site analysis
Όποιος μελετά τη ζωή και το έργο των Τριών Ιεραρχών διαπιστώνει ότι οι μεγάλοι παιδαγωγοί εις την εν Χριστώ ζωή και στη σμίλευση κατά Θεό της προσωπικότητάς τους υπήρξαν κυρίως οι άγιες μητέρες τους. Αυτές υπήρξαν σαρκικές μητέρες αλλά και πνευματικές. Αυτές τους κυοφόρησαν, τους γέννησαν, τους ανέθρεψαν, τους στήριξαν με τις προσευχές τους, τις συμβουλές τους, το παράδειγμά τους. Στο βίο των Τριών Ιεραρχών δεν βρίσκουμε γέροντες και πνευματικούς οδηγούς. Αν εξαιρέσουμε τον άγιο Χρυσόστομο, ο οποίος αφού χειροτονήθηκε αναγνώστης σε ηλικία 21 ετών, έφυγε στην έρημο όπου και μόνασε κοντά σε γέροντα 4 έτη, δεν έχουμε άλλο στοιχείο καθοδηγήσεως τους.
Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος μόνασαν μόνοι τους στα κτήματά τους, ή συντροφιά μαζί στο κτήμα του Βασιλείου στον Πόντο, παρά τον Ίριν ποταμό, και ανεδείχθησαν δια της ιδιωτικής ασκήσεως τους, όπως και ο Χρυσόστομος, ο οποίος μόνασε και 2 έτη μόνος του σε σπήλαιο, της θεολογικής κατά μόνας μελέτης τους, και οπωσδήποτε βάσει των γνωριμιών αγίων ανδρών που συνάντησαν, κυρίως ο Βασίλειος, στα ταξίδια και τις περιηγήσεις τους.
Οι κατά σάρκα πατέρες τους, του μεν Βασιλείου απέθανε όταν ήταν σε ηλικία 15 ετών, αφήνοντάς τον έτσι αβοήθητο στην δύσκολη περίοδο της εφηβείας, του δε Γρηγορίου ήταν στην αρχή αιρετικός (Υψιστάριος· θρήσκευμα που αποτελείτο από ιουδαϊκά και εθνικά στοιχεία και η λατρεία του υψίστου Θεού συνδυαζόταν με τη λατρεία του πυρός) και αργότερα χώλαινε στην διάκριση των θεολογικών εννοιών μ’ αποτέλεσμα να υπογράψει και φιλοαρειανικό σύμβολο πίστεως ως επίσκοπος. Γι’ αυτό βοηθήθηκε από τον υιό του στη διαποίμανση χωρίς αυτός να τον βοηθήσει ουσιαστικά. Και ο πατέρας του Χρυσοστόμου πέθανε λίγους μήνες μετά τη γέννησή του. Συνεπώς οι πατέρες των Τριών Ιεραρχών δεν μπόρεσαν ν’ ασκήσουν ουσιαστική αγωγή στα παιδιά τους.
Οι μητέρες τους λοιπόν ήταν αυτές που διαμόρφωσαν μετά το Θεό τις προσωπικότητές τους και τον χαρακτήρα τους. Ας δούμε ξεχωριστά την επίδραση που είχε κάθε μητέρα στον υιό της.
Α΄. Μ. Βασίλειος.
Από τη μητέρα του Εμμέλεια ομολογεί ότι γνώρισε το Θεό. Η μητέρα του γέννησε δέκα παιδιά, από τα οποία το ένα δεν επέζησε. Τέσσερα αγόρια και πέντε κορίτσια. Όλα τ’ αγόρια και μία κόρη, η Μακρίνα, αφιερώθηκαν. Τρεις επίσκοποι (Βασίλειος, Γρηγόριος, Πέτρος) και δύο μοναχοί (Ναυκράτιος και Μακρίνα).
Η Εμμέλεια είχε κάνει το σπίτι Εκκλησία ενώ οι περισσότερες μητέρες και γο-νείς το κάνουν θέατρο. Τους δίδαξε Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Τα έμαθε να προσεύχονται. Τα στήριξε στην κατά Θεό αφιέρωση. Πρώτη αυτή, μετά το θάνατο του συζύγου της, μαζί με τη κόρη της Μακρίνα συνέπηξε μονή στα κτήματα της οικογενείας στον Πόντο. Κοντά τους πήγε και ο Ναυκράτιος, ο οποίος μόνασε σε ανάλογη ανδρική. Αργότερα μετά το τέλος των σπουδών του ακολούθησε και ο Βασίλειος.
Η Εμμέλεια είχε σύντροφο πιστό και μόνιμο σ’ όλη τη ζωή της τον πόνο. Πέθανε ο πατέρας της σαν μάρτυρας στους διωγμούς, πέθανε ο άνδρας της νέος, ο γιος της Ναυκράτιος σκοτώθηκε, 27 ετών, σε κυνήγι, και ο Βασίλειος ήταν μόνιμα άρρωστος και καταβεβλημένος. Κι όμως παρέμεινε στητή και ολόρθη. Ασκούσε την ελεημοσύνη σε μεγάλο βαθμό και στήριζε τα παιδιά της.
Η γιαγιά του Μ. Βασιλείου Μακρίνα και η μεγάλη του αδελφή που πήρε το ίδιο όνομα με τη γιαγιά τους ήταν άλλες δύο γυναίκες που στήριξαν και καθοδήγησαν τον Βασίλειο.
Β΄. Γρηγόριος ο Θεολόγος.
Η μητέρα του Νόννα ήταν δάσκαλος της ευσεβείας όλης της οικογενείας τους. Πέτυχε τον άνδρα της από αιρετικό να τον κάνει ορθόδοξο και μάλιστα να τον καλλιεργήσει τόσο, ώστε αργότερα να γίνει ιερέας και επίσκοπος Ναζιανζού. Επίσης, αν και υπήρξε άτεκνη για πολλά χρόνια και έφθασε σε προχωρημένη ηλικία χωρίς παιδιά, πέτυχε με τις προσευχές και τα δάκρυά της να καταργήσει την ατεκνία της και απέκτησε 3 παιδιά· την Γοργονία, τον Γρηγόριο και τον Καισάριο. Έχασε όμως τον Καισάριο σε ηλικία 38 ετών το 368, και την Γοργονία σε ηλικία 42 ετών το 369. Ο μόνος που επέζησε και τους έκλεισε τα μάτια, αυτήν και τον άνδρα της, ήταν ο Γρηγόριος τον οποίον αφιέρωσαν στον Θεό εξ αρχής, σαν το πρώτο αγόρι τους. Έτσι αυτή ήταν όσο ζούσε το στήριγμά του.
Γ΄. Χρυσόστομος.
Η μητέρα του Ανθούσα μένει χήρα στη ζωή της πολύ νωρίς, ενώ ήταν 20 ετών. Δεν ξαναπαντρεύτηκε και δεν χάρηκε τίποτα, αφού η έγγαμος ζωή της ήταν τόσο σύντομος. Ουσιαστικά έζησε σαν παρθένος έχοντας όμως τα βάρη του γάμου· μία κόρη, που μόνο μία φορά την αναφέρει ο Παλλάδιος και της οποίας αγνοούμε και το όνομά της, και τον Ιωάννη, στον οποίο έκτοτε αφιερώθηκε. Του δίδαξε την αγία Γραφή· τον στήριξε με την προσευχή και τη συμπαράστασή της· καλλιέργησε την ψυχή. Έμεινε μαζί του 23 ολόκληρα χρόνια, ως τον θάνατό της. Ο Χρυσόστομος ομολογεί στα έργα του ότι η μητέρα του τον έσωσε από τα πάθη του, τον διεφύλαξε από το αισχρό και ειδωλολατρικό περιβάλλον της Αντιοχείας, και τον στήριξε στην κατά Θεό ζωή.
* * *
Σήμερα γίνεται πολύς λόγος, μέσα στα πλαίσια της πλήρους εξισώσεως ανδρών και γυναικών, να δοθεί από την Εκκλησία η ιερωσύνη και στις γυναίκες. Και ήδη στα παρακλάδια του προτεσταντισμού γίνεται αυτό. Η καθ’ ημάς όμως Ορθόδοξη Ανατολή έχει ως ιερωσύνη της γυναίκας την μητρότητα και την αγωγή των παιδιών. Η μητέρα τα φέρνει στον υλικό κόσμο μετά από εννεάμηνη κύηση και η μητέρα καλείται με πνευματικές ωδίνες και πνευματικό τοκετό να τα φέρει και στον πνευματικό κόσμο του ορθοδόξου δόγματος και της ηθικής. Στην μητέρα κυρίως οφείλουμε το ζην, το ευ ζην, και το αιωνίως και κατά Θεό ζην. Η μητέρα είναι ο πρώτος και αναντικατάστατος γέροντάς μας και παιδαγωγός εν Χριστώ. Δεν γίνεται ιερεύς η ίδια, γεννά όμως τους ιερείς και τους στηρίζει. Ο πλούτος της καρποφορίας των μεγάλων αυτών ανδρών και εν γένει όλων των αγίων υπήρξε καρπός, μετά τη χάρη του Θεού βέβαια, της ταπεινώσεως, της αγάπης, της θυσίας, και της ευσεβείας των μητέρων τους.
Το έργο της μητρότητας και της κατά Χριστόν ανατροφής και αγωγής είναι τόσο μεγάλο όσο και το έργο της ιερωσύνης.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ Οἱ μητέρες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (26-1-2011)
Ἕνας σύγχρονος ἀξιόλογος ἁγιογράφος ἔκανε τήν εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί πίσω ἀπό κάθε ἅγιο ἔβαλε τήν μητέρα του, γιά νά δείξει ἀκριβῶς, ὅτι πίσω ἀπό κάθε μεγάλον ἄνδρα κρύβεται μία γυναίκα. Πίσω ἀπό κάθε ἅγιο ὑπάρχει καί μία ἁγία μητέρα. Σέ ἄλλη εἰκόνα ἔκανε τό ἀντίθετο. Ζωγράφισε τίς τρεῖς ἅγιες μητέρες καί πίσω ἀπό κάθε μία μητέρα ἔβαλε τό παιδί της. Ἡ μητέρα εἶναι ἡ ἁγία ρίζα καί τό παιδί ὁ ἅγιος καρπός.
Σήμερα θά ἀφήσουμε τά παιδιά καί θά μιλήσουμε γιά τίς τρεῖς ἅγιες μητέρες. Πρέπει κάποτε νά ἀναγνωρίσουμε καί τήν δική τους ἀξία, τήν δική τους τεράστια συμβολή στήν ἀνατροφή καί διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν τους. Χωρίς αὐτές δέν θά εἴχαμε τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου θεότητος. Καί οἱ τρεῖς ἄσκησαν μεγάλη ἐπιρροή στά παιδιά καί στήν οἰκογένειά τους. Μέσα στά ἔργα τους οἱ τρεῖς Ἱεράρχες μέ πολλή χάρη ὁμιλοῦν, μέ δέος καί ἀπέραντο σεβασμό ἀναφέρονται στίς μητέρες τους. Μᾶς ἀφηγοῦνται τήν θεοσεβῆ ζωή τους, τό σπουδαῖο ἔργο, πού ἐπετέλεσαν, τίς θλίψεις καί τίς χαρές πού δοκίμασαν στή ζωή τους.
Πρέπει νά τονίσουμε, πώς οἱ γυναῖκες αὐτές ἦταν οἱ σαρκικές μητέρες, ἀλλά καί οἱ πνευματικές, ἀφοῦ ὄχι μόνο τούς γέννησαν, ἀλλά καί ἀνέθρεψαν κατά Θεόν, τούς στήριξαν μέ τίς προσευχές, μέ τίς συμβουλές τους καί τό φωτεινό παράδειγμά τους. Στόν βίο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν δέν συναντοῦμε γέροντες καί πνευματικούς ὁδηγούς. Ὅ,τι ἔκαναν, τό ἔκαναν οἱ μητέρες καί στίς τρεῖς περιπτώσεις.
1). Ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἡ ἁγία Ἐμμέλεια, καταγόταν ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, ἀπό γενιά ἀρχοντική καί ἔνδοξη. Οἱ γονεῖς της κατεῖχαν πλούτη πολλά καί θέσεις ὑψηλές στόν κρατικό μηχανισμό. Εἶχαν ὅμως καί πολλή πίστη στόν Θεό. Ἦταν ἄνθρωποι ἀρετῆς. Αὐτό εἶναι σπάνιο γιά ἄρχοντες καί πλουσίους, ἀλλά ἐδῶ συνέβαινε, ἦταν πραγματικότης. Ἡ ἴδια ἡ ἁγία Ἐμμέλεια εἶχε σπουδαία κοσμική μόρφωση, πρᾶγμα σπάνιο γιά τίς γυναῖκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀλλ᾿ ἦταν καί μορφωμένη κατά Θεόν.
Κατ᾿ ἐντολήν ἀνάξιου βασιλιᾶ, ἐφονεύθη ὁ εὐσεβής πατέρας της, ἐπειδή ἀκολουθοῦσε τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν μεγάλη τους περιουσία σκόρπισαν στά χέρια ἄλλων πονηρῶν ἀρχόντων. Ὅμως τί λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός; Τό σῶμα σας ἄς τό τηγανίσουν. Τά ὑπάρχοντά σας, ἄν σᾶς τά ζητήσουν, δόστε τα. Χριστός καί ψυχή σᾶς χρειάζονται. Αὐτά τά δύο, ὅλος ὁ κόσμος νά πέσει ἐπάνω σας, δέν μπορεῖ νά τά πάρει, ἄν ἐσεῖς δέν τά δώσετε μέ τήν θέλησή σας. Ἔτσι λοιπόν σκότωσαν τόν πατέρα τῆς ἁγίας, ἅρπαξαν τήν περιουσία τους, ἀλλά τόν Χριστό δέν μπόρεσαν νά πάρουν. Ἡ πίστη καί ἡ ἀρετή φώλειαζε βαθιά καί γιά καλά, μόνιμα μέσα στίς ψυχές τους.
Ὅταν ἡ Ἐμμέλεια ἦρθε σέ ἡλικία γάμου δέν ζήτησε σύζυγο μέ ὑψηλή θέση καί ἀπό τίς τάξεις τῶν πλουσίων, ἀλλά ἄνθρωπο σώφρονα καί πιστό χριστιανό. Τέτοιον βρῆκε τόν Βασίλειο, γυιό τῆς εὐσεβέστατης Μακρίνας, τῆς ὁποίας ἡ οἰκονένεια καταδιώχθηκε στόν καιρό τοῦ Δεκίου καί κατέφυγε μαζί μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο, ἐπίσκοπο Νεοκαισαρείας καί μέ πολλούς ἄλλους χριστιανούς στά δάση τοῦ Πόντου.
Σήμερα-δυστυχῶς-πολλοί γάμοι διαλύονται, γιατί δέν ἔπρεπε κἄν νά γίνουν. Ἀπό τήν ἀρχή δέν πάει καλά ἡ ὑπόθεσις. Γνωρίζονται μέσα στίς καφετέριες, σέ κάποιο πάρτυ, στή θάλασσα ἤ μέσῳ internet. Ὁ ἕνας προσπαθεῖ νά ἐξαπατήσει τόν ἄλλο. Ἀναζητοῦν καί παρασύρονται ἀπό τήν ἐξωτερική ὀμορφιά, ἀπό τήν θέση πού κατέχει ὁ γαμπρός, ἀπό τήν προίκα, πού διαθέτει ἡ νύφη. Γεμᾶτοι πάθη πονηρά καί ἐπιθυμίες ἁμαρτωλές, χωρίς πίστη στό Θεό, δίχως βάσεις καί σωστές προϋποθέσεις, βαδίζουν στόν γάμο. Ἐ, ἑπόμενο εἶναι αὐτός ὁ γάμος νά μή στεργιώσει, νά μή εὐδοκιμήσει.
