Δευτέρα 6 Αυγούστου 2012

ΟΣΙΑ ΒΕΡΒΟΥΡΓΑ ΤΟΥ ΧΑΝΜΠΟΥΡΥ ΒΡΕΤΤΑΝΙΑΣ (7ος - 8ος αἰ.)



site analysis


Σειρά: Ἀδιάφθοροι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας (ἀπό τό ὁμώνυμο ἔργο τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου).
Ἦταν κόρη τοῦ Βούλφχερ (πρώτου Χριστιανοῦ Βασιλιά τῆς Μερκίας) καί τῆς ὁσ. Ἐρμενχίλδης (+ περίπου 700). Μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα της (673), αὐτή καί ἡ μητέρα της ἔγιναν μοναχές σέ μονή τοῦ Ἔλυ. Ἀσκήθηκε σάν ὑποτακτική τῆς μητέρας καί ἀνέβηκε σέ ὕψος ἀρετῆς, ὥστε νά διορισθεῖ ἀπό τόν θεῖο της Βασιλιά Ἔθελρεντ Προϊσταμένη τῶν γυναικείων μονῶν τοῦ βασιλείου. Ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τά χαρίσματα τῶν ἰαμάτων καί τῆς προφητείας.
Ἀφοῦ προεῖδε τόν θάνατό της, κοιμήθηκε εἰρηνικά στό κοινόβιο τοῦ Τρένινχαμ, μεταξύ τῶν ἐτῶν 700 καί 707, ἀφήνοντας ἐντολή νά ἐνταφιασθεῖ τό σῶμα της στό Χάνμπουρυ.
Ἑννέα χρόνια μετά τήν κοίμησή της, ὁ Βασιλιάς Κέολερντ ἀνακόμισε τό Λείψανό της ἀδιάφθορο. Τό Λείψανο διαλύθηκε κατά τρόπο θαυμαστό τό 869, κατά τήν εἰσβολή τῶν Δανῶν. Δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τῶν Λεειψάνων της.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 3η Φεβρουαρίου. 

ΟΣΙΑ ΑΝΝΑ Η ΣΟΥΗΔΗ (+ 1050)



site analysis



Σειρά: Ἀδιάφθοροι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας (ἀπό τό ὁμώνυμο ἔργο τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου).



Ἡ Πριγκίπισσα Εἰρήνη, θυγατέρα τῶν Σουηδῶν Βασιλέων Ὄλαφ καί Ἐστρίδης καί σύζυγος τοῦ Μεγάλου Ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Γιαροσλάβου τοῦ Σοφοῦ, γιοῦ τοῦ Μεγάλου Βλαδιμήρου.
Ἡ ἐποχή κατά τήν ὁποία ἔζησε ἦταν ἐποχή μεγάλων κοινωνικῶν καί πολιτικῶν ἀναστατώσεων, συνεχῶν ἐμφυλίων πολέμων καί ταραχῶν. Ἡ ἴδια ὅμως, ἀφοῦ βίωσε τό Εὐαγγέλιο, ἀγωνίσθηκε γιά τήν ἐπικράτηση τῶν ἀρχῶν Του, τόσο στήν προσωπική καί οἰκογενειακή της ζωή, ὅσο καί στή ζωή τοῦ πρώϊμου Ρωσικοῦ κράτους. Δημιούργησε μεγάλη χριστιανική οἰκογένεια (ἀπέκτησε 10 παιδιά!), ἀνέθρεψε μαζί μέ τά δικά της παιδιά πολλά ὀρφανά, ἔκτισε στό Κίεβο τήν Μονή τῆς Ἁγίας Σοφίας καί σύνδεσε τό ὄνομά της μέ τήν ἀνέγερση τοῦ περίφημου Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας, στό Νόβγκοροντ.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1050, ἀφοῦ προηγουμένως ἔλαβε τό Ἀγγελικό Σχῆμα καί ὀνομάσθηκε Ἄννα. Δέν εἶναι γνωστό πότε τό Λείψανό της ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, μέχρι τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 πάντως, ἦταν κατατεθημένο μαζί μέ τό ἐπίσης ἀδιάφθορο Λείψανο τοῦ γίου της ἁγ. Βλαδιμήρου Γιαροσλάβιτς, στό Ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Νόβγκοροντ.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 10η Φεβρουαρίου καί μαζί μέ ἐκείνη τοῦ γιοῦ της ἁγ. Βλαδιμήρου, τήν 4η Ὀκτωβρίο

ΟΣΙΑ ΑΓΓΕΛΙΝΑ ΤΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ (15ος αἰ.)



site analysis


Σειρά: Ἀδιάφθοροι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας (ἀπό τό ὁμώνυμο ἔργο τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου).


Ἦταν θυγατέρα τοῦ Γεωργίου Καστριώτη - Σκεντέρ Μπέη, Ἡγεμόνα τῆς Ἀλβανίας καί συζεύχθηκε τόν Δεσπότη τῆς Σερβίας ἅγ. Στέφανο, γιό τοῦ Δεσπότη Γεωργίου Μπράνκοβιτς, μέ τόν ὁποῖο ἀπέκτησε δύο γιούς, τόν Μητροπολίτη Βλαχίας ἅγ. Μάξιμο (+ 1546) καί τόν Δεσπότη τῆς Σερβίας ἅγ. Ἰωάννη (+ 1493).
Μετά τήν ἀτυχή ἔκβαση τοῦ πολέμου τοῦ συζύγου της Στεφάνου κατά τῶν Τούρκων καί τήν τύφλωσή του ἀπό αὐτούς, τόν ἀκολούθησε αὐτοεξόριστη στήν Ἰταλία καί μετά τόν θάνατό του ἔγινε μοναχή. Μέ τήν βοήθεια τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα τῆς Ρωσίας Βασιλείου Γ' , ἵδρυσε στή Σερβία τήν Μονή τοῦ Κουπίνοβο, ὅπου μετέφερε καί ἐναπόθεσε τό ἀδιάφθορο Λείψανο τοῦ συζύγου της.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά καί ἐνταφιάσθηκε στήν ἴδια Μονή. Τό Λείψανό της ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί σήμερα φυλάσσεται στή Μονή τοῦ Κουπίνοβο. Στήν ἴδια Μονή ἐνταφιάσθηκαν καί οἱ γιοί της Ἅγιοι Μάξιμος Μητροπολίτης Βλαχίας καί Ἰωάννης Δεσπότης τῶν Σέρβων, τῶν ὁποίων τά Λείψανα ἀνακομίσθηκαν ἐπίσης ἀδιάφθορα καί φυλάσσονται ἐκεῖ.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 10η Δεκεμβρίου

Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΑΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ



site analysis



 
Εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος ὑπάρχει φερώνυμος Σκήτη ἐπ᾿ ὀνόματι τῆς Ἁγίας Ἄννης καὶ εἶναι ἡ μεγαλύτερα καὶ ἀρχαιότερα τῶν ἰδιορρύθμων Σκητῶν. Ἂς σημειωθῆ δὲ, ὅτι καμμία ἄλλη ἑορτὴ (γυναικεία) δὲν ἑορτάζεται εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος εἰμὴ μόνον τῆς «Γιαγιᾶς», ὡς ὀνομάζεται χαϊδευτικῶς, ἀπὸ τοὺς μοναχούς.
Ὁ Ἱεροσολύμων Δοσίθεος (1669—1707) Νοταρᾶς, ὁ Πελοποννήσιος, ἐν τῇ Δωδεκαβίβλῳ αὐτοῦ ἀναφέρει τάδε: «Ἡ νῦν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης εἰς τόπον τραχὺν καὶ κρημνώδη ἤρξατο οἰκοδομηθῆναι περὶ τὸ 1680, διὰ συνεργίας τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Διονυσίου τοῦ ἐξ Ἄνδρου, ὅστις παρητήσατο τὸν Θρόνον Κωνσταντινουπόλεως ἐξ αἰτίας ταύτης. Ἐν ἐπίσημῳ τινι ἡμέρᾳ, ἐνοχλουμένου τοῦ Πατριάρχου τούτου ὑπὸ πολλῶν, ὤφθη πτωχὸς τις ζητῶν θεωρηθῆναι τὸ δίκαιον αὐτοῦ παρὰ τοῦ Πατριάρχου καὶ ἐβόα: "Θεώρησόν μου τὸ δίκαιον". Λέγει αὐτῷ ὁ Πατριάρχης: "Οὐχ ὁρᾷς πόσην σύγχυσιν ἔχω καὶ ζητεῖς μοι καὶ σὺ τὸ δίκαιόν σου νὰ θεωρήσω;" Λέγει ὁ πτωχός• "ἂν τὸ δίκαιόν μου οὐ δύνασαι ἰδεῖν, μὴ Πατριάρχευε".Ἤθελεν ὅμως ἀνταποκριθῆναι καὶ τὸν Πατριάρχην. "Καὶ τί νὰ κάμω, ἂν μὴ Πατριαρχεύσω;" Λέγει ὁ πτωχός• "πήγαινε εἰς τὸ Ὄρος νὰ σώσῃς τὴν ψυχήν σου". Καὶ μὲ τὸν λόγον τοῦτον ἔγινεν ἀφανὴς ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν του ὁ πτωχὸς καὶ οὐχ εὑρέθη. Ὅθεν ἐγνω ἐκ θείας ἄφατου οἰκονομίας γενέσθαι τὴν ὀπτασίαν ἐκείνην καὶ οὕτω παρῃτήσατο καὶ ἐλθὼν εἰς τὸ Ὄρος πολλῶν καλῶν ἐγένετο πρόξενος μετὰ τῶν ἄλλων δὲ καὶ τούτου, τῆς Σκήτης.
Προεκατοίκησαν ἐν τῇ Σκήτῃ δυὸ ἢ τρεῖς Ἡσυχασταὶ ἔχοντες μετ᾿ αὐτοῦ γνωριμίαν, οἵτινες καὶ μικρὰν εἶχον Καλύβην καὶ Ναὸν σμικρότατον ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Συνέβη τότε νὰ ἔλθουν ἐξ Ἀσίας τινὲς καὶ φέρουν εἰς τὰ Κελλία τῆς Προβάτας (Κελλίον Ἁγίου Γεωργίου) τὸν πόδα ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ καὶ ἐφανέρωσαν περὶ τούτου τῷ Πατριάρχῃ ζητοῦντες συμβουλὴν τί νὰ κάμωσιν.
Ἔχων δὲ κλίσιν ὁ Πατριάρχης εἰς τὸν τόπον τοῦτον συνεβούλευσεν αὐτοῖς, νὰ οἰκοδομήσωσι Ναὸν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τῆς ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ καὶ νὰ ἀφιερώσωσιν ἐν αὐτῷ τὸν πόδα καὶ νὰ ἡσυχάσωσι καὶ οἱ ἴδιοι κτίζοντες οἰκήματα• καὶ ἔδωκε καὶ τὴν δαπάνην τῆς οἰκοδομῆς τοῦ Ναοῦ ὁ Πατριάρχης καὶ ὠκοδομήθη μικρὸς Ναὸς τότε. Διότι ὁ νῦν μέγιστος καὶ κάλλιστος ἐγένετο ἔπειτα.
Ἔκτοτε ὁ τόπος ἔλαβε τὴν ὀνομασίαν «ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ» καὶ ἔπαυσε τὸ ὄνομα τῶν «Βουλευτηρίων». Πρὸ δὲ τούτου, πανταχοῦ τῶν «βουλευτηρίων» εὑρίσκομεν λεγόμενον. Ἐκ τοῦ Κώδικος δὲ τῆς Σκήτεως μανθάνομεν ὅτι ὁ ποῦς τῆς Ἁγίας Ἄννης προσεκομίσθη τῷ 1686.
Κατὰ τῷ 1753 Κύριλλος ὁ 5ος ἐκύρωσε τὴν κανονισθεῖσαν τάξιν ἐν τῇ Σκήτῃ καὶ τοῦ ὁποίου σῴζεται ἐν τῇ Σκήτῃ τὸ μέγα εὐρύχωρον Πατριαρχικὸν Κελλίον «ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ», ἱδρυθὲν τῷ 1759. Οὗτος ἀπεβίωσε καὶ ἐτάφη ἐνταῦθα.
Ἡ Σκήτη αὕτη φαίνεται ὅτι ἱδρύθη σχεδὸν συγχρόνως τῇ Λαύρᾳ τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου, ἡ ἐν ἀρχῇ τοῦ 11ου αἰῶνος (1007) ὑπὸ διάφορον ὅμως ἐπωνυμίαν. Εἶναι αἱ Καλύβαι αὐτῆς ἐπὶ τραχέων καὶ κρημνωδῶν μερῶν ἐνιδρυμέναι, φαίνονται δὲ εἰς τὸν ἀνιόντα πρὸς αὐτὰς ὡς μετέωρά τινα λευκάζοντα ἐν μέσῳ χλοερῶν λοχμῶν.
