Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Τη Δ΄ (4η) του αυτού μηνός Οκτωβρίου, μνήμη της Αγίας Μάρτυρος ΔΟΜΝΙΝΗΣ και των θυγατέρων αυτής ΒΕΡΙΝΗΣ και ΠΡΟΣΔΟΚΗΣ.



site analysis

Δομνίνη η Αγία Μάρτυς και αι θυγατέρες αυτής Βερίνη και Προσδόκη τρωθείσαι από τον ένθεον ζήλον και τον του Θεού έρωτα, αφήκαν οικίας και συγγενείς και μετέβησαν εις την πόλιν Έδεσσαν. Καθ’ ον δε χρόνον διέτριβον εκεί, έρχεται αιφνιδίως ο ανήρ της Βερίνης και ο πατήρ της, ειδωλολάτραι όντες, ομού με άλλους στρατιώτας, και συλλαβόντες αυτάς τας ωδήγησαν εις την Ιεράπολιν, παρά την οποίαν ρέει εις ποταμός· ότε δε οι στρατιώται έτρωγον και εμέθυον, αι Άγιαι αύται κρυφίως φεύγουσαι και προσευξάμεναι εις τον Θεόν, εμβήκαν εις τον ποταμόν και αφήκαν εαυτάς εις τα ρεύματα του ποταμού. Και ούτως ετελειώθησαν αι μακάριαι δια του πνιγμού εν τω ύδατι.

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2019

Το γράμμα που έστειλε σε μια εφημερίδα μια γιαγιά, μέσα από το γηρικομείο που μένει...



site analysis

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο
(Μια γιαγιά στέλνει σε μια εφημερίδα ένα θλιβερό γράμμα γραμμένο μέσα από ένα γηροκομείο)
Αυτό το γράμμα αντιπροσωπεύει τον απολογισμό της ζωής μου..
Είμαι 82 ετών..
Δεν έχω πια σπίτι..
Δεν έχω κανένα από τα αγαπημένα μου αντικείμενα..
Δεν έχω κανένα από τα αγαπημένα μου πρόσωπα..
Έχω μόνο κάποιον που απλά μου καθαρίζει το δωμάτιο..
Φτιάχνει το κρεβάτι μου..
Φροντίζει το φαγητό μου..
Ελέγχει την πίεση μου..
Δεν έχω πια τα εγγόνια μου..
Δεν έχω το γέλιο τους..
Δεν μπορώ πια να τα βλέπω να μεγαλώνουν..
Κάποια από αυτά έρχονται κατά καιρούς και με επισκέπτονται..
Όχι συχνά..
Δεν ξέρω πόσο θα παραμείνω..
Δεν ξέρω πόσο θα αντέξω σε αυτή τη μοναξιά..
Όταν μένω μόνη κοιτάζω τις φωτογραφίες της οικογένειας μου..
Κι αυτό είναι όλο που έχω..

Ελπίζω οι επόμενες γενιές να καταλάβουν πως η οικογένεια χτίζει το αύριο των ανθρώπων..
Και πως έρχεται η στιγμή που και οι γονείς έχουν ανάγκη τη φροντίδα και την αγάπη μας ειδικά βαδίζοντας στο τέλος της ζωής τους..
Μην τους καταδικάζετε σε μοναξιά..
Μην τους ξεπληρώνετε έτσι όλα όσα έκαναν για εσάς..
Δεν ζητούν πολλά για να είναι ευτυχισμένοι...

Νεοφώτιστη χριστιανή βρήκε τον Θεό με σανίδα σωτηρίας τον καρκίνο!



site analysis


H 52χρονη Πορφυρία από την Αλβανία μιλά για την απόφασή της να βαπτιστεί ορθόδοξη, για το σκοτεινό μονοπάτι της χωρίς πίστη ζωής της και την αρρώστια, που τελικά την έκανε ακόμα πιο δυνατή...

H Πορφυρία προέρχεται από την Αλβανία, είναι νεοφώτιστη χριστιανή, έζησε αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, αγαπούσε από πάντα τον Χριστό και ήρθε η ευλογημένη στιγμή που βαπτίστηκε και πήρε το όνομα Πορφυρία, από αγάπη για τον Άγιο Πορφύριο. Διάφορες δυσκολίες όμως την ανάγκασαν για δεύτερη φορά να ζήσει ως μετανάστης και τώρα ζει με την οικογένειά της στη Γερμανία. Την συναντήσαμε στην Ελλάδα και μας μίλησε με την ζεστασιά του αληθινού χριστιανού που αναστατώθηκε από το χάδι του Θεού. Διηγήθηκε χωρίς ψεύτικη ταπείνωση την πορεία της στο σκοτεινό μονοπάτι τής χωρίς Θεό ζωής και της αρρώστιας που διάβηκε. Μα και την έξοδό της στο ξέφωτο απ’ όπου ανέπνευσε και χάρηκε χωρίς ίχνος έπαρσης, λες και μιλούσε για τον θρίαμβο μιας άλλης γυναίκας. 


«Χαίρομαι που βρίσκομαι στην Ελλάδα μετά από τρία χρόνια. Θα προσπαθήσω να τα πω όπως τα ένιωσε η ψυχή μου. Και να μιλήσω έστω και σε λίγους που έχουν τις ίδιες εμπειρίες με εμένα και να τους δώσω κουράγιο. Δεν θέλω να μιλήσω για δικές μου εμπειρίες, αλλά να δοξάσω τον Θεό για όλα όσα μου έδωσε. Θέλω να με αξιώσει ο Θεός, να εκφράσω αυτή την αγάπη και ευγνωμοσύνη που έχω, να την ακούσουν και οι άλλοι. Ξέρετε είναι όμορφα όταν μιλάμε και συμπαραστεκόμαστε όσο μπορούμε σε ανθρώπους που έχουν καρκίνο, αλλά είναι πολύ διαφορετικό όταν περνάς εσύ ο ίδιος από τη φωτιά και θέλεις να μιλήσεις μέσα από την προσωπική σου εμπειρία. Η κοινή εμπειρία λέει πολλά πράγματα. Αρρώστησα που λέτε από καρκίνο για δεύτερη φορά. Την πρώτη φορά είχα αρρωστήσει στα 32 μου. Ενώ λοιπόν μου ήταν γνώριμο τρόμαξα πάρα πολύ. Θυμάμαι την πρώτη ημέρα που πήγα να κάνω την πρώτη χημειοθεραπεία. Είχε φωλιάσει μέσα μου, ένα παράπονο, μια θλίψη, γιατί ήξερα το δρόμο και δεν ήθελα να τον περάσω ξανά. Εκείνη την ημέρα ένιωθα σαν τους ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί σε θάνατο και βρίσκονται λίγο πριν την εκτέλεσή τους. Αυτή την αίσθηση είχα όταν άρχισε να ρέει σιγά σιγά το φάρμακο στο αίμα μου. Εκείνη τη στιγμή, δεν θα το κρύψω, με πιάσανε δάκρυα». 

Μπροστά σε αυτό τον πόνο δεν μπορείς παρά να σταθείς με απόλυτο σεβασμό και με αυτό το αίσθημα της θέσαμε το ερώτημα αν ένιωσε εγκατάλειψη από τον Θεό… 


«Παρόλο τον πόνο, τη θλίψη και τη συντριβή μου με την επιστροφή της αρρώστιας μου δεν βλασφήμησα. Δεν ένιωθα ότι με εγκατέλειψε ο Θεός ή ότι μου έδωσε μια τιμωρία. Με τη χάρη του Θεού πολύ γρήγορα συνήλθα. Κι ενώ ένιωθα σαν να με εκτελούν, ταυτόχρονα σκεφτόμουν ότι το δυνατό φάρμακο, θα το κάνει νεράκι ο Χριστός. Αυτό το δηλητήριο που θα έμπαινε στο αίμα μου, αν δεν ήταν για καλό μου, ο Ιησούς θα το έκανε νεράκι. Μέχρι εκεί ήταν το παράπονό μου και ο πόνος μου, αλλά όχι απέναντι στον Θεό». 

Όσα μας ιστορούσε η Πορφυρία ήταν απλά ειπωμένα. Διακρίναμε επίσης την ευγενική πρόοδο που κάνει η ψυχή μέσα από τον πόνο, ώστε να επιθυμεί να μεταδώσει την γνώση που σκληρά απέκτησε και να γίνει ιεραπόστολος του πόνου στους ομοίους της. 


«Μετά τον καρκίνο άρχισα να ψάχνω τον εαυτό μου. Είχα διαβάσει για τον γέροντα Παΐσιο αρκετά και επίσης για τον άγιο Πορφύριο, στον οποίο προσευχόμουν πολύ αν και δεν τον είχα γνωρίσει. Ο άγιος Παΐσιος μιλούσε μέσα στην ψυχή μου! Παρότρυνε τους ανθρώπους στην εξομολόγηση και τη θεία Κοινωνία. Έλεγε: “Παιδιά μου, τα πιο πολλά που μας ταλαιπωρούν, είναι δαιμόνια. Αν φτιάξεις τη σχέση σου με τον Θεό, δεν θα έχεις τίποτα. Θα σωθείς”. 

Σιγά σιγά λοιπόν άρχισα να δουλεύω τον εαυτό μου και να λέω ότι κάπου έχω κάνει λάθος. Βαπτίστηκα λοιπόν και έγινα Ορθόδοξη Χριστιανή. Μάθαινα τον εαυτό μου μέσα από τα μυστήρια. Κατέφευγα στην εξομολόγηση. Ο άνθρωπος πρέπει να τα λέει όλα στην εξομολόγηση, ακόμα και τις αμαρτωλές σκέψεις του, χωρίς να ντρέπεται. Ας έχει κάνει και τα χειρότερα εγκλήματα του κόσμου. Γιατί όλα είναι τεχνάσματα του πονηρού, ο οποίος θέλει να μας χωρίσει από τον Πατέρα μας. Θέλει λοιπόν ο πονηρός να μας βάζει ψευτοντροπές και τύψεις που μας κάνουν δήθεν τόσο λερωμένους που δεν μπορούμε να πάμε κοντά στον Θεό. Αλλά ο Χριστός είπε ότι εγώ ακριβώς για τους αμαρτωλούς ήρθα, τους πολύ αμαρτωλούς, τους τελώνες και τις πόρνες, δεν ήρθα για τους ενάρετους. Αν ερχόταν για τους ενάρετους θα πήγαινε στους αρχιερείς και τους φαρισαίους μόνο». 

Απ’ όσα συζητήσαμε με την Πορφυρία δεν έδειξε καθόλου ότι η εμπειρία αυτή την λάβωσε ρίχνοντάς της σε κατάθλιψη. Δεν ένιωσε ότι ήταν μια τιμωρία του Θεού. Τον καρκίνο και ό,τι έμαθε από αυτόν δεν τα σάρκωσε μέσα της ως τιμωρία. Ήταν σχεδόν πηγή έμπνευσης: 


«Συχνά είμαστε μπλεγμένοι μέσα στην ευημερία αυτού του κόσμου, στα ωραία φαγητά, τα ποτά, τα όμορφα ρούχα, που όλα τούτα είναι ό,τι θέλει ο πονηρός να επιδιώκουμε στη ζωή μας. Έτσι σαγηνεύει τους ανθρώπους. Και αυτοί νομίζουν ότι έτσι βαδίζουν καλά. Κι επειδή μέσα στον καρκίνο έζησα, έστω πολύ λίγο, την αγάπη του Χριστού, ήμουν εν Αγίω Πνεύματι πλήρης ακριβώς μέσα στον καρκίνο και δεν μου έλειπε τίποτα. Μπορεί βιώνοντας την ασθένεια να μην μπορούσα καθόλου να φάω, να πιω, να ντύνομαι, να μην έχω μαλλιά, να υστερώ πολύ σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους γύρω μου, αλλά εγώ ένιωθα ότι τα έχω όλα, ότι δεν μου έλειπε τίποτα. Διέθετα και τροφή και μαλλιά και ρούχα και ομορφιά. Όλα ήταν η χάρις του Θεού. Κι αν δεν έχουμε αυτή τη χάρη ποτέ δεν θα είμαστε ευτυχισμένοι. Ο Θεός είναι και η χαρά και η υγεία μας και η ευτυχία μας και τα πλούτη μας και τα πάντα εντέλει είναι ο Χριστός. Αυτόν έχουμε χάσει και δοκιμάζουμε τόσο πόνο στη ζωή μας. Θέλω λοιπόν να φωνάξω στους ανθρώπους ότι για μένα ο καρκίνος δεν είναι ο μπαμπούλας που φοβίζει τους ανθρώπους, εγώ δεν τον βλέπω σαν κατάρα. Για μένα αυτό ήταν ευλογία του Θεού. Ο Χριστός ήξερε ότι βαθιά μέσα στην ψυχή μου τον λάτρευα και πριν ακόμη βαπτιστώ. Αυτόν στην ουσία έψαχνα. Είχα καλή ψυχή και ήμουν χριστιανή χωρίς να είμαι. Ωστόσο ήμουν και πολύ αμαρτωλή. Στην άθεη εκείνη την εποχή χώρα καταγωγής μου είχα κάνει δυο εκτρώσεις. Οι γιατροί μού έλεγαν δεν είναι τίποτα η έκτρωση. Αργότερα διάβασα ότι το έμβρυο έχει ψυχή και σπαράζει. Ήμουν άσπλαχνη κι ο Θεός για μένα εύσπλαχνος. Επέτρεψε τον καρκίνο για να καταλάβω ότι κι εγώ μπορεί να βρω το θάνατο. “Αλλά δεν είμαι σαν εσένα, έχω πολλή αγάπη. Σας αγαπώ, δεν σας φοβερίζω. Θέλω να σας χαστουκίσω μόνο μήπως και γυρίσετε πίσω γιατί φύγατε μακριά μου. Πώς να σας γυρίζω εκεί που πάτε ολόισια στον γκρεμό. Επιτρέπω λοιπόν κάτι που εσείς λέτε κατάρα, πόνο και θλίψη, αλλά στην πραγματικότητα είναι αγιασμός. Έτσι τον ένιωσα τελικά τον καρκίνο». 

Ο χρόνος στους ασθενείς κυλά σε διαφορετικό ρυθμό, και συχνά ξεκαθαρίζει το ομιχλώδες τοπίο που θόλωνε μέχρι τώρα την κυρίαρχη σκέψη. Αυτό που η Πορφυρία κατέθεσε για την ζωή της όσον αφορά το πριν και το μετά της γνώσης ήταν μάθημα πρώτης τάξεως για ασθενείς και υγιείς: 

«Βρήκα όμως πρώτα το χρόνο να σκεφτώ και να βγάλω κάποια συμπεράσματα για μένα και την ζωή μου. Πρώτα είχα πολλά στο κεφάλι μου και δεν σκεφτόμουν τον Θεό. Πήρα χρόνο, μέσα από την αρρώστια, για να σκεφτώ γιατί ήρθα στη ζωή. Για να δουλεύω από το πρωί μέχρι το βράδυ; Για να έχω να καταναλώνω διαρκώς και περισσότερα; Εγώ κατάλαβα ότι δεν ήρθα για αυτό στη γη. Ο λόγος που υπάρχω στη γη δεν είναι για να αμαρτάνω. Τότε δεν υπάρχει λόγος για να ζω. Ο λόγος για να ζω σχετίζεται με την προσπάθεια να καθαρίσω τον εαυτό μου από την αμαρτία. Να κάνω την Πορφυρία πιο καθαρή από το χιόνι, όπως λέει ο ψαλμός… Αυτό πρέπει να ζητάμε από τον Θεό, Αυτός ξέρει μόνο τι είναι το καλό για μας, ανεξάρτητα με αυτά που συνήθως ζητάμε στην προσευχή μας. Είμαστε δυστυχισμένοι γιατί θέλουμε να γίνει το θέλημά μας. Αλλά ο Θεός δεν έχει το ίδιο θέλημα με μας. Γιατί ξέρει πιο καλά από μας αυτό που του ζητάμε πώς θα βγει. Κι έτσι σιγά σιγά έμαθα να αφήνομαι στα χέρια Του. Και ό,τι θέλει ας φέρει». 

Θα ήταν αφέλεια να πιστέψουμε ότι μετά από αυτό “το ευτυχισμένο τέλος” έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Η Πορφυρία δεν μας αφήνει σε τέτοιες ψευδαισθήσεις, πράγμα που δίνει θάρρος στους ανθρώπους που πέφτουν και ξαναπέφτουν, δηλαδή σε όλους εμάς. Θα μας πει: 

«Δεν ήμουν πάντα σε κατάσταση χάριτος ας πούμε. Παρόλο που βαπτίσθηκα και κοινώνησα, όταν πήγα στη Γερμανία πάλι μπήκαν οι βιοτικές ανησυχίες. Και θλιβόμουν γιατί δεν γινότανε το δικό μου. Να βγούνε όπως ήθελα εγώ τα πράγματα. Βέβαια ο άνθρωπος νομίζει και στην πνευματική ζωή ότι τα καταφέρνει μόνος του τα πράγματα. Διαβάζει ένα βιβλίο και νομίζει ότι αυτό είναι αρκετό. Μετά έρχεται ο εγωισμός και σε ισοπεδώνει. Γι΄ αυτό θέλω να πω πως για μένα ο καρκίνος ήταν σωτήριος. Με έφερε στον Θεό από τον οποίο είχα φύγει τόσο μακριά. Όταν με εγκαταλείπει ο Θεός είμαι τραγικά δυστυχισμένη. Όλα μου λείπουν, όλα μου φταίνε και θέλω να τα βάλω με όλους και με όλα. Ο Θεός χρησιμοποίησε τον δύσκολο τρόπο για να με επαναφέρει στη σωτηρία. Ο καθένας πρέπει να ψάξει μέσα του αν έχει ή αν έχει χάσει τον Θεό. Ο Θεός είναι παντού και μέσα μας και γύρω μας, αλλά μπορεί εγώ να τον έχω χάσει προσωπικά. Και κάτι πρέπει να κάνω ή να γίνει για να Τον βρω. Παρακαλώ λοιπόν τον Θεό να κατοικήσει στην ψυχή μου, γιατί όλα είναι τελικά δωρεά του Θεού. Κάνε εσύ ό,τι μπορείς και τα άλλα πρέπει να καταλάβεις ότι είναι δωρεές του Θεού». 

Εμείς που είμαστε από νήπια βαπτισμένοι, διατρέχουμε όχι σπάνια, τον κίνδυνο να καλλιεργούμε στην πίστη μας μια άψυχη σιωπή. Ένας νεοφώτιστος όμως μετά από τα χρόνια που πέρασε στην άγνοια που του στέρησε την ανάσα, όταν την ξαναβρίσκει ενθουσιάζεται και γίνεται δάσκαλος. Η Πορφυρία μάς παιδαγωγεί: 


«Με τη χάρη του Θεού καταλαβαίνω πόσο αγαπώ όλο τον κόσμο και όσους με έχουν πειράξει και στενοχωρήσει. Χωρίς τη χάρη αυτό δεν γίνεται. Οι άνθρωποι δεν πρέπει να φοβούνται ούτε τον καρκίνο ούτε άλλη κακοτυχία. Ακόμα και τα παιδιά μας να χάσουμε, πόσο απόλυτα δύσκολο κι αν είναι αυτό, ακόμα και τότε να μην αποθαρρυνόμαστε. Αν κάποιος θεοποιήσει το παιδί του και ξεχάσει τον Θεό, τότε μπορεί ο χαμός του παιδιού να λειτουργήσει έτσι ώστε να βρούμε τον αληθινό Θεό που είχαμε λησμονήσει. Πρώτα από όλα είναι ο Θεός, τον Χριστό πρέπει να αγαπάμε πάνω από όλους και όλα. Τότε είμαστε πλήρεις. Αν του το ζητήσουμε, ο Θεός θα μας διδάξει τα δικαιώματά Του, θα μας πει τι θέλει από μας. Λέω για τον εαυτό μου ότι είμαι 52 χρονών και έχω ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Πρέπει λοιπόν σιγά σιγά να πολεμήσω τα πάθη μου και να γίνω ένα παιδί του φωτός. Παιδί του Θεού, για να δείχνουμε πώς είναι ο Πατέρας μας. Αν δεν είμαστε κι εμείς άγιοι, τότε νομίζουμε ότι ζούμε, αλλά έχουμε πεθάνει. Παράδεισος είναι να έχουμε τον Χριστό μέσα μας. Αλλιώς ποτέ δεν θα είμαστε πλήρεις. Πάντα κάτι θα μας λείπει. Κι αυτό μετά μας οδηγεί σε λάθος μονοπάτια. Γιατί όταν μας λείπει κάτι πάντα το αναζητάμε σε λάθος μέρη». 

_____________ 

δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα 
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 11.09.2019

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2019

Τη ΚΗ΄ (30η) Σεπτεμβρίου, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων ΡΙΨΙΜΙΑΣ, ΓΑΪΑΝΗΣ και των συν αυταίς ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ, τον αριθμόν τριάκοντα δύο.



site analysis


Ριψιμία, Γαϊανή και αι συν αυταίς αθλήσασαι Άγιαι Παρθένοι και μονάζουσαι Γυναίκες ήσαν κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού, εν έτει 292. Προεστώσα δε τούτων και Καθηγουμένη ήτο η Γαϊανή. Όταν δε έμελλεν ο Διοκλητιανός να συζευχθή, μαθών ότι η Ριψιμία ήτο ωραιοτάτη και περικαλλεστάτη, πέμψας ανθρώπους έκαμεν εις αυτήν λόγους περί γάμων. Η δε Αγία, αγαπώσα θερμώς την παρθενίαν, φεύγει κρυφίως μαζί με την Καθηγουμένην Γαϊανήν και με άλλας παρθένους, τον αριθμόν εβδομήκοντα, αίτινες φθάσασαι εις την πόλιν της Αρμενίας Αραράτ, εκεί εκρύπτοντο μέσα εις τινας ληνούς.
Ο Διοκλητιανός λοιπόν, μη δυνάμενος να ησυχάση από τον έρωτα της Ριψιμίας, και μαθών περί αυτής ότι έφυγε, γράφει εις τον βασιλέα της Αρμενίας Τιριδάτην, ζητών από αυτόν να στείλη την Ριψιδίαν ή, αν θέλη, να την λάβη αυτός εις γυναίκα του. Ο δε Τιριδάτης ερευνήσας και μαθών από εκείνους, οι οποίοι είδον αυτήν, πόσον ήτο ωραία και εύμορφος, παρευθύς και αυτός ηχμαλωτίσθη από τον προς αυτήν έρωτα. Όθεν έστειλεν εις αυτήν φορέματα βασιλικά, ίνα φορέσασα ταύτα έλθη προς αυτόν. Η δε Αγία ουδέ να ακούση ήθελε το τοιούτον, αλλά μόνον κατεγίνετο εις την προς τον Θεόν προσευχήν. Όθεν εις τον τόπον εις τον οποίον ευρίσκοντο αι παρθένοι αιφνιδίως έγινε μία φοβερά βροντή. Και μετά της βροντής ηκούσθη και μία θεϊκή φωνή, η οποία ενεδυνάμωσε τας παρθένους τόσον, ώστε αυταί μεν έλαβον εκ ταύτης μεγάλον θάρρος, πολλοί δε από τους απίστους, τους απεσταλμένους δηλαδή υπό του Τριδάτου, έμειναν άφωνοι, εκπλαγέντες δια το αιφνίδιον της βροντής· άλλοι δε πεσόντες από τους ίππους, και υπ’ αυτών καταπατηθέντες, εθανατώθησαν. Ο δε Τιριδάτης, ταύτα μαθών, δεν ήλθεν εις συναίσθησιν, μεθύων από τον έρωτα. Δια τούτο και βιαστικώς έφερεν εις τα βασίλεια την παρθένον, εμβάς δε εις τον κοιτώνα, με παντοίους τρόπους εκολάκευε και παρεκίνει την Οσίαν να κλίνη εις τον σκοπόν του· η δε γία κατήσχυνεν αυτόν και άφθορος έμεινε με την του Χριστού δύναμιν. Αλλ’ ο Τιριδάτης, μη υποφέρων τον σατανικόν έρωτα, επρόσταξε να έλθη η Καθηγουμένη Γαϊανή και να συμβουλεύση την Ριψιμίαν, ίνα πεισθή εις την κακήν γνώμην του. Παρασταθείσα δε έμπροσθέν του η Γαϊανή, έκαμεν όλως το εναντίον, παρακινούσα την Ριψιμίαν και ενισχύουσα αυτήν εις το να αντισταθή ανδρείως, και να μη κλίνη εις την βίαν του βασιλέως. Τούτου ένεκα προστάττει ο βασιλεύς να κτυπήσωσι με πέτρας τους οδόντας της Γαϊανής και να τους θραύσωσιν, ούτω δε να στείλωσιν αυτήν εξόριστον εις μακρινόν τόπον. Ο βασιλεύς λοιπόν, επειδή απέτυχε του ποθουμένου, εκυλίετο κατά γης από τον ακράτητον έρωτα. Η δε αοίδιμος Ριψιμία, εξελθούσα νικήτρια από το παλάτιον, όταν εγένετο νυξ, επήγεν εις τας άλλας συμπαρθένους. Και παραλαβούσα αυτάς, μεταβαίνει εις άλλον τόπον, εκεί πλησίον ευρισκόμενον, ένθα ισταμένη προσηύχετο. Αφού δε παρήλθεν ολίγη ώρα της νυκτός, ιδού και έρχεται εις τας παρθένους ο του βασιλέως αρχιμάγειρος, ομού με πολλούς δορυφόρους, κρατούντες λαμπάδας πολλάς. Και ευθύς αρπάζουσι την Ριψιμίαν, και δέσαντες οπίσω τας χείρας της κόπτουσι την γλώσσαν της. Έπειτα απλώνουσιν αυτήν επάνω εις ξύλα όρθια και την κατακαίουσι με λαμπάδας. Είτα σχίζουσι την κοιλίαν της με ξύλον οξύτατον, και εκχύνουσι κατά γης τα σπλάγχνα της. Επειδή δε ακόμη ολίγον εσπάραττεν η Αγία, εξορύττουσι και τους οφθαλμούς της. Τέλος όλον το σώμα της κατακόπτουσιν εις λεπτά τεμάχια και ούτως η σωφρονεστάτη Ριψιμία μεταβαίνει παρθένος και άφθορος προς ον επόθησε Νυμφίον Χριστόν. Μετ’ αυτής εφονεύθησαν και άνδρες Χριστιανοί εβδομήκοντα. Επειδή δε τριακονταδύο συμπαρθένοι Μοναχαί επήγαν να συνάξωσι τα λείψανα της Αγίας, δια τούτο γνωρισθείσαι από τους ασεβείς ξίφει τας κεφαλάς απετμήθησαν. Την δε μακαρίαν Γαϊανήν, ομού και άλλας δύο παρθένους, ρίψαντες κατά γης, ετέντωσαν τας χείρας και τους πόδας των και ετρύπησαν τους αστραγάλους των. Έπειτα φουσκώσαντες αυτάς ως ασκούς δια μέσου τινών συρίγγων, εξέδαραν όλον το δέρμα του σώματός των και έκοψαν τας γλώσσας των. Μετά ταύτα έσχισαν τας κοιλίας των με πέτρας και με σιδηρά όργανα, και έδειξαν έμπροσθέν των κεχυμένα όλα των τα εντόσθια. Τελευταίον δε ξίφει τας κεφαλάς των απέκοψαν, και ούτως έλαβον αι μακάριαι της αθλήσεως τους στεφάνους. Εις τιμήν δε των πρθένων τούτων τρεις Ναούς έκτισεν ύστερον ο της μεγάλης Αρμενίας Γρηγόριος και άλλοι δε Ναοί τούτων εκτίσθησαν εφεξής εις διάφορα μέρη της Αρμενίας.   

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

Η αγία μεγαλόσχημη μοναχή Ραχήλ(+26 Σεπτεμβρίου 1928)



site analysis



Αποτέλεσμα εικόνας για St. Rachel, Schemanun of Borodino Savior Monastery


Η μεγαλόσχημη μοναχή Ραχήλ (κατά κόσμον Μαρία Korotkov) γεννήθηκε σε μια πλούσια οικογένεια εμπόρων στην πόλη της επαρχίας Dorogobuzh Σμολένσκ.

 Στα 14 της,μαζί με μία παρέα 6 φίλων,πήγαν για ένα καλοκαιρινό προσκύνημα στην Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου,στον τάφο του Αγίου Θεοδοσίου.Μόλις είδαν το τεράστιο πλήθος των προσκυνητών πίστεψαν πως θα καταφέρουν να προσκυνήσουν.Μετακίνουμενοι μέσα στο πλήθος σαν να τους έπαιρνε ένα κύμα βρέθηκαν μπροστά στον τάφο του Αγίου Θεοδοσίου.Η Μαρία προσευχόνταν θερμά,εκφράζοντας την επιθυμία της να γίνει μοναχή.Δίπλα στο λείψανο του Αγίου στεκόνταν ένας σεβάσμιος και ευγενικός μοναχός ο οποίος της τράβηξε την προσοχή.Φαινόνταν σαν να είχε διαβάσει την σκέψη της και της είπε ότι ο Θεός είχε εισακούσει τις προσευχές της και πως θα εκπληρώνονταν η επιθυμία της.Επίσης της είπε ότι εκείνος βρίσκεται πάντα εκεί.Έμεινε στην Λαύρα με τους φίλους της για 12 ακόμη ημέρες όμως δεν μπόρεσε να ξαναδεί τον μοναχό εκείνο.Κατά την επιστροφή της στο σπίτι,ένας δια Χριστόν σαλός πλησίασε την Μαρία και φώναξε:«Μίλησες με τον ίδιο τον Άγιο Θεοδόσιο και ότι αυτό είναι ένα άγιο κορίτσι»

Μετά από λίγο καιρό πέθανε η μητέρα της.Στα 16 της χρόνια η Μαρία είχε δεχθεί πολλές προτάσεις γάμου τις οποίες με διάφορες προφάσεις αρνιόνταν
 Όταν ήταν 17 ετών η Αγία Ραχήλ τραυμάτισε το μάτι της ενώ μαγείρευε μανιτάρια.Καθώς ο πόνος δεν υποχωρούσε έθεσε την ελπίδα της στην Παναγία και ζήτησε από τον πατέρα της την άδεια να πάει στο μοναστήρι του Μποροντίνο να προσευχηθεί στο λείψανο του Αγίου Γερασίμου και στην θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.Πράγματι ταξίδεψε στο μοναστήρι και προσευχήθηκε θερμά.Κατά την διάρκεια της Παρακλήσεως προς τον Άγιο Γεράσιμο,ένας μοναχός άλειψε με λάδι από το καντήλι του Αγίου το μάτι της.Ο πονός εξαφανίστηκε και θεραπεύτηκε εντελώς.Τότε άκουσε μία εσωτερική φωνή να της υπενθυμίζει ότι είχε κάνει μία υπόσχεση.

Σεβάσμια.  Rachel Borodino

 Στα 18 της χρόνια θέλησαν να την παντρέψουν με έναν πλούσιο έμπορο.Ζήτησε άδεια από τον πατέρα της να πάει στο μοναστήρι της Αναλήψεως για να προσευχηθεί στην εικόνα της Παναγίας του Σμόλενσκ για αυτόν τον γάμο.Φτάνοντας εκεί ζήτησε από την ηγουμένη να την πάρει ως δόκιμη.Επίσης της ζήτησε να γράψει ένα γράμμα στον πατέρα της και να του εξηγήσει την κατάσταση.Ο πατέρας της έδωσε την συγκατάθεσή του.
Η Αγία Ραχήλ τελούσε με ζήλο το διακόνημά της.Οι άλλες μοναχές την ζήλευαν.Εκείνη τα αντιμετώπιζε όλα με υπομονή και αγάπη.Μία φορά που είχε  διακόνημα στην κουζίνα οι άλλες αδελφές την παραπλάνησαν σχετικά με τον αριθμό των μερίδων που έπρεπε να ετοιμάσει.


Ταξίδευε χωρίς χαρτιά,ώστε να μην την στείλουν πίσω στον πατέρα της.Επισκέφτηκε μοναστήρια και σπίτια.Τα ρούχα της ήταν κουρελιασμένα,τόσο που δεν κάλυπταν το σώμα της δεόντως.Μία φορά συναντήθηκε στο δάσος με τον μεγάλο δούκα Κωνσταντίνο Νικολάγιεβιτς και με την βασιλική οικογένεια.Όταν του είπε την ιστορία της και γιατί δεν έχει τα απαραίτητα έγγραφα,εκείνος γρήγορα της έδωσε ένα γράμμα και μία δωρεά για την Μονή Βλαντίτσνυ.
Επίσκέφτηκε για τελευταία φορά στο δάσος τον γέροντα Ιωάννη τον προορατικό.Της είπε τι είναι από το Θεό και τι από τον διάβολο και της έδωσε συμβουλές για την επερχόμενη ζωή της
  Η Αγία Ραχήλ έμεινε σην Μονή Βλαντίτσνυ για 10 χρόνια.Η ρασοφορία της έγινε από τον μητροπολίτη Φιλάρετο και πήρε το όνομα Παυλίνα.

Το 1871 εκλέγει ηγουμένη στην Μονή Μποροντίνο η γερόντισσα Αλεξία η οποία έφερε μαζί της στο μοναστήρι την ρασοφόρα Παυλίνα(Αγ.Ραχήλ).Το διακόνημά της ήταν στην κουζίνα.Όντας σε αυτό το διακόνημα έπρεπε να χάνει αρκετές ακολουθίες.Φρόντιζε όμως τις δουλειές της έτσι ώστε να παρευρίσκεται στις ακολουθίες.Το 1885 εκάρη μοναχή με το όνομα Μητροδώρα.Το διακόνημά της τώρα ήταν να περιποιείται το Άγιο Βήμα.Την επόχή εκείνη απέκτησε το διορατικό χάρισμα,ενώ προέβλεπε το τέλος των μοναχών   
         

     Στις 17 Νοεμβρίου 1915,έγινε μεγαλόσχημη μοναχή με το όνομα Ραχήλ.Τώρα πια με το προορατικό και το διορατικό της χάρισμα καθοδηγούσε πνευματικά τις μοναχές και τους προσκυνητές της μονής.             
Η Αγία Ραχήλ έζησε στο μοναστήρι εκατό χρόνια.Είδε την Παναγία και πολλούς αγίους.Η Παναγία της εμφανίστηκε και της είπε:«Τις προσευχές σου για τους πιστούς εγώ θα τις εκπληρώνω αμέσως»

Την τελευταία περίοδο της ζωής της υπέφερε από πληγές στα χέρια και στα πόδια,τα οποία πρήζονταν και αιμορραγούσαν.

Εκοιμήθη στις 26 Σεπτεμβρίου 1928.Η αγιοκατάταξή της έγινε το 1996

π.Γεώργιος Κονισπολιάτης/proskynitis.blogspot.

Μια γερόντισσα που στάθηκε σαν μάνα σε εκατοντάδες ορφανά!


Η Αννα Τσεκούρα είχε αφιερώσει τη ζωή της και  πρόσφερε την περιουσία της για να φροντίσει  τα παιδιά. Ηταν η «ψυχή» του Ιδρύματος «Αγία Ταβιθά» στη Λιβαδειά, εργάστηκε ως μοδίστρα και για 50 χρόνια στήριξε ανήμπορα κορίτσια 

Ηταν τόσο σεμνή και απλός άνθρωπος η γερόντισσα Αννα! Δεν ήθελε να προβάλλει το έργο της και να μιλά για τον εαυτό της. Αφηνε τις πράξεις να μιλούν από μόνες τους». 
Tα λόγια αυτά της Θεμιστοκλείας Παπαγεωργίου, διευθύντριας του Ορφανοτροφείου «Η Αγία Ταβιθά», έτσι όπως αντήχησαν από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, σχημάτισαν έστω και στιγμιαία το φωτεινό περίγραμμα μιας σπουδαίας προσωπικότητας.


Η γερόντισσα Αννα Τσεκούρα, η «Μανούλα», όπως όλοι, μεγάλοι και μικροί, με τρυφερότητα, αγάπη και ευγνωμοσύνη την αποκαλούσαν, υπήρξε από τα πρώτα βήματα της Ορφανικής Στέγης «Αγία Ταβιθά» στη Λιβαδειά η «ψυχή» και το στήριγμα του ιδρύματος αυτού, το οποίο συγχρόνως ανέπτυξε και μια σειρά από άλλες δραστηριότητες, όπως ομάδες κατηχητικών, κατασκηνώσεις κ.ά.

Από το 1963, όταν άρχισε η λειτουργία αυτού του ιδρύματος και με τη βοήθεια του τότε αρχιμανδρίτη Θηβών και Λεβαδείας Κωνσταντίνου Σακελλαρόπουλου, η «Μανούλα» αφιέρωσε τη ζωή της και πρόσφερε την περιουσία της για την αγάπη του Θεού και των παιδιών. «Ηταν μια γυναίκα της προσευχής, της νηστείας, αφιερωμένη ολοκληρωτικά στον Θεό και τον συνάνθρωπο. Δεν υπολόγιζε κούραση.

Εργαζόταν νύχτα και ημέρα. Και δεν ήταν μόνο τα παιδιά που φρόντιζε. Ανησυχούσε για όλη την κοινωνία και ήταν πρόθυμη να βοηθήσει τους πάντες. Είχε ιδρύσει, επίσης, κύκλους νέων μητέρων, ενώ δραστηριοποιούνταν και στη διοργάνωση συνεδρίων αλλά και άλλων εκδηλώσεων» επισημαίνει η κ. Παπαγεωργίου αναφερόμενη στη γερόντισσα Αννα.
ΦΩΤΕΙΝΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Γεννήθηκε στη Λιβαδειά και από τους γονείς της Γεώργιο και Ασημίνα η μακαριστή γερόντισσα έλαβε τις αρχές που αποτέλεσαν τις βάσεις και τα θεμέλια της μετέπειτα πνευματικής πορείας της. Συνδέθηκε από μικρή ηλικία με τον μακαριστό Αγιορείτη γέροντα Γρηγέντιο, ο οποίος με το φωτεινό παράδειγμά του γέννησε σε πολλές ψυχές στην επαρχία -όπως και στη μακαριστή γερόντισσα- τον πόθο για τη ζωή της ολοκληρωτικής προς τον Θεό αφιερώσεως.

Ηταν αρχές της δεκαετίας του '60, στα δύσκολα εκείνα χρόνια, όταν η 27χρονη τότε Αννα Τσεκούρα συνέλαβε ένα τολμηρό για τα δεδομένα εκείνης της εποχής σχέδιο: την ίδρυση ενός Σπιτιού Αγάπης για κορίτσια που είχαν ανάγκη προστασίας.
Η νεαρή τότε Αννα δεν μπορούσε εύκολα να αποφασίσει. Ο πνευματικός της, μακαριστός Κωνσταντίνος, δεν σταματούσε να την παροτρύνει να αποδεχθεί αυτή την τόσο σημαντική ευθύνη. Αφού προσευχήθηκε αρκετά, ένιωσε μέσα της ότι ήταν πλέον έτοιμη να αναλάβει τη φροντίδα, τη διαπαιδαγώγηση και την καθοδήγηση των κοριτσιών που ο Θεός θα πρόσφερε στα δικά της, ικανά χέρια.

Με τη συμπαράσταση της κυρίας Νίκας -την οποία τα παιδιά αποκαλούσαν «γιαγιά»- αλλά και της αδελφότητας που σε σύντομο χρονικό διάστημα δημιουργήθηκε κοντά της, η γερόντισσα πρόσφερε φροντίδα σε πολλές ψυχές. Εκατοντάδες κορίτσια μεγάλωσαν με την αγάπη και τις συμβουλές της.
ΕΚΑΡΗ ΜΟΝΑΧΗ
Οσοι έζησαν μαζί της όλα εκείνα τα χρόνια είχαν διακρίνει -και σωστά- ότι μέσα της σιγόκαιε ο πόθος της μοναχικής τελειώσεώς της. Ηταν μια ασίγαστη επιθυμία, που από τα νεανικά χρόνια έκαιγε στην καρδιά της.
Τα χρόνια πια βάρυναν στους ώμους της και η υγεία της άρχισε να κλονίζεται. Το πλήρωμα του χρόνου είχε έρθει πλέον: η ίδια πήρε την απόφαση να λάβει τη μοναχική κουρά. Τη συγκινησιακή φόρτιση εκείνης της ημέρας αποδίδει ανάγλυφα το παρακάτω κείμενο από το περιοδικό «Αγία Ταβιθά», το οποίο εκδίδει σε σταθερή βάση το εν λόγω ίδρυμα. Φτάνουμε, λοιπόν, στις 9 Σεπτεμβρίου 2014 και μέσα σε μια κατανυκτική και συγκινητική ατμόσφαιρα κατά την τέλεση του εσπερινού, «η πνευματική μας μητέρα Αννα εκάρη μεγαλόσχημη Αννα μοναχή από τον πνευματικό μας πατέρα Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Σεραφείμ [...]. Δακρύσαμε όλοι από συγκίνηση, καθώς νιώθαμε την ευλογία που σκορπίστηκε στην οικογένειά μας και στις οικογένειες των παιδιών μας. Η γερόντισσα Αννα θα συνεχίσει το πνευματικό της έργο με περισσότερη προσευχή για όλους, με πόνο και αγάπη για τα παιδιά του Θεού». Τα τελευταία σκαλοπάτια της σωματικής ασθένειας και του πόνου τα υπέμεινε με μεγάλη καρτερία. Τη μεθεόρτια ημέρα των Εισοδίων της Θεοτόκου παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού.
Nεκρώσιμος ακολουθία
Στις 24 Νοεμβρίου 2016 τελέστηκε η νεκρώσιμος ακολουθία στον μητροπολιτικό ναό της Λιβαδειάς.Ο π. Νεκτάριος Τσεκούρας, Ηγούμενος της Μονής Οσίου Σεραφείμ και ανιψιός της γερόντισσας, την αποχαιρέτησε μεταξύ άλλων και με τα παρακάτω λόγια: «Ολοι εμείς που συγκεντρωθήκαμε να τη συνοδεύσουμε σε αυτή την έξοδό της ευχόμεθα ο Θεός να την αναπαύσει στη Βασιλεία του. Η δε Παναγία Μητέρα του να τη συνεισάγει στα επουράνια Αγια των Αγίων, όπου οι χοροί των αγγέλων και δικαίων που ηγάπησε και μιμήθηκε».
ΠΑΝΩ ΑΠΟ 100 ΕΓΓΟΝΙΑ, 40 ΔΙΣΕΓΓΟΝΑ, 35 ΠΑΝΤΡΕΙΕΣ
Για 50 ολόκληρα χρόνια έκλεινε πληγές, χάριζε οικογενειακή θαλπωρή, συμβούλευε, χαιρόταν με τις επιτυχίες κάθε παιδιού, συμμετείχε στα προβλήματα που καθένα από αυτά αντιμετώπιζε. Με τη βελόνα αρχικά -αφού εργαζόταν ως μοδίστρα- κάλυπτε τις ανάγκες των παιδιών της. Ξενύχτησε στις αρρώστιες τους, τα συνόδεψε στο νοσοκομείο, όταν η υγεία τους κλονιζόταν. Εκλαψε ακόμη και τον θάνατο ενός 15χρονου κοριτσιού, όταν αυτό προσβλήθηκε από καρκίνο. Πώς θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο και το γεγονός ότι σε όλη τη διάρκεια των 50 χρόνων διακονίας της αποκατέστησε 35 κορίτσια; Τα κορίτσια αυτά αποτέλεσαν άξιες συζύγους, μητέρες, νοικοκυρές και εργαζόμενες, επιστήμονες και πιστά μέλη της Εκκλησίας. Περισσότερα από 100 τα εγγόνια της και 40 τα δισέγγονά της, αφού οι πιο πολλές θυγατέρες της έγιναν κατόπιν πολύτεκνες μητέρες.

Γερόντισσα Μαριάμ, o σύγχρονος Ιώβ



site analysis
Επισκόπου Αμαθούντος Νικολάου
Όπως είναι γνωστό, στις 18 Αύγουστου 2004 εκοιμήθη εν Κυρίω η Αδελφή Μαριάμ, η γνωστή μας κυρία Μαρούλα, σε ηλικία 79 ετών. Τους τελευταίους περίπου πέντε μήνες του πόνου και του μαρτυρίου της τους είχε περάσει εις το Μέλαθρο Αγωνιστών της ΕΟΚΑ εις την Παλώδια, όπου άφησε και την τελευταία της πνοή, παραδίδοντας την εξαγνισμένη ψυχή της εις τον Αθλοθέτη Θεό.
Βέβαια, είναι πράγμα δύσκολο και συγχρόνως επικίνδυνο να μιλήσει κανείς για ανθρώπους οι οποίοι με τη μαρτυρική υπομονή και την ασάλευτη πίστη τους στον Χριστό έχουν γίνει πραγματικό κατοικητήριο της χάρης του Θεού. Τολμούμε όμως να το κάνουμε αυτό ως ένα πνευματικό χρέος και ως ένα ιερό μνημόσυνο προς τη φωτεινή αυτή λαμπάδα, που επί σειρά ετών, ενώ αυτή έλιωνε κυριολεκτικά στο κρεβάτι του πόνου και της ταλαιπωρίας, εν τούτοις εφώτιζε όλους όσοι την γνώριζαν ή την επισκέπτονταν-όχι μόνο από την πόλη μας, αλλά και από ολόκληρη την Κύπρο και έξω από αυτήν- δείχνοντάς τους με το ταπεινό παράδειγμά της την απλανή οδό του αγιασμού και της χαριτώσεως.
Η αδελφή Μαριάμ, που για τριάντα και πλέον χρόνια ήταν καθηλωμένη τελείως στο κρεβάτι, έδειξε τέτοια υπομονή και πίστη μπροστά στον πόνο και την ασθένειά της, ώστε έχει αποδειχθεί ένας σύγχρονος μάρτυρας που ποτέ της δεν γόγγυζε, αλλά όλα της τα λόγια στολίζονταν με το επιφώνημα «Δόξα σοι ο Θεός!».
Η Αδελφή Μαριάμ, η πραγματική αυτή παρηγοριά και μητέρα χιλιάδων ανθρώπων, ήταν πραγματικά μια ζωντανή μαρτυρία της παρουσίας του Θεού στη ζωή των ανθρώπων. Ήταν μια επαλήθευση του Ευαγγελίου στη σύγχρονη ορθολογιστική και υλιστική εποχή μας και μια απάντηση στα ατελείωτα "γιατί" που προβάλλουμε όλοι μας μπροστά στον πόνο και τις θλίψεις μας. Όσοι πήγαιναν κοντά της για να της συμπαρασταθούν και να την παρηγορήσουν, τελικά έφευγαν αυτοί ωφελημένοι και πιο δυνατοί για συνέχιση του πνευματικού τους αγώνα.
Πολλές ήταν οι θείες επισκέψεις και παρηγοριές που είχε, οι όποιες και τη στήριζαν, όπως διαβάζουμε και στα συναξάρια των Μαρτύρων. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η επίσκεψη του Εσταυρωμένου Ιησού μετά από πολλούς πειρασμούς και θλίψεις, η οποία όχι μόνο έδωσε χαρά και δύναμη στην ψυχή της, αλλά και γέμισε με άρρητη ευωδία ολόκληρο το δωμάτιό της.
Είχε την ευλογία να λάβει τον Απρίλιο του 2000 το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα από τα χέρια του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Αθανασίου, τον οποίο και αγαπούσε πολύ και ευχόταν καθημερινά γι’ αυτόν, κυρίως κατά την περίοδο των πειρασμών και των θλίψεών του. Η εξόδιος ακολουθία της μακαριστής Αδελφής Μαριάμ εψάλη εις τον Μητροπολιτικό Ναό Παναγίας Παντανάσσης Καθολικής στις 19 Αυγούστου στις 3.00μ.μ. Πρώτα εψάλη η εξόδιος ακολουθία εις Μοναχούς και ακολούθως η συνήθης ακολουθία, προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Αθανασίου και παρισταμένου πλήθους ιερέων και κόσμου, οι οποίοι προσέτρεξαν από νωρίς για να πάρουν την ευχή της για τελευταία φορά και να δώσουν τον τελευταίο εν Κυρίω ασπασμό εις την πνευματική τους μητέρα. Το πολύαθλο και μαρτυρικό λείψανο της ετάφη εις το κοιμητήριο του Αγίου Νικολάου Λεμεσού. Ας έχομεν την ευχή της και το φωτεινό παράδειγμά της ας είναι πάντοτε οδηγός στη ζωή μας. Αιωνία της η μνήμη!
(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Παράκληση. Διμηνιαία Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ, τεῦχος 21)
Πηγή: http://www.imlemesou.org/index.php/2014-07-31-16-28-51/1537-o