Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΑΛΛΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΑΛΛΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 22 Μαΐου 2018

Αγία Μαρία Σκομπτσόβα



site analysis




Η Αγία Μαρία γεννήθηκε το 1891 μ.Χ. στην Ρίγα της Λετονίας και το όνομα της, πριν παντρευτεί, ήταν Ελισαβέτα Πιλένκο.

Οι γονείς της ήσαν πιστοί και ευσεβείς άνθρωποι που της μετέδωσαν από μικρή τα ουσιώδη της πίστης. Στα 14 της χρόνια θα πεθάνει ο πατέρας της, και η μικρή Ελισαβέτα θα νιώσει την αδικία του θανάτου, άρα και την απουσία του Θεού τον οποίο θεωρούσε πια ως ανύπαρκτο.

Το 1906 μ.Χ. μαζί με την χήρα μητέρα της θα μετακομίσουν στην Αγία Πετρούπολη, όπου θα αναμειχθεί με τους κύκλους των διανοουμένων ιδιαίτερα με τον ποιητή Αλεξάντερ Μπλοκ. Επίσης, όπως τόσοι άλλοι σύγχρονοι της, θα γίνει μέλος αριστερών πολιτικών οργανώσεων, «για να πολεμήσω την αδικία μέσα στον κόσμο» όπως έλεγε αργότερα.

Το 1910 μ.Χ. η Λίζα θα παντρευτεί τον Ντμίτρι Κούζμιν-Καράβιεφ, ο οποίος ήταν μέλος των «Μπολσεβίκων». Ένας γάμος που έγινε όχι από αγάπη, αλλά από συμπάθεια περισσότερο. Συνέχιζε τις επαφές της με πολιτικούς και πνευματικούς κύκλους, ενώ αν και θεωρούσε τον εαυτό της άθεο, αναζωπυρωνόταν το παλιό της ενδιαφέρον για τον Χριστό, περισσότερο όμως ως ηρωική μορφή.

Έτσι, παράλληλα με την συγγραφή ποιημάτων (είχε ήδη εκδώσει 2 ποιητικές συλλογές) αποφάσισε ν’ ασχοληθεί με τις θεολογικές σπουδές.

Γράφτηκε λοιπόν στην Θεολογική Ακαδημία της Μονής του Αλεξάνδρου Νιέβσκυ στην Αγία Πετρούπολη, αλλά σημαντικά γεγονότα έμελλαν να συμβούν σε λίγο: ο γάμος της θα διαλυθεί το 1913 μ.Χ., αλλά τον Οκτώβρη του ίδιου έτους θα γεννηθεί το πρώτο της παιδί. Εμβαθύνοντας στις σπουδές της, παράλληλα όμως με την δική της προσωπική αναζήτηση της πίστης, θα συμπεράνει πως ο χριστιανικός ασκητισμός δεν συνίσταται στον βασανισμό του σώματος, αλλά το ενδιαφέρον για τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων, μαζί με το ενδιαφέρον για καλυτέρευση των κοινωνικών συνθηκών. Έτσι στράφηκε προς το μικρό Σοσιαλεπαναστατικό Κόμμα τον οποίο ήταν μακρόθεν των ιδεών του Λένιν.


Τα γεγονότα τρέχουν. Καταδιώκεται από την μπολσεβίκικη εξουσία που προσπαθεί να στεριωθεί στην Ρωσία. Λόγω φιλίας της με την γυναίκα του Λένιν διασώζεται από εκτέλεση. Ωστόσο η καταδίωξη της είναι ανηλεής: αν και εκλέχθηκε δήμαρχος της μικρής πόλης Άναπα, στην Μαύρη Θάλασσα, είναι τα χρόνια του εμφύλιου πολέμου και αυτή τη φορά θα την συλλάβουν οι Λευκοί, οι αντίπαλοι των Μπολσεβίκων. Θα γλυτώσει και πάλι την εκτέλεση, την φορά αυτή χάρη στον Δανιήλ Σκόμπτσοβ ο οποίος ήταν ο δικαστής της. Αργότερα θα τον ερωτευτεί, και το ειδύλλιο θα καταλήξει σε γάμο. Για την Λίζα πλέον η ζωή στη Ρωσία ήταν επικίνδυνη, ο εμφύλιος αιματοκυλούσε όλη την χώρα και οι Μπολσεβίκοι φαινόταν πως είχαν κερδίσει σημαντικά ερείσματα.

Μαζί με την οικογένεια της παίρνουν την πρωτοβουλία να μεταναστεύσουν, για να φτάσουν τελικά μετά από περιπέτειες στο Παρίσι το 1923 μ.Χ. Το 1926 μ.Χ. είναι χρονιά μεγάλης δοκιμασίας και θλίψης καθώς χάνει την κόρη της από μηνιγγίτιδα. «Ο θάνατος κάποιου αγαπημένου σου προσώπου ανοίγει διάπλατα τις πύλες της αιωνιότητας, ενώ ολόκληρη η φυσική ύπαρξη χάνει την σταθερότητα και την συνοχή της. Οι νόμοι του χθες έχουν καταργηθεί, οι επιθυμίες έχουν σβήσει, η απουσία νοήματος αντικατέστησε το νόημα…..πριν τον μαύρο λάκκο του τάφου, τα πάντα πρέπει να επανεξεταστούν, να συγκριθούν με το ψεύδος και την διαφθορά».

Η Λίζα όλο και πιο πολύ πια θα αφιερωθεί στην μελέτη και την κοινωνική εργασία στο Παρίσι. Έγινε μέλος της Ρωσικής Φοιτητικής Χριστιανικής Κίνησης, έργο που την έφερε σε επαφή με πάμφτωχους ρώσους μετανάστες στις πόλεις και τα χωριά σε όλη την Γαλλία.

Αναρωτιόταν διαρκώς για την αληθινή της κλίση στη ζωή. Της άρεσε να βοηθά τους αναξιοπαθούντες βλέποντας σ’ αυτούς το αληθινό πρόσωπο του Χριστού, διότι για την Λίζα ο ανθρωπισμός και η φιλευσπλαχνία θεμελιώνονταν όχι σε κάποια κοσμική ηθική αλλά στα ίδια τα λόγια του Χριστού, γι’ αυτό έμεινε στην διακονία αυτή στερεωμένη ως το τέλος. Από την άλλη αναρωτιόταν για το είδος της εργασίας της εντός του εκκλησιαστικού χώρου. Οραματιζόταν ένα διαφορετικό είδος κοινότητας, μοναστικής και αδελφικής συνάμα.

Ο Μητροπολίτης Ευλόγιος γνωρίζοντας τον κοινωνικό ακτιβισμό της Λίζας ανάμεσα στους πρόσφυγες, της πρότεινε να γίνει μοναχή. Η Λίζα συμφώνησε, υπήρχε όμως το πρόβλημα του υφιστάμενου γάμου της. Αν και διαφωνούσε στην αρχή, ο σύζυγος της θα συναινέσει στο εκκλησιαστικό διαζύγιο το 1932 μ.Χ. Λίγες εβδομάδες αργότερα στο παρεκκλήσι του Θεολογικού Ινστιτούτου του Παρισιού, στον Αγιο Σέργιο, θα γίνει η κουρά της, και το νέο της όνομα θα είναι Μαρία.

«Μοναχισμός μέσα στον κόσμο», όπως έλεγε η ίδια, θα είναι πια η αποστολή της, κάτι ολότελα διαφορετικό από την μέχρι σήμερα εμπειρία της Εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα ενταγμένο στην πρακτική της «οικονομίας» την οποία επέβαλαν οι καιροί.

Από δω και στο εξής η Μαρία αναλαμβάνει σημαντική δράση. Φτιάχνει ένα μικρό σπίτι που θα γίνει καταφύγιο όλων των κατατρεγμένων του Παρισιού, αλλά ταυτόχρονα και εστία συνάντησης σπουδαίων προσωπικοτήτων. Το 1937 μ.Χ. θα φτάσουν να σερβίρονται μέχρι και 120 γεύματα σε απόρους. Παρακαλούσε για το φαγητό των απόρων η ίδια, όλο το Παρίσι άρχισε να γνωρίζει την καλόγρια -ζητιάνα που κάπνιζε. Κατάφερνε όμως να συγκεντρώνει μεγάλες ποσότητες τροφής για όσους είχαν ανάγκη. Ο κάθε άνθρωπος εικονίζει τον Θεό, αυτό ήταν το μόνο της πιστεύω.

Ένας άλλος σημαντικός σταθμός υπήρξε η ίδρυση το 1935 μ.Χ. της «Ορθόδοξης Δράσης», ενός οργανισμού στον οποίο συμμετείχε η αφρόκρεμα της ρωσικής διανόησης. Χάρη στις δωρεές που ελάμβανε από υποστηρικτές της όχι μόνο στην Γαλλία, αλλά και από χώρες του εξωτερικού, κατόρθωσαν να υλοποιήσουν ένα μεγάλο εύρος σχεδίων όπως την δημιουργία ξενώνων, καταφυγίων, σχολείων, την παροχή βοήθειας στους ανέργους και στους ηλικιωμένους, την έκδοση βιβλίων κλπ.

Ο μοναχισμός όπως τον αντιλαμβανόταν η Μαρία βρισκόταν σε συμφωνία πνεύματος με όλη την υπερχιλιετή παράδοση και εμπειρία των ασκητών πατέρων και μητέρων, διέφερε μόνο στους τύπους, στην μορφή δράσης. Η Μαρία δεν απομακρύνθηκε από τον κόσμο σωματικά, γιατί ο κόσμος την χρειαζόταν. Είχε όμως απομακρυνθεί από το πνεύμα του κόσμου. Ήταν παρούσα ανάμεσα στους αδελφούς του Χριστού γιατί τούτη ήταν η κλίση της- όμως ο κόσμος δεν την έκανε ποτέ δική του. Παρέπεμπε στα λόγια του Ιωάννη Χρυσοστόμου για την θεία λειτουργία που τελείται μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας επί της Αγίας Τραπέζης. Η Τράπεζα τη φορά αυτή ήταν το σώμα και η καρδιά των ανθρώπων.

Το Παρίσι στις 14 Ιουνίου 1940 μ.Χ. θα πέσει στα χέρια των ναζί. Ήταν η σειρά των Εβραίων να δεχτούν την αγάπη της. Για να γλυτώσει πολλούς που κινδυνεύαν με σίγουρο αφανισμό, τους προμήθευε πλαστές βεβαιώσεις ότι είχαν βαπτιστεί χριστιανοί. Ήταν βέβαιη πως σε μια παρόμοια κατάσταση και ο ίδιος ο Χριστός θα έπραττε έτσι.

Τελικά, και αφού κατάφερε να περιθάλψει δεκάδες Εβραίους στο σπίτι της και να προσφέρει βοήθεια σε πολλά παιδιά τον καιρό της κατοχής, οι ναζί θα την συλλάβουν για να την στείλουν στο στρατόπεδο του Ravensbruck στην Γερμανία όπου έζησε 2 χρόνια κι αυτό χάρη στην ασκητική της ζωή. Ο θάνατος θα βρει την Μαρία τον Μάρτιο του 1945 μ.Χ., την Μεγάλη Παρασκευή. Οι λόγοι του θανάτου της διίστανται. Υπάρχουν κάποιοι που την αποδίδουν στις κακουχίες του στρατοπέδου συγκέντρωσης, άλλοι ότι ήταν σ’ αυτούς που επιλέχθηκαν να εκτελεστούν, ενώ υπάρχουν και μαρτυρίες ότι πήρε την θέση ενός άλλου Εβραίου φυλακισμένου για εκτέλεση.

Ο θάνατος της όμως δεν ήταν δυνατό να σβήσει την μνήμη της από την Εκκλησία. Οι διασωθέντες του πολέμου που την γνώρισαν θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον γύρω από τις ιδέες της και την ανθρωπιστική της συνεισφορά. Λίγο μετά την λήξη του πολέμου δοκίμια και βιβλία θ’ αρχίσουν να γράφονται γι’ αυτή, στα Γαλλικά και τα Ρωσικά. Βιογραφίες δημοσιεύτηκαν, και ρωσικό φιλμ γυρίστηκε το 1982 μ.Χ.

Το 2013 μ.Χ., το δημοτικό συμβούλιο του τομέα 15 του Παρισιού της 4ης Νοεμβρίου και το Συμβούλιο της πόλης των Παρισίων της 12ης Νοεμβρίου ψηφισαν ομόφωνα την ονοματοδοσία ενός δρόμου με το όνομα της Αγίας Μαρίας Σκόμπτσοβα,δρόμος που βρίσκεται μεταξύ των αριθμών 84-88 στο Λουρμέλ. Η πρωτοβουλία ανήκει στον αντιδήμαρχο Ghislène Fonlladosa,υπεύθυνο πολιτιστικής κληρονομιάς και νέων τεχνολογιών του Παρισιού.








Tην τελευταία μέρα του Mαρτίου του 1944, μια μικρή στήλη καπνού από την κατάμαυρη καμινάδα του στρατοπέδου του Pάβεσμπουργκ, ανεβαίνει ελεύθερη στον ουρανό μαζί με άλλες πολλές, εκείνη η πρώτη, η σταθερά γοργή, ήταν της Mητέρας Mαρίας Σκομπτσόβα. «Θυμίαμα εύοσμο», περνάει στη δοξασμένη αιωνιότητα.
Πριν την αγιοποίησή της είχε γίνει πόλος έλξης των πάσης ανάγκης και φροντίδας Pώσων εμιγκρέδων, και όχι μόνο, στο προπολεμικό Παρίσι. H Rue de la Lurmel, στο κέντρο του Παρισιού, γίνεται ο δρόμος της αγάπης για τον άνθρωπο, το καταφύγιο των πεινασμένων, των αστέγων, για πολλά χρόνια, μέχρι τα μέσα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Mένει ανεξίτηλη η προσωπικότητά της Aγίας σε όσους μελετούν το συναξάρι της και γίνεται παράδειγμα προς μίμηση στους δικούς μας καιρούς, από τους οποίους απουσιάζει παγερά η αγάπη, το τεράστιο έργο που έκανε με λίγα ψίχουλα, αλλά λαχτάρα και πόθο για τον 
συνάνθρωπο πάσης ηλικίας, φύλου και θρησκεύματος. 
Σήμερα, το σκηνικό μεταφέρεται στη πόλη Bικτώρια του Kαναδά. Σε ένα πάρκο μεγάλο, στην πλευρά που βλέπει στον κεντρικό δρόμο, βλέπουμε φουριόζο τον διάκονο Kέιβιν να αρπάζει μια μεγάλη σακκούλα γεμάτη σάντουιτς από το αυτοκίνητο και να τα φέρνει κοντά στα άλλα αντικείμενα, στα ριζά ενός μεγάλου δέντρου. Kάποιοι άλλοι κουβαλούν το μεγάλο τραπέζι και άλλοι δύο τοποθετούν όλες τις προμήθειες με γρήγορες κινήσεις επάνω. Φρέσκα φρούτα κομμένα και ολόκληρα κομμάτια σοκολάτας, χυμοί φρούτων διάφοροι.
«Δεν προλαβαίνουμε να τα τοποθετήσουμε όλα, γιατί άνθρωποι μαζεύονται, τρέχοντας από όλα τα σημεία του πάρκου», λέει ο διάκος.
«Bλέπω τον Άντονι, που με χαιρετάει από την απέναντι πλευρά του πάρκου. Mόλις έχει βγει από το σταθμό του τρένου, έρχεται κατ’ ευθείαν στο τραπέζι. Πιο πέρα λίγο, ο Nτόναλντ, αδύνατος, καθαρός, πάντα ευγενικός, όποτε μας συναντά, θέλει να μας χαιρετά διά χειραψίας, θα έρθουν και άλλοι πολλοί ακόμα», μας λέει με χαρά ο Kέιβιν.
Δυο-τρεις άλλοι, κοντά στο φορτηγάκι του εφοδιασμού, ετοιμάζουν επιπλέον σάντουιτς με φυστικοβούτυρο, άλλοι δύο τα βάζουν σε τσάντες. Ήδη οι πρώτες δέκα τσάντες εξαφανίστηκαν.
«Mόλις πάρουν και την καθιερωμένη σούπα θα σκορπίσουν μέσα και έξω από το πάρκο», λέει η Aνίτα, εθελόντρια, πρώην άστεγη.

«Πάντα ζητούν μια επιπλέον τσάντα για κάποιον φίλο» λέει ο Θωμάς, ο οδηγός του μικρού φορτηγού.
H μαμά Nτι δεν έχει έρθει ακόμα. Δεν έρχεται κάθε Σάββατο. Δεν ξέρω τίποτα γι’ αυτήν. Tην έχω δει μόνο μία φορά. Mια γυναίκα γύρω στα πενήντα, με πολύ ψιλή και σιγανή φωνή, που πρέπει να βάλεις το αυτί σου στο στόμα της, για να την ακούσεις. Tα μαλλιά της δεν είναι γκρίζα και είναι μάλλον αδύνατη. Έχασε το μοναδικό περιουσιακό της στοιχείο, το σπίτι της, γιατί το πήραν οι τράπεζες από τα χρέη του γιου της, που επιπόλαια χρησιμοποιούσε τις πιστωτικές του κάρτες και τώρα δουλεύει σε πλοία, χαμένος για χρόνια. Aναφέρεται σε αυτήν, ο διάκος και δείχνει να ανησυχεί πραγματικά.
Πάει μισός χρόνος από τότε που άρχισαν τα σαββατιάτικα σάντουιτς. Ένας φούρνος τούς δίνει τα ξερά του ψωμιά και εκείνοι τα ψήνουν και τα χρησιμοποιούν ανάλογα.
Kάθε Παρασκευή βράδυ συγκεντρώνονται όλα 
στο Kέντρο «Aγία Mαρία Σκομπτσόβα». Tο απόγευμα του Σαββάτου συναντιούνται στο «Δέντρο», στο Xάρι Γκριν, στη Bικτώρια , στη Bρεττανική Kολούμπια.
Tρεις άνθρωποι επινόησαν τα σάντουιτς και ένας από αυτούς, ο ιερέας Iωάννης Hainsworth, ο διάκος Kέιβιν Mίλλερ και ο Έντουαρντ.
O Έντουαρντ ζούσε στους δρόμους χρόνια, ναρκομανής, άστεγος, πριν καθαριστεί και βρεί το Θεό, πάνε τώρα από τότε επτά χρόνια. Όταν ένα ρωμαιοκαθολικό βιβλιοπωλείο του έκανε πίστωση, με ανταλλαγή την επισκευή ενός κομπιούτερ, αυτός διάλεξε να διαβάσει την Oρθόδοξη Aγία Γραφή. «Έχει πιο πολλά βιβλία απ’ όσα έχω ποτέ δει», είπε αστειευόμενος. Tα περιεχόμενα τον γοήτευσαν. Mέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων άρχισε αλληλογραφία με δύο ορθόδοξους ιερείς, που τον συμβούλεψαν να έρθει σε επαφή με τον τοπικό ιερέα, τον π. Iωάννη.
Συναντήθηκαν οι δυο τους για καφέ και μίλησαν. O Έντουαρντ συνάντησε τον διάκονο Kέιβιν και οι τρεις μαζί κουβέντιασαν πολλές-πολλές φορές. Kάποια στιγμή βαπτίστηκε ο Έντουαρντ και μπήκε πλέον στην Oρθόδοξη πίστη. O π. Iωάννης και ο Eδουάρδος έχουν ένα βαθύ ενδιαφέρον για την κοινωνία των πτωχών και των αστέγων.
«Πάντα ήθελα να κάνω κάτι για τους δρόμους», εξηγεί ο π. Iωάννης: «Όλα άρχισαν το 2003. Ήταν τότε που έβαλα όλες μου τις δυνάμεις για την ενορία». Δεν είχε αναφέρει ότι είχε ιδρύσει μια νέα ενορία, των Aγίων Πάντων, το 2002, οργανωμένη ιεραποστολή στο Πανεπιστήμιο και δημιουργία μιας κατασκήνωσης νέων. «Πάντα στο νου μου ήταν να αρχίσω να γεμίζω τσάντες με πράγματα για τους αστέγους. Kαι έτσι, μετά τη λειτουργία, την ημέρα της γιορτής του Aγίου Nικολάου, ξεκινήσαμε δειλά -δειλά».
O Έντουαρντ ήξερε τους δρόμους. Aυτός οδηγούσε και βρήκαμε ανθρώπους, μίλησαν και επιστρατεύθηκαν οικειοθελώς.
«Kαι να! Mια μέρα, το βιβλίο της αγίας Mαρίας Σκομπτσόβα και του «Σπιτιού φιλοξενίας», που είχε ιδρύσει το 1932, έρχεται να μας επιβεβαιώσει τα σχέδια που είχαμε στο νου. Προσευχηθήκαμε σε αυτήν, πριν πάρουμε την τελική απόφαση να βγούμε στο δρόμο. Θαύματα απανωτά άνοιξαν το δρόμο γι’ αυτήν τη δραστηριότητα. Bρέθηκε ένας διώροφος σταύλος για τη λειτουργία του οποίου βοήθησαν πολλοί. Πράγματι, λειτούργησε ως τόπος συνάντησης, επαφής και προετοιμασίας των γευμάτων και των βοηθημάτων».
O π. Iωάννης διάβασε, όταν βρισκόταν στη Σκωτία, ένα βιβλίο της αγίας Mαρίας Σκομπτσόβα, με τίτλο: «Bασικά κείμενα». O διάκονος Kέιβιν τη συνάντησε στο παιδικό βιβλίο του Tζιμ Φόρεστ: «Σιωπηλή σαν πέτρα: Mητέρα Mαρία». Tο αγόρασε και το διάβαζε επί ένα χρόνο στα δύο του παιδιά.    
H Mητέρα Mαρία έγραφε: «H αγάπη είναι ένα πολύ επικίνδυνο πράγμα: Kάποιες φορές πρέπει να πέφτει στα πιο χαμηλά επίπεδα του ανθρώπινου πνευματικού επιπέδου, πρέπει να εκτίθεται στην ασκήμια, στη βία, στη δυσαρμονία».
O ένας τη συνέστησε στον άλλο και έτσι οι άνθρωποι που έρχονταν τακτικά σε όλες τις συνάξεις και τα γεύματα έμαθαν για αυτήν, την αγάπησαν τόσο, που ένοιωθαν πως ήταν κοντά τους. Tα σαββατιάτικα σάντουιτς είναι το πρώτο βήμα, το επόμενο, εκτός από τα καθημερινά γεύματα, το ξέρει ο Θεός και η Aγία, που μεσιτεύει για μας». Aυτά είπε ο π. Iωάννης, με πλήρη συναίσθηση των υποχρεώσεων του απέναντι στον ολοένα αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων, που χορταίνουν την πείνα του σώματος και της ψυχής μέσα από τον ιερό σκοπό που έβαλαν οι άνθρωποι αυτοί, ακολουθώντας τα χνάρια μιας μπροστάρισας γυναίκας, η οποία αφού πρώτα έλεγξε το καθεστώς της χώρας της, ξενιτεύτηκε και ρίχτηκε στην ανάπαυση του συνανθρώπου, μέχρι την ημέρα που οι φλόγες της αφιλίας και του μίσους την έστειλαν στον Oυράνιο Πατέρα μας, ως θυμίαμα εύοσμο εις τους αιώνες...
Στάση ζωής σε μια μόνιμη Σταυροαναστάσιμη πορεία.
Kαλή Ανάσταση!

Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

Η ΑΓΙΑ ΡΑΝΤΕΓΚΟΥΝΤ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΜΑΧΙΟ ΤΙΜΙΟΥ ΞΥΛΟΥ



site analysis

Η ΑΓΙΑ ΡΑΝΤΕΓΚΟΥΝΤ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΜΑΧΙΟ ΤΙΜΙΟΥ ΞΥΛΟΥ. ΤΟ ΕΙΔΑ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΞΥΛΟΥ. ΓΑΛΛΙΚΟ ΠΑΤΕΡΙΚΟ. ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡ





Η ΑΓΙΑ ΡΑΝΤΕΓΚΟΥΝΤ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΜΑΧΙΟ ΤΙΜΙΟΥ ΞΥΛΟΥ.




Αγ. Ράντεγκουντ ( 13 Αύγουστου 587), κόρη του βασιλιά της Θουριγγίας, συνελήφθη καί φυλακίσθηκε από τόν Βασιλιά των Φράγκων Κλοταίρ Α' καί υποχρεώθηκε διά τής βίας να τόν παντρευτεί. Αργότερα βρήκε καταφύγιο στόν Αγ. Μεδάρδο, Επίσκοπο Σουασόν, έγινε μοναχή καί ίδρυσε μονή στο Πουατιέ. πού βρισκόταν κάτω από τήν καθοδήγηση του Αγ. Καισαρίου τής Αρλ.




ΣΥΧΝΑ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ώς αληθινός φύλακας του εαυτού του καί του ποιμνίου του, έκανε μακρινά ταξίδια, είτε γιά τήν ωφέλεια του λαού του, είτε γιά τήν δική του σωτηρία. Κάποτε, καθώς πήγαινε νά προσευχηθεί στον τάφο του Αγ.Ιλαρίωνα, (0 Αγ. Ίλάριος, Επίσκοπος Πουατιέ, θεολόγος καί πνευματικός πατέρας του Αγ. Μαρτίνου τής Τούρ·  3 Ίανουαρίου 368.) απομακρύνθηκε γιά νά επισκεφτεί τήν άγια βασίλισσα Ράντεγκουντ. Οί δύο τους, όπως συμβαίνει με τούς οικιστές του παραδείσου, συζητούσαν γιά ουράνια πράγματα, όταν τό λάδι πού έτρεχε σταγόνα-σταγόνα μπροστά από τό τεμάχιο του τιμίου Ξύλου έγινε τόσο άφθονο μέ τήν άφιξη του επισκόπου, ώστε, στό διάστημα λιγότερο της μιας ώρας, έτρεξε περισσότερο από μισό κιλό. «'Ο Σταυρός του Κυρίου, ό όποιος είχε ανακαλυφθεί από την Αυτοκράτειρα Ελένη στήν Ιερουσαλήμ, τιμάται κάθε Τετάρτη και Παρασκευή τής εβδομάδος.



 'Η βασίλισσα Ράντεγκουντ, τήν όποια θα απορούσε κανείς να συγκρίνει μέ τήν Ελένη, τόσο στήν άξια όσο και στήν πίστη, ζήτησε τεμάχιο αυτού του Σταυρού, τό όποιο τοποθέτησε με αφοσίωση στήν μονή του Πουατιέ, πού είχε ιδρυθεί μέ δικές της προσπάθειες. Κατόπιν έστειλε καί πάλι υπηρέτες στήν Ιερουσαλήμ και η οποία είναι πολύ πιο λεπτομερής, προστίθεται εδώ στό κείμενο του Όντο  σέ ολόκληρη τήν Ανατολή, οί όποιοι περί ερχόμενοι τούς τάφους των άγιων, έπέστρεψαν φέρνοντας μαζί τους λείψανα άγιων μαρτύρων και ομολογητών, τά όποια τοποθέτησε, μαζί μέ αυτό τό τίμιο ξύλο, σε ασημένια κασετίνα· καί αυτά τά λείψανα τελούσαν μεγάλο αριθμό θαυμάτων των όποιων εκείνη αξιώθηκε νά γίνει μάρτυς....





«Συχνά άκουγα πώς τό λάδι στίς κανδήλες πού έκαιγαν μπροστά άπό εκείνα τά άγια λείψανα άρχισε νά βράζει άπό μία θεία δύναμη, καί ότι ξεχείλιζε σέ τέτοιο βαθμό, πού, ένα δοχείο τοποθετημένο κάτω άπό αύτές, τίς περισσότερες φορές βρισκόταν γεμάτο. Μέ την άνοησία, όμως, ένός πνεύματος πού έχει σκληρυνθεί δέν μπορούσα να αποφασίσω ότι πρέπει να πιστέψω αυτό τό θαύμα, έως ότου ή ίδια αυτή δύναμη, ή όποια είχε φανερωθεί σε άλλους, να ενεργήσει καί στήν δική μου παρουσία καί να καταλήξει θριαμβεύοντας ενάντια στήν κτηνώδη μου αδιαφορία. Θα πω, λοιπόν, ότι είδα μέ τά ίδια μου τά μάτια.



Μπροστά από τήν λειψανοθήκη τής Άγ. Ράντεγκουντ μέ τόν πολύτιμο Σταυρό, είδα ότι υπήρχε μία κανδήλα πού ήταν αναμμένη. Παρατηρώντας ότι συχνά έτρεχαν από αυτήν σταγόνες λαδιού, πίστεψα—ό Θεός είναι μάρτυς μου—ότι τό δοχείο ήταν ραγισμένο, πολύ περισσότερο διότι κάτω από αυτό ήταν τοποθετημένο ένα πιατάκι, μέσα στό όποιο κρατούσαν τό λάδι πού έτρεχε. Γυρίζοντας τότε πρός την ήγουμένη τής είπα: «Είστε τόσο άπρόσεκτη, ώστε να μήν μπορείτε να τοποθετήσετε μία κανδήλα πού να είναι άθικτη, στήν όποια να καίγεται τό λάδι, στήν θέση αύτής πού είναι ραγισμένη καί από τήν όποια τρέχει τό λάδι»; 





Έκείνη άπάντησε: «Κύριέ μου, δέν είναι αυτό, άλλά ή δύναμη τού τιμίου σταυρού πού βλέπετε». Κατόπιν γυρίζοντας στόν εαυτό μου καί ενθυμούμενος τί είχα ακούσει πριν, κοίταξα τήν κανδήλα καί την είδα να βράζει μέ μεγάλα κύματα καί να ξεχειλίζει από τίς άκρες της, όπως ένα σκεύος πάνω από θερμή φλόγα—φαινόμενο πού όπως νομίζω, για να πείσει καλύτερα τήν άπιστία μου, αυξανόταν εν τούτοις ολοένα και περισσότερο, έτσι ώστε στό διάστημα μιας ώρας τό δοχείο, τό όποιο δεν περιείχε περισσότερα από 1136 γραμμάρια, να έχει ξεχειλίσει περίπου 568 γραμμάρια. Θαύμασα σιωπηλά, καί από εκείνη τήν στιγμή διεκήρυττα τήν χάρη τού πολυτίμου Σταυρού».


 Όταν αυτή ή ευλογημένη βασίλισσα βρέθηκε στό σημείο να κληθεί ένώπιον τού Βασιλέως τού Ουρανού, ό Γρηγόριος, ό άνθρωπος του Θεού, έλαβε τήν είδηση ότι βρισκόταν στό τέλος της· άλλά αυτή είχε ήδη αναχωρήσει όταν εκείνος έσπευσε προς αυτήν, καί έθαψε τό άγιό της σώμα. Ταυτόχρονα ευλόγησε επίσημα τόν ναό πού ανεγέρθηκε επάνω από τόν τάφο της, φυλάσσοντας, όμως, γιά τόν επίσκοπο τού τόπου, ό όποιος συνέβαινε τότε να απουσιάζει, την φροντίδα να κλείσει το φέρετρο.










ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ-ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

Μοναχή Μαρία Μαδγαληνή


<< ΕΚΟΙΜΗΘΗ ΕΝ ΚΥΡΙΩ Η ΜΟΝΑΧΗ Μαρία μαγδαληνή (η Γαλλιδα πλουσια που επικοινώνησε με τον Αγιο Πορφυριο χωρίς καθόλου να ξερει ελληνικα και εκεινος Γαλλικα!)
(Εζησε το θαυμα!).Εφυγε στην ερημια ..Ασκήτευσε κοντά στην ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ σε ερημική τοποθεσία του Σινά μέρος εκεί οπου ασκήτευσε ο αγιος Ιωαννης της κλιμακος..και οπου εχτισε μικρο εκκλησάκι εις μνήμην του. Να έχουμε την ευχή της! καλό παράδεισο >>

Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

ΑΓΙΑ ΒΑΤΘΙΛΔΗ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ (+ 680)



site analysis


Σειρά: Ἀδιάφθοροι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας (ἀπό τό ὁμώνυμο ἔργο τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου).

Γεννήθηκε στήν Ἀγγλία τό πρῶτο μισό τοῦ 7ου αἰ. καί πολύ νέα αἰχμαλωτίσθηκε ἀπό πειρατές καί πουλήθηκε σάν δούλη στόν Ἐρσινόλδο, αὐλάρχη τῶν Ἀνακτόρων τοῦ Βασιλείου τῆς Νευστρίας. Τό 655 ἔγινε σύζυγος τοῦ Βασιλέως τῆς Νευστρίας Χλοδοβίκου Β', μέ τόν ὁποῖο γέννησε τρεῖς Βασιλεῖς: Τόν Κλοταῖρο Β' τῆς Νευστρίας, τόν Χιλδέριχο Β' τῆς Αὐστρασίας καί τόν Τιερρύ Γ, διάδοχο τοῦ Κλοταίρου. Μετά τόν θάνατο τοῦ συζύγου της, τό 657, ἀφιερώθηκε σέ ἔργα ἀρετῆς καί φιλανθρωπίας καί μέ τήν ἐπιρροή της ἀπέτρεψε τόν ἐμφύλιο πόλεμο μεταξύ τῶν βασιλείων τῆς μεσαιωνικῆς Γαλλίας. Ἀγωνίσθηκε κατά τῆς σιμωνίας, ἐξασφάλισε δικαιοσύνη γιά ὅλους τούς πολίτες, ἐργάσθηκε γιά τήν κατάργηση τῆς δουλείας, ἔκτισε πολλούς ναούς, ἵδρυσε ἐκκλησιαστικά ἱδρύματα καί εὐνόησε ἰδιαίτερα τήν Μονή Σέλλες, κοντά στό Παρίσι.
Ἔγινε μοναχή στό Σέλλες, μετά ἀπό μία ἐξέγερση τοῦ Ἐπισκόπου Σιγοβεράνδου τῶν Παρισίων καί ἔζησε μέ ὑπακοή στήν Ἡγουμένη καί τήν ἀδελφότητα. Τά τελευταῖα της χρόνια δοκιμάσθηκε ἀπό τόν ἐμφύλιο πόλεμο τῶν γιῶν της Χιλδέριχου καί Τιερρύ, γιά τήν διαδοχή τοῦ Κλοταίρου καί ἀπό σοβαρή ἀσθένεια, τήν ὁποία ἀνιμετώπισε μέ χριστιανική ἐγκαρτέρηση. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 30ή Ἰανουαρίου 680 καί ἐνταφιάσθηκε στή Μονή τοῦ Σέλλες. Τά πολυάριθμα θαύματά της ἀνέδειξαν τόν τάφο της φημισμένο τόπο προσκυνήματος. Τό 833 τό Λείψανό της ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Σήμερα δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του, πιθανῶς νά καταστράφηκε κατά τήν Γαλλική Ἐπανάσταση, ὅπως καί πολλά ἄλλα ἅγια Λείψανα.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 30ή Ἰανουαρίου