Εἰς τὴν περιοχὴν τῆς Μεγίστης Λαύρας ὑπάρχει Ἑλληνικὴ «Σκήτη τῆς θεοπρομήτορος Ἁγίας Ἄννης», ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀρχαιότερα καὶ μεγαλύτερα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Κατὰ τὸ ἔτος 1780 εἶχε Καλύβας 60. Τὸ 1903 εἶχε 55 καὶ περὶ τοὺς 165 Ἀσκητάς. Ἀπὸ τὴν Λαύραν ἀπέχει 4 ὥρας.
Ἀπὸ τῆς Κερασιᾶς, εἰς ἀπόστασιν 1 ὥρας καὶ 30 λεπτῶν, άφοῦ διέλθῃ τις κατ᾿ ἀρχὰς μὲν ὁμαλὴν ὁδόν, εἶτα δὲ ἀνωφερῆ καὶ βραχώδη καὶ τἀνάπαλιν, φθάνει εἰς τὴν θέσιν ὅπου ὑπάρχει ὁ λεγόμενος Σταυρὸς τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου τῆς Λαύρας, τὸν ὁποῖον ἐχάραξεν ἐπὶ τοῦ αὐτόθι μεγάλου βράχου διὰ τοῦ δακτύλου αὐτοῦ.
Ἐκ τῆς θέσεως ταύτης θεᾶται τις τὰ Κελλία τῆς Σκήτεως Μεγάλης Ἁγίας Ἄννης. Ἐκεῖθεν μετὰ 15λεπτον πορείαν, ἀφικνεῖται δι᾿ ἀποτόμων καὶ κρημνωδῶν ἀτραπῶν εἰς τὴν ρηθεῖσαν Σκήτην, κειμένην εἰς ὕψος 340 μέτρων ὡς ἔγγιστα ἄνω τῆς ἐπιφανείας τῆς θαλάσσης.
Παρὰ τὸν Ὅρμον τῆς Σκήτεως, ἀφιστάμενον ἀπ᾿ αὐτῆς ἐν ἀναβάσει ¾ της ὥρας, κατὰ τὴν θέσιν Αὐλάκι εἶχεν ἱδρυθῇ τὸ πάλαι τὸ Μοναστήριον τῶν «Βουλευτηρίων», τανῦν «Ἅγιος Ἐλευθέριος», ὅπου ὑφίστατο τῷ 1010.
Καταστραφέντος ὅμως ὑπὸ ληστοπειρατῶν Ἀράβων, ὁ τελευταῖος Ἡγούμενος αὐτοῦ Γερόντιος ἀνῆλθεν εἰς τὰ ὑψηλότερα ὀρεινὰ καὶ κρημνώδη μέρη καὶ ἀνήγειρε τὸ Ἡσυχαστήριον τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, ὑφιστάμενον καὶ νῦν μετὰ τῆς Πηγῆς τοῦ Ἁγιάσματος, ἥτις παραδόξως ποτὲ δὲν ὑπερεκχειλίζει, ἀλλ᾿ οὐδὲ μειοῦται ὅσον καὶ ἂν ἀντλῇ τις. Ἕτεροι δ᾿ ὡσαύτως Μοναχοὶ τοῦ καταστραφέντος Μοναστηριοῦ κατέφυγον ἄνωθεν τῶν Καυσοκαλυβίων, ἱδρύσαντες τὸ Μονύδριον τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
Ἐν τῇ Σκήτῃ ταύτῃ καλλιεργεῖται τὸ Καλαμῶδες φυτόν, ἐκ τοῦ ὁποίου ἐξάγονται κόκκοι σκληροὶ καὶ φαιόχροοι, καλούμενοι ἐν Ἅγιῳ Ὄρει τὰ «ΔΑΚΡΥΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ». Τούτους τοὺς καρποὺς οἱ Ἀσκηταὶ τοὺς κατασκευάζουσι κομβολόγια, συνδέοντες διὰ σύρματος, ὅπερ διαπερῶσι διὰ τῶν φύσει ὑπαρχουσῶν διατρήσεων αὐτῶν.
Ἀπεκλήθησαν δὲ δάκρυα τῆς Παναγίας, ὑπὸ τῶν Ἡσυχαστῶν, διότι ἡ Παναγία ἐμφανισθεῖσα εἰς τὸν ἐν τῇ Καλύβῃ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος διαμένοντα Γέροντα ὑπέδειξεν αὐτῷ τὴν καλλιέργειαν τοῦ φυτοῦ τούτου πρὸς πόρον ζωῆς, καθ᾿ ὃν χρόνον ἡδημόνει δακρύων, μὴ δυνάμενος ἕνεκα γήρατος νὰ προσπορίζεται τὰ πρὸς ζωάρκειαν αὐτοῦ.
Ἡ εἰς τὰς ὑψηλοτέρας κλιτύας κειμένη Καλύβη εἶναι ἡ τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου, ἐκ τῆς ὁποίας διὰ πολυαρίθμων βαθμίδων κατέρχεταί τις εἰς τὴν Σκήτην εἶναι δὲ λίαν ἀπομεμονωμένη, προσβληθεῖσα πολλάκις ὑπὸ λῃστῶν. Ἐν τῇ Σκήτῃ ταύτῃ ἀφθονοῦσι τὰ ψυχρὰ καὶ διαυγῆ ὕδατα τοῦ Ἄθω, διὰ τῶν ὁποίων οἱ Ἀσκηταὶ συντηροῦσιν ἐν ταῖς βραχώδεσι περιοχαῖς αὐτῶν ἐλαιῶνας, λεμονεῶνας καὶ πορτοκαλεῶνας πολλούς.
Ἐν τῷ Κυριακῷ τῆς Σκήτεως ὑπάρχουσι καὶ τὰ ἑξῆς ΑΓΙΑ ΛΕΙΨΑΝΑ: Τμῆμα τῆς Κάρας τοῦ Ὁσιομάρτυρος Νεκταρίου τοῦ Νέου, καὶ τῶν νέων Ὁσιομαρτύρων ΙΓΝΑΤΙΟΥ, ΕΥΘΥΜΙΟΥ καὶ ΑΚΑΚΙΟΥ, ἐκ τῆς Σκήτεως Ἰβήρων, τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ κ.λπ. Ἐγγὺς τοῦ Κυριακοῦ εὑρίσκεται τὸ Κοιμητήριον ἐπὶ τῇ μνήμῃ τῆς ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ τιμώμενον καὶ ἱδρυθὲν ὑπὸ τοῦ Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης Μητροπολίτου Νεοφύτου Μαυρομμάτη τῷ 1729.
Ἀπὸ τοῦ 17ου αἰῶνος συνεκεντρώθησαν ἡσυχασταί τινες εἰς τὰς τῆς Μεγάλης Ἁγίας Ἄννης κλιτύας καὶ εἰς ἀπόστασιν ἀπ᾿ αὐτῆς 30 λεπτῶν τῆς ὥρας καὶ ἀπήρτησαν τὴν Σκήτην τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης ἐπὶ ξηροῦ, ἀνύδρου καὶ λιθώδους τόπου τῶν ἀποτομωτάτων καὶ ὑπερκειμένων τῆς θαλάσσης βράχων

Η ΟΣΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΣΟΥΖΝΤΑΛ (+ 1542)



site analysis




Η Οσία Σοφία -κατά κόσμον Σολομωνή- ήταν Pριγκίπισσα και κόρη του ευγενούς Γιούρι Σαμπούρωβ. Το 1505 παντρεύτηκε τον διαδόχο του Ρωσικού Θρόνου, Μεγάλο Πρίγκηπα Βασίλειο Γ'  Ιβάνοβιτς. Παρά την φυσική ομορφιά της και τις αρετές της, ο γάμος τους δεν ήταν ευτυχισμένος, επειδή η Σοφία δεν μπορούσε να κάνει παιδιά. Έτσι  ο  Ηγεμόνας, τρομοκρατημένος από τη σκέψη ότι θα κληρονομήσουν τον θρόνο οι διάδοχοι του αδελφού του, παντρεύτηκε την Έλενα Γκλίνσκι, ενώ στις 25 Νοεμβρίου 1525 διέταξε την Σολομωνή να γίνει μοναχή. (Από  τον  γάμο  αυτό  γεννήθηκε  ο  Ιβάν  Δ΄ ο  Τρομερός).  Έτσι η Σολομωνή υποχρεώθηκε να γίνει μοναχή στη Μονή τoυ Γενεθλίου της Θεοτόκου στη Μόσχα, ενώ αργότερα την έστειλαν στη Μονή της Αγίας Σκέπης στο Σουζνταλ. Εδώ με ασκητικούς αγώνες κατάφερε να νικήσει τα πάθη και να αφιερώσει νου και καρδιά στον Θεό.
Ο Πρίγκηπας Κουρμπσκι ονόμασε την μοναχή Σοφία ''Μάρτυρα''. Σε μια παλιά σημείωση από τους "Βίους Αγίων", η Οσία Σοφία ονομάζετε ως «Αγία Πριγκίπισσα Σοφία η Θαυματουργή, η οποία έζησε στη Μονή της Αγίας Σκέπης».
Από τον καιρό του Μεγάλου  Ηγεμόνα Θεοδώρου  Ιβάνοβιτς τιμώνταν ως Αγία. Η Τσαρίνα Ειρήνη είχε στείλει ''στην Πριγκίπισσα Σολομωνή, νυν Σοφία, ένα υφαντό από βελούδο, το οποίο αναπαριστούσε τον Σωτήρα Χριστό μαζί με Αγίους".
Ο Πατριάρχης Μόσχας Ιωσήφ είχε ζητήσει από τον Επίσκοπο Σουζντάλ Σεραπίωνα, να τελέσει Τρισάγιο στον τάφο της οσίας μοναχής Σοφίας.
Η Οσία Σοφία εκοιμήθη το 1542. Στον τάφο της τελούνταν κατά καιρούς πολλά θαύματα. Η μνήμη της τιμάται στις 16 Δεκεμβρίου. Το Λείψανό της βρίσκεται στην Ι. Μονή του Γενεθλίου της Θεοτόκου, στη Μόσχα.

