράδι καί τήν Σρέμσκα Καμένιτσα.
Τό ἀδιάφθορο Λείψανο τῆς ὁσ. Παρασκευῆς τῆς Ἐπιβατινῆς, ἐπιμελῶς καλυμένο μέ πολύτιμα ἄμφια, στήν ἀνοικτή λάρνακα πού τό φυλάσσει, στόν ὁμώνυμο Καθεδρικό Ναό τοῦ Ἰασίου Μολδαβίας. 
Τό 1640, ὁ Ἡγεμόνας τῆς Μολδαβίας Βασίλειος Λούπου, ἀνέλαβε τό τεράστιο χρέος τοῦ Πατριαρχείου πρός τήν Τουρκική Κυβέρνηση (περίπου 2.000.000 ἄσπρων) καί γιά λόγους εὐγνωμοσύνης ὁ Πατριάρχης Παρθένιος δώρησε τό Λείψανο στόν Ὀρθόδοξο Μολδαβικό λαό. Τό Λείψανο κατατέθηκε μέ μεγάλες τιμές στόν Ναό τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στό Ἰάσιο (ἐκεῖ ὅπου ὁ Πρίγκιπας Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης κήρυξε τήν Ἐπανάσταση κατά τῶν Τούρκων στίς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες - τό 1821 - καί δέχθηκε τήν εὐλογία τοῦ Μητροπολίτου Βενιαμίν Κώστακε). Τό 1888 τό Λείψανο μεταφέρθηκε στόν νέο, πρός τιμή τῆς Ὁσίας, Καθεδρικό Ναό, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται, κατατεθημένο σέ ἀργυρή λάρνακα.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 14η Ὀκτωβρίου καί ἡ πανήγυρίς της εἶναι ἡ μεγαλύτερη θρησκευτική ἐκδήλωσις στήν Ρουμανία.

ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΡΩΜΑΙΑ (+ 256)



site analysis


Σειρά: Ἀδιάφθοροι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας (ἀπό τό ὁμώνυμο ἔργο τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου).

Ἦταν Ρωμαϊκῆς καταγωγῆς καί ἔγινε μοναχή σέ ἡλικία 20 ἐτῶν, κοντά στήν ἐνάρετη καί ἐγγράμματη Γερόντισσα Ἄννα. Κατά τό διωγμό τοῦ Οὐαλλεριανοῦ τήν συνέλαβε ὁ Ἡγεμόνας Πρόβος καί τήν ὑπέβαλλε σέ φοβερά βασανιστήρια γιά νά κάμψη τό φρόνημά της καί νά θυσιάσει στούς ψευδοθεούς τῶν εἰδωλολατρῶν (τανύσθηκε σέ τέσσερεις πασσάλους καί κάηκε, τῆς ἔκοψαν τά νεῦρα καί τούς ἁρμούς, κ.ἄ.). Πρίν τήν τελείωσή της, μέ ἀποκεφαλισμό, ζήτησε στήν προσευχή της ἀπό τόν Θεό, "ὅσοι ἀσθενεῖς τήν ἐπικαλεσθῶσιν εἰς βοήθειαν, νά τούς δίδει τήν θεραπείαν ὡς ἰατρός παντοδύναμος". Μαζί της ἀποκεφαλίσθηκε καί ὁ εὐσεβής Χριστιανός νέοςΚύριλλος, ὁ ὁποῖος τῆς πρόσφερε κατά τό μαρτύριό της, ἕνα ποτήρι "ψυχροῦ ὕδατος"!
Τό Λείψανό της διατηρήθηκε ἀδιάφθορο, διότι σήμερα στή Μονή Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, σώζεται ἡ δεξιά της παλάμη καί οἱ κνῆμες "μετά δέρματος". Ἀκόμη, ἀπότμημα τῶν Λειψάνων της φυλάσσεται καί στή Λαύρα τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι, στήν Ἁγία Πετρούπολη.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 29η Ὀκτωβρίου