Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Η Ρωσίδα Νεομάρτυς Λυδία και οι στρατιώτες Κύριλλος και Αλέξιος.



site analysis


 
Η Λυδία, κόρη ενός ιερέως της πόλεως Ούφα, γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1901. Από παιδί ήταν ευαίσθητη, στοργική και αγαπητή από όλους. Φοβόταν την αμαρτία και κάθε τι που δεν το επέτρεπε ο νόμος του Θεού. Μόλις τελείωσε το παρθεναγωγείο στα δεκαεννιά της χρόνια, παντρεύτηκε και αμέσως έχασε τον άνδρα της στον εμφύλιο πόλεμο με την αναχώρηση του Λευκού (τσαρικού) Στρατού.
Ο πατέρας της, από τις πρώτες αρχές του σχίσματος των «Ανακαινιστών» που οργανώθηκε από τους Μπολσεβίκους το 1922, προσχώρησε σ’ αυτό. Η θυγατέρα του τότε γονάτισε μπροστά στα πόδια τού πατέρα της και είπε: «Δώσε μου την ευχή σου, πατέρα, να σ’ αφήσω, για να μη σε δεσμεύω στη σωτηρία της ψυχής σου». Ο γέρων ιε­ρέας ήξερε καλά την κόρη του, όπως ήξερε καλά και το εσφαλμένο της κινήσεώς του. Δάκρυσε και, δίνοντας την ευλογία του στη Λυδία να ζήσει μόνη της, της είπε προφητικά: «Κοίταξε, κόρη μου, όταν κερδίσεις το στεφάνι σου, να πεις στον Κύριο ότι παρόλο που φάνηκα πολύ αδύνατος για αγώνα, ωστόσο δεν σε εμπόδισα, αλλά σου έδωσα την ευχή μου», «θα το πω, πατέρα», του είπε εκείνη φιλώντάς του το χέρι και προβλέποντας έτσι κι αυτή προφητικά το μέλλον.
Η Λυδία πέτυχε να διοριστεί στην δασονομική υπηρεσία και το 1926 μετατέθηκε στην κολλεκτίβα υλοτομίας της περιοχής, όπου δούλευε κοντά στους πιο χαμηλόμισθους εργάτες. Εδώ ήρθε αμέσως σ’ επαφή με απλούς ανθρώπους του ρώσικου λαού, τους όποιους αγαπούσε πολύ και οι οποίοι ανταποκρίθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Οι ξυλοκόποι και οι οδηγοί, που είχαν σκληρυνθεί από τη δουλειά μέσα σε δύσκολες συνθήκες, αφηγούνταν με κατάπληξη ότι στο γραφείο του Τμήματος Υλοτομίας, όπου ερχόταν σε επαφή μαζί τους η Λυδία, τους διαπερνούσε ένα γνώριμο αλλά τώρα μισοξεχασμένο αίσθημα, παρόμοιο μ’ εκείνο που είχαν νιώσει κάποτε, όταν πριν την επανάσταση είχαν πάει να υποδεχθούν την περίφημη εικόνα της Παναγίας από το χωριό Μπογκορόντσκογιε της περιφερείας της Ούφα. Στο γραφείο δεν ακούγονταν πια άσχημες κουβέντες, βρισιές και καυγάδες. Τα πάθη είχαν εκλείψει και οι άνθρωποι έγιναν ευγενικότεροι μεταξύ τους.
Αυτό ήταν καταπληκτικό και έγινε αντιληπτό απ’ όλους, των κομματικών οργάνων μη εξαιρουμένων. Παρακολούθησαν τη Λυδία, αλλά δεν ανακάλυψαν τίποτε ύποπτο. Δεν πήγαινε καθόλου στις εκκλησίες που είχαν νομιμοποιηθεί από τους Μπολσεβί­κους και συμμετείχε αραιά και προσεκτικά σε ακολουθίες της μυστικής εκκλησίας «των κατακομβών».
Η Γκε-Πε-Ου (σοβιετική μυστική αστυνομία την περίοδο 1922-34) ήξερε ότι υπήρχαν μέλη της μυστικής εκκλησίας στην περιφέρεια, δεν έβρισκε όμως τον τρόπο να τα ανακαλύψει και να τα συλλάβει. Με σκοπό να ανακαλύψει όσους δεν είχαν ακόμη συλληφθεί η Γκε-Πε-Ου ξαφνικά επανέφερε από την εξορία τον επίσκοπο Ανδρέα που ήταν πολύ σεβαστός στον λαό, αλλά και σ’ όλους τους παράγοντες της μυστικής εκκλησίας. Σύμφωνα όμως με οδηγίες που είχε στείλει πρωτύτερα, ο επίσκοπος έγινε φανερά δεκτός μόνο από μία εκκλησία της Ούφα, παρόλο που μυστικά ήρθε να τον δει ολόκληρη η περιφέρεια. Η Γκε-Πε-Ου πεπεισμένη για την αποτυχία του σχεδίου της συνέλαβε πάλι τον επίσκοπο Ανδρέα και τον εξόρισε.
Η Λυδία συνελήφθη στις 9 Ιουλίου 1928. Οι μυστικές υπηρεσίες για αρκετό καιρό αναζητούσαν μία δακτυλογράφο που εφοδίαζε τους εργάτες της δασονομικής υπηρεσίας με δακτυλογραφημένα φυλλάδια, που περιείχαν βίους αγίων, προσευχές, ακολουθίες και συμβουλές αρχαίων και συγχρόνων Ιεραρχών της Εκκλησίας. Παρατήρησαν ότι στην γραφομηχανή αυτής της δακτυλογράφου το κάτω μέρος του «κ» ήταν σπασμένο. Έτσι αποκαλύφθηκε η Λυδία.
Η Γκε-Πε-Ου κατάλαβε ότι είχε πέσει στα χέρια της το κλειδί, για να ανακαλύψει ολόκληρη τη μυστική εκκλησία.


Δέκα μέρες αδιάκοπης ανακρίσεως δεν κατάφεραν να κλονίσουν την μάρτυρα. Πολύ απλά αρνήθηκε να πει οτιδήποτε. Στις 20 Ιουλίου ο ανακριτής, έχοντας χάσει την υπομονή του, παρέδωσε τη Λυδία στο «ειδικό τμήμα» για ανάκριση.
Αυτό το «ειδικό τμήμα» εργαζόταν σ’ ένα γωνιακό δωμάτιο στο υπόγειο της Γκε-Πε-Ου. Ένας φρουρός στεκόταν μόνιμα στον διάδρομο του υπογείου. Εκείνη την ημέρα φρουρός ήταν ο Κύριλλος Ατάεβ, ένας εικοσιτριάχρονος φαντάρος. Είδε την Λυδία καθώς την έφερναν στο υπόγειο. Η προηγούμενη δεκαήμερη ανάκριση είχε εξαντλήσει τη μάρτυρα και δεν μπορούσε να κατέβη τα σκαλιά. Ο στρατιώτης Ατάεβ, σε πρόσταγμα των προϊσταμένων του, την κράτησε και την οδήγησε κάτω στον ανακριτικό θάλαμο. «Ο Χριστός να σε σώσει» είπε η Λυδία ευχαριστώντας τον φρουρό, καθώς αντιλήφθηκε μια σπίθα συμπαθείας γι’ αυτήν στη λεπτή ευγένεια των δυνατών χεριών του φρουρού του Ερυθρού Στρατού.
Και ο Χριστός έσωσε τον Ατάεβ! Τα λόγια της μάρτυρος και τα γεμάτα πόνο και αμηχανία μάτια της μίλησαν στην καρδιά του. Δεν μπορούσε πια ν’ ακούει με αδιαφορία τις αδιάκοπες κραυγές και τα κλάματά της, όπως είχε προηγουμένως ακούσει όμοιες κραυγές από άλλους ανακρινόμενους και βασανιζόμενους.
Η Λυδία βασανίστηκε πολύ ώρα. Οι βασανιστές της Γκε-Πε-Ου δρούσαν συνήθως με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην αφήνουν κανένα ιδιαίτερα ευδιάκριτο σημάδι στο σώμα του βασανιζόμενου. Όμως στην ανάκριση της Λυδίας καμία προσοχή δεν δόθηκε σ’ αυτό. Οι κραυγές και τα κλάματα της Λυδίας συνεχίστηκαν σχεδόν χωρίς διακοπή για πάνω από μιάμιση ώρα.
«Μα δεν πονάς; Τσιρίζεις και κλαις. Αυτό δεν σημαίνει ότι σε πονάει;» ρώτησαν εξαντλημένοι οι βασανιστές σε ένα από τα διαλείμματα.
«Πονάει! Ω Κύριε, πόσο πονάει!» απάντησε η Λυδία μ’ ένα σπασμένο βογγητό.
«Τότε γιατί δεν μιλάς; θα σε πονέσει περισσότερο!» είπαν με φανερή αμηχανία οι βασανιστές.
«Δεν μπορώ να μιλήσω… Δεν μπορώ… Δεν θα το επιτρέψει αυτό…», βόγκηξε η Λυ­δία.
«Ποιός δεν θα το επιτρέψει;»
«Ο Θεός δεν θα το επιτρέψει!».
Τότε οι βασανιστές επινόησαν κάτι καινούργιο για τη μάρτυρα: την ηθική κακοποίηση. Ήταν τέσσερεις. Κοιτάχθηκαν μεταξύ τους. Χρειαζόταν ένας άλλος. Φώναξαν τον φρουρό να τους βοηθήσει.
Μόλις ο Ατάεβ μπήκε στο δωμάτιο, είδε τη Λυδία, κατάλαβε τον τρόπο του παραπέρα βασανισμού της και τον δικό του ρόλο σ’ αυτόν και μέσα του έγινε ένα θαύμα παρόμοιο με την απροσδόκητη μεταστροφή των αρχαίων βασανιστών. Η ψυχή του Ατάεβ είχε σιχαθεί την σατανική αποτροπαιότητα και ένας ιερός ενθουσιασμός τον κατέλαβε. Χωρίς καθόλου να συνειδητοποιήσει το τι έκανε, ο φρουρός του Ερυθρού Στρατού σκότωσε επί τόπου με το πιστόλι του τους δύο βασανιστές που στέκονταν μπροστά του. Πριν κιόλας αντηχήσει ο δεύτερος πυροβολισμός, ο άνδρας της Γκε-Πε-Ου που στεκόταν από πίσω, χτύπησε τον Κύριλλο στο κεφάλι με τη λαβή του πιστολιού του. Ο Ατάεβ είχε ακόμη αρκετή δύναμη, ώστε να γυρίσει και να αρπάξει τον αντίπαλό του από το λαιμό, αλλά ένας πυροβολισμός από τον τέταρτο τον έριξε στο πάτωμα.
Ο Κύριλλος έπεσε με το κεφάλι προς το μέρος της Λυδίας, που ήταν δεμένη και τεντωμένη με λουριά. Ο Κύριος του έδωσε την ευκαιρία ν’ ακούσει για μία ακόμη φορά λόγια ελπίδας από το στόμα της μάρτυρος. Κοιτώντας την Λυδία κατ’ ευθείαν στα μάτια και με το αίμα να τρέχει από το σώμα του, ο Κύριλλος πρόφερε ασθμαίνοντας τις λέξεις που δήλωναν την ένωσή του με τον Θεό.
«Αγία, πάρε με μαζί σου!» «θα σε πάρω», χαμογέλασε ολόλαμπρη η Λυδία.
Με το άκουσμα και τη σημασία αυτής της συνομιλίας ήταν σαν να ανοίχτηκε ξαφνικά μια πόρτα για το υπερπέραν μπροστά στα μάτια των δύο ανδρών της Γκε-Πε-Ου που επέζησαν. Ο τρόμος τους συσκότισε τη συνείδηση. Με υστερικές κραυγές άρχισαν να πυροβολούν τα δυο ανυπεράσπιστα θύματα, που είχαν απειλήσει την ασφάλεια της κοσμοθεωρίας τους, μέχρι που άδειασαν και τα δύο πιστόλια τους. Αυτοί που ήρθαν τρέχοντας στο άκουσμα των πυροβολισμών, τους απομάκρυναν, ενώ εκείνοι ούρλιαζαν υστερικά. Αλλά και οι ίδιοι το έβαλαν γρήγορα στα πόδια κυριευμένοι από έναν ακατανόητο τρόμο.
Ο ένας από αυτούς τους δύο άνδρες της Γκε-Πε-Ου περιήλθε σε κατάσταση τελείας παραφροσύνης. Ο άλλος σύντομα πέθανε από νευρικό κλονισμό. Πριν από το θάνατό του αυτός ο δεύτερος τα διηγήθηκε όλα στο φίλο του λοχία Αλεξέι Ικόνικοφ, ο οποίος επέστρεψε στο Χριστό και γνωστοποίησε το γεγονός στην Εκκλησία. Λόγω δε του ότι διέδιδε παντού με ζήλο αυτό το γεγονός, βρήκε μαρτυρικό θάνατο και ο ίδιος.
Και οι τρεις, Λυδία, Κύριλλος και Αλέξιος, έχουν καθιερωθεί ως άγιοι στη συνείδηση της ρωσικής μυστικής εκκλησίας «των κατακομβών». Με τις πρεσβείες τους είθε ο Κύριος να ελεήσει τον χριστιανικό λαό της Ρωσίας!

(«Αγιορειτική Μαρτυρία», τευχ. 3, σ. 145-147)

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Συνέντευξη μὲ τὴν μοναχὴ Φωτεινὴ ,μία ἐρημίτισσα τῶν καιρῶν μας



site analysis

(Ἡ μοναχὴ Φωτεινὴ ζεῖ στὸ δάσος τοῦ Νέαμτς κοντὰ στὴ σπηλιὰ τῆς Ἅγ. Θεοδώρας τῆς Σίχλα σὲ μία καλύβα ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια. Τὸ κατὰ κόσμο ὄνομά της ἦταν Φλοαρέα Μπουζίνκου, ἦταν παντρεμένη, χώρισε καὶ ἔχει ἕνα παιδί. Ἔγραψε καὶ δημοσίευσε ποιήματα καὶ διηγήματα, ἐργάστηκε, ἀλλὰ πάντα ἀκολουθοῦσε τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὰ προβλήματα καὶ τὶς στενοχώριες της ψάχνοντάς Τον στὰ μοναστήρια, στὶς ἀκολουθίες καὶ στὸ λόγο τῶν πνευματικῶν. Ἔγινε μοναχὴ ὅταν ἡ Ἅγ. Θεοδώρα τῆς Σίχλα τὴν θεράπευσε ἀπὸ τὸν καρκίνο κατὰ τρόπο θαυμαστὸ. Ἐδῶ στὰ βουνὰ τῆς Σίχλα βρῆκε τὴ πολυπόθητη γι’ αὐτὴ ἡσυχία σὲ μία καλύβα. Σίγουρα ἐδῶ στὴν ἐρημιὰ οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες εἶναι μεγάλες καὶ γι’ αὐτὸ μᾶς μιλάει ἡ ἀδελφὴ Φωτεινὴ μὲ πολὺ ταπεινοφροσύνη)

