Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Οι Αγίες Μυροφόρες



site analysis



 Επιμέλεια: Θοδωρής Ρηγινιώτης



ΟΙ ΑΓΙΕΣ ΜΥΡΟΦΟΡΕΣ

1.    Η Μαρία η Μαγδαληνή (Μάρκ. 16, 9 και Ιω. 20, 1-18), για την οποία συμφωνούν όλοι ή δεν προσθέτουν κάτι καινούργιο: ο Κύριος τη θεράπευσε από 7 δαιμόνια, κατά το Λουκ. 8, 2 και Μάρκ. 16, 9. Ενδιαφέρον: κατά τον άγιο Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο (Εκκλησιαστική Ιστορία, 14ος αιώνας) «κάποιοι» θεωρούσαν πως είναι η κόρη της Χαναναίας του Ματθ. 15, 21-28. Πάντως η ιδέα ότι ήταν πόρνη που μετανόησε δεν υπάρχει καθόλου στα ευαγγέλια, ούτε στην παράδοση της Ορθοδοξίας. Μας ήρθε από τη δύση.

2.    Η Σαλώμη, σύζυγος του Ζεβεδαίου, μητέρα των αποστόλων Ιακώβου και Ιωάννη και, όπως είπαμε, κόρη του αγίου Ιωσήφ. «Όχι η μαία» (Κοσμάς Βεστίτωρ). «Η μαία και μήτηρ υιών Ζεβεδαίου» (Συμεών Μάγιστρος και Λογοθέτης). Ο Χρυσόστομος δεν προσθέτει κάτι. Άποψή μου: ισχύει το «όχι η μαία». Η μαία Σαλώμη (που τη βρήκε ο Ιωσήφ και την έφερε στη φάτνη, εκεί δυσπίστησε για την αειπαρθενία της Θεοτόκου –ότι δηλαδή είχε μείνει παρθένος μετά τη γέννηση– και θέλησε να τη διαπιστώσει βάζοντας το χέρι της, το οποίο παρέλυσε ώσπου αναίρεσε την άποψή της) αναφέρεται στο ορθόδοξο απόκρυφο «Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου» και, αν υπήρξε, σαφώς δεν αναφέρεται ως κόρη του Ιωσήφ, αλλά ως θεία της Παναγίας.

3.    Η Μαρία Ιακώβου, «μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή» ή «του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή» (βλ. Ματθ. 27, 55-56 και 61, καθώς και 28, 1-10, Μάρκ. 15, 40-41, και 16, 1 και 9). Κατά κάποιους πρόκειται για την Παναγία και χαρακτηρίζεται έτσι ως θετή μητέρα των δύο γιων του Ιωσήφ.

4.    Η μήτηρ Ιωσή. Ο Χρυσόστομος πιστεύει ότι έχουμε δύο Μαρίες, άλλη η «μητέρα του Ιακώβου» κι άλλη η μητέρα «του Ιακώβου του μικρού» (Μάρκ. 15, 40-41 και 47: «μήτηρ Ιωσή»), που πιστεύει πως δε μπορεί νά ’ναι ο αδελφόθεος, ο οποίος ήταν μέγας, όχι μικρός. Η πρώτη είναι η Παναγία και η δεύτερη η σύζυγος του Ιούδα του αδελφόθεου. Κατά το Συμεώνα το Μάγιστρο και Λογοθέτη η «Μαρία Ιακώβου του μικρού» ήταν η σύζυγος του αδελφόθεου Ιούδα, αλλά η «μήτηρ Ιωσή» ήταν άλλη: κόρη της Σαλώμης της εξαδέλφης της Θεοτόκου, η οποία ανέθρεψε τον Ιωσή (τον αδελφόθεο;), γι’ αυτό χαρακτηριζόταν μητέρα του.

5.    Η Ιωάννα (Λουκ. 24, 10), πιθανόν να ήταν η σύζυγος του Χουζά, αξιωματούχου του Ηρώδη (Λουκ. 8, 3). Κατά το Συμεώνα το Μάγιστρο και Λογοθέτη όμως ήταν η γυναίκα του αποστόλου Πέτρου. Ο Χρυσόστομος αγνοεί τη βιογραφία της και τη χαρακτηρίζει «Ιωάνναν τινά».

6.    Η Σουσάννα (Λουκ. 8, 3), για την οποία κανείς δε δίνει επιπλέον στοιχεία.

7.    Η Μαρία του Κλωπά (Ιω. 19, 25), που θεωρείται ετεροθαλής αδελφή της Παναγίας. Ο Κλωπάς ήταν αδελφός του αγίου Ιωακείμ, που πέθανε άτεκνος. Έτσι ο Ιωακείμ πήρε τη σύζυγό του, Άννα, για να «αναστήσει σπέρμα στον αδελφό του» κατά το εβραϊκό έθιμο, και γέννησαν τη Μαρία, «θυγατέρα Κλωπά κατά χάριν» (Hippolytus Thebanus, lib. reg. 1296). Μετά το θάνατο της Άννας του Κλωπά, ο Ιωακείμ παντρεύτηκε την αγία Άννα. Συμφωνεί και ο Χρυσόστομος. Ο Συμεών ο Μάγιστρος γράφει: «αδελφή της Μητρός του Κυρίου, θυγάτηρ Ιωσήφ». Μάλλον ήθελε να γράψει Ιωακείμ κι έγραψε κατά λάθος Ιωσήφ.

* Ο Χρυσόστομος, απαριθμώντας πόσες Μαρίες συναντάμε, αναφέρει και τις αδελφές του Λαζάρου Μάρθα και Μαρία. Δε διευκρινίζει όμως αν τις θεωρεί μυροφόρες. Υποθέτω όχι, γιατί δεν τις αναφέρει κανείς ευαγγελιστής στη διήγηση της ανάστασης.

Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή

Με τη βιογραφία της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής δεν ασχολούνται οι ιστορικοί και Πατέρες των πρώτων αιώνων, οι οποίοι ωστόσο την εκτιμούν βαθύτατα (από το Χρυσόστομο π.χ., χαρακτηρίζεται σπουδαιοτάτη, τέτραθλος και ανδρεία γυνή), αλλά πολύ μεταγενέστερα οι βυζαντινοί ιστορικοί Γεώργιος Κεδρηνός, άγιος Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος και άγιος Μόδεστος Κων/λεως. Απ’ αυτούς βρήκα μόνο τον Κάλλιστο, που αναφέρει στην Εκκλησιαστική Ιστορία του ότι ταξίδεψε στη Ρώμη, όπου ζήτησε και πέτυχε (με απευθείας εισήγηση στον αυτοκράτορα Τιβέριο) τη θανατική καταδίκη των τριών βασικών ενόχων της σταύρωσης του Χριστού, Πιλάτου, Άννα και Καϊάφα. Κατόπιν επέστρεψε στην Παλαιστίνη, έζησε λίγα χρόνια κοντά στην Παναγία, καταδιώχθηκε από τους Ιουδαίους και εξορίστηκε στη Μασσαλία μαζί με τον απόστολο Μάξιμο (από τους 70 αποστόλους, δηλ. τον ευρύτερο κύκλο των μαθητών του Χριστού), συνεργάστηκε με τον Πέτρο, έδρασε ως απόστολος σε Αίγυπτο, Συρία και Φοινίκη και ολοκλήρωσε τη ζωή της στην Έφεσο, κοντά στον Ιωάννη, όπου και υπήρχε ο τάφος με το λείψανό της, που μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 890 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Λέοντα Στ΄ το Σοφό, όπως και το λείψανο του αγίου Λαζάρου από την Κύπρο.
Αυτή η σύνδεση Μαγδαληνής και Λαζάρου συνέβαλε στη σύγχυση της αγίας με την πόρνη του ευαγγελίου, που άλειψε με μύρο (άρωμα) τα πόδια του Κυρίου ζητώντας συγχώρεση. Κάτι παρόμοιο είχε κάνει μια άλλη αγία Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, μετά την ανάσταση του αδελφού της. Έτσι οι δύο Μαρίες ταυτίστηκαν κατά λάθος και μαζί μπερδεύτηκαν με την πόρνη της άλλης περίπτωσης. Η πόρνη (στην οποία είναι αφιερωμένη η βραδινή ακολουθία της Μ. Τρίτης και το περίφημο τροπάριο της αγίας Κασσιανής) δεν αναφέρεται πώς ονομαζόταν.
Η υπόθεση για καταδίκη του Πιλάτου κ.λ.π. δε μου φαίνεται πιθανή, γιατί θα προκαλούσε σάλο και θυελλώδεις αντιδράσεις των Ιουδαίων της Ρώμης, που θα ήταν γνωστά και από ρωμαϊκές πηγές και πιθανόν να επηρέαζαν τη στάση του ρωμαϊκού κράτους κατά τους διωγμούς εναντίον των χριστιανών που επακολούθησαν (ή μήπως την επηρέασαν αρνητικά;). Άλλωστε, κατά τον Ευσέβιο Καισαρείας (Εκκλησιαστική Ιστορία, 4ος αιώνας), ο Πιλάτος εξορίστηκε από τον Καλιγούλα και αυτοκτόνησε στην εξορία. Ίσως όμως το ταξίδι στη Ρώμη να έχει ιστορική βάση… Ας θυμηθούμε πως ο απόστολος Παύλος, στο τέλος της επιστολής «προς Ρωμαίους» (κεφ. 16, στίχ. 6) γράφει «χαιρετίστε τη Μαριάμ, που πολύ κουράστηκε για μας». Μήπως αυτή η Μαριάμ είναι η Μαρία η Μαγδαληνή και ζούσε τότε στη Ρώμη;
Σ’ αυτά τα θέματα νομίζω πως η έρευνα είναι δύσκολη και δε μπορεί να υπάρξει ποτέ σιγουριά. Πάντως πρόκειται για μια μεγάλη αγία της Ορθοδοξίας και, ως γνωστόν, η εκκλησία της βρίσκεται στη Νέα Μαγνησία, έξω απ’ το Ρέθυμνο.

Οι Άγιες 6 Παρθενομάρτυρες του Γεροπλατάνου Χαλκιδικής (Μνήμη Α΄ Κυριακή εκάστου Μαΐου)



site analysis



Πριν από λίγες μέρες έπεσε στα χέρια μας ένα μικρό σε μέγεθος βιβλιαράκι, πολύ σημαντικό όμως σε πνευματική αξία και πολλές πληροφορίες για το βίο των 6 Παρθενομαρτύρων αλλά και για όλους τους γνωστούς Αγίους οι οποίοι μαρτύρησαν δια πυρός.
Στο βιβλίο γίνεται αναφορά και στα επώνυμα των αγίων Παρθενομαρτύρων αλλά και στο χριστιανικό τέλος και της 7ης κοπέλλας την οποία ανάγκασαν να παντρευτεί με Τούρκο αλλά η οποία παρέμεινε, έζησε και πέθανε χριστιανή.
Το βιβλίο συνέγραψε ο πολύ δραστήριος -εξ Αγίου Όρους προερχόμενος- Πρωτοσύγκελλος και Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου· αρχιμ. Χρυσόστομος Μαϊδώνης.
Τίτλος δε του βιβλίου: «Το μαρτύριο της φωτιάς – Το μαρτύριο των έξι Παρθενομαρτύρων του Γεροπλατάνου Χαλκιδικής (1854)», το οποίο είναι έκδοση του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Γεροπλατάνου Χαλκιδικής.
Ένα πολύ μικρό απόσπασμα μοιραζόμαστε μαζί σας.
***
Τον Απρίλιο του 1854 εκδηλώδηκε στη Χαλκιδική Επανάσταση με επικεφαλής τον καπετάν-Τσάμη Καρατάσο. Η Επανάσταση απέτυχε. Στις 22 Απριλίου σφαγιάσθηκαν οι 30 πρόκριτοι του Πολυγύρου. Οι καταστροφές και οι σφαγές επεκτάθηκαν και στην υπόλοιπη Χαλκιδική. Στο Γεροπλάτανο 7 κοπέλλες κλείσθηκαν στο μύλο του Τσάμη. Οι Τούρκοι τις περιεκύκλωσαν και ζήτησαν απ΄ αυτές να αλλαξοπιστήσουν. Οι 6 παρέμειναν ακλόνητες και ομολόγησαν την πίστη τους στο Χριστό. Οι Τούρκοι έβαλαν φωτιά και τις έκαψαν ζωντανές. Το «διά πυρός» μαρτύριό τους τις κατατάσσει στο νέφος των Νεομαρτύρων και αποτελεί παράδειγμα πίστεως και ομολογίας. Όπως το κερί φωτίζει λιώνοντας, έτσι έλιωσαν μέσα στο καμίνι της φωτιάς και μας φωτίζουν. Εξάφωτη λυχνία, η εξάδα των μαρτύρων. Φωτιά, φως και χρυσάφι. Που κάηκαν, που φωτίζουν, που μας πλουτίζουν. Τιμώνται ιδιαίτερα από την Ενορία του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Γεροπλατάνου Χαλκιδικής την πρώτη Κυριακή του Μαΐου.
Απολυτίκιον των Παρθενομαρτύρων
Ήχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον Λόγον
Νεομάρτυρες Κόραι Χριστού της πίστεως, Γεροπλατάνου Παρθένοι υπέρ Χριστού του Θεού αι καυθείσαι εν τω μύλω και αγνότητος άρτι οφθείσαι καλλοναί, δυσωπείτε εκτενώς, Νεανίδες εξ, Νυμφίον υμών ουράνιον πέμψαι υμάς τιμώσι μέγα έλεος.
Απολυτίκιον Νεομαρτύρων
Ήχος γ΄. Θείας πίστεως
Νέοι μάρτυρες, παλαιάν πλάνην, καταστέψαντες ύψωσαν πίστιν, των Ορθοδόξων, και στερώς ηγωνίσθησαν την γαρ ανόμων θρησκείαν ελέξαντες εν παρρησία Χριστόν ανεκήρυξαν, Θεόν τέλειον. Και νυν απαύστως πρεσβεύουσι δωρήσασθαι ηνμίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ΄. Τη Υπερμάχω
Γεροπλατάνου ευκλεείς Παρθενομάρτυρας, τας εξαρίθμους του Χριστού αμνάδας μέλψωμεν την ατίμωσιν φυγούσας και εν τω μύλω τας κλεισθείσας και καυθείσας ώσπερ φρύγανα και καλάμη ευσχημόνως μελωδήσωμεν πόθω κράζοντες· Χαίροις, σέλας αγνότητος.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις, Νεανίδων εξάς κλεινή του Γεροπλατάνου, η καυθείσα ανηλεώς εν τω μύλω κώμης διά Χριστού την πίστην και σου της παρθενίας πάλλευκον ένδυμα.
Σημείωση: Το Απολυτίκιον, το Κοντάκιον και Μεγαλυνάρον για τις Παρθενομάρτυρες είναι ποίημα του του Καθηγητού και Υμνογράφου κ. Χαραλάμπου Μπούσια.
Πηγή: αρχιμ. Χρυσοστόμου Μαϊδώνη· Πρωτοσυγκέλλου-Ιεροκήρυκος Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου, Το μαρτύριο της φωτιάς – Το μαρτύριο των έξι Παρθενομαρτύρων του Γεροπλατάνου Χαλκιδικής (1854), Έκδοση Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Γεροπλατάνου, Γεροπλάτανος 2012

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΜΑΥΡΑ



site analysis


ΑΓΙΑ ΜΑΥΡΑ
Η Αγία Μεγαλομάρτυς Μαύρα από τον 14ο αι. μ.Χ. (1331) θεωρείται και τιμάται ως πολιούχος της πόλης της Λευκάδας, η οποία παλιότερα ονομαζόταν «Αγία Μαύρα». Μέσα στο Φράγκικο Κάστρο, στα Βόρεια του νησιού, υπήρχε μεγαλοπρεπής ναός της Αγίας, που καταστράφηκε στα 1810, καθώς οι Άγγλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν το Φρούριο. Σήμερα, ένα μικρό εκκλησάκι προς τιμήν της Αγίας Μαύρας και του συζύγου της, Αγίου Τιμοθέου, υπάρχει στην θέση παλιού προμαχώνα του Φρουρίου, ο οποίος διαμορφώθηκε το 1886 σε ναό για να καλύπτει τις λατρευτικές ανάγκες όσων από τους Ορθοδόξους κατοίκους του Κάστρου είχαν απομείνει. Ο ναός αποτελεί εξωκκλήσιο της ενορίας Ευαγγελιστρίας (Μητροπόλεως) της πόλης της Λευκάδας και κάθε χρόνο, στο πανηγύρι της Αγίας, συρρέουν πλήθη προσκυνητών. Στο ναό της Ευαγγελιστρίας φυλάσσεται μάλιστα και παλαιά εικόνα της Αγίας, τοποθετημένη σέ ειδικό προσκυνητάριο.
Η Αγία Μαύρα ήταν σύζυγος του Τιμοθέου, αναγνώστη και κήρυκα του Ευαγγελίου στην Εκκλησία των Παναπέων, μίας κωμόπολης στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου.
Είκοσι μόλις μέρες μετά τον γάμο των δυο νέων, ο Τιμόθεος συκοφαντήθηκε από ειδωλολάτρες και. οδηγήθηκε στον ηγεμόνα της Θηβαΐδας, τον Αρριανό. Εκείνος, εκτελώντας διάταγμα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, τού ζήτησε νά παραδώσει τα ιερά βιβλία που χρησιμοποιούσε για να διδάσκει. τους Χριστιανούς. Ο Τιμόθεος όμως αρνήθηκε να τα παραδώσει, λέγοντας ότι τα θεωρεί παιδιά του πνευματικά, ότι στηρίζεται πάνω σ” αυτά και ότι φρουρείται από τους αγγέλους, που καλεί σε βοήθειά του η δύναμη της διδασκαλίας του Χριστού, που περιέχεται στα βιβλία αυτά.
Ό Άρριανός εξοργίστηκε πάρα πολύ καί διέταξε τούς δημίους νά τόν ύποβάλουν σέ φρικτά βασανιστήρια. Καί οί δήμιοι άρχισαν τό άνόσιο έργο τους: Πρώτα πρώτα έβαλαν μέσα στά αύτιά τού Μάρτυρα πυρακτωμένα σίδερα, μέ άποτέλεσμα νά λιώσουν οί κόρες τών ματιών του καί νά πέσουν στό έδαφος. Στή συνέχεια έδεσαν τούς άστραγάλους πάνω σέ τροχό βασανιστηρίων καί σφράγισαν τό στόμα του μέ φίμωτρο. Έπειτα έδεσαν μιά βαριά πέτρα στόν τράχηλό του καί τόν κρέμασαν σέ ένα δέντρο. Όλα αύτά τά βασανιστήρια ό Τιμόθεος τά ύπέμενε μέ άκρα ύπομονή καί γενναιότητα.
Ό Μάρτυρας λοιπόν δέν ύποχωρούσε, παρά τά φοβερά βασανιστήρια, στήν προσταγή τού Άρριανού νά παραδώσει τά ίερά βιβλία. Εκείνος τότε, αφού σκέφτηκε ότι θά μπορούσε νά εξαπατήσει την Αγία Μαύρα, την σύζυγο τού Μάρτυρα, προσπάθησε μέ κολακείες νά τήν κάνει νά λατρεύσει τά είδωλα. Ή Αγία δέν ύποχώρησε στίς κολακείες, αλλά ύπάκουσε στήν συμβουλή τού συζύγου της Τιμοθέου καί ομολόγησε μέ θάρρος μπροστά στόν ηγεμόνα ότι είναι Χριστιανή.
Εκείνος τότε φούντωσε από τήν οργή του καί παρέδωσε τήν αγία στά βασανιστήρια. Πρώτα πρώτα, λοιπόν, της ξερρίζωσαν τίς τρίχες τού κεφαλιού της καί στή συνέχεια της έκοψαν τά δάχτυλα. Έπειτατήν βύθισαν ολόκληρη μέσα σέ ένα καζάνι γεμάτο νερό πού κόχλαζε. Επειδή όμως η Αγία, αν καί ήταν μέσα στό βραστό νερό, δέν έπαθε τό παραμικρό έγκαυμα, ο Άρριανός σχημάτισε τή γνώμη ότι τό νερό δέν ήταν θερμό, αλλά ψυχρό. Έτσι, γιά νά τό διαπιστώσει, πρόσταξε νά τού ραντίσουν τό χέρι. Τότε ή Αγία πήρε μέ τή χούφτα της νερό καί τό έριξε πάνω στό χέρι του. Τό νερό αύτό ήταν τόσο καυτό, ώστε νά διαλυθεί τό δέρμα τού ήγεμόνα.
Παρ” όλα αύτά, έκεινος δέν σταμάτησε καί διέταξε νά σταυρώσουν καί τούς δύο Αγίους. Πάνω στο σταυρό, ο ένας παρότρυνε τόν αλλον νά ύπομένει καρτερικά τά βασανιστήρια καί νά μήν ύποχωρήσείι.
Ένώ ή Αγία Μαύρα ήταν κρεμασμένη στό σταυρό, τήν πλησίασε -σάν σέ έκσταση- ο διάβολος, προσφέροντάς της ένα ποτήρι γεμάτο μέ μέλι καί γάλα. Τής συνιστούσε μάλιστα νά τό πιει γιά νά μήν φλογίζεται από τή δίψα. Ή Αγία όμως, φωτισμένη από τόν Θεό, κατάλαβε τήν πανουργία τού διαβόλου καί μέ τήν προσευχή της τόν έδιωξε. Ό παγκάκιστος χρησιμοποίησε όμως καί αλλο τέχνασμα. Φάνηκε στήν Αγία ότι τήν μετέφερε σέ ένα ποτάμι απ” όπου έτρεχε μέλι καί γάλα καί τής πρότεινε νά πιει. Εκείνη όμως, μετά από θε!ο φωτισμό, είπε: «Δέν πρόκειται νά πιω απ” αυτά. Θά πιω από τό ουράνιο ποτήρι πού μου πρόσφερε ο Χριστός». Έτσι, ο διάβολος έφυγε απ” αύτήν νικημένος καί καταντροπιασμένος.
Τότε παρουσιάστηκε στήν αγία αγγελος Θεού, ο όποιος τήν πήρε από τό χέρι, τήν οδήγησε στόν ούρανό καί, αφού τής έδειξε έναν θρόνο μέ μιά στολή λευκή πάνω σ” αύτόν καί ένα στεφάνι, τής είπε: «Αύτά έτοιμάστηκαν γιά σένα». Στή συνέχεια, αφού τήν οδήγησε ακόμη ψηλότερα τής έδειξε αλλον θρόνο καί στολή καί στεφάνι, τής είπε πάλι: «Αυτά προορίζονται γιά τόν άντρα σου. Ή διαφορά του τόπου δηλώνει τό γεγονός ότι ο άντρας σου υπήρξε ή αιτία τής σωτηρίας σου».
Μετά από εννιά μέρες παρέδωσαν και οι δύο την ψυχή τους στον Κύριο.
ΠΩΣ ΕΦΤΑΣΕ Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΥΡΑΣ ΣΤΗΝ ΛΕΥΚΑΔΑ
Το 1331 το νησί της Λευκάδας περνάει στην κυριαρχία του Ανδηγαυού (Φράγκου) ηγεμόνα Βάλτερου Βρυέννιου. Οι Ανδηγαυοί κατάγονταν από την κωμόπολη Sainte Maure (Αγία Μαύρα), που βρισκόταν στο νομό Intre et Loir της σημερινής Γαλλίας. Φτάνοντας στο νησί, του έδωσαν το όνομα της μακρινής πατρίδας τους και έχτισαν μικρό ναό, ρωμαιοκαθολικού δόγματος, αφιερωμένο στο όνομα της Αγίας Μαύρας.
Στα μέσα του 15ου αιώνα -130 χρόνια αργότερα – έφτασε στο νησί η Ελένη Παλαιολογίνα, κόρη του Θωμά Παλαιολόγου και σύζυγος του δεσπότη της Σερβίας Λαζάρου Βούκοβιτς. Σκοπός του ταξιδιού της ήταν ο γάμος της κόρης της, Μελίσσας, με τον Δούκα της Λευκάδας, Λεονάρδο Γ” τον Τόκκο. Στην πορεία τους προς το νησί κινδύνεψαν από σφοδρή θαλασσοταραχή. Η ευσεβής Ελένη τάχθηκε στην Αγία Μαύρα, προς το νησί της οποίας κατευθυνόταν, να σωθεί και να της φτιάξει ναό.
Πράγματι, σώθηκε και έχτισε τον περικαλλή ορθόδοξο ναό της Αγίας Μαύρας. Επίσης, έχτισε ή ανακαίνισε και το μοναστήρι της Οδηγήτριας -στην περιοχή της Απόλπαινας. Τελικά, καθώς διηγείται ο χρονικογράφος της Αλωσης, Γεώργιος Σφραντζής, εκοιμήθη στην Αγία Μαύρα, στις 7 Νοεμβρίου 1473, αφού πρώτα είχε καρεί μοναχή, παίρνοντας το όνομα «Υπομονή».
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ήχος Δ’
Μαρτύρων σύλλογος νύν ευφραίνεται
Αγγέλων ασμασι μεγαλύνομεν
την μνήμην ύμών Άγιοι
απαντες μελωδούντες
καί πιστώς έκβοώντες,
χαίροντες” της Τριάδος
Δυάς Μαρτύρων καί κλέος,
Τιμόθεε καί Μαύρα,
ύπέρ ημών αεί πρεσβεύσατε.
(Ερμηνεία:Το σύνολο των Μαρτύρων χαίρεται πάρα πολύ σήμερα. Εμείς υμνούμε με αγγελικούς ύμνους την μνήμη σας, Άγιοι, ψέλνοντας όλοι μαζί και λέγοντας δυνατά με πίστη και με χαρά: Εσείς η δυάδα των Μαρτύρων που ανήκετε στην Αγία Τριάδα και είστε η δόξα Της, Άγιοι Τιμόθεε και Μαύρα, να παρακαλείτε πάντοτε για εμάς.)
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Ζεύγος άγιόλεκτον τού Χριστού, ξυνωρίς άγια ή κηρύξασα τόν Χριστόν, Τιμόθεε μάρτυς, άμα τή λαμπρά Μαύρα, συγχώρησιν πταισμάτων ήμϊν αιτήσασθε.
(Ερμηνεία: Ζευγάρι του Χριστού που έχεις καταταχθεί ανάμεσα στους Αγίους, αγία δυάδα που κήρυξες τον Χριστό, μάρτυρα Τιμόθεε μαζί με την λαμπρή Μαύρα, ζητήστε για χάρη μας (από τον Θεό) να συγχωρεθούν οι αμαρτίες μας).
 H μνήμη των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας τιμάται κάθε χρόνο στις 3 Μαΐου

Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Παρακλητικός Κανών εις την Αγίαν Μεγαλομάρτυρα Ξενίαν



site analysis




(γιορτάζει 3 Μαίου)

Ευλογήσαντος του Ιερέως, το Κύριε, εισάκουσον, μεθ ὃ το Θεός Κύριος, ως συνήθως, και το εξής•

Ήχος δ´. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Την Καλλιπάρθενον Χριστού Αθληφόρον, και Καλαμών την πολιούχον Ξενίαν, ασματικώς τιμήσωμεν βοώντες αυτή• Λύτρωσαι προς σε τους τρέχοντας, πειρασμών τε και θλίψεων, λύσον μαγειών κλοιόν, καθ ἡμῶν κακοβούλων• παρά Θεού γαρ έσχες την ισχύν• και πάσης ρύσαι ανάγκης πρεσβείαις σου.

Δόξα. Όμοιον, η της τυχούσης εορτής.
Των ιαμάτων την πηγήν σε Ξενία, επικαλούμαι ο οικτρός σου οικέτης, μετά Θεόν προσφεύγων νυν τη σκέπη τη ση, και βοώ• Απάλλαξον, των δεινών με προφθάσασα, πονηρών πνευμάτων τε, σαις λιταίς εκ της βλάβης• εξ ανιάτων λύτρωσαι παθών, και νοσημάτων παντοίων και θλίψεων.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Ου σιωπήσωμεν ποτέ Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι, ειμή γαρ συ προιστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων; τις δε διεφύλαξεν έως νυν ελευθέρους; Ουκ αποστώμεν Δέσποινα εκ σου• σους γαρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.

Είτα ο Ν´ Ψαλμός και ο Κανών,ου η ακροστιχίς εν τοις Θεοτοκίοις• «Γεωργίου»

Ωδή α´. Ήχος πλ. δ´. Υγράν διοδεύσας.
Εν ύμνοις και άσμασιν οι πιστοί, δεύτε συνελθόντες ευφημήσωμεν ευλαβώς, Ξενίαν Χριστού την Αθληφόρον, υπέρ ημών αενάως πρεσβεύουσαν.

Τυράννους εξέπληξας τη στερρά, ένδοξε ενστάσει και κατηύφρανας στρατιάν, Μάρτυς των Αγγέλων, μεθ ὧν ήδη, υπέρ ημών τον Σωτήρα ικέτευε.

Την χάριν ως έχουσα προς Θεού, πάσαν αφανίζειν μαγγανείαν των φθονερών, εκ ταύτης τους πόθω σοι δραμόντας και τα παιδία φύλαξον, Ξενία Μάρτυς, πρεσβείαις σου.
Θεοτοκίον.
Γυμνότητι, Μήτερ, των αρετών, χάριτος της θείας εστερήθην του σου Υιού, αυτής ουν αξίωσον τυχείν με, σαις μητρικαίς Παναγία δεήσεσιν.

Ωδή γ´. Ουρανίας αψίδος.
Τω Κυρίω προσήνεγκας εαυτήν άμωμον, θύμα και θυσίαν, σεμνή Ξενία και είληφας, παρά Θεού την ισχύν, καρδιακών σώζειν νόσων, Μάρτυς και φυλάττειν τα τέκνα των δούλων σου.

Εμβληθείσα καμίνω τη του πυρός ήμβλυνας, πάσαν εναντίων, σεμνή Ξενία, την δύναμιν, συμβασιλεύουσα νυν, Χριστώ τω μόνω Δεσπότη, ον υπέρ των δούλων σου Μάρτυς ιλέωσαι.

Τα του κόσμου προείδες και προς Χριστόν έδραμες, όνπερ ως Θεόν εν σταδίω Μάρτυς εκήρυξας• παρ οὗ και χάριν Σεμνή, τους σεληνιαζομένους, είληφας του σώζειν πιστώς σοι πελάζοντας.
Θεοτοκίον.
Εν αγκάλαις ον έσχες τον του παντός Κύριον, Άχραντε παρθένε, ως Μήτηρ όντως ικέτευε, ίνα κινδύνων ημάς, και συμφορών απαλλάξη και πυρός γεένης εν ώρα της κρίσεως.

Διάσωσον παντός κινδύνου, Ξενία, τους σοι δραμόντας, φθονερών μαγγανείας, και δεινών περιστάσεων, λιταίς σου και πάσης εξ ασθενείας.
Πανύμνητε και του Θεού ημών Μήτερ σπλαγχνικωτάτη, ως Υιόν σου Αυτόν Αγνή απαύστως ικέτευε, ρυσθήναι κινδύνων τους σε τιμώντας.
Αίτησις και το Κάθισμα.

Ήχος β´. Τα άνω ζητών.
Στερράν βοηθόν, δεινοίς οι συνεχόμενοι, Ξενία σεμνή, κατέχοντές σε τρέχομεν τη ση σκέπη κράζοντες• Μαγγανείας ρύσαι τους δούλους σου, και νόσων και πάσης οργής, ταις σαις ικεσίαις προς Χριστόν τον Θεόν.

Ωδή δ´. Εισακήκοα Κύριε.
Των τυράννων κατέβαλες, θράσος Καλλιμάρτυς Ξενία πάντιμε, συγχορεύουσα τω Πλάστη σου, ον δυσώπει σώσαι τας ψυχάς ημών.

Εν νυκτί και ημέρα τε, έχειν σε προστάτιν θεομακάριτε, ευλαβώς καθικετεύομεν, οι πιστώς τη σκέπη σου προστρέχοντες.

Παρρησίαν ως έχουσα, πρέσβευε ρυσθήναι τους προσιόντας σοι, φθονερών εκ της κακώσεως, και δαιμόνων βλάβης πανσεβάσμιε.
Θεοτοκίον.
Ως τεκούσαν τον Κύριον, πίστει σε τιμώμεν βοώντες Δέσποινα, πειρασμών και των παθών ημών, και δεινών τον κλύδωνα κατεύνασον.

Ωδή ε´. Φώτισον ημάς.
Στίγμασι σαρκός υπερέλαμψας πανεύφημε, και χάριν έσχες, Μάρτυς, παρά Θεού, εκ πάσης σώζειν μαγείας τους σοι προστρέχοντας.

Πυρ περιφανώς θεϊκής αγάπης φέρουσα, πυρί ριφθείσα πλάνην των ασεβών, Ξενία, έφλεξας σώζουσα τους τιμώντάς σε.

Λίθοις τοις γλυπτοίς ουκ επέθυσας αλλ ἤμβλυνας, βουλάς τυρράνων νόμω τω του Χριστού. Και νυν κινδύνων λυτρούσαι τους σε γεραίροντας.
Θεοτοκίον.
Ρύσαι προσβολής νοητών εχθρών τον δουλόν σου, και ορατών Παρθένε, ότι προς σε, μετά Θεόν την ελπίδα μου ανατίθημι.

Ωδή στ´. Την δέησιν, εκχεώ.
Κατέβαλες εν σταδίω πάνσεμνε, την οφρύν των σων τυράννων Ξενία, και προς Θεού, νίκης στέφος εδέξω, και την ισχύν φυγαδεύειν τους δαίμονας, και χάριν σώζειν εκ φθοράς, τα παιδία ημών ταις πρεσβείαις σου.

Την μνήμη σου τους τιμώντας λύτρωσαι, εκ των νόσων και παθών της καρδίας, ως προς Θεόν, κεκτημένη πρεσβείαν, νευρασθενείας φρικτής τε διάσωσον, και τέκνα φύλαξον ημών, εκ δεινών και κινδύνων και θλίψεων.

Προέκρινας των φθαρτών τα μένοντα, και εχώρησας προς θείον αγώνα, και προς Θεού, χάριν έσχες του λύειν, των φθονερών τας μαγείας πανεύφημε, και σώζειν πάντας εξ αυτών, τους την σην εκζητούντας βοήθειαν.
Θεοτοκίον.
Γαλήνιον εν δεινοίς και άμισθον σε γινώσκοντες λιμένα Παρθένε, εν πειρασμοίς προς την σην ευσπλαγχνίαν, γλυκεία Μήτερ, προστρέχομεν κράζοντες• Σοις δούλοις βράβευσον ημίν, την θερμήν σου Παρθένε βοήθειαν.

Επίβλεψον και τους σους δούλυς εκλύτρωσαι πάσης βλάβης, και εχθρών της επιβουλής, Ξενία, διάσωσον, ως έχουσα προς Θεόν παρρησίαν.

Ανύμφευτε, τη μητρική σου πρεσβεία χρωμένη ρύσαι, των συμφορών και κινδύνων και θλίψεων, τους Σε ως Μητέρα Θεού τιμώντας.

Αίτησις και το Κοντάκιον.


Ήχος β´. Προστασία των Χριστιανών.
Των θαυμάτων ώσπερ εις πηγήν αεί ρέουσαν, τη ση σκέπη, Μάρτυς, ευλαβώς νυν προσφεύγομεν, και βοώμεν ικετικώς δεόμενοι Σεμνή, δεινών λύτρωσαι Θαυματουργέ, ταις σαις προς Κύριον λιταίς, προσβολών τε του δαίμονος, πάσης επαοιδίας, Ξενία, και μαγγανείας, της καθ ἡμῶν των φθονερών, κινουμένης διαφύλαξον.

Προκείμενον.

Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις αυτού.

Στιχ. Τοις Αγίοις τοις εν τη γη αυτού, εθαυμάστωσεν ο Κύριος.

Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Μάρκον (ε´ 24-34).

Τω καιρώ εκείνω και ηκολούθει τω Ιησού όχλος πολύς, και συνέθλιβον αυτόν. Και γυνή τις ούσα εν ρύσει αίματος έτη δώδεκα, και πολλά παθούσα υπό πολλών ιατρών και δαπανήσασα τα παρ ἑαυτῆς πάντα, και μηδέν ωφεληθείσα, αλλά μάλλον εις το χείρον ελθούσα, ακούσασα περί του Ιησού, ελθούσα εν τω όχλω όπισθεν ήψατο του ιματίου αυτού• έλεγεν γαρ εν εαυτή ότι εάν άψωμαι καν των ιματίων αυτού, σωθήσομαι. Και ευθέως εξηράνθη η πηγή του αίματος αυτής, και έγνω τω σώματι ότι ίαται από της μάστιγος. Και ευθέως ο Ιησούς επιγνούς εν εαυτώ την εξ αυτού δύναμιν εξελθούσαν, επιστραφείς εν τω όχλω έλεγε• Τις μου ήψατο των ιματίων; και έλεγον αυτώ οι μαθηταί αυτού• Βλέπεις τον όχλον συνθλίβοντά σε, και λέγεις• τις μου ήψατο; και περιεβλέπετο ιδείν την τοῦτο ποιήσασαν. Ἡ δὲ γυνὴ φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ᾿ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.

Δόξα.
Ταις της Αθληφόρου, πρεσβείαις, Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.
Και νυν.
Ταις της Θεοτόκου, πρεσβείαις, Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Στιχ. Ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου.


Ήχος πλ. β´. Όλην αποθέμενοι.
Πόθω καταφεύγοντες τη ιερά σου Εικόνι, και κατασπαζόμενοι, ευλαβώς αυτήν σοι πιστώς κραυγάζομεν• Νοητών λύτρωσαι των εχθρών μανίας ορατών τ ἐπιβουλῆς ημάς, την χάριν έχεις γαρ, εκ Θεού Ξενία πανεύφημε. Και πάσαν νόσον ίασαι, της ψυχής και πάθος του σώματος, και μαγείας, Μάρτυς, προφύλαττε σους δούλος και Χριστόν, συν τη Μητρί καθικέτευε, υπέρ των ψυχών ημών.

Σώσον, ο Θεός, τον λαόν Σου...

Είτα, αποπληρούμεν τας λοιπάς ωδάς του Κανόνος.

Ωδή ζ´. Οι εκ της Ιουδαίας.
Των ιάσεων χάριν, προς Χριστού ειληφυία των δοθιήνων ημάς, και των εξανθημάτων, πληγών ελκών φλυκτίδων, τους βοώντας απάλλαξον• Ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός ει.

Σε προστάτιν Ξενία, ικετεύομεν έχειν και των παιδίων ημών• λυτρούσαν εκ κινδύνων, ημάς και ταύτα Μάρτυς, ίνα μέλπωμεν κράζοντες• Ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός ει.

Τους κατέχοντας πόθω, την σεπτήν σου Εικόνα, και εν δεινοίς προς αυτήν, προστρέχοντας Θεόφρον, εκ τούτων ρύσαι Μάρτυς, ίνα πίστει κραυγάζωμεν• Ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός ει.
Θεοτοκίον.
Ικετών σου δεήσεις, τω Υιώ σου προσάγαγε, Θεοτόκε Αγνή, και ρύσαι καταδίκης, πυρός τε του ασβέστου, ίνα μέλπωμεν ψάλλοντες• Ο των Πατέρων ημών, Θεός ευλογητός ει.

Ωδή η´. Τον Βασιλέα, των ουρανών.
Τους σε υμνούντας, ασματικώς και τη σκέπη, τη σεπτή σου δραμόντας Ξενία, νόσων της καρδίας περίσωζε και νεύρων.

Επιληψίας και βασκανίας σους δούλους, εκ φυμάτων ελκών και φλυκτίδων, και εξανθημάτων, απάλλαξον λιταίς σου.

Των σων τυράννων τας απειλάς παριδούσα, εν χαρά προς τον πλάστην ανήλθες, όνπερ εκδυσώπει υπέρ των σε τιμώντων.
Θεοτοκίον.
Όλην μου Μήτερ, εν σοι πιστώς την ελπίδα, νυν ο σος ανατίθημι δούλος• Λάβε με, βοών σοι, εις χείράς σου Παρθένε.

Ωδή θ´. Κυρίως Θεοτόκον.
Ωδαίς τον σε τιμώντα, φρούρει εν τω βίω της δ αἰωνίου συμμέτοχον δείξον ζωής, ταις προς Θεόν σαις πρεσβείαις, Ξενία πάνσεμνε.

Τους σοι πιστώς δραμόντας, φύλαττε των νόσων, παντός συμπτώματος, Μάρτυς Ξενία ημάς, και πάσης άλλης ανάγκης ταις σαις δεήσεσιν.

Εικόνα σου εν πίστει τους ασπαζομένους, Θαυματουργέ και κατέχοντας ρύσαι δεινών, καρδίας νόσων και νεύρων ταις σαις εντεύξεσι.
Θεοτοκίον.
Υμνούμέν σε, Παρθένε, ότι εν κοιλία ημών τον Κτίστην εχώρησας Μήτερ τη ση• αυτόν δυσώπει απαύστως υπέρ των δούλων σου.

Άξιόν εστι... και τα παρόντα Μεγαλυνάρια•
Άξιόν εστιν ως αληθώς, εν ωδαίς υμνείν σε Αθληφόρε, Καλαμών το κλέος και του Χριστού, την πάνσεμνον Νύμφην• των εν νόσοις την ιατρόν, των παίδων προστάτιν, και των κινδυνευόντων, Ξενία Καλλιμάρτυς το καταφύγιον.

Χαίροις, των καλούντων σε βοηθός, και παραμυθία θλιβομένων η ταχινή, χαίροις, καθαιρέτις παντός μαγείας είδους, και νοσούντα παιδία, Ξενία φύλαττε.

Θλιβομένων, πάνσεμνε, καρδιών, η αφαιρεθείσα την καρδίαν σου απηνώς, υπό του τυράννου γλυκεία ανεδείχθης, παραμυθία Μάρτυς, των προστρεχόντων σοι.

Αθληφόρων χαίροις η καλλονή, και της βασκανίας το αντίδοτον εκ Θεού, χαίροις, της μαγείας φθονερών καθαιρέτις. Χριστόν δυσώπει, Μάρτυς, υπέρ των δούλων σου.

Τους ασπαζομένους πανευβλαβώς, Μάρτυς στεφηφόρε, την Εικόνα σου την σεπτήν, νόσων της καρδίας και νεύρων ταις λιταίς σου, και σεληνιασμού τε, Ξενία, φύλαξον.

Χάριν θείαν είληφας εκ Θεού, σώζειν, ω Ξενία, τους καλούντάς σε ευλαβώς, εκ των δοθιήνων και των εξανθημάτων, μυρμηκιών τε, Μάρτυς, ταις σαις δεήσεσι.

Πονηρών πνευμάτων επιβουλής, και της βλάβης τούτων διαφύλαττε τους πιστώς, τη σεπτή σου σκέπη, και ιερά Εικόνι προστρέχοντας λιταίς σου, Ξενία πάνσεμνε.

Χαίρε Μήτερ Δέσποινα της ζωής, χαίρε η προστάτις, των τιμώντων σε και φρουρός, χαίρε η ελπίς μου, η δόξα και ισχύς μου μετά Θεόν η μόνη συ μου βοήθεια.

Πασαι των Αγγελων…

Το Τρισάγιον και το Απολυτίκιον.

Ήχος δ´. Ταχύ προκατάλαβε.
Βαφαίς των αιμάτων σου, φαιδράν στολήν σεαυτή, Ξενία, επέχρωσας παρισταμένη Χριστώ, ως νύμφη πανάσπιλος• είληφας δε την χάριν, μαγγανείας του λύειν, δαίμονας, εκδιώκειν και τας νόσους καρδίας ιάσθαι. Ικέτευε εκτενώς, υπέρ των ψυχών ημών.

Εκτενής και Απόλυσις, μεθ ἣν ψάλλομεν το εξής•

Ήχος β´. Ότε εκ του ξύλου.
Πάντας τους προστρέχοντας πιστώς, τη σεπτή σου σκέπη Ξενία, των αοράτων εχθρών, και των ορατών ημάς θεόφρον φύλαξον, φθονερών τε αφάνισον, πάσαν μαγγανείαν, και δεινών απάλλαξον, και νόσων λύτρωσαι• και τον αθλοθέτην Σωτήρα, συν τη Θεοτόκω δυσώπει, υπέρ των ψυχών ημών πολύαθλε.

Δέσποινα, πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς, από πάσης ανάγκης και θλίψεως.

Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού• φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Η Αγία Ξενία η Μεγαλομάρτυρας και θαυματουργή (3 Μαΐου)



site analysis
Βίος Αγίας Ξενίας της Μεγαλομάρτυρος και θαυματουργού



Εξ Ιταλίας
Η Αγία Ξενία, γεννήθηκε το 291 μ.Χ. στην Καλαμάτα της Πελοποννήσου. Οι γονείς της Αγίας ονομαζόταν Νικόλαος και Δέσποινα. Ήσαν και οι δύο Χριστιανοί και πολύ ευσεβείς.
Προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί δεν ήσαν καλαματιανοί. Προέρχονταν από τα Ανατολικά μέρη της Ιταλίας. Εξαιτίας όμως των μεγάλων διωγμών, πού
γίνονταν εκείνα τα χρόνια εναντίον των Χριστιανών, έφυγαν από εκεί και ήλθαν στην Καλαμάτα. Εγκαταστάθηκαν σ’ ένα αγροτικό κτήμα, έξω από την πόλη, γιατί ο πατέρας της 
Αγίας ήταν γεωργός. Εκεί, λοιπόν, απέκτησαν και την χαριτωμένη θυγατέρα τους, την Ξενία. Η μικρή κόρη από τα πρώτα της χρόνια άρχισε να ξεχωρίζει από τις άλλες 
συνομήλικες κοπέλες. Αυτή έμενε μέσα στο σπίτι με την μητέρα της. Άκουγε τις συμβουλές και τις διδασκαλίες, πού της έδινε η ευλαβής μητέρα της, για την πίστη του Χριστού 
και τους Αγίους.

Ενάρετη Νέα
Η Ξενία ήταν στην μορφή ωραιότατη. Ήταν υψηλή με ξανθά και μακριά μαλλιά και λυγερή κορμοστασιά. Ανθούσε πάντα στο πρόσωπο της το παρθενικό και αθώο χαμόγελο, η 
καλοσύνη και η χριστιανική απλότητα. Λόγω όμως της μεγάλης φτώχειας τους, η Ξενία δεν επήγε στο σχολείο. Αλλά έμαθε απλώς ανάγνωση από την μητέρα της για να διαβάζει
το Ευαγγέλιο. Κάθε Κυριακή η Αγία δεν έλειπε από την Εκκλησία. Ήταν η μακαρία πολύ φιλακόλουθη. Από μικρή νήστευε και προσευχόταν πολύ. Καθώς προχωρούσε η ηλικία 
της Αγίας, μεγάλωναν και πλήθαιναν και οι αρετές της. 
Έδειχνε μεγάλη συμπάθεια στους φτωχούς, στις χήρες και ατά ορφανά. Ήταν πονόψυχη. Εάν καμιά φορά ερχόταν κανένας φτωχός και ζητούσε ελεημοσύνη, του έδινε ότι είχε. 
Πολλές φορές, μάλιστα, καθόταν νηστική η ιδία για να προσφέρει το φαγητό της στους φτωχούς. Ο πονηρός, όμως, πού δεν ανεχόταν να βλέπει την Ξενία να προοδεύει στην 
αρετή, θέλησε να την παρασύρει στην αμαρτία και την ανηθικότητα. Της έφερε πολλούς και διαφόρους πειρασμούς για να την σκανδαλίσει. 

