Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022

Ἡ Ἁγία Ξένη η Ρωμαία




Ἀποξενοῦται τοῦδε τοῦ βίου Ξένη,
Οὗ ζώσα καὶ πρίν, ὡς ἀληθῶς ἦν ξένη.


Ἡ Ἁγία Ξένη καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἀπὸ γενιὰ τιμημένη καὶ εὔπορη. Οἱ γονεῖς της ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὴν νυμφεύσουν. Ἐνῶ ὅμως εἶχαν τὰ πάντα ἑτοιμασθεῖ γιὰ τὸν γάμο, ἐκείνη ἐγκατέλειψε τὴ νυφικὴ παστάδα, παίρνοντας μαζί της καὶ δύο πιστές της θεραπαινίδες καὶ διὰ θαλάσσης ἔφθασε στὴν πόλη τῶν Μυλασῶν. Στὰ Μύλασα μᾶλλον πῆγε καὶ ἐγκαταστάθηκε, ὕστερα ἀπὸ συμβουλὴ τοῦ μακαρίου μοναχοῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος ἐμφανίστηκε στὴν Ὁσία μετὰ ἀπὸ θεῖο φωτισμό, ὅταν ἐκείνη πέρασε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἔγινε ὁ πνευματικός της καθοδηγητής.


Στὴν πόλη τῶν Μυλασῶν, ἡ Ὁσία Ξένη ἔκτισε ἱερὸ ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Ἐκεῖ κτίσθηκαν καὶ κελιὰ ὅπου διέμεναν ἡ Ξένη, οἱ δυὸ θεραπαινίδες καὶ λίγες ἄλλες παρθένες.
Ἡ Ὁσία Ξένη, ἀφοῦ διῆλθε τὴν ζωή της θεοφιλῶς καὶ ὁσίως, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὅταν παρέδωσε τὴν ἁγία της ψυχὴ στὸν Θεό, ἐνῶ ὁ ἥλιος φώτιζε τὴν γῆ, φάνηκε στὸν οὐρανὸ Σταυρός, ποὺ τὸν σχημάτιζαν ἀστέρες. Τὸν οὐράνιο αὐτὸ Σταυρὸ τὸν περιέκλειε χορὸς ἀστέρων, σὰν νὰ ἦταν, καθὼς φαίνεται, στεφάνι τῆς Ὁσίας Ξένης, μὲ τὸ ὁποῖο τὴν ἐπιβράβευε ὁ Θεὸς γιὰ τὶς νηστεῖες της, τὶς ἀγρυπνίες της καὶ τὴν ἁγνότητα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Ξένην ἤνυσας, ζωὴν ἐν κόσμῳ, ξένην ἔσχηκας, προσηγορίαν, ὑπεμφαίνουσαν τῇ κλήσει τὸν τρόπον σου· σὺ γὰρ νυμφίον λιποῦσα τὸν πρόσκαιρον, τῷ ἀθανάτῳ ὁσίως νενύμφευσαι. Ξένη ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοῖ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ’ εἰκόνα, λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾶν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ, ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ, διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Ξένη τὸ Πνεῦμά σου.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τὸ σὸν ξενότροπον Ξένη μνημόσυνον, ἐπιτελοῦντες οἱ πόθῳ τιμῶντές σε, ὑμνοῦμεν Χριστὸν τὸν ἐν ἅπασι, σοὶ παρέχοντα ἰσχὺν τῶν ἰάσεων· ὃν πάντοτε δυσώπει, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Θάλαμον λιποῦσα τὸν νυμφικόν, ξενοτρόπως Μῆτερ, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, ᾧ καὶ νυμφευθεῖσα, τῇ ξένῃ βιωτῇ σου, ὦ Ξένη πανολβία, ἡμῶν μνημόνευε.

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2022

Παρακλητικός Κανόνας στην Οσία Ξένη την δια χριστόν σαλή


ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ Η ΡΩΣΙΔΑ - Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗ

Ἡ Ὁσία Ξένη ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή


Γεννήθηκε στὴν Ἁγία Πετρούπολη τῆς Ρωσίας, τὸ ἔτος 1720, καὶ ὡς νεαρὴ ὄμορφη κοπέλα παντρεύτηκε τὸν Ἀντρέα Φεοντόροβιτς Πετρὼφ ποὺ εἶχε τὸν βαθμὸ τοῦ συνταγματάρχου καὶ ἦταν πρωτοψάλτης στὴν βασιλικὴ αὐλή. Ἡ θέση αὐτὴ ἦταν μία πολὺ ὑψηλὴ κοινωνικὴ θέση καὶ ἔδινε δόξα καὶ ὑλικὴ ἀπολαβή.

Ἦταν νέοι. Εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὑπηρέτησαν καὶ οἱ δυὸ στὴν βασιλικὴ αὐλή, ὅπου ἔκαναν τὸ γάμο τους. Ζοῦσαν πολὺ εὐτυχισμένοι μαζί. Λόγω τῆς νεότητάς τους, τοὺς ἄρεσε πολὺ νὰ πηγαίνουν σὲ χοροεσπερίδες καὶ σὲ συμπόσια. Καλοῦσαν φιλοξενουμένους στὸ σπίτι τους καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι πήγαιναν ὡς φιλοξενούμενοι σὲ ἄλλα σπίτια. Αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι τὰ ὀνομάζουν «καλὴ τύχη» καὶ φαινόταν ὅτι τίποτε στὸ ἀνδρόγυνο αὐτό, τὸν Ἀνδρέα καὶ τὴν Ξένια, δὲν θὰ ἔδινε τέλος σ’ αὐτή τους τὴν χαρά. Ἀλλὰ ξαφνικὰ ἕνα φοβερὸ χτύπημα, σὰν κεραυνὸς ἐν αἰθρίᾳ, ὁ ἀναπάντεχος θάνατος τοῦ ἀγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε τὴν Ξένια Γκριγκόριεβνα. Στὰ εἴκοσι ἕξι της χρόνια, ἕνα βράδυ σὲ ἕνα χορὸ ὁ ἄντρας της ἐνῶ ἔπινε μὲ τοὺς φίλους τους, ξαφνικὰ ἔπεσε κάτω νεκρός. Αὐτὸ φυσικὰ ἦταν πολὺ ὀδυνηρὸ γιὰ τὴν Ξένια. Ὁ Ἀντρέας, δὲν εἶχε ποτὲ ἐξομολογηθεῖ καὶ λάβει Θεία Κοινωνία ἕως πρὶν πεθάνει, καὶ ἐκείνη ἀνησυχοῦσε τρομερὰ γιὰ τὴν ψυχή του.

Σύντομα μετὰ τὴν ταφή του, ἡ Ὁσία Ξένια ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Πετρούπολη γιὰ ὀκτὼ χρόνια. Πιστεύεται ὅτι αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα τὸ πέρασε σὲ ἕνα ἐρημητήριο ἢ σὲ ἕνα μοναστήρι, μαθαίνοντας τὸ δρόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας εἶχε ἀξιόπιστη πληροφορία ὅτι ἡ μακαρία Ξένια γιὰ τὴν πνευματική της τελείωση δαπάνησε αὐτὰ τὰ χρόνια μεταξὺ τῶν Στάρετς προετοιμάζοντας τὸν ἑαυτό της γιὰ τὸν δύσκολο ἀγώνα τῶν διὰ Χριστὸν σαλῶν καὶ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν πνευματική τους καθοδήγηση.

Ποῦ ἦταν οἱ Στάρετς; Ἴσως ἦταν στὸ Hermitage ἣ σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια ποὺ αὐτὸν τὸν καιρὸ εἶχαν Στάρετς, μαθητὲς τοῦ Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ὕστερα ἀπὸ ὀχτὼ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στὴν πατρίδα της, τὴν ἁγία Πετρούπολη, καὶ δὲν τὴν ξανάφησε στὰ ἄλλα τριάντα ἑπτὰ χρόνια τῆς ζωῆς της σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Ἁγία Πετρούπολη, χάρισε τὰ ὑπάρχοντά της, τὸ σπίτι της, τὰ χρήματά της, τὰ ὄμορφα ροῦχα της. Κατὰ πρώτον ἄρχισε νὰ βεβαιώνει σὲ ὅλους ὅσους τὴν περιτριγύριζαν ὅτι ὁ σύζυγός της δὲν πέθανε, ἀλλὰ ὅτι πέθανε αὐτή. Φόρεσε τὰ ροῦχα τοῦ νεκροῦ συζύγου της καὶ ἄρχισε νὰ ὀνομάζει τὸν ἑαυτὸ τῆς Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς. Οἱ συγγενεῖς της τὴν θεώρησαν περισσότερο γιὰ παράφρονα , ὅταν αὐτὴ ἄρχισε νὰ μοιράζει τὴν περιουσία της στοὺς πιὸ φτωχοὺς καὶ ὅταν ἔδωσε τὸ σπίτι της στὴν Παρασκευὴ Ἀτόνοβα. Οἱ ἐνδιαφερόμενοι γιὰ τὴν περιουσία της συγγενεῖς της στράφηκαν στὶς ἀρχὲς καὶ ζήτησαν ἀπὸ αὐτὲς νὰ λάβουν μέτρα ἐναντίον μιᾶς τέτοιας διάθεσης τῆς κληρονομιᾶς της ἀπὸ αὐτήν. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀναφορὰ τῶν συγγενῶν οἱ ἀρχὲς τὴν κάλεσαν καὶ ἀφοῦ συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ὅτι ἦταν πολὺ καλὰ στὰ λογικά της καὶ εἶχε ἑπομένως κάθε δικαίωμα νὰ κάνει ὅτι ἤθελε τὴν περιουσία της (σημειώνεται τὸ συμβὰν: οἱ συγγενεῖς τῆς Ξένιας τὴν πῆγαν στὸ δικαστήριο ἀλλὰ ὁ δικαστὴς βρῆκε ὅτι ἔχει καλὸ καὶ γερὸ νοῦ ὅσο αὐτὴ συνέχιζε νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχούς.) Ἀλλὰ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχουμε ἕνα ὄνομα γιὰ τοὺς ἁγίους ἀνθρώπους ποὺ οἱ ἄλλοι πιθανὸν νὰ νομίζουν ὅτι εἶναι τρελοί. Ἐμεῖς τοὺς ὀνομάζουμε «διὰ Χριστὸν σαλούς». Αὐτοὶ συχνὰ δὲν εἶναι τρελοί, ἀλλὰ προσποιοῦνται ὅτι εἶναι, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ κρύψουν τὰ πνευματικά τους χαρίσματα.

Τί συνέβηκε πράγματι μὲ τὴν Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ἀσφαλῶς συνέβηκε μέσα της μιὰ πλήρης πνευματικὴ ἀντιστροφή, πού, κατὰ τὰ ἴδια της τὰ λόγια, ἡ Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα εἶχε πεθάνει!...Βάζοντας τὰ ροῦχα τοῦ συζύγου της καὶ παίρνοντας τὸ ὄνομά του ἦταν κατὰ τὴ γνώμη της, σὰν νὰ παρατεινόταν ἡ δική του ζωὴ στὸ πρόσωπό της γιὰ νὰ συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες του μὲ τὴ δική της ἀφιερωμένη στὸ Θεὸ ζωή. Τώρα αὐτὴ παρουσίαζε τὸν ἑαυτό της στὸν κόσμο μὲ τὴν δύσκολη ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ ὡς «κατὰ Χριστὸν τρελή».

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης λέγει: «Ὑπάρχει μία ἀληθινή, πραγματικὴ ζωὴ καὶ μία φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Τὸ νὰ ζεῖς γιὰ νὰ τρῶς, νὰ πίνεις, νὰ ντύνεσαι, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνεις καὶ νὰ γίνεσαι πλούσιος, τὸ νὰ ζεῖς γενικὰ γιὰ ἐγκόσμιες χαρὲς καὶ φροντίδες, αὐτὸ εἶναι μία φαντασία. Τὸ νὰ ζεῖς ὅμως γιὰ νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐργάζεσαι μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους, αὐτὴ εἶναι πραγματικὴ ζωή! Ὁ πρῶτος τρόπος ζωῆς εἶναι ἀκατάπαυστος πνευματικὸς θάνατος. Ὁ δεύτερος εἶναι ἀκατάπαυστη ζωὴ τοῦ πνεύματος» (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, Περὶ τῆς ἐγκοσμίου ζωῆς) .

Ἀπὸ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι τὸ «χτύπημα» ποὺ «χτύπησε» τὴν δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια ἦταν μία ὤθηση ἀπὸ τὴν μὴ πραγματικὴ ζωὴ στὴν ζωὴ τοῦ Πνεύματος.



Ἡ μακαρία Ξένια, ποὺ ἦταν πλούσια πρῶτα, ἔζησε τώρα μιὰ φτωχική, πολὺ φτωχικὴ ζωή. Ζοῦσε χωρὶς σπίτι, περιπλανώμενη στοὺς δρόμους τῆς πόλης ἐμπαιζόμενη καὶ κακομεταχειριζόμενη ἀπὸ πολλούς. Ἡ μόνη τροφή της ἐρχόταν ἀπὸ γεύματα ποὺ μερικὲς φορὲς δεχόταν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ γνώριζε. Τὸ βράδυ ἀποσυρόταν σὲ ἕναν ἀγρὸ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ ἐκεῖ γονατιστὴ προσευχόταν ὡς τὸ πρωί. Δὲν εἶχε πραγματικὰ ποὺ νὰ κλίνη τὴν κεφαλή της. Γιὰ σκέπη της εἶχε τὸν μελαγχολικὸ βροχερὸ οὐρανὸ τῆς ἁγίας Πετρούπολης, ἐνῶ γιὰ κρεβάτι της εἶχε τὸ ὑγρὸ γυμνὸ ἔδαφος. Περνοῦσε τὶς νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στὸ γυμνὸ ἔδαφος τῶν χωραφιῶν. Αὐτὸ τὸ μαρτυροῦσαν ἡ ἀστυνομία καὶ οἱ κάτοικοι, ποὺ τὴν ἀνακάλυψαν, γιατί εἶχαν τὴν περιέργεια νὰ μάθουν ποὺ ἐξαφανιζόταν τὶς νύχτες. Κάποτε κάποιος ἀστυνομικὸς τὴν παρακολούθησε καὶ τὴν εἶδε νὰ κλίνη τὰ γόνατά της σ’ ἕνα ἀνοιχτὸ χωράφι καὶ νὰ προσεύχεται. Ἄρχισε νὰ προσεύχεται ἀπὸ τὸ βράδυ καὶ δὲν σηκώθηκε μέχρι τὸ πρωί. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν προσευχῶν της ἔκανε μετάνοιες σὲ ὅλες τὶς διευθύνσεις προσευχόμενη γιὰ ὅλους τους ὀρθόδοξους χριστιανούς.



Κατὰ τὴν ἡμέρα συνήθως γύριζε γύρω στοὺς δρόμους τῆς ἁγίας Πετρούπολης. Τὰ κουρελιασμένα ροῦχα της δύσκολα τὴν σκέπαζαν – μιὰ κόκκινη φούστα καὶ τὸ στρατιωτικὸ σακάκι τοῦ ἄντρα της. Στὰ πόδια της εἶχε χαλασμένα παπούτσια καὶ γύρω ἀπὸ τὸ κεφάλι της εἶχε δεμένο ἕνα παλιὸ μαντήλι. Ἀκόμα καὶ κατὰ τὸν βαρὺ χειμώνα δὲν φοροῦσε ζεστὰ ροῦχα καὶ παπούτσια, ἂν καὶ ἡ καλοσύνη τοῦ λαοῦ τῆς πρόσφερε πολλὰ ἀπ’ αὐτά. Σὲ ὅλες τὶς περιόδους τοῦ ἔτους τὴν ἔβλεπαν ντυμένη στὰ ἴδια κουρέλια. Τὸ κρύο στὴν ἁγία Πετρούπολη ἦταν δυνατὸ καὶ διαπερνοῦσε τὰ κόκαλα. Ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ χύνεται μὲ ἀφθονία στοὺς ἁγίους του Θεοῦ, τοὺς ἔκανε νὰ νικοῦν τοὺς νόμους τῆς φύσεως. Αὐτὴ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔδινε ζεστασιὰ καὶ δύναμη στὴ μακαρία Ξένη.

Πολλοὶ ἀγαποῦσαν αὐτὴν τὴν ἥσυχη, τὴν ἤρεμη, τὴν ταπεινὴ καὶ τὴν εὐγενικὴ δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια. Ἀρκετοὶ τὴν λυπόντουσαν καὶ τῆς ἔδιναν ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ αὐτὴ δὲν τὴν ἔπαιρνε. Ἐὰν δεχόταν κανένα μικρὸ κέρμα, ἀμέσως τὸ ἔδινε σὲ κάποιον φτωχὸ ζητιάνο. Δεχόταν ἐλεημοσύνη ἀπὸ φιλεύσπλαχνους ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀμέσως τὰ χάριζε στοὺς φτωχούς, κάνοντας καλὸ στοὺς ἀνθρώπους στὸ ὄνομα τοῦ Ἀντρέα, ἔτσι ὥστε ἂν ἡ ψυχή του ὑπέφερε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὶς ὁποῖες δὲν εἶχε μετανοήσει, οἱ πράξεις της καὶ οἱ προσευχές της θὰ τὸν βοηθοῦσαν. (Οἱ Χριστιανοὶ συχνὰ δίνουν χρήματα ἢ προσεύχονται γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων. Αὐτὸ λέγεται ἐλεημοσύνη ἀλλὰ δὲν εἶναι τόσο σύνηθες νὰ ἐγκαταλείπει κάποιος ὅλη του τὴ ζωὴ γιὰ ἕνα ἄνθρωπο, ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε ἡ Ξένια). Τὸ ἐνδιαφέρον εἶναι ὅτι κάνοντας καλὲς πράξεις καὶ προσφέροντας προσευχὲς γιὰ τοὺς ἄλλους, πλησιάζεις πολὺ τὸ Θεό, καὶ αὐτὸ συνέβηκε καὶ μὲ τὴν Ξένια. Προσευχόταν τόσο πολὺ γιὰ τὸν ἄντρα της καὶ αὐτὸ τὴν ἔκανε Ἁγία!

Ὁ Κύριος εἶχε δώσει στὴν Ξένια πολλὰ πνευματικὰ δῶρα καὶ αὐτὴ ἄρχισε νὰ κάνει περίεργα πράγματα ὅπως περπατοῦσε ξυπόλυτη στὸ χιόνι καὶ φοροῦσε ἀσυνήθιστα ροῦχα ἔτσι ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν νομίσουν ὅτι ἐκείνη εἶναι κάτι τὸ ἐξαιρετικό. Αὐτὴ μερικὲς φορὲς γνώριζε τί πρόκειται νὰ συμβεῖ πρὶν αὐτὸ συμβεῖ, ἢ ἂν οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἕνα πρόβλημα καὶ δὲν γνώριζαν τί θέλει ὁ Θεὸς νὰ κάνουν, αὐτὴ μποροῦσε νὰ τοὺς τὸ πεῖ. Συχνὰ κοιτάζοντας μὲ μία ματιὰ τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὴ ἤξερε ἂν αὐτοὶ ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια ἢ ὄχι.



Σιγὰ σιγά, οἱ ἄνθρωποι τῆς πόλης παρατήρησαν τὰ σημάδια ἁγιότητας ποὺ ἦταν τὸ ὑπόστρωμα τῆς φαινομενικὰ διαταραγμένης τῆς ζωῆς: παρουσίαζε τὸ χάρισμα τῆς προφητείας καὶ ἡ ὅλη παρουσία της σχεδὸν πάντα ἐπιβεβαίωνε τὴν εὐλογία της. Τὸ Συναξάρι λέει :

«Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ φαινόταν νὰ τὴ συνοδεύει ὁπουδήποτε ἐκείνη πήγαινε: ὅταν ἔμπαινε σὲ ἕνα μαγαζὶ οἱ εἰσπράξεις τῆς ἡμέρας αὐξάνονταν σημαντικά. Οἱ ἔμποροι τὴν παρακαλοῦσαν νὰ πάρει κάτι ὡς δῶρο ἢ τουλάχιστον νὰ μπεῖ στὸ κατάστημά τους. Ἤξεραν ὅτι ἐκείνη τὴ μέρα οἱ δουλειές τους θὰ πήγαιναν πολὺ καλὰ καὶ τὰ κέρδη τους θὰ ἦταν πολλά. Ὅταν περπατοῦσε στὸν δρόμο, ἀπὸ ὅλες τὶς μεριές, ἀπὸ ὅλα τὰ ἁμάξια ποὺ περνοῦσαν ἄκουγε νὰ φωνάζουν: «Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα, θέλω νὰ σὲ πάρω στὸ ἁμάξι μου ἔστω καὶ γιὰ λίγα βήματα». καὶ ὅταν ἔμπαινε σὲ κάποιο αὐτοκίνητο, τὸ εἰσόδημα τοῦ αὐτοκινήτου αὐτοῦ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἦταν πολὺ μεγάλο. Ἡ μακαρία Ξένη προτιμοῦσε νὰ κάθεται σὲ αὐτοκίνητα ἀνθρώπων ποὺ εἶχαν ἀνάγκη βοηθείας. Ἐὰν μιλοῦσε μὲ κανέναν ποὺ ἦταν στενοχωρημένος, ἀμέσως αὐτὸς καταπραϋνόταν καὶ τοῦ ἐρχόταν μία θαυματουργικὴ βοήθεια. Ὅταν ἀγκάλιαζε ἕνα ἄρρωστο παιδί, ἀμέσως αὐτὸ γινόταν καλά. Ἡ πολὺ καὶ μακροχρόνια συμπόνια της, ἄνοιξε τὸ δρόμο τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς εὐλάβειας πρὸς τὸ πρόσωπό της καὶ οἱ ἄνθρωποι γενικὰ ἔφτασαν νὰ τὴν θεωροῦν ὡς τὸ φύλακα ἄγγελο τῆς πόλης.»

Κάποτε, τὸ ἔτος 1764, ταράχτηκε πολὺ καὶ ξέσπαγε κάθε μέρα σὲ δάκρυα. Οἱ ἄνθρωποι τὴν ρωτοῦσαν τὴν αἰτία ποὺ κλαίει καὶ αὐτὴ ἀπαντοῦσε: «Αἷμα, αἷμα, αὐλάκι ἀπὸ αἷμα!». Τότε ὅλοι ἦταν ἀνήσυχοι γιὰ τὸ τί ἄραγε θὰ συνέβαινε. Ἀλλὰ τρεῖς ἑβδομάδες ἀργότερα οἱ πολίτες τῆς ἁγίας Πετρούπολης ἔμαθαν τί σήμαιναν τὰ λόγια της. Ἀπὸ τὴν ρωσικὴ ἱστορία γνωρίζουμε ὅτι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀξιωματικοῦ Μίροβιτς νὰ ἐλευθερώσει τὸν αἰχμάλωτο βασιλέα Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς, ποὺ ἦταν φυλακισμένος στὸ φρούριο Schlusselburg, ἀπέτυχε καὶ ὁ Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς φονεύθηκε.

Στὶς 24 Δεκεμβρίου 1761, τὴν παραμονὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ μακαρία Ξένη περιερχόταν τοὺς δρόμους τῆς πρωτεύουσας καὶ ἔλεγε στὸν καθένα νὰ κάνη τηγανίτες. Τὴν ἑπομένη μέρα ἀκούστηκε τὸ φοβερὸ νέο: ἡ αὐτοκράτειρα Ἐλισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οἱ τηγανίτες θὰ ἦταν γιὰ τὴν ἀγρυπνία, ποὺ ἡ προικισμένη μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα ὁσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις ποὺ ἐκδηλωνόταν τὸ προορατικὸ χάρισμά της καὶ περιπτώσεις βοηθειῶν ποὺ πρόσφερε στὸν λαὸ μὲ τὸ χάρισμά της αὐτό, ἔχουμε πολλές.

Μερικὲς φορές, ὅταν οἱ Χριστιανοὶ κάνουν καλὲς πράξεις, τὶς κάνουν κρυφὰ ὥστε μόνο ὁ Θεὸς νὰ βλέπει. Αὐτὸ γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Μὴν ἀφήνεις νὰ γνωρίζει ἡ ἀριστερά σου χεὶρ τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» καί, «Κάνε τὶς καλές σου πράξεις μυστικὰ ὥστε ὁ Πατέρας ποὺ σὲ βλέπει μυστικὰ νὰ σὲ ἀνταμείψει φανερά.» Αὐτὸ εἶναι ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὴν εἰκόνας τῆς Ἁγίας Ξένιας. Πρὶν πολλὰ χρόνια, ὅταν οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἁγίας Πετρούπολης ἔχτιζαν μία ἐκκλησία στὸ κοιμητήριό του Smolensk, ἡ Ἁγία Ξένια συνήθιζε νὰ πηγαίνει κατευθείαν τὸ βράδυ καὶ νὰ κουβαλάει βαριοὺς πλίνθους οἱ ὁποῖοι χρειάζονταν τὴν ἑπόμενη μέρα γιὰ τὸ χτίσιμο τῆς στέγης τῆς ἐκκλησίας. Ὅταν οἱ τεχνίτες ἔρχονταν κάθε πρωί, ἔβρισκαν τὸ σκληρότερο μέρος τῆς δουλειάς τους ἤδη τελειωμένο καὶ αὐτοὶ ἀναρωτιόνταν ποιὸς νὰ ἦταν ποὺ ἔκανε αὐτὴ τὴν εὐγενικὴ πράξη. Τελικά, δύο ἀπ’ αὐτοὺς ἀποφάσισαν νὰ περάσουν τὸ βράδυ τους στὸ κοιμητήριο. Περίμεναν καὶ περίμεναν, καὶ ὅταν ἔγινε σκοτάδι, ἡ Ἁγία Ξένια ἐμφανίστηκε. Ὅλο τὸ βράδυ, τὴν παρακολουθοῦσαν νὰ ἀνεβαίνει καὶ νὰ κατεβαίνει μὲ τὰ τοῦβλα της, τοὺς τοίχους τῆς μισοτελειωμένης ἐκκλησίας.



Ἡ ἐκκλησία ποὺ ἡ Ἁγία Ξένια βοήθησε στὸ χτίσιμο εἶναι ἀκόμη στὸ κοιμητήριο τοῦ Smolensk καὶ δίπλα της ὑπάρχει ἕνα μικροσκοπικὸ παρεκκλήσιο στὸ ὁποῖο ἔχει ταφή. Προσκυνητὲς ἀπὸ ὅλη τὴ Ρωσία ἀκόμη ἔρχονται ἐκεῖ νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ ζητήσουν νὰ τοὺς βοηθήσει. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν φρικτὰ δύσκολων χρόνων στὴ Ρωσία, ὅταν οἱ ἐκκλησίες ἦταν κλειστὲς λόγω τοῦ ὅτι ὁ Κομουνισμὸς δὲν ἤθελε οἱ ἄνθρωποι νὰ λατρεύουν τὸ Θεό, προσκυνητὲς ἔρχονταν κρυφὰ στὴν Ἁγία Ξένια. Ἡ πόρτα τοῦ παρεκκλησίου ἦταν κλειδωμένη καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ μποῦν μέσα, ἔγραφαν τὶς προσευχές τους σὲ μικρὰ χαρτάκια καὶ τὰ ἄφηναν μέσα στὶς ρωγμὲς τῶν τοίχων. Στὸν Κομουνισμὸ δὲν ἄρεσε αὐτὸ καθόλου, ἀλλὰ σύντομα κατάλαβαν ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ σταματήσουν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἀγαπᾶνε τοὺς Ἁγίους, ἢ νὰ σταματήσουν οἱ Ἅγιοι νὰ τοὺς βοηθοῦν!

Σαράντα πέντε χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἄντρα της, ἡ Ἁγία Ξένια ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ, στὴν ἡλικία τῶν ἑβδομήντα ἐνὸς ἐτῶν, κάπου στὰ 1800. Ὑποθέτουν ὅτι ἀναπαύθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1806 καὶ 1814. Δὲν ὑπάρχει ἀκριβῆς πληροφορία σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν χρόνο καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ καθορίσουμε ἀκριβῶς τὴν χρονολογία τοῦ θανάτου της. Γνωρίζοντας τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ μὲ τὸν ὁποῖο τὴν περιέβαλε ὁ κόσμος μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε μὲ βεβαιότητα ὅτι ἡ κηδεία της εἶχε μεγάλη ἐπισημότητα καὶ ὅτι πολὺς κόσμος θὰ συγκεντρώθηκε, γιὰ νὰ τῆς δώσει τὸν τελευταῖο χαιρετισμό.

Ὁ τάφος της, ἀμέσως, ἔγινε τόπος προσκυνήματος: ἔτσι πολλοὶ προσκυνητὲς ἔπαιρναν χῶμα ἀπὸ τὸν τάφο της ὡς εὐλογία καὶ νέο χῶμα ἔπρεπε νὰ τροφοδοτεῖται τακτικά. Τελικὰ τοποθετήθηκε ἐπάνω στὸν τάφο της μιὰ πλάκα ἀπὸ γρανίτη μὲ τὴν ἐπιγραφὴ :

«Εις τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐδῶ ἀναπαύεται τὸ σῶμα τῆς δούλης τοῦ Θεοῦ, Ξένης Γκριγκόριεβνα, γυναικὸς τοῦ αὐτοκρατορικοῦ πρωτοψάλτη, συνταγματάρχου Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σὲ ἡλικία 26 ἐτῶν, μία προσκυνήτρια γιὰ 45 χρόνια, ἔζησε 71 χρόνια. Ἦταν γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα Ἀνδρέα Φεοντόροβιτ».

Αὐτὰ γράφονται στὸ λακωνικὸ ἐπιτύμβιο πάνω στὸν τάφο τῆς μακαρίας Ξένης, γραμμένα ἀπὸ ἕνα ἄγνωστο πρόσωπο.

Ὅμως καὶ αὐτὴ ἡ πλάκα ἐπίσης βαθμιαία χαράσσονταν καὶ φθείρονταν ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ἔπειτα χτίστηκε στὸν τάφο της ἕνα ἐκκλησάκι μὲ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν. Πολλοὶ πιστοὶ ἄρχισαν νὰ γράφουν πιὸ τοίχους τοῦ ναϋδρίου διάφορα αἰτήματα, ὥστε ἀναγκάστηκαν νὰ τὸν χρωματίσουν. Οἱ ἱερεῖς ἔκαναν παννυχίδες στὸ ναὸ ἀπὸ νωρὶς τὸ βράδυ μέχρι ἀργὰ τὸ πρωί.

Τὰ χέρια τῶν ἀθεϊστῶν δὲν σεβάστηκαν τὸν τόπο τῆς ἀναπαύσεως τῆς ἁγίας. Γι’ αὐτὸ τὰ παράθυρα ἦταν κλειστὰ μὲ σανίδες καὶ ἡ εἴσοδος ἦταν κλειστή, ἀλλὰ ὁ δρόμος πρὸς τὸ νεκροταφεῖο Σμόλενκ ἦταν πάντοτε ἀνοιχτός. Νέοι καὶ γέροι πήγαιναν στὸ παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τὰ αἰτήματά τους γιὰ βοήθεια καὶ ἔσκυβαν στὸ ἔδαφος κοντὰ στὸν τάφο.

Καὶ ἡ μακαρία Ξένη τοὺς βοηθοῦσε ὅλους.

Θαύματα, θεραπεῖες καὶ ἐμφανίσεις τῆς Ἁγίας Ξένιας συμβαίνουν καὶ σήμερα σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπισκέπτονται τὸν τάφο της ἣ ποὺ ἁπλὰ ζητᾶνε τὶς πρεσβεῖες της. Ὁ Θεὸς θεραπεύει πολλοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ ἀσθένειες καὶ πάθη μέσω τῶν πρεσβειῶν τῆς Ἁγίας Ξένιας. Αὐτὴ τοὺς βοηθᾶ νὰ βροῦν δουλειά, σπίτι ἢ σύζυγο (ὅλα αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποία ἐκείνη ἀπαρνήθηκε στὴν δική της ζωή). Ἡ Ἁγία Ξένια δὲν εἶχε σπίτι καὶ ἔτσι γνωρίζει πόσο σκληρὸ εἶναι νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἕνα σπίτι καὶ νὰ ζεῖς ἄστεγος. Στὴν ἐκκλησία τὴν ἡμέρα τῆς γιορτῆς της τὴν καλοῦμε «ἄστεγη περιπλανώμενη», γιατί ἐγκατέλειψε νωρὶς τὸ σπίτι της γιὰ τὸν παράδεισο.

Πρόσφατα μία γυναίκα στὴν Ἀγγλία, νεοφώτιστη στὴν ὀρθοδοξία, ἔψαχνε νὰ βρεῖ σπίτι κοντὰ σὲ ἐκκλησία γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ παρακολουθεῖ καθημερινὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Αὐτὴ καὶ ὁ πνευματικός της προσευχήθηκαν στὴν Ἁγία Ξένια καὶ ὦ τοῦ θαύματος σὲ λίγες μέρες ἡ γυναίκα αὐτὴ βρῆκε ἕνα διαμέρισμα σὲ ἕνα σπίτι ἀκριβῶς δίπλα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία! Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ!

Ἕνα εὐσεβὴ ἔθιμο εἶναι ἡ προσφορὰ Τρισάγιου ὑπὲρ ἀναπαύσεως τοῦ συζύγου της Ἀντρέα, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐκείνη προσευχόταν πυρετωδῶς ἕως τὸ τέλος τῆς ζωῆς της.
Ἡ Ἁγία Ξένια δοξάστηκε ἐπίσημα πρῶτα ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἔξω ἀπὸ τὴν Ρωσία, τὸ 1978 καὶ μετέπειτα τὸ 1988 ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας.

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2022

Τη ΚΑ΄ (21η) Ιανουαρίου, μνήμη της Αγίας Μάρτυρος ΑΓΝΗΣ.


Αγνή η Αγία Μάρτυς ήτο από την μεγαλόπολιν Ρώμην, καταγομένη από γένος λαμπρόν. Επειδή δε είχε την ζωήν αγνήν και καθαράν, σύμφωνον δηλαδή με το όνομά της, δια τούτο εδίδασκε τας γυναίκας, όσαι ήρχοντο προς αυτήν, τον λόγον της αληθείας· ομοίως δε τας εδίδασκε και περί σωφροσύνης και καθαρότητος και τας συνεβούλευε να γνωρίζωσι τον Χριστόν Θεόν αληθινόν και αυτόν μόνον να λατρεύωσι.

Ταύτα ακούσας ο της Ρώμης άρχων διέταξε και συνέλαβον την Αγίαν· παρασταθείσα δε αύτη έμπροσθέν του, διετάχθη υπ’ αυτού να θυσιάση εις τα είδωλα, διότι άλλως ήθελε βληθή εις πορνοστάσιον. Η δε Αγία απεκρίθη λέγουσα· «Ούτε εις τους θεούς σου θυσιάζω, ούτε δια το πορνοστάσιον, δια του οποίου με φοβερίζεις, φροντίζω, διότι ελπίζω εις τον Θεόν μου, τον παντοδύναμον και γλυκύτατόν μου Ιησούν Χριστόν, ότι θέλω λυτρωθή από αυτά καθαρά με την βοήθειαν Εκείνου». Ταύτα ακούσας ο παράνομος άρχων εκάλεσε τον έχοντα τας πόρνας γυναίκας, και παρέδωκεν εις αυτόν την Αγίαν, διατάξας πρώτον να διαπομπεύση την μάρτυρα εις την πόλιν, φορούσαν εν μόνον φόρεμα. Αφού δε εκείνος τούτο εποίησεν, έφερεν αυτήν εις το εργαστήριον του σατανά (ήτοι το πορνοστάσιον) και πας τις επλησίαζεν ελευθέρως προς αυτήν δια να την ατιμάση· όλοι όμως ευθύς άμα επλησίαζον, απεναρκούντο και ημποδίζοντο, διότι η επιθυμία αυτών εψυχραίνετο τόσον, ώστε εγίνοντο ωσάν νεκροί. Τότε υπερήφανός τις, μεγάλως κομπάζων και καυχώμενος, ωνείδιζε τους άλλους και με πολλήν θρασύτητα εμβήκεν ως ίππος θηλυμανής και επλησίασεν εις την παρθένον, αλλ’ ω του θαύματος! παρευθύς ενεκρώθη και έπεσε κατά γης. Αφού δε επέρασεν ώρα πολλή, εις από τους εκεί ευρεθέντας με μεγάλην φωνήν ανεβόησε λέγων· «Μεγάλη είναι η πίστις των Χριστιανών»! Εμβάντες δε και άλλοι και βλέποντες το παράδοξον εκείνο θέαμα του νεκρού, όλοι ομού με μίαν φωνήν ανεβόησαν· «Μεγάλη είναι η του Χριστού δύναμις». Ταύτα μαθών ο παρανομώτατος εκείνος άρχων παρέστησε την Αγίαν έμπροσθέν του, και είπε προς αυτήν· «Λέγε μοι, ω πονηρόν γύναιον, με ποίον τρόπον εθανάτωσες τον νεανίσκον»; Η Αγία απεκρίθη· «Ότε συ διέταξας να με ατιμάσωσι, τότε, ενώ εφερόμην εις το πορνοστάσιον, με ηκολούθησε λευκοφόρος τις νέος, όστις εμβάς μετ’ εμού εις το εργαστήριον του διαβόλου, παρίστατο πλησίον μου και αυτός ενέκρωνε την επιθυμίαν των νέων όσων με επλησίαζον· αυτός ήτο ο θανατώσας και τούτον τον νεκρόν, τον οποίον βλέπεις, διότι ότε αυτός με επλησίασε με πολλήν υπερηφάνειαν και θρασύτητα και προτού να με πλησιάση ή να είπη κανένα λόγον αισχρόν, τον έκαμεν ο λευκοφόρος εκείνος τοιούτον καθώς τώρα τον βλέπεις». Πάλιν ο άρχων τη λέγει: «Και ποίος είναι εκείνος όστις σε εβοήθησεν»; Η Αγία απεκρίθη: «Ο Κύριος και Θεός μου έστειλε τον Άγγελόν του και με εφύλαξεν ανωτέραν από πάσαν ατιμίαν». Ο άρχων λέγει: «Και λοιπόν αν θέλης να μας πληροφορήσης, ότι λέγεις αλήθειαν, παρακάλεσον τον Θεόν σου και ανάστησον τον νεκρόν αυτόν». Τότε η Αγία, σηκώσασα τας χείρας εις τον ουρανόν, προσηυχήθη και, ω του θαύματος! ανεστήθη ο νεκρός. Το παράδοξον τούτο θαύμα βλέποντες οι ασεβείς εξεπλάγησαν άπαντες, αυτός δε ο άρχων και άλλοι πολλοί εφώναζον: «Μεγάλη είναι η πίστις των Χριστιανών και μέγας είναι ο της ευγενεστάτης ταύτης γυναικός Θεός»! Τινές δε από τους ασεβείς και ακαθάρτους εφώναζον εις τον άρχοντα· «Σήκωσον ταύτην από το μέσον, διότι όσα θαυμάσια φαίνεται ότι κάμνει, όλα τα ενεργεί δια της μαγικής τέχνης». Τότε ο άρχων διέταξε να καύσωσιν εις το πυρ την Αγίαν. Αφού λοιπόν ανήφθη η πυρά, εσφράγισε πρώτον η Αγία τον εαυτόν της με τον τύπον του Τιμίου Σταυρού και έπειτα εμβήκεν εις το μέσον της πυράς με μεγάλον θάρρος. Όθεν έχουσα την προσευχήν εις το στόμα της, ανέδραμεν η μακαρία εις τα ουράνια, προς ον επόθησε νυμφίον Χριστόν, αφήσασα το παρθενικόν σώμα της εντός του πυρός. Αφού δε η πυρά εσβέσθη, τότε τινές Χριστιανοί εσήκωσαν κρυφίως το τίμιον αυτής λείψανον και το ενεταφίασαν εντίμως δοξάζοντες τον παντοδύναμον Θεόν.
ΠΗΓΗ.ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΦΩΝΗ

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2022

O τύραννος και η πιανίστρια


Ο Στάλιν δεν εμφανιζόταν για κανέναν για αρκετές ημέρες. Άκουγε πολύ το ραδιόφωνο. Κάπoια στιγμή τηλεφώνησε στην Επιτροπή Ραδιοφωνίας και ρώτησε αν είχαν την ηχογράφηση του 23ο κοντσέρτου του Μότσαρτ, το οποίο είχε ακούσει στο ραδιόφωνο την προηγούμενη μέρα. «Η Γιούντινα (σς. διάσημη πιανίστρια) έπαιξε», πρόσθεσε.

Του είπανε «φυσικά, υπάρχει». Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε ηχογράφηση - η συναυλία μεταδόθηκε ζωντανά. Φοβόταν όμως να πουν στον Στάλιν: "Όχι" - κανείς δεν ήξερε ποιες θα ήταν οι συνέπειες. Η ανθρώπινη ζωή δεν μετρούσε γι 'αυτόν. «Το μόνο που ήταν δυνατό ήταν να συμφωνήσω, να μαζέψουμε τη ορχήστρα ξανά».

Ο Στάλιν ζήτησε να του σταλεί η ηχογράφηση της ερμηνείας του Μότσαρτ από την πιανίστρια Γιούντινα. Η επιτροπή πανικοβλήθηκε, αλλά έπρεπε να γίνει κάτι. Κάλεσαν την Γιoύντινα και την ορχήστρα για ηχογράφηση τη νύχτα. Όλοι τρέμανε από τον φόβο. Εκτός από την Γιούντινα. Ήταν δυνατός χαρακτήρας .

Η Γιούντινα μου είπε αργότερα, ότι τον μαέστρο τον στείλανε στο σπίτι, καθώς δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτα από φόβο. Κάλεσαν έναν άλλο μαέστρο, ο οποίος έτρεμε, μπέρδευε τα πάντα και παρενέβη μόνο στην ορχήστρα. Τελικά μόνο ο τρίτος μαέστρος κατάφερε να ολοκληρώσει την ηχογράφηση.

Νομίζω ότι πρόκειται για μια μοναδική περίπτωση στην ιστορία της ηχογράφησης: εννοώ ότι τρεις φορές σε μια νύχτα άλλαξαν τρεις μαέστρους . Τέλος πάντων, η ηχογράφηση ήταν έτοιμη μέχρι το πρωί. Έφτιαξαν ένα αντίγραφο και το έστειλαν στον Στάλιν.

Λίγο αργότερα, η Γιούντινα έλαβε ένα φάκελο με είκοσι χιλιάδες ρούβλια. Της είπαν ότι αυτό έγινε με ειδική εντολή του Στάλιν. Τότε του έγραψε ένα γράμμα. Ξέρω για αυτήν την επιστολή από την ίδια και ξέρω ότι η ιστορία φαίνεται απίστευτη. Όμως, αν και είχε πολλές ιδιορρυθμίες , ένα πράγμα που μπορώ να πω σίγουρα είναι ότι ποτέ δεν έλεγε ψέματα. Είμαι σίγουρος ότι αυτό είναι αλήθεια. Η Γιούντινα έγραψε στην επιστολή της: «Ευχαριστώ, Ιωσήφ Βισσαριονοβιτς (Στάλιν), για την υποστήριξή. Θα προσευχηθώ για Σας μέρα και νύχτα και θα ζητήσω από τον Κύριο να συγχωρήσει τις τεράστιες αμαρτίες Σας ενώπιον του λαού και της χώρας. Ο Κύριος είναι ελεήμων, θα Σας συγχωρήσει. Έδωσα τα χρήματα στην εκκλησία της οποίας είμαι ενορίτισσα». 

Και η Γιούντινα έστειλε αυτό το δολοφονικό για την ίδια γράμμα στον Στάλιν. Αυτός το διάβασε και δεν είπε, ούτε λέξη, ούτε κούνησε το φρύδι. Φυσικά, η εντολή σύλληψης της Γιούντινα ήταν ήδη έτοιμη και η παραμικρή μομφή θα ήταν αρκετή για να καταστρέψει ακόμη και το ίχνος της. Αλλά ο Στάλιν έμεινε σιωπηλός και άφησε το γράμμα αναπάντητο. Η αναμενόμενη κίνηση των φρυδιών δεν πραγματοποιήθηκε.

Τίποτα δεν συνέβη στην Γιούντινα . Λένε, ότι όταν ο ηγέτης πατερούλης βρέθηκε νεκρός στη ντάτσα του, έπαιζε αυτή η ηχογράφηση του Μότσαρτ.

Αυτό ήταν το τελευταίο που άκουγε πριν φύγει...


© Ντμίτρι Σοστακόβιτς, "Μαρτυρίες"

ΠΗΓΗ yiorgosthalassis

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

Ἡ Ἁγία Νίνα ἡ Ἰσαπόστολος


 

Ἡ Ἁγία Νίνα γεννήθηκε στὴν Καππαδοκία, ὅπου κατοικοῦσαν πολλοὶ Γεωργιανοὶ καὶ φέρεται ὡς συγγενὴς τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου. Ὁ πατέρας της, Ζαβουλῶν, εὐσεβὴς καὶ φημισμένος στρατιωτικός, πρὶν ἀκόμα νυμφευθεῖ, εἶχε φύγει ἀπὸ τὴν πατρίδα του Καππαδοκία, γιὰ νὰ προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του στὸν αὐτοκράτορα Μαξιμιανό.


Ἡ μητέρα της, Σωσάννα, ἦταν ἀδελφὴ τοῦ Ἐπισκόπου Ἱεροσολύμων Ἰουβεναλίου. Ὁ πατέρας της, φλεγόμενος ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, ἔγινε, μὲ τὴν συγκατάθεση τῆς συζύγου του, μοναχὸς στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη. Ἡ μητέρα τῆς Ἁγίας Νίνας τοποθετήθηκε ὡς διακόνισσα στὸ Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως. Τὴν Ἁγία Νίνα τὴν παρέδωσαν στὴν εὐλαβέστατη Γερόντισσα Νιοφόρα, γιὰ νὰ τὴν ἀναθρέψει.

Ὅταν ἡ Ἁγία Νίνα μελετοῦσε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἔφθασε στὸ κεφάλαιο ποὺ ἔγραφε γιὰ τὴν σταύρωση τοῦ Κυρίου, ὁ λογισμός της σταμάτησε στὸν χιτώνα τοῦ Χριστοῦ. Ἀναρωτήθηκε ποὺ νὰ βρίσκεται ἄραγε ἡ ἐπίγεια πορφύρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Τῆς εἶπαν, λοιπόν, ὅτι κατὰ τὴν παράδοση, αὐτὴ φυλασσόταν στὴν πόλη Μιτσχέτη τῆς Ἰβηρίας (Γεωργίας). Τὴν μετέφερε ἐκεῖ ὁ ραββίνος τῆς πόλεως ποὺ ὀνομαζόταν Ἐλιόζ, ὁ ὁποῖος τὴν εἶχε παραλάβει ἀπὸ τὸ στρατιώτη ποὺ τὴν κέρδισε στὴν κλήρωση κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό. Τὰ λόγια αὐτὰ χαράχτηκαν βαθιὰ στὴν καρδιά της.



Καὶ παρακάλεσε τὴν Θεοτόκο νὰ τὴν ἀξιώσει νὰ πάει στὴν Χώρα τῶν Ἰβήρων, γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν χιτώνα τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ της. Ἡ Παναγία ἄκουσε τὴν προσευχή της καὶ ἐμφανίσθηκε στὸν ὕπνο τῆς Ἁγίας. Τὴν προέτρεψε νὰ πάει στὴν Ἰβηρία νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς πρόσφερε ἕνα Σταυρὸ ἀπὸ κληματόβεργες, ποὺ θὰ ἦταν ἡ ἀσπίδα καὶ ὁ φύλακάς της.


Ἡ Ἁγία ξύπνησε καὶ εἶδε στὰ χέρια της τὸ θαυμαστὸ Σταυρό. Τὸν ἀσπάσθηκε, ἔκοψε μία κοτσίδα ἀπὸ τὰ μαλλιά της, τὴν ἔπλεξε στὸν Σταυρὸ καὶ πῆγε νὰ συναντήσει ἀμέσως τὸν θεῖο της Ἐπίσκοπο Ἰουβενάλιο. Ἐκεῖνος διέκρινε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἔδωσε τὴν εὐχή του.

Ἔτσι μετὰ ἀπὸ ἐντολὴ τῆς Θεοτόκου, κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴ Γεωργία, περὶ τὸν 3ο Αἰώνα μ.Χ. Ἡ ἀποστολική της δράση καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ὁδήγησαν τοὺς βασιλεῖς τῆς Γεωργίας Μιριὰν (265 – 342 μ.Χ.) καὶ Νάνα στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Ἁγία βρῆκε τὸν τόπο, ὅπου εἶχε ἐναποτεθεῖ ὁ χιτώνας τοῦ Χριστοῦ, στὸν κῆπο τῶν ἀνακτόρων καὶ ἐκεῖ ἀνήγειρε τὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Στύλου.
Ἡ Ἁγία Νίνα κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη καὶ ὁ Θεὸς τὴν δόξασε διατηρώντας τὸ τίμιο λείψανό της ἄφθαρτο.

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ήχος πλ α' . Τον συνάναρχον λόγον
Ως ωραίοι οι πόδες σου οι ζηλώσαντες ακολουθήσαι ταίς τρίβοις των αποστόλων Χριστού, Νίνα σκεύος Παρακλήτου παμφαέστατον’ όθεν τιμώντες σε πιστώς, Γεωργίας φρυκτωρέ φωτόλαμπρε, σε αιτούμεν’ ημών τα σκότη λιταίς σου της αγνωσίας πόρρω σκέδασον

Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2022

Ἡ Ἁγία Τατιανὴ ἡ Μάρτυς


 

Τῆς πάντα λαμπρᾶς Τατιανῆς τῇ κάρᾳ,
Λαμπρὸν προεξένησε τὸ ξίφος στέφος.
Τῇ δυοκαιδεκάτῃ Τατιανῆς αὐχένα κέρσαν.


Ἡ Ἁγία Μάρτυς Τατιανὴ καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξάνδρου τοῦ Σεβήρου (222 – 235 μ.Χ.). Ὁ πατέρας της εἶχε διατελέσει ὕπατος.

Ἡ Ἁγία Τατιανὴ εἶχε τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἀξίωμα τῆς διακόνισσας καὶ στὴν ὑμνολογία παρίσταται ὡς μαθήτρια τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου. Ἡ ἐπισημότητα τῆς καταγωγῆς της καὶ ὁ ἔνθεος ζῆλος μὲ τὸν ὁποῖο ἐκτελοῦσε τὰ διακονικά της καθήκοντα, ἔδωσαν στὴν Τατιανὴ περιφανὴ θέση μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν. Καὶ οἱ Ἐθνικοὶ ὅμως εἶχαν ἀκούσει περὶ αὐτῆς καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ δεχθοῦν τὸ γεγονὸς ὅτι μία τέτοια γυναίκα καταφρονοῦσε τὶς κοσμικὲς βλέψεις καὶ περιφρονοῦσε τὰ εἴδωλα, γιὰ νὰ ὑπηρετεῖ μὲ τόση αὐταπάρνηση τοὺς Χριστιανοὺς καὶ νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου.
Ὅταν, ἐπὶ Σεβήρου, διατάχθηκε δίωξη τῶν Χριστιανῶν, ἡ Τατιανὴ συνελήφθη καὶ ἐπειδὴ διεκήρυττε τὴν πίστη της στὸν Χριστό, τὴν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸ βασιλέα καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸν εἰσῆλθε σὲ ἕνα εἰδωλολατρικὸ ναό. Ἐκεῖ ὅμως ἡ Ἁγία, μὲ μιὰ θερμὴ προσευχὴ στὸ Χριστό, συντάραξε τὰ ξόανα (τὰ ξύλινα ἀγάλματα) τῶν θεοτήτων τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τὰ γκρέμισε στὸ δάπεδο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὴν ὑπέβαλαν σὲ βασανιστήρια. Τὴν κτύπησαν καὶ μὲ σιδερένια νύχια τῆς ξέσκισαν τὰ βλέφαρα. Ἔπειτα τὴν κρέμασαν καὶ τῆς ξύρισαν τὸ κεφάλι. Ἀκολούθως τὴν ἔριξαν πάνω σὲ φωτιά, ἀλλὰ δὲν ἔπαθε τίποτα. Κατόπιν τὴν ἔριξαν σὲ πεινασμένα ἄγρια θηρία, ἀλλὰ αὐτὰ δὲν τόλμησαν νὰ τὴν βλάψουν. Ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά, οἱ εἰδωλολάτρες, ἔκοψαν τὴν Τίμια κεφαλὴ καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Ἁγία εἰσῆλθε μὲ τὸ στέφανο τῆς δόξας στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου της.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἰσχύϊ τῆς πίστεως, κραταιωθεῖσα σεμνή, νομίμως ἐνήθλησας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Τατιανὴ ἔνδοξε· πάσας γὰρ τὰς ἰδέας, τῶν δεινῶν ἐνεγκοῦσα, ᾔσχυνας τὸν Βελίαρ, τῇ ἀτρέπτῳ σου στάσει· ἐξ οὗ τῆς κακοτροπίας πάντας ἀπάλλαξον.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Παρθένος σεμνή, καὶ Μάρτυς ἀπερίτρεπτος, ἐδείχθης σαφῶς, Τατιανὴ θεόνυμφε· Χριστὸν γὰρ ποθήσασα, δι’ ἀγώνων τοῦτον ἐδόξασας· ὃν δυσώπει ῥῦσαι ἡμᾶς, παθῶν ἀδοξίας, καὶ παντοίων δεινῶν.

Μεγαλυνάριον.
Ἱερῶν αἱμάτων σου ταῖς βαφαῖς, βάψασα χιτῶνα, ἀφθαρσίας πορφυραυγῆ, ᾧ καὶ στολισθεῖσα, Τατιανὴ θεόφρον, πρὸς φῶς ἀθανασίας, χαίρουσι ἔδραμες.

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2022

Παρθένα, η νεομάρτυς της Εδέσσης (Δεκ. 1375)


%ce%b1%ce%b3%ce%af%ce%b1-%ce%bd%ce%b5%ce%bf%ce%bc%ce%ac%cf%81%cf%84%cf%85%cf%82-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b8%ce%ad%ce%bd%ce%b1%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%ad%ce%b4%ce%b5%cf%83%cf%83%ce%b1%cf%82

Οταν το Βυζάντιο ψυχορραγούσε, οί Τούρκοι γιά οκτώ μήνες πολιόρκησαν τήν Έδεσσα κι ενώ άποκαρδιωμένοι ετοιμάζονταν νά αποχωρή­σουν, ό πρόκριτος Κέλλ Πέ­τρος, κασσιδιάρης Πέτρος, πληρωμένος αδρά, τους άνοιξε τήν πύλη πού είχε αναλάβει νά υπερασπιστεί κι έτσι τόν Δε­κέμβριο του 1375 κατέλαβαν τήν πόλη.

Ο προδότης   αφού  άλλαξοπίστησε,   θέλησε   νά   προσφέρει δώρο    στον    πορθητή στρατηγό καί τή  σεμνή πανέμορφη κόρη του Παρθένα, «τό πανευώδες τής παρθενίας άλάβαστρον» κατά τόν Συναξαριστή. πού όμως περήφανα αντέδρασε δηλώντας πώς προτίμα να πεθάνει χριστιανή, παρά νά ζήσει ατιμασμένη καί άρνησίθρησκη.  

Όργισμένος   τότε ό Κελλ Πέτρος, άφού τήν ξυλο­κόπησε,    τήν     παρέδωσε    σέ Τούρκους δήμιους, πού τή σύρανε θεόγυμνη  στους παγωμένους δρὀμους και έπειτα την έθαψαν ζωντανή στον λόφο Κις Τεπέ-λόφος Παρθένας , στα ΝΔ της Έδεσσας.

Η εκκλησία γιορτάζει την μνήμη της στις 9 Ιανουαρίου

““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““““

 

 

Συναξριον.

Τῇ θ’ τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τῆς ἁγίας ἐνδόξου καὶ καλλινίκου Παρθενομάρτυρος τοῦ Χριστοῦ Παρθένας τῆς ᾽Εδεσσαίας, ἀθλησάσης, ἐν ᾽Εδέσση κατὰ τὸ ἔτος 1375.

Στίχ.Πατρός σου μὴ πτήξασα θηριωδίαν

Χριστοῦ χάριν ἤθλησας στερρῶς Παρθένα

᾽Ενάτῃ μόρον Παρθένα ταληνεγῆ εὐτόλμως φέρει.

Αὕτη ἡ ῾Αγία καὶ πολύαθλος Παρθενομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Παρθένα, ἡ τῆς παρθενίας ἐπώνυμος, κατάγεται ἐκ τῆς πόλεως ᾽Εδέσσης, τῆς οὔσης ἐν τῇ ῾Ελληνικῇ Μακεδονίᾳ, γεννηθεῖσα κατὰ τὸν δέκατον τέταρτον αἰῶνα. Κατὰ τὸ παρθενικόν της ὄνομα εἶχε καὶ τὴν ζωήν, πολιτευομένη σεμνῶς, ὡς καλλιπάρθενος κόρη, καὶ κοσμουμένη ἐν χρηστότητι χρυσέων ἠθῶν καὶ ἁγίων, καὶ ἀμέμπτοις τρόποις, καὶ καθαρότητι χριστιανικῆς ἀγωγῆς, καὶ τοῖς λοιποῖς προτερήμασι τῆς ᾽Ορθοδόξου καὶ ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως. Κατὰ τὸ ἔτος 1375 ἐπολιορκήθη ἡ πατρὶς αὐτῆς ῎Εδεσσα ὑπὸ τῶν Μωαμεθανῶν Τούρκων, οἱ δὲ κάτοικοι ἀντέταξαν κρατερὰν ἄμυναν, ἐνισχυόμενοι καὶ ἐνθαρρυνόμενοι πρὸς τοῦτο ὑπὸ τοῦ ἱερομονάχου Σεραφείμ, ἐφημερίου ὄντος τοῦ μέχρι νῦν σῳζομένου Μητροπολιτικοῦ ναοῦ,τιμωμένου ἐπ’ ὀνόματι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. ᾽Επὶ ὀκτὼ καί πλέον μῆνας διήρκει ἡ σθεναρὰ ἅμυνα καὶ ἀντίστασις τῆς πόλεως. Ὁ ἐχθρός, ὅστις ἦτο ἄριστα ἐφωδιασμένος καὶ πολυάριθμος, ἀπέκαμε, καί, ὡς φαίνεται, ἡτοιμάζετο νὰ λύση τὴν πολιορκίαν τῆς πόλεως.

᾽Αλλὰ κατὰ τὴν τελευταίαν στιγμήν, εἷς ἐκ τῶν προκρίτων τῆς πόλεως, Πέτρος ὀνομαζόμενος, ὅστις εἶναι ὁ πατὴρ τῆς καλλιπαρθένου Παρθένας, (Κὲλλ Πέτρον, ἤτοι Κασιδιάρην Πέτρον διέσωσε τὸ ὄνομά του ἡ παράδοσις), πληρωθεὶς πλουσίως ὑπὸ τοῦ πολιορκητοῦ Πασᾶ τῶν Τούρκων, προέδωκε τὴν πόλιν εἰς χεῖρας αὐτῶν, ἐκ τοῦ νοτιοανατολικοῦ μέρους, ἔνθα αὐτὸς ἐφρούρει, καὶ ὅπου ἐκυριάρχει μία ἐκ τῶν κυριωτέρων ἐπάλξεων τῆς πόλεως. Σήμερον τὸ σημεῖον ἐκεῖνο εἶναι περίπου τὸ σημερινὸν Κιουπρί, κάτωθι τοῦ ὁποίου ρέει ὁ ποταμός, ὁ προερχόμενος ἐκ τῆς ῎Αγρας, καὶ διακλαδιζόμενος ἐντὸς τῆς πόλεως κινεῖ τὰ ἐργοστάσια, καὶ σχηματίζει τοὺς περιφήμους καταρράκτας τῆς ᾽Εδέσσης, καὶ διαχυνόμενος κάτωθι αὐτῆς ποτίζει τοὺς κήπους καὶ τὰὀπωροφόρα δένδρα αὐτῆς, τοῦ Ριζαρίου, τοῦ Μαυροβουνίου καὶ τῆς Σκύδρας.

Οἱ Τοῦρκοι τὴν 26ην Δεκεμβρίου τοῦ 1375 εἰσῆλθον εἰς τὴν πόλιν, καὶ ἐπεδόθησαν εἰς τὴν σφαγὴν καὶ τὸν ἐξανδραποδισμὸν τῶν κατοίκων, καὶ τὴν ποικίλην διαρπαγὴν καὶ τὰς ἀτιμώσεις. Συνέλαβον τὸν ἱερομόναχον Σεραφείμ, καὶ καθυπέβαλον αὐτὸν εἰς φρικώδη βασανιστήρια, πειρώμενοι νὰ πείσουν τοῦτον ἵνα ἀπαρνηθῇ τὸν Χριστόν. Ἀλλ’ ὁ λειτουργὸς τοῦ ῾Υψίστου, πλήρης θάρρους, καθυπέστη τὴν ἐπιφορὰν τῶν δεινῶν, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ὁμολογῶν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα τῆς Πατρίδος διακηρύττων. Μετὰ σκληρὰ βασανιστήρια, διαρκέσαντα ἐπὶ ὀκταήμερον, ἤχθη ἐνώπιον τοῦ Πασᾶ, παρ’ οὗ κατεδικάσθη,νὰ πνιγῇ, ριπτόμενος εἰς τὸν μέγαν καταρράκτην, ὕψους τεσσαράκοντα περίπου μέτρων, ὅπερ καὶ ἐγένετο. Καί οὕτως, ὁ καλὸς οὗτος λειτουργὸς τοῦ ῾Υψίστου καὶ ὑπέροχος πρόμαχος τῆς Πατρίδος, ἔλαβε τὸν στέφανον τοῦ διπλοῦ μαρτυρίου. ῎Αχρι δὲ νῦν οἱ αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς πόλεως, τὸν μέγαν καταρράκτην γνωρίζουν ὑπὸ τὸ ὄνομα «ἰτσερὶ Πασᾶ» ἤτοι «νερὰ τοῦ Πασᾶ».

῾0 δὲ κακουργήσας προδότης Πέτρος, (ὁ Κὲλλ ἤτοι Κασιδιάρης, Πέτρος), μετὰ τὸν φρικώδη προδοσίαν του καὶ τὴν ἅλωσιν τῆς πόλεως, ἐξώμοσε τὴν ἁγίαν ἡμῶν πίστιν, καὶ ἠρνήθη ὁ ἄθλιος τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καὶ γενόμενος Μουσουλμᾶνος, περιετμήθη, καὶ οὕτως ἀπέβη υἱὸς ὀργῆς, καὶ αἰωνίου κατάρας καὶ ἀτελευτήτου κολάσεως.

᾽Αλλ’ ὁ ἐξομόσας ἄθλιος προδότης καὶ πατήρ, ἠβουλήθη νὰ παραδώσῃ ὡς παλλακίδα εἰς τὸν Πασᾶν τὴν περικαλλεστάτην καὶ σεμνοτάτην κόρην αὐτοῦ Παρθέναν, τὸ πανευῶδες τῆς παρθενίας ἀλάβαστρον, ἀφοῦ προηγουμένως πείσῃ αὐτὴν καὶ ἀπαρνηθῇ τὸν Σωτῆρα ἡμῶν Χριστόν. ῎Εφριξεν εἰς τὸ ἄκουσμα τῶν λόγων τούτων ἡ καλλιπάρθενος κόρη Παρθένα, ἡ καὶ πρᾶγμα καὶ ὂνομα παρθένος, καὶ ὡς ἄλλη ῾Αγία Βαρβάρα ἤλεγξεν εὐθαρσῶς τὸν ἄθλιον τοῦτον πατέρα, τόσον διὰ τὴν ἐξώμοσιν τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως, ὅσον καὶ διὰ τὴν πρωτοφανῆ αὐτοῦ ἀσέβειαν καὶ πώρωσιν, καὶ μετὰ φρονήματος ἀκαταπλήκτου, καὶ ψυχῆς στερροτάτης ὡμολόγησεν ἑαυτὴν Χριστιανήν, καὶ ὅτι οὐδέποτε θὰ ἀρνηθῇ τὸ γλυκύτατον ὄνομα τοῦ οὐρανίου νυμφίου αὐτῆς Χριστοῦ, κἂν μύρια καὶ φρικώδη ὑποστῇ μαρτύρια, καὶ τὸν θάνατον ἀκόμη.

᾽Αλλ’ οὗτος ὁ δυσσεβής, ἀντὶ νὰ συντριβῇ καὶ μετανοήσῃ ἐκ τῆς ἀτρέπτου ταύτης στάσεως καὶ τῶν λόγων τῆς ἁγίας κόρης του, ἐξεμάνη καὶ ἀπεθηριώθη. Καὶ ἀλογήσας φυσικοῦ νόμου καὶ πατρικοῦ φίλτρου, ἔδειρεν ἀπανθρώπως τὴν θεόφρονα κόρην, μέχρις αἴματος καὶ ἀναισθησίας, ἐπικαλουμένην νοερῶς τὸ σωτήριον ὄνομα τοῦ νυμφίου αὐτῆς Χριστοῦ. Εἶτα ἐξεγύμνωσεν αὐτὴν καὶ ἡμιθανῆ παρέδωκεν εἰς χεῖρας τῶν βαρβάρων Τούρκων στρατιωτῶν. Οὗτοι ἐπὶ τριήμερον καθυπέβαλον αὐτήν, ἐν τῇ διακρινούσῃ αὐτοὺς ἀπηνείᾳ καὶ ἰταμότητι, εἰς φρικτὰς καὶ σκληροτάτας βασάνους καὶ  στρεβλώσεις, αἴτινες οὐδόλως ἐκλόνησαν τὸ ἀήττητον φρόνημα τῆς μακαρίας Παρθένας, ἀλλ’ ἔδειξαν αὐτὴν στερροτέραν ἀδάμαντος, ἐν τῇ δυνάμει τῆς πρὸς Χριστὸν πίστεως.

Μετὰ πολλὰς βασάνους καὶ τιμωρίας, ἔσυραν αὐτὴν γυμνὴν καὶ ριγῶσαν, ἐν μηνὶ Δεκεμβρίῳ τελευτῶντι, εἰς τοὺς πλήρεις χιόνων δρόμους τῆς ᾽Εδέσσης, καὶ τέλος ὡδήγησαν τὴν ἁγίαν παρθένον Παρθέναν εἰς τὸν νοτιοδυτικόν, ὑπεράνω τῆς ᾽Εδέσσης, λόφον, ὅπου σήμερον οἱ στρατῶνες, καὶ, ἐκεῖ, θάψαντες ζῶσαν ἀκόμη, ἐθανάτωσαν αὐτήν. ῾0 λόφος οὗτος μέχρι σήμερον φέρει τὴν ὀνομασίαν «Κίς-Τεπέ», ἤτοι «λόφος τῆς Παρθένας».

Καὶ, οὕτως ἐτελειώθη ἡ καλλιμάρτυς αὕτη παρθένος Παρθένα, ἡ ὁλοψύχως ἀγαπήσασα τὸν Χριστόν, ᾯ καὶ νοητῶς ἐνυμφεύθη, ὑπὲρ τοῦ ῾Οποίου ὑπερφυῶς ἠγωνίσθη, καὶ μαρτυρικῶς ἠνδραγάθησεν ἐν ἁπαλῷ γυναικείῳ σώματι. ᾽Εμιμήθη τὴν ἀνδρείαν τῶν πάλαι ῾Αγίων Μαρτύρων, καὶ ἀνεκεφαλαίωσεν αὐτῶν τοὺς ἀγῶνας, διὰ τοῦτο συνηριθμήθη καὶ ἐπαξίως ἐδοξάσθη μετὰ τῶν ῾Αγίων Παρθενομαρτύρων, λαβοῦσα πᾳρὰ Χριστοῦ τὸν ἀμαράντινον τῆς δόξης στέφανον.

Καὶ ἤδη «ἐν τῷ φωτὶ Κυρίου», «ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ῾Αγίων» ἀγαλλομένη πρεσβεύει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν, τῆς ἰδιαιτέρας αὐτῆς πατρίδος ᾽Εδέσσης, καὶ ὑπὲρ πάσης τῆς ῾Ελλάδος.

Ἔκτοτε μετὰ τὸ μαρτυρικὸν αὐτῆς, τέλος, ὁ εὐσεβὴς λαὸς τῆς ᾽Εδέσσης τιμᾷ αὐτὴν ὡς μάρτυρα καὶ ἁγίαν, καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς δίδει, κατὰ τὸ θεῖον βάπτισμα, εἰς πλείστας ὅσας κόρας τῆς πόλεως καὶ τῶν περιχώρων. Δυστυχῶς, ὅταν ἐπὶ ἀνταρτοπολέμου ὁ Συνταγματάρχης Λίβας ἀφῄρεσεν ὅλους τοὺς λίθους ἐκ τῶν παλαιῶν φρουρίων καὶ τῶν ἐρειπίων τῆς ᾽Εδέσσης, μηδένα ἐρωτῶν, καὶ οὐδενὸς τὴν γνώμην λαμβάνων ὑπ’ ὄψιν, ἀφῄρεσε καὶ ἐκ τοῦ τόπου τοῦ μαρτυρίου τῆς ῾Αγίας Παρθένας, πᾶν ὅ,τι ἐδείκνυε τὸν τόπον τοῦτον, ὡς μὴ γνωρίζων τι, περὶ τοῦ μαρτυρίου τῆς κόρης, ἀλλὰ καὶ οὐδεὶς ἐφρόντισε νὰ διαφωτίσῃ αὐτὸν ὡς ἔδει, καὶ ἔκτισε τὴν μάνδραν τῶν στρατώνων, καὶ οὕτως ἐξηφανίσθη ὁ τάφος τῆς ἁγίας καὶ καλλινίκου Παρθενομάρτυρος.

Ταῖς αὐτῆς πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. ᾽Αμήν.

.

πηγές:

  1.  Ά. Άνεστοπούλου «Μακεδόνικος Άγων 1903-1908» Θεσ/νίκη  1965, τόμ. Α’, σελ. 378-318.
  2. «Μακεδόνικη Ζωή» τεύχ. 119, Γ. Γκίκα: «Παρθένα, ή νεομάρτυς τής Έδεσσας»:ιστο
  3. μέσω του βιβλίου της Αθηνάς Τζινίκου-Κακούλη:Η Μακεδόνισσα στο θρύλο και στην ιστορία (βιλιοπαρουσίαση ΕΔΩ)
  4.  Ακολουθία της αγίας νεομάρτυρος Παρθένας

 

εικόνα: η νεομάρτυς Παρθένα (τοιχογραφία του 1741) (από το βιβλίο 3)

.

επιμέλεια ανάρτησης και αντιγραφή κειμένου: ιστολόγιο Ἁντέχουμε…