Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

ΔΙΚΑΙΑ ΑΒΙΓΑΙΑ (ΑΒΕΓΑΗΛ) ΣΥΖΥΓΟΣ ΔΑΫΙΔ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΑΝΑΚΤΟΣ.



site analysis


Η Αβιγαία ήταν η δεύτερη σύζυγος του Δαβίδ (Α' Βασιλειών 25,42. 27,3. 30,5. Β' Βασιλειών 2,2. Α' Παραλειπομένων 3,1). Πριν απ' αυτόν ήταν σύζυγος του Νάβαλ, ενός πλούσιου, σκληρού και κακού ανθρώπου (Α' Βασιλειών 25,3. 25,14. 27,3. 30,5. Β' Βασιλειών 2,2). Η Αβιγαία ήταν πολύ συνετή και ωραιότατη στην εμφάνιση (Α' Βασιλειών 25,3). Γιος του Δαβίδ και της Αβιγαίας ήταν ο δεύτερος γιος του, ο Δαλουΐα ή Δαμνιήλ (Δανιήλ, Χιλεάβ) (Β' Βασιλειών 3,3. Α' Παραλειπομένων 3,1). Καταγόταν από την Κάρμηλο (Α' Βασιλειών 25,2-3. 27,3. 30,5. Β' Βασιλειών 2,2. 3,3. Α' Παραλειπομένων 3,1).

Tον καιρό που ο Σαούλ καταδίωκε το Δαβίδ, εκείνος κατέφυγε στην έρημο Μαάν. Εκεί ζούσε κάποιος, που είχε τα κοπάδια του στο βουνό Κάρμηλο. Το όνομα του ήταν Νάβαλ και ήταν πάρα πολύ πλούσιος με τρεις χιλιάδες πρόβατα και χίλια γίδια. Η γυναίκα του η Αβιγαία ήταν πολύ συνετή και ωραιότατη στην εμφάνιση. Ο ίδιος ήταν σκληρός και κακός άνθρωπος, αναιδής και κτηνώδης (Α' Βασιλειών 25,1-3).

Ο Δαβίδ έμαθε ότι ο Νάβαλ είχε πάει στον Κάρμηλο να κουρέψει τα πρόβατά του. Έστειλε λοιπόν δέκα ανθρώπους να πάνε ειρηνικά στο Νάβαλ και να του ζητήσουν τρόφιμα. Εκείνος αρνήθηκε να προσφέρει βοήθεια στο Δαβίδ, μιλώντας με πολύ σκληρά και περιφρονητικά λόγια γι' αυτόν. Όταν οι απεσταλμένοι του Δαβίδ του ανήγγειλαν τα λόγια του Νάβαλ, ο Δαβίδ πήρε μαζί του 400 άνδρες και ξεκίνησε για να τιμωρήσει το Νάβαλ, ενώ τους υπόλοιπους 200 τους άφησε να προσέχουν τα πράγματα (Α' Βασιλειών 25,4-13).

Στο μεταξύ ένας από τους νεαρούς δούλους του Νάβαλ πήγε στην Αβιγαία, τη γυναίκα του αφεντικού, και της ανέφερε τα γεγονότα. Της τόνισε την καλοσύνη του Δαβίδ και την κακία του αφεντικού του.
Η Αβιγαία χωρίς να πει τίποτα στον άντρα της, πήρε 200 καρβέλια ψωμί, 2 ασκιά κρασί, πέντε πρόβατα σφαγμένα, πάνω από 100 κιλά κοπανισμένο κριθάρι, 5 περίπου κιλά ξερή σταφίδα και 200 αρμαθιές ξερά σύκα και τα φόρτωσε στα γαϊδούρια για να τα δώσει στο Δαβίδ (Α' Βασιλειών 25,14-19).
Ενώ η Αβιγαία πήγαινε καβάλα στο γαϊδούρι της, ο Δαβίδ και οι άνδρες του έρχονταν προς το μέρος της και συναντήθηκαν. Μόλις είδε το Δαβίδ, κατέβηκε βιαστικά από το γαϊδούρι, έσκυψε το κεφάλι της μπροστά του και τον προσκύνησε ως το έδαφος. Η Αβιγαία έπεσε στα πόδια του και ζήτησε συγχώρεση για τη συμπεριφορά του συζύγου της. Αναγνώρισε στο πρόσωπο του Δαβίδ το μελλοντικό βασιλιά του Ισραήλ και του ζήτησε επειδή έχει την εύνοια του Θεού να μη βαρύνει τη συνείδησή του χύνοντας αίμα αθώων ανθρώπων (Α' Βασιλειών 25,20-31).
Ο Δαβίδ δέχτηκε τα δώρα που του πρόσφερε η Αβιγαία και την καθησύχασε ότι δεν πρόκειται να πράξει κάποιο κακό πάνω στην οικογένειά της και στους δούλους της (Α' Βασιλειών 25,32-35). Όταν η Αβιγαία γύρισε στον Νάβαλ, εκείνος είχε φαγοπότι στο σπίτι του και ήταν τύφλα στο μεθύσι. Την άλλη μέρα το πρωί, όταν ο Νάβαλ είχε πια ξεμεθύσει, η Αβιγαία του διηγήθηκε όλα όσα συνέβησαν. Τότε ο Νάβαλ έπαθε συμφόρηση από την καρδιά του και παρέλυσε. Μετά από δέκα περίπου μέρες πέθανε (Α' Βασιλειών 25,36-38).
Όταν έμαθε ο Δαβίδ ότι ο Νάβαλ πέθανε, δοξολόγησε τον Κύριο που εκδικήθηκε την προσβολή που του έκανε ο Νάβαλ και τον εμπόδισε να κάνει στο σπίτι του κάποιο κακό. Μετά έστειλε ανθρώπους στο όρος Κάρμηλο να προτείνουν στην Αβιγαία να γίνει γυναίκα του. Εκείνη πήγε στο Δαβίδ κι έπεσε με το πρόσωπο καταγής και αποδέχτηκε την πρόταση. Μετά η Αβιγαία ετοιμάστηκε, πήρε τις πέντε υπηρέτριές της, ανέβηκε στο γαϊδούρι της και ακολούθησε τους ανθρώπους του Δαβίδ και έγινε γυναίκα του (Α' Βασιλειών 25,39-42).

Όταν ο Δαβίδ με τους 600 άντρες του, για να γλιτώσουν από την καταδίωξη του Σαούλ, κατέφυγαν στους Φιλισταίους, πήραν μαζί τους και τις οικογένειές τους και εγκαταστάθηκαν στη Σικελάγ (Σεκελάκ). Έτσι ο Δαβίδ είχε μαζί του και τις δύο γυναίκες του, την Αβιγαία και την Αχινοάμ (Α' Βασιλειών 27,1-3).
Τον επόμενο χρόνο που ο Δαβίδ με τους άντρες του ακολούθησαν τους Φιλισταίους σε πόλεμο με τους Ισραηλίτες, οι Αμαληκίτες βρήκαν την ευκαιρία και επιτέθηκαν στη Σικελάγ. Πυρπόλησαν την πόλη, αιχμαλώτισαν άνδρες και γυναίκες, και τους πήραν μαζί τους. Όταν, μετά από τρεις ημέρες, ήρθε ο Δαβίδ και οι άνδρες του στην πόλη, τη βρήκαν πυρπολημένη και είδαν ότι οι γυναίκες τους και τα παιδιά τους είχαν απαχθεί. Τότε άρχισαν όλοι τους να κλαίνε με γοερές κραυγές, ώσπου εξαντλήθηκαν από το κλάμα. Αιχμαλωτίστηκαν επίσης και οι δύο γυναίκες του Δαβίδ, η Αχινόομ και η Αβιγαία (Α' Βασιλειών 30,1-8).
Ο Δαβίδ με τους άντρες του καταδίωξαν τους Αμαληκίτες, και με τη βοήθεια ενός νεαρού Αιγυπτίου, τους πρόλαβε και τους πολέμησε με επιτυχία. Κανείς απ' αυτούς δε σώθηκε κι έτσι ο Δαβίδ ελευθέρωσε τις δύο γυναίκες του και όλες τις οικογένειες των στρατιωτών του. Ακόμη πήρε πίσω όλα όσα είχαν αρπάξει οι Αμαληκίτες, αλλά και όλα τα ζώα των Αμαληκιτών (Α' Βασιλειών 30,9-20).