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2012

Οσία Φωτεινή η Κυπρία



site analysis




Ανάμεσα στο πλήθος των όσιακών μορφών, που με τους ασκητικούς ιδρώτες, τα ρεύματα των δακρύων της κατανύξεως και τους λοιπούς θεοφιλείς καμάτους τους, άρδευσαν και άγιασαν, απ’ άκρη σ’ άκρη, την φιλάγια της Κύπρου γη, είναι γνωστή και μία μικρή σε αριθμό ομάδα Αγίων γυναικών. Και γι’ αυτές πάλιν ελάχιστα κατά κανόνα βιογραφικά στοιχεία έφθασαν μέχρις εμάς, όσα, Προνοία Θεού, διασώθηκαν από τον πανδαμάτορα χρόνο και τις ποικίλες ιστορικές περιπέτειες του πολύπαθου νησιού μας. 
Ξεχωριστή θέση μεταξύ τους, με μια παγκύπρια τιμή και ακτινοβολία, κατέχει αναμφίβολα η Αγία Φωτεινή η Καρπασίτιδα, η γνωστή στον λαό και ως Αγία Φωτού[2]. Έζησε κατά την πρώιμη μάλλον βυζαντινή εποχή[3], αλλά δυστυχώς δεν γνωρίζουμε σήμερα τα σχετικά με τον βίο της. 
Σύμφωνα με τοπική παράδοση, η φωτώνυμη αυτή Οσία καταγόταν από την αρχαία πόλη του Καρπασίου. Αυτό που είναι με βεβαιότητα γνωστό, είναι ότι διήλθε τον ασκητικό της βίο σ’ ένα ευρύχωρο λαξευτό υπόγειο σπήλαιο μέσα στο σημερινό χωριό Άγιος Ανδρόνικος Καρπασίας (βλ. κατωτ. εικόνα σελίδας 674). Το σπήλαιο τούτο, που διατηρείται σε εξαίρετη γενικά κατάσταση μέχρι και τις μέρες μας, είναι πιθανόν να προϋπήρξε της Αγίας Φωτεινής, και ίσως παραπέμπει σε πρωτοχριστιανικούς ή και πρωτοβυζαντινούς χρόνους. Σ’ αυτό υπάρχουν εσωτερικές προεκτάσεις, υπό μορφή σηράγγων, διασώζονται δε και λαξευμένες εσοχές στα τοιχώματα για την τοποθέτηση λύχνων. 
Αξίζει σ’ αυτή τη συνάφεια να τονισθεί πως το ασκητήριο-σπήλαιο της Αγίας Φωτεινής δεν αποτελεί μεμονωμένο χώρο ή γεγονός, αλλά εντάσσεται σε σύμπλεγμα ασκητηρίων της ευρύτερης εκεί περιοχής. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται οι γνωστοί βυζαντινοί ναοί της Αγίας Σολομονής έξω από την Κώμα του Γιαλού (9ου αιώνα), της Αγίας Παύλης στην Αγία Τριάδα Γιαλούσας, της Αγίας Θέκλης στην Γιαλούσα, και της Αγίας Βαρβάρας πλησίον της Κορόβειας (8ου αιώνα). Κάτω από τους τρεις πρώτους αυτούς ναούς υπάρχουν λαξευτοί ταφικοί θάλαμοι με αρκοσόλια[4], ενώ πλησίον του τελευταίου (της Αγίας Βαρβάρας) λαξευτά σπήλαια, που λει­τούργησαν ως ασκητήρια, ενδεικτικά πιθανώτατα της κατά τη μεσοβυζαντινή τουλάχιστον περίοδο ακμής στην περιοχή του γυναικείου μοναχισμού, εάν κρίνουμε από την αφιέρωση των ως άνω ναών σε γυναίκες Αγίες. 
Στο πιο πάνω λοιπόν σπήλαιο (στο χωριό Άγιος Ανδρόνικος) αγωνίσθηκε ασκητικά η Οσία, με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, αγνότητα, ταπεινοφροσύνη, υπομονή και τις άλλες ευαγγελικές αρετές, με τις οποίες κατέστη πάμφωτο σκεύος Θεού, δοχείο των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, φωτοφόρα και φωτόμορφη. Κατάμεστη λοιπόν των καρπών της αγιότητας, κοιμήθηκε εν Κυρίω και τάφηκε στο ασκητήριό της. Ο τάφος της, που βρίσκεται στο δυτικό μέρος του σπηλαίου, παρέμεινε για αιώνες αγνοημένος. Για πρώτη φορά εντοπίσθηκε μετά από θεία αποκάλυψη κατά το πρώτο μισό του 15ου αιώνα, σύμφωνα με τη σύγχρονη μαρτυρία του γνωστού Κυπρίου μεσαιωνικού χρονογράφου Λεοντίου Μαχαιρά. Τούτο ήταν ασφαλώς οικονομία Θεού, για να παρηγορήσει τους υπόδουλους τότε Κυπρίους από τα δεινά της παπικής Φραγκοκρατίας, και να τους στηρίξει στην Ορθόδοξη πίστη. Η αναφορά αυτή του Μαχαιρά, που αποτελεί και την αρχαιότερη γνωστή γραπτή μαρτυρία για την Οσία Φωτεινή, έχει ως εξής (αποδίδουμε το κείμενο σε μετάφραση): «Ακόμη βρίσκεται στην (περιοχή) Ακρωτίκη, στην κώμη του Αγίου Ανδρονίκου της Κανακαριάς – έχει λίγο καιρό και βρέθηκε με αποκάλυψη Θεού – (μία άλλη Αγία), που την ονομάζουν Αγία Φωτεινή, και ο τάφος της είναι κάτω από τη γη (σε σπήλαιο). (Εκεί) υπάρχει (άγιο) βήμα και τελείται η θεία Λειτουργία. Επί­σης εκεί υπάρχει νερό-αγίασμα, και (στο πηγάδι που βρίσκεται) έχει πολύ βάθος το νερό, και στο γύρισμα του φεγγαριού πήζει επάνω το νερό (αγίασμα), όπως πήζει ο πάγος, και γίνεται μία τσίππα. Και τη βγάζουν (από το πηγάδι) σαν μια πλάκα πάγου. Κι άμα αρχίζει να λυώνει, γίνε­ται λεπτό σαν σκόνη, και την βάζουν στα μάτια τους οι τυφλοί και θεραπεύονται.»[5] 
Έκτοτε η Αγία Φωτεινή, και μέχρι τις μέρες μας, ενεργεί πλείστα όσα θαύματα σ’ αυτούς που με πίστη προσέρχονται και προσεύχονται σ’ αυτήν. Κατ’ εξαίρεση έλαβε, κατά την επωνυμία της, τη Χάρη της θεραπείας των ποικίλων οφθαλμικών παθήσεων, μάλιστα των τυφλώσεων, χορηγώντας άφθονα τις ιάσεις με το νερό του αγιάσματός της[6]. Τό πηγάδι του περιωνύμου αυτού αγιάσματος, που, όπως είδαμε, αναφέρει και ο Λεόντιος Μαχαιράς, βρίσκεται στο άκρο λαξευμένης προς τα βόρεια του σπηλαίου σήραγγας. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, το αγίασμα αυτό στέρεψε το 1974, μετά την τουρκική εισβολή, ένεκα της βεβήλωσης του χώρου από τους Τούρκους. 
Πέραν της μαρτυρουμένης χρήσης του σπηλαίου τούτου ως ναού ήδη από τ ά χρόνια της στυγνής υποδουλώσεως της Κύπρου μας στους αιρετικούς παπικούς Φράγκους, αλλά και μέχρι πρόσφατα (το έτος 1974), ο χώρος αυτός προηγουμένως λειτούργησε πιθανώτατα και ως Μονή. Αργότερα (ίσως επί τουρκοκρατίας) λειτούργησε πάνω και πέριξ του σπηλαίου μικρή ανδρώα Μονή, που διαλύθηκε περί το τέλος του 19ου αιώνα[7]. Ο ναός, που βρίσκεται σήμερα πάνω από το σπήλαιο (βλ. Εικ. ανωτέρω), κτίσθηκε επί αρχιε­πισκόπου Κύπρου Χρυσάνθου (1767-1810), λειτουργούσε δε προ της εισβολής ως ο ενοριακός ναός του χωριού Άγιος Ανδρόνικος[8]. 
Εξαιτίας των ποικίλων ιστορικών της Κύπρου περιστάσεων, ο τάφος της Οσίας προφανώς καλύφθηκε (ίσως κατά την αιρετική παπικό-Ενετοκρατία η την αλλόθρησκη Τουρ κ ο κ ρ α τ ί α ) προς αποφυγή σύλησης του ιερού της λειψάνου, και με τα χρόνια και πάλιν λησμονήθηκε. Για δεύτερη φορά ανευρέθη επί αρχιεπισκόπου Κύπρου Σιλβέστρου (1718-1733) από τον τότε επιστάτη της Μονής της Οσίας, οικονόμο Άνθιμο. Επιθυμώντας δηλαδή αυτός  να ευρυχωρήσει το σπήλαιο, έσκαψε προς τα δυτικά, όπου βρήκε ξανά τον τάφο και το ιερό λείψανο της Αγίας, πάνω στο οποίο υπήρχε μαρμάρινος σταυρός, που έφερε την επιγραφή· «Φωτεινή οσία, νύμφη Χριστού». Τούτο υπήρξε και πάλιν έργο της θείας Προνοίας, για τη στήριξη του Τουρκοκρατουμένου και δεινοπαθούντος πιστού λαού της Κύπρου. Αφού ειδοποιήθηκε τότε σχετικά ο αρχιεπίσκοπος Σίλβεστρος, πρόσταξε και ασφάλισαν το άγιο λείψανο μέσα στον τάφο. Αργότερα ανακομίσθησαν από εκεί τα ιερά αυτά λείψανα, κατά δε το 1974 μετακομίσθηκαν στην ιερά αρχιεπισκοπή Κύπρου.
 
