Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΧΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΧΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2018

Αγία Μαρία Λελιάνοβα, οσιομάρτυς μοναχή της Γκάτσινα Ρωσίας (+1932): «Η κατάθλιψη είναι πνευματικός σταυρός.»



site analysis



 Ο Θεός της έδωσε το χάρισμα να παρηγορεί τους θλιμμένους & όσους έχουν κατάθλιψη
Εορτή: 26 Ιανουαρίου, 4 Απριλίου & 17 Απριλίου
26 Μαρτίου Ανακομιδή Ι. Λειψάνων καί ανακήρυξη αγιότητος το 2007
Στην πόλη Γκάτσινα, τριάντα μίλια περίπου μακριά από την Αγία Πετρούπολη, ζούσε πριν από την επανάσταση η μοναχή Μαρία. Το κοσμικό της όνομα ήταν Λυδία Αλεξάντροβνα Λελιάνοβα. Νέα ακόμα, πριν από την επανάσταση του 1917, είχε προσβληθεί από τη νόσο του Πάρκινσον κι υπόφερε από εγκεφαλίτιδα. Αυτό προξένησε μια ακινησία σ’ ολόκληρο το σώμα της, πού νόμιζε κανείς πως ήταν αλυσοδεμένο, ακίνητο. Το πρόσωπο της ήταν ωχρό, αναιμικό. Μπορούσε να μιλάει, αλλά με μισόκλειστο το στόμα της. Η φωνή της έβγαινε ανάμεσα από τα δόντια της. Πρόφερε πολύ αργά τα λόγια της, κι ό ήχος τους είχε μια μονοτονία. Έτσι ανάπηρη πού ήταν, είχε απόλυτη ανάγκη από βοήθεια κι από αποκλειστική φροντίδα. Το παραμικρό άγγιγμα, της προξενούσε πόνο.
Η αρρώστια αυτή πολύ συχνά συνοδεύεται από ψυχολογικές μεταβολές (εκνευρισμό, μια κουραστική επιμονή να επαναλαμβάνει στερεότυπες ερωτήσεις, να έχει υπερβολικές απαιτήσεις, να παρουσιάζει σημάδια γήρανσης, κλπ.). Φυσική συνέπεια τέτοιων μεταβολών είναι οι άρρωστοι αυτοί να καταλήγουν συνήθως σε ψυχιατρεία. Η μητέρα Μαρία όμως όχι μόνο δεν είχε αλλοιωθεί ψυχικά, αλλά φανέρωσε και κάποιες εξαιρετικές πτυχές της προσωπικότητας και του χαρακτήρα της, πού είναι πολύ σπάνιες σε τέτοιους αρρώστους. Είχε πολύ μεγάλη πραότητα, ταπείνωση, υποταγή, αυτοσυγκέντρωση και δεν ήταν καθόλου απαιτητική. Ήταν αφοσιωμένη στην αδιάλειπτη προσευχή κι υπόμενε τη δύσκολη κατάσταση της χωρίς τον παραμικρό γογγυσμό.
Ως ανταπόδοση στη μεγάλη της ταπείνωση κι υπομονή ο Θεός την προίκισε μ’ ένα χάρισμα: να παρηγορεί τους θλιμμένους. Άνθρωποι ξένοι κι εντελώς άγνωστοι που αντιμετώπιζαν θλίψεις, απόγνωση και κατάθλιψη, άρχισαν να την επισκέπτονται και να συζητούν μαζί της. Κι όλοι έφευγαν από κοντά της παρηγορημένοι, ανακουφισμένοι. Ένιωθαν τη θλίψη μέσα τους να φωτίζεται, τους φόβους τους να ξεπερνιούνται, την κατάθλιψη και την απόγνωση να εξαφανίζονται. Οι φήμες για τις αρετές της εξαιρετικής αυτής μοναχής διαδόθηκαν σταδιακά πολύ μακρύτερα από τα σύνορα της Γκάτσινα.
Η μάτουσκα Μαρία ζούσε μαζί με την ελεύθερη αδερφή της Ιουλία Άλεξάντροβνα και τον αδερφό της Βλαδίμηρο Αλεξάντροβιτς. Αρχικά έμεναν στο κέντρο της πόλης, κοντά στον καθεδρικό ναό των αγίων Πέτρου και Παύλου. Αργότερα εγκαταστάθηκαν σ’ ένα μικρό ξύλινο σπίτι στα περίχωρα. Έμεναν στο ίδιο διώροφο σπίτι από το 1909 ως το 1932. Την μάτουσκα Μαρία δεν την γνώριζαν μόνο οι κάτοικοι της Γκάτσινα, μα και πολλοί κάτοικοι της πρωτεύουσας. Έτσι στη μοναχική κουρά της, πού την έκανε ένας αρχιμανδρίτης, παραβρέθηκαν πολλοί άνθρωποι. Λόγω της κατάστασης της υγείας της της έδωσαν αμέσως το μεγάλο σχήμα.
Γύρω από τη μάτουσκα Μαρία δημιουργήθηκαν δύο ομάδες. Τη μια ομάδα αποτελούσε ένας μεγάλος κύκλος πού βοηθούσε σε διάφορες σπιτικές δουλειές. Η άλλη ομάδα, πού ήταν μικρότερη, είχε τη βασική υποχρέωση να ψάλλει παρακλήσεις. Ο μικρός κύκλος αποτελούνταν από κορίτσια, ηλικίας περίπου 20 ετών. Τις καθοδηγούσε ο π. Ιωάννης Σμόλιν και μαζί του έψαλλαν στο κρεβάτι της μάτουσκα, επισκέπτονταν άλλους ασθενείς κι έθαβαν τους νεκρούς. Το 1927 πού κοιμήθηκε ο π. Ιωάννης, τη θέση του πήρε ο π. Πέτρος Μπελάφσκυ.
Το Μάρτη τού 1927 επισκέφτηκε τη μάτουσκα ο Ίβάν Μιχαήλοβιτς Άντρεγέφσκυ. Όση ώρα περίμενε να γίνει δεκτός, περιεργαζόταν τις πολλές φωτογραφίες που υπήρχαν στο δωμάτιο υποδοχής. Δύο απ’ αυτές του έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση. Ήταν οι φωτογραφίες των μητροπολιτών Πετρούπολης Βενιαμίν και Ιωσήφ. Ο μητροπολίτης Ιωσήφ είχε γράψει στη δική του φωτογραφία μια πολύ συγκινητική αφιέρωση στη μάτουσκα Μαρία, παραθέτοντας μια μεγάλη περικοπή από το βιβλίο του «Στην Αγκαλιά του Πατέρα». Ο μητροπολίτης Βενιαμίν είχε γράψει κάτι σύντομο: «Στην αξιοσέβαστη και μαρτυρική μάτουσκα Μαρία, πού ανάμεσα σε τόσους πονεμένους, παρηγόρησε και μένα τον αμαρτωλό…»
Ο Ιβάν Μιχαήλοβιτς είχε τη μεγάλη τύχη να παραστεί μάρτυρας στη θαυματουργική δύναμη της μάτουσκα στις θλιμμένες ψυχές.
Κάποτε ένας νέος άντρας είχε πέσει σε απόγνωση, επειδή είχαν συλλάβει κι είχαν εξορίσει τον ιερέα πατέρα του. Όταν έφυγε από τη μάτουσκα ήταν χαρούμενος κι είχε αποφασίσει ήδη να γίνει διάκονος. Μια νέα γυναίκα που ήταν επίσης θλιμμένη, μετά τη συνάντηση της με τη μάτουσκα, έγινε ξαφνικά πολύ χαρούμενη και αποφάσισε μάλιστα να γίνει μοναχή. Ένας ηλικιωμένος άντρας πού υπόφερε πολύ επειδή είχε πεθάνει ο γιος του, έφυγε από κοντά της παρηγορημένος. Μια ηλικιωμένη γυναίκα πού είχε έρθει κλαμένη, έφυγε ήρεμη και γαλήνια.
Όταν την επισκέφτηκε ο Ίβάν Μιχαήλοβιτς, της είπε πως συχνά τον ταλαιπωρούσε μια κατάθλιψη πού κρατούσε αρκετές εβδομάδες. Δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο ν’ απαλλαγεί απ’ αυτήν.
«Η κατάθλιψη είναι πνευματικός σταυρός», του είπε η μάτουσκα…
Τα λόγια αυτά της μάτουσκα Μαρίας λειτούργησαν σαν χειρουργική επέμβαση στην ψυχή του Ιβάν Μιχαήλοβιτς, σαν αφαίρεση κάποιου πνευματικού όγκου. Κι αμέσως άλλαξε, έγινε άλλος άνθρωπος.
Τη νύχτα της 17ης (ή κατ’ άλλες πηγές 19η) Φεβρουαρίου του 1932 οι αρχές συνέλαβαν πολλούς μοναχούς και πιστούς σ’ ολόκληρη τη χώρα. Συνέλαβαν επίσης και πολλές μοναχές από την Γκάτσινα, ανάμεσα τους και τη μάτουσκα Μαρία με την αδερφή της. Ήταν η εποχή πού η OGPU προχώρησε σε συλλήψεις όλων των μοναχών και μοναζουσών που είχαν μείνει ελεύθεροι, αφού ως τότε είχαν ήδη κλείσει όλα τα μοναστήρια κι άλλοι μεν μοναχοί είχαν συλληφθεί κι άλλοι ζούσαν στον κόσμο.
Η μάτουσκα κατηγορήθηκε για αντεπαναστατική προπαγάνδα, πώς συμμετείχε σε μια αντεπαναστατική οργάνωση, σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 58 τού Σοβιετικού Κώδικα Εγκλήματος. Συνέλαβαν επίσης και τον αδερφό της. Και βέβαια η «προπαγάνδα» εναντίον του κομμουνισμού ήταν το χάρισμα της να παρηγορεί τούς θλιμμένους, Εκείνοι πού παρευρίσκονταν στη σύλληψη περιγράφουν μια φοβερή εικόνα εμπαιγμού κι άγριας βίας στην καρτερική κι ανάπηρη μάτουσκα, πού ήταν παράλυτη κι αδύναμη να κάνει οποιαδήποτε σωματική κίνηση. Δύο τσεκάδες άρπαξαν από τα χέρια την ταλαίπωρη και μαρτυρική γυναίκα, την κατέβασαν από το κρεβάτι της, που ήταν στον δεύτερο όροφο, και την έσυραν ως το φορτηγό…Ταρακουνούσαν το βασανισμένο και παράλυτο σώμα της, την πέταξαν μέσα στο φορτηγό και την οδήγησαν στο Λένινγκραντ. Έμεινε εκεί δύο μήνες, ως το θάνατο της.
Οι άνθρωποι που τη σέβονταν και την τιμούσαν, άρχισαν να της φέρνουν στη φυλακή μικρά δέματα. Για ένα μήνα περίπου οι φύλακες δέχονταν τα δέματα της. Μετά οι φρουροί άρχισαν ξαφνικά ν’ αρνούνται, δε τα δέχονταν.
-Πέθανε στο νοσοκομείο, τούς είπαν κοφτά.
Συνήθως τέτοιους αβοήθητους ανθρώπους τους εκτελούσαν. Πληροφορίες αναφέρουν πως η μοναχή Μαρία είχε καταδικαστεί σε τριετή εξορία, μα δεν πρόλαβε να εκτελέσει την εξορία της. Στο νοσοκομείο οι γιατροί της έκαναν εγχείριση και της έκοψαν τους τένοντες. Η ταλαιπωρημένη μοναχή δεν άντεξε τους πόνους και πέθανε. Το σώμα της το παρέδωσαν σε μια ξαδέρφη της να το ενταφιάσει, αλλά «χωρίς δημοσιότητα», όπως την προειδοποίησαν. Ο ενταφιασμός της έγινε στο κοιμητήριο του Λένινγκραντ «Σμολένσκοϊε», όπου βρίσκεται κι ο ναός της Παναγίας του Σμολένσκ.
Τον τάφο της όμως επισκέπτεται πλήθος ανθρώπων, που κάνουν μνημόσυνα και προσεύχονται. Ο θάνατός της αναφέρεται πως έλαβε χώρα στις 17 Απριλίου του 1932.
Την 26η Μαρτίου του 2007 έγινε η ανακομιδή των λειψάνων της κι η μοναχή Μαρία συναριθμήθηκε στο χορό των μαρτύρων της Εκκλησίας μας. Σήμερα τα άγια λείψανα της βρίσκονται στο ναό του αγίου Παύλου, στην Γκάτσινα.
Ο αδερφός της μάτουσκα, Βλαδίμηρος Άλεξάντροβιτς, ήταν ένας αδύνατος, μικρόσωμος κι ευγενής άντρας, που φρόντιζε την αδερφή του και δεχόταν τους επισκέπτες με αυτοθυσία. Εκείνον τον μετέφεραν μ’ ένα «μαύρο κοράκι», δηλαδή μ’ ένα μαύρο αυτοκίνητο, απ’ αυτά πού συνήθως χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά θυμάτων πού είχαν συλληφθεί μέσα στη βαθιά νύχτα. Μετά από ανακρίσεις πού κράτησαν εννιά μήνες, καταδικάστηκε σε πενταετή εγκλεισμό στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Σιβηρία.
Η αδερφή του, Ιουλία Άλεξάντροβνα, καταδικάστηκε σε τριετή εγκλεισμό στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, μαζί με πολλούς άλλους πού τιμούσαν τη μοναχή Μαρία. Οι φίλες της την επισκέπτονταν και της έφερναν τρόφιμα. Κανένας δεν ξέρει πότε πέθανε…
Πέτρος Μπότσης
Μάρτυρες του Βορρά, Γ´
Γυναίκες Μάρτυρες Ομολογήτριες
ΑΘήνα 2012
Πηγή ΙΧΘΥΣ

Τρίτη 1 Μαΐου 2018

Προφητείες της Αγίας Ματρώνας της Τυφλής



site analysis

Χριστός ανέστη! Αληθώς ανέστη!
Christ is Risen! Truly He is Risen!
Христос Воскрес! Воистину Воскрес!


Εορτάζει στις 2 Μαΐου

Προφητικά λόγια για την εποχή μας της Αγίας Ματρώνας της Τυφλής από την Ρωσία (22 Νοεμβρίου 1881 – 2 Μαΐου 1952)

Ματρώνα της Μόσχας η αόμματη_ St. Matrona of Moscow _ святая Матрона Московская_iconcmatronaΗ Αγία Ματρώνα από την αρχή σήκωσε ένα βαρύ σταυρό τον οποίο με την ταπείνωση και την υπομονή τον κράτησε σε όλη της την ζωή. Γεννήθηκε αόμματη (δηλαδή χωρίς οφθαλμούς, με κενές τις κόγχες).

Σε ηλικία δεκαεπτά ετών η Ματρώνα, όχι μόνο δεν έβλεπε, αλλά σταμάτησε και να περπατάει. Αυτό το γνώριζε από πριν, γιατί της δόθηκε σημείο σχετικά με το πότε θα της συμβεί. Μετά την παράλυση της έζησε 50 χρόνια.

Όταν η Ματρώνα ήταν έξι χρονών, μια φορά έβγαλε τον σταυρό από πάνω της και η μητέρα της την μάλωσε. Τότε η Ματρώνα της είπε: “Μητέρα μου γιατί με μαλώνεις; Εγώ έχω τον δικό μου σταυρό.” Πράγματι , επάνω στο στήθος της είχε ένα εξόγκωμα σε σχήμα σταυρού. ..Από την ηλικία των έξι-επτά ετών, της είχε δοθεί το προορατικό και διορατικό χάρισμα.

Η μητέρα της την λυπόταν και συχνά της έλεγε: “Κακομοίρα μου, παιδάκι μου….”, άλλ’ όμως η Ματρώνα της απαντούσε: “Δεν είμαι εγώ κακομοίρα, αλλά τ’ άλλα δύο σου παιδιά είναι κακόμοιρα, ο Ιβάν και ο Μιχαήλ”. Μετά την κομμουνιστική επανάσταση, τα αδέλφια της έγιναν μέλη του κομμουνιστικού κόμματος, κι η κατάσταση γι’ αυτήν έγινε αφόρητη, γι’ αυτό και μετακόμισε στη Μόσχα το 1925. Στη Μόσχα δεν είχε μόνιμη στέγη διαμονής αλλά πήγαινε από το ένα σπίτι στο άλλο.

Την ρώτησε κάποτε η Ζηναΐδα Ζδάνοβα:

– Γιατί επέτρεψε ο Θεός να κλείσουν και να γκρεμίσουν τόσες Εκκλησίες; και απάντησε με τα παρακάτω λόγια,

– Αυτό ήταν το θέλημα του Θεού. Ο αριθμός των ναών ελαττώθηκε, επειδή οι πιστοί θα είναι ολίγοι, δε θα υπάρχουν και ιερείς γι’ αυτές τις εκκλησίες. Ο λαός είναι σαν υπνωτισμένος, έχει χάσει τα νερά του. Μία φοβερή δαιμονική δύναμη έχει μπεί σε δράση. Βρίσκεται στον αέρα, και διεισδύει παντού. Παλιά, η δαιμονική αυτή δύναμη κατοικούσε στα έλη και στα πυκνά δάση, επειδή οι άνθρωποι πήγαιναν τακτικά στην εκκλησία, φορούσαν και τιμούσαν τον σταυρό. Τα σπίτια τους ήταν προστατευμένα από τις εικόνες, τα κανδήλια πού έκαιγαν, τον αγιασμό πού έκαναν… Τα δαιμόνια πετούσαν μακριά και φοβόντουσαν να πλησιάσουν… Σήμερα όμως, τα σπίτια αυτά αλλά και οι ίδιοι οι άνθρωποι έχουνε γίνει κατοικητήριο δαιμόνων για την απιστία τους, και την απομάκρυνσή τους από τον Χριστό…

Τις μέρες που γίνονταν μαζικές κομμουνιστικές διαδηλώσεις, η Αγία παρακαλούσε όλους να μη βγαίνουν έξω, να κλείνουν πόρτες, παράθυρα και φεγγίτες, επειδή, όπως έλεγε, τα στίφη των δαιμόνων καταλαμβάνουν όλο το χώρο.

Με τη δύναμη του Σταυρού να σώζεστε και να αμυνόσαστε. Πλησιάζει πειρασμός; Πρέπει συνέχεια να προσευχόμαστε. Αδικοχαμένος γίνεται κανείς, όταν ζεί χωρίς προσευχή. Ο εχθρός κάθεται στον αριστερό μας ώμο και στο δεξιό ο Άγγελος. Έχουν και ο ένας και ο άλλος το δικό τους βιβλίο. Στο ένα γράφονται οι αμαρτίες μας, στο άλλο τα καλά μας έργα’’. Να κάνετε το σταυρό σας πιο συχνά, είναι η κλειδαριά σας όπως η κλειδαριά της πόρτας. Να καταφεύγετε στη σωστική και προστατευτική δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, να σφραγίζετε με τον Τίμιο Σταυρό και τα πράγματα γύρω σας. Να έχετε μπροστά στις εικόνες αναμμένα κανδήλια.’’

Ματρώνα της Μόσχας η αόμματη_ SAINT MATRONA OF MOSCOW _ святая матрона московская _ Santa Matrona_matr 1Επίσης έλεγε: Μην τρέχετε γυρεύοντας προορατικούς και διορατικούς. Όταν τρέχει κανείς σε πολλούς πατέρες, μπορεί να χάσει την πνευματική οδό και τη σωστή κατεύθυνση στη ζωή. Εάν πάτε σ’ ένα γέροντα ή ιερέα να συμβουλευθείτε, να προσεύχεστε να τον φωτίσει ο Θεός να σας δώσει σωστή συμβουλή. Εαν είναι κάτι ο Θεός θα στο δείξει μόνος Του. ‘‘ Ο κόσμος, -έλεγε πάλι- , ‘‘εν τω πονηρώ και εν τη πλάνη κείται’’.

Έλεγε στον κόσμο να πηγαίνει συχνά στην εκκλησία, αλλά από τη στιγμή που θα μπεις στην εκκλησία να μην βλέπεις τίποτα και κανέναν, να κάμεις την προσευχή σου με κλειστά μάτια ή να βλέπεις τις εικόνες ή να κατεβάσεις τα μάτια σου χαμηλά.

Προέβλεψε τη δολοφονία του Τσάρου και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ήττα των Γερμανών από τους Ρώσους.

Θυμάται ακόμη η κ. Ζδάνοβα, αρχιτέκτων μηχανικός,
“Την ρωτούσα για την πορεία της Ρωσίας μέσα στην Επανάσταση, και μου έλεγε:
– Μη στεναχωριέστε. Σύντομα θα καταργήσουν το άρθρο 58 («Εκκλησιαστική μοναρχική ομάδα») και θα αλλάξουν οι εποχές. Μετά τον πόλεμο πρώτα θα βγάλουν τον Στάλιν. Μετά απ’ αυτόν όλοι οι κυβερνήτες θα εναλλάσσονται και θα είναι ο ένας χειρότερος από τον άλλον. Θα κατακλέψουν την Ρωσία. Μετά τον πόλεμο ” οι σύντροφοι ” θα κάνουν ταξίδια στο εξωτερικό, θα διαφθαρούν και θα σπάσουν τα μούτρα τους. Εκείνο τον καιρό θα εμφανισθεί ο Μιχαήλ… Θα θελήσει να βοηθήσει, όλα να τα αλλάξει, όλα να τα ανατρέψει… Θα γίνουν ταραχές, διαμάχες, σφαγές… Το ένα κόμμα θα πολεμάει το άλλο. Μετά θα γίνει κάποια καλυτέρευση πού όμως, θα κρατήσει λίγο καιρό. Μιά ανάσα θα πάρετε, απ΄ όλα θα έχετε.
Όλα θα γίνουν: μέχρι και την δοξολογία στην Κόκκινη Πλατεία, και το μνημόσυνο για τον Τσάρο και την οικογένειά του, που σκότωσαν. Αλλά μετά θα γυρίσουν οι παλαιοί, και θα γίνει η κατάσταση χειρότερη από ότι ήταν πριν! Η ζωή θα είναι χειρότερη και χειρότερη.

Ώχ, πώς σας λυπάμαι όλους! Μέχρι τους εσχάτους καιρούς, ( γιατί από εκεί και πέρα ), έτσι θα ζήσετε…”

Ματρώνα ἡ ἀόμματος_ St. Matrona of Moscow _Святая блаженная Матрона Московская_3-3

Η Άννα Βιμπόρνοβα θυμάται,

Επισκέφθηκα την Ματρώνα τις μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής ( 1952 ), λίγο πριν πεθάνει.
“Μη φοβάσαι μου λέει, δεν θα ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θα ξαπλώσουμε έτσι και θα σηκωθούμε αλλιώς”
” Πώς αλλιώς; ” την ρωτάω.
” Να, – μου λέει -, θα γυρίσουμε στο “ξύλινο ” …
“Μάτουσκα, της λέω, τι σημαίνει το “ξύλινο; “
” Ξύλινο αλέτρι, μου λέει, με αυτό θα δουλεύουμε τότε…”
” Και πού θα πάνε τα τρακτέρ πού τώρα έχουμε;…”
Ω – λέει -, άσε τα τρακτέρ… Θα δουλεύει τότε το αλέτρι το ξύλινο, και η ζωή θα είναι καλή. Όμως, ακόμη δεν φτάσαμε μέχρι αυτούς τους καιρούς. Εσύ όμως δεν θα πεθάνεις μέχρι τότε και θα τα δεις όλα αυτά…

Πόλεμος, συμπλήρωσε, δεν θα ξαναγίνει ( με τον τρόπο πού μέχρι τώρα ξέρουμε…). Χωρίς πόλεμο θα πεθάνετε όλοι. Θα πέσουν πολλά θύματα. Όλοι οι νεκροί θα ξαπλώσετε επάνω στην γη…. Θα σας πώ και κάτι άλλο, Αποβραδίς όλα θα είναι ( όρθια και καλά ) πάνω στην γη, και όταν θα σηκωθείτε το άλλο πρωϊ, όλα θα μπουν ( θα ταφούν ) μέσα στην γη… Χωρίς ” πόλεμο ” ….. ο πόλεμος ( τότε ) θα γίνεται…”

Με τα όσα παραπάνω αναφέρει η αγία, φαίνεται καθαρά ότι μιλάει γιά πυρηνική καταστροφή και πιθανόν με υδρογονοβόμβες, πού θα σκοτώνουν ανθρώπους αλλά τα κτίρια θα μένουν ανέπαφα!.

Τελικά θα έλθει καιρός πού θα βάλουν μπροστά σας τον ΣΤΑΥΡΟ και το ΨΩΜΙ και θα σας πούν «Διαλέξετε!»
Θα διαλέξουμε τον Σταυρό, της έλεγαν, αλλά πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε..;
-«Ε, θα κάνουμε προσευχή, θα πλάσουμε βώλους λίγο χωματάκι, θα προσευχηθούμε στον Θεό, θα φάμε και θα χορτάσουμε! » αποκρινόταν προφητικά η Αγία Ματρώνα, ενώ αλλού έλεγε:
“Θα πάρετε χώμα, θα κάνετε κουλουράκια, θα τα σταυρώνετε, και θα είναι σαν ψωμί!”

***

Καθημερινά σχηματίζονται ουρές από πιστούς μπροστά στα άγια λείψανα της, άλλοι να την ευχαριστήσουν και άλλοι να ζητήσουν την βοήθεια της προσφέροντας της ένα λουλούδι, όπως η ίδια το ζήτησε.

Εύχομαι σ’ όλους, όσους ζητήσουν την βοήθεια της αγίας, να βρουν άμεση ανταπόκριση στο αίτημα τους, ώστε να δοξασθεί ο πανάγαθος Θεός δια μέσου της αγίας Ματρώνας.

Απολυτίκιον της Οσίας Ματρώνας.
(Ήχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον Λόγον)

Αδιάσειστον στύλον Ρωσίας όγδοον, την στερουμένην ομμάτων εκ γενετής, ευλαβώς ανυμνήσωμεν Ματρώναν την αοίδιμον, ως σκεύος θείων δωρεών και αγάπης ακραιφνούς προς πάντας εμπεριστάτους βοώντες• σκέδασον ζόφον παθών ημών φωτί σης χάριτος.

Χαίροις, διοράσεως ο κανών, χαίροις η ακρότης της εν βίω υπομονής, χαίροις, της Ρωσίας ο όγδοος ο στύλος, Ματρώνα θεοφόρε, πίστεως πρόβολε.

Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

Η Μητέρα της Μονής Βερχνεχουσόφσκι μοναχή Xenia (Oschepkova) για τα παιδιά.



site analysis




Η ανήσυχη ψυχή οποιασδήποτε γυναίκας θα ηρεμήσει στην προσευχή. Δεν μπορούμε να βρούμε άνεση σε τίποτα γήινο - μόνο στο Θεό. Τώρα υπάρχουν πολλά προβλήματα, επειδή οι άνθρωποι δεν προσεύχονται. Για παράδειγμα, πολλοί λένε ότι έχουμε προβλήματα με τα παιδιά. Και γιατί αυτά τα προβλήματα; Επειδή δεν προσεύχονται για τα παιδιά. Επειδή γεννιούνται σε μη ευλογημένους γάμους. Τα παιδιά δεν γνώρισαν τον Θεό , τίποτα δεν τα προστατεύει, είναι ανοιχτά σε όλους τους ανέμους, γι 'αυτό η γενιά είναι έτσι. Και αν οι μητέρες προσεύχονταν για τα παιδιά τους και οι γιαγιάδες  - γι 'αυτές τις μητέρες, αυτό δεν θα συνέβαινε. Και τώρα οι γιαγιάδες δεν είναι πιστες . Για ποιους πρέπει να προσευχόμαστε; Μπορείτε απλά να ξεκινήσετε με τον "Πάτερ ημών " το πρωί. Απλά να το θυμάστε εν συντομία για το Θεό ... 



Η  Μητέρα της Μονής Βερχνεχουσόφσκι  μοναχή Xenia (Oschepkova)

ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018

ΑΓΙΑ ΜΑΤΡΩΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ



site analysis





Αγία Ματρώνα: «Θα βάλουν μπροστά σας τον «Σταυρό» και το «Ψωμί» και θα σας πούν διαλέξτε!»

Η Άννα Βιμπόρνοβα θυμάται… «Επισκέφθηκα την Ματρώνα τις μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής, λίγο πριν πεθάνει.
– Μη φοβάσαι μου λέει, δεν θα ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θα ξαπλώσουμε έτσι, και θα σηκωθούμε «αλλιώς»…
– Πως αλλιώς; την ρωτάω.
– Να,-μου λέει- θα γυρίσουμε στο «ξύλινο»…
– Μάτουσκα, της λέω, τι σημαίνει το «ξύλινο»;
– Ξύλινο αλέτρι μου λέει, με αυτό θα δουλεύουμε τότε…
– Καί που θα πάνε τα τρακτέρ που τώρα έχουμε;…»
– Ω, λέει, άσε τα τρακτέρ… Θα δουλεύει τότε το αλέτρι το ξύλινο, και η ζωή θα είναι καλή. Όμως, ακόμη δεν φτάσαμε μέχρι αυτούς τους καιρούς. Εσύ όμως, δεν θα πεθάνεις μέχρι τότε, και θα τα δείς όλα αυτά. Η επαναφορά του ξύλινου αρότρου στην ζωή μας (και εφ΄ όσον βρεθούνε ζώα να τα σύρουν), θα ισοπεδώσει την ανθρώπινη αλαζονεία της εποχής μας…
Εάν δεν βρεθούνε ζωντανά πολύ φοβάμαι ότι θα τα σύρουμε εμείς για να μη πεθάνουμε από την πείνα. Πόλεμος (συμπλήρωσε) δεν θα ξαναγίνει (με τον τρόπο που μέχρι τώρα ξέρουμε…) Χωρίς… πόλεμο θα πεθάνετε όλοι. Θα πέσουν πολλά θύματα. Όλοι οι νεκροί, θα ξαπλώσετε επάνω στην γη….
Θα σας πω και κάτι άλλο, Αποβραδίς, όλα θα είναι (όρθια και καλά) πάνω στην γη, και όταν θα σηκωθείτε το άλλο πρωι, όλα θα μπούν (θα ταφούν) μέσα στην γη. Χωρίς «πόλεμο».
«Πως σας λυπάμαι, όσους τους έσχατους καιρούς θα ζήσετε. Η ζωή θα γίνεται όλο χειρότερη. Τελικά θα έλθει καιρός που θα βάλουν μπροστά σας τον ΣΤΑΥΡΟ και το ΨΩΜΙ και θα σας πούν «Διαλέξετε!».
Θα διαλέξουμε τον Σταυρό, της έλεγαν, αλλά πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε;
-«Ε, θα κάνουμε προσευχή, θα πλάσουμε βώλους λίγο χωματάκι, θα προσευχηθούμε στον Θεό, θα φάμε και θα χορτάσουμε! » αποκρινόταν προφητικά η Αγία Ματρώνα, ενώ αλλού έλεγε:
«Θα πάρετε χώμα, θα κάνετε κουλουράκια, θα τα σταυρώνετε, και θα είναι σαν ψωμί!»

Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

Γερόντισσα Μακρίνα: Βλέπω μια μοναχή με το σχήμα της καί μού λέει: Δεν μπορείς ; Και το δωμάτιο έλαμψε όλο φως



site analysis








Ήμασταν  τρείς, και σηκωθήκαμε τώρα να πάμε στη Ζαγορά. Στο πίσω μέρος, στο ανατολικό Πήλιο. Λοιπόν, γνώριζα κάποια δική μου εκεί πέρα, και λέω ας πάω μήπως μου δώσει λίγο ψωμάκι και λίγο λαδάκι. Μόλις πήγα εκεί πέρα και με είδανε άρχισαν να κλαίνε. Πάει το Μαρικάκι...( γιά μένα δηλαδή κλαίγανε )



Είχε βγει το χνούδι από την αδυναμία, σκελετός ήμουνα. Αυτοί, λοιπόν, οι καημένοι μάζεψαν πατάτες από δω, μάζεψαν λίγο λαδάκι από εκεί, εν τω μεταξύ κόβουν ψωμί (είχαν ψωμί ζυμωτό) κι έφαγα 1 καρβέλι εκείνο το βράδυ. Πώς το ‘φαγα; που πήγε; Φάε μου λέει πατάτες βραστές.



Μου έδιναν από όλα, κι όλα τα έτρωγα. Δεν χόρταινα. Τώρα, το πρωί; πώς σηκώνω εγώ τις πατάτες, πού μου δώσανε; σηκώνονται 18 οκάδες πατάτες και μου δίνουν ένα τενεκεδάκι λάδι. Μου τ' ανέβασαν στον ανήφορο τα παιδιά -είχαν ζώα- μετά από κει είχαν φυλάκια οι Ιταλοί και νυχτώσαμε. Ήταν 12 η ώρα νύχτα.



Που να πάω με το βάρος; Μόλις έβλεπα τους Ιταλούς, ώχ! ακουμπούσα στα βραχάκια και καθόμασταν εκεί πέρα και κοιτούσαν αυτοί και κλαίγαμε εμείς και λέγαμε: «Τείχος ει των παρθένων Θεοτόκε Παρθένε» κι αυτοί τα έβλεπαν τώρα αυτά πού προσευχόμασταν και παρακαλούσαμε...Και έκλαιγαν ( κι΄αυτοί ) και μας σήκωναν το βάρος, που είχαμε πίσω, για να μπορέσουμε να βαδίσουμε...



Μόλις φτάνουμε πρωί στο σπίτι, σιγά - σιγά, 6 ώρες δρόμο. Είχα τις πατάτες στον ώμο, ετοιμοθάνατη ήμουν. Αμέσως λιποθύμησα, έπεσα κάτω γιατί δεν είχα άλλη αντοχή. Μου κλέβουν τις πατάτες οι γειτόνοι όλοι, μου κλέβουν το λάδι, και δεν μ' άφησαν τίποτε...



Κι εμένα, λοιπόν, μ' έπιασε ένας πόνος στο πλευρό, ένα επανωφόρι φορούσα τότε, δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Λέω άσχημα την έχω. Που να βρω γιατρό; Η γειτονιά έρημη, δηλαδή λίγα πρόσωπα, αλλά αυτά τα λίγα μου κλέψαν τις πατάτες.



Πάω στο γιατρό σιγά - σιγά, μου λέει: έχεις πλευρίτιδα και πρέπει να βρεις πίτουρα να βάλεις. Που να βρω; Εγώ λέω: Θα καθίσω Παναγία μου μέσ' το δωμάτιο κι ότι είναι ευλογημένο. Θες να με πάρεις; πάρε με, δε θέλεις, όποτε εσύ θέλεις. Κάθισα μόνη μου τώρα, σκοτεινά, χωρίς καντήλι, χωρίς τίποτα...



Όπως ήμουν ξαπλωμένη, κουκουλωμένη, είχε θαμπώσει, είχε σκοτεινιάσει βλέπω μια μοναχή με το σχήμα της καί μού λέει:



--«Δεν μπορείς ; »,



Καί με πλησιάζει, αλλά το δωμάτιο έλαμψε όλο φως.



--«Ναι δεν μπορώ" τής λέω "Πήγα στη Ζαγορά, κάθισα, είπα τα παράπονα μου εγώ, και μου δώσανε λίγες πατάτες και μου τις κλέψαν, και τώρα δεν έχω τίποτα, ούτε καντηλάκι έχω, τίποτα δεν έχω, κι είπα θα καθίσω εδώ και ας πεθάνω ποιος θα με ανοίξει την πόρτα; Δεν έχω κανέναν.» Λέει:



--«Μη στεναχωριέσαι, θα γίνεις καλά, εγώ θα σε κάνω καλά» κι' ούτε να φαντασθώ ποιά είναι, να τη ρωτήσω...



Παίρνει, λοιπόν, και βάζει το πάπλωμα μου, είχα ένα παπλωματάκι μικρό και μου το ‘βαλε έτσι όπως κάνεις το χωνί, έτσι ακριβώς, και μου λέει:



--«Άντε δεν έχεις τίποτε, θα γίνεις καλά.»



Αμέσως μου πέρασε το πλευρό μου, έλαβα τον χορτασμό, είχα πείνα, εξάντληση, που να βρω φαγητό, που να βρω τίποτα, και χόρτασα σαν να είχα σφάξει ένα ζώο μπροστά μου και το ‘ψησα και το ‘φαγα ! Τέτοιο χορτασμό αισθανόμουν.



Το πρωί πήγα στο γιατρό, καί μού λέει:



--Τι ήρθες;



--Να με ακροαστείτε λιγάκι.



 Μου κάνει εξέταση, καί μου λέει



--Δέν έχεις τίποτε τώρα! Τι έγινε, πώς έγινες καλά;



Λέω, αυτό κι' αυτό, καί μού λέει ο γιατρός:



--Επέτρεψε ο Θεός για τις ανέχειες, λόγω της πείνας, για να σε κάνει η Αγία καλά...



Και τότε, μού λέει κάτι από μέσα μου:



"Ποιά νά ήταν αυτή πού είδα; ποιά νά ήταν; ". Και μου λέει μια φωνή στ΄ αυτί μου:



"Ήταν η Αγία Παρασκευή ! "



Και γι' αυτό κι΄ εγώ, την αγαπούσα την Αγία Παρασκευή !  Μου το ‘πε η ίδια στ' αυτί, πληροφορία, ότι ήταν ή Αγια Παρασκευή!



Είναι της πείνας αυτά, της κατοχής. Πήγα μάζευα χόρτα. Στο μέρος που τα μάζευα ξαναφύτρωναν την άλλη μέρα πάλι. Κάθε μέρα στο ίδιο μέρος φυτρώνανε όλα. Και μετά σιγά - σιγά τα ‘πλενα και τους τα πήγαινα πολλές φορές ωμά, σ' αυτό το κοριτσάκι πού ήταν άρρωστο. Είχε φυματίωση το καημένο...



Μ' είδε κι εμένα ο π. Εφραίμ ο παλιός μου πνευματικός.



--Κοίταξε παιδί μου, μου λέει. Κοίταξε παιδάκι μου, όλους τους θάψαμε. Κοίταξε Μαρικάκι μου, χρυσό μου παιδί, κοίταξε, άμα πας στο Χριστό και έχεις παρρησία πολλή, εύχου και για μένα τον αμαρτωλό.



--Ό,τι είναι θέλημα Θεού, έλεγα. Άμα θέλει να με πάρει ό Χριστός, ας πεθάνω. Ό,τι είναι θέλημα Θεού. Ύστερα, λοιπόν, βγάζει κήρυγμα και λέει:



--" Όσο θα έχετε ψωμί, από μια μπουκιά θα ρίχνετε, θα κόβετε, το Μαρικάκι θ' ανοίξει το παράθυρο, να πετάτε την μπουκιά μέσα στο σπίτι, να βρίσκει να τρώει...



Και τότε λοιπόν είχαν εξαφανίσει οι Ιταλοί τις γάτες, και άνοιγα το παράθυρο και ‘ρίχναν μπουκιές - μπουκιές μέσα κι έπαιρνα λοιπόν κι έτρωγα και συνήλθα. Έκανα υπακοή...



Λοιπόν, όταν συναντιόμασταν με τις αδελφές δεν μιλούσαμε. Μας έλεγε ο πνευματικός:



--"Μη μιλάτε. Θα πάρετε το αντίδωρο και θα πάτε στο σπίτι, και στη διαδρομή όλη θα λέτε την ευχή και μόλις φτάσετε στο σπίτι, θα λέτε" Δόξα σοι ο Θεός ημών δόξα σοι, και μέσα θα αισθάνεστε στο σπίτι μεγάλη ευωδία, μεγάλη χάρη..."



Δεν κοινωνούσαμε, μόνο το αντίδωρο παίρναμε, αυτό λέγαμε και νομίζαμε ότι λιβανίζανε εκείνη την ώρα. Στο δρόμο που βαδίζαμε υπήρχε ευωδία σαν κάποιος να λιβάνιζε...



Λέμε: τι ευωδέστατα λουλούδια είναι αυτά; και δεν είχε τίποτε, ούτε περιβόλι, ούτε τίποτε, ήταν δηλαδή η χάρις του Θεού πολλή...





πηγη: http://www.kivotoshelp.gr

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2018

Προσευχή ὑπέρ ὅλου τοῦ κόσμου



site analysis




Θυμᾶμαι σ' ἕνα νησί, στήν Κῶ, πού εἶχα πάει μιά φορά εἶχα δεῖ μιά γριούλα. Μοῦ λέει, 

- "Ἐγώ δέν ξέρω γράμματα καί δέν ξέρω νά κάνω καμιά προσευχή, μά οὔτε τό Πιστεύω μπορῶ νά πῶ οὔτε τό Πάτερ ἡμῶν. Γι' αὐτό, τό βράδυ ὅταν πέσω νά κοιμηθῶ, κάνω τό σταυρό μου καί παρακαλῶ ὁ Θεός νά ξημερώσει μέ τό καλό ὅλον τόν κόσμο". Μέ ρωτᾶ, "Καλά κάνω;" 

- Τῆς λέω, "Καλά κάνεις".

Βλέπετε, ἡ γριούλα εἶχε συλλάβει τό μυστικό τῆς εὐχῆς " Ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου,… ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς". Καί ἐπειδή ζοῦσε μέσα στήν Ἐκκλησία, καί ἐπειδή εἶχε τή χάρη τοῦ Χριστοῦ πού κυκλοφοροῦσε μέσα στήν ὕπαρξή της ἀθόρυβα, ὅπως πάει ὁ χυμός τῆς ἀμπέλου πρός τό κλῆμα, γι' αὐτό, χωρίς νά ξέρει γράμματα, ἔκανε αὐτό τό ἀληθινό: παρακαλοῦσε ὁ Θεός νά ξημερώσει μέ τό καλό ὅλο τόν κόσμο. 

Ἀρχιμ. Βασιλείου, Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων

Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ-ΔΙΔΑΧΕΣ



site analysis

Θυμάμαι τήν άδελφή Βρυαίνη πού μού κρατούσε τό χέρι καί μού έλεγε: «Πού θά πάς; ’Έχω να διανύσω χάος. Πού θά πάς;». 



Να καταλάβουμε ποιος είναι ό σκοπός μας καί ό προορισμός μας. Διάβαζα προχθές στον άββά Ισαάκ ότι ένας μοναχός σώζει επτά γενεές καί λάμπει επτά φορές σάν τον ήλιο. Σκεφθήτε τί μεγάλη άξια! Τί μάς έχει δώσει ό Θεός! Γι` αύτό θάχουμε καί πειρασμούς, θάχουμε καί λογισμούς. Όλα θά τά πολεμήσουμε γιά τήν άγάπη του Χριστού. Καί λογισμούς θά έχουμε καί σταυρούς καί βάσανα θά έχουμε. «Δόξα σοι, ό Θεος, μέριμνες κλπ., μόνο όταν ύπάρχη ανάγκη μεγάλη. Όταν δεν ύπάρχη άνάγκη, δέν χρειάζεται να ξεφεύγουμε άπό την τάξι μας καί να μάς τραβάη ή μέριμνα ή μεγάλη καί να άφήνουμε τον Θεό.


Υστερα λέμε πώς θάρθή τό δάκρυ, πώς θάρθή ή κατάνυξις, ή έπίγνωσις τού εαυτού μας, γιά να καταλάβουμε ποιο είναι τό θέλημα τού Θεού, πώς πρέπει να εργαστούμε τον Θεόν. Πώς θά περάσουμε τά τελώνια την ήμέρα τής άναχωρήσεώς μας; Έγώ όταν τό βάζω αύτό τό πράγμα στο νου μου, τρέμω, φοβάμαι πάρα πολύ- λέω, πώς θά μέ περικυκλώσουν τήν ώρα πού θά ξεψυχάω; Όλα τά τελώνια θά μαζευτούν εκεί κοντά, θά μέ τραβούν άπό ’δώ, άπό ’κει καί θά μού λένε αύτό έκανες, εκείνο, τό άλλο. Πώς άνεβαίνουν τήν κλίμακα αύτή! Πώς θά τήν άνεβώ, είναι ή πιο φοβερή ώρα- δέν ύπάρχει άλλη χειρότερη ώρα άπό αύτή. Τί θά κάνουμε; Όλα αύτά θά μάς τά καταλογίση ό Χριστός. Αύτή τήν άμέλεια, τήν άδράνεια, τήν χαυνότητα, τήν άδιαφορία, τήν άναισθησία, τήν πολυλογία, τήν κατάκρισι, τήν καταλαλιά, τά διάφορα. Τί λόγο θά δώσουμε; Τί καλογριές, τί τάγμα άγγέλων καί τί τάγμα άρχαγγέλων!



Ή ώρα τού θανάτου είναι ή πιο φρικτή ώρα. Θυμάμαι τήν άδελφή Βρυαίνη πού μού κρατούσε τό χέρι καί μού έλεγε: «Πού θά πάς; ’Έχω να διανύσω χάος. Πού θά πάς;». «Θά πάω γιά δυο μέρες καί θά σου στείλω μία αδελφή». Τής τόλεγα γιά να δώ τί θά πή. Τί καταλάβαινε: «’Έχω να διανύσω χάος, πού πάς, κάτσε έδώ κοντά μου», καί μ’ έπιασε τό χέρι μου καί τό είχε μέσ’ στον κόρφο της καί δεν μέ άφηνε. Ή βρύση ήταν απέναντι καί δέν μέ άφηνε να πάω να πλύνω τα χέρια μου. Είχε στραφή τό πρόσωπό της στο πρόσωπό μου καί τά μάτια της δέν τά σήκωνε άπό πάνω μου. Λοιπόν, αύτό τό πράγμα έχει μείνει μέσα στήν ψυχή μου καί δέν φεύγει.
Προσέξτε τό κρυφό πράγμα, τό ανεξομολόγητο, είτε είστε μεγαλόσχημες είτε είστε μικρόσχημες καί δόκιμες. Είτε μεγαλόσχημος είτε δόκιμος καί μικρόσχημος τήν ώρα τής κρίσεως λογίζεται μεγαλόσχημος. Λοιπόν θέλει πολλή προσοχή καί πολύ φόβο Θεού.


«Γιατί σταμάτησες να μου κάνης κομποσχοίνι; Κάθε μέρα, όσο ζής, θά μου κάνης τό κομποσχοινάκι, γιατί κάθε μέρα λαβαίνω τό δώρο σου». ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ



Θυμάστε, σάς είπα κάποτε γιά ένα άτομο, πού ήρθε και μου είπε ότι δέν πιστεύει πώς ύπάρχει αιώνιος ζωή; Ξαφνικά μιά μέρα πέθανε ό καλύτερός του φίλος, πολύ νέος άνθρωπος. Άπό τον πόνο πού αίσθάνθηκε, ήρθε μιά μέρα, μέ βρήκε, μιλήσαμε καί τού είπα να του κάνη κάθε μέρα ένα κομποσχοινάκι τριαντα- τριάρι κι άς μή πιστεύη. Μετά άπό λίγο καιρό σταμάτησε να κάνη τό κομποσχοίνι.



 Παρουσιάστηκε τότε ό φίλος του καί του λέει: «Γιατί σταμάτησες να μου κάνης κομποσχοίνι; Κάθε μέρα, όσο ζής, θά μου κάνης τό κομποσχοινάκι, γιατί κάθε μέρα λαβαίνω τό δώρο σου». Άς χάσουμε καί λίγο ύπνο. Είναι τέτοιες οί καταστάσεις τώρα, πού πρέπει να χάνουμε λίγο ύπνο, να έγκρατευώμαστε στο φαγητό μας καί σ’ όλα μας. Πρέπει να κάνουμε μιά θυσία γιά τήν άγάπη του Χριστού μας, γιατί οί καιροί έφτασαν, οί μέρες μας έφτασαν. Όλη ή φύσις μιλά, κλαίει καί οδύρεται, γιατί ή άμαρτία είναι μεγάλη κι όπου είναι μεγάλη ή αμαρτία, εκεί έρχεται καί ή οργή του Θεού.



Εκείνη τήν ώρα είδα πού άστραψαν τά δόντια της καί βγήκε ένα φως άπό τό στόμα της ήταν σάν νά ήταν διαμαντένια τά δόντια της, όλα χρυσά. ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ.



Όλα νά τά γνωρίζη ό Γέροντας καί ή Γερόντισσα. Ηταν μία ένάρετη ψυχή πού ζούσε μέ πολλή εγκράτεια καί άσκησι. Κάποτε είδε στον ύπνο της κάποιο όραμα, το όποιο πίστεψε καί έπεσε σέ πλάνη. Αύτό ήταν ένα σοβαρό κώλυμα καί ό πνευματικός της πού τή χειροθέτησε λυπόταν πού δέν μπορούσε νά τό καταλάβη και νά τό άποβάλη άπό τή διάνοιά της. Έπέτρεψε ό Θεός νά τό πή σέ μένα: «Κοίταξε, Μαρικάκι, μου είπε, αυτά πού έβλεπα όλα ήταν πλάνη». Στήν τελευταία της ώρα, αφού κοινώνησε, κάθησε, ήρθε γιατρός, τής έκανε τήν ένεσι και είπε ότι ήταν πέντε λεπτά ύπόθεσι. Τότε ήρθε και ό πνευματικός καί τής είπα νά τον φωνάξω καί τήν έξομολόγησε. Είπε αύτό πού δέν τό έλεγε, ότι «έχω πλάνη καί μέ πλανάει αύτό τό πράγμα». Τής τραβούσα άπό προηγουμένως κομποσχοινάκι καί έλεγα «Θεέ μου, βοήθησέ την νά καταλάβη αύτό τό σφάλμα της». Καί τότε μου είπε: «Ότι έβλεπα ήταν πλάνη, σέ παρακαλώ πολύ όπου καταλαβαίνεις ότι είπα, πήγαινε νά τούς πής ότι ήταν πλάνη. Ή Ξένη ήταν σέ πλάνη».




 Εκείνη τήν ώρα είδα πού άστραψαν τά δόντια της καί βγήκε ένα φως άπό τό στόμα της ήταν σάν νά ήταν διαμαντένια τά δόντια της, όλα χρυσά. Είπα στον πνευματικό αύτό πού είδα καί είπε: «Ήταν αύτό πού τήν βάρυνε καί έφυγε καί έλαμψε ή Χάρις τού Θεού καί πάει άγγελος τώρα...», καί άρχισε νά κλαίη. Σκεφθήτε τί φοβερό πράγμα είναι όταν είναι κρυφό κάτι, σκεφθήτε νά μή καταλαβαίνη τό σφάλμα του κανείς. Όταν έχουμε ένα πάθος πού μάς πολεμάει καί δέν μπορούμε νά τό καταλάβουμε, όταν έρθη ή ώρα τού θανάτου, θά δυσκολευθοΰμε. ’Έχουμε νά κάνουμε μέ Κόλασι, δέν έχουμε νά κάνουμε μέ τίποτε άλλο, δέν έχουμε νά κάνουμε μέ παιχνίδια. Σκεφθήτε τό πυρ τό αιώνιον, τό σκότος τό εξώτερον, τό ψηλαφητόν σκότος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ  ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ.ΛΟΓΙΑ ΚΑΡΔΙΑΣ.

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Η ΦΟΒΕΡΗ ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΩΝ 153 ΨΑΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΛΙΕΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ. ΜΑΚΑΡΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑ ΤΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ ΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ.



site analysis





Μετά την ταφή της Μεγαλόσχημης 'Ηγουμένης Ευφημίας, ή Ηγουμένη Άννα, περίλυπη από πολλά βάσανα, διασχίζοντας τό Κράγκουγιεβατς, αισθάνθηκε την υποχρέωση να περάσει να επισκεφτεί τον πνευματικό της πατέρα Επίσκοπο Βαλεριανό της Σουμάντια. Από αυτόν άκουσε τούς παρακάτω παρηγορητικούς λόγους: “Στην Ηγουμένη Ευφημία εμφανίστηκε διαβήτης εξ αίτιας τών μερίμνων της καί της έντασης τών πνευματικών της αγώνων”.




Πριν τό Μνημόσυνο στις σαράντα ημέρες μετά την κοίμησή της, μία από τις αδελφές πήγε στο Βελιγράδι για να αγοράσει μία επιπλέον ποσότητα ψαριών, επειδή περιμέναμε να φθάσουν περισσότεροι επισκέπτες εκείνη την ημέρα. Επειδή δεν μπορούσε να βρει μεγάλο ψάρι, έπρεπε να κανονίσει την ποσότητα με μικρότερα ψάρια. Όταν γύρισε στο μοναστήρι, ή αδελφή πού ήταν ή μαγείρισσα τυχαία μέτρησε τά ψάρια καί είπε στην αδελφή τί είχε αγοράσει: “Έδώ έχουμε 153 ψάρια”. Αυτός ό αριθμός αμέσως μάς θύμισε την θαυματουργική αλιεία τών Αποστόλων, οι όποιοι δεν είχαν πιάσει τίποτε όλη την νύχτα, αλλά οι όποιοι, όταν εμφανίστηκε ό Αναστημένος Χριστός στην ακτή καί τούς έδωσε την εντολή να ρίξουν ακόμη μία φορά τά δίχτυα τους, τράβηξαν ένα δίχτυ γεμάτο ψάρια—153 στον αριθμό (Ίω. 21:10-11).



'Ο 'Άγ. Γρηγόριος ό Διάλογος ερμηνεύει τό περιστατικό αυτό μέ τον εξής τρόπο. Ή ουσία τού νόμου της Παλαιάς Διαθήκης εκφράζεται στις Δέκα Εντολές τού Θεού. Αν αυτό τό πολλαπλασιάσουμε επί τρία, μάς κάνει τριάντα. Αλλά  τά επτά “Αγία Μυστήρια, τά όποια
πολλαπλασιαζόμενα μέ τό τρία κάνουν είκοσι ένα, μαρτυρούν την δύναμη τού Θείου νόμου της Καινής Διαθήκης. ’Αν αυτό προστεθεί στο τριάντα καί ξανά πολλαπλασιαστεί επί τρία, μάς κάνει 153 καί δηλώνει την εκπλήρωση της Παλαιάς καί της Καινής Διαθήκης, διά μέσου της Αγίας Τριάδας.
Από αυτό, λοιπόν, μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι ό Κύριος ήθελε να μάς πείσει ότι ή Μητέρα εκπλήρωσε όλες τις υποχρεώσεις της με την ζωή της πάνω στη γη και την τεσσαρακοστή ημέρα εισηλθε στην ουράνια δόξα.
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Δευτέρα 16 Μαΐου 2016

«Σᾶς τό λέω νά τό ξέρετε. Δέν ὑπάρχει ταπείνωσις; Δέν ὑπάρχει Χριστός» - Γερόντισσα Μακρίνα



site analysis



Γερόντισσα Μακρίνα
19 Ἰουλίου 1990

Νά προσέχουμε τή μνησικακία, γιατί μᾶς χωρίζει ἀπό τήν Χαρή τοῦ Θεοῦ.«Ἀγαπήσης Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί τόν πλησίον σου ὡς τόν ἑαυτόν σου».Ὅταν φεύγη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ψυχή μας καί μᾶς πλησιάζουν τά πάθη, τό μῖσος ἤ ἡ μνησικακία, ἀμέσως νά τά ξερριζώνουμε. Ἀμέσως νά πέφτουμε μπρούμυτα, εἴτε εἴμαστε στήν ἐκκλησία εἴτε στήν Τράπεζα καί νά λέμε: «Εὐλόγησον, συγχωρῆστε με, ἡμάρτησα, ἔχω ἐκεῖνο τό πάθος, βοηθῆστε με ψυχικῶς, νά μοῦ εὔχεσθε νά μοῦ φύγη αὐτό τό πάθος πού διατηρεῖται ἀκόμη στήν ψυχή μου». Καί νά δῆς πῶς ὁ Θεός θά ἐνεργήση μέσα στήν καρδιά μας. Ὅταν ὅμως δέν συναισθανώμαστε τό κάθε πάθος καί δέν τό ἀποφεύγουμε, ριζώνει μέσα στήν ψυχή μας τόσο πολύ, σέ βαθμό πού νά μᾶς χωρίζη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.Τί κρῖμα νά στερούμαστε τόν Χριστό γιατί δέν ἔχουμε ταπείνωσι, γιατί δέν μποροῦμε νά ταπεινωθοῦμε! «Γιατί μοῦ τὄκανε, καί πῶς μοῦ τὄπε, καί γιατί μοῦ τὄπε». Τό «γιατί» καί τό «πῶς» ποτέ δέν τελειώνουν. Σᾶς τό λέω νά τό ξέρετε. Δέν ὑπάρχει ταπείνωσις; Δέν ὑπάρχει Χριστός. Γι᾿ αὐτό λοιπόν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἐργάζεται ὅσο τό δυνατόν πνευματικῶς, νά ἀγωνίζεται γιά τή σωτηρία, του, νά βλέπη τά πάθη του, τά ἐλαττώματά του. Νά βλέπη ποῦ λυπεῖ τόν Θεό. Ἔχουμε νά κάνουμε μέ ἕνα Θεό, δέν ἔχουμε νά κάνουμε οὔτε μέ τόν ἄλφα οὔτε μέ τόν βῆτα οὔτε μέ τή Γερόντισσα.Τό θέμα τῆς ὑπακοῆς εἶναι ἡ βάσις στόν μοναχό. Δέν ἔχει ὑπακοή ὁ μοναχός; Δέν ἔχει τίποτε μέσα στήν ψυχή του. Καί νά προσέχουμε, διότι δημιουργοῦμε τεῖχος ἐδῶ, τεῖχος ἐκεῖ, καί ὕστερα κλείνει τό μέρος ἐκεῖνο τῆς ψυχῆς καί μένουμε σέ ἕνα σκοτάδι καί δέν ὑπάρχει οὔτε μία χαραμάδα, γιά νά μπῆ ὁ ἥλιος μέσα μας, νἀρθῆ ὁ θεῖος φωτισμός.
Νά ἔχουμε τήν καλωσύνη, νά προπορευώμαστε στήν ἀγάπη, νά προπορευώμαστε στήν εὐσπλαγχνία, νά προπορευώμαστε σ᾿ ἐκεῖνο πού θέλει ὁ Θεός. Νά μή ὑπάρχη ἡ φιλαυτία. Νά μή θέλουμε νά προστατέψουμε τόν ἑαυτό μας καί στόν ἀδελφό νά μή δίνουμε σημασία. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅλο εὐσπλαχνία, εἶναι ὅλο συγχωρητικότητα καί ὅλο συμπόνια. Ὅταν θά ἀγαποῦμε, θά συμπεριφερώμεθα καί ἀνάλογα, δέν θά θέλουμε νά ποῦμε γιά τόν ἄλλο κακό, θά πονᾶμε γι᾿ τόν ἄλλο καί δέν θά θέλουμε νά τόν προσβάλουμε, νά τοῦ ποῦμε «λόγια», θά αἰσθανώμαστε συμπάθεια, γιά τόν ἄλλο. Νά προσέχουμε νά μή προσβάλουμε, νά μή πικράνουμε τόν ἄλλο, νά ἔχουμε εὐγενική συμπεριφορά, νά ἀγαπᾶμε τόν πλησίον, νά μή κρίνουμε καί κατακρίνουμε κανένα. Ἡ κατάκρισις εἶναι τό μεγαλύτερο καί φοβερώτερο ἁμάρτημα.
Ἄν δέν ἀγωνιζώμαστε καλῶς, θά εἴμαστε σάν ἐκεῖνα τά ξεροβούνια καί τά χωράφια πού εἶναι χέρσα καί δέν φυτρώνει χορταράκι, τίποτε. Ἔτσι ἀκριβῶς θά εἶναι και ἡ ψυχή μας. Δέν θά φυτρώνει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, καί θά βρισκώμαστε συνέχεια σ᾿ αὐτή τήν κατάστασι, τήν τυφλή. Θά ὑπάρχη μία τύφλωσι, σάν μία ὁμίχλη θά εἶναι μέσα στήν ψυχή μας, μέ ἀποτέλεσμα νά μή τρέχη ὁ καταρράκτης (τῶν δακρύων), γιά νά καθαρισθῆ καί νά βλέπουμε κατά Θεόν τά πράγματα.
Ὅταν λείπη ἡ προσευχή, θά ἔρθη δυσφορία, θά ἔρθη ἀθυμία, ὀκνηρία, νά μή μποροῦμε νά σηκώσουμε τό χέρι μας, νά μή μποροῦμε νά σηκώσουμε τό πόδι μας, νά μή μποροῦμε νά σηκώσουμε τόν νοῦ μας, τίποτε δέν θά μποροῦμε νά κάνουμε. Ἐνῶ ἡ προσευχή ὅλα τά συμπληρώνει· διά τῆς προσευχῆς ὅλα τά καλά γίνονται. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη προσευχή, λαβαίνει καί δυνάμεις σωματικές· καί ὅταν δέν ἔχη προσευχή, χαυνώνεται, καί τό σῶμα δέν μπορεῖ νά κουνηθῆ, δέν ἔχει διάθεσι, δέν ἔχει ὄρεξι. Ἀθυμεῖ καί βαριέται, δέν μπορεῖ νά κουνήση τά χέρια του, νά κουνήση τά πόδια του, τή μία δουλειά βαριέται νά τήν κάνη, τήν ἄλλη ἀθυμεῖ καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Ὅταν ἔχη προσευχή, ὅλα αὐτά φεύγουν,ἐνῶ ἀντιθέτως ὅταν δέν ἔχη τήν προσευχή, ὅλα τά αἰσθάνεται ὅπως ἐγώ· θέλει, δηλαδή, νά πλαγιάζη, νά κάθεται, ν᾿ ἀποφεύγη τόν κόπο. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κοπιάζη, ἐκεῖ μέσα στόν κόπο θά βρῆ τόν Θεό! Κοπίασες; Θ᾿ ἀπολαύσης! Ἅμα δέν δουλεύσης, δέν σέ πληρώνει τό ἀφεντικό, ἰδίως ὅταν εἶναι ἐργολαβία. Εἶναι μερικοί ἐργαζόμενοι πού δέν τούς ἐνδιαφέρει, ὅσα πᾶνε καί ὅσα ἔρθουν, μερικοί ὅμως βιάζουν τόν ἑαυτό τους, ἔρχεται τό Σάββατο καί παίρνουν χρηματα μπόλικα στά χέρια τους. Οἱ ἄλλοι οἱ καημένοι πού θέλουν νά σαχλαμαρίζουν, νά γελοῦν, νά μιλοῦν, ἔρχεται τό Σάββατο καί λίγα πράγματα παίρνουν καί ὕστερα στενοχωροῦνται. Ἔτσι εἶναι καί ὁ Θεός. Ὅταν ἐμεῖς κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐργαζώμαστε καί προσπαθοῦμε νά κοπιάσουμε πιό πολύ, νά ἱδρώσουμε, νά ἀγωνισθοῦμε, νά κάνουμε πιό πολλές μετανίτσες, πιό πολύ ἀγῶνα, νά εἴμαστε πιό πολύ ἔγκλειστοι, νά ἔχουμε πιό πολύ ἀγάπη στόν Θεό· ὅλα αὐτά τά κάνουμε ἐπί πλέον τῶν καθηκόντων μας, τά βάζουμε στήν «ἄκρη» κι ἅμα θἀρθῆ ἡ ὥρα τοῦ θανάτου, τά παίρνουμε καί φεύγουμε, παίρνουμε καί τό εἰσιτήριό μας καί δρόμο· χαρά καί ἀγαλλίασι! Ὅποιος κοπιάζει, ἐκεῖνος ἀπολαμβάνει, ὅποιος δέν κοπιάζει, δέν ἔχει τίποτε! Γι᾿ αὐτό λοιπόν νά κοπιάζουμε, νά ἀγωνιζώμαστε, νά μή φοβώμαστε οὔτε τόν πειρασμό οὔτε τήν ἐργασία.
Μιά φορά, θυμᾶμαι, ἀνέβαινα ἕνα ἀνήφορο καί εἶχα τριάντα κιλά στήν πλάτη μου. Ἤμασταν στίς Σταγιάτες τότε. Λοιπόν, εἶχα βάρος στόν ὦμο, εἶχα καί στά χέρια. Ἦταν καταμεσήμερο, ζέστη, καί νά ἀνεβαίνης τόν ἀνήφορο. Ἀλλά ἔλεγα μέ τό νοῦ μου ὅτι τώρα ὁ Χριστός ἀνεβαίνει μέ τόν Σταυρό. Πῶς ἀνέβηκε ὁ Χριστός τόν Γολγοθᾶ; Ἔτσι καί ᾿ γώ θά ἀνέβω. Καί ᾿ κείνη τήν ὥρα πού ἀνέβαινα μέ κόπο καί μόχθο καί δέν μποροῦσα καί εἶχε γίνει τό πρόσωπό μου σάν τό μαῦρο τό πανί, αἰσθάνθηκα δυό χέρια νά μοῦ σηκώνουν τό βάρο ἀπό τό πίσω μέρος. Πῶς μέ σπρώχνετε καμμιά φορά στόν ἀνήφορο γιά νά ἀνέβω; Ἔτσι ἀνέβηκα, τόσο εὔκολα, οὔτε νά ἱδρώσω οὔτε τίποτε, καί μετά αἰσθάνθηκα τόσο ἐλαφρωμένη! Μετά ἄφησα τό βάρος αὐτό καί πῆγα κι ἔκανα τετρακόσιες μετάνοιες. Πλημμύρισα ἀπό χαρά. Τί ἦταν αὐτό; Ἦταν μιά ξεκούρασι καί μιά πληρωμή ἀπό τόν Θεό· τό αἰσθάνθηκα στήν καρδιά μου. Δέν μπορῶ νά τό ξεχάσω, αὐτό μοῦ ἔμεινε μέσα στήν ψυχή μου. Γι᾿ αὐτό λοιπόν, τώρα πού ἔχετε δυνάμεις, κάντε ὅ,τι μπορεῖτε· ὅλα τά γράφει ὁ Θεός, ὅλα τά γράφει, καί τήν τριχίτσα, τίποτε δέν πηγαίνει χαμένο, τίποτε. Ὅπως τά εἶδε ἡ νονά τῆς ἀδελφῆς Εὐπραξίας· καί ἕνα κουβαράκι μικρούτσικο πού εἶχε δώσει γιά νά καρυκώσουν τίς φτέρνες ἀπό τίς κάλτσες ἑνός μικροῦ παιδιοῦ, καί ᾿ κεῖνο τό ἐλάχιστο βρέθηκε στόν οὐρανό. Καί εἶπε: «Μπά, κι αὐτό βρέθηκε;». «Ναί, βρέθηκε. Εἶδες πού δέν πάει τίποτε χαμένο;», τῆς εἶπε ὁ Ἀγγελός της. Καί τά σπιρτάκια πού εἶχε δώσει, ὅ,τι εἶχε δώσει τά εἶδε ὅλα, ἕνα σωρό. Πῆγε τίποτε χαμένο; Ὅλα τά εἶχε ἀποθηκευμένα ὁ Χριστός. Ἔτσι καί τά βήματα πού κάνει κανείς, ὅταν κοπιάζη, ὅλα, ὅλα καταγάφονται.
Τί ὡραῖα ὅταν ὑπάρχουν δυνάμεις! Νά σηκώνεται κανείς νά συγυρίζη, νά σκουπίζη καί νά βολεύη καί ὅλα νά τά φτιάχνη! Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ θά τοῦ δίνη πολλή δύναμι καί πολλή χαρά στήν ψυχή του, ὅταν θά ἐργάζεται τόν Χριστό. Κι ὅ,τι τρώη πάλι, γιά νά μή τό στερήση ὁ Θεός, νά τό σταυρώνη. Νά σταυρώνουμε καί ἐμεῖς τό φαγητό καί νά λέμε«δόξα σοι ὁ Θεός», διότι εἶναι εὐλογημένο· καί ἔτσι ὅλα θά εἶναι εὐλογημένα. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἐνισχύει καί δυναμώνει τόν ἄνθρωπο καί ἔρχεται πνευματική χαρά καί ἀγαλλίασι μέσα στήν ψυχή του. Ὅσο κοπιάζει κανείς, τόσο ὁ Θεός τόν ἀνταμείβει. Οἱ μετάνοιες πού θά κάνουμε, τά σταυρωτά πού θά κάνουμε, πού θά σταθοῦμε ὄρθιες στίς Ἀκολουθίες, ὅλα γράφονται. Τήν ὥρα πού μιλᾶμε, πού συζητᾶμε, τήν ὥρα πού ἀναφέρουμε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι συνέχεια μπροστά μας, «πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν». Ὅλα τά βλέπει, καί τά καλά τά σημειώνει καί τά κακά τά σημειώνει, ὅλα. Εἴδατε ἐκεῖνος ὁ μοναχός πού ἦταν πολύ ἄρρωστος; Ἦταν κάποτε ἕνας Δεσπότης καί ἕνας μοναχός καί πῆγαν νά ζήσουν στήν ἔρημο σάν ἀσκητάδες. Κάποια μέρα λέει ὁ Δεσπότης: «Θά πάω γιά ἐξυπηρέτησι στήν τάδε πόλι καί ἐσύ μεῖνε ἐδῶ πέρα, κάνε τήν προσευχή σου καί θά ἐπιστρέψω». Στό διάστημα αὐτό προσέβαλε μιά σοβαρή ἀρρώστια τόν ὑποτακτικό καί ὅπου στεκόταν εἶχε τό κομποσχοινάκι του καί ἄκουγε, «Γέροντα, πρόφθασον, ὁ ὑποτακτικός σου εἶναι πολύ ἄρρωστος, τελειώνει, εἶναι πολύ βαρειά ἄρρωστος». «Μπα, λέει, τί φωνή εἶναι αὐτή; Θά ἐπιστρέψω». Φθάνοντας βλέπει τόν ὑποτακτικό του καί τοῦ λέει:
«Πῶς μέ εἰδοποιοῦσες;»
«Νά, μεταχειρίστηκα τό κομποσχοινάκι μου σάν τηλέφωνο καί ἔλεγα, Γέροντα, πρόφθασον».
«Ἀκουγα τή φωνούλα σου. Τώρα ἐγώ θά φύγω».
Μετά τόν ἔκανε μοναχό, τόν χειροτόνησε καί κοιμήθηκε. Εἴδατε πῶς πληροφορεῖ ὁ Θεός; Ὁ Γέροντάς μας ὅ,τι κάνουμε τό βλέπει. Προχθές τόν εἶδα στόν ὕπνο μου πολύ ζωντανό. Εἶχα μία στενοχώρια. Ἔβλεπα ὅτι ἤμουν σ᾿ ἕνα βράχο καί καθόμουν καί τραβοῦσα κομποσχοινάκι. Ἐκείνη τήν ὥρα εἶδα τόν Γέροντα νά ἔρεται καί μοῦ λέει:
«Τί κάνεις, Γερόντισσα, ἐδῶ;».
«Νά, τραβῶ κομποσχοινάκι, καί σκέπτομαι τί “μέλλει γενέσθαι”, πῶς θά σωθοῦμε, τί θά γίνουμε; Ἀσθενική εἶμαι, δέν μπορῶ νά μιλήσω, δέν μπορῶ νά κάνω ὅπως παλαιότερα τά καθήκοντά μου, πού τά γευόμουν. Τώρα δέν ἔχω σωματικές δυνάμεις, αἰσθάνομαι κουρασμένη, θέλω μία ἐνίσχυσι, νά μέ βοηθήση ἕνας ἄνθρωπος».
«Δός μου τά χέρια σου», μοῦ εἶπε. Μοῦ ἔδωσε τά χέρια του, τοῦ ἔδωσα καί ᾿ γώ τά δικά μου καί μέ σήκωνε, μέ σήκωνε… Μόλις ξύπνησα αἰσθάνθηκα μία ξεκούρασι. Ὁ νοῦς του σκέφτηκα θά εἶναι ἐδῶ πέρα καί μᾶς εὔχεται. Σήκωσε καί ἀπό ἐμένα ὅλο τό φορτίο πού αἰσθανόμουν. Γιατί πότε κοιμᾶμαι, πότε ξυπνάω, δέν ἔχω ὕπνο νά ξεκουρασθῆ τό σῶμα μου καί αἰσθάνομαι πολύ κουρασμένη. Ὅταν κάνουμε προσευχή, φωτίζει ὁ Θεός τούς Προεστῶτες σέ ποιά πνευματική κατάστασι βρίσκόμαστε καί ἔτσι, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δέν μᾶς ἀφήνει, μᾶς ἐνισχύει.
Ἐμεῖς θά κάνουμε αὐτό πού θέλει ὁ Θεός, γιά νά μή μᾶς βρῆ ἀπροετοίμαστους, ὅταν θά ἔρθη ἡ ὥρα ἡ εὐλογημένη. Ὅπως λένε τώρα, ἅμα χειριστοῦν αὐτά τά ἀέρια, τίποτε δέν θά μείνη ὄρθιο. Τόσο πολύ! Ἐδῶ ἀπό τό Τσερνομπίλ ἔφθασε, δέν θά φθάση καί ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ; Ἄντε, δέν θά ἀφήση ὁ Θεός, τόσοι πιστοί προσεύχονται. Νεφέλη θά στείλη ὁ Θεός καί θά προστατεύση. Ἐκείνους πού θέλει νά πάρη, θά τούς πάρη, τούς ἄλλους θά τούς ἀφήση. Θά προστατεύση ὁ Θεός, δέν θά ἀφήση, γιατί χιλιάδες ἄνθρωποι προσεύχονται. Μιά φορά, θυμᾶμαι, ἦταν ἕνας πού προσευχόταν γιά τούς πολιτικούς. Πήγαινε κάθε μέρα στήν ἐκκλησία καί ἄναβε ἀπό ἕνα κερί γιά ὅσους ἦταν ὑπουργοί, βουλευταί καί γονάτιζε στήν Παναγία μπροστά καί προσευχόταν νά διορθωθοῦν τά πράγματα, νά γίνουν καλύτερα. Μετά δακρύων προσευχόταν, μοῦ ἔκανε ἐντύπωσι· κάθε μέρα ἄναβε κεριά. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἔτσι τόν φώτισε αὐτόν. Ἄλλους πάλι ἀλλιῶς. Ὁ π. Μάρκελλος (*)  πάει στήν ἔρημο καί βρίσκει Πατέρες πού προσεύχονται γιά τόν κόσμο· καί λέει ὅτι ὑπάρχουν καί ἀόρατοι ἀσκηταί πού κάνουν προσευχή. Ἔτσι εἶναι…
 Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

ΕΚΔΟΣΕΙΣ:«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Ἀπό τό βιβλίο:«Λόγια καρδιᾶς»
Ἱ.Μ.Παναγίας Ὁδηγήτριας Πορταριᾶς Βόλου.
(*)Μοναχός τῆς Ἱ. Μ. Καρακάλλου Ἁγίου Ὄρους, κοιμηθείς τό 2006.

Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2015

Αγία Ματρώνα: "Θα βάλουν μπροστά σας τον "Σταυρό" και το "Ψωμί" και θα σας πούν διαλέξτε!"



site analysis

Η Άννα Βιμπόρνοβα θυμάται… «Επισκέφθηκα την Ματρώνα  τις μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής, λίγο πριν πεθάνει. 

- Μη φοβάσαι μου λέει, δεν θα ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θα ξαπλώσουμε έτσι, και θα σηκωθούμε «αλλιώς»…

- Πως αλλιώς;  την ρωτάω.


- Να,-μου λέει- θα γυρίσουμε στο «ξύλινο»…

- Μάτουσκα, της λέω, τι σημαίνει το «ξύλινο»;

- Ξύλινο αλέτρι μου λέει, με αυτό θα δουλεύουμε τότε…

- Καί που θα πάνε τα τρακτέρ που τώρα έχουμε;…»

- Ω, λέει,  άσε τα τρακτέρ… Θα δουλεύει τότε το αλέτρι το ξύλινο, και η ζωή θα είναι καλή. Όμως, ακόμη δεν φτάσαμε μέχρι αυτούς τους καιρούς. Εσύ όμως, δεν θα πεθάνεις μέχρι τότε, και θα τα δείς όλα αυτά. Η επαναφορά του ξύλινου αρότρου στην ζωή μας (και εφ΄ όσον βρεθούνε ζώα να τα σύρουν), θα ισοπεδώσει την ανθρώπινη αλαζονεία της εποχής μας… Εάν δεν βρεθούνε ζωντανά  πολύ φοβάμαι ότι θα τα σύρουμε εμείς για  να μη πεθάνουμε από την πείνα. Πόλεμος (συμπλήρωσε) δεν θα ξαναγίνει (με τον τρόπο που μέχρι τώρα ξέρουμε…) Χωρίς… πόλεμο θα πεθάνετε όλοι. Θα πέσουν πολλά θύματα. Όλοι οι νεκροί, θα ξαπλώσετε επάνω στην γη….

Θα σας πω και κάτι άλλο,  Αποβραδίς, όλα θα είναι (όρθια και καλά) πάνω στην γη, και όταν θα  σηκωθείτε το άλλο πρωι, όλα θα μπούν (θα ταφούν) μέσα στην γη. Χωρίς «πόλεμο».

«Πως σας λυπάμαι, όσους τους έσχατους καιρούς θα ζήσετε. Η ζωή θα γίνεται όλο χειρότερη. Τελικά θα έλθει καιρός που θα βάλουν  μπροστά σας τον ΣΤΑΥΡΟ και το ΨΩΜΙ και θα σας πούν «Διαλέξετε!».

Θα διαλέξουμε τον Σταυρό, της έλεγαν, αλλά πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε;

-«Ε, θα κάνουμε προσευχή, θα πλάσουμε βώλους λίγο χωματάκι, θα προσευχηθούμε στον Θεό, θα φάμε και θα χορτάσουμε! » αποκρινόταν προφητικά η Αγία Ματρώνα, ενώ αλλού έλεγε:

«Θα πάρετε χώμα, θα κάνετε κουλουράκια, θα τα σταυρώνετε, και θα είναι σαν ψωμί!»



ΠΗΓΗ. http://perivolipanagias.blogspot.gr/

Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2015

Ὁσίας Συγκλητικῆς - Διδαχές



site analysis




Αγία Συγκλητική: Δεύτερη γέννα...

Ερώτησαν κάποτε την Αγία Συγκλητική· τι διαφέρει ο άλλος κόσμος από τούτον εδώ οπού ζούμε τώρα; Και η μακαρία Συγκλητική αποκρίθηκε:

Το παιδί ενόσω βρίσκεται μέσα στην κοιλιά της μάνας του, ζει πολύ στενοχωρημένο, όντας ανακατωμένο μέσα στη λάσπη της μήτρας, ωσάν τυφλό.

Όταν όμως έλθει η ώρα του και γεννηθεί, λευτερώνεται από την στενοχώριαν εκείνη, όπου ήτανε κλειδωμένο και χωρίς να το καταλάβει έρχεται σε ένα καινούριο κόσμο γεμάτον φως, ευρυχωρία και απόλαυση.

Ένα τέτοιο πράμα γίνεται και με την ψυχή του ανθρώπου. Στενοχωριέται μέσα στην κοιλιά τουτουνού του ψεύτικου κόσμου, έως ότου έβγει απ’ αυτόν και πάει στην άλλη ζωή την αιώνιο, όπου, αντί ήλιος βλέπει ν’ αστράφτει η όψη του Χριστού, αντί αέρα αναπνέει το Άγιο Πνεύμα και αντί θροφή γεύεται την Δόξα του Θεού.

Η πρώτη γέννα μας έχει και πείνα. Η δεύτερη γέννα είναι Ανάστασις και Χόρτασις. «Χορτασθήσομαι εν τω οφθήναι μοι την δόξαν Σου».

Ρόδος, Αρχιμ. Χρυσόστομος Μουστάκας
Περιοδικό Κιβωτός
Απρίλιος 1953 ΑΦ 16

ΠΗΓΗ.ΑΕΝΑΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ


(Ἡ Οργή)

Ἡ ὀργή εἶναι μικρό ἁμάρτημα. Τό πιό βαρύ ὅμως ἁμάρτημα ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἡ μνησικακία. Γιατί ὁ θυμός διαλύεται σάν τόν καπνό, πού θολώνει γιά λίγο τήν ψυχή, ἡ μνησικακία ὅμως σάν μόνιμη κατάσταση ἐξαγριώνει τήν ψυχή περισσότερο κι ἀπό θηρίο. Καί ὁ σκύλος, ὅταν χτυπήση κάποιο μέ μανία, μέ λίγη τροφή μαλακώνει, ὅπως καί τά ἄλλα θηρία, πού πραΰνονται μέ τήν ἀγάπη. 

Ἐκεῖνος ὅμως, πού κυριεύεται ἀπό μνησικακία, οὔτε μέ παρακλήσεις ἀλλάζει, οὔτε μέ τροφή μαλακώνει, οὔτε μέ τόν χρόνο, πού μεταβάλλει τά πάντα, μπορεῖ νά θεραπευθῆ. Οἱ μνησίκακοι εἶναι οἱ πιό ἀσεβεῖς καί παράνομοι ἀπ᾽ ὅλους, γιατί δέν ὑπακούουν στά λόγια τοῦ Χριστοῦ πού λέει, «Ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου καί οὔτω προσάγαγε τό δῶρον» (Ματθ. 5,24) καί «μή ἐπιδυέτω ὁ ἥλιος ἐπί τῷ παροργισμῷ ὑμῶν» (Ἐφεσ. 4,26).

Ὁσίας Συγκλητικῆς - Διδαχές (Ἡ ταπεινοφροσύνη)

Τό πόσο καλή καί σωστική εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, φαίνεται καί ἀπό τό ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τήν ἐνδύθηκε γιά νά οἰκονομήση τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ μάλιστα εἶπε: «Μάθετε ἀπ᾽ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ» (Ματθ. 11,29). Πρόσεχε ποιός εἶναι αὐτός, πού μιλεῖ καί γίνε τέλειος μαθητής Του. Ἡ ἀρχή καί τό τέλος στά καλά ἔργα ἄς εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ἐννοῶ τό ταπεινό φρόνημα καί ὄχι μόνο τά σχήματα λόγου. Ὅταν ἡ ψυχή σκέπτεται ταπεινά, ταπεινές θά εἶναι καί οἱ ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις. Ἔχεις ἐφαρμόσει ὅλες τίς ἀρετές; Ὁ Κύριος τό ξέρει, ἀλλά ὁ Ἴδιος μᾶς λέει, ν᾽ ἀρχίζουμε πάλι ἀπό τήν ταπείνωση, λέγοντας, «ὅταν πάντα ποήσητε, εἴπατε. Δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν» (Λουκ. 17,10).

Ἡ ταπεινοφροσύνη ἀποκτᾶται μέ ὀνειδισμούς, μέ ὕβρεις καί πόνους, σέ σημεῖο πού νά σέ ποῦν τρελλό καί ἀνόητο, πτωχό, ἀδύνατο καί τιποτένιο, ἀπρόκοπτο σέ καλά ἔργα, ἀνίκανο νά μιλᾶς, ἀνυπόληπτο, ἐξουθενωμένο. Αὐτά εἶναι τά νεῦρα τῆς ταπεινοφροσύνης. Κι ὁ Κύριος τά ἴδια ἄκουσε καί ἔπαθε. Καί Σαμαρείτη τόν εἶπαν καί δαιμονισμένο. Πῆρε τήν μορφή δούλου, μαστιγώθηκε καί γέμισε στό σῶμα Του πληγές.

Πρέπει λοιπόν κι ἐμεῖς νά μιμούμεθα τίς πράξεις τῆς ταπεινοφροσύνης. Εἶναι μερικοί, πού μέ ἐξωτερικά σχήματα ὑποκρίνονται τόν ταπεινό ἀπό φιλοδοξία, ἀλλά φανερώνονται ἀπό τά ἀποτελέσματα. Ὅταν τύχη νά ὑβριστοῦν ἐλαφρά, δέν ὑπομένουν, χύνοντας ἀμέσως τό δηλητήριό τους, σάν τά δηλητηριώδη φίδια.


Διδαχές της Ὁσίας Συγκλητικῆς (Η Λύπη)

Παιδιά μου, ὅλοι ξέρομε, πῶς θά σωθοῦμε, ἀλλά χάνομε τήν σωτηρία μας ἀπό τήν πνευματική μας ἀμέλεια. Πρέπει λοιπόν, ἀρχικά, νά τηροῦμε μέ ἀκρίβεια τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου» «καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματθ. 22, 37-39). Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ νόμου καί τό πλήρωμα τῆς χάριτος. Λίγα λόγια, ἀλλά μέ πολλή καί μεγάλη δύναμι. Ὅλες οἱ ἀρετές ἐξαρτῶνται ἀπ᾽ αὐτή, γι᾽ αὐτό καί ὁ Ἀπ. Παῦλος ὀνομάζει τήν ἀ γ ά π η τέλος τοῦ νόμου. Αὐτή εἶναι ἑπομένως ἡ σωτηρία μας, ἡ διπλῆ ἀγάπη, ἡ ἀρχή καί τό τέλος κάθε καλοῦ ἔργου τῶν ἀνθρώπων.

Ὑπάρχει λύπη ὠφέλιμη καί λύπη καταστρεπτική.Γνωρίσματα τῆς καλῆς λύπης εἶναι ἡ θλῖψι γιά τά δικά μας ἁμαρτήματα, ἡ λύπη γιά τήν ἄγνοια, πού ἔχουν οἱ ἀδελφοί μας καί ὁ φόβος μήπως χάσουμε τήν ἀγαθή προαίρεσι καί δέν φθάσουμε στόν σκοπό τῆς σωτηρίας. Ἐνῶ τῆς ἄλλης, πού δημιουργεῖ ὁ ἐχθρός, εἶναι ἡ παράλογη καί ὑπερβολική θλῖψι, πού οἱ πατέρες τήν ὀνομάζουν ἀκηδία. Τό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀκηδίας καί τῆς λύπης, πρέπει νά τό διώχνουμε μέ τήν προσευχή καί τήν ψαλμωδία. 

Ἄς προσέχῃ, λοιπόν, ὅποιος νομίζει πώς στέκεται, γιά νά μή πέσῃ. Γιατί αὐτός πού ἔπεσε, ἔχει μία μόνο φροντίδα, νά σηκωθῆ, ἐκεῖνος ὅμως, πού στέκεται, ἄς προσέχῃ νά μή πέσῃ, γιατί οἱ πτώσεις εἶναι διάφορες. Αὐτοί πού ἔπεσαν ἔχουν στερηθῆ τή θεία χάρι κι ὅταν σηκώθηκαν, ἡ ζημιά τους δέν ἦταν μικρή. Αὐτός πού στέκεται, ἄς μήν ἐξευτελίζη τόν ἄλλον πού ἔπεσε, μήπως πάθῃ κι αὐτός τά ἴδια καί βρεθῆ σέ χειρότερο βάραθρο. Εἶναι πολύ φυσικό, ἡ φωνή πού ἔρχεται ἀπό βαθύ πηγάδι καί καλεῖ σέ βοήθεια, νά μήν ἀκουσθῆ, ὅπως λέει καί ὁ ψαλμωδός: «Μή καταπιέτω με βυθός, μηδέ συσχέτω ἐπ᾽ ἐμέ φρέαρ τό στόμα αὐτοῦ» (Ψαλμ. 68,16).


Ὁ πρῶτος πού ἔπεσε, ἔμεινε (μέσα στό πηγάδι), σύ ὅμως πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, μήπως, ὅταν πέσῃς, δέν μπορέσης νά σηκωθῆς καί γίνης τροφή στά θηρία. Ἐκεῖνος, πού πέφτει δέν μπορεῖ νά κλείσῃ τήν πόρτα στόν πονηρό. Ἀλλά σύ μή νυστάξῃς καθόλου καί ψάλλε πάντοτε τό θεῖο ρητό: «Φώτισον τούς ὀφθαλμούς μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον» (Ψαλμ. 22,4). Τέλος νά ἀγρυπνῆς συνέχεια, γιατί ὁ διάβολος σάν λέοντας ὠρύεται κοντά σου. 

Μ Ἀθανασίου: Βίος τῆς Ὁσίας Συγκλητικῆς

Επικίνδυνο να διδάσκεις χωρίς αρετή

Επικίνδυνο να διδάσκεις χωρίς αρετή

«Είναι επικίνδυνο να διδάσκει ένας που δεν έχει προχωρήσει στην πράξη της αρετής.

Όπως δηλαδή καθώς κάποιος έχει σπίτι ετοιμόρροπο
και δεχθεί σ’ αυτό φιλοξενούμενους, 
θα τους κάνει κακό με την πτώση των τοίχων, 
έτσι και εκείνοι οι οποίοι δεν κατάρτισαν πρώτα τους εαυτούς τους, 
θα προξενήσουν την απώλεια σε όσους προσέρχονται σε αυτούς. 

Γιατί με τα λόγια βέβαια τους προσκάλεσαν στο δρόμο της σωτηρίας, 
με την κακή τους όμως συμπεριφορά θα βλάψουν τελικά τους αγωνιστές».