Μετά το θάνατο του Σαούλ, ο Δαβίδ μαζί με τις δυο γυναίκες του, την Αχινόομ και την Αβιγαία, και τους άνδρες του με τις οικογένειες τους, εγκαταστάθηκαν, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, στη Χεβρών και στις γύρω πόλεις. Εκεί ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς της φυλής Ιούδα (Β' Βασιλειών 2,1-3. 3,2). Από την Αβιγαία ο Δαβίδ απέκτησε στη Χεβρών τον δεύτερο γιο του, τον Δαλουΐα (Χιλεάβ) (Β' 

Μάνα του Πόντου



site analysis



.
στην πρόγιαγιά μου  που ήρθε από την Πατρίδα, χήρα με τρία μικρά παιδιά, και σε όλες τις γυναίκες του Πόντου που πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς.
με αφορμή την ημέρα μνήμης της  γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου(19 Μαΐου)
μάνα του Πόντου
.
Με την καρδιά κομμάτια,
με στερεμένο το δάκρυ
πήρες το δρόμο του ξεριζωμού,
που άλλοι αποφάσισαν για εσάς…
.
Εσείς παλέψατε, αγωνιστήκατε αντρίκια για τα μέρη σας.
Βγήκατε αντάρτες στα βουνά,ολόκληρες οικογένειες, μάνες με μωρά στην αγκαλιά
και ατρόμητα ελληνόπουλα
πολεμήσατε τον δυνάστη
για να ανασάνετε αέρα λευτεριάς…
.
Ολοκαυτώματα και ηρωισμοί,
Ζάλογγα και θυσίες
για την Πατρίδα και τα ιδανικά της Φυλής…
 .
Όμως, άλλα τα σχέδια των μεγάλων….
.
Πόσα να κουβαλήσεις, πόσα βάρη να σηκώσεις;…
Δυο παιδιά στα χέρια και ένα στην πλάτη, τι άλλο να πάρεις μαζί σου;…
(τα παιδιά να γλυτώσουν, να ζήσει η ελπίδα…)
Η Πίστη η βαθεία αρκεί για όλα, αναπληρώνει τα πάντα…
.
Το χώμα του τόπου σου του λατρεμένου έμεινε εκεί , μαζί με το μεγαλύτερο μέρος της ψυχής σου.
Μαζί με τον άντρα σου, που το μαχαίρι του τούρκου θέρισε,
μαζί με τους προγόνους σου…
.
Πόσα να αντέξει μια καρδιά;…
Κι όμως, σκούπισες τα μάτια με το μαύρο μαντήλι του πόνου 
έσφιξες την καρδιά σου, να μαζέψεις τα κομμάτια της
και έριξες και πάλι ρίζα στην μάνα Ελλάδα.
.
Τα παιδιά μεγάλωσαν, τράνεψαν
με τραγούδια του τόπου μας και με τη γλώσσα που μοιάζει με την αρχαία μας.
Μέσα τους μπολιασμένη η αγάπη η άσβεστη για τα μέρη τους,
η ίδια αγάπη και λαχτάρα που μετέδωσαν στα παιδιά τους και στα παιδιά των παιδιών τους…
από γενιά σε γενιά δεν σβήνει η ελπίδα του γυρισμού.
.
Από τη δική σου ρίζα ένα βλαστάρι και εγώ, πώς να αποκοπώ απ΄τον δικό σου κορμό; …
Την Πατρίδα μου έχασα, αλλά θα την ξαναβρώ.
Ζει στην ψυχή μου και στα όνειρά μου,
ριζώνει και στην καρδιά των δικών μου παιδιών.
Μέχρι να ΄ρθει η ώρα η ευλογημένη της επιστροφής…
.
Γιαγιά Δέσποινα, πώς να πω ότι δεν αντέχω, ότι δεν έχω κουράγιο να παλέψω;…
Το παράδειγμά σου βοά, κράζει ότι όλα μπορεί να τα αντέξει ο άνθρωπος, αρκεί να έχει μέσα του Χριστό και ψυχή…
Σε θυμάμαι πάντα και σε μνημονεύω, και ας σε γνώρισα μόνο μέσα από αφηγήσεις του πατέρα μου.
Ας εύχεσαι πάντα για εμάς, τις σύγχρονες Ελληνίδες, γιαγιά, μάνα του Πόντου…

Δευτέρα 16 Μαΐου 2016

«Σᾶς τό λέω νά τό ξέρετε. Δέν ὑπάρχει ταπείνωσις; Δέν ὑπάρχει Χριστός» - Γερόντισσα Μακρίνα