Ναοί επ’ ονόματι της Αγίας Φωτεινής βρίσκονται και σε άλλα μέρη της Κύπρου, αλλά δεν είναι γνωστό εάν ετιμάτο εκεί αρχικά η Κυπρία Οσία, η Καρπασίτιδα ή η ομώνυμη Μεγαλομάρτυς, η Σαμαρείτιδα. Πιθανώτατα όμως στους παλαιούς ναούς στην Αμμόχωστο και τον Γερόλακκο να ετιμάτο η Κυπρία Φωτεινή, όπως και στο (μεταγενεστέρως τουρ­κοκυπριακό) χωριό Φώττα (ή Φότα), που αρχικά εκαλείτο Αγία Φωτεινή, μετονομάσθηκε δε έτσι από τους Τουρκοκυ­πρίους[9]. 
Παλαιότερη γνωστή φορητή εικόνα της Οσίας είναι μία του έτους 1811, έργο του γνω­στού ζωγράφου ιερομόναχου Λαυρεντίου, που κλάπηκε κατά την εισβολή από τους Τούρ­κους και πωλήθηκε στην Ευρώ­πη[10]. Αυτή, όπως και οι σωζό­μενες νεώτερες εικόνες, παρι­στούν την Αγία με μοναχική ενδυμασία και να φέρει στο δεξί της χέρι Σταυρό.
Η μνήμη της Αγίας Φωτεινής εορτάζεται στις 2 Αυγούστου[11], ημέρα κατά την οποία, μέχρι και πριν την τουρκική εισβολή του 1974, ετελείτο μεγάλη πανήγυρη στο χωριό Άγιος Ανδρόνικος Καρπασίας, στην οποία μετέβαινε κατά κανόνα και ο εκάστοτε αρχιεπίσκοπος Κύπρου[12]. 
 Ταις της φωτοφόρου και φωτωνύμου Οσίας αγίαις πρεσβείαις ο Θεός, φώτισον και ημών τα όμματα της ψυχής και του σώματος, και ελέησον ημάς, ως μόνος Οικτίρμων. Αμήν!

Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010
ΑΡ. ΤΕΥΧΟΥΣ 106-111
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ
[*]  Πρωτογενείς πηγές αναφορικά με τον βίο της Οσίας Φωτεινής δεν έχουν δυστυχώς διασωθεί. Το παρόν κείμενο βασίζεται στα παρατιθέμενα από τους Λεόντιο Μαχαιρά (στο Χρονικό του), Ακάκιο μονάχο και Αντώνιο Τεϊρμεντζόγλου προσκυνητή (στις συντεθειμένες απ’ αυτούς χειρόγραφες Ακολουθίες της Οσίας – βλ. κατωτ.) στοιχεία, τα οποία και συνθέτουν τη βασική σχετική χειρόγραφη παράδοση, καθώς και σε παρεμφερή αξιόπιστα αρχαιολογικά δεδομένα.

[2]  Το όνομα αυτό παράχθηκε από την γενική του συγγενικού ονόματος της Αγίας, η Φωτώ (της Φωτούς), αποτελεί δε σύνηθες γλωσσικό φαινόμενο αναγόμενο στη βυζαντινή εποχή (της αποδόσεως δηλ. θηλυκών κυρίων προσηγορικών ονομάτων εις -ού, π.χ. Σωφρονού, Κυριακού, Παρασκευού κλπ.).

[3]    Όχι μόνο ο χώρος ασκήσεως της Οσίας, άλλα και ο τύπος του τάφου της, που, παρά τις μεταγενέστερες (κατά τις δύο ανευρέσεις του) επεμβάσεις, διακρίνεται εμφανώς ότι ήταν αρκοσόλιο (βλ. επόμενη σημ.). παραπέμπουν στην παλαιοχριστιανική περίοδο.

[4]   Η λ. αρκοσόλιο (από το λατινικό arcosolium, προερχόμενο από τις λ. arcus=τόξο και solium=σορός, θήκη. τάφος), δηλώνει τους τοξωτούς τάφους, που κατασκευάζονταν κατά τη ρωμαϊκή-παλαιοχριστιανική περίοδο. Ο τάφος, που προεξείχε λίγο από το δάπεδο, επιστεγαζόταν από τοξωτή οροφή, δίνοντας έτσι ένα πλαστικό βάθος στην κατασκευή. Τα αρκοσόλια των Αγίων διακοσμούνταν συνήθως με ποικίλες παραστάσεις (νωπογραφίες).

[5]   Λεοντίου Μαχαιρά. Χρονικόν, (έκδ.) R.M. Dawkins, Leontios Makhairas, Recital concerning the Sweet Land of Cyprus entitled ‘Chronicle’, Οξφόρδη, 1932, Vol. I, §34, σσ. 32-35. Τα του Μαχαιρά περιληπτικά αναφέρουν και οι D. Strambaldi [Chronicha, σ. 14). Fl. Bustron {Historia. σ. 34) και αρχιμανδρίτης Κυπριανός [Ιστορία χρονολογική, σ. 352).

[6]   Η από το όνομα της Οσίας Φωτεινής απορρέουσα θαυματουργική Χάρη της θεραπείας των οφθαλμικών παθήσεων έχει αντίστοιχη περίπτωση τα μετά θάνατον θαύματα της ομώνυμης Μεγαλομάρτυρος Φωτεινής της Σαμαρείτιδος στην Κωνσταντινούπολη, όπου μάλιστα υπήρχε και αγίασμα, θεραπευτικό των ασθενειών (βλ. «Η εύρεσις των λειψάνων της αγίας μεγαλομάρτυρος Φωτεινής και μερική ταύτης θαυμάτων εξήγησις». εν Fr. Halkin, Hagiographica Inedita Decem. CCSG, No. 21, Louvain, 1989. σσ. 111-125 [κείμενο], και σχετικά σχόλια εν Alice-Mary Talbot, «The posthumous miracles of St. Photeine», Analecta Bollandiana. 112 [1994]. σσ. 85-104).

[7]   Για τη μικρή αυτή Μονή της Οσίας βλ. εν Ν. Γ. Κυριαζής. Τα Μοναστήρια εν Κύπρω). Λάρνακα, 1950, σ. 99, και Κωστής Κοκκινόφτας – Θεοχαρίδης Ιωάννης, «Μοναστηριακά δεδομένα σύμφωνα με το Κατάστιχο VI της αρχιεπισκοπής Κύπρου (1825)», Επετηρίδα Κέντρου Μελετών Ι. Μ. Κύκκου. 4, σσ. 241-309. μάλιστα Πίν. 1-3 και Χάρτης 3.

[8]   Σύμφωνα με πληροφορίες των εγχωρίων, στην τουρκοκυπριακή συνοικία (τουρκομαχαλλά)του Αγίου Ανδρονίκου, υπήρχε ναός του Αγίου Ανδρονίκου, ερειπωμένος σήμερα.

[9]  Τους ναούς και τα αγιώνυμα τοπωνύμια στην Κύπρο, Αγία Φωτεινή και Αγία Φωτού βλ. εν Christodoulou Menelaos and Konstantinides Konstantinos, A complete Gazetteer of Cyprus, Vol. I, Nicosia, 1987, σ. 20, και Jack Goodwin, An Historical Toponymy of Cyprus, Vol. I, Nicosia, 19855. σ. 299. Ας σημειωθεί πως ο ναός της Οσίας στην Ακάνθου (19ου (;) αι.) ήταν ο κοιμητηριακός του χωριού, υπήρχε δε παλαιότερα ναός της και στην Κυθρέα.

[10]  Η εικόνα αυτή της Οσίας, μαζί με άλλες εικόνες από την Κύπρο, κλεμμένες μετά την εισβολή από Τούρκους έμπορους αρχαιοτήτων, παρουσιάσθηκαν σε έκθεση στη Γερμανία και τιτλοφορήθηκαν ως προερχόμενες από το Άγιον Όρος (!), μετά δε εξαφανίσθηκαν (βλ. Κατάλογο της Εκθέσεως, Ikonen des Ostens. Kultbilder aus fünf Jahrhunderten, St. Otto-Verlag Bemberg. Germany, No. 30, σ. 124, ‘Heilige
Fotinia’).
[11]   Παλαιότερη σωζόμενη Ακολουθία της Οσίας, που ασφαλώς σχετίζεται με την επί αρχιεπισκόπου Σιλβέστρου eπανεύρεση του ιερού λειψάνου της, είναι η συμπιληθείσα υπό του μοναχού Ακακίου στο γνωστό του χγφ. Πεντέορτον (1732/1733), που δημοσιεύθηκε εν Κυπριακαί Σπουδαί, ΙΑ’ (1947), σσ. 77-b 97. με σχετικά προλεγόμενα στις σσ. κη’-κθ’ (τό Συναξάριο είχε προδημοσιευθεί από τον Ιω. Συκουτρή στα Κυπριακά Χρονικά. Β’ [1924], σσ. 238-240). Η αυτή σχεδόν Ακολουθία (με μικρές διαφορές) βρίσκεται στο γραμμένο από τον Αντώνιο Τεϊρμεντζόγλου χγφ. Ι. Μητροπόλεως Κιτίου 25 (αρχών του 19ου αι.), σσ. 246-287. Αμφότερες στερούνται οποιασδήποτε πρωτοτυπίας (ως και οι μεταγενέστερες υπό των Μαχαιριωτών Ιγνατίου [1881] και Μητροφάνους [1899]). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το Συναξάριό τους, που στον Τεϊρμεντζόγλου αποδίδεται με διαφορές, αλλά περιέχει τα αυτά βασικά στοιχεία. Αξιο­σημείωτο ότι σ’ αυτό (του Τεϊρμεντζόγλου) γίνεται το πρώτον αναφορά στην επί Σιλβέστρου ανεύρεση του λειψάνου της Οσίας – στον Ακάκιο υπονοείται, αλλά δεν αναφέρεται ρητά – από τον οικονόμο Άνθιμο (και όχι Νικόδημο, όπως βραδύτερα επεκράτησε), και ότι τότε (περ. τέλη του 18ου / αρχές 19ου αι.) το λείψανο βρισκόταν ακέραιο μέσα στον τάφο. Νέα ασματική Ακολουθία, ποίημα του Υμνογράφου Χαρα­λάμπους Μπούσια, περιλήφθηκε (μαζί με τη σχετική βιβλιογραφία) στα Κύπρια Μηνιαία, Γ (Αύγουστος), σσ. 21-38.

