Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
. Ἡ Μαντὼ Μαυρογένους ἦταν μία ξεχωριστὴ προσωπικότητα τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821. Γόνος τῆς πλούσιας οἰκογένειας τοῦ Νικολάου Μαυρογένη καὶ τῆς Ζαχαράτης Μπατὴ γεννήθηκε στὴν Τεργέστη τὸ 1796 ἢ τὸ 1797. Τὸ βαφτιστικό της ὄνομα ἦταν Μαγδαληνὴ (Σημ. Μανταλένα στὰ ἰταλικά, ποὺ ἔγινε Μαντώ). Ὡς κοπέλα συνδύαζε τὴ φυσικὴ ὀμορφιά, μὲ τὴν σεμνότητα, τὴν εὐσέβεια, τὴν μόρφωση καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν Ἑλλάδα. Χειριζόταν ἄριστα τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ μιλοῦσε ἄπταιστα τὰ γαλλικά, τὰ ἰταλικὰ καὶ τὰ τουρκικά... – . – .Ἔζησε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ θείου της Στεφάνου Μαυρογένη, Μεγάλου Λογοθέτη τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὶς 13 Ἀπριλίου 1821, τὴν ἴδια ἡμέρα μὲ τὸν ἀπαγχονισμὸ τοῦ Πατριάρχη Ἁγίου Γρηγορίου Ε΄. Ἔμαθε τὴν ἱστορία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ ζήλωσε τὴ δόξα τους. Βίωσε τὰ βάσανα, ποὺ τράβηξαν οἱ ὁμοεθνεῖς της κατὰ τὴν τουρκοκρατία καὶ ἡ ψυχή της γέμισε ὀργὴ κατὰ τῶν Τούρκων καὶ θέληση ἡ Πατρίδα της νὰ ἀπελευθερωθεῖ. Ἀπὸ τότε ὑποσχέθηκε στὸν ἑαυτό της νὰ ἀφιερώσει στὸν Ἀγώνα ὅλη της τὴν περιουσία καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό της.. . – . – .Στὴν Μύκονο, ὅπου ζοῦσε, μὲ δαπάνες της συγκρότησε σῶμα στρατιωτῶν, ποὺ πολέμησαν στὴν Πελοπόννησο καὶ ἐξόπλισε δύο πολεμικὰ σκάφη, γιὰ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν ἑλληνικὸ στόλο. Ἐπικεφαλῆς τῶν Μυκονιατῶν πολέμησε γιὰ πρώτη φορὰ τοὺς ἀγαρηνοὺς στὶς 22 Ὀκτωβρίου 1822. Στὴ μάχη ἡ κομψὴ κοσμοπολίτισσα, μὲ τὰ δυτικὰ ὄμορφα φορέματα, μεταμορφώθηκε σὲ πολέμαρχο. Φορώντας ἁπλὸ ρουχισμὸ ἁρματώθηκε μὲ τουφέκι καὶ σπαθὶ καὶ τοὺς ἀντιμετώπισε μὲ ἐπιτυχία, ὅταν ἐπιχείρησαν νὰ κάνουν ἀπόβαση στὸ νησί. Ἔντρομοι οἱ ἀγαρηνοὶ ἀπὸ τὴν ὁρμητικότητα τῶν Μυκονιατῶν ὀπισθοχώρησαν στὰ σκάφη τους, ἀφήνοντας στὶς ἀκτὲς τοῦ νησιοῦ 17 νεκροὺς καὶ 60 τραυματίες.. . – . – .Ὁ Ἀγώνας εἶχε γιὰ καλὰ ἀνάψει στὴν Πελοπόννησο καὶ στὴν Ρούμελη καὶ ἡ Μαντὼ ἔχοντας ἐξασφαλίσει τὴν ἄμυνα τῆς Μυκόνου πῆγε στὴν Πελοπόννησο, ὅπου συνέχισε τὴν προσφορά της στὴν Ἐπανάσταση. Τὸ 1824 ὁ Παπαφλέσσας, ὡς Ὑπουργὸς τῶν Ἐσωτερικῶν ἔγραψε γιὰ τοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς θυσίες τῆς Μαντῶς:. . – . – .«Τὸ ὑπουργεῖον ἔχει πληροφορίας, ἡ Κόρη αὕτη ἀπ’ ἀρχῆς τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος ἔδειξε πάντοτε μέγαν ζῆλον καὶ προθυμίαν ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας τῆς Πατρίδος καὶ ἐν ᾧ μάλιστα οἱ συγγενεῖς αὐτῆς ἐπάσχιζον νὰ τὴν ἐμποδίσουν ἀπὸ τὸ Θεῖον καὶ Ἱερὸν τοῦτο ἔργον της, αὕτη μᾶλλον ἐνοπλίζετο τὸν πατριωτικὸν ζῆλον καὶ τὴν πρὸς τὴν Πατρίδα ἀγάπην, προτιμοῦσα νὰ μισῆται καὶ νὰ ἀποδιώκεται ἀπὸ τοὺς οἰκείους συγγενεῖς της παρὰ νὰ φανῆ ἀμέτοχος τοῦ θείου καὶ ἱεροῦ Ἀγῶνος μας. Εἰς τοσοῦτον δὲ καὶ τοιοῦτον βαθμὸν ἔφθασεν ὁ ὑπὲρ Πατρίδος ἐνθουσιασμός της, ὥστε κατεδαπάνησεν ὅλην της τὴν περιουσίαν πρὸς ὄφελος τῆς Πατρίδος (ἔργον τῷ ὄντι σπανιώτατον καὶ μάλιστα διὰ Κόρην). Μάρτυρες δὲ τούτου εἶναι τὰ ἀνὰ χείρας της ἐνδεικτικὰ” (ΓΑΚ ὐπ. Ἐσωτερ. φ. 42 καὶ Μανουὴλ Τασούλα «Μαντῶ Μαυρογένη», Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο, Ἔκδ. Δήμου Μυκονίων, Β΄ Ἔκδ. 1997, σελ. 120-121).. . – . – .Ὁ ἐνθουσιασμός, ἡ αὐτοθυσία, ἡ προσφορά, δὲν βρῆκαν ἀνταπόκριση ἀπὸ πολλοὺς Ἕλληνες. Ἡ μεγάλη ἀπογοήτευση ἦταν ἡ ἐκ μέρους τοῦ Δημητρίου Ὑψηλάντη ἀθέτηση τοῦ ἐπισήμου ἀρραβώνα τους. Πληγωμένη, ποὺ ἔβλεπε ὅτι ὁ Ὑψηλάντης ἤθελε νὰ τὴν ἐγκαταλείψει «χωρὶς λόγον, μὲ τὴν πλέον σκληρὰν περιφρόνησιν» ἡ συναισθηματικὴ καὶ ἔντιμη Μαντὼ κατέφυγε στὸ Ὑπουργεῖο τῆς Θρησκείας ζητώντας δικαίωση. Δὲν βρῆκε τὸ δίκιο της (Αὐτ. σελ. 174). Ἦταν γυναίκα καὶ ποιὸς νὰ τὰ ἔβαζε μὲ τὸν Ὑψηλάντη… Ὑπάρχει καὶ ἡ ἄποψη ὅτι γιὰ νὰ μὴν ὑλοποιηθεῖ ὁ ἀρραβώνας, φίλοι του εἰσέβαλαν στὸ σπίτι της στὸ Ναύπλιο καὶ τὴν ἀπήγαγαν, στέλνοντάς την μὲ ναυλωμένο πλοῖο στὴ Μύκονο… Ἡ πικρία της κράτησε ἕως τὸν θάνατο τοῦ Ὑψηλάντη, τὸ 1832, σὲ ἡλικία 39 ἐτῶν.. . – . – . Ἀπὸ τὴν αὐτοθυσία καὶ τὸ δόσιμο τοῦ ἑαυτοῦ της καὶ ὅλης τῆς μεγάλης περιουσίας της στὸν Ἀγώνα μερικοὶ συγκινήθηκαν, πολλοὶ ἔμειναν ἀδιάφοροι καὶ ἀρκετοὶ ἐκμεταλλεύθηκαν τὴν κατάστασή της καὶ τῆς ἔκλεψαν ὅ, τι τῆς εἶχε ἀπομείνει. Τὰ χρόνια στὸ Ναύπλιο ἦταν βασανιστικὰ γιὰ τὴν Μαντώ. Στὶς 11 Μαΐου 1823 μὲ πρόφαση ὅτι ξέσπασε πυρκαγιὰ στὸ σπίτι της ἄνθρωποι τοῦ Μανώλη Τομπάζη ἔκλεψαν καὶ ἀφάνισαν ὅλη της τὴν προίκα ἀπὸ ροῦχα καὶ διαμαντικά, μέχρι τὸ σπαθὶ τοῦ πατέρα της (Αὐτ. σελ. 79). Ἀφοῦ ξόδεψε 25.000 γρόσια στὸν Ἀγώνα, ἔμεινε χωρὶς χρήματα, δὲν μποροῦσε νὰ πληρώσει τὸ ἐνοίκιο τοῦ σπιτιοῦ καὶ κάποιος Κάββας, ἄλλοτε μόνος καὶ ἄλλοτε συνοδείᾳ ἐνόπλων στρατιωτῶν πήγαινε καὶ τὴν ἐνοχλοῦσε νὰ τὸ ἐγκαταλείψει (Αὐτ. σελ. 107). Μέχρι καὶ τὸ λαχουρένιο σάλι τῆς ἔκλεψαν. Τὸ κατάλαβε, ὅταν θέλησε νὰ τὸ φορέσει, γιὰ νὰ πάει στὴν ἐκκλησία… Ὁ καμαριέρης τοῦ Ὑψηλάντη τῆς ἔκλεψε δύο ὁμολογίες, τὸ 1824.. . – . – .Ἡ ἡρωίδα ἔχοντας μόνο τριάντα γρόσια, μετὰ τὰ ὅσα προσέφερε στὸν Ἀγώνα, ἔφυγε ἀπογοητευμένη ἀπὸ τὸ Ναύπλιο καὶ τὸ 1827 μετέβη νὰ διαμείνει στὴν Αἴγινα. Ἐκεῖ ὑπέβαλε ἀναφορὰ στὴν Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπή, στὴν ὁποία, μεταξὺ ἄλλων, ἀναφέρει: «Εἶμαι βεβαία ὅτι ἡ Σεβ. αὕτη ἐπιτροπή, γνωρίζει τὴν κατάστασίν μου καὶ δὲν θέλει τὴν ἐξοικονόμησιν, ὅτι διὰ τὴν ἀγάπην τῆς πατρίδος ὑστεροῦμαι τὸν ἐπιούσιον ἄρτον» (Αὐτ. σελ. 209).. . – . – .Τὰ χρόνια περνοῦν. Ἕνα μικρὸ μέρος τῆς Ἑλλάδας ἔχει ἐλευθερωθεῖ. Μετὰ τὴ δολοφονία τοῦ Καποδίστρια ἔρχεται ὁ Ὄθωνας καὶ ἡ ἐποχή του… Ἡ Μαντὼ αὐτὰ τὰ χρόνια ἀρχίζει ἕναν ἄπελπι ἀγώνα νὰ ἀποκτήσει ἀπὸ τὴν οἰκογενειακὴ περιουσία αὐτὰ ποὺ εἶχαν ἀπομείνει, τῆς ἀνῆκαν καὶ ἄλλοι νοσφίζονταν. Μετὰ τὰ τόσα βάσανα, ποὺ πέρασε, ἀποσύρθηκε στὴν Πάρο, ὅπου βρῆκε τὸ κουράγιο νὰ προσφέρει τὴ βοήθειά της σὲ ἄπορα καὶ σὲ δυστυχισμένα κορίτσια. Πέθανε στὴν Πάρο, τὸν Ἰούλιο τοῦ 1840, σὲ ἡλικία 43 ἢ 44 ἐτῶν, ἀπὸ τυφοειδῆ πυρετό. Ἡ ἔνδοξη «πατριῶτις», ὅπως ὑπέγραφε, φοροῦσε στὸ φέρετρο στολὴ ἀντιστρατήγου. Ἡ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ ἦταν πάνδημη. Ἐτάφη στὸ νεκροταφεῖο τῆς Παροικιᾶς. Μὲ τὰ χρόνια ὁ τάφος της ξεχάστηκε, οὔτε ἕνας σταυρὸς μὲ τὸ ὄνομά της δὲν βρέθηκε. Σώθηκε ὁ πολύτιμος Σταυρὸς ποὺ φοροῦσε. Ἀλλὰ αὐτὰ ὅλα εἶναι τὰ ὑλικὰ καὶ χρεώνονται στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ Μαντὼ μένει ἀθάνατη, γιὰ τὴν ἀνιδιοτέλειά της καὶ τὴν προσφορά της στὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ἔστω καὶ ἂν λίγοι τὴν μνημονεύουν.. . – . – .Τὸ σπουδαιότερο γι’ αὐτὴν εἶναι πώς, ὅπως ἔγραψε ὁ Ἰταλὸς φιλέλληνας ἰατρὸς Pierviviano Zecchini στὸ βιβλίο – ἡμερολόγιό του «Quadri della Grecia Moderna (Tipografia di Gio. Cecchini, 1864), «ἡ Μαντὼ δίδαξε ὅτι χωρὶς τὴν ἀγάπη στὴν Πατρίδα καὶ ἑπομένως χωρὶς ἐλευθερία καὶ ἀνεξαρτησία δὲν ὑπάρχει οὔτε ἀξιοπρέπεια, οὔτε ἀρετή, οὔτε εὐτυχία ἐπὶ τῆς γῆς».-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου