Τετάρτη 10 Μαρτίου 2021

Οι νεότεροι βιογράφοι της Οσίας Μητρός ημών Θεοδώρας της πολιούχου της Άρτας


Έρευνα πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου, εκπαιδευτικού (χημικού)

Εισαγωγικά
Σύμφωνα με την καθιερωμένη εκκλησιαστική τάξη το εν χρήσει Συναξάριο της Οσίας είναι αυτό του μοναχού Ιώβ Μέλη.Όπως αποδείξαμε σε παλιότερο άρθρο ο συγγραφέας Ιώβ Μέλης ή Μελίας έζησε τον 13ο αιώνα και δεν έχει καμία σχέση με τον μοναχό Ιώβ τον Ιασίτη. Σε ανέκδοτη εργασία μας επίσης αποδεικνύουμε ότι ο υμνογράφος της Οσίας Ιώβ μοναχός δεν έχει καμία επίσης σχέση με τον Ιώβ Μέλη.Επειδή όμως τα αγιολογικά θέματα που έχουν σχέση με την πολιούχο μας Οσία Θεοδώρα είναι πολλά και χρειάζονται περαιτέρω έρευνα θα σημειώσουμε μόνο τα εξής:

1.Απαιτείται η άμεση επίσημη αγιοκατάταξη της Οσίας στο εορτολόγιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την προβλεπόμενη εκκλησιαστική διαδικασία. (http://www.ec-patr.eu/gr/typikon/2020/2020-03-11.htm

2.Η επίσημη αγιοκατάταξη θα έχει ως συνέπεια, η Αγία Θεοδώρα να τιμάται από την παγκόσμια Ορθοδοξία και να μην είναι η εορτή της απλά μια τοπική εορτή.

3.Επειδή και η ιστορία και η προφορική τοπική δημώδης παράδοση διατήρησαν πολλά στοιχεία από την ζωή της Οσίας, που δεν αναφέρονται στο συναξάριο του Ιώβ Μέλη, απαιτείται περαιτέρω έρευνα,ώστε να ξαναγραφεί ολοκληρωμένη η ζωή της Οσίας και η προσφορά της στο Ορθόδοξο γένος. Επίσης πρέπει να συμπληρωθεί και η ασματική ακολουθία της Οσίας με στοιχεία που αναφέρονται στην εκκλησιαστική της προσφορά.

4.Σχολιασμός του περιεχομένου του Συναξαρίου του Ιώβ Μέλη καθώς και του υλικού της δημώδους προφορικής παράδοσης θα γίνει σε άρθρα που θα δημοσιεύσουμε αργότερα.

5.Στο παρακάτω άρθρο (απόσπασμα ανέκδοτης εργασίας μου) θα αναφερθούμε σε άγνωστα στοιχεία από την ζωή της Οσίας, όπως τα διατήρησε η τοπική δημώδης παράδοση και περιλαμβάνονται σε βιβλία έγκριτων συγγραφέων και ιστορικών ερευνητών.

Οι νεότεροι βιογράφοι της Σεπτής Βασιλίσσης του Δεσποτάτου της Ηπείρου Αγίας Θεοδώρας και οι παραλλαγές του Βίου της.
Οι βιογράφοι της Αγίας Θεοδώρας χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
Α. Σε αυτούς, που βασίζονται στην διήγηση του μοναχού Ιώβ.
Β. Σε αυτούς, που βασίζονται στην προφορική παράδοση, χωρίς αναφορά σε ιστορικές πηγές..
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι βιογράφοι:
1.Αρχιμ.Χαράλαμπος Βασιλόπουλος με το βιβλίο του: Η Αγία Θεοδώρα Βασίλισσα της Άρτας.(έκδοση Ορθοδόξου Τύπου-Αθήνα 1974).
2. D.M.Nicol: The Despotate of Epirus. Oxford 1957 καιΑθήνα 1991
3. Iωάννης Ρωμανός: Περί του Δεσποτάτου της Ηπείρου. (Κέρκυρα 1895)
4.Μιχαήλ Περάνθης με το ψευδώνυμο Όλμος Περάνθης στο άρθρο του: Η Οσία Θεοδώρα ως ιστορικό πρόσωπο.(Αθήνα 1938)
5. Δημήτριος Τσάμης με σχετικό θέμα στο Μητερικό 3, σελ.354 -Θεσ/νικη 2001.
6.Δημήτριος Γιαννούλης- Ιερά Μητρόπολις Άρτας με το βιβλίο: Η Αγία Θεοδώρα, η Βασίλισσα της Άρτας. (τρεις εκδόσεις- τελευταία Άρτα 2019).
7. Κ.Τσιλιγιάννης, ο οποίος εξέδωσε τρία σχετικά βιβλία.
8.Η φιλόλογος και θεολόγος Αρετή Κασελούρη με το βιβλίο της: Η πριγκίπισσα με την μεγάλη καρδιά. (μυθοπλαστική βιογραφία) Εκδόσεις Κυριακίδη.
9.Ο Μιχαήλ Αβέρωφ στο εκτενέστατο άρθρο του «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Mich. Averoff.Περιοδικό Σκουφάς τόμος Η σελ. 128
10.Η καθηγήτρια Φιλολογίας Θέμις Χατζηγεωργίου στο βιβλίο της «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου –Πρόμαχος του Ελληνισμού στην πάλη κατά της Λατινοκρατίας και του Σλαβισμού. θήνα 1962
Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι παρακάτω.
1. Κων/νος Στρατής με το μικρό βιβλίο: Θεοδώρα. Η Βασίλισσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου και Ακαρνανίας.(Άρτα 1960)
2. Αναστασία Ν. Κυνηγοπούλου, με σχετική ενότητα στο βιβλίο της: Βασίλισσες και πριγκίπισσες Άγιες της Εκκλησίας
3.Αθανάσιος και Χρήστος Μακρυγιάννης με εκτενή αναφορά στον βίο της Οσίας στο βιβλίο: «Ιστοριογραφία της Πίνδου» Έκδοση Δήμου Αγνάντων 2010 σελ.252)
4.Ν.Ζιάγκας στο βιβλίο του Φεουδαρχική Ήπειρος.
5. Δημήτριος Φερούσης με το βιβλίο του Θεοδώρα Κομνηνή Βασίλισσα και μοναχή. (Μυθιστορηματική βιογραφία)
Στην συνέχεια δημοσιεύουμε σχετικά αποσπάσματα από τις παραπάνω εργασίες.
Α. Από το βιβλίο «Ιστοριογραφία της Πίνδου» των Αθανασίου και Χρίστου Μακρυγιάννη Έκδοση Δήμου Αγνάντων 2010 σελ.252).
«Η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Καταρράκτη (Σχωρέτσαινα) (1215-1220), ιδρύθηκε την εποχή του Δεσποτάτου της Ηπείρου (επί Μιχαήλ του Α 1205-1230 περίπου) και αποπερατώθηκε με την ιερή χορηγία της Αγίας Θεοδώρας συζύγου του Μιχαήλ Β Αγγέλου.
Μετά από δύο ή τρία χρόνια περίπου έγγαμου βίου η Αγία εκδιώκεται από το παλάτι καθόσον ο Δεσπότης Μιχαήλ ο Β ερωτοτροπούσε με μια Αρτινή αρχόντισσα τη Γαγγρινή, η οποία ανέβηκε στο θρόνο του Δεσποτάτου.
Η Αγία Θεοδώρα εξουθενωμένη καταφεύγει στα βουνά των Τζουμέρκων. Με το γιο της Νικηφόρο και μια πιστή της Μοναχή εγκαθίσταται για μικρό χρονικό διάστημα στο χωριό Βλαχέρνα, όπου τη φρόντιζαν οι κάτοικοι και ονομαστές οικογένειες της Άρτας. Διαμένει σε ένα μικρό οίκημα, εκεί που τώρα, είναι ο ναός της Παναγίας των Βλαχερνών.
Όμως η νέα ένοικος του Παλατιού την καταδιώκει να απομακρυνθεί από τα περίχωρα της Πόλης. Τότε η Αγία Θεοδώρα διαμένει για μικρό χρονικό διάστημα περίπου, ένα χρόνο, στο χωριό Μαρκινιάδα. Εκεί κατά την παράδοση ζει σε μια πιστή οικογένεια ποιμένων. Οι ποιμένες εκείνοι είχαν τα θερινά βοσκοτόπια πάνω στα Τζουμέρκα και συγκεκριμένα στο Παλαιοκάτουνο Βουργαρελίου. Δεν αποκλείεται με την πρόταση της Αγίας στο Σεβαστοκράτορα να ιδρύθηκε η λεγόμενη «Κόκκινη Εκκλησία». Για άγνωστο λόγο μεταβαίνει στα Σχωρέτσαινα(Καταρράκτης), όπου φιλοξενείται στο νέο Μοναστήρι, που χτίστηκε λίγα χρόνια πριν επί Μιχαήλ του Α. Στη Μονή διαμένει ένα χρόνο γύρω στο 1332-1333 περίπου, με την αμέριστη συμπαράσταση του αγίου Ηγουμένου και των Μοναχών. Αυτά δεν τα γράφουν οι χρονογράφοι για τη μεγάλη αυτή συγκινητική περιπέτεια της Αγίας….. Η πληροφορία προέρχεται από άγιο γέροντα της Μονής Καρακάλου του Αγίου Όρους καταγόμενο από το Αθαμάνιο Τζουμέρκων.
———————————————————————————–
Β.Από το βιβλίο της κ. Αναστασίας Ν. Κυνηγοπούλου Βασίλισσες και πριγκίπισσες Άγιες της Εκκλησίας (απόσπασμα)
«….Ο Μιχαήλ Β’ Κομνηνός και η Θεοδώρα γίνανε δεκτοί από τους Άρχοντες και το λαό με πολύ ενθουσιασμό και πανηγύρια στην Άρτα. Κύριο μέλημα του Μιχαήλ Β’ του Κομνηνού ήταν να δώσει την παλιά του αίγλη στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Μέρες, εβδομάδες ακόμη και μήνες απουσίαζε ο Δούκας από την Άρτα και έτσι βυθισμένος στις βασιλικές υποχρεώσεις απομακρυνόταν από την οικογενειακή θαλπωρή και αγάπη. Όμως και η Θεοδώρα δεν άφηνε τον εαυτό της να παρασυρθεί στην αδράνεια της εγκατάλειψης. Κατακτούσε το λαό και την αγάπη των ανθρώπων με τον δικό της τρόπο΄ με την κάλυψη των καθημερινών αναγκών και τη θεραπεία της φτώχιας και του ψυχικού τους πόνου. Οργάνωνε συσσίτια για τους περιπλανώμενους και τους μετανάστες εξαιτίας των πολέμων. Συστηματοποιούσε τη φιλανθρωπία σε μόνιμη βάση. Ίδρυε προνοιακούς σταθμούς και ενθάρρυνε τις εκκλησίες και τα μοναστήρια να κτίζουν πλάι τους κελιά και ξενώνες για τους άπορους και τους ταξιδιώτες. Οι κάτοικοι ολόκληρης της Ηπείρου επισκέπτονταν συχνά τη Βασίλισσα και εκείνη τους συνέτρεχε σε ό,τι είχαν ανάγκη. Τα πράγματα όμως με το Δούκα Μιχαήλ δεν πήγαιναν και τόσο καλά. Το πάθος του για την εξουσία, για τη δόξα, και την επικράτησή του σε όλον τον κόσμο, πραγματικά τον αποξένωναν από τους δικούς του ανθρώπους και κυρίως από τη Βασίλισσα και σύζυγο του Θεοδώρα και έτσι τον καθιστούσαν ευάλωτο σε παντοδαπούς ψυχικούς πειρασμούς και αισθησιακές προκλήσεις. Πολύ γρήγορα ο Δούκας Μιχαήλ Β’ ‘Αγγελος Κομνηνός έμπλεξε με την Γαγγρηνή.

Η απομάκρυνση της Θεοδώρας από το παλάτι
“Τα πράγματα μεταξύ του Μιχαήλ Β’ Κομνηνού και της Θεοδώρας άρχισαν να μην πηγαίνουν τόσο καλά. Πολύ γρήγορα ο Δούκας Μιχαήλ Β’ Άγγελος Κομνηνός έμπλεξε με την Γαγγρηνή. Η Γαγγρηνή ήταν μια νέα και πολύ όμορφη γυναίκα πολυδιδαγμένη και έμπειρη στα ερωτικά.
Ο άνδρας της ήτανε οφικιάλιος του στρατού της Ανατολής και είχε αυτομολήσει στην Άρτα, όπου ο Μιχαήλ τον ένταξε στο επιτελείο του. Αλλά σε κάποια πολεμική σύγκρουση σκοτώθηκε, αφήνοντας την Γαγγρηνή χήρα στον κύκλο των μεγαλοκυράδων του παλατιού της Ηπείρου. Μένοντας όμως στο κοντινό περιβάλλον του Δούκα, πονηρή και ακατανίκητη καθώς ήταν, προσέγγισε το νεαρό Βασιλιά. Χρησιμοποιώντας τη μαγεία, στην αρχή κατάφερε να του κλέψει την προσοχή και στη συνέχεια τον κατέστησε παιχνίδι της, ωθώντας τον επίμονα και προκλητικά, να διώξει από κοντά του τη νόμιμη γυναίκα του και Βασίλισσα Θεοδώρα και στη θέση της μεγαλόπρεπα και ηγεμονικά να θρονιαστεί εκείνη. Ταπεινωμένη σε έσχατο βαθμό και πονεμένη η Θεοδώρα αποφάσισε να φύγει από το παλάτι και να βρει καταφύγιο πέρα στις άγνωστες λαγκαδιές και στα άγρια καταράχια των Τζουμέρκων και εκεί να περιμένει καρτερικά τη βέβαιη παρέμβαση του Θεού. Έτσι και έγινε και αφού περιπλανήθηκε αρκετά στις ερημικές περιοχές των Τζουμέρκων, βρέθηκε μπροστά σε ένα μισοερειπωμένο μοναστήρι. Σε αυτό το μοναστήρι που ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο, ζούσαν δύο γερόντισσες μοναχές οι οποίες με χαρά και χωρίς να ρωτήσουν τίποτα, δέχτηκαν να φιλοξενήσουν τη Θεοδώρα.

Η γέννηση του διαδόχου
Η Θεοδώρα έμεινε κάμποσες μέρες μέσα στη ζεστή ατμόσφαιρα του μοναστηριού του Αη-Νικόλα ,όμως φοβόταν να μείνει περισσότερο σκεπτόμενη ότι η πιθανή ανακάλυψή της θα είχε συνέπειες και σε εκείνη και στο παιδί που θα έφερνε σε λίγο στον κόσμο. Για να αποφύγει τους πιθανούς διώκτες της αποφάσισε να εγκαταλείψει για λίγο το φιλόξενο καταφύγιό της για να επιστρέψει πάλι σε αυτό, όταν θα ερχόταν η ώρα της να γεννήσει το διάδοχο. Ο διάδοχος γεννήθηκε, αλλά ο φόβος δεν έφυγε από τη νεαρή μητέρα, η οποία αποφάσισε να φύγει για δεύτερη φορά από το φιλόξενο μοναστήρι και να ξαναγυρίσει στο κρησφύγετο της Πίνδου που της πρόσφεραν μεγαλύτερη προστασία. Ο βαρύς όμως χειμώνας θα αναγκάσει τη Θεοδώρα να πάρει το μωρό της και να επιστρέψει στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου. Στο μοναστήρι θα συναντήσει τη Βασίλισσα Θεοδώρα ο πατήρ Νικηφόρος, ένας ταπεινός και καλοκάγαθος κληρικός από το χωριό Πρένιτσα.
Ο παπά-Νικηφόρος ήτανε ο λειτουργός και ο πνευματικός της μονής. Σε αυτόν τον ταπεινό λευίτη η Θεοδώρα θα εμπιστευτεί το δράμα της και θα του εναποθέσει τον πόνο και τις ελπίδες της και αυτός με τη σειρά του θα πάρει τη μητέρα και το παιδί και θα τους οδηγήσει για μεγαλύτερη ασφάλεια στο σπίτι του, στο χωριό Πρένιτσα. …
Στο μεταξύ στο παλάτι της Άρτας ο Μιχαήλ με την πολύτιμη βοήθεια των ανθρώπων του ανακάλυψε τον πραγματικό ρόλο που έπαιζε όλα αυτά τα χρόνια η Γαγγρηνή η οποία και ομολόγησε πως με τη βοήθεια της μαγείας και άλλων αθέμιτων μέσων κρατούσε τον Μιχαήλ δέσμιο των σχεδίων της. Ο Μιχαήλ, αν και είχε αποκτήσει δύο νόθους γιούς με τη Γαγγρηνή, κουρασμένος και αηδιασμένος την έδιωξε από κοντά του και στη συνέχεια μετανοιωμένος αποζητούσε τη γυναίκα του.

Η επάνοδος της Θεοδώρας στην Άρτα
Η επάνοδος της Θεοδώρας στην Άρτα ύστερα από πέντε χρόνια εξορίας έγινε βασιλικά και με κάθε επισημότητα.
Πριν μπει όμως η Αυγούστα στην πόλη της Άρτας ζήτησε να επισκεφθεί πρώτα τη θαυματουργή Οδηγήτρια στη μονή της Παναγίας Βλαχέρνας και να την ευχαριστήσει που άκουσε τις προσευχές της. Πολύ γρήγορα η Θεοδώρα άρχισε να παίρνει πρωτοβουλίες σε έργα είρηνικά.…άρχισε να κτίζει ιδρύματα, ναούς μεγαλοπρεπείς και μοναστήρια που κοσμούσαν όλη την Ήπειρο, τη Μακεδονία, την Αίτωλοακαρνανία και τον Αμβρακικό. Ενώ ξεχωριστά κτίσματα, αληθινά κοσμήματα, αναστηλώνονταν ή ανακαινίζονταν εξαρχής. Η μονή της Παντάνασσας κοντά στην Φιλιππιάδα, η Παναγία η Βλαχέρνα που ξεχώριζε για την εικόνα της Οδηγήτριας, η Κάτω Παναγιά, ο Άγιος Δημήτριος του Κατσούρη ανάμεσα στους μπαξέδες της Άρτας, ήτανε έργα που δείχνανε την πίστη και το σεβασμό της Αυγούστας.
Ακόμη της ίδιας εποχής ήτανε η μονή του Αγίου Γεωργίου, η Μεταμόρφωση στο Γαλαξίδι που βεβαίωναν τη ψυχική μεταστροφή του Μιχαήλ Β’, αλλά και την πνευματική αναλαμπή των Κομνηνοδουκάδων. Μέσα σε αυτό το κλίμα, στην καθημερινή δραστηριότητα και στην ανεμπόδιστη ροή της ιστορίας, η Θεοδώρα έβρισκε και όλο τον καιρό, όχι μόνο Βασίλισσα και Αυγούστα να είναι, αλλά και γυναίκα και σύνευνη και μητέρα. …..”

ΠΗΓΗ.ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΗΧΩ (https://ixotisartas.gr.

Οσία Αναστασία η πατρικία (10 Μαρτίου)


  Πηγή:westernhumanities101.pbworks.com/

Γεώργιος Δ. Παπαδημητρόπουλος

Φιλόλογος-Θεολόγος, τ. Λυκειάρχης

    Κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’ του Μεγάλου, ο οποίος βασίλευσε από το 527 μέχρι το 565 μ.Χ., ζούσε στην Κωνσταντινούπολη μια γυναίκα, ονόματι Αναστασία, η οποία καταγόταν από ευγενείς και πλούσιους γονείς και διακρινόταν για τη βαθιά ευσέβειά της προς το Θεό. Η γυναίκα αυτή, που ήταν πρώτη πατρι­κία του Βασιλιά, είχε το φόβο του Θεού στην ψυχή της και πορευόταν σύμφωνα με τις εντολές Του. Είχε, επίσης, φυσική ανδρεία και πολλή πραότητα, ώστε όλοι χαίρονταν με τις αρετές της, και βέβαια ο ίδιος ο Βασιλιάς.

Πηγή:westernhumanities101.pbworks.com/

Επειδή δε ο σπορέας των ζιζανίων, ο διάβολος, έχει τη συνήθεια να φθονεί πάντοτε και να διαβάλλει το καλό και, ακόμη, δεν αφήνει να έχουν ανάπαυση και ησυχία οι ενάρετοι άνθρωποι, φθονήθηκε η γυναίκα αυτή, η Αναστασία, από τη Βασί­λισσα. Μόλις όμως η όντως φρόνιμη κατά Θεόν Οσία πληροφορήθηκε από κάποιον ότι τη φθονούσε η βασίλισσα Θεοδώρα, είπε στον εαυτό της: «Αναστασία, τώρα ακριβώς σου παρουσιάστηκε η κατάλ­ληλη ευκαιρία· σπεύσε και σώσε την ψυχή σου. Έτσι, και τη Βασίλισσα θα απαλλάξεις από τον υπερβολικό και παρά­λογο φθόνο της και τον εαυτό σου θα προετοιμάσεις για την ουράνια βασιλεία».

Ύστερα από τις σκέψεις της αυτές η Οσία μίσθωσε πλοίο και, αφού σύναξε και πήρε μαζί της ένα μέρος από τα πλούτη της, ενώ όλα τα άλλα τα εγκατέλειψε, πήγε στην Αλεξάνδρεια. Εκεί, σε έναν τόπο ονομαζόμενο Πέμπτο, έχτισε Μοναστήρι, στο οποίο και ησύχαζε, υφαίνοντας ιερά υφάσματα και προσπαθώντας να είναι αρεστή στο Θεό. Στον τόπο δε εκείνον σώζεται μέχρι σήμερα το Μοναστήρι αυτό και επονομάζεται «Μοναστήρι της Πατρικίας».

Μετά από μερικά χρόνια όταν πέθανε, (το έτος 548), η βασίλισσα Θεοδώρα, ο Βασιλιάς θυμήθηκε την Αναστασία την πατρικία και έστειλε παντού ανθρώπους του, αναζητώντας την επιμόνως. Τούτο όμως το πληροφορήθηκε η αμνάς του Θεού και αμέσως έφυγε νύχτα από το Μοναστήρι της και πήγε στη Σκήτη του αββά Δανιήλ, στον οποίο και εξομολογήθηκε όλα όσα την αφορούσαν. Μετά την εξομολόγησή της ο μακαριστός Γέροντας την έντυσε με ανδρική ενδυμασία και την ονόμασε Αναστάσιο ευνούχο. Ακολούθως, αφού την έκλεισε σε ένα σπήλαιο, το οποίο βρισκόταν μα­κριά από τη Σκήτη του, της έθεσε κανόνα και της έδωσε εντολή να μην εξέλθει ποτέ από αυτό, ούτε να επιτρέψει σε άλλον την είσοδο σε καμιά περίπτωση. Διόρισε δε έναν αδελφό της Σκήτης να της πηγαίνει μια φορά την εβδομά­δα ένα σταμνί με νερό, να το αποθέτει έξω από το σπή­λαιο και, λαμβάνοντας την ευχή, να αποχωρεί.

Εκεί λοιπόν έμεινε κλεισμένη, χωρίς να βγει ποτέ, επί είκοσι οχτώ ολόκληρα χρόνια η αδαμάντινη και ανδρεία εκείνη ψυχή, τηρούσα σχολαστικά τον κανόνα του Γέροντα. Ποιός άραγε νους ή γλώσσα έχει τη δύναμη να εννοήσει ή να διηγηθεί ή να παραδώσει γραπτώς τις κατά Θεόν αρετές που απέκτησε η Αναστασία στο διάστημα των είκοσι οχτώ ετών. Αρετές που καθημερινά τις εκδή­λωνε προς το Θεό. Ποιός μπορεί να εννοήσει πράγματι, και να περιγράψει τα δάκρυά της, τους στεναγμούς, τους οδυρμούς, τις αγρυπνίες, τις προσευχές, τις αναγνώσεις, τις ορθοστασίες, τις γονυκλισίες, τις νηστείες της. Προπάντων δε ποιός μπορεί να διηγηθεί τους πολέμους της και τις επαναστάσεις της κατά των δαιμόνων, ή τις ηδονικές απαι­τήσεις της σάρκας και τις πονηρές ενθυμήσεις, καθώς και όλα όσα θα ικανοποιούσαν αυτές; Επιπλέον, το γεγονός ότι δεν εξήλθε καθόλου από το σπήλαιο επί είκοσι οχτώ ολόκληρα χρόνια, γυναίκα συγκλητική, που είχε συνηθίσει στα βασιλικά ανάκτορα να συναναστρέφεται με πλήθος ανδρών και γυναικών, προκαλεί έκπληξη σε κάθε νου και διάνοια. Με τέτοιους, λοιπόν, αγώνες αγωνίστηκε η Ανα­στασία η πατρικία και, έτσι, έγινε δοχείο του Αγίου Πνεύ­ματος.

Η Οσία είχε την ευλογία να προαισθανθεί την προς τον Κύριο εκδημία της. Τότε έγραψε σε ένα όστρακο προς τον Γέροντα τα εξής: «Πάτερ τίμιε, πάρε μαζί σου σύντομα το μαθητή σου, που μου έφερνε το νερό, και τα κατάλληλα για την ταφή εργαλεία και έλα να κηδεύσεις Αναστάσιο τον ευνούχο». Μόλις έγραψε στο όστρακο τα λόγια αυτά, το απόθεσε έξω από τη θύρα του σπηλαίου. Ο δε Γέροντας, ο Δανιήλ, αφού πληροφορήθηκε το γεγο­νός αυτό διά νυκτερινής οπτασίας, είπε στο μαθητή του: «Τρέξε γρήγορα, αδελφέ, στο σπήλαιο που βρίσκεται ο αδελφός Αναστάσιος ο ευνούχος και ερεύνησε έξω από τη θύρα. Εκεί θα βρεις ένα όστρακο γραμμένο· πάρ’ το και φέρ’ το σ’ εμάς όσο μπορείς πιο γρήγορα». Ο μαθη­τής πήγε πολύ γρήγορα, πράγματι, και το έφερε. Μόλις δε ο Γέροντας το διάβασε, δάκρυσε και, αφού πήρε βιαστικά τον αδελφό και τα κατάλληλα για την ταφή εργαλεία, πήγε στο σπήλαιο. Αμέσως άνοιξε την πόρτα, μπήκε μέσα και βρήκε τον Αναστάσιο τον ευνούχο να έχει υψηλό πυρετό. Τον πλησίασε και, προσπεσών επί το στήθος του, του είπε: «Είσαι ευτυχής, αδελφέ Αναστάσιε, γιατί, φροντίζοντας πάντοτε για την ώρα αυτή, καταφρόνησες την επίγεια βασιλεία. Προσευχήσου λοιπόν στον Κύριο για εμάς». Είπε δε τότε η Οσία: «Εγώ μάλλον, πάτερ, έχω την ανάγκη πολλών προσευχών κατά την ώρα αυτή». Ο Γέροντας όμως της απάντησε: «Αν πέθαινα εγώ πριν από σένα, βε­βαιότατα θα έπρεπε να προσευχηθώ εγώ για εσένα». Τότε εκείνη ανασηκώθηκε λίγο στο ψάθινο στρώμα της, προσευ­χήθηκε και καταφίλησε την κεφαλή του Γέροντα. Ο Γέ­ροντας, στη συνέχεια, πήρε το μαθητή του από το χέρι και τον έριξε στα πόδια της λέγοντας: «Ευλόγησε τον μαθητή μου, το τέκνο σου». Η Οσία αμέσως ευλόγησε τον μαθητή με τα εξής λόγια: «Θεέ των Πατέρων μου, που παρίστασαι σε εμένα την ώρα αυτή, για να με χωρίσεις από το σώμα τούτο, Συ που γνωρίζεις τις οδοιπορίες του αδελφού αυτού προς και από το σπήλαιο, για το όνομά Σου και για τη δική μου ασθένεια και ταλαιπωρία, ανάπαυσε το πνεύμα των αγίων Πατέρων σ’ αυτόν, όπως ακριβώς ανέπαυσες και το πνεύμα του προφήτη Ηλία στον Ελισσαίο».

Έπειτα η Οσία έστρεψε το βλέμμα της προς τον Γέ­ροντα και του είπε: «Στο όνομα του Κυρίου, πάτερ, μη μου βγάλετε τα ενδύματα που φορώ και να μη μάθει κανείς τα σχετικά με εμένα». Έπειτα, αφού μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, είπε: «Σταυρώστε με και προσευχηθείτε για εμένα». Εν συνεχεία, αφού κοίταξε προς την Ανατολή, έγινε το πρόσωπό της ολοφώτεινο, σαν να άναψε μπροστά του πυρσός και να το φώτισε. Ακολούθως έκαμε το ση­μείο του Σταυρού και είπε: «Κύριε, στα χέρια Σου παραδί­νω το πνεύμα μου». Και αφού είπε τα λόγια αυτά, παρέ­δωσε το πνεύμα της.

Μόλις έσκαψαν και άνοιξαν τάφο, μπροστά στο σπή­λαιο, ο Γέροντας έβγαλε το ένδυμά του και το έδωσε στο μαθητή του λέγοντας: «Φόρεσε, τέκνο μου, στον αδελφό, το ένδυμα αυτό πάνω από τα δικά του ενδύματα». Ενώ, λοιπόν, ο αδελφός φορούσε το ένδυμα του Γέροντα στη μακαριστή Οσία, φάνηκαν σ’ αυτόν οι μαστοί της σαν φύλλα καταξεραμένα. Αλλά περί αυτού δεν είπε τίποτε στο Γέροντα. Όταν όμως τελείωσε η κηδεία και ενώ επέστρεφαν στη Σκήτη, είπε ο μαθητής: «Γνώριζες, Πάτερ, ότι ο Αναστάσιος ο ευνούχος ήταν γυναίκα;». Ο δε Γέροντας του απάντησε: «Και βέβαια το γνώριζα, τέκνο μου. Για να μη γίνει όμως γνωστό το γεγονός αυτό παντού, την έντυσα με ανδρική ενδυμασία και της έδωσα το όνομα Αναστά­σιος ο ευνούχος, ώστε να μη δημιουργείται καμιά υποψία. Έτσι, αν και αυτή αναζητήθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό με πολλή επιμονή σε κάθε χώρα, και μάλιστα στα μέρη αυτά που εμείς ασκητεύουμε, διαφυλάχτηκε διά του τρόπου αυτού, με τη χάρη του Θεού, και αυτός δεν τη βρήκε». Ακολούθως ο Γέροντας διηγήθηκε στο μαθητή του, με κάθε λεπτομέρεια, το βίο της οσίας Αναστασίας της πατρικίας.

(Γεωργίου Δ. Παπαδημητρόπουλου, Θεολόγου-Φιλολόγου-Λυκειάρχου, Με τους Αγίους μας –Μάρτιος, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 66-71)

Πηγὴ ἐδῶ.

Τρίτη 9 Μαρτίου 2021

1934: Οι Ελληνίδες στις κάλπες


Χρειάστηκαν δεκαετίες έντονων αγώνων για να μπορέσουν οι Ελληνίδες να αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου. Ωστόσο, σαν χθες, πριν από 87 ακριβώς χρόνια, κατέκτησαν τη δυνατότητα του εκλέγειν και συνεπώς της συμμετοχής στη διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης της χώρας. 

Ελληνίδες ψήφισαν για πρώτη φορά στις δημοτικές εκλογές της 11ης Φεβρουαρίου 1934. Εκλογικό δικαίωμα δεν δόθηκε σε όλες, αλλά μόνο σε όσες είχαν κλείσει τα 30 χρόνια και διέθεταν τουλάχιστον απολυτήριο Δημοτικού. Στους εκλογικούς καταλόγους της Αθήνας γράφτηκαν μόλις 2.655 κυρίες, από τις οποίες ψήφισαν τελικά μόνο 439. Χαρακτηριστική για το κλίμα της εποχής ήταν η άρνηση της ηθοποιού Μαρίκας Κοτοπούλη να ψηφίσει, λέγοντας μάλιστα πως ψήφο θέλουν μόνο όσες είναι άσχημες και όσες αποφεύγουν να κάνουν παιδιά!

Δήμαρχος Αθηναίων σε αυτές τις εκλογές αναδείχθηκε ο Κώστας Κοτζιάς, γιος του αθηναίου εμπόρου Γεώργιου Κοτζιά, ενός εκ των ιδρυτών του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών. Επί των ημερών του διαμορφώθηκε το Πεδίον του Άρεως.

Σε βουλευτικές εκλογές, οι Ελληνίδες ψήφισαν για πρώτη φορά στις 19 Φεβρουαρίου του 1956. Ήταν η απαρχή της εφαρμογής στην πράξη της καθολικής ψηφοφορίας, που είχε κατοχυρωθεί ήδη στο Σύνταγμα του 1864, με την αναγνώριση της ιδιότητας του πολίτη στις γυναίκες.

Πέρασε σχεδόν ένας αιώνας μέχρις ότου καταφέρουν οι Ελληνίδες να φτάσουν στην κάλπη, έχοντας κατακτήσει πλήρως το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις βουλευτικές εκλογές του 1956, με τη Λίνα Τσαλδάρη της ΕΡΕ και τη Βάσω Θανασέκου της «Δημοκρατικής Ένωσης» να εισέρχονται στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Η Λίνα Τσαλδάρη έγινε και η πρώτη γυναίκα - υπουργός, καθώς ανέλαβε το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας στην κυβέρνηση Καραμανλή. Την ίδια χρονιά εκλέχθηκε και η πρώτη γυναίκα Δήμαρχος, η Μαρία Δεσύλλα, στην Κέρκυρα.

Πρωτεργάτης στον αγώνα για τη συμμετοχή των γυναικών στα πολιτικά πράγματα της χώρας στάθηκε το φεμινιστικό κίνημα. Η Καλλιρρόη Παρρέν, εκδότρια του περιοδικού «Εφημερίς των Κυριών», ήταν η πιο σημαντική φωνή έκφρασης αυτών των διεκδικήσεων. Η ισότητα των δυο φύλων και η απαίτηση για τη χορήγηση πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες, οδήγησε στη σύσταση πολλών γυναικείων οργανώσεων, με αποτέλεσμα κατόπιν πιέσεων τους να φτάσουμε στο προεδρικό διάταγμα της 5ης Φεβρουαρίου του 1930 που αναγνώριζε το δικαίωμα του εκλέγειν για τις Ελληνίδες, αλλά μόνο για τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές και μόνο για τις εγγράμματες άνω των 30 ετών.

Η πλήρης κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών ψηφίστηκε στις 28 Μαΐου του 1952, χωρίς όμως τελικά να συμμετάσχουν στις εκλογές του Νοεμβρίου, γιατί δεν είχαν ενημερωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι. Το 1953, σε επαναληπτική εκλογή στη Θεσσαλονίκη, εξελέγη η πρώτη γυναίκα βουλευτής. Ήταν η Ελένη Σκούρα («Ελληνικός Συναγερμός»), που μαζί με τη Βιργινία Ζάννα («Κόμμα Φιλελευθέρων»), υπήρξαν οι δυο πρώτες γυναίκες υποψήφιες για το βουλευτικό αξίωμα.

Το γυναικείο κίνημα πέτυχε τη μεγαλύτερη νίκη του, όταν στο Σύνταγμα του 1975 καθιερώθηκε η αρχή της ισότητας των δυο φύλων. Ο αριθμός των γυναικών βουλευτών αυξήθηκε σημαντικά με την πάροδο των χρόνων κι έτσι στη Βουλή του 2004 συμμετέχουν συνολικά 40 γυναίκες. Είναι ο μεγαλύτερος αριθμός μέχρι σήμερα, αλλά αντιστοιχεί μόλις στο 13% του συνόλου των μελών της Βουλής.

Στην Κύπρο, οι γυναίκες ψήφισαν από τις πρώτες εκλογές στη Μεγαλόνησο το 1960. Πρώτη βουλευτής εξελέγη η τουρκοκύπρια Αϊλά Κιαζίμ, ενώ πρώτη Ελληνοκύπρια η Ρήνα Κατσελή, μέλος του «Δημοκρατικού Κόμματος», που εξελέγη το 1981. Η κυρία Κατσελή εμφανίστηκε στην πρώτη συνεδρίαση της Βουλής για να δώσει το νενομισμένο όρκο με τσεμπέρι και κυπριακή ενδυμασία. Σήμερα, στη Βουλή των Αντιπροσώπων υπάρχουν 8 γυναίκες σε σύνολο 56 ελληνοκυπρίων βουλευτών, ποσοστό 14,3%.

https://tvxs.gr

Η συγκλονιστική ιστορία του Μενούση που έσφαξε τη γυναίκα του και έγινε τραγούδι


Μία τραγική ιστορία, είναι η ιστορία του «Μενούση», ένα υπαρκτό πρόσωπο που ζούσε στην Ήπειρο την εποχή της απελευθέρωσης από τους Τούρκους.

Ο «Μενούσης» έγινε γνωστός επειδή διέπραξε ένα έγκλημα πάθους. Σκότωσε τη γυναίκα του, γιατί πληροφορήθηκε ότι μίλησε σε άγνωστους άντρες δημοσίως, πράξη αυστηρά απαγορευμένη για την τότε συντηρητική εποχή.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας τρεις φίλοι, δύο Έλληνες, ο Μενούσης και ο Μπερμπίλης, και ένας Τούρκος, ο Ρεσούλ-Αγάς, βρίσκονται σε ένα ταβερνάκι και γλεντούν. Πάνω στη κουβέντα αρχίζουν και μιλούν για τις όμορφες γυναίκες.

Μενούσης

Την εποχή εκείνη η γυναίκα για να θεωρείται τίμια σύμφωνα με τον κώδικα ηθικής εκείνης της εποχής δεν έπρεπε να κυκλοφορεί στον δρόμο άσκοπα μόνη της και ασυνόδευτη. Επίσης, ένας άνδρας επιτρεπόταν να μιλήσει σε μια γυναίκα, το αντίστροφο όμως απαγορευόταν.

«Όμορφη γυναίκα έχεις» λέει ο Μεχμέτ αγάς στον ομοτράπεζο Μενούση. Ο Μενούσης λοιπόν θιγμένος ρωτά να μάθει που την είδε ο Ρεσούλ- Αγάς. Αυτός του απαντά πως την βρήκε στο πηγάδι να παίρνει νερό και όχι μόνο αυτό αλλά της μίλησε κι εκείνη του απάντησε, δηλαδή του έδωσε σημασία. Ο Μενούσης, μη θέλοντας να πιστέψει όσα του λέει ο φίλος του, του ζητά να περιγράψει τι φορούσε η γυναίκα του. «Ασημένιο μεσοφόρι με χρυσό φλουρί» του απαντά.

Πάνω στο μεθύσι και στη ζήλια του, ο Μενούσης πηγαίνει στο σπίτι και σκοτώνει την όμορφη γυναίκα του. Ξεμέθυστος την άλλη μέρα την κλαίει και την καλεί: «Σήκω χήνα, σήκω λυγαριά, να σε ιδούν τα παλικάρια να μαραίνονται, να σε ιδώ κι εγώ ο καημένος να σε χαίρομαι».

Αυτή την συγκλονιστική ιστορία αφηγείται το πασίγνωστο δημοτικό τραγούδι του «Μενούση» που τραγουδιέται και χορεύεται σε όλη την Ελλάδα, από την Ήπειρο ως τη Θράκη, από το Βόρειο Αιγαίο ως το Ιόνιο και από την Πελοπόννησο ως τη Θεσσαλία.

enimerotiko.gr

https://xiromeropress.gr

Συγγνώμη μάνα που σε έβρισκα πάντα λιγότερη.Mια συγκλονιστική εξομολόγηση που θα δακρύσετε!!!



Δεν βρήκα ποτέ το θάρρος να σου πω ότι σε σύγκρινα συχνά μέσα μου με τις άλλες μάνες και σ’ έβρισκα πάντα λιγότερη. Όμως κάτι μου λέει ότι το ήξερες. Σε περίμενα εκεί, στη γωνία, να σε δω να πηγαίνεις για φάουλ για να σου σφυρίξω πριν καν το κάνεις.

 Σε θεωρούσα λίγη.

 Για το πρωινό που ποτέ δεν μου έφτιαξες και με ξεπροβόδιζες αμίλητη βάζοντάς μου λεφτά στην τσέπη. Για τα πιάτα που δεν έπλενες αμέσως μετά τα γεύματά μας, αλλά τα άφηνες εκεί για ώρες κι εμένα μου την έδινε αυτό. Πολύ. Για το φαγητό που περίσσευε κι εσύ το πετούσες στα σκουπίδια γιατί δεν είχες όρεξη να το βάλεις προσεκτικά σε τάπερ και να το αποθηκεύσεις στο ψυγείο. Για το χαρτί της γυμναστικής που πάντα το πήγαινα τελευταίος και μου έκαναν παρατήρηση κι εγώ ντρεπόμουν αλλά δεν μπορούσα να πω τίποτε – γιατί ήμουν αμελής, χωρίς να το θέλω. Για το ρούχο που ήθελα και δεν είχες ποτέ πλυμένο στην ώρα του και το ‘βλεπα για μέρες στο καλάθι με τα άπλυτα, αλλά παρ’ όλα αυτά σε ρωτούσα «το έπλυνες;» για να σε ακούω να μου απαντάς «τώρα θα το πλύνω» κι ας το ήξερα ότι το «τώρα» σου ποτέ δεν ίσχυε. Ήλπιζα στην υπόσχεσή σου απέναντί μου. Κάθε φορά σε συγχωρούσα. Και κάθε φορά με απογοήτευες.

 Δεν ένιωσα ποτέ ξεκούραστα στο σπίτι μας, μάνα.

 Με κούραζε η ακαταστασία τουΤα πεταμένα πράγματα τριγύρω, οι μπερδεμένες κάλτσες στα συρτάρια, το χυμένο αλεύρι στα ντουλάπια. Ένιωθα τόσο σπιτόγατος και συνάμα τόση αποστροφή για το σπίτι μας. Ονειρευόμουν ένα σπίτι με γυαλισμένους πάγκους, ζυμαρικά και αλεύρι τακτοποιημένα σε γυάλινα βάζα, ντουλάπες με μονόχρωμες κρεμάστρες, άρωμα γαρδένιας ανάμεσα και κάλτσες τη μία μέσα στην άλλη. Και αδυνατούσα να καταλάβω γιατί δεν μπορούσαμε να το έχουμε. Σε έβλεπα να κάθεσαι άπραγη και να καπνίζεις ασταμάτητα και ήθελα να εξαφανιστείς. Να εξαφανιστείς για να σταματήσω να διχάζομαι για το αν θα πρέπει να νιώθω περισσότερο οίκτο για μένα, ή για σένα. Θυμήθηκα σήμερα που σου φώναζα «τί κάνεις όλη μέρα, μαμά;» και εσύ μου έλεγες «και μόνο το μαγείρεμα με κουράζει…». Και όντως, δεν έκανες τίποτε, αλλά πάντα μαγείρευες. Κι εγώ ούρλιαζα μέσα μου ότι θα θελα η ζωή μας να ναι πολλά περισσότερα από ένα φαγητό.
 Και σήμερα, που μετράω τα λεφτά και δεν βγαίνουν, που είμαι μόνος στο σπίτι χωρίς έναν άνθρωπο, όπως ήσουν κι εσύ, με ένα σκύλο που περιμένει την φροντίδα μου, που έκανα γεμιστά για να τρώω τρεις μέρες και ο πάγκος της κουζίνας γέμισε άπλυτα, τα παράτησα όλα κι ένιωσα κούραση. Και δεν αντέχω ούτε να διανοηθώ την δική σου.

 Συγγνώμη που δεν κατάλαβα ότι ήσουν άρρωστη, μάνα. 
Συγγνώμη που δεν σε βοήθησα.

 Γράφει ο Νίκος 

Αγρότισσα: Κολώνα του σπιτιού στη σκιά του άντρα



Η εικόνα της μαυροντυμένης γιαγιάς με το τσεμπέρι, που σε καλοδεχόταν με το οικογενειακό τραπέζι γεμάτο, εξαφανίζεται από την ελληνική ύπαιθρο. Η ημέρα της Γυναίκας (8 Μαρτίου), όμως, δεν είναι ήσσονος σημασίας για την Ελληνίδα αγρότισσα, της οποίας την πολυεπίπεδη προσφορά όλοι αναγνωρίζουν, λεκτικά τουλάχιστον. Τροφός, σύζυγος, ερωμένη, οικονόμος, νοσηλεύτρια και παιδαγωγός, παραμένει ο ισχυρός κρίκος που κρατά ζωντανή την ύπαιθρο και έχει τη βαθιά γνώση της καρποφορίας της, αλλά αδύναμος ως προς τις αμοιβές και την επαγγελματική αναγνώριση.


Από το πλήθος των ΑΦΜ στον ΟΠΕΚΕΠΕ, οι γυναίκες που επιδοτούνται είναι 324.203 και οι άνδρες 277.851. Υπάρχουν και άλλα ΑΦΜ, που αφορούν επιχειρήσεις ή δεν έχει δηλωθεί το φύλο, ώστε να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα.
Όμως, είναι κοινός τόπος πως στις οικογενειακές εκμεταλλεύσεις, κατά κανόνα, αποφασίζει ο άντρας και όχι η γυναίκα. Ειδικοί εκτιμούν πως η Ελληνίδα της υπαίθρου είναι πιο ευάλωτη στην ενδοοικογενειακή βία και διστάζει να την καταγγείλει, ενώ είναι συνήθως δακτυλοδεικτούμενη, όταν αποφασίζει να χωρίσει. Παλεύει για παιδιά και εγγόνια, αλλά δυσκολεύεται να ζητήσει ένα ποτήρι νερό, γιατί την έμαθαν πως όλα πρέπει να περνούν από τα χέρια της. Η εικόνα αλλάζει, αλλά με ρυθμούς χελώνας στον αγροτικό τομέα, σε σχέση με τον τουρισμό, τη βιομηχανία ένδυσης κ.ά. Το στερεότυπο της «γυναίκας στο σπίτι» την ακολουθεί, μόλις επιχειρήσει να βγει από το καβούκι της.

Ζητούνται ευέλικτα προγράμματα

Ο περιορισμένος ελεύθερος χρόνος για τη φροντίδα της οικογένειας, η έλλειψη οικονομικών πόρων, η αδυναμία τραπεζικών χρηματοδοτικών εργαλείων, το έλλειμμα εκπαίδευσης πάνω στο εταιρικό κομμάτι, η επιφύλαξη μπροστά στο επιχειρηματικό ρίσκο και η άγνοια λειτουργίας της αγοράς συνέτειναν, ώστε γυναικεία συνεταιριστικά σχήματα να είναι εξαρχής καταδικασμένα. Ελάχιστες προσπάθειες περπάτησαν και, δυστυχώς, ελάχιστοι μεικτοί αγροτικοί συνεταιρισμοί έχουν αναδείξει γυναίκες σε θέσεις-κλειδιά. Στο συνδικαλιστικό κομμάτι, η εικόνα είναι λίγο καλύτερη, αλλά και πάλι σε υψηλό επίπεδο τα ποσοστά γυναικών είναι απογοητευτικά.
Τα τραπεζικά χρηματοδοτικά προγράμματα δεν μπόρεσαν να είναι ελκυστικά και ευέλικτα για το γυναικείο επιχειρείν. Με ευθύνη της πολιτείας, η γυναίκα έμεινε μακριά από την εκπαίδευση για τον συνεργατισμό, ώστε να αναπτύξει τα υπέροχα προϊόντα της. Ακόμη και η οικοτεχνία, που ήταν ορθή, νομοθετική πρωτοβουλία, δεν φαίνεται να έχει αποδώσει καρπούς. Η Ελληνίδα αγρότισσα, χωμένη χρόνια, στη σκιά του συζύγου, έχει μείνει εκτός αγοράς. Μεμονωμένες περιπτώσεις γυναικών-ιδιωτών πέτυχαν, όπως και ελάχιστοι γυναικείοι συνεταιρισμοί έχουν δημιουργήσει μια μικρή αγορά.
Η γυναίκα της υπαίθρου έχει πια την εκπαίδευση και μπορεί να ξεφύγει από τα μοντέλα του παρελθόντος, να βρει τον δικό της δρόμο και να μπει δυναμικά στην αγορά. Να επιδιώξει συνεργασίες, που δεν θα βασίζονται στη λογική της οικογενειακής μονάδας, αλλά της σύγχρονης επιχείρησης, με συγκεκριμένο επιχειρηματικό πλάνο, με γνώμονα και τις ανάγκες των καταναλωτών και έχοντας διασφαλίσει όρους για τη διάθεση της παραγωγής. Είναι η τελευταία ευκαιρία, σε μια κοινωνία χειμαζόμενη, η Ελληνίδα αγρότισσα να πάρει τη ζωή στα χέρια της και τον δυναμισμό της στο σπίτι, να τον κάνει πράξη στο επιχειρείν, αναπτύσσοντας τις δημιουργικές της ικανότητες και δομές, που θα μπορούν μακροπρόθεσμα να δώσουν θέσεις εργασίας, όχι μόνο στην ίδια και τον περίγυρο, αλλά και στα παιδιά της, παρέχοντάς τους προοπτική ζωής στον τόπο τους.

Οι Τζαβέλλαινες: Οι γυναίκες – ηρωίδες του 1821 που έγραψαν ιστορία με το θάρρος και την αυτοθυσία τους



Οι ηρωίδες του 1821 είναι γυναίκες που άφησαν το δικό τους στίγμα στην επανάσταση, αν και δεν έχουν σωθεί πολλά τεκμήρια και πληροφορίες για τη δράση τους.
Ηρωίδες του 1821: Δεσπόζουν η Μαντώ Μαυρογένους και η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα

Στην κλασική πρόσληψη της Επανάστασης του 1821, δύο γυναικείες μορφές δεσπόζουν: η Μαντώ Μαυρογένους και η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Αν και ο πόλεμος δεν είναι γυναικεία δουλειά και πολύ περισσότερο δεν μπορεί να καταστεί κριτήριο ισότητας, σε περιόδους έντονων αναταραχών οι εξαιρέσεις τείνουν να γίνονται ο κανόνας.

Ηρωίδες του 1821: Ελάχιστα τεκμήρια και πληροφορίες διασώθηκαν

Παρά ταύτα, για τη συμβολή των γυναικών στην Επανάσταση του 1821 γνωρίζουμε σίγουρα λιγότερα, καθώς δεν διασώθηκαν ιδιαίτερα τεκμήρια και πληροφορίες από τους ιστορικούς. Σημαντική υπήρξε ωστόσο η συνδρομή της Καλλιρρόης Παρρέν και των συνεργατριών της, που συγκέντρωσαν ψήγμα το ψήγμα τις σχετικές πληροφορίες, τις οποίες και δημοσίευσαν στην «Εφημερίδα των Κυριών».

Ηρωίδες του 1821: Ο τόμος της Σωτηρίας Αλιμπέρτη

Εξίσου σημαντικός υπήρξε και ο ζήλος της Σωτηρίας Αλιμπέρτη, πρωτοπόρας Ελληνίδας φεμινίστριας και εκπαιδευτικού, η οποία μάλιστα ίδρυσε τον πρώτο γυναικείο σύλλογο στην Ελλάδα, την «Εργάνη Αθηνά». Η Αλιμπέρτη είχε φροντίσει να συλλέξει σχετικό υλικό με τη δράση αρκετών γυναικών στην Επανάσταση. Το υλικό αυτό μετά τον θάνατό της συνελέγη και αποτέλεσε έναν ιδιαίτερο τόμο για τις ηρωίδες του 1821.

Ηρωίδες του 1821: Μόσχω Λάμπρου Τζαβέλλα

Προεπαναστατικά, στο Σούλι, για παράδειγμα, έναν τόπο απομονωμένο, που δεν καλλιέργησε ούτε τα γράμματα ούτε τις τέχνες ούτε καν το εμπόριο, παρά μόνο την κτηνοτροφία, οι γυναίκες γυμνάζονταν στα όπλα, προφανώς διότι αυτό προέκυπτε από τις ανάγκες της καθημερινότητας που ζούσαν. Την ξεχωριστή περίπτωση της Μόσχως Τζαβέλλα διασώζει ο Φωτιάδης στον «Καραϊσκάκη».

«Τρακόσες άδραξαν τ’ άρματα και χίμηξαν μπροστά με τη Μόσχω. Απάνω τους, φώναζε η μία στην άλλη, απάνω τους, τι τα κοιτάμε τα σκυλιά; Αυτές δεν ήταν γυναίκες, μα μαινάδες. Ξεμαλλιασμένες ή ουρλιάζοντας με γυμνωμένα τα σπαθιά στα χέρια χύθηκαν να φάνε τους οχτρούς. Οι Αληπασαλίδες, άμα τις είδαν να ροβολάνε κατά πάνω τους, τις άρχισαν στις βρισιές και στα αισχρόλογα. Τότες η Μόσχω η Τζαβέλλαινα, μπροστά στον θάνατο, σηκώνει τα φουστάνια της και δείχνοντας τ’ απόκρυφά της φωνάζει: Να ωρέ Τούρκοι, ελάτε αν σας κιοτάει!».

Μπροστά σε αυτό το θέαμα των μαχόμενων γυναικών, οι Αλβανοί, έκπληκτοι και τρομαγμένοι, το έβαλαν στα πόδια με τη Μόσχω μαινόμενη να τους κυνηγά ξοπίσω. Αλαφιασμένη από το κυνηγητό, φτάνει στον πύργο που υπερασπίζεται ο ανιψιός της Κίτσος Τζαβέλλας και τον αντικρίζει νεκρό. Τότε σκύβει, τον φιλά και του σκεπάζει βιαστικά το πρόσωπο με την ποδιά παίρνοντας στο κατόπι τον στρατό του Αλή Πασά. Στο πλάι της πολεμά κι η κόρη της η Σόφω. Ο Αλή Πασάς, ντροπιασμένος, πηδάει στο άλογο και τρέχει καλπάζοντας να κρυφτεί στα Γιάννενα.

Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης αργότερα θα απαθανατίσει τη σκηνή αυτή στο γνωστό του ποίημα «Φυγή»:

«T’ άλογο! τ’ άλογο! Oμέρ Bριόνη,
το Σούλι εχούμησε και μας πλακώνει.

T’ άλογο! τ’ άλογο! ακούς, σουρίζουν
ζεστά τα βόλια τους, μας φοβερίζουν».


Η Μόσχω πέθανε μεταξύ των ετών 1795-1803.

Ηρωίδες του 1821: Δέσπω Φώτου Τζαβέλλα

Την ιστορία αυτή διασώζει ο Γιάννης Βλαχογιάννης στο βιβλίο του «Ιστορική Ανθολογία, Ανέκδοτα – Γνωμικά – Περίεργα – Αστεία εκ του βίου διάσημων Ελλήνων 1820-1864». Εκεί γράφει ότι σε ένα νησάκι, τον Κάλαμο, που είναι δίπλα στην Ιθάκη, είχαν καταφύγει πολλοί Σουλιώτες, ανάμεσά τους και η Δέσπω η Τζαβέλλαινα, η γυναίκα του Φώτου, που ήταν γνωστή από τους πολέμους του Σουλίου με τον Αλή Πασά πριν από το 1821.

Εκεί, λοιπόν, στα Επτάνησα, οι Σουλιώτες δεν σταμάτησαν τον πόλεμο, που τον συνέχιζαν στο πλευρό των εκεί αδελφών τους. Ανάμεσα στους Σουλιώτες πολεμούσαν και τα δύο παιδιά της Τζαβέλλαινας, ο Κίτσος και ο Ζυγούρης, ώσπου έφτασε η είδηση πως σκοτώθηκαν στη μάχη και τα δύο. Τότε μας διηγείται ο Βλαχογιάννης ξεκίνησαν οι Σουλιώτισσες τους θρήνους και τα μαλλιοτραβήγματα, μέχρι που πετάχτηκε ορθή η Δέσπω, έριξε πίσω τα μαλλιά της, σφούγγισε τα δάκρυά της και είπε: «Παύτε ωρέ τα κλάματα. Πάσχα έρχεται, σηκωθείτε τώρα να βάψουμε τ’ αυγά, τι είναι αμαρτία κι ο θεός μπορεί να μας οργιστεί». Η πληροφορία του θανάτου τους όμως ήταν λάθος και τον θρήνο τον διαδέχτηκε η χαρά…

Για τη Δέσπω Φώτου Τζαβέλλα γράφει και η Καλλιρρόη Παρρέν: «Στην Κέρκυρα, η ρωσική κυβέρνηση πήρε απόφαση να σχηματίσει εξ αυτών (των Σουλιωτών) στρατιωτικόν σώμα, το οποίον εσκόπευε να χρησιμοποιήσει σε δεδομένη στιγμή. Η Κέρκυρα και όλη η Επτάνησος διετέλη υπό ρωσικήν προστασίαν. Διετάχθη λοιπόν ο εκεί Ρώσος στρατηγός Ανρέπ να σχηματίσει οκτώ νέους λόχους από Σουλιώτες εθελοντές, εις τους οποίους διόρισε αξιωματικούς Σουλιώτες. Ο Φώτος Τζαβέλλας, ο Δαγκλής, ο Ζέρβας, ο Δράκος κ.ά. Στρατολόγησε και γυναίκες. Ούτω, η σύζυγος Φώτου Τζαβέλλα ήταν ανώτερη αξιωματικός λόχου εις τον οποίον είχε ταχθεί ο σύζυγός της ως λοχαγός. Έλαβε βαθμό ταγματάρχου σε λόχο που ήταν ο άνδρας της λοχαγός».

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2021

Η λειψανοθήκη και η θεραπεία της χανούμισσας!

Μία ιστορία από την σφαγή! 



Ο παπά Αντώνιος Μηνάς ή Ροβυθης κατάγονταν από την Μονεμβασιά. Ήταν γιός του Μηνά Γεώργ. Ροβύθη ο οποίος κατοικούσε στον Βροντάδο, στη συνοικία Καριώτος,της ενορίας Αγίου Μάρκου.
Κατά τις μέρες της Σφαγής, ο παπά Αντωνης, πήρε την πρεσβυτέρα του,Κυριακή και τα πέντε του παιδιά, Μαθιό,Μιχάλη και Επαμεινώνδα, Δροσιά και Μαριγω κι έφυγαν για να σωθούν στο Κάβο Μελανιό.
Καθώς ανέβαιναν το Αιπος, τους πρόλαβαν οι Τούρκοι κι άρχισαν να τους καταδιώκουν. Προσπαθούσαν να πιάσουν τον μικρό Επαμεινώνδα ο οποίος λόγω της μικρής του ηλικίας έμενε πίσω. Μόλις ο παπά Αντωνης κι η πρεσβυτέρα του το αντιλήφθηκαν, στάθηκαν στην κορυφογραμμή κι άρχισαν να ρίχνουν μεγάλες πέτρες και να κυλούν ογκόλιθους καταπάνω στους Τούρκους κι έτσι κατάφεραν να τους καθυστερήσουν και να σώσουν το μικρό παιδί. Μετά από πολύωρη και κοπιωδη πορεία έφθασαν στο Μελανιός κι εκεί ο παπάς επεβιβασε την οικογένειά του σε κάποιο καΐκι Ψαριανό. Ο ίδιος έμεινε πίσω περιμένοντας άλλο πλοίο για να φύγει.
Πρίν όμως καταφέρει να βρει πλοιάριο ( ήταν απεριγραπτος ο συνωστισμός και η αγωνία) κατέφθασαν τα μπουλουκια των Τούρκων κι άρχισαν άγρια σφαγή. Τα αίματα των αθώων ανθρώπων πότισαν την γη και πορφυρωσαν τη θάλασσα του Μελανιους.
Απελπισμένος κι έντρομος ο παπά Αντωνης κυλιέται μες στα αίματα και προσποιείται ανάμεσα στους σφαγμενους, το νεκρό. Οι Τούρκοι δεν του έδωσαν προσοχή γιατί τον θεώρησαν πεθαμένο.

Όταν έπαψε η σφαγή και τα ταγκαλάκια απομακρύνθηκαν ο παπάς κατάφερε να βρει καράβι,να περασει στα Ψαρά και να σμίξει με τους δικούς του. Όμως το 1824 με την καταστροφή των Ψαρών νέες περιπέτειες ξεκινούν ,αφού αιχμαλωτιζονται η πρεσβυτέρα του,η έγκυος κόρη του Δροσιά κι ο επτάχρονος γιός του,Μιχάλης. Ο ταλαίπωρος ιερέας καταφεύγει με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του στην Τήνο. Εκεί άρχισε μέρα νύχτα να ερευνά και να αναζητεί την πρεσβυτέρα και τα παιδιά του .
Κάποια στιγμή πληροφορείται ότι η μεν πρεσβυτέρα του βρίσκεται στη Σμύρνη, στο σπίτι ενός πλούσιου Αγά,η δε κόρη του Δροσιά με το τρίχρονο πλέον κοριτσάκι της, στο Νυμφαίο, αιχμάλωτη του Καδή Εσείντ Μεχμέτ Εμήν.
Αναχωρεί λοιπόν για τη Σμύρνη, πηγαίνει στην μητρόπολη και με την βοήθεια και τις έρευνες του Μητροπολίτη ανακαλύπτει κι εξαγοράζει την πρεσβυτέρα του για τρεις χιλιάδες γρόσια. Στη συνέχεια πηγαίνει στο Νυμφαίο όπου αντιμετωπίζει την άρνηση του Καδή. Επ' ουδενί δεχόταν να απελευθερώσει την Δροσιά και το παιδί της. Μετά από πολλές παρακλήσεις και ικεσίες ο Καδής ζήτησε από τον παπά χίλια γρόσια κι έναν αγιασμό για χάρη της βαρεια άρρωστης χανούμισάς του. Ή χανουμισα ήταν παραλυτη και στο τελευταίο στάδιο της ασθένειας της.

Ο παπά Αντωνης μπροστά σ αυτό το δίλημμα επέστρεψε στην Σμύρνη και συμβουλευτηκε τον μητροπολίτη (άν ήταν επιτρεπτό να κάνει αγιασμό σε αλλοθρησκο).Ο Μητροπολίτης του λέει: Να πάς και να τής κάμεις οχι ένα αγιασμό, αλλά δύο και τρεις, με την καρδιά σου ,για χάρη της απελευθέρωσης των παιδιών σου.
Γεμάτος χαρά ο αγαθός ιερέας επιστρέφει στο Νυμφαίο για να ψάλλει τον αγιασμό και τότε βλέπει την κόρη του να βγάζει από μία θυρίδα του σπιτιού, μια λειψανοθηκη. Αυτήν την λειψανοθηκη είχε εντολή από τον Καδή να θυμιαζει καθημερινά και να ανάβει μπροστά της ακοιμητη κανδήλα σύμφωνα με την πίστη της!!!
Μετά τον αγιασμό ,που τελέσθηκε εν απουσία του Καδή, (αυτός βρισκόταν στο ιεροδικειο) η χανουμισα ανέρρωσε θαυματουργικά, σηκώθηκε, περπατούσε δοξαζοντας τον Θεό κι όταν το μεσημέρι επέστρεψε ο σύζυγός της, η ίδια κατέβηκε και τον υποδέχθηκε στη θύρα του σπιτιού. Ο Καδής συγκινημένος άρχισε να κατασπαζεται το χέρι του παπά Αντωνη και να τον ευχαριστεί. Αμέσως δε, εχαρισε την ελευθερία στην κόρη του Δροσιά και στο τριετές κοριτσάκι της και εδωρησε την θαυματόβρυττη λειψανοθηκη στον ιερέα.
Περιχαρής επέστρεψε με τα σκλαβωμένα μέλη της οικογένειάς του στην Τήνο και λίγα χρόνια αργότερα στην! ματοβαμενη Χίο.
Διετέλεσε, έκτοτε εφημέριος του Αγίου Μάρκου Βροντάδου, όπου κι εναπεθεσε την λειψανοθηκη.
Το κιβώτιο αυτό έχει εξωτερικως σχήμα και μορφή βιβλίου, του οποίου το εξώφυλλο είναι και καπάκι. Εσωτερικώς έχει εζωγραφισμενες τις μορφές Αγίων,των οποίων λείψανα είναι τοποθετημένα κάτω απο διακοσμημένο ασημένιο κάλυμμα.
Είναι δε τα λείψανα των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, των Αγίων πατέρων Νικήτα, Ιωάννου και Ιωσήφ, κτητορων της Νέας Μονής, της Αγίας Ματρωνης και εκ των Αγίων Δισμυρίων των εν Νικομηδεία.
Η θαυμαστή αυτή ιστορία κατεγράφη και δημοσιεύθηκε στα Χιακα Εκκλησιαστικά Χρονικά από τον αείμνηστο παπά Μάρκο Αγ.Βασιλάκη.
Ας έχουμε όλων την ευχή!!
ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΝΑ Η ΕΚ ΤΩΝ ΚΟΥΡΔΩΝ

ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΝΑ Η ΕΚ ΤΩΝ ΚΟΥΡΔΩΝ (+ 4 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2013)

Η Άννα Βερντεντόνσκαγια Καλογιάν είναι μία νεομάρτυς του χορού των νέων μαρτύρων της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, των ανθρώπων αυτών που υπέφεραν για τον Χριστό στη νεώτερη, μετασοβιετική εποχή. Η Άννα Καλογιάν γεννήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 1987 μέσα σε μία οικογένεια Κούρδων Yezidi. Οι Yezidi είναι μία κουρδική εθνο - θρησκευτική ομάδα που μιλά την κουρδική διάλεκτο της Kurmanji και σαν επίσημη θρησκεία έχουν τον Ζωροαστρισμό.
Ζούσε στο χωριό Bazkovskaya Sholokhov στην περιοχή του Rostov, με την οικογένειά της και τα αδέλφια της.

Το φθινόπωρο του 2012, το κορίτσι γνώρισε την Ορθόδοξη Πίστη, πίστεψε στον Χριστό και ασπάστηκε την Ορθόδοξία. Το μυστήριο του βαπτίσματος έλαβε χώρα στο ναό Sretensky του χωριού Bazkovskaya και τελέσθηκε από τον ιερέα της εκκλησίας, Πρωτοπρεσβύτερο Valery Kharitonov. Η Άννα γίνεται αμέσως ενεργή ενορίτισσα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Παρά τις απειλές των συγγενών της και της κοινότητας των Yezidi, περνάει όλο τον ελεύθερο χρόνο της στην εκκλησία προσπαθώντας να βοηθήσει, αναλαμβάνοντας οποιαδήποτε εργασία στο ναό. Οι γονείς της, η οικογένειά της και η κοινότητα των Yezidi προσπαθούν να μεταπείσουν την Άννα να αποκηρύξει τον Χριστό και να επιστρέψει στον Ζωροαστρισμό, αλλά όλες οι προσπάθειες, οι οποίες συνοδεύονταν από βασανιστήρια με ηλεκτρικό ρεύμα, ξυλοδαρμούς και μυριάδες απειλών είναι ανεπιτυχείς.

Πλησιάζει η Γέννηση του Χριστού και η Άννα συμμετέχει όσο πιο συχνά στα Μυστήρια της Εξομολόγησης και της Θείας Κοινωνίας προετοιμάζοντας έτσι τον εαυτό της για τις Άγιες ημέρες των Χριστουγέννων. Ωστόσο, δεν ήταν προορισμένη η Αγία να γιορτάσει τα Χριστούγεννα αυτά.

Τη νύχτα της 22ας Δεκεμβρίου / 4ης Ιανουαρίου 2013 το κορίτσι βασανίστηκε μέχρι θανάτου από τους γονείς της και τα αδέλφια της. Για αρχή της έσπασαν και τα δύο πόδια έτσι ώστε να μην μπορεί να ξεφύγει. Τότε ο πατέρας της άρχισε να την χτυπά με ένα όπλο σε όλο το σώμα της και η μητέρα της με ένα κούτσουρο στο κεφάλι. Κάθε χτύπημα συνοδευόταν και από μια απαίτηση της οικογένειάς της να αποκηρύξει τον Χριστό, όμως η Μάρτυς του Χριστού απαντούσε με ένα βροντερό ΟΧΙ.


Επιπλέον οι αδελφοί της Άννας είχαν επίσης προηγουμένως αποπειραθεί να σκοτώσουν την αδελφή τους, πνίγοντάς την στο ποταμό Ντον, αλλά η Μάρτυς κατάφερε να δραπετεύσει. Έτσι, στο οικογενειακό συμβούλιο αποφασίστηκε να σκοτώσουν την Άννα, αρχικώς σπάζοντας και τα δύο πόδια της ώστε να μην μπορέσει η Μάρτυς να δραπετεύσει ξανά (Αρχιερέας Vasiliy Hadykin).
Έτσι, την ημέρα που η Αγία μας Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας, που μαρτύρησε για τον Χριστό από τα χέρια των δικών της γονέων, μαρτύρησε και η Άννα Καλογιάν από τα χέρια της δικής της οικογένειας. Ο πατέρας της μάρτυρος ανέλαβε όλη την ευθύνη για τη δολοφονία της κόρης του και καταδικάστηκε σε 7 χρόνια. Η μάρτυρας θάφτηκε στο νεκροταφείο των Yezidi κοντά στο χωριό Verkhnetokinsky, μακριά όμως από τους τάφους των Yezidi. Ο τάφος της μάρτυρος Άννας αποτελεί προσκυνηματικό τόπο για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς.

Ο Αρχιεπίσκοπος Vasily Khadykin, αναφέρει ότι η Αγία Μάρτυς Άννα Καλογιάν τιμάται ήδη στο Ντον ως μάρτυς και ως πρόεδρος της Επιτροπής για την Αγιοκατάταξη των Τοπικών Αγίων, ο Αρχιεπίσκοπος Vasily Khadykin συλλέγει υλικό για την Μάρτυρα Άννα Καλογιάν προκειμένου η Εκκλησία να προχωρήσει στην επίσημη αγιοκατάταξη της νέας αυτής Μάρτυρος του Χριστού της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
ΠΗΓΗ.ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΤΗΣ ΣΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΟ ΑΥΤΙ!


Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο


Κροσσωτὰ χρυσᾶ Πιαμοὺν μελαμφόρος, τὰς ἀρετὰς ἄπεισιν ἠμφιεσμένη.
 
Σέ χωριό τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, τόν 4ον αἰώνα, ζοῦσε νεαρή παρθένος, μέ τήν μητέρα της, ἡ Ἁγία Πιαμούν (3/3). Η ευσεβής κόρη, ορφανή από πατέρα, νηστεύουσα και προσευχομένη, προσέφερε τον εαυτό της εξ ολοκλήρου στον Θεόν. Η χριστιανή μητέρα της, όταν ἐχήρευσεν, ανέλαβε τον δύσκολο ρόλο να την διαπαιδαγωγήσῃ εν Χριστώ. Όσο ζούσε η μητέρα της, ἐφρόντιζαν συνανθρώπους, δἱδοντας ελεημοσύνην από το υστέρημα τους. Η Αγία έχοντας δεχθεῖ θεάρεστη παιδείαν, όταν ἐκοιμήθη η μητέρα της, συνέχισε να θυσιάζῃ την ζωή της στην διακονία των αδελφών. Ὁ Κύριος αναπαυμένος από την εναρετη βιωτή της, την ἐπροίκισεν, ανταμείβοντας τις αρετές της με το χάρισμα της προφητείας!
Στην περιοχήν ὅπου ζούσε, κοντά στον ποταμόν Νείλον, μεταξύ των παραποταμίων χωριών προέκυψε σοβαρό πρόβλημα, που αφορούσε στον τρόπο διανομής του νερού. Οι κάτοικοι γειτονικού χωριού, έχοντας εχθρική διάθεσιν, εξοπλίσθηκαν με ρόπαλα και κοντάρια για να επιτεθούν. Ο Θεός έστειλε στην δούλη Του Άγγελο να της προαναγγείλῃ την επίθεσιν. Αμέσως, εκείνη, απευθύνθηκε στους πρεσβυτέρους, ζητώντας να λάβουν πρωτοβουλία και να τους ειρηνεύσουν, πριν ακόμη εισέλθουν στο χωριόν. Όμως εκείνοι φοβήθηκαν καί ομολόγησαν την αδυναμία τους, παρακαλώντας να αναλάβῃ εκείνη τόν ρόλον αυτόν. Η Αγία, έχουσα γνώση του ισχυροτάτου όπλου της προσευχής καί μη έχουσα άλλη λύση, απεσύρθη στον χώρον ὅπου προσηύχετο κι εξέπεμπε ολονύκτιες δεήσεις προς τον Σωτήρα Χριστόν. Εκεί, γονατιστή, ζητούσε το έλεος και την Θείαν παρέμβασή Του, Να μη επιτρέψῃ να λάβῃ χώρα σύρραξη και να επικρατήσῃ η ειρήνη και η ομόνοια. Ο Θεός παρενέβη και τους ἐσταμάτησε. Δεν μπορούσαν από ένα σημείο και μετά να κάνουν ούτε ένα βήμα. Ταχύτατα διεδόθη στους εισβολείς ότι το μεγάλο θαύμα το προεκάλεσε η θερμή προσευχή της κόρης προς τον Κύριον. Έστειλαν στο χωριό εκπρόσωπο για να υπάρξη ειρηνική επίλυση του προβλήματος, συστήνοντας ότι "Θα πρέπει να ευχαριστῆτε την Πιαμούν, που με την προσευχή της έγινε αιτία να σταματήσουμε λίγο πριν εισέλθουμε στο χωριό σας."
 
-Νά πρεσβεύῃ γιά μᾶς, νά εἰρηνεύουμε!..
 
Ἐ μ μ α ν ο υ ή λ Μ ε λ ι ν ό ς
ΠΗΓΗ.ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2021

Αγία Οσιομάρτυς Ευδοκία: Η αγία της μεγάλης μετανοίας…(1 Μαρτίου)

 

~ Κατά τους χρόνους του βασιλιά Τραϊανού (98-117 μ.Χ.), έζησε στην Ηλιούπολη, στην επαρχία της Λιβανησίας της Φοινίκης, η Ευδοκία, Σαμαρείτιδα κατά το γένος. Ήταν πάρα πολύ όμορφη, γι’ αυτό κιόλας το λόγο, εξέκλινε από μικρή στην πορνεία, γιατί πολλές φορές είναι δύσκολο να συμβαδίζει η ομορφιά του σώματος με τη σεμνότητα.

Κάθε ημέρα, την επισκέπτονταν πάρα πολλοί για να εκτελέσουν την επιθυμία τους, και όχι μόνο από εκείνη τη χώρα, αλλά και από άλλες πολλές, ξοδεύοντας πολλά χρήματα προς χάρη της. Έτσι, η Ευδοκία, είχε συγκεντρώσει άπειρο πλούτο ζώντας αμαρτωλή ζωή και φυσικά δεν φρόντιζε για την μέλλουσα ζωή, ούτε σκεφόταν τι γίνεται μετά τον θάνατο. Επειδή όμως ο καλός βοσκός ψάχνει για το απολωλός πρόβατο, έφθασε και γι’ αυτή ο καιρός της ψυχικής της γιατρειάς με τον εξής τρόπο:

Ένας μοναχός ευσεβής, πηγαίνοντας προς την πατρίδα του, έμεινε σε κάποιο σπίτι κοντά στης Ευδοκίας. Κάνοντας λοιπόν την καθημερινή του βραδυνή μελέτη, και διαβάζοντας τα σχετικά με την Κρίση, την κόλαση των αμαρτωλών, και την ανταπόδωση των δικαίων, έτυχε και τα άκουσε η Ευδοκία όλα τη νύχτα, από ένα παράθυρο και τόσο πολύ ηρθε σε κατάνυξη, πού έτρεχαν σαν ποτάμι τα δάκρυά της, σκεπτόμενη τις αμαρτίες της. Όταν ξημέρωσε, προσκάλεσε τον μοναχό να της εξηγήσει όλα αυτά τα όποια άκουγε να διαβάζει όλο το βράδυ. Ο μοναχός την παρότρυνε να βαπτιστεί χριστιανή και να σκορπίσει σωστά, εκείνον τον πλούτο τον οποίο κακώς απέκτησε, να τον μοιράσει μετά χαράς σε φτωχούς και τότε ο Πανάγαθος Θεός θα την ανταμείψει, αντί γι’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή, με πλούτο άϋλο και αιώνια ζωή… το μόνο στο οποίο είχε ενδοιασμούς η Αγία είναι στο ότι ηταν πολύ καλομαθημένη, χρειαζόταν κάποιο πνευματικό οδηγό και βασικά ήθελε να βεβαιωθεί για το αν αυτά πού της είπε ο μοναχός ήταν αληθινά. Ο μοναχός τη συμβούλευσε να προσευχηθεί στο Θεό για μία εβδομάδα με νηστεία, για να της δείξει το θέλημά Του.

Η Ευδοκία ακολούθησε πιστά τις εντολές του μοναχού. Αφού πέρασε μία εβδομάδα και βγήκε από το κελλί, τη ρώτησε ο μοναχός εάν ο Θεός της έδειξε κάποιο σημείο Του. Αυτή τότε του απάντησε, ότι καθώς προσευχόταν με δάκρυα στα μάτια, ενθυμούμενη τις αμαρτίες της, είδε πριν ξημερώσει, φως τεράστιο πάνω από τον ήλιο και έναν λαμπερό νέο, ο οποίος την άρπαξε και την ανέβασε στον ουρανό. Εκεί είδε άπειρους λευκοφόρους με την ίδια αστραφτερή μορφή, οι οποίοι την υποδέχθηκαν με μεγάλη χαρά. Καθώς έμπαινε σ’ αυτό το απερίγραπτο φως, φάνηκε έξω από την πόρτα ενας μεγάλος και άσχημος γίγαντας, ο οποίος αφού της έτριξε τα δόντια του, φώναζε τόσο δυνατά, ώστε όλος ο τόπος σειόταν. Άρχισε λοιπόν σε κάποια στιγμή να φιλονικεί με τον οδηγό της, τον αρχάγγελο Μιχαήλ και να του λέει ότι εάν σώσει αυτή, η οποία μίανε τόσους ανθρώπους με τις ασωτίες της, θα πρέπει να σωθούν και όλοι αυτοί οι οποίοι έχουν κάνει άσχημες και άδικες πράξεις. Εκείνη τη στιγμή, ακούστηκε γλυκειά φωνή εξ’ ουρανού, η οποία έλεγε: «Έτσι θέλησε ο Θεός για τους υιούς των ανθρώπων, να υποδέχεται τους μετανοημένους σαν εύσπλαχνος πού είναι και να τους οδηγεί στην αιώνιο ζωή. Αυτά είπε ο Άγγελος, την σφράγισε τρεις φορές και έφυγε προς τον ουρανό.

Ο μοναχός αφού άκουσε όλα αυτά τα θαυμαστά, την διαβεβαίωσε ότι αυτό ήταν σημάδι από τον Θεό. Της έδωσε κουράγιο, την προέτρεψε να πενθήσει για τις αμαρτίες της, την βοήθησε να μοιράσει την άπειρη περιουσία της, την έστειλε στον Επίσκοπο της πόλης για να την βαπτίσει και στο τέλος την οδήγησε στο γυναικείο μοναστήρι, το οποίο είχε υπό την επίβλεψή του. Η Ευδοκία αγωνιζόταν τον καλόν αγώνα περισσότερο από τις υπόλοιπες μοναχές. Έτσι, όταν κοιμήθηκε η Γερόντισσα της Μονής, με θεία υπόδειξη, όλες ψήφισαν την Ευδοκία για Γερόντισσα, η οποία με την αγία πολιτεία της είχε υποστεί πραγματικά «θεία αλλοίωση». Έτσι διήλθε τον επίγειο βίο της, τελώντας άπειρα θαύματα ακόμα και όταν ήταν στη ζωή.

Όταν ηγεμόνας ήταν στην Ηλιούπολη ο Αυρηλιανός κάποιοι από τους παλαιούς εραστές της Ευδοκίας πού άκουσαν ότι πίστεψε στο Χριστό και μονάζει σε μοναστήρι, έστειλαν μια ψευδή αναφορά στον βασιλέα και την κατηγόρησαν, ότι έκλεψε βασιλικά χρήματα και με αυτά χτίζει μοναστήρια στην έρημο. Ο ηγεμόνας τότε κίνησε διωγμό και έστειλε τριακόσιους στρατιώτες μ’ έναν άρχοντα για να την πάρουν από τη Μονή βιαίως μαζί με τα χρήματα. Επί τρία ημερόνυχτα προσπαθούσαν να μπουν στη Μονή, αλλά μία αόρατη δύναμη τους εμπόδιζε και τρεις ημέρες μετά, κάποια αόρατη θανάσιμη πνοή τους εθανάτωσε και ξεψύχησαν όλοι, εκτός από τον άρχοντα και τρεις στρατιώτες, πού έφεραν και το μήνυμα στο βασιλέα για το γεγονός. Τότε, ο ίδιος ο γιος του βασιλιά, κίνησε εναντίον της αγίας, αλλά καθώς πήγαινε έφιππος στο Μοναστήρι, έπεσε και χτύπησε θανάσιμα. Τότε ο βασιλιάς έστειλε γράμμα στην αγία, η οποία μετά από προσευχή ανέστησε, όχι μόνο το γιό του βασιλιά, αλλά και όλους τους στρατιώτες πού είχαν αιφνίδια πεθάνει ενώ πήγαιναν να συλλάβουν την αγία. Τότε όλοι οι παρόντες, μαζί και ο βασιλιάς πίστεψαν ότι ο Θεός της χριστιανης Ευδοκίας είναι Μέγας και Αληθινός.

Κατόπιν, στην Ηλιούπολη, έγινε ηγεμόνας ένας ειδωλολάτρης ονόματι Διογένης, ο οποίος βασάνισε την αγία, αλλά κατά τα βασανιστήρια έγιναν τόσα πολλά θαύματα πού και αυτός τελικά πίστεψε στον αληθινό Θεό. Αφού έζησε ο ηγεμόνας θεάρεστη ζωή, ανέβηκε στο αξίωμα κάποιος Βικέντιος, πολύ σκληρός με τους Χριστιανούς. Αυτός, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσε να σταματήσει την Αγία με άλλον τρόπο, έστειλε στρατιώτες και έκοψαν την οσία της κεφαλή, την 1η του μηνός Μαρτίου.

Έτσι, η Αγία, αφού τελείωσε τον δρόμο του μαρτυρίου της, το μεν πνεύμα της απήλθε στα ουράνια, το δε τίμιο και πάνσεπτο λείψανό της έμεινε στην γη, τελώντας τα μετά θάνατον θαύματα, χάρη την οποία έλαβε από τον Θεό, για τη θερμή της μετάνοια. Ας αξιωθούμε και εμείς τέτοιας ειλικρινούς και μεγάλης μετάνοιας με τις πρεσβείες της. Αμήν.

 Πηγή: Διμηνιαίο Περιοδικό «Μοναχική Έκφραση», Τ. 1, Μάρτιος-Απρίλιος 2004

 Πηγὴ ἐδῶ.