Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Ή Γερόντισσα Συγκλητική Μοναχή. Από τις ενθυμήσεις του γέροντα Χρύσανθου Αγιαννανίτου. 1



site analysis




Εις το εκκλησάκι του Προφήτου Ελισαίου έκκλησιάζοντο και αι Μοναχοί της ιεράς Μονής τής όσιας Φιλοθέης τής Αθηναίας, αι οποίαι άσκήτευον εις τας οικίας των, διότι ό Όθων με τους Βαυαρούς διέλυσαν την ιερά Μονή των, καθώς και πολλάς άλλας Μονάς τής Ελλάδος.
Μεταξύ αυτών των Μοναζουσών, που ήρχοντο εις τον Προφήτη Ελισαίο, ήτο και μία ονομαζόμενη Συγκλητική, ή οποία εις μικράν ηλικία έγινε Μοναχή, και είχε Πνευματικόν τον πάπα Μεθόδιο. Ή τροφή αυτής τής Μοναχής ητο άρτος ξηρός και νερό.
Εγώ αν και ήμουν μικρό παιδί τότε, που πήγαινα εις τον Προφήτη Ελισαίο, την ενθυμούμαι. Έμετρώντο τα κόκαλα της από την άσκηση και την λοιπή κακουχία. Ουδέποτε μίλησε με άνθρωπο, άλλα πάντοτε προσηύχετο, διότι πώς θα άφηνε την δια του καρδιακού λόγου μετά του Τρισυπόστατου Θεού συνομιλία, και τας λοιπάς πνευματικός ήδονάς όπου ήσθάνετο από μικρή πού ήτο εις το Κοινόβιο τής οσίας Φιλοθέης;
Εγώ μικρό παιδί έβλεπα αυτήν την Μοναχή και την θαύμαζα. Μίαν φοράν μόλις κατόρθωσα να μου ειπεί ένα λόγον, διότι σπανίως άνοιγε το στόμα της διά να ειπεί μικρόν ψυχωφελή λόγον. Μου είπε λοιπόν:
«Δύνασαι να σβήσεις την φωτιά όπου μεταχειρίζεται ό γεωργός διά να κάψει όλα τας αγκάθια και να ετοιμάσει τον τόπον τής γης διά καλλιέργεια; Άλλο τόσον θα δυνηθείς να σβήσεις την φωτιά τής αγάπης προς τον Θεό, την οποίαν είχον οι Πατέρες μας εις αυτήν την θεοφρούρητον πόλιν των Αθηνών».
Αυτά τας λόγια, ως μικρό παιδί, δεν τας καταλάβαινα. Όταν όμως επήγα εις το Άγιο Όρος και κατέληξα υποτακτικός εις τον μακαρίτη τον Γέρο Ονούφριο του παπά Μηνά εις την Σκήτη τής Αγίας Άννης, τότε με δίδαξε ό Γέρο Ονούφριος τι είναι φωτιά τής αγάπης προς τον Θεό όπου μου έλαχε ή Μοναχή Συγκλητική.
Ήλε ή ώρα για να φύγει από τον κόσμο τούτο η Γερόντισσα Συγκλητική, και το μόνον αμάρτημα που παρουσίαζαν οι δαίμονες ητο ότι ήπιε μίαν ημέρα δυο καφέδες δίχως ζάχαρη, και τίποτε άλλο. Ούτω λοιπόν ελευθέρα ανήλθεν ή Γερόντισσα Συγκλητική εις τους ουρανούς και άγάλλεται μετά της οσίας Φιλοθέης πλησίον του Νυμφίου των Χριστού.
ΒΙΒΛ. ΓΕΡΟΝΤΙΚΑΙ ΕΝΘΥΜΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ. ΤΟΜΟΣ Α ΙΕΡ. ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ.

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011

Η Γερόντισσα Μαρία της Γκατσίνα



site analysis



Τριάντα περίπου μίλια μακρυά από την Πετρούπολη βρίσκεται η κωμόπολη Γκατσίνα, φημισμένη για τους κήπους της, τα πάρκα και τα μέγαρά της. Εκεί ζούσε πριν από την επανάσταση του 1917 μία μοναχή, η Μαρία, που ήταν γνωστή όχι μόνο στους κατοίκους της Γκατσίνα, άλλα ακόμη και σε πολλούς κατοίκους της Πετρουπόλεως.
Η επανάσταση βρήκε τη γερόντισσα Μαρία στο κρεβάτι του πόνου. Κατ’ αρχάς υπέφερε από εγκεφαλίτιδα -φλεγμονή του εγκεφάλου. Αργότερα την βρήκε η νόσος του Πάρκινσον -όλο της το σώμα ήταν ακίνητο, το πρόσωπό της αναιμικό σαν μάσκα· μπορούσε να μιλήσει μόνο με μισάνοικτο το στόμα, ανάμεσα από τα δόντια, προφέροντας τις λέξεις αργά και μονότονα Ήταν εντελώς ανήμπορη, χρειαζόταν πάντα βοήθεια και προσεκτική φροντίδα. Συνήθως αυτή η αρρώστια, καθώς εξελίσσεται, προκαλεί έντονες ψυχολογικές αλλαγές -οξυθυμία, μια κουραστική επιμονή στην επανάληψη στερεότυπων ερωτήσεων, ένα διογκωμένο εγωισμό και εγωκεντρισμό, εκδηλώσεις άνοιας και τα όμοια- με αποτέλεσμα οι ασθενείς αυτοί να τελειώνουν τη ζωή τους σε ψυχιατρεία. Αλλά η Γερόντισσα Μαρία αν και είχε πλήρη φυσική αδυναμία όχι μόνο δεν παρουσίαζε φυσική κατάρρευση. αλλά έδειξε εντελώς ασυνήθιστα στοιχεία προσωπικότητας και χαρακτήρα, που δεν παρατηρούνται σε τέτοιους ασθενείς, όπως άκρα πραότητα, ταπείνωση, υποταγή, αυτοσυγκέντρωση, αποφυγή κάθε απαιτήσεως. Αφοσιώθηκε στην αδιάλειπτη προσευχή, υποφέροντας τη δύσκολη κατάστασή της χωρίς τον ελάχιστο γογγυσμό.
Σαν ανταμοιβή για την ταπείνωση και την υπομονή της, ο Κύριος της έδωσε το χάρισμα της παρηγοριάς των θλιβομένων. Εντελώς ξένοι και άγνωστοι άνθρωποι που υπέφεραν από λύπες, πόνο, κατάθλιψη ή αποθάρρυνση, άρχισαν να την επισκέπτονται και να συζητούν μαζί της. Και όποιος ερχόταν σ’ αυτήν έφευγε παρηγορημένος, ένοιωθε ότι ο πόνος του απάλυνε, οι λύπες του καθησύχαζαν, οι φόβοι του ειρήνευαν, η κατάθλιψη και η αποθάρρυνση φυγαδεύονταν. Τα νέα για την ασυνήθιστη αυτή μοναχή βαθμιαία απλώθηκαν πολύ μακρύτερα από την περιοχή της πόλεως Γκατσίνα
Η γερόντισσα ζούσε σε ένα μικρό ξύλινο σπίτι στα περίχωρα της πόλεως, όταν την επισκέφθηκα. Καθώς περίμενα να με δεχθεί, εξέταζα τις αναρίθμητες φωτογραφίες στο χώρο αναμονής και πρόσεξα δύο: του Μητροπολίτη Πετρουπόλεως Βενιαμίν του Νεομάρτυρα και του Μητροπολίτη Ιωσήφ, ο οποίος λίγο αργότερα έγινε ηγέτης της κινήσεως των Ιωσηφιτών. Ο Μητροπολίτης Ιωσήφ είχε γράψει πάνω στη φωτογραφία του μια συγκινητική αφιέρωση στη γερόντισσα Μαρία, αντιγράφοντας ένα εκτενές απόσπασμα από το έργο του Εν αγκάλαις του Πατρός, ενώ ο Μητροπολίτης Βενιαμίν είχε γράψει τα εξής: «Στην πολυσέβαστη και πολύπαθη γερόντισσα Μαρία, η οποία μαζί με πολλούς άλλους θλιβομένους παρηγόρησε και μένα τον αμαρτωλό…»
Είχα την ευτυχία να παρευρεθώ στις θαυμαστές εκδηλώσεις των θλιβομένων ψυχών μετά τη θεραπεία τους. Ένας νεαρός, ο οποίος είχε απογοητευθεί μετά τη σύλληψη και εξορία του πνευματικού του πατρός, έφυγε από τη γερόντισσα με ένα ολόχαρο χαμόγελο, με την απόφαση να εισέλθει στον ιερό κλήρο ως διάκονος. Μία νέα η οποία προηγουμένως ήταν θλιμμένη, τώρα έλαμπε από χαρά και αποφάσισε να γίνει μοναχή.
Ένας ηλικιωμένος, που υπέφερε πολύ λόγω του θανάτου τού γιού του, έφυγε από τη γερόντισσα ενισχυμένος και ενθαρρυμένος. Μία ηλικιωμένη γυναίκα πού είχε έρθει με δάκρυα, έφυγε ήρεμη και ενισχυμένη. Όταν με κάλεσε κοντά της, της είπα ότι με έπιανε μια τρομερή κατάθλιψη, η οποία κάποτε διαρκούσε μερικές βδομάδες και δεν μπορούσα να απαλλαγώ απ’ αυτήν με τίποτε.
«Η κατάθλιψη είναι ένας πνευματικός σταυρός», μου είπε, «που στέλνεται για να βοηθήσει αυτόν που μετανοεί αλλά δεν ξέρει πώς να μετανοήσει πραγματικά, δηλαδή μετά τη μετάνοια πέφτει ξανά στις προηγούμενες αμαρτίες… Και έτσι μόνο δύο τρόποι υπάρχουν για να γιατρευτεί η ψυχή από αυτή την ασθένεια, η οποία μερικές φορές είναι πολύ οδυνηρή. Ο άνθρωπος πρέπει ή να μάθει να μετανοεί πραγματικά και να έχει καρπούς μετανοίας ή να σηκώσει αυτόν τον πνευματικό σταυρό -την κατάθλιψη- με ταπείνωση, πραότητα, υπομονή και μεγάλη ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο, με τον λογισμό ότι την αποδοχή αυτού του σταυρού την λογαριάζει ο Κύριος σαν καρπό μετανοίας… Και πάνω απ’ όλα είναι πολύ παρήγορο το να αναγνωρίζει κανείς ότι αυτή η κατάθλιψη είναι ένας ανεπίγνωστος καρπός μετανοίας, μία ασυνείδητη αυτοτιμωρία, που οφείλεται στην έλλειψη των απαραίτητων καρπών της μετανοίας…! Με αυτό το λογισμό μπορεί ο άνθρωπος να φθάσει στη μετάνοια και τότε η κατάθλιψη σβήνει βαθμιαία και εμφανίζονται οι αληθινοί καρποί της μετανοίας…» Ακούγοντας αυτά τα λόγια ένοιωσα σαν κάποιος να έκανε μια πραγματική εγχείρηση στη ψυχή μου και μού αφήρεσε ένα πνευματικό όγκο… Έφυγα από εκεί άλλος άνθρωπος.
Γύρω στο 1930 η γερόντισσα Μαρία συνελήφθη. Κατηγορήθηκε για αντιεπαναστατική προπαγάνδα και για συμμετοχή σε αντιεπαναστατική οργάνωση, σύμφωνα με τις παραγράφους 10 και 11 του άρθρου 58 τού Σοβιετικού Ποινικού Κώδικα. Ο αδελφός της επίσης συνελήφθη. Η «οργάνωση» αποτελείτο μόνο από δύο μέλη! Και η «προπαγάνδα» εναντίον του Κομμουνισμού ήταν το χάρισμα της παρηγοριάς των θλιβομένων! Όσοι παρευρέθηκαν κατά τη σύλληψη, περιγράφουν μια φρικτή εικόνα χλευασμού και εγκληματικής βιαιοπραγίας εναντίον μιας ήρεμης, πολύπαθης ανάπηρης, η όποια ήταν παράλυτη και εντελώς ανίκανη για κάθε κίνηση. Το «πολιπκο-θρησκευτικό έγκλημα» της γερόντισσας, έγινε βαρύτερο με την άρνησή της να αναγνωρίσει τον μητροπολίτη Σέργιο και τη διαβόητη Διακήρυξή του τού 1927. με την οποία οδήγησε σε σχίσμα τη Ρωσική Εκκλησία. Η φτωχή, πολύπαθη ανάπηρη σύρθηκε από τα χέρια, που τα είχαν στρίψει πίσω από την πλάτη της, πάνω στο πάτωμα και στο έδαφος, από το κρεβάτι της μέχρι την κλούβα από δύο άνδρες της Τσε-Κα (παλαιότερη ονομασία της Σοβιετικής Μυστικής Αστυνομίας). Σήκωσαν μετέωρο το πολύπαθο παράλυτο σώμα της, το πέταξαν μέσα στη κλούβα και αμέσως απομακρύνθηκαν. Τον αδελφό της τον πήραν με ένα άλλο αυτοκίνητο, το μαύρο κοράκι -μία μαύρη λιμουζίνα που χρησιμοποιούσαν ειδικά για τη μεταφορά των θυμάτων που συλλαμβάνονταν στο πηχτό σκοτάδι της νύκτας, όπως τα περιγράφει ο Σολζενίτσιν στον πρώτο τόμο του έργου του Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ. Όσοι σέβονταν και τιμούσαν ιτη γερόντισσα Μαρία, την ευσπλαγχνίσθηκαν και άρχισαν να της φέρνουν απέρριτα δέματα στη φυλακή. Για ένα μήνα τα δέχονταν. Κάποια μέρα, εντελώς ξαφνικά, δεν δέχθηκαν τα δέματα και είπαν ξερά: «Πέθανε στο νοσοκομείο». (Τέτοιους ανήμπορους ασθενείς συνήθως τους σκότωναν). Τό σώμα της δεν το παρέδωσαν ποτέ. Κοιμήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1930.
Ο αδελφός της, ένας ασθενικός, μικροκαμωμένος, πραγματικά ευγενής άνθρωπος, ο οποίος είχε αναλάβει να την περιποιείται με αυτοθυσία και να υποδέχεται τους επισκέπτες, μετά από ανακρίσεις εννέα μηνών, καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως της Σιβηρίας.
πηγή: «Αγιορείτικη Μαρτυρία», τευχ. 12-13
αντιγραφή από: Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβίας

Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

Άγιες παρθενομάρτυρες Λιβύη, Λεωνίς και Ευτροπία



site analysis



Το μαρτύριο της αγίας Ευτροπίας
Οί άγιες αυτές μάρτυρες, κατά σάρκαν αδελφές, ζούσαν εν παρθενία και με εργα θεάρεστα υπό τήν καθοδήγηση της πνευματικής μητρός τους Θωμαΐδος, τήν εποχή της αγίας Φεβρωνίας. Όταν αναγγέλθηκε η άφιξη του Σελήνου, οί χριστιανοί προσέφυγαν μαζικά στην μονή της Θωμαΐδος για να ζητήσουν από τις μοναχές τις δεήσεις καί τήν ενθάρρυνση τους, κατόπιν δέ έφυγαν για να κρυφτούν. Μένοντας μόνη με τις τρεις αδελφές της, η Θωμαΐς τις παρότρυνε να αντιμετωπίσουν με θάρρος τήν επερχόμενη δοκιμασία, στρέφοντας τό βλέμμα τους στον ουρανό με σκοπό να μήν απαρνηθούν τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει απέναντι στον θείο Νυμφίο τους. Κατέληξε δέ λέγοντας ότι η μόνη επιθυμία της ήταν να τις παρουσιάσει ενώπιον του θρόνου του Θεού ένδεδυμένες μέ τήν παρθενική έσθήτα τους πορφυρωμένη άπό το αίμα του μαρτυρίου. Οί στρατιώτες πήραν τις άμναδες του Χρίστου και τις οδήγησαν μαστιγώνοντας τες στον Σελήνο. Εκείνος προσπάθησε να τις κερδίσει με ψεύτικους γλυκούς τρόπους, άλλα αυτές του απάντησαν με θάρρος ότι ήσαν μαθήτριες και νύμφες του Χριστού και ότι ήσαν έτοιμες να υποστούν τα μεγαλύτερα μαρτύρια για χάρη Του. Καθώς ομολόγησαν ότι θα παρέμεναν και οί τρεις μαζί ακλόνητες, ενδυναμωμένες άπό τήν πίστη τους στήν Άγια Τριάδα, τις χώρισαν καί ό τύραννος προσπάθησε να τίς εξαπατήσει μία-μία ξεχωριστά. Όταν απευθύνθηκε στήν Εύτροπία πού ήταν μόλις εννέα χρονών, ύποκρινόμενος ότι ήθελε να τήν προστατέψει σαν πατέρας, τό παιδί απάντησε: «Αν είναι έτσι, πώς μπορείς να μέ παραδώσεις στον θάνατο και στήν απώλεια προτείνοντας μου να χωρισθώ άπό τον ζώντα Θεό καί να λατρεύω τους δαίμονες;» Καί για να του αποδείξει τήν αποφασιστικότητα της του πρότεινε να βασανισθεί πρώτη. Έξαλλος ό τύραννος διέταξε να τήν αφήσουν κρεμασμένη πάνω άπό τό έδαφος με τά μέλη της τεντωμένα μεταξύ τεσσάρων πασσάλων καί να τήν κτυπούν. η Λιβύη καί η Λεωνίς υπέστησαν μέ τήν σειρά τους τό μαρτύριο επικαλούμενες τήν βοήθεια του Κυρίου. “Οταν βράδιασε, ένας άγγελος ήλθε να τίς περιθάλψει στήν φυλακή τους. Όταν τήν άλλη μέρα παρουσιάσθηκαν αβλαβείς, τό πλήθος άνέκραξε μέ θαυμασμό. Ό Σελήνος, παραμένοντας ασυγκίνητος, πρόσταξε να τίς λιθοβολήσουν, άλλά οί άγιες ένιωθαν μεγάλη αγαλλίαση στήν σκέψη ότι μοιράζονται με τον τρόπο αυτό τήν δόξα του πρωτομάρτυρα Στεφάνου. Κατόπιν η Λιβύη αποκεφαλίσθηκε καί οι δύο αδελφές της πού είχαν θεραπευτεί άπό τά τραύματα τους οδηγήθηκαν μπροστά σε κάμινο τρομερότερη καί άπό εκείνη τής Βαβυλώνας. Καθώς πλησίαζαν στις φλόγες στράφηκαν προς τήν πνευματική μητέρα τους, τήν Θωμάίδα, για να ζητήσουν τήν προσευχή της καί εν συνεχεία εισήλθαν στήν κάμινο όπως σε νυφική παστάδα. Η Θωμαΐς ήλθε αργότερα για να πάρει τά σώματα τους πού είχαν διαφυλαχθεί άφθορα καί τά ενταφίασε μέ τιμή στήν μονή της τήν 1η Μαΐου.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτος

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

Αγία Αγριππίνα και οι συν αυτές Παύλη, Βάσση και Αγαθονίκη



site analysis


Ή άγια και ένδοξος μάρτυς Αγριππίνα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ρώμη στους κόλπους ευγενούς οικογένειας. Από την νεότητα της αφιερώθηκε στον Θεό και με την εύωδία των αρετων της προσέφερε στις χριστιανές μία πρόγευση των τέρψεων του Παραδείσου και τις παρακινούσε να απαρνηθούν τα πάθη για να ακολουθήσουν μαζί της την οδό της άγνείας καί της παρθενίας. Έτσι πολλές ήταν οι νεαρές κόρες και οι ώριμες γυναίκες πού ζητούσαν να μοιραστούν την πολιτεία της προκειμένου νά κληρονομήσουν την χάριν που ό Θεός της είχε χορηγήσει. Ή ακτινοβολία των αρετων της όμως γέννησε τό φθονερό μίσος των ειδωλολατρών οι όποιοι την κατήγγειλαν στις Αρχές, κατά τον διωγμό του Βαλεριανού (257). Κατηγορούμενη για επανάσταση κατά του θεσμού του γάμου καί εξαπάτηση νεαρών κοριτσιών, ή νύμφη του Χριστού απάντησε ότι αντί νά τά ξεστρατίζει, αντιθέτως τά παρουσίαζε στον Θεό καί ότι ή παρθενία την οποία έξεθείαζε δεν ήταν κατάλυση της κοινωνίας, άλλα ένωση με τον Σωτήρα πού ήλθε στον κόσμο γεννηθείς άπό Παρθένο. Παραδόθηκε με γενναιότητα στο μαρτύριο γιά την αγάπη του ουράνιου Νυμφίου της. Όταν την κτυπούσαν στό στόμα έμενε σιωπηλή, συντρίβοντας έτσι δλα τά οστά της ασεβείας. Γυμνωθείσα καί μασπγωθείσα σέ σημείο ώστε τό αίμα της νά πλημμυρίζει τό χώμα, απογύμνωνε τις δόλιες μηχανεύσεις του Εχθρού καί με τά μέλη δεμένα στά δεσμά διέλυε όλες τις πλάνες των ειδωλολατρών. Τέλος, αφού την επισκέφτηκε άγγελος πού γιάτρεψε τις πληγές της, παρουσιάσθηκε εκ νέου με παρρησία ενώπιον του δικαστηρίου, παρέδωσε την ψυχή της στον Θεό εν μέσω βασανιστηρίων καί έλαβε στον ουρανό τον στέφανο της νίκης.
Οι φίλες καί πνευματικές αδελφές της, Βάσσα, Παύλα καί Αγαθονίκη, πού την είχαν ακολουθήσει με κίνδυνο της ζωής τους, μπόρεσαν νά πάρουν τό σκήνωμα της πού είχε ριχθεί τροφή στά σκυλιά. Πηγαίνοντας άπό τόπο σε τόπο, οδηγούμενες άπό φωτεινή στήλη, έφθασαν στην Σικελία και το κατέθεσαν σε έναν τόπο που ονομαζόταν Μένης, όπου άνε-γέρθηκε ναός προς τιμήν τής άγιας μάρτυρος του Χρίστου. Ή παρουσία της έξεδίωξε σύντομα τους δαίμονες που «λατρεύονταν» ώς θεοί άπό τους κατοίκους του νησιού, τους όποιους ελευθέρωσε από τά σκοτάδια τής πλάνης. Όταν πειρατές Σαρακηνοί τόλμησαν να επιτεθούν στο Ιερό, αφανίσθηκαν άπό την εμφάνιση χρυσής περιστεράς οπλισμένης μέ Σταυρό. Λεπροί και άρρωστοι κάθε είδους πού έρχονταν να τιμήσουν τό σώμα τής άγιας Άγριππίνης έβρισκαν γιατρειά στα πάθη τους. Ή Βάσσα, ή Παύλα και ή Άγαθονίκη αξιώθηκαν κι αυτές μέ την σειρά τους τον στέφανο του μαρτυρίου.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτος

Η πρεσβυτέρα Όλγα Michael της Αλάσκας



site analysis



Η πρεσβυτέρα Olga Michael,ήταν σύζυγος του πρωθιερέως Νikolai.Ο.Michael από το χωριό Kwethluk κοντά στον ποταμό Kuskokwim της Αλάσκας.’Οπως γράφει στο βιβλίο του”Ορθόδοξη Αλάσκα” ο ιερέας Michael Oleksa:«δεν είχε ένα φυσικό παρουσιαστικό επιβλητικό».Γέννησε 8 παιδιά,πολλά από τα οποία χωρίς τη βοήθεια μιας μαμής.Όσο ο ιερέας-σύζυγός της βρισκόνταν στις ενορίες του,η πρεσβυτέρα Όλγα φρόντιζε την οικογένειά της και βοηθούσε και τους άλλους.Σε κάποιες στιγμές θύμιζε την ιστορία της Ταβιθά(Πράξεις των Αποστόλων)αφού:”δεν έραβε μόνο τα άμφια του π.Νικολάου και γούνες μπότες,γάντια,για τα παιδιά,αλλά δεν υπήρχε φίλος ή γείτονας που να μην έχει κάτι φτιαγμένο,ειδικά για εκείνους,από τα χέρια της.
Ενορίες οι οποίες βρισκόνταν εκατοντάδες μίλια μακρυά δεχόνταν από εκείνην ως δώρο,τα mukluk(παραδοσιακά παπούτσια)για να τα πουλήσουν,ή δωρεές για νεόκτιστους ναούς.Δεν υπήρχε ιερέας που να μην έχει γάντια ή μάλλινες κάλτσες φτιαγμένες από τα χέρια της.Εκτός από τις άλλες ασχολίες της(όπως το να φτιάχνει τα πρόσφορα)είχε αποστηθήσει πολλούς ύμνους των μεγάλων εορτών στα Yup’ik,την μητρική της γλώσσα.
Επέζησε κατά θαυμαστό τρόπο όταν αρρώστησε από καρκίνο και όλα φαινόνταν χαμένα(τελικά πέθανε αργότερα όταν ξανααρρώστησε)και ετοιμάστηκε με πολύ θάρρος και πίστη για την κοίμηση της στις 8 Νοεμβρίου 1979.
Φαινόνταν ότι το χιόνι και ο παγωμένος ποταμός(συνηθισμένο καιρικό φαινόμενο για την περιοχή)θα εμπόδιζαν τον κόσμο να συμμετάσχει στην κηδεία της.Κατά περίεργο όμως για την εποχή τρόπο,άρχισε να φυσάει ένας νότιος άνεμος ο οποίος άρχισε να λιώνει το χιόνι και τον πάγο και έτσι πολλοί άνθρωποι από τα γύρω χωριά άρχισαν να καταφτάνουν στο Kwethluk.Εκατοντάδες πιστοί γέμισαν τον ναό αυτήν την υπέροχη(σαν ανοιξιάτικη)ημέρα Βγαίνοντας από τον ναό,η λιτανεία συνοδεύτηκε από ένα σμήνος πουλιών,αν και αυτήν την περίοδο του χρόνου τα πουλιά είχαν μεταναστεύσει νότια.Τα πουλιά πέταξαν κυκλικά πάνω από το φέρετρο της μεχρι που την έβαλαν μέσα στον τάφο.Το έδαφος-παγωμένο κατά κανόνα αυτήν την εποχή-σκαβόνταν εύκολα,λόγω του λιώσιμου του πάγου.Το βράδυ,αφού τελείωσε το τραπέζι της συγχώρησης,ο άνεμος άρχισε πάλι να φυσάει,το ποτάμι πάγωσε,ο χειμώνας ξαναγύρισε.Ήταν σαν να άνοιξε η ίδια η γη για να δεχτεί αυτήν την γυναίκα.Η φύση συμμετείχε και αυτή στην δοξολογία του Θεού από τον πιστό λαό του.
Ωστόσο όχι μόνο η ιστορία της αλλαξε την ζωή κάποιων ανθρώπων,αλλά και οι θαυμαστές παρουσίες της.
Μια γυναίκα η οποία κατάγεται από το Kwethluk,αλλά τώρα κατοικεί στην Αριζόνα είδε στον ύπνο της την πρεσβυτέρα Όλγα,η οποία την καθυσύχαζε λεγοντάς της ότι η μητέρα της είναι καλά επειδή θα ακολουθήσει την πρεσβυτέρα Όλγα σε έναν τόπο φωτεινό και χαρούμενο.Η γυναίκα δεν γνώριζε ότι η μητέρα της ήταν άρρωστη και την είχαν μεταφέρει στο Anchorage και ότι μετά από λίγο θα πέθαινε.Την επόμενη ημέρα έλαβε τα νέα για την άσχημη κατάσταση στην οποία βρισκόνταν η μητέρα της.Πήγε όσο πιο γρήγορα μπορούσε από την Αριζόνα στην Αλάσκα,επαναλαμβάνοντας της τα λόγια της πρεσβυτέρας Όλγας σχετικά με το τι θα ακολουθήσει μετά το θάνατό της.Η γυναίκα πέθανε ειρηνικά χωρίς η κόρη της να λυπηθεί και να αντιδράσει υπερβολικά λόγω των όσων της είχε πει η πρεσβυτέρα.
Μια άλλη γυναίκα,μόλις είδε την φωτογραφία της αισθάνθηκε μια ψηλαφητή παρουσία,γεμάτη στοργή και αγάπη.
Η πιο λεπτομερής μαρτυρία όμως έρχεται από μία γυναίκα ορθόδοξη η οποία για πολλά χρόνια υπέφερε εξαιτίας κάποιας σεξουαλικής κακοποίησης που είχε υποστεί.στα παιδικά της χρόνια.
«Μια ημέρα ήμουν απορροφημένη στην προσευχή μου όταν ξαφνικά θυμήθηκα κάτι τρομακτικό για εμένα.Άρχισα να προσεύχομαι στην Παναγία να με βοηθήσει και να με ελεήσει.Σταδιακά άρχισα να νομίζω ότι βρίσκομαι σ’ένα δάσος και φοβόμουν λίγο.Σύντομα αισθάνθηκα μέσα από το δάσος μια λεπτ’η αύρακαι έπειτα ένα άρωμα φρεσκοσκαμμένου κήπου.Είδα την Παναγία έτσι όπως ήταν ντυμένη στην εικόνα αλλά πιο ψηλαφητή και πιο φωτεινή να έρχεται προς εμένα.Όσο πλησίαζε πρόσεξα ότι κάποιος περπατούσε πίσω της.Έκανε στην άκρη και έδειξε προς μία κοντή γυναίκα το πρόσωπο της οποίας εξέπεμπε σοφία.
Ποιά είναι αυτή;ρώτησα
Η Παναγία απάντησε”Η Αγία Όλγα”
H Αγία Όλγα μου είπε να την ακολουθήσω.Ακολουθήσαμε έναν δρόμο μακρύ μέχρι που τα δέντρα τελείωσαν.Φτάσαμε σ’έναν λοφίσκο όπου σε μια μεριά υπήρχε μία πόρτα.Μου έκανε σημάδι να καθήσω κάτω,ενώ εκείνη άνοιξε την πόρτα εκείνη και μπήκε μέσα.Μετά από λίγο βγήκε κάπνος από την κορυφή του λόφου.Η Αγ.Όλγα βγήκε κρατώντας τσάι από βότανα.Καθήσαμε και οι δύο κάτω και αρχισαμε να πίνουμε το τσάι,ενώ ο ήλιος ζέσταινε το πρόσωπό μας.Άρχισα να αισθάνομαι πόνο στην κοιλιά και πήγα μέσα για να ξαπλώσω.Η πόρτα ήταν τόσο χαμηλή όπου έπρεπε να σκύψω,σαν για να προσευχηθώ.