site analysis



Γερόντισσα Μακρίνα
19 Ἰουλίου 1990

Νά προσέχουμε τή μνησικακία, γιατί μᾶς χωρίζει ἀπό τήν Χαρή τοῦ Θεοῦ.«Ἀγαπήσης Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί τόν πλησίον σου ὡς τόν ἑαυτόν σου».Ὅταν φεύγη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ψυχή μας καί μᾶς πλησιάζουν τά πάθη, τό μῖσος ἤ ἡ μνησικακία, ἀμέσως νά τά ξερριζώνουμε. Ἀμέσως νά πέφτουμε μπρούμυτα, εἴτε εἴμαστε στήν ἐκκλησία εἴτε στήν Τράπεζα καί νά λέμε: «Εὐλόγησον, συγχωρῆστε με, ἡμάρτησα, ἔχω ἐκεῖνο τό πάθος, βοηθῆστε με ψυχικῶς, νά μοῦ εὔχεσθε νά μοῦ φύγη αὐτό τό πάθος πού διατηρεῖται ἀκόμη στήν ψυχή μου». Καί νά δῆς πῶς ὁ Θεός θά ἐνεργήση μέσα στήν καρδιά μας. Ὅταν ὅμως δέν συναισθανώμαστε τό κάθε πάθος καί δέν τό ἀποφεύγουμε, ριζώνει μέσα στήν ψυχή μας τόσο πολύ, σέ βαθμό πού νά μᾶς χωρίζη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.Τί κρῖμα νά στερούμαστε τόν Χριστό γιατί δέν ἔχουμε ταπείνωσι, γιατί δέν μποροῦμε νά ταπεινωθοῦμε! «Γιατί μοῦ τὄκανε, καί πῶς μοῦ τὄπε, καί γιατί μοῦ τὄπε». Τό «γιατί» καί τό «πῶς» ποτέ δέν τελειώνουν. Σᾶς τό λέω νά τό ξέρετε. Δέν ὑπάρχει ταπείνωσις; Δέν ὑπάρχει Χριστός. Γι᾿ αὐτό λοιπόν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἐργάζεται ὅσο τό δυνατόν πνευματικῶς, νά ἀγωνίζεται γιά τή σωτηρία, του, νά βλέπη τά πάθη του, τά ἐλαττώματά του. Νά βλέπη ποῦ λυπεῖ τόν Θεό. Ἔχουμε νά κάνουμε μέ ἕνα Θεό, δέν ἔχουμε νά κάνουμε οὔτε μέ τόν ἄλφα οὔτε μέ τόν βῆτα οὔτε μέ τή Γερόντισσα.Τό θέμα τῆς ὑπακοῆς εἶναι ἡ βάσις στόν μοναχό. Δέν ἔχει ὑπακοή ὁ μοναχός; Δέν ἔχει τίποτε μέσα στήν ψυχή του. Καί νά προσέχουμε, διότι δημιουργοῦμε τεῖχος ἐδῶ, τεῖχος ἐκεῖ, καί ὕστερα κλείνει τό μέρος ἐκεῖνο τῆς ψυχῆς καί μένουμε σέ ἕνα σκοτάδι καί δέν ὑπάρχει οὔτε μία χαραμάδα, γιά νά μπῆ ὁ ἥλιος μέσα μας, νἀρθῆ ὁ θεῖος φωτισμός.
Νά ἔχουμε τήν καλωσύνη, νά προπορευώμαστε στήν ἀγάπη, νά προπορευώμαστε στήν εὐσπλαγχνία, νά προπορευώμαστε σ᾿ ἐκεῖνο πού θέλει ὁ Θεός. Νά μή ὑπάρχη ἡ φιλαυτία. Νά μή θέλουμε νά προστατέψουμε τόν ἑαυτό μας καί στόν ἀδελφό νά μή δίνουμε σημασία. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅλο εὐσπλαχνία, εἶναι ὅλο συγχωρητικότητα καί ὅλο συμπόνια. Ὅταν θά ἀγαποῦμε, θά συμπεριφερώμεθα καί ἀνάλογα, δέν θά θέλουμε νά ποῦμε γιά τόν ἄλλο κακό, θά πονᾶμε γι᾿ τόν ἄλλο καί δέν θά θέλουμε νά τόν προσβάλουμε, νά τοῦ ποῦμε «λόγια», θά αἰσθανώμαστε συμπάθεια, γιά τόν ἄλλο. Νά προσέχουμε νά μή προσβάλουμε, νά μή πικράνουμε τόν ἄλλο, νά ἔχουμε εὐγενική συμπεριφορά, νά ἀγαπᾶμε τόν πλησίον, νά μή κρίνουμε καί κατακρίνουμε κανένα. Ἡ κατάκρισις εἶναι τό μεγαλύτερο καί φοβερώτερο ἁμάρτημα.
Ἄν δέν ἀγωνιζώμαστε καλῶς, θά εἴμαστε σάν ἐκεῖνα τά ξεροβούνια καί τά χωράφια πού εἶναι χέρσα καί δέν φυτρώνει χορταράκι, τίποτε. Ἔτσι ἀκριβῶς θά εἶναι και ἡ ψυχή μας. Δέν θά φυτρώνει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, καί θά βρισκώμαστε συνέχεια σ᾿ αὐτή τήν κατάστασι, τήν τυφλή. Θά ὑπάρχη μία τύφλωσι, σάν μία ὁμίχλη θά εἶναι μέσα στήν ψυχή μας, μέ ἀποτέλεσμα νά μή τρέχη ὁ καταρράκτης (τῶν δακρύων), γιά νά καθαρισθῆ καί νά βλέπουμε κατά Θεόν τά πράγματα.
Ὅταν λείπη ἡ προσευχή, θά ἔρθη δυσφορία, θά ἔρθη ἀθυμία, ὀκνηρία, νά μή μποροῦμε νά σηκώσουμε τό χέρι μας, νά μή μποροῦμε νά σηκώσουμε τό πόδι μας, νά μή μποροῦμε νά σηκώσουμε τόν νοῦ μας, τίποτε δέν θά μποροῦμε νά κάνουμε. Ἐνῶ ἡ προσευχή ὅλα τά συμπληρώνει· διά τῆς προσευχῆς ὅλα τά καλά γίνονται. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη προσευχή, λαβαίνει καί δυνάμεις σωματικές· καί ὅταν δέν ἔχη προσευχή, χαυνώνεται, καί τό σῶμα δέν μπορεῖ νά κουνηθῆ, δέν ἔχει διάθεσι, δέν ἔχει ὄρεξι. Ἀθυμεῖ καί βαριέται, δέν μπορεῖ νά κουνήση τά χέρια του, νά κουνήση τά πόδια του, τή μία δουλειά βαριέται νά τήν κάνη, τήν ἄλλη ἀθυμεῖ καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Ὅταν ἔχη προσευχή, ὅλα αὐτά φεύγουν,ἐνῶ ἀντιθέτως ὅταν δέν ἔχη τήν προσευχή, ὅλα τά αἰσθάνεται ὅπως ἐγώ· θέλει, δηλαδή, νά πλαγιάζη, νά κάθεται, ν᾿ ἀποφεύγη τόν κόπο. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κοπιάζη, ἐκεῖ μέσα στόν κόπο θά βρῆ τόν Θεό! Κοπίασες; Θ᾿ ἀπολαύσης! Ἅμα δέν δουλεύσης, δέν σέ πληρώνει τό ἀφεντικό, ἰδίως ὅταν εἶναι ἐργολαβία. Εἶναι μερικοί ἐργαζόμενοι πού δέν τούς ἐνδιαφέρει, ὅσα πᾶνε καί ὅσα ἔρθουν, μερικοί ὅμως βιάζουν τόν ἑαυτό τους, ἔρχεται τό Σάββατο καί παίρνουν χρηματα μπόλικα στά χέρια τους. Οἱ ἄλλοι οἱ καημένοι πού θέλουν νά σαχλαμαρίζουν, νά γελοῦν, νά μιλοῦν, ἔρχεται τό Σάββατο καί λίγα πράγματα παίρνουν καί ὕστερα στενοχωροῦνται. Ἔτσι εἶναι καί ὁ Θεός. Ὅταν ἐμεῖς κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐργαζώμαστε καί προσπαθοῦμε νά κοπιάσουμε πιό πολύ, νά ἱδρώσουμε, νά ἀγωνισθοῦμε, νά κάνουμε πιό πολλές μετανίτσες, πιό πολύ ἀγῶνα, νά εἴμαστε πιό πολύ ἔγκλειστοι, νά ἔχουμε πιό πολύ ἀγάπη στόν Θεό· ὅλα αὐτά τά κάνουμε ἐπί πλέον τῶν καθηκόντων μας, τά βάζουμε στήν «ἄκρη» κι ἅμα θἀρθῆ ἡ ὥρα τοῦ θανάτου, τά παίρνουμε καί φεύγουμε, παίρνουμε καί τό εἰσιτήριό μας καί δρόμο· χαρά καί ἀγαλλίασι! Ὅποιος κοπιάζει, ἐκεῖνος ἀπολαμβάνει, ὅποιος δέν κοπιάζει, δέν ἔχει τίποτε! Γι᾿ αὐτό λοιπόν νά κοπιάζουμε, νά ἀγωνιζώμαστε, νά μή φοβώμαστε οὔτε τόν πειρασμό οὔτε τήν ἐργασία.
Μιά φορά, θυμᾶμαι, ἀνέβαινα ἕνα ἀνήφορο καί εἶχα τριάντα κιλά στήν πλάτη μου. Ἤμασταν στίς Σταγιάτες τότε. Λοιπόν, εἶχα βάρος στόν ὦμο, εἶχα καί στά χέρια. Ἦταν καταμεσήμερο, ζέστη, καί νά ἀνεβαίνης τόν ἀνήφορο. Ἀλλά ἔλεγα μέ τό νοῦ μου ὅτι τώρα ὁ Χριστός ἀνεβαίνει μέ τόν Σταυρό. Πῶς ἀνέβηκε ὁ Χριστός τόν Γολγοθᾶ; Ἔτσι καί ᾿ γώ θά ἀνέβω. Καί ᾿ κείνη τήν ὥρα πού ἀνέβαινα μέ κόπο καί μόχθο καί δέν μποροῦσα καί εἶχε γίνει τό πρόσωπό μου σάν τό μαῦρο τό πανί, αἰσθάνθηκα δυό χέρια νά μοῦ σηκώνουν τό βάρο ἀπό τό πίσω μέρος. Πῶς μέ σπρώχνετε καμμιά φορά στόν ἀνήφορο γιά νά ἀνέβω; Ἔτσι ἀνέβηκα, τόσο εὔκολα, οὔτε νά ἱδρώσω οὔτε τίποτε, καί μετά αἰσθάνθηκα τόσο ἐλαφρωμένη! Μετά ἄφησα τό βάρος αὐτό καί πῆγα κι ἔκανα τετρακόσιες μετάνοιες. Πλημμύρισα ἀπό χαρά. Τί ἦταν αὐτό; Ἦταν μιά ξεκούρασι καί μιά πληρωμή ἀπό τόν Θεό· τό αἰσθάνθηκα στήν καρδιά μου. Δέν μπορῶ νά τό ξεχάσω, αὐτό μοῦ ἔμεινε μέσα στήν ψυχή μου. Γι᾿ αὐτό λοιπόν, τώρα πού ἔχετε δυνάμεις, κάντε ὅ,τι μπορεῖτε· ὅλα τά γράφει ὁ Θεός, ὅλα τά γράφει, καί τήν τριχίτσα, τίποτε δέν πηγαίνει χαμένο, τίποτε. Ὅπως τά εἶδε ἡ νονά τῆς ἀδελφῆς Εὐπραξίας· καί ἕνα κουβαράκι μικρούτσικο πού εἶχε δώσει γιά νά καρυκώσουν τίς φτέρνες ἀπό τίς κάλτσες ἑνός μικροῦ παιδιοῦ, καί ᾿ κεῖνο τό ἐλάχιστο βρέθηκε στόν οὐρανό. Καί εἶπε: «Μπά, κι αὐτό βρέθηκε;». «Ναί, βρέθηκε. Εἶδες πού δέν πάει τίποτε χαμένο;», τῆς εἶπε ὁ Ἀγγελός της. Καί τά σπιρτάκια πού εἶχε δώσει, ὅ,τι εἶχε δώσει τά εἶδε ὅλα, ἕνα σωρό. Πῆγε τίποτε χαμένο; Ὅλα τά εἶχε ἀποθηκευμένα ὁ Χριστός. Ἔτσι καί τά βήματα πού κάνει κανείς, ὅταν κοπιάζη, ὅλα, ὅλα καταγάφονται.
Τί ὡραῖα ὅταν ὑπάρχουν δυνάμεις! Νά σηκώνεται κανείς νά συγυρίζη, νά σκουπίζη καί νά βολεύη καί ὅλα νά τά φτιάχνη! Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ θά τοῦ δίνη πολλή δύναμι καί πολλή χαρά στήν ψυχή του, ὅταν θά ἐργάζεται τόν Χριστό. Κι ὅ,τι τρώη πάλι, γιά νά μή τό στερήση ὁ Θεός, νά τό σταυρώνη. Νά σταυρώνουμε καί ἐμεῖς τό φαγητό καί νά λέμε«δόξα σοι ὁ Θεός», διότι εἶναι εὐλογημένο· καί ἔτσι ὅλα θά εἶναι εὐλογημένα. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἐνισχύει καί δυναμώνει τόν ἄνθρωπο καί ἔρχεται πνευματική χαρά καί ἀγαλλίασι μέσα στήν ψυχή του. Ὅσο κοπιάζει κανείς, τόσο ὁ Θεός τόν ἀνταμείβει. Οἱ μετάνοιες πού θά κάνουμε, τά σταυρωτά πού θά κάνουμε, πού θά σταθοῦμε ὄρθιες στίς Ἀκολουθίες, ὅλα γράφονται. Τήν ὥρα πού μιλᾶμε, πού συζητᾶμε, τήν ὥρα πού ἀναφέρουμε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι συνέχεια μπροστά μας, «πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν». Ὅλα τά βλέπει, καί τά καλά τά σημειώνει καί τά κακά τά σημειώνει, ὅλα. Εἴδατε ἐκεῖνος ὁ μοναχός πού ἦταν πολύ ἄρρωστος; Ἦταν κάποτε ἕνας Δεσπότης καί ἕνας μοναχός καί πῆγαν νά ζήσουν στήν ἔρημο σάν ἀσκητάδες. Κάποια μέρα λέει ὁ Δεσπότης: «Θά πάω γιά ἐξυπηρέτησι στήν τάδε πόλι καί ἐσύ μεῖνε ἐδῶ πέρα, κάνε τήν προσευχή σου καί θά ἐπιστρέψω». Στό διάστημα αὐτό προσέβαλε μιά σοβαρή ἀρρώστια τόν ὑποτακτικό καί ὅπου στεκόταν εἶχε τό κομποσχοινάκι του καί ἄκουγε, «Γέροντα, πρόφθασον, ὁ ὑποτακτικός σου εἶναι πολύ ἄρρωστος, τελειώνει, εἶναι πολύ βαρειά ἄρρωστος». «Μπα, λέει, τί φωνή εἶναι αὐτή; Θά ἐπιστρέψω». Φθάνοντας βλέπει τόν ὑποτακτικό του καί τοῦ λέει:
«Πῶς μέ εἰδοποιοῦσες;»
«Νά, μεταχειρίστηκα τό κομποσχοινάκι μου σάν τηλέφωνο καί ἔλεγα, Γέροντα, πρόφθασον».
«Ἀκουγα τή φωνούλα σου. Τώρα ἐγώ θά φύγω».
Μετά τόν ἔκανε μοναχό, τόν χειροτόνησε καί κοιμήθηκε. Εἴδατε πῶς πληροφορεῖ ὁ Θεός; Ὁ Γέροντάς μας ὅ,τι κάνουμε τό βλέπει. Προχθές τόν εἶδα στόν ὕπνο μου πολύ ζωντανό. Εἶχα μία στενοχώρια. Ἔβλεπα ὅτι ἤμουν σ᾿ ἕνα βράχο καί καθόμουν καί τραβοῦσα κομποσχοινάκι. Ἐκείνη τήν ὥρα εἶδα τόν Γέροντα νά ἔρεται καί μοῦ λέει:
«Τί κάνεις, Γερόντισσα, ἐδῶ;».
«Νά, τραβῶ κομποσχοινάκι, καί σκέπτομαι τί “μέλλει γενέσθαι”, πῶς θά σωθοῦμε, τί θά γίνουμε; Ἀσθενική εἶμαι, δέν μπορῶ νά μιλήσω, δέν μπορῶ νά κάνω ὅπως παλαιότερα τά καθήκοντά μου, πού τά γευόμουν. Τώρα δέν ἔχω σωματικές δυνάμεις, αἰσθάνομαι κουρασμένη, θέλω μία ἐνίσχυσι, νά μέ βοηθήση ἕνας ἄνθρωπος».
«Δός μου τά χέρια σου», μοῦ εἶπε. Μοῦ ἔδωσε τά χέρια του, τοῦ ἔδωσα καί ᾿ γώ τά δικά μου καί μέ σήκωνε, μέ σήκωνε… Μόλις ξύπνησα αἰσθάνθηκα μία ξεκούρασι. Ὁ νοῦς του σκέφτηκα θά εἶναι ἐδῶ πέρα καί μᾶς εὔχεται. Σήκωσε καί ἀπό ἐμένα ὅλο τό φορτίο πού αἰσθανόμουν. Γιατί πότε κοιμᾶμαι, πότε ξυπνάω, δέν ἔχω ὕπνο νά ξεκουρασθῆ τό σῶμα μου καί αἰσθάνομαι πολύ κουρασμένη. Ὅταν κάνουμε προσευχή, φωτίζει ὁ Θεός τούς Προεστῶτες σέ ποιά πνευματική κατάστασι βρίσκόμαστε καί ἔτσι, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δέν μᾶς ἀφήνει, μᾶς ἐνισχύει.
Ἐμεῖς θά κάνουμε αὐτό πού θέλει ὁ Θεός, γιά νά μή μᾶς βρῆ ἀπροετοίμαστους, ὅταν θά ἔρθη ἡ ὥρα ἡ εὐλογημένη. Ὅπως λένε τώρα, ἅμα χειριστοῦν αὐτά τά ἀέρια, τίποτε δέν θά μείνη ὄρθιο. Τόσο πολύ! Ἐδῶ ἀπό τό Τσερνομπίλ ἔφθασε, δέν θά φθάση καί ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ; Ἄντε, δέν θά ἀφήση ὁ Θεός, τόσοι πιστοί προσεύχονται. Νεφέλη θά στείλη ὁ Θεός καί θά προστατεύση. Ἐκείνους πού θέλει νά πάρη, θά τούς πάρη, τούς ἄλλους θά τούς ἀφήση. Θά προστατεύση ὁ Θεός, δέν θά ἀφήση, γιατί χιλιάδες ἄνθρωποι προσεύχονται. Μιά φορά, θυμᾶμαι, ἦταν ἕνας πού προσευχόταν γιά τούς πολιτικούς. Πήγαινε κάθε μέρα στήν ἐκκλησία καί ἄναβε ἀπό ἕνα κερί γιά ὅσους ἦταν ὑπουργοί, βουλευταί καί γονάτιζε στήν Παναγία μπροστά καί προσευχόταν νά διορθωθοῦν τά πράγματα, νά γίνουν καλύτερα. Μετά δακρύων προσευχόταν, μοῦ ἔκανε ἐντύπωσι· κάθε μέρα ἄναβε κεριά. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἔτσι τόν φώτισε αὐτόν. Ἄλλους πάλι ἀλλιῶς. Ὁ π. Μάρκελλος (*)  πάει στήν ἔρημο καί βρίσκει Πατέρες πού προσεύχονται γιά τόν κόσμο· καί λέει ὅτι ὑπάρχουν καί ἀόρατοι ἀσκηταί πού κάνουν προσευχή. Ἔτσι εἶναι…
 Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

ΕΚΔΟΣΕΙΣ:«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Ἀπό τό βιβλίο:«Λόγια καρδιᾶς»
Ἱ.Μ.Παναγίας Ὁδηγήτριας Πορταριᾶς Βόλου.
(*)Μοναχός τῆς Ἱ. Μ. Καρακάλλου Ἁγίου Ὄρους, κοιμηθείς τό 2006.

Πέμπτη 12 Μαΐου 2016

ΗΓΟΥΜΕΝΗ ΜΑΡΙΑ . ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΜΑΘΗΤΗ



site analysis

. Η ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ. ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ ΤΟΥ ΛΟΒΤΣΑΝΣΚ. ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ.






Αθήνα

Την άλλη μέρα, το πρωί, έφτασα στην Αθήνα. Εκεί πήγα στην Ρωσική Εκκλησία. Την προσοχή μου τράβηξε ή τοιχογραφία του Αγίου Ιωάννη του θεολόγου, στον όποιο προσευχήθηκα πολύ. Καθώς έβγαινα από τον ναό γνώρισα την σύζυγο του νεωκόρου. Εκείνη ήταν Ρωσίδα, ενώ ο ίδιος ήταν Έλληνας. Αφού έμαθε ότι είχα έρθει στην Αθήνα την προηγούμενη ημέρα.
μου είπε: «Έχω ένα εξοχικό σπίτι στο όποιο δεν κατοικεί κανείς αυτήν την εποχή. Εάν θέλετε μπορείτε να μείνετε εκεί». Την ευχαρίστησα, πήρα τα κλειδιά και αναχώρησα δοξολογώντας τον Θεό.


Το σπίτι είχε ένα μικρά κήπο με πηγάδι και απείχε πέντε χιλιόμετρα από την Ρωσική Εκκλησία. Εγκαταστά­θηκα εκεί, και το γεγονός αυτά χαροποίησε την νοικοκυρά, διότι με την παρουσία μου φυλασσόταν το σπίτι. Πρώτη μου μέριμνα ήταν να απευθυνθώ στο Ρωσικά Προξενείο, ώστε να μου εκδώσουν την ειδική άδεια, για να μπορέσω να ταξιδέψω στήν Ρώμη. Το διαβατήριό μου είχε ελλιπείς πληροφορίες, και αυτό θα δημιουργούσε πρόβλημα στήν έκδοση, καθώς απουσίαζε ή γαλλική άδεια. Λίγες ημέρες αργότερα, όμως, με κάλεσαν στο Προξενείο λέγοντάς μου: «Τί συμφορά! Ό γραμματέας μας αποδείχτηκε απατεώ­νας. Έκλεψε όλα μας τα αρχεία στα όποια περιλαμβανόταν και το διαβατήριό σας, και δραπέτευσε στήν Αμερική.


Αλλά μην ανησυχείτε, πείτε μας τα στοιχεία σας και θα σάς εκδώσουμε καινούριο».Στήν Αθήνα έζησα πέντε μήνες, μέχρι να παραλάβω την άδεια για την Ρώμη. Κάθε πρωί προσευχόμουν μέχρι την ανατολή του ήλιου, την όποια αγαπούσα ιδιαίτερα, διότι κάνοντας βόλτες βυθιζόμουν στις σκέψεις μου. Κατόπιν πήγαινα στήν Εκκλησία και γυρνώντας από εκεί προσπαθούσα να εμβαθύνω στα βιώματα πού είχα αντλήσει μέσα σ’ αυτήν.

