Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Αγία Βαρβάρα (μεγαλομάρτυς)



site analysis


H Αγία Βαρβάρα ήταν ένα όμορφο κορίτσι που έζησε στην πόλη της Νικομήδειας στη Μικρά Ασία, (σημερινή Izmit) επί Ρωμαίου Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού .
 Ο Διόσκορος ή Διόσορος, ο φανατικός εθνικός "ειδωλολάτρης" πατέρας της, την είχε κλεισμένη σε ένα πύργο προκειμένου να τη διαφυλάξει από μνηστήρες. Ωστόσο μυστικά προσηλυτίστηκε στο Χριστιανισμό. Ο πατέρας της όταν διέταξε να χτιστεί για αυτή ένα λουτρό, ούτως ώστε να μην χρειάζεται να χρησιμοποιεί τα δημόσια λουτρά, και ενώ το σχέδιο για το λουτρό προέβλεπε αρχικά 2 παράθυρα, η Βαρβάρα εγκατέστησε άλλο ένα για να τιμήσει την Αγία Τριάδα εκμυστηρευόμενη τον λόγο στον πατέρα της. Τότε ο πατέρας της , βλέποντας αυτή την αλλαγή, εξεμάνη και διέταξε να την παραδώσουν στον Ρωμαίο Έπαρχο κατά τους διωγμούς των Χριστιανών. Ο Έπαρχος θαυμάζοντας την ομορφιά της προσπάθησε στην αρχή να την μεταπείσει, βλέποντας όμως ότι εκείνη ήταν ανένδοτη την υπέβαλε σε μαρτύρια, περισσότερο για να την σώσει από την οργή του πατέρα της που ήθελε να φονευθεί. Τελικά ο Έπαρχος διέταξε τον αποκεφαλισμό της, και όρισε την ποινή να εκτελέσει ο ίδιος ο πατέρας της που ήταν και επιθυμία του. Σύμφωνα με τον βιογράφο αυτής Συμεών ο ίδιος ο πατέρας της την αποκεφάλισε ως "πατρικαίς χερσί τω πατρικώ ξίφει την τελείωσιν δέχεται". Την στιγμή όμως που είχε αποτελειώσει το έγκλημά του, έπεσε νεκρός χτυπημένος από κεραυνό κατά θεία δίκη. Η Ιουλιανή της Νικομηδείας μαρτύρησε μαζί με τη Βαρβάρα και τιμάται επίσης ως Αγία.
Ο τόπος αλλά και ο χρόνος του μαρτυρίου της Αγίας Βαρβάρας δεν είναι γνωστός. Έτσι κατ΄ άλλους φέρεται πως μαρτύρησε στη Νικομήδεια (σημερινή Izmit) της Βιθυνίας το 210, κατ΄ άλλους στην Ηλιούπολη (σημερινή Baalbek) της Αιγύπτου το 360 και κατ΄ άλλους (εκδοχή καθολικών) σε κάποια πόλη της Τοσκάνης


Απολυτίκιο της Αγίας Βαρβάρας
Βαρβάραν την Αγίαν τιμήσωμεν
εχθρού γαρ τας παγίδας συνέτριψε
και ως στρουθίον ερρύσθη εξ αυτών,
βοηθεία και όπλω του Σταυρού η πάνσεμνος.

Κοντάκιο της Αγίας Βαρβάρας
Τω εν Τριάδι ευσεβώς υμνουμένω
ακολουθήσασα, σεμνή αθλοφόρε,
τα των ειδώλων έλιπες σεβάσματα,
μέσον δε του σκάμματος, εναλθούσα
Βαρβάρα, τυράννων ου κατέπτηξας απειλάς,
ανδρειόφρον, μεγαλοφώνως κράζουσα σεμνή.
Τριάδα σέβω την μίαν θεότητα.

Μεγαλυνάριο της Αγίας Βαρβάρας (αναφέρεται ομού με του Ιωάννη Δαμασκηνού).
Τον θείον κοσμήτορα της Χριστού Εκκλησίας
πάντες Ιωάννην Δαμασκηνόν ύμνοις
συν τη θεία σεπτή καλλιπαρθένω
Βαρβάρα επαξίως ανευφημήσωμεν.
Ιερά λείψανα

Κατά τον 9ο αιώνα έγινε ανακομιδή των λειψάνων της και η μεταφορά τους από την Βιθυνία στην Κωνσταντινούπολη. Κατά δε το 991 ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ δώρησε μέρος αυτών στους Βενετούς οι οποίοι και τα απόθεσαν στον Ναό του Αγίου Μάρκου.
Κατά το 12ο αιώνα, μέρος υπολοίπων λειψάνων της Αγίας μεταφέρθηκαν από την Κωνσταντινούπολη στο Μοναστήρι του Αγίου Μιχαήλ με τους Χρυσούς Τρούλους στο Κίεβο, όπου παρέμειναν ως το 1930, όταν μεταφέρθηκαν εκ νέου στον Καθεδρικό Ναό του Αγ. Βλαδίμηρου στην ίδια πόλη.
Ο εορτασμός της, στην Ορθόδοξη εκκλησία, λαμβάνει εξαιρετικό πανηγυρικό χαρακτήρα.
Λαογραφία
Η Αγία Βαρβάρα θεωρείται όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σ΄ άλλες Χώρες Αγία προστάτις πυροβολικού. Στην Ελλάδα καθιερώθηκε ως Προστάτις του όπλου αυτού το 1828 όπου και αναφέρεται η πρώτη σχετική τελετή με δοξολογία και παράθεση στη συνέχεια γεύματος όπου έλαβαν μέρος αξιωματικοί και οπλίτες πυρβολητές.
Παλαιότερα "Αγία Βαρβάρα" ονόμαζαν οι ναυτικοί τις πυριτιδαποθήκες και τους χώρους πυρομαχικών των πολεμικών πλοίων.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ
(πριν αποκεφαλισθεί από τον δήμιο πατέρα της)


«Άναρχε Θεέ, ο ποιήσας τον ουρανόν ωσεί θόλον και θεμελιώσας την γήν επί των υδάτων' ο προστάσσων τον ήλιον να φωτίζει τον κόσμον όλον και τα νέφη να βρέχωσιν' ο χαρίζων τοσαύτα αγαθά εις δικαίους καί αμαρτωλούς καί ευεργετών καλούς και κακούς ως ανεξίκακος και πανάγαθος' αυτός και νυν, Βασιλεύ πλουσιόδωρε, επάκουσόν μου της δούλης σου δεομένης. Ναί Κύριέ μου, παρακαλώ σε εκ βάθους καρδίας μου, όστις μνημονεύει το Μαρτύριόν μου εις δόξαν του Αγίου σου Ονόματος, αξίωσον αυτόν να μη εγγίση ουδέποτε εις τον οίκον αυτού λοιμώδης νόσος, ούτε λώβη, ούτε καμμία άλλη θανατηφόρος ασθένεια να λυπήση αυτόν και την οικογένειάν του. Διότι συ, Κύριέ μου, γινώσκεις το ασθενές των ανθρώπων, τους οποίους ηυδόκησας να πλάσης κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν ιδικήν σου».



Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Η ΑΓΙΑ ΜΥΡΟΠΗ: H ένδοξη πρωτομάρτυρας της Χίου



site analysis

Η ιστορική γη της Εφέσου καυχάται δικαίως για τους φωτεινούς πνευματικούς αστέρες, που γεννήθηκαν, έλαμψαν ή τελείωσαν τον επίγειο βίο τους στην αγιασμένη αυτή μικρασιατική γη, αποτελώντας για τους χριστιανούς του 21ου αιώνα λαμπρά παραδείγματα ηρωϊκού φρονήματος και ακλόνητης πίστης και προσήλωσης στον Ιησού Χριστό. 

Στις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα και σε μία περίοδο, κατά την οποία η Εκκλησία του Χριστού δοκιμαζόταν από σκληρούς διωγμούς, γεννήθηκε στην Έφεσο η Αγία παρθενομάρτυς Μυρόπη. Ο πατέρας της απεβίωσε νωρίς και η χιακής καταγωγής μητέρα της, που ονομαζόταν Άφρα, την ανέθρεψε χριστιανικά. Σύμφωνα μάλιστα με την παράδοση η Μυρόπη επισκεπτόταν συχνά τον τάφο της Αγίας Ερμιόνης, της τέταρτης θυγατέρας του Αγίου Φιλίππου, ο οποίος ήταν ένας από τους επτά διακόνους της πρώτης Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Από τον τάφο αυτό η Μυρόπη έπαιρνε το μύρο, που ανέβλυζε και το μοίραζε για ευλογία στους χριστιανούς. Το γεγονός αυτό της έδωσε μάλιστα και το όνομα Μυρόπη.

Όμως τον Σεπτέμβριο του 249μ.Χ. και μόλις ξέσπασε ο σκληρός διωγμός εναντίον των χριστιανών επί των ημερών του αυτοκράτορος Δεκίου, η Μυρόπη και η μητέρα της, η Άφρα, εγκατέλειψαν την Έφεσο και με ένα μικρό πλοίο έφτασαν στο μυροβόλο νησί της Χίου και εγκαταστάθηκαν σε κτήμα στην περιοχή του χωριού Θυμιανά. Στον τόπο, όπου αποβιβάστηκαν, ανήγειραν ένα προσκυνητάρι προς τιμήν της Αγίας Ερμιόνης, η οποία αργότερα έδωσε και την ονομασία της στην περιοχή αυτή της Χίου, που κοσμείται μέχρι τις ημέρες μας με ομώνυμο ιερό ναό. 

Την περίοδο όμως αυτή, κατά την οποία βρισκόταν στη Χίο η Μυρόπη με τη μητέρα της, έφτασαν στο νησί και τα ρωμαϊκά πολεμικά πλοία, στα οποία μεταξύ άλλων υπηρετούσε ως αξιωματικός και ένα νεαρό αρχοντόπουλο από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ο Ισίδωρος, ο οποίος είχε ασπασθεί τη χριστιανική πίστη. Ο νεαρός Ισίδωρος άρχισε να έρχεται σε επαφή με τη χριστιανική κοινότητα της Χίου, αλλά το γεγονός αυτό καταγγέλθηκε στον ειδωλολάτρη ναύαρχο Νουμέριο, ο οποίος άρχισε να τον παρακαλεί να αρνηθεί τον Χριστό και να θυσιάσει στα είδωλα των ψεύτικων θεών. Ο γενναίος Ισίδωρος έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του και μετά από πολλά βασανιστήρια αποκεφαλίσθηκε στις 14 Μαΐου του 250 μ.Χ. 
Το λείψανο του πρωτομάρτυρος της Χίου Αγίου Ισιδώρου ρίχθηκε μέσα σε φαράγγι και ο Νουμέριος διέταξε, να το φρουρούν για να μην κλαπεί. Κατά τη διάρκεια όμως της νύχτας και την ώρα, που οι φρουροί κοιμόνταν, η Μυρόπη έκλεψε μαζί με τις υπηρέτριες της το αιμόφυρτο σώμα του νεαρού Ισιδώρου και αφού το άλειψε με μύρο, το ενταφίασε με τις πρέπουσες τιμές στο ρωμαϊκό νεκροταφείο, όπου μέχρι σήμερα σώζονται τα ερείπια του παλαιού ναού του Αγίου Ισιδώρου. 

Την άλλη ημέρα μόλις έγινε γνωστό το γεγονός της αρπαγής του λειψάνου, ο ναύαρχος Νουμέριος εξαγριώθηκε τόσο πολύ, ώστε απείλησε τους φρουρούς με αποκεφαλισμό, εάν δεν έβρισκαν το λείψανο και αυτόν, ο οποίος το έκλεψε. Μάλιστα για να τους εκφοβίσει και να τους ταλαιπωρήσει, τους έδεσε με σίδερα και διέταξε, έτσι όπως ήταν σιδεροδέσμιοι, να βρουν το κλεμμένο λείψανο. Μόλις η Μυρόπη είδε τους σιδεροδέσμιους φρουρούς να ψάχνουν απεγνωσμένα να βρουν το λείψανο, τους λυπήθηκε και με παρρησία [=θάρρος] ομολόγησε σ’ αυτούς την πράξη της. Στη συνέχεια οδηγήθηκε από τους φρουρούς στον Νουμέριο, όπου με ηρωϊκό φρόνημα ομολόγησε την αρπαγή του ιερού λειψάνου. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό και με την περιφρονητική στάση της Μυρόπης απέναντι στο πρόσωπο του Νουμερίου και την ψεύτικη θρησκεία των ειδώλων εξαγρίωσαν τόσο πολύ τον σκληρόκαρδο ειδωλολάτρη ναύαρχο, ώστε διέταξε να τη χτυπήσουν αλύπητα με χονδρά ραβδιά και να τη σύρουν από τις τρίχες του κεφαλιού της σε όλη την πόλη της Χίου. 

Από τα βασανιστήρια η Μυρόπη βγήκε μισοπεθαμένη και οδηγήθηκε στη φυλακή, όπου μάλιστα τοποθετήθηκε και φύλακας για να τη φρουρεί. Ο φύλακας έμεινε άγρυπνος κατά τη διάρκεια της νύχτας, αλλά έμεινε έκπληκτος από τα θαυμαστά και παράδοξα, που έλαβαν χώρα μέσα στη φυλακή και τα οποία έζησε με τα ίδια του τα μάτια. Η Μυρόπη προσευχόταν στον Πανάγαθο Θεό, όταν τα μεσάνυχτα ένα λαμπερό φως πλημμύρισε το δωμάτιο, μέσα στο οποίο ήταν φυλακισμένη. Στη συνέχεια ακολούθησε μέσα σ’ αυτό το φως χορός Αγγέλων, που έψαλλε τον Τρισάγιο Ύμνο. Στη μέση αυτών βρισκόταν ο Άγιος Ισίδωρος, ο οποίος κοίταζε επίμονα την Αγία Μυρόπη και της είπε, ότι η παράκλησή της εισακούστηκε στον Θεό και θα έρθει μαζί του στην αιώνια χαρά του Παραδείσου, αφού θα λάβει τον στέφανο της αγιότητος. 

Μόλις τελείωσε τον λόγο του ο Άγιος Ισίδωρος, η Μυρόπη παρέδωσε την αγία της ψυχή στον Θεό και η φυλακή γέμισε από άρρητη ευωδία. Βλέποντας οι φύλακες τα θαυμαστά αυτά γεγονότα, τρόμαξαν τόσο πολύ, ώστε κινδύνεψαν να χάσουν και τον νου τους. Μάλιστα ο φύλακας, που έμεινε άγρυπνος και βίωσε το παράδοξο γεγονός, βαπτίσθηκε χριστιανός και μαρτύρησε αργότερα για τη χριστιανική του πίστη. 

Το λείψανο της Αγίας παρθενομάρτυρος Μυρόπης τοποθετήθηκε στον τόπο, όπου η Αγία είχε πρωτύτερα ενταφιάσει το λείψανο του Αγίου Ισιδώρου. Αργότερα ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Πωγωνάτος ανήγειρε περικαλλή ναό πάνω στους τάφους των δύο Αγίων πρωτομαρτύρων της Χίου Ισιδώρου και Μυρόπης, τον οποίο μάλιστα διεκόσμησε με μάρμαρα και ψηφιδωτά, που σώζονται μέχρι σήμερα. 

Η μνήμη της ενδόξου πρωτομάρτυρος γυναικός της νήσου Χίου Αγίας Μυρόπης, που τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 2 Δεκεμβρίου, εορτάζεται στον ιερό ενοριακό ναό του Αγίου Ισιδώρου στον Βροντάδο της Χίου, όπου το δεξιό κλίτος είναι αφιερωμένο επ’ ονόματί της, τη δε ασματική της Ακολουθία εποίησε ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος. 
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος 
Εκπαιδευτικός 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

Χαλκιά –Στεφάνου Πόπης, Οι Άγιοι της Χίου, Εκδόσεις Επτάλοφος, Β΄ Έκδοση, Αθήναι 2008.

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

μια φωτογραφία για εσάς

Σας έχουν στείλει 1 φωτογραφία.


θεία λειτουργία5.jpg

Οι φωτογραφίες αυτές έχουν αποσταλεί μέσω του Picasa, από την Google.
Δοκιμάστε εδώ: http://picasa.google.com/

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

ΟΣΙΑ ΘΕΟΚΤΙΣΤΗ-ΒΟΡΟΝΕΖ



site analysis




Στις 16 Σεπτεμβριου,την παραμονή της εορτής της συναξεως των Αγίων του Βόρονεζ στην επαρχία του Βόρονεζ παρουσία του Μητροπολίτου Σεργιου έγινε η ανακομιδή του λειψάνου της μακαριστής ηγουμένης Θεοκτίστης Μιχαιλοβνα(Σουλγκινα),από ένα από τα κοιμητήρια της πόλης στην γυναικεία Ιερά Μονή Αλεξίεβο-Ακάτοβ του Βόρονεζ.Ήδη η αρμόδια επιτροπή της επαρχίας του Βόρονεζ ετοιμάζει τ ‘απαραίτητα για την αγιοποίηση της.Η μοναχή Θεοκτιστη Μιχαηλοβνα μετά το κλείσιμο της μονής Αλέξιεβο-Ακατοβ από τους μπολσεβίκους το 1931,άρχισε ν’ασκητευει ως δια Χριστόν σαλή.¨’’Πολλές φορές κοιμόνταν έξω,κατω από τον έναστρο ουρανό όπως η Οσία Ξένια της Αγίας Πετρούπολης’’αναφέρει στο ανακοινωθέν του ο Μητροπολίτης Σέργιος.
Πολλοί κάτοικοι τιμούσαν τη μακαριστή Θεοκτίστη’’για τη μεγάλη αγιώσυνη του βίου της.Με το διορατικό της χάρισμα βοηθούσε και προλαμβανε τους πιστούς για μελλοντικά δεινα που επρόκειτο να συμβούν,βοηθούσε υλικά τους φτωχούς μοίραζε τρόφιμα στους έχοντας ανάγκη και θεράπευε τις σωματικές και ψυχικές ασθένειες’’
Τη μακαριστή Θεοκτίστη την τιμούσαν ως μία μεγάλη ασκήτρια ο Αγιος Μάρτυς αρχιεπίσκοπος Πετρος (Ζβέρεβ),ο ιερέας Ιωάννης Καμένσκι,και πολλοί κληρικοί και πιστοί του Βόρονεζ οι οποίοι ζητούσαν τις προσευχές της-τονίζει ο αρχιεπίσκοπος Σέργιος.Ο μάρτυς αρχ.Πετρος(Ζβέρεβ) γραφεί από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Σολοβέτσκι προς τους πιστούς του Βορονεζ:’’Ο επίσκοπος ζητούσε επίμονα τις προσευχές της μακαριστής Θεοκτίστης’’
Ο πρωθιερέας Μητροφάνης Μπουτσίνεβ ο οποίος με την ευλογία των στάρετς της Όπτινα ήταν πνευματικός μίας γυναικείας αδελφότητας στο Βόρονεζ τη δεκαετία του’20λέει για τη μακαριστή Θεοκτίστη:’’Αυτή η δούλη του Θεού έφτασε στο μέτρο του Μ.Αντωνίου.Φεύγοντας στην εξορία, από όπου δεν γύρισε άφησε την αδελφότητα υπό την προστασία της μακαριστής Θεοκτιστης.

πηγή;περιοδικό ‘’Lumeα Credintei’’(τ.Οκτ.2009)

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Μοναχή Ευπραξία υποτακτική του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού



site analysis

Ήταν παντρεμένη και είχε ένα παιδί τον Ιωάννη, τον οποίο άφησε μικρό και τελείως πτωχό στην μητέρα της για τον έρωτα του Χριστού.
Υπήρξε ευκατάστατη, είχε 4 σπίτια στην Κωνσταντινούπολη και θείο Αρχιμανδρίτη από τον οποίο κληρονόμησε Αγια Λείψανα που τα διαμοιράστηκαν αργότερα οι πατέρες της συνοδείας του Γέροντος Ιωσήφ.
Όταν ήλθαν στην Ελλάδα, μαζεύτηκαν και άλλες γυναίκες που είχαν μεγάλο ζήλο για τον Μοναχισμό και την ευχή και υπό την καθοδήγηση του Γέροντος Ιωσήφ έκαναν Μοναστήρι κυρίως από τα χρήματα της Γεροντίσσης Ευπραξίας αλλά και από άλλες στα μέρη της Θράκης (μεταξύ Ξάνθης και Κομοτηνής). Δυστυχώς υπήρχε μεταξύ τους αντιζηλία, φιλονικίες κτλ. και έβγαινε κάθε τόσο από το Άγιον Όρος ο Γέρων Ιωσήφ και τις βοηθούσε. Οι έξοδοι αυτές από το Όρος ήταν η αιτία να στενοχωριέται και να θλίβεται ο πατήρ Αρσένιος, διότι έπρεπε να βγαίνη και αυτός μαζί του και δεν ήθελε. Ήσαν «συμφωνηταί» – τους είχε διαβάσει Ιερέας – και δεν είχαν ευλογία να χωρίσουν ούτε ένα 24ωρο.
Αυτά έγιναν – δηλαδή το κτίσιμο της Μονής – μετά τα 8 χρόνια του πειρασμού του Γέροντος, όταν πια ήταν τελείως απαθής, σαν μικρό παιδί.
Οι Ιερείς όμως της ενορίας, κατηγόρησαν το Γέροντα για πολλά και μεταξύ αυτών και για ηθικά ζητήματα και του έκαναν δίκη, στην οποία δεν παρουσιάστηκε ο Γέροντας. Εν τω μεταξύ και ο κόσμος από απλότητα έκαναν υπερβολές π.χ. όταν τον έβλεπαν έλεγαν «ο Χριστός, ο Χριστός!» καθ’ όσον είχε γκριζογάλανα μάτια και ξανθά γενάκια κ.τ.λ.
Όταν κατάλαβε ο Γέροντας ότι δεν υπάρχει ωφέλεια, δεν ξαναπήγε στο Μοναστήρι. Αυτό συνέβη γύρω στο 1938. Οι αδελφές, μια γιατί δεν πήγαινε ο Γέροντας, μια γιατί τις κυνηγούσαν οι ιερείς της ενορίας, διαλύθηκαν. Όλες όμως κρατούσαν γερά στην Μοναχική παράδοση. Πολλές από αυτές αγίασαν. Δύο πήγαν στην Μονή της Παναγίας της Πευκοβουνογιατρίσσης στην Κερατέα (Ευφροσύνη, Φεβρωνία), άλλη ήταν η ΚλαιοΜαρία του Περισσού. Η Γερόντισσα Ευπραξία πήγε στη Θεσσαλονίκη και έμενε πολύ φτωχικά σε ένα καμαράκι με χώμα στο πάτωμα (κοντά στον Προφήτη Ηλία), μαζί με την μάνα της, στην αυλή του σπιτιού του αδελφού της.
Ο Γέρων Ιωσήφ, επειδή την είδε ότι ήταν γερή στην ευχή, της έδωσε εντολή να κλειστή μέσα και της έδωσε ησυχαστικό τυπικό, να ασχοληθή μόνο με την «ευχή». Να μην βγαίνη, να μην έχη φιλίες.
Στην ερώτησή της για το πως θα διαιτάται εκείνος της απάντησε: «Εγώ θα σε φροντίσω, θα σου στέλνω τα προς χρείαν, μόνο εσύ να καθήσης μέσα… Αν χρειαστή κοσμικά ρούχα θα φορέσω και θα βγώ στον κόσμο να δουλέψω για να σου στέλνω». Και πράγματι της έστελνε. Αυτή κλείστηκε μέσα, δεν την γνώριζε σχεδόν κανείς. Εκκλησιαζόταν αλλά στην Ενορία δεν είχε κουβέντες και γνωριμίες. Έκανε πως δεν ήξερε καλά τη γλώσσα και έτσι απέφευγε. Λίγο πιο πέρα από το καλυβάκι της ήταν άλλο καλυβάκι και εκεί πήγαινε. Έκλεινε τα εξώφυλλα των παραθύρων για να είναι σκοτεινά και έλεγε την ευχή. Για όσους την γνώρισαν ήταν ο αββάς Ισαάκ στην πράξη. Ζούσε με απόλυτη πτωχεία στην ησυχία. Υπήρξε πολύ αγωνίστρια και κατανυκτική. Πληροφορίες γι’ αυτήν πήραμε από το Ιερόν Κοινόβιο «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» Οινουσσών Χίου.
Στο παράρτημα δημοσιεύουμε αποσπάσματα από επιστολές της οσίας μητρός προς κάποιον ιερομόναχο.
Αποσπάσματα από αλληλογραφία
της Γεροντίσσης Εύπραξίας του Ιωσήφ
προς Ιερομόναχο τινά
Διαβάζοντας κανείς γεύεται τη γλύκα της κατανυκτικής της καρδιάς…
«…Ο Θεός Τατλή Ιησούς μας, Παναγία Θεοτόκος μας, Μητέρα μας να γίνη, να προστατεύη πάντοτε, να φυλάγη, μέσα στην καρδιά σου να καθίση. Κάθε λεπτό να του πής. Τατλή Ιησούμ! άχ Τατλή Ιησούμ, τατλή Βασιλέμ. Θεοτόκος μας να το πής. Να κλαις από τη φωτιά στην καρδιά σου, την αγάπη σου στο Χριστό μας, ν’ ανάψη μέσα σου. Αχ, άχ, άχ κάθε αναπνοή σου. Αμάν. Εγώ αμαρτωλή εύχομαι νύκτα – ημέρα με θερμά δάκρυα. Είμαι υποχρεωμένη, είμαι φορτωμένη. Πως να το δώσω τον Θεόν λόγια. Ελεημοσύνη τρώγω. Κλαίω άχ, άχ πολύ παρακαλώ, να μή λησμονάς το όνομά μου να μνημονεύης. Εάν ακούσης πέθανε Ευπραξία, ένα 40λείτουργο να κάμνης, θα με πάρης από την κόλαση. Είμαι στον κόζμο κολαζμένη. Δεν είμαι άκξια να πάγω Παράδεισος. Το δικό σας προσευχή, ευσπλαχνία του Τατλή Ιησού μας ελπίζω».
«…Τατλή Ιησού μας να έλθη (στην) καρδιά σου ν’ ανάπψη μέσα σου, να γίνης φως, να καταλάβης Τατλή Ιησού μας… που κάμνεις προσευχή με το κομβοσχοίνιον «Κύριε, Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησον ημάς». Αυτά να λες να εύρης γλύκα (απόγλυκα) να κλαις νύκτα ημέρα, όλο το σώμα ν’ αγιάζης, να καταλάβης εάν τατλή Ιησού μας έρχεται καρδιά σου, αυτή γίνι (γίνεται), το σώμα γίνι (γίνεται) σαν λάστιχο. Βγαίνει κοζμικό σώμα, έρχεται άγιο σώμα. Το σώμα λέγει, δουλεύει σαν το ωρολόγιον. Κύριε Ιησού μου, Χριστέ μου, Υιέ του Θεού ελέησον ημάς, λέγει μέσα σου. Όλο το σώμα δε σταματάγει. Αυτά τα κερδίζεις με σιωπή, σκοτεινά, ούτε φως να γίνη. Σκέπασε (με) το κουκούλιον το πρόσωπόν σου να πής την ευχή. Το σώμα αγιάζει, νεκρό γίνεται.
Τότε να ιδής τι εστάνη (αισθάνεσαι), τον άγιο Γέροντά μας. Προσευχή να βοηθήση να κατοίκηση μέσα στον Τατλή Ιησούς μας. Αμήν.
Εγώ αμαρτωλή εύχομαι χρυσό παιδάκι μου… να γίνη μέσα σου φως. Ο πειραζμός να φοβηθή κοντά σου, να μην έλθη να κάπψη (να καή).
Εγώ έδωσα ο Θεός πλούτον, και εγώ τον Θεόν αγάπη έδωσα, τον Θεόν υπακουγή τον Γέροντα μου.
Άγιος Γέροντας μου έταξε. Μη φοβάσαι, εγώ θα (σε) κοιτάξω. Θα φορέσω κοζμικά ρούχα, θα δουλέψω να σε κοιτάξω. Που είναι; Από μένα πρώτα πέθανε. Άγιασε….
Έως τώρα ο Θεός δε με άφησε, αλλά πολλά υπόφερα από τον αγώνα. Τώρα γραία είμαι, άρρωστη είμαι, βροχικό άσθμα έχω.
[Τατλη Ιησουμ = γλυκύς Ιησούς]
Δωρεάν πολλά (μου) έδωσε ο Θεός. Ολόκληρο το σώμα μου λέγει (την) ευχή. Από την γλύκα της ευχής ανάβει μέσα μου. άχ, άχ, άχ Τατλή Ιησούμ κλαίω, δε μπορώ, πάρτο ψυχή μου, πάρτο, κλαίω δεν είμαι άξια να πώ την ευχή, κλαίω.
Πηγή: Ιερομονάχου Δημητρίου Καββαδία «Μοναζουσών Σύναξις», θαυμαστόν γυναικείον γεροντικόν του εικοστού αιώνος, Αθήνα 2005-ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Η ΑΓΙΑ ΚΙΚΙΛΙΑ Η ΡΩΜΑΙΑ +22 Νοεμβρίου



site analysis



Εικόνα 4 από 9
Άγγελον ειρήνης, πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των σωμάτων ημών παρά του Κυρίου αιτησώμεθα". 

Έτσι δέεται η Εκκλησία, γιατί είναι πίστη πως ένας άγιος Άγγελος του Θεού φυλάγει και παραστέκει κάθε πιστό.
Αυτή την πίστη την βλέπομε αισθητή πραγματικότητα στη ζωή της αγίας παρθενομάρτυρος Κικιλίας, που είναι από τα αγνότερα και ευωδέστερα θύματα της πίστεως και της οποίας η Εκκλησία σήμερα γιορτάζει την μνήμη. 
Έβλεπεν η αγία του Θεού τον φύλακα Άγγελό της, που την προστάτευε και την ωδηγούσε στον βίο της.
Η παρουσία του αγίου Αγγέλου την ετήρησε μέχρι τέλους αγνή για να γίνη προσφορά και θυσία στον ουράνιο νυμφίο της λογική και ευάρεστη.
Μας δίνει μεγάλη ηθική δύναμη στους πειρασμούς και στους κινδύνους του κόσμου να επαναλαμβάνωμε την προσευχή:
"Άγιε Άγγελε ... μη εγκαταλίπης με τον αμαρτωλόν, μηδέ αποστής απ’ εμού...".
Οι Άγιοι Κιλικία, Βαλεριανός και Τιβούριος, έζησαν τον 3ο αιώνα μετά Χριστόν. 
Οι γονείς της Κικιλίας ήταν ειδωλολάτρες, από τους πιο ευγενείς και επισήμους. 
Αλλ’ η κόρη τους άκουσε τη διδασκαλία του Χριστού, την αγάπησε και βαπτίστηκε.
Μετά από λίγο την πάντρεψαν με τον Βελεριανό, νέο με ευγενικά αισθήματα πού με την επίδραση της εκλεκτής συζύγου, ασπάσθηκε και αυτός την χριστιανική θρησκεία. 
Κατόπιν μάλιστα, και οι δύο μαζί, έφεραν στο χριστιανισμό και τον αδελφό του Βαλεριανού Τιβούρτιο. 
Κατά τον διωγμό εναντίον των χριστιανών επί Διοκλητιανού, απειράριθμοι υπήρξαν αυτοί που ακολούθησαν το δρόμο του μαρτυρίου.
Έτσι και η Κικιλία, ο Βαλεριανός και ο Τιβούρτιος δεν φρόντισαν να κρυφτούν.
Φανερά παρηγορούσαν τις χήρες και συντηρούσαν τα ορφανά των μαρτύρων, ακόμα και περισυνέλεγαν τα λείψανα τους και τα έθαβαν με ευλάβεια.
Όταν τους έπιασαν για το έργο πού έκαναν, ομολόγησαν με θάρρος την πίστη τους και θανατώθηκαν με αποκεφαλισμό.
Η εκκλησία της Ρώμης θρήνησε τη μεγάλη απώλεια, και έθαψε τα λείψανα τους με μεγάλη ευλάβεια.
Η μνήμη της τιμάται στις 22 Νοεμβρίου.
ΠΗΓΗ.ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΓΥΝΑΙΚΑ

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

Η Χρυσταλλού και το θαύμα του Αποστόλου Ανδρέα



site analysis


Μιά φορά, ήταν μιά γυναίκα που την έλεγαν Χρυσταλλού. Τούτη η γυναίκα στον κόσμο είχε μόνο ένα γιό.Κι ήταν έξυπνος-έπαιρνε τα γράμματα πολλά-κι όμορφος και ζωηρός.
Μιάν ημέρα, μάνα μου, εβγήκαν οι Τούρκοι κι είδαν το παιδί πως ήταν παλλικάρι κι επήραν το.Από τότε η μάνα του… μέρα-νύκτα έκλαιε.
-Α, το γιό μου, α το γιό μου…Απόστολε Αντρέα μου, φανέρωσε μου τον, Απόστολε Αντρέα μου…
Μιά νύχτα πήγε ο Απόστολος Αντρέας και της λέει:
-Τι έχεις και κλέεις;
-Τι έχω; Μου κλέψαν το παιδάκι μου και δεν ηξέρω που ένι.Τον σκότωσαν; Ζεί; Τι τον εκάμαν δεν ηξέρω.
-Να μην μαραζώνεις, της λέει, τον έχουν πολλά καλά.Να μην κλέεις και σε δέκα χρόνους από τώρα να πάεις στο Μοναστήρι μου στην Καρπασία και θα τον εύρεις.
Έκτοτε σιώπησε η κακορίζικη, πήρε παρηγοριά.Πέρασε ένας χρόνος, άλλος ένας χρόνος…Τέλος πάντων να μην τα πολυλογούμε, τελείωσαν οι δέκα χρόνοι.Ετοιμάστηκε η Χρυσταλλού κι έπιασε τα τάματα που έταξε στον Απόστολο Αντρέα και πήγε στο Μοναστήρι του στην άκρη της Κύπρου.Πήρε πρόσφορα, άναψε λαμπάδες, έκαμε γιορτή, παράκληση, λειτουργήθηκε, μετάλαβε και βγήκε έξω από την εκκλησία.Είχε έγνοια, παρατηρούσε…Έρχονταν ξένοι πολλοί.Από ένα καράβι κατέβηκαν κάμποσοι κι ένας αξιωματικός των Τούρκων, ψηλός, όμορφος, λεβέντης.Παρατηρεί, εγνώρισεν την εκείνος.”Είναι η μάνα μου, λαλεί τούτη”!Πάει κοντά και της λέει:
-Ε, ποιά είσαι εσύ;
-Εκλέψαν μου το γιό μου, γιέ μου, εκλέψαν μου τον, εσκοτώσαν μου τον, τι τον εκάμαν δεν ηξέρω.Μου είπε όμως ο Απόστολος Αντρέας να’ ρτω σε δέκα χρόνους και θα τον εύρω.
-Θένα τον αναγνωρίσεις; Λαλεί της.Έχει τόσον καιρό να τον δεις.
-Θένα μου βοηθήσει, γιέ μου, ο Απόστολος Αντρέας να τον αναγνωρίσω.
Δεν έχει κανένα σημάδι πάνω του; Λαλεί της.
-Πάνω στο πόδι του.Από τον καιρό που ήταν μωρό, καθώς έπαιζε κοντά στη νεστιά, εκύλισ’ ένα κάρβουνο πάνω στο πόδι του.Μέχρι ν’ αρχίσει φωνές, μέχρι να πάω κοντά, κάηκε και σούρωσε.Τον πήρα στο γιατρό και του έβαλε κάτι πάνω και γλύκανε ο πόνος, και λίγο-λίγο υγίανε.Τού έμεινε όμως σημάδι.
-Έχω κι εγώ λαλεί της, ένα σημάδι.Σηκώνει τα ρούχα του…αρχίνησε κλάματα.
-Γιέ μου, λαλεί του, μα είσαι εσύ;
-Εγώ είμαι! Και λούστηκαν στο κλάμα.
Μάνι-μάνι πήγε κι αγόρασε ρούχα χριστιανικά για να βγάλει τα τούρκικα και πήγε εις τους παπάδες και τους είπε την ιστορία του.
-Να έρθετε να με διαβάσετε, να με λειτουργήσετε να φωρέσω τα ρούχα μου τα χριστιανικά, γιατί ηύρα τη μάνα μου.
Ήρθαν, εδιαβάσαν τον, ελειτουργήσαν τον, εκοινωνήσαν τον κι έκαψε τα ρούχα τα τούρκικα κι εφόρεσε τα ρωμεΐκα.

Είδες ο Απόστολος Αντρέας…!Πρέπει να’ χεις πίστη πάνω σου για να σε ακούει ο αφέντης μου ο Θεός.Πίστη και καλοσύνη.

Κυπριακό λαϊκό διήγημα βασισμένο σε αληθινή ιστορία
Μεταφέρθηκε σε γραπτό λόγο από τον Χαράλαμπο Επαμεινώνδα