Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

Η Αγία Ακυλίνα η Ζαγκλιβερίνη



site analysis


Η ξεχωριστή αυτή νεαρή κοπέλα καί παρθενομάρτυρας του Χρίστου Ακυλίνα γεννήθηκε, έζησε και μαρτύ­ρησε στην επαρχία Ζαγκλιβερίου Θεσσαλονίκης στο β’ μισό του 18ου αιώνα.
Το όνομα της από το λατινικό «Αquilla» που σημαίνει αετός , ταυτίζεται με το μεγαλείο της υψιπετούς ψυχής της , μιας ψυχής που από πολύ νωρίς αναζητούσε ψηλά στον ουρανό το αθλοθέτη Ιησου Χριστό , στα νάματα της Ορθοδοξίας.
Την περίοδο εκείνη οι διωγμοί εναντίον των χρι­στιανών ήταν φοβεροί και ανελέητοι. Το μόνο που σφό­δρα επιζητούσαν και επεδίωκαν οι Τούρκοι με κάθε αφορμή και σε κάθε περίσταση ήταν να αλλαξοπιστήσουν οι χριστιανοί. Ο θρησκευτικός φανατισμός , που επικρα­τούσε τότε και σημάδευε κάθε σκέψη και ενέργεια των Τούρκων, είναι η αιτία των διαφόρων ακροτητών που λάμβαναν χώρα.

Κατά τα δύσκολα λοιπόν εκείνα χρόνια ζούσε στο Ζαγκλιβέρι η οικογένεια της Αγίας Ακυλίνας, οικογέ­νεια ευσεβών χριστιανών που επιβίωνε ανάμεσα στους Τούρκους χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Το σπίτι όπου έζησε και μαρτύρησε η Αγία σώζεται μέχρι σήμερα και βρίσκεται στην είσοδο της κωμοπόλεως του Ζαγκλιβερίου. Πιθανότερη χρονολογία γέννησης της Αγίας είναι το έτος 1746 μ.Χ. Αν και δια μέσου της ιστορίας το όνομα της Αγιοτόκου μητέρας της δε σώθηκε, είναι γνωστός και αξιέπαινος ο αγώνας της να αναθρέψει το παιδί της «με παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Μάνα πραγματικά υποδειγματική, που μαζί με το μητρικό γάλα ανέθρεψε το τέκνο της και με τα νάματα της Ορθόδοξης Πίστης. Είναι άλλωστε γνωστό στην παράδοση της Εκκλησίας μας Αγίες μητέρες να κατευθύνουν τα παιδιά τους με θέρμη και ζήλο προς την αγάπη του Χριστού. Ετσι, λοι­πόν, δικαιολογείται και η ευσεβής και άδολη καθοδήγη­ση της Αγίας από τη μητέρα της, μολονότι ο ίδιος ο πα­τέρας της επέδειξε δειλία και λιποψυχία μπροστά στην θανατική καταδίκη που του επέβαλαν οι Τούρκοι. Έτσι , αποτελεί ολοζώντανο θαύμα η διδασκαλία και η μύηση στην χριστιανική παράδοση της μικρής Ακυλίνης από την ευλογημένη εκείνη μάνα.
Εξετάζοντας κανείς την ιστορική πορεία της οικογέ­νειας της Αγίας , μπορεί εύκολα να διαπιστώσει την αυτοθυσία και το ψυχικό σθένος της μητέρας της σε αντί­θεση με την ολιγοπιστία και την ατολμία του πατέρα της που , όταν κάποια στιγμή ζούσε με την σύζυγο του ήσυχα στο Ζαγλιβέρι, μια φιλονικία με τον τούρκο γείτονα του δεν άργησε να τον οδηγήσει στο έγκλημα. Η μητέρα ζούσε στην ψυχή της το φόβο και την απόγνωση μετά από το γεγονός αυτό. Ο σύζυγος της για να γλιτώσει την θα­νατική ποινή , κυριαρχούμενος από φόβο και τρόμο , αλλά κυρίως από την αγάπη του για την επίγεια ζωή , αλλαξο-πίστησε. Σκληρή η τουρκική νομοθεσία: όποιος σκότωνε Τούρκο , το αίμα του το ξέπλενε η θανατική ποινή ή η άρνηση της χριστιανικής πίστης του. Ντροπή και όνειδος για την οικογένεια και για όλη την υπόλοιπη μικρή κοι­νωνία ο εξωμότης σύζυγος. Οι Τούρκοι υπερήφανοι για το γεγονός επιδεικνύουν τον λιπόψυχο πατέρα ως λάφυ­ρο. Η μητέρα της Αγίας μετά από το δραματικό αυτό γεγονός επικεντρώνει όλη της την προσοχή και φροντίδα στην μονάκριβη κόρη της Ακυλίνα , λες και διαισθανόταν ό,τι θα ακολουθούσε. Παρακαλεί καθημερινά τον Θεό να φωτίζει την κόρη της , ώστε να παραμείνει βράχος ακλό­νητος στην πίστη της και να μην ακολουθήσει το παρά­δειγμα του πατέρα της. Συγχρόνως , οι Τούρκοι πίεζαν συνεχώς τον εξωμότη πατέρα να οδηγήσει την γυναίκα και την κόρη του στον Ισλαμισμό κι αυτός πάντοτε μετά από κάθε τέτοιο κέλευσμα αποκρινόταν: «μη σας μέλη δια την θυγατέρα μου. Αυτή είναι εις το εδικόν μου χέρι, και ότε θελήσω την τουρκίζω». Αφού η Άκυλίνα συμ­πλήρωσε την ηλικία των δεκαοκτώ ετων , οι Τούρκοι για άλλη μια φορά ζήτησαν από τον πατέρα της να εκπληρώ­σει την υπόσχεση που τους είχε δώσει , να πείσει δηλαδή την κόρη του να αλλαξοπιστήσει. Πανικός και τρόμος κυ­ρίευε την ευλογημένη μάνα αναλογιζόμενη τι θα απαντή­σει η κόρη της στις αλλεπάλληλες πιέσεις τόσο του πατέ­ρα της , όσο και των Τούρκων. Ο πατέρας της , βέβαια , παρά τις προσπάθειες του να αλλάξει την πίστη της θυγα­τέρας του , διαπίστωνε όλο και περισσότερο το αμετάκλη­το και ακλόνητο φρόνημα αυτής. Από τη μεριά της η Aκυλίνα αποκρινόταν: «μήπως είμαι εγώ oλιγόπιστος ωσάν καi εσένα , να αρνηθώ τoν ποιητήν και πλάστην μου, τoν Κύριον Iησούν Χριστόν, o oποίος υπέμεινε για εμάς σταυρό και θάνατο; είμαι έτοιμη να υπομείνω κάθε βάσανο , ακόμη και θάνατο για την αγάπη του Χριστού μου». Πηγαίνει, λοιπόν, ο πατέρας της στους Τούρκους και τους λέει : Κάνετε ότι θέλετε, εγώ προσπάθησα, τώρα αναλάβετε εσείς». Η Ακυλίνα πρέπει να αλλαζοπιστησει, να γίνει μωαμεθανή, ήταν η απάντηση τους.
Οι Τούρκοι στο άκουσμα των λόγων αυτών ταράχτηκαν και αμέσως έστειλαν ανθρώπους από το ιεροδικείο να συλλάβουν την Ακυλίνα, προκειμένου να την ανακρίνουν. Η μητέρα της δοξάζει τον Πανάγαθο Θεό και προσεύχεται για να αντέξει η τρυφερή ψυχή της κόρης της στην δύσκολη αυτή δοκιμασία. Την προτρέπει να παραμείνει ακλόνητη στην πίστη της και να επιδείξει ανδρεία λέγοντας την: «…τώρα, αξιαγάπητο παιδί μου , έφθασε η στιγμή για την οποία καθημερινά σε προετοίμαζα» στάσου ανδρεία απέναντι στα μαρτύρια που θα υποστείς και μην αρνηθείς τον Χριστό. Η Αγία με δακρυα στα μάτια της αποκρίθηκε: μη φοβάσαι , μητέρα μου , κι εγώ τον ίδιο σκοπό έχω , κι ο Θεός να είναι βοηθός μου και προσευχήσου για μένα». Ετσι , με τα λόγια αυτά αποχαιρετιστήκανε με θρήνους και δάκρυα. Οι Τούρκοι ήρθαν και την συνέλαβαν. Το μίσος και ο φανατισμός είχαν από καιρό ριζώσει μέσα τους. Καθώς την οδηγούσαν στο ιεροδικείο , η φιλόστοργη μάνα ακολουθούσε ξωπίσω λέγοντας: «μην αρνηθείς το στεφανοθέτη Χριστό , πρόσεχε παιδί μου κα μη δειλιάσεις . Γέμισε θάρρος και αποφασιστικότητα η Ακυλίνα και η ψυχή της όλο και δυνάμωνε. Φθάνοντας στο ιεροδικείο προσεύχεται με θερμά δάκρυα για βοήθεια , καθώς προχωρούσε στο ματωμένο πλέον στάδιο του μαρτυρίου της. Οι υπηρέτες , αφού έδεσαν την μάρτυρα , την οδήγησαν στο δικαστήριο. Ακολουθούσε συνεχώς η μητέρα της , αλλά την εμπόδισαν να εισέλθει στο προαύλιο. Οδήγησαν την Ακυλίνα μπροστά στον δικαστή , ο οποίος της βροντοφώναξε: «αλλάζεις την πίστη σου , άτιμη;». Η Αγία με γενναιότητα και παρρησία του απαντά: « Οχι , δεν θ’αρνηθώ την πίστη μου και τον Δεσπότη μου Χριστό! Χριστιανή γεννήθηκα , Χριστιανή θ’ αποθάνω». Οι Τούρκοι στο άκουσμα των λόγων της Ακυλίνας σάστισαν. Λύσσα τους έπιασε και οργισμένοι όρμησαν κατά πάνω της. Ο πασάς ακούγοντας την ομολογία της Αγίας διατάζει να την ξεγυμνώσουν. Την δένουν σ´ένα στύλο και την χτυπούν με ραβδιά για ώρα πολλή, όμως η μάρτυρας υπομένει με ανδρεία τα μαρτύρια. Βλέποντας οι Τούρκοι την γενναιότητα της νεαρής κοπέλας και την άρνηση της για μεταμέλεια, άρχισαν τις δελεαστικές προτάσεις με σκοπό ν’ αρνηθεί την πίστη της. Την πλησίασαν, σκέπασαν το γυμνό κορμί τους και με κολακείες και δώρα , που τις υπόσχονταν, προσπαθούσαν να την κάνουν ν’ αλλαζοπιστησει. Η ανυπέρβλητη όμως αγάπη της Ακυλίνας για τον Χριστό την γέμιζε τόσο , που όλα τα περιφρονούσε και δεν έδινε σημασία σε οποιαδήποτε δελεαστική πρόταση η κολακεία. Τότε ένας επιφανής και πλούσιος Τούρκος της πρότεινε να τουρκέψει και να την πάρει νύφη στο υιό του. Η Ακυλίνα με απαρασάλευτη τόλμη αρνήθηκε για ακόμη μία φορά ν’ αλλαζοπιστήσει. Ηταν επόμενο μετά από αυτή την σθεναρή άρνηση της ν’ αρχίσει ένας νέος κύκλος βασανιστηρίων. Αρχισαν και πάλι να την χτυπούν ανελέητα. Οι ραβδισμοί ξέσκιζαν τα ρούχα της και η Ακυλίνα γυμνή πια υπέμενε τα φρικτά βασανιστήρια. Ετσι, ο Τούρκος δικαστής βρήκε την ευκαιρία να την προκαλέσει: «Δεν ντρέπεσαι, μωρή , να δέρνεσαι γυμνή μπροστά σε τόσους ανθρώπους; Η τούρ­κεψε η θα συντρίψω τα κόκκαλα σου ένα προς ένα». Η Ακυλίνα δεν δίστασε να απαντήσει αμέσως στο δικαστή: «Και τι ορέχτηκα από την πίστη σας να αρνηθώ εγώ τον Χριστόν μου και από ποια θαύματα της πίστεως σας να πιστέψω , εσείς που βρωμάτε ακόμα και ζωντανοί;»