Στο σπίτι, τρώγοντας λίγα φρούτα και ψωμί, με­λετούσα και εργαζόμουν στον κήπο. Όταν πια τελείωνα, πήγαινα στήν πόλη και τα περίχωρα για να επισκεφτώ τα αξιοθέατα. Μου άρεσε πολύ ή τέχνη την σπούδασα για πολλά χρόνια και κάποτε θέλησα να ασχοληθώ εντατικά μαζί της. Ή παραμονή μου στήν Άθήνα μου έδωσε την ευκαιρία να την απολύσω ξανά. Ωστόσο, τώρα πια ολη την αγάπη πού είχα στήν καρδιά μου την είχε κερδίσει ή Εκκλησία. Ατένιζα τα αριστουργήματα και μπορούσα να τα εκτιμήσω, μα είχαν γίνει ξένα για εμένα. Στήν Ρωσική Εκκλησία ήταν ένας Αρχιερέας, ονόματι Σέργιος.

 Δεν μου ενέπνεε εμπιστοσύνη, και πράγματι αργότερα επιβεβαιώθηκα, διότι εγκατέλειψε την Εκκλησία και ασπάστηκε τον καθολικισμό. Μία φορά στήν εξομολό­γηση, οι ερωτήσεις του μου προκάλεσαν δυσφορία, και μη θέλοντας να απαντήσω τον απέφυγα διπλωματικά. Όμως, με βασάνιζε ή συνείδησή μου ότι είπα ψέματα στήν εξομο­λόγηση, γι’ αυτά αποφάσισα με την πρώτη ευκαιρία να ελευθερωθώ από την αμαρτία αυτή, στήν επόμενη εξομο­λόγησή μου.


ΗΓΟΥΜΕΝΗ ΜΑΡΙΑ . ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΜΑΘΗΤΗ.ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ ΤΟΥ ΛΟΒΤΣΑΝΣΚ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ  ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΔΩΡΩΝ ΑΡΟΑΝΙΑΣ
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η αγία μάρτυς Γλυκερία -και οι πονηρές ενέργειες των μάγων



site analysis


Η αγία μάρτυς Γλυκερία και ο άγιος Λαοδίκιος, ο δεσμοφύλακας

Κατά το πρώτο έτος της βασιλείας του Αντωνίνου του Ευσεβούς (138) ζούσε στην Τραϊανούπολη μία νέα χριστιανή, θυγατέρα ενός υψη­λόβαθμου Ρωμαίου αξιωματικού, αφιερωμένη στην στερέωση των ντό­πιων χριστιανών στην πίστη. Ανήμερα μιας ειδωλολατρικής εορτής, σφρά­γισε το μέτωπό της με το σημείο του Σταυρού και προχώρησε προς τον διοικητή Σαβίνο που παρευρισκόταν στον ναό, ομολογώντας αβίαστα ότι ήταν δούλη του Χριστού. Ο Σαβίνος την διέταξε να θυσιάσει στους θε­ούς, εκείνη κατευθύνθηκε προς τα είδωλα και με την επίκληση του ονό­ματος του Σωτήρος κατακρήμνισε το άγαλμα του Διός και εν συνεχεία το συνέτριψε.
Οι ειδωλολάτρες όρμησαν κατεπάνω της με λύσσα και επι­χείρησαν να την λιθοβολήσουν, αλλά οιπέτρες δεν μπορούσαν να την πλήξουν. Την κρέμασαν τότε από τα μαλλιά και της ξέσχισαν την σάρκα με σιδερένια νύχια, κατόπιν δε την έρριξαν στην φυλακή και την άφη­σαν δίχως τροφή και νερό επί πολλές ημέρες. Άγγελος Κυρίου όμως της έφερνε τροφή και ενδυνάμωνε μέσα της την ελπίδα των μελλόντων αγαθών. Έτσι, όταν ο διοικητής την κάλεσε πάλι να παρουσιασθεί, με κατάπληξη την είδε να εμφανίζεται μπροστά του χαίροντας άκρας υγείας και λάμποντας από την παρρησία της προς τον Θεό.
Ο Σαβίνος έπρεπε να μεταβεί στην Ηράκλεια της Θράκης και πήρε μαζί του την Γλυκερία. Έγινε δεκτή με σεβασμό από τον επίσκοπο Δομίτιο και τους χριστιανούς που είχαν πληροφορηθεί τον ανδρείο αγώνα της. Παρουσιάσθηκε ξανά στο δικαστήριο, καταδικάσθηκε να καεί ζων­τανή, όμως ουράνια δρόσος έπεσε και έσβησε την κάμινο στην οποία την είχαν ρίξει. Ο δικαστής τότε έδωσε εντολή να γδάρουν το δέρμα της κε­φαλής της και την οδήγησαν πίσω στην φυλακή εν αναμονή νέων βασανισμών. Και αυτή την φορά, άγγελος ήλθε να την συνδράμει. Μπρο­στά σε παρόμοια θεϊκά σημεία, ο δεσμοφύλακας Λαοδίκιος μεταστράφηκε και σύντομα καταδικάσθηκε σε αποκεφαλισμό.
Τέλος, η αγία παρεδόθη στα θηρία. Ένα λεοντάρι χύμηξε με μανία κα­τεπάνω της, αλλά αίφνης έκοψε την ορμή του και ήλθε να γλείψει τρυ­φερά τα πόδια της. Ένα άλλο λεοντάρι όρμηξε και με μια ελαφριά δαγκωματιά, δίχως να της προκαλέσει το παραμικρό τραύμα, επέτρεψε στην Γλυκερία να συναντήσει μέσα σε αγαλλίαση τον επουράνιο Νυμφίο της.
Ο δικαστής βρήκε λίγο αργότερα άθλιο θάνατο, ενώ ο επίσκοπος πήγε να ενταφιάσει το σκήνωμα της ανδρείας αθλήτριας του Χριστού, όχι μα­κριά από την πόλη. Στον τόπο εκείνο ανηγέρθη αργότερα μέγας και πε­ρίλαμπρος ναός, όπου ετιμάτο η αγία Γλυκερία από όλους τους κατοί­κους της Ηράκλειας, της οποίας έγινε πολιούχος. Το λείψανό της κατόπιν μεταφέρθηκε στην Λήμνο. Από την κάρα της, που παρέμεινε στην Ηρά­κλεια, εξακολούθησε να αναβλύζει τίμιο μύρο, το οποίο ως πηγή ζώσα θεράπευε πλήθος προσκυνητών.
(Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Μάιος, εκδ. Ίνδικτος, σ. 153-154)
από την Πεμπτουσία εικόνa από saint.gr
Κάντε κλικ για να δείτε την εικόνα σε πλήρες μέγεθοςη εικόνα χρησιμοποιείται με άδεια από www.eikonografos.com.