Ἀπό τόν γάμο αὐτό γεννήθηκαν δέκα παιδιά. Πέθανε τό ἕνα, ἔζησαν τά ἐννέα, πρᾶγμα σπάνιο γιά τήν μεγάλη θνησιμότητα, πού ὑπῆρχε ἐκεῖνον τόν καιρό. Ἦταν τέσσερα ἀγόρια καί πέντε κορίτσια. Τρεῖς ἐπίσκοποι, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης καί ὁ Πέτρος ἐπίσκοπος Σεβαστείας. Δύο ἔγιναν μοναχοί, ὁ Ναυκράτιος καί ἡ Μακρίνα. Τά τέσσερα ἄλλα κορίτσια παντρεύτηκαν. Πῆραν ἀνθρώπους μέ φόβο Θεοῦ καί ἔκαναν χριστιανικές, ἅγιες οἰκογένειες. Ἡ σεμνή καί λογική μητέρα μοίρασε ἐξ ἴσου τήν ὅποια περιουσία τῆς ἔμεινε, χωρίς νά ἀδικήσει κανένα παιδί της, ἄσχετα ἄν ἦταν ἀγόρι ἤ κορίτσι. Μή λησμονοῦμε, πώς ζοῦμε σέ ἐποχή πού οἱ γυναῖκες ζοῦσαν στό περιθόριο παραμελημένες καί περιφρονημένες.
Ἡ ἁγία Ἐμμέλεια ἔκανε τό σπίτι της Ἐκκλησία. Δίδασκε στά παιδιά της τήν ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καίνή Διαθήκη. Τά ἔμαθε νά προσεύχωνται καί τά στήριζε στήν κατά Θεό ἀφιέρωση. Μετά τόν πρόωρο θάνατο τοῦ συζύγου της πρώτη αὐτή κατέφυγε σ᾿ ἕνα κτῆμα τους στόν Πόντο, ὅπου ἔχτισε μοναστῆρι καί ἀσκήτευε ἐκεῖ μαζί μέ τήν κόρη της Μακρίνα. Ἐκεῖ κοντά τους ἀσκήτευε καί ὁ Ναυκράτιος καί μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν του γιά κάποιο διάστημα καί ὁ Μέγας Βασίλειος.
Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας τους, ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν μόλις δέκα πέντε ἐτῶν καί τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν στήν δύσκολη ἐφηβική ἡλικία ἀνέλαβε πλέον μόνη της ἡ ἁγία Ἐμμέλεια, μέ πιστό καί μόνιμο σύμτροφο στή ζωή της τόν πόνο. Ὁ πατέρας της πέθανε στούς διωγμούς σάν μάρτυρας. Ὁ ἄντρας της πέθανε, ὅπως εἴπαμε νέος. Ὁ γυιός της Ναυκράτιος πνίγηκε σ᾿ ἕνα ποτάμι 27 ἐτῶν. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν μόνιμα ἄρρωστος καί καταβεβλημένος. Καί ὅμως ἡ ἴδια στεκόταν πάντοτε ὄρθια, βράχος ἀκλόνιτος. Στήριζε τά παιδιά της καί ἀσκοῦσε σέ μεγάλο βαθμό τήν ἐλεημοσύνη.
Δέν πρέπει νά λησμονοῦμε, ὅτι στήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν της σπουδαῖο ρόλο ἔπαιξε καί ἡ γιαγιά Μακρίνα. Νύφη καί πεθερά εἶχαν ἀγαστή συνεργασία στήν χριστιανική διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν. Εἶχε πνευματικό τόν ἅγιο Γρηγόριο Νεοκαισαρείας καί ὅ,τι ἄκουγε ἀπό ἐκεῖνον, τά ἔγραφε βαθιά στό νοῦ καί στήν καρδιά της καί αὐτά ἔλεγε στά ἐγγόνια της.
Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔλεγε γι᾿ αὐτήν, ὅτι ἦταν δασκάλα τῶν δογμάτων τῆς εὐσεβείας καίφρουρός τῆς ὀρθόδοξης πίστης.
Ὁ Μέγας Βασίλειος μέ τήν προσωπική του περιουσία ἔχτισε τήν πόλη τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας, τήν Βασιλειάδα, ἔξω άπό τήν πόλη τῆς Καισαρείας. Μάζευε ἐκεῖ ἀρρώστους, ἀναπήρους, ἀστέγους, φτωχούς, γέροντες καί ὀρφανά. Πολλές φορές τούς φρόντιζε καί τούς περιποιόταν μέ τά ἴδια του τά χέρια.
Ὁ μοναχός Ναυκράτιος ζοῦσε, εἴπαμε, ἀσκητικά δίπλα στόν Ἴρι ποταμό. Ὑπηρετοῦσε προσωπικά κάποιους γέροντες, πού ταλαιπωροῦσε ἡ φτώχεια καί ἡ ἀρρώστεια. Κυνηγοῦσε στά δάση καί στίς ἐρημιές, ἔπιανε ψάρια καί ἔτσι ἐξασφάλιζε τήν τροφή τῶν γερόντων. Ὅμως τό ποτάμι ἦταν ὁρμητικό καί εἶχε πολλές ρουφῆχτρες. Ἔτσι κάποτε, ἐνῷ ψάρευε, πνίγηκε.
Ὅταν τό πληροφορήθηκε ἡ ἁγία Ἐμμέλεια δέν ἔβαλε τίς φωνές, ὅπως κάνουν οἱ πολλές γυναῖκες, δέν ἔσχισε τά ροῦχα της, δέν θρήνησε τήν συμφορά της μέ γοερά μοιρολόγια. Ἀσφαλῶς πόνεσε. Οἱ χριστιανοί δέν εἶναι ξῦλα ἀναίσθητα. Ἔμεινε ὅμως ἥσυχη, καρτερική, ὁπλίσθηκε μέ ὑπομονή καί κατέφυγε στήν ἐξ ὕψους βοήθεια καί παρηγοριά.
Ὁ Πέτρος στήν ἀρχή ἐμόναζε. Κάποτε παρουσιάσθηκε ἔλλειψη σιτηρῶν καί ἔπεσε πείνα. Κόσμος πολύς ἔτρεχε κοντά του καί μοίραζε σ᾿ αὐτούς τά ὑπάρχοντά του. Ἔτσι ἔκανε τήν ἐρημιά νά μοιάζει μέ πόλη.
Ἡ Μακρίνα μοίρασε τήν περιουσία της σέ κάθε εἶδος ἀγαθοεργίας. Ποτέ δέν περιφρόνησε κανέναν, πού ζητοῦσε τήν βοήθειά της. Ἐμεῖς σήμερα, ἐπειδή δέν εἴμαστε χριστιανοί τῆς προκοπῆς καί δέν ἔχουμε μέσα μας ἀγάπη, δέν ἔχουμε σπλάχνα οἰκτοιρμῶν, βγάζουμε τό συμπέρασμα, ὅτι αὐτοί πού μᾶς πλησιάζουν καί κάτι ζητοῦν δέν ἔχουν ἀνάγκη, ἄρα δέν τούς βοηθοῦμε. Ὁ Θεός δέν θά δεῖ τήν δική τους κατάσταση, ἀλλά τήν δική μας καλωσύνη καί προσφορά.
Ὁ πλοῦτος τῆς ἀρχοντοπούλας ἦταν ἕνα ἁπλούστατο φόρεμα, τό κάλυμα τῆς κεφαλῆς καί παλιά, λιωμένα ὑποδήματα. Σάν ἀποθήκη εἶχε τήν ψυχή της κι᾿ ἐκεῖ μέσα ἀποταμίευε τόν οὐράνιο θησαυρό, ὅπως παραγγέλλει ὁ Χριστός στό Εὐαγγέλιο.
Ὅμως σάν ἄνθρωπος θνητός καί ἡ ἁγία Ἐμμέλεια ἐπρόκειτο νά ἀναχωρήσει ἀπό αὐτόν τόν μάταιο κόσμο. Λίγο πρίν κοιμηθεῖ, ζήτησε ἀπό τά παιδιά της νά τήν θάψουν στόν τάφο τοῦ συζύγου της. Ὄχι τόσο γιατί ἤθελε καί νεκρή νά εἶναι μαζί του, ἀλλά γιατί ἐκεῖ κοντά βρισκόταν τά λείψανα τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, πού μαρτύρησαν ἐπί τῶν ἡμερῶν της στή λίμνη τῆς Σεβαστείας. Τεμάχια τῶν Ἱερῶν Λειψάνων εἶχε ἡ οἰκογένειά της σάν πολύτιμο θησαυρό. Πίστευε δέ, ὅτι στόν καιρό τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως, κατά τήν δευτέρα τοῦ Κυρίου παρουσία, θά τούς εἶχε βοηθούς καί συμπαραστάτες, ἐφόσον μέ τό μαρτύριό τους οἱ Ἅγιοι αὐτοί ἐπέκτησαν παρρησία στόν Θεό. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη της στίς 30 Μαΐου.
Τόν ἐπικήδειό της ἐξενώνησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, μέσα στόν ὁποῖο ἐκθιάζει τίς ἀρετές καί τά χαρίσματά της καί κυρίως τήν πολυτεκνία καί καλλιτεκνία της. Μᾶς τό λέει ξεκάθαρα ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί δέν χωράει περερμηνεία καί παρεξήγησις: Ἡ γυνή σωθήσεται διά τῆς τεκνογονίας. Ὅσες τήν ἀποφεύγουν καί κυρίως ὅσες σκοτώνουν τά παιδιά τους καί τά πετᾶνε στούς σκουπιδοντενεκέδες τῶν κλινικῶν καί τῶν νοσοκομείων, ἄς πᾶνε νά τό συζητήσουν μέ κάποιον πνευματικό καί νά ἀκολουθήσουν τήν συμβουλή του. Τό θέμα εἶναι ἐπικίνδυνο καί σοβαρώτατο.
Λέει ὁ ἱερός πατήρ, ὅτι πολύτεκνους καί καλλίτεκνους, καί τά δυό μαζί, συναντᾶμε στούς μύθους, στά παραμύθια. Ἀπό τά πολλά παιδιά νά γίνουν καλά ἕνα ἤ δύο αὐτό ἴσως εἶναι καί ζήτημα τύχης ἤ τῆς φύσης. Ἐ, ἀπό τόσα βγῆκε καί ἕνα καλό. Ἀλλά νά γίνουν ὅλα καλά, αὐτό εἶναι μέγα κατόρθωμα ἐκείνων, πού τό πραγματοποίησαν. Αὐτό τό δύσκολο καί πολύ σπάνιο ἐπέτυχε ἡ ἁγία Ἐμμέλεια μέ τόν ἀγώνα της καί τήν ἁγιότητά της.
Αὐτή ἦταν ἡ ζωή καί ἡ προσωπικότης τῆς ἁγίας Ἐμμέλειας.
Ἄς πᾶμε τώρα νά δοῦμε τήν δεύτερη σπουδαία καί ἁγία μητέρα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τήν Νόννα.
2). Στήν Ἀριανζό τῆς Καππαδοκίας, χωριό κοντά στήν μικρή πόλη Ναζιανζό, γεννήθηκε ἡ ἁγία Νόννα, μητέρα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Οἱ γονεῖς της Φιλτάτιος καί Γοργονία καταγόταν ἀπό ἔνδοξες καί εὔπορες οἰκογένειες, μά καί εὐσεβεῖς καί ἐνάρετες. Ἀνέθρεξαν τά παιδιά τους Ἀμφιλόχιο καί Νόννα χριστιανικά μέ πολλή φροντίδα καί ἐπιμέλεια.
Ὁ Ἀμφιλόχιος ἀναδείχθηκε δάσκαλος τῆς ρητορικῆς καί ἡ Νόννα ἦταν τό στολίδι καί ἡ χαρά τῆς οἰκογένειάς της. Σεμνή καί εὐσεβής, δέν τήν ἐπηρέαζε τό φρόνιμα τοῦ κόσμου. Ὅταν οἱ ἄλλες γυναῖκες κολακευόταν καί καμάρωναν γιά τήν ὀμορφιά τους, εἴτε φυσική εἴτε πλαστή μέ μπογιές καί ἀρώματα, αὐτή γνώριζε μόνο καί ἐπεδίωκε τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς . Ὡς ἀπορρίμματα (σκουπίδια καί ἀκαθαρσίες) περιφρόνησε τά βαψίματα καί τά τεχνητά κάλλη, τά ὁποῖα ἁρμόζουν στίς γυναῖκες τῆς σκηνῆς, δηλαδή στίς θεατρίνες, στίς ἀνήθηκες.
Ὅταν ἦρθε ὁ κατάλληλος καιρός, παντρεύτηκε τόν Γρηγόριο, ὁ ὁποῖος ἑλκύεται ἀπό τά προσόντα καί τίς ἀρετές της. Ὁ Γρηγόριος σπούδασε νομικά καί ἦταν ἀνώτερος ὑπάλληλος. Ἦταν ὁ πρῶτος ἄρχοντας τῆς Ναζιανζοῦ. Μεγάλος καί πλούσιος γαιοκτήμονας. Εἶχε στήν δούλεψή του πολλούς ὑπηρέτες. Ὁ πλοῦτος ὃμως δέν τοῦ πῆρε τά μυαλά, ὃπως συνήθως γίνεται μέ πολλούς ἄλλους. Ἦταν σώφρων, δίκαιος καί ἀγαπητός σέ ὅλους. Διακρινόταν γιά τήν τιμιότητά του. Ἀπέφευγε τόν ἄδικο πλουτισμό, τόν ὁποῖο ἄλλοι συνάδελφοί του ἐπεδίωκαν. Δέν πῆρε οὔτε μία δραχμή παράπάνω ἀπό αὐτό πού ἔπρεπε καί ἐδικαιοῦτο. Ἐξακολουθοῦσε νά ζεῖ μέ τιμιότητα καί ἀξιοπρέπεια. Ἡ ἐξουσία καί ἡ δύναμη δέν τόν ἔκαναν ἐγωϊστή, τυραννικό καί ὑπερφίαλο. Δέν κακομεταχειρίσθηκε καί δέν ἐκμεταλλεύθηκε ποτέ κανέναν. Ἦταν πάντοτε συνετός καί συγκρατημένος.
(Νά εἴχαμε καί σήμερα τέτοιους ἀνθρώπους γύρω μας, στίς διάφορες ὑπηρεσίες καί ἀξιώματα, πόσο πιό καλή θά ἦταν ἡ κοινωνία μας!). Τά ἠθικά αὐτά προσόντα ἱκανοποιοῦσαν τήν σύζυγό του, ἡ ὁποία καμάρωνε καί χαιρόταν γι᾿ αὐτά.
Παρ᾿ ὅλα αὐτά ὑπῆρχε στή σχέση τους ἕνα μελανό σημεῖο. Ὁ Γρηγόριος ἀνῆκε στό σύστημα τῶν Ὑψισταρίων, δηλαδή σέ μία αἵρεση, πού ἦταν ἕνα κράμα ἰουδαϊκῶν καί εἰδωλολατρικῶν στοιχείων, γεγονός πού λυποῦσε βαθιά τήν ἁγία Νόννα. Παρά τίς δυσκολίες αὐτές δέν σκέφθηκε οὔτε στιγμή τό ἐνδεχόμενο τοῦ χωρισμοῦ, γιατί ἐκτιμοῦσε πολύ τά θετικά ὅλα τά ἄλλα γνωρίσματα τοῦ συζύγου της. Δέν σκοντάφτουμε στό ἕνα ἀρνητικό, πού ἔχει ὁ συνάνθρωπός μας, ἀλλά στά τόσα ἄλλα θετικά, γιά νά ἔχουμε καλές σχέσεις μαζί του καί νά πᾶμε μπροστά.
Ὁ σύζυγός της, παρ᾿ ὅτι, ὃπως εἴπαμε, δέν ἦταν χριστιανός, ποτέ δέν τῆς φέρθηκε ἄσχημα. Ἀλλά κι᾿ ἐκείνη, ποτέ της δέν τόν πρόσβαλε. Τόν ἀγαποῦσε καί τόν σεβόταν. Τόν προέτρεπε μέ πολλή καλωσύνη καί τόν συμβούλευε νά γίνει χριστιανός καί νά βαπτισθεῖ. Προσευχόταν μέρα-νύχτα, παρακαλοῦσε τόν Θεό μέ δάκρυα στά μάτια νά φωτίσει τόν Γρηγόριό της. Ἔχει σφοδρή ἐπιθυμία νά τόν δεῖ χριστιανό, μέσα στήν Ἐκκλησία, στήν αὐλή τοῦ Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας.
Ἀκούραστη σέ ὑπομονή καί φροντίδες γι᾿ αὐτόν, κατόρθωσε στό τέλος νά κάμψει τήν ψυχή του. Ἡ ἁγία Νόννα μέ τήν καλωσύνη της, μέ τήν πραότητά της καί τήν πολλή-θερμή προσευχή, νίκησε. Τράβηξε τόν ἄντρα της στήν ὀρθόδοξη πίστη. Καί ξέρετε πότε πῆρε αὐτό πού ζητοῦσε; Πότε ἔγινε αὐτό πού ἢθελε; Ὅταν ἀπό νεαρή κόρη ἔγινε ὥριμη γυναίκα. Μετά τριάντα χρόνια γάμου. Εἴκοσι ἐτῶν παντρεύτηκε καί ἀπέδωσαν οἱ προσευχές καί οἱ νηστεῖες της, ὅταν ἔγινε πενῆντα ἐτῶν! Τότε ὁ ἄντρας της ἔγινε χριστιανός. Καί ὂχι μόνο ἔγινε χριστιανός, ὂχι μόνο βαπτίσθηκε, ἀλλά ἒγινε καί ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ. Ἡ Ἁγία Νόνα μέ τά καλά της λόγια, μέ τίς προσευχές καί τίς νηστεῖες της, μέ τό φωτεινό παράδειγμά της ὡδήγησε τόν σύζυγό της στόν Χριστό. Γι᾿ αὐτό εἲπαμε πολλές φορές καί δέν θά παύσουμε νά τό λέμε: Γυναῖκες, ἄν θέλετε, μπορεῖτε νά κάνετε θαύματα. Πρέπει ὅμως κι᾿ ἐσεῖς νά εἶσθε ἄνθρωποι ἀρετῆς, ὃπως ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου.
Ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, προσευχόμαστε, ζητοῦμε κάτι ἀπό τόν Θεό καί τό περιμένουμε σύντομα, τώρα, αὐτή τήν στιγμή. Καί ἄν δέν τό λάβουμε, ἀπογοητευόμαστε, ἐγκαταλείπουμε τήν προσευχή.
Γράφει ὁ γυιός της ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: Σέ ζητήματα πίστεως καί θεολογίας καθημερινά ἀναδεικνυόταν δασκάλα τοῦ συζύγου της. Σέ ὅλα τά ἄλλα ἦταν συνετό καί ἀναγκαῖο νά νικᾶται ἀπό τόν ἄντρα της. Ὑποχωροῦσε στίς ἀποφάσεις του, σύμφωνα μέ τόν νόμο τῆς συζυγίας, πού λέει αἱ γυναῖκες τοῖς ἰδίοις ἀνδρᾶσιν ὑποτάσσεσθε ὡς τῷ Κυρίῳ. Γι᾿ αὐτό τήν θεωρεῖ ἄξια θαυμασμοῦ, ἀλλά περισσότερο θαύμαζε τόν πατέρα του, πού ὑπάκουε θεληματικά σ᾿ αὐτήν.
Ἕνα ἄλλο πρόβλημα, πού ἀπασχολοῦσε τήν ἁγία Νόννα καί πολύ τήν στενοχωροῦσε ἦταν ἡ ἀτεκνία της. Τόσα χρόνια παντρεμένοι καί δέν ἔκαναν κανένα παιδί. Καί μάλιστα ἤθελε νά εἶναι ἀγόρι. Καί αὐτό ὄχι γιά τόν ἑαυτό της. Νά καμαρώνει γιά τό παιδί της, ἀλλά γιά νά τό ἀφιερώσει, νά τό προσφέρει πάλι στόν Θεό. Ἄλλες προσευχές καί ἄλλα δάκρυα. Μετά 25 χρόνια γάμου ὁ Θεός τούς ἔδωσε ἕνα παιδί κι᾿ αὐτό ἦταν κορίτσι, τήν Γοργονία, πού εἶναι Ἁγία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ Νόννα συνέχισε νά ζητάει ἀγόρι. Ἡ ἀριστοκράτισσα, ἡ ἀρχόντισσα θέλει νά ἔχει γυιό, γιά νά γίνει ἱερεύς. Ἄς τό ἀκούσουν οἱ σημερινοί γονεῖς, πού κλαῖνε καί χτυπιοῦνται, ὅταν ἕνα παιδί τους θελήσει νά ἀφιερωθεῖ στόν Θεό. Παίρνουν φωτιά οἱ τηλεοράσεις, τά κανάλια ὃλα. Ἀπειλοῦν, καταριοῦνται, συκοφαντοῦν οἱ γονεῖς καί ὅλοι οἱ συγγενεῖς. Ρίχνουν τόνους λάσπης. Τό λένε καί τό ξαναδείχνουν οἱ δημοσιογράφοι στά κανάλια τῶν τηλεοράσεων. Χύνουν ἄφθονο δηλητήριο ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἱερωμένων. Τόσο μεγάλο κακό εἶναι νά ἀφιερωθεῖ κάποιος στό Θεό. Κι᾿ ὕστερα θέλουμε νά λεγώμαστε χριστιανοί .
Καί πάλι θά ρωτήσω: Ὃταν τά παιδιά πέφτουν στήν κόλαση τῶν ναρκωτικῶν καί ἐκεῖ μέσα σβύνουν, ἀργοπεθαίνουν, γιατί δέν κλαῖνε οἱ γονεῖς; Ὅταν καταλήγουν σέ ἄλλες αἱρέσεις ἢ στόν σατανισμό, γιατί δέν χτυπιοῦνται οἱ γονεῖς; Ποῦ εἶναι τότε οἱ ὑπερευαίσθητοι δημοσιογράφοι; Ὅταν οἱ νέοι συλλαμβάνωνται στά δίχτυα τῆς ἀνηθικότητας, ὅταν οἱ νέες κατρακυλοῦν στά καταγώγεια τῆς διαφθορᾶς καί σαπίζουν μέσα στούς οἴκους ἀνοχῆς , γιατί δέν κλαῖνε, γιατί δέν φωνάζουν, γιατί δέν διαμαρτύρονται; Ποῦ πῆγε ἡ στενοχώρια τους, τό ἐνδιαφέρον τους καί ἡ εὐαισθησία τους γιά τούς νέους; Ἐ, ἐπιλογή τους εἶναι. Μά καί ἡ ἀφιέρωση στό Θεό ἐπιλογή τους εἶναι, γιατί τότε δέν τήν σέβονται; Γιατί δύο μέτρα καί δύο σταθμά;
Ὅταν ὁ πατέρας Γρηγόριος ἔγινε χριστιανός ὀρθόδοξος, τότε ὁ Θεός τούς ἔδωσε τόν ποροσδοκώμενο γυιό, τόν Γρηγόριο πού λαχταροῦσαν. Αὐτό πάει νά πεῖ καί ἄς τό βάλλουμε καλά στό μυαλό μας: Θέλουμε κάτι; ζητοῦμε κάτι ἀπό τόν Θεό; Πρῶτοι ἐμεῖς θά προσφέρουμε. Πρῶτα ἐμεῖς θά κάνουμε τό καλό, πρῶτα ἐμεῖς θά διορθωθοῦμε καί ὕστερα ὁ Θεός θά μᾶς δώσει αὐτό, πού ζητᾶμε. Τί κάνουμε κάθε φορά, πού ἐκκλησιαζόμαστε; Πρῶτα ἀνάβουμε τό κερί μας, ἀσπαζόμαστε τίς εἰκόνες καί μετά προσευχόμαστε, κατόπιν ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό, ὕστερα ὑποβάλλουμε τά αἰτήματά μας. Πρῶτοι ἐμεῖς θά κάνουμε τό καλό, τό σωστό καί ἔπειτα θά κάνει ὁ Θεός τό δικό του.
Ἡ ἁγία Νόννα θεωροῦσε πρῶτον καί καλύτερο, ἄριστο τρόπο διαπαιδαγώγησης καί ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν της τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, γραπτό καί προφορικό. Ἐξ ἄλλου καί ἡ ἴδια στό πατρικό της σπίτι, σάν παιδούλα, αὐτά διδάχθηκε ἀπό τούς γονεῖς της. Ὁ σύζυγός της ἦταν κόσμος τῶν ἀνδρῶν, στολίδι, κόσμημα τῶν ἀνδρῶν. Αὐτή δέ ὄχι μόνο στολίδι τῶν γυναικῶν, ἀλλά καί ὑπόδειγμα ἀρετῆς, ἔφραφε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γιά τούς γονεῖς του.
Ἦταν πράγματι γυναίκα δραστήρια καί ἐνάρετη, ἐργατική καί οἰκονόμα, προβλεπτική καί νοικοκυρά. Ἔκανε ὅλες τίς δουλειές τοῦ σπιτιοῦ ἀγόγγυστα, παρ᾿ ὅτι ἦταν εὐκατάστατη. Ἡ ρόκα καί τό ἀδράχτι ἦταν συχνά στά χέρια της καί οἱ χτύποι τοῦ ἀργαλιοῦ ἦταν ἡ καλύτερη μουσική της. Ἄν διαβάσουμε τήν Ἁγία Γραφή, αὐτά τά προσόντα βλέπουμε ὅτι πρέπει νά ἔχει ἡ γυναίκα.
Ἡ ἁγία Νόννα φρόντιζε γιά τό σπίτι της καί γιά τήν ψυχή της, ὅπως καί γιά τίς ψυχές τῶν δικῶν της ἀνθρώπων. Δέν ἔχανε τόν χρόνο της σέ φλυαρίες καί ἄσκοπες συζητήσεις καί ὑπερβολικά λόγια. Οὐδέ ἦλθε βέβηλον ἔπος, δηλαδή δέν βγῆκε ἀπό τό στόμα της ἄπρεπος λόγος, ἐκεῖνο τό στόμα, πού ἁγιάζεται μέ τήν προσευχή καί τήν μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἐπίσης οὔτε ἔκανε, οὔτε δεχόταν ἀνωφελεῖς ἐπισκέψεις. Δέν ἄφησε νά τήν ἐπηρεάσει ἡ κοσμική ζωή τῶν συμπατριωτῶν της. Δέν ἐμόλυνε τήν ἀκοή της μέ ἄπρεπα τραγούδια, εἰδωλολατρικά ἤ θεατρικά. Τίποτε τό ἀνίερο δέν ἁρμόζει στά ἱερά.
Στά ἔργα τῆς φιλανθρωπίας εἶχε ὡς βοηθό καί συμπαραστάτη τόν Σύζυγό της. Τά χρήματά τους ἦταν κοινά, κοινή καί ἡ προθυμία νά προσφέρουν στούς πάσχοντες καί θλιβομένους. Συναγωνιζόντουσαν καί οἱ δυό τους γιά τό καλύτερο. Ὁ σύζυγός της τῆς εἶχε παραχωρήσει μεγάλη ἐλευθερία στό νά δίνει ἁπλόχερα χρήματα στούς φτωχούς, γιατί ἦταν ἐξαιρετική καί συνετή οἰκονόμος. Ἰδιαιτέρως ἔγινε στήριγμα στίς πονεμένες γυναῖκες καί στά ὀρφανά παιδιά. Σέ πολλές περιπτώσεις σήμερα οἱ γυναῖκες βοηθοῦν στά κρυφά, γιατί δέν τό θέλουν, δέν τίς τό ἐπιτρέπουν οἱ ἄντρες τους.
Συχνά ἡ ἁγία παρατηροῦσε τίς ταραγμένες καί διαλυμένες οἰκογένειες, πού εἶχαν πολλά προβλήματα, παρ᾿ ὅτι ἦταν πλούσιες καί μέ πολλά ὑλικά ἀγαθά. Αἰτία κατά τήν γνώμη της, γι᾿ αὐτήν τήν θλιβερή κατάσταση ἦταν ἡ ἁμαρτία, πού ἄνδρες καί γυναῖκες ἄφηναν νά τούς κυριεύσει. Οἱ ἄνδρες ὡς φιλάργυροι, σκληροί, φιλόδοξοι καί ἐγωϊστές, μέθυσοι καί βλάσφημοι, δημιουργοῦσαν στά σπίτια τους μάχες καί συγκρούσεις , πού κατέληγαν στήν ἀνατροπή τῆς οἰκογένειας, ἀκόμη καί σέ ἐγκλήματα.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά οἱ γυναῖκες φιλόνικες, πολύλογες, ὑπερήφανες καί γλωσσομάχες, ἀδιάφορες πολλές φορές γιά τά οἰκογενειακά τους καθήκοντα, περιφερόμενες στήν ἀγορά ἤ στή γειτονιά καί ὄχι ἐργαζόμενες στό σπίτι τους, γινόντουσαν ἀφορμή διαπληκτισμῶν καί ἀναστατώσεων στήν οἰκογένειά τους. Ἀλλά καί τά μεγάλα παιδιά τῆς οἰκογένειας μέ τίς κακίες, τά πάθη τους, τήν ἀνυπακοή καί παρανομίες τους δημιουργοῦσαν σοβαρά προβλήματα. Πολλές ἀπό αὐτές τίς νοσηρές καταστάσεις ἀντίκρυζε αὐτοπροσώπως ἤ τίς ἐπληροφορεῖτο ἀπό ἄλλους καί στενοχωριόταν γιά τήν κρίση στό θεσμό τῆς οἰκογένειας καί τοῦ γάμου, παρά τίς χριστιανικές ἀρχές τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς της.
Τά δύο ἀγόρια τῆς ἁγίας Νόννας ἔφυγαν γιά σπουδές, στήν ἀρχή στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καί μετά στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, στήν Κωνσταντινούπολη καί στήν Ἀθήνα.
Γιά τήν κόρη της Γοργονία φρόντιζε νά γίνει καλή νοικοκυρά. Δέν τήν ἄφηνε ποτέ χωρίς δουλειά, ἄν καί μονάκριβη. ( Ἡ ἀργία εἶναι μήτηρ πάσης κακίας). Τῆς ἔμαθε νά ζώνεται τήν ποδιά, νά κεντᾶ, νά περιποιεῖται καί νά στολίζει τό σπίτι, ὥστε νά τήν ἀντικαθιστᾶ ἐπάξια σέ ὅλες τίς δοιλειές τοῦ σπιτιοῦ. Ἔτσι μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ἡ Γοργονία ἔγινε πιστό ἀντίγραφο τῆς μητέρας της. Ἁπλῆ, στολισμένη μέ σωφροσύνη, γυναίκα τοῦ σπιτιοῦ σεμνή καί ντροπαλή σκληραγωγημένη ἀπό τίς δουλειές τοῦ σπιτιοῦ, ἀλλά καί ἀπό τίς πνευματικές ἀσκήσεις, νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή καί ἀπό τά ἔργα τῆς ἱεραποστολῆς καί φιλανθρωπίας. Ἀπαραίτητο πλοῦτο γιά μία γυναίκα θεωροῦσε τόν θησαυρό τῶν ἀρετῶν. Ἐνῷ γνώριζε τά πολλά καί ποικίλα ἐξωτερικά στολίδια τῶν γυναικῶν, θεωροῦσε ἀσιγκρίτως πολυτιμότερο τόν ἐσωτερικό στολισμό, τόν στολισμό τῆς ψυχῆς. Τό κοκκίνισμα τοῦ προσώπου ἀπό τήν αἰδώ, τήν ντροπή ἦταν πολύ ἀνώτερο ἀπό τά κόκκινα βαψίματα τοῦ σώματος καί μία λευκότητα ἀγαποῦσε, ὄχι αὐτήν τῶν ἐνδυμάτων ἤ τοῦ σώματος, ἀλλά τήν λευκότητα τῆς ἐγκρατείας καί τῆς ἁγνότητος.
Τελικά ἡ Γοργονία παντρεύθηκε ἕναν ἠθικό καί ἐνάρετο νέο τόν Ἀλύπιο. Ἔκανε τό καινούγιο της σπιτικό ἐντευκτήριο, κέντρο ὑποδοχῆς καί διδασκαλίας τῶν πιστῶν χριστιανῶν. Ἡ πόρτα τοῦ σπιτιοῦ της ἦταν πάντοτε ἀνοιχτή. Κανείς ξένος δέν ἔμενε ἔξω. Ὅλους τούς ἔβαζε στό σπίτι της καί τούς περιποιόταν.
Ὁ Καισάριος, ὁ νεώτερος γυιός πέθανε ξαφνικά σέ ἡλικία 37 ἐτῶν, πρίν προλάβει νά ἱερωθεῖ. Σέ λίγο πεθαίνει καί ἡ Γοργονία καί μάλιστα ἀφήνει ἕξι μικρά παιδιά. Μετά ἀπό λίγους μῆνες πεθαίνει καί ὁ σύζηγός της Ἀλύπιος καί τά ὀρφανά ἀναλαμβάνει νά μεγαλώσει ἡ γιαγιά, ἡ ἁγία Νόννα.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος γράφει μέ θαυμασμό γιά τήν μητέρα του: Ἦταν καρτερικωτάτη καί ἀνδρικωτάτη γυναίκα. Τό πιό ἀξιοθαύμαστο εἶναι, ὅτι ποτέ δέν λύγισε ἀπό τόν σωματικό καί ψυχικό πόνο. Ποτέ δέν ἄφησε νά βγεῖ κραυγή γοερή ἀπό τό στόμα της, μόνο εὐχαριστία. Δέν ἄφησε νά κυλήσουν δάκρυα ἀπό τά βλέφαρά της, πού μυστικά εἶχαν σφραγισθεῖ. Ἤξερε νά συγκρατεῖ τό πένθος της, μολονότι συχνά τήν ἔβρισκαν πολλές θλίψεις, ἀκόμη καί σέ λαμπρές ἡμέρες. Εἶναι γνώρισμα ψυχῆς θεοφιλοῦς νά ὑποτάσσει στά θεῖα κάθε τί τό ἀνθρώπινο.
Ὅταν πέθανε ἡ ἁγία, ἔγραφε ὁ Θεολόγος Γρηγόριος: Ἀστραφτερός, ὁλοφώτεινος ἄγγελος σέ πῆρε, ἐκεῖ πού προσευχόσουν. Ἡ Παναγία Τριάς, πού ποθοῦσες, τό ἑνιαῖο φῶς, τό κοινό σέβασμα σέ ἅρπαξε ἀπό τόν Ναό πού προσευχόσουν, καί σέ ἔβαλε στόν μεγάλο, τόν ἐπουράνιο Ναό. Πέτυχες τέλος καθαρότερο ἀπό τήν ζωή σου, Νόννα. Αὐτό τό ἅγιο τέλος νά ἀξιώσει ὅλους μας ὁ Θεός. Τιμοῦμε τήν μνήμη της στίς 5 Αὐγούστου.
Ὅμως, ἀγαπητοί μου, ἡ ὥρα πέρασε κι᾿ ἐμεῖς πρέπει νά τελειώσουμε. Λίγα λόγια θά ποῦμε γιά τήν τρίτη ἁγία, τήν Ἀνθούσα, τήν μητέρα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ὄχι γιατί εἶναι κατώτερη καί ὑπολείπεται ἀπό τίς ἄλλες, μά γιατί δέν μᾶς ἐπιτρέπει ὁ χρόνος νά ποῦμε περισσότερα.
Καταγόταν καί αὐτή ἀπό πλούσια καί εὐγενική οἰκογένεια τῆς Ἀντιόχειας. Ὅμως δέν θεωροῦσε τά ὑλικά ἀγαθά καί τήν ἀριστοκρατική καταγωγή της πηγή χαρᾶς καί εὐτυχίας, ἀλλά τήν χριστιανική εὐσέβεια καί τήν ἐσωτερική εἰρήνη. Γιά τά πολλά χαρίσματα καί τίς ἀρετές της τήν διάλεξε ὡς σύζυγο ὁ Σεκοῦνδος, ἕνας νέος χριστιανός, ἐνεργό μέλος τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, πού καταγόταν καί αὐτός ἀπό πλούσια καί ἐπιφανῆ οἰκογένεια. Εἶχε ἀναδειχθεῖ μάλιστα ἀνώτερος ἀξιωματικός στή Συρία.
Δυστυχῶς ὅμως ὁ γάμος αὐτός δέν κράτησε πολύ. Ἦταν βρέφος, μηνῶν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του καί ἡ μητέρα του ἔμεινε χήρα σέ ἡλικία μόλις εἴκοσι ἐτῶν.
Πολλοί ἄντρες τήν ζήτησαν σέ γάμο. Ἄλλοι γιά τήν πίστη καί τήν καλωσύνη της καί ἄλλοι γιά τήν μεγάλη της περιουσία, ἀλλά ἡ Ἀνθούσα ἀρνήθηκε, τούς ἀπέρριψε ὅλους καί ἀφοσιώθηκε στήν χριστιανική ἀνατροφή τοῦ παιδιοῦ της. Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στήν μετέπειτα διδασκαλία του προτρέπει τούς γονεῖς νά συνδέσουν τά παιδιά τους, ἀπό μικρή ἡλικία, μέ τόν γραπτό καί προφορικό χριστιανικό λόγο καί τήν μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν.
Σκεφθεῖτε τώρα μία νεαρή κοπέλα, ὄμορφη, πλούσια, ἀνεξέλεγκτη, χωρίς ἀφεντικά στό κεφάλι της, τί μποροῦσε νά κάνει, πῶς θά ζοῦσε, σέ τί κατήφορο ἦταν ἐνδεχόμενο νά κυλήσει.
Ὅμως δέν συνέβη κάτι τέτοιο. Ἡ νεαρή καί ἐνάρετη χήρα Ἀνθούσα ἦταν παράδειγμα σωφροσύνης, ἁγνότητας καί καθαρῆς ζωῆς, γιατί εἶχε φόβον Θεοῦ. Δέν τήν ἐνδιέφεραν καθόλου τό κοσμικό πνεῦμα καί οἱ κοσμικές συγκεντρώσεις. Ἡ ἐνδυμασία της, τά λόγια της καί ὅλη ἡ ἐν γένει συμπεριφορά της, ὅλα μιλοῦσαν γιά τήν ξεχωριστή προσωπικότητά της. Ὅλοι, χριστιανοί καί εἰδωλολάτρες τήν θαύμαζαν. Αὐτήν εἶχε ὑπ᾿ ὄψιν του ὁ δάσκαλος τοῦ γυιοῦ της Λιβάνιος, ὅταν ἔλεγε, κοιτᾶξτε, τί γυναῖκες ἔχουν οἱ χριστιανοί.
Σήμερα ἀπό πολλούς χριστιανούς καί χριστιανές ὁ κόσμος τραβάει γιακά καί γινόμαστε αἰτία ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νά βλασφημεῖται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ νεαρός Ἰωάννης συνδέθηκε μέ ἄλλους εὐσεβεῖς νέους καί ἀποφάσισαν νά μονάσουν, νά ἀσπασθοῦν τόν ἐρημικό βίο. Ὅταν τό πληροφορήθηκε ἡ μητέρα του, τόν παρεκάλεσε νά μή φύγει ἀπό κοντά της καί τήν ἀφήσει χήρα γιά δεύτερη φορά. Μήπως πόσο ἀκόμη θά ζήσει; Νά μή παντρευτεῖ, ἀφοῦ αὐτό θέλει, ἀλλά νά ζεῖ κοντά της τόν μοναχικό βίο. Νά ζεῖ ὡς ἀσκητής ἀφιερωμένος ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεό. Καί ὁ Ἰωάννης τήν ἄκουσε, δέν τῆς χάλασε τήν ἐπιθυμία, τό χατήρι πού λέμε πιό ἁπλά.
Μετά δύο χρόνια ἡ Ἀνθούσα πέθανε σέ ἡλικία 43 ἐτῶν. Τότε ἐλεύθερος πλέον ἀπό τίς οἰκογενειακές του ὑποχρεώσεις, μοίρασε τήν μεγάλη πατρική του περιουσία στούς φτωχούς καί ἀνεχώρησε γιά τήν ἔρημο.
Μποροῦμε λοιπόν, ἄν θέλουμε, ὑπάρχει τρόπος καί μέ τόν Θεό νά τά πᾶμε καλά καί τούς γονεῖς μας νά μή περιφρονήσουμε, κανένα νά μή στενοχωρήσουμε. Τοῖς ἀγαπῶσι τόν Θεόν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν. Ὁ Θεός ὅλα τά βολεύει, προσφέρει πάντοτε τήν καλύτερη λύση, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά θέλουμε νά τόν ἀκούσουμε καί νά τόν ἀκολουθήσουμε.
Ἀγαπητοί μου, τελείωσα.
Ὁ Ἀρχιμήδης τῆς ἀρχαιότητας εἶπε, δόσε μου τόπο νά σταθῶ καί θά κινήσω ὅλη τήν γῆ. Κι᾿ ἐγώ σᾶς λέω, δόστε μου καλές γυναῖκες, ἅγιες μητέρες καί μπορῶ νά ἀλλάξω τό πρόσωπο τῆς γῆς, θά τήν κάνω ἀγνώριστη, φυσικά πρός τό καλύτερο. Ὅλος ὁ κόσμος νά χαλάσει, νά γίνουν τά πάνω κάτω, δέν ἔγινε δά καί τόσο μεγάλο κακό. Ἄν ὅμως χαλάσουν οἱ γυναῖκες, τό πᾶν ἀπώλετο. Χάθηκε τό πᾶν, γιατί πάρα πολλά, ἄν ὄχι ὅλα, ἐξαρτῶνται ἀπό αὐτές. Οἱ γυναῖκες δέν εἶναι τό ἀσθενές φύλο. Εἶναι ἰσχυρότατο καί ὅ,τι δήποτε βάλλουν στό μυαλό τους τό πετυχαίνουν. Ἔχουν τεράστια δύναμη καί ἐπιρροή ἀνυπολόγιστη πάνω στούς ἄντρες τους καί στά παιδιά τους. Ἀρκεῖ νά εἶναι καλές καί ἅγιες σάν τίς μητέρες τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν. Ἄν δέν εἶναι, τότε θά κάνουν μεγάλο κακό, θά ἐπηρεάσουν ἀρνητικά κοινωνίες ὁλόκληρες.
Κάποτε μία μητέρα πλησίασε τόν ἱερέα τῆς ἐνορίας της καί τοῦ ἔκανε παράπονα γιά τόν γυιό της. Ἦταν ἄντρας ὁλόκληρος 38 χρόνων καί δέν τήν ἄκουγε. Τῆς φερόταν πολύ ἄσχημα, τῆς ἀντιμιλοῦσε, τήν περιφρονοῦσε, ξενυχτοῦσε, ξόδευε ἄσκοπα τά χρήματά της κ.ἄ. Ὁ ἱερεύς τήν ἐρώτησε. Κυρία μου, ἀπό πότε ἔχετε νά ἐξομολογηθεῖτε; Τἄχασε ἐκείνη. Ἄλλα περίμενε νά ἀκούσει καί ἄλλα τῆς λέει ὁ ἱερεύς. Μετά τό πρῶτο ξάφνιασμα τοῦ ἀπάντησε, ὅτι ἀπό τότε πού παντρεύτηκε δέν προσῆλθε στά Ἅγια Μυστήρια. Ἐ, τότε μή διερωτώμεθα τί φταίει. Ὅταν εἴμαστε 40 χρόνια, δηλαδή μιά ζωή ὁλόκληρη χωρίς Χριστόν, μακρυά ἀπό τήν Ἐκκλησία, μακρυά ἀπό τά Μυστήρια τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καί τῆς Θείας Κοινωνίας, αὐτά τά ἀποτελέσματα θά ἔχουμε. Καί ἐμεῖς θά εἴμαστε τῆς κακιᾶς ὥρας, ἀλλά καί στά παιδιά μας δέν θά μποροῦμε νά ἐπιβληθοῦμε, δέν θά μπορέσουμε νά τά διδάξουμε τό σωστό. Καί βέβαια θέλουμε πάντοτε νά ἐπιρρίπτουμε τήν εὐθύνη στούς ἄλλους καί νά ἀθωώνουμε τούς ἑαυτούς μας.
Πρέπει νά ξέρουμε, ὅτι ἡ καλύτερη διαπαιδαγώγηση εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική. Νά συνδέσουμε μικρούς καί μεγάλους μέ τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Νά προχωρήσουν στήν πίστη καί στά πνευματικά. Νά ἔχουν φόβο Θεοῦ. Καί ἄν ἐμεῖς δέν διδάξουμε τό καλό στά παιδιά μας μέ ἔργα καί λόγια, νά ξέρετε σίγουρα θά βρεθοῦν τόσοι ἄλλοι, πού θά τά διδάξουν τό στραβό, τό κακό καί τήν ἁμαρτία.
Κι᾿ ἕνα τελευταῖο: Ἀκοῦμε πολλούς νά παραπονοῦνται καί νά τά βάζουν μέ τόν Θεό. Τί ἔκανα, Θεέ μου; σέ τί ἔφταιξα καί ἔχω τόσα βάσανα στή ζωή μου; Καί τά λέμε αὐτά, γιατί ἔχουμε τήν ἐσφαλμένη ἐντύπωση, ὅτι εἴμαστε καλοί καί ἅγιοι. Οἱ ἅγιες γυναῖκες, γιά τίς ὁποῖες μιλήσαμε, δέν εἶχαν θλίψεις στή ζωή τους; Εἶχαν καί μάλιστα πολλές, ἀρρώστιες, θανάτους, ἁρπαγή τῆς περιουσίας τους, ὅπως προείπαμε καί τόσα ἄλλα. Σέ τί ἔφταιξαν; ἅγιες ἦταν. Ἔτσι εἶναι αὐτή ἡ ζωή καί ὀνομάζεται κοιλάς τοῦ κλαυθμῶνος. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νά ἀντιμετωπίζουμε ὅλα τά λυπηρα μέ πίστη στό Θεό, μέ ὑπομονή καί καρτερία, ὅπως ὁ δίκαιος Ἰώβ καί οἱ μητέρες τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν.
Ἄς ἔχουμε πάντοτε ὑπ᾿ ὄψι μας τήν κατά Θεό ζωή τους, τό φωτεινό παράδειγμά τους καί ἄς κάνουμε τόν ἀγώνα μας, τήν προσπάθειά μας νά τίς μοιάσουμε, νά τίς μιμηθοῦμε, γιά νά ἔχουμε τήν βοήθειά τους, καί μέ τίς εὐχές καί πρεσβεῖες τους νά ἐπιτύχουμε τήν σωτηρία μας. Ἀμήν.-
|