Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2021

Η Αγία Μάρτυς Αγνή (21 Ιανουαρίου)




Η Αγία Μάρτυς Αγνή ήταν κόρη ευγενών από την Ρώμη. Η Αγία συνήθιζε να φέρνει πάρα πολλές ψυχές στην αγία Ορθόδοξη πίστη. Καταγγέλθηκε για αυτό στον άρχοντα και διατάχθηκε να αρνηθεί τον Χριστό. Η αγία Μάρτυς όμως επέμενε στην ομολογία της, έτσι ο σκληρός άρχοντας θέλοντας να σπιλώσει την τιμή της αποφάσισε και την έριξε σε ένα πορνείο. Η αγία Αγνή όμως με την προσευχή της έφερε πραγματικό σεισμό στο πορνείο. Όσοι δε ακόλαστοι, τόλμησαν να την πλησιάσουν έπεσαν κάτω νεκροί. Στην συνέχεια οι διεφθαρμένες γυναίκες την έβγαλαν από το πορνείο και την παρέδωσαν στην μανία του άρχοντα. Αυτός δε όλος εμπάθεια την έρριξε στη φωτιά, όπου παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο της Δόξης, από τον οποίο έλαβε τον αμάραντο στέφανο. Ευλαβείς χριστιανοί παρέλαβαν και έθαψαν τα απανθρακωμένα τίμια λείψανά της.

Αγνή η Αγία Μάρτυς ήτο από την μεγαλόπολιν Ρώμην, καταγομένη από γένος λαμπρόν. Επειδή δε είχε την ζωήν αγνήν και καθαράν, σύμφωνον δηλαδή με το όνομά της, δια τούτο εδίδασκε τας γυναίκας, όσαι ήρχοντο προς αυτήν, τον λόγον της αληθείας· ομοίως δε τας εδίδασκε και περί σωφροσύνης και καθαρότητος και τας συνεβούλευε να γνωρίζωσι τον Χριστόν Θεόν αληθινόν και αυτόν μόνον να λατρεύωσι. Ταύτα ακούσας ο της Ρώμης άρχων διέταξε και συνέλαβον την Αγίαν· παρασταθείσα δε αύτη έμπροσθέν του, διετάχθη υπ’ αυτού να θυσιάση εις τα είδωλα, διότι άλλως ήθελε βληθή εις πορνοστάσιον. Η δε Αγία απεκρίθη λέγουσα.

«Ούτε εις τους θεούς σου θυσιάζω, ούτε δια το πορνοστάσιον, δια του οποίου με φοβερίζεις, φροντίζω, διότι ελπίζω εις τον Θεόν μου, τον παντοδύναμον και γλυκύτατόν μου Ιησούν Χριστόν, ότι θέλω λυτρωθή από αυτά καθαρά με την βοήθειαν Εκείνου». Ταύτα ακούσας ο παράνομος άρχων εκάλεσε τον έχοντα τας πόρνας γυναίκας, και παρέδωκεν εις αυτόν την Αγίαν, διατάξας πρώτον να διαπομπεύση την μάρτυρα εις την πόλιν, φορούσαν εν μόνον φόρεμα. Αφού δε εκείνος τούτο εποίησεν, έφερεν αυτήν εις το εργαστήριον του σατανά (ήτοι το πορνοστάσιον) και πας τις επλησίαζεν ελευθέρως προς αυτήν δια να την ατιμάση· όλοι όμως ευθύς άμα επλησίαζον, απεναρκούντο και ημποδίζοντο, διότι η επιθυμία αυτών εψυχραίνετο τόσον, ώστε εγίνοντο ωσάν νεκροί. Τότε υπερήφανός τις, μεγάλως κομπάζων και καυχώμενος, ωνείδιζε τους άλλους και με πολλήν θρασύτητα εμβήκεν ως ίππος θηλυμανής και επλησίασεν εις την παρθένον, αλλ’ ω του θαύματος! παρευθύς ενεκρώθη και έπεσε κατά γης. Αφού δε επέρασεν ώρα πολλή, εις από τους εκεί ευρεθέντας με μεγάλην φωνήν ανεβόησε λέγων· «Μεγάλη είναι η πίστις των Χριστιανών»! Εμβάντες δε και άλλοι και βλέποντες το παράδοξον εκείνο θέαμα του νεκρού, όλοι ομού με μίαν φωνήν ανεβόησαν· «Μεγάλη είναι η του Χριστού δύναμις». Ταύτα μαθών ο παρανομώτατος εκείνος άρχων παρέστησε την Αγίαν έμπροσθέν του, και είπε προς αυτήν· «Λέγε μοι, ω πονηρόν γύναιον, με ποίον τρόπον εθανάτωσες τον νεανίσκον»; Η Αγία απεκρίθη· «Ότε συ διέταξας να με ατιμάσωσι, τότε, ενώ εφερόμην εις το πορνοστάσιον, με ηκολούθησε λευκοφόρος τις νέος, όστις εμβάς μετ’ εμού εις το εργαστήριον του διαβόλου, παρίστατο πλησίον μου και αυτός ενέκρωνε την επιθυμίαν των νέων όσων με επλησίαζον· αυτός ήτο ο θανατώσας και τούτον τον νεκρόν, τον οποίον βλέπεις, διότι ότε αυτός με επλησίασε με πολλήν υπερηφάνειαν και θρασύτητα και προτού να με πλησιάση ή να είπη κανένα λόγον αισχρόν, τον έκαμεν ο λευκοφόρος εκείνος τοιούτον καθώς τώρα τον βλέπεις». Πάλιν ο άρχων τη λέγει: «Και ποίος είναι εκείνος όστις σε εβοήθησεν»; Η Αγία απεκρίθη: «Ο Κύριος και Θεός μου έστειλε τον Άγγελόν του και με εφύλαξεν ανωτέραν από πάσαν ατιμίαν». Ο άρχων λέγει: «Και λοιπόν αν θέλης να μας πληροφορήσης, ότι λέγεις αλήθειαν, παρακάλεσον τον Θεόν σου και ανάστησον τον νεκρόν αυτόν». Τότε η Αγία, σηκώσασα τας χείρας εις τον ουρανόν, προσηυχήθη και, ω του θαύματος! ανεστήθη ο νεκρός. Το παράδοξον τούτο θαύμα βλέποντες οι ασεβείς εξεπλάγησαν άπαντες, αυτός δε ο άρχων και άλλοι πολλοί εφώναζον: «Μεγάλη είναι η πίστις των Χριστιανών και μέγας είναι ο της ευγενεστάτης ταύτης γυναικός Θεός»! Τινές δε από τους ασεβείς και ακαθάρτους εφώναζον εις τον άρχοντα· «Σήκωσον ταύτην από το μέσον, διότι όσα θαυμάσια φαίνεται ότι κάμνει, όλα τα ενεργεί δια της μαγικής τέχνης». Τότε ο άρχων διέταξε να καύσωσιν εις το πυρ την Αγίαν. Αφού λοιπόν ανήφθη η πυρά, εσφράγισε πρώτον η Αγία τον εαυτόν της με τον τύπον του Τιμίου Σταυρού και έπειτα εμβήκεν εις το μέσον της πυράς με μεγάλον θάρρος. Όθεν έχουσα την προσευχήν εις το στόμα της, ανέδραμεν η μακαρία εις τα ουράνια, προς ον επόθησε νυμφίον Χριστόν, αφήσασα το παρθενικόν σώμα της εντός του πυρός. Αφού δε η πυρά εσβέσθη, τότε τινές Χριστιανοί εσήκωσαν κρυφίως το τίμιον αυτής λείψανον και το ενεταφίασαν εντίμως δοξάζοντες τον παντοδύναμον Θεόν.

Γερόντισσα Χαριθέα: Διδαχες


Να επικαλούμαστε τον Θεό και όλα να γίνωνται με την αίσθηση της παρουσίας και της βοήθειάς Του!

Γερόντισσα Χαριθέα (1915-1999), Ηγουμένη Ιεράς Μονής Αγίου Ηρακλειδίου, Λευκωσία.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)


Η Γερόντισσα συνήθιζε να μας θυμίζη κάτι από την Αγία Γραφή, κάθε φορά που δινόταν μια αφορμή, είτε από τις πτώσεις μας, είτε επειδή ήθελε να μας επιστήση την προσοχή. Ο σκοπός της, βέβαια, ήταν πάντοτε ο ίδιος: ο εν Χριστώ σύνδεσμος μεταξύ των μελών της Αδελφότητας.

Όταν διέκρινε ότι κινδυνεύαμε να πέσουμε στην κατάκριση, μας συμβούλευε:
«Έχουμε τα φυσικά μας ιδιώματα, την δική μας αντίληψη και ας μην ξεχνούμε, ότι ο Θεός έδωσε σε άλλο πέντε τάλαντα, σε άλλο δύο και σε άλλο ένα. Αν εσύ έχης πέντε, να ξέρης ότι δεν είναι από την δύναμή σου και έτσι, με αυτό τον λογισμό, είσαι ασφαλισμένος να μην κρίνης τους άλλους.

Και εξάλλου, κάθε φορά που κρίνουμε τους αδελφούς μας, δεν τους βοηθούμε με τον τρόπο μας και, επομένως, βαδίζουμε αντίθετα από την γραμμή του Ευαγγελίου. Δεν μας αναφέρει η Γραφή, «αδελφός υπ’ αδελφού βοηθούμενος ως πόλις οχυρά»; Τι βοήθεια λοιπόν, προσφέρουμε στον αδελφό μας, όταν τον κατακρίνουμε;

Ενώ, αν κάνουμε προσευχή, τον βοηθούμε και ο Θεός βλέπει την διάθεσή μας, την αγάπη και τον βοηθά περισσότερο. Και από αυτή την κατάσταση βέβαια ωφελούμαστε.

Και από αυτή την κατάσταση βέβαια ωφελούμαστε και εμείς. Οφείλουμε να καλλιεργήσουμε τα τάλαντα που πήραμε από τον Θεό και έχουμε ευθύνη για την αξιοποίησή τους. Με την κρίση και την κατάκρισή μας στα καθημερινά γεγονότα, έστω και αν φαινομενικά έχουμε δίκαιο, ο εχθρός χαίρεται.

Να μην αφήνετε τον εχθρό να χαίρεται με τις πτώσεις σας. Είμαστε άνθρωποι και θα πέφτουμε σε λάθη και αμαρτίες. Όμως να προτιμήσης να πεθάνης, παρά να αμαρτήσης. Και όταν αμαρτήσης, όταν πέσης, να βάζης αμέσως μετάνοια, «ίνα μη χαρίσηται ο εχθρός σου επί τη πτώσει σου».
Τι λέει το ψαλτήρι; «Οι εχθροί μου αγαλλιάσονται, εάν σαλευθώ».

Πριν επιχειρήσουμε ακόμη και το πιο απλό και συνηθισμένο πράγμα, να επικαλούμαστε τον Θεό και όλα να γίνωνται με την αίσθηση της παρουσίας και της βοήθειάς Του. Έτσι, μέσα στο πνεύμα της αγάπης είναι αδύνατο να αναπτυχθή το πνεύμα της κατάκρισης.

Δεν μπορείς να κάνης τον άλλο ό,τι και όπως είσαι εσύ. Εξάλλου, αν το δούμε και λίγο πιο πνευματικά, εσύ τι νομίζεις ότι είσαι και κρίνεις τις αδελφές σου και, θέλεις να γίνουν όλες όπως είσαι εσύ; Πρέπει να προσπαθήσης, να προσέξης· και μεταξύ σας να μην έχετε απαίτηση από όλες τις αδελφές να έχουν την ίδια αντίληψη, την ίδια δύναμη και την ίδια διάθεση.

Τόσα μπόρεσε να βάλη μέσα στο δίσσάτσιν* της, όπως μας έλεγε και ο μακαριστός Γέροντάς μας Μακάριος. Όταν τύχαινε καμιά δυσκολία, πάντα μας θύμιζε ο ευλογημένος: «Θα γεμίσουμε το δισσάτσι μας, κόρη. Θα το βάλουμε στον ώμο και θα πάμε. Δεν θα πάμε με το άλογο».

Έτσι, και εμείς να αναλογιζόμαστε τα καθημερινά μας λάθη και να παρακαλούμε τον Θεό, να μας συγχωρέση και να μας αξιώση να σταθούμε ενώπιον της δόξης Του καθαροί. Κάθε νύχτα να αναλογίζεστε, αδελφές, πώς θα σταθούμε ενώπιον του Θεού, μπροστά στις τόσες ευεργεσίες Του; «Τι ανταποδώσωμεν τω Κυρίω περί πάντων, ων ανταπέδωκεν ημίν»;

Νομίζω θα είμαστε αναπολόγητοι μπροστά στην τόση αγάπη και την ανοχή που δείχνει στις καθημερινές παρεκτροπές μας. Ελπίζουμε μόνο στο μεγάλο Του έλεος και στην άμετρή Του ευσπλαγχνία και αγάπη».

* Δισάκκιν [σάκκος, δισακκίδιον]

 ------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Γερόντισσα Χαριθέα: Με το μέτρο της αγάπης είναι εύκολο να ανεχτούμε ο,τιδήποτε!

8 Ιανουαρίου 2021

Γερόντισσα Χαριθέα (1915-1999), Ηγουμένη Ιεράς Μονής Αγίου Ηρακλειδίου, Λευκωσία.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Να είστε γεμάτες χαρά· και θα είστε γεμάτες χαρά όταν δεν βάζετε μπροστά τον εαυτό σας. Στο καταρτίζεσθαι του Αποστόλου, δεν δώσαμε την πρέπουσα σημασία, ώστε ημέρα την ημέρα να καταρτίζουμε και εμείς τον εαυτό μας να γίνουμε καλύτερες, αφήνοντας τον παλαιό άνθρωπο “συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις”.

Σας ακούω καμιά φορά να λέτε, προφασιζόμενες: Σαν [ας] το κάνει αυτή, που είναι διακονία της. Πολλές φορές πέρασα από τον διάδρομο και στο τοιχαράκι είδα ένα δίσκο με κεραστικά.
Προφανώς κάποια θα κέρασε και μετά θα τα άφησε, είτε από απροσεξία είτε από αμέλεια. Όμως, τόσες αδελφές πέρασαν από τον διάδρομο από εκείνη την ώρα; Καμιά όμως δεν θέλησε να σηκώση τον δίσκο.

Όχι έτσι, αδελφές. Να έχετε την ευχή μου! Το Μοναστήρι είναι το σπίτι μας. Θέλω σας [σας θέλω] νοικοκυρές. Ο Θεός αρέσκεται να φροντίζουμε το σπίτι Του, που είναι και δικό μας σπίτι.

Πάντοτε θυμάμαι ένα στιχηρό της Παρακλητικής του βαρέος ήχου και είναι πολύ ωφέλιμο: “ώσπερ θησαυρούς, τας βασάνους προαρπάζοντες”. Οι μάρτυρες θησαυρούς έβλεπαν τα βάσανα.

Και εμείς έτσι καλούμαστε να βλέπουμε τις δουλειές μας. Να ψάχνουμε να αρπάζουμε τις ευκαιρίες, έστω και για να ξεκουράσουμε μια αδελφή.

Το Μοναστήρι είναι το σπίτι μας και πρέπει να έχη εμφάνιση· το κάθε πράγμα εν τω οικείω τόπω. Αυτά όλα όμως, θέλουν κόπο και θυσίες για να γίνουν.

Εμείς αυτά τα απλά πράγματα δεν τα κάνουμε πολλές φορές, ενώ οι μάρτυρες; Ώσπερ θησαυρούς τας βασάνους προαρπάζοντες. Έτσι πρέπει να αγωνιζόμαστε. Να έχουμε πάντοτε προ οφθαλμών μας τον αγώνα αυτών των ανθρώπων.

Και να μην ξεχνούμε ότι και αυτοί άνθρωποι σαν και εμάς ήταν, με σώμα φθαρτό και γήινο, όμως η μεγάλη τους αγάπη στο Θεό, τους έδωσε την δύναμη να αψηφήσουν κάθε πόνο πρόσκαιρο.

Να συγκρίνουμε την ζωή μας με την ζωή των Αγίων μαρτύρων. Αγωνιζόμαστε έτσι; Δίνουμε τόσο πολύ τον εαυτό μας στον Θεό; Είναι θυσία η πνευματική ζωή, μα είναι και χαρά ανεκλάλητη.

Ας παραμερισθούν οι εγωισμοί, ας υπομένουμε, ας αδικούμαστε και ας υποφέρουμε για την αγάπη του Χριστού μας.

Με το μέτρο της αγάπης είναι εύκολο να ανεχτούμε ο,τιδήποτε· και τα άγια λόγια της Γραφής, ας είναι πάντα μπροστά μας· με ένα καλό τρόπο, με μια πνευματική συνεννόηση να προλαμβάνουμε τα σκάνδαλα.

Είπα, είναι θυσία η μοναχική πολιτεία· θυσία με την κυριολεκτική της έννοια.

Απόσπασμα από το βιβλίο η “Μακαριστή Γερόντισσα Χαριθέα”, έκδοση Ιεράς Μονής Αγίου Ηρακλειδίου, Λευκωσία, Κύπρος.

πηγη.ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Μοναχή Μαρία Στυλιανοπούλου («Μαρία η ψηλή»)


Φέτος κλείνουν 12 χρόνια από την εις Κύριον εκδημίαν της Μοναχής Μαρίας Στυλιανοπούλου (γνωστή σε όλους ως Μαρία η ψηλή).
Ο Κύριος της ζωής και του θανάτου παρέλαβε πλησίον του την πιστήν δούλην του Μαρίαν εις την ουράνιον βασιλείαν Του προς ανάπαυσιν και ευφροσύνην αιώνιον. Καίτοι έπασχε καθ΄ όλην την διάρκεια της ζωής της από βαρυτάτην νόσον, εν τούτοις διήλθε τον επί γης μαρτυρικόν της βίον με ζήλον θαυμαστόν, με υπομονήν ιώβειον, με έργα αγάπης προς τον πλησίον, με ιεραποστολική δράσι και προσφορά. Επέτυχε με την βοήθεια του Κυρίου να ευαρεστήση στον Θεό και τους ανθρώπους. Καίτοι δεν είχε υλικά αγαθά και ασφαλή υγεία ήταν πλούσια σε πίστη και ευσέβεια, σε αρετές και έργα ευποιΐας. Ήταν απλή στους τρόπους, ταπεινή κατά την καρδιά, γεμάτη αγάπη Χριστού προς τον συνάνθρωπον και διατελούσε σε πνευματική εγρήγορσι, προσευχή, μελέτη του θείου λόγου και των πατερικών έργων. Έσπειρε εδώ στην γη με δάκρυα, και θερίζει ήδη με αγαλλίαση στους ουρανούς.
Άξιον υπογραμμίσεως είναι το γεγονός ότι ασπάστηκε και το Μοναχικό Σχήμα. Αυτή της η πράξις αποτελεί ομολογία πίστεως και αγάπης προς τον Θεόν.
Είθε και εμείς, αγαπητοί, να επιδείξουμε τον ζήλον διά την τήρησι των εντολών του Θεού, την απόκτησι των αρετών και αξιοποιήσουμε τον χρόνον της ζωής μας, όπως και η αξιομακάριστος και αείμνηστος εν Χριστώ αδελφή μας Μαρία, το «διαμάντι» του Χριστού στην εποχή μας.

Βιογραφικά στοιχεία
Στην συνέχεια μεταφέρονται λίγα στοιχεία βιογραφικά πού παρέχουν πολύτιμα διδάγματα προς όλους μας.
Η αδελφή Μαρία γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1947 στην κατεχόμενη κωμόπολη της Κυθραίας. Εκ γενετής είχε όγκο στην υπόφυση του εγκεφάλου πού της έφερε τον γιγαντισμό. Κάτι σπάνιο και παράξενο για την εποχή μας. Οι θεραπείες πού έγιναν εδώ και στο εξωτερικό δεν έφεραν κανένα θετικό αποτέλεσμα, παρά μόνον ταλαιπωρίες και πόνους.
Από τα παιδικά της χρόνια υπέφερε όχι τόσο σωματικά αλλά ψυχικά, από τον χλευασμό, την κοροϊδία και τα κρυφά γέλια του κόσμου. Δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει εκτός από το περιβάλλον της. Ποτέ όμως δεν απάντησε σε κανένα, ποτέ δεν θύμωσε, μόνο μέσα της βαθειά πονούσε και έκλαιγε.
Ύστερα ήλθε η προσφυγιά για να επιδεινώσει την κατάστασή της. Έφυγε από τον τόπο πού την ήξεραν και την εκτιμούσαν, εστερήθηκε τους φίλους της και τους ανθρώπους πού την αγαπούσαν και βρέθηκε σ΄ ένα άγνωστο μέχρι τότε γι΄ αυτήν μέρος. Όμως η πολλή μεγάλη ψυχική δύνα¬μη πού είχε, η αγωνιστικότητά της, η πίστις της, η αγάπη της για τον Θεό και τον άνθρωπο, την έκαναν να τα ξεπεράση όλα, να σταθή στα πόδια της, ν΄ αγνοήση τους χλευασμούς και ν΄ αρχίση μια νέα ζωή στην προσφυγιά. Μια ζωή γεμάτη προσφορά αγάπης στον άνθρωπο, όποιο και αν ήταν το κόστος γι΄ αυτήν.
Η υγεία της κλωνίζεται σιγά-σιγά, οι πόνοι γίνονται αβάστακτοι, η μετακίνηση της δύσκολη, αλλά αυτά τα α¬γνοεί μπροστά στην σημαντική ιεραποστολική της διακο¬νία.
Ο πόνος με τον καιρό έγινε ο αχώριστος σύντροφός της. Νύκτες ολόκληρες καθόλου δεν μπορεί να ξαπλώση. Το βασανισμένο της σώμα δεν αναπαύεται. Ούτε ένα βήμα δεν μπορεί τώρα να κάνη. Κινείται μόνο με αναπηρική καρέκλα. Συμφιλιώθηκε δμως με τον πόνο. Ποτέ δεν γόγγυσε και δεν διαμαρτυρήθηκε. Την προσωπική της ξεκούραση την αψηφούσε μπροστά στην αγάπη της για τους συνανθρώπους της πού την επλησίαζαν. Όλους τους συμβούλευε και νουθετούσε με διάκριση, τους βοηθούσε με πνευματική αρχοντιά και καθοδηγούσε με λεπτότητα και μητρική αγάπη. Όταν βρισκόταν κανείς κοντά της και συνομιλούσε διεπίστωνε την ευφυΐα της, την πλατειά της αντίληψη σ΄ όλα τα θέματα, το γερό μνημονικό της και το χαριτωμένο χιούμορ της.
Τους δύο τελευταίους μαρτυρικούς μήνες πού τους πέρασε ακίνητη στο κρεβάτι του Νοσοκομείου έδειξε όλο το μεγαλείο της υπομονής, της καρτερίας και της αγάπης της στον Θεό. Δεν βαρυγγόμησε ποτέ και συνεργαζόταν άψογα με τους γιατρούς και νοσοκόμους μέχρι και τις τελευταίες της ώρες. Το σώμα της γέμισε πληγές, τα πόδια της έλιωσαν και καθόλου δεν μπορούσε να κινηθή. Τίποτε σωστά δεν λειτουργούσε στον οργανισμό της, μόνον η φωνή της και η διαύγεια του πνεύματος της έμειναν μέχρι το τέλος, για να θυμίζουν τα μεγάλα τα της πίστεως, υπομονής, προσευχής και αγάπης κατορθώματα. Και σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές είχε την φροντίδα πολλών, την δε παραμονήν της αναχωρήσεως της έδωσε εις εν Χριστώ επισκέπτην το ποσόν των 105 Κυπριακών λιρών υπέρ του μικρού ιεραποστολικού έργου τής Ορθοδόξου Κυψέλης.
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός την παρέλαβε στην Βασιλεία Του τα ξημερώματα της 20ης Ιανουαρίου του 1998, αφήνοντας πίσω της ορφανεμένες τις ψυχές πού την αγάπησαν και την πόνεσαν. Η έλλειψή της είναι αισθητή και το κενό της απουσίας της ευχόμεθα να το αναπλήρωση ο Θεός με άλλο κατάλληλο πρόσωπο πού θα παρουσίαση.
Γενικά η αδελφή Μαρία εβίωσε κατά το θέλημα του Θεού σε όλη της την ζωή. Το φωτεινό της παράδειγμα προς μίμησι και αντιγραφή μας.
Της αξιομακαρίστου αδελφής Μαρίας η μνήμη είθε να είναι αιωνία, η δε μερίς αυτής μετά των δικαίων και αγίων Αγγέλων.

Πηγή: Σ.Κ., Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Ο Κύριος της ζωής και του θανάτου παρέλαβε πλησίον του την πιστήν δούλην του Μαρίαν εις την ουράνιον βασιλείαν Του προς ανάπαυσιν και ευφροσύνην αιώνιον. Καίτοι έπασχε καθ΄ όλην την διάρκεια της ζωής της από βαρυτάτην νόσον, εν τούτοις διήλθε τον επί γης μαρτυρικόν της βίον με ζήλον θαυμαστόν, με υπομονήν ιώβειον, με έργα αγάπης προς τον πλησίον, με ιεραποστολική δράσι και προσφορά. Επέτυχε με την βοήθεια του Κυρίου να ευαρεστήση στον Θεό και τους ανθρώπους. Καίτοι δεν είχε υλικά αγαθά και ασφαλή υγεία ήταν πλούσια σε πίστη και ευσέβεια, σε αρετές και έργα ευποιΐας. Ήταν απλή στους τρόπους, ταπεινή κατά την καρδιά, γεμάτη αγάπη Χριστού προς τον συνάνθρωπον και διατελούσε σε πνευματική εγρήγορσι, προσευχή, μελέτη του θείου λόγου και των πατερικών έργων. Έσπειρε εδώ στην γη με δάκρυα, και θερίζει ήδη με αγαλλίαση στους ουρανούς.

Άξιον υπογραμμίσεως είναι το γεγονός ότι ασπάστηκε και το Μοναχικό Σχήμα. Αυτή της η πράξις αποτελεί ομολογία πίστεως και αγάπης προς τον Θεόν.

Προσωπογραφία μακαριστής Μοναχής Μαρίας Στυλιανοπούλου (20/07/1947 – 20/01/1998)

Προσωπογραφία μακαριστής Μοναχής Μαρίας Στυλιανοπούλου (20/07/1947 – 20/01/1998)

Είθε και εμείς, αγαπητοί, να επιδείξουμε τον ζήλον διά την τήρησι των εντολών του Θεού, την απόκτησι των αρετών και αξιοποιήσουμε τον χρόνον της ζωής μας, όπως και η αξιομακάριστος και αείμνηστος εν Χριστώ αδελφή μας Μαρία, το «διαμάντι» του Χριστού στην εποχή μας.

 

Βιογραφικά στοιχεία

Στην συνέχεια μεταφέρονται λίγα στοιχεία βιογραφικά πού παρέχουν πολύτιμα διδάγματα προς όλους μας.

Η αδελφή Μαρία γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1947 στην κατεχόμενη κωμόπολη της Κυθραίας. Εκ γενετής είχε όγκο στην υπόφυση του εγκεφάλου πού της έφερε τον γιγαντισμό. Κάτι σπάνιο και παράξενο για την εποχή μας. Οι θεραπείες πού έγιναν εδώ και στο εξωτερικό δεν έφεραν κανένα θετικό αποτέλεσμα, παρά μόνον ταλαιπωρίες και πόνους.

Από τα παιδικά της χρόνια υπέφερε όχι τόσο σωματικά αλλά ψυχικά, από τον χλευασμό, την κοροϊδία και τα κρυφά γέλια του κόσμου. Δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει εκτός από το περιβάλλον της. Ποτέ όμως δεν απάντησε σε κανένα, ποτέ δεν θύμωσε, μόνο μέσα της βαθειά πονούσε και έκλαιγε.

Ύστερα ήλθε η προσφυγιά για να επιδεινώσει την κατάστασή της. Έφυγε από τον τόπο πού την ήξεραν και την εκτιμούσαν, εστερήθηκε τους φίλους της και τους ανθρώπους πού την αγαπούσαν και βρέθηκε σ΄ ένα άγνωστο μέχρι τότε γι΄ αυτήν μέρος. Όμως η πολλή μεγάλη ψυχική δύναμη πού είχε, η αγωνιστικότητά της, η πίστις της, η αγάπη της για τον Θεό και τον άνθρωπο, την έκαναν να τα ξεπεράση όλα, να σταθή στα πόδια της, ν΄ αγνοήση τους χλευασμούς και ν΄ αρχίση μια νέα ζωή στην προσφυγιά. Μια ζωή γεμάτη προσφορά αγάπης στον άνθρωπο, όποιο και αν ήταν το κόστος γι΄ αυτήν.

Η υγεία της κλονίζεται σιγά-σιγά, οι πόνοι γίνονται αβάστακτοι, η μετακίνηση της δύσκολη, αλλά αυτά τα αγνοεί μπροστά στην σημαντική ιεραποστολική της διακονία.

Ο πόνος με τον καιρό έγινε ο αχώριστος σύντροφός της. Νύκτες ολόκληρες καθόλου δεν μπορεί να ξαπλώση. Το βασανισμένο της σώμα δεν αναπαύεται. Ούτε ένα βήμα δεν μπορεί τώρα να κάνη. Κινείται μόνο με αναπηρική καρέκλα. Συμφιλιώθηκε όμως με τον πόνο. Ποτέ δεν γόγγυσε και δεν διαμαρτυρήθηκε. Την προσωπική της ξεκούραση την αψηφούσε μπροστά στην αγάπη της για τους συνανθρώπους της πού την επλησίαζαν. Όλους τους συμβούλευε και νουθετούσε με διάκριση, τους βοηθούσε με πνευματική αρχοντιά και καθοδηγούσε με λεπτότητα και μητρική αγάπη. Όταν βρισκόταν κανείς κοντά της και συνομιλούσε διεπίστωνε την ευφυΐα της, την πλατειά της αντίληψη σ΄ όλα τα θέματα, το γερό μνημονικό της και το χαριτωμένο χιούμορ της.

Monah_i Maria Stylianopoulou (psili) 02Τους δύο τελευταίους μαρτυρικούς μήνες πού τους πέρασε ακίνητη στο κρεβάτι του Νοσοκομείου έδειξε όλο το μεγαλείο της υπομονής, της καρτερίας και της αγάπης της στον Θεό. Δεν βαρυγγόμησε ποτέ και συνεργαζόταν άψογα με τους γιατρούς και νοσοκόμους μέχρι και τις τελευταίες της ώρες. Το σώμα της γέμισε πληγές, τα πόδια της έλιωσαν και καθόλου δεν μπορούσε να κινηθή. Τίποτε σωστά δεν λειτουργούσε στον οργανισμό της, μόνον η φωνή της και η διαύγεια του πνεύματος της έμειναν μέχρι το τέλος, για να θυμίζουν τα μεγάλα τα της πίστεως, υπομονής, προσευχής και αγάπης κατορθώματα. Και σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές είχε την φροντίδα πολλών, την δε παραμονήν της αναχωρήσεως της έδωσε εις εν Χριστώ επισκέπτην το ποσόν των 105 Κυπριακών λιρών υπέρ του μικρού ιεραποστολικού έργου τής Ορθοδόξου Κυψέλης.

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός την παρέλαβε στην Βασιλεία Του τα ξημερώματα της 20ής Ιανουαρίου του 1998, αφήνοντας πίσω της ορφανεμένες τις ψυχές πού την αγάπησαν και την πόνεσαν. Η έλλειψή της είναι αισθητή και το κενό της απουσίας της ευχόμεθα να το αναπλήρωση ο Θεός με άλλο κατάλληλο πρόσωπο πού θα παρουσίαση.

Γενικά η αδελφή Μαρία εβίωσε κατά το θέλημα του Θεού σε όλη της την ζωή. Το φωτεινό της παράδειγμα προς μίμησι και αντιγραφή μας.

Της αξιομακαρίστου αδελφής Μαρίας η μνήμη είθε να είναι αιωνία, η δε μερίς αυτής μετά των δικαίων και αγίων Αγγέλων.

Πηγή: Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη

Μαρτυρία Μητροπολίτου Λεμεσού Αθανασίου

Αυτή η κοπέλα, μια αγία ψυχή, ήταν πανύψηλη, ήταν γίγαντας. Βέβαια στο τέλος καμπούριασε, περπατούσε με σίδερα, μετά με καροτσάκι. Εγώ την πρόλαβα πού περπατούσε ίσια. Είχε γιγαντισμό, ήταν παραμορφωμένη. Τα παπούτσια της, έχω ένα παπούτσι της στο μοναστήρι, ήταν 57 νούμερο, τόσο πράγμα σαν βάρκα, η παλάμη της ήταν 3 φορές μεγαλύτερη από την δική μου.

Monah_i Maria Stylianopoulou (psili) 03

Να σας πω πώς την γνωρίσαμε. Είχαμε έναν δικό μας μοναχό τον π. Νήφωνα, ο οποίος πουλούσε μήλα σε σακούλια όταν ήταν πρώτη Λυκείου και πήγε να πουλήσει μήλα. Χτύπησε την πόρτα και την άνοιξε η Μαρία, μόλις την είδε από τον φόβο του, της πέταξε τα μήλα κι όπου φύγει φύγει. Ήταν όμως η αιτία να γνωριστούν και να συνδεθούν πνευματικά και αργότερα μέσω αυτού να γνωρίσομεν και εμείς την μακαριστή Μαρία.

Αυτή η κοπέλα, ήταν μια αγία ψυχή, πραγματικά μια αγία, παρ’ όλο που ήταν ένα τέρας εξωτερικά, και το πρόσωπο της ήταν αλλοιωμένο ακόμη και τα μικρά παιδιά δεν την φοβόντουσαν. Ανέπαυε πολύ κόσμο. Ήταν δηλαδή… μια πνευματική μητέρα με όλη την σημασία της λέξεως.

Αυτή η κοπέλα ήταν μία τυπικά χριστιανή στα πρώτα χρόνια και η μητέρα της καλή χριστιανή. Όταν μεγάλωσε και μεγάλωνε και έγινε δυσθεώρητη, έγινε 2.30 μ., αφού στο Νοσοκομείο έβαλαν δύο κρεββάτια τα ένωσαν για να την χωρέσει, όταν πέθανε το φέρετρό της ήταν από εδώ μέχρι εκεί πού είναι η καρέκλα.

Την ζήτησαν στην Αμερική και πήγε, με έξοδα της Κυβερνήσεως, για εξετάσεις. Για να ερευνήσουν το φαινόμενο. Συνήλθαν εκεί οι μεγάλοι γιατροί κ.τ.λ. κι άλλος έλεγε γιγαντισμό κι άλλος διάφορες θεωρίες. Δεν μπορούσαν όμως επακριβώς να δουν τί έπαθε η Μαρία κι έγινε τόσο μεγάλο πράγμα, τόσο μεγάλος άνθρωπος. Και βέβαια της είπαν τότε πώς είχε ένα πρόβλημα. Όλο το κεφάλι της μέσα είχε όγκο, ο οποίος πίεζε τα μάτια και θα έχανε το φως της, θα τυφλωνόταν.

Οι Αμερικάνοι προσφέρθηκαν να αγοράσουν τον σκελετό της και αυτή λυπήθηκε πάρα πολύ, όταν το άκουσε, γιατί ήταν ένα φαινόμενο γι΄ αυτούς έτσι να την διατηρήσουνε για λόγους επιστημονικούς.

Σ΄ αυτήν την κατάσταση επέστρεψε στην Αθήνα μετά από την Αμερική, και μια κοπέλα της λέει εκεί, δεν πάμε να δούμε το γέρο Πορφύριο στην Πεντέλη; Η Μαρία δεν είχε ιδέα από γέροντες κι απ΄ αυτά τα πράγματα, και της λέει: τί να μου πει κι αυτός ο γέρος! Με πήγαν στην Αμερική και με είδαν τόσοι επιστήμονες, τί να μου πει κι αυτός ο γέρος! Έλα πάμε, είναι και τυφλός και δεν μιλάει και καλά. Η Μαρία είπε, είναι και τυφλός και δεν ακούει και καλά… Η Μαρία, ήταν σε μια κατάσταση απελπισίας, τέλος πάντων από δώ από κει την έπεισαν να πάει.

Πήγε λοιπόν, και μαζί της πήγε η μητέρα της πού ζει ακόμα (σημείωση πλέον έχει κοιμηθεί), η κ. Κωνσταντία, μια μοναχή κι η κοπέλα εκείνη πού πήγε κι άλλοι δύο άνθρωποι.

Πήγαν στο κελί του γέροντα, ήταν τυφλός ο γέροντας Πορφύριος κι όταν μπήκαν μέσα της λέει: γιατί σου έλεγε η φίλη σου να έρθεις και δεν ερχόσουν και της είπε ακριβώς τί έλεγε η Μαρία. Αύτη ντράπηκε και της λέει τί έπαθες; Λέει, γέροντα θα χάσω το φως μου κι έκλαιγε. Της λέει, όχι παιδί μου το φως σου, τα κόκκαλά σου θα σπάζουν… Του λέει, όχι γέροντα, τα κόκκαλά μου είναι γερά, δεν έχουν τίποτα τα οστά μου, το φως μου θα χάσω. Της άπαντα όχι το φως σου, τα οστά σου. Αυτή το επαναλαμβάνει τρίτη φορά, γέροντα το φως μου.

– Όχι το φως σου, τα οστά σου θα συντρίβουν. Αυτή δεν καταλάβαινε.

Της λέει ο γέροντας, γονάτισε. Γονάτισε όπως μπόρεσε κι ο γέροντας έβαλε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι της κι άρχισε να προσεύχεται. Και μου έλεγε η Μαρία, αισθανόταν μέσα το κεφάλι της να βράζει ολόκληρο, οπότε της λέει ο γέροντας: δεν θα χάσεις το φως σου, τα οστά σου θα βγουν, θα τρίβονται τα οστά σου. Αύτη δεν πίστεψε. Λέει ο π. Πορφύριος, από που το έπαθες αυτό, σου είπαν οι γιατροί; Του απάντησε: γέροντα οι γιατροί δεν βρήκαν την αιτία, είπαν γιγαντισμός είναι, δεν βρήκαν την αιτία.

Λέει στην μητέρα της: εσύ θυμάσαι πού ήσουν έγκυος στην Μαρία; Η Μαρία ήταν 43 ετών τότε, λέει η μητέρα της ε! θυμούμαι. Της λέει θυμάσαι, όταν ήσουν δύο μηνών πού έκανες πολλούς εμετούς; Θυμάμαι αμυδρά γέροντα. Θυμάσαι πού σε πήγε ο άντρας σου σε έναν γιατρό; πού να θυμάμαι τώρα τον γιατρό; και αρχίζει ο γέροντας να της περιγράφει: θυμήσου που κατεβαίνατε με λεωφορείο από το χωριό σας, κατεβαίνατε σε μια πλατεία και της περιγράφει την πλατεία πριν από 42 χρόνια, σε πήρε ο άντρας σου και σε πήγε στον τάδε δρόμο κι άρχισε να της διηγείται τον δρόμο κι η Κωνσταντία άρχισε να θυμάται τον δρόμο εκείνο, σε πήγε σ΄ έναν τόπο πού η πόρτα ήταν πράσινη, στο ιατρείο του ανθρώπου εκείνου. Μπήκες μέσα και του είπες ότι κάνεις πολλούς εμετούς από την εγκυμοσύνη και σου έδωσε ένα φακελάκι με χάπια, με 15 χάπια μέσα, τα θυμάσαι; λέει θυμάμαι γέροντα. Λέει ο Γέροντας τα χάπια εκείνα ήταν χάπια επιληψίας, έκανε λάθος ο γιατρός, τα ήπιες και παραμορφώθηκε το έμβρυο γι΄ αυτό κι έγινε έτσι η κόρη σου. Και πραγματικά, το έστειλαν το μήνυμα αυτό στην Αμερική, κι ήταν πραγματικώς επιστημονικά. Αυτή όμως μετά τελικά τί έγινε; Σταμάτησε να χάνει το φως της κι άρχισε να τρίβονται τα κόκκαλά της. Μια φορά ήμουν παρών εγώ, πού ένα κόκκαλο από την πλάτη της τρύπησε το δέρμα της και βγήκε έξω, συντρίβονταν τα κόκκαλά, διαλύονταν τα κόκκαλά, όπως ακριβώς της είχε πει ο π. Πορφύριος. Ο γέροντας, όταν βγήκε η Μαρία έξω, είπε: αυτή είναι μια αγία, και περιέγραψε την Μαρία.

 

Επικήδειος Λόγος εις την κηδείαν της Μοναχής Μαρίας († 20 Ιανουαρίου 1998)

Αρχιμανδρίτου Εφραίμ, Καθηγουμένου Ιεράς Μεγίστης Μονής του Βατοπαιδίου

Αγαπητή μας Μαρία,

Σου απευθύνομαι πρόσωπον προς πρόσωπον, διότι γνωρίζω ότι η ψυχή σου, το πνεύμα σου είναι παρούσα σ΄ αυτή την πνευματική συνάθροιση που οι πνευματικοί μας αδελφοί συνοιθρήσθησαν για να σου απονέμουν τον τελευταίο ασπασμό.

Gerontas Iosif Vatopaidinos & Monah_i Maria Stylianopoulou (psili) 04Ο τελευταίος ασπασμός, αγαπητή μας εν Χριστώ αδελφή Μαρία, απονέμεται μόνο στο πολύαθλο σώμα σου, διότι η ψυχή σου είναι ζώσα και ευρίσκεται μαζί με το Χριστό και τους αγίους και περιμένει την κοινή ανάσταση για να αναστηθεί και αυτό και συνδοξασθεί συν πάσι τοις αγίοις.

Αγαπητή μας Μαρία,

Αν και ζούσες στον κόσμο εν τούτοις δεν ήσουν εκ του κόσμου, αλλά κατόρθωσες -το και δυσκατόρθωτον- να μεταθέσεις το πολίτευμά σου στον ουρανό και να αγαπήσεις εξ όλης σου της ψυχής τον Κύριο μας και να τον κάνεις νυμφίον σου και πατέρα και μητέρα και αδελφόν και φίλον και ο Οποίος σε ηξίωσε της απροσμετρήτου δωρεάς του μεγάλου και αγγελικού σχήματος διά των χειρών του σεβαστού Γέροντός μας Ιωσήφ. Συνεδέθημεν πνευματικώς και ο σεβαστός Γέροντας Ιωσήφ είναι κοινός μας πατέρας. Ως εκ τούτου είσαι και σύ μέλος της αγιορείτικης αδελφότητάς μας και θα εξακολουθήσεις να παραμένεις εις τον μέλλοντα αιώνα.

Κατά την συμμετοχήν σου στο μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως πάντοτε άφηνες να εκχυθεί ο πόθος σου τον οποίον είχες για τον Χριστόν. Η φιλόθεος ψυχή σου πάντοτε επτερύγιζε στους ουρανούς, καίτοι έζης εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης. Δεν παρεσύρθης από τα ωραία του κόσμου, τον πλούτον, τας ηδονάς, την ματαίαν δόξαν… Ο Κύριός μας σου επεφύλαξε φρικτόν μαρτύριον καθ’ όλην την ενταύθα ζωήν σου. Ποτέ δεν γόγγυσες, ποτέ δεν μεμψιμοίρησες, αλλά όλα σου τα δεινά, τα μετέθετες στον Θεόν και τα έκανες συνάλλαγμα προς εξαγοράν της βασιλείας των ουρανών. Και τώρα ιδού, η ώρα του θερισμού έφθασε, ευφράνθητι Μαρία και σκίρτησον εις τας αγκάλας του Νυμφίου Σου Χριστού, του οποίου το κάλλος ηράσθης. Δράμε ωσεί έλαφος προς τας πηγάς των υδάτων για να τρυγήσεις τους καρπούς των μαρτυρικών σου σωματικών πόνων και κόπων, των αέναων προσευχών σου, της αγάπης πού σαν γνησία μητέρα επεδείκνυες προς όλους τους πάσχοντας και θλιβομένους. Μαρτυρούν οι ίδιοι οι εν Χριστώ αδελφοί σου, γι΄ αυτό και ευρίσκονται πέριξ του πολυάθλου σου σκήνους για να δώσουν τον τελευταίο ασπασμό, σαν άλλην συμμαρτυρία για να εισέλθεις μετά παρρησίας εις το ενδότερον του καταπετάσματος «ένθα πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος». Κατατρύφησον του Κυρίου Μαρία και χοροβάτησον ωσεί αμνός εις τα όσα ωραία σου ητοίμασεν ο Δεσπότης Χριστός, ως αντάμειψιν της σταυροφόρου ζωής σου, τα οποία «ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη», διότι έγνω ο Κύριος ότι τον ηγάπησες πολύ.

Εκεί στην αιώνιον σου δόξαν πέριξ του θρόνου του Θεού μέμνησο και ημών των ταπεινών αδελφών σου, που ακόμη ευρισκόμεθα στο στάδιο του αγώνος και ο φόβος είναι εναργής και το τέλος αβέβαιον, ίνα και ημείς καταντήσωμεν εις άνδρα τέλειον εις μέτρον του πληρώματος του Χριστού και ομοθυμαδόν εν εκείνη τη ημέρα ακούσωμεν το «Ευ δούλε αγαθέ και πιστέ· επ’ ολίγα ης πιστός επί πολλών σε καταστήσω· είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου», καθώς και συ σήμερον το ακούεις. Γένοιτο. Αμήν.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

.Λίγα λόγια αγάπης για το βίο 

και την προσωπικότητα της αδελφής 

Μαρίας Μοναχής.


μοναχού Νήφωνος βατοπαιδινού

Όταν ο Ιησούς μας συνάντησε τον εκ γενετής τυφλόν «ηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες· ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος η οι γονείς αυτού ίνα τυφλός γεννηθή; απεκρίθη ο Ιησούς· ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε oι γονείς αυτού, αλλ΄ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ».
Τα λόγια αυτά του Κυρίου μας εκπληρώνονται και στην αγαπητήν μας αδελφήν Μαρίαν, η οποία πέρασε από αυτήν την γήν σαν ένα άστρον λαμπρόν και έζησε μεταξύ μας διά να φανερωθούν διά της μεγάλης της υπομονής και καρτερίας και της αγογγύστου συνεχούς άρσεως του μεγάλου σταυρού της, τα έργα πού η δύναμις και η αγαθότης του Θεού εργάζεται.
Η αδελφή Μαρία υπήρξε όντως ψηλή. Όπως στο σώ¬μα έτσι και στην ψυχή. Το ότι έπασχε, το ότι πονούσε συ¬νεχώς, το ότι υπέμεινε δοξολογώντας τον Θεόν, αυτό όλοι το βλέπαμε και θαυμάζαμε. Χωρίς να μπορεί κανείς να φανταστή το μέγεθος και την δυνατότητα των πόνων και της θλίψεώς της.
Τα έργα όμως της αγάπης της, την έγνοιά της για κάθε ένα πού έπασχε σωματικά ή πνευματικά, την μέριμνα της για κάθε ένα μοναστηράκι πού γνώρισε, την ελεημοσύνη της, την ταπείνωσί της, την ιεραποστολή της, την πνευματική βοήθεια πού έδιδε στους ανθρώπους πού την πλησίαζαν, κάθε τάξεως και αξιώματος, αλλά πιο πολύ τον πόθο της για πνευματική προκοπή, την αγωνία της μήπως δεν βαδίζη σωστά τον δρόμο της σωτηρίας! Τους με κόπο πνευματικούς της αγώνες, την μεγάλη αγάπη της για τον Χριστό μας και τις πνευματικές αντιλήψεις πού είχε απ΄ Αυτόν, αυτά λίγοι τα γνωρίζουν και νομίζω λίγα γνωρίζουν. Τα πολλά τα γνωρίζει ο δωρεοδότης Χριστός μας, πού μέχρι τέλους της έδωσε την δύναμι να είναι ένα φωτεινό παράδειγμα για όλους μας, στην συνέχισι του αγώνος μας για την σωτηρία της αθανάτου ψυχής μας, μέσα στους δύσκο¬λους και αποκαλυπτικούς καιρούς πού ζούμε.
Επειδή είχα την ιδιαίτερη ευλογία… από τον Κύριο μας, να είμαι μέσα σ΄ αυτούς τους λίγους πού γνώρισαν λίγο περισσότερο και λίγο ενωρίτερα την αδελφή μας Μαρία, και μετά την προτροπή του αγαπητών εν Χριστώ αδελφών να γράψωμε κάτι εις μνημόσυνον αιώνιον, θεώρησα ότι θα ή¬ταν άδικο για τους αγωνιζόμενους αδελφούς μας να κρύψω αυτά πού γνωρίζω για τις προαναφερθείσες αρετές της α¬δελφής μας Μαρίας, ιδίως τώρα πού δεν υπάρχει ο κίνδυ¬νος να την βλάψωμε πνευματικά, εφ΄ όσον αναπαύεται πλέ¬ον στας αιωνίους μονάς και απολαμβάνει τον μισθόν των κόπων της.
Δεν θα πω τίποτε δικό μου. Αργότερα ίσως μας βοηθήση ο Θεός να γράψωμε κάτι περισσότερο. Απλώς θα στα¬χυολογήσω πολύ λίγα από τις επιστολές της πού δείχνουν το μεγαλείο της ψυχής της και τον τρόπο πού αντιμετώπιζε την άρσι του σταυρού της, κατόπιν βέβαια και της ευλογίας του Γέροντός μου.

Το μεγάλο της μαρτύριο και η δοξολογία της προς τον Θεό.
1. Από την Βοστώνη όπου είχε πάει για θεραπεία σε μία πολύ δύσκολη κατάστασι η οποία ίσως οδηγούσε σε πολύωρη εγχείρησι γράφει στις 3.10.1985 «Από την ημέρα πού πήρα την απόφασι να ΄ρθώ για θεραπεία, πιστεύω ότι θα με βοηθήσουν οι άγιοι. Υπόσχομαι ότι δεν θα γογγύσω και δεν θα παύσω να δοξάζω τον Κύριόν μας και την μανούλλα μας».
2. «Πέρσι έτσι καιρό χαροπάλευα και μόνο οι προσευ¬χές των πατέρων με σώσαν. Βέβαια ο θάνατος είναι μαζί μας και δεν μας φοβίζει, αλλά να ετοιμαστούμε.
…Τώρα τελευταία έχω πολύ άσχημες αναλύσεις. Ο γιατρός μου λέει: «Ο Θεός μεθ’ ημών». Τα άφησα όλα στον Κύριο γι΄ αυτό και ζω και μιλώ. Η ψυχή μου είναι βαριά, γεμάτη πόνο και θλίψι, μα την κλείνω ερμητικά με την δύναμι της προσευχής. Από τον αγώνα πού κάνετε εσείς (οι μοναχοί) παίρνω κουράγιο και γίνομαι και ΄γώ άλλος άνθρωπος» (9.10.1986).
3. «…Τώρα πού σου γράφω είμαι στο στρώμα, υποφέρω τρομερά από τα έντερά μου. Είναι Θεοφάνεια και ΄γώ είμαι στο στρώμα. Σκέφτεσαι πόσο αμαρτωλή είμαι να στερηθώ την λειτουργία αυτή. Οι πόνοι μου είναι τρομεροί. Εύχομαι νάναι κάτι πού περνά. Δόξα τω Θεώ» (6.1.1987).
4. «Τα δικά μου νέα περί υγείας όχι καλά. Μετακινού¬νται τα οστά ψηλά στην πλάτη μου και κάτω αριστερά και σκύβω πιο πολύ με φρικτούς πόνους. Δόξα σοι ο Θεός, ας γίνη το θέλημά Του και τον ευχαριστώ πού με θυμήθηκε γιατί είμαι πολλή ανεπρόκοπη στα πνευματικά μου καθήκο¬ντα» (1990).
5. «Εγώ με τις αμαρτίες μου, πού φαίνεται να είναι πολλές και δεν θα μετανόησα σωστά, βασανίζομαι και υποφέ¬ρω τα μέγιστα. Από την κορτιζόνη πού παίρνω αφαιρείται όλον το ασβέστιον και τα οστά μένουν κούφια και η αυξη¬τική ορμόνη πιέζει τα οστά και σπάζουν και εξαρθρώνο¬νται και μετακινούνται και η Μαρία η ψηλή έχει γίνει η Μαρία η καμπούρα. Οι πόνοι μου είναι πολλοί και η ψυχι¬κή οδύνη, πού δεν μπορώ να κινηθώ να κάνω τα απαραίτη-τα πνευματικά, είναι μεγάλη. Μόνο με το αναπηρικό βοή¬θημα κινούμαι. Μόνη μου καθόλου. Να θέλω να πάρω το πιάτο μου στο τραπέζι είναι αδύνατο. Δόξα σοι ο Θεός πά¬ντων ένεκεν» (10.10.1991).
6. Για την κουρά μου ήτο κάτι πού δεν το φαντάζομαι να σου το περιγράψω. Καιγόμουν ολόκληρη και η καρδιά μου νόμιζα θα σπάση. Από χαρά; από συγκίνησα; Δεν μπορώ να το περιγράψω. Ο γέροντάς μας σε κατάστασι όχι γήϊνη, δεν θα το ξεχάσω. Σαν να βρισκόμασταν στα ουράνια. Δοξασμένο το όνομα του Κυρίου. Νοιώθω όμως φόβο για το ότι πήρα το σχήμα, ότι είμαι ανάξια (όντως είμαι) μήπως δεν κρατήσω τις υποσχέσεις. Ο Θεός να με ελεήση.
Ένα πολύ μικρό δείγμα του μεγαλείου της αδελφής Μαρίας πού η πρόνοια του Θεού την αξίωσε λίγα χρόνια πριν την κοίμησΐ της να λάβη το μέγα και αγγελικό σχήμα όπως ποθούσε (17.8.1993).
7. «Ο κόσμος αρωστά μια μέρα, ένα μήνα, ένα χρόνο. Εγώ υποφέρω σε όλη μου τη ζωή. Οι αμαρτίες μου πολλές και η μετάνοια ολίγη, γι΄ αυτό υποφέρω…» (1994).
8. «Περνώ δυσκολίες με κάτι πόνους πού με πιάνουν στην κεφαλή και επηρεάζουν και την ψυχή μου και είναι ανυπόφοροι. Ζητώ από όλους τους αγίους βοήθεια. Βάζω αγίασμα του αγίου Νεκταρίου και συνέρχομαι κάπως και λαδάκι του αγίου Ραφαήλ. Πάτερ Νήφωνα, νοιώθω τόσο αμαρτωλή πού αηδειάζω τον εαυτό μου. Κάνω εξομολόγησι μα δεν κλαίω για τις αμαρτίες μου το ζώον, και ούτε πού πηγαίνω να κοινωνήσω κλαίω. Όμως προσεύχομαι πολύ και ετοιμάζομαι για την Θεία Κοινωνία, και αν δεν νοιώσω μέσα μου κάτι ωραίο και άκρα γαλήνη δεν κοινωνώ. Ο Θεός να με ελεήση την αμαρτωλή!».
9. «Ευλογείτε και καλόν στάδιον. Είθε όλοι μας να ανεβαίνουμε λιγάκι Γολγοθά και να νοιώσουμε τα άγια πάθη και την ανάστασι» (Μεγάλη Σαρακοστή 1997).
10. «Η ζωή αυτή δεν έχει καμμία σημασία. Κρατήσου όπως τον ναυαγό να περάσωμε την πρόσκαιρη προσφυγιά, για να περάσουμε στην αιωνιότητα».
11. «Η χάρις του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά πού γιόρταζε χθες νάναι βοήθειά σου. Πολύ αγαπώ και ευλαβούμαι τον άγιο Γρηγόριο και τον γιορτάζω και πολύ αγαπώ το μοναστήρι του στα Κουφάλια. Τώρα για να το βοη¬θήσω τους είπα να μου στείλουν δύο κιβώτια λαμπάδες για την Ανάστασι να τις πουλήσω. Από εδώ πού βρίσκομαι θέ¬λω να διακονώ. Με το τηλέφωνο και τους πολυπληθείς φίλους κάνω πολλές δουλειές. Έχω πολλά μοναστηράκια στη σειρά πού τα βοηθώ. Δόξα σοι ο Θεός».

Μικρό δείγμα του πνευματικού της αγώνα και τί πίστευε για τον εαυτό της.

12. «Εγώ προσπαθώ όσο μπορώ να υπακούσω στον πνευματικό μου και στις συμβουλές των βιβλίων πού διαβάζω από τους διάφορους γέροντες και από τις Πράξεις των Αποστόλων και φυσικά από το Ευαγγέλιον, αν και κακώς δεν διαβάζω πολύ συχνά το Ευαγγέλιον. Αφού είμαι ένα ζώον, όσο προσπαθώ τόσον πίπτω. Πάντως από τότε πού με ήξερες άλλαξα η χαμένη αρκετά προς το καλόν. Έτσι νομίζω. Έπαψα την αργολογίαν, τόσο πού αρωστώ όταν ακούω άλλους να κουτσομπολεύουν και κακολογούν κάποιους. Κλαίει η ψυχή μου γι΄ αυτό και οικτίρω τον εαυτόν μου. Γι΄ αυτό μένω στο σπίτι, οι συναναστροφές μου είναι πονε¬μένοι άνθρωποι πού τους βοηθώ και μιλώ για τον Κύριον» (1986).
Σιγά – σιγά με βοήθησε ο Κύριος μας και πήγα και προσκύνησα τον ναόν του. Την Αποκαθήλωσι, τον Πανάγιο ν Τάφον όπου με έπιασαν τα κλάματα και συγκίνησι μεγάλη. Το τί ένοιωσα και νοιώθω μέσα μου δεν περιγράφε¬ται. Μετά πήγαμε στον Γολγοθά του Κυρίου. Εκεί ακούμπισα και ζήτησα την βοήθεια του Χριστού μας και έκλα¬ψα πολύ. Ζήτησα να με βοηθήση να περάσω τον μικρόν μου Γολγοθά αγόγγυστα. (από Ιεροσόλυμα το 1987).
13. Εγώ με την μάμα μου ζούμε όπως τις Μοναχές, για κανένα δεν έχομε να πούμε τίποτε, όλους τους βοηθάμε… (1989).
14. …Το πρωί πού σηκώνομαι κάνω το μεσονυκτικό και μετά τον εξάψαλμο και ότι άλλο μπορώ και την νοερά προσευχή… Το βράδυ προοιμϊακό, εσπερινό, απόδειπνο και χαιρετισμούς. Μετάνοιες σωστές δεν μπορώ να κάνω. Κά¬νω μισές, όπως βολεύομαι. Την παράκλησι της Παναγίας, κάποτε και του αγίου Ραφαήλ, πού προσπαθώ να την κάνω κάθε μέρα, αλλά τώρα παίρνω βαριά χάπια για την γκράουθ χόρμαν και δεν μπορώ όπως παλιά. Όμως προσπαθώ.
15. «Ο Θεός με κτυπά με χίλια δυο να χάσω τον εγωϊσμό μου…».
16. «Έκλαψα από συγκίνησι στον Κύριο, πού με θυμάται ακόμα την χαμένη και αμαρτωλή. Από τα αμαρτήματά μου και τις παρακοές μου, ντρέπομαι να κοιτάξω την εικόνα του Κυρίου μας στα μάτια…».
17. «Εμείς εδώ ζούμε την καλήν ζωήν, την καλοπέρασιν και η ψυχή μας είναι κατάμαυρη και δεν έχει χαραμάδα να περάση αχτίνα φωτός. Ο Θεός να μας βοηθήση να νικήσουμε την ακηδία και έλθουμε πιο κοντά στον Χριστό μας. Δεν θέλω να πικραίνω τον Κύριο μας, ό,τι μπορώ το κάνω, όμως προσπαθώ να κάνω περισσότερα…».

Ένα πλήθος νέων ανθρώπων εύρισκαν παρηγοριά κοντά της και εναπέθεταν τα προβλήματά τους και έφευγαν χαρούμενοι και αναπαυμένοι. Αναδείχτηκε σε μια σύγχρονη Αμμά εφ΄ όσον σ΄ αυτήν άνοιγαν την καρδιά τους κληρικοί, μοναχοί, ηγούμενοι, γερόντισσες, επίσκοποι και πολιτικοί άρχοντες.
Η αδελφή Μαρία ήτο πόλος έλξεως και το προσφυγικό σπιτάκι της στη Λεμεσό κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τις κουρασμένες ψυχές. Πολλά παιδιά έπαιρναν την ευχή και συμβουλή της πριν αναχωρήσουν για το μοναχισμό και πολλές χριστιανικές οικογένειες δημιουργήθηκαν με τη συμβουλή της.
Η Κύπρος είναι πιο φτωχή με την απουσία της αδελ¬φής Μαρίας, αλλά και πιο πλούσια εφ΄ όσον κοντά στο πλήθος των αγίων και μαρτύρων της προσετέθη ακόμη μία μαρτυρική ψυχή. Οι τελευταίοι μαρτυρικοί μήνες πού πέρασε μέσα στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου Λεμεσού την καθάρισαν ακόμη περισσότερο όπως το χρυσάφι μέσα στο καμίνι. Φαίνεται ήθελε να την λαμπικάρη ο Θεός, όπως χαρακτηριστικά έλεγε.
Ο πόνος μας είναι μεγάλος για τον χωρισμό, αλλά και η παρηγοριά μας εξ ίσου μεγάλη, διότι γνωρίζομε ότι θα πρεσβεύη η αξιομακάριστος και αείμνηστος εν Χριστώ αδελφή μας Μαρία, και για μας εκεί πού βρίσκεται.

ΠΗΓΗ.ΔΙΑΚΟΝΗΜΑ

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021

Αγία Νίνα Ισαπόστολος


 Η Αγία Νίνα (ή Νίνω) γεννήθηκε στην Καππαδοκία, όπου κατοικούσαν πολλοί Γεωργιανοί και φέρεται ως συγγενείς του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Ο πατέρας της, Ζαβουλών, ευσεβής και φημισμένος στρατιωτικός, πριν ακόμα νυμφευθεί, είχε φύγει από την πατρίδα του Καππαδοκία, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον αυτοκράτορα Μαξιμιανό. Η μητέρα της, Σωσάννα, ήταν αδελφή του Επισκόπου Ιεροσολύμων Ιουβεναλίου. Ο πατέρας της, φλεγόμενος από αγάπη προς τον Θεό, έγινε, με την συγκατάθεση της συζύγου του, μοναχός στην έρημο του Ιορδάνη. Η μητέρα της Αγίας Νίνας τοποθετήθηκε ως διακόνισσα στο Ναό της Αναστάσεως. Την Αγία Νίνα την παρέδωσαν στην ευλαβέστατη Γερόντισσα Νιοφόρα, για να την αναθρέψει.

Όταν η Αγία Νίνα μελετούσε το Ευαγγέλιο και έφθασε στο κεφάλαιο που έγραφε για την σταύρωση του Κυρίου, ο λογισμός της σταμάτησε στον χιτώνα του Χριστού. Αναρωτήθηκε που αν βρίσκεται άραγε η επίγεια πορφύρα του Υιού του Θεού. Της είπαν, λοιπόν, ότι κατά την παράδοση, αυτή φυλασσόταν στην πόλη Μιτσχέτη της Ιβηρίας (Γεωργίας). Τη μετέφερε εκεί ο ραβίνος της πόλεως που ονομαζόταν Ελιόζ, ο οποίος την είχε παραλάβει από το στρατιώτη που την κέρδισε στην κλήρωση κάτω από τον Σταυρό. Τα λόγια αυτά χαράχτηκαν βαθιά στην καρδιά της. Και παρακάλεσε την Θεοτόκο να την αξιώσει να πάει στην Χώρα των Ιβήρων, για να προσκυνήσει τον χιτώνα του Υιού και Θεού της. Η Παναγία άκουσε την προσευχή της και εμφανίσθηκε στον ύπνο της Αγίας. Την προέτρεψε να πάει στην Ιβηρία να κηρύξει το Ευαγγέλιο του Χριστού και της πρόσφερε ένα Σταυρό από κληματόβεργες, που θα ήταν η ασπίδα και ο φύλακάς της. Η Αγία ξύπνησε και είδε στα χέρια της το θαυμαστό Σταυρό. Τον ασπάσθηκε, έκοψε μια κοτσίδα από τα μαλλιά της, την έπλεξε στον Σταυρό και πήγε να συναντήσει αμέσως το θείο της Επίσκοπο Ιουβενάλιο. Εκείνος διέκρινε το θέλημα του Θεού και της έδωσε την ευχή του. Έτσι μετά από εντολή της Θεοτόκου, κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Γεωργία, περί τον 3ο Αιώνα μ.Χ. Η αποστολική της δράση και το χάρισμα της θαυματουργίας οδήγησαν τους βασιλείς της Γεωργίας Μιριάν (265-342 μ.Χ.) και Νάνα στην αλήθεια του Χριστού.

Η Αγία βρήκε τον τόπο, όπου είχε εναποτεθεί ο χιτώνας του Χριστού, στον κήπο των ανακτόρων και εκεί ανήγειρε το Ναό του Αγίου Στύλου.

Η Αγία Νίνα κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη και ο Θεός την δόξασε διατηρώντας το τίμιο λείψανό της άφθαρτο.

http://www.saint.gr/225/saint.aspx

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Αγία Παρθένα η Εδεσσαία: Την πρόδωσε στους Τούρκους ο ίδιος ο πατέρας της και την έθαψαν ζωντανή!

Αγία Παρθένα η Εδεσσαία: Την πρόδωσε στους Τούρκους ο ίδιος ο πατέρας της και την έθαψαν ζωντανή!


Του π. Ηλία Μάκου

Παρότι οι πειρασμοί, προερχόμενοι από την ίδια την οικογένειά της, την  κυνηγούσαν  ανελέητα, δεν τους επέτρεψε να  φωλιάσουν μέσα της,  δεν υποχώρησε στην πίστη της, δεν υπέκυψε στο Μωαμεθανισμό, δεν ξενίστηκε, δεν είπε “γιατί με πειράζουν;”, δεν πανικοβλήθηκε  όταν έβλεπε το κακό να την πολιορκεί, δεν αναταράχθηκε το εσωτερικό της. 

Η νεομάρτυρας Παρθένα, που το όνομά της εκφράζει τη ζωή της, ήταν παρθενική σε όλες τις πλευρές τoυ βίου της,  παραδομένη από τον πατέρα της στα χέρια των Τούρκων, είχε τραγικό τέλος.

Την έθαψαν ολοζώντανη σ’ ένα λόφο της Έδεσσας, που μέχρι τις ημέρες μας, εξαιτίας του μαρτυρίου της, ονομάζεται «λόφος της Παρθένου».

Είχε προηγηθεί η θλιβερή προδοτική στάση του πατέρα της Πέτρου και απέναντι στον τόπο του, όπου ήταν πρόκριτος, αλλά και έναντι της ίδιας, που της συμπεριφέρθηκε εξευτελιστικά.

Αφού δωροδοκήθηκε από τους Τούρκους, που πολιορκούσαν την Έδεσσα, τους άφησε να περάσουν από το οχυρό, που αυτός φρουρούσε, πρόδωσε την Ορθοδοξία, έγινε μουσουλμάνος, αλλά και στράφηκε με μανία  κατά του σπλάγχνου του του, αφού αρνήθηκε να τον ακολουθήσει στην άρνηση του Θεού.

Μάλιστα στην πρότασή του να αλλαξοπιστήσει, του απάντησε πως ήταν άθλιο ό,τι έκανε, με αυστηρότητα τον έκρινε και απερίφραστα του δήλωσε ότι δεν πρόκειται να μετακινηθεί από την αφοσίωσή της στο Χριστό.

Αυτός, αφού την κατηγόρησε ως πόρνη, την χτύπησε μέχρι αναισθησίας και γυμνή την μετέφερε στους Τούρκους, οι οποίοι επέφεραν το βίαιο θάνατό της.

Η αγία στάθηκε όρθια, απέφυγε να υποδουλωθεί, υπερασπίστηκε τη σωτηρία της και με τη θυσία ξέφυγε από τα ανθρώπινα και πέρασε στα άγια.

Η πειρασμική επίθεση εναντίον της, μπορεί να δημιούργησε γύρω της ατμόσφαιρα αποπνικτική, δεν την κατέβαλε, όμως. 

Την εξέλαβε ως πρόσκληση και πρόκληση για τη μάχη υπέρ του Χριστού, για τον καλό αγώνα.

Ως χριστοκίνητη δεν φοβήθηκε τους χριστοδιώκτες, γιατί ήταν συνδεδεμένη και πλημμυρισμένη με το πνεύμα του Λυτρωτή.

Ούτε για μια στιγμή δεν έζησε με ακρωτηριασμένη και παγωμένη την καρδιά κάτω από το βραχνά της καταπίεσης και των βασάνων.

Ούτε για μια στιγμή δεν βούρκωσαν τα μάτια της και δεν καρφώθηκε σ’ αυτά η αγωνία, γιατί ζούσε μέσα της το φως του Χριστού.

Το παράδειγμά της φωτίζει και μας σήμερα, όχι απλά ως πυγολαμπίδα ή λυχνάρι, αλλά ως δυνατός ήλιος, μέσα από την αφοσίωσή της στο Θεό και την τόλμη της και τις αρετές της.

Με την ελεύθερη θέλησή της συμμάχησε με το Χριστό και δεν αρνήθηκε το χριστιανικό φρόνημά της.;

Η πεποίθησή της ότι ο Χριστός είναι η μοναδική Αλήθεια, που την υπερασπίστηκε με την ίδια τη ζωή της στα χρόνια της οδυνηρής σκλαβιάς, που δεν ήταν μόνο υποταγή σ’ ένα δυνάστη, αλλά και ψυχική δουλεία, πρέπει να φιλοτιμεί τους πιστούς όλων των εποχών.

Και να τους εμπνέει την προθυμία και το ζήλο να παραμένουν πάντοτε το “φως του κόσμου”. 

Αγία Συγκλητική: Το πρότυπο της Αρετής και της Υπομονής




ΑΓΙΑ ΣΥΚΛΗΤΙΚΗ: ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

Οι μοναχές γυναίκες της Εκκλησίας μας αποτελούν αξιοθαύμαστα παραδείγματα ευσέβειας για τους πιστούς. Πρόκοψαν στην αρετή και στην αγιότητα, όπως και οι άνδρες μοναχοί. Ένα τέτοιο λαμπρό παράδειγμα αρετής και αγιότητας υπήρξε η αγία Συγκλητική.

Γεννήθηκε περί το 270 στη Μακεδονία από γονείς πλουσίους και ευγενείς και ταυτόχρονα πιστούς Χριστιανούς. Επειδή στην πατρίδα τους η χριστιανική τους πίστη τους δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα εξαιτίας των διωγμών και των αφόρητων πιέσεων από τα ειδωλολατρικά ιερατεία, αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Αλεξάνδρεια, όπου τα πράματα ήταν ελαφρώς καλλίτερα. Επί πλέον είχαν μάθει ότι στην δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ρωμαϊκού Κράτους οι Χριστιανοί ήταν πολυπληθείς και αποζητούσαν να ενωθούν μαζί τους.

Μετά την εγκατάστασή τους στην Αλεξάνδρεια, φρόντισαν να γνωριστούν με τους εξέχοντες Χριστιανούς της πόλεως, Φρόντισαν επίσης να βρουν Χριστιανούς δασκάλους για την κόρη τους, ώστε να μορφωθεί και κατά κόσμον, αλλά κυρίως κατά Θεόν. Και πράγματι η αρχοντοπούλα Συγκλητική απέκτησε μεγάλη μόρφωση και στολίστηκε με αρετές και σπάνια σωφροσύνη για την νεανική της ηλικία. Παράλληλα ήταν στολισμένη με σωματική ομορφιά και χάρη, ώστε είχε γίνει στόχος πολλών νέων, την οποία ζητούσαν σε γάμο από τους γονείς της. Εκείνοι την πίεζαν να παντρευτεί, αλλά εκείνη αρνιόταν πεισματικά, διότι είχε υποσχεθεί πίστη στον Νυμφίο Χριστό και παρθενία, η οποία θα τη βοηθούσε να δοθεί ολοκληρωτικά στο έργο της Εκκλησίας. Είχε ακούσει για τις άγιες γυναίκες της αρχαίας Εκκλησίας, οι οποίες προτίμησαν την παρθενία και αφιερώθηκαν στη διακονία της Εκκλησίας και των συνανθρώπων τους και θέλησε να τους μιμηθεί.

Όταν κοιμήθηκαν οι γονείς της, μοίρασε τη μεγάλη περιουσία της στους φτωχούς και το αρφανά της Αλεξάνδρειας και αναχώρησε για την έρημο, όπου ίδρυσε μοναστήρι, εφαρμόζοντας ασκητικούς κανόνες, τους οποίους σύνταξε και όρισε η ίδια. Με προσευχή, νηστεία, αγρυπνία και μελέτη των Γραφών κατόρθωσε να φτάσει σε σημεία αγιότητας. Πολύ γρήγορα διαδόθηκε η φήμη της στην γύρω περιοχή. Πλήθος ανθρώπων έτρεχαν να ωφεληθούν από τις πνευματικές της νουθεσίες. Επίσης πολλές γυναίκες θέλησαν να μονάσουν μαζί της ως υποτακτικές της στο μοναστήρι της. Έτσι δημιουργήθηκε μια μεγάλη μοναστική αδελφότητα.

Η Συγκλητική κατέστη η πνευματική τους μητέρα και το λαμπρό παράδειγμα αρετής και αγιότητας. Φερόταν μαζί τους ως αδελφή και όχι ως ηγουμένη, φροντίζοντας και υπηρετώντας την καθεμιά. Φρόντιζε να μην διαφημίζονται οι αρετές της και να μη δείχνει την αγιότητά της. Είχε καταστεί το υπόδειγμα της ταπείνωσης στην αδελφότητα. Τους μιλούσε συνεχώς για την πίστη στο Θεό και τις νουθετούσε να τηρούν με ακρίβεια την χριστιανική ζωή, η οποία απορρέει από τις ευαγγελικές επιταγές.

Όσο περνούσε ο καιρός τόσο πρόκοβε στην αρετή και την αγιότητα. Είχε αποκτήσει την ικανότητα να πολεμάει κατά μέτωπον το διάβολο και να του χαλά τα σχέδια, ώστε να μην μπορεί να την προσβάλει. Αλλά δίδασκε και στις μοναχές τους τρόπους πώς να αποφεύγουν τις μηχανορραφίες του «απ’ αρχής ανθρωποκτόνου» (Ιωάν.8,44). «Πρέπει να γνωρίζουμε, ότι όσο ανεβαίνουμε τα πνευματικά σκαλοπάτια, τόσο ο διάβολος προσπαθεί να μας πολεμήσει με τις παγίδες του. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάντοτε άγρυπνες στους λογισμούς, που συχνά μας πολεμούν. Ο εχθρός μας, προκειμένου να γκρεμίσει τον οίκο της ψυχής μας, ή από τα θεμέλια τον γκρεμίζει, ή από τη σκεπή» έλεγε. Επίσης τόνιζε πως «Ο εχθρός μας, αφού μεταχειριστεί όλα του τα όπλα, αφήνει τελευταίο την υπερηφάνεια. Είναι το μεγαλύτερο καταστρεπτικό δηλητήριο, με το οποίο, ποτίζει την ψυχή μας»!

Για την πολεμική της κατά του διαβόλου, ο μισόκαλος την φθόνησε και προσπάθησε να την καταστρέψει. Προσπαθούσε να βρει τρόπους για να τη βγάλει από τη μέση, διότι δεν μπορούσε να πειράξει τις μοναχές της Μονής. Την πρόσβαλε στο σώμα. Της έδωσε φοβερούς και αβάσταχτους πόνους στα εντόσθια. Κατόπιν της έβαλε επώδυνες πληγές στα πνευμόνια, να μη μπορεί να αναπνεύσει και να αιμορραγεί από το στόμα. Πίστευε ο πονηρός πως έτσι θα τη θανάτωνε σύντομα. Αλλά η οσία υπόμεινε με καρτερία τους πόνους και τους πυρετούς, που την έριχναν στο κρεβάτι για πολλές ημέρες. Αν και έλειωνε καθημερινά σαν κερί, δεν έβγαζε τον παραμικρό βογγητό από το στόμα της, αλλά συνεχώς δοξολογούσε το Θεό. Θεωρούσε τους σωματικούς της πόνους ως μέρος του αγώνα της για πνευματική τελείωση. Δίδασκε στις μοναχές, πως είναι προτιμότερο να υποφέρουν από σωματικούς πόνους, παρά να είναι αμέριμνες, διότι βρίσκει ο διάβολος την ευκαιρία να τις πειράξει. Ο πονεμένος άνθρωπος είναι απασχολημένος με το πρόβλημά του και δεν του μένει χρόνος για ανεμελιά, την οποία εκμεταλλεύεται ο πονηρός.

Παρ’ όλους στους πόνους της η Συγκλητική δίδασκε αδιάκοπα στις μοναχές πως να ξεπερνούν τις παγίδες του διαβόλου. Γι’ αυτό και εκείνος θέλησε να της κλείσει το στόμα, να μη μπορεί να μιλάει. Τη αφαίρεσε τη φωνή, προξενώντας βλάβες στις φωνητικές της χορδές. Αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε από το νέο κτύπημα. Με νοήματα και το παράδειγμά της συνέχιζε να διδάσκει τις μοναχές. Αλλά ο διάβολος της καταφέρνει νέο πρόβλημα. Της δημιούργησε φοβερό απόστημα στο στόμα, ώστε ήταν αδύνατο να λάβει τροφή.

Τρεις ολόκληρους μήνες κράτησε το μαρτύριό της. Εξουθενωμένη, κάλεσε τις μοναχές να τις δει για τελευταία φορά και να τις προειδοποιήσει ότι σε τρεις ημέρες θα έφευγε από κοντά τους. Και όντως την Τρίτη ημέρα παρέδωσε την αγία ψυχή της στο Χριστό, τον Οποίο τόσο αγάπησε και υπηρέτησε σε όλη τη ζωή της, σε ηλικία ογδόντα ετών. Η μνήμη της τιμάται στις 5 Ιανουαρίου.

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

Τη Δ΄ (4η) Ιανουαρίου, μνήμη της Οσίας ΑΠΟΛΛΙΝΑΡΙΑΣ της Συγκλητικής.


Απολλιναρία η αοίδιμος μήτηρ ημών ήτο κατά τους χρόνους Λέοντος του μεγάλου, του επονομαζομένου Μακέλλη, εν έτει υνζ΄ (457), θυγάτηρ Ανθεμίου, όστις διωρίσθη παρά του βασιλέως διοικητής της Ρώμης, κατά δε το κάλλος και την σύνεσιν αύτη υπερέβαινε τας περισσοτέρας γυναίκας του τότε καιρού. Εκ νεαράς δε ηλικίας επόθησε την παρθενίαν και παρεκάλει τον Θεόν νυχθημερόν να επιτύχη του ποθουμένου, ήτοι να μείνη παρθένος έως θανάτου. Δια τούτο παρεκάλεσε τους γονείς της να της επιτρέψωσι να μεταβή εις τα Ιεροσόλυμα· αφού δε έλαβε προς τούτο την άδειαν, συμπαραλαβούσα η μακαρία δούλους και δούλας, ως επίσης χρυσίον και αργύριον και πολύτιμα ιμάτια, ήλθεν εις την αγίαν πόλιν και εκεί διένειμεν όλα εις τους πτωχούς.

Αφού δε προσεκύνησε τους Αγίους Τόπους και ηλευθέρωσε τους δούλους και τας δούλας της, εκράτησε μόνον ένα γέροντα και ένα ευνούχον, τους οποίους λαβούσα μεθ’ εαυτής εκίνησε να υπάγη εις Αλεξάνδρειαν· φθάσασα δε εις τόπον ομαλόν και επίπεδον, απεφάσισε να καθήσωσιν εκεί, όπως ανακουφισθώσιν ολίγον εκ του κόπου της οδοιπορίας. Όταν δε οι άνθρωποί της εκοιμήθησαν, τότε η τρισολβία, πάντα καταφρονήσασα, φεύγει κρυφίως και καταφεύγει εις το εκείσε ευρισκόμενον δάσος, ένθα έμενεν επί πολλά έτη, ώστε έγινε το δέρμα του σώματός της σκληρόν ως το δέρμα της χελώνης, από των δηγμάτων των εν τω δάσει εκείνω ευρισκομένων κωνώπων. Έπειτα μεταβαίνει εις σκήτην τινά, όπου ησκήτευον πολλοί Όσιοι Πατέρες και εκεί υποκρινομένη ότι είναι ευνούχος, ωνόμασε τον εαυτόν της Δωρόθεον· ο δε εκεί ευρισκόμενος Όσιος Μακάριος εδέχθη αυτήν και της έδωκε κελλίον, εις το οποίον εγκλεισθείσα η τρισολβία προσηύχετο εις τον Θεόν νυκτός και ημέρας. Ο δε πατήρ της Ανθέμιος είχε και άλλην θυγατέρα, η οποία έπασχεν από ακάθαρτον δαιμόνιον και έστειλεν αυτήν εις τους Πατέρας της σκήτης, όπως την ιατρεύσωσι. Περί δε της θυγατρός του ταύτης Απολλιναρίας απέκαμε και πλέον δεν ηρεύνα δι’ αυτήν. Οι δε Πατέρες έστειλαν την δαιμονιζομένην εις την αδελφήν της, ήτις υπεκρίνετο ότι ονομάζεται Δωρόθεος, ως είπομεν ανωτέρω, και εν διαστήματι ολίγων ημερών ηλευθερώθη από του δαίμονος το κοράσιον και αποστέλλεται από τους Πατέρας υγιές εις τας πετρικάς αγκάλας. Μετά τινας ημέρας ήρχισεν η κόρη να φαίνεται ότι είναι έγκυος· όθεν ο πατήρ της νομίσας ότι συνέλαβεν υπό του αββά Δωροθέου πέμπει πάραυτα ταχυδρόμους και φέρουσιν αυτόν έμπροσθέν του. Η δε Οσία δείξασα δια τινων σημείων ότι ήτο γέννημα και θυγάτηρ του Ανθεμίου εξέπληξε και εφόβισεν άπαντας και μάλιστα δια το θαύμα όπερ ενήργησεν εις την ιδίαν αδελφήν της. Μετά ταύτα μείνασα ολίγας ημέρας μετά των γονέων της, πάλιν επέστρεψεν εις το κελλίον της, χωρίς ουδείς να μάθη εκείνο όπερ εποίησεν· αφού δε ετελεύτησε, τότε εγνωρίσθη εις τους Μοναχούς, ότι ήτο γυνή· όθεν όλοι εξέστησαν δια τούτο και παρεκινήθησαν να ευχαριστήσωσι τον Θεόν.