Η παγίδα
Την εποχή εκείνη έπαρχος στην Καλαμάτα ήταν ο Δομετιανός. Ήταν άνθρωπος, πού φημιζόταν για την σκληρότητά του και τους κακούς του τρόπους. Αυτός μια μέρα επέστρεφε 
από το κυνήγι και συνάντησε στον δρόμο την όμορφη Ξενία. Μόλις ο Δομετιανός αντίκρισε τη νέα, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και το ωραίο της παράστημα. Τρελάθηκε. 
Κεραυνοβόλο έρωτα του έβαλε ο σατανάς για την νέα. Τόσο μάλιστα γοητεύθηκε από την ομορφιά της, ώστε θέλησε να την πάρει γυναίκα του. Της το πρότεινε. Η Ξενία αρνήθηκε. 
Δεν μπορούσε ποτέ αυτή να πάρει έναν ειδωλολάτρη. Σκέφθηκε τότε ο Δομετιανός να την κατακτήσει, καταφεύγοντας σε κάποιο ονομαστό μάγο της εποχής. Προσπάθησε κι 
εκείνος με τα μάγια του, αλλά αυτά δεν έπιαναν την Ξενία. Η Αγία, με την δύναμιν του Τιμίου Σταυρού, φυλάχθηκε αβλαβής από κάθε δύναμη του πονηρού. Τούς πιστούς, τους 
ανθρώπους του Θεού, δεν τους πιάνουν τα μάγια. Τα μάγια πιάνουν όσους είναι μακριά από το Θεό και τα μυστήρια.
Βλέποντας όμως ο Δομετιανός, ότι το σατανικό σχέδιο του μάγου απέτυχε, μεταχειρίσθηκε την βία. Διέταξε να φέρουν την Αγία μπροστά του στο Διοικητήριο. Ενώ οδηγούσαν την 
Αγία εκεί, αυτή σ’ όλο τον δρόμο προσευχόταν. Παρακαλούσε το Θεό να την φυλάξει και να της δώσει δύναμη, για ν’ αντιμετωπίσει με χριστιανικό θάρρος τον ασεβή έπαρχο.
Και έτσι να μπορέσει κι αυτή να πάρει τον στέφανο του μαρτυρίου. Όταν έφθασε στο Διοικητήριο η Αγία, ο έπαρχος διέταξε να την φέρουν μπροστά του και την ερώτησε ποια είναι 
και ποια είναι η θρησκεία της.
Και αποκρίθηκε με θάρρος:
—Ονομάζομαι Ξενία. Είμαι κόρη Χριστιανών γονέων. Κατάγομαι απ’ αυτήν εδώ την πόλη κι εύχομαι ολόψυχα να αξιωθώ να γίνω δούλη του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Τότε ο Δομετιανός προσπάθησε με άλλον τρόπον να την παρασύρει.
—Σου υπόσχομαι, της είπε, δώρα και ζωή ονειρώδη, εάν δεχτείς ν’ αλλάξεις την πίστη σου στον Εσταυρωμένο και να γίνεις σύζυγος μου. Εάν όμως δεν υπακούσεις στην 
θέληση μου, τότε σε περιμένουν βασανιστήρια, σκληρές τιμωρίες και στο τέλος φρικτός θάνατος. Σκέψου και πράξε.
—Δεν με τρομάζουν, έπαρχε, του αποκρίθηκε, ούτε τα βασανιστήρια, ούτε ακόμη και αυτός ο σκληρός θάνατος με τα οποία με φοβερίζεις. Θα τα υπομείνω όλα με θάρρος και 
καρτερικότητα, για να ενωθώ μια ώρα γρηγορότερα με τον Νυμφίο μου Χριστό.


Τρομερά βασανιστήρια
Μόλις άκουσε ο Δομετιανός τα λόγια αυτά της Ξενίας, θύμωσε πολύ. Διέταξε να κλείσουν την Αγία μέσα σ’ ένα σκοτεινό θάλαμο. Εκεί όλη τη νύχτα η Αγία προσευχόταν στο 
Χριστό να την δυναμώσει. Την επομένη ήλθε ο έπαρχος στο σκοτεινό θάλαμο και προσπάθησε, έστω και διά της βίας, να την πείσει να γίνει γυναίκα του. Οικτρά, όμως απατήθηκε
και αυτή τη φορά, διότι η Αγία αρνήθηκε κάθε πρόταση, βρίζοντάς τον για την ελεεινή διαγωγή του, πού έδειχνε. Τότε ο έπαρχος γεμάτος οργή και τυφλωμένος, όπως ήταν, από 
το πάθος του, άρπαξε την αγία από τα μαλλιά και την παρέδωσε στους φύλακες. Τούς διέταξε να την γυμνώσουν και να την βασανίσουν σκληρά.
Την άρπαξαν και την κρέμασαν και επί πολλή ώρα την κτυπούσαν. Της τσακίσανε με τα ξύλα τα πλευρά. Η Αγία όμως άντεξε στο σκληρό μαρτύριο. Έπειτα της έκοψαν τους μαστούς. 
Το αίμα έτρεχε ποτάμι. Κατόπιν της έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες τις πληγές, αλλά και ολόκληρο μαζί το σώμα της Αγίας. Οι φλόγες είχαν ζώσει το άχραντο σώμα της Αγίας. 
Αυτή όμως προσευχόταν και παρακαλούσε τον Θεό να της δώσει μέχρι τέλους δύναμη και θάρρος για να αντιμετωπίσει την αγριότητα του έπαρχου. Ο Θεός την άκουσε και επενέβη 
αμέσως. Και τότε συνέβη το παράδοξο θαύμα. Η Αγία, ενώ οι φλόγες την είχαν ζώσει, το σώμα της δεν καιγόταν, γιατί μαζί της ήλθε και παραστεκόταν Άγγελος Κυρίου, πού την 
δρόσιζε. Απέκαμαν να την καίγουν οι στρατιώτες, χωρίς όμως και να μπορούν να την κάψουν. Τέλος ο ασεβής τύραννος διέταξε να λύσουν την Αγία και να την κλείσουν πάλι στον 
πρώτο θάλαμο. 

Της παρουσιάστηκε ο Χριστός
Την νύχτα, πού η Αγία προσευχόταν, είδε κάποιο ουράνιο, γλυκύτατο φώς, να φωτίζει όλον τον θάλαμο. Και ξαφνικά παρουσιάσθηκε μπροστά της ο Σωτήρας μας, λέγοντάς της:
—Μη φοβάσαι τα βάσανα, διότι η χάρις μου θα σε προστατέψει και θα σε γλυτώσει από κάθε πειρασμό.
Συγχρόνως όμως, την θεράπευσε από κάθε πληγή και αμέσως έγινε άφαντος.
Το άλλο πρωί οι στρατιώτες του έπαρχου έφεραν την Αγία πάλι μπροστά του. Αυτός, μόλις την είδε θεραπευμένη από κάθε πληγή, θαύμασε και της είπε:
—Βλέπεις, Ξενία, πόσο σε αγαπούν οι μεγάλοι θεοί; Για να μη χάσης την ωραιότητα σου, σου γιάτρεψαν τις χθεσινές, πληγές. Και συ τόσο αχάριστη είσαι, ώστε δεν θυσιάζεις προς 
τιμήν τους και δεν τους προσκυνάς.
—Όχι οι θεοί σου, αλλά ο αληθινός Θεός, πού εγώ πιστεύω, με γιάτρεψε από τις πληγές.

Συντρίβει τα είδωλα
Ο άρχοντας όμως επέμεινε να θυσιάσει. Η Αγία τότε δέχθηκε να πάει μαζί του στον ναό των ειδωλολατρών. Μόλις έφθασαν εκεί, η Ξενία στάθηκε στην μέση του ναού και άρχισε 
θερμή προσευχή προς τον Χριστό. Παρεκάλεσε στην προσευχή της τον Κύριο, να γκρεμίσει και να αφανίσει τα άψυχα είδωλα, για να γνωρίσουν όλοι αυτοί, πού παρευρίσκονταν εκεί 
τον αληθινό Θεό και την δύναμη Του. Πράγματι! Προτού η Αγία τελειώσει την προσευχή της, έγινε μεγάλος σεισμός και γκρεμίσθηκαν μπροστά τους όλα τα είδωλα, τα αγάλματα. 
Ο Δομετιανός, βλέποντας το θαύμα, τα έχασε και αντί να πιστέψει στον αληθινό Θεό, έγινε ο ταλαίπωρος εκτός εαυτού. Διέταξε να επαναλάβουν τις τιμωρίες. Την έκαψαν πάλι 
την Αγία, με αναμμένες λαμπάδες, όπως και την προηγουμένη ημέρα, αλλά τώρα με περισσότερη σκληρότητα.
Βλέποντας ο έπαρχος, ότι δεν πετύχαινε τίποτε, σκέφθηκε άλλον τρόπο για να βασανίσει την νεαρή κόρη. Διέταξε κι έφεραν ένα άλογο. Έδεσαν την Αγία στα πίσω πόδια του αλόγου 
και την έσυρε κατόπιν το άλογο, σε μέρη γεμάτα από μυτερές πέτρες. Αλλά και τότε δεν την άφησε αβοήθητη ο Κύριος την Αγία. Και να τι συνέβη. Όταν έδεσαν την Αγία και άφησαν 
ελεύθερο το άλογο, αυτό αντί να ορμήσει και να τρέξει, όπως σκέφθηκε ο τύραννος, δεν κινήθηκε καθόλου από την θέση του, παρά τα κτυπήματα των στρατιωτών. Παρατηρώντας ο 
Δομετιανός, το γεγονός αυτό, πήρε ο ίδιος τα χαλινάρια του αλόγου και κεντούσε το άλογο να τρέξει. Αλλά τότε έγινε το μεγάλο θαύμα. Το άλογο, όπως η όνος του Βαλαάμ, έβγαλε 
ανθρώπινη φωνή και επέπληξε τον έπαρχο για την αγριότητα και τα βασανιστήρια, πού έκαμε στην νεαρή κόρη. Την ίδια στιγμή λύθηκαν τα σχοινιά, πού ήταν δεμένη η Αγία, και 
Άγγελος Κυρίου την έστησε όρθια στα πόδια της. Όλοι τότε, όσοι είδαν το θαύμα, επίστεψαν στο Θεό της Ξενίας και τον δόξαζαν. Μόνον ο σκληροτράχηλος έπαρχος δεν μετανόησε. 
Διέταξε μάλιστα, για μια ακόμη φορά, να ρίξουν την Αγία στην σκοτεινή φυλακή.
Ήταν μεσάνυχτα και η Ξενία προσευχόταν. Ξαφνικά ο θάλαμος φωτίσθηκε από θειο φως. Πριν όμως προφθάσει να καταλάβει τί συνέβαινε, εμφανίζεται ο Κύριος ανάμεσα από 
λαμπροφορεμένους Αγγέλους.
—Ξενία, της λέγει. Μη φοβάσαι. Λίγο ακόμη και ο αγώνας σου θα έχει καλό τέλος.
Μετά από αυτά τα λόγια, ο Κύριος έγινε άφαντος. Παρέμεινε μόνο μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο μια ωραία ευωδία. Την άλλη ημέρα επισκέφθηκε την Αγία πάλι ο τύραννος και 
προσπάθησε τώρα με λόγια κολακευτικά να την κάμει να θυσιάσει στους θεούς του. Η Αγία όμως δεν υπεχώρησε και του είπε:
—Άκουσε, τύραννε, θα είναι καλύτερα να κάμεις, ότι έχεις στο νου σου, μια ώρα γρηγορότερα. Έτσι θα με ενώσεις ταχύτερα με τον μεγάλο μου Νυμφίο.

Ξίφει τελειούται
Πείσθηκε επί τέλους ο απαίσιος τύραννος, ότι δεν θα κατόρθωνε με τίποτε τον σκοπό του. Εξέδωσε τότε την έξης καταδικαστική απόφαση για την Αγία: «Επειδή η Ξενία αρνείται 
να θυσιάσει στους θεούς, διατάσσω να θανατωθεί με ξίφος και ν’ αφαιρεθεί η καρδιά της και την βάλουν μέσα σ’ ένα πιάτο, το δε σώμα της να κοπεί σε πολύ μικρά κομμάτια και 
ριχτεί μαζί με πίσσα μέσα σε φωτιά για να καεί τελείως».
Πράγματι! οι στρατιώτες, σύμφωνα με τη διαταγή του έπαρχου, παρέλαβαν την Αγία και την πήγαν έξω από την πόλη. Ζήτησε εκεί η Αγία από τους στρατιώτες, μέχρις ότου 
ετοιμάσουν τα σύνεργα για το μαρτύριο, να την αφήσουν να προσευχηθεί. Δεν της επέτρεψαν. Αλλά η Αγία γονάτισε και άρχισε να προσεύχεται προς τον ουράνιο Πατέρα. Ζήτησε 
από τον Κύριο, αυτή να είναι η τελευταία της ημέρα. Ζήτησε επί πλέον να συγχωρήσει και αυτούς, πού θα την θανάτωναν, χαρίζοντάς τους την θεία φώτιση, για να μετανοήσουν. 
Μόλις απέσωσε την προσευχή της η Αγία, ακούσθηκε από ψηλά μια φωνή βροντερή πού έλεγε:
—Άκουσα την προσευχή σου, Ξενία. Θα γίνει, όπως θέλεις.
Τότε η Αγία, με μεγάλη χαρά, είπε στον δήμιό της να εκτελέσει την διαταγή του έπαρχου. Έσκυψε το κεφάλι της, για να δεχτεί ευκολότερα το χτύπημα. Ο στρατιώτης με φόβο, 
έκοψε το κεφάλι της Αγίας γυναίκας. Ήταν 3η Μαΐου 318 μ.Χ. Μαρτύρησε εις ηλικία 27 ετών. Σύμφωνα με την διαταγή του έπαρχου, τεμάχισαν το σώμα της και το έριξαν στη φωτιά. 
Την καρδιά της όμως την έβαλαν μέσα σ’ ένα πιάτο και την έφεραν στον μιαρό έπαρχο. Την ώρα όμως, πού το σώμα της καιγόταν, μεγάλη και ωραία ευωδία έβγαινε απ’ αυτό! 
Μοσχοβόλησε όλη η περιοχή.
Η θεία δίκη όμως δεν άφησε ατιμώρητο τον σκληρό έπαρχο. Κάποια ημέρα πού βγήκε για κυνήγι, έπεσε ένας κεραυνός και κατάκαψε το σώμα του. Κάηκε και αυτός, όπως 
έκαψε την Αγία Ξενία.



Στίχος
Ξενίας ὤφθης ἐργάτις, ὤ Ξενία, Ξενία, σεμνή, οὐρανῶν σύ ποθοῦσα, Ξενία τρίτη καμίνω βλήθη τμηθεῖσα.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Βαφαῖς τῶν αἱμάτων σου, φαιδράν στολήν σεαυτή, Ξενία, ἐπέχρωσας, παρισταμένη Χριστῷ ὡς νύμφη πανάσπιλος, εἴληφας δέ τήν χάριν, μαγγανείας τοῦ λύειν, 
δαίμονας ἐκδιώκειν, καί τάς νόσους ἰάσθαι. Ἱκέτευε ἐκτενῶς, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Κοντάκιον Ἦχος β΄. Τά ἄνω ζητῶν.
Αἱμάτων ροαῖς, τόν σόν ἐχθρόν ἀπέπνιξας, Ξενία, τό πῦρ, τῆς πλάνης ἐναπέσβεσας καί Χριστῷ παρίστασαι. Ὅθεν πόθω πάντες σοί κράζομεν, ἐκτενῶς μή παύση ἀεί, 
πρεσβεύουσα Μάρτυς, ὑπέρ πάντων ἠμῶν.

Μεγαλυνάρια
Χαίροις τῶν καλούντων σέ βοηθός, καί παραμυθία, θλιβομένων ἡ ταχινή, χαίροις καθαιρέτις παντός μαγείας εἴδους, ἐξ ἤς τους σέ τιμώντας, Ξενία, φύλαττε.
Τούς ἀσπαζομένους πανευλαβῶς, Μάρτυς στεφανηφόρε, τήν εἰκόνα σου τήν σεπτήν, νόσων τῆς καρδίας, καί νεύρων ταῖς λιταίς σου, καί σεληνιασμοῦ τέ, Ξενία, φύλαξον.