Στο εσωτερικό μέρος του λόφου ήταν ζεστά και πολύ ήσυχα.Από το άνοιγμα στην κορυφή του λόφου μέσα από ένα δοχείο έβγαινε ένα φως απαλό,ιλαρό.Όλα γύρω μου ήταν πολύ τρυφερά,κυρίως η Αγία Όλγα.Εκείνο το σπίτι μύριζε ρίγανη ανακατεμένη με πεύκο και τριαντάφυλλο.Η Μητερούλα Όλγα με βοήθησε να ανασηκωθώ σ’ένα είδος κρεβατιού,όπου έμοιαζε με ένα ξύλινο κουτί γεμάτο με βρύα και βότανα.Ήμουν εξαντλημένη και ξάπλωσα.Η Αγία Όλγα γύρισε προς τη λάμπα και ζέστανε κάτι το οποίο μου το άπλωσε στην κοιλιά.Έδειχνα σαν να είμαι έγκυος πέντε μηνών(δεν ήμουν έγκυος τότε)Άρχισαν οι ωδίνες του τοκετού.Ήμουν λίγο φοβισμένη.Η Αγία Όλγα με έπιασε απαλά από το χέρι,κάθισε δίπλα μου και προσποιούνταν ότι συμμετέχει και αυτή στον τοκετό,δείχνοντας μου τι να κάνω και πως να αναπνέω.Δεν έλεγε τίποτα.Με βοήθησε να βγάλω κάτι και το τοποθέτησε πάνω στο ξύλινο κουτί με τα βρύα.Ήμουν πολύ κουρασμένη και άρχισα να κλαίω από ανακούφιση.
Μέχρι τη στιγμή εκείνη δε μίλησε καθόλου,αλλά τα μάτια της εξέφραζαν πολύ τρυφερότητα και κατανόηση.Σηκωθήκαμε και ήπιαμε λίγο τσάι.Την ώρα που πίναμε η Αγία Όλγα άρχισε να γίνετε ένα με το φως του δωματίου.Το πρόσωπο της ήταν σαν ηλιακός δίσκος ή ο ήλιος έβγαινε κάτω από το δέρμα της.Ήμουν τόσο εκπληκτη που δεν έδωσα σημασία σε άλλες λεπτομέρειες.Το βλέμμα της έμοιαζε με της μητέρας που καλωσορίζει το νεογέννητο μωρό της.Φαινόνταν σαν να στάζει με τα μάτια της τρυφερότητα μέσα μου.Δεν τρόμαξα παρότι την περίοδο εκείνη δεν γνώριζα για το θείο φως που εκπέμπουν οι ανθρώποι χάρη στην αγάπη τους προς τον Θεό.(το κατάλαβα αργότερα όταν διάβασα τον βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ)
Τωρα πια γνωρίζω ότι τις στιγμές εκείνες θεραπευόνταν μέσα μου κάποιες παλιές πληγές.Μου ξαναέδωσε τη ζωή που μου είχαν κλέψει,μια ζωή που τώρα ήταν προσδιορισμένη από την αγάπη και την ομορφιά του Θεού.Μετά από λίγο διάστημα αισθάνθηκα να γεμίζει η ψυχή μου με ένα αίσθημα ειρήνης,σαν να ήταν η ψυχή μου ένα εγκαταλελειμένο μωρό που έκλαιγε και είχε επιτέλους βρει μια παρηγοριά..Ακόμη και τώρα που γράφω για αυτό το αίσθημα ειρήνης και το ζήλο για ζωή που με είχε καταλάβει,κλαίω από χαρά και ευλάβεια.
Μόνο μετά από αυτό άρχισε να μιλάει η οσία μητέρα Όλγα.Άρχισε να μου μιλάει για το Θεό και για τους ανθρώπους που διαλέγουν τον κακό δρόμο.Μου είπε ότι οι άνθρωποι που με πλήγωσαν βιάζοντάς με,νόμιζαν ότι θα φέρω πάνω μου όλην την κακία τους.Τότε μου είπε αποφασιστικά.:«Αυτό είναι ψέμματα.Μόνο ο Θεός μπορεί να απομακρύνει το κακό.Το μόνο πράγμα που μπορούσαν να βάλουν μέσα σου ήταν ο σπόρος της ζωής,ο οποίος είναι η δημιουργία του Θεού και δε μπορεί να μολύνει κανέναν.
Αυτό που είχα μαζέψει εγώ μέσα μου ήταν ο φόβος,ο πόνος,η ντροπή που αισθανόμουν.Περάσαμε λοιπόν μαζί τον τοκετό και τα έβγαλα όλα αυτά από μέσα μου!Έκαψε λίγο χορταράκι πάνω στην φλόγα και ο καπνός κατευθύνθηκε προς τον Θεό,ο οποίος είναι ο δικαστής αλλά και αυτός που συγχωρεί.Από αυτό το «λιβάνι»κατάλαβα ότι δεν ήταν δουλειά δική μου να φέρω πάνω μου τις αμαρτίες αυτών των ανθρώπων, αλλά του Θεού.Τι πλούτος,να ”γεύεσαι τη σωτηρία του Θεού.
Στο τέλος βγήκαμε μαζί έξω.Υπήρχαν τόσα πολλά τα αστέρια που απλωνόνταν στο άπειρο.Ο ουρανός έλαμπε και κύματα φωτός κινούνταν(είχα δει πολλές φωτογραφίες με το πολικό φως,αλλά δεν ήξερα ότι κινείται.)Ή η πρεσβυτέρα Όλγα μου το είπε ή και οι δυο το αισθανθήκαμε,δεν θυμάμαι,ότι αυτό το φως είναι η υπόσχεση ότι ο Θεός μπορεί μέσα από τη βαθειά δυστυχία να φτιάξει κάτι το εξαιρετικά όμορφο.Για μένα ήταν η απόδειξη ότι είχα θεραπευτεί,επειδή τη θέση της δυστυχίας που αισθανόμουν μέσα μου και την οποία είχα κρύψει πίσω από τη ντροπή και τον πόνο.την είχε πάρει η ευτυχία και η ομορφιά».
Τι θα καταλάβουμε από αυτήν την διήγηση;Το λιγότερο ότι η αγία πρεσβυτέρα Όλγα κατέχει μια πολύ σημαντική θέση στην ζωή πολλών ομοεθνών της γυναικών.Ταυτόχρονα όμως,μαζί με τη συνείδηση ότι«θαυμαστός ο Θεός εν τοίς αγίοις Αυτού»η ευλάβεια προς αυτήν απλώνεται και πέρα από τα σύνορα.Η πρεσβυτέρα Όλγα ήταν μαία γι’αυτό και να γνωρίζει από πρώτο χέρι τις συνέπειες της παιδικής κακοποίησης.Ακριβώς στον ρόλο της προστάτιδας αυτών που έχουν κακοποιηθεί,κυρίως σεξουαλικά.ο Θεός δια μέσου της πρεσβυτέρας Όλγας να θέλει να μετατρέψει την κατάρα σε ευλογία

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2011

Εκοιμήθη η Ηγούμενη της Ιεράς Μονής Σεϊντνάγιας Χριστίνα



site analysis


Στην τελευταία της κατοικία στο Κοιμητήριο των μοναχών της ιεράς μονής της Παναγίας Σεϊντνάγιας οδηγήθηκε χθες Τρίτη 21-06-2011 η μακαριστή γερόντισσα Χριστίνα Μπαζ,  ηγούμενη της Ιεράς Μονής.
Τον Πατριάρχη Αντιοχείας κ. Ιγνάτιο εκπρόσωπε ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Σεϊντνάγιας Λουκάς Ελχούρι, ο οποίος προέστη Της εξοδίου ακολουθίας.
Να αναφερθεί ότι στην εξόδιο ακολουθία Τον πρόεδρο της Συρίας, εκπροσώπησε η υπουργός Αποδήμων Μπουθαίνα Σααμπάν.
Παρόντες ήταν επίσης ο εκπρόσωπος της Συριακής Εκκλησίας, ο εκπρόσωπος του Μουφτή της Δημοκρατίας, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Νταράγια Μωυσής, καθώς και η ηγούμενη της Ιεράς Μονής Αγίας Θέκλας στην Μαλουλα.

Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

Oσία Άννα η Λαρισαία (13 Iουνίου)



site analysis

το κουτσομπολιό αφορμή αγιασμού...

   stmaryegypt.jpg
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει στον Συναξαριστή του για την σημερινή ημέρα, 13 Ιουνίου: «Τη αυτή ημέρα της οσίας μητρός ημών Άννης και του υιού αυτής Ιωάννου. Μήτηρ και υιός Άννα και Ιωάννης, ώφθησαν άμφω ουρανώ οικήτορες». Το συναξάρι αποτελεί μια επιτομή της Διηγήσεως του Παύλου Μονεμβασίας (10ος αιώνας) από το έργο του Διηγήσεις περί ενάρετων και θεοσεβών Ανδρών τε και Γυναικών . Τέλος, το συναξάρι της περιλαμβάνεται και στο Νέο Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας του μηνός Ιουνίου .
Αφορμή της σύνταξης του Βίου από τον Μάρκο υπήρξε η συνάντησή του με έναν ιερομόναχο και τα όσα του εκμυστηρεύθηκε ο ιερομόναχος σχετικά με την οσία. Έτσι, ο ιερομόναχος αυτός ταξίδευε, διά θαλάσσης, από τη Ρώμη προς την Κωνσταντινούπολη. Το πλοίο που τον μετέφερε, αναγκάστηκε κάποια στιγμή, εξαιτίας των ανέμων, να κάνει στάση σε ένα ακατοίκητο και χέρσο νησί της Αδριατικής. Ο ιερομόναχος εκμεταλλευόμενος τον αναγκαστικό ελλιμενισμό του πλοίου θέλησε να περπατήσει στο εσωτερικό του νησιού.
Δεν είχε προχωρήσει πολύ, όταν, όπως ομολογεί ο ίδιος είδε ένα «αποσκίαμα ανθρώπου γυμνού»  να του λέει: «Ει εθέλεις θεάσασθαι την εμήν εύτέλειαν, ...;ρίψόν μοι εν των ιματίων σου· γυνή γαρ ειμί και γυμνή, ως οράς, και ουκ ενδέχεται οφθήναι ούτως τη ιερατική σου τελειότητι» Ο ιερομόναχος υπάκουσε στην επιθυμία της οσίας και της πρόσφερε κάποιο ένδυμα. Τότε η οσία στράφηκε προς την Ανατολή, γονάτισε και, αφού σηκώθηκε, ευχαρίστησε τον Θεό που την αξίωσε να συναντήσει κάποιον ιερέα.
Ο ιερομόναχος δεν έχασε την ευκαιρία να ρωτήσει για το ποια είναι: «πόθεν ει κυρία μου, και πώς ενταύθα ελήλυθας και πόσος χρόνος εστίν αφ΄ ου την νήσον ταύτην κατώκησας;» . Η οσία πρόθυμα του απάντησε στην ερώτηση του:«εγώ, τίμιε πάτερ, εκ της Ελλάδος χώρας ειμί, πόλεως Λαρίσης» οι γονείς της ήταν φτωχοί άνθρωποι και την άφησαν ορφανή σε μικρή ηλικία. Μετά το θάνατο των γονέων της «τις των αρχόντων» της Λάρισας, επειδή την σπλαχνίσθηκε την περιμάζεψε στην οικία του, την ανέτρεψε και την «επαίδευεν επιμελώς, ως οικείαν αυτού θυγάτηρ». Ο Λαρισαίος άρχοντας εκτίμησε τις αρετές της Άννας και την έδωσε νύμφη στο γιο του «μη βδελυξάμενος την εμήν πτωχείαν και δυσγένειαν» , όπως χαρακτηριστικά λέει η ίδια .
Η επιλογή αυτή δεν άρεσε στους συγγενείς του γαμπρού. Οι αντιδράσεις τους για το γάμο με μια φτωχή και άσημη κόρη ήταν εντονότατες. Ο ίδιος βέβαια, φρόντιζε με κάθε τρόπο να τις αποκρούει· κριτήριο της επιλογής, έλεγε, αυτής της κόρης ως νύμφης από τον πατέρα του δεν ήταν ο πλούτος ή η ευγενική καταγωγή της αλλά οι κατά Θεόν αρετές της Επειδή, όμως, οι συγγενείς συνέχιζαν να αντιδρούν και η ίδια έβλεπε τον άντρα της να θλίβεται, αποφασίζει να φύγει κρυφά. Έτσι, φεύγει από τη Λάρισα και «του Θεού οδηγούντός με», όπως λέει η ίδια,«ήλθον εις την νήσον ταύτην»
Τα προβλήματα της οσίας δεν σταματούν όμως εδώ. Με την άφιξη της στο νησί διαπιστώνει πως βρίσκεται σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Κανένας δεν ήταν δίπλα της να της συμπαρασταθεί. Ο γιος της γεννήθηκε στο έρημο νησί της Αδριατικής και πλέον εδώ και τριάντα χρόνια ζει μαζί της Όλα αυτά τα χρόνια «εδυσώπουν δε τον Θεόν ...; ελεήσαι την εμήν ταπείνωσιν και αποστείλαι ιερέα, τελειούντα τον εμόν υϊόν δια του αγίου βαπτίσματος»Για το λόγο αυτό παρακαλεί τον ιερομόναχο«απελθείν εν τω πλοίω και αγαγείν την ιερατικήν στολήν, και άγιον άρτον, όπως τον υιόν μου φωτίσης και αγίαν ποίησης λειτουργίαν και αξίωσης ημάς της μεταλήψεως του τιμίου σώματος και αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» .
Από τον ευλαβή αυτόν ιερέα ζητάει και κάτι ακόμη:«μη αναγγείλαί τινί τα περί ημών» . Ο ιερομόναχος έβαλε μετάνοια στην οσία, επέστρεψε στο πλοίο και ετοίμασε τα σχετικά του μυστηρίου της Βαπτίσεως και της Θείας Κοινωνίας χωρίς να πει τίποτε σε κανέναν. Στη συνέχεια βγήκε πάλι από το πλοίο, για να συναντήσει την οσία. Εκείνη τον περίμενε και με τη σειρά της τον οδήγησε στο σημείο που βρισκόταν ο υϊός της Η ίδια ζήτα από το γιο της να φανερωθεί μπροστά στον ιερέα του Θεού «έξελθε τοίνυν, τέκνον, και προσκύνησον τον εληλυθότα φωτίσαι σε» . Ο γιος της υπάκουα φανερώθηκε και προσκύνησε, όπως τον συμβούλεσε, τον ιερέα.
Σε μία κοντινή πηγή ο ιερομόναχος κατήχησε και βάπτισε το γιο της δίνοντας του, σύμφωνα με τα συναξάρια, το όνομα Ιωάννης. Μετά το μυστήριο της Βαπτίσεως ο ιερέας τέλεσε τη Θεία Λειτουργία και «μετέλαβον αμφότεροι του αχράντου σώματος και αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού». Καθώς οι δυο αγίες μορφές έφευγαν, η οσία Άννα ζήτησε από τον ιερομόναχο μια τελευταία χάρη:«ει θέλεις διηγήσασθαι άπερ ο Κύριος έδειξέ σοι, διήγησαι, αποκρύπτων την νήσον, μήπως εκ φήμης έλθωσι τινές και εύρωσιν ημάς·». Πώς αντέδρασε ο ευλαβής εκείνος ιερομόναχος Ας δώσουμε πάλι το λόγο στον ίδιο να ακούσουμε τι είπε στον Παύλο Μονεμβασίας:«Εγώ δακρύσας και προσκυνήσας τω Θεώ τω ποιούντι τα ξένα και παράδοξα ων ουκ έστιν αριθμός, και πρόνοιαν ποιουμένω τοις αυτόν εξ όλης καρδίας εκζητούσι και φυλάττουσι τα αυτού θεία εντάλματα, υπέστρεψα εις το πλοίον» 

Σύμφωνα δε με το Συναξάρι των αγίων  η Άννα και ο υιός της, αφού ευχαρίστησαν τον ιερέα «τας αγίας αυτών ψυχάς εις χείρας Θεού παρέθεντο».




Το  συναξάρι αντλήθηκε από άρθρο του θεολόγου Χαραλ.Στεργιούλη, δημοσιευμένο  στο περιοδικό της μητροπόλεως ΛαρίσηςΤάλαντο) -misha.pblogs.gr