Για το μύρο που ανέβλυζε από τον τάφο της αγίας και τους μάγους 

 Περί του λειψάνου της Aγίας Γλυκερίας ταύτης γράφει ο Δοσίθεος, σελ. 519 της Δωδεκαβίβλου, ότι εις την Hράκλειαν ευρίσκετο μία χαλκίνη λεκάνη, η οποία εδέχετο τα θεόρρυτα μύρα, άπερ ανέβρυον από του τάφου της Aγίας ταύτης Γλυκερίας, διά μέσου των οποίων εγίνοντο πολλά θαύματα, ως ιστορεί ο Θεοφύλακτος. Eχρησίμευε δε, η χαλκίνη λεκάνη εκείνη διά να γίνεται εν αυτή ο αγιασμός επάνω εις τον τάφον της Mάρτυρος. O δε τότε Hρακλείας, ευρών εις Kωνσταντινούπολιν μίαν λεκάνην χρυσήν και θαυμαστήν, ηγόρασεν αυτήν, και εδιώρισε να γίνεται εν αυτή ο αγιασμός επάνω εις τον τάφον της Mάρτυρος αντί της χαλκίνης. Όθεν πλέον δεν εγίνοντο θαύματα.
Διά δε τα δάκρυα και τας προσευχάς του Hρακλείας, απεκαλύφθη αυτώ, ότι η χρυσή εκείνη λεκάνη ήτον ακάθαρτος. Διά τούτο έφερεν αυτήν εις τον τότε Πατριάρχην Άγιον Iωάννην τον Nηστευτήν. Kαι εξετάσας εκείνος εύρεν, ότι ένας άρχων σοφός και μάγος Παυλίνος ονόματι, έχυσεν αίματα μέσα εις την λεκάνην εκείνην τρόπω θυσίας, και εγοήτευε με την επίκλησιν των δαιμόνων ως ειδωλολάτρης. Όθεν αναφέρεται τω βασιλεί Mαυρικίω το δράμα. Kαι ο μεν Nηστευτής, διϊσχυρίζετο από Γραφικά ρητά, ότι να δοθή αυτώ παιδεία νομική και κατά κανόνα. O δε Mαυρίκιος, επαλούκωσεν αυτόν. Tους δε υιούς του απεκεφάλισεν, ως συγκοινωνούς όντας της μαγείας του πατρός των. (Όρα ω αναγνώστα, πόσην πικράν τιμωρίαν λαμβάνουν οι μάγοι και γόητες.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005).

Μια «ασυνήθιστη» ιστορία – Ο βίος της αγίας Ειρήνης (5 Μαϊου)



site analysis
Η αγία Ειρήνη. Ρωσική κεντημένη εικόνα, 1598-1604.
Κατά τους χρόνους του αγίου Κωνσταντίνου του Μεγάλου, ο βασιλιάς της πόλεως Μαγεδώνος (στην Περσία), Λικίνιος, είχε μία θυγατέρα εξαιρετικής ομορφιάς, ονόματι Πηνελόπη. Για να την προστατεύσει από την διαφθορά του κόσμου, την είχε κλείσει από την ηλικία των έξι χρόνων σε υψηλό και απροσπέλαστο πύργο, όπου την περιέβαλλε με αφάνταστη πολυτέλεια και ανέσεις. Την υπηρετούσαν δεκατρείς θεραπαινίδες και την μόρφωσή της είχε αναλάβει ένας πάνσοφος γέροντας, ονόματι Απελλιανός. Μία ημέρα, η κόρη είδε ένα περιστέρι να μπαίνει στον πύργο, κρατώντας στο ράμφος του ένα κλαδί ελιάς που ήλθε να αποθέσει πάνω σε ένα χρυσό τραπέζι. Στο ίδιο μέρος ήλθε κατόπιν ένας αετός να αφήσει ένα στεφάνι από άνθη που κρατούσε στα γαμψόνυχά του, και τέλος ένα αποκρουστικό μαύρο κοράκι έφερε εκεί ένα φίδι. Η Πηνελόπη ρώτησε να μάθει από τον δάσκαλο της την σημασία των σημείων αυτών και εκείνος της εξήγησε ότι έμελλε να λάβει το βάπτισμα, σύμβολο του οποίου ήταν το κλαδί ελιάς, και αφού αντιμετώπιζε κατόπιν δοκιμασίες και θλίψεις θα κέρδιζε τον βασιλικό στέφανο του μαρτυρίου.
Λίγο μετά το όραμα αυτό, ήλθε ένας άγγελος να την κατηχήσει στην χριστιανική πίστη και της έδωσε το όνομα Ειρήνη. Αφού βαπτίσθηκε, η Ειρήνη ανέτρεψε τα είδωλα του πατέρα της και αντιμετώπισε με ανδρική αποφασιστικότητα τις απειλές εκείνου. Έξαλλος ο Λικίνιος, διέταξε να ρίξουν την κόρη του κάτω από τις οπλές άγριων αλόγων, ένα από αυτά όμως στράφηκε εναντίον του βασιλιά και τον ποδοπάτησε. Η προσευχή της θυγατέρας του επανέφερε τον Λικίνιο στην ζωή, και τότε μεταστράφηκε μαζί με πλήθος υπηκόων του, παραιτήθηκε από τον θρόνο και αποτραβήχθηκε στον πύργο, όπου πέρασε την υπόλοιπη ζωή του χύνοντας δάκρυα μετανοίας. Ο διάδοχος του στον θρόνο, Σεδεκίας, επιχείρησε να μεταστρέψει την πριγκίπισσα στην ειδωλολατρία. Αντιμετωπίζοντας όμως την επίμονη άρνησή της, διέταξε να την ρίξουν σε έναν λάκκο γεμάτο με φίδια. Με την βοήθεια του Θεού, η Ειρήνη αντεπεξήλθε στην δοκιμασία αυτή, όπως και σε άλλα βασανιστήρια στα οποία την υπέβαλαν, και έφερε στην αληθινή Πίστη πλήθος ειδωλολατρών.
Ο Σεδεκίας εκθρονίσθηκε από τους εχθρούς του καί ο γιος του Σαβώρ εξεστράτευσε εναντίον τους για να λάβει εκδίκηση. Ο ίδιος και ο στρατός του όμως προσβλήθηκαν από τύφλωση και ακινητοποιήθηκαν. Έξω από την πόλη συνάντησαν την Ειρήνη που τους θεράπευσε, αλλά αυτοί παρέμειναν στην τυφλότητα της ψυχής τους και υπέβαλαν την κόρη πάλι σε μαρτύρια, αναγκάζοντας την να βαδίζει σε μια απόσταση τριών μιλίων φορτωμένη έναν σάκκο άμμο και με τα πόδια τρυπημένα από καρφιά. Αγανακτισμένη από την προσβολή αυτή κατά των αγίων, η γη άνοιξε τότε και κατάπιε πλήθος απίστων. Από τους επιζώντες περισσότεροι από τρεις χιλιάδες μεταστράφηκαν· μόνο ο βασιλιάς έμεινε αμετανόητος και τιμωρήθηκε από άγγελο Κυρίου.
Ελεύθερη πια, η Ειρήνη διέτρεξε την πόλη Μαγεδών κηρύττοντας το Ευαγγέλιο και οδήγησε στον Χριστό τους περισσότερους κατοίκους. Μετέβη κατόπιν στην πόλη Καλλίνικον, όπου θριαμβεύοντας στα μαρτύρια στα οποία την υπέβαλαν, μετέστρεψε στην πίστη τους κατοίκους συμπεριλαμβανομένου του έπαρχου στον οποίο ο βασιλιάς είχε αναθέσει τον βασανισμό της.
Η φήμη της αγίας έφθασε έως τον βασιλιά των Περσών, Σαβώριο, ο οποίος την συνέλαβε και την αποκεφάλισε. Ένας άγγελος, όμως, την επανέφερε στην ζωή, για να μπορέσει να συνεχίσει την αποστολή της. Κατευθύνθηκε τότε προς την πόλη Μεσημβρία, κρατώντας στο χέρι της ένα κλαδί ελιάς, ως σημείο νίκης επί όλων των δυνάμεων του θανάτου. Αφού βάπτισε τον βασιλιά της περιοχής εκείνης και τους υπηκόους του, επέστρεψε στην πατρίδα της και εν συνεχεία πέρασε από την Έφεσο, όπου έκανε θαύματα αντάξια των Αποστόλων προς επίρρωσιν του κηρύγματός της. Ολοκληρώνοντας το αποστολικό της έργο, η αγία Ειρήνη πήρε μαζί της τον δάσκαλό της Απελλιανό και έξι μαθητές της και μπαίνοντας σε έναν νεόσκαπτο τάφο τους έδωσε την εντολή να κυλήσουν πίσω της τον λίθο του μνημείου και να επιστρέψουν μετά από τέσσερεις ημέρες. Δύο ημέρες αργότερα ο Απελλιανός ήλθε στον τόπο αυτό και βρήκε τον λίθο μετατοπισμένο και τον τάφο άδειο. Για τον λόγο αυτό πιστεύεται ότι η αγία ανελήφθη στους ουρανούς όπως ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος.
Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος ένατος – Μαϊος, σελ. 61-63
ΠΗΓΗ.ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Για τις Μανάδες των Μαρτύρων της πατρίδας των Σελευκιδών του Μεγάλου Αλεξάνδρου...



site analysis


Από το "PRESS-GR"
Σχολιάζει ο Νίκος Κλειτσίκας
http://nikosklitsikas.gr/

Μέρα κι αυτή σήμερα...
Μετατράπηκε σε "ημέρα καταναλωτισμού", κάτι σαν τη "γιορτή των ερωτευμένων" (του παπικού εφευρήματος Αγ. Βαλεντίνος) κι ούτε πλέον, για τις χώρες που υποφέρουν από την οικονομική δικτατορία των τραπεζιτών, της "νέας εποχής"...
Μέρα που θα ΄πρεπε να φέρνει στις μνήμες μας τις σημερινές Μανάδες της μαρτυρικής και κατεχόμενης Κύπρου... τις Μανάδες αυτών που απαγχόνισαν οι "πολιτισμένοι" Άγγλοι αποικιοκράτες... τις Μανάδες των αγνοούμενων από την εισβολή του Αττίλα, με τη βοήθεια του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ...
Μέρα που θα ΄πρεπε να φέρνει στις μνήμες μας τις σημερινές Μανάδες της μαρτυρική Γάζας, που τα παιδιά τους έγιναν Μάρτυρες των "πολιτισμένων" βομβών του σιωνιστικού-ναζιστικού ισραηλινού καθεστώτος... Τις Μανάδες των Παλαιστινίων που...
καθημερινά θάβουν τα βλαστάρια τους, θύματα των κατοχικών δυνάμεων του Ισραήλ...
Μέρα που θα ΄πρεπε να φέρνει στις μνήμες μας τις σημερινές Μανάδες της Υεμένης, που βομβαρδίζεται αδιάκοπα για έναν ολόκληρο χρόνο από τον παιδόφιλο δικτάτορα Σαούδ, με τις βόμβες του "σοσιαλιστή" Ολάντ, του "αριστερού" Ρέντζι, της Μέρκελ, της "πολιτισμένης" Αγγλίας, που μάλιστα εξέλεξε "μουσουλμάνο" δήμαρχο στο Λονδίνο, αλλά σιωνιστή και εναντίον του μποϊκοτάζ των ισραηλινών προϊόντων από την κατεχόμενη Παλαιστίνη...
Μέρα που θα ΄πρεπε να φέρνει στις μνήμες μας τις σημερινές Μανάδες σε όλες τις χώρες του κόσμου που είναι θύματα κλοπής του πλούτου τους...
Μέρα που επιβάλει να θυμηθούμε τις Μανάδες των Μαρτύρων της Συρίας των Σελευκιδών...
Τις Μανάδες εκείνων των παλικαριών που υπηρετώντας τη θητεία τους στην πατρίδα, χάθηκαν στο πεδίο της μάχης με τους μισθοφόρους-φονιάδες της δύσης...

Πηγή φωτο: ΕΔΩ 
Ενώ χθες στην Αθήνα, με την "μάσκα" του "πρόσφυγα, τα καλοντυμένα καλόπαιδα με τα σινιέ ρούχα τους, τα υπερσύγχρονα κινητά, και φυσικά με την επί 5 ολόκληρα χρόνια μισθοδοσία τους από τους "εξεγερμένους εκδημοκρατιστές" της Συρίας και την λιποταξία τους από τον στρατό της πατρίδας τους -που δέχεται ιμπεριαλιστική επίθεση- παρέλασαν και διαδήλωσαν εναντίον του "τυράννου Άσαντ", που βομβαρδίζει το Χαλέπι και τη Ράκκα...
Καμία σχέση με πραγματικούς πρόσφυγες πολέμου... Μάλιστα, χωρίς καμία ντροπή, βλέπεις στις φωτογραφίες της "παρέλασης", για παράδειγμα Μαροκινές που ζουν πολλά χρόνια στην Ελλάδα, τζιχαντιστές σε "ύπνωση" στην πατρίδα μας, από κάθε μεριά του πλανήτη, να σηκώνουν ακόμη και την τιμημένη Παλαιστινιακή σημαία, ως φερετζέ... "επικοινωνιακό" τρικ των ΜΚΟ Soros κι εγχώριων επαγγελματιών "αντιρατσιστών", ως παγίδα ανημέρωτων πολιτών -σωστότερα παραπληροφορημένων από τα ΜΜΕ-, ως παραχάραξη της πραγματικότητας κι εμφάνισης των Παλαιστινίων ως συμπαραστάτες τους. Τα χθεσινά παλικαράκια γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνει στη Συρία η Παλαιστινιακή "Ταξιαρχία Ιερουσαλήμ", η ηρωική Χεζμπολά... Όμως, προκαλούν σε διατεταγμένη υπηρεσία με τη χρηματοδότηση της Σαουδικής Αραβίας, της Τουρκίας, του Ισραήλ, των αραβικών δικτατορικών καθεστώτων κι ετοιμάζουν τους μισθοδοτούμενους "εξόριστους" αντιπολιτευόμενους του "ελεύθερου συριακού στρατού, των οργανώσεων-παρακλάδια της Αλ Κάιντα...
Σήμερα θα μιλήσουμε για μία και συγκεκριμένη Μάνα...

Και θα μιλήσουμε με τα σημερινά λόγια του φίλου, συντρόφου κι αδελφού Σύρου αγωνιστή Ouday Ramadan, για την ΜΑΝΑ της Συρίας και για την αδελφή του:
"Η πιο ωραία των μανάδων είναι εκείνη που περιμένει την επιστροφή του δικού της παιδιού.
Η μανάδες των δικών μας Μαρτύρων, που περιμένουν υπομονετικά την ΄επιστροφή΄ των παιδιών τους.
Η ΄επιστροφή΄ των δικών μας Μαρτύρων θα επέλθει με την πλήρη απελευθέρωση της Συριακής γης.
Μια σκέψη σε όλες τις Μανάδες και μια ιδιαίτερη σκέψη στην αδελφή μου Ghaysaa, που αναμένει κι αυτή την ΄επιστροφή΄ του δικού της παιδιού, του Hassan Assa'ad Assa'ad".
Ouday Ramadan

* Ο Hassan Assa'ad Assa'ad, ανιψιός του Ouday Ramadan, μαρτύρησε στην πρώτη γραμμή των μαχών για την πατρίδα. Ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει φίλε Ouday... τώρα είναι στο πάνθεο των ηρώων της Αδέσποτης κι Αδούλωτης πατρίδας των Σελευκιδών του Μ. Αλεξάνδρου!
** Ο ανιψιός του Ouday, στο μπλουζάκι του μικρού αδελφού του, μαζί με τη Μάνα... που υπομονετικά περιμένει την ΄επιστροφή΄ του Μάρτυρα Hassan, του παιδιού της...