Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020

Η αγία Αικατερίνα και οι «κομψοί των ασεβών»


Αποτέλεσμα εικόνας για Великомученица Екатерина 


Αλέξανδρος Χριστοδούλου, Θεολόγος 

Οι τότε και οι σημερινοί «κομψοί ασεβείς»

Η Αγία μεγαλομάρτυς Αικατερίνη έζησε μέσα σε ένα κόσμο καθολικής παρακμής, ανάλογο με το σημερινό. Γεννήθηκε το 294 μ. Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια ειδωλολατρών και το όνομα της πριν γίνει χριστιανή, όπως αναφέρει ο Λατίνος εκκλησιαστικός συγγραφέας Ρουφίνος, ήταν Δωροθέα. Όταν έγινε Χριστιανή ονομάστηκε Αικατερίνα λόγω της καθαρότητας και αγνότητάς της (Αικατερίνα: αεί+καθαρίνα). Είχε ασύγκριτο κάλλος και ομορφιά, ήταν πολύ πλούσια και σπούδασε στις σχολές της εποχής της φιλοσοφία, ρητορική, ποίηση, μουσική, μαθηματικά, αστρονομία και ιατρική.
Διακρινόταν για την ευφυΐα και τη φιλομάθειά της. Γι’ αυτό και ονομάζεται «Πάνσοφος», αυτή που κατέχει όλη τη σοφία. Η Φιλοσοφική Σχολή των Παρισίων θαυμάζοντας τη σοφία της την ανακήρυξε προστάτιδά της. Γενικά στις Δυτικές χώρες τιμάται ως προστάτιδα της παιδείας και των γραμμάτων. Η Αγία Αικατερίνη περιφρόνησε την κοσμική σοφία και προτίμησε τη σοφία του Θεού. Θέλησε να είναι όχι μόνο πάνσοφος αλλά θεόσοφος.

Στον εκτενή βίο και μαρτύριο της Αγίας Αικατερίνης που έγραψε ο Άγιος Συμεών ο Μεταφραστής ( P.G. 116, 275-302) βλέπομε όλες τις λεπτομέρειες της ομολογίας και της αθλήσεως της Μάρτυρος. Ο Άγιος Συμεών ακολουθεί το συνηθισμένο μοτίβο περιγραφής της αθλήσεως των μαρτύρων.

Α. Πρόσκληση των διωκτών για άρνηση της χριστιανικής πίστεως με την προσφορά θυσίας στα είδωλα.

Β. Εμφάνιση της Μάρτυρος μπροστά στον αυτοκράτορα και έλεγχος της ψεύτικης πίστεως. Η Αγία Αικατερίνη προβάλλει διδασκαλίες σοφών ειδωλολατρών για να δείξει ότι η ειδωλολατρία στηρίζεται στην άγνοια και την πλάνη. Ο μόνος αληθινός Θεός είναι αυτός που έγινε άνθρωπος, υπέστη σταυρικό θάνατο και προσφέρει την αληθινή σωτηρία.

Γ. Η έκπληξη του Μαξιμίνου. Η παράσταση της Αγίας ενώπιον του αυτοκράτορα. Ομολογία της βασιλικής καταγωγής και της πολύπλευρης μορφώσεώς της, την οποία όμως θεωρεί ασήμαντη και μηδαμινή μπροστά στην αγάπη της για τον αθάνατο Νυμφίο της Χριστό.

Δ. Η αδυναμία του αυτοκράτορα να κάνει διάλογο και να απαντήσει στα σοφά λόγια της Αγίας και ο φόβος της ήττας του από τις αποδείξεις και τα επιχειρήματά της, τον οδηγεί να καλέσει τους πιο φημισμένους ειδωλολάτρες ρήτορες, «τους κομψούς των ασεβών» όπως λέει το απολυτίκιο της Αγίας, οι οποίοι και θα ανασκευάσουν όσα υποστήριζε, θα αποδείξουν τη σαθρότητα των απόψεών της και θα την πείσουν να ακολουθήσει τη δική του πίστη.

Ε. Πρόσκληση των επιφανών ρητόρων προς διάλογο. Μετά την πρόσκληση του αυτοκράτορα προσέρχονται πενήντα, -άλλα μαρτυρολόγια γράφουν εκατόν πενήντα-, ρήτορες, η αφρόκρεμα των σοφών της αυτοκρατορίας. Ο αυτοκράτορας σε ιδιαίτερη συνάντηση τους κατατοπίζει για το ποιόν της μορφώσεως της Αγίας και τους καλεί να προετοιμαστούν εντατικά για να την αντιμετωπίσουν. Ο αρχηγός των ρητόρων με φανερή έπαρση δεν δέχεται ότι μια γυναίκα όσο συνετή, ευφυής και οξύνους κι αν είναι, μπορεί να κατέχει τη ρητορική τέχνη.

ΣΤ.  Άγγελος Κυρίου ενισχύει την Αγία προτού φθάσουν στη φυλακή οι απεσταλμένοι του αυτοκράτορα. Της προλέγει ότι στη δική της σοφία θα προστεθεί η σοφία του Θεού, οι ρήτορες θα πεισθούν, θα πιστέψουν στον αληθινό Θεό, θα λάβουν το στεφάνι του μαρτυρίου και στη συνέχεια θα ακολουθήσει και το δικό της μαρτύριο.

Κάνει εντύπωση που μέσα στους χρόνους της ειδωλολατρίας οι ασεβείς αυτοκράτορες, με τη τεράστια δύναμη, που δεν είχαν ιδέα περί δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά ήσαν στυγνοί δικτάτορες και αιμοσταγείς τύραννοι, δέχονται να ακουστεί και η αντίθετη προς τις αντιλήψεις και την πίστη τους άποψη. Μάλιστα από τις διηγήσεις των μαρτυρολογίων πολλοί ειδωλολάτρες που βρίσκονταν στην άγνοια και την πλάνη, ακούοντας για πρώτη φορά μια νέα διδασκαλία και θέτοντας τη λογική σκέψη τους σε ενέργεια να βρίσκουν το σωστό, να ξεχωρίζουν την αλήθεια από το καλυμμένο ψέμα και να προσχωρούν στη παράταξη των χριστιανών.

Ζ. Επιχειρήματα του ρήτορα.

α. Οι Θεοί των ειδωλολατρών είναι μεγάλοι και σπουδαίοι. Αυτό λέει ο Όμηρος στα έπη του και ο Ορφέας στη Θεογονία του.
β. Κανένας παλαιός ποιητής δεν παραδέχεται τον εσταυρωμένο ως σοφό ή ως Θεό.

Η. Απάντηση της Αγίας.

α. Η Αγία Αικατερίνη φανερώνει ένα λάθος του μεγάλου ρήτορα. Χρησιμοποιεί εν γνώσει του ελλειπή στοιχεία με σκοπό τον εντυπωσιασμό των ακροατών. Ο ρήτορας αποκρύπτει την αλήθεια. Χρησιμοποιεί ένα μέρος της, το οποίο παρουσιάζει ότι είναι ολόκληρη η αλήθεια. Η Αγία δέχεται ότι πράγματι οι ποιητές λένε για τους Θεούς όσα είπε ο ρήτορας, αλλά λένε και άλλα. Χρησιμοποιεί δε τους ίδιους ποιητές (Όμηρο και Ορφέα) παρουσιάζοντας όσα λένε αυτοί για τα πολλά ελαττώματα των θεών (ψεύτες, πανούργοι, απατεώνες) και το πόση ανοησία και φαντασιοπληξία έχουν οι ειδωλολάτρες που τους λατρεύουν.

β. Στο δεύτερο επιχείρημα η Αγία Αικατερίνη αναφέρει τη δυσκολία που έχει ο άνθρωπος να κατανοήσει τον αληθινό Θεό και Δημιουργό γιατί είναι ακατάληπτος, ανεξερεύνητος, άρρητος, άπειρος και ανεξιχνίαστος. Παρουσιάζει όμως μαρτυρία της Σίβυλλας που αναφέρεται στην κατά σάρκα Γέννηση του Χριστού και στην άφατη πρός τους ανθρώπους φροντίδα του. Στη συνέχεια ανέφερε ένα απόσπασμα του Απόλλωνα που χωρίς να το θέλει αναφέρθηκε στο Χριστό. Βρίσκει δε την ευκαιρία να εκθέσει συνοπτικά τη χριστιανική πίστη, αρχίζοντας από τη Δημιουργία του κόσμου, την πτώση του ανθρώπου και το σχέδιο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρώπου με τη σάρκωση, διδασκαλία, σταύρωση, ανάσταση, ανάληψη, αποστολή του Αγίου Πνεύματος και την αποστολή των μαθητών σε ολόκληρη την οικουμένη με σκοπό τη σωτηρία των ανθρώπων.

Στό τέλος η Αγία κάλεσε το ρήτορα να πιστέψει στο μόνο αληθινό Θεό όπως και οι ίδιοι οι ποιητές τον ομολόγησαν. «Και οικονόμησε έτσι τα πράγματα ο αληθινός Θεός, δηλαδή αποκάλυψε μέσω των αρχαίων σοφών ένα μέρος από την αλήθεια, ώστε οι ασεβείς να μην έχουν καμιά πρόφαση για το ότι είναι βυθισμένοι στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας».

Ο ρήτορας έμεινε κατάπληκτος και άφωνος από τα λόγια της Αγίας. Ο αυτοκράτορας κάλεσε τους άλλους ρήτορες να την αντικρούσουν. «Ουκ έχομεν αντιθείναι». Δεν μπορούμε να αντικρούσουμε όσα αυτή είπε και μάλιστα βλέποντας τον άριστό μας ρήτορα νικημένο. Η Αγία «εφίμωσε λαμπρώς τους κομψούς των ασεβών» με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Η γλώσσα των κομψών (=σπουδαίων) ασεβών (=ειδωλολατρών) δέθηκε (=εφίμωσε).

Επακολούθησε η καταδικαστική απόφαση του αυτοκράτορα για τους ρήτορες. Στις 17 Νοεμβρίου τους έριξαν στην πυρά. Έλαβαν το βάπτισμα του αίματος με το μαρτύριό τους. Το βράδυ της ίδιας ημέρας οι χριστιανοί μάζεψαν τα άγια λείψανά τους τα οποία βρήκαν εντελώς σώα και άθικτα και τα έθαψαν.

Ακολούθησε το μαρτύριο της Αγίας. Ο αυτοκράτορας προσπάθησε με διάφορες υποσχέσεις και κολακείες να πείσει τη Μάρτυρα να αρνηθεί το Χριστό. Βλέποντας την «πανεύφημον Νύμφην» να επιμένει στη σταθερή πίστη και ομολογία της, την παρέδωσε σε φρικτά βασανιστήρια. Συνεχείς μαστιγώσεις που έκαναν το παρθενικό της σώμα αγνώριστο. Την έκλεισε στη φυλακή για δώδεκα ημέρες. Εκεί την επισκέφθηκε η Αυγούστα Φαυστίνα, μαζί με ένα σπουδαίο στρατηγό, τον Πορφυρίωνα ή Πορφύριο, μαζί με τους διακόσιους στρατιώτες του. Όλοι κατηχήθηκαν και πίστεψαν και μαρτύρησαν κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου της Αγίας.

Για να φοβηθεί η Αγία κατασκευάστηκε ένα ειδικό μηχάνημα από τροχούς, στους οποίους την έδεσαν ώστε μόλις μετακινηθούν απότομα και βίαια να βρει φρικτό θάνατο. Με την επέμβαση θείου αγγέλου η Μεγαλομάρτυς λύθηκε από τα δεσμά και οι τροχοί κύλισαν και σκόρπισαν το θάνατο σε πολλούς απίστους. Μετά αποφασίστηκε ο αποκεφαλισμός της Αγίας. Στο τόπο του μαρτυρίου παρακάλεσε τους στρατιώτες να της δώσουν λίγο χρόνο να προσευχηθεί. Μετά έσκυψε το κεφάλι και είπε στους στρατιώτες να εκτελέσουν τη διαταγή του αυτοκράτορα. Η μεγαλομάρτυς Αικατερίνη αποκεφαλίστηκε περί το 307 μ. Χ.

Από τον αυχένα της έτρεξε γάλα αντί για αίμα. Το τίμιο και πάναγνο σώμα της το σκέπασαν άγγελοι και το μετέφεραν στη κορυφή του υψηλότερου όρους του Σινά. Εκεί παρέμεινε κατά την παράδοση άταφο επί αιώνες. Ανάμεσα στον 8ο με 9ο αιώνα η ύπαρξη του τιμίου λειψάνου αποκαλύφθηκε σε όνειρο μοναχών της μονής, οπότε έγινε η ανακομιδή και η τοποθέτηση του στο Άγιο Βήμα του Καθολικού της Μονής Σινά αφιερωμένο στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Από τότε ο ναός φέρει το όνομα της Αγίας Αικατερίνης. Θεωρείται δε «πολιούχος Σινά», προστάτιδα δηλ. της Μονής.

Η Αγία Αικατερίνη πέτυχε τρία ωραία πράγματα.
    «Αικατερίνα, και σοφή και παρθένος· Εκ ξίφους, και Μάρτυς. Ω καλά τρία!».
Η Αικατερίνα ήταν σοφή και παρθένος· από το ξίφος δε, έγινε και Μάρτυς. Ω, πόσον ωραία είναι και τα τρία αυτά!
Ταις Αυτής αγίαις πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.

Πηγή

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2020

Γυναίκα πιστή αλλοίωσε τον άνδρα της – Η δύναμη του Σταυρού



Γυ­ναῖ­κα πι­στή ἀλ­λοί­ω­σε τόν ἄν­δρα της 

Μί­α εὐ­λα­βέ­στα­τη γυ­ναῖ­κα εἶ­χε ἄν­δρα ἄ­σω­το, βλά­σφη­μο καί αὐ­ταρ­χι­κό. Ἡ ἴ­δια δυ­σκο­λευ­ό­ταν ὡς σύ­ζυ­γος ἀλ­λά ἔ­κα­νε πολ­λή ὑ­πο­μο­νή. Δέν ζή­τη­σε σάν δι­έ­ξο­δο τόν χω­ρι­σμό οὔ­τε ἀντα­πέ­δι­δε ὅ­σα τῆς ἔ­κα­νε ὁ δύ­στρο­πος σύ­ζυ­γός της. Ἔ­κα­νε τά­μα στήν Πα­να­γί­α νά φο­ρέ­ση σ᾿ ὅ­λη της τήν ζω­ή μαῦ­ρα, ἀρ­κεῖ νά φω­τί­ση τόν ἄν­δρα της νά ἔρ­θη στόν δρό­μο τοῦ Θε­οῦ. Προ­σευ­χό­ταν συ­νε­χῶς καί νή­στευ­ε γι­ά τήν με­τά­νοι­α τοῦ συ­ζύ­γου της. Καί ὁ φι­λάν­θρω­πος Κύ­ριος, «ὁ ποι­ῶν τό θέ­λη­μα τῶν φο­βου­μένων Αὐ­τόν καί τῆς δε­ή­σε­ως αὐ­τῶν ἐ­πα­κού­ων», φώ­τι­σε τόν ἄ­σω­το καί ἔ­γι­νε ὑ­πό­δειγ­μα κα­λοῦ χρι­στια­νοῦ. Με­τε­νό­η­σε, ἐ­ξω­μο­λο­γή­θη­κε, ἔ­κο­ψε τά πά­θη του καί τώ­ρα δέν λεί­πει ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α. Κά­θε χρό­νο πη­γαί­νει γι­ά σα­ράντα ἡ­μέ­ρες καί ἐρ­γά­ζε­ται χω­ρίς ἀ­μοι­βή σέ μο­να­στή­ρια. Εἶ­ναι γε­μᾶ­τος φλό­γα καί ζῆ­λο γι­ά τόν Χρι­στό. Λέ­ει συ­χνά: «Τώ­ρα πού γνώ­ρι­σα τόν Χρι­στό, νά μοῦ ποῦν νά βά­λω τό κε­φά­λι μου νά μοῦ τό κό­ψουν γι­ά τήν ἀ­γά­πη τοῦ Χρι­στοῦ, τό κά­νω μέ ὅ­λη μου τήν καρ­διά». 

 

Ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ 

Τό ἔ­τος 1994 κά­ποι­ος Ἁ­γι­ο­ρεί­της ἐ­πι­σκέ­φθη­κε τό πα­λαι­ό Μο­να­στή­ρι τοῦ ἁ­γί­ου Δι­ο­νυ­σί­ου στόν Ὄ­λυμ­πο. Ἐ­κεῖ συ­νάντη­σε μί­α για­γιά εὐ­λα­βέ­στα­τη πού βο­η­θοῦ­σε τούς προ­σκυ­νη­τές. Ἡ για­γιά ἀνέ­φε­ρε στόν μο­να­χό τό ἑ­ξῆς, καί ἤ­θε­λε νά μά­θη τήν γνώ­μη του, ἂν κά­νη κα­λά: 

«Ὅ­ταν βλέ­πω κα­νέ­να φί­δι στήν αὐ­λή τοῦ Μο­να­στη­ριοῦ, ἐ­δῶ ἔ­χει πολ­λά φί­δια, τό σταυ­ρώ­νω καί τό φί­δι κοκ­κα­λώ­νει. Γί­νε­ται σάν βέρ­γα. Με­τά τό πιά­νω καί τό πε­τά­ω ἔ­ξω. Μοῦ λέ­νε με­ρι­κοί: “Χα­ζή εἶ­σαι πού πιά­νεις τά φί­δια”, καί ἐ­γώ τούς λέ­ω: “Για­τί εἶ­μαι χα­ζή; Ποι­ό εἶ­ναι πι­ό δυ­να­τό, τό φί­δι ἢ ὁ Σταυ­ρός τοῦ Χρι­στοῦ, πά­νω στόν ὁ­ποῖ­ον σταυ­ρώ­θη­κε ὁ Χρι­στός καί ἔ­σω­σε τόν κό­σμο;”. Μέ τήν δύ­να­μη τοῦ Σταυ­ροῦ, ὅ­ταν θέ­λω νά ζυ­μώ­σω, βά­ζω ἀ­λεύ­ρι καί νε­ρό, τά ἀ­να­κα­τεύ­ω, τά σταυ­ρώ­νω, με­τά ση­κώ­νε­ται τό προ­ζύ­μι καί κά­νω ψω­μί». 

Κάποιος μπουλ­ντο­ζιέ­ρης κα­τά­κο­πος ἀ­πό τήν ἐρ­γα­σί­α του ξά­πλω­σε μί­α κα­λο­και­ρι­νή νύ­χτα νά ξε­κου­ρα­στῆ. Αἰ­σθάν­θη­κε στόν ὕ­πνο του ἕ­να βά­ρος νά τόν πι­έ­ζη καί ξύ­πνη­σε ἀλ­λά δέν μπο­ροῦ­σε νά ἀντι­δρά­ση. Ἔ­βλε­πε ἕ­να μαῦ­ρο, κά­τι σάν σκυ­λί πού προ­χω­ροῦ­σε σι­γά–σι­γά πρός τό κε­φά­λι του καί τόν πλά­κω­σε. Πή­γαι­νε νά τοῦ βγῆ ἡ ψυ­χή. Ὅ­ταν ὅ­μως ἔ­φθα­σε μέ­χρι τό στῆ­θος, ἄ­κου­σε μί­α φω­νή: «Ἂν δέν εἶ­χες αὐ­τό (τόν Σταυ­ρό) στό στῆ­θος σου, θά ἔβλεπες τί θά πά­θαι­νες», καί ἀ­μέ­σως ἐ­ξα­φα­νί­στη­κε. Εὐ­χα­ρί­στη­σε τόν Θε­ό, ἔ­κα­νε τόν σταυ­ρό του καί κα­τά­λα­βε πόσο μεγάλη εἶναι ἡ δύ­να­μη τοῦ Σταυ­ροῦ πού τυ­πι­κά φο­ροῦ­σε μέ­χρι τό­τε. 

 

 

(Από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο», Κεντρική διάθεση βιβλίου: Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής)

 

(Πηγή ηλ. κειμένου: enromiosini.gr)

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020

Μαντὼ Μαυρογένους: Πρότυπο αὐταπάρνησης καὶ θυσίας

Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
 . Ἡ Μαντὼ Μαυρογένους ἦταν μία ξεχωριστὴ προσωπικότητα τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821. Γόνος τῆς πλούσιας οἰκογένειας τοῦ Νικολάου Μαυρογένη καὶ τῆς Ζαχαράτης Μπατὴ γεννήθηκε στὴν Τεργέστη τὸ 1796 ἢ τὸ 1797. Τὸ βαφτιστικό της ὄνομα ἦταν Μαγδαληνὴ (Σημ. Μανταλένα στὰ ἰταλικά, ποὺ ἔγινε Μαντώ). Ὡς κοπέλα συνδύαζε τὴ φυσικὴ ὀμορφιά, μὲ τὴν σεμνότητα, τὴν εὐσέβεια, τὴν μόρφωση καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν Ἑλλάδα. Χειριζόταν ἄριστα τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ μιλοῦσε ἄπταιστα τὰ γαλλικά, τὰ ἰταλικὰ καὶ τὰ τουρκικά.
.. – . – .Ἔζησε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ θείου της Στεφάνου Μαυρογένη, Μεγάλου Λογοθέτη τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὶς 13 Ἀπριλίου 1821, τὴν ἴδια ἡμέρα μὲ τὸν ἀπαγχονισμὸ τοῦ Πατριάρχη Ἁγίου Γρηγορίου Ε΄. Ἔμαθε τὴν ἱστορία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ ζήλωσε τὴ δόξα τους. Βίωσε τὰ βάσανα, ποὺ τράβηξαν οἱ ὁμοεθνεῖς της κατὰ τὴν τουρκοκρατία καὶ ἡ ψυχή της γέμισε ὀργὴ κατὰ τῶν Τούρκων καὶ θέληση ἡ Πατρίδα της νὰ ἀπελευθερωθεῖ. Ἀπὸ τότε ὑποσχέθηκε στὸν ἑαυτό της νὰ ἀφιερώσει στὸν Ἀγώνα ὅλη της τὴν περιουσία καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό της.
. – . – .Στὴν Μύκονο, ὅπου ζοῦσε, μὲ δαπάνες της συγκρότησε σῶμα στρατιωτῶν, ποὺ πολέμησαν στὴν Πελοπόννησο καὶ ἐξόπλισε δύο πολεμικὰ σκάφη, γιὰ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν ἑλληνικὸ στόλο. Ἐπικεφαλῆς τῶν Μυκονιατῶν πολέμησε γιὰ πρώτη φορὰ τοὺς ἀγαρηνοὺς στὶς 22 Ὀκτωβρίου 1822. Στὴ μάχη ἡ κομψὴ κοσμοπολίτισσα, μὲ τὰ δυτικὰ ὄμορφα φορέματα, μεταμορφώθηκε σὲ πολέμαρχο. Φορώντας ἁπλὸ ρουχισμὸ ἁρματώθηκε μὲ τουφέκι καὶ σπαθὶ καὶ τοὺς ἀντιμετώπισε μὲ ἐπιτυχία, ὅταν ἐπιχείρησαν νὰ κάνουν ἀπόβαση στὸ νησί. Ἔντρομοι οἱ ἀγαρηνοὶ ἀπὸ τὴν ὁρμητικότητα τῶν Μυκονιατῶν ὀπισθοχώρησαν στὰ σκάφη τους, ἀφήνοντας στὶς ἀκτὲς τοῦ νησιοῦ 17 νεκροὺς καὶ 60 τραυματίες.
. – . – .Ὁ Ἀγώνας εἶχε γιὰ καλὰ ἀνάψει στὴν Πελοπόννησο καὶ στὴν Ρούμελη καὶ ἡ Μαντὼ ἔχοντας ἐξασφαλίσει τὴν ἄμυνα τῆς Μυκόνου πῆγε στὴν Πελοπόννησο, ὅπου συνέχισε τὴν προσφορά της στὴν Ἐπανάσταση. Τὸ 1824 ὁ Παπαφλέσσας, ὡς Ὑπουργὸς τῶν Ἐσωτερικῶν ἔγραψε γιὰ τοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς θυσίες τῆς Μαντῶς:
. – . – .«Τὸ ὑπουργεῖον ἔχει πληροφορίας, ἡ Κόρη αὕτη ἀπ’ ἀρχῆς τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος ἔδειξε πάντοτε μέγαν ζῆλον καὶ προθυμίαν ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας τῆς Πατρίδος καὶ ἐν ᾧ μάλιστα οἱ συγγενεῖς αὐτῆς ἐπάσχιζον νὰ τὴν ἐμποδίσουν ἀπὸ τὸ Θεῖον καὶ Ἱερὸν τοῦτο ἔργον της, αὕτη μᾶλλον ἐνοπλίζετο τὸν πατριωτικὸν ζῆλον καὶ τὴν πρὸς τὴν Πατρίδα ἀγάπην, προτιμοῦσα νὰ μισῆται καὶ νὰ ἀποδιώκεται ἀπὸ τοὺς οἰκείους συγγενεῖς της παρὰ νὰ φανῆ ἀμέτοχος τοῦ θείου καὶ ἱεροῦ Ἀγῶνος μας. Εἰς τοσοῦτον δὲ καὶ τοιοῦτον βαθμὸν ἔφθασεν ὁ ὑπὲρ Πατρίδος ἐνθουσιασμός της, ὥστε κατεδαπάνησεν ὅλην της τὴν περιουσίαν πρὸς ὄφελος τῆς Πατρίδος (ἔργον τῷ ὄντι σπανιώτατον καὶ μάλιστα διὰ Κόρην). Μάρτυρες δὲ τούτου εἶναι τὰ ἀνὰ χείρας της ἐνδεικτικὰ” (ΓΑΚ ὐπ. Ἐσωτερ. φ. 42 καὶ Μανουὴλ Τασούλα «Μαντῶ Μαυρογένη», Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο, Ἔκδ. Δήμου Μυκονίων, Β΄ Ἔκδ. 1997, σελ. 120-121).
. – . – .Ὁ ἐνθουσιασμός, ἡ αὐτοθυσία, ἡ προσφορά, δὲν βρῆκαν ἀνταπόκριση ἀπὸ πολλοὺς Ἕλληνες. Ἡ μεγάλη ἀπογοήτευση ἦταν ἡ ἐκ μέρους τοῦ Δημητρίου Ὑψηλάντη ἀθέτηση τοῦ ἐπισήμου ἀρραβώνα τους. Πληγωμένη, ποὺ ἔβλεπε ὅτι ὁ Ὑψηλάντης ἤθελε νὰ τὴν ἐγκαταλείψει «χωρὶς λόγον, μὲ τὴν πλέον σκληρὰν περιφρόνησιν» ἡ συναισθηματικὴ καὶ ἔντιμη Μαντὼ κατέφυγε στὸ Ὑπουργεῖο τῆς Θρησκείας ζητώντας δικαίωση. Δὲν βρῆκε τὸ δίκιο της (Αὐτ. σελ. 174). Ἦταν γυναίκα καὶ ποιὸς νὰ τὰ ἔβαζε μὲ τὸν Ὑψηλάντη… Ὑπάρχει καὶ ἡ ἄποψη ὅτι γιὰ νὰ μὴν ὑλοποιηθεῖ ὁ ἀρραβώνας, φίλοι του εἰσέβαλαν στὸ σπίτι της στὸ Ναύπλιο καὶ τὴν ἀπήγαγαν, στέλνοντάς την μὲ ναυλωμένο πλοῖο στὴ Μύκονο… Ἡ πικρία της κράτησε ἕως τὸν θάνατο τοῦ Ὑψηλάντη, τὸ 1832, σὲ ἡλικία 39 ἐτῶν.
. – . – . Ἀπὸ τὴν αὐτοθυσία καὶ τὸ δόσιμο τοῦ ἑαυτοῦ της καὶ ὅλης τῆς μεγάλης περιουσίας της στὸν Ἀγώνα μερικοὶ συγκινήθηκαν, πολλοὶ ἔμειναν ἀδιάφοροι καὶ ἀρκετοὶ ἐκμεταλλεύθηκαν τὴν κατάστασή της καὶ τῆς ἔκλεψαν ὅ, τι τῆς εἶχε ἀπομείνει. Τὰ χρόνια στὸ Ναύπλιο ἦταν βασανιστικὰ γιὰ τὴν Μαντώ. Στὶς 11 Μαΐου 1823 μὲ πρόφαση ὅτι ξέσπασε πυρκαγιὰ στὸ σπίτι της ἄνθρωποι τοῦ Μανώλη Τομπάζη ἔκλεψαν καὶ ἀφάνισαν ὅλη της τὴν προίκα ἀπὸ ροῦχα καὶ διαμαντικά, μέχρι τὸ σπαθὶ τοῦ πατέρα της (Αὐτ. σελ. 79). Ἀφοῦ ξόδεψε 25.000 γρόσια στὸν Ἀγώνα, ἔμεινε χωρὶς χρήματα, δὲν μποροῦσε νὰ πληρώσει τὸ ἐνοίκιο τοῦ σπιτιοῦ καὶ κάποιος Κάββας, ἄλλοτε μόνος καὶ ἄλλοτε συνοδείᾳ ἐνόπλων στρατιωτῶν πήγαινε καὶ τὴν ἐνοχλοῦσε νὰ τὸ ἐγκαταλείψει (Αὐτ. σελ. 107). Μέχρι καὶ τὸ λαχουρένιο σάλι τῆς ἔκλεψαν. Τὸ κατάλαβε, ὅταν θέλησε νὰ τὸ φορέσει, γιὰ νὰ πάει στὴν ἐκκλησία… Ὁ καμαριέρης τοῦ Ὑψηλάντη τῆς ἔκλεψε δύο ὁμολογίες, τὸ 1824.
. – . – .Ἡ ἡρωίδα ἔχοντας μόνο τριάντα γρόσια, μετὰ τὰ ὅσα προσέφερε στὸν Ἀγώνα, ἔφυγε ἀπογοητευμένη ἀπὸ τὸ Ναύπλιο καὶ τὸ 1827 μετέβη νὰ διαμείνει στὴν Αἴγινα. Ἐκεῖ ὑπέβαλε ἀναφορὰ στὴν Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπή, στὴν ὁποία, μεταξὺ ἄλλων, ἀναφέρει: «Εἶμαι βεβαία ὅτι ἡ Σεβ. αὕτη ἐπιτροπή, γνωρίζει τὴν κατάστασίν μου καὶ δὲν θέλει τὴν ἐξοικονόμησιν, ὅτι διὰ τὴν ἀγάπην τῆς πατρίδος ὑστεροῦμαι τὸν ἐπιούσιον ἄρτον» (Αὐτ. σελ. 209).
. – . – .Τὰ χρόνια περνοῦν. Ἕνα μικρὸ μέρος τῆς Ἑλλάδας ἔχει ἐλευθερωθεῖ. Μετὰ τὴ δολοφονία τοῦ Καποδίστρια ἔρχεται ὁ Ὄθωνας καὶ ἡ ἐποχή του… Ἡ Μαντὼ αὐτὰ τὰ χρόνια ἀρχίζει ἕναν ἄπελπι ἀγώνα νὰ ἀποκτήσει ἀπὸ τὴν οἰκογενειακὴ περιουσία αὐτὰ ποὺ εἶχαν ἀπομείνει, τῆς ἀνῆκαν καὶ ἄλλοι νοσφίζονταν. Μετὰ τὰ τόσα βάσανα, ποὺ πέρασε, ἀποσύρθηκε στὴν Πάρο, ὅπου βρῆκε τὸ κουράγιο νὰ προσφέρει τὴ βοήθειά της σὲ ἄπορα καὶ σὲ δυστυχισμένα κορίτσια. Πέθανε στὴν Πάρο, τὸν Ἰούλιο τοῦ 1840, σὲ ἡλικία 43 ἢ 44 ἐτῶν, ἀπὸ τυφοειδῆ πυρετό. Ἡ ἔνδοξη «πατριῶτις», ὅπως ὑπέγραφε, φοροῦσε στὸ φέρετρο στολὴ ἀντιστρατήγου. Ἡ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ ἦταν πάνδημη. Ἐτάφη στὸ νεκροταφεῖο τῆς Παροικιᾶς. Μὲ τὰ χρόνια ὁ τάφος της ξεχάστηκε, οὔτε ἕνας σταυρὸς μὲ τὸ ὄνομά της δὲν βρέθηκε. Σώθηκε ὁ πολύτιμος Σταυρὸς ποὺ φοροῦσε. Ἀλλὰ αὐτὰ ὅλα εἶναι τὰ ὑλικὰ καὶ χρεώνονται στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ Μαντὼ μένει ἀθάνατη, γιὰ τὴν ἀνιδιοτέλειά της καὶ τὴν προσφορά της στὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ἔστω καὶ ἂν λίγοι τὴν μνημονεύουν.
. – . – .Τὸ σπουδαιότερο γι’ αὐτὴν εἶναι πώς, ὅπως ἔγραψε ὁ Ἰταλὸς φιλέλληνας ἰατρὸς Pierviviano Zecchini στὸ βιβλίο – ἡμερολόγιό του «Quadri della Grecia Moderna (Tipografia di Gio. Cecchini, 1864), «ἡ Μαντὼ δίδαξε ὅτι χωρὶς τὴν ἀγάπη στὴν Πατρίδα καὶ ἑπομένως χωρὶς ἐλευθερία καὶ ἀνεξαρτησία δὲν ὑπάρχει οὔτε ἀξιοπρέπεια, οὔτε ἀρετή, οὔτε εὐτυχία ἐπὶ τῆς γῆς».-