-Πῶς εἶναι νὰ ζεῖ κανεὶς στὴν ἔρημο ἀδερφὴ Φωτεινὴ σὲ σχέση μὲ τὴ ζωὴ στὸ κόσμο; Ἐπειδὴ λένε γιὰ αὐτοὺς ποὺ διαλέγουν νὰ ζήσουν στὴν ἐρημιὰ ὅτι εἶναι τρελοὶ(μοναχὴ Φωτεινή ) – Σᾶς λέγω σίγουρα ὅτι ἂν γεννιόμουν ξανὰ κατευθείαν στὴν ἡσυχία θὰ πήγαινα. Ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ «ἡσυχίας» καὶ «κόσμου», ἀκόμη καὶ μεταξὺ μοναστηριοῦ καὶ τῆς ἡσυχίας τῆς ἐρήμου. Σίγουρα οἱ πειρασμοὶ εἶναι πιὸ μεγάλοι στὴν ἔρημο ἀλλὰ ἡ χαρὰ ποὺ δίνει ὁ Κύριος δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τίποτα ἐγκόσμιο. Ἂν ἀπὸ τὴ ἔρημο χρειαστεῖ νὰ βγεῖς στὸν κόσμο (ὅπως καμιὰ φορὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ κάνω ἐγὼ ) αἰσθάνεσαι ὅτι μπαίνεις στοὺς «τρελλοὺς» ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι λένε γιὰ αὐτοὺς ποὺ ἀποτραβιοῦνται στὴν ἐρημιά….ἀλλὰ δὲ θέλω νὰ προσβάλω κανέναν.
-Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἐδῶ σὲ αὐτὴ τὴ καλύβα εἶστε στὸ προθάλαμο τοῦ Παραδείσου;
-Ἐγὼ χαίρομαι γιὰ ὅ,τι μοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς ἐπειδὴ αἰσθάνομαι ὅτι μὲ ἀγαπάει ἡ Παναγία, ἀλλιῶς δὲ θὰ ἄντεχα στοὺς πειρασμοὺς τῆς ἐρήμου χωρὶς τὴ βοήθεια τῆς Παναγίας, τῶν Ἁγίων καὶ τοῦ Χριστοῦ ….ἐπειδὴ ὁ ἐχθρὸς εἶναι πεισματώδης καὶ ἐπιθετικὸς ἰδίως πρὸς ἐκείνους ποὺ φέρουν τὸ ζυγὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποτραβήχτηκαν στὴν ἡσυχία
-Μοναχὴ Φωτεινὴ γνωρίζω μοναχοὺς καὶ μοναχὲς ποὺ θέλουν νὰ φύγουν ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ νὰ πᾶνε στὴ ἔρημο σὲ μιὰ μικρὴ καλύβα στὸ δάσος, νὰ εἶναι μὲ τὸ Χριστὸ, μόνοι, αὐτοὶ καὶ ὁ Χριστός, ὅσο καὶ νὰ ὑπέφερουν. Σὲ αὐτοὺς θὰ ἤθελα ἀπὸ τὴ πεῖρα σας νὰ πεῖτε τί πειρασμοὶ τοὺς περιμένουν
-Ναί, μπορῶ νὰ πῶ, ἀφοῦ σίγουρα πολλοὶ μοναχοὶ εἶναι ἤδη οἰκεῖοι μὲ τὶς παγίδες καὶ τὶς πονηρίες τοῦ ἐχθροῦ. Ἀλλὰ δὲ ξέρω νὰ δώσω συμβουλὲς· ἡ ἁγιοσύνη τους πρέπει νὰ δώσει σὲ μένα. Ἂν αἰσθάνονται λοιπὸν αὐτὴ τὴν ἀνάγκη, ἀφοῦ ἔχουν μείνει στὸ μοναστήρι τουλάχιστον 10 χρόνια (σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες) θὰ πρέπει νὰ ἔχουν πρῶτα ἀπὸ ὅλα τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ τους.
-Μετὰ τὸ 1989 κυρίως βγαίνουν στὸ δάσος κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ δὲ τὰ πᾶνε καλὰ μὲ τοὺς νόμους καὶ ἂν δοῦν κάποιο μοναχὸ σὲ κάποιο καλυβάκι τὸν ληστεύουν. Αὐτοὶ δὲ ξέρουν τί εἶναι ἐρημίτης, μοναχὸς, ὅτι διάλεξε νὰ ζήσει στὴ φτώχεια καὶ ὅτι δὲν ἔχουν τί νὰ κλέψουν.
-Ἦρθαν καὶ σὲ μένα δὲ πολυβρῆκαν κάτι νὰ κλέψουν, ἀλλὰ εἶχα μία ὑποτακτικὴ ἡ ὁποία φοβήθηκε καὶ ἔφυγε, δὲν ἄντεξε. Ἤ τὴ νύχτα ὅταν κάνεις τὴν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου συμβαίνει νὰ αἰσθάνεσαι τὸν διάβολο νὰ περνάει ἀπὸ κοντά σου καὶ νὰ ἀφήνει μιὰ μυρωδιὰ ψοφιμιοῦ, κάτι τρομερὸ καὶ νὰ χρειάζεται νὰ ἀνοίξεις τὴ πόρτα καὶ τὸ παράθυρο τῆς καλύβας γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ συνεχίσεις τὴ προσευχὴ
-Ἐμφανίζεται αὐτὴ ἡ μυρωδιὰ χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἡ «πηγὴ» αὐτῆς τῆς μυρωδιᾶς;
-Ναὶ σίγουρα στὸ δάσος δὲν ὑπάρχουν τέτοιες μυρωδιές. Ἀλλὰ εἶναι καλὸ αὐτὸ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει στὸ σατανὰ νὰ σὲ πειράξει γιὰ νὰ Τὸν πλησιάσεις πιὸ πολύ, ἐπειδὴ ἴσως δὲν ἔκανες ὅλο τὸ κανόνα καὶ γιὰ αὐτὸ ἔχεις πειρασμοὺς, ὅπως ἐγὼ ἡ ἀνάξια, ὅπου δὲν προσεύχομαι ὅσο πρέπει καὶ στενοχωρῶ τὸ Θεό. Ἄλλη φορὰ ἐνῶ προσευχόμουν ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ ξερίζωσε ὑδρορροὲς ἀπὸ τὸ τοῖχο τῆς καλύβας (ἂν καὶ ἔξω δὲν ἦταν κανεὶς), ἐγὼ τὰ ἔβαλα στὴ θέση τους καὶ συνέχισα τὴ προσευχή, ἀλλὰ ἔχασα ἀρκετὸ χρόνο γιὰ τὴν ἐπιδιόρθωση. Συνέχισα νὰ διαβάζω τὸ ψαλτήρι καὶ πάλι ἄκουσα τὶς ὑδρορροὲς νὰ πέφτουν…τὶς ἐπιδιόρθωσα καὶ συνέχισα τὴ προσευχή μου.
Τί εἶναι πιὸ δύσκολο στὴν ἔρημο ἀδερφὴ Φωτεινή;
-Αὐτὸ ποὺ εἶναι δύσκολο εἶναι ἡ πάλη μὲ τοὺς λογισμοὺς. Εἶναι δύσκολη αὐτὴ ἡ πάλη ἐπειδὴ ὁ ἐχθρός σοῦ δίνει σκέψεις ὅπου οὔτε ποὺ ὑποπτεύεσαι πὼς μπορεῖ νὰ γεννήσει τὸ μυαλό σου. Γιὰ παράδειγμα : «τί γυρεύεις ἐδῶ ;», «γιατί ἦρθες ἐδῶ;», «ἄλλη δουλειὰ δὲν ἔχεις;», «δὲν μποροῦσες νὰ μείνεις στὸν κόσμο;»
Γιὰ αὐτὸ εἶναι καλὸ νὰ μὴν ἐπισκέπτονται συγγενεῖς ἐπειδὴ τὸν ἀναστατώνουν, ἴσως κάποια μοναχὴ ἢ μοναχὸς γιὰ νὰ φέρει λίγο φαγητό. Εἶναι καλὸ ὅμως τὸν ἐρημίτη νὰ μὴν τὸν ἐπισκέπτεται κόσμος. Ἐμένα ὁ πνευματικός μου δὲ μοῦ ἐπιτρέπει νὰ δέχομαι κόσμο καὶ ἄλλωστε γιατί νὰ ἔρθει κάποιος σὲ ἐμένα, τί συμβουλὲς νὰ τοῦ δώσω… ἐγὼ εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος… προσεύχομαι γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ὅπως κάνει ἡ ἐκκλησία μας.
http://anemonpnoi-magdalini.blogspot.com

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ.



site analysis



Η ηγουμένη ενός από τα πλέον γνωστά μοναστήρια της Κορινθίας , του μοναστηριού Άγιος Αθανάσιος Πουλίτσας ή Μαηθανάσης που εορτάζει στις 2 Μαΐου ,μιλάει αποκλειστικά στη sfedona .gr για την επισκεψιμότητα του μοναστηριού, τον γνωστό γέροντα της μονής.
Πηγή.Απαντα Ορθοδοξίας

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

Η αγία Αριάδνη (η και Μαρία ονομαζομένη) η εν Φρυγία – 18 Σεπτεμβρίου



site analysis



Αγία Αριάδνη. Μηνολόγιον Βασιλείου Β΄, φ. 48 (11ος αι.)
Αγία Αριάδνη. Μηνολόγιον Βασιλείου Β΄, φ. 48 (11ος αι.)
Η αγία Αριάδνη έζησε κατά τους χρόνους των βασιλέων Αδριανού (117-138) και Αντωνίνου (138-161). Δούλη κάποιου Τερτύλου, πρώτου πολίτου της Πρυμνησού της Φρυγίας Σαλουταρίας, αρνήθηκε να ακολουθήση την οικογένεια του κυρίου της στον ναό των ειδώλων, για να συνεορτάση μαζί τους τα γενέθλια του υιού του. Επειδή ομολόγηση πως ήταν χριστιανή, την εκτύπησαν σκληρά και την έρριξαν στην φυλακή, όπου έμεινε τελείως άσιτη. Αργότερα στρατιώτες του ηγεμόνος την κρέμασαν και της ξέσχιζαν τα πλευρά. Όταν την άφησαν ελεύθερη, βρήκε ευκαιρία και έφυγε στο όρος, αλλά οι στρατιώτες την κατεδίωξαν με ξίφη. Μπροστά στον κίνδυνο να συλληφθή πάλι, η μάρτυς παρεκάλεσε τον Θεό να ανοίξη μία πέτρα και να την δεχθή στην ρωγμή της. Εκεί μέσα η Αριάδνη ευχαριστώντας τον Θεό παρέδωσε το πνεύμα της. Τους διώκτες της θανάτωσαν με δόρατα άγγελοι Κυρίου.
Πηγή (κειμένου και φωτογραφίας): “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος πρώτος, σ. 197-198).

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2011

Οι αγίες μάρτυρες και καλλίνικες παρθένες Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη, και η μητέρα τους Σοφία (17 Σεπτεμβρίου)



site analysis


Η αγία Σοφία με τις θυγατέρες της. Έργο του Karp Zolotaryov, 1685.
Οι τρεις αυτές αδελφές, Πίστις, Ελπίς και Αγάπη, ζούσαν σε κάποια πόλι της Ιταλίας την εποχή του Αδριανού (117-138). Γόνοι περιφανούς οικογενείας, ανατράφηκαν από την χήρα μητέρα τους Σοφία με πίστι, ελπίδα και αγάπη, όπως δήλωναν και τα ονόματά τους. Όταν κάποτε παρέμειναν στην Ρώμη, η φήμη του ενάρετου βίου τους διέτρεξε την πόλι και ο αυτοκράτωρ έστειλε στρατιώτες να του τις παρουσιάσουν. Η σταθερότητα των τριών αδελφών στην πίστι, ασυνήθιστη για την ηλικία τους, κατέπληξε τον Αδριανό και, πιστεύοντας πως η αμοιβαία συμπαράσταση τούς έδιδε την δύναμι να του αντιστέκωνται, σκέφθηκε να τις εξετάση χωριστά.
Κράτησε λοιπόν μόνον την Πίστι, που ήταν δώδεκα ετών, και την προέτρεπε να θυσιάση στην θεά Άρτεμι. Επειδή η μάρτυς τον εμυκτήρισε και περιγέλασε το άψυχο ξόανο, διέταξε να την γυμνώσουν και να την ραβδίσουν δυνατά. Έπειτα της έκοψαν τους μαστούς, από τους οποίους αντί αίματος έρρευσε γάλα.Φιλονεικώντας με το θαύμα ο τύραννος πρόσταξε να την ξαπλώσουν επάνω σε πυρακτωμένη εσχάρα. Θεία επέμβασις όμως εκμηδένισε την θερμότητά της, και πεισμωμένος ο Αδριανός έρριξε την μάρτυρα σε τηγάνι με βραστή πίσσα και άσφαλτο. Όταν η Πίστις στάθηκε στο μέσον του καυτού μίγματος, η καυστικότης του μεταβλήθηκε σε δροσιά. Βλέποντας ο Αδριανός ότι καμία τιμωρία δεν την έβλαπτε, διέταξε να την αποκεφαλίσουν. Με έκδηλη χαρά για την απόφασι του θανάτου της η Πίστις ασπάσθηκε την μητέρα και τις αδελφές της, και έκλινε τον αυχένα για να λάβη τον δια ξίφους θάνατο.
Την άλλη ημέρα ο ασεβής τύραννος υποσχέθηκε στην δεκαετή Ελπίδα πως θα την αφήση ελεύθερη, αν προσκύνηση την θεά Άρτεμι. Η Ελπίς τού αποκρίθηκε ότι δεν ήταν μόνον ομογάλακτη αλλά και ομόφρων αδελφή με την Πίστι. Τότε ο Αδριανός σταμάτησε την ανάκρισι ως περιττή και διέταξε να την γυμνώσουν, να την μαστιγώσουν και αυτήν με ωμά βούνευρα και να την ρίξουν μέσα σε αναμμένο καμίνι. Όρθια η μάρτυς στο μέσον των φλογών ευχαριστούσε τον Θεό που την διεφύλαττε αβλαβή. Κατόπιν, καθώς ξέσχιζαν τις σάρκες της με σιδερένια νύχια, η Ελπίς με πρόσωπο καταυγασμένο από υπερφυσική χάρι έλεγε στον τύραννο ότι και πάλι θα τον νικήση με την δύναμι του Χριστού. Ο Αδριανός με οργή διέταξε να την ρίξουν μέσα σε χάλκινο λέβητα γεμάτον από κοχλάζουσα πίσσα και ρητίνη. Όταν όμως είδε ότι το μεν χάλκωμα έλειωσε, το δε καυτό μίγμα χύθηκε έξω και έκαυσε πολλούς απίστους, ενώ η Ελπίς δεν έπαθε τίποτε, απεφάσισε και γι’ αυτήν τον δια ξίφους θάνατο. Εφοδιασμένη με την ευχή της μητέρας της η Ελπίς παρότρυνε στον αγώνα την Αγάπη, κατεφίλησε το μαρτυρικό λείψανο της Πίστεως και έκλινε τον αυχένα, για να προσφέρη την τιμία κεφαλή της στον Χριστό.
Αισιόδοξος ο δικαστής για την εννεαετή Αγάπη, με κολακευτικούς λόγους άρχισε να την προτρέπη στην ασέβεια, αλλά αυτή με πολλή παρρησία τον σταμάτησε και τού είπε: «Μη σε πλανά η μικρή μου ηλικία και νομίζης ότι εύκολα θα την εξαπάτησης με τις κολακείες σου. Δεν θα αργήση η πείρα να σε διδάξη ότι κι εγώ είμαι καρπός της ίδιας ρίζας». Παρωξυμμένος από την ελευθεροστομία της, ο τύραννος την παρέδωσε να την κρεμάσουν και να την τανύσουν με λουριά, ώσπου να εξαρθρωθούν τα μέλη της. Έπειτα της είπε, αν θέλη να γλυτώση από την πυρακτωμένη κάμινο που της είχε ετοιμάσει, να πη μόνον «μεγάλη η θεά Άρτεμις». Σε απάντησι η Αγάπη έτρεξε και πήδησε μόνη της μέσα στις φλόγες. Ευθύς τότε η φωτιά διασκορπίσθηκε και έκαψε πολλούς από τους παρευρισκομένους. Οι στρατιώτες, που έστειλε ο Αδριανός να την συλλάβουν, έβλεπαν λευκοφόρους νέους να ψάλλουν μαζί της και δεν τόλμησαν να την πειράξουν. Όταν η μάρτυς εξήλθε άθικτη μέσα από το καμίνι, διετρύπησαν το σώμα της με τρυπάνια και τέλος την απεκεφάλισαν.
Η Σοφία ενεταφίασε μεγαλοπρεπώς τα μαρτυρικά σώματα των τριών θυγατέρων της και ύστερα από τρεις ημέρες, καθώς είχε προσπέσει στον τάφο τους και τις παρακαλούσε να δεχθούν και αυτήν σύσκηνο στα ιερά σκηνώματα που κατοικούσαν, παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο, για να προστεθή μαζί τους στον χορό των αγίων.
Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος πρώτος – Σεπτέμβριος, σ. 185-187)

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

Αγία Ευφημία η Μεγαλομάρτυς εκ Χαλκηδόνας της Μικράς Ασίας (16 Σεπτεμβρίου)



site analysis



Η Αγία Ευφημία καταγόταν από την Χαλκηδόνα της Μικράς Ασίας και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Ήταν κόρη του πλούσιου Συγκλητικού Φιλόφρονα και της ευσεβούς Θεοδοσιανής. Η Αγία παιδαγωγήθηκε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», γι’ αυτό και αγάπησε από μικρή τις διδαχές και την μετά ζήλου ομολο­γία του Χριστού.
O ανθύπατος της περιοχής Πρίσκος, έχοντας στην αυλή του τον Απελ­ιανό, φιλόσοφο και ιερέα του θεού Άρη, οργάνωσε με απόφαση και εντολή του Διοκλητιανού, διωγμό κατά των Χριστιανών στην Χαλκηδόνα. Κατά την εορτή του θεού Άρη, ζήτησε από όλους τους κατοίκους να προσέλθουν στην εορτή και να θυσιάσουν στον βωμό. Όσοι δεν θα πήγαιναν θα τιμωρούνταν με φοβερά βασανιστήρια. Οι χριστιανοί σε ομά­δες κρύβονταν, άλλοι σε σπίτια και άλλοι σε ερημι­κές περιοχές. Η Αγία Ευφημία ηγούνταν μιας τέτοιας ομάδας, στηρίζοντας τους πιστούς με τους φλογερούς λόγους της.
Συνέλαβαν όμως την Αγία Ευφημία, μαζί με τα σαράντα εννέα μέλη της ομάδας της. Στην πρόσκληση του Πρί­σκου να θυσιάσουν στο είδωλο του Άρη, η Αγία και η ομάδα της αρνήθηκαν με τόλμη και παρρη­σία. Ο Πρίσκος, από την απάντηση τους θύμωσε και έδωσε εντολή να τους φυλακίσουν και να τους δέρνουν για είκοσι ημέρες. Μετά τις είκοσι ημέρες, δοκίμασε και πάλι να πείσει τους μάρτυρες να θυσιάσουν. Μετά την δεύτερη άρνησή τους, έβαλε να τους δείρουν τόσο, ώστε οι στρατιώτες που τους βασάνιζαν κουράστηκαν. Τότε ο Πρίσκος έκλεισε τους υπόλοιπους μάρτυρες στην φυλακή και την Αγία Ευφημία προσπάθησε να την πεί­σει με κολακείες να θυσιάσει.
Η Αγία Ευφημία αρνήθηκε και πάλι, ομολογώντας την πίστη της στον Χριστό και βγάζοντας πύρινους λόγους για την Χριστιανική Πίστη. Τότε οι στρατιώτες την έβαλαν στον τροχό κατακόβοντας όλο το σώμα της. Κατά το μαρτύριό της η Αγία προσεύχονταν διαρκώς. Μετά το πέρας της προσευχής της θαυμα­τουργικά λύθηκε από τον τροχό και αποκαταστάθηκε τέλειο και υγιές το σώμα της.
Στην συνέχεια θέλησαν να την ρίξουν σε πυρακτωμένο καμίνι. Οι στρατιώτες, Σωσθένης και Βίκτωρ, αρνήθηκαν να το κάνουν, γιατί έβλεπαν να βρίσκονται στο πλευρό της Αγίας δύο φοβεροί άν­δρες, οι οποίοι απειλούσαν ότι θα διασκορπίσουν το πυρ. Οι Σωσθένης και Βίκτωρ βλέποντας όλα αυτά πίστεψαν στον Χρι­στό και τελικά μαρτύρησαν. Προσευχόμενη η Αγία ρίχτηκε στο καμίνι. Η φλόγα δεν άγγιξε καθόλου την Αγία, αλλά σκορπίσθηκε έξω από το καμίνι και έκαψε πολλούς από τους στρατιώτες.
Ο Πρίσκος υπέβαλε την Αγία σε νέα μαρτύ­ρια. Χτυπούσαν την Αγία με μεγάλες πέτρες και αιχμηρά σίδερα, με αποτέλεσμα να κατακόψουν και να καταξεσχίσουν το σώμα της. Και πάλι θαυματουργικά αποκαταστά­θηκε. Μετά την ρίξανε σε μια μεγάλη δε­ξαμενή, όπου υπήρχαν σαρκοβόρα θηρία. Τα θηρία όχι μόνον δεν την βλάψανε, αλ­λά παίζανε μαζί της. Έπειτα την έβαλαν σε ένα λάκκο με σουβλιά. Και από εκεί βγήκε αβλαβής. Ο Πρίσκος επιχείρησε να την πριονίσει και να την κάψει, αλλά τα δόντια του πριονιού στράβωσαν και η φωτιά σβήστηκε και έτσι δεν έπαθε τίποτα. Τέλος, ρίχτηκε στα θηρία, τα οποία πήγαν κοντά της προσκυνώντας την. Η Αγία Ευφημία παρακαλούσε τον Χριστό να την αναπαύσει κοντά Του. Μία αρκούδα τότε την δάγκωσε και αμέσως παράδωσε την Αγία ψυχή της στον Κύριο το 303 μ. Χ.
Οι γονείς της και άλλοι ευσεβείς Χριστιανοί, έθαψαν το πάνσεπτο σώμα της Αγίας Ευφημίας με μεγάλες τιμές στην Χαλκηδόνα. O Κύριος τίμησε την καλλίνικο παρθένο και μάρτυρα Ευφημία με την δωρεά της αφθαρσίας του πολύαθλου και παρθενικού της σώματος.
Ένα από τα πολλά θαύματα που έκανε η Αγία Ευφημία είναι και ακόλουθο που συνετέλεσε καθοριστικά στην ορθή διδασκαλία της Χριστιανική Πίστης. Στην Χαλκηδόνα συνήλθαν οι 630 θεοφόροι Πατέρες, το έ­τος 451 μ. Χ. συγκροτήσαντες την 4η Οικου­μενική Σύνοδο. Η Σύνοδος, καταδίκαζε τον αιρετικό Ευτυχή, που κήρυττε ότι ο Χριστός έχει μόνο μία φύση και μία ενέργεια, αυτή της Θεότητας. Οι Άγιοι Πατέρες δογμάτισαν την πίστη της Εκκλησίας, ότι ο Χριστός έχει δύο τέλειες φύσεις, θελήσεις και ενέργειες, την θεία και την ανθρώπινη, σε μία Υπόσταση. Αυτές οι δύο φύσεις είναι άτρεπτες, ασύγχυτες, αναλλοίωτες και αδιαίρετες. Οι Ορθόδοξοι Πατέρες συνέταξαν Τόμο, ο ο­ποίος περιείχε την αληθινή πίστη. Επίσης οι αιρετικοί Μονοφυσίτες συνέταξαν και αυτοί Τόμο, που περιείχε τα πιστεύω τους. Τότε ομό­φωνα ορθόδοξοι και αιρετικοί αποφάσισαν να τε­θούν και τα δύο κείμενα στο στήθος της Αγίας Ευφημίας. Άνοιξαν την λειψανοθήκη, τα τοποθέτησαν στην Αγία Ευφημία και την σφράγισαν πάλι. Όταν άνοιξαν την λειψανοθήκη, βρήκαν τον Τόμο των Ορθόδοξων Πατέρων στα χέρια της Αγίας και τον Τόμο των Μονοφυσιτών στα πόδια της. Έτσι η Αγία Ευφημία με το εξαίσιο αυτό θαύμα, «επικύρωσε» και «υπέγραψε» τον ορθόδοξο Τόμο και ανάδειξε το Χριστολογικό δόγμα περί των δύο φύσεων του Χρι­στού. Η μνήμη της εορτάζεται από την Εκκλησία μας στις 16 Σεπτεμβρίου.
Αγία Μεγαλομάρτυς και Παρθενομάρτυς Ευφημία
«Τω θείω έρωτι λαμπρώς αθλήσασα, εις οσμήν έδραμες Χριστού, πανεύφημε, οια νεάνις παγκαλής και Μάρτυς πεποικιλμένη, όθεν εισελήλυθας εις παστάδα ουράνιον, κόσμω διανέμουσα ιαμάτων χαρίσματα και σώζουσα τους σοι εκβοώντας, χαίροις θεόφρον Ευφημία»

Η Αγία Μάρτυς Λουντμίλλα (ή Λουτμίλλα) η Βασίλισσα της Τσεχίας 16 Σεπτεμβρίου,



site analysis


Όταν ο άγιος Μεθόδιος με τον αδελφό του άγιο Κύριλλο ξεκίνησαν από το Βυζάντιο νά μεταφέρουν το χριστιανισμό στους Σλάβους, ανάμεσα στους πρώτους πού δέκτηκαν το μήνυμα του Ευαγγελίου ήταν η πριγκίπισσα Λουντμίλλα (=Αγάπη) και ο σύζυγός της πρίγκιπας των Τσέχων Μποριβόης. Κατηχήθηκαν και δέκτηκαν την ορθόδοξη πίστη από τον ίδιο τον άγιο Μεθόδιο, το φωτιστή των Σλάβων.
Το πριγκιπικό ζεύγος εκοσμείτο με πολλές αρετές, αλλά ιδιαίτερα από μια θερμή πίστη κι ένα ένθεο ζήλο για μετάδοση της Ορθοδοξίας στους υπηκόους των. Με τη φροντίδα τους κτίστηκαν πολλοί ναοί σε ολόκληρη τη Τσεχία, και φρόντισαν νά τους στελεχώσουν με ευλαβείς κληρικούς.
Ο πρίγκιπας Μποριβόης απέθανε στα τριανταέξι του χρόνια, κι έτσι η Λουντμίλλα απέμεινε χήρα με τρία αγόρια και μια κόρη.
Η νεαρή χήρα υποτάχθηκε στό θέλημα του Θεού, εγκατέλειψε κάθε κοσμική δραστηριότητα, μοίρασε την περιουσία της στους φτωχούς και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στο Θεό.
Ο γυιός της Βρατισλάβ ανέβηκε στο θρόνο της Τσεχίας ¬και κυβέρνησε τη χώρα από τη θέση αυτή για 33 ολόκληρα χρόνια. Τον διαδέχθηκε στο θρόνο ο γυιός του Βενσεσλάς. Αυτόν τον είχε αναθρέφει η γιαγιά του Λουντμίλλα με ιδιαίτερη προσοχή, «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Καλλιέργησε στην ψυχή του η αγία γιαγιά του κάθε χριστιανική αρετή και τον προετοίμασε νά γίνει ο προστάτης της Ορθοδοξίας στη χώρα, συνεχιστής του έργου του παππού του πρίγκιπα Μποριβόη. Πράγματι ο Βενσεσλάς δικαίωσε τις προσδοκίες της γιαγιάς του, αναδείκτηκε πραγματικά ιεραπόστολος, γι΄ αυτό και η Εκκλησία τον κατέταξε στο αγιολόγιό της και τιμά την μνήμη του στις 28 Σεπτεμβρίου.
Όσο καλός και πράος ήταν ο Βενσεσλάς, τόσο σκληρή και κακιά ήταν η βασίλισσα σύζυγός του. Αυτή ζήλευε για την αγιότητά της και μισούσε θανάσιμα τη γιαγιά πλέον Λουντμίλλα. Αυτή, θέλοντας νά δώσει τόπο στην οργή και για νά μήν προκαλεί με την παρουσία της την νύμφη της, απομακρύνθηκε από το παλάτι και κατέφυγε στην πόλη Τσετίν. Όμως, η νύμφη της και βασίλισσα μή αντέχοντας νά ακούει νά μιλούν για την αγιότητα της Λουντμίλλας, έστειλε ανθρώπους της και αφού της πέρασαν σχοινί στο λαιμό, την στραγγάλισαν. Έτσι η αγία Λουντμίλλα έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου στις 16 Σεπτεμβρίου του έτους 917.
Τα λείψανα της βρίσκονται στο ναό του αγίου Γεωργίου στην Πράγα, αποτελούν πηγή απείρων θαυμάτων και δέχονται την ευλάβεια και την τιμή πλήθους πιστών.

πηγή:
 Μηνιαία Έκδοση Εκκλησίας Αγίου Δημητρίου Παραλιμνίου «Παρά την Λίμνην», περίοδος β΄, έτος κ΄, αρ. 9, Σεπτέμβριος 2010-vatopaidi.wordpress.com