[12]   Ως γνωστό, με την Bulla Cypria του πάπα Αλεξάνδρου Δ’ (1260) καταργήθηκε ο τίτλος και θεσμός του αρχιεπισκόπου Κύπρου, οι δε επισκοπές της νήσου περιορίσθηκαν από 14 σε 4. Μεταξύ των επισκοπών αυτών που καταργήθηκαν ήταν και του Καρπασίου, όπου εξορίσθηκε ο επίσκοπος Κωνσταντίας-Αμμοχώστου. Με την ανασύσταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας Κύπρου μετά την κατάληψη της νήσου από τους Τούρκους (1570/1571), η επισκοπή Καρπασίου (καθώς και η της Αμμοχώστου) περιέρχεται υπό τη δικαιοδοσία του αρχιεπισκοπικού θρόνου. Πρόσφατα (2007), με τη διεύρυνση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας Κύπρου, εξελέγη και χωρεπίσκοπος Καρπασίας.

Κυριακή 22 Ιουλίου 2012

Μια γυναίκα αθλήτρια του Χριστού



site analysis

Πρωτοπρ. Βασίλειος Καλλιακμάνης, Μια γυναίκα αθλήτρια του Χριστού

Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
Στο αγιολόγιο της Εκκλησίας εκτός από άνδρες περιλαμβάνονται και γυναίκες, που διακρίθηκαν για τον ιεραποστολικό ζήλο, τη φιλανθρωπική δράση, το γενναίο φρόνημα και την ασκητική ζωή.Μπορεί ορισμένοι να θεωρούν ότι οι γυναίκες υποτιμήθηκαν από τον χριστιανισμό, αλλά ήταν πρώτος ο Χριστός που υπερασπίστηκε τη μοιχαλίδα, συγχώρησε την πόρνη και κάλεσε κοντά του όχι μόνο μαθητές αλλά και μαθήτριες.
β) Στη συνέχεια ο Απόστολος Παύλος εξομοίωνε εκκλησιολογικά τους ανθρώπους λέγοντας ότι εν Χριστώ δεν υπάρχουν διαφορές ανάμεσα σε Ιουδαίο και Έλληνα, δούλο και ελεύθερο, άνδρα και γυναίκα (βλ. Γαλ. 3,27 κ.ε.). Η θετική θεώρηση της γυναίκας, που απαντά στα πρώτα χριστιανικά κείμενα αλλά και στη θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας, γίνεται ευκρινέστερη εάν ληφθούν υπόψη οι κοινωνικές αντιλήψεις της προχριστιανικής εποχής.

γ) Λ.χ. ο Θαλής ο Μιλήσιος θεωρούσε τον εαυτό του τυχερό: «Πρώτον διότι έγινε άνθρωπος κι όχι θηρίο, άνδρας κι όχι γυναίκα, Έλληνας κι όχι βάρβαρος». Επίσης κάθε Ιουδαίος ευχαριστούσε τον Θεό διότι δεν τον έκανε εθνικό, δούλο ή γυναίκα. Οι αντιλήψεις αυτές, παρά την προσπάθεια ανατροπής τους εκ μέρους του χριστιανισμού, διατηρήθηκαν για αιώνες στην παγκόσμια ιστορία.
δ) Τα παραπάνω γράφονται με αφορμή την εορτή της αγίας μεγαλομάρτυρος Παρασκευής, που εορτάζεται στις 26 Ιουλίου. Σύμφωνα με τον Συναξαριστή: «Aύτη η Aγία καταγομένη από ένα χωρίον της παλαιάς Pώμης, θυγάτηρ ούσα, γονέων Xριστιανών, οι οποίοι τας εντολάς του Kυρίου επιμελώς φυλάττοντες, ήτον άτεκνοι, διά τούτο και αδιαλείπτως παρεκάλουν τον Kύριον, ίνα δώση αυτοίς τέκνον. O δε Θεός, ο ποιών το θέλημα των φοβουμένων αυτόν, τους εχάρισε παιδίον θηλυκόν, το οποίον ωνόμασαν εις το Άγιον Bάπτισμα Παρασκευήν».
ε) «Aφ’ ου δε έμαθεν η Aγία τα ιερά γράμματα, πάντοτε ανεγίνωσκε τας θείας Γραφάς, και σχολάζουσα εν τη Eκκλησία του Θεού, εκαταγίνετο εις την αγίαν προσευχήν. Όταν δε απέθανον οι γονείς της, διεμοίρασεν όλα τα υπάρχοντά της, αυτή δε ενδυθείσα το σχήμα των Kαλογραίων, ευγήκεν εις τον κόσμον, κηρύττουσα το όνομα Xριστού του αληθινού Θεού».
στ) Δεν διασώθηκαν ασφαλείς πληροφορίες ούτε για τις χώρες που επισκέφθηκε και δίδαξε η παρθενομάρτυς Παρασκευή, ούτε για τον τόπο που μαρτύρησε. Σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχει περιοχή της Ελλάδος όπου να μην έχει κτισθεί μικρή ή μεγάλη εκκλησία προς τιμήν της. Εξάλλου και πολλές περιοχές διεκδικούν τον τόπο του μαρτυρίου της. Έτσι, στο Καναλλάκι της Πρέβεζας, στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής Πούντας, δείχνεται ο τάφος της. Άλλοι λένε ότι μαρτύρησε έξω από τα Γιαννιτσά, ενώ άλλοι ισχυρίζονται ότι μαρτύρησε στα Τέμπη ή έξω από τη Θεσσαλονίκη, στο ομώνυμο χωριό, όπου σώζεται αγίασμα και υπάρχει η θέση «λαιμός».
ζ) Ίσως είναι ήσσονος σημασίας η εύρεση της ακριβούς τοποθεσίας του μαρτυρίου της Αγίας Παρασκευής. Είναι όμως υψίστης σημασίας το γεγονός ότι εκείνη, παρότι νεαρή γυναίκα, έδειξε ανδρείο φρόνημα, ομολόγησε τη χριστιανική πίστη και αρνήθηκε τη λατρεία των πάσης φύσεως ειδώλων, τα οποία προσκυνούνται με διάφορους τρόπους και σήμερα. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η Αγία Παρασκευή με τη ζωή και το ηρωικό της μαρτύριο παραπέμπει στον εσταυρωμένο Κύριο, στην άκρα ταπείνωση, στη Μεγάλη Παρασκευή, την οποία ακολουθεί η ζωηφόρος Ανάσταση.