Οι Τούρκοι άκουσαν τα ανδρεία αυτά λόγια της Ακυλίνας και ο θυμός τους άναψε ακόμα περισσότερο. Αρχισαν να ραβδίζουν την μάρτυρα για τρίτη φορά. Αυτή ήταν όμως και η τελευταία , γιατί τα χτυπήματα ήταν τόσο σκληρά καί αλύπητα που την άφησαν σχεδόν πεθαμένη. Το πρόσωπο της γέμισε αίματα , κοκκίνισε η πάλλευκη σάρκα της και όσο η ένταση των ραβδισμών αυξανόταν, τόσο πιο αφόρητοι γίνονταν οι πόνοι , ενώ δάκρυα και αίμα γίνονταν ένα. Το αίμα που έτρεχε από τις πληγές της έφθανε κάτω στη γη και την έβαφε κόκκινη , ενώ η σάρκα της κομματιαζόταν από τα ανελέητα χτυπήματα. Οι Τούρκοι αντιλήφθηκαν πως το τέλος της Ακυλίνας έφθα­νε. Την λύνουν από το στύλο , την φορτώνουν σ’ έναν χριστιανό που ήταν παρών και την μεταφέρουν στο σπίτι της μητέρας της , το οποίο σώζεται μέχρι τις μέρες μας στην κωμόπολη του Ζαγκλιβερίου. Η δύστυχη μητέρα αντικρύζοντας την μονάκριβη κό­ρη της σ’ αυτήν την φρικτή κατάσταση, αγκαλιάζει με λαχτάρα το ματωμένο σώμα της και με την σκέψη μή­πως δείλιασε την ρωτά με δάκρυα στα μάτια: « Τι έκαμες , τέκνον μου; Αρνήθηκες μήπως την πίστη σου στον Χριστό; » Και η Ακυλίνα μόλις και μετά βίας ικανή να αρθρώσει κάποιες λέξεις , της αποκρίνεται: « Τι άλλο μητέρα μου από αυτό που μου παρήγγειλες και συμφωνήσαμε; Φύλαξα την ομολογία της πίστεως μου». Η πονεμένη και περήφανη μάνα σήκωσε με ευλάβεια τα χέρια της προς τον ουρανό και δόξασε το Θεό. Η Άκυλίνα , με τα λόγια αυτά παρέδωσε το πνεύμα της στον στεφανοθέτη Χριστό και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου. Την ίδια από το άγιο λείψανο της ξεχύθηκε μία ανέκφραστη ουράνια ευωδία, τόσο δυνατή , που για πολλές μέρες πλημμύριζε τους δρόμους της περιοχής.
agia-akilina
Ήταν 27 Σεπτεμβρίου 1764.
Διακόσια σαράντα χρόνια πέρασαν από εκείνη την αγία νύχτα και ακόμη κανείς δεν γνωρίζει που εναπόθεσαν οι συντοπίτες της το τίμιο λείψανο της. Λέγεται πως οι Τούρκοι θέλησαν ακόμη και νεκρή να την κάνουν δική τους , γι’ αυτό και διέταξαν να την θάψουν στο τούρκικο νεκροταφείο που ήταν κοντά στο τζαμί για να ικανοποιήσουν έτσι τον άσβεστο εγωισμό τους. Έτσι κι έγινε. Το θεόσταλτο όμως φώς , που σαν άστρο κατέβηκε από τον ουρανό και στάθηκε πάνω από τον τάφο της , ήταν το σημείο που υποχρέωσε τους χριστιανούς συμπατριώτες της να κλέψουν το σώμα της και να το ενταφιάσουν κάπου όπου θα ήταν ασφαλές. Κατά την παράδοση , τα ονόματα των τολμηρών αυτών ανθρώπων ήταν Τσόπλας , Καλημέρης και Μπούκλας , οι οποίοι λέγεται πως έκαναν όρκο να μην μαρτυρήσουν ποτέ σε κανέναν το μυστικό , γιατί θα υπήρχε ο φόβος να βρεθεί το άγιο λείψανο της στα χέρια των Τούρκων. Χριστιανοί πολλοί έχουν φύγει έκτοτε από τη ζωή με τον καημό να προσκυνήσουν τα ιερά λείψανα της. Σήμερα έχει χτιστεί προς τιμήν της περικαλλής και μεγαλοπρε­πής Ιερός Ναός ο οποίος , όμως , παραμένει ελλιπής χω­ρίς την ευλογία των αγίων της λειψάνων. Η προσευχή κάθε χριστιανού , κατά τους λόγους του Κυρίου: «Αιτείτε , και δοθήσεται υμίν , ζητείτε και ευρήσετε , κρούετε και ανοιγήσεται υμίν» (Ματθαίος, Ζ, 7) καθίσταται απαραί­τητη , ώστε όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου , να φανε­ρωθεί το σεπτό και χαριτόβρυτο λείψανο της Αγίας προς βοήθειαν , ενίσχυση και ευλογίαν κάθε πιστής ψυχής. Η ακράδαντη πίστη της Ακυλίνας , η αξιοθαύμαστη εμμονή της στην αγάπη προς το Χριστό , η γενναία στάση της στις απειλές των διωκτών της και η υπεράνθρωπη αντιμετώπιση των βασανιστηρίων που υπέστει την εμφα­νίζουν ως ένα πρόσωπο με υπέροχες αρετές και ανυπέρ­βλητες ψυχικές δυνάμεις , καύχημα και εγκαλλώπισμα της εκκλησίας μας. Κοντά στην Αγία Ακυλίνα , δεν θα πρέπει κανείς να πα­ραλείψει να υπογραμμίσει το μεγαλείο της ψυχής της μη­τέρας της , όχι μόνον διότι δίδασκε στην κόρη της από τη νηπιακή ακόμη ηλικία την αγάπη για το Χριστό και την εμμονή στην πίστη με κάθε θυσία , αλλά και γιατί σ’ αυτό το διάστημα του μαρτυρίου της Αγίας ζούσε και η ίδια το δικό της μαρτύριο βλέποντας το σπλάχνο της να παραδί­δει την ψυχή της στο Χριστό , για τον οποίο μέσα από φρικτές δοκιμασίες θυσιάστηκε. Υπερήφανοι για την χάρη της οι χριστιανοί του Ζαγκλιβερίου , γιορτάζουν με ευλάβεια και συγκίνηση κάθε χρόνο στις 27 Σεπτεμβρίου την ημέρα του μαρτυρίου της, έχοντας χαραγμένα για πάντα στην ψυχή τους τα λόγια του Νικόδημου του Αγιορείτου:
«Την Φύσιν Ούσα Θήλυ Η Ακυλίνα , Ανήρ Εδείχθη Γεννάδας Προς Βασάνους».
Πηγές:Gerontas.Com  –Ahdoni.Blogspot.Gr

Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

ΜΑΜΑ καὶ ΓΙΑΓΙΑ. Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥΣ.



site analysis


Μαμά καί Γιαγιά

Τοῦ N. I.
περιοδ. «Ἐκκλησιαστικὴ Παρέμβαση»
(Ἱ. Μητρ. Ναυπάκτου),

ἀρ. 253, Αὔγ. 2017

.               Σέ ἄρθρο τῆς Λίνας Γιάνναρου στήν Ἐφημερίδα «Καθημερινή», μέ τίτλο «Οἱ γιαγιάδες σώζουν ἀκόμα τήν οἰκογένεια», γίνεται ἀναφορά στήν βοήθεια τῶν γιαγιάδων καί τῶν παππούδων στήν οἰκονομική βοήθεια τῶν οἰκογενειῶν τῶν παιδιῶν τους. Μεταξύ ἄλλων γράφεται ὅτι «τό νά εἶσαι μαμά, λένε, εἶναι ἡ ὀμορφότερη καί ταυτόχρονα ἡ δυσκολότερη δουλειά τοῦ κόσμου».
.               Αὐτό εἶναι μιά μεγάλη ἀλήθεια, ὅταν σκεφθῆ κανείς ὅτι μία γυναίκα περνᾶ ἐννέα μῆνες ἐγκυμοσύνης μέ τίς πολλές δυσκολίες της καί στήν συνέχεια πολύ χρόνο γιά νά μεγαλώση τά παιδιά της καί νά τά προσαρμόση στήν ζωή καί πολλά χρόνια γιά νά ἀποκτήσουν τήν στοιχειώδη γνώση. Εἶναι ὄμορφο νά βλέπη κανείς νά μεγαλώνη τό παιδί του, ἀλλά αὐτό ἀπαιτεῖ πολύ κόπο. Ἄλλωστε, ὅλα τά γεγονότα στήν ζωή ἔχουν τήν ἡδονή καί τήν ὀδύνη. Ἔτσι, ἡ μητρότητα εἶναι «ἡ ὀμορφότερη», ἀλλά καί ἡ «δυσκολότερη δουλειά» στόν κόσμο. Ὅμως, στήν συνέχεια ἡ ἀρθρογράφος τονίζει ὅτι «τό νά εἶσαι γιαγιά στήν Ἑλλάδα, πάντως, εἶναι κανονικό “ἐπάγγελμα” μέ αὐστηρά ὡράρια καί συγκεκριμένα ρεπό». Καί αὐτό, γιατί φροντίζουν νά ἀναπληρώνουν τά παιδιά τους στήν ἀνάπτυξη τῶν παιδιῶν, ὅταν ἐκεῖνες πρέπει νά ἐργασθοῦν. Ἔτσι, ἀναλαμβάνουν ἕνα καθημερινό ὡράριο ἐργασίας, πολλές φορές ταξιδεύουν σέ ἄλλες πόλεις καί χῶρες γιά νά βοηθήσουν τά ἐγγόνια τους, καί τά ἐγγόνια τους τίς ἀποκαλοῦν μαμάδες, γιατί μπερδεύουν τούς ρόλους μαμᾶς καί γιαγιᾶς.
.               Ἡ ἀρθρογράφος χρησιμοποιεῖ τά στατιστικά δεδομένα γιά νά ἀποδείξη τήν προσφορά τῶν γιαγιάδων στίς οἰκογένειες τῶν παιδιῶν τους, ἐπειδή στήν Ἑλλάδα ὑπάρχει ἔλλειψη κρατικῶν δομῶν, δηλαδή βρεφονηπιακῶν καί παιδικῶν σταθμῶν, ἀλλά ὑπάρχει καί «οἰκονομική στενότητα πού περιορίζει τήν πρόσβαση σέ ἰδιωτικές ὑπηρεσίες φύλαξης καί φροντίδας».
.               Τό γεγονός εἶναι ὅτι ἀπό στατιστικούς προσδιορισμούς στήν Ἑλλάδα περίπου τό 13% τῶν παιδιῶν κάτω τῶν τριῶν ἐτῶν πηγαίνουν σέ δημόσιους ἤ ἰδιωτικούς παιδικούς σταθμούς, τό 37% τῶν παιδιῶν αὐτῶν παρακολουθοῦνται ἀποκλειστικά ἀπό τούς γονεῖς, καί τά ὑπόλοιπα παιδιά, περίπου τό 50% φροντίζονται ἀπό ἄλλους ἀνθρώπους, κυρίως ἀπό τίς γιαγιάδες τους.
.               Εἶναι ἀλήθεια ὅτι στούς βρεφονηπιακούς σταθμούς προσφέρεται φροντίδα καί ἀγωγή μέ ἐπιστημονικό τρόπο καί σύγχρονη γνώση, ἀλλά οἱ γιαγιάδες μεταδίδουν ἀγάπη, στοργή, κυρίως παράδοση. Πόσοι ἄνθρωποι δέν ὀφείλουν τά πάντα στίς γιαγιάδες τους, οἱ ὁποῖες ἔχουν πείρα, ὑπομονή, ἀγάπη, κατά τόν λόγο τοῦ λαοῦ: «τῶν παιδιῶν μου τά παιδιά εἶναι δυό φορές παιδιά μου», ἀλλά καί πίστη στόν Θεό καί ἀγάπη στήν Ἐκκλησία. Τούς μαθαίνουν νά κάνουν τόν σταυρό τους, νά ἀσπάζονται τίς εἰκόνες, νά λένε προσευχές καί ἄλλα.
.               Εἶναι ἡ «ὀμορφότερη», ἀλλά καί «δυσκολότερη» δουλειά στόν κόσμο νά εἶναι κάποια γυναίκα μητέρα, ἀλλά σπουδαιότερο νά εἶναι κάποια γυναίκα γιαγιά. Ἔτσι, ἡ οἰκονομική κρίση ἔχει καί τά θετικά σημεῖα, ἀφοῦ ἐνεργοποιεῖται ὁ πολιτιστικός καί πνευματικός συναγερμός τῆς παρουσίας τῶν γιαγιάδων, πού καί αὐτές κουράζονται, ἀλλά τελικά μέ αὐτές ἐνεργοποιεῖται ἡ δυναμικότητα τῆς παραδόσεως.
.               Εἶναι γνωστόν ὅτι στήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν δέν συντελοῦν μόνον οἱ γονεῖς καί οἱ δάσκαλοι, ἀλλά ἕνας ὁλόκληρος περίγυρος, ἡ γειτονιά, τό συγγενικό περιβάλλον, ἡ πόλη, ἡ κοινωνία, κυρίως οἱ γιαγιάδες καί οἱ παπποῦδες. Τούς ἀξίζει ὁ σεβασμός καί ἡ τιμή.


ΠΗΓΗ: parem

Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ



site analysis





«Η οσία Ευφροσύνη έζησε στην Αλεξάνδρεια, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Θεοδόσιος ο Μικρός (408-450 μ.Χ.). Ήταν κόρη του Παφνουτίου, πλουσίου άρχοντα, ο οποίος, λόγω θανάτου της συζύγου του, ανέθρεψε τη μονάκριβη κόρη του με μεγάλη αγάπη και πίστη στον Θεό. Η οσία από μικρή θέλησε να αφιερωθεί στον Θεό, κάτι όμως που δεν κατάφερε, αφού  ο πατέρας της, όταν έγινε η κόρη του δεκαοκτώ ετών, την εμνήστευσε με πλούσιο και ευγενή νέο. Πριν από τους γάμους, η Ευφροσύνη εκμεταλλευόμενη την απουσία του πατέρα της σ’ ένα γνωστό του μοναστήρι, κούρεψε τα μαλλιά της, φόρεσε ανδρικά ρούχα και θέλησε   να ενταχτεί στη μοναστική γνωστή κοινότητα του πατέρα της, παρουσιαζόμενη ως  ευνούχος του βασιλιά. Ο ηγούμενος πράγματι την δέχτηκε ως καλόγερο, δίνοντάς την το όνομα Σμάραγδος. Από τότε αποδύθηκε σε σκληρότατους ασκητικούς αγώνες, τέτοιους που υπερέβαλε σχεδόν όλους, γι’  αυτό και τα γυναικεία της χαρακτηριστικά αλλοιώθηκαν και έγιναν σκληροτράχηλα. Αργότερα, με τη σύμφωνη γνώμη του ηγουμένου, αποσύρθηκε σε κατά μόνας άσκηση, μακρύτερα από τη μονή, φτάνοντας εκεί σε μεγάλη ύψη αγιότητας. Ο πατέρας της που την αναζητούσε με πολύ πόνο διαρκώς, ήταν απαρηγόρητος, ενώ η Ευφροσύνη, μετά από τριάντα οχτώ χρόνια άσκησης αρρώστησε, οπότε και η οσία θέλησε να αποκαλυφθεί στον πατέρα της, προγνωρίζοντας τον θάνατό της. Η αποκάλυψη υπήρξε ιδιαιτέρως συγκινητική για τον Παφνούτιο, βλέποντας την κόρη του σε τέτοιο ύψος αγιασμού, αλλά αμέσως εκείνη πέθανε. Ο Παφνούτιος θέλησε έκτοτε να μονάσει στο κελί της Ευφροσύνης, και μετά δεκαετία άσκησης, άφησε κι εκείνος εκεί την τελευταία του πνοή».  

Εκείνο που είναι ιδιαιτέρως σημαντικό στο βίο της οσίας είναι το γεγονός ότι δεν δίστασε να «μετασχηματιστεί», να μεταμφιεστεί δηλαδή σε άνδρα, προκειμένου να ζήσει την σκληρή ασκητική ζωή των ανδρών. Ξεπέρασε δηλαδή τη γυναικεία φύση της η Ευφροσύνη, αλλά με ταυτόχρονη υπέρβαση και άλλων ανθρωπίνων στοιχείων, όπως της αγάπης προς τον πατέρα της, όπως της συναισθηματικής ανταπόκρισης στον έρωτα ενός νέου ανθρώπου.  Υποκλινόμαστε κυριολεκτικά μπροστά στην «ατσάλινη» θέλησή της, η οποία συνεργαζόταν με απόλυτη υπακοή  με το θέλημα του Θεού. Αυτή η ευθύτητά της, η χωρίς καμία απολύτως παρέκκλιση απόβλεψή της στον Κύριο, θυμίζει την ευθύτητα της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, μετά τη μεταστροφή της από τον αμαρτωλό τρόπο ζωής. Με τη διαφορά ότι η οσία Μαρία είχε ζήσει την αμαρτία και είχε εισπράξει το τίμημα της κατάντιας και της θλίψης που φέρνει αυτή. Η οσία Ευφροσύνη όμως δεν είχε εμπειρία τέτοιου τρόπου ζωής, γι’  αυτό και ίσως είναι πιο αξιοθαύμαστη στο σημείο αυτό και από την οσία Μαρία. Κι αυτή η μεταμφίεσή της αποκαλύπτει βεβαίως και την αλήθεια ότι αν κανείς πράγματι αγαπά τον Θεό, θα κάνει τα πάντα προκειμένου να Τον ακολουθήσει. Κανένα εμπόδιο δεν θα μπορεί να σταθεί μπροστά του, για να ανακόψει την ευλογημένη πορεία του. Πόσο μας ελέγχει η αγάπη της αυτή, εμάς που πολύ εύκολα βρίσκουμε «επιχειρήματα», για να δικαιολογούμε τον εαυτό μας ότι είναι δύσκολη η βίωση της χριστιανικής ζωής. Δύσκολη ναι, αλλά όταν δεν υπάρχει η κινητήρια δύναμη, η αγάπη του Θεού.
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Η αγία Θεοδώρα Βάστας και η θαυμαστή εκκλησία της με τα 17 δέντρα στη στέγη



site analysis


 (με πολλές φωτογραφίες της εκκλησίας με τα δέντρα επάνω)


Η νεαρή Θεοδώρα ήταν το μεγαλύτερο κορίτσι μιας φτωχής και πολύ θρήσκας οικογένειας με πατέρα ηλικιωμένο και άρρωστο και ζούσε σε ένα χωριό της Πελοποννήσου, τη Βάστα, λίγο έξω από τη Μεγαλόπολη. Το χρηματικό ποσό που απαιτείτο για την πληρωμή μισθοφόρου ήταν πολύ μεγάλο για τις δυνατότητες της οικογένειάς της και ο πατέρας της ανήμπορος να πάρει μέρος σε μάχη. Έτσι η Θεοδώρα σε ηλικία 17 ετών αποφάσισε να υποδυθεί τον άντρα και να συμμετέχει η ίδια στο στρατό του χωριού της.
Μια νεαρή κοπέλα δεν μπόρεσε να αντισταθεί στη γοητεία του νεαρού στρατιώτη κι έτσι τον ερωτεύθηκε. Η Θεοδώρα δεν ήθελε να προδώσει το μυστικό της γιατί αυτό θα εξέθετε όλη την οικογένειά της.
Η συνεχής άρνηση της Θεοδώρας οδήγησε τη νεαρή κοπέλα να δηλώσει ότι η Θεοδώρα ήταν εκείνος που την άφησε έγκυο και θα έπρεπε να την παντρευτεί. Η άρνηση της Θεοδώρας, η οποία δεν ήθελε να αποκαλύψει το μυστικό της, στο συγκεκριμένο γάμο, δεν επέτρεπε παρά την καταδίκη της σε θάνατο λόγω ατίμωσης της νεαρής κοπέλας. Έτσι κι έγινε. Οδηγήθηκε έξω από το χωριό και εκτελέστηκε.
Καθώς ξεψυχούσε, είπε: «Κάνε, Κύριε, τα χρόνια μου να γίνουν δέντρα και το αίμα μου νερό να τα ποτίζει». και ξαφνικά, ένα ρυάκι σχηματίστηκε με ορμητικό νερό…
Μερικούς αιώνες αργότερα, γύρω στον 12ο αιώνα, στο σημείο αυτό φτιάχτηκε ένα εκκλησάκι εις μνήμη της Αγίας Θεοδώρας όπου μεταφέρθηκαν και θάφτηκαν τα λείψανά της. Με την ολοκλήρωση του ναϊδρίου αυτού, φύτρωσαν 17 δέντρα στη στέγη του όσα και τα χρόνια της Θεοδώρας όταν θανατώθηκε και έτσι ολοκληρώθηκε ο θρύλος της Αγίας Θεοδώρας.
ekklissia agias theodoras
Ο ναός της Αγίας Θεοδώρας αποτελεί μοναδικό φαινόμενο και είναι από τα πιο δημοφιλή και αξιόλογα αξιοθέατα της Αρκαδίας. Η εκκλησία κτίστηκε μεταξύ του 1050-1100 προς τιμήν της οσιομάρτυρος Θεοδώρας. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Βάστα της Μεγαλόπολης σε μια κατάφυτη ειδυλλιακή ρεματιά με πυκνό δάσος από θεόρατες βελανιδιές. Η οδική πρόσβαση γίνεται από το Ίσαρι μετά από μια πανέμορφη κατηφορική διαδρομή. Η μνήμη της Οσιοπαρθενομάρτυρος Θεοδώρας από αμνημονεύτων ετών και μέχρι του έτους 1952 εορταζόταν κάθε Λαμπροτρίτη για λόγους που δεν διέσωσε η παράδοση ως τοπική Αγία και πανηγύριζε ο φερώνυμος ιερός ναΐσκος της. Έκτοτε καθιερώθηκε να εορτάζεται την ίδια μέρα, που η εκκλησία μας τιμά και την μνήμη της Οσίας Θεοδώρας της εξ Αλεξάνδρειας.












Θαυμαστό ναΐδριο τιτλοφορείται από το βιβλίο Ρεκόρ Γκίνες ο ναός της Αγίας Θεοδώρας στο χωριό Βάστα Μεγαλόπολης Αρκαδίας.
Εορτάζει στις 11 Σεπτεμβρίου.

Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017

Η ιστορία της Κυράς της Ρήνειας.: Η γυναίκα που ζούσε μόνη της επί 54 χρόνια σε ακατοίκητο νησί απέναντι απ' τη Μύκονο



site analysis




Η Κατερίνα Σαντοριναίου (1915-1990) είναι γνωστή με το προσωνύμιο «Κυρά της Ρήνειας» ή «Διαφεντού της Μεγάλης Δήλου». Η Ρήνεια είναι ένα μικρό νησί κοντά στη Μύκονο και σχεδόν «κολλημένο» με τη Δήλο. Στο παρελθόν είχε πλούσια ιστορία και συνέδεσε το όνομα της με τη γειτονική Δήλο. Οι παλιοί Μυκονιάτες ακόμα ταυτίζουν τα δύο νησιά και τα αποκαλούν με την ονομασία «Δήλες».

Η γυναίκα που δεν εγκατέλειψε ποτέ το νησί.

Η Κατερίνα Σαντοριναίου πέρασε όλη της ζωή στη Ρήνεια. Τα πρώτα χρόνια ζούσε με τον σύζυγό της και μεγάλωσαν εκεί τα εφτά παιδιά τους. Συντροφιά της οικογένειας ήταν οι καλλιεργητές και οι βοσκοί που επισκέπτονταν το νησί αυθημερόν και το βράδυ επέστρεφαν στη Μύκονο. Φυσικά αν τους το επέτρεπε ο καιρός. Τις ημέρες που το καΐκι κατάφερνε να δέσει στη Ρήνεια, η Κατερίνα κατέβαινε στο λιμανάκι να πάρει κάποιες προμήθειες, αλλά και να υποδεχτεί τους λιγοστούς επισκέπτες.

Με χαρά τους ξεναγούσε στο νησί της και δεν ήταν λίγες οι φορές που τους φιλοξενούσε στο σπίτι της. Εκτός από φύλακας και ξεναγός, η γυναίκα φρόντιζε και τις πέντε εκκλησίες του νησιού. Άναβε τα καντήλια, καθάριζε τους χώρους και τις αυλές και περιποιούνταν τους κήπους. Όταν ο σύζυγός της έφυγε από τη ζωή και τα παιδιά της εγκατέλειψαν το νησί, η ίδια δε θέλησε να φύγει. Έμεινε μόνη της στην έρημη Ρήνεια με μόνη συντροφιά τα δύο σκυλιά της. Τον πρώτο καιρό συνέχισε τις παλιές της δραστηριότητες.

Όταν τα κατάφερνε μάλιστα, παρήγαγε και δικό της τυρί. Με το πέρασμα του χρόνου απέκτησε και το μοναδικό τηλέφωνο του νησιού, που ήταν για εκείνη σημαντική συντροφιά, ιδιαίτερα τα χειμωνιάτικα βράδια με κακοκαιρία που κανείς δεν μπορούσε να προσεγγίσει τη Ρήνεια. Όσο κι αν οι βοσκοί και οι καλλιεργητές που επισκέπτονταν το νησί την παρότρυναν να το εγκαταλείψει, εκείνη αρνιόταν πεισματικά.


Η Κατερίνα Σαντοριναίου έμεινε τελικά στην αγαπημένη της Ρήνεια για 54 συνεχή χρόνια, μέχρι που έφυγε από τη ζωή τον Απρίλιο του 1990. Ετάφη στη Μύκονο με την παραδοσιακή της φορεσιά την οποία επίσης αρνούνταν να εγκαταλείψει. Ένας από τους γιους της φροντίζει μέχρι σήμερα την περιουσία της οικογένειας στο νησί, καθώς και το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου.

Η ιστορία της Ρήνειας
Το 530 π.Χ. ο τύραννος της Σάμου Πολυκράτης κατέλαβε τη Ρήνεια και τη «δώρισε» στη Δήλο, που ήταν το ιερό νησί του Απόλλωνα. Μάλιστα, σύμφωνα με τη μυθολογία ο τύραννος έδεσε τα δύο νησιά μεταξύ τους με μια αλυσίδα γι’ αυτό βρίσκονται τόσο κοντά το ένα με το άλλο. Στις μέρες μας χρησιμοποιείται σαν χώρος βοσκής ζώων από τη Μύκονο. Τα τελευταία χρόνια τα μικρό νησί έχει συζητηθεί πολύ λόγω καταγγελιών για παράνομη ανοικοδόμηση, ωστόσο παραμένει μέχρι σήμερα ακατοίκητο.
Η Ρήνεια είναι σχεδόν κολλημένη με τη Δήλο γι αυτό και τα δύο νησιά ονομάζονταν παλιά Δήλες.
Αντλήθηκαν πληροφορίες από το σημείωμα του νησιολόγου Γ. Γιαγκάκη. «Η κυρά της Ρήνειας, είκοσι χρόνια από την κοίμησή της».... 

Η Αγία ένδοξος, θεόστεπτος και Ισαπόστολος Βασίλισσα Πουλχερία η Παρθένος



site analysis


Αυτή η αγιωτάτη και Ισαπόστολος Βασίλισσα ήταν εγγονή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και αδελφή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του λεγομένου Μικρού.
Ήταν σοφώτατη και ευσεβέστατη και υποσχέθηκε στο Θεό την δια βίου παρθενία και γι’αυτό αναφέρεται ως Πουλχερία η Παρθένος.
Ανέλαβε τη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση στην ευσέβεια του μικροτέρου αδελφού της μέχρι της ενηλικιώσεώς του, αλλά και αργότερα υπήρξε το δεξί χέρι του και ο πραγματικός κυβερνήτης της Αυτοκρατορίας.
Πολύ υπερασπιζόταν την Ορθοδοξία και βοήθησε την Εκκλησία. Οι Πατριάρχες και ο λοιπός κλήρος και ο λαός την σέβονταν και την τιμούσαν πολύ. Τιμήθηκε όσο ελάχιστοι άλλοι βασιλείς για την ευλάβεια, τη σύνεση, τις πολλές αρετές και τις αμέτρητες αγαθοεργίες της. Με ειλικρινή και άπειρο σεβασμό αναφέρονταν σε αυτήν και την επευφημούσαν ως νέα Αγία Ελένη.
Το 450 απεβίωσε ο αδελφός της αυτοκράτορας Θεοδόσιος και η διακυβέρνηση του Κράτους απέμεινε σε αυτήν. Κατανόησε ότι η διακυβέρνηση χρειαζόταν στιβαρώτερα χέρια και, καθ’ υπόδειξη και της Συγκλήτου, έλαβε σύζυγο τον ευλαβέστατο και ενάρετο συγκλητικό Μαρκιανό τον οποίο κατέστησε βασιλέα, υπό τον όρο ότι θα φυλάξει ως τέλους την παρθενία της.
Το 451, μαζί με το Μαρκιανό, ο οποίος συγκαταλέγεται επίσης μεταξύ των Αγίων, συνεκάλεσαν την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία αναθεμάτισε τον Ευτυχή και το Διόσκορο και γενικά τον μονοφυσιτισμό.
Τιμήθηκε ακόμη και εν ζωή ως αγία από όλους τους Επισκόπους και τους Πατριάρχες και ιδιαίτερα από τόν άγιο Λέοντα Πάπα Ρώμης. Είναι εκ των ευλαβεστέρων Βασιλισσών οι οποίες τίμησαν την Εκκλησία. Προς αυτήν απηύθυνε ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας θεολογικώτατες επιστολές του, με τις οποίες αποδεικνύει την δυσσέβεια της αίρεσης του Νεστορίου.
Αυτή πρώτη θέσπισε δια νόμου το «περί του Ελληνιστί διατίθεσθαι» , να χρησιμοποιείται δηλ. η Ελληνική ως επίσημη γλώσσα του Κράτους, ενώ πριν χρησιμοποιόταν η Λατινική.

Η Αγία Πουλχερία επί Πατριαρχείας Αγίου Πρόκλου, συνήργησε στην επαναφορά του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.
Πολλά είναι τα ευαγή ιδρύματα, οι Σχολές, τα Νοσοκομεία, οι Ναοί και οι Μονές, τα οποία οικοδόμησε και πλούτισε ποικιλοτρόπως με προσόδους, προνόμια και άλλα αγαθά, ώστε να μένουν εις δόξαν Θεού και μνημόσυνό της.
Αυτή υπήρξε και η πρώτη κτιτόρισσα της Μονής του Εσφιγμένου, γι’αυτό και δικαίως και πρεπόντως δοξάζεται σε αυτήν αιωνίως.
Το όνομά της φέρει και ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια της Μονής, ο πολυτιμότατος και ανεκτίμητος ομώνυμος Σταυρός.
Η Αγία απήλθε προς Κύριον την 10η Σεπτεμβρίου του έτους 453.

Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2017

Η αμετανόητη γυναίκα!



site analysis




Κάποτε, μία γυναίκα ζούσε με Νηστείες και Προσευχές.
Φαινόταν εξωτερικά ευλαβής, είχε όμως πολλή υπερηφάνεια και πίστευε πώς ήταν 
αγία.

Είχε επίσης τόση μνησικακία, πού, αν μάλωνε με κάποια άλλη, όχι μόνο δεν τη συγχωρούσε, μα ούτε ήθελε νά την ξαναδεί στα μάτια της.

Κάποτε αρρώστησε και κάλεσε τον πνευματικό, άλλά δεν εξομολογήθηκε καθαρά.

Αυτό το συνηθίζουν μερικοί επιπόλαιοι χριστιανοί, πού κρύβουν τις μεγάλες αμαρτίες και φανερώνουν τις μικρές. 
Τέλος, όταν ο ιερέας έφερε τα ‘Άγια για να την κοινωνήσει, εκείνη γύρισε στον τοίχο το πρόσωπο και δεν μπορούσε ούτε να αντικρίσει τον Θειο μαργαρίτη.

Την ίδια στιγμή, με θεία παραχώρηση, ομολόγησε με δυνατή φωνή:
Όπως εγώ από υπερηφάνεια δεν συγχωρούσα όσους μου έφταιγαν, αλλά τούς αποστρεφόμουν, έτσι τώρα αποστρέφει και ο Κύριος Το πρόσωπό Του από μένα και δεν θέλει νά μπει στην ανάξια ψυχή μου. δεν θα τον δω στην ουράνια βασιλεία, αλλά θα καίγομαι στην αιώνια κόλαση!

Και μ’ αυτά τα λόγια ξεψύχησε…

Από: ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