Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2022

ΕΊΔΕ ΤΉΝ ΥΠΕΡΑΓΊΑ ΘΕΟΤΌΚΟ ΚΑΙ ΈΓΙΝΕ ΟΡΘΌΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΗ.


ΙΕΡΌΣ ΝΑΌΣ ΤΙΜΊΟΥ ΠΡΟΔΡΌΜΟΥ ΚΟΡΝΟΣ ΚΎΠΡΟΣ 


Σήμερα Κυριακη μετα τα Φώτα είχαμε την χαρά να βαπτισουμε την  εικοσάχρονη Βιετναμέζα γυναίκα η οποία μετεστράφει στην Ορθοδοξία κατόπιν εμφανίσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Η γυναίκα,  που ήταν προηγουμένως Βουδίστρια, δούλευει και σπουδάζει  στην Κύπρο, βαπτίστηκε και εντάχθηκε στην Αγία Ορθοδοξία μας.

Γράφει ότι κάτι καταπληκτικό συνέβη  στη ζωή της πέρυσι. «Βρισκόμουν ξαπλωμένη. Κάποια στιγμή, είδα μια ακτινοβολία, ένα υπέρλαμπρο φως. Αμέσως, είδα μπροστά μου την Υπεραγία Θεοτόκο. Κρατούσε και έτεινε προς εμένα ένα μπουκάλι νερό το οποίο και μου έδωσε. Όσο έπινα το νερό, η λάμψη και η Θεοτόκος με σκέπαζαν και ένιωθα υπέροχα».

«Το επόμενο πρωί», συνεχίζει,  άρχισε να προσεύχεται στον Κύριο Ιησού Χριστό και την Παναγία Μητέρα Του  και αποφάσισε ότι θα γίνει Χριστιανή.
 Ένας φίλο της, ο οποίος της έφερε μια Εικόνα της Παναγίας με τον Χριστό. Του είπε «είμαι  πάρα πολύ χαρούμενη γιατί η μορφή της Παναγίας στην Εικόνα ήταν ίδια με την Θεοτόκο, όπως την είδα στο όνειρό μου. Εκδήλωσα τη χαρά μου στο φίλο μου και του είπα το όνειρό μου. Εκείνος με οδήγησε σε στον Τίμιο Πρόδρομο στον Κόρνο , όπου συναντήσαμε τον Ιερέα. Έγινε η κατήχηση , "για να γνωρισω τον Κύριο και την Υπεραγία Θεοτόκο.»

Η γυναίκα  βαπτίσθηκε στην ίδια εκκλησία και γεννήθηκε εκ νέου υπό την προστασία της Πλατυτέρας Θεοτόκου και την ευλογία του Κυρίου.

«Είμαι πανευτυχής!» είπε μετά την βάπτιση ,συνεχίζοντας «ευχαριστώ Θεέ μου, ευχαριστώ Παναγία μου, για αυτήν την δεύτερη γέννηση και το μέγα δώρο να βρω την Πηγή της Ζωής!»

Ο π. Αντώνιος της έδωσε το όνομα  Αγγέλα  και τώρα εμαθε να διαβάζει προσευχές στα βιετναμέζικα στις Ιερές Ακολουθίες!
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η συγκλονιστική ιστορία μιας ιερόδουλης | Πέθανε οσιακά μία μέρα μετά τη βάπτισή της

 | π. Χαρίτων Κονγκό



Ο π. Χαρίτων, πατριαρχικός επίτροπος στην Γκόμα, περιγράφει την περιπέτεια μιας γυναίκας από το Κονγκό που με τη βοήθεια της εκκλησίας κατάφερε να αποκαταστήσει την τιμή της. Το AIDS, η εγκυμοσύνη, η πορνεία, η μετάνοια και το τέλος.

Μια βάπτιση που φανερώνει τα παράδοξα που χωρούν στην Εκκλησία μας

Υπάρχουν άνθρωποι σπουδαίοι, για τους οποίους δεν μιλάει κανείς και ίσως να είναι άγιοι που δεν τους έγραψε κανένα συναξάρι. Η Γεωργία, η ιερόδουλος από το Κονγκό, δεν θα μπορούσε να καυχηθεί για τις αρετές της. Ήταν μια διαλυμένη ύπαρξη και ήξερε ότι είχε γίνει ένα κουρέλι εξαιτίας της ζωής που έκανε. Αυτό που την ξεχωρίζει από ιστορίες παρόμοιων ανθρώπων, είναι ότι έστω και την τελευταία στιγμή της ζωής της στην γη «εξέπληξε τους Αγγέλους», όπως έχει γραφτεί σ’ έναν ύμνο, για την Οσία Μαρία την Αιγυπτία. Η ιστορία της Γεωργίας και το τέλος της είναι από τις αποδείξεις πως η Εκκλησία χωράει και τα παράδοξα.

Μιλήσαμε με τον πατέρα Χαρίτωνα Μusungayi, Ιερέα και Πατριαρχικό επίτροπο στην Γκόμα του Κονγκό, έναν ευαίσθητο ποιμένα που δεν έφυγε ούτε στιγμή από τους ενορίτες του, όταν κινδύνεψαν από τη λάβα του ηφαιστείου Νιραγκόνγκο, που κατέστρεψε σχεδόν όλα τα σπίτια στην Γκόμα και δημιούργησε ένα τσουνάμι προσφύγων. Ο πατήρ Χαρίτων συναντά καθημερινά ανθρώπους που παλεύουν να επιβιώσουν με πενιχρά μέσα, πάμφτωχους και ταλαιπωρημένους και τους συντρέχει ηθικά και υλικά. Υπάρχουν κάποιοι από αυτούς, που η θύμησή τους ζυγίζει στην καρδιά του βαρύτερα. Όπως η μνήμη της Γεωργίας. Μας περιγράφει την ημέρα που τη συνάντησε και μας κάνει κοινωνούς ενός παράδοξου Αφρικανικού συναξαριού:

«Κάθε χρόνο στη γιορτή της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας, τη Μεγάλη Σαρακοστή, έρχεται στο μυαλό μου η Γεωργία, μια γυναίκα η οποία έχει αγιάσει.

Ένα απόγευμα που ξεκουραζόμουν στην αυλή της ιεραποστολής, στην Κανάγκα, ήρθε ο φύλακας και μου είπε πως με ψάχνει μια κυρία στην πύλη. Εγώ σκέφτηκα ότι ήταν πλέον αργά και οι ώρες του επισκεπτηρίου είχαν περάσειοπότε αρνήθηκα να τη δω. Η γυναίκα όμως επέμενε να με δει. Εν τέλει πήγα ο ίδιος στην πύλη και αντίκρισα μια παράξενη γυναίκα, που δεν την είχα δει ποτέ και η οποία επιθυμούσε να της διαβάσω μια ευχή. Ανοίξαμε τον ναό, μπήκαμε μέσα και της διάβασα την ευχή, χωρίς η ίδια να μου πει τον λόγο για τον οποίο τη ζητούσε. Ταυτόχρονα φαινόταν κάπως θυμωμένη, χωρίς να έχει διάθεση να μου μιλήσει γι’ αυτό. Καθώς έφευγε, της πρότεινα την επόμενη φορά να έρχεται νωρίτερα. Παρόλα αυτά την επόμενη φορά, μετά από 2-3 ημέρες, πάλι ήρθε αργοπορημένη. Ξαναπήγα στην πύλη και την ρώτησα γιατί είχε έρθει αργοπορημένη. Χωρίς να πάρω απάντηση, κατευθυνθήκαμε στην εκκλησία να της διαβάσω την ευχή. Ύστερα, πριν φύγειτης εξήγησα πως κανονικά δεν ανοίγουμε την πύλη μετά την δύση του ήλιου, γιατί αυτός είναι ο κανονισμός του κλιμακίου».


Η Γεωργία επέμενε, και μετά τις εξηγήσεις του ιερέα, να επισκέπτεται τον ιεραποστολικό χώρο πάντα σε ακατάλληλη ώρα. Εκείνος δεν μπορούσε να της αρνηθεί και εξακολουθούσε να της διαβάζει την ευχή. Το γεγονός ότι ο ιερέας δεν ζητούσε εξηγήσεις, την απελευθέρωσε, πήρε θάρρος και μια μέρα αποφάσισε να του μιλήσει. Ο πατήρ Χαρίτων συνεχίζει τη διήγησή του:

«Καθώς τελειώσαμε μου ζήτησε να καθίσω και ξεκίνησε να μου κάνει ερωτήσεις.

- Με φοβάστε;

-           Όχι παιδί μου δεν σε φοβάμαι, αλλιώς δεν θα ερχόμουν κάθε φορά που με ζητάς.

-          Με γνωρίζετε;

Αφού της απάντησα πως δεν την ξέρω, μου ανακοίνωσε ότι ήταν μια πόρνη και πως την πρώτη φορά που είχε επισκεφθεί το ναόείχε πάει με τη σκέψη να παρακαλέσει τον Θεό να πάνε καλά οι δουλειές της. Εκείνο ακριβώς το βράδυ, αντίθετα με την ευχή της και την προσδοκία της, τα πόδια της δεν την οδήγησαν στο δρόμο για να βρει πελάτες. Κατευθύνθηκε μηχανικά στο σπίτι της. Μου είπε πως η ευχή του ιερέα την οδηγούσε στην καλύβα της. Ένιωσε απελευθερωμένη από τις αμαρτίες της και παρόλο που δεν υπήρχε ίχνος φαγητού στο σπίτι, δεν βγήκε για να ψάξει κάτι να φάει για 3 ολόκληρες ημέρες. Αυτός ήταν και ο λόγος που ξαναερχόταν. Ένιωθε πως έφευγε αυτό το άσχημο βάρος από μέσα της, ησύχαζε και ξεκουραζόταν».


Η Γεωργία, παρακάλεσε τον ιερέα να μη σταματήσει να της διαβάζει την ευχή και του εξομολογήθηκε την αιτία που την έφερε στο επάγγελμα της ιερόδουλης. Ο πατήρ Χαρίτων μας μεταφέρει μέρος της διήγησής της, που αφορά στα πρώτα της βήματα, όταν ήταν ακόμη νεαρό κορίτσι:

«Οι γονείς της Γεωργίας, όταν ήταν μικρή, την είχαν πετάξει από το σπίτι, στο χωριό, επειδή είχε μείνει έγκυος. Της αγόρασαν ένα εισιτήριο λεωφορείου και την έστειλαν στην πόλη. Εδώ στην πόλη, η ζωή της άλλαξε τελείως. Δεν είχε τρόπο να ζήσει, δεν είχε κανέναν να τη βοηθήσει, ούτε σπίτι να μείνει, ούτε καν να βρει λίγο φαγητό. Έτσι έγινε ιερόδουλη. Όμως κάποτε ένιωσε άρρωστη και άρχισε να αδυνατίζει. Ύστερα από κάποιες εξετάσειςδιαπίστωσε ότι έχει διαγνωσθεί με Αids. Γέννησε το μωρό της με τον φόβο ότι ίσως έχει προσβληθεί και εκείνο από την θανατηφόρα ασθένεια».

Όταν η Γεωργία μιλούσε για, την πικρή ζωή της στον πατέρα Χαρίτωνα, η κόρη της είχε κλείσει τα εννιά χρόνια. Ωστόσο, η μητέρα δεν ήθελε να κάνει στην μικρή τις απαραίτητες εξετάσεις για να διαπιστώσει αν και το παιδι της είχε προσβληθεί από Aids. Είχε αποδεχθεί τον ερχομό του δικού της θανάτου, αλλά δεν μπορούσε να διαχειριστεί την πιθανή διάγνωση της κόρης της. Ο πατήρ Χαρίτων δεν μπορούσε παρά να παραδοθεί στην προσπάθεια να παρηγορήσει την γυναίκα. Η διδασκαλία του Χριστού τον καθοδηγούσε, αφού κι Αυτός μιλούσε σε παρόμοιες γυναίκες:




«Της απάντησα πως μπορεί να έρχεται, όποτε θέλει και εγώ θα είμαι στη διάθεσή της. Για πρώτη φορά έσκυψε το κεφάλι της και έφυγε. Έπειτα, ενώ περίμενα τον ερχομό τηςδεν την ξαναείδα ούτε εγώ, αλλά ούτε και ο φύλακας που την έβλεπε συχνά στον δρόμο. Ώσπου πέρασαν 5-6 μήνες και μια μέρα με κάλεσαν τηλεφωνικά κάποιες γυναίκες από το χωριό και με παρακάλεσαν να επισκεφτώ ένα σπίτι. Όταν έφτασα αντίκρισα μια γυναίκα άρρωστη στο κρεβάτι, η οποία μιλούσε με δυσκολία. Δεν την αναγνώρισα. Ήθελε να βαπτιστεί. Ήταν η Γεωργία. Κάναμε τα απαραίτητα και σε λίγο καιρό, αφού την βαφτίσαμε και πήρε το όνομα Γεωργία, την κοινωνήσαμε και μοιραστήκαμε όλοι πολλή χαρά. Αργότερα, μου είπε πως όταν πεθάνει θέλει να έχει πάνω της μόνο αυτό το άσπρο φόρεμα της βάπτισης, δηλαδή τον χιτώνα και τον σταυρό της».

Το τέλος της ήρθε τόσο σύντομα, που θυμίζει παρόμοιες ιστορίες βαθιάς μετάνοιας από το Γεροντικό. Ο πατήρ Χαρίτων δεν άντεχε να τελέσει την ακολουθία της κηδείας, μια μέρα μετά την βάπτισή της από τα χέρια του. Μας περιγράφει:

«Μια γυναίκα από το χωριό, που συμπονούσε την Γεωργία και τη βοηθούσε στην ασθένειά της, μας είπε πως την επόμενη μέρα από την βάπτιση της, παρακάλεσε να τη μεταφέρουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Με την βοήθεια κάποιων ανδρών την κουβάλησαν με το κρεβάτι έως την εκκλησία. Προσευχήθηκε και μετά την επέστρεψαν στο καλύβι της. Την επόμενη μέρα το πρωίμετά τον όρθρο ήρθε λυπημένη η συγχωριανή της και μου ανακοίνωσε ότι η Γεωργία είχε πλέον πεθάνει. Όπως το επιθυμούσεαφού την έπλυνε, της φόρεσε μόνο το άσπρο φόρεμα της βάπτισης και τον σταυρό της.




Εγώ είχα μείνει άφωνος, καθώς μόλις το προηγούμενο απόγευμα την είχα βαφτίσει. Δεν μπορούσα, δεν άντεχα να τελέσω ο ίδιος την ακολουθία της κηδείας και ζήτησα από τον Δεσπότη να κάνει άλλος ιερέας την ακολουθία. Ο Θεός της έδωσε, λίγο πριν τον θάνατό της, μια τελείως διαφορετική εικόνα από αυτήν που είχαν συνηθίσει οι άνθρωποι που την ήξεραν. Το πρόσωπό της ήταν ιλαρό και αθώο. Ξεπλυμένο από τη μετάνοιά της».

Τι απέγινε όμως η κόρη της Γεωργίας; Ο πατήρ Χαρίτων ρωτούσε συχνά τα επόμενα χρόνια τους ενορίτες του, αν είχαν ακούσει κάποια είδηση για τη μικρή. Τους είχε παρακαλέσει να τον ειδοποιήσουν σε κάθε περίπτωση. Η απροσδόκητη συνάντησή του με την κόρη της Γεωργίας δεν παύει να τον εκπλήσσει και νιώθει την Άνωθεν παρέμβαση. Μας περιγράφει:

«Μετά από χρόνια, μια μέρα, σκεπτόμενος τη Γεωργίαμετάνιωσα που δεν την είχα τραβήξει κάποια φωτογραφία για να τη θυμάμαι. Δεν ξέρω αν ήταν ή όχι σύμπτωση, αλλά την ακριβώς επόμενη μέραήρθε στην εκκλησία μια γυναίκα και μου ανέφερε την ύπαρξη της κόρης της Γεωργίας. Εγώ θυμήθηκα την ανησυχία της Γεωργίας για το αν θα ζούσε η κόρη της, σε περίπτωση που είχε μολυνθεί από το Aids. Η γυναίκα συνέχισε και μου είπε πως η κόρη της Γεωργίας είναι πλέον 15 ετών και είχε πρόσφατα φέρει στον κόσμο ένα παιδί. Αφότου όμως γέννησε στο νοσοκομείο την κορούλα της, αναγκάστηκε να μείνει ήδη 1 μήνα εκεί, καθώς δεν της επέτρεψαν να φύγειδιότι δεν είχε λεφτά να πληρώσει τα νοσήλια.




Εγώ ήμουν λίγο δύσπιστος, αν όντως ήταν η κόρη της Γεωργίας, αλλά την επόμενη μέρα ήρθε μια νέα γυναίκα με το όνομα Ναομίη οποία έμοιαζε στην Γεωργία και αποτελούσε φωτοαντίγραφο της μητέρας της. Μου εξήγησε και η ίδια την κατάστασή της και πως παρακάλεσε το προσωπικό του νοσοκομείου να την αφήσουν να πάει να βρει κάποιον που μπορεί να βοηθήσει να βρεθούν τα χρήματα για να πάρει το μωρό της. Και έτσι έγινε, άφησε το μωρό στο νοσοκομείο και κατέληξε στο χώρο της ιεραποστολής. Εγώ με την βοήθεια άλλων ανθρώπων και με μεγάλη χαρά πήγαμε στο νοσοκομείο και διαχειριστήκαμε την κατάσταση, με αποτέλεσμα να αφήσουν την νεαρή Ναομί και την κόρη της να φύγουν».





Η Ναομί μετά την βοήθεια του ιερέα να πάρει πίσω το παιδί της, έμαθε την σχέση που είχε η μητέρα της με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ένιωσε πως ίσως να υπάρχει ένας τρόπος να γλυτώσει από την ορφάνια της και τα βήματά της την οδήγησαν μετά από λίγες μέρες στο κατώφλι του κλιμακίου της Ιεραποστολής. Εντυπωσιασμένος από την τροπή των γεγονότων, ο πατήρ Χαρίτων εκδηλώνει τα συναισθήματά του:




«Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που ξαναείδα τη Ναομί αγκαλιά με την κόρη της στην εκκλησία, μετά από μερικές ημέρες. Μου εξομολογήθηκε πως ήθελε να βαπτιστεί η ίδια και να βαπτίσει και την κόρη της, αφότου έμαθε ότι σε αυτό το μέρος βαφτίστηκε και πέθανε η μητέρα της. Προγραμματίσαμε την ημέρα της βάπτισης και σκέφτηκα πως αυτή την φορά θα πάρω σίγουρα φωτογραφίες. Η συνέχεια της ιστορίας είμαι σίγουρος πως θα έδινε μεγάλη χαρά στην Γεωργία».

* * *




Η ιστορία της Γεωργίας και της εύρεσης της κόρης της μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα στην περιοχή και θαύμασαν οι άνθρωποι για την συγκυρία που τακτοποίησε τις ζωές τριών ανθρώπων. Η Εκκλησία έκανε ότι δεν είχαν κάνει οι γονείς της Γεωργίας. Δεν έδιωξε την Γεωργία, την έθαψε αφού την βάπτισε και έτσι αποκατέστησε την τιμή της. Ακόμη, περιμάζεψε και πήρε αγκαλιά και την κόρη και εγγονή της σκουπίζοντας τα δάκρυα της ορφάνιας τους με την βάπτιση τους.

 




Υ.Γ. Η μοναδική φωτογραφία της Γεωργίας στάλθηκε πριν λίγο καιρό στον πατέρα Χαρίτωνα, από μια Ελληνίδα του Ιεραποστολικού Κλιμακίου που την είχε τραβήξει την ημέρα κατά την οποία η Γεωργία είχε παρακαλέσει να την μεταφέρουν με το κρεβάτι της στην Εκκλησία. Ήταν μια ημέρα πριν κοιμηθεί.

__________

Σοφία Χατζή

δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα

Ορθόδοξη Αλήθεια, 05.01.2022

ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Δευτέρα 25 Μαΐου 2020

Ποια από τις 2 γυναίκες μου ν' απαρνηθώ για να βαφτιστώ Χριστιανός; Μου είναι αδύνατο ν' αποφασίσω».



site analysis

«

Μια αληθινή ιστορία από τα χρόνια του μακαριστού ιεραποστόλου π. Κοσμά Γρηγοριάτη


Βρισκόμαστε σε κάποιο γραφικό χωριουδάκι του Ζαΐρ (σημερινό Κονγκό). Η τροπική βλάστηση γύρω βρίσκεται σε έξαρση. Οι μπανανιές πιο κει, κατάμεστες από καρπούς, γέρνουν τα κλαδιά τους κι ο φοίνικας δίπλα στη χορταρένια καλύβα καμαρώνει περήφανος για τη λεβεντιά του!

Συλλογισμένος και πικραμένος ένας γέροντας Ζαϊρινός κάθεται έξω από το αρχοντικό του (καλύβα), μασουλώντας ζαχαροκάλαμο.

«Μα, γιατί δεν με θέλει εμένα ο Χριστός;» ψελλίζει με παράπονο. «Τι κι αν έχω δύο γυναίκες και είκοσι παιδιά μαζί τους; Εγώ θέλω να γίνω Χριστιανός! Να βαπτιστώ Ορθόδοξος! Όχι, είπε όμως ο ιεραπόστολος, ο πατήρ Κοσμάς. Όχι! Ο Χριστός αυτό δεν το θέλει!».

Το βράδυ, γύρω απ’ τη φωτιά, κάλεσε σε οικογενειακό συμβούλιο τις δύο γυναίκες κι όλα του τα παιδιά.

Τους μίλησε για τις σκέψεις του, τον ιερό πόθο του, την επιθυμία του να βαπτιστεί Χριστιανός Ορθόδοξος και το φοβερό κώλυμα, που τον εμπόδιζε να φτάσει στην πραγματοποίηση αυτού του σκοπού.

Οπωσδήποτε θέλει να ασπαστεί τον Χριστιανισμό, την Ορθοδοξία. Διακαής ο πόθος του. Τα δάκρυα κυλούν στο μελαψό, χαρακωμένο από ρυτίδες, πρόσωπό του.

Πάλη και αγώνας μεγάλος μέσα του. Φοβερό το δίλημμα! Ύστερα απ’ όσα είδε και άκουσε για τούτη την αληθινή θρησκεία. Από την άλλη μεριά, όμως, αγαπά και τις δύο γυναίκες του πολύ και του είναι αδύνατο ν' αποφασίσει ποια απ’ τις δύο ν' απαρνηθεί.

Έλεγε συγκρατώντας με κόπο τα δάκρυα του:

«Ποια ν' απαρνηθώ; Μου είναι αδύνατο ν' αποφασίσω».
Άφωνα τα παιδιά μαζεύτηκαν στη γωνιά τους κι έγειραν τούτη τη νύχτα όχι μόνο νηστικά ως συνήθως, αλλά και πικραμένα, για να κοιμηθούν.

Ποια τύχη θα είχε άραγε αυτή η ιστορία;

Ο γερό-Ζαϊρινός στριφογύριζε όλη τη νύχτα στα χορτάρινα στρωσίδια.

Ξαφνικά ξαλάφρωσε η καρδιά του, λες και του έπαψε η τρικυμία, άρχισε να κοπάζει κι ο ανεμοστρόβιλος!

Στο μυαλό του τριγυρίζει η κατηγορηματική άρνηση του Ιεραποστόλου, που αποτελεί και απαράβατο νόμο της Ορθοδοξίας μας. Και τώρα κλαίει με λυγμούς απαρηγόρητος. Τα χείλη του ασυναίσθητα ψιθύρισαν για πρώτη φορά μία προσευχή στον γλυκύ μας Ιησού, που, όπως έδειξαν τα πράγματα, έσκυψε πλάι του, αφουγκράστηκε τις επιθυμίες του και έσπευσε να τον βοηθήσει.

Οι συντρόφισσές του ξαγρυπνούσαν έξω από την καλύβα, κάτω από το φως του φεγγαριού, χωρίς να παίρνουν την μεγάλη απόφαση, ποια από τις δύο θα φύγει. Η νεότερη, γερμένη κάτω από τον φοίνικα, απελπισμένη και δακρυσμένη, αποκοιμήθηκε ελαφρά και ανάμεσα σε όνειρο και οπτασία είδε την απαστράπτουσα μορφή του Εσταυρωμένου. Αυτού του άγνωστου γι’ αυτήν μέχρι τότε Ιησού, που της είπε γλυκά και αποφασιστικά:

«Μάθε στη ζωή σου ότι αγάπη θα πει θυσία. Γι' αυτό βλέπεις και μένα πάνω στο Σταυρό. Ο Χριστιανός και η Ορθοδοξία μας ζητούν να σταυρώσουμε τα πάθη μας, τις λανθασμένες επιθυμίες μας. Το 'εγώ' και το 'θέλω' πρέπει να υποτάσσονται στο 'πρέπει'. Φύγε, εσύ, που τον αγαπάς πιο πολύ, φύγε! Εγώ θα είμαι κοντά σου! Θα ευλογήσω τα βήματα σου! Θα σε προστατέψω! Μέγιστη θα είναι η ανταμοιβή σου γι' αυτή τη θυσία, και ας μη με γνωρίζεις! Θα είσαι και εσύ κάποτε κοντά μου ... εν τω Παραδείσω... »

Ξύπνησε αναστατωμένη η Ζερμέν. Πετάχτηκε πάνω αποφασισμένη. Είχε αρχίσει ν' αχνοφέγγει. Μπήκε μέσα στην καλύβα, σκούπισε βιαστικά τα δάκρυα της με τις μαύρες ροζιασμένες παλάμες της και σκούντησε απαλά τον μέχρι τότε σύντροφο της που μισοκοιμόταν.

«Φεύγω», του είπε. «Γιατί έτσι πρέπει. Δεν μπορώ να αντισταθώ σ' εκείνη τη φοβερή δύναμη, που εκπέμπει ο Χριστός που αγαπάς και θέλεις να γίνεις ακόλουθός Του ... Φεύγω οριστικά! Γενηθήτω το θέλημά Του», ψιθύρισε η αγνή, ολόλευκη ψυχή της.

Δάκρυα χαράς και λύπης συνόδευσαν τον αποχωρισμό. Πήρε τα παιδιά της και χάθηκε μέσα στα δάση• εξαφανίστηκε. Τι δύναμη απόφασης! Τι μεγαλείο! 
Τι πανάκριβο δώρο κατέθεσε στα πόδια του Χριστού μας εκείνη την ώρα, χωρίς να το καταλάβει αυτή η γυναίκα, που έσφιξε την καρδιά της και έφυγε στο άγνωστο, απαρνούμενη την ήσυχη οικογενειακή εστία! 

Χαρούμενος ο γέροντας Ζαϊρινός, με αλαφρωμένη την καρδιά, έτρεξε στον Ιεραπόστολό μας και του ανακοίνωσε τα συμβάντα.

Ύστερα από μετάνοια και εξομολόγηση, δέχτηκε το Άγιο Βάπτισμα και ύστερα μετέλαβε τα Άχραντα Μυστήρια. Η μεγάλη του επιθυμία είχε πραγματοποιηθεί. Αναγεννημένος πνευματικά, αποφάσισε να ζήσει με το Νόμο του Θεού. 

Την επομένη της βάπτισης έγινε και ο Ορθόδοξος γάμος. Χαρές και ξεφαντώματα οι ιθαγενείς στο χωριουδάκι του Ζαΐρ!

'Όμως οι βουλές του Κυρίου είναι ανεξιχνίαστες! Τρεις ημέρες μετά τη βάπτισή του, ξαφνικά ο Χριστός μας τον κάλεσε κοντά Του στους ουρανούς. Κοιμήθηκε εν Κυρίω!

«Μακάριοι οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες ...».
Σαν βόμβα έσκασε σε όλο το αφρικανικό χωριό η είδηση. Έφυγε τόσο ξαφνικά ... εντελώς απροσδόκητα ...

Απίστευτο! Εντύπωση έκανε σε όλους εκείνη η γλυκιά, ήρεμη, γελαστή μορφή του νεκρού νεοφώτιστου. Άγγελοι πήραν στα χέρια τους, προς καταισχύνη των δαιμόνων, εκείνη την ωραία ψυχούλα και την οδήγησαν στο θρόνο του Θεού, να ζήσει αιώνια στη Βασιλεία των Ουρανών.
Μαθαίνοντας το περιστατικό, επέστρεψε η δεύτερη σύζυγος με τα παιδιά της. Και έτσι, όλοι μαζί πια, βαπτίστηκαν Χριστιανοί και έζησαν ευτυχισμένοι, ακολουθώντας το δρόμο, που τους χάραξε ο Χριστός μας. 
Το Άγιο Φως, που άναψε εκείνη τη μεγάλη νύχτα της απόφασης πάνω απ’ την καλύβα τους, δεν έσβησε ποτέ. Έγινε ο φάρος της ελπίδας και της σωτηρίας τους.
Πηγή :Περιοδικό «Ορθόδοξη Ιεραποστολική Πορεία Αγάπης» 

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

Θεανώ Μουσδελεκίδου, μιά θαυμαστή Ἱεραπόστολος



site analysis

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ὅπως πληροφορηθήκαμε, τά ξημερώματα τῆς 3ης Μαρτίου 2020 κοιμήθηκε στό Κολουέζι τοῦ Κονγκό ἡ Ἱεραπόστολος «μητέρα» Θεανώ Μουσδελεκίδου, πού καταγόταν ἀπό τήν Ἔδεσσα καί τήν γνώριζα ἀπό τά χρόνια ἐκεῖνα πού διακονοῦσα ὡς Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας.
Ἡ Ἔδεσσα εἶναι ἡ πόλη πού γαλούχησε μεγάλους Ἱεραποστόλους. Πρῶτος ἦταν ὁ Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος, τόν ὁποῖον ἔφερε στήν Ἔδεσσα ὁ τότε Μητροπολίτης Παντελεήμων Παπαγεωργίου, ὁ μετέπειτα Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, καί μάλιστα ἔμεινε μαζί του στό Μητροπολιτικό Οἴκημα. Δεύτερος ἦταν ὁ Ἀρχιμ. Χαρίτων Πνευματικάκης, Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης. Ἐκεῖ γνωρίσθηκαν μέ τόν π. Χρυσόστομο καί ἀργότερα τόν ἀκολούθησε στήν Ἀφρική. Τρίτος ἦταν ὁ Ἀρχιμ. Ἰγνάτιος Μαδενλίδης, ἀργότερα Μητροπολίτης Πενταπόλεως, πού γνώρισε καί τούς δύο στήν Ἔδεσσα καί ἀργότερα ἀκολούθησε τόν Πνευματικό του π. Χαρίτωνα στήν Ἱεραποστολή. Καί τέταρτη ἦταν ἡ Ἐδεσσαία Θεανώ Μουσδελεκίδου, πού ἀκολούθησε τούς προηγουμένους στήν Ἱεραποστολή.
Θεανώ Μουσδελεκίδου, μιά θαυμαστή ἹεραπόστολοςὍταν δῆ κανείς τήν ζωή τῶν τεσσάρων αὐτῶν Ἱεραποστόλων, θά διαπιστώση ὅτι ὑπάρχει ἕνας ἐσωτερικός σύνδεσμος, μιά ἐσωτερική μυστική ἑνότητα μέ κέντρο τήν Ἔδεσσα, ἡ ὁποία πράγματι ἀναδείχθηκε ὡς μιά πόλη μεγάλων Ἱεραποστόλων τῆς Ἀφρικῆς. Καί ὅπως ἡ Ἔδεσσα εἶναι κατά τήν ὀνομασία της πόλη «πολλῶν ὑδάτων» καί φημίζεται γιά τόν θαυμαστό καταρράκτη της, ἔτσι τώρα θά φημίζεται καί γιά τούς μεγάλους Ἱεραποστόλους πού ἀνέδειξε καί ἔγινε πόλη τῶν καταρρακτῶν τῆς Ἱεραποστολῆς στήν Ἀφρική.
Ἡ ἴδια διηγεῖται: «Στά δύσκολα χρόνια τῆς Κατοχῆς εἴχαμε τή μεγάλη εὐλογία νά ἔχουμε καλό ποιμένα, τόν Μητροπολίτη Ἐδέσσης καί Πέλλης, τόν μακαριστό Παντελεήμονα (μετέπειτα Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης) καί τούς ἀξιόλογους πνευματικούς συνεργάτες του, τόν π. Χρυσόστομο (Παπασαραντόπουλο), τόν παππούλη καί ἐξομολόγο μας, ὡς παιδιά τῶν κατηχητικῶν τότε ἐμεῖς, καθώς ἐπίσης καί τόν π. Χαρίτωνα (Πνευματικάκη), ὁ ὁποῖος, μέ τήν ἀκάματη δραστηριότητά του καί μέ τά πύρινα κηρύγματά του, ἀγκάλιασε ὅλους τούς νέους τῆς ἐποχῆς καί τούς χάραξε πορεία ζωῆς. Τά κατηχητικά, οἱ κύκλοι Ἁγίας Γραφῆς, ὁ λόγος του ἔγινε βίωμα ζωῆς» (tastv.gr).
Γνώριζα ἀπό παλαιά πολύ καλά τήν Θεανώ Μουσδελεκίδου. Κατ' ἀρχάς τήν ἔβλεπα νά βοηθᾶ τόν σύζυγό της στό παντοπωλεῖο καί φαινόταν ὡς μιά ἀξιοπρεπής, εὐγενής, σοβαρή καί ἐξυπηρετική κυρία, μέ ἐξαιρετική ἐξωτερική ἐμφάνιση. Τήν συναντοῦσα καί στόν κεντρικό δρόμο πού ὁδηγεῖ ἀπό τόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Σκέπης πρός τόν Μητροπολτικό Οἶκο ὅπου ἔμενα, ὅταν πήγαινε νά δῆ τήν εὐγενέστατη καί ἀρχόντισσα μητέρα της Ἑλένη Ἀντωνιάδου, πού ἔμενε μέ τόν καθηγητή υἱό της καί τήν οἰκογένειά του ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη. Ἡ σοβαρότητά της ἦταν στενά συνδεδεμένη μέ τήν εὐγένειά της καί τήν χαρούμενη ὄψη τοῦ προσώπου της, διέκρινα μέσα της μιά ὁρμή.
Ὅταν ἐκοιμήθη ὁ σύζυγός της, ἐπειδή δέν εἶχαν παιδιά, ἄρχισε νά προβληματίζεται γιά τό τί θά κάνη στό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς της. Δέν τήν ἱκανοποιοῦσε τό νά διατηρήση τό παντοπωλεῖο καί ἤθελε νά προσφέρη τίς δυνάμεις της στήν κοινωνία καί τήν Ἐκκλησία.
Τότε ἦταν πού τήν γνώρισα καλύτερα, διότι μέ πλησίασε γιά νά μέ ἐνημερώση γιά κάποια σχέδιά της. Σκέφθηκε καί ἀποφάσισε νά μετατρέψη τήν εὐρύχωρη οἰκία της σέ χῶρο, ὅπου θά ἔμεναν μαθήτριες πού προέρχονται ἀπό τά πέριξ τῆς Ἐδέσσης χωριά καί πήγαιναν στά Γυμνάσια καί τά Λύκεια τῆς πόλεως, παρακινούμενη ἀπό τό ἴδιο πού ἔπραξε ἡ Μαρία Ἀρτοπούλου.
Σχεδιάσαμε καί προχωρήσαμε μαζί τήν λειτουργία ἐνός ἀτύπου Οἰκοτροφείου, μιᾶς «Μαθητικῆς Στέγης». Στήν πραγματικότητα δέν ἦταν Οἰκοτροφεῖο, ἀλλά μιά μεγάλη οἰκογένεια μέ πολλές μαθήτριες, πού ἔμεναν μαζί, σάν νά τίς φιλοξενοῦσε ἐκείνη, καί ἡ ἴδια φρόντιζε γιά τήν ἑτοιμασία τοῦ φαγητοῦ καί εἶχε τήν γενική ἐπίβλεψή τους. Ἦταν πραγματικά μιά πνευματική οἰκογένεια.
Ἐκείνη ἦταν πολύ χαρούμενη γιά τό νέο αὐτό ἔργο, πού τῆς ἔδωσε μεγάλη ἔμπνευση, τό ἀσκοῦσε μέ ὑπευθυνότητα καί ἀναπλήρωσε τήν ἔλλειψη τῆς οἰκογένειάς της. Ἔτσι ἔβλεπε ὅλες τίς μαθήτριες ὡς δικά της παιδιά καί ἀνταποκρινόταν σέ αὐτές ὡς μητέρα τους. Αὐτό ἦταν οἰκονομία Θεοῦ, γιατί ἦταν ἕνα στάδιο προετοιμασίας της γιά τήν ἱεραποστολή στήν Ἀφρική.
Μέ τήν ἐπικοινωνία πού εἴχαμε μέ καλοῦσε συχνά τά βράδυα στήν «Μαθητική Στέγη» γιά νά συζητῶ μέ τίς μαθήτριες, τό ἴδιο ἔκανε καί ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος. Θαυμάζαμε ὅλοι τόν ἱεραποστολικό ζῆλο τῆς κ. Θεανοῦς.
Ἡ ἴδια διηγεῖται: «Τό 1980, μέ τήν καθοδήγηση τοῦ πνευματικοῦ μου καί ἐπί μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἐδέσσης καί Πέλλης κ. Καλλινίκου, μετατρέπω τό σπίτι μας σέ μαθητική στέγη καί ἐπί 10 χρόνια φιλοξενῶ κοπέλες ἀπό τήν γύρω περιοχή, πού ἐπιθυμοῦσαν νά φοιτήσουν στό Γυμνάσιο. Τό σπίτι λειτουργοῦσε σάν μία μεγάλη οἰκογένεια, μέ τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ Μητροπολίτη μας καί μέ πνευματικό τότε τόν π. Ἱερόθεον, Μητροπολίτη Ναυπάκτου σήμερα» (tastv.gr).
Ἀργότερα ὁ νέος Μητροπολίτης Ἐδέσσης Χρυσόστομος εἶχε τίς δικές του ἀπόψεις καί ἐκείνη ἐξαναγκάσθηκε νά κλείση τήν «Μαθητική στέγη», ἐκφράζοντας ἔτσι τό ἐκκλησιαστικό της φρόνημα καί τόν σεβασμό της στούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς.
Ὅμως, εἶχε πολλές δυνάμεις, μεγάλη ὄρεξη νά προσφέρη στόν ἱεραποστολικό τομέα. Θυμᾶμαι ὅτι συζητήσαμε ἐκτενῶς τό θέμα αὐτό καί ἐκείνη συμβουλεύθηκε τόν ἐξ Ἐδέσσης Ἀρχιμ. Ἰγνάτιο Μαδενλίδη καί τελικά ἔλαβε τήν ἀπόφαση νά μεταβῆ στήν Ἱεραποστολή στό Κολουέζι τοῦ Κονγκό, στήν Ἱερά Μητρόπολη Κατάνγκας, στήν ἀρχή δοκιμαστικά καί ἔπειτα μόνιμα.
Μετέβη ἐκεῖ καί ἄρχισε μέ ζῆλο τό ἱεραποστολικό της ἔργο. Κατά καιρούς μοῦ τηλεφωνοῦσε καί ἐρχόταν στήν Ναύπακτο σέ ἑορταστικές ἡμέρες. Μάλιστα ἔδωσε σέ ἕνα «μαυράκι» τό ὄνομά μου γιά νά θυμᾶται τήν συνεργασία μας στήν Ἔδεσσα.
Τόν Ὀκτώβριο τοῦ ἔτους 2007 ἡ μητέρα Θεανώ ἦλθε στήν Ναύπακτο γιά νά μοῦ εὐχηθῆ γιά τήν ὀνομαστική μου ἑορτή. Τότε ὁ Ἀρχιμ. π. Καλλίνικος Γεωργᾶτος, πού ἡ μητέρα του ἦταν φίλη τῆς κ. Θεανοῦς, τῆς πῆρε συνέντευξη ἀπό τήν ὁποία, μεταξύ τῶν ἄλλων, προῆλθε καί τό κατωτέρω κείμενο, τό ὁποῖο δείχνει τόν τρόπο πού ἐργαζόταν ἡ Ἱεραποστολή καί τό ἔργο τῆς μητέρας Θεανοῦς.
«Στό κέ­ντρο τῆς ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κῆς δρά­σης βρί­σκε­ται ὁ Ἱ­ε­ρός Να­ός τοῦ Ἁ­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου στό Κο­λου­έ­ζι. Εἶ­ναι τό κέ­ντρο τῆς λα­τρευ­τι­κῆς καί μυ­στη­ρια­κῆς ζω­ῆς τῶν ἱ­ε­ρα­πο­στό­λων, τῶν συ­νερ­γα­τῶν τους καί τοῦ ὀρ­θο­δό­ξου λα­οῦ τοῦ Κο­λου­έ­ζι. Κτί­σθη­κε τό 1950 ἀ­πό τήν ἑλ­λη­νι­κή κοι­νό­τη­τα, ἡ ὁ­ποί­α ἀν­θοῦ­σε τόν και­ρό ἐ­κεῖ­νο. Τώ­ρα ἑλ­λη­νι­κές κοι­νό­τη­τες ὑ­πάρ­χουν στήν πρω­τεύ­ου­σα Κιν­σά­σα καί τήν συ­μπρω­τεύ­ου­σα Λου­μπου­μπάσ­σι.
Δί­πλα στόν Ἱ­ε­ρό Να­ό τοῦ Ἁ­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου εἶ­ναι τά Γρα­φεῖ­α τῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς καί οἱ ἀ­πο­θῆ­κες μέ τά ἀ­πα­ραί­τη­τα ἐ­κεῖ­να σκεύ­η καί ἀ­γα­θά γιά τήν Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή.
Κά­θε ἡ­μέ­ρα στίς 5:30 τό πρω­ΐ ση­μαί­νει τό ἐ­γερ­τή­ριο, καί ἀρ­χί­ζει νά βου­ΐ­ζει σι­γά-σι­γά ἡ ζω­ή στήν Κο­μιτ­τέ (Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή). Στίς 6:00 ἀρ­χί­ζει ὁ Ὄρ­θρος στόν Ἱ­ε­ρό Να­ό τοῦ Ἁ­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου καί ἐ­άν εἶ­ναι κά­ποια ἑ­ορ­τή ἀ­κο­λου­θεῖ θεί­α Λει­τουρ­γί­α. Στίς 7:30 ἔ­χει τε­λει­ώ­σει ἡ Ἀ­κο­λου­θί­α. Στίς 7:00 μέ 7:30 ἀ­νοί­γουν τά Γρα­φεῖ­α τῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς. Ὁ ἐ­πι­κε­φα­λῆς π. Με­λέ­τιος πα­ρα­δί­δει τά κλει­διά στούς ὑ­πευ­θύ­νους, πα­ρου­σιά­ζει τό πρό­γραμ­μα τῆς ἡ­μέ­ρας καί μοι­ρά­ζει τίς ἐρ­γα­σί­ες στούς ἑ­κα­τόν πε­νή­ντα (150) ἐρ­γα­ζο­μέ­νους, Ἱ­ε­ρεῖς, δα­σκά­λους, ἐρ­γά­τες, ὁ­δη­γούς κλπ. Ὅ­λοι αὐ­τοί οἱ ἄν­θρω­ποι μι­σθο­δο­τοῦ­νται ἀ­πό τήν Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή μέ μι­σθό πού κυ­μαί­νε­ται ἀ­πό 40 ἕ­ως 100 δολ. τόν μή­να, ἀ­νά­λο­γα μέ τήν προ­ϋ­πη­ρε­σί­α καί τήν οἰ­κο­γε­νεια­κή κα­τά­στα­ση. Τά χρή­μα­τα αὐ­τά προ­έρ­χο­νται ἀ­πό δω­ρε­ές ἀ­πό ἄλ­λες Ἐκ­κλη­σί­ες, ἀ­πό Μη­τρο­πό­λεις τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος, ἀ­πό τήν Ἀ­πο­στο­λι­κή Δια­κο­νί­α, ἀ­πό τήν Ἱ­ε­ρά Μο­νή Ὁ­σί­ου Γρη­γο­ρί­ου Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους καί ἄλ­λες Ἱ­ε­ρές Μο­νές, ἀ­πό τόν Σύλ­λο­γο τῆς Θεσ­σα­λο­νί­κης «Ἅ­γιος Κο­σμᾶς ὁ Αἰ­τω­λός» μέ πρό­ε­δρο τόν κ. Ἀσ­λα­νί­δη, ἀ­πό διά­φο­ρους Συλ­λό­γους καί ἰ­δι­ῶ­τες πού ἐν­δια­φέ­ρο­νται καί βο­η­θοῦν τό ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κό ἔρ­γο. Στήν Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή ἀ­νή­κει καί ἕ­να ἀ­γρό­κτη­μα μέ κα­λα­μπό­κι, ἀ­πό τό ὁ­ποῖ­ο ἔ­χει ἕ­να μι­κρό ἔ­σο­δο. Στούς ἐρ­γα­ζο­μέ­νους στήν Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή χο­ρη­γεῖ­ται καί ἀ­λεύ­ρι ὡς συ­μπλή­ρω­μα στόν μι­σθό τους.
Τόν π. Με­λέ­τιο βο­η­θοῦν στό ἔρ­γο τῆς διοί­κη­σης τῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς καί ὁ Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κός Ἐ­πί­τρο­πος π. Θε­ό­φι­λος, «τό μά­τι καί τό αὐ­τί», ἡ κ. Θε­α­νώ πού εἶ­ναι ἡ «μητέρα»τῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς καί τό Ἐκ­κλη­σια­στι­κό Συμ­βού­λιο (Κο­μι­τέ).
Ὑ­πό τήν ὑ­πευ­θυ­νό­τη­τα τῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς καί τοῦ ἐ­πι­κε­φα­λῆς της π. Με­λε­τί­ου εἶ­ναι ἡ προ­ε­τοι­μα­σί­α τῶν νέ­ων Ἐ­νο­ρι­ῶν, τοῦ κτι­σί­μα­τος τῶν νέ­ων Ἐ­νο­ρια­κῶν Να­ῶν, ἡ προ­ε­τοι­μα­σί­α τῶν νέ­ων Πρε­σβυ­τέ­ρων, τῶν Σχο­λεί­ων καί Ἰ­α­τρεί­ων πού πλαι­σι­ώ­νουν κά­θε Ἐ­νο­ρί­α.
Στήν Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή γί­νε­ται τα­κτι­κά ἡ κα­τή­χη­ση, μέ κέ­ντρο τόν Ἱ­ε­ρό Να­ό τοῦ Ἁ­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου. Ἀ­πό τόν π. Με­λέ­τιο κά­θε Κυ­ρια­κή γί­νε­ται τό θεῖ­ο Κή­ρυγ­μα, κά­θε Πέ­μπτη ἡ ὁ­μι­λί­α γιά τούς ἄν­δρες, συ­νά­ξεις Ἁ­γί­ας Γρα­φῆς, καί σέ ὅ­λες τίς Ἐ­νο­ρί­ες ἀ­πό τούς κα­τά τό­πους Ἱ­ε­ρεῖς τους. Ἡ κ. Θε­α­νώ ἔ­χει ὑ­πό τήν ὑ­πευ­θυ­νό­τη­τά της τήν ὁ­μι­λί­α στίς νέ­ες μη­τέ­ρες (50-60 μη­τέ­ρες), κά­θε Τε­τάρ­τη, τήν ὁ­μι­λί­α στήν Σχο­λή Οἰ­κο­κυ­ρι­κῶν καί Ἀ­ναλ­φά­βη­των (250-300 κο­ρί­τσια) κά­θε Πα­ρα­σκευ­ή, καί τήν ὁ­μι­λί­α στίς ὑ­πο­ψή­φι­ες δα­σκά­λες (100 πε­ρί­που) κά­θε Σάβ­βα­το.
Στίς ἀ­πο­μα­κρυ­σμέ­νες Ἐ­νο­ρί­ες δη­μιουρ­γεῖ­ται τό με­γά­λο πρό­βλη­μα μέ τίς με­τα­κι­νή­σεις. Ξε­κι­νᾶ τό Κλι­μά­κιο τῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς ἀ­πό τό κέ­ντρο μέ ὅ­λα τά χρει­ώ­δη καί δέν ξέ­ρου­ν πό­τε θά φτά­ση, πό­τε καί πῶς θά ἐ­πι­στρέ­ψη».
Ἐπίσης, ἀπό ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ Ἱερομονάχου Ἱεραποστόλου π. Νικολάου Γρηγοριάτη («Ἐκκλησιαστική Παρέμβαση», τεῦχος 151, Φεβ. 2009) μαθαίνουμε τό ἑξῆς γιά τήν μητέρα Θεανώ:
«Ση­μα­ντι­κή εἶ­ναι ἡ προ­σφο­ρά τῆς κ. Θε­α­νῶς Μουσ­δε­λε­κί­δου ἀ­πό τήν Ἔ­δεσ­σα, γνω­στῆς ὡς "Μη­τέ­ρα Θε­α­νώ". ... Ἡ κυ­ρί­α Θε­α­νώ Μουσ­δε­λε­κί­δου εἶ­ναι πο­λύ­τι­μος συ­νερ­γά­της τοῦ Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κοῦ Κλι­μα­κί­ου Κο­λου­έ­ζι ἐ­πί μί­α 20ετία. Εἶ­ναι οἰ­κο­νό­μος τῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς ἐ­κεῖ κα­θώς καί κα­τη­χή­τρια στίς μα­θή­τρι­ες τῶν Ἐκ­παι­δευ­τη­ρί­ων. Συ­νά­ζει τίς γυ­ναῖ­κες τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας καί κά­νουν ἐ­ξορ­μή­σεις στίς φυ­λα­κές, στά Νο­σο­κο­μεῖ­α καί ὅ­που ἀλ­λοῦ χρειά­ζε­ται, δια­νέ­μο­ντας τρό­φι­μα, ρου­χι­σμό καί γε­νι­κά κά­νο­ντας φι­λαν­θρω­πί­α. Δι­καί­ως τῆς ἔ­χει ἀ­πο­νε­μη­θῆ ὁ τίτ­λος "Μη­τέ­ρα Θε­α­νώ" ἤ "Μά­μα Θε­α­νώ", ὅ­πως τήν ἀ­πο­κα­λοῦν οἱ ντό­πιοι». 
Οἱ δυσκολίες τῆς ἱεραποστολικῆς της προσπάθειας ἦταν πολλές. Ἡ ἴδια διηγεῖται μιά ἀπό αὐτές:
«Στίς 5 Νοεμβρίου 1990, σέ μιά ἐξόρμηση τοῦ Κλιμακίου πηγαίνοντας πρός τό Λικάσι, στήν ἐπιστροφή πρός Κολουέζι, σέ μια στροφή, τουμπάρει τό ἁμάξι καί παίρνει ἀρκετές στροφές. Ὁ π. Μελέτιος καί ὁ ὁδηγός φοροῦσαν τίς ἀσφαλιστικές ζῶνες καί δέν πάθανε τίποτε, βγήκανε ἀπό τό ἁμάξι. Ἐγώ καί ἡ ἀδελφή Ξένη βρισκόμασταν στά πίσω καθίσματα. Ἡ Ξένη ἐπίσης βγαίνει καλά, ἐγώ καταπλακωμένη, τραυματισμένη στό κεφάλι καί στήν πλάτη, περιμένοντας νά πεθάνω. Ξαφνικά μέ τραβᾶνε ἔξω, πάλι στή ζωή. Νά! καί περνᾶ ἕνα φορτηγό αὐτοκίνητο και μέ πηγαίνουν κατ’ εὐθείαν στό Νοσοκομεῖο, στό Λικάσι. Μένω στήν "Ἐντατική", ξένη στούς ξένους, μέ τόν ἄγγελο φύλακά μου. Ἦταν θέλημα Θεοῦ, ἀφοῦ μαρτύρησα καί ἔχυσα τό αἷμα μου. Ἡ ραφή πού ἔγινε στό μέτωπό μου ἦταν σάν νά φοροῦσα ἀκάνθινο στεφάνι...» (tastv.gr).
Ἡ Ἱεραποστολή ἔχει πολλές θυσίες. Κατά τήν διήγησή της «εἴχαμε, ὅπως εἶναι ἑπόμενο, ποικίλα προβλήματα· διανυκτερεύσεις στό δάσος, χαμένοι στή ζούγκλα, βουτηγμένοι στούς βάλτους, πεζοπορίες, κατεστραμμένες γέφυρες. Ὅλα πρός δόξαν Θεοῦ! Ταπεινά τά ἀποδεχόμαστε» (tastv.gr). 
Ἡ «μητέρα» Θεανώ Μουσδελεκίδου-Ἀντωνιάδου ἔγραψε πράγματι μιά θαυμάσια ἱστορία στό ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς στήν Ἀφρική. Δέν ὑπολόγισε ἀσθένειες, πολέμους, δυσκολίες καί αὐτόν τόν θάνατο. Τήν δραστηριότητα καί τό ἔργο της τό γνωρίζει καλύτερα ἀπό ὅλους ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κατάνγκα-Κονγκό κ. Μελέτιος καί ἀσφαλῶς θά γραφοῦν πολλά γιά τό ἔργο αὐτό. 
Ὅταν ἤμουν στήν Ἔδεσσα καί συνεργαζόμουν μαζί της, δέν μποροῦσα νά διανοηθῶ τό θάρρος της καί τήν ἀποφασιστικότητά της νά φύγη ἀπό τήν Ἑλλάδα καί νά μεταβῆ στήν Ἀφρική, νά ἀφήση τούς συγγενεῖς της, τό γνώριμο περιβάλλον της, τήν ὄμορφη Ἔδεσσα, ὅπου μεγάλωσε, καί νά πετάξη στό ἄγνωστο μέ τίς πολλές δυσκολίες, καί τελικά νά κοιμηθῆ καί νά ἐνταφιασθῆ στήν Ἀφρική, ἀναμένοντας τήν μελλοντική ἀνάσταση τῶν νεκρῶν γιά νά λάβη τόν στέφανο τῆς ζωῆς. Ὁ ἀείμνηστος π. Κοσμᾶς Γρηγοριάτης, θέτοντας τό ἐρώτημα «τί σημαίνει Ἱεραποστολή;», ἀπαντοῦσε: «Νά πεθάνης στήν Ἀφρική». Αὐτό ἐνέπνεε καί ἐκείνη καί αὐτό ἔγινε στήν ζωή της.
Τήν θαύμαζα τήν «μητέρα», τήν «μάμα», ὅπως τήν ἀποκαλοῦσαν «τά μαυράκια της», Θεανώ Μουσδελεκίδου καί τήν ζήλευα, καί ἀκόμη τήν ζηλεύω, πού ἀκολούθησε αὐτό τό δύσκολο ἔργο μέ ἐνθουσιασμό μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς της καί εἰσῆλθε στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ μνήμη της θά εἶναι αἰώνια, θά τήν ἀγαποῦν καί τά «μαυράκια» της καί οἱ λευκοί οὐράνιοι ἄγγελοι, ἀλλά καί ὅλοι ἐμεῖς πού τήν γνωρίσαμε καί συμμετείχαμε σέ ἕναν βαθμό στούς εὐγενεῖς πόθους της.

Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

«Έφυγε» η επί 33 χρόνια ιεραπόστολος της αφρικανικής ηπείρου, μάμα Θεανώ



site analysis







Ο Μητροπολίτης Κατάνγκας κ. Μελέτιος περιγράφει τις τελευταίες στιγμές της Θεανώς Μουσδελεκίδου. «Το βράδυ έψαλε, κάποια στιγμή ανασηκώθηκε ελαφρά και τραγούδησε το “Μακεδονία ξακουστή” και μετά ήρεμα βυθίστηκε στον αιώνιο ύπνο» τονίζει
___
“Πέθανε η μητέρα Θεανώ” ήταν τα πρώτα λόγια του Μητροπολίτου Κατάγκας Μελετίου σ’ ένα τηλεφώνημά του το πρωί της Τρίτης. “Καθαρή Δευτέρα βράδυ έφυγε” συνέχισε συγκινημένος. Η τηλεφωνική μας σύνδεση ως συνήθως ήταν γεμάτη παράσιτα, αφού στο Νότο, στα σύνορα σχεδόν με Ζάμπια, η λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι ούτως ή άλλως πολύ μακριά από την Ελλάδα. Δεν μπορεί να ξεφύγει ο άνθρωπος από την έντονη ανάγκη να μοιραστεί με τους άλλους τις τελευταίες στιγμές του αδελφού που κίνησε για το μακρύ ταξίδι στον Ουρανό:
“Ήταν σαν σε κώμα τις τελευταίες μέρες και την είχαμε στο νοσοκομείο της Ιεραποστολής. Δίπλα της ήταν μόνιμα δυο δόκιμες μοναχές ιθαγενείς που την πρόσεχαν. Πήγα να τη δω την Καθαρά Δευτέρα και τη ρώτησα αν είναι καλά. Άνοιξε τα μάτια της, με είδε και είπε αργά. «Ευλογημένος». Συγκινήθηκα. Δεν ήθελα να την κουράσω άλλο κι έφυγα. Την άλλη μέρα εκοιμήθη. Οι δόκιμες που ήταν στο πλευρό της μου είπαν πως πήρε χαρά από την επίσκεψή μου και το βράδυ έψαλλε. Μάλιστα κάποια στιγμή ανασηκώθηκε ελαφρά και τραγούδησε το «Μακεδονία ξακουστή, του Αλεξάνδρου η χώρα». Μετά ήρεμα βυθίστηκε στον αιώνιο ύπνο. Πέρασε στην άλλη όχθη με ψαλμούς και τραγούδια.”
Η μάμα Θεανώ όπως την αποκαλούσαν όλοι στη Μισσιόνα έζησε 33 χρόνια στο μετερίζι της εξωτερικής Ιεραποστολής. Ήταν από τα μακροβιότερα λουλούδια στον κήπο της Αφρικανικής ιεραποστολής μαζί με την Όλγα Παπασαράντου και τη Σταυρίτσα Ζαχαρίου.



Στην κατοχή

Θυμόταν και μας διηγόταν ότι στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής είχε την ευλογία να γνωρίσει, τον Μητροπολίτη Εδέσσης και Πέλλης, μακαριστό Παντελεήμονα, και τους σπουδαίους πνευματικούς συνεργάτες του, τον π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο, που ήταν εξομολόγος της, αλλά και τον π. Χαρίτωνα Πνευματικάκη, που της έδωσε την πρώτη εσωτερική ώθηση να αγαπήσει την ιεραποστολή με την ακάματη δραστηριότητά του και τα κηρύγματά του. Ο π. Χαρίτων αγκάλιασε τη Θεανώ Μουσδελεκίδου, όπως και πολλούς νέους της εποχής, και τους χάραξε πορεία ζωής. Τα χρόνια πέρασαν και συνάντησε τον σύντροφο της ζωής της, τον Γιώργο. Μιλούσε πάντοτε με τα θερμότερα λόγια για τον σύζυγό της και τόνιζε πόσα πράγματα της έμαθε, αλλά και πως μαζί διακονούσαν όσο μπορούσαν την Εκκλησία. Διατηρούσαν ένα παντοπωλείο και εργάζονταν μαζί ειρηνικά. Δεν την στενοχωρούσε καθόλου το γεγονός ότι δεν τους έδωσε ο Θεός παιδιά. Το παντοπωλείο έκλεισε όταν ο Γιώργος αρρώστησε κι έφυγε από τη ζωή. Μ΄ ένα γλυκό χαμόγελο σαν ντροπαλή κοπέλα μού έλεγε σε στιγμές που την κατέκλυζε η νοσταλγία του προσώπου του, πως ήταν ομορφάντρας και λεβέντης.



Μαθητική στέγη


Η Θεανώ ήταν μια γυναίκα μέσα από την καθημερινότητα, φτιαγμένη από υλικά του κόσμου αυτού, υλικά που ο Θεός χρησιμοποίησε για να μας πλάσει. Η συζυγία ήταν γι’ αυτήν πράγμα ιερό, ένα στάδιο που την οδηγούσε κοντά στον Θεό και ο σύζυγός της πρόσωπο αναντικατάστατο. Ωστόσο, μετά το πένθος της δεν έμεινε αργή και αποφάσισε να φτιάξει μια “Mαθητική στέγη” αφού πρώτα πήρε συμβουλές και οδηγίες από πνευματικούς ανθρώπους και ιερείς. Έτσι στα 1980 και για δέκα ολόκληρα χρόνια στη στέγη αυτή, που ήταν το ίδιο της το σπίτι, ένα αρχοντικό κληρονομιά από τους γονείς της με πολλά δωμάτια, φιλοξενούσε κοπέλες, οι οποίες έρχονταν από τα γύρω χωριά να σπουδάσουν στο γυμνάσιο και το λύκειο της Έδεσσας. Ήταν ένα άτυπο Οικοτροφείο το οποίο κυβερνούσε σαν γνήσια μανούλα. Μαγείρευε για όλες, μάθαινε οικοκυρικά στα νέα κορίτσια και χαιρόταν απερίγραπτα αυτή την όμορφη κατάσταση που διαμορφώθηκε. Οι περιστάσεις με τον καιρό άλλαξαν, και οι συνθήκες την έσπρωξαν να κλείσει τη στέγη.




Η γνωριμία με τον παπα-Κοσμά της άλλαξε τη ζωή. Ήταν τότε 60 ετών


Μια μέρα επισκέφθηκε την Έδεσσα ο π.Κοσμάς Γρηγοριάτης και έκανε μια ομιλία σε πνευματικό κέντρο της πόλης για το έργο της ιεραποστολής στο Κολουέζι του Ζαΐρ, όπως λεγόταν τότε η σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Τον πλησίασε μετά την ομιλία και τον ρώτησε πώς θα μπορούσε να τον βοηθήσει αλλά από την Ελλάδα. Ήταν ήδη εξήντα ετών. Τότε δεν γνώριζε ότι τα υπόλοιπα τριάντα τρία χρόνια της ζωής της θα τα αφιέρωνε σε μια από τις ηρωικότερες μορφές της Εκκλησίας σ’ αυτή τη γη. Ο π. Κοσμάς διέκρινε το θάρρος και τη δύναμή της, συμπέρανε την αφοσίωση και την υπομονή της γυναίκας και την κάλεσε. Σε αυτό το σημείο πρέπει να μην παραλείψουμε να θαυμάσουμε την ελευθερία του πατρός Κοσμά από κοινωνικές συμβατότητες της εποχής. Συχνά μια λανθασμένη ευσέβεια ταλαιπωρούσε τα έργα των εκκλησιαστικών ανθρώπων. Έτσι στο κλιμάκιο του Κολουέζι μπορούσε κανείς να συναντήσει να εργάζεται εκτός από τον ιερομόναχο Κοσμά της μονής Γρηγορίου, ένας καπετάνιος στις άδειές του, ο Βασίλης Βερβέρης, μια χήρα, η Θεανώ Μουσδελεκίδου, μια νεαρή νοσοκόμα που έγινε μοναχή, η αδελφή Ξένη, μια νοσηλεύτρια η Βαΐα Ναλμπάντη από τις Σέρρες και ένας νέος μοναχός, πρώην ναυτικός από το Αιγάλεω, δεξί χέρι του πατρός Κοσμά, ο πατήρ Κύριλλος. Στο μέλλον και μετά τον θάνατό του προστέθηκαν κι άλλοι όπως η γράφουσα, αλλά και περισσότεροι μοναχοί Γρηγοριάτες, όπως οι πατέρες Νικόλαος, Δαμασκηνός, Βαρνάβας, Ευσέβιος. Δεν έλλειψαν οι κατηγορίες, σε πολλά επίπεδα κυρίως στην αρχή, αλλά η συνέχεια της ιστορίας σήμερα μετά από πολλά χρόνια και μετά θάνατον τον έχει δικαιώσει.




«Φρόντισαν τα πάντα για την κηδεία της. Της έφτιαξαν μέχρι και κόλλυβα. Εκείνη τους είχε μάθει την ορθόδοξη παράδοση»


Όσο για τη Θεανώ Μουσδελεκίδου ήταν μια ήσυχη παρουσία με σιωπηλό δυναμισμό. Ήταν κεφάτη, ξεσήκωνε τους ιθαγενείς και τους Έλληνες συνεργάτες όταν διέκρινε ότι έπεφταν σε στενοχώρια ή καμμιά φορά οι δεύτεροι στην ακηδία της ξενιτιάς. Οι τσέπες της είχαν πάντα ένα γλυκό, μια καραμέλα και όταν πήγαινε στα καλύβια των ενοριτών θα τους έδινε ό,τι είχε από τα λιγοστά που μπορούσε να έχει. Όπως μια μάνα, έτσι κι εκείνη ασχολιόταν με τα πάντα στο σπίτι της Ιεραποστολής. Έβρισκε τρόπους να βοηθήσει σε κάθε δυσκολία ή περίπλοκο πρόβλημα και έλεγε όμορφες ιστορίες από τα νιάτα της στην Έδεσσα, και μιλούσε για τις ζωές των αγίων. Αγαπούσε ιδιαίτερα τον σκληρό τόπο των φυλακών και συμπονούσε τους φυλακισμένους. Στις φυλακές αυτές δεν υπήρχε φαγητό για τους κρατούμενους, ούτε ρούχα ή κουβέρτες. Τους πήγαινε σαπούνι, ψωμάκια και παίρνοντας μαζί της κάποια παιδιά του οικοτροφείου, τους τραγουδούσαν όμορφα τραγούδια για να παρηγοριούνται. Έτσι, αυτοί οι σκελετωμένοι απόκληροι της ζωής την περίμεναν κάθε φορά σαν μάννα εξ ουρανού. Το ίδιο και οι ασθενείς των νοσοκομείων.




Βάσανα και καημοί


Ο καιρός περνούσε και η ίδια η μητέρα Θεανώ περιγράφει στους συνεργάτες της, αλλά και σε ομιλίες που κάνει πια η ίδια στην Ελλάδα για να μάθουν οι Έλληνες το έργο ώστε να βοηθούν από τα μετόπισθεν, τα βάσανα και τους καημούς. Μια φορά κινδύνεψε πραγματικά και κόντεψε να πεθάνει. Η ίδια γράφει σε γράμμα της σε καλή της φίλη στην Ελλάδα:
“Στις 5 Νοεμβρίου 1990, σε μια εξόρμηση του Κλιμακίου πηγαίνοντας προς το Λικάσι, στην επιστροφή προς Κολουέζι, σε μια στροφή, τουμπάρει το αμάξι και παίρνει αρκετές στροφές. Ο π. Μελέτιος και ο οδηγός φορούσαν τις ασφαλιστικές ζώνες και δεν πάθανε τίποτε, βγήκανε από το αμάξι. Εγώ και η αδελφή Ξένη βρισκόμασταν στα πίσω καθίσματα. Η Ξένη επίσης βγαίνει καλά, εγώ καταπλακωμένη, τραυματισμένη στο κεφάλι και στην πλάτη, περιμένοντας να πεθάνω. Ξαφνικά με τραβάνε έξω, πάλι στη ζωή. Να! και περνά ένα φορτηγό αυτοκίνητο και με πηγαίνουν κατ’ ευθείαν στο Νοσοκομείο, στο Λικάσι. Μένω στην «Εντατική», ξένη στους ξένους, με τον άγγελο φύλακά μου. Ήταν θέλημα Θεού, αφού μαρτύρησα και έχυσα το αίμα μου. Η ραφή που έγινε στο μέτωπό μου ήταν σαν να φορούσα ακάνθινο στεφάνι…”
Μας έδειχνε με καμάρι, σαν στρατηγός το παράσημό του το σημάδι που της έμεινε για πάντα.
“Τα τελευταία χρόνια, μοίραζε τα ρούχα της στους φτωχούς. Έβλεπα που κάποιος φορούσε το παλτό της, άλλη τα παπούτσια της, τις ζακέτες και τα υπόλοιπα ρούχα της ή τα μαντήλια της. ‘Ετσι στο τέλος, όταν εκοιμήθη δεν είχε τίποτα να της φορέσουν για την κηδεία. Μάζεψαν λοιπόν χρήματα, αυτοί οι φτωχοί άνθρωποι, τα παιδιά της και της αγόρασαν ένα όμορφο φόρεμα και παπούτσια. Φρόντισαν τα πάντα για την κηδεία της και της έφτιαξαν μέχρι και κόλλυβα. Εκείνη τους τα είχε μάθει όλα αυτά, την παράδοση την Ορθόδοξη!” πρόσθεσε ο Δεσπότης Μελέτιος στην τηλεφωνική συνομιλία μας και όταν σκέφτηκα φωναχτά ότι θα του λείψει η παρουσία της μου απάντησε με απροσποίητη θλίψη: “Τριάντα τρία χρόνια είχαμε τη Θεανώ δίπλα μας. Εγώ εδώ τη βρήκα. Πρώτη στις ακολουθίες, ακόμη κι όταν γέρασε πολύ και ίσα που έσερνε τα πόδια της. Δεν ήθελε να πάει στην Ελλάδα. Ήθελε να ταφεί εδώ. Θα μου λείψει. Σε όλους μας θα λείψει!”



Την έθαψαν στη μονή του Αγίου Νεκταρίου



Στην κηδεία της ήρθε πλήθος κόσμου: Ιερείς απ’ όλη την Κατάγκα , πολιτικοί της περιοχής, ενορίτες, τα παιδιά των σχολείων της Ιεραποστολής. Την έθαψαν στο γυναικείο μοναστήρι του αγίου Νεκταρίου, το πρώτο μοναστηράκι που έχτισε ο μακαριστός πατήρ Κοσμάς Γρηγοριάτης, θαμμένος κι εκείνος στο Κολουέζι. Η μητέρα Θεανώ άναβε από το 1989 κάθε βράδυ το καντήλι του τάφου του. Έβρεχε θυμούνται την ημέρα που σκοτώθηκε ο παπα- Κοσμάς στο αυτοκινητιστικό και η βροχή ξέπλενε το αίμα του και πότιζε τη γη. Έβρεχε και την ημέρα που ταξίδεψε στην άλλη όχθη η μητέρα Θεανώ.
Εμείς που μένουμε πίσω και γνωρίζουμε μέρος της ιστορίας των φίλων και αδελφών συνηθίζουμε να δημιουργούμε εικόνες με τη φαντασία μας, όταν αυτοί αναχωρούν. Έτσι φανταζόμαστε παιδιάστικα, ότι τώρα θα τα λένε η Μητέρα Θεανώ και ο παπα-Κοσμάς μεταξύ τους και θα δέχονται κατευχαριστημένοι την θυσία την εσπερινή, το καντήλι και το θυμίαμα που καίγεται δώρο γι΄ αυτούς από τους Ιθαγενείς. Αντίδωρο γιατί χάρισαν τη ζωή τους κι έσυραν με κέφι τα βήματά τους μέχρι τελευταίου στους χωματόδρομους της Αφρικής.


___________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 18.03.2020

Διαβάστε παλιότερο σχετικό άρθρο: