Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα YMNOΓΡΑΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα YMNOΓΡΑΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Μνήμη της Αγίας Οσιομάρτυρος Θεοδοσίας της Κωνσταντινουπολιτίσσης.



site analysis


ΤΗ ΚΘ'  ΜΑΪΟΥ
Μνήμη της Αγίας Οσιομάρτυρος Θεοδοσίας της Κωνσταντινουπολιτίσσης.

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ
(π. Μελέτιος Συρίγος.)

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

Εις το, Κύριε εκέκραξα, ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια της Εορτής γ' και της Αγίας γ'. Στιχηρά της Αγίας.
Ήχος πλ. δ'. Ω του παραδόξου θαύματος
Αίγλη παρθενίας λάμπουσα, Θεοδοσία σεμνή, και πορφύραν δι' αίματος, μαρτυρίου πάνσοφε, βεβαμμένην λαμπρότατα, περιθεμένη και υπερκόσμιον, Χριστού νυμφώνα κατασκηνώσασα, κόρη πανάμωμε, συγχορεύεις τάξεσιν, Αγγελικαίς, όντως ακατάλυτον, χορείαν ένδοξε.
 Μάρτυς παρθένε πανεύφημε, Θεοδοσία Χριστόν, ολοκλήρως ποθήσασα, των βασάνων ήνεγκας, τας πληγάς καρτερώτατα, αικιζομένη δια τον σον εραστήν, και ξεομένη πλευράς ταις μάστιξιν· Ω των αγώνων σου, καρτεράς ενστάσεως! δι' ης προς γην, όντως καταβέβληκας, τον υπερήφανον.
 Κάλλει ψυχής τε και σώματος, κεκοσμημένη φαιδρώς, τω Χριστώ προσενήνεξαι, τον της δόξης στέφανον, παρ’ αυτού αναδήσασθαι, Θεοδοσία Μάρτυς πανένδοξε, και βασιλείας σαφώς διάδημα, όντως πολύτιμον, επαξίως δέδεξαι, ση κορυφή, νύμφη παναμώμητος, φανείσα πάνσοφε.
Δόξα. Ήχος δ’ .
Τη φερωνύμω σου κλήσει, την πράξιν κατάλληλον έδειξας, ως αληθώς τη παρθενική σου καθαρότητι, νυμφευθείσα τω Χριστώ, ευδοκία του Πατρός, και συνεργεία Πνεύματος. Μαρτυρίου δε παλαίσμασι στερροίς, υπερήστραψας, λαμπρότερον των ηλιακών ακτίνων. Διο ως θυσία καθαρά και άμωμος, τη ουρανίω προσήχθης τραπέζη, των Παρθένων και Μαρτύρων ταις χορείαις, εις αιώνας συνηδομένη. Μεθ’ ων αίτησαι, Θεοδοσία φερώνυμε, δωρηθήναι τοις τιμώσί σε το μέγα έλεος. 
Και νυν. Θεοτοκίον.
Ο δια σε Θεοπάτωρ προφήτης Δαυΐδ, μελωδικώς περί σου προανεφώνησε, τω μεγαλείά σοι ποιήσαντι. Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου. Σε γαρ μητέρα πρόξενον ζωής ανέδειξεν, ο απάτωρ εκ σου ενανθρωπήσαι ευδοκήσας Θεός, ίνα την εαυτού αναπλάση εικόνα, φθαρείσαν τοις πάθεσι, και το πλανηθέν ορειάλωτον ευρών, πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών, τω Πατρί προσαγάγη, και τω ιδίω θελήματι, ταις ουρανίαις συνάψη Δυνάμεσι, και σώση Θεοτόκε τον κόσμον, Χριστός ο έχων, το μέγα και πλούσιον έλεος.
Είσοδος. Φως ιλαρόν. Προκείμενον της ημέρας, και τα Αναγνώσματα.
Παροιμιών το Ανάγνωσμα. (Κεφ. λα  10- 26)
Γυναίκα ανδρείαν τις ευρήσει; τιμιωτέρα δε εστι λίθων πολυτελών η τοιαύτη. Μηρυομένη έρια και λίνον, εποίησεν εύχρηστον ταις χερσίν αυτής. Εγένετο ωσεί ναυς εμπορευόμενη μακρόθεν, συνάγει δε αύτη τον βίον. Και ανίσταται εκ νυκτών, και έδωκε βρώματα τω οίκω, και εργατάις θεραπαίναις. Θεωρήσασα γεώργιον επρίατο, από δε καρπών χειρών αυτής, κατεφύτευσε κτήμα. Αναζωσαμένη ισχυρώς την οσφύν αυτής, ήρεισε τους βραχίονας αυτής εις έργον. Εγεύσατο, ότι καλόν εστί το εργάζεσθαι, και ουκ αποσβέννυται όλην την νύκτα ο λύχνος αυτής. Τας χείρας αυτής εκτείνει επί τα συμφέροντα, τους δε πήχεις αυτής ερείδει εις άτρακτον. Χείρας δε αυτής διήνοιξε πένητι, καρπόν δε εξέτεινε πτωχώ. Ισχύν και ευπρέπειαν ενεδύσατο, και ευφράνθη εν ημέραις εσχάταις.
Προφητείας Ησαΐου το Ανάγνωσμα. (Κεφ. Μγ  9-14).
Τάδε λέγει Κύριος· Πάντα τα έθνη συνήχθησαν άμα, και συναχθήσονται άρχοντες εξ αυτών. Τις αναγγελεί ταύτα εν αυτοίς, η τα εξ αρχής τις ακουστά ποιήσει υμίν; Αγαγέτωσαν τους μάρτυρας αυτών και δικαιωθήτωσαν, και ειπάτωσαν αληθή. Γίνεσθέ μοι μάρτυρες, και εγώ μάρτυς Κύριος ο Θεός, και ο παις ον εξελεξάμην· ίνα γνώτε και πιστεύσητε, και συνήτε, ότι εγώ ειμι. Έμπροσθέν μου ουκ εγένετο άλλος Θεός, και μετ  ἐμὲ ουκ έσται. Εγώ ειμι ο Θεός, και ουκ έστι πάρεξ εμού ο σώζων. Εγώ ανήγγειλα και έσωσα, ωνείδισα, και ουκ ην εν υμίν αλλότριος. Υμείς εμοί μάρτυρες, και εγώ Κύριος ο Θεός ότι απ’ αρχής εγώ ειμι, και ουκ έστιν ο εκ των χειρών μου εξαιρούμενος. Ποιήσω, και τις αποστρέψει αυτό; Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός, ο λυτρούμενος υμάς, ο Άγιος Ισραήλ.
Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα (γ´ 1-9).
Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού και ου μη άψηται αυτών βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι, και ελογίσθη κάκωσις η έξοδος αυτών, και η αφ  ἡμῶν πορεία, σύντριμμα· οι δε εισιν εν ειρήνη. Και γαρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης. Και ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται· ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Και εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι και ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη και κρατήσουσι λαών και βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τους αιώνας. Οι πεποιθότες επ  αὐτῷ, συνήσουσιν αλήθειαν, και οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ· ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.
Εις την Λιτήν. Ήχος πλ. δ .
Ω της του Σταυρού σου ισχύος Παντοδύναμε Κύριε, ότι το πάθημα του θανάτου, εκ της ασθενείας της εμής σαρκός καταδεξάμενος, τη της Θεότητός σου δυνάμει, την ημετέραν ενεδυνάμωσας ασθένειαν. Και γαρ ως ο πάλαι Αδάμ, οστούν κραταιότητος, τω ασθενεστέρω σκεύει δανείσας, σάρκα ταπεινήν εδέξω αντ’ αυτού, διο και απαλή κόρη, κατά του αρχεκάκου δράκοντος ανδριζομένη, και τούτου την αλαζονείαν καταπατήσασα, δοξάζει Σε τον μόνον αγωνοθέτην, και στεφοδότην Κύριον, τον παρέχοντα ταις ψυχαίς ημών, το μέγα έλεος.
Εις τον Στίχον. Ήχος β . Ποίοις ευφημιών.
Ποίοις, πνευματικοίς άσμασιν, επαινέσωμεν Θεοδοσίαν, των μοναζουσών το καλλώπισμα, και το των Μαρτύρων αγλάϊσμα, της Ορθοδοξίας την κρηπίδα, την σπάθην, την εκτεμούσαν τον Κοπρώνυμον, το ξίφος, το κατασφάξαν τον σπαθάριον, της Εκκλησίας το κλέος, ευσεβείας έρεισμα, δι’ ης Χριστός ο Θεός, ειρήνην κατάπεμψον τω κόσμω, και μέγα έλεος.
 Στ.: Θαυμαστός ο Θεός, εν τοις Αγίοις Αυτού.
Τίς σου, τα ανδρικά σκάμματα, διηγήσεται Θεοδοσία, ώσπερ εν διπλοίς αγωνίσμασιν, υπέρ του Χριστού του Νυμφίου σου, έτλης καρτερώς ανδρισαμένη, τα μεν, ως υπερβαλλόντως εξασκήσασα, τα δε, υπέρ της Εικόνος εναθλήσασα, Χριστού και πάντων Αγίων, την σφαγήν του κέρατος, δι’ ης δαιμόνων οφρύν, Χριστός καταβέβληκεν ο έχων, το μέγα έλεος.
 Στ.: Τοις Αγίοις τοις εν τη γη Αυτού, εθαυμάστωσεν ο Κύριος.
Δεύτε, φιλευσεβείς άραντες, επαινέσωμεν Θεοδοσίαν, την κεκοσμημένην τοις θαύμασι, και ηγλαϊσμένην ταις χάρισι, και Οσιομάρτυρα παρθένον, την στήλην, Ορθοδοξίας την υπέρλαμπρον, το κάλλος, των αρετών το ανυπέρβλητον, της Κωνσταντίνου το θρέμμα, οικουμένης στήριγμα, και εδραίωμα των πιστών, δι’ ης ημίν δώρησαι οικτίρμον, το μέγα έλεος.
Δόξα. Ήχος πλ. β’ .
Εκ δεξιών του Σωτήρος, παρέστης παρθένος, και Αθληφόρος και Μάρτυς, περιβεβλημένη ταις αρεταίς το αήττητον, και πεποικιλμένη ελαίω της αγνείας, και τω αίματι της αθλήσεως, και βοώσα προς Αυτόν, εν αγαλλιάσει, την λαμπάδα κατέχουσα· εις οσμήν μύρου Σου έδραμον, Χριστέ ο Θεός, ότι τέτρωμαι της Σης αγάπης εγώ, μη χωρίσης με, Νυμφίε επουράνιε. Αυτής ταις ικεσίαις, κατάπεμψον ημίν, παντοδύναμε Σωτήρ, τα ελέη Σου.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Ο ποιητής και λυτρωτής μου Πάναγνε, Χριστός ο Κύριος, εκ της σης νηδύος προελθών, εμέ ενδυσάμενος, της πρώην κατάρας, τον Αδάμ ηλευθέρωσε· διο σοι Πάναγνε, ως του Θεού Μητρί τε και Παρθένω αληθώς, βοώμεν ασιγήτως, το Χαίρε του Αγγέλου. Χαίρε Δέσποινα, προστασία και σκέπη, και σωτηρία των ψυχών ημών.
 Νυν απολύεις. Τρισάγιον.
Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως δόσιν θεόσδοτον, την παρθενίαν την σην, αγώσιν αθλήσεως, Θεοδοσία σεμνή, τω Λόγω προσήγαγες· όθεν προς αθανάτους, μεταστάσα νυμφώνας, πρέσβευε Αθληφόρε,  τω Δεσπότη των όλων, ρυσθήναι εκ πολυτρόπων, ημάς συμπτώσεων.
Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.
Το απ' αιώνος απόκρυφον, και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον· δια σου Θεοτόκε τοις επί γης πεφανέρωται, Θεός εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως υπέρ ημών καταδεξάμενος, δι' ου αναστήσας τον πρωτόπλαστον, έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
 Απόλυσις.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

Μετά την α' Στιχολογίαν. Κάθισμα της Αγίας.
Ήχος α'. Τον τάφον σου Σωτήρ
Ως πάλαι Ιουδήθ, τον δεινόν Ολοφέρνην, και θεία Ιαήλ, τον αυθάδη Σισάραν, απέκτειναν κράτιστα, εν Θεώ δυναμούμεναι, ούτως ένδοξε, Θεοδοσία και συ γε, επαιρόμενον, κατά Θεού του Υψίστου, καθείλες σπαθάριον.
Δόξα... Και νυν... Θεοτοκίον
Μητέρα σε Θεού, επιστάμεθα πάντες, Παρθένον αληθώς, και μετά τόκον φανείσαν, οι πόθω καταφεύγοντες, προς την σην αγαθότητα· σε γαρ έχομεν, αμαρτωλοί προστασίαν, σε κεκτήμεθα, εν πειρασμοίς σωτηρίαν, την μόνην πανάμωμον.
Μετά την β’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος δ . Ταχύ προκατάλαβε.
Την χάριν της πίστεως ενδεδυμένη καλώς, αγώνας ασκήσεως, και εν αθλήσει στερρά, Χριστόν μεγαλύνασα, όθεν Οσιομάρτυς, δεξαμένη το στέφος, άνωθεν εκ του Κτίστου, μη ελλείπης πρεσβεύειν, Θεοδοσία δούναι ημίν, χάριν και έλεος.
Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.
Τον πάντων δεσπόζοντα και Βασιλέα Χριστόν, τεκούσα Πανύμνητε, δι’ ευσπλαγχνίαν πολλήν, χαράς πάντας έπλησας, Συ γαρ την λύπην πάσαν, της κατάρας αφείλες, Δέσποινα Θεοτόκε, τω ασπόρω Σου Τόκω, διο χαριστηρίους, ωδάς σοι προσάγομεν.
Μετά τον Πολυέλεον, κάθισμα. Όμοιον.
Οσίως ασκήσασα Θεοδοσία σεμνή, τον δρόμον τετέλεκας του Μαρτυρίου διπλούν, και στέφανον είληφας, έλαθες του βελίαρ, πολυπλόκους ενέδρας, έχεας και το αίμα, ένεκα του Χριστού σου, διο σε μακαρίζομεν, ως Αθληφόρον Χριστού
Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.
Πολλαίς περιστάσεσι και συμφοραίς των δεινών, Παρθένε κυκλούμενοι και προς απόγνωσιν, αεί περιπίπτοντες, μόνην σε σωτηρίαν, και ελπίδα και τείχος, έχομεν Θεοτόκε, και προς σε κατά χρέος, εν πίστει και νυν αιτούμεν· Σώσον τους δούλους σου.
Το α’  ἀντίφωνον του δ’  ἤχου.
Προκείμενον: Υπομένων, υπέμεινα τον Κύριον, και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεώς μου.
Στ.: Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου, και κατεύθυνε τα διαβήματά μου.
Ευαγγέλιον των Δέκα Παρθένων. Ζήτει Σάββατον ΙΖ  ἑβδομάδος Ματθαίου
Ο Ν  ψαλμός.
Δόξα: Ταις της Αθληφόρου...
Και νυν: Ταις της Θεοτόκου...
Ιδιόμελον. Ήχος πλ. α . Στ.: Ελεήμον, ελέησόν με ο Θεός...
Την αγγελικήν πολιτείαν, και προ της αναστάσεως επιποθούσα, Θεοδοσία πανεύφημε, την παρθενίαν αμόλυντον ετήρησας, δι’ ης εν αγνεύοντι νοΐ, και λογισμώ ανεπιθολώτω, Θεώ τω καθαρώ ενουμένη, των ευθέων κατετρύφας χαρίτων εκάστοτε, αλλά και την λαμπάδα των έργων σου, άσβεστον κατέχουσα τω ελαίω της ευποιΐας, κατηξιώθης συνεισελθείν συν ταις φρονίμοις παρθένοις, εις τον Νυμφώνα τον ουράνιον. Ου της χαράς, και ημάς τους υμνούντάς σε, μετόχους γενέσθαι, ταις πρεσβείαις σου αξίωσον.
 Οι Κανόνες· της Θεοτόκου· και της Αγίας β .
Ο α’ Κανών, ου η' Ακροστιχίς: Θεοδοσίας της Μάρτυρος μέλπω κλέος.
Ωδή α'. Ήχος δ'. Θαλάσσης το ερυθραίον
Θεός σοι Θεοδοσία γέγονεν, οδός αθλήσεως, επί Σταυρόν εκούσιον ελθών· καθελών γαρ τον τύραννον, ώσπερ στρουθίον παίζεσθαι, υπό Μαρτύρων απειργάσατο.
Ευτόνως Θεοδοσία πάντιμε, προς γην κατέρραξας, τον αρχηγόν της πλάνης καρτερώς, εναθλούσα πανεύφημε, και τον της νίκης στέφανον, ως νικηφόρος Μάρτυς είληφας.
Ο πάλαι μεγαλαυχία χρώμενος, νυν καταβέβληται, ση καρτερία Μάρτυς προσβαλών· του Σταυρού γαρ την δύναμιν, αναλαβούσα ήσχυνας, άμετρα τούτον φρυαττόμενον.
Θεοτοκίον
Δολίως εξαπατήσας όφις με, είλεν αιχμάλωτον, του θεωθήναι πόθον μοι ενθείς· δια σου δε Πανάχραντε, ανακληθείς τεθέωμαι, αναλλοιώτως αληθέστατα.
 Έτερος Κανών, ου η ακροστιχίς: Θεοδοσία υμνώ ως Θεού δόσιν. Μελέτιος
Ωδή α . Ήχος πλ. α . Ίππον και αναβάτην.
Θείαν χάριν εξ ύψους, Θεοδοσία σεμνή, καταπέμψασα δίδου, αξίως ευφημήσαί σε, ουχ ίνα τη δόξη σου προστιθώμεν, έπαινον, αλλ’ ημείς κοσμηθώμεν σε δοξάζοντες.
Ένδον εν τη καρδία, διατηρούσα το πυρ, της αγάπης Κυρίου, φλεγόμενον ουκ έπτηξας, τυράννων θρασύτητα τω Χριστώ δε, έλεγες, κραταιά ως θάνατος η αγάπη σου.
Όλβον εν τη ψυχή σου, συναγαγούσα πολύν, σωφροσύνην ανδρείαν, πτωχείαν τε εκούσιον, αυτόν εγκαθώρμισας εις λιμένα, εύδιον, σωτηρίας, εν ω επαναπέπαυσαι.
Θεοτοκίον.
Δέσποινα Συ τεκούσα, τον των απάντων Θεόν, εν αγνεία τας πύλας, της παρθενίας ήνοιξας, διο αι νεάνιδες οπίσω Σου έδραμον, Βασιλεί, των αιώνων ευφραινόμενα.
Ωδή γ'. Ευφραίνεται επί σοι.
Ο πόθος ο θεϊκός, Θεοδοσία σε πιστήν έδειξε, νύμφην Χριστού Μάρτυρα, τούτου τον Σταυρόν αγαπήσασαν.
Σαρκός την φθοροποιόν, καταλιπούσα ω σεμνή πρόνοιαν, ζωοποιώ Πνεύματι, ζης Θεοδοσία πανεύφημε.
Ιάτρευσόν μου τον νουν, θεοδωρήτω σου Σεπτή χάριτι, και την ψυχήν πάθεσιν, εκνενευρισμένην θεράπευσον.
Θεοτοκίον
Ανέστησας ω σεμνή, την πεπτωκυίάν μου μορφήν τέξασα, τον αρχηγόν Δέσποινα, της πάντων ημών αναστάσεως.
Έτερος. Ο πήξας επ’ ουδενός.
Οπλίσασα, σεαυτήν τη πίστει πανεύφημε, επελάβου πάντη, ως ήσθα φύσεως, λίαν ασθενούς και τρυφεράς, αλλ’ έδραμες γενναίως, προς τα παλαίσματα μη πτήξασα, των εικονομάχων το φρύαγμα.
Συνέθλασας, κατά γης το κέρας του όφεως, δια τούτο Μάρτυς, εκείνος όπλισε, το κέρας του ταύρου κατά σου, συ δε εν τη δυνάμει, του σου Νυμφίου εκεράτισας, δι’ αυτού εχθρών σου συστήματα.
Ιδούσα, τον δυσσεβή Εικόνων αντίπαλον, την Χριστού Εικόνα, καταβαλλόμενον, άνωθεν κατέρραξας αυτόν, εις πέταυρον του άδου, ειπούσα Λόγε εν τη Πόλει σου, την Εικόνα τούτου εξουδένωσον.
Θεοτοκίον.
Ασπόρως, τον του Θεού Υιόν απεκύησας, τον υιοθετούντα, δια βαπτίσματος, υιούς του Αδάμ τους εξ Εδέμ, ενδίκως εξωσθέντας, και τω Πατρί προσαναφέροντα, όθεν Σε Παρθένε δοξάζομεν.
Κάθισμα. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε
Θεού δόσις πέφυκας, εικότως Μάρτυς σοφή, αθλήσει εκλάμπουσα, και παρθενίαις φαιδραίς, ακτίσι πυρσεύουσα, πάντων τας διανοίας, των αεί σε τιμώντων, πίστει Θεοδοσία, και την σην φαιδροτάτην, τελούντων επί γης εορτήν θεομακάριστε.
Δόξα... Και νυν... Θεοτοκίον.
Εκαίνισας Άχραντε, τω θείω Τόκω σου, φθαρείσαν τοις πάθεσι, των γηγενών την θνητήν, ουσίαν και ήγειρας, πάντας εκ του θανάτου, προς ζωήν αφθαρσίας· όθεν σε κατά χρέος, μακαρίζομεν πάντες, Παρθένε δεδοξασμένη, ως προεφήτευσας.
Ωδή δ'. Επαρθέντα σε ιδούσα
Σεσοβημένος ο τύραννος ταις αικίαις, καταπτοείν το εύτονον, της σης καρτερίας, ώετο ο δόλιος, αυτή δε Πανεύφημε· Δόξα τω Θεώ ανεκραύγαζες.
Την θεόσδοτον και θείαν προσηγορίαν, προγνωστικώς επλούτησας, Μάρτυς αθληφόρε· δόσις γαρ εγένου Θεώ, ημάς κατευφραίνουσα, πίστει σε και πόθω γεραίροντας.
Ηγλαϊσμένην θεόφρον Θεοδοσία, μαρτυρικού δι' αίματος, σου πεφοινιγμένην, περιβεβλημένη στολήν· Δραμούμαι οπίσω σου, πόθω του νυμφίου μου, έκραζες.
Θεοτοκίον
Σεσαρκωμένον τον Λόγον αγνή Παρθένε, θεοπρεπώς εγέννησας, και μένεις Παρθένος· όθεν ασιγήτοις φωναίς, το Χαίρέ σοι Δέσποινα, πίστει αδιστάκτω κραυγάζομεν.
Έτερος. Την θείαν εννοήσας Σου.
Νοός σου την ανδρείαν εθαύμασαν, και οι πολέμιοι σεμνή, Θεοδοσία ορώντές σου, την ακατάπληκτον γνώμην, μεθ’ ης ανδρειοφρόνως ενήθλησας.
Υπήρξας εν ασκήσει ως πρόβατον, εν ταπεινώσει της ψυχής, των αρετών εν δε πάλη, τη των εικονομάχων ως λέων δεινός.
Μεγάλως εδοξάσθης αείμνηστε, καταβαλούσα των εχθρών, τας μηχανάς και τας κλίμακας, εν τη δυνάμει του πάλαι, τον πύργον της Χαλάνης συγχέαντος.
Θεοτοκίον.
Νοήσαι το μυστήριον άχραντε, το επί Σοι οι γηγενείς, μη εξισχύοντες σέβομεν, αυτό εν πίστει σιγώντες, και δόξαν τω Κυρίω προσάγοντες.
Ωδή ε'. Συ Κύριέ μου φως
Μύρον εκκενωθέν, τον Χριστόν αγαπήσασαι, νεάνιδες θεοφρόνως, ηκολούθησαν τούτω, εν άσμασι δοξάζουσαι.
Αιώνιον ζωήν, χρονικής ανταλλάξασα, ανθ' αίματος βραχυτάτου, ουρανών βασιλείαν, η Μάρτυς εκληρώσατο.
Ρέουσιν ως πηγαί, των Μαρτύρων τα λείψανα, ιάματα τοις νοσούσι, και ψυχών αρρωστίας, τη πίστει θεραπεύουσι.
Θεοτοκίον
Τίς δύναται το σον, ερμηνεύσαι μυστήριον, Πανάμωμε; τον γαρ Κτίστην, μη χωρούμενον πάσιν, εν μήτρα σου εχώρησας.
Έτερος. Ο αναβαλλόμενος.
Ώσπερ ρόδον εύοσμον, συ κατεκάλλυνας, την σην πατρίδα, Οσιομάρτυς, ρείθροις των αιμάτων σου, Σιών δεν την άνω, προσθήκην ση εδόξασας.
Ωρμήσας προς πόλεμον, γυνή η άμαχος, μάχιμον γαρ σε, το θείον Πνεύμα, ειργάσατο όπως αν, δια σου Εικόνων, την άμυναν ποιήσηται.
Σύντριψον ως τάχιστα, το κέρας ένδοξε, των υβριζόντων, σεπταίς Εικόσι, και το κέρας ύψωσον, των ορθοδοξούντων, σαις ικεσίαις πάνσεμνε.
Θεοτοκίον.
Θλίψεσι βαλλόμενος, απείροις πάναγνε, εις Σε προστρέχω, μη μου παρίδης, στεναγμόν και δάκρυα, η παραμυθία, του κόσμου Συ με οίκτειρον.
Ωδή ς'. Θύσω σοι, μετά φωνής
Υπέρ σου, μετά σπουδής τον θάνατον είλετο, Θεοδοσία η Μάρτυς, απειλάς τυράννων μη πτοηθείσα, το σον πάθος, μιμουμένη Χριστέ το εκούσιον.
Ραδίως, τω Σταυρώ σου γυναίκες ρωννύμεναι, τας κεφαλάς των δρακόντων, ώσπερ έφης Σώτερ καταπατούσι, τω σω πόθω, τετρωμέναι και θείω σου έρωτι.
Θεοτοκίον
Όλην σε, περιστεράν τελείαν και άμωμον, και τηλαυγέστατον κρίνον, και κοιλάδων άνθος ω Θεομήτορ, ο νυμφίος, ο νοητός ευρών σοι εσκήνωσεν.
Έτερος. Μαινομένην κλύδωνι.
Έζησας ως άσαρκος, των Αγγέλων βίου αληθώς, το θανείν δε ήλεγξε σε φύσεως, ούσα θνητής, και συν Αγγέλοις ομόσκηνον.
Όλην ανατέθεικας, σεαυτήν τω Πλάστη και Κριτή, δια τούτο κόσμον εγκατέλιπες, και τω Σταυρώ, τω του Χριστού συνεσταύρωσαι.
Ύλην την του σώματος, προσλαβόντα τον Δημιουργόν, προσεκύνεις θείοις εν μορφώμασι, δι’ α δεκτόν, θύμα Αυτώ προσενήνεξαι.
Θεοτοκίον.
Δώρον επουράνιον, ο Θεός Σε δέδωκεν εν γη, τη βροτεία φύσει Μητροπάρθενε, ίνα ημάς, εκ γης ανάξης προς Κύριον.
Κοντάκιον. Ήχος β'. Τα άνω ζητών
Τοις πόνοις ζωήν, την άπονον κεκλήρωσαι, τοις αίμασι δε, τον Λέοντα απέπνιξας, τον εχθρόν τον βέβηλον, Εκκλησίας Χριστού πανεύφημε, και αυτώ συγχαίρουσα νυν, δυσώπει απαύστως υπέρ πάντων ημών.
Ο Οίκος.
Θεοδοσίας τους θείους πόνους, ποία γλώσσα ανθρώπων, εξισχύσει ποτέ, προς έπαινον διηγήσασθαι; Όμως ημείς, οι λόγοις αχρείοι, και ηδονών ατοπίαις δουλεύοντες, κατά δύναμιν υμνήσαι, ταύτην προεθυμήθημεν, ασκήσει γαρ το πρότερον, τα πάθη καταβαλούσα, και ύστερον δια κέρατος, του Μαρτυρίου τον στέφανον κομισάμενη, συν ταις άνω χαίρει στρατιαίς, τους εκτελούντας, την μνήμην αυτής σκέπουσα.
Συναξάριον.
Τη ΚΘ   του αυτού μηνός, μνήμη της Αγίας Οσιομάρτυρος Θεοδοσίας, της Κωνσταντινουπολιτίσσης και των συν αυτή.
             Στίχοι: 
    Κέρας κριου κτείνάν σε, Θεοδοσία,
    ώφθη νέον σοι της Αμαλθείας κέρας.

   Αύτη, κατήγετο από γονείς περιβοήτους εις την ευσέβειαν, πλουσίους κατά πολύ. Όθεν και η Αγία, από μικράς ηλικίας επαιδεύθη εν ευσεβεία και εν πάση αρετή. Εις ηλικίαν επτά ετών εστερήθη τον πατέρα της, η μήτηρ της την έκαμε καλογραίαν εις Μοναστήριόν τι της Κωνσταντινουπόλεως. Δεν παρήλθε πολύς καιρός, και απέθανε και η μήτηρ της. Η δε Θεοδοσία τότε, εμοίρασεν όλα τα πλούτη εις τους πτωχούς. Κατά την εποχήν της αιρέσεως των εικονομάχων, η Αγία Θεοδοσία ήτο ηγουμένη του Μοναστηρίου της. Βλέπουσα τον διωγμόν κατά των ιερών Εικόνων και αυτή η ιδία υπερεμάχει της Ορθοδόξου πίστεως ως προς τον σεβασμόν των ιερών εικόνων, και τας άλλας καλογραίας ενεθάρρυνεν εις τούτο. Κάποτε, ο σπαθάριος του εικονομάχου βασιλέως Λέοντος του Ισαύρου, ανέβη εις κλίμακα ίνα καταρρίψη την περίφημον εικόνα Χριστού του Αντιφωνητού, ανηρτημένην εις την Χάλκην Πύλην. Η Αγία, αφού παρέλαβε μεθ’ εαυτής και άλλας μοναχάς, αφήρεσαν ατρόμητοι την κλίμακα και ο υβριστής των ιερών Εικόνων, καταπεσών, εφονεύθη. Το ιερόν τούτο ανδραγάθημα, έφερεν αυτάς και εις το Μαρτύριον. Αι μοναχαί, απεκεφαλίσθησαν αμέσως. Η δε Αγία Θεοδοσία, υποστάσα δεινά βασανιστήρια, επνίγη με εν κέρατον κριου, το οποίον της έχωσαν εις το στόμα της.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Θεοδοσίας, της Τυρίας.
Πνίγει θαλάσσης Θεοδοσίαν ύδωρ, τρέφει δε Χριστός εις αναψυχής ύδωρ. Αύτη η ιερά και Αγία κόρη, Τυρία ην το γένος. Οκτωκαιδέκατον δε άγουσα της ηλικίας έτος, συλλαμβάνεται υπό των ειδωλολατρών, και δεσμείται, μέλλουσα δίκας διδόναι, ως ομολογούσα τον Θεόν. Άρτι γαρ προκαθεζομένων των δικαστών, ήχθη Ουρβανώ τω άρχοντι, ο δε θύειν τοις ειδώλοις αυτή προστάττει. Επεί δε ουκ επείσθη, δεινάς κατά των πλευρών, και κατά των μαζών επιθείς αυτή βασάνους, μέχρις οστέων αυτών τε ήδη και των έσω σπλάγχνων ο ανήλεως εχώρει, επιμόνως την παίδα ορών τιμωρουμένην, και σιγή τας βασάνους δεχομένην. Έτι δε αυτήν εμπνεύουσαν, ηρώτα θύειν παρακελευόμενος. Η δε, διάρασα το στόμα, και τοις οφθαλμοίς ατενίσασα, επιμειδιώντι τω προσώπω: Τί δη πλανάσαι, φησίν, άνθρωπε; Ουκ οίδας, ότι της του Θεού μαρτυρίας κοινωνίας τυχείν ηξιώθην; Ο δε, επεί συνείδεν εαυτόν γελώμενον υπό της κόρης, μείζοσιν η πρώτον αικίζεται ταις βασάνοις. Είθ’ ούτω τοις θαλαττίοις ακοντίζει ρεύμασιν, εν οις το μακάριον τέλος εδέξατο.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Ολβιανού, Επισκόπου πόλεως Ανέου και των μαθητών αυτού.
Τον Ολβιανόν μάλα όλβιον λέγω, υπέρ Θεού θανόντα του πανολβίου. Ος ην επί της βασιλείας Μαξιμιανού, εν υπατεία Αλεξάνδρου και Μαξίμου, και ήχθη επί Ιουλίου και Αιλιανού, ηγεμόνων της Ασίας. Υπό τούτων δε ερωτώμενος, και μη πειθόμενος θύσαι, γυμνούται των ιματίων, και οβελίσκοις πεπυρακτωμένοις τα σπλάγχνα διαπείρεται και κατακαίεται, είτα φρουρείται. Και εις δευτέραν ερώτησιν αχθείς, και μη ενδούς, γυμνούται, και τας σάρκας ξέεται σφοδρώς. Πυράς δε εξαφθείσης μεγίστης, και εις ύψος αρθείσης επί πολύ, εν αυτή ακοντίζεται, και εν αυτή το πνεύμα τω Θεώ παρατίθεται.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Οσίου Αλεξάνδρου Πάπα Αλεξανδρείας.
Σεπτήν τελευτήν την Αλεξάνδρου σέβω, ον οίδα σεπτόν της Αλεξάνδρου Πάπαν. Ούτος, ήτο κατά τους χρόνους Κωνσταντίνου του μεγάλου, εν έτει 320, προ της Οικουμενικής πρώτης Συνόδου. Έγινε δε Πατριάρχης Αλεξανδρείας μετά τον Αχιλλάν. Ούτος και τον δυσσεβή και κακόφρονα Άρειον εδίωξε και απέβαλεν από την Εκκλησίαν του Θεού. Διαλάμψας δε εις τον θρόνον χρόνους εικοσιτρείς, αφήκε διάδοχόν του τον Μέγα Αθανάσιον.
 Τη αυτή ημέρα, οι Άγιοι Μάρτυρες· Ανήρ και η τούτου Σύζυγος, ξύλοις τα οστά συντριβέντες, τελειούνται.
Τοις ανδρός οστοίς συγκατεθλάσθης, γύναι, καγώ σον οστούν, προς τον άνδρα φαμένη.
 Τη αυτή ημέρα, ο Άγιος Νεομάρτυς Νάννος, ήτοι Ιωάννης, ο Θεσσαλονικεύς, ο εν Σμύρνη μαρτυρήσας εν έτει 1802, ξίφει τελειούται.
Και ο Νάννος ώφθη χαριτώνυμος νέος, μάρτυς Κυρίου, ω άκρας ευδοξίας.
 Τη αυτή ημέρα, ανάμνησις της θλιβερής αλώσεως της Βασιλίδος των Πόλεων, ήτοι της Κωνσταντινουπόλεως.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων· Σισινίου του διακόνου, Μαρτυρίου και Αλεξάνδρου, των μαρτυρησάντων εν έτει 397 μ.Χ., εν τω Μεδιολάνω της Ιταλίας.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Μαξιμίνου, επισκόπου Τρεβήρων, πολεμίου του αρειανισμού, και περιθάλψαντος κατά τον διωγμό αυτού τον Μέγα Αθανάσιο.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Νεομάρτυρος Ανδρέου του Αργέντη, του εκ Χίου και εν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσαντος εν έτει 1465 μ. Χ.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Νέου Ιερομάρτυρος Ευθυμίου, Επισκόπου Ζήλων, του εκ Παρακοίλων της Λέσβου ορμωμένου, και εν Αμασεία του Πόντου, υπό των Αγαρηνών εν βαρυτάτη ειρκτή εκλεισθέντος, μαρτυρικώς τελειωθέντος, εν έτει 1921ω. Ο Ευθύμιος εν ειρκτή μαρτυρήσας, προσετέθη χορεία Μαρτύρων.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Οσίου Ιωάννου του δια Χριστόν σαλλού, του Ρώσσου.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Εθελμπέρτου του βασιλέως.
 Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Οσίου Ιερεμίου του Δαμασκηνού.
 Τη αυτή ημέρα, η Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου, της Εγγύησης των Αμαρτωλών, εν τη Ρωσσία
Ταις αυτών αγίαις πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς.
Ωδή ζ'. Εν τη καμίνω
Σε θεοσδότοις, κεκοσμημένην Μάρτυς κάλλεσι, πίστει θεωρούντες ύμνοις ειλικρινώς, τω νυμφίω σου κραυγάζομεν· Ευλογημένος ει εν τω ναώ, της δόξης σου Κύριε.
Μετά παρθένων, λαμπαδηφόρος εις ουράνιον, Μάρτυς νυν παστάδα χαίρουσα τω Χριστώ, εισελήλυθας κραυγάζουσα· Ευλογημένος ει εν τω ναώ της δόξης σου Κύριε.
Θεοτοκίον
Επί του θρόνου, του επηρμένου ο καθήμενος, θρόνον σε επί γης Παρθένε θεοπρεπή, ευρηκώς επανεπαύσατο· Ευλογημένη συ εν γυναιξί, πανάμωμε Δέσποινα.
Έτερος. Ο υπερυψούμενος.
Ο Πλάστης της κτίσεως, εξ οστέων έπλασε, το θήλυ δεικνύμενος, ως δύναμιν έθηκε, και φύσει ασθενούση, προς τους άθλους προσχωρούση.
Σε ως προστασίαν μου, εις Θεόν προβάλλομαι, μη παύση πρεσβεύουσα, κινδύνων ρυσθήναί με, και πάσης επηρείας, των εχθρών Θεοδοσία.
Ιατρείον άμισθον, ο ναός σου πάνσεμνε, εδείχθη τοις κάμνουσι, παντοίοις νοσήμασιν, εις ον προσπεφευγότες, ανυμνούμέν σε προθύμως.
Θεοτοκίον.
Νέον βρέφος έτεκες, τον Θεόν τον άναρχον, Παρθένε πανάμωμε, διο με γηράσαντα, παντοίαις αμαρτίαις, ανακαίνισον λιταίς Σου.
Ωδή η'. Χείρας εκπετάσας Δανιήλ.
Λυθείσα δεσμών των της σαρκός, Θεοδοσία σεμνή, ανέπτης χαίρουσα, προς φωτεινόμορφον θάλαμον, νυμφικώς περιχορεύουσα, και μαρτυρίου φοινικώ αίματι στίλβουσα, και βοώσα· Πάντα τα έργα υμνείτε τον Κύριον.
Παστάδα ουράνιον οικείν, κατηξιώθης φαιδρώς, Θεοδοσία σεμνή, διαιωνίζουσαν εύκλειαν, ευραμένη παναοίδιμε, και της ανδρείας σου καρπόν όντως πλουτήσασα· Ευλογείτε, πάντα τα έργα βοώσα τον Κύριον.
Ωράθης φερώνυμος σαφώς, Θεοδοσία σεμνή· Θεού γαρ δόσις ημίν, αρίστη δέδοσαι πάνσοφε, δωρεών των υπέρ έννοιαν, αναδιδούσα ποταμούς τοις πίστει μέλπουσιν· Ευλογείτε, πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριον.
Θεοτοκίον
Κυρίως γεννήσασα Θεόν, κυρίως πάναγνε, Μήτηρ εδείχθης Θεού, επαληθεύουσαν φέρουσα, καταλλήλως τω γεννήματι, θεωνυμίαν, οι πιστοί· όθεν δοξάζομεν, Θεοτόκον, σε θεοφρόνως πανάμωμε Δέσποινα.
Έτερος. Σοι τω Παντουργώ εν τη καμίνω.
Μέλισσα σοφή, Θεοδοσία ώφθης, συλούσα τα εύοσμα, άνθη του μέλιτος, τας εναρέτους πράξεις, πάντων Αγίων, και αποτιθείσα, τω σίμβλω σης καρδίας.
Εύας πτερνιστήν, συ επτερνίσω Μάρτυς, σατάν τον πολέμιον, και γαρ κατέρραξας, εις γην εξ ύψους, ως αστραπήν πεσόντα, συν τοις διακόνοις, αυτού τοις επαράτοις.
Λύχνον σοις ποσί, διακρατούσα Μάρτυς, και φως εν ταις τρίβοις σου, νόμον τον ένθεον, απλανώς ήκες, εις Μονάς ουρανίους, εν αις απολαύεις, τας αμοιβάς των πόνων.
Τριαδικόν.
Ένα εν Τρισί, Θεόν υμνώ προσώποις, αμέριστον σύνθρονον, και συναΐδιον, Πατέρα Λόγον, και Άγιον Πνεύμα, εν μια Ουσία, Θεότητι και δόξη.
Ωδή θ'. Λίθος αχειρότμητος
Λύσον τας σειράς των πταισμάτων, των ευσεβώς σε ανυμνούντων, ταις σαις ικεσίαις θεόφρον, Θεοδοσία Μάρτυς πανεύφημε, Θεώ τω παντοκράτορι, παρισταμένη πανσεβάσμιε.
Εύας της προμήτορος πόθον, επιτηδείως εκομίσω, νεύσει προς Θεόν θεουμένη, και γενομένη θεία μεθέξει Θεός· διο σε παμμακάριστε, Θεοδοσία μακαρίζομεν.
Όλος γλυκασμός χρηματίζει, ο σος νυμφίος αθληφόρε, όλος ψυχική θυμηδία, Θεοδοσία Μάρτυς υπάρχει Χριστός, ούπερ νυν απολαύουσα, ταις σαις πρεσβείαις ημών μέμνησο.
Θεοτοκίον
Σαρκί επιδημήσαι θελήσας, ο διακοσμήσας πάντα Λόγος, εν σοι κατεσκήνωσε μόνην, αγιωτέραν πάντων ευράμενος, και Θεοτόκον έδειξεν, επ' αληθείας Μητροπάρθενε.
Έτερος. Ησαΐα χόρευε.
Τω ελαίου κέρατι, βασιλείς, εχρίοντο το πριν, λαμβάνοντες Θεού, χάριν δαψιλή, εκ τούτου βασίλισσα, συ δε σεμνή κέχρισαι καλώς, ταύρου τω κέρατι, και αιμάτων προσχύσεσι.
Ισχυρώς κατέρραξας, παλαμναίον, δράκοντα εις γην, τοις άθλοις τοις σεπτοίς, και ασκητικοίς, αγώσί σου πάνσεμνε, διο Χριστώ τω Παμβασιλεί, νίκης τω στέμματι, κοσμουμένη νυν παρίστασαι.
Όλην σου την έφεσιν, προς το άκρον, πάντων ορεκτών, ιθύνασα σεμνή τούτω εντρυφάν, ηξίωσαι χαίρουσα, διηνεκώς ω παρεστώσα νυν, καθικέτευε, σωθήναι ημάς.
Θεοτοκίον.
Σωτηρίας ήνεγκας, εις τον κόσμον, τέξασα Θεόν, τον σώζοντα ημάς, εξ αμαρτιών, και πάσης κολάσεως, Ιησούς γαρ όνομα Αυτώ, όθεν κυρίως Σε, Θεοτόκον καταγγέλομεν.
Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.
Μαρτύρων σεμνολόγημα, και Αθλοφόρων καύχημα, Θεοδοσία θεόφρον, πρεσβεύουσα μη ελλίπης, Χριστώ τω Αθλοθέτη σου, υπέρ των εκτελούντων νυν, την φωτοφόρον μνήμην σου, και σε τιμώντων εκ πόθου, πανεύφημε Αθλοφόρε.
Θεοτοκίον.
Μαρία καθαρώτατον, χρυσούν θυμιατήριον, της αχωρήτου Τριάδος, δοχείον γεγενημένη, εν ω Πατήρ ηυδόκησεν, ο δε Υιός εσκήνωσε, και Πνεύμα το πανάγιον, επισκιάσαν σοι Κόρη, ενέδειξε Θεοτόκον.
Αίνοι. Ήχος πλ. β’ . Όλην αποθέμενοι.
Ηλίου φαιδρότερον, η πανσεβάσμιος μνήμη, σήμερον εξέλαμψε, της Οσιομάρτυρος, δεύτε δράμωμεν, τα πολλά θαύματα, και τας αριστείας, και τους πόνους της ασκήσεως, εγκωμιάζοντες, και τον δια κέρατος θάνατον, προθύμως ον υπέμεινας, υπέρ της Εικόνος του Κτίσαντος, ταύτην συνελθόντες, υμνήσωμεν εν άσμασι πιστοί, Θεοδοσίαν την ένδοξον, και αειμακάριστον. (Δις)
 Επέλαμψε σήμερον, εαρινή θυμηδία, τας ψυχάς φωτίζουσα, και σωμάτων κάκωσιν, αφανίζουσα, το διπλούν έαρ γαρ, της Θεοδοσίας, νυν η μνήμη εξανέτειλεν, δεύτε συνδράμωμεν, οι κεκακωμένοι ταις θλίψεσι, και νόσοις εκτρυχόμενοι, και εκ της σορού απαντλήσωμεν, ίασιν παντοίαν, δοξάζοντες Χριστόν τον δι’ αυτής, επιτελούντα θαυμάσια, εν πάσι τοις πέρασιν.
 Γλυκύ το ποτήριον, της του Χριστού μαρτυρίας, καν άλλως σκευάζηται, εκ πασών των θλίψεων, και κακώσεων, αλλ’ η ση αίσθησις, ω Θεοδοσία, υπερβάσα τα ορώμενα, και τα κατ’ αίσθησιν, τούτου αισθομένη του έρωτος, ηδέως τούτο έπιες, δια πικροτάτου του κέρατος, όθεν συνελθόντες, την μνήμην σου τελούντες οι πιστοί, και ικετεύομεν πρέσβευε, υπέρ των ψυχών ημών.
Δόξα. Ήχος πλ. δ’ .
Ω της του Σταυρού σου ισχύος Παντοδύναμε Κύριε, ότι το πάθημα του θανάτου, εκ της ασθενείας της εμής σαρκός καταδεξάμενος, τη της Θεότητός σου δυνάμει, την ημετέραν ενεδυνάμωσας ασθένειαν. Και γαρ ως ο πάλαι Αδάμ, οστούν κραταιότητος, τω ασθενεστέρω σκεύει δανείσας, σάρκα ταπεινήν εδέξω αντ’ αυτού, διο και απαλή κόρη, κατά του αρχεκάκου δράκοντος ανδριζομένη, και τούτου την αλαζονείαν καταπατήσασα, δοξάζει Σε τον μόνον αγωνοθέτην, και στεφοδότην Κύριον, τον παρέχοντα ταις ψυχαίς ημών, το μέγα έλεος.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Ανύμφευτε Παρθένε, η τον Θεόν αφράστως συλλαβούσα σαρκί, Μήτηρ Θεού του υψίστου, σων οικετών παρακλήσεις δέχου Πανάμωμε, η πάσι χορηγούσα καθαρισμόν των πταισμάτων, νυν τας ημών ικεσίας προσδεχομένη, δυσώπει σωθήναι πάντας ημάς.
 Δοξολογία Μεγάλη και Απόλυσις.
Μεγαλυνάριον
Δόσει λαμπρυνθείσα παρθενική, δόσιν ευσεβείας διαυγάζεις αθλητικώς, ω Θεοδοσία, Χριστού Παρθενομάρτυς: διο καμοί μετάδος, εκ των σων δόσεων

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Voutsinasilias.blogspot.gr
http://voutsinasilias.blogspot.gr/search?updated-max=2013-05-26T13:41:00%2B03:00&max-results=7&start=1&by-date=false



Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Παρακλητικός Κανών στην Αγία Νεομάρτυρα Αργυρή την εκ Προύσσης



site analysis


Zoom in (real dimensions: 478 x 980)Εικόνα

Ὁ Ἱερεύς: Εὐλογητός ὁ Θεός ἠμῶν πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.
Ὁ Ἀναγνώστης: Ἀμήν.
Δόξα σοί, ὁ Θεός ἠμῶν, δόξα σοί.
Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἠμίν καί 
καθάρισον ἠμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος καί σῶσον, Ἀγαθέ τάς ψυχᾶς ἠμῶν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός 
ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.
Ὁ Ἱερεύς• Ὅτι Σου ἐστιν ἡ βασιλεία καί ἡ δύναμις καί ἡ δόξα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.

Ψαλμός ρμβ΄ (142)
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, .........

Εἴτα τά παρόντα Τροπάρια.
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῶ.

Τῆς σωφροσύνης τήν στολήν ἐνδυθεῖσα, ἀκολασίας κατεπάτησας ὄφιν, καί πλάνην ἐμυκτήρισας τῆς Ἄγαρ κραταιῶς, ὅθεν ἐμαρτύρησας ἐν βασάνοις ποικίλοις, καί Χριστόν 
ἐδόξασας, Ὄν δυσώπει δοθῆναι, τοῖς σέ τιμῶσι θεία Ἀργυρή, τήν σωφροσύνην, καί βίου ἁγνότητα.

Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Θεοτοκίον.
Οὐ σιωπήσομεν πότε, Θεοτόκε, τά, δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀναξιοι• εἰ μή γάρ σύ προίστασο πρεσβεύουσα, τίς ἠμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δέ διεφύλαξεν ἕως  νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ σού• σούς γάρ δούλους σώζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν. 

Ψαλμός ν΄ (50)
Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός σου  ........................................................

Εἴτα ψάλλομεν τάς Ὠδᾶς τοῦ Κανόνος.
Ὠδή ἅ΄. Ἦχος πλ. δ΄. Ὑγρᾶν διοδεύσας.

Τριάδα ἱκέτευε ἐκτενῶς, ὑπέρ τῶν σέ πόθω, ἀνυμνούντων, ὤ Ἀργυρή, αἰτοῦσα ἐν βίω σωφροσύνην, καί καρδιῶν σταθεράν καθαρότητα.
Ἠγάπησας σφόδρα τόν Ἰησοῦν, διδάσκαλον θεῖον, τῆς ἁγνότητος Ἀργυρή, Ὄν αἴτει πολλή τή παρρησία, τηρεῖν ἠμᾶς ἐν ἁγνότητι πάντοτε.
Νικήσασα ὄφιν τόν δολερόν, θελήσαντα, Μάρτυς, σέ χωρίσαι τοῦ Ἰησοῦ, αὐτοῦ ψυχωλέθρους ἐπηρρείας, τάς καθ’ ἠμῶν ταῖς εὐχαίς σου διάλυε.

Θεοτοκίον
Σύ μήτηρ ὑπάρχουσα ἀληθῶς, πιστῶν κατά χάριν, τόν γλυκύτατον Ἰησοῦν, μή παύση πρεσβεύουσα δοθῆναι, ἠμίν ἁγνότητα, παναγνέ Δέσποινα.

Ὠδή γ΄. Οὐρανίας ἁψίδος
Ὡς ὑπερκάλλος νύμφη, τοῦ Ἰησοῦ ἤρνησαι, βίαν ὠμοτάτην βαρβάρου, ὤ ἀργυρώνυμε· διό μοί χάρισαι, ἀρνεῖσθαι βίαν τυράννου, σώματος ὠθοῦντος μέ, εἰς Χριστοῦ ἄρνησιν.
Φαιδροτάτη καρδία, πρό δικαστῶν ἔστηκας, καί Χριστοῦ θεότητα, Μάρτυς, καθωμολόγησας, Ὄν καταξίωσον, ἠμᾶς λατρεύειν ὡς πρέπει, ὅπως τήν οὐράνιον, εὔρωμεν ἄνεσιν.
Ρήτωρ ὤφθης γενναίως, ἀγαρηνούς δείξασα, Ἀργυρή, κείμενους ἐν σκότει, θείοις σου ρήμασιν· ὅθεν τους σέβοντας, σού τήν ἀοίδιμον μνήμην, ἐν Χριστοῦ πορεύεσθαι, φωτί 
ἀξίωσον.

Θεοτοκίον
Οὐρανός ἀνεδείχθης, πνευματικός Δέσποινα, Ἥλιον Χριστόν ἐν γαστρί σου, ἀγνῶς βαστάσασα, Οὗ τοῖς αὐγάσμασι, ψυχᾶς πιστῶν δεῖξον ἄλλους, οὐρανούς φωτίζουσα, 
τούτους πρεσβείαις σου.
Διασωσον, ὤ Ἀργυρή, τούς τιμώντας σέ πόθω, ἀπό πάσης ἐπιβουλῆς δεινοῦ πολεμήτορος, καί χάρισαι ταῖς σαῖς εὐχαῖς, αἰτημάτων αὐτῶν τήν λύσιν.
Ἐπιβλεψον, ἐν εὐμενεία, Πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπί τήν ἐμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν, καί ἴασαι, τῆς ψυχῆς μου τό ἄλγος. χριστιανος.gr

Κάθισμα. Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή
Ὡς νύμφη Χριστοῦ καί μάρτυς γενναιόψυχος, Αὐτόν Ἀργυρή, ἀεί καθικέτευε, ὅπως σκέπη ἅπαντας, τούς τιμώντας τήν θείαν μνήμην σου, καί τήν ἁγνότητα ψυχῶν, ταῖς 
πρεσβείαις σου χαρίζηται.

Ὠδή δ΄. Εἰσακήκοα, Κύριε
Συζυγίαν ἐτήρησας, ἄμωμον ἐκ φθόνου τοῦ πολεμήτορος, διό Μάρτυς τήρει πάντοτε, εὐλαβεῖς συζύγους ἐν ἁγνότητι.
Ὑποτάξασα ἅπαν σου, νόημα Κυρίω βασάνους ἤνεγκας, Ἀργυρή, Ὄν καθικέτευε, τήν ὑπομονήν ἠμίν χαρίζεσθαι. χριστιανος.gr
Νίκην ἤνεγκας παντιμε, κατά μισοάγνου σφοδρῶς σέ παίσαντος, διό δίδου τήν ἁγνότητα, πάσιν, Ἀργυρή, τοῖς δεομένοις σου.

Θεοτοκίον
Ἠλευθέρωσας Ἄχραντε, γένος τῶν ἀνθρώπων δεσμῶν τοῦ ὄφεως, οὗ ἰοῦ μέ ἀποκάθαρον, τοῦ καταμολύνοντος καρδίαν μου.

Ὠδή ἐ΄. Φώτισον ἠμᾶς
Νόσους ψυχικός, καί τοῦ σώματος θεράπευσον, ὤ Ἀργυρή τῶν ἀνυμνούντων σέ, Ἰατρόν καθικετεύουσα, Ἰησοῦν δί’ Ὄν καλῶς ἐνήθλησας. Ἄγαρ σκοτεινῆς, πλάνην ἤλεγξας 
πανεύφημε, τῷ φωτισμῶ Ἁγίου Πνεύματος, ὄν παρασχου, καί ψυχαῖς τῶν πίστει ἀνυμνούντων σέ. χριστιανος.gr
Ρύσαι τοῦ ἐχθροῦ, Ἀργυρή μάρτυς τρισόλβιε, τούς ἐν δικτύοις κινδυνεύουσι, τούτου πλακῆναι, τοῖς ψυχωλεθρίοις μηχανεύμασι.

Θεοτοκίον
Γνῶσιν ἀληθῆ, τοῦ Κυρίου δός Πανάμωμε, τοῖς ἀνυμνούσί σου τήν ἄφθορον, κυοφορίαν, καί μεγαλυνόντων θείαν δόξαν σου.

Ὠδή στ΄. Τήν δέησιν ἐκχεῶ
Ὑπέμεινας, Ἀργυρή ἐν ἔτεσι, τάς βασάνους τῶν ἀθέων βαρβάρων, ἐν τή εἱρκτή, καί ἀπείληφας στέφος, τοῦ μαρτυρίου γενναία ἐνστάσει σου· διό ἠμίν ὑπομονήν, ἐν τοῖς βίου 
δεινοῖς, Μάρτυς, δώρησαι.
Ρητόρων σέ, ὑπερτέραν ἔγνωμεν, σιωπή αὐτούς νικήσασαν, Μάρτυς, καί γάρ τά σά, πολυχρόνια πάθη τοῖς χριστωνύμοις ἀγλώττως κηρύττουσι, πῶς δεῖ βιοῦν ἐν πειρασμοῖς, 
Ἀργυρή νεομάρτυς χριστόαθλε.
Ἡ χάρις σέ, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς ὑπέσχετο Σωτήρ ἐδυνάμου, καί ἀσθενές, Ἀργυρή της σαρκός σου, ὥσπερ χαλκοῦν ἀνδριάντα ἀνέδειξεν, ἤν Χάριν πρέσβευε ἠμᾶς, 
δυναμοῦν ἐν τοῦ βίου ταῖς θλίψεσι.

Θεοτοκίον
Διδάσκαλον, παρθενίας ἔτεκες, ὤ Παρθένε Θεοτόκε Μαρία, Οὗ ἀκλινῶς, ἐπορεύθη ὀπίσω, ἡ Ἀργυρή τήν ἁγνείαν προκρίνασα, προσκαίρου βίου ἡδονῆς, ἤς πικρίας σούς 
δούλους ἐκλύτρωσαι.
Διασωσον, ὤ Ἀργυρή, τούς τιμώντας σέ πόθω, ἀπό πάσης ἐπιβουλῆς δεινοῦ πολεμήτορος, καί χάρισαι ταῖς σαῖς εὐχαῖς, αἰτημάτων αὐτῶν τήν λύσιν.
Ἄχραντε, ἡ διά λόγου τόν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικήν παρρησίαν.
Zoom in (real dimensions: 528 x 479)Εικόνα

Κοντάκιον. Ἦχος β΄. Προστασία τῶν χριστιανῶν
Συζυγίας φανεῖσα ὑπέρμαχος, τῆς ἁγνείας κανών ἀναδέδειξαι, σή ἀθλήσει, περιστερά Κυρίου Ἀργυρή, διό, φύλαττε καλῶς, ἀπό ἐχθροῦ ἐπιβουλῆς, συζυγίας τῶν δούλων σου, 
ὅπως σωφρόνως ζῶντες, τύχωσι τῶν βραβείων, ἄπερ ὑπέσχετο ἠμίν, ὁ ἁγνείας Διδάσκαλος.

Προκείμενον· Θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ. χριστιανος.gr
Στίχος· Ὑπομένων ὑπέμεινα τόν Κύριον καί προσέσχε μοί.

Εὐαγγέλιον. Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον Κέφ. κέ΄ 1-13.
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην, ὠμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἴτινες λαβοῦσαι τάς λαμπάδας αὐτῶν, ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. Πέντε δέ
ἤσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι, καί αἵ πέντε μωραί, αἴτινες μωραί, λαβοῦσαι τάς λαμπάδας ἑαυτῶν, οὐκ ἔλαβον μεθ’ ἑαυτῶν ἔλαιον. Αἵ δέ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν
μετά τῶν λαμπάδων αὐτῶν. Χρονίζοντος δέ τοῦ νυμφίου, ἐνύσταξαν πᾶσαι, καί ἐκάθευδον. Μέσης δέ νυκτός κραυγή γέγονεν. Ἰδού ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν
αὐτοῦ. Τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἵ παρθένοι ἐκεῖναι, καί ἐκόσμησαν τάς λαμπάδας αὐτῶν. Αἵ δέ μωραί ταῖς φρονίμοις εἶπον, Δότε ἠμίν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἵ λαμπάδες ἠμῶν
σβέννυνται. Ἀπεκρίθησαν δέ αἵ φρόνιμοι, λέγουσαι, Μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἠμίν καί ὑμίν, πορεύεσθε δέ μᾶλλον πρός τούς πωλοῦντας, καί ἀγοράσατε ἐαυταῖς. Ἀπερχομένων δέ
αὐτῶν ἀγορᾶσαι, ἦλθεν ὁ νυμφίος, καί αἵ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ’ αὐτοῦ εἰς τούς γάμους, καί ἐκλείσθη ἡ θύρα. Ὕστερον δέ ἔρχονται καί αἵ λοιπαί παρθένοι, λέγουσαι, Κύριε, Κύριε,
ἀνοιξον ἠμίν. Ὁ δέ ἀποκριθεῖς εἶπεν, Ἀμήν λέγω ὑμίν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς. Γρηγορεῖτε οὔν, ὅτι οὐκ οἴδατε τήν ἡμέραν οὐδέ τήν ὥραν, ἐν ἡ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται.

Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ταῖς τῆς Ἀργυρῆς ἁγίας, πρεσβείαις Ἐλεῆμον, ἑξάλειψον τά πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἑξάλειψον τά πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

Στίχος: Ἐλεῆμον, ἐλέησον μέ ὁ Θεός κατά τό μέγα ἔλεός σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἑξάλειψον τό ἀνόμημά μου.
Καί τό προσόμοιον.
Ἦχος πλ.β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι

Καθαρόν κειμήλιον, τῆς σωφροσύνης δειχθεῖσα, Ἀργυρή πανένδοξε, ἐν βασάνοις εἴληφας τό βραβεϊόν σου· διό ἰκετεύομεν, κλῖνόν σου τά ὦτα, καί ἐπάκουσον τῶν δούλων 
σου, χάριν παρέχουσα, ψυχικῆς αὐτοῖς καθαρότητος, φυλάττουσα τόν τίμιον, γάμον προσβολῶν τοῦ ἀλάστορος, ὅπως ἐναθλοῦντες, μαρτύριον ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ταῖς σαῖς 
εὐχαῖς ἐπιτύχωμεν, Παραδείσου ἅπαντες. χριστιανος.gr

Ὁ Ἱερεύς: 
Σῶσον ὁ Θεός τόν λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σού• ἐπισκεψαι τόν κόσμον σου ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς. Ὑψωσον κέρας Χριστιανῶν ὀρθοδόξων καί καταπεμψον 
ἐφ’ ἠμᾶς τά ἐλέη σου τά πλούσια• πρεσβείαις τῆς παναχράντου Δεσποίνης ἠμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας• δυνάμει τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυρού• προστασίαις 
τῶν τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων Ἀσωμάτων• ἰκεσίαις τοῦ Τιμίου καί Ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου• τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πανευφήμων Ἀποστόλων• 
ὧν ἐν Ἁγίοις Πατέρων ἠμῶν, μεγάλων ἱεραρχῶν καί οἰκουμενικῶν διδασκάλων Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἀθανασίου καί 
Κυρίλλου, Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμμονος, πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας. Νικολάου τοῦ ἐν Μύροις, Σπυρίδωνος ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος, τῶν Θαυματουργών• τῶν ἁγίων ἐνδόξων 
μεγαλομαρτύρων Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, Δημητρίου τοῦ Μυροβλήτου, Θεοδώρων Τύρωνος καί Στρατηλάτου, τῶν ἱερομαρτύρων Χαραλάμπους καί Ἐλευθερίου, τῶν ἁγίων 
ἐνδόξων καί καλλινίκων Μαρτύρων. Τῶν ὁσίων καί θεοφόρων Πατέρων ἠμῶν. Τῶν ἁγίων καί δικαίων θεοπατόρων Ἰωακείμ καί ’Ἄννης. Τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Ἀργυρῆς, 
καί πάντων σου τῶν Ἁγίων. Ἰκετεύομεν σέ, μόνε πολυέλεε Κύριε. Ἐπάκουσον ἠμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν δεομένων σου καί ἐλέησον ἠμᾶς.

Ὠδή ζ΄. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας
Οὐδαμῶς σου δουλεία, ἡ τοῦ σώματος Μάρτυς Χριστοῦ ἠλάττωσε, ἀγάπην ἀλλά μᾶλλον, ὡς πῦρ ηὔξησε ταύτην, ἤν Παρασχου τοῖς ὅσοι σου, μνήμην τελοῦμεν πιστῶς, 
ὤ Ἀργυρή θεοφρον.
Σταθεράν ἐπεδείξω, τήν σήν γνώμην βασάνοις οὖσα τρισόλβιε, ὡς πύργος ἐπί πέτραν, τῷ ἔρωτι Δεσπότου, τάς σᾶς βάσεις κατέχουσα, ὄν ταῖς ψυχαῖς Ἀργυρή, ἠμίν ἔνθες 
εὐχαίς σου.
Ἡ ἀνδρεία ψυχή σου, ὡς ἀμνάς τοῦ Δεσπότου ὅλη ἐκκέκαυται, ἀγάπη ὑπέρ φύσιν, δί’ ἤς βασάνων θλίψεις, Ἀργυρή καθυπέμεινας· διό βοήθει ἠμίν, ἐν θλίψει κλονουμένοις.

Θεοτοκίον
Μεθ’ ἠμῶν μεῖνον, Μῆτερ, ἐν καιρῶ ὅταν βέλη ἐχθροῦ προσβάλλωσι, σᾶ τέκνα καί ὁ λύχνος, ὑπομονῆς οὐ φέγγη, ἀλλά σκότος ἐπέρχεται, ἀπελπισμοῦ φοβεροῦ, ὄν λύε τῷ 
φωτί σου. χριστιανος.gr

Ὠδή ἡ΄. Τόν Βασιλέα
Ἰδού ἐπέστη, ἡμέρα ὄτε ἡ χρεία, βοηθείας Ἀργυρή νεομάρτυς· σπεῦσον, δίδου χείρα, σοῖς δούλοις συμπαθείας. χριστιανος.gr
Νοῦν ἀτακτούντα, καί λογισμοῖς μισοάγνοις, πολεμούμενον χαλίνωσον Μάρτυς, μνήμην τοῦ Κυρίου, αὐτῶ χαριζομένη.
Δεσμούς ἀφύκτους, τῆς δολερᾶς ἁμαρτίας, συμπνιγούσης ψυχᾶς τῶν ἱκετῶν σου, Ἀργυρή εὐχαίς σου, διάλυε ταχέως.

Θεοτοκίον
Ὡς ὑπερβάσα, τή σωφροσύνη γυναίκας, γενεῶν ἁπασῶν, Ἁγνή Παρθένε, δίδου σωφροσύνην, τοῖς πόθω σέ ὑμνούσι.

Ὠδή β΄. Κυρίως Θεοτόκον
Ρεόντων παριδοῦσα, Ἀργυρή νῦν βλέπεις, ἅ ὀφθαλμοί τῶν ἀνθρώπων οὐ βλέπουσι, ὧν καταξίωσον πάντας, τούς ἀνυμνοῦντας σέ.
Ὁ ὄφις ἐπατήθη, Ἀργυρή σοῖς ἄθλοις, καί ἀπολαύεις προσώπου Νυμφίου σου, Ὄν καί ἠμᾶς εὔχου Μάρτυς, ἰδεῖν ὀψέποτε.
Ναούς τῆς σωφροσύνης, καί ἁγνείας δεῖξον, τούς νεανίας ἐν πόθω τιμώντας σέ, ὤ Ἀργυρή καί παγίδων, ἐχθροῦ ἐκλύτρωσαι.

Θεοτοκίον
Ἀμόλυντε Παρθένε, τούς ἐν σωφροσύνη, καί καθαρότητι ζώντας ἐνίσχυσον, σύν Ἀργυρή τῷ Δεσπότη, καθικετεύουσαι.
Ἄξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί μητέρα τοῦ Θεοῦ ἠμῶν. Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ καί ἐνδοξοτέραν 
ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ, τήν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν τήν ὄντως Θεοτόκον σέ μεγαλύνομεν.

Καί τά Μεγαλυνάρια (ὧν τά δύο πρῶτα παλαιά)
Μάρτυς τοῦ Κυρίου πανευκλεής, Ἀργυρή τρισμάκαρ, διαφύλαττε τούς τό σόν, σκῆνος προσκυνοῦντας, ἐν πίστει τέ καί πόθω, ἐκ βλάβης τέ παντοίας, παθῶν καί θλίψεων.
Ἄστρον ἀνατέταλκε φαεινόν, ἐκ τῆς Βιθυνίας, ἡ πολυάθλος τοῦ Χριστοῦ, μάρτυς καί φωτίζει, πιστῶν ἅπαν τό πλῆθος, ἡ Ἀργυρή ἤν πόθω, ἀνευφημήσωμεν.
ἕτερα νεοσύνθετα
Χαίροις σωφροσύνης οἶκος λαμπρός, καί ἁγνείας σκῆνος, δί’ ἀγάπην τοῦ Ἰησοῦ, ἄπερ δίδου δῶρον, τοῖς σέ ἀνευφημούσιν, ὤ Ἀργυρή θεοφρον, γυναίων καύχημα.
Τούς ἐν γάμω ὄντας τήρει καλῶς, σωφρονούντας Μάρτυς, καί ἀγνεύοντας ἐν Χριστῷ, ὡς καί σύ τήν πίστιν, ἐτήρησας τοῦ γάμου, δί’ ὅ καί ἀνεδείχθης, θύμα ἁγνότητος.
Τούς προσερχομένους πανευλαβῶς, σῶ ναῶ ἐν Λέσβω, καταξίωσον Ἀργυρή, ἐν Χριστοῦ ἁγνεία, ζῆσαι ἐν βίω τούτω, καί θείας βασιλείας, μετόχους ποίησον.
Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἵ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι πάντες μετά τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τό σωθῆναι ἠμᾶς.

Τό Τρισάγιον 
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον 
δός ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.
Ὁ Ἱερεύς• Ὅτι Σου ἐστιν ἡ βασιλεία καί ἡ δύναμις καί ἡ δόξα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.

Εἰς τήν ἀπόλυσιν. Στιχηρόν προσόμοιον.
Ἦχος β΄. Ὄτε ἐκ τοῦ ξύλου σέ

Χαίροις, νεομάρτυς Ἀργυρή, χαίροις καί εὐήκοος γίνου τῶν αἰτουμένων σέ, σωφροσύνην χάρισαι, τοῖς ἐν τοῦ γάμου δεσμοῖς, ἐλευθέροις ἁγνότητα, ὑγείαν τοῖς ὅσοι, ἀσθενούσι 
σώματι, καί τή ψυχή σαῖς εὐχαῖς- πάντας δέ ἀναδεῖξον σκεύη, Ἰησοῦ χρυσά καί εὐώδη, ὥσπερ σύ ὑπήρξας, χριστοστέφανε.

Ὥσπερ ἐν ὀράσει ἱερεῖ, ὤφθης τούς στεφάνους κρατοῦσα, καί ἐξεζήτησας, οὕτως εἰκονίζειν σέ, ὤ Ἀργυρή τους πιστούς, κεφαλάς στέψον ἄνωθεν, τῶν νυμφευομένων, καί 
αὐτούς συντήρησον, τιμίω γάμω καλῶς, ἴνα πειρασμούς ἐκνικῶντες, πάσης σαρκικῆς ἁμαρτίας, ἐκ Θεοῦ στεφθῶσιν ὥσπερ μάρτυρες.

Ἦχος πλ. δ΄.
Δέσποινα προσδεξαι, τάς δεήσεις τῶν δούλων σου, καί λύτρωσαι ἠμᾶς, ἀπό πάσης ἀνάγκης καί θλίψεως.

Ἦχος β΄.
Τήν πάσαν ἐλπίδα μου, εἰς σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξον μέ ὑπό τήν σκέπην σου.

Ὁ Ἱερεύς: Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς. Ἀμήν.

Στίχοι
Γενού προστάτις, Ἀργυρή, τῶν τιμώντων σου τήν χρισταγάπητον καί σωφρόαγνον μνήμην.
ΠΗΓΗ.xristianos.gr

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Παρακλητικός Κανών εις την Αγία Οσιομάρτρα Ελέσης εκ Κυθήρων



site analysis



Παρακλητικός Κανών εις την Αγίαν Οσιομάρτυρα Ελέσα Προστάτιδα και Έφορον της Νήσου Κυθήρων.

Ποίημα του Υμνογράφου Σοφ. Καλούτση (+)

(ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1!!!ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΕΛΕΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚ ΚΥΘΗΡΩΝ)


Ευλογήσαντος του Ιερέως αναγινώσκομεν τον ψαλμόν «Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου». Μετά δε την συμπλήρωσιν αυτού ψάλλομεν τα παρόντα. Προηγουμένου του «Θεός Κύριος» μετά των στίχων αυτού.

Ήχος δ’. Ο υψωθείς.
Την του Σωτήρος Καλλιπάρθενον Νύμφην, την παρθενίας απαστράπτουσαν αίγλη, Αθλητριών το καύχημα εν ύμνοις οι πιστοί, άπαντες τιμήσωμεν, εκβοώντες θερμώς αυτή, χαίροις χαρμονή ημών, και της νήσου Κυθήρων, η θερμοτάτη πρέσβυς προς Θεόν, Μάρτυς Οσία, Ελέσα αοίδιμε. 
Δόξα. Απολυτίκιον του αγίου του Ναού.
Και νυν. Όμοιον.
Την πατρικήν βδελυξαμένη θρησκείαν, τω σωτηρίω προσωρμίσθης λιμένι, της Χριστωνύμου πίστεως Ελέσα σεμνή, Θεοτόκον έχουσα, και Μητέρα αγνήν Χριστού, θείαν αρωγόν αεί, μεθ’ ής νυν εν υψίστοις, κατατρυφώσα μέμνησο ημών, των ευφημούντων σε Κόρη εκ πίστεως.

Ο Ν’ ψαλμός και μετά την συμπλήρωσιν αυτού.

Ο Κανών.
Ου η ακροστιχίς «Κυθηρίων μέλπω σε εύχος κλεινόν Ελέσα». Εις τα δύο τροπάρια τα προ των αιτήσεων του ιερέως από τρίτης και έκτης ωδής τα αρχικά του ονόματος του Υμνογράφου «Σ.Κ.», εις δε τα Μεγαλυνάρια ολόκληρον το όνομα αυτού «Σοφοκλής»
Ποίημα Σοφοκλέους Δ. Καλούτση.

Ήχος πλ. δ’
Ωδή α’. Αρματηλάτην Φαραώ.
Κατατολμώντι σε την όντως ένδοξον, ανευφημείν ως ωδαίς, εκδυσωπώ χάριν, εν ανοίξει στόματος, την του αγίου Πνεύματος, σαις ευχαίς μοι δοθήναι. Ελέσα Μάρτυς αοίδιμε, όπως επαξίως υμνήσω σε.

Υμνολογεί σε θεαρέστοις άσμασιν, ο Κυθηρίων λαός, πανευλαβώς μέλπων, την πολλήν σου εύνοιαν, και κραταιάν αντίληψιν, και βοά σοι παρθένε, Ελέσα Μάρτυς πανένδοξε, σου μου ει χαρά και κραταίωμα.
Δόξα.
Θαυματουργούσα παραδόξως ήγειρας, εν τη δυνάμει Χριστού, φθοροποιόν δήγμα, ιοβόλου όφεως, τον υποστάντα δούλον σου, και παρέστησας ζώντα, Ελέσα Μάρτυς πανθαύμαστε, όθεν ευχαρίστως υμνούμέν σε.
Και νυν. Της Μυρτιδιωτίσσης.
Η των χαρίτων συ πηγή Πανύμνητε, και Κυθηρίων πιστών, η χαρμονή πέλεις, και θερμή αντίληψις, και τείχος απροσμάχητον, Σην Εικόνα γαρ τούτοις, δωρησαμένη την πάνσεπτον, Νήσον Κυθηρίων εδόξασας.

Ωδή γ’. Ουρανίας αψίδος.
Ρωννυμένη δυνάμει, τη του Σταυρού πάνσεμνε, την του σου πατρός αθεΐαν, Μάρτυς κατήσχυνας, και νικηφόρος σεμνή, αναδειχθείσα Ελέσα, ουρανών απείληφας, θεία βασίλεια.

Ισχυράν σε προστάτιν, και ιατρόν άμισθον, οι εν τοις κινδύνοις τελούντες, νόσοις τε έγνωμεν, Παρθενομάρτυς Χριστού, όθεν τω θείω Ναώ σου, προσφοιτώντες άσμασι, πάντες υμνούμέν σε.

Δόξα. 
Ως ανέσπερον σέλας, ως φωταυγής ήλιος, τη των Κυθηρίων νησίδι, όντως ανέτειλας, ην καταυγάζεις αεί, μαρμαρυγαίς ακηράτοις, και θαυμάτων λάμψεσι, Μάρτυς αοίδιμε.
Και νυν. Της Μυρτιδιωτίσσης.
Νοσημάτων παντοίων, σε ιατρόν Δέσποινα, οι τω σω Ναώ προσιόντες, πίστει ευρίσκουσι, και την Εικόνα την σην, κατασπαζόμενοι πόθω, εν μυρσίναις Άχραντε, θείως εκλάμψασαν.

Σε καύχημα, και τιμαλφέστατον δώρον τοις Κυθηρίοις, ο ανάσσων εν Ουρανοίς Ελέσα δεδώρηται, ελπίδα ασάλευτον και προστάτιν.
Καυχώμενοι, τη πανισχύρω Ελέσα ση προστασία, δυσχερειών και δεινών τε του βίου λυτρούμεθα, ενθέρμοις σου προς τον Κτίστην πρεσβείαις.

«Ελέησον ημάς ο Θεός κατά το μέγα έλεός σου».

Μνημονεύει ο Ιερεύς των υπέρ ων η παράκλησις γίνεται. Μετά την εκφώνησιν του Ιερέως. 

Κάθισμα.

Ήχος β’. Πρεσβεία θερμή.
Ελέους πηγή, τη νήσω σου δεδώρησαι, Ελέσα Θεού, ελέους η επώνυμος, ελεούσα πάντοτε ιλαρώς τους εις σε καταφεύγοντας, ταις σαις πρεσβείαις Μάρτυς προς Θεόν, ημών απάντων, αεί συ μνημόνευε. 

Ωδή δ’. Συ μου ισχύς Κύριε.
Μέλπει φαιδρώς, Μάρτυς τα σα κατορθώματα, ευφημούσα, νήσος Κυθηρίων σε, και γαρ εν ταύτη ενήθλησας, αγωνισαμένη κατά δαιμόνων πολύαθλε, Ελέσα των Μαρτύρων, και Οσίων ακρότης, και των Κυθήρων το θείον ωράϊσμα.

Έσχες Χριστόν, Μάρτυς εν σοι Καλλιπάρθενε, ενοικούντα, όθεν και ανέκραζες, μετά του Παύλου ουκέτι ζω, άλλ’ ο βασιλεύων των όλων ως παντοδύναμος, διόπερ νυν χορεύεις, των εσόπτρων λυθέντων, εις τα άνω Ελέσα βασίλεια.

Δόξα.
Λύεις μητρός, Αγία λύπην στειρότητος, γεννηθείσα, έλεος γαρ Ύψιστος, επιραβεύων την προσευχήν, της σε κυησάσης, φερώνυμον τιμαλφέστατον, δεδώρηται Ελέσα, προσημαίνων την δόξαν, της ενδόξου σου Μάρτυς αθλήσεως. 
Και νυν. Της Μυρτιδιωτίσσης.
Πλούτον Αγνή, κέκτηται όντως αδάπανον, Κυθηρίων νήσος και διάσωσμα, την σην Εικόνα την ιεράν, ήν εν Μυρτιδίοις Θεόνυμφε απεκάλυψας, κινδύνων λυτρουμένη, δυσχερών τε και νόσων, και την χάριν σου ταύτη παρέχουσα.

Ωδή ε’.
Ίνα τι με απώσω.
Ως φρονίμη Παρθένος, ελεημοσύναις σου τον πλούτον τέθηκας, εν χερσί πενήτων, και τας χρείας αυτών εθεράπευσας, ο Νυμφίος όθεν, ο επουράνιος Ελέσα, εις νυμφώνα σε θείον εισώκισε.

Σωστικάς υποθήκας, η αγιωτάτη σου Ελέσα δέδωκεν, εκδημούσα μήτηρ, εκ των τήδε ζωήν προς την άληκτον, ας θερμή καρδία, ενστερνισθείσα νυν αγάλλη, μετ’ αυτής εις τα άνω βασίλεια.

Δόξα.
Εν τω όρει οσία, την του σου γεννήτορος μανίαν φεύγουσα, ηξιώθης ξένης, προστασίας Ελέσα αοίδιμε˙ ο σχισθείς γαρ βράχος, περιλαβών σε παραδόξως, αβλαβή θαυμαστώς διεφύλαξε.
Και νυν. Της Μυρτιδιωτίσσης.
Εν μυρσίναις Παρθένε, Κεχαριτωμένη την σεπτήν Εικόνα σου, αγαθώ ποιμένι, θαυμαστώς υπέρ νουν εφανέρωσας, και Κυθήρων νήσον, καθαγιάσασα εν ταύτη, Πολιούχος αυτής αναδέδειξαι.

Ωδή στ’.
Την δέησιν εκχεώ προς Κύριον.
Υπέταξας, της σαρκός το φρόνημα, τω νοΐ σου Αθληφόρε Ελέσα, και προς ζωήν, την μονήρη μετέστης, καταφρονήσασα κόσμου τερπνότητας, και εύρες νυν εν Ουρανοίς, την τρυφήν εν Χριστώ την αιώνιον.

Χαρίτων σε, της ψυχής και σώματος, υπερπλήρη θεασάμενος Μάρτυς, ο σος πατήρ, ηβουλήθη νυμφίω, σε συναρμόσαι θνητώ άλλ’ ο ένθεος, Ελέσα σου προς τον Χριτόν, τον νυμφίον σου έρως κατίσχυσε. 

Δόξα.
Ο βράχος νυν, σου σκληρού γεννήτορος, μαλακώτερος Ε λέσα εδείχθη, καταφυγήν, παρασχών σοι τους κόλπους, και φιλοστόργως διώκτου ρυσάμενος, καυχάται δε αγιασθείς, τη ροή του τιμίου σου αίματος.
Και νυν. Της Μυρτιδιωτίσσης.
Στεφάνωμα, την Εικόνα Δέσποινα, θησαυρόν τε Κυθηρίων η νήσος, πολυτελή, κεκτημένη καυχάται, και ανυμνεί σου την άμετρον εύνοιαν, κινδύνων τε και συμφορών, λυτρουμένη ταις θείαις πρεσβείαις σου.

Στερέωμα, της Εκκλησίας λαμπρύνεις Οσιομάρτυς, καταυγάζουσα ψυχάς των πίστει τιμώντων σε, Ελέσα το τείχος των Κυθηρίων.
Κλέϊσμα, των Ορθοδόξων Ελέσα Παρθενομάρτυς, σαις αγίαις προσευχαίς, αιτήσεις εκπλήρωσον, των πίστει καταφευγόντων ση σκέπη.

Είτα μνημονεύει ο Ιερεύς των υπέρ ων η Παράκλησις γίνεται, μετά δε την εκφώνησιν.

Κοντάκιον. Ήχος δ’.
Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε.
Την προστάτιν σε των Κυθηρίων εν άσμασι, των εν νήσω και των εν τη ξένη γεραίρομεν, αιτούμενοι διηνεκώς πρεσβεύειν τω Θεώ, του δωρήσασθαι τον ιλασμόν, και τα ελέη του Χριστού, εν ειρήνη τοις μέλπουσι, Χαίροις των Κυθηρίων, και πάντων των Ορθοδόξων, η ακαταίσχυντος ελπίς, Αθληρόφε Μεγαλώνυμε.

Προκείμενον. Ήχος β’.
Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεώς μου.
Στίχος. Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου, και κατηύθυνε τα διαβήματά μου.

Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Ματθαίον.
(Των 10 Παρθένων).
Ζήτει τω Σαββάτω της 17ης Εβδ. Ματθαίου. 

Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. 2 πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί. 3 αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον· 4 αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν. 5 χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον. 6 μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ. 7 τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν. 8 αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται. 9 ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι λέγουσαι· μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς. 10 ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα. 11 ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν. 12 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς. 13 γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται. 

Δόξα. Ταις της Αθληφόρου, πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθηκ, των εμών εγκλημάτων.

αι νυν. Ταις της Θεοτόκου, πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη, των εμών εγκλημάτων.
Είτα: Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου, εξάλειψον το ανόμημά μου. 

Ήχος πλ. β’. Όλην αποθέμενοι.
Χάριν των ιάσεων, παρά Θεού δεξαμένη, εφαπλοίς τοις κάμνουσι, και ναώ προστρέχουσι, τω αγίω σου, δαψιλώς πάνσεμνε, των θαυμάτων ρείθρα, συ γαρ όντως αναδέδειξαι, πηγή χαρίτων τε, και των ιαμάτων ακένωτος, διόπερ κατά χρέος σε, ανυμνολογούντες κραυγάζομεν. Χαίροις των Κυθήρων, ωράϊσμα και καύχημα τερπνόν, Παρθενομάρτυς πολύαθλε, Ελέσα πανθαύμαστε.

Ο Ιερεύς: Σώσον ο Θεός τον λαόν σου. 
Ο χορός: Κύριε ελέησον (12).
Εκφώνησις: Ελέει και οικτιρμοίς.

Ωδή ζ’. Παίδες Εβραίων εν καμίνω.
Κάλλει αστράπτουσα χαρίτων, ως φιλέρημος τρυγών ωραιοτάτη, επί όρους σεμνή, μονάσαι ηρετίσω, ευλογητός ει κράζουσα, ο Θεός εις τους αιώνας.

Λύσον Ελέσα νοσημάτων, τα συμπτώματα υγείαν δωρουμένη, τω πιστώ σου λαώ, και τούτον ομοφρόνως, Οσιομάρτυς πρόσδεξαι, σε υμνούντα εις αιώνας. 

Δόξα.
Έπιδε Μάρτυς εξ αγίου, και ελέησον ημάς τους τω Ναώ σου, προσιόντας πιστώς, και μέλποντας συμφώνως, ευλογητός ει Κύριε, ο Θεός εις τους αιώνας. 
Και νυν. Της Μυρτιδιωτίσσης.
Ίθυνον Κόρη προς τας τρίβους, του Υιού σου λαόν των Κυθηρίων, ώ Εικόνα την σην, αρρήτως εδωρήσω, ευλογημένη κράζοντι, συ υπάρχεις εις αιώνας.

Ωδή η’. Τον εν όρει αγίω δοξασθέντα.
Νεκρωθέντας ιώ της αμαρτίας, ζωοποίησον συ, η τον νενεκρωμένον, τω ιοβόλω δήγματι του όφεως, ζώντα στησαμένη, ίνα σε υμνώμεν, Ελέσα εις αιώνας.

Ο αλάστωρ τοκεύς αποτεμών σου, την σεπτήν κεφαλήν προς την επουρανίαν, και αιωνίαν δόξαν σε προέπεμπε, όθεν σε υμνούμεν, και υπερυψούμεν, Ελέσα εις αιώνας.
Ευλογούμεν Πατέρα, Υιόν και άγιον Πνεύμα, τον Κύριον. 

Νοεραί σε δυνάμεις ανυμνούσι, τον Υιόν συν Πατρί, μετά του Παρακλήτου, την εν Τριάδι άτμητον Θεότητα, χείλεσιν αΰλοις, και υπερυψούμεν, εις πάντας τους αιώνας. 
Και νυν. Της Μυρτιδιωτίσσης.
Εν μυρσίναις αρρήτως την Εικόνα, ο ποιμήν ανευρών, της Κεχαριτωμένης, τοις Κυθηρίων δήμοις ευαγγέλια, ήνεγκε δοξάζων, ανυμνολογών τε, Αυτήν εις τους αιώνας.

Ωδή θ’. Εξέστη επί τούτω ο Ουρανός.
Λαμπρύνεις των χαρίτων σου ταις αυγαίς, και θαυμάτων τη αίγλη την νήσον σου υπερφυώς, νόσους απελαύνουσα ψυχικάς, σωματικάς πένσεμνε, νυν προσερχομένων τω σω Ναώ, Ελέσα των Μαρτύρων, οσίων τε ακρότης, διο σε πάντες μεγαλύνομεν.

Εν ύψει των ενθέων σου αρετών, τους τιμώντάς σε πόθω ανύψωσον ταις σαις λιταίς, ένδοξε Ελέσα και υμνητή, τω ταπεινώ σου δώρησαι, την διαιωνίζουσαν εν Χριστώ, τρυφήν εν Παραδείσω, ποθών γαρ ου καμπάζων, σοι το εγκώμιον εξύφανε. 

Δόξα. 
Σκιρτώσι των αγίων εν Ουρανοίς, αι ψυχαί συμπολίτην σε έχουσαι και συν αυταίς, νήσος Κυθηρίων η ευσεβής, ως θησαυρόν κατέχουσα, τον περικαλλέστατόν σου Ναόν, προστάτιν σε κηρύττει, και έφορον κλεινήν σε, ολοκαρδίως μεγαλύνουσα. 
Και νυν.
Ασπόρως της τεκούσης σε ταις λιταίς, και Ελέσης της σης Καλλιμάρτυρος και του κλεινού, θείου Θεοδώρου άναξ Χριστέ, τοις Κυθηρίοις δώρησαι, τοις τε εν τη Νήσω και αλλαχού, υγείαν ευφροσύνην, συγχώρησιν πταισμάτων, ίνα σε πάντες μεγαλύνωσι.

Αξιον εστί.....

Σε την λευκοφόρον περιστεράν, την ηγλαϊσμένην, την χαρίτων και αρετών, και του μαρτυρίου, στολή Μάρτυς Ελέσα, εκ πόθου ανυμνούντες, σε μεγαλύνομεν.

Οσιομαρτύρων την καλλονήν, και των Κυθηρίων, την προστάτιν και βοηθόν, την παρισταμένην, Χριστού Θρόνω εν δόξη, Ελέσαν την αγίαν, ύμνοις τιμήσωμεν.

Φωταγωγουμένη υπερφυώς, ταις του Παρακλήτου, υπερφώτοις μαρμαρυγαίς, την εν ταις ερήμοις, ζωήν είλου Ελέσα, προκρίνουσα των τήδε, όλβον ουράνιον.

Ο περικαλλέστατός σου Ναός, ανεγηγερμένος, εν τω όρει τω ιερώ, του σου μαρτυρίου, σεμνή Μάρτυς Ελέσα, θαυμάτων εγνωρίσθη, κρήνη αείροος. 

Καθοδηγουμένη τη μητρική, συ θεοσεβεία ηκολούθησας τω Χριστώ, και ανεπιστρόφως, οδόν ώδευσας Μάρτυς, την άγουσαν εις δόξαν, όντως την άφθιτον.

Λαμπαδηφορούσα εν ταις αυλαίς, ταις του παραδείσου κατεσκήνωσας εν χαρά, και αγαλλιάσει, σεμνή Μάρτυς Ελέσα, αντάξια λαβούσα, πόνων τα έπαθλα.

Ηλιοφωτόμορφε καλλονή, η μεμνηστευμένη, τω Ηλίω τω νοητώ, εν επουρανίοις, Χριστού νύμφη Ελέσα, διάσωζε τους πόθω σε μεγαλύνοντας.

Συν τη Βασιλίδι των Ουρανών, και τω Θεοδώρω τω Οσίω και θαυμαστώ, νήσον Κυθηρίων, Χριστού Μάρτυς Ελέσα, κινδύνων τε και νόσων, σώζετε πάντοτε.

Έτερα Μεγαλυνάρια.
Ποιηθέντα χάριτι Θεού και ευδοκία της Αγίας Οσιοπαρθενομάρτυρος Ελέσης παρά του Σεβ. Μητροπολίτου Κυθήρων και Αντικυθήρων Σεραφείμ (Μάϊος 2008). Ελέσα ελέησον Αρχιερέα Κυθήρων Σεραφείμ.

Ελέσα ελέους θείου βλαστός, και δώρημα όντως, ιερώτατον και σεπτόν, τη νήσω Κυθήρων, και πάση οικουμένη, των μοναζόντων κλέος, υπάρχεις πάνσεμνε.

Ελέσα σεισμών τε και συμφορών, εμπρησμών και νόσων, πλάνης βλάβης αιρετικών, δεινών και κινδύνων, και πάσης καχεξίας, διάσωζε την νήσόν σου, θεοτίμητε. 

Ελέσα προστάτιν σε και φρορόν, βρεφών και παιδίων, νεολαίας νέων βλαστών, γονέων συζύγων, οικογενείας πάσης, και κοινωνίας όλης, πάντες κεκτήμεθα. 

Ελέσα αγνότητος κιβωτός, άγνιζε τους νέους, αγνούς λόγους πράξεις αγνάς, αγνώς βιοτεύειν, και τα αγνά φυλάσσειν, αγνήν τε την παράδοσιν, διασώζοντας. 

Ελέσα θεόφρων και θαυμαστή, προστάτευε οίκους, συζυγίας τέκνα γονείς, και ρύσαι κινδύνων οινοποσίας μέθης, ναρκωτικών μανίας, και διαζεύξεως. 

Ελέσα πανθαύμαστε και σεμνή, Κυθήρων το κλέος, και μαρτύρων η καλλονή, προστάτευε σκέπε, το θείον τέμενός σου, και δούλους του Κυρίου, τους σοι προστρέχοντας. 

Ελέσα θαυμάτων η χορηγός, συν τω Θεοδώρω, συμπροστάτη και αρωγώ, και σεπτή εικόνι, Μονής των Μυρτιδίων, ποιμένας και την ποίμνην, Κυθήρων φύλαττε.

Πάσαι αγγέλων...

Εξαποστειλάρια. 
Ήχος γ’. Απόστολοι εκ περάτων. 
Αθλήσεως ανεδείχθης, και οσιότητος τύπος, Παρθενομάρτυς Ελέσα, Χριστού καλλίμορφε Νύμφη, διο αιτούμέν σε σώζειν, Κυθήρων νήσον κινδύνων. 

Ο γλυκασμός των Αγγέλων.
Οσιομάρτυς Ελέσα, των Κυθηρίων η χαρά, και θεοδώρητον εύχος, ελπίς και τείχος και σκέπη, υπέρ ημών τω Σωτήρι, μη διαλείπης πρεσβεύειν.

Και σε μεσίτριαν έχω.
Καταυγασθείσα Ελέσα, του Παρακλήτου ταις αυγαίς, πένησιν ένειμας πλούτον, τον σον αντικτησαμένη, τον αδαπάνητον όντως, Χριστώ εν δόξη συνούσα.

Χρυσοπλοκώτατε πύργε. 
Χαρμονικώς σοι τον ύμνον, τω εξυφάναντι Κόρη, και τοις τιμώσι σε πάσι, παράσχου Μάρτυς Ελέσα, αμαρτημάτων την λύσιν, και Ουρανών Βασιλείαν.

Απολυτίκιον. 

Ήχος α’. Του λίθου σφραγισθέντος.
Πατρικήν εβδελύξω συ Ελέσα ασέβειαν, μητρική στηριχθείσα ευσεβεία πανεύφημε˙ μετέστης εις γην αλλοδαπήν, φυγούσα κακόνοιαν πατρός˙ άλλ’ αυτός σου και αλάστωρ και φονεύς και τύραννος εγεγόνει. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ˙ δόξα τω σε ενισχύσαντι˙ δόξα τω δωρησαμένω σε ημίν, προστάτιν ακοίμητον.
ΣΟΦΟΚΛΗΣ Δ. ΚΑΛΟΥΤΣΗΣ 
Κύθηρα: Μάρτιος – Απρίλιος 1954.