Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΣΙΔΕΣ ΣΑΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΣΙΔΕΣ ΣΑΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2022

ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ Η ΡΩΣΙΔΑ - Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗ

Ἡ Ὁσία Ξένη ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή


Γεννήθηκε στὴν Ἁγία Πετρούπολη τῆς Ρωσίας, τὸ ἔτος 1720, καὶ ὡς νεαρὴ ὄμορφη κοπέλα παντρεύτηκε τὸν Ἀντρέα Φεοντόροβιτς Πετρὼφ ποὺ εἶχε τὸν βαθμὸ τοῦ συνταγματάρχου καὶ ἦταν πρωτοψάλτης στὴν βασιλικὴ αὐλή. Ἡ θέση αὐτὴ ἦταν μία πολὺ ὑψηλὴ κοινωνικὴ θέση καὶ ἔδινε δόξα καὶ ὑλικὴ ἀπολαβή.

Ἦταν νέοι. Εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὑπηρέτησαν καὶ οἱ δυὸ στὴν βασιλικὴ αὐλή, ὅπου ἔκαναν τὸ γάμο τους. Ζοῦσαν πολὺ εὐτυχισμένοι μαζί. Λόγω τῆς νεότητάς τους, τοὺς ἄρεσε πολὺ νὰ πηγαίνουν σὲ χοροεσπερίδες καὶ σὲ συμπόσια. Καλοῦσαν φιλοξενουμένους στὸ σπίτι τους καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι πήγαιναν ὡς φιλοξενούμενοι σὲ ἄλλα σπίτια. Αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι τὰ ὀνομάζουν «καλὴ τύχη» καὶ φαινόταν ὅτι τίποτε στὸ ἀνδρόγυνο αὐτό, τὸν Ἀνδρέα καὶ τὴν Ξένια, δὲν θὰ ἔδινε τέλος σ’ αὐτή τους τὴν χαρά. Ἀλλὰ ξαφνικὰ ἕνα φοβερὸ χτύπημα, σὰν κεραυνὸς ἐν αἰθρίᾳ, ὁ ἀναπάντεχος θάνατος τοῦ ἀγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε τὴν Ξένια Γκριγκόριεβνα. Στὰ εἴκοσι ἕξι της χρόνια, ἕνα βράδυ σὲ ἕνα χορὸ ὁ ἄντρας της ἐνῶ ἔπινε μὲ τοὺς φίλους τους, ξαφνικὰ ἔπεσε κάτω νεκρός. Αὐτὸ φυσικὰ ἦταν πολὺ ὀδυνηρὸ γιὰ τὴν Ξένια. Ὁ Ἀντρέας, δὲν εἶχε ποτὲ ἐξομολογηθεῖ καὶ λάβει Θεία Κοινωνία ἕως πρὶν πεθάνει, καὶ ἐκείνη ἀνησυχοῦσε τρομερὰ γιὰ τὴν ψυχή του.

Σύντομα μετὰ τὴν ταφή του, ἡ Ὁσία Ξένια ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Πετρούπολη γιὰ ὀκτὼ χρόνια. Πιστεύεται ὅτι αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα τὸ πέρασε σὲ ἕνα ἐρημητήριο ἢ σὲ ἕνα μοναστήρι, μαθαίνοντας τὸ δρόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας εἶχε ἀξιόπιστη πληροφορία ὅτι ἡ μακαρία Ξένια γιὰ τὴν πνευματική της τελείωση δαπάνησε αὐτὰ τὰ χρόνια μεταξὺ τῶν Στάρετς προετοιμάζοντας τὸν ἑαυτό της γιὰ τὸν δύσκολο ἀγώνα τῶν διὰ Χριστὸν σαλῶν καὶ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν πνευματική τους καθοδήγηση.

Ποῦ ἦταν οἱ Στάρετς; Ἴσως ἦταν στὸ Hermitage ἣ σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια ποὺ αὐτὸν τὸν καιρὸ εἶχαν Στάρετς, μαθητὲς τοῦ Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ὕστερα ἀπὸ ὀχτὼ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στὴν πατρίδα της, τὴν ἁγία Πετρούπολη, καὶ δὲν τὴν ξανάφησε στὰ ἄλλα τριάντα ἑπτὰ χρόνια τῆς ζωῆς της σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Ἁγία Πετρούπολη, χάρισε τὰ ὑπάρχοντά της, τὸ σπίτι της, τὰ χρήματά της, τὰ ὄμορφα ροῦχα της. Κατὰ πρώτον ἄρχισε νὰ βεβαιώνει σὲ ὅλους ὅσους τὴν περιτριγύριζαν ὅτι ὁ σύζυγός της δὲν πέθανε, ἀλλὰ ὅτι πέθανε αὐτή. Φόρεσε τὰ ροῦχα τοῦ νεκροῦ συζύγου της καὶ ἄρχισε νὰ ὀνομάζει τὸν ἑαυτὸ τῆς Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς. Οἱ συγγενεῖς της τὴν θεώρησαν περισσότερο γιὰ παράφρονα , ὅταν αὐτὴ ἄρχισε νὰ μοιράζει τὴν περιουσία της στοὺς πιὸ φτωχοὺς καὶ ὅταν ἔδωσε τὸ σπίτι της στὴν Παρασκευὴ Ἀτόνοβα. Οἱ ἐνδιαφερόμενοι γιὰ τὴν περιουσία της συγγενεῖς της στράφηκαν στὶς ἀρχὲς καὶ ζήτησαν ἀπὸ αὐτὲς νὰ λάβουν μέτρα ἐναντίον μιᾶς τέτοιας διάθεσης τῆς κληρονομιᾶς της ἀπὸ αὐτήν. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀναφορὰ τῶν συγγενῶν οἱ ἀρχὲς τὴν κάλεσαν καὶ ἀφοῦ συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ὅτι ἦταν πολὺ καλὰ στὰ λογικά της καὶ εἶχε ἑπομένως κάθε δικαίωμα νὰ κάνει ὅτι ἤθελε τὴν περιουσία της (σημειώνεται τὸ συμβὰν: οἱ συγγενεῖς τῆς Ξένιας τὴν πῆγαν στὸ δικαστήριο ἀλλὰ ὁ δικαστὴς βρῆκε ὅτι ἔχει καλὸ καὶ γερὸ νοῦ ὅσο αὐτὴ συνέχιζε νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχούς.) Ἀλλὰ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχουμε ἕνα ὄνομα γιὰ τοὺς ἁγίους ἀνθρώπους ποὺ οἱ ἄλλοι πιθανὸν νὰ νομίζουν ὅτι εἶναι τρελοί. Ἐμεῖς τοὺς ὀνομάζουμε «διὰ Χριστὸν σαλούς». Αὐτοὶ συχνὰ δὲν εἶναι τρελοί, ἀλλὰ προσποιοῦνται ὅτι εἶναι, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ κρύψουν τὰ πνευματικά τους χαρίσματα.

Τί συνέβηκε πράγματι μὲ τὴν Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ἀσφαλῶς συνέβηκε μέσα της μιὰ πλήρης πνευματικὴ ἀντιστροφή, πού, κατὰ τὰ ἴδια της τὰ λόγια, ἡ Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα εἶχε πεθάνει!...Βάζοντας τὰ ροῦχα τοῦ συζύγου της καὶ παίρνοντας τὸ ὄνομά του ἦταν κατὰ τὴ γνώμη της, σὰν νὰ παρατεινόταν ἡ δική του ζωὴ στὸ πρόσωπό της γιὰ νὰ συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες του μὲ τὴ δική της ἀφιερωμένη στὸ Θεὸ ζωή. Τώρα αὐτὴ παρουσίαζε τὸν ἑαυτό της στὸν κόσμο μὲ τὴν δύσκολη ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ ὡς «κατὰ Χριστὸν τρελή».

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης λέγει: «Ὑπάρχει μία ἀληθινή, πραγματικὴ ζωὴ καὶ μία φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Τὸ νὰ ζεῖς γιὰ νὰ τρῶς, νὰ πίνεις, νὰ ντύνεσαι, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνεις καὶ νὰ γίνεσαι πλούσιος, τὸ νὰ ζεῖς γενικὰ γιὰ ἐγκόσμιες χαρὲς καὶ φροντίδες, αὐτὸ εἶναι μία φαντασία. Τὸ νὰ ζεῖς ὅμως γιὰ νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐργάζεσαι μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους, αὐτὴ εἶναι πραγματικὴ ζωή! Ὁ πρῶτος τρόπος ζωῆς εἶναι ἀκατάπαυστος πνευματικὸς θάνατος. Ὁ δεύτερος εἶναι ἀκατάπαυστη ζωὴ τοῦ πνεύματος» (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, Περὶ τῆς ἐγκοσμίου ζωῆς) .

Ἀπὸ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι τὸ «χτύπημα» ποὺ «χτύπησε» τὴν δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια ἦταν μία ὤθηση ἀπὸ τὴν μὴ πραγματικὴ ζωὴ στὴν ζωὴ τοῦ Πνεύματος.



Ἡ μακαρία Ξένια, ποὺ ἦταν πλούσια πρῶτα, ἔζησε τώρα μιὰ φτωχική, πολὺ φτωχικὴ ζωή. Ζοῦσε χωρὶς σπίτι, περιπλανώμενη στοὺς δρόμους τῆς πόλης ἐμπαιζόμενη καὶ κακομεταχειριζόμενη ἀπὸ πολλούς. Ἡ μόνη τροφή της ἐρχόταν ἀπὸ γεύματα ποὺ μερικὲς φορὲς δεχόταν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ γνώριζε. Τὸ βράδυ ἀποσυρόταν σὲ ἕναν ἀγρὸ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ ἐκεῖ γονατιστὴ προσευχόταν ὡς τὸ πρωί. Δὲν εἶχε πραγματικὰ ποὺ νὰ κλίνη τὴν κεφαλή της. Γιὰ σκέπη της εἶχε τὸν μελαγχολικὸ βροχερὸ οὐρανὸ τῆς ἁγίας Πετρούπολης, ἐνῶ γιὰ κρεβάτι της εἶχε τὸ ὑγρὸ γυμνὸ ἔδαφος. Περνοῦσε τὶς νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στὸ γυμνὸ ἔδαφος τῶν χωραφιῶν. Αὐτὸ τὸ μαρτυροῦσαν ἡ ἀστυνομία καὶ οἱ κάτοικοι, ποὺ τὴν ἀνακάλυψαν, γιατί εἶχαν τὴν περιέργεια νὰ μάθουν ποὺ ἐξαφανιζόταν τὶς νύχτες. Κάποτε κάποιος ἀστυνομικὸς τὴν παρακολούθησε καὶ τὴν εἶδε νὰ κλίνη τὰ γόνατά της σ’ ἕνα ἀνοιχτὸ χωράφι καὶ νὰ προσεύχεται. Ἄρχισε νὰ προσεύχεται ἀπὸ τὸ βράδυ καὶ δὲν σηκώθηκε μέχρι τὸ πρωί. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν προσευχῶν της ἔκανε μετάνοιες σὲ ὅλες τὶς διευθύνσεις προσευχόμενη γιὰ ὅλους τους ὀρθόδοξους χριστιανούς.



Κατὰ τὴν ἡμέρα συνήθως γύριζε γύρω στοὺς δρόμους τῆς ἁγίας Πετρούπολης. Τὰ κουρελιασμένα ροῦχα της δύσκολα τὴν σκέπαζαν – μιὰ κόκκινη φούστα καὶ τὸ στρατιωτικὸ σακάκι τοῦ ἄντρα της. Στὰ πόδια της εἶχε χαλασμένα παπούτσια καὶ γύρω ἀπὸ τὸ κεφάλι της εἶχε δεμένο ἕνα παλιὸ μαντήλι. Ἀκόμα καὶ κατὰ τὸν βαρὺ χειμώνα δὲν φοροῦσε ζεστὰ ροῦχα καὶ παπούτσια, ἂν καὶ ἡ καλοσύνη τοῦ λαοῦ τῆς πρόσφερε πολλὰ ἀπ’ αὐτά. Σὲ ὅλες τὶς περιόδους τοῦ ἔτους τὴν ἔβλεπαν ντυμένη στὰ ἴδια κουρέλια. Τὸ