Σάββατο 28 Αυγούστου 2021

Η αγάπη της μάνας...


 


Βρισκόμαστε στη Μόσχα, στη δεκαετία του 1980.

Στις δώδεκα τα μεσάνυχτα, χτύπησαν την πόρτα στην εκκλησία. Ήταν μια γριούλα. Και ζητούσε παπά, να πάει να κοινωνήσει έναν άρρωστο.

Ο παπάς ετοιμάστηκε και βγήκε αμέσως μαζί της. Πλησιάζουν σε ένα φτωχό σπιτάκι, τύπου παράγκας…

Η γριούλα ανοίγει την πόρτα και μπάζει τον ιερέα σε ένα δωμάτιο.

Καί να ξαφνικά ο παπάς ευρίσκεται εκεί μόνος με μόνο τον άρρωστο.

Ο άρρωστος του δείχνει με χειρονομίες την πόρτα και σκούζει.

– Φύγε από εδώ! Ποιος σε εκάλεσε; Εγώ είμαι άθεος. Και άθεος θα πεθάνω.

Ο παπάς τα έχασε…

– Μα δεν ήλθα από μόνος μου! Με εκάλεσε η γριά..!

– Ποια γριά; Εγώ δεν ξέρω καμμιά γριά..!

Ο παπάς, καθώς στέκει απέναντί του, βλέπει επάνω από το κεφάλι του άρρωστου, μια φωτογραφία με την γυναίκα που τον εκάλεσε.

Του λέει, ενώ του δείχνει το πορτραίτο.

– Να αυτή!

– Ποια αυτή, Ξέρεις, τί λες, παπά;

– Αυτή είναι η μάνα μου. Και έχει πεθάνει χρόνια τώρα!

Για μια στιγμή πάγωσαν και οι δύο. Αισθάνθηκαν δέος. Ο άρρωστος άρχισε να κλαίει…

Καί αφού έκλαψε, ζήτησε να εξομολογηθεί, και μετά, εκοινώνησε…

Η μητέρα του είχε φροντίσει από τον ουρανό, να του δείξει τον δρόμο της σωτηρίας…

Από το βιβλίο “Στο σταυροδρόμι”, Δημητρίου Ντούντκο, Μόσχα 1994

ΠΗΓΗ ieramonopatia

Μια αληθινή ιστορία


 Μπορεί να είναι ασπρόμαυρη εικόνα 3 άτομα και εσωτερικός χώρος


Ήμουν 21 χρονών όταν την γνώρισα. Μόλις την είδα να μπαίνει στην αίθουσα το κατάλαβα. Δεν χρειάστηκε καν να ρωτήσω ποια είναι. Σκέφτηκα «αυτή είναι η γυναίκα μου» ! Τα υπόλοιπα όλα είναι ιστορία.
Αυτή η γυναίκα ήταν το κάτι άλλο. Κάθε μέρα, έλειπα για 12 ώρες στη δουλειά και όταν γυρνούσα στο σπίτι υπήρχε πάντα φαγητό στο τραπέζι να με περιμένει. Όταν τα παιδιά έπεφταν για ύπνο, ήμασταν τόσο κουρασμένοι που πηγαίναμε κατευθείαν στο κρεβάτι και κρατιόμασταν αγκαλιασμένοι σφιχτά για λίγη ώρα, πριν κοιμηθούμε.
Ήταν από τις λίγες στιγμές της ημέρας που την ένιωθα τόσο κοντά μου, έστω και για τόσο λίγο. Αυτά τα λίγα λεπτά μου έδιναν τη δύναμη να συνεχίσω να δουλεύω για να εξασφαλίσω ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά μου. Της έλεγα ότι όσο ήταν αυτή εκεί να τη σφίγγω στην αγκαλιά μου, θα ήμουν για πάντα μια χαρά. Ήταν η βασίλισσα της ζωής μου. Ήταν αυτή που με βοήθησε να γίνω ο άνθρωπος που είμαι σήμερα. Ευγενικός με τους ανθρώπους και καλός πατέρας. Μπορείς να ρωτήσεις τα παιδιά μου για αυτό.
Μερικοί άνθρωποι ξέρουν πως να το κάνουν αυτό. Κάποιοι άνθρωποι ξέρουν πως να σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο.
Ήρθε κάποια μέρα όμως που αρρώστησε. Στην αρχή δεν ανησύχησα, άλλωστε όλοι κάποτε αρρωσταίνουμε. Αλλά οι γιατροί φαίνονταν να πιστεύουν ότι δεν ήταν κάτι απλό. Έμοιαζαν να ανησυχούν και όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια είχαν δίκιο.
Όταν μας είπαν τα άσχημα νέα, η γυναίκα μου με ρώτησε αν θα ήθελα να παντρευτώ κάποια άλλη όταν πεθάνει. Ανησυχούσε. Δεν ήθελε να μείνω μόνος μου και να στεναχωριέμαι. Αλλά δεν μπορούσα ούτε καν να με φανταστώ με άλλη. Μου φαίνονταν απίστευτο. Όταν της το είπα, γύρισε, με κοίταξε και μου είπε:
«Αφού σε ξέρω καλά. Είσαι το είδος του ανθρώπου που χρειάζεται μια γυναίκα στο πλευρό του. Δεν θα μπορούσες ποτέ να είσαι χαρούμενος μόνος σου».
Το αρνήθηκα, ξανά και ξανά και ξανά…
Μετά από ένα χρόνο που πάλευε με τη αρρώστια της, όλα είχαν αλλάξει στο σπίτι. Δεν υπήρχε πια φαγητό στο τραπέζι όταν γυρνούσα σπίτι από τη δουλειά. Η γυναίκα μου περνούσε τη μέρα της στο κρεβάτι και με περίμενε να επιστρέψω το βράδυ για να την σηκώσω και να την μεταφέρω στο τραπέζι.
Κάθονταν στην καρέκλα και με κοίταζε με εκείνα τα μεγάλα πράσινα μάτια της την ώρα που μαγείρευα κάτι για να φάμε. Μου έδινε οδηγίες χαμογελαστή και με μάλωνε αν έκανα κάτι λάθος, αν έριχνα περισσότερο αλάτι από όσο έπρεπε.
Ήταν οι πιο όμορφες στιγμές της ημέρας μου! Απλά ήμασταν ευτυχισμένοι που μπορούσαμε να δούμε ο ένας τον άλλο.
Στις πολύ άσχημες ημέρες της, δεν μπορούσε να φάει μόνη της και έπρεπε να την ταΐσω. Δεν το ήθελε, έκλαιγε και ζητούσε συγνώμη. Την μάλωνα. Αφού το ήξερε, ότι και να γίνει θα είμαι πάντα εκεί δίπλα της. Ήταν ο άνθρωπος μου και ήμουν ο άνθρωπος της. Μέχρι το τέλος.
Τα πράγματα σιγά σιγά όμως χειροτέρεψαν. Έφτασε η μέρα που δεν μπορούσε να κάνει τίποτα μόνη της ενώ έπρεπε να παίρνει τα φάρμακα της κάθε 4 ώρες.
Σταμάτησα από την δουλειά για να μπορώ να είμαι συνέχεια δίπλα της και να την φροντίζω. Όταν την τάιζα, την έβαζα να ξαπλώσει στο κρεβάτι, έπεφτα και εγώ δίπλα της και την έσφιγγα στην αγκαλιά μου. Όπως παλιά. Τότε, αυτή ήταν η πιο όμορφη στιγμή της ημέρας μου.
Υπήρξε μια μακρά σιωπή που κανείς από όλους όσους άκουγαν κρυφά τη διήγηση του άντρα, δεν τόλμησε να διακόψει. Ο ηλικιωμένος με κάποιο τρόπο βρήκε τη δύναμη να συνεχίσει…
Αλλά πόσα μπορεί να αντέξει το ανθρώπινο σώμα. Χρειάστηκαν δυο ολόκληρα χρόνια για να μπορέσει η αρρώστια να λυγίσει την γυναίκα μου. Αλλά τελικά τα κατάφερε.
Το είχα δει να έρχεται. Το ίδιο και εκείνη. Ξέραμε και οι δυο μας ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να επανέλθει αλλά και πάλι. Ήταν σαν τη μια μέρα να την σφίγγω δυνατά στην αγκαλιά μου και την επόμενη να έχει φύγει.
Στην αρχή με σκότωσε αλλά σε λίγο καιρό κατάλαβα ότι είναι καλύτερα εκεί που βρίσκεται τώρα. Δεν χρειάζεται πια να παίρνει αυτά τα τρομακτικά φάρμακα και δεν χρειάζεται πια να τρώει τα άθλια φαγητά μου.
Εκείνη είναι καλύτερα. Εγώ όμως δεν ξέρω τι να κάνω χωρίς αυτή. Για παράδειγμα δεν ξέρω τι να κάνω τα πράγματα της, τα ρούχα της. Δεν μπορώ να τα πετάξω. Δεν θέλω να το κάνω. Όλα τα ρούχα της είναι ακόμα στην ντουλάπα και παντού υπάρχουν οι φωτογραφίες της. Η πλευρά της στο κρεβάτι είναι ακριβώς όπως την άφησε. Θέλω να πιστεύω ότι είναι ακόμα εδώ. Οι κόρες μου μου λένε να πουλήσω το σπίτι και να πάω σε ένα άλλο, αλλά πέρασα τη ζωή μου σε αυτό το σπίτι μαζί της. Είναι ακόμα το σπίτι μας, τουλάχιστον όσο ζω ακόμη σε αυτό.
Επικράτησε για μερικά λεπτά και πάλι σιωπή. Ο φοιτητής δεν είχε ακούσει ποτέ κάποιον άνθρωπο να μιλάει για κάποιον άλλον με τόσο απόλυτο σεβασμό και θαυμασμό. Ήταν φανερό ότι πραγματικά αγαπούσε και λάτρευε τη γυναίκα του και αυτό δεν επρόκειτο να αλλάξει τόσο εύκολα.
Ο άλλος ηλικιωμένος έσπασε τη σιωπή: «Δεν μπορώ να φανταστώ πόσο δύσκολο πρέπει να σου ήταν να την φροντίζεις όλη μέρα. Να δίνεις τα πάντα για αυτή».
Ο φοιτητής ορκίστηκε ότι ήταν η πρώτη φορά που είδε τον ηλικιωμένο με την τραγική ιστορία να χαμογελάει πλατιά:
«Καθόλου δύσκολο. Ήταν προνόμιο μου να μπορώ να μπορώ να την φροντίσω για όσο το έκανα. Ήταν ο άνθρωπος της ζωής μου και θα το έκανα ξανά και ξανά αν χρειαζόταν. Ήταν και θα είναι για πάντα η βασίλισσα μου. Απλά μου λείπει τόσο η αγκαλιά της…»

Σάββατο 21 Αυγούστου 2021

Μνήμη της Αγίας Βάσσης και των τριών τέκνων αυτής (21 Αυγούστου)


 
Σήμερα εορτάζουμε τη μνήμη της Αγίας Βάσσης και των τριών παιδιών της Θεογνίου, Αγαπίου και Πιστού.
Η περίπτωση των Αγίων αυτών αποτελεί εύγλωττη απόδειξη για τη σημασία που έχει η πνευματική συμπόρευση των μελών μιας οικογένειας, ως «κατ’ οίκον Έκκλησίας», και για τις τραγικές συνέπειες που προκύπτουν από την απουσία της εν Χριστώ βιοτής στην οικογένεια.
Η Αγία Βάσσα καταγόταν κι αυτή από την Έδεσσα της Συρίας και έζησε γύρω στο έτος 280 μ.Χ. Προερχόταν από χριστιανική οικογένεια, αλλά ο σύζυγός της Ουαλέριος ήταν ιερέας των ειδώλων. Μετά από καταγγελία του ίδιου προς τον έπαρχο Βικάριο, η Βάσσα και οι  γιοι της συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στη φυλακή. Εκεί, η πιστή μητέρα ενεθάρρυνε τα παιδιά της ώστε, με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, να αντέξουν στα βασανιστήρια και να δεχτούν ηρωικά το μαρτυρικό θάνατο, ο οποίος τελικά τους επιβλήθηκε, ένεκα της αφοσίωσής τους στο Χριστό.
Η ίδια πιέστηκε σκληρά με ποικίλα και απάνθρωπα βασανιστήρια, για να θυσιάσει στα είδωλα, κάτι στο οποίο αντιστάθηκε σθεναρά και μέχρι τέλους, ομολογώντας πίστη στον αληθινό Τριαδικό Θεό. Ο φθόνος των ειδωλολατρών την οδήγησε στο μαρτύριο του αίματος. Όπως τα παιδιά της, έτσι και η ίδια μαρτύρησε με αποκεφαλισμό στην περιοχή της Κυζίκου.
Η μάρτυρας Βάσσα και τα τρία της παιδιά παραμένουν τεκμήριο της αντρειοσύνης και του θάρρους που χαρίζει μέχρι τέλους ο Παντοδύναμος Θεός της αγάπης και της ειρήνης στους μάρτυρες και αγωνιστές της Πίστεως ενώπιον κάθε δυσκολίας.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου

Σάββατο 14 Αυγούστου 2021

Η Αγία Νεομάρτυς Κασσάνδρα Μουρούζη - Υψηλάντη η Τραπεζούντια




Η Αγία Νεομάρτυς Κασσάνδρα Μουρούζη - Υψηλάντη η Τραπεζούντια, από τη γνωστή οικογένεια των Υψηλάντιδων, που ζούσε στην Τραπεζούντα όπου και μαρτύρησε 1η Αυγούστου 1677.
Τραπεζούντα, η πρωτεύουσα του Κράτους των Κομνηνών και ωραιότερη πόλη του Πόντου, το τελευταίο ανεξάρτητο Κράτος της Ρωμιοσύνης που καταλύθηκε από τους Οθωμανούς το 1461. Εδώ, κάτω από την Οθωμανική σκλαβιά ζουν δυο πανίσχυρες ελληνικές οικογένειες.
Η οικογένεια Μουρούζη και η οικογένεια Υψηλάντη.
Έχουν πολλά προνόμια από τους Οθωμανούς, ανεβαίνουν στα υψηλότερα σκαλοπάτια της διοίκησης του Κράτους, αποκτούν τίτλους κ.λ.π.
Βρισκόμαστε στο έτος 1600 μ. Χ. όταν 150 χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντίνου Πόλεως, η κατάσταση στον ιστορικό Πόντο αλλάζει δραματικά για τους υπόδουλους Χριστιανούς με το νόμο του Σουλτάνου Μεχμέτ του 4ου.
Διώξεις, βίαοι εξισλαμισμοί, τρομοκρατία.
Ο Πόντος υποφέρει. Η Τραπεζούντα καθημερινά γίνετε πεδίο βαρβαροτήτων.
Έτος από Χριστού 1677, 400 χρόνια πριν. Στην πόλη της Τραπεζούντας κατοικούν πολλά μέλη της οικογένειας Μουρούζη με Ποντιακή καταγωγή, βαθύπλουτοι και πανίσχυροι που αργότερα απόγονοι τους θα ιδρύσουν στο Φανάρι της Κωνσταντίνου Πόλεως τον κλάδο των Μουρούζη μεγάλων ευεργετών κ.λ.π., καθώς και μέλη της οικογένειας Υψηλάντη, πανίσχυρη φαμίλια με πριγκηπικούς τίτλους και δικό τους (με τούρκικο φιρμάνι) Ποντιακό χωριό στην περιοχή Υψηλό, από εκεί το όνομα τους, λίγο έξω από την Τραπεζούντα.
Ο Ιωάννης Υψηλάντης στο λιμάνι της πόλης συγκρούεται με Οθωμανούς στρατιώτες που προσπαθούν να αποσπάσουν από γέρο Χριστιανό τα 2 μικρά κοριτσάκια, τις 6χρονες εγγονούλες του που θέλει να τις πάει στην Κωνσταντίνου Πόλη.
Ο γέρος αντιστέκεται, παλεύει μαζί τους, αλλά οι Οθωμανοί είναι πολλοί.
Πάνω στην πάλη περνά από κει ο άρχοντας Ιωάννης, μπλέκει στον καυγά, σκοτώνει 2 Οθωμανούς στρατιώτες και βοηθά το γέρο να μπει στο καράβι και να φύγει με τις δυο εγγονούλες του.
Στην πάλη επάνω ο Υψηλάντης θα τραυματιστεί σοβαρά, καταφέρνει όμως να γυρίσει στο αρχοντικό του όπου παρά τις φροντίδες της 33χρονης συζύγου του Κασσάνδρας μετά από λίγο πεθαίνει.
Κασσάνδρα Μουρούζη - Υψηλάντη:
Στα 16 της χρόνια η αρχοντοπούλα Κασσάνδρα Μουρούζη, της τρανής οικογένειας, παντρεύτηκε στην γεννέτειρα της Τραπεζούντα τον Ιωάννη Υψηλάντη γόνο της εξ ίσου τρανής Ποντιακής οικογένειας των Υψηλάντηδων.
Τώρα στα 33 της μένει χήρα με τρία αγοράκια, τους Κωνσταντίνο, Δημήτριο και Εμμανουήλ κι έχει να αντιμετωπίσει την Τούρκικη δικαιοσύνη μιας και το Κοράνι αναφέρει ρητά πως αν ένας Γκιαούρης καταδικαστεί σε θάνατο και δεν συλλαμβάνεται τότε στη θέση του θα καταδικαστεί ο σύνευνος του. Με δυο λόγια εφόσον ο Ιωάννης Υψηλάντης πέθανε, για τους φόνους των Οθωμανών στρατιωτών θα σκότωναν την γυναίκα του Κασσάνδρα.
Στην αρχή, η χήρα πλέον Κασσάνδρα κρύβεται μαζί με τα τρία αγοράκια της σε συγγενικά σπίτια.
Μα οι Οθωμανοί διώκτες της καίνε το αρχοντικό της, καίνε ολόκληρο το χωριό Υψηλό και επιμένουν να κάψουν κι άλλα Ποντιακά χωριά αν δεν παραδοθεί η αρχόντισα Κασσάνδρα.
Η Κασσάνδρα για να σώσει τον Ορθόδοξο λαό στέλνει τα αγοράκια της σε συγγενή της και παραδίδεται στον πασά της Τραπεζούντας.
Εκεί της ζητούν να προσκυνήσει το κοράνι, δηλαδή, να γίνει μωαμεθανή για να γλυτώσει το θάνατο.
Η Κασσάνδρα αρνείται.
Φρικτά τα βασανιστήρια της ώσπου να έρθει ο μαρτυρικός υπέρ θρησκείας και πατρίδας θάνατος της.
Ημέρα Μαρτυρίου της Αγίας Κασσάνδρας η 1η Αυγούστου, ημέρα που όχι, δεν τιμάται η μνήμη της την ημέρα του μαρτυρίου της αλλά τον Ιούνιο στην εορτή των Αγίων Πάντων.
Η Αγία Κασσάνδρα, Αγία ξεχασμένη από όλους, χωρίς δική της μέρα μνήμης, χωρίς ούτε ένα ξωκκλήσι επ'ονόματι της. Και κάτι ακόμα άγνωστο στους περισσότερους από εμάς.
Η Αγία Κασσάνδρα, Νεομάρτυρας της Ορθοδοξίας από την Τραπεζούντα του Πόντου την καρδιά για αιώνες του Ποντιακού Ελληνισμού, υπήρξε από τον γιό της Κωνσταντίνο η προ-προ γιαγιά του πρίγκηπα Αλεξάνδρου Υψηλάντη , δηλαδή η Αγία είχε δισέγγγονο τον θρυλικό Αλέξανδρο Υψηλάντη που με συμβοηθούς τους αδελφούς του Δημήτριο, Νικόλαο και Γρηγόριο πρωτοστάτησε στον απελευθερωτικό αγώνα της ελευθερίας από τον Τούρκικο ζυγό στην επανάσταση του 1821.

Παρασκευή 13 Αυγούστου 2021

Μνήμη της Αγίας Ειρήνης της Βασίλισσας (13 Αυγούστου)



 Σήμερα η Εκκλησία τιμά τη μνήμη της Αγίας Ειρήνης της Βασίλισσας της μετέπειτα οσίας Ξένης Μοναχής.
Η Αγία Ειρήνη έζησε τον 12ο αιώνα μ.Χ. και ήταν κοσμημένη με ποικίλες αρετές. Αυτό το παρατήρησε ο αυτοκράτορας Αλέξιος ο Κομνηνός και έτσι την πάντρεψε με το γιο του Ιωάννη, τον επονομαζόμενο Καλοϊωάννη λόγω των πολλών του χαρισμάτων.
Η ενάρετη βασίλισσα Ειρήνη, ξόδευε απλόχερα σε φιλανθρωπικά έργα. Πήγαινε μάλιστα μόνη και διακριτικά σε φτωχικές καλύβες, για να δώσει όχι μόνο χρήματα, αλλά και πνευματική ενίσχυση. Αξιοποίησε τις ευκαιρίες που είχε και έκτισε γηροκομεία και ξενώνες, και άφησε σ’ αυτά μεγάλα χρηματικά ποσά για την ασφαλή και άνετη συντήρησή τους. Και τούτο διότι δεν αρκούν τα εγκαίνια των έργων, αλλά και η διατήρησή τους μέσα στο χρόνο.
Στη συνέχεια όμως, δοκίμασε μεγάλες θλίψεις. Ο σύζυγός της πέθανε σε μια εκστρατεία του στη Συρία το 1143 μ.Χ. Αργότερα το ίδιο συνέβη και με τα δύο από τα τέσσερα παιδιά της. Τότε η Ειρήνη, θέλησε να βρει ανακούφιση στις θλίψεις της μέσα στη μοναχική ζωή.
Έτσι, παίρνοντας και τη συγκατάθεση του βασιλιά γιου της Μανουήλ, αποσύρθηκε στη μονή Παντοκράτορος, όπου και έγινε μοναχή, μετονομασθείσα σε Ξένη. Εκεί τη βρήκε ο θάνατος και την κήδευσαν με μεγάλη απλότητα, όπως η ίδια το επιθυμούσε. Αφού, λίγο πριν πεθάνει έλεγε ότι «η βασίλισσα Ειρήνη είχε πεθάνει προ πολλού», και δεν έμενε πλέον παρά μόνο η μοναχή Ξένη.
Υπάρχουν άνθρωποι, ίσως και ανάμεσά μας, που αφιερώνονται κυριολεκτικά ως φωτεινές λαμπάδες στην άσκηση, την προσευχή και την απόλυτη αφοσίωση στο θέλημα του Θεού. Αυτοί είναι το αλάτι του κόσμου, αυτοί είναι η παρηγοριά των ανθρώπων και οι συμπαραστάτες τους στο θρόνο του Θεού.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2021

Τη Γ΄ (3η) Αυγούστου, μνήμη της Οσίας ΘΕΟΚΛΗΤΟΥΣ της θαυματουργού εν ειρήνη τελειωθείσης.


Θεοκλητώ η Οσία έζησε κατά τους χρόνους του βασιλέως Θεοφίλου του μισοχρίστου και εικονομάχου, εν έτει ωκθ΄ (829), κατήγετο δε εκ της τοποθεσίας της καλουμένης των Οπτιμάτων, των γονέων αυτής Κωνσταντίνου και Αναστασίας ονομαζομένων. Αύτη λοιπόν εκ νεαράς ηλικίας ανατραφείσα θεαρέστως, προσείχεν εις εαυτήν· αναγκασθείσα όμως υπό των γονέων της συνεζεύχθη με άνδρα όμοιον με αυτήν εις την αγαθήν γνώμην, ονομαζόμενον Ζαχαρίαν. Αφού δε υπανδρεύθη, εποίει πολλάς και αμετρήτους ελεημοσύνας η μακαρία· επεδόθη μάλιστα εις την ανάγνωσιν και μελέτην των θείων Γραφών, και όχι μόνον ανεγίνωσκεν, αλλά και έπραττε συμφώνως προς τα εν αυταίς δια των έργων, παν καλόν και πάσαν αρετήν μεταχειριζομένη. Ειργάζετο δε καθ’ όλην την ημέραν και εβοήθει εις τας χρείας των πτωχών των ερχομένων εις τον οίκόν της· ωσαύτως υπηρέτει και τους ανθρώπους της οικίας της ως εκ της πολλής ταπεινώσεως. Όταν δε έμελλε να απέλθη η αοίδιμος προς Κύριον, τότε προσεκάλεσεν όλους τους φίλους και γνωστούς, και προείπεν εις αυτούς την ημέραν κατά την οποίαν μέλλει να αποθάνη· και τη αληθεία ούτως ηκολούθησε, καθώς η Αγία προείπεν. Όσα δε θαύματα έγιναν μετά την κοίμησιν αυτής δια του αγίου λειψάνου της, δεν δυνάμεθα να τα περιγράψωμεν, επιδιώκοντες την συντομίαν· εν δε μόνον είναι αναγκαίον να διηγηθώμεν, το οποίον, και εάν θέλωμεν, δεν δυνάμεθα να παραλείψωμεν, καθότι το ύψος και μέγεθος αυτού δεν μας αφήνει να το παραδράμωμεν. Οι συγγενείς της Οσίας ταύτης έχουσι συνήθειαν να σηκώνωσι κατ’ έτος το τρισόσιον εκείνο και πάντιμον αυτής λείψανον, το οποίον είναι σώον και ολόκληρον, και ν’ αλλάσσωσι τα ιμάτια τα παλαιά και ενδύωσιν αυτό με νέα, ευτρεπίζουν δε και τας τρίχας της κεφαλής της, αι οποίαι είναι λευκαί, και έπειτα κόπτουσι τους όνυχας των χειρών και των ποδών της, ως αν ήτο ζωντανή και μετά ταύτα λέγουσι το τρισάγιον, και ούτως αποθέτουσι πάλιν το σώμά της εις την θήκην.

ΠΗΓΗ.ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΦΩΝΗ

Τη Δ΄ (4η) Αυγούστου, μνήμη της Οσίας μητρός ημών και Μάρτυρος ΕΥΔΟΚΙΑΣ, και της ανακομιδής των λειψάνων αυτής.


Ευδοκία η του Χριστού Αγία Μάρτυς κατήγετο εκ της Ανατολής, αλλ’ αιχμαλωτισθείσα υπό των Περσών μετήχθη εις την Περσίαν, επειδή δε ήτο εξησκημένη εις την θείαν Γραφήν, εδίδασκεν όλους τους αιχμαλώτους· όθεν έγινε γνωστή και φίλη εις τας γυναίκας των Περσών, πολλάς δε εξ αυτών ωδήγησεν εις την θεογνωσίαν. Δια τούτο διεβλήθη εις τους κριτάς και εδάρη με βούνευρα· έπειτα ερρίφθη εν τη φυλακή και έμεινεν εκεί μήνας δύο. Μετά ταύτα πάλιν εκρίθη, επειδή δε ωμολόγησε τον Χριστόν Θεόν αληθινόν, εδάρη τόσον δυνατά με ράβδους από κλάδους ροδής πλήρεις ακανθών, ώστε αι μεν σάρκες αυτής ανέλυσαν και έπεσαν χαμαί, οι δε δέροντες αυτήν εβάφησαν κόκκινοι εκ των αιμάτων της· είτα έρριψαν πάλιν αυτήν εις την φυλακήν.

Αφού δε παρήλθον εξ μήνες, έκριναν αυτήν εκ τρίτου, και σχίσαντες καλάμους ισομέτρους με το μέγεθος του σώματός της, εξέδυσαν αυτήν και γυμνήν την περιετύλιξαν με τους καλάμους· έπειτα σφίγξαντες τους καλάμους με σχοινίον λεπτόν, ούτως ώστε να εμπηχθώσιν εις τας σάρκας του σώματός της, και σύραντες με βίαν ανά εν καλάμιον, έσυρον και ανέσπων ομού και τας σάρκας της, και επομένως προυξένησαν οι απάνθρωποι εις την Μάρτυρα πόνους σκληρούς και δριμυτάτους. Μετά ταύτα εκρέμασαν την Αγίαν και δέσαντες σφιγκτά το σώμα της όλον με σχοινία, συνέτριψαν όλα τα οστά της· όταν δε είδον αυτήν ημιθανή και άλαλον, απέκοψαν την αγίαν αυτής κεφαλήν, και ούτως η αρρενόφρων απήλθε στεφανοφόρος εις τα ουράνια. Ύστερον ανεκομίσθη το άγιον αυτής λείψανον βρύον ιάματα εις τους μετά πίστεως προστρέχοντας εις αυτό.
ΠΗΓΗ.ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΦΩΝΗ