Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

Το φρικτό Μαρτύριο της Αγίας Φεβρωνίας



site analysis
h1


Κατά τους χρόνους του μεγάλου διωγμού που είχε εξαπολύσει ο Διοκλητιανός κατά των Χριστιανών, ζούσε στην Ρώμη ένας νεανίας ονόματι Λυσίμαχος, ο οποίος προοριζόταν για έπαρχος μετά τον θάνατο του πατέρα του. Όμως, επειδή ο Διοκλητιανός είχε ακούσει ότι αυτός ο νεαρός σεβόταν τον Χριστό, απεφάσισε να τον στείλει στην Ανατολή, μαζί με τον κακότροπο θείο του, τον Σελήνο και πλήθος στρατιωτών, για να διώξουν τους Χριστιανούς. Πράγματι κατέφθασαν σε μια χώρα της Μεσοποταμίας, την Παλμύρα, και ο άσπλαχνος Σελήνος θανάτωνε πολλούς Χριστιανούς. Ο Λυσίμαχος λυπόταν πικρά για όλα αυτά, διότι η μητέρα του ήταν Χριστιανή και του είχε διδάξει να πιστεύει στον Χριστό. Γι’ αυτό και ανακοίνωσε κρυφά στον Πρίμο, που ήταν επικεφαλής των στρατιωτών, ότι είχε εντολή από την μητέρα του να μην θανατώσει κανέναν Χριστιανό και επειδή πονούσε η ψυχή του βλέποντας τον θείο του να εγκληματεί κατά των αθώων Χριστιανών, κατέπεισε τον Πρίμο να μην φυλακίζει Χριστιανούς και να ειδοποιούνται τα Μοναστήρια ώστε να κρύβονται οι μοναχοί και οι μοναχές για να μην τους βρίσκουν οι διώκτες.
febronia.nisibi.iconarussa3Στη χώρα αυτή υπήρχε ένα γυναικείο Μοναστήρι με πενήντα μοναχές και Ηγουμένη την Βρυένη. Ανάμεσα στις αδελφές ήταν και μια πολύ ενάρετη μοναχή, η εικοσάχρονη Φεβρωνία, που ήταν ανιψιά της Βρυένης, πολύ ωραία και εύμορφη που στα μέρη εκείνα δεν υπήρχε ωραιοτέρα γυναίκα καί λέγεται ότι δεν ήταν δυνατόν να ιστορίσει ζωγράφος το κάλλος και την φαιδρότητα του προσώπου της. Γι’ αυτό και η Ηγουμένη Βρυένη την φύλαγε με φόβο και αγωνία από τους ασεβείς δίνοντάς της αυστηρότερο κανόνα νηστείας, μη χορταίνοντας καν τον άρτο και το νερό, με πολύ λιγοστό ύπνο που λάμβανε καθιστή ή χωρίς στρώμα καταγής, ώστε να βασανίζει το σώμα της, προσευχόμενη διαρκώς στον Θεό να απομακρύνει τον πειράζοντα διάβολο. Αναγινώσκοντας με επιμέλεια τις Θείες Γραφές επειδή ήταν εκ φύσεως φιλομαθής, κατηχώντας με την πολυμάθειά της και τις άλλες αδελφές, ακόμα και τις κοσμικές γυναίκες που ερχόντουσαν προς πνευματική ωφέλεια στο Μοναστήρι. Μια εξ’ αυτών των γυναικών ήταν η Ιερεία, κόρη ενός Συγκλητικού, που θαύμαζε την Φεβρωνία και πήγαινε στον παρθενώνα για να ακούσει τα θεία λόγια της. Συνεπαρμένη η Ιερεία από τις νουθεσίες της, κατέπεισε ακόμα και τους γονείς της να λάβουν το Βάπτισμα.
cl. febroniaΌμως, εκείνο τον καιρό ήλθαν στη χώρα αυτή ο Σελήνος και ο Λυσίμαχος με τα στρατεύματά τους, αναγκάζοντας τους Χριστιανούς να κρυφθούν στα όρη και στις σπηλιές. Έτσι και οι μοναχές του Μοναστηριού ζήτησαν ευλογία για να κρυφτούν στους γύρω τόπους. Και η Ηγουμένη Βρυένη, τις επέτρεψε να πράξουν κατά το συμφέρον τους, κάνοντας όπως θέλουν. Μόνο η Φεβρωνία, αν και είχε ασθενήσει βαρύτατα από τον σκληρό αγώνα της, έλεγε: «Ζει Κύριος ο Χριστός μου, τον οποίο ενυμφεύθην και του αφιέρωσα την ψυχή μου. Δεν εξέρχομαι από τον τόπο τούτο, αλλ’ εδώ θα αποθάνω και θα ενταφιασθώ δια τον Δεσπότη μου». Η Ηγουμένη μένοντας μόνη στο Μοναστήρι μαζί με την Φεβρωνία και την αδελφή Θωμαΐδα, μπήκε στην Εκκλησία και προσευχόταν κλαίγοντας, φοβούμενη για την Φεβρωνία, μην την πάρουν οι στρατιώτες στο κριτήριο, επειδή ήταν πανέμορφη νέα και την εξαπατήσουν με κολακείες και την εξαναγκάσουν να προδώσει την ευσέβειά της. Κατόπιν αφού συμβούλεψαν την Φεβρωνία να προσέχει ώστε ότι και αν συμβεί να μην πλανηθεί με πλούτο που θα της τάξουν και να μην προδώσει την τιμή της, υπομένοντας τις πανουργίες για χάρη του Χριστού, ενθυμούμενη τους αγίους Μάρτυρες που έλαβαν δεινά και φρικτά βασανιστήρια και κολαστήρια για χάριν Εκείνου. Τότε η Φεβρωνία ανήγγειλε ότι δεν έφυγε από την Μονή, «επειδή ποθώ να αποθάνω δια τον Δεσπότη μου, εάν με αξιώσει η χάρις Του, δι’ αυτό παρέμεινα».
vg_febroniaΤο πρωί πληροφόρησαν κάποιοι τον Σελήνο για εκείνο το γυναικείο Μοναστήρι και ευθύς απέστειλε στρατιώτες για να συλλάβουν τις μοναχές. Αφού έσπασαν τις πόρτες και εισήλθαν βρήκαν μόνο τις τρεις και κάποιος στρατιώτης τράβηξε το ξίφος για να φονεύσει την Ηγουμένη. Η Φεβρωνία έπεσε στα πόδια του και του είπε: «Σας εξορκίζω στον Θεό, ο Οποίος κατοικεί στα ουράνια, να φονεύσετε πρώτα εμένα, για να μη δω τον θάνατο της κυρίας μου». Τότε μεσολάβησε ο καλός Πρίμος και παρότρυνε τις μοναχές να κρυφτούν για να μην τις βρουν οι στρατιώτες όταν ξαναέρθουν. Επιστρέφοντας ο Πρίμος στο Πραιτώριο, λέγει προς τον Λυσίμαχο: «Μεταβήκαμε στο Μοναστή­ρι, και είδα μία νεανίδα, της οποίας εθαύμασα το κάλλος. Μα τους θεούς, δεν είδα γυναίκα ωραιοτέρα, καί είναι πράγματι αξία δια σε». Του λέγει ο Λυσίμαχος: «έχω εντολή από την μητέρα μου, να μη κακοποιήσω Χριστιανό. Πώς λοιπόν να επιβουλευτώ τις δούλες του Χριστού; σε παρακαλώ λοιπόν να τις διαφυλάξεις στην ευσέβεια, ώστε να μη πέσουν στά χέρια του θείου μου».
St_FebroniaΈνας όμως από τους κάκιστους εκείνους στρατιώτες ανήγγειλε στον Σελήνο, λέγοντας ότι βρήκαμε στο Μοναστήρι νεανίδα, η οποία όντως είναι ξένο θέαμα. Τότε θυμωθείς ο Σελήνος έστειλε στρατιώτες να φέρουν την νέα στο κριτήριο. Απελθόντες λοιπόν άρπαξαν αυτήν ως άγρια θηρία, την έδεσαν από τον λαιμό, καί την έσυραν. Η δε Ηγουμένη και η Θωμαΐς την προέτρεπαν να μη φοβηθεί τις βασάνους, να μη λυπηθεί το φθειρόμενο σώμα, το οποίο γίνεται στον τάφο άχρηστο καί σε βρώμα των σκωλήκων μετατρέπεται, αλλά είναι προτιμότερο να το παραδώσει σε μάστιγες και κολαστήρια για τον Κύριο, για να ζήσει μαζί του αιωνίως στον Παράδεισο.
Ελπίζοντας στον Θεό, η Φεβρωνία και έχοντας το θάρρος της στον Χριστό και την Θεοτόκο, υπεσχέθη να δείξει ανδρείο και γενναίο φρόνημα και αφού ζήτησε την ευχή τους, αναχώρησε οδεύοντας προς τον Μαρτύριο. Οι στρατιώτες πήραν την Αγία και την οδήγησαν στο θέατρο όπου είχε συναχθεί πλήθος κόσμου και όσοι την είδαν την συμπόνεσαν. Ο ηγεμόνας Σελήνος εντυπωσιασμένος από το κάλλος και την ευγένεια της Φεβρωνίας, της πρότεινε να λάβει σύζυγο τον Λυσίμαχο που θα γινόταν Έπαρχος και θα τους χάριζε όλο τον πλούτο του. Την απείλησε ότι αν δεν δεχθεί τον λόγο του, τρεις ώρες δεν θα την αφήσει ζωντανή. Του λέγει η Φεβρωνία: «Εγώ έχω στους ουρανούς παστάδα αχειροποίητο, νυμφώνα ακατάλυτο, προίκα την βασιλεία των ουρανών και Νυμφίο αθάνατο, γι’ αυτό δεν δύναμαι να συνοικήσω με άνθρωπο. Λοιπόν μη πλανάσαι, ούτε να κοπιάζεις με κολακείες και απειλές να με δοκιμάζεις, ότι δεν θέλεις με νικήσει ουδέποτε».
febronie (1)Ακούγοντας αυτά ο τύραννος θύμωσε, και προστάζει να εκδύσουν την Αγία και να την παραστήσουν γυμνή μπροστά σε όλους, για να ντραπεί την ασχημοσύνη της, να ταλανίσει την αβουλία αυτής και την απείθεια, όταν συλλογισθεί από ποια λαμπρή δόξα σε πόση ατιμία κατήντησε. Όταν λοιπόν την εξεγύμνωσαν οι στρατιώτες και την παρέστησαν έτσι γυμνή, είπε προς αυτήν ο τύραννος: «Βλέ­πεις, Φεβρωνία, πόσων αγαθών εξέπεσες, και σε πόση περιέπεσες καταφρόνηση;» Και εκείνη απεκρίθη: «Ένας είναι ο Δημιουργός, ο οποίος μας έκαμε εξ αρχής άρσεν και θήλυ. Γι’ αυτό όχι μόνον υπομένω αυτήν την γύμνωση, αλλά και να κόψουν για τον Χριστό μου ένα έκαστον όλα τα μέλη μου, εάν με αξιώσει η χάρις Του να πάθω για την αγάπη Του δεινά κολαστήρια». Λέγει τότε ο τύραννος: «Αναίσχυντε και πάσης ατιμίας αξία, ξέρω πως κενοδοξείς για το κάλλος σου και το έχεις σε έπαινο να σε βλέπουν». Του λέγει η Αγία: «Ο Χριστός μου ξέρει, ότι έως την σήμερον δεν είδα χαρακτήρα ανδρός ουδέποτε, καί συ με λέγεις αναίσχυντο, αναίσχυντε όντως και άγνωστε. Όποιος θέλει να πολεμήσει σε αγώνα ολύμπιο, δεν παλεύει ενδεδυμένος με ιμάτια, αλλά γυμνός στον αγώνα συμπλέκεται, για να νικήσει τον αντίπαλο. Έτσι και εγώ είναι πρέπον να υπομείνω την γύμνωση, για να πολεμήσω με τον διάβολο τον πατέρα σου».
Θυμωθείς τότε ο ηγεμών πρόσταξε να απλώσουν την Αγία τέσσερις άνδρες, να ανάψουν φωτιά κάτω από αυτήν για να φλογίζεται και από πάνω να την χτυπούν δυνατά στη ράχη ανηλεώς άλλοι τέσσερις άνδρες. Καθώς λοιπόν την έδερναν ώρα πολλή οι άσπλαχνοι, ράντιζαν άλλοι με έλαιο το πυρ από κάτω, για να ανάβει ξανά και να την φλογίζει χειρότερα. Έτσι λοιπόν δεινώς βασανιζόμενης της Αγίας, εφώναζε ο λαός, και δεόταν λέγοντες: «Σπλαχνίσου, φιλάνθρωπε δικαστά, την νεανίδα». Αλλά αυτός ο άσπλαχνος δεν ήθελε καί πρόσταξε τους μαστιγώνοντας να την κτυπούν δυνατότερα. Και όταν είδε ότι έπεφταν στην γή οι σάρκες της καί φαινόταν σαν νεκρή, πρόσταξε να την ρίψουν παράμερα.
sainte fébronie martyreΌταν συνήλθε η Φε­βρωνία την εξέτασε πάλι ο αλιτήριος λέγοντας: «Πώς σου φαίνεται η πρώτη συμπλοκή, Φεβρωνία;» Εκείνη απεκρίθη: «γνώρισες με την πρώτη δοκιμή, ότι με την βοήθεια του Χριστού, έμεινα ανίκητος και καταφρονώ τις βασάνους σου». Τότε πάλιν είπε ο τύραννος: «κρεμάσατέ την στο ξύλο, και ξεσχίσατε δυνατά τα πλευρά της με σιδηρά νύχια, έπειτα καταφλέξετε τα ξεσχισμένα μέλη της έως τα οστά της».
Τοσούτο λοιπόν ξέσχισαν την Αγία, ώστε έπεφταν στην γή οι σάρκες της και το αίμα της έρεε ποταμηδόν. Έπειτα φέρνον­τας τη φωτιά κατέκαιαν τα σπλάγχνα της. Εκείνη βλέποντας προς τον ουρανό παρακαλούσε τον Θεό να την ενδυναμώσει και σιώπησε, διότι καιγόταν από την φωτιά.  Τότε πολλοί από τους παρεστώτες έφυγαν λόγω της πολλής ωμότητας του ηγεμόνα, και οι υπόλοιποι τον παρακαλούσαν να την αποσύρουν από το πυρ και τους άκουσε σβήνοντας την φωτιά, αλλά την άφησαν κρεμασμένη και την ρωτούσε, εκείνη όμως δεν μπορούσε να αποκριθεί. Γι’ αυτό την κατέβασαν και  την έδεσαν στον πάσσαλο, και ο τύραννος κάλεσε γιατρό που τον πρόσταξε να κόψει την γλώσσα της για να την κάψουν, διότι δεν του απεκρίθη. Η Αγία έβγαλε ευθύς την εύλαλη γλώσσα της, και ένευσε του γιατρού να την κόψει κατά το πρόσταγμα του τυράννου. Και έλαβε ο γιατρός τον σίδηρο να την κόψει, αλλά ο λαός φώναξαν, δεόμενοι στον ηγεμόνα να τους κάμει την χάρη αυτή, να την αφήσει. Ο ανήμερος τότε πρόσταξε να αφήσουν την γλώσσα και να βγάλουν τα δόντια της. Άρχισε λοιπόν ο γιατρός να εκριζώνει τα δόντια και όταν ξερίζωσε τα δεκαεπτά, από τους πόνους και την αιμορραγία ολιγοψύχησε η Αγία και προτάσσει τον γιατρό ο τύραννος να παύσει, της έδωκε δε βότανο θεραπευτικό για να σταματήσει η ρύση του αίματος.
holy virgin and martir FevroniaΤότε πάλι την ρωτά ο τύραννος: «τί λέγεις, Φεβρωνία; Προσκυνείς τους θεούς;» Εκείνη απεκρίθη: «γιατί δεν με θανατώνεις το γρηγορότερο, για να απέλθω προς τον αγαπημένο μου Χριστό, αλλά εμποδίζεις τον δρόμο μου;» Της λέγει ο τύραννος: «Εγώ θα αφανίσω δια πυρός και ξίφους το σώμα σου, αναίσχυντο γύναιο, καί θα ταπεινώσω την αλαζονεία σου». Τότε προστάσσει να κόψουν, φευ! τους μαστούς της, έπειτα να κάψουν με φωτιά το στήθος της. Η δε Αγία, παρακαλούσε τον Θεό να πάρει την ψυχή της. Και όταν έκαψαν και τους δύο μαστούς, κατέκαυσαν όλον τον τόπο του στήθους της και πέρνα η λαύρα του πυρός έως μέσα στα εντόσθια. Όσοι έβλεπαν όλα αυτά αναθεμάτιζαν τον τύραννο και τους θεούς του, ο δε παράνο­μος τύραννος κατέβασε την Αγία από τον πάσσαλο, για να της δώσει καί άλλη κόλαση, αλλά αυτή δεν μπορούσε ούτε καν να ομιλήσει, μόνον έπεσε σχεδόν νεκρή και άφωνος.
Fourteenth century icon of St. Febronia’s Martyrdom from Monastery of Gracanica, Kosovo.
Fourteenth century icon of St. Febronia’s Martyrdom from Monastery of Gracanica, Kosovo.
Τότε λέγει, ο Πρίμος προς τον Λυσίμαχο: «Γιατί να απολεσθεί αυτή η ωραιότατη κόρη έτσι ασπλάγχνως;» Και ο Λυσίμαχος είπε: «Για πολλών σωτηρία, ίσως δε και εμού αυτού, την αφήκα να βασανισθεί, για να λάβουν και άλλοι πολλοί από αυτήν καλό υπόδειγμα». Η δε Ιερεία, όταν είδε, ότι ο αλιτήριος Σελήνος σκεπτόταν να υποβάλει την Φεβρωνία και σε άλλα βασανιστήρια, στάθηκε ενώπιόν του και τον έβρισε λέγουσα: «Δεν χόρτασες σε τόσα κακά οπού έκαμες αυτής της Αγίας κόρης, απάνθρωπε; ούτε θυμήθηκες τα μέλη της μητρός που θήλασες, η οποία κακώς σε γέννησε, αλλά έδειξες τόση ασπλαχνία σ’ αυτήν την ταπεινή; Εύχομαι να μη σε συγχωρήσει ο ουράνιος Βασιλεύς, αλλά να σε παιδεύσει σε τούτον τον κόσμο και στον μέλλοντα». Αυτά ακούγοντας ο άδικος δικαστής θύμωσε, και πρόσταξε να την δέσουν και αυτήν ως κατάδικο, για να την παιδεύσουν, διότι τον έβρισε. Εκείνη εισήλθε στο στάδιο χαίρουσα και έλεγε: «Κύριε μου Ιησού Χριστέ, δέξαι και εμέ την ταπεινή μετά της κυρίας μου Φεβρωνίας». Τότε οι φίλοι του Σελήνου τον συμβούλευσαν να μη κακοποιήσει δημοσία την Ιερεία, επειδή όλο το πλήθος μαρτυρεί μετ’ αυτής, καί όλη η πόλη απολείται.
icon of febroniaΟ τύραννος, δεν τόλμησε να της κάνει τίποτα και μη δυνάμενος να την εκδικηθεί, πρόσταξε να κόψουν τα χέρια της Φεβρωνίας και το ένα πόδι για το πείσμα της Ιερείας. Έκοψαν λοιπόν καί τα δύο χέρια της Μάρτυρος. Όταν έκοπτε το πόδι ο δήμιος από τον αστράγαλο, δεν πέτυχε ο πέλεκυς την άρθρωση και την κτύπησε τρεις φορές, έως ότου να τον κόψει ο άσπλαχνος’ γι’ αυτό όλο το σώμα της μακαρίας συγκλονίσθηκε από τον πόνο. Και επειδή αισθανόταν μεγάλους πόνους καί άρρητη κάκωση, άπλωσε και τον άλλο πόδι, και το έβαλε στο ξύλο να το κόψει και αυτό, για να ξεψυχήσει και να μη βασανίζεται. Τούτο βλέποντας ο άδικος δικαστής, σκλήρυνε περισσότερο, λέγοντας: «Βλέπετε πόση δύναμη έχει αυτή η αναίσχυντη»; Έπειτα είπε προς τον δήμιο: «Κόψε το και αυτό». Όταν έκοψαν και το άλλο πόδι, είπε προς τον Σελήνο ο Λυσίμαχος. «Ας πάμε να γευματίσουμε, καί άφες αυτήν την ταλαίπωρη, επειδή τόσες κολάσεις της έδωκες». Ο δε απεκρίθηκε: «Δεν πηγαίνω, μα τους θεούς, έως να παραδώσει το πνεύμα της». Αφ’ ου λοιπόν έκαμαν ώρα πολλή, καί ψυχορραγούσε πλέον η Αγία, ρώτησε τους δήμιους λέγοντας:
s-febronia-icona-greco-ortodossa
«ακόμη ζει αυτή η τρισκατάρατη»; Οι δε είπαν: «ναι». Τότε προστάσσει ο δυσσεβέστατος να κόψουν την αγία της κεφαλή. Παίρνοντας λοιπόν την σπάθη ο δήμιος και κρατώντας από την κόμη την Αγία, έκοψε την τιμία της κεφαλή την κε’ (25) του Ιουνίου.
Αφού ο παράνομος τύραννος τελείωσε το θέλημά του πήγε να φάγει. Ο Λυσίμαχος έμεινε μέσα περίλυπος, καί έχυνε δάκρυα από καρδίας για την Μάρτυρα, την οποία δεν άφησε τους Χριστια­νούς να αρπάσουν για να μοιρασθούν το τίμιο λείψανό της, αλλά πρόσταξε τους στρατιώτες να το φρουρούν, για να της κάμει πολλή τιμή, να την ενταφιάσει σώα καί ανελλιπή στο άγιο Μοναστήρι της. Αυτά αφού πρόσταξε δεν πήγε στο γεύμα, αλλά κλείσθηκε στο δωμάτιό του, καί εθρήνει της Φεβρωνίας τον θάνατο. Ο δε Σελήνος, ο θείος του, ακούγοντας ότι πικραινόταν ο Λυσίμαχος, δεν έφαγε ούτε αυτός, αλλά έμεινε με πολλή αδημονία περίλυπος. Και περιπατώντας ανήσυχος από το ένα μέρος του παλατιού στο άλλο, απώλεσε τάς φρένας του, και κοιτάζοντας προς τον ουρανό εξέβαλλε φωνές ατάκτους και σαν ταύρος εμυκάτο, έκανε δε μερικά σημεία σαν των δαιμονιζομένων καί εμαίνετο’ έπειτα κτύπησε το κεφάλι του σε μία κολώνα και κακώς ετελειώθη για την αδικοκρισία, την οποία κατά της δικαίας κόρης ετέλεσε.
affresco russo, cattedrale s.basilioΤότε έγινε στο πραιτώριο σύγχυση, τρέχοντας όλοι να δούνε τον κακό του θάνατο. Πήγε καί ο Λυσίμαχος και έσεισε την κεφαλή του ώρα πολλή, λέγοντας: «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών, ο οποίος εξεδίκησε το δίκαιο αίμα της Φεβρωνίας, που εχύθη αδίκως». Κατόπιν προσκάλεσε τον Πρίμο καί του λέγει να κανονίσει τα περί της ταφής της Αγίας: «.στείλε πανταχού κήρυκας να διαλαλήσουν, να συναχθούν Χριστιανοί χωρίς φόβο ή δειλία. Καί όταν ο κόσμος συναχθεί, ας σηκώσουν ευλαβώς οι στρατιώτες το άγιο λείψανο να το μεταφέρουν στο Μοναστήρι της Βρυένης.». Τότε ο Πρίμος τέλεσε όσα πρόσταξε ο Λυσίμαχος, και σήκωσαν οι καλύτεροι στρατιώτες το άγιο λείψανο, αυτός δε ο Πρίμος κράτησε την τιμία κεφαλή, τα χέρια, τα πόδια και τα άλλα μέλη στην χλαμύδα του με ευλάβεια. Και πηγαίνοντας στο Μοναστήρι συνέτρεχε πλήθος του λαού αναρίθμητο.
febronia of nisibi and febronia of muronΦθάσαντες εκεί μετά βίας, απέθεσαν το άγιο λείψανο στην Εκκλησία, η δε Βρυένη όταν είδε έτσι κατακεκομμένο το σώμα της Μάρτυρος, λιγοψύχησε και έπεσε στην γη, και μετά από ώρα πολλή σηκώθηκε και το αγκάλιασε λέγουσα. «Ουαί μοι, θύγατερ ότι σήμερα στερηθήκαμε της γλυκύτατης παρουσίας σου και δεν έχομε άλλον διδάσκαλο να μας αναγινώσκει τις βίβλους τόσο επιμελέστατα». Τότε ήλθαν και οι άλλες Μοναχές κλαίοντας’ αλλά περισσότερο από αυτές θρηνούσε η ευλαβής Ιερεία λέγουσα: «Οίμοι, γλυκύτατη μου Φεβρωνία, ποια αμοιβή να σου δώσω, για την μεγίστη ευεργεσία, οπού μου έκαμες να με εξαγάγεις από το σκότος της αγνωσίας, πάνσοφε; Ας προσκυνήσω τους αγίους πόδας σου, που επάτησαν την κεφαλή του όφεως’ ας φιλήσω τις πληγές των αγίων μελών σου, γιά των οποίων η ψυχή μου ιάθη’ ας στεφανώσω με άνθη εγκωμίων την σεβασμία κορυφή σου, η οποία έστεψε το γένος μας με το κάλλος των αγώνων σου». Αυτά και άλλα πολλά έλεγαν οι αδελφές οι οποίες έκαμαν αγρυπνία ολονυκτία ιστάμενοι έως το πρωί, με υμνωδίες τω Κυρίω ψάλλοντες.
febronia siriac Ο δε Λυσίμαχος είπε προς τον κόμητα. «Εγώ, αγαπημένε μου, Πρίμε, από την σήμερον αποτάσσομαι την πλάνη του πατρός μου, με όλη την περιουσία του, και πιστεύω στον Δεσπότη μου Ιησού Χριστό». Του λέγει ο Πρίμος· «το όμοιον κάμνω και εγώ, κύ­ριέ μου. Αναθεματίζω τον Διοκλητιανό με όλους του τους θεούς, και υποτάσσομαι τω Χριστώ εξ όλης καρδίας μου». Τότε λοιπόν επήγαν μαζί στο Μοναστήρι με πλήθος λαού αναρίθμητο, και φέ­ροντες το γλωσσόκομο έθεσαν σ’ αυτό το τίμιο λείψανο, και έβα­λαν όλα τα άγια μέλη καθ’ ένα στον τόπο του, ήτοι την κεφαλή, τα χέρια καί τα πόδια, τους δε οδόντας έθεσαν στο στήθος της, και ευωδιάσαντες αυτό με μύρα και αρώματα, το έβαλαν σε τόπο επίσημο, δοξάζοντες και ευχαριστούντες τον Κύριο. Και πολύ πλήθος Ελλήνων-ειδωλολατρών επίστευσαν τω Χριστώ και εβαπτίσθησαν. Ομοίως ο Πρίμος και ο Λυσίμαχος εβαπτίσθησαν και αρνήθησαν τον κόσμο τελείως, ούτε επέστρεψαν στον δυσσεβή βασιλέα, αλλά επήγαν στον Αρχιμανδρίτη Μαρκελλίνο, και τους έκαμε Μοναχούς, και ετελείωσαν την ζωή των ασκητικώς, με πολιτεία θεάρεστη. Εβαπτίσθησαν δε και πολλοί στρατιώτες, καί τελείωσαν τον βίο θεάρεστα. Ομοίως και η συγκλητική Ιερεία με τους γονείς της απηρνήθησαν τον κόσμο και εκουρεύθησαν στο Μοναστήρι, στο οποίο αφιέρωσαν όλο τον πλούτο τους. Η δε μακαρία Ιερεία παρεκάλεσε την Βρυένη, λέγουσα: «Δέ­ομαί σου, μήτερ και δέσποινα, να με έχεις αντί της Φεβρωνίας υποτακτική για να εκτελώ όλα σου τα προστάγματα». Εξώδευσε δε την προίκα της όλη στο Ναό ιερώς η Ιερεία και τον στόλισε’ και τα χρυσά και αργυρά της κοσμήματα έλυσε καί χρύσωσε της μακαρίας Φεβρωνίας το γλωσσόκομο, στο οποίο εγίνοντο θαυμάσια άπειρα. Και μάλιστα την ημέρα της εορτής αυτής, όταν έψαλλαν οι Μοναχές την αγρυπνία, εφαίνετο και αυτή στο μέσον αυτών περί το μεσονύκτιο, και έστεκε στον τόπο της, έως την τρίτη ευχή και την έβλεπαν όλες οι Μοναχές, αλλά δεν ετόλμα καμία να την αγγίξει ή να την ρωτήσουν ολότελα. febronia martyrΌταν τον πρώτο χρόνο, οπού την είδαν, εφοβήθησαν όλες οι Μοναχές, και ποσώς δεν την επλησίασαν. Η δε Ηγουμένη φώναξε: «ιδού η Φεβρωνία, το τέκνο μου». Και μόλις εσίμωσε να την αγκαλιάσει έγινε άφαντος. Γι’ αυτό από τότε δεν ετόλμα καμία να την πλησιάσει, μόνο την έβλεπαν και έκλαιαν από την χαρά σ’ αυτήν την θαυμάσια οπτασία.
Όταν ο  Επίσκοπος εκείνης της πόλεως έκτιζε έξι χρόνους ναό περικαλλή στο όνομα της Αγίας Φεβρωνίας, καί όταν τον τελείωσε, επήγαν όλοι οι Επίσκοποι στο Μοναστήρι, να ζητήσουν το άγιο λείψανο της Αγίας, για να το φέρουν στον νέο Ναό. Η δε Ηγουμένη και όλες οι αδελφές, έπεσαν στα πόδια των Επισκόπων μετά δακρύων παρακαλώντας να μην τις υστερήσουν αυτό τον θησαυρό. Η δε Ηγουμένη κατέληξε ότι «.αν αυτό το έργο αρεστό της Αγίας και της αγιοσύνης σας, τίς είμαι εγώ να το εμποδίσω; υπάγετε λοιπόν και σηκώσατέ την, εάν είναι Θεού θέλημα».
fevronia.nisibi.iconarussaΤότε επήγαν οι Αρχιερείς στον τάφο της Μάρτυρος, και αναγίνωσκαν τις ευχές να σηκώσουν το γλωσσόκομο. Όταν επλήρωσαν την ευχή οι Επίσκοποι και άπλωσαν τα χέρια να σηκώσουν το άγιο λείψανο, γίνεται ευθύς στον αέρα βροντή μεγάλη και φοβερά τόσο, ώστε έπεσαν κατά γης όλοι έντρομοι. Και πάλι όταν πέρασε λίγη ώρα και συνήλθαν από τον φόβο, ξαναδοκίμασαν να το σηκώσουν, αλλά δεν μπόρεσαν διότι τόσο μέγας και φοβερός σεισμός έγινε, ώστε φαινόταν ότι ήθελε να πέσει όλη η πόλη. Τότε εγνώρισαν όλοι, ότι δεν ήθελε η Αγία να φύγει από το Μοναστήρι. Με θαυμαστό τρόπο, επέτρεψε μόνο να δοθεί ένα δόντι της στον Επίσκοπο και τον έθεσαν στο Άγιο Θυσιαστήριο του νέου Ναού όπου και εποίησε πολλά θαυμάσια. Τυφλοί ανέβλεπαν, χωλοί ανωρθούντο, περιπατούσαν παράλυτοι, οι δαίμονες από τους ασθενείς εδιώκοντο. Τούτο παντα­χού ακούοντες, συνέτρεχαν όλοι από πάσης χώρας και πόλεως φέροντες τους αρρώστους, άλλους με τους κραββάτους, και άλλους σε άλογα ζώα φορτωμένους, και όλοι εθεραπεύοντο. Και δεν έπαυσαν ποτέ οι θαυματουργίες, ότι όχι μόνον τότε, αλλά και κάθε καιρό κάμνει σε όλους θαυμάσια ο φιλάνθρωπος και υπεράγαθος Θεός, ο οποίος δόξασε την πανένδοξο και καλλίνικο αυτού Οσιομάρτυρα. Καθώς και αυτή η αείμνηστος και πολύαθλος εδόξασε αυτόν με τον αγώνα της φρικτής εκείνης αθλήσεως

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Αγία Αγριππίνα και οι συν αυτές Παύλη, Βάσση και Αγαθονίκη († 23 Ιουνίου)



site analysisε

23 Ιουνίου. † Μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος ᾿Αγριππίνης
Ή άγια και ένδοξος μάρτυς Αγριππίνα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ρώμη στους κόλπους ευγενούς οικογένειας.
Από την νεότητα της αφιερώθηκε στον Θεό και με την εύωδία των αρετων της προσέφερε στις χριστιανές μία πρόγευση των τέρψεων του Παραδείσου και τις παρακινούσε να απαρνηθούν τα πάθη για να ακολουθήσουν μαζί της την οδό της άγνείας καί της παρθενίας. Έτσι πολλές ήταν οι νεαρές κόρες και οι ώριμες γυναίκες πού ζητούσαν να μοιραστούν την πολιτεία της προκειμένου νά κληρονομήσουν την χάριν που ό Θεός της είχε χορηγήσει. Ή ακτινοβολία των αρετων της όμως γέννησε τό φθονερό μίσος των ειδωλολατρών οι όποιοι την κατήγγειλαν στις Αρχές, κατά τον διωγμό του Βαλεριανού (257).
Κατηγορούμενη για επανάσταση κατά του θεσμού του γάμου καί εξαπάτηση νεαρών κοριτσιών, ή νύμφη του Χριστού απάντησε ότι αντί νά τά ξεστρατίζει, αντιθέτως τά παρουσίαζε στον Θεό καί ότι ή παρθενία την οποία έξεθείαζε δεν ήταν κατάλυση της κοινωνίας, άλλα ένωση με τον Σωτήρα πού ήλθε στον κόσμο γεννηθείς άπό Παρθένο. Παραδόθηκε με γενναιότητα στο μαρτύριο γιά την αγάπη του ουράνιου Νυμφίου της. Όταν την κτυπούσαν στό στόμα έμενε σιωπηλή, συντρίβοντας έτσι δλα τά οστά της ασεβείας. Γυμνωθείσα καί μασπγωθείσα σέ σημείο ώστε τό αίμα της νά πλημμυρίζει τό χώμα, απογύμνωνε τις δόλιες μηχανεύσεις του Εχθρού καί με τά μέλη δεμένα στά δεσμά διέλυε όλες τις πλάνες των ειδωλολατρών. Τέλος, αφού την επισκέφτηκε άγγελος πού γιάτρεψε τις πληγές της, παρουσιάσθηκε εκ νέου με παρρησία ενώπιον του δικαστηρίου, παρέδωσε την ψυχή της στον Θεό εν μέσω βασανιστηρίων καί έλαβε στον ουρανό τον στέφανο της νίκης.
Οι φίλες καί πνευματικές αδελφές της, Βάσσα, Παύλα καί Αγαθονίκη, πού την είχαν ακολουθήσει με κίνδυνο της ζωής τους, μπόρεσαν νά πάρουν τό σκήνωμα της πού είχε ριχθεί τροφή στά σκυλιά. Πηγαίνοντας άπό τόπο σε τόπο, οδηγούμενες άπό φωτεινή στήλη, έφθασαν στην Σικελία και το κατέθεσαν σε έναν τόπο που ονομαζόταν Μένης, όπου άνε-γέρθηκε ναός προς τιμήν τής άγιας μάρτυρος του Χρίστου. Ή παρουσία της έξεδίωξε σύντομα τους δαίμονες που «λατρεύονταν» ώς θεοί άπό τους κατοίκους του νησιού, τους όποιους ελευθέρωσε από τά σκοτάδια τής πλάνης. Όταν πειρατές Σαρακηνοί τόλμησαν να επιτεθούν στο Ιερό, αφανίσθηκαν άπό την εμφάνιση χρυσής περιστεράς οπλισμένης μέ Σταυρό. Λεπροί και άρρωστοι κάθε είδους πού έρχονταν να τιμήσουν τό σώμα τής άγιας Άγριππίνης έβρισκαν γιατρειά στα πάθη τους. Ή Βάσσα, ή Παύλα και ή Άγαθονίκη αξιώθηκαν κι αυτές μέ την σειρά τους τον στέφανο του μαρτυρίου.
Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτος

Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

Χαιρετισμοί ΟΣΙΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ, μ. Γερασίμου



site analysis





  • Ποίημα Γερασίμου Μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου

    Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
    Τῶν θεοφόρων Γυναικῶν τόν θεῖον σύλλογον, τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψασῶν εἰς κτίσιν ἅπασαν, μακαρίσωμεν συμφώνως πιστῶν δῆμοι· δοξασθεῖσαι γάρ τῇ χάριτι τοῦ Πνεύματος, τοῖς αἰτοῦσι χορηγοῦσι τά σωτήρια· ταύταις εἴπωμεν, θεοδόξαστοι χαίρετε.

    νοιξόν μου  τό στόμα, Ἰησοῦ ὁ Θεός μου, καί λόγον μοι σοφίας παράσχου (ἐκ γ’),ὅπως ἀνυμνήσω εὐπρεπῶς τῶν Ὁσίων Γυναικῶν τόν κατάλογον, καί τράνωσον τήν γλῶσσαν μου, βοῆσαι πρός αὐτάς τοιαῦτα·
    Χαίρετε, σκεύη τοῦ Παρακλήτου·
    χαίρετε,  κρίνα τοῦ Παραδείσου.
    Χαῖρε     Ἀδολία, Χριστόν ἡ ποθήσασα·
    χαῖρε      ἡ Ἀνθοῦσα, ὁσίως ἀνθήσασα.
    Χαῖρε,    Ῥώμης θεῖον βλάστημα, Ἀναστασία κλεινή·
    χαῖρε      Ἀνδρονίκου σύμβιε, Ἀθανασία σεμνή.
    Χαῖρε     Ἀθανασία, τῆς Αἰγίνης τό γέρας·
    χαῖρε      ἄλλη Ἀνθοῦσα, ἀληθείας τό κέρας.
    Χαῖρε     ἡ Ἄννα ἡ χαριτώνυμος·
    χαῖρε      ἑτέρα Ἄννα θεόληπτος.
    Χαίρετε  ὄργανα ἀμέμπτου βίου·
    χαίρετε   μέτοχοι δόξης Κυρίου.
    Χαίρετε  Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Βίον καθηγνισμένον καί πλήρη ἐνθέων ἔργων, διήλθετε ἐν κόσμῳ ἐμφρόνως καί ζωῆς ὁσίας τούς καρπούς, δαψιλῶς ἐγεωργήσατε Ὅσιαι, δι’ὧν ἀεί διατρέφονται οἱ εὐσεβεῖς, πιστῶς βοῶντες·
    Ἀλληλούϊα.

    Γνῶσιν θείαν πλουτοῦσαι, τάς ἐν κόσμῳ ἀξίας παρείδετε θεόφρονι γνώμῃ καί πτωχεύσασαι κατά Χριστόν, πλουτοποιῶν χαρισμάτων ἐτύχετε, Γυναῖκες οὐρανόφρονες, ἀκούουσαι παρ’ ἡμῶν ταῦτα·
    Χαίρετε, στῆλαι τῆς παρθενίας·
    χαίρετε,  λύχνοι τῆς μετανοίας.
    Χαῖρε     τῶν Ὁσίων Ἀβίτα συνόμιλε·
    χαῖρε      θεοδόξαστε Ἄννα θεόσοφε.
    Χαῖρε    Ἄννα ἄλλη ἔνδοξε, ἀρετῶν ὑπογραμμός·
    χαῖρε     Ἀναστασώ πάντιμε, τῶν θαυμάτων ποταμός.
    Χαῖρε    μῆτερ Ἀγάθη, ἀγαθότητος σκεῦος·
    χαῖρε     Θεσσαλονίκης Ἀνυσία τό ἔρνος.
    Χαῖρε    Ἀπολλιναρία πάνσεμνε·
    χαῖρε     Ἀγλαΐς παμμακάριστε.
    Χαίρετε πτῶσις ἐχθρῶν ἀοράτων·
    χαίρετε  ῥῶσις ἀσθενῶν ἁπάντων.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Δύναμιν οὐρανόθεν, ἐν ἀγῶσι λαβοῦσαι, ἰσχύσατε ἐν πᾶσι τοῖς πόνοις καί τόν ἐν κακίᾳ ἰσχυρόν κατεπαλαίσατε δράκοντα, πάνσεμνοι· διό ὑμῶν τήν ἄσκησιν θαυμάζοντες, Θεῷ βοῶμεν·
    Ἀλληλούϊα.

    λαμψαν πάσῃ κτίσει, θεοφόροι Γυναῖκες, ὡς ἄστρα τοῦ φωτός τοῦ ἀδύτου καί τάς ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ καταφωτίζουσι, φέγγει τῆς χάριτος· διό τοῖς τούτων λάμψεσι προσδράμωμεν ἀναβοῶντες·
    Χαίρετε Ἄγγελοι σαρκοφόροι·
    χαίρετε  ἄνθρωποι θεοφόροι.
    Χαῖρε    πατρικία Ἀναστασία ἔνδοξε·
    χαῖρε     ἡ Ἀσέλα, Ὁσία ὑπέρτιμε.
    Χαῖρε    μύρον τῆς ἀσκήσεως, ὦ Βρυαίνη, νοητόν·
    χαῖρε     ἄνθος εὐωδέστατον Βενερία νοητόν.
    Χαῖρε    Βασιανίλα, βάσις τῶν σέ τιμώντων·
    χαῖρε     ἡ Γελασία στήλη θείων ἐρώτων.
    Χαῖρε    Γοργονία παναοίδημε·
    χαῖρε     Δομνίκα Ἁγίων μέτοχε.
    Χαῖρε    Δομνίκα ἡ ἐκ Καρχηδονος·
    χαῖρε     Δομνίνα τῆς Κύρου γόνος.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Ζήσασαι ἐναρέτως, οἱ μέν ἐν ἡσυχίᾳ, αἱ δέ ἐν ταῖς Μοναῖς θεοφρόνως, ἄλλαι δέ ἐν σπηλαίοις στεῤῥῶς καί ἕτεραι ὁσίως ἐν ταῖς πόλεσι Γυναῖκες αἱ μακαρίαι, πᾶσαι τῷ Σωτῆρι βοῶσιν·
    Ἀλληλούϊα.

    στραψαν οἱ ἀγῶνες Γυναικῶν τῶν Ὁσίων, ἐν πάσῃ λαμπρῶς τῇ ὑφηλίῳ, καιροῖς ἰδίοις ἀσκητικῶς καί πρός τό φῶς τῶν ἀρετῶν διήγειραν τά τῶν πιστῶν συστήματα, βοῶντα πρός αὐτάς τοιαῦτα·
    Χαίρετε ἄστρα Φωτός ἀδύτου·
    χαίρετε  σύμμορφοι τοῦ Κυρίου.
    Χαῖρε    Δομνίνα, μοναζουσῶν ὡράϊσμα·
    χαῖρε     Εἰρήνη, Χρυσοβαλάντου καύχημα.
    Χαῖρε    Εὐφροσύνη πάνσεμνε, νύμφη πάγκαλε Χριστοῦ·
    χαῖρε     Εὐπραξία ἔνδοξε, εἰκών βίου θαυμαστοῦ.
    Χαῖρε    ἡ Ἐλισάβετ, τῶν δαιμόνων ὁ πέλυξ·
    χαῖρε     ἡ Εὐφροσύνη, τῆς Ῥωσίας ἀνθέριξ.
    Χαῖρε    Εὐβούλη ἡ θεοβούλητος·
    χαῖρε     Εὐστολία ἡ θεόληπτος.
    Χαῖρε    Εὐανθία ἡ πανολβία·
    χαῖρε     Εὐστολία ἄλλη Ὁσία.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Θαύμασι παραδόξοις τόν σεπτόν ὑμῶν βίον, ἐδόξασεν ὁ πάντων Δεσπότης· ἔνθεν θαυματουργεῖτε ἀεί, εἰς πάντα κόσμον, Γυναῖκες πανόσιαι καί σώζετε ἐκ θλίψεων τούς ἐν Τριάδι ἐκβοῶντας·
    Ἀλληλούϊα.

    χνεσι τοῦ Νυμφίου καί Σωτῆρος τῶν ὅλων ἑπόμεναι, θεῖαι Γυναῖκες, ἐκ πάσης πολιτείας καί γῆς, τῷ οὐρανίῳ νυμφῶνι συνέδραμον, ὑπέρ ἡμῶν πρεσβεύουσαι τῶν ἐκβοώντων ὁμοφώνως·
    Χαίρετε πύργοι τῆς εὐσεβείας·
    χαίρετε  πτῶσις τῆς ἀσεβείας.
    Χαῖρε    Εὐγενία, ὁσία ἀθλήτρια·
    χαῖρε     Ἐπιστήμη, Κυρίου μαθήτρια.
    Χαῖρε    Εὐδοκία, Σαμαρείας ὁ βλαστός·
    χαῖρε     Εὐτροπία πάνσεμνε, εὐσεβούντων ἀρωγός.
    Χαῖρε    ἡ ἐν Κυθήροις Ἐλέσα Ὁσιομάρτυς·
    χαῖρε     Θεοδοσία, Βυζαντίου προστάτης.
    Χαῖρε    χορεία ἡ θεοκρότητος· 
    χαῖρε     Ὁσίων ἅγιος ὅμιλος.
    Χαίρετε Πνεύματος θεῖα δοχεῖα·
    χαίρετε  κρείττονος τά ἐκμαγεῖα.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Κήρυκες εὐσεβείας ἀνεδείχθητε κόσμῳ, στερραί Ὁσιομάρτυρες πᾶσαι, καί πρός ἀγῶνας ἀθλητικούς, ἀπορρίψασαι σαρκός τήν ἀσθένειαν, ἀνδρείως ἐχωρήσατε, τῷ Ἀθλοθέτῃ ἐκβοῶσαι·
    Ἀλληλούϊα.

    Λάμψασαι ἐν τῷ κόσμῳ εὐσεβείας τοῖς πόνοις καί πλούτῳ ἀρετῶν οὐρανίων, Γυναῖκες αἱ Ὁσίαι, λαμπρῶς φωταγωγοῦσι πιστῶν τήν διάνοιαν· ὧν τόν βίον θαυμάζοντες, βοήσωμεν ἐν εὐφροσύνῃ·
    Χαίρετε Ὅσιαι νικηφόροι·
    χαίρετε   Μάρτυρες θεοφόροι.
    Χαῖρε     Θεοκτίστη, Λεσβίων ἀγλάϊσμα·
    χαῖρε      Θεοδώρα, τῆς Ἄρτης ὡράϊσμα.
    Χαῖρε     βασιλίδων κλέϊσμα Θεοφανώ εὐκλεής·
    χαῖρε      ἡ ἐξ Αἰγίνης λάμψασα Θεοδώρα θαυμαστή.
    Χαῖρε     Θεσσαλονίκης Θεοδώρα ἡ δόξα·
    χαῖρε      Ἀλεξανδρείας Θεοδώρα τό θρέμμα.
    Χαῖρε     Θεοδώρα θεοτίμητε·
    χαῖρε      Θεοδούλη θεοδόξαστε.
    Χαίρετε  εὔοσμοι ἠθῶν λειμῶνες·
    χαίρετε   ἄκλυστοι πιστῶν λιμένες.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Μίαν ὁσίαν γνώμην σώμασι διαφόροις, φέρουσαι Γυναῖκες θεοφόροι, εἰ καί διΐστανται τοῖς καιροῖς καί τοῖς ποικίλοις τοῦ βίου συστήμασι, μίαν χορείαν ἤθροισαν, μιᾷ φωνῇ Χριστῷ βοῶσαι·
    Ἀλληλούϊα.

    Νόμοις τῆς ἐγκρατείας, ὅλον ὑμῶν τόν βίον, ἰθύνασαι εὐθείᾳ καρδίᾳ, ἐνεκρώσατε τό τῆς σαρκός γεῶδες καί θνητόν φρόνημα Ἅγιαι· ζωῆς δέ τῆς ἀμείνονος ἐτύχετε, αἷς ἐκβοῶμεν·
    Χαίρετε τύποι τῆς ἐγκρατείας·
    χαίρετε  ἄνθη τῆς ἀπαθείας.
    Χαῖρε    Θωμαΐς, τῆς ἁγνείας τό ἄγαλμα·
    χαῖρε     Θεοδώρα, Καισαρείας καύχημα.
    Χαῖρε    Θεοκλητώ ἔνδοξε, ἰαμάτων χορηγός·
    χαῖρε     Θεοδότη πάνσεμνε, ὀρφανῶν ἡ βοηθός.
    Χαῖρε    Θεοδότη ἄλλη, ἡ θεόφρων Ὁσία·
    χαῖρε     Ξένης θεραπαινίδων ξυνωρίς μακαρία.
    Χαῖρε    Ὁσίων Ἰοῦστα σύσκηνε·
    χαῖρε     Ἁγίων Ἰσιδώρα σύγκληρε.
    Χαίρετε κόσμῳ ἀεί βοηθοῦσαι·
    χαίρετε  πᾶσι τά κρίττω διδοῦσαι.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Ξέναι ὤφθητε κόσμῳ, ξενοτρόποις ἀγῶσι, πανόσιαι ἅγιαι Γυναῖκες, καί τῷ ξενωθέντι δι’ἡμᾶς προσῳκειώθητε βίου λαμπρότητι, Οὗ τῆς δόξης μετέχουσι σύν Ἀγγέλοις, ἀεί βοᾶτε·
    Ἀλληλούϊα.

    μιλε θεοφόρε, συνδρομή μακαρία, θεόφρονες Ὅσιαι Γυναῖκες, αἱ ἀπ’αἰῶνος ἀσκητικῶς Χριστῷ τῷ Νυμφίῳ εὐαρεστήσασαι, ὑπέρ ἡμῶν πρεσβεύσατε, τῶν ἐκβοώντων ὑμῖν ταῦτα·
    Χαίρετε κῆποι θείων χαρίτων·
    χαίρετε  μέτοχοι τῶν ἀρρήτων.
    Χαῖρε   Ἰουλίττα Ὁσία πανένδοξε·
    χαῖρε    Ἱερεμία, Ἁγίων συμμέτοχε.
    Χαῖρε   Ἰουλιανή, Κανδίδα τε καί ἡ Κύρα αἱ σεμναί·
    χαῖρε    Λεωνίς πανεύφημε καί Λιβύη θαυμαστέ.
    Χαῖρε   μῆτερ Μαρία, ὁ βλαστός τῆς Αἰγύπτου·
    χαῖρε    σοφή Μακρίνα, ἀδελφή Βασιλείου.
    Χαῖρε   Ματρῶνα, Πέργης γεώργημα·
    χαῖρε    Ματρῶνα, Χίου καλλώπισμα.
    Χαῖρε  Ῥωμαία Μελάνη ἁγία·
    χαῖρε   ὁσία σεμνή Μελανθία.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Πᾶσα τάξις ἀνθρώπων καί χοροί μονοτρόπων, γεραίρουσιν ὑμῶν τούς ἀγῶνας, Ὅσιαι Γυναῖκες εὐλαβῶς· ἁπάντων γάρ πληροῦται τά αἰτήματα  καί ἴασιν καί λύτρωσιν παρέχετε τοῖς ἐκβοῶσιν·
    Ἀλληλούϊα.

    ήματα τοῦ Σωτῆρος γεωργήσασαι πίστει, ἠνέγκατε ζωήν αἰωνίαν καί δόξαν εὕρατε ἀληθῆ, τόν καρπόν τῆς θεώσεως δραψάμεναι, Γυναῖκες θεοφόρητοι, ὑμῖν ὁμοῦ βοῶμεν·
    Χαίρετε Ἅγιαι ἐν Ὁσίοις·
    χαίρετε  Ὅσιαι ἐν Ἁγίοις.
    Χαῖρε     Μαρία ἀνδρικῶς ἡ ἀσκήσασα·
    χαῖρε      Μαράνα ἐχθρόν ἡ νικήσασα.
    Χαῖρε     Μάγνα παμμακάριστε, ἀσκουμένων καλλονή·
    χαῖρε      Μελάνη πάντιμε, πρώτης ἡ θυγατριδή.
    Χαῖρε     τοῦ Ξενοφῶντος ἡ συμβία Μαρία·
    χαῖρε      τοῦ Ἀβραμίου ἀνεψιά ἡ Μαρία.
    Χαῖρε     Μαρκιανή, σεμνή Ἄνασσα·
    χαῖρε      Μαρκέλλα, τῆς Χίου βλάστημα.
    Χαῖρε     ἡ Μάρθα Συμεών τοῦ Στυλίτου·
    χαῖρε      Μάρθα ἡ τοῦ Θαυμαστορίτου.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    Σύμπασα Παλαιστίνη, Αἴγυπτος καί Λιβύη, Ἐώα καί Ἑλλάς σύν τοῖς νήσοις καί πᾶς τόπος καί χώρα σεπτῶς τῇ ἀσκήσει ὑμῶν καθηγιάσθησαν· διό ὑμᾶς γεραίρομεν, Ὅσιαι Γυναῖκες, βοῶντες·
     Ἀλληλούϊα.

    Τῶν Ἀγγέλων τοῖς δήμοις καί Ἁγίων χορείαις, τελέσασαι ὁσίως τόν δρόμον συνήφθητε, Γυναῖκες σεμναί, γνωσταί καί ἅπασαι αἱ ἀνώνυμοι, πταισμάτων ἀπολύτρωσιν αἰτούμεναι τοῖς ἐκβοῶσι·
    Χαίρετε ἄσαρκοι ἐν ἀσκήσει·
    χαίρετε  ἄτρεπτοι ἐν ἀθλήσει.
    Χαῖρε    τῆς Ῥώμης μῆτερ Ξένη τό βλάστημα·
    χαῖρε     Ξανθίππη γυναικῶν τό ἀγλάϊσμα.
    Χαῖρε    Ξένη τῆς Ῥωσίας, ἡ Σαλή διά Χριστόν·
    χαῖρε     Δούκισσα Ἐλισάβετ, ἡ θανοῦσα δι’Αὐτόν.
    Χαῖρε    Ὀλυμπιάς Διάκονε, καλῶν ἔργων συνδρομή·
    χαῖρε     μῆτερ Οὐσία, ἡ ἁγία γυνή.
    Χαῖρε    ἐν παρθενίᾳ Πιαμούν ἡ Ὁσία·
    χαῖρε     Παρασκευή, πρός Θεόν παρρησία.
    Χαῖρε    κλεινή Πλατωνίς μακαρία·
    χαῖρε     ἀεί Πολυξένη Ὁσία.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

    μνουν αἱ τῶν Ἀγγέλων στρατηγίαι ὁρῶσαι ὑμῶν τάς θαυμαστάς ἀριστείας, τόν Σωτῆρα πάντων καί Θεόν, τόν διδόντα ὑμῖν δύναμιν ἄνωθεν, δι’ ἧς ἐθριαμβεύσατε ἐν τοῖς ἀγῶσιν, ἐκβοῶσαι·
    Ἀλληλούϊα.

    Φάλαγξ ἡ τῶν δαιμόνων πέπτωκε καί ἡττήθη, ἐνστάσῃ καί στερρᾷ καρτερίᾳ πασῶν τῶν Ὁσίων Γυναικῶν, ἀγωνισαμένων ἐν θείῳ Πνεύματι· πιστοί δέ ἐπευφράνθησαν τῇ τούτων νίκῃ ἐκβοῶντες·
    Χαίρετε δόξα τῆς Ἐκκλησίας·
    χαίρετε  ἦττα τῆς δυσεβείας.
    Χαῖρε    Παρασκευή, Ἐπιβατῶν βλάστημα·
    χαῖρε     Πελαγία, ἀρετῶν ἐκτύπωμα.
    Χαῖρε    Ποταμία πάνσεμνε, ἡ ἀθλήσασα στερρῶς·
    χαῖρε     Πολυξένη ἀοίδημε, ἡ ἀσκήσασα σεπτῶς.
    Χαῖρε    Συγκλητική, φῶς ἀσκήσεως μέγα·
    χαῖρε     Σολωμονή, Μακκαβαίων μητέρα.
    χαῖρε     Σοφία, ἡ ἐξ Αἴνου λάμψασα·
    χαῖρε     Σωπάτρα, ἡ Χριστόν δοξάσασα.
    χαῖρε     Σάρρα, ἀσκουμένων τύπος·
    χαῖρε     Ὁσίων Γυναικῶν το πλῆθος.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιε.

    Χάριτας ἰαμάτων ἀναβλύζουσι κόσμῳ καί θαύματα τελοῦσιν ἀπαύστως, πανόσιαι Γυναῖκες σεμναί, αἱ θῆκαι τῶν λειψάνων ὑμῶν Ἅγιαι καί νόσους θεραπεύουσι καί σώζουσι τούς ἐκβοῶντας·
    Ἀλληλούϊα.

    Ψάλλουσαι σύν Ἀγγέλοις τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι, ἀλήκτως τόν Τρισάγιον ὕμνον, ἀνώνυμοι ὁμοῦ καί γνωσταί, αἱ ἀπ’ αἰῶνος Γυναῖκες θεόληπτοι, δέξασθε τούς ὕμνους ἡμῶν, τῶν ἀπαύστως ἀναβοώντων·
    Χαίρετε σύσκηνοι τῶν Ἁγίων·
    χαίρετε  πρότυπα καλῶν ἔργων.
    Χαῖρε    τῆς Κυζίκου τρυφή, μῆτερ Τρύφαινα·
    χαῖρε     σύν Ταώρ ἡ Ταλίδα ἡ ἔνθεος.
    Χαῖρε    τῶν θαυμάτων πέλαγος, μῆτερ Σεβαστιανή·
    χαῖρε     Ταϊσία πάνσεμνε, μετανοίας ἡ αὐγή.
    Χαῖρε    ὦ Φεβρωνία, καλλιπάτθενε Μάρτυς·
    χαῖρε     ἐκ τῆς Ῥωσίας Φεβρωνία ἡ ἄλλη.
    Χαῖρε    Φιλοθέη ἡ ἐν Ἀθήνησι·
    χαῖρε     Φωτεινή, φῶς ἐν τοῖς πέρασι.
    Χαίρετε πᾶσαι αἱ ὀνομασθεῖσαι·
    χαίρετε  ἅπασαι αἱ μή γνωσθεῖσαι.
    Χαίρετε Γυναῖκες Ὅσιαι.

     πληθύς μακαρία, Γυναικῶν τῶν Ὁσίων, ἀνώνυμοι καί ὀνομασθεῖσαι (ἐκ γ’),δέξασθε ἡμῶν τήν προσφοράν  καί ἑνί ἑκάστῳ ἡμῖν βραβεύσατε χάριν καί ἔλεος· πάντες γάρ ὁμοῦ βοῶμεν·
    Ἀλληλούϊα.

    Καί αὖθις τό Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
    Τῶν θεοφόρων Γυναικῶν τόν θεῖον σύλλογον, τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψασῶν εἰς κτίσιν ἅπασαν, μακαρίσωμεν συμφώνως πιστῶν δῆμοι· δοξασθεῖσαι γάρ τῇ χάριτι τοῦ Πνεύματος, τοῖς αἰτοῦσι χορηγοῦσι τά σωτήρια· ταύταις εἴπωμεν, θεοδόξαστοι χαίρετε.

    Δίστιχον.
    Χαῖρε Γυναικῶν θεοειδῶν ὁ δῆμος,
    Γεράσιμος ὑμῖν βοᾷ γηθοσύνως.
  • Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

    ΑΓΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ-ΗΓΟΥΜΕΝΗ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΩΤΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΝΤΙΒΕΕΒΟ



    site analysis

    Η Αγαθή Σεμιόνοβνα Μελγκούνοβα,ήταν πολύ πλούσια και κατείχε πολλά κτήματα στο Γιάροσλαβ,στο Βλαντιμίρ και στο Ριαζάν.Από νεα έμεινε χήρα και το 1760 έγινε μοναχή στη Μονή Φλορέφσκι του Κιέβου με το όνομα Αλεξάνδρα.Δεν της ήταν γραφτό να μείνει πολύ εκεί αφού είδε σε όραμα την Παναγία η οποία της είπε να φτιάξει ένα νέο μοναστήρι. 



    Υπό την καθοδήγηση της Παναγίας και μετά από δεκάδες προσκυνήματα,η Αγ.Αλεξάνδρα έφτασε στον τόπο που είχε διαλέξει η Παναγία.Ήταν στο Ντιβέεβο,όχι πολύ μακρια από το Σαρώφ όπου την εποχή εκείνη βρισκόνταν μια ανδρική μονή γνωστή για τους μεγάλα πνευματικά της αναστήματα.

    Υπό την καθοδήγηση των ερημιτών του Σαρώφ η Αγ.Αλεξάνδρα ξεκίνησε την ησυχαστική της ζωή σ'ένα κελί δίπλα από έναν ναό αφιερωμένο στην εικόνα της Παναγίας του Καζάν.Δώρησε όλην την περιουσία της για να χτιστούν και να ανακαινιστούν ναοί και για να βοηθηθούν χήρες τα ορφανά και οι φτωχοί.Η ίδια ζούσε από τον ιδρώτα του προσώπου της καθαρίζοντας σταύλους ή πλένοντας ρούχα.Οι κάτοικοι του Σαρώφ θυμόνταν για πολλά χρόνια την ταπεινοφροσύνη της και τη βοήθεια που πρόσφερε στα κρυφά. 
    Σιγά-σιγά εκεί δημιουργήθηκε μια αδελφότητα βάση της οποίας ήταν η εκουσία φτωχεία,η χειρωνακτική εργασία,η φιλοξενία των προσκυνητών και η αδιακοπη ευχή του Ιησού,βαδίζοντας έτσι στη χνάρια της αυθεντικής ορθόδοξης μοναστικής ζωής

    Από την αρχή ακόμη ερχόνταν στην Αγ.Αλεξάνδρα άνθρωποι κάθε κοινωνικής τάξης για να πάρουν συμβουλές και να πάρουν την ευλογία της.

    Η Αγ.Αλεξάνδρα εκοιμήθη στις 13 Ιουνίου 1789 και είχε πει ότι εκεί θα χτιστεί ένα μεγάλο μοναστήρι ,αλλά και τις ταραχές που θα λάβουν μέρος εκεί.Δυο εβδομάδες πριν από την κοίμησή της πήρε το μεγάλο αγγελικό σχήμα.
    Ο Αγ.Σεραφείμ του Σαρώφ της είχε βαθειά εκτίμηση ακόμη από όταν η αγία ζούσε.Μετά το θάνατό της είπε ότι εκείνη βρίσκεται κοντά στο θρόνο του Θεού και είπε σε μια αδελφή να μάθει στους υπόλοιπους να προσεύχονται σ'αυτήν με τον ακόλουθο τρόπο:«Μητέρα και Κυρία μου προσευχήσου για μένα στον Κύριο να με συγχωρήσει,όπως Εκείνος συγχώρεσε εσένα και να με θυμηθείς και εμένα μπροστά στο θρόνο του Θεού»

    Στο μοναστήρι υπάρχουν πολλές γραπτές μαρτυρίες για τα θαύματα που έκανε η Αγ.Αλεξάνδρα
    ΠΗΓΗ.ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

    Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

    Η Βυζαντινή Πριγκίπισσα χάρη στην οποία εκπολιτίστηκαν οι Γερμανοί



    site analysis



    Με μεγάλη χαρα δέχτηκε ο βασιλιάς της Γερμανίας Όθωνας Α΄την πρόταση το αυτοκράτορα του βυζαντίου Ιωάννη Τσιμισκή να συνδεθούν με συγγένεια οι δυο λαοί.
    Η όμορφη πριγκίπισσα Θεοφανώ, η αδερφή του Βασιλείου Β΄του Βουλγαροκτόνου, θα παντευόταν το διάδοχο του θρόνου της Γερμανίας.
    Ο γάμος αυτός ωφέλησε το Βυζάντιο. Οι Γερμανοί σταμάτησαν τις εχθροπραξίες κατά των κτήσεων του Βυζαντίου στην Κάτω Ιταλία και έδωσαν προίκα στη νύφη επαρχίες της Ιταλίας και πολλά κτήματα στο Ρήνο της Γερμανίας.
    Αλλά το κέρδος αυτού του γάμου ήταν μεγαλύτερο για τους Γερμανούς. Γιατί στη νέα της πατρίδα η μορφωμένη Θεοφανώ έφερε τον πολιτισμό του Βυζαντίου. Κάλεσε σοφούς απο την Κωνσταντινούπολη , που δίδαξαν τα ελληνικά γράμματα στους αμαθείς Γερμανούς υπηκόους του Όθωνα.Τότε μεταφέρθηκε και φυτεύθηκε το αμπέλι κοντά στο Ρήνο, όπου παράγονται τα περίφημα κρασιά του Ρήνου.
    Τα αποτελέσματα του εκπολιτιστικού έργου της Θεοφανώς φάνηκαν κυρίως στην εκπαίδουση του γιου της Όθωνα, που μορφώθηκε με τόση φροντίδα, ώστε να χαρακτηριστεί «θαύμα του κόσμου». Επί της βασιλείας του, οι Δυτικοί κατατάχτηκαν μεταξύ των πολιτισμένων λαών του Μεσαίωνα.
    Σε μια ωραία Γερμανική πόλη, που ονομάζεται Κολωνία, υπάρχει κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για εμάς τους Έλληνες. Είναι ο Ιερός Ναός του Αγ. Παντελεήμονος (Πανταλέοντα τον ονομάζουν οι σημερινοί κάτοχοι του Ναού, που είναι ΡωμαιοΚαθολικοί). Μέσα στο Ναό αυτό υπάρχει μέχρι σήμερα και ο τάφος της Βυζαντινής Πριγκίπισσας Θεοφανούς. Στην πόλη της Κολωνίας υπάρχει πλατεία και οδός με το όνομα της Θεοφανούς, κι επίσης και Σύλλογος Φίλων της Θεοφανούς.
    Το ιστορικό της Θεοφανούς και του Ναού έχουν περίπου ως εξής:
    Στα τέλη του 10 αι. μ.Χ. οι σχέσεις Ανατολής και Δύσης περνούσαν από κρίση. Βασική αιτία ήταν οι κτήσεις του Βυζαντίου στη Νότια Ιταλία, τις οποίες διεκδικούσε ο Αυτοκράτορας της Γερμανίας Όθων ο Α΄, ο επονομαζόμενος Μέγας. Αφού οι πολεμικές συγκρούσεις δεν έφερναν αποτέλεσμα, τελικά οι αντίπαλοι αποφάσισαν να δώσουν χώρο στη διπλωματία.
    Μετά από πολλές, διάφορες και πολύχρονες διαβουλεύσεις επιτυγχάνεται συμφωνία. Μέρος αυτής ήταν και το προξενιό μεταξύ της Πριγκίπισσας Θεοφανούς (που ήταν θυγατέρα του Αυτοκράτορα Ρωμανού και της Θεοφανούς, αδελφής του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου) και του γιού του Αυτοκράτορα Όθωνα του Α΄, ο οποίος ονομάζονταν Όθωνας ο Β΄.
    Την 16-χρονη Θεοφανώ ακολουθεί στη νέα της πατρίδα πολυπληθής συνοδεία, την οποία αποτελούν άνθρωποι της Εκκλησίας, των Γραμμάτων και των Τεχνών, Άρχοντες και αυλικοί. Μαζί της πήρε και λείψανα Αγίων, για ευλογία στη νέα της ζωή. Μεταξύ αυτών ήταν και λείψανα του Αγ. Παντελεήμονος. Έτσι συνέβαλε στο κτίσιμο της εκκλησίας προς τιμήν του Ιαματικού Αγίου στην Κολωνία.
    Ο γάμος και η στέψη της Θεοφανούς ως αυτοκράτειρας πραγματοποιήθηκαν στις 12 Απριλίου 972, στη Ρώμη, στο Ναό του Αγίου Πέτρου, από τον Πάπα Ιωάννη ΙΓ΄.
    Οι Γερμανοί εντυπωσιάσθηκαν από την Θεοφανώ. Παρά το νεαρό της ηλικίας της είχε μόρφωση, καλλιέργεια, αγαθότητα και λεπτή κι ευγενική ανατροφή. Έτσι κέρδισε γρήγορα τον θαυμασμό και την εκτίμηση των υπηκόων της. Μάλιστα μετέφερε και εισήγαγε στη γερμανική αυλή την λεπτεπίλεπτη εθιμοτυπία και την πολυτέλεια του Βυζαντίου, κι επίσης έθεσε τις βάσεις της μελέτης των Ελληνικών Γραμμάτων.