Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023

Μαρία Γλυμιδάκη – Μανωλαράκη η ηρωίδα απ’ το Μούλετε (Χρυσαυγή Κισσάμου) που επιβίωσε του Άουσβιτς




Είναι η ιστορία του κοριτσιού που πήγε αιχμάλωτη στο Άουσβιτς, επέζησε και μετά από πολλές περιπέτειες δραπέτευσε και επέστρεψε στο χωριό της, τη Χρυσαυγή Κισσάμου, περπατώντας. Τότε λεγόταν Μούλετε Κισσάμου.

  Όταν οι Γερμανοί έπεσαν στο χωριό της συνεννοήθηκαν οι κάτοικοι να κάνουν πως τους υποδέχονται για να στείλουν σήμα οι Γερμανοί στα επιτελεία τους πως τους υποδέχθηκαν σαν να ήταν «ιππότες εξ ουρανού» κατά Ρίχτερ, σήμερα. Μετά όμως την «υποδοχή» να τους εκτελέσουν όλους τους αλεξιπτωτιστές. Αυτό το έκαναν για να κερδίσουν χρόνο να εξαφανίσουν τα πτώματα.

  Έτσι πράγματι έγινε. Οι κάτοικοι του χωριού υπερασπιζόμενοι τα πάτρια εδάφη, την ελευθερία τους και την ανεξαρτησία τους, μετά την υποδοχή και τα κεράσματα, μετά το σήμα που έστειλαν καταχαρούμενοι για την υποδοχή οι αλεξιπτωτιστές, τους εκτέλεσαν όλους. Πήγαν σ’ ένα αμπέλι, άντρες και γυναίκες έσκαψαν λάκκους και τους έθαψαν. Έλα σου, όμως που πάντα υπάρχει ένας προδότης.

  Παρόλο που όλα έγιναν κρυφά από αυτόν, αυτός μόλις έμαθε τα γεγονότα έβαλε κάτω την μικρή αδελφή του και την έδερνε μέχρι που η κοπέλα ξέρασε αίμα. Την έσερνε και την υποχρέωσε να του δείξει το μέρος που θάψανε τους Γερμανούς. Πήγε στην Κομαντατούρ και τους υπέδειξε το μέρος της ταφής των πτωμάτων. Ήρθαν στο χωριό αγριεμένοι οι Γερμανοί, βρήκαν τα πτώματα και συνέλαβαν τον Δήμαρχο του χωριού και όσους άντρες βρήκαν για να τους πάνε για εκτέλεση.

  Η Μαρία εκείνη την ώρα ήταν στην κουζίνα τους και έπλενε τα πιάτα. Απ’ το παράθυρο είδε έναν Γερμανό να έχει πιάσει τον μικρό της αδελφό, περίπου 15 χρονών και να τον παίρνει. Η Μαρία άρπαξε ένα μαχαίρι όρμησε στον Γερμανό που πάλευε με τον αδελφό της και τον έσφαξε. Αλλά η σωτηρία δεν κράτησε πολύ. Τους συνέλαβαν και τους δύο οι Γερμανοί και τους έστειλαν στο Άουσβιτς.
Ο αδελφός της χάθηκε. Δεν έμαθαν ποτέ για την τύχη του. Η Μαρία μετά από πολλές περιπέτειες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης κατάφερε και δραπέτευσε. Γύρισε πίσω, περπατώντας. Έφτασε στο χωριό της. Στο χέρι της ήταν αποτυπωμένος ο αριθμός που είχε στο Άουσβιτς.

Παρόλο που είχαν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια, ο αρραβωνιαστικός της, την περίμεν. 
Έλεγε πάντα: «Η Μαρία θα γυρίσει». 
Και πράγματι, η Μαρία γύρισε και παντρεύτηκαν. Έκαναν οικογένεια και είναι απ’ τους ελάχιστους που κατόρθωσαν και διασώθηκαν απ’ τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η ιστορία της προβλήθηκε στην TV και αν δεν κάνω λάθος έγινε ντοκιμαντέρ. Η Μαρία Μανωλαράκη πέθανε πριν λίγα χρόνια.

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2023

Η Βάβω....


site analysis


(Φωτό Κώστας Μπαλάφας)

Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος

«Λάρωσε καλό μ’, λάρωσε παιδάκι μ’. Τώρα έρχεται η μάνα σ’». Αυτά τα λόγια άκουγε κανείς σε κάθε σχεδόν σπίτι. Ήταν η γιαγιά που για να «λαρώσει» το μωρό, να σταματήσει το κλάμα, το έπαιρνε στην αγκαλιά της και κουνώντας το, του έλεγε ρυθμικά και μελωδικά αυτοσχέδιους στίχους. Τα «ταχταρίσματα» ή τα «ταρνανίσματα» που έμοιαζαν με νανουρίσματα. «Ταχτιρτί του λέγανε και μου το παντρεύανε». «Κοιμήσου αγγελούδι μου, γλυκά με το τραγούδι μου». Αλάρωτη η γιαγιά μέχρι να κοιμήσ’ το κούτσ’κο. Πολλές φορές το είχε αγκαλιά της, στο ένα χέρι και ταυτόχρονα μαγείρευε, έπλενε και γενικά συγύριζε το σπίτι. 

Η γιαγιά, η Βάβω. Μοναδικός ο ρόλος της στο μεγάλωμα του παιδιού. Μιλάμε για τις πατριαρχικές - εκτεταμένες οικογένειες. Στο σπίτι αναγκαστικά έμεναν τρεις γενιές. Παππούδες, γονείς, παιδιά, εγγόνια. Έχουμε και λέμε: Οι γονείς στα χωράφια. Μάνα και πατέρας στα ζωντανά απ’ τα χαράματα ως το σούρουπο, «όντας η μέρα σώνεται και βασιλεύει ο ήλιος» ή πολλές φορές ως το βράδυ. Επομένως το σπίτι έμενε στα χέρια της γιαγιάς. Γιαγιά η μαγείρισσα, η νοικοκυρά, η παιδοκόμος κ.ο.κ. Η Βάβω, το ανεκτίμητο κεφάλαιο της ελληνικής κοινωνίας. Μοναδική η προσφορά της. 

Για όλα αυτά η βάβου, (βάβω, μπάμπω, βαβά και γιαγιά) 
ήταν το πρόσωπο της οικογένειας με το οποίο το παιδί δενόταν περισσότερο. Και μιλάμε για δέσιμο ζωής, αφού από αυτήν άκουγε τα πρώτα τραγούδια, τα παραμύθια και τις ορμήνιες. Η αγκαλιά της γιαγιάς ήταν και η καταφυγή του παιδιού, όταν έκανε ζαβολιές και κινδύνευε να χειροτονηθεί επισήμως από τη μητέρα του. Ο παππούς δεν βρισκόταν και πολλές ώρες στο σπίτι. Κι αν βρισκόταν δεν είχε καν λόγο, γιατί τα πάντα διαφέντευε η γιαγιά. 

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

Μαρία Παντίσκα: Η μαυροφορεμένη γυναίκα από το Δίστομο



Φθινόπωρο του 1944. Ο Ουκρανός φωτογράφος Ντμίτρι Κέσερ βρίσκεται στην Ελλάδα απεσταλμένος του περιοδικού Life και καταγράφει την υποχώρηση των Γερμανών . Χάρη σε αυτόν χρωστάμε μοναδικά ντοκουμέντα που έζησε η χώρα στην δεκαετία του '40. Ήταν παρών με τον φακό του στα Δεκεμβριανά, στην επίσκεψη Τσώρτσιλ στην Αθήνα αλλά και αργότερα στον εμφύλιο πόλεμο.

Τον Οκτώβριο επισκέφθηκε και το μαρτυρικό Δίστομο λίγο μετά από τις θηριωδίες των Γερμανών και απαθανάτισε τους εναπομείναντες κατοίκους να προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους. Εκεί, μεταξύ των άλλων φωτογραφίζει την μαυροφορεμένη Μαρία Παντίσκα η οποία έμελλε να γίνει μία από τις πιο γνωστές φωτογραφίες που απεικονίζουν τον πόνο της απώλειας. Τις φωτογραφίες μαζί με τις μαρτυρίες τις στέλνει πίσω στην Αμερική και αυτές δημοσιεύονται τελικά στις 27 Νοεμβρίου στο Life.

To τεύχος αυτό ήρθε ξανά στο φως χάρη στην επιμονή ενός φοιτητή από το Δίστομο που σπούδαζε στην Καλιφόρνια. Έτσι αφηγείται ο ίδιος την εύρεση του περιοδικού στο “Αράχωβας Blog”: Το περασμένο καλοκαίρι περπατούσαμε με ένα φίλο στο Berkeley χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Δίπλα μας σε ένα ισόγειο κτήριο που έμοιαζε αποθήκη γίνονταν δημοπρασίες. Αποφασίσαμε να μπούμε  από περιέργεια, εκείνος για τα αντικείμενα της δημοπρασίας, εγώ και για την διαδικασία.

Στον τεράστιο χώρο υπήρχε ό,τι μπορείς να φανταστείς, από μικρά διακοσμητικά μέχρι αντίκες αυτοκινήτων, όλα για δημοπρασία. Χωριστήκαμε κι ο καθένας κατευθύνθηκε στα ενδιαφέροντά του. Σε ένα έδρανο ψηλό όπως στις αίθουσες δικαστηρίων οι υπεύθυνοι έβγαζαν σε δημοπρασία ένα ένα τα αντικείμενα  σύμφωνα με μια προκαθορισμένη σειρά που είχαμε κι εμείς στα χέρια μας. Ο φίλος έκανε δυο απόπειρες να πάρει κάποια βιβλία χωρίς επιτυχία. Κάποιοι αποφασισμένοι ανέβαζαν τις τιμές σε απαγορευτικά ύψη.

Συνέχιζα να περιεργάζομαι τα αντικείμενα μέχρι που έπεσα πάνω σε στοίβες παλιών περιοδικών Life τοποθετημένα σε ράφια και ταξινομημένα ανά δεκαετία. Κοίταξα χρονολογίες και είδα ότι υπήρχαν τεύχη ακόμα και πριν το ´50. Αυτό ενίσχυσε το ενδιαφέρον μου για τη δημοπρασία και έκανε την αναζήτηση συγκεκριμένη πλέον. Έψαξα να βρω το τεύχος με το αφιέρωμα στη σφαγή του Διστόμου. Ήξερα το έτος, 1944, αλλά όχι ακριβή ημερομηνία. Μια αναζήτηση στο κινητό μου έδωσε 29 Νοεμβρίου. Όμως όσο κι αν έψαχνα τεύχος με αυτή την ημερομηνία δεν βρήκα. Το Life ήταν εβδομαδιαίο, υπήρχαν πολλά τεύχη και τα εξώφυλλα δεν παρέπεμπαν πουθενά. Συνέχισα την αναζήτηση στο διαδίκτυο μέσω του κινητού και είδα ότι σε άλλη πηγή η ημερομηνία ήταν διαφορετική, 27 Νοεμβρίου 1944.



Πράγματι στις στοίβες με τα παλιά περιοδικά υπήρχε τεύχος με αυτήν την ημερομηνία. Το κράτησα στα χέρια μου αλλά δεν ήταν αυτό που περίμενα να δω. Από όσα είχα κατά καιρούς διαβάσει μου είχε σχηματιστεί η εντύπωση ότι η φωτογραφία σύμβολο της Μαρίας Παντίσκα που όλοι έχουμε δει σε αφίσες και φυλλάδια, ήταν εξώφυλλο του τεύχους κι εδώ έβλεπα μια αμερικανίδα στρατιώτη. Αργότερα διάβασα ότι ήταν η ηθοποιός Γερτρούδη Λόρενς η οποία είχε συμπληρώσει μια περιοδεία επτά εβδομάδων στις συμμαχικές εμπροσθοφυλακές στην Ευρώπη.

Όταν όμως ξεφύλλισα το περιοδικό, βρήκα στη σελίδα 21 σχεδόν ολοσέλιδη τη γνωστή  φωτογραφία. Ήταν ένα αφιέρωμα στις καταστροφές που έκαναν οι Γερμανοί στη χώρα μας και μέσα σ´ αυτό το αφιέρωμα τη μεγαλύτερη έκταση είχε  η σφαγή του Διστόμου.
Τα εκατοντάδες περιοδικά life που υπήρχαν εκεί είχαν  πουληθεί όλα μαζί σε κάποιον συλλέκτη που όταν  είδε την επιμονή μου να ξεφυλλίζω το συγκεκριμένο τεύχος με πλησίασε. Του ζήτησα αν γίνεται να το αγοράσω. Δέχθηκε και χωρίς περισσότερες  εξηγήσεις για το τι σημαίνει το τεύχος αυτό για μένα, κανονίσαμε μια τιμή και έγινε δικό μου”.
Το επίμαχο άρθρο που φέρει τον τίτλο “Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα” ξεκινάει με την φωτογραφία της Μαρίας Παντίσκα και την λεζάντα “Η Μαρία Παντίσκα ακόμη θρηνεί τέσσερις μήνες μετά τη δολοφονία της μητέρας της από τους Γερμανούς στη σφαγή στο ελληνικό χωριό Δίστομο”.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ στην επόμενη σελίδα: “Μια από τις τελευταίες επίσημες γερμανικές πράξεις στην Ελλάδα ήταν η σφαγή του Διστόμου. Μια πόλη περίπου 60 μίλια βορειοδυτικά των Αθηνών. Τον περασμένο Ιούνιο ένας περαστικός Γερμανός ρώτησε τον παππά του Διστόμου πατέρα Σωτήριο Ζήση αν υπήρχαν αντάρτες στην περιοχή. Ο παππάς είπε ότι δεν ήξερε κανέναν. Οι Γερμανοί όμως έκαναν επίθεση στην πόλη. Στην αρχή επέστρεψαν και σκότωσαν  τον πατέρα Ζήση. Λίγες μέρες αργότερα μια ομάδα μαυροφορεμενων ανδρών των SS μπήκαν στο Δίστομο, διέταξαν τους ανθρώπους να κλειστούν στα σπίτια τους, πέρασαν απο σπίτι σε σπίτι πυροβολώντας όλους αυτούς που μπορούσαν να βρουν. Σε δυο ώρες είχαν σκοτώσει 1000 Διστομίτες (σ.σ. Ο αριθμός που αναφέρεται στο άρθρο είναι λανθασμένος καθώς στην σφαγή του Δίστομου έχασαν την ζωή τους 228 άνδρες, γυναίκες και παιδιά ) από τους 1200. Οι ελάχιστοι επιζήσαντες έτυχε να βρίσκονται στα βουνά και στα χωράφια. Αφού οι Γερμανοί τελείωσαν με τη σφαγή πήραν λάφυρα και έκαψαν το μικρό χωρίο. Δεκαπέντε μέρες αργότερα επέστρεψαν αλλά αυτή τη φορά οι χωρικοί είχαν προειδοποιηθεί και είχαν φύγει στα βουνά. Οι Γερμανοί πήραν λάφυρα για άλλη μια φορά”.
Η Μαρία Παντίσκα έφυγε από την ζωή σε ηλικία 84 ετών, στις 16 Μαρτίου 2009. Εντύπωση προκαλεί ότι παρόλο ότι υπήρξε η πλέον χαρακτηριστική φυσιογνωμία από τους επιζώντες, και ενώ υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες από άλλους επιζώντες, δεν υπάρχει κάποια γνωστή μαρτυρία από την ίδια.
Ξεφυλλίστε το τεύχος του Life ΕΔΩ