Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2021
Πως να μην αγαπάς τις ευλογημένες αυτές γιαγιάδες;...
Ἡ «ἄγνωστη» δεξιά ἡρωίδα τῆς Ἀντιστάσεως πού ἐπέστρεψε τό παράσημο Στούς Ἄγγλους
ἐπειδή κρέμασαν τούς Καραολῆ-Δημητρίου – Τήν τελευταία στιγμή γλύτωσε τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα τῶν Γερμανῶν.
Η ΣΥΛΒΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ – ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΟΥ, ἡ «Πάτ» τῆς Ἐθνικῆς Ἀντιστάσεως, ἔφυγε χθές ἀπό τήν ζωή σέ ἡλικία 98 ἐτῶν. Τό ἄγγελμα τοῦ θανάτου τῆς σημαντικῆς αὐτῆς προσωπικότητος τῆς νεωτέρας ἱστορίας μας ὁδηγεῖ συνειρμικῶς στήν πικρή διαπίστωση, ὅτι ἡ ἐποχή τῶν ἡρωικῶν κατορθωμάτων παρέρχεται ἀνεπιστρεπτί. Ἡ Ἑλλάς ἦταν πράγματι παροῦσα σέ ὅλα σχεδόν τά μέτωπα τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονος. Ἀλλά οἱ πατριῶτες πού ἐπετέλεσαν τίς σημαντικώτερες πράξεις ἡρωισμοῦ καί αὐτοθυσίας, πού πράγματι ἔπληξαν καίρια τούς Γερμανούς –εἰδικῶς οἱ προερχόμενοι ἀπό τήν μεγάλη κεντροδεξιά παράταξη, εἶναι στίς ἡμέρες μας οἱ πλέον ἄγνωστοι. Πολλές φορές καί ἀπό δική τους ἐπιλογή. Καθώς οἱ δεξιοί πατριῶτες ὅπως ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου, ἡ Λέλα Καραγιάννη, ὁ Κώστας Περρίκος, ὁ Χριστόδουλος Τσιγάντες, ὁ Γκέρζυ Ἰβάνωφ, ἡ Μαρία Παπαδάκη, δέν διενοήθησαν ποτέ νά καπηλευθοῦν τούς ἐθνικούς ἀγῶνες ὅπως πράττει συνήθως ἡ Ἀριστερά. Γι’ αὐτό ἄλλως τε ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου ἐπέστρεψε τό παράσημο πού ἠθέλησαν νά τῆς ἀπονείμουν οἱ Ἄγγλοι, ἐπειδή ἔσωσε τήν ζωή Ἄγγλων στρατιωτῶν στήν Κατοχή. Γι’ αὐτό ἐδέχθη μόνο τόν Μεγαλόσταυρο τοῦ Τάγματος τῆς Τιμῆς πού τῆς ἀπένειμε ἡ πατρίς της, ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία. Ἡ κρυφή δρᾶσις τῆς Σύλβιας Ἰωαννίδου ἀνεδείχθη πρό τεσσάρων ἐτῶν σέ ἐκδήλωση τῆς Παναθηναϊκῆς Ὀργανώσεως Γυναικῶν καί τοῦ Συνδέσμου 74 στήν αἴθουσα τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου «Παρνασσός», τήν ὁποία εἶχε συντονίσει ὁ Διευθυντής τῆς «Ἑστίας» Μανώλης Κοττάκης.
Μαθήτρια ἀκόμη, ἡ ἐκλιποῦσα ἐνετάχθη στήν «Δύναμη 133», τό δίκτυο τῶν Ἄγγλων πού φυγάδευε ἀνθρώπους ἀπό τά ἐδάφη πού κατεῖχαν οἱ Γερμανοί. Μέ ἕνα αὐτοκίνητο «Μόρρις» παραχωρημένο ἀπό τόν Πρωθυπουργό Ἰωάννη Ράλλη καί πλαστά χαρτιά ἰδιοκτησίας ἀπό μία ἀνύπαρκτη γερμανική ἑταιρεία, ἡ Πάτ ἔκρυβε καί διεκινοῦσε κυνηγημένους, μέχρις ὅτου ἡ ἴδια συνελήφθη γιά νά γλυτώσει ὁριακῶς τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα.
Γιά τήν δράση της ἐτιμήθη μέ τό δεύτερο τῇ τάξει βρεταννικό παράσημο, τόν Σταυρό τοῦ Γεωργίου. Τό ἐπέστρεψε λίγα χρόνια ἀργότερα διαμαρτυρομένη γιά τούς ἀπαγχονισμούς Κυπρίων ἀγωνιστῶν ἀπό τούς Ἄγγλους. Ἡ ἴδια διηγήθη σχετικῶς πρός τό ἐπεισόδιο αὐτό: «Ὁ πρέσβυς ὁ Ἄγγλος ἔμεινε ἄναυδος καί μέ παίρνει τηλέφωνο. Ξέρεις, λέει, αὐτό ἦταν τῆς στιγμῆς. Ἐγώ τό κρατάω. Θά τό μετανιώσεις κάποτε. Ἔλα νά τό πάρεις. Τοῦ λέω ἐγώ εἶμαι Ἑλληνίδα. Ὅταν κάνω κάτι, τό κάνω. Ὅτι κρεμάσατε δύο παιδιά, Καραολῆ καί Δημητρίου, στό ἄνθος τῆς νιότης τους, αὐτό γιά μένα ἤτανε ἔγκλημα. Κι ἐγώ μέ ἐγκληματίες δέν κάνω δουλειά. Δέν εἶπε τίποτα βέβαια».
Ἀργότερα, στήν ἐκδήλωση πού ἔγινε πρός τιμήν της στήν Ἀθήνα μέ πρωτοβουλία τῆς Προέδρου τῆς Παναθηναϊκῆς Μαρίας Γιαννίρη, παρόντος τοῦ πρώην Πρωθυπουργοῦ Κώστα Καραμανλῆ καί τοῦ πρέσβεως Παύλου Ἀποστολίδη, ἡ πρώην Πρόεδρος τῆς Βουλῆς Ἄννα Ψαρούδα-Μπενάκη τήν περιέγραψε ἁπλά καί περιεκτικά μέ τά ἀκόλουθα λόγια: «Εἶναι μία γυναίκα, μεταξύ πολλῶν πού παραμένουν ἀνώνυμες, πού δέν διαλάλησε ἤ διεκδίκησε δάφνες γιά τήν ἀντιστασιακή της δράση».
Γιά τήν δράση αὐτή θά ἀφήσουμε τήν ἴδια νά μιλήσει, δανειζόμενοι περικοπές ἀπό τήν ἐκπομπή «Μηχανή τοῦ Χρόνου» ὅπου πρό ἐτῶν εἶχε μιλήσει:
«Ἀγαποῦσα πολύ τόν τόπο μου καί ἤθελα πάντοτε νά προσφέρω. Ὅταν μπῆκαν οἱ Γερμανοί ἐπιτάξανε τό Ἀρσάκειο καί τό ἔκαναν νοσοκομεῖο. Ἀνέβαινα καί κατέβαινα ἀπό τό σπίτι μέ τά πόδια. Ἤμουν στήν τελευταία τάξη, ἕκτη γυμνασίου. Εἶχα ἀποφασίσει νά πάω στό βουνό. Οἱ γονεῖς μου δέν τό εὐχαριστήθηκαν καί πολύ. Μιά μέρα ἦρθε ἀπό τήν Αἴγυπτο κάποιος νά μᾶς φέρει νέα τῆς ἀδελφῆς μου –πού στό μεταξύ εἶχε φύγει– καί τοῦ εἶπα: Θέλω νά βγῶ στό βουνό. Μοῦ λέει: Δέν εἶναι γιά σένα τό βουνό, ἔλα μαζί μας. Ἔτσι μπῆκα στήν Force 133, πού ἦταν μιά ὑπηρεσία τῶν Ἄγγλων γιά νά φυγαδεύει κόσμο ἀπό τά ἐδάφη πού εἶχαν καταλάβει οἱ Γερμανοί. Ἔτσι ἄρχισε ἡ δράση μου».
Καί συνεχίζει: «Δουλειά μου ἦταν νά κρύβω Ἐγγλέζους ἀξιωματικούς ἤ στρατιῶτες, ἀλλά καί Ἕλληνες μέχρι νά μπορέσει ἡ ὀργάνωση νά τούς φυγαδεύσει στήν Αἴγυπτο. Εἴχαμε νοικιάσει διάφορα διαμερίσματα στό κέντρο τῆς Ἀθήνας μέ ψεύτικα ὀνόματα. Μοῦ ἔδωσαν τό κωδικό ὄνομα Πάτ. Ἤμουν ἡ Πάτ, ἄν καί ποτέ δέν τό παραδέχτηκα ὅταν μέ συνέλαβαν τελικά. Ὁδηγοῦσα ἕνα “μορισάκι” πού μᾶς εἶχε παραχωρήσει ὁ τότε Πρωθυπουργός Ράλλης. Μᾶς εἶχε δώσει γερμανικά ἔγγραφα, ὅτι τάχα ἀνήκει σέ κάποια γερμανική ἑταιρεία κι ἔτσι κυκλοφορούσαμε καί περνάγαμε τούς ἐλέγχους. Ἐκτός ἀπό τά διαμερίσματα πού κρύβαμε ὅσους ἦταν κυνηγημένοι, εἴχαμε καί μία, δύο σπηλιές κάπου στά Κιούρκα πού ἔφταναν καί κρύβονταν κάποιοι πρίν ἔρθουν στήν Ἀθήνα καί ἕνα διαμέρισμα στά Πετράλωνα πού ἦταν κάτι σάν πυριτιδαποθήκη. Μάλιστα εἴχαμε γιά φύλακα τόν Καρπόζηλο πού κάπνιζε πολύ καί ὅλο τοῦ ἔλεγα: Πρόσεχε γιατί θά γίνει κανά μπάμ καί θά γίνουν ἄνω-κάτω τά Πετράλωνα. Μάλιστα μέ τό αὐτοκίνητο πολλές φορές χρειάστηκε νά μεταφέρω ἐκρηκτικά πού προορίζονταν γιά κάποια ἐπιχείρηση. Ὁ φόβος καί οἱ προδότες τῆς “διπλανῆς πόρτας” –νά πῶ ὅτι δέ φοβόμουν, θά ἤμουν ἀνόητη. Βεβαίως καί φοβόμουν. Πιό πολύ φοβόμουν τούς δικούς μας ἀνθρώπους. Οἱ προδότες κυκλοφοροῦσαν παντοῦ. Εἶχα μιά συμμαθήτρια, ἡ μάνα της ἦταν Ρωσσίδα καί μένανε στό Ψυχικό. Τό σχολεῖο μας ἦταν πίσω ἀπό τό σπίτι τους καί κάθε πρωί πήγαινα, ἔπαιρνα τή φίλη μου καί πηγαίναμε στό μάθημα. Μιά μέρα μοῦ λέει: Μπές μέσα νά φᾶμε κάτι. Ἐκείνη τήν ἐποχή τό νά φᾶς κάτι δέν ἦταν αὐτονόητο. Μπῆκα, εἶχε κάνει μπισκότα. Φάγαμε τά μπισκότα, ἤπιαμε ζεστό τσάι καί φύγαμε γιά τό σχολεῖο. Πολλοί μοῦ λέγανε: Πρόσεχέ την, εἶναι ἄνθρωπος τῶν Γερμανῶν. Δέν μποροῦσα ὅμως νά τό πιστέψω. Ὅταν μέ πιάσανε οἱ Γερμανοί καί μέ πήγανε στή Γκεχέραλντ Φέλτ Πολιτσάι καί ἀνεβήκαμε τίς σκάλες γιά νά πάω στό τρίτο πάτωμα, ἦταν ἀνοιχτή ἡ πόρτα ἑνός γραφείου καί τήν βλέπω, τήν μάνα τῆς φίλης μου, καθισμένη ἐκεῖ μέ ἕνα τσιγάρο νά καπνίζει. Καί λέω νά ’τα. Αὐτή ἤτανε καί εἴχανε δίκιο οἱ ἄνθρωποι πού μοῦ τό λέγανε».
Στήν φυλακή παρέμεινε ἔχουσα παρά λίγο γλυτώσει τήν ἐκτέλεση πρός τήν ὁποία ἐβάδισε μαζί μέ τήν Λέλα Καραγιάννη. Αὐτή ἦταν ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου, ἡ ὁποία μετά τήν ἀπελευθέρωση ἔφυγε κυνηγημένη ἀπό τόν ΕΛΑΣ καί παρέμεινε δέκα μῆνες στό Κάιρο.
Ἐνεργός στήν πολιτική ζωή τῆς χώρας παρέμεινε μέχρι τό τέλος. Ὑπῆρξε μάλιστα ἐκ τῶν ἱδρυτικῶν μελῶν τοῦ κόμματος τῆς Νέας Δημοκρατίας.
Κεντρικό ἄρθρο ἐφημερίδος “ΕΣΤΙΑ”, Τρ. 21 Σεπτεμβρίου 2021, φ. 42.066, σελ. 1, 3
(ἀναδημ. στήν ἡλεκτρονική ἔκδοση 22/9/2021).
Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2021
Η αγία Σοφία και οι αγίες κόρες της Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη
Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2021
Τους Αγίους στο σπίτι τους έχουμε για την ώρα αυτή, τη δύσκολη.... Δημήτριος Παναγόπουλος
Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2021
Ο πόθος της Ηπειρώτισσας δασκάλας, η παρουσία της Παναγίας στη ζωή της και ο Γέροντας Γρηγόριος ο Δοχειαρίτης
Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΑΝΔΡΙΚΟΥ γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό του νομού Πρεβέζης, [την] Παναγιά, και έμεινε ορφανή από πολύ μικρή. Μεγάλωσε στο ορφανοτροφείο Ιωαννίνων, αγαπούσε τά γράμματα και την αξίωσε ό Θεός να σπουδάσει δασκάλα.
Στο διπλανό χωριό, για πολλά χρόνια, ερχόταν κάθε καλοκαίρι ένας Ολλανδός φιλέλληνας και τον φιλοξενούσε ένας συγγενής τους.
Ό Ματθαίος ήταν μορφωμένος, μιλούσε πολλές γλώσσες και είχε την θέση τού διευθυντού σε μία μεγάλη εταιρεία στην πατρίδα του, βοηθούσε σε όλες τις αγροτικές εργασίες τού χωριού μέ πολλή προθυμία και ήταν αγαπητός σε όλους.
Κάποια στιγμή εξέφρασε την επιθυμία να επισκεφτεί την Ακρόπολη.
Τον έβαλαν στο λεωφορείο για Αθήνα και ειδοποίησαν την Αλεξάνδρα να τον πάει στην Ακρόπολη.
Εκεί είδαν πώς μπορούν να ζήσουν μαζί και έτσι, μόλις τελείωσε τις σπουδές της, πήγε στην Ολλανδία μέ τά αδέλφια της και έκαναν τον γάμο κατά το Ορθόδοξο δόγμα.
Έδώ το μεγάλο σφάλμα της εκεί Ορθόδοξης Εκκλησίας. Όταν πήγαν στον Ορθόδοξο ιερέα για να τούς κάνει το μυστήριο τού βαπτίσματος τού Ματθαίου μέ Ορθόδοξο δόγμα, τούς είπε ότι δεν χρειάζεται!
Μέσα της όμως την βασάνιζε αυτό έως την ημέρα πού την αξίωσε ό Θεός να δει όλη την οικογένεια της μέσα στην Ορθοδοξία.
Ας δούμε πώς ή ίδια διηγείται μέ τον δικό της τρόπο την όλη αλλαγή.
«Πέρασαν 15 χρόνια από τότε πού για πρώτη φορά φτάσαμε έδώ στον ιερό τόπο τού Μοναστηριού της Παναγίας της Θεοσκεπάστου.
Ήλθαμε μέ τον αδελφό μου και την γυναίκα του να ευχαριστήσουμε την Παναγία πού έκανε καλά τον άνδρα μου.
Ένα χρόνο πριν, είχε πάθει μεγάλη ζημιά στην καρδιά του μέ έμφραγμα, ανεύρυσμα και ανακοπή.
Τρεις εβδομάδες ήταν στην εντατική και οι ιατροί δεν μιλούσαν για καλυτέρευση ή δεν μιλούσαν καθόλου.
Ζούμε στην Ολλανδία σε μία μικρή πόλη στα δυτικά της χώρας και δεν έχομε άμεσο πνευματικό στήριγμα.
Ή νύφη μου ή Ευδοξία μου μίλησε για την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Γοργοϋπηκόου πού είναι στην ‘Ιερά Μονή Δοχειαρίου στο Άγιο Όρος και μου έδωσε το τηλέφωνο να μιλήσω μέ τον Καθηγούμενο Γέροντα Γρηγόριο.
Κάλεσα το τηλέφωνο και δεν βρήκα τον Γέροντα αλλά ένα άλλο αδελφό πού μού έφερε το κατάλληλο μήνυμα.
-Να βάφτισης τον άνδρα σου και τά παιδιά σου, μου είπε μέ δυνατή φωνή, να γίνουν «Ορθόδοξοι και εσύ να προσεύχεσαι για τον άνδρα σου.
Μαζεύτηκα, στενοχωρήθηκα, αλλά δεν απελπίστηκα.
Ή Παναγία δεν θα μέ αφήσει, είπα, θα μέ βοηθήσει.
Οι άγιοι πατέρες είναι αυστηροί αλλά θα προσευχηθούν για μάς.
Πράγματι την άλλη μέρα άρχισε να καλυτερεύει και σε λίγες μέρες βγήκαμε από το Νοσοκομείο- ή Παναγία έκανε το θαύμα της.
Οι πατέρες προσευχήθηκαν και έκείνη άκουσε και γιάτρεψε γρήγορα τον Ματθαίο.
Ενάμισι χρόνο μετά, μπόρεσε να ταξιδέψει και πήγε στο Άγιο Όρος για να προσκυνήσει και ευχαριστήσει την Παναγία πού τον έκανε καλά.
Γνωρίστηκε μέ τον Γέροντα Γρηγόριο, μίλησε μαζί του, και εκείνος τον κάλεσε να έλθει τον επόμενο χρόνο να βαπτιστεί στο Μετόχι της Μονής Δοχειαρίου στο Σοχό – Θεσσαλονίκης.
Είχε γνώσεις τού Χριστιανισμού ό Ματθαίος, γνώριζε καλά την Βίβλο από μικρός και τούς ψαλμούς απ’ έξω.
Εκείνο πού τον τράβηξε στην Ορθοδοξία ήταν τά μυστήρια, ή μυσταγωγία, οι εικόνες μέ τά κανδήλια τους, τά αναμμένα κεριά πού ζεσταίνουν την ψυχή τού ανθρώπου και όχι τά άγρια λόγια τού προτεστάντη Πάστορα πού σε κάνουν να κατσουφιάζεις και να κρυώνεις.
Ερχόταν μαζί μου στην Εκκλησία, δεν τού ήταν άγνωστη. Και έτσι κανονίσαμε, στις 30 Ιουνίου το 2002 έγινε το μυστήριο της βαπτίσεως στην ‘Ιερά Μονή Παναγίας Θεοσκεπάστου, μετόχι της ιεράς Μονής Δοχειαρίου Αγίου Όρους, από τά άγια χέρια τού Γέροντα Γρηγορίου, ό όποιος τού είπε πώς θα άκολουθήσουν και άλλοι.
Πράγματι, τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 22 Ιουλίου 2006, βαπτίστηκαν τά παιδιά μας Άννα και Πατρικία και στις 23 Ιουλίου 2006 ή εγγονή μας ή Ευαγγελία.
Ακολούθησαν διάφορα γεγονότα δυσάρεστα και ευχάριστα.
Ό Θεός όμως έδωσε και μετά από τέσσερα χρόνια, στις 16 Αύγουστου το 2010, βαπτίστηκαν και έγιναν «παιδιά τού Θεού», ενώπιων τού Γέροντα Γρηγορίου, πάλι στην ‘Ιερά Μονή Παναγίας Θεοσκεπάστου, τά υπόλοιπα εγγόνια μας, «Εμμανουήλ 20 μηνών, Σοφία 3 χρονών, Νικόλαος 5 χρονών, Μαριάννα 9 χρονών.
Πώς να μη χαίρεται ή ψυχή μου έπειτα από 40 χρόνια να πηγαίνω μέ όλη την οικογένεια μου στην Εκκλησία για να κοινωνήσω;
Δοξασμένος ό Κύριος πού μας αξίωσε και ζήσαμε αυτές τις μεγάλες στιγμές στη ζωή μας.
Μεγάλη ή χάρη σου, Γοργοϋπήκοε, πού μάς βοήθησες και μάς προστατεύεις σε κάθε δύσκολη στιγμή και μάς ανακουφίζεις.
Ό Θεός να σάς χαρίζει χρόνια πολλά, άγιε Γέροντα Γρηγόριε, πού βοήθησες και έγιναν οκτώ μυστήρια στο σπίτι μας.
Ευχαριστούμε, Γερόντισσα Ευσεβία, πού, μαζί μέ τις αδελφές της Μονής Παναγίας Θεοσκεπάστου, μάς φιλοξενείτε μέ τόση Αγάπη, και μάς δίνετε την ευκαιρία να βρισκόμαστε κοντά στην αγαπημένη μας Εικόνα της Παναγίας Γοργοϋπηκόου πού για μία εβδομάδα, κάθε χρόνο, φιλοξενείτε στην Μονή.
Μέ τις ευχές τού Γέροντα, τών πατέρων και τών αδελφών της Παναγίας Θεοσκεπάστου, φεύγομε για την ξενιτειά- και ελπίζομαι, όσο ζούμε, να ανταμώναμε μέ υγεία.
πηγή:Ματθαίος και Αλεξάνδρα LAVEN», ΑΡΙΘ ΦΥΛΛΟΥ 37 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2016 ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ
Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2021
Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΕΥΠΡΑΞΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ
Η ταπεινή Γερόντισσα Ευπραξία,
διακονήτρια του Οσίου Ιερωνύμου της νήσου της Αιγίνης
Κατά καιρούς και επί αρκετόν χρονικόν διάστημα, συνέβαινε να είναι κλειστόν το Ησυχαστήριον του Γέροντος, πολλοί δε προσκυνηταί,
εξέφραζον την λύπην των και δικαίως, διότι προήρχοντο και από μακρυνούς, ενίοτε και από εκτός της Ελλάδος τόπους.
Τούτο συνέβαινε κάθε φορά που η υπέργηρος Γερόντισσα Ευπραξία, η οποία τόσον πιστώς και αξίως επετέλεσε την ιεράν διακονίαν της, εκάμπτετο από την ασθένειαν τόσον, ώστε είχεν απόλυτον ανάγκην ιατρικής περιθάλψεως και παρακολουθήσεως και διέμενεν εις τας Αθήνας.
Εις τας Αθήνας εφιλοξενείτο εις την οικίαν της Στυλιανής Νικολαράκου εις τους Αμπελοκήπους. Η Στυλιανή είχε γνωρίσει τον Γέροντα περίπου τρία έτη προ της κοιμήσεώς του.
Ως ήτο φυσικόν, απήλαυσε την πνευματική του ευεργεσία, τας σοφάς και αγίας συμβουλάς του αλλά και την πατρικήν αγάπην και στοργήν και ως άλλη <<Μαρία>> του Ευαγγελίου, έτρεχεν και έμενεν, οσάκις ηδύνατο, παρά τους πόδας του Γέροντος, επέτρεψε δε ο Θεός, την αξίωσε μάλλον, να προσφέρη τας ταπεινάς υπηρεσίας της, κατά τας τελευταίας ημέρας ασθενείας του Γέροντος.
Ο Γέροντας Ιερώνυμος με το προορατικόν χάρισμα που είχε, διείδεν εις το πρόσωπόν της, ότι θα ηδύνατο ως εις άλλον <<Ιωάννην>>, να αναθέση και να εμπιστευθή εις την Στυλιανήν, μετά Θεόν, την προστασίαν της Γεροντίσσης Ευπραξίας, την οποίαν ως είχε κάποτε εκφρασθεί, <<ο Θεός την εφόρτωσεν εις τους ώμους μου>>, λόγω των γνωστών τότε προσφυγικών περιστάσεων κ.λ.π., διά την πνευματικήν της προστασίαν και λόγω της δυνατής, αδελφικής του σχέσεως με τον μακαριστό άγιο Γέροντα Αρσένιον (αδελφόν της Γερόντισσας Ευπραξίας) του και συνασκητού του Μεγάλου Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού.
Της είχεν πει δε, μετά από κάποιας στιγμάς ησυχίας, σιωπής και προσευχής εις τας οποίας εβυθίζετο τας τελευταίας ημέρας της επιγείου ζωής του: <<Κόρη, μετά τον Θεόν, αφήνω την καλογραίαν εις εσένα. Ως μητέρα σου να φροντίζης, ως μητέρα σου να αγαπάς και υπακούης. Εμένα δε να μη ξεχάσετε να κάμετε τα <<δικαιώματά μου>> (ιερά Μνημόσυνα κ.λ.π.). Μετά που θα ζήσετε μαζί, εν συνεννοήσει θα πράττετε και αποφασίζετε. Η μία θα υπακούη, σέβεται και αγαπά την άλλην>>.
Έτσι και, δι' ευχών του, έγινε. Με την ευχήν και ευλογία του Αγίου μας Γέροντος, η Γερόντισσα Ευπραξία, υπέργηρος πλέον, προικισμένη και εκείνη με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος με την πολλήν εμπειρίαν αλλά και χάριν της Μοναχικής της πνευματικής βιωτεύσεως και υπακοής, μετά πολυχρόνιον σχεδόν, παρακολούθησιν και δοκιμασίαν της Στυλιανής, αλλά και μεταδόσεως εις αυτήν των τρόπων της Μοναχικής Πολιτείας, επρότεινεν να την χειροθετήση Μοναχήν.
Η Κουρά και η εις Μεγαλόσχημον χειροθεσία της Στυλιανής, εγένετο την 24ην Ιουνίου 1989, εις βαθυτάτην κατανυκτικήν ατμόσφαιραν, εις τον Ιερόν Ναόν του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου του Ησυχαστηρίου του Γέροντος, έδωκε δε εις αυτήν, η πνευματική ανάδοχος και Γερόντισσα Ευπραξία, το όνομά της, ΕΥΠΡΑΞΙΑ Μοναχή.
Έκτοτε και μετά την οσίαν κοίμησιν της μακαριστής Γεροντίσσης Ευπραξίας την 29ην Ιουλίου 1990, παραμένει <<τω Ησυχαστηρίω>> και μετά τινος δοκίμου, η Γερόντισσα Ευπραξία πλέον, η νεωτέρα, η οποία ασκείται, υπηρετεί και αγωνίζεται, διά της Χάριτος του Θεού αλλά και τις πρεσβείες του Μεγάλου μας και Αγίου Γέροντος Ιερωνύμου.
Παράλληλα δε με τα Μοναχικά καθήκοντα και υποχρεώσεις, μετά πολλού ζήλου αλλά και κόπου και δυσκολιών, ανακαινίζει το ετοιμόρροπον σχεδόν, με την πάροδον τόσων ετών, Ησυχαστήριον.
Είναι αξιοσημείωτον και, πρέπει να γίνη γνωστόν, ότι εις τον ίδιον χώρον, τον οποίον πολλοί είχαμε και διά πολλά έτη γνωρίσει και επισκεφθεί, έμενεν εν αφανεία και κατ' εντολήν του Γέροντος απαρατήρητος και αθέατος κάποιος ιδιαίτερος μυστικός χώρος, είδος Καππαδοκικής κατακόμβης που είναι διαποτισμένος από τας πηγάς των δακρύων, των αδιαλείπτων προσευχών και αγρυπνιών του Καππαδόκου Γέροντος π. Ιερωνύμου.
Τον είχε κτίσει και διαμορφώσει τον χώρον αυτόν μόνος του, κατά τέτοιον τρόπον, ώστε να του θυμίζει κάτι από τα λαξευμένα κελλιά των βράχων της Καππαδοκίας, του χωριού του, εντός των οποίων ηγωνίσθησαν και αγίασαν πλήθος Ασκητών και Αγίων. Αισθάνεται κανείς, να τον διαπερνά ρίγος και δέος, όταν μέσα στο πολύβουο κέντρο της νήσου της Αιγίνης και μέσα στο ταπεινό απλοϊκό Ησυχαστήριο, ανακαλύπτει τέτοιους Τόπους, όπου βοούν και αναβρύουν πνιχτές κραυγές ενθέρμου προσευχής και πολλά δάκρυα ενός συγχρόνου Ησυχαστού - Αγίου μας.
Συχνά, έμενε ημέρες και νύχτες εκεί προσευχόμενος και αθέατος διά πολλούς προσκυνητάς - επισκέπτας. Τα μόνα τα οποία υπήρχαν εκεί, ήσαν ένα σκαμνάκι και μία Εικόνα κρεμασμένη εις τον τοίχο. Όταν δε εξήρχετο απ' εκεί ή εδέχετο εις τον συνήθη χώρον του <<κελλίου>> του, ουδείς είχεν αντιληφθεί, πόσον φορτωμένος και ανανεωμένος από την Θείαν Χάριν και Ευλογίαν ήτο ο Γέροντας από τα μυστικά εκείνα βιώματα και δάκρυα εντός της <<κατακόμβης>>.
Είχε δώσει εντολήν, μόνον μετά την κοίμησίν του να εισέλθη άλλος εκεί,
ή να χρησιμεύση δι' άλλας προσευχάς και πνευματικά αγωνίσματα ο χώρος αυτός.
Και η ίδια η Γερόντισσα, μόνον μετά την κοίμησιν του Οσίου Γέροντος, εισήρχετο και επανελάμβανε το ίδιο πρόγραμμα και τας ιδίας Μυστικάς Προσευχάς και δάκρυα εκεί.
Είναι δε ευλογία δι' ημάς, τους <<περιλειπομένους>> να επισκεπτώμεθα και εγγίζωμεν τους Χώρους αυτούς.
Απόσπασμα εκ του βιβλίου της Σωτηρίας Δ. Νούσση<<Ο Γέρων Ιερώνυμος της Αιγίνης (1883 - 1966)>>,Ζ' έκδοσις, εκδόσεις <<Επτάλοφος>>, Φεβρουάριος 2010, σελ. 18 - 20.Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου<<ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ>>.
Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2021
Κύπρος_Μια ηρωίδα του πόνου είναι και η “αδελφή Μαριάμ” η γνωστή “Θεία Μαρούλα” από τη Λεμεσό
Σάββατο 28 Αυγούστου 2021
Η αγάπη της μάνας...
Βρισκόμαστε στη Μόσχα, στη δεκαετία του 1980.
Στις δώδεκα τα μεσάνυχτα, χτύπησαν την πόρτα στην εκκλησία. Ήταν μια γριούλα. Και ζητούσε παπά, να πάει να κοινωνήσει έναν άρρωστο.
Ο παπάς ετοιμάστηκε και βγήκε αμέσως μαζί της. Πλησιάζουν σε ένα φτωχό σπιτάκι, τύπου παράγκας…
Η γριούλα ανοίγει την πόρτα και μπάζει τον ιερέα σε ένα δωμάτιο.
Καί να ξαφνικά ο παπάς ευρίσκεται εκεί μόνος με μόνο τον άρρωστο.
Ο άρρωστος του δείχνει με χειρονομίες την πόρτα και σκούζει.
– Φύγε από εδώ! Ποιος σε εκάλεσε; Εγώ είμαι άθεος. Και άθεος θα πεθάνω.
Ο παπάς τα έχασε…
– Μα δεν ήλθα από μόνος μου! Με εκάλεσε η γριά..!
– Ποια γριά; Εγώ δεν ξέρω καμμιά γριά..!
Ο παπάς, καθώς στέκει απέναντί του, βλέπει επάνω από το κεφάλι του άρρωστου, μια φωτογραφία με την γυναίκα που τον εκάλεσε.
Του λέει, ενώ του δείχνει το πορτραίτο.
– Να αυτή!
– Ποια αυτή, Ξέρεις, τί λες, παπά;
– Αυτή είναι η μάνα μου. Και έχει πεθάνει χρόνια τώρα!
Για μια στιγμή πάγωσαν και οι δύο. Αισθάνθηκαν δέος. Ο άρρωστος άρχισε να κλαίει…
Καί αφού έκλαψε, ζήτησε να εξομολογηθεί, και μετά, εκοινώνησε…
Η μητέρα του είχε φροντίσει από τον ουρανό, να του δείξει τον δρόμο της σωτηρίας…
Από το βιβλίο “Στο σταυροδρόμι”, Δημητρίου Ντούντκο, Μόσχα 1994
Μια αληθινή ιστορία