Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ -ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ -ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2023

ΑΓΙΑ ΠΟΥΛΧΕΡΙΑ: Η ΕΥΣΕΒΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ


Αποτέλεσμα εικόνας για Αγία Πουλχερία

       Ανάμεσα στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας υπάρχουν και πολλοί βασιλείς, αυτοκράτορες και μέλη των ανακτόρων, οι οποίοι δεν αλλοτριώθηκαν από την εξουσία. Ενέταξαν την εγκόσμια δόξα στη δόξα του Θεού και στη διακονία της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και ανακηρύχτηκαν άγιοι για την προσφορά τους στο εκκλησιαστικό σώμα. Μια από αυτούς υπήρξε και η αγία Πουλχερία, η ευσεβής Αυγούστα του Βυζαντίου.
       Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 399. Ήταν η μεγαλύτερη κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου (395-408) και της Ευδοξίας και αδελφή του Θεοδοσίου Β΄ (408-450). Είχε δε την τιμή να λάβει το άγιο Βάπτισμα από τον ιερό Χρυσόστομο. Αν και βρέθηκε μέσα στην χλιδή των ανακτόρων και συναναστρέφονταν και με ραδιούργους παλατιανούς, είχε καλλιεργήσει στην ψυχή της βαθειά πίστη στο Θεό και απόκτησε σπάνιες αρετές.
      Μετά το θάνατο του πατέρα της Αρκαδίου, το 408, η Πουλχερία, εννέα μόλις ετών, ανάλαβε την κηδεμονία του επτάχρονου αδελφού της Θεοδοσίου Β΄, ο οποίος ανάλαβε τον αυτοκρατορικό θρόνο, ως ο νόμιμος διάδοχος του πατέρα τους. Παρά το παιδικό της ηλικίας της, τη διέκρινε σπάνια ωριμότητα και σωφροσύνη. Το πρώτο, που έκαμε ήταν να διαπλάσει το χαρακτήρα του αδελφού της, ώστε να βασιλέψει θεοφιλώς. Του παραστάθηκε με αφοσίωση και προσπάθησε να σταλάξει στην ψυχή του τις αρχές της χριστιανικής πίστεως και να του καλλιεργήσει τις ευαγγελικές αρετές. Τον ήθελε να ξεχωρίζει από τους άλλους ηγεμόνες της εποχής του, οι οποίοι μεθούσαν από την εξουσία και συμπεριφέρονταν με αλαζονεία και τυραννία στους υπηκόους τους. Θεωρούσε την βασιλική και κάθε άλλη εξουσία ως διακονία, έχοντας υπόψη της τα λόγια του Χριστού: «ος αν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος αν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος»  (Μαρκ.9,42-44).
      Όμως ο Θεοδόσιος δεν διέθετε τα απαιτούμενα προσόντα να επιτελέσει τα υψηλά του καθήκοντα, σε αντίθεση με την Πουλχερία, η οποία διακρινόταν για την δυναμικότητά της, τη σωφροσύνη της και την αξιολογότατη μόρφωσή της. Διέθετε μια σπάνια σωματική ομορφιά και έναν πλουσιότατο ψυχικό κόσμο. Σπούδασε τις επιστήμες της εποχής της και μιλούσε, εκτός από τη λατινική γλώσσα, και την ελληνική. Θαύμαζε τον ελληνικό πολιτισμό και μελετούσε τους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους. Ήταν αξιολάτρευτη για την πραότητά της, την ευγένειά της,  την ανεκτικότητά της, τη σεμνότητά της και την έκδηλη αγάπη της για το λαό.
       Το 414, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών αναδείχτηκε Αυγούστα, με τη θέληση του αδελφού της Θεοδοσίου.  Υπήρξε δε πραγματικός ηγεμόνας του απέραντου βυζαντινού κράτος, ως το τέλος της βασιλείας του Θεοδοσίου (450), το οποίο σημείωσε ημέρες δόξας, χάρις στην συγκυβέρνηση με την δυναμική και σώφρονα Πουλχερία. Η ίδια αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στο Θεό και στο λαό. Αποφάσισε να μείνει σε όλη τη στη ζωή παρθένος και γι’ αυτό φορούσε συνεχώς τη  μοναχική καλύπτρα. Προσευχόταν και νήστευε, μη συμμετέχοντας στα πολυτελή τραπέζια του παλατίου. Παράλληλα άρχισε την αναδιοργάνωση του κράτους με την εποπτεία της. Αναδιοργάνωσε το στρατό, εξασφαλίζοντας εξωτερική ασφάλεια και ευημερία στους υπηκόους. Σε κάθε της απόφαση προηγούνταν θερμή προσευχή στο Θεό. Φρόντισε δε να έχει κοντά της ευσεβείς και ειδήμονες συμβούλους όλα τα χρόνια της εξουσία της.
       Ασκούσε μεγάλη επιρροή στον αδελφό της αυτοκράτορα Θεοδόσιο, στερούμενος, όπως προαναφέραμε, προσόντων και αποφασιστικότητας, στην οποία άκουε και υπολήπτονταν και έτρεφε για το πρόσωπό της απεριόριστη εμπιστοσύνη. Ο δε λαός την υπεραγαπούσε, για τη συνετή και φιλολαϊκή της διακυβέρνηση.
       Η αγάπη της για την ελληνική παιδεία και τον ελληνικό πολιτισμό την ώθησε να νυμφεύσει τον Θεοδόσιο, με τη λόγια κόρη του αθηναίου φιλοσόφου Ηρακλείτου Αθηναΐδα, η οποία έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, βαπτίσθηκε και ονομάστηκε Ευδοκία. Σκοπός της Πουλχερίας ήταν να μεταλαμπαδευτεί στη Βασιλεύουσα ο ελληνικός πολιτισμός. Και πράγματι, η Αθηναΐδα έφερε μαζί της εκατοντάδες φιλοσόφους και διδασκάλους, οι οποίοι μετέβαλαν την Κωνσταντινούπολη σε «μικρή Αθήνα». Μεγάλης σημασίας γεγονός υπήρξε η ίδρυση, το 425, με τη φροντίδα της Πουλχερίας και την αρωγή της Ευδοκίας, το φημισμένο «Πανδιδακτήριο» (Πανεπιστήμιο) της Κωνσταντινουπόλεως, το πρώτο οργανωμένο πανεπιστήμιο της Ευρώπης και του κόσμου! Επίσης σημαντικό γεγονός υπήρξε και η καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας, ως επίσημης γλώσσας του κράτους. Τα δύο αυτά μεγάλα γεγονότα υπήρξαν η απαρχή για τον εξελληνισμό του Ρωμαϊκού κράτους. 
        Η Πουλχερία πρωτοστάτησε και για την περιφρούρηση της ορθοδόξου πίστεως. Με δική της δυναμική παρέμβαση, πέτυχε να πείσει τον Θεοδόσιο να συγκαλέσει την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία καταδίκασε την αίρεση του Νεστορίου. Φρόντισε ακόμα να χτίσει λαμπρούς ναούς, όπως το ναό των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη  και μοναστήρια, όπως τις Μονές Εσφιγμένου και Ξηροποτάμου στο Άγιον Όρος. Ίδρυσε πλήθος ευαγών ιδρυμάτων (νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ορφανοτροφεία, κλπ), όπου έβρισκαν ανακούφιση χιλιάδες ενδεείς. Το 438 φρόντισε να αρθεί μια μεγάλη αδικία που διέπραξαν οι γονείς της Αρκάδιος και Ευδοξία. Να αποκαταστήσει τη μνήμη του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και να μεταφέρει τα λείψανά του στη Βασιλεύουσα, παρακαλώντας γονατιστή τον άγιο να συγχωρήσει τους διώκτες του γονείς της.
       Οι αιρετικοί νεστοριανοί την μισούσαν θανάσιμα και πέτυχαν με συκοφαντίες, να την απομακρύνουν από το θρόνο, αλλά για λίγο, διότι το 450 πέθανε ο Θεοδόσιος και έμεινε αυτή, ως η μόνη νόμιμη διάδοχος του θρόνου. Όντας 52 ετών νυμφεύτηκε τον ευσεβή συγκλητικό Μαρκιανό (450-457), στον οποίο παρέδωσε το θρόνο, με την προϋπόθεση να σεβαστεί την απόφασή της να μείνει παρθένα. Εκείνος σεβάστηκε την απόφασή της, διότι ήταν το ίδιο θεοσεβής με την Πουλχερία. Το 451 συγκάλεσαν την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα, η οποία καταδίκασε την αίρεση του μονοφυσιτισμού. Ο Μαρκιανός και η Πουλχερία είχαν μια σύντομη βασιλεία, την οποία αφιέρωσαν στη στήριξη της Ορθοδοξίας και στην φιλανθρωπία.

      Το 453 σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών κοιμήθηκε ειρηνικά η Πουλχερία, αφιερώνοντας την περιουσία της στους φτωχούς. Τη θρήνησε ολόκληρη η αυτοκρατορία και η Εκκλησία την ανακήρυξε αγία. Η μνήμη της εορτάζεται στις 10 Σεπτεμβρίου. Ο Μαρκιανός κοιμήθηκε το 457 και ανακηρύχτηκε και αυτός άγιος.

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2022

Αγία Πουλχερία: H ευσεβής Αυγούστα του Βυζαντίου.

Αποτέλεσμα εικόνας για Αγία Πουλχερία
ΑΓΙΑ ΠΟΥΛΧΕΡΙΑ: Η ΕΥΣΕΒΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ
       Ανάμεσα στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας υπάρχουν και πολλοί βασιλείς, αυτοκράτορες και μέλη των ανακτόρων, οι οποίοι δεν αλλοτριώθηκαν από την εξουσία. Ενέταξαν την εγκόσμια δόξα στη δόξα του Θεού και στη διακονία της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και ανακηρύχτηκαν άγιοι για την προσφορά τους στο εκκλησιαστικό σώμα. Μια από αυτούς υπήρξε και η αγία Πουλχερία, η ευσεβής Αυγούστα του Βυζαντίου.
       Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 399. Ήταν η μεγαλύτερη κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου (395-408) και της Ευδοξίας και αδελφή του Θεοδοσίου Β΄ (408-450). Είχε δε την τιμή να λάβει το άγιο Βάπτισμα από τον ιερό Χρυσόστομο. Αν και βρέθηκε μέσα στην χλιδή των ανακτόρων και συναναστρέφονταν και με ραδιούργους παλατιανούς, είχε καλλιεργήσει στην ψυχή της βαθειά πίστη στο Θεό και απόκτησε σπάνιες αρετές.
      Μετά το θάνατο του πατέρα της Αρκαδίου, το 408, η Πουλχερία, εννέα μόλις ετών, ανάλαβε την κηδεμονία του επτάχρονου αδελφού της Θεοδοσίου Β΄, ο οποίος ανάλαβε τον αυτοκρατορικό θρόνο, ως ο νόμιμος διάδοχος του πατέρα τους. Παρά το παιδικό της ηλικίας της, τη διέκρινε σπάνια ωριμότητα και σωφροσύνη. Το πρώτο, που έκαμε ήταν να διαπλάσει το χαρακτήρα του αδελφού της, ώστε να βασιλέψει θεοφιλώς. Του παραστάθηκε με αφοσίωση και προσπάθησε να σταλάξει στην ψυχή του τις αρχές της χριστιανικής πίστεως και να του καλλιεργήσει τις ευαγγελικές αρετές. Τον ήθελε να ξεχωρίζει από τους άλλους ηγεμόνες της εποχής του, οι οποίοι μεθούσαν από την εξουσία και συμπεριφέρονταν με αλαζονεία και τυραννία στους υπηκόους τους. Θεωρούσε την βασιλική και κάθε άλλη εξουσία ως διακονία, έχοντας υπόψη της τα λόγια του Χριστού: «ος αν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος αν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος»  (Μαρκ.9,42-44).
      Όμως ο Θεοδόσιος δεν διέθετε τα απαιτούμενα προσόντα να επιτελέσει τα υψηλά του καθήκοντα, σε αντίθεση με την Πουλχερία, η οποία διακρινόταν για την δυναμικότητά της, τη σωφροσύνη της και την αξιολογότατη μόρφωσή της. Διέθετε μια σπάνια σωματική ομορφιά και έναν πλουσιότατο ψυχικό κόσμο. Σπούδασε τις επιστήμες της εποχής της και μιλούσε, εκτός από τη λατινική γλώσσα, και την ελληνική. Θαύμαζε τον ελληνικό πολιτισμό και μελετούσε τους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους. Ήταν αξιολάτρευτη για την πραότητά της, την ευγένειά της,  την ανεκτικότητά της, τη σεμνότητά της και την έκδηλη αγάπη της για το λαό.
       Το 414, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών αναδείχτηκε Αυγούστα, με τη θέληση του αδελφού της Θεοδοσίου.  Υπήρξε δε πραγματικός ηγεμόνας του απέραντου βυζαντινού κράτος, ως το τέλος της βασιλείας του Θεοδοσίου (450), το οποίο σημείωσε ημέρες δόξας, χάρις στην συγκυβέρνηση με την δυναμική και σώφρονα Πουλχερία. Η ίδια αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στο Θεό και στο λαό. Αποφάσισε να μείνει σε όλη τη στη ζωή παρθένος και γι’ αυτό φορούσε συνεχώς τη  μοναχική καλύπτρα. Προσευχόταν και νήστευε, μη συμμετέχοντας στα πολυτελή τραπέζια του παλατίου. Παράλληλα άρχισε την αναδιοργάνωση του κράτους με την εποπτεία της. Αναδιοργάνωσε το στρατό, εξασφαλίζοντας εξωτερική ασφάλεια και ευημερία στους υπηκόους. Σε κάθε της απόφαση προηγούνταν θερμή προσευχή στο Θεό. Φρόντισε δε να έχει κοντά της ευσεβείς και ειδήμονες συμβούλους όλα τα χρόνια της εξουσία της.
       Ασκούσε μεγάλη επιρροή στον αδελφό της αυτοκράτορα Θεοδόσιο, στερούμενος, όπως προαναφέραμε, προσόντων και αποφασιστικότητας, στην οποία άκουε και υπολήπτονταν και έτρεφε για το πρόσωπό της απεριόριστη εμπιστοσύνη. Ο δε λαός την υπεραγαπούσε, για τη συνετή και φιλολαϊκή της διακυβέρνηση.
       Η αγάπη της για την ελληνική παιδεία και τον ελληνικό πολιτισμό την ώθησε να νυμφεύσει τον Θεοδόσιο, με τη λόγια κόρη του αθηναίου φιλοσόφου Ηρακλείτου Αθηναΐδα, η οποία έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, βαπτίσθηκε και ονομάστηκε Ευδοκία. Σκοπός της Πουλχερίας ήταν να μεταλαμπαδευτεί στη Βασιλεύουσα ο ελληνικός πολιτισμός. Και πράγματι, η Αθηναΐδα έφερε μαζί της εκατοντάδες φιλοσόφους και διδασκάλους, οι οποίοι μετέβαλαν την Κωνσταντινούπολη σε «μικρή Αθήνα». Μεγάλης σημασίας γεγονός υπήρξε η ίδρυση, το 425, με τη φροντίδα της Πουλχερίας και την αρωγή της Ευδοκίας, το φημισμένο «Πανδιδακτήριο» (Πανεπιστήμιο) της Κωνσταντινουπόλεως, το πρώτο οργανωμένο πανεπιστήμιο της Ευρώπης και του κόσμου! Επίσης σημαντικό γεγονός υπήρξε και η καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας, ως επίσημης γλώσσας του κράτους. Τα δύο αυτά μεγάλα γεγονότα υπήρξαν η απαρχή για τον εξελληνισμό του Ρωμαϊκού κράτους. 
        Η Πουλχερία πρωτοστάτησε και για την περιφρούρηση της ορθοδόξου πίστεως. Με δική της δυναμική παρέμβαση, πέτυχε να πείσει τον Θεοδόσιο να συγκαλέσει την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία καταδίκασε την αίρεση του Νεστορίου. Φρόντισε ακόμα να χτίσει λαμπρούς ναούς, όπως το ναό των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη  και μοναστήρια, όπως τις Μονές Εσφιγμένου και Ξηροποτάμου στο Άγιον Όρος. Ίδρυσε πλήθος ευαγών ιδρυμάτων (νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ορφανοτροφεία, κλπ), όπου έβρισκαν ανακούφιση χιλιάδες ενδεείς. Το 438 φρόντισε να αρθεί μια μεγάλη αδικία που διέπραξαν οι γονείς της Αρκάδιος και Ευδοξία. Να αποκαταστήσει τη μνήμη του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και να μεταφέρει τα λείψανά του στη Βασιλεύουσα, παρακαλώντας γονατιστή τον άγιο να συγχωρήσει τους διώκτες του γονείς της.
       Οι αιρετικοί νεστοριανοί την μισούσαν θανάσιμα και πέτυχαν με συκοφαντίες, να την απομακρύνουν από το θρόνο, αλλά για λίγο, διότι το 450 πέθανε ο Θεοδόσιος και έμεινε αυτή, ως η μόνη νόμιμη διάδοχος του θρόνου. Όντας 52 ετών νυμφεύτηκε τον ευσεβή συγκλητικό Μαρκιανό (450-457), στον οποίο παρέδωσε το θρόνο, με την προϋπόθεση να σεβαστεί την απόφασή της να μείνει παρθένα. Εκείνος σεβάστηκε την απόφασή της, διότι ήταν το ίδιο θεοσεβής με την Πουλχερία. Το 451 συγκάλεσαν την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα, η οποία καταδίκασε την αίρεση του μονοφυσιτισμού. Ο Μαρκιανός και η Πουλχερία είχαν μια σύντομη βασιλεία, την οποία αφιέρωσαν στη στήριξη της Ορθοδοξίας και στην φιλανθρωπία.

      Το 453 σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών κοιμήθηκε ειρηνικά η Πουλχερία, αφιερώνοντας την περιουσία της στους φτωχούς. Τη θρήνησε ολόκληρη η αυτοκρατορία και η Εκκλησία την ανακήρυξε αγία. Η μνήμη της εορτάζεται στις 10 Σεπτεμβρίου. Ο Μαρκιανός κοιμήθηκε το 457 και ανακηρύχτηκε και αυτός άγιος.  

Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2021

Η αγία Σοφία και οι αγίες κόρες της Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη




Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΙΕΣ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ, ΠΙΣΤΙΣ, ΕΛΠΙΣ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ
        Η οικογένεια αποτελεί πρώτιστη αξία για την χριστιανική μας πίστη, η οποία χαρακτηριζόταν στην αρχαία εποχή ως «κατ οίκον εκκλησία». Μια από αυτές τις άγιες οικογένειες υπήρξε και αυτή της αγίας Σοφίας και των θυγατέρων της, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.

      Έζησαν τον 2ο μ. Χ. αιώνα, όταν βασίλευε στη Ρώμη ο ειδωλολάτρης και έκφυλος αυτοκράτορας Αδριανός (117-138). Κατάγονταν από την Ιταλία. Η Σοφία είχε ευγενή καταγωγή. Χήρεψε πολύ νέα, μένοντας με τις τρεις θυγατέρες της. Ζούσε ενάρετη και αγνή ζωή, μεγαλώνοντας τα τρία βλαστάρια της ως αληθινές Χριστιανές κόρες, διαφέροντας από τις κόρες των ειδωλολατρών, τις οποίες μεγάλωναν μέσα στην ακολασία, που υπαγόρευε η λατρεία των ανήθικων «θεών» τους. Τους έδωσε, όχι τυχαία, τα ονόματα των τριών κορυφαίων χριστιανικών αρετών, που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, «νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη» (Α΄ Κορ.13,13).    
      Για κάποιο λόγο αναγκάστηκε να μεταβεί μαζί με τις κόρες της να ζήσει στη Ρώμη, στη μεγάλη πόλη, όπου κυριαρχούσε η πιο χυδαία μορφή της ειδωλολατρίας και άκμαζε η ακολασία, όπου συνέχιζαν να βιώνουν με ακρίβεια τη χριστιανική ζωή, χωρίς να τις αγγίζει η ηθική κατάπτωση των ειδωλολατρών. Προσπαθούσαν δε να δείχνουν με το παράδειγμά τους τη νέα εν Χριστώ ζωή. Οι ειδωλολάτρες όμως ρωμαίοι, οι οποίοι μισούσαν θανάσιμα τους Χριστιανούς τις κατάγγειλαν στις αρχές ότι δεν τιμούν τους «θεούς» της αυτοκρατορίας και δεν συμμετέχουν στην καθιερωμένη θυσία προς τιμήν του «θεού» αυτοκράτορα. Αυτό άλλωστε σήμαινε για τους ρωμαϊκούς νόμους με έσχατη προδοσία και τιμωρούνταν με θάνατο, αν δεν άλλαζαν γνώμη.
     Ο Αντίοχος, διοικητής της Ρώμης, ενημέρωσε τον Αδριανό, ότι η πατρικία Σοφία, μαζί με τις τρεις κόρες της είναι Χριστιανές. Ο αυτοκράτορας διέταξε να τις συλλάβουν και να τις οδηγήσουν δέσμιες μπροστά του. Προσπάθησε με κολακείες να τις μεταπείσει να αρνηθούν την πίστη τους και να θυσιάσουν στα είδωλα. Κατόπιν τις ξεχώρισε, φυλάκισε χωριστά τη μητέρα από τις κόρες της, ώστε να μη μπορούν να ενθαρρύνονται μεταξύ τους. Όμως η Σοφία βρήκε τον τρόπο και επικοινώνησε με τις κόρες της, στις οποίες σύστησε εμμονή στην πίστη τους με κάθε τίμημα. Εκείνες απάντησαν στη μητέρα τους ότι δεν πρόκειται να προδώσουν την πίστη τους στο Χριστό, αψηφώντας ακόμα και τις απειλές των φρικτών μαρτυρίων και του θανάτου. Ας σημειωθεί πως η Πίστις ήταν δώδεκα χρονών, η Ελπίδα δέκα και η Αγάπη εννέα! 
      Ο δικαστής, με κολακείες και απειλές προσπαθούσε να μεταπείσει τις αγνές Χριστιανές κόρες να θυσιάσουν στα είδωλα. Αλλά εκείνες με ένα στόμα του απαντούσαν ότι ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής τους και πως δεν είχαν σκοπό να προδώσουν την αγάπη τους και την πίστη τους για Εκείνον. Εκείνος, ενώ θαύμασε το ηρωικό φρόνημα των τριών ανήλικων κοριτσιών, γέμισε με οργή την ψυχή του. Αποφάσισε να τις χωρίσει, φυλακίζοντάς τες σε ξεχωριστά κελιά, ελπίζοντας πως θα μπορούσε ευκολότερα θα τους άλλαζε γνώμη.
       Τότε ξεκίνησαν τα μαρτύρια. Άρχισαν από την Πίστη. Την οδήγησαν μπροστά του, παροτρύνοντάς την να θυσιάσει στη «θεά» Αρτέμιδα, όπως έκαναν οι παρθένες των ειδωλολατρών. Εκείνη αρνήθηκε και γι’ αυτό την παρέδωσε στους βασανιστές της. Την έγδυσαν και την μαστίγωσαν μέχρι λιποθυμίας. Τις έκοψαν τα στήθη, αλλά αντί να τρέξει αίμα έτρεξε γάλα! Την ξάπλωσαν σε πυρακτωμένη σχάρα και ενώ το άγουρο σώμα της βασανιζόταν, εκείνη υμνούσε το Θεό. Μετά την έριξαν σε πυρακτωμένο καζάνι με πίσσα, όμως διασώθηκε θαυματουργικά, προκαλώντας το θαυμασμό των δημίων της. Στο τέλος την αποκεφάλισαν.
       Ύστερα έφεραν μπροστά του την Ελπίδα, την οποία προέτρεψε να θυσιάσει στην Αρτέμιδα. Εκείνη αρνήθηκε με θάρρος και στηλίτευσε την τακτική τους να της ζητούν να πράξει αντίθετα με την πίστη της. Την υπέβαλλαν στα μαρτύρια. Αφού την έγδυσαν την μαστίγωσαν άγρια με βούνευρα. Μετά την έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι, όμως ο Θεός τη διέσωσε για να δείξει στους ειδωλολάτρες τη δύναμή Του. Τη συνέχεια την κρέμασαν σε ξύλο και τις ξέσχιζαν τις παιδικές σάρκες της με σιδερένια νύχια και στη συνέχεια την έριξαν σε κοχλάζουσα πίσσα. Ο Θεός και πάλι τη διέσωσε προς καταισχύνη των βασανιστών της. Εκείνοι εξοργισμένοι της απέκοψαν το κεφάλι.
       Κατόπιν ήρθε η σειρά της εννιάχρονης Αγάπης. Πίστευαν πως το μαρτύριο και ο θάνατος των αδελφών της θα ήταν αρκετό να κάμψει την παιδική της ψυχή και να θυσιάσει στην απαίσια «θεά». Όμως και εκείνη ομολόγησε με περισσό θάρρος την πίστη της στο Χριστό και αποζήτησε το μαρτύριο να πάει να συναντήσει τις άγιες και ηρωικές αδελφές της στον ουρανό. Τότε οι δήμιοι την κρέμασαν και της τέντωσαν τα παιδικά της μέλη, ώστε έσπασαν οι αρθρώσεις των οστών της. Μετά την οδήγησαν και αυτή στο πυρακτωμένο καμίνι. Όταν έφτασαν εκεί η ηρωική κόρη πήδησε μόνη της στις θεριεμένες φλόγες. Αλλά έγινε και πάλι το θαύμα, οι φλόγες δεν την άγγιξαν! Οι φλόγες μάλιστα έφυγαν από το καμίνι, πέφτοντας επάνω στους ειδωλολάτρες, κατακαίοντας πολλούς! Στο τέλος την αποκεφάλισαν και αυτή, ολοκληρώνοντας την τριπλή θυσία.
      Η μητέρα τους Σοφία αφέθηκε να πλησιάσει τα ιερά λείψανα των ηρωικών θυγατέρων της. Τα αγκάλισε, τα καταφίλησε με δάκρυα, ευχαριστώντας το Θεό που τα άγια βλαστάρια της δεν πρόδωσαν το Χριστό και αξιώθηκε η ίδια να γίνει μητέρα Μαρτύρων. Ύστερα τα μύρωσε και στη συνέχεια τα έθαψε με τιμές σε κοντινό μυστικό ναΐσκο. Ύστερα από τρεις ημέρες, και ενώ προσευχόταν πάνω από τους τάφους των Μαρτύρων θυγατέρων της, παρακαλούσε το Θεό να την πάρει από αυτό τον κόσμο και να την οδηγήσει κοντά στις κόρες της. Ο Θεός εισάκουσε την προσευχή της και ξεψύχησε την ίδια στιγμή. Η ιερή τους μνήμη εορτάζεται στις 17 Σεπτεμβρίου.     
πηγη.ΑΚΤΙΝΕΣ

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

Ἡ ἁγία Σοφία καὶ οἱ ἁγίες κόρες της Πίστη, Ἐλπίδα καὶ Ἀγάπη


Λάμπρου Σκόντζου


Η οἰκογένεια ἀποτελεῖ πρώτιστη ἀξία γιὰ τὴν χριστιανική μας πίστη, ἡ ὁποία χαρακτηριζόταν στὴν ἀρχαία ἐποχὴ ὡς «κὰτ οἶκον ἐκκλησία». Μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἅγιες οἰκογένειες ὑπῆρξε καὶ αὐτὴ τῆς ἁγίας Σοφίας καὶ τῶν θυγατέρων της, Πίστεως, Ἐλπίδος καὶ Ἀγάπης.
Ἔζησαν τὸν 2ο μ. Χ. αἰώνα, ὅταν βασίλευε στὴ Ρώμη ὁ εἰδωλολάτρης καὶ ἔκφυλος αὐτοκράτορας Ἀδριανὸς (117-138). Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰταλία. Ἡ Σοφία εἶχε εὐγενῆ καταγωγή. Χήρεψε πολὺ νέα, μένοντας μὲ τὶς τρεῖς θυγατέρες της. Ζοῦσε ἐνάρετη καὶ ἁγνὴ ζωή, μεγαλώνοντας τὰ τρία βλαστάρια της ὡς ἀληθινὲς Χριστιανὲς κόρες, διαφέροντας ἀπὸ τὶς κόρες τῶν εἰδωλολατρῶν, τὶς ὁποῖες μεγάλωναν μέσα στὴν ἀκολασία, ποὺ ὑπαγόρευε ἡ λατρεία τῶν ἀνήθικων «θεῶν» τους. Τοὺς ἔδωσε, ὄχι τυχαία, τὰ ὀνόματα τῶν τριῶν κορυφαίων χριστιανικῶν ἀρετῶν, ποὺ ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη» (Ἃ΄ Κόρ.13,13).
Γιὰ κάποιο λόγο ἀναγκάστηκε νὰ μεταβεῖ μαζὶ μὲ τὶς κόρες της νὰ ζήσει στὴ Ρώμη, στὴ μεγάλη πόλη, ὅπου κυριαρχοῦσε ἡ πιὸ χυδαία μορφὴ τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ἄκμαζε ἡ ἀκολασία, ὅπου συνέχιζαν νὰ βιώνουν μὲ ἀκρίβεια τὴ χριστιανικὴ ζωή, χωρὶς νὰ τὶς ἀγγίζει ἡ ἠθικὴ κατάπτωση τῶν εἰδωλολατρῶν. Προσπαθοῦσαν δὲ νὰ δείχνουν μὲ τὸ παράδειγμά τους τὴ νέα ἐν Χριστῷ ζωή. Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως ρωμαῖοι, οἱ ὁποῖοι μισοῦσαν θανάσιμά τους Χριστιανοὺς τὶς κατάγγειλαν στὶς ἀρχὲς ὅτι δὲν τιμοῦν τοὺς «θεοὺς» τῆς αὐτοκρατορίας καὶ δὲν συμμετέχουν στὴν καθιερωμένη θυσία πρὸς τιμὴν τοῦ «θεοῦ» αὐτοκράτορα. Αὐτὸ ἄλλωστε σήμαινε γιὰ τοὺς ρωμαϊκοὺς νόμους μὲ ἔσχατη προδοσία καὶ τιμωροῦνταν μὲ θάνατο, ἂν δὲν ἄλλαζαν γνώμη.
Ὁ Ἀντιοχος, διοικητὴς τῆς Ρώμης, ἐνημέρωσε τὸν Ἀδριανό, ὅτι ἡ πατρικία Σοφία, μαζὶ μὲ τὶς τρεῖς κόρες της εἶναι Χριστιανές. Ὁ αὐτοκράτορας διέταξε νὰ...


τὶς συλλάβουν καὶ νὰ τὶς ὁδηγήσουν δέσμιες μπροστά τοῦ. Προσπάθησε μὲ κολακεῖες νὰ τὶς μεταπείσει νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Κατόπιν τὶς ξεχώρισε, φυλάκισε χωριστὰ τὴ μητέρα ἀπὸ τὶς κόρες της, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν νὰ ἐνθαρρύνονται μεταξύ τους. Ὅμως ἡ Σοφία βρῆκε τὸν τρόπο καὶ ἐπικοινώνησε μὲ τὶς κόρες της, στὶς ὁποῖες σύστησε ἐμμονὴ στὴν πίστη τους μὲ κάθε τίμημα. Ἐκεῖνες ἀπάντησαν στὴ μητέρα τους ὅτι δὲν πρόκειται νὰ προδώσουν τὴν πίστη τους στὸ Χριστό, ἀψηφώντας ἀκόμα καὶ τὶς ἀπειλὲς τῶν φρικτῶν μαρτυρίων καὶ τοῦ θανάτου. Ἂς σημειωθεῖ πὼς ἡ Πίστις ἦταν δώδεκα χρονῶν, ἡ Ἐλπίδα δέκα καὶ ἡ Ἀγάπη ἐννέα! Ὁ δικαστής, μὲ κολακεῖες καὶ ἀπειλὲς προσπαθοῦσε νὰ μεταπείσει τὶς ἁγνὲς Χριστιανὲς κόρες νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ἐκεῖνες μὲ ἕνα στόμα τοῦ ἀπαντοῦσαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Νυμφίος τῆς ψυχῆς τους καὶ πὼς δὲν εἶχαν σκοπὸ νὰ προδώσουν τὴν ἀγάπη τους καὶ τὴν πίστη τους γιὰ Ἐκεῖνον. Ἐκεῖνος, ἐνῶ θαύμασε τὸ ἡρωικὸ φρόνημα τῶν τριῶν ἀνήλικων κοριτσιῶν, γέμισε μὲ ὀργὴ τὴν ψυχή του. Ἀποφάσισε νὰ τὶς χωρίσει, φυλακίζοντας τὲς σὲ ξεχωριστὰ κελιά, ἐλπίζοντας πὼς θὰ μποροῦσε εὐκολότερα θὰ τοὺς ἄλλαζε γνώμη.

Τότε ξεκίνησαν τὰ μαρτύρια. Ἄρχισαν ἀπὸ τὴν Πίστη. Τὴν ὁδήγησαν μπροστά τοῦ, παροτρύνοντας τὴν νὰ θυσιάσει στὴ «θεὰ» Ἀρτέμιδα, ὅπως ἔκαναν οἱ παρθένες τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἐκείνη ἀρνήθηκε καὶ γι’ αὐτὸ τὴν παρέδωσε στοὺς βασανιστές της. Τὴν ἔγδυσαν καὶ τὴν μαστίγωσαν μέχρι λιποθυμίας. Τῆς ἔκοψαν τὰ στήθη, ἀλλὰ ἀντὶ νὰ τρέξει αἷμα ἔτρεξε γάλα! Τὴν ξάπλωσαν σὲ πυρακτωμένη σχάρα καὶ ἐνῶ τὸ ἄγουρο σῶμα τῆς βασανιζόταν, ἐκείνη ὑμνοῦσε τὸ Θεό. Μετὰ τὴν ἔριξαν σὲ πυρακτωμένο καζάνι μὲ πίσσα, ὅμως διασώθηκε θαυματουργικά, προκαλώντας τὸ θαυμασμὸ τῶν δημίων της. Στὸ τέλος τὴν ἀποκεφάλισαν.

Ὕστερα ἔφεραν μπροστά τοῦ τὴν Ἐλπίδα, τὴν ὁποία προέτρεψε νὰ θυσιάσει στὴν Ἀρτέμιδα. Ἐκείνη ἀρνήθηκε μὲ θάρρος καὶ στηλίτευσε τὴν τακτική τους νὰ τῆς ζητοῦν νὰ πράξει ἀντίθετα μὲ τὴν πίστη της. Τὴν ὑπέβαλλαν στὰ μαρτύρια. Ἀφοῦ τὴν ἔγδυσαν τὴν μαστίγωσαν ἄγρια μὲ βούνευρα. Μετὰ τὴν ἔριξαν σὲ πυρακτωμένο καμίνι, ὅμως ὁ Θεὸς τὴ διέσωσε γιὰ νὰ δείξει στοὺς εἰδωλολάτρες τὴ δύναμή Του. Στή συνέχεια τὴν κρέμασαν σὲ ξύλο καὶ τὶς ξέσχιζαν τὶς παιδικὲς σάρκες της μὲ σιδερένια νύχια καὶ στὴ συνέχεια τὴν ἔριξαν σὲ κοχλάζουσα πίσσα. Ὁ Θεὸς καὶ πάλι τὴ διέσωσε πρὸς καταισχύνη τῶν βασανιστῶν της. Ἐκεῖνοι ἐξοργισμένοι τῆς ἀπέκοψαν τὸ κεφάλι.

Κατόπιν ἦρθε ἡ σειρὰ τῆς ἐννιάχρονης Ἀγάπης. Πίστευαν πὼς τὸ μαρτύριο καὶ ὁ θάνατος τῶν ἀδελφῶν της θὰ ἦταν ἀρκετὸ νὰ κάμψει τὴν παιδική της ψυχὴ καὶ νὰ θυσιάσει στὴν ἀπαίσια «θεά». Ὅμως καὶ ἐκείνη ὁμολόγησε μὲ περισσὸ θάρρος τὴν πίστη της στὸ Χριστὸ καὶ ἀποζήτησε τὸ μαρτύριο νὰ πάει νὰ συναντήσει τὶς ἅγιες καὶ ἡρωικὲς ἀδελφές της στὸν οὐρανό. Τότε οἱ δήμιοι τὴν κρέμασαν καὶ τῆς τέντωσαν τὰ παιδικά της μέλη, ὥστε ἔσπασαν οἱ ἀρθρώσεις τῶν ὀστῶν της. Μετὰ τὴν ὁδήγησαν καὶ αὐτὴ στὸ πυρακτωμένο καμίνι. Ὅταν ἔφτασαν ἐκεῖ ἡ ἡρωικὴ κόρη πήδησε μόνη τῆς στὶς θεριεμένες φλόγες. Ἀλλὰ ἔγινε καὶ πάλι τὸ θαῦμα, οἱ φλόγες δὲν τὴν ἄγγιξαν! Οἱ φλόγες μάλιστα ἔφυγαν ἀπὸ τὸ καμίνι, πέφτοντας ἐπάνω στοὺς εἰδωλολάτρες, κατακαίοντας πολλούς! Στὸ τέλος τὴν ἀποκεφάλισαν καὶ αὐτή, ὁλοκληρώνοντας τὴν τριπλῆ θυσία.

Ἡ μητέρα τους, Σοφία, ἀφέθηκε νὰ πλησιάσει τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν ἡρωικῶν θυγατέρων της. Τὰ ἀγκάλισε, τὰ καταφίλησε μὲ δάκρυα, εὐχαριστώντας τὸ Θεὸ ποὺ τὰ ἅγια βλαστάρια της δὲν πρόδωσαν τὸ Χριστὸ καὶ ἀξιώθηκε ἡ ἴδια νὰ γίνει μητέρα Μαρτύρων. Ὕστερα τὰ μύρωσε καὶ στὴ συνέχεια τὰ ἔθαψε μὲ τιμὲς σὲ κοντινὸ μυστικὸ ναΐσκο. Ὕστερα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, καὶ ἐνῶ προσευχόταν πάνω ἀπὸ τοὺς τάφους τῶν Μαρτύρων θυγατέρων της, παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τὴν πάρει ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσμο καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσει κοντὰ στὶς κόρες της. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὴν προσευχή της καὶ ξεψύχησε τὴν ἴδια στιγμή. Ἡ ἱερή τους μνήμη ἑορτάζεται στὶς 17 Σεπτεμβρίου.
ΠΗΓΗ.ΡΩΜΕΙΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
-----------------------------------------------------------

Βασανιστήρια και τελείωση της δεκάχρονης Αγίας Ελπίδας (17 Σεπτεμβρίου)


 

agia_sofia_kai_oi_thugateres_pistis_elpis_agapi_813 copyΑλλά ο ανόσιος εκείνος δικαστής δεν μπορούσε να υποφέρει την καταισχύνη, και σκεφτόταν να εξαλείψει την ήττα του από τις δύο άλλες. Βεβαίως όμως και από αυτές επίσης νικήθη­κε και καταντροπιάστηκε· και μάλιστα πολύ περισσότερο.

Ευθύς αμέσως κάλεσε τη δεύτερη κόρη της Σοφίας, την Ελπίδα, και της είπε: «Πείσου σ’ έμενα, νεαρή μου, και προ­σκύνησε την Άρτεμη, την μέγιστη θεά· μετά φύγε πολύ χαρού­μενη». Εκείνη όμως, η όντως ακαταίσχυντη Ελπίς, του είπε: «Όπως πίστεψες ότι εγώ είμαι αδελφή της προηγούμενης, της οποίας και έλαβες πείρα, έτσι να πειστείς και στη γνώμη μου και την απόφασή μου να αποδειχθώ και στην πράξη αδελφή εκείνης. Και βέβαια να ξέρεις ότι δεν υπάρχει τίποτε απολύτως, ούτε από τα ευχάριστα ούτε από τα δυσάρεστα, το οποίο να με μεταπείθει από τη γνώμη μου αυτή και την απόφασή μου».

Μόλις ο δικαστής άκουσε τα λόγια αυτά, έκρινε μάταιο και περιττό να συνεχίσει τις ερωτήσεις και προχώρησε ευθύς αμέσως στην επιβολή βασανιστηρίων. Λοιπόν, αφού της έβγαλαν την εσθήτα και τη γύμνωσαν, ο αδίστακτος εκείνος δικαστής πρόσταζε να τη μαστιγώσουν και αυτή με ωμά βούνευρα. Η δε Μάρτυς, επειδή υποβαλλόταν σε ίσο προς την αδελφή της βασανιστήριο, έδειχνε και ίση καρτερία και υπομονή. Ο θυμός όμως του δικαστή άνα­ψε μεγαλύτερος. Έτσι λοιπόν πρόσταξε αμέσως και έριξαν τη σεμνή νεάνιδα μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο. Αλλά ο Θε­ός της αδελφής της φρόντιζε εξίσου και γι’ αυτήν. Έγινε δη­λαδή και τώρα κάτι παραπλήσιο προς τη βαβυλώνια φλόγα: έριξαν τη μάρτυρα στο πυρ, πλην όμως εκείνο δεν την άγγιξε ούτε το παραμικρό. Βγαίνοντας δε η Μάρτυς από την κάμινο του πυρός σώα και αβλαβής, έκανε μια ολόθερμη ευχαριστή­ρια και ικετήρια προσευχή στον Θεό. Ευχαριστήρια, διότι διατηρήθηκε αβλαβής από τα βασανιστήρια στα οποία είχε υποβληθεί ως εκείνη τη στιγμή· ικετήρια, για αυτά που έμελλε να ακολουθήσουν, ώστε με όλα να δοξαστεί το όνομα του Θεού και να καταισχυνθούν οι ασεβείς.

Παρ’ όλα αυτά, ο άνομος δικαστής δεν σεβάστηκε τη Μάρτυρα· την οποία, όπως φάνηκε, τη σεβάστηκε και αυτό τούτο το άψυχο πυρ και δεν την άγγιξε καθόλου. Έτσι λοιπόν ο ανόσιος πρόσταξε να την κρεμάσουν σε ένα ξύλο και να της κα­ταξεσκίσουν το σώμα με σιδερένια νύχια. Αλλά και κατά το βασανιστήριο αυτό η Μάρτυς έδειχνε την ίδια με τα προηγού­μενα ευψυχία. Για τούτο μια χάρη δαψιλής καταύγαζε τα μάτια της, ενώ από τα ξεσκιζόμενα μέλη του σώματός της έβγαινε μια άρρητη ευωδία. Με ένα δε απαλότατο μειδίαμα και ανεπαίσθητο στα χείλη η Ελπίς είπε στον δικαστή: «Εσύ, μιαρέ φο­νιά, νομίζεις πως με τα βασανιστήρια θα με αποδυναμώσεις· εγώ όμως, τονωμένη και δυναμωμένη από τον Χριστό μου, έχω τη βεβαιότητα ότι Εκείνος εσένα θα σε αποδυναμώσει και θα σε αποδείξει άπρακτο. Εσένα που κήρυξες πόλεμο σε μια γυ­ναίκα, και μάλιστα πολύ νεαρή, η οποία δεν έχει καμιάν άλλην αρωγή και στήριγμα, παρά μόνο τον αψευδή Θεό».

Ο δικαστής έγινε έξω φρενών από τα λόγια αυτά της Μάρ­τυρος. Έτσι λοιπόν πρόσταξε να γεμίσουν ένα λέβητα με πίσ­σα και ρητίνη (=ρετσίνι) και, αφού πρώτα τον θερμάνουν μέ­χρι που αυτά να κοχλάσουν, να ρίξουν την Αγία μέσα σ’ αυτόν. Με την επέμβαση όμως, ως συνήθως, του Θεού ο λέ­βητας διαλύθηκε σαν κερί από το πυρ, ενώ το κοχλαστό μείγμα της πίσσας και της ρητίνης χύθηκε απότομα έξω και κατέκαψε πολλούς από τους ειδωλολάτρες που στέκονταν ολόγυρα.

Αλλά, ακόμη και ύστερα από αυτά, εκείνος ο τυφλός στον νου δικαστής δεν μπορούσε να καταλάβει ποιά ήταν η δύνα­μη που επιτελούσε τα θαύματα. Όθεν, αν και σε όλα όσα αυτός έπραξε, αποκόμισε την ήττα, νικήθηκε δηλαδή, βρισκόμενος σε αμηχανία πλέον και ωσάν βέβαια να έπραττε εκείνο που η Μάρτυς επιθυμούσε, αποφάσισε την διά ξίφους θανά­τωσή της. Πήρε δηλαδή την ίδια απόφαση που είχε πάρει και για την αδελφή της.

Μόλις η Ελπίς άκουσε την απόφαση του δικαστή, ζήτησε και αυτή επίσης, όπως είχε πράξει και η αδελφή της, την εξόδια μητρική προσευχή, ενώ παράλληλα υποκινούσε και ξεσήκωνε προς αγώνες την τρίτη και τελευταία κατά σειρά αδελφή, την Αγάπη, παρέχοντας τον εαυτό της ως ασφαλές υπόδειγμα και επιβεβαιώνοντας την αξιοπιστία των λόγων της από τα βασανι­στήρια που η ίδια υπέστη. Όταν δε η Μάρτυς οδηγήθηκε στον τόπο της τελειώσεώς της, είδε καταγής το λείψανο της πρώτης αδελφής. Αμέσως έπεσε πάνω σ’ αυτό και το αγκάλιαζε και το καταφιλούσε· και από ένα μέρος τιμούσε το λείψανο αυτό ως λείψανο αγίας, από το άλλο συγκινήθηκε, ως αδελφή της και εκδήλωσε με δάκρυα τον πόνο της. Φέρνοντας όμως στη σκέψη της το γεγονός ότι η αδελφή της υπήρξε Μάρτυς, ο πόνος της μεταβλήθηκε πάλι σε απερίγραπτη χαρά και αγαλλίαση. Διότι πώς θα μπορούσε να χύνει δάκρυα για την Αγία, την αδελφή της, προς την οποία και έσπευδε ήδη με τον ίδιο τρόπο τελευτής; Δέ­χθηκε λοιπόν και η Ελπίς τον διά ξίφους θάνατο, και πορεύτη­κε την ωραία πορεία, την μακαρία όντως οδό, η οποία είναι επι­θυμητή σε όλους τους χριστιανούς, αλλά λίγοι τη βρίσκουν.

(Συμεών του Μεταφραστού, Η άθληση και το μαρτύριο των Αγίων Αγάθης, Βαρβάρας, Ευφημίας, Θέκλας, Ιουλιανής, Σοφίας και των θυγατέρων αυτής, εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 168-171. Μετάφραση Γεωργίου Παπαδημητρόπουλου, Θεολόγου, Φιλολόγου-Λυκειάρχου)

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

Αγία Νεομάρτυς Λυγερή, η Χιοπολίτης




ΑΓΙΑ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΛΥΓΕΡΗ Η ΧΙΟΠΟΛΙΤΗΣ

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

Ανάμεσα στην πληθώρα των ηρωικών Νεομαρτύρων μας υπάρχουν και πολλές Χριστιανές κόρες, οι οποίες αντάλλαξαν με τη ζωή τους την ομολογία τους στο Χριστό και διαφύλαξαν την τιμή τους από τους αισχρούς και αλλόθρησκους τυράννους. Μια από αυτές είναι και η αγία και ένδοξος Νεομάρτυς Λυγερή η Χιοπολίτης.

Γεννήθηκε περί το 1804 στο χωριό Ανάβατο του μαρτυρικού νησιού της Χίου, η οποία δοκίμασε το πλέον σκληρό πρόσωπο της τουρκικής δουλείας. Οι γονείς της ήταν απλοϊκοί νησιώτες, οι οποίοι όμως είχαν ακλόνητη πίστη στο Θεό, δίνοντάς τους δύναμη να συνεχίζουν την πικρή ζωή της δουλείας. Να υπομένουν τους εξευτελισμούς, τις αγγαρείες, τη βαριά φορολογία και τον υποβιβασμό τους στην κατηγορία των κτηνών. Ως «άπιστοι», σύμφωνα με το Κοράνιο και τις ισλαμικές παραδόσεις, η ζωή τους είχε μικρή αξία για τους μουσουλμάνους κατακτητές και τυράννους.

Μια από τις μεγάλες χαρές τους ήταν η χαριτωμένη κορούλα τους Λυγερή, ένα πραγματικά θεόσταλτο δώρο στη ζωή τους. Την ανάθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Με την απλοϊκή, αλλά βαθειά πίστη τους στο Θεό, στάλαξαν στην αγνή ψυχή της την πίστη στον αληθινό Τριαδικό Θεό και με το παράδειγμά τους της δίδαξαν την αρετή, τη σεμνότητα, την τιμιότητα και την αγνότητα. Μεγάλωσε και έγινε μια άρτια προσωπικότητα, με πνευματικά χαρίσματα και σπάνιο σωματικό κάλλος. Οι χωριανοί της την αγαπούσαν, την τιμούσαν και τη θαύμαζαν.

Στα 1822 ορίστηκε από την Υψηλή Πύλη (οθωμανική διοίκηση) ένας σκληρός, απάνθρωπος και φιλήδονος πασάς. Η πλειοψηφία των τούρκων αξιωματούχων θεωρούσαν τους υπόδουλους Χριστιανούς ως κτήμα τους και αντικείμενα εκμετάλλευσής τους. Τους άνδρες ως υποζύγια, να εργάζονται και να τους φορολογούν και τις γυναίκες να τις χρησιμοποιούν, τις μεν όμορφες και νεαρές για την ικανοποίηση των κτηνωδών ορέξεων τους, τις δε άσχημες και προχωρημένης ηλικίας για υπηρέτριες των σπιτιών τους. Όποια γυναίκα τους άρεσε, χωρίς να ρωτήσουν την ίδια, ή τους οικείους της, την άρπαζαν και την έκλειναν στα σκοτεινά και αμαρτωλά χαρέμια τους.

Ο ακόλαστος αυτός πασάς, σε μια από τις περιοδείες του στο νησί έτυχε να δει την δεκαοχτάχρονη τότε Λυγερή. Η ομορφιά της και το αρχοντικό της παράστημα του έκαμε εντύπωση και την επιθύμησε ερωτικά. Έδωσε εντολή να την οδηγήσουν μπροστά του και με παρακάλια και ταξίματα της ζήτησε να ενδώσει στις αμαρτωλές του έξεις. Της έταξε πλούτη, δόξα, τιμές και δύναμη, αν ήθελε να την πάρει στο σαράι του. Να την κάμει ερωμένη του. Αλλά εκείνη, χωρίς να το σκεφτεί καθόλου, απέρριψε τις ανήθικες προτάσεις του. Μάλιστα σήκωσε το κεφάλι της προς τον ουρανό, στο Νυμφίο της ψυχής της, προς τον Οποίο προσεύχονταν μυστικά, για να την ενδυναμώσει και να μη πέσει θύμα των δολωμάτων του πασά. Αναλογιζόταν τα ουράνια αγαθά, τα άφθαρτα και αιώνια, ασύγκριτα ανώτερα από αυτά που της έταζε ο ακόλαστος μουσουλμάνος αξιωματούχος. Σκεφτόταν την ατέρμονη Βασιλεία των Ουρανών, η οποία δεν έχει καμιά ομοιότητα με την σαθρή και τυραννική βασιλεία των τυράννων αλλοθρήσκων Οθωμανών.

Ο πασάς προσπάθησε να συγκρατήσει το θυμό του, ελπίζοντας ότι με τον καιρό θα την έπειθε να ικανοποιήσει την αμαρτωλή του επιθυμία. Έστελνε συχνά ανθρώπους του στο χωριό της, παρακαλώντας την και παροτρύνοντάς την να δεχτεί τις προτάσεις του. Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο θέριευε το αμαρτωλό του πάθος για την Χριστιανή κοπέλα. Αλλά εκείνη έμεινε αμετάπειστη.

Στις 6 Σεπτεμβρίου του έτους 1822 οι κάτοικοι του χωριού είχαν πανηγύρι, γιόρταζαν την εορτή του εν «Χώναις θαύματος» του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, όπου ο Ταξιάρχης των ουρανίων δυνάμεων είχε σώσει θαυματουργικά την πόλη της Μ. Ασίας. Αυτή την ημέρα διάλεξε ο ακόλαστος πασάς να αρπάξει την Λυγερή. Έστειλε ένα απόσπασμα στρατιωτών, για να τη συλλάβουν, την ώρα που οι χωριανοί της γλεντούσαν, χαίρονταν και χόρευαν αμέριμνοι. Οι χωριανοί, βλέποντας τους τούρκους στρατιώτες αναστατώθηκαν και άρχισαν να τρέχουν να σωθούν. Μόνο η Λυγερή έμεινε ατρόμητη στη θέση της. Της ζήτησαν να τους ακολουθήσει με τη θέλησή της και όταν αυτή αρνήθηκε, την άρπαξαν με το ζόρι και έτρεξαν προς το σημείο που λεγόταν Ελίντα, όπου την περίμενε ο πασάς.

Η Λυγερή προσευχόταν καθ’ οδόν, παρακαλώντας το Χριστό, το Νυμφίο της ψυχής της να την ενδυναμώσει στη νέα περιπέτειά της. Να διατηρήσει ανόθευτη την πίστη της σε Εκείνον και αγνό το κορμί της. Όσο εκείνη αντιστέκονταν, τόσο οι τραχείς και σκληρόκαρδοι στρατιώτες την κακομεταχειρίζονταν, την έβριζαν, την έδερναν και την απειλούσαν. Όταν έφτασαν σε κάποιο απόκρημνο σημείο η Λυγερή πιάστηκε από μια αγριοβερυκοκιά, με τόση δύναμη, ώστε ήταν αδύνατο στους στρατιώτες να την αποκολλήσουν από το δένδρο. Τότε άρχισαν να την κακοποιούν, να τη βρίζουν και να την απειλούν περισσότερο. Την βλασφημούσαν και την απειλούσαν ότι θα την σκότωναν επί τόπου, αν δεν άφηνε το δένδρο. Εκείνη απαντούσε: «Εγώ Χριστιανή γεννήθηκα και Χριστιανή θα πεθάνω, την πίστη δεν αλλάζω. Παρακάτω δεν πρόκειται να πάω, κάντε μου ό, τι θέλετε».

Τότε πλησίασε ένας θηριώδης μαύρος σκλάβος Λαζός, ο οποίος έβγαλε το γιαταγάνι του και της έκοψε το κεφάλι, το άρπαξε και έφυγε τρέχοντας για την Ελίντα. Μερικοί Χριστιανοί τον κυνήγησαν μάταια να του το πάρουν. Το ιερό της σώμα σπαρταρούσε ακέφαλο και πότιζε με το τίμιο αίμα του το χώμα της χιακής γης. Έτρεξε και η μητέρα της, με κλαμένα μάτια, μα και καμάρι, καθότι η κόρη της αξιώθηκε του μαρτυρίου για το Χριστό, πήρε τρεις χούφτες από το αίμα της κάνοντας τρεις σταυρούς στα βράχια. Ο ένας από αυτούς διακρίνεται μέχρι σήμερα. Ο σκλάβος όταν πήγε το κεφάλι στον πασά εκείνος θύμωσε, διότι ήθελε ζωντανή την Λυγερή και αποκεφάλισε το σκλάβο, φεύγοντας λυπημένος για την πόλη της Χίου και υψώνοντας μαύρη σημαία στο πλοιάριό του. Ο τόπος του μαρτυρίου έγινε τόπος προσκυνήματος για τους Χιώτες, οι οποίοι ευλαβούνται την αγία Λυγερή.

Η μνήμη της τιμάται στις 6 Σεπτεμβρίου.

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Η Αγία ένδοξος, θεόστεπτος και Ισαπόστολος Βασίλισσα Πουλχερία η Παρθένος



Αυτή η αγιωτάτη και Ισαπόστολος Βασίλισσα ήταν εγγονή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και αδελφή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του λεγομένου Μικρού.

Ήταν σοφώτατη και ευσεβέστατη και υποσχέθηκε στο Θεό την δια βίου παρθενία και γι’αυτό αναφέρεται ως Πουλχερία η Παρθένος.

Ανέλαβε τη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση στην ευσέβεια του μικροτέρου αδελφού της μέχρι της ενηλικιώσεώς του, αλλά και αργότερα υπήρξε το δεξί χέρι του και ο πραγματικός κυβερνήτης της Αυτοκρατορίας.

Πολύ υπερασπιζόταν την Ορθοδοξία και βοήθησε την Εκκλησία. Οι Πατριάρχες και ο λοιπός κλήρος και ο λαός την σέβονταν και την τιμούσαν πολύ. Τιμήθηκε όσο ελάχιστοι άλλοι βασιλείς για την ευλάβεια, τη σύνεση, τις πολλές αρετές και τις αμέτρητες αγαθοεργίες της. Με ειλικρινή και άπειρο σεβασμό αναφέρονταν σε αυτήν και την επευφημούσαν ως νέα Αγία Ελένη.

Το 450 απεβίωσε ο αδελφός της αυτοκράτορας Θεοδόσιος και η διακυβέρνηση του Κράτους απέμεινε σε αυτήν. Κατανόησε ότι η διακυβέρνηση χρειαζόταν στιβαρώτερα χέρια και, καθ’ υπόδειξη και της Συγκλήτου, έλαβε σύζυγο τον ευλαβέστατο και ενάρετο συγκλητικό Μαρκιανό τον οποίο κατέστησε βασιλέα, υπό τον όρο ότι θα φυλάξει ως τέλους την παρθενία της.

Το 451, μαζί με το Μαρκιανό, ο οποίος συγκαταλέγεται επίσης μεταξύ των Αγίων, συνεκάλεσαν την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία αναθεμάτισε τον Ευτυχή και το Διόσκορο και γενικά τον μονοφυσιτισμό.

Τιμήθηκε ακόμη και εν ζωή ως αγία από όλους τους Επισκόπους και τους Πατριάρχες και ιδιαίτερα από τόν άγιο Λέοντα Πάπα Ρώμης. Είναι εκ των ευλαβεστέρων Βασιλισσών οι οποίες τίμησαν την Εκκλησία. Προς αυτήν απηύθυνε ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας θεολογικώτατες επιστολές του, με τις οποίες αποδεικνύει την δυσσέβεια της αίρεσης του Νεστορίου.

Αυτή πρώτη θέσπισε δια νόμου το «περί του Ελληνιστί διατίθεσθαι» , να χρησιμοποιείται δηλ. η Ελληνική ως επίσημη γλώσσα του Κράτους, ενώ πριν χρησιμοποιόταν η Λατινική.

Η Αγία Πουλχερία επί Πατριαρχείας Αγίου Πρόκλου, συνήργησε στην επαναφορά του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.

Πολλά είναι τα ευαγή ιδρύματα, οι Σχολές, τα Νοσοκομεία, οι Ναοί και οι Μονές, τα οποία οικοδόμησε και πλούτισε ποικιλοτρόπως με προσόδους, προνόμια και άλλα αγαθά, ώστε να μένουν εις δόξαν Θεού και μνημόσυνό της.

Αυτή υπήρξε και η πρώτη κτιτόρισσα της Μονής του Εσφιγμένου, γι’αυτό και δικαίως και πρεπόντως δοξάζεται σε αυτήν αιωνίως.

Το όνομά της φέρει και ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια της Μονής, ο πολυτιμότατος και ανεκτίμητος ομώνυμος Σταυρός.

Η Αγία απήλθε προς Κύριον την 10η Σεπτεμβρίου του έτους 453.

Πηγή: http://www.esphigmenou.gr/index.php?mid=4&sid=101

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2020

Ὁσία Κασσιανὴ ἡ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας - (7 Σεπτεμβρίου)

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ἡ ἑβδομάδα τῶν Παθν», 
τοῦ πρώην Μητροπολίτου Πειραιῶς Καλλινίκου
Ἀπόψε τὰ ἑκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν, ποὺ κατακλύζουν τοὺς ναούς, συναρπάζονται ἀπὸ τὸ περίφημο τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Καὶ εἶναι ὄντως θαυμάσιο σὲ ἔμπνευσι καὶ ὑπέροχο σὲ οἰκοδομητικὰ διδάγματα καὶ ἀφάνταστα δυνατὸ στὴν πλοκὴ τῶν στίχων τὸ ποιητικὸ αὐτὸ ἀριστούργημα.
Ὅμως οἱ πολλοί, ἀπὸ ἄγνοια τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας, κάνουν ἕνα μεγάλο σφάλμα γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς διακεκριμένης ὑμνογράφου. Νομίζουν, ὅτι ἡ Κασσιανὴ ἦταν ἁμαρτωλὴ καὶ ὅτι στὸ τροπάριό της ξεδιπλώνει τὸ δράμα τῆς παραστρατημένης της ψυχῆς.
Αὐτὸ εἶναι μεγάλο σφάλμα, ἀνιστόρητο καὶ ἀντιεπιστημονικό, ποὺ τὸ ἔπλασαν μὲ τήν μυθώδη φαντασία τους ἀναξιόπιστοι χρονογράφοι καὶ μυθιστοριογράφοι. Κάνοντας ἔτσι ἕνα μεγάλο ἀδίκημα στὴ μνήμη τῆς παρθένου, εὐλαβεστάτης καὶ ἐμπνευσμένης ὑμνογράφου. Γι΄ αὐτὸ θἂθελα ἀπόψε σ΄ αὐτὴν νὰ ἀφιερώσουμε τὴν ὁμιλία μας.
Ποιὰ ἦταν ἡ Κασσιανή;
Ὅπως εἶναι ἱστορικὰ ἐξακριβωμένο ἦταν μία...
βυζαντινὴ ἀρχόντισσα. Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολι, κατὰ μὲν τὸν Παπαρηγόπουλο τὸ 802, κατὰ δὲ τὸν Κρουμβάχερ τὸ 810 μ.Χ. Ἀνῆκε σὲ πλουσία καὶ εὐγενῆ οἰκογένεια. Ἦταν προικισμένη μὲ ὑπέροχα...
διανοητικὰ χαρίσματα, μὲ μεγάλη ἐξυπνάδα καὶ φιλομάθεια. Ὅπως φαίνεται δὲ ἀπὸ τὰ ἔργα της, εἶχε λάβει σπουδαία μόρφωσι στὶς ἀνώτερες Σχολὲς τότε τῆς Βασιλευούσης, τὴν ὁποίαν ἀσφαλῶς συνεπλήρωσε ἡ μεγάλη της ἀγάπη πρὸς τὴ μελέτη, ἡ ἰσχυρὴ διανοητικότης της καὶ ἡ ἀφοσίωσί της στοὺς θησαυροὺς τῆς κλασσικῆς ἑλληνικῆς φιλολογίας, μὰ περισσότερο ἡ λατρεία της στὸν ἀσύγκριτο πλοῦτο τῆς Ἁγ. Γραφῆς καὶ τῆς Πατερικῆς σοφίας.
Προικισμένη μὲ ἀξιόλογο ποιητικὸ τάλαντο ἀγάπησε πολύ τούς καλύτερους ἐκκλησιαστικοὺς ὑμνογράφους καὶ μελωδούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνας ποιητᾶς. Ἐνεβάθυνε στὰ ἔργα καὶ στοὺς στίχους των. Καὶ ἐμελέτησε τὴν μετρική τους, ποὺ τὴν ἐφήρμοσε σὲ δικούς της στίχους. Γι΄ αὐτὸ καὶ ἔγραψε πολλοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους μὲ λυρισμὸ μεγάλο, μὲ δύναμι ἐκφράσεως καὶ χάρι περισσή.
Στοὺς ὕμνους της ἐνεπνέετο πάντα ἀπὸ γεγονότα καὶ σκηνὲς τῆς Ἁγ. Γραφῆς καὶ μάλιστα ἀναφερόμενες στὴν κατὰ σάρκα γέννησι τοῦ Κυρίου, στὸ θεῖο δράμα τοῦ Γολγοθά, στὴν ἀχαριστία τοῦ Ἰούδα καὶ σὲ ζωντανὲς σκηνὲς μετανοούντων ἀνθρώπων, ποὺ τοὺς δεχόταν ὁ Κύριος μὲ ἔλεος καὶ εὐσπλαχνία. 
Καὶ τὸ τροπάριό της, τὸ περίφημο, τὸ ἀποψινό, τὸ ἐνεπνεύσθη ἀπὸ τὴ στγκινητικὴ ἐκείνη σκήνη, ποὺ περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ Εὐαγγέλιό του. Κατὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ Λουκᾶ, μία ἁμαρτωλή, μετανοιωμένη γιὰ τὸν πρότερο βίο της, πῆγε κοντὰ στὸν Κύριο συντετριμμένη. Τοῦ ἔπλυνε μὲ τὰ δάκρυά της τὰ πόδια καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιὰ τῆς κεφαλῆς της, καὶ Τοῦ ἔρριξε τὸ πολύτιμο μύρο, ποὺ εἶχε κρυμμένο στὸν κόρφο της, σὰν δεῖγμα τῆς συντριβῆς καὶ μετανοίας της. Καὶ ὁ Κύριος τὴν συγχώρησε καὶ τῆς ἔπλυνε τὸ ρύπο τῆς ψυχῆς της. 
Τὸ περιστατικὸ αὐτό, τὸ τόσο συγκλονιστικό, ποὺ προβάλλει ἀπόψε σὰν κύριο θέμα ἡ Ἐκκλησία μας, τὸ ζωγράφισε μὲ ποιητικὴ δεινότητα καὶ ἔξαρσι σπανία, στὸ γνωστὸ πιὰ τροπάριό της, ἡ Κασσιανή.
Ὁμιλεῖ, λοιπόν, διὰ τοῦ τροπαρίου της, γιὰ τὴν ἁμαρτωλὴ ἐκείνη τῆς ἐποχῆς, ποὺ ἦταν στὴ γῆ ὁ Κύριος καὶ ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό της, ποὺ ἦταν μιὰ κόρη ἀφιερωμένη στὸ Θεό.

Ποιὸ τὸ περὶ μοναχισμοῦ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς;
Γιά νὰ καταλάβουμε τὴν ἀπόφασι τῆς μορφωμένης καὶ πανέξυπνης Κασσιανῆς νὰ γίνη μοναχή, πρέπει νὰ δοῦμε, ἔστω καὶ ἐπιτροχάδην, τὸ περὶ μοναχισμοῦ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς. Τότε ὁ μοναχισμὸς ἐξασκοῦσε μεγάλη γοητεία στὶς ἀνώτερες κυρίως κοινωνικὲς τάξεις. Πολὺ συνηθισμένο ἦταν τὸ φαινόμενο πρίγκιπες καὶ πριγκίπισσες, ἄρχοντες καὶ ἀρχόντισσες νὰ ἀλλάσουν τὴν χλιδὴ τοῦ σπιτιοῦ των μὲ τὸ φτωχὸ κελλὶ ἑνὸς Μοναστηριοῦ. Γιατί; Διότι εἶχαν ἀντιληφθῆ, ὅτι ὁ κατὰ Χριστὸν παρθενικὸς βίος εἶναι ὁ ἀνώτερος πάνω στὴ γῆ βίος. Εἶναι ὁ βίος ποὺ ἀκολούθησαν ὁ Κύριος, οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ βίος ποὺ συντομώτερα ἑνώνει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἀληθινὰ φιλόσοφος βίος, τὸν ὁποῖον ἔζησαν οἱ ἠρωϊκότερες μορφὲς καὶ τὰ εὐγενέστερα πνεύματα.
Τότε τὰ Μοναστήρια ἤσαν γεμάτα ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος, ἀπὸ μοναχοὺς καὶ μοναχὲς μὲ μόρφωσι, μὲ συγκραφικὸ ταλέντο, ποὺ τὸ ἔθεταν στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, γιατί τὰ στήθη τους ἐφλόγιζε ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό. Γι΄ αὐτὸ ἦταν σύνηθες φαινόμενο προσωπικότητες σὰν τὴν Κασσιανὴ νὰ προτιμοῦν τὸ Μοναστήρι ἀπὸ τὴν τύρβη καὶ τὸ θόρυβο τοῦ κόσμου, χωρὶς μὲ αὐτὸ βέβαια νὰ ὑποτιμοῦν τὴν ἀξία τοῦ χριστιανικοῦ γάμου.
Σὲ μία τέτοια ἐποχὴ ἔζησε ἡ Κασσιανή, καὶ δὲν εἶναι ἄξιον ἀπορίας πῶς αὐτή, μιά ἀρχόντισσα καὶ μιά μορφωμένη κόρη, ἐκλείσθηκε σὲ Μοναστήρι.
Ἀλλὰ ἡ ἀπόφασίς της ἐξηγεῖται πιὸ καθαρὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα της καὶ τὰ βιώματά της, ὅπως φαίνονται στοὺς ὑπερόχους ὕμνους της καὶ στὰ ἐπιγράμματά της.

Ἡ φυσιογνωμία τῆς Κασσιανῆς ἐκ τῶν ἔργων της
Ἐκ τῶν ἔργων της βλέπουμε, ὅτι ἡ Κασσιανὴ ἦταν μία ψυχὴ ἀφοσιωμένη ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Κύριο. Στὴν καρδιὰ της ἦταν ἀνεπτυγμένος σὲ μεγάλο βαθμὸ ὁ θεῖος ἔρως πρὸς τὸν Νυμφίον Ἰησοῦν. Ρέπουσα δὲ ἐξ ἰδιοσυγκρασίας πρὸς τὸν θεωρητικὸ βίο, μὲ ἔντονη μέσα της τὴ φιλομοναστικὴ κλίσι, εὐρῆκε στὸ Μοναστήρι τὴν πλήρη ἀνάπαυσι τῆς ψυχῆς της, ἐπιδιδομένη στὴν ἱερὴ θεωρία, στὴ μελέτη τῆς  Ἁγ. Γραφῆς, τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἑλλήνων ποιητῶν καὶ φιλοσόφων καὶ τὴν πολυσχιδῆ συγγραφική της δραστηριότητα.
Ἡ Κασσιανὴ δὲν συνέθεσε μόνον τὸ τροπάριο, ποὺ ἀπόψε ψάλλουμε γιὰ τὴν μετανοήσασα γυναίκα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ ποὺ ἀρχίζει μὲ τὶς λέξεις: «Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή», ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολλά. Δικά της εἶναι τὰ ὡραία ἰδιόμελα, ποὺ ἀκούσαμε ἀπόψε στοὺς Αἴνους, ὅπως κι΄ αὐτὰ ποὺ ψάλλουμε τὰ Χριστούγεννα. Δικοί της ἀκόμα εἶναι οἱ κατανυκτικοὶ εἱρμοὶ τοῦ Μεγ. Σαββάτου: «Κύματι θαλάσσης»...
Στὰ ἔργα της περιλαμβάνονται καὶ Γνῶμες καὶ Ἐπιγράμματα σὲ ἰαμβικὸ μέτρο. Θέμα της στὶς Γνῶμες εἶναι ἡ φιλία. Στὰ δὲ Ἐπιγράμματα ὁμιλεῖ περὶ χαρακτῆρος, περὶ φύσει κακοῦ, περὶ μωρῶν, περὶ εὐτυχίας, περὶ χάριτος, περὶ φιλοδοξίας, περὶ πλούτου κλπ. Σ΄ ἕνα πρωτότυπο ποιητικό της ἔργο διαβλέπει στὸ ρωμαϊκὸ κράτος τῆς ἐποχῆς τοῦ Ὀκταβίου Αὐγούστου τὴν εἰκόνα τῆς παγκοσμίου εἰρήνης, ποὺ ἦλθε νὰ πραγματοποιήση ὁ Χριστός.
Ἀπὸ τὰ ἔργα της πουθενὰ δὲν διαφαίνεται ὁ τύπος τῆς πρώην ἁμαρτωλῆς ἢ ἀποτυχημένης στὴ ζωή, ἀλλ΄ ἀντιθέτως φαίνεται καθαρὰ ἡ μεγάλη της θρησκευτικὴ ἐμπειρία, ἡ θερμουργὸς ἀγάπη της πρὸς τὸν Ἰησοῦν, τὸν Ὁποῖον ἀκολούθησεν «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων», ἡ δυναμικότης τοῦ χαρακτῆρος της καὶ ἡ μεγάλη της δημιουργικὴ ἱκανότης.
Ἀδελφοί μου, ἂς ἀνυψώσουμε μέσα μας τὴν ἐκτίμησι πρὸς τὴν μεγάλη ποιήτρια τοῦ Βυζαντίου. Καὶ ἂς τὴν μιμηθοῦμε στὴν ἀπόλυτη ἀφοσίωσί της στὸν Κύριο καὶ στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου. Καὶ ἂς θέσουμε ὁ καθείς μας τὰ τάλαντα, ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε, εἴτε εἶναι μεγάλα, εἴτε μικρά, στὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια καὶ ἠθικὴ ἀνύψωσι τῶν συνανθρώπων μας, ὅπως τὸ ἔκαμε σ΄ ὁλόκληρη τὴ ζωή της ἡ μεγάλη ὑμνογράφος καί Ὁσία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ Κασσιανή.

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2020

H Αγία Παρθαγάπη

agia parthagapi

Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος


Αν κανείς ασχοληθεἰ με το αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, θα ανακαλύψει ἐναν πλούτο από πολύτιμα μαργαριτάρια της πίστης.

Ένα τέτοιο πολύτιμο μαργαριτάρι ήταν και η αγία Παρθαγάπη, που η Εκκλησία τιμά τη μνήμη της στις 2 Σεπτεμβρίου, που ποτέ δεν λησμονούσε τον αφυπνιστικό λόγο του Κυρίου μας: "Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν κερδίσει τον κόσμο όλο, αλλά χάσει την ψυχή του".

Η αγία Παρθαγάπη συνειδητοποίησε νωρίς ότι ήταν πλασμένη για την αιωνιότητα.

Έτσι γι' αυτή αναγκαίο ήταν όχι οτιδήποτε δεν υπάρχει μετά το θάνατο, αλλά ό,τι υπερβαίνει τη ματαιότητα των εγκοσμίων και τη φθορά του χρόνου.

Έχοντας στη ζωή της ως ιδανικό, προς το οποίο πλησίαζε κάθε ημέρα και περισσότερο, το θαυμάσιο λόγο του αποστόλου Παύλου: "Δεν ζω πλέον εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός!".

Με αυτή την πεποίθηση, πως ήταν ο καινούργιος άνθρωπος του Θεού, έφτασε στο μαρτύριο. Την έριξαν στη θάλασσα και την έπνιξαν.

Δεν λιποτάκτησε από τον χριστιανικό αγώνα της, αλλά μέχρι την τελευταία της αναπνοή προσευχόταν προς το Θεό και έτσι έλαβε το στεφάνι της αγιότητας.

Δεν προσχώρησε στο εχθρικό στρατόπεδο, αλλά το παράδειγμά της έγινε σύνθημα δυνατὀ, ενθαρρυντικὀ και προτρεπτικὀ, για όσους θέλουν να παραμείνουν πιστοί, αμετακίνητοι στο πνευματικό μετερίζι.

Ακόμη το παράδειγμἀ της έγινε ενισχυτικό και απαραίτητο για τους μαχητές της αρετής.

Ο Χριστιανός και στις πιο μεγάλες αντιξοότητες διατηρεί την πίστη του, ακριβώς γιατί δεν χάνει, αλλά πάντοτε διατηρεί την ελπίδα του στο Θεό.

Δεν είναι ούτε απροσγείωτος, ούτε εξωπραγματικός. Δεν πετάει στα σύννεφα, ζει στη γη.

Η διαφορά του με τους άλλους είναι ότι αντιμετωπίζει τα πράγματα της γης με το φωτεινό πρίσμα του ουρανού.

Αυτό έκανε και η αγία Παρθαγάπη. Την προσπάθεια να υπερασπιστεί την πίστη της απέναντι στους διώκτες της δεν την εγκατέλειπε.

Κάθε φορά, που την βασάνιζαν, επαναλάμβανε το του ιερού Χρυσοστόμου: "Συννεφάκι είναι και γρήγορα θα περάσει".

Και περνούσε με την πνοή του αγίου Πνεύματος, έως ότου τα νερά της θάλασσας, όπου τη βούτηξαν, έγιναν ο υγρός τάφος του σώματός της.

Δεν γνωρίζουμε αν το όνομά της προήλθε από τη ζωή της, σίγουρα, όμως, δικαιώνει τη ζωή της, καθώς χαρακτηριζόταν από την παρθενία, δηλαδή την αγνότητα, αλλά και την αγάπη.

Με αυτές τις δύο αρετές ως εφόδιο δεν ήταν ούτε απαισόδοξη. Ήταν απλά πίστη. Ήταν αγωνίστρια. Γι' αυτό και με τη θυσία της αναδείχθηκε νικήτρια. Νικήτρια με το Νικητή Χριστό.

Να, λοιπόν, ήρθε και η δική μας ώρα... Να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση... Να είμαστε συνοδοιπόροι Εκείνου... Να τον ακολουθούμε παντού και πάντοτε με την αφοσίωση και τη λατρεία μας...

ΠΗΓΗ.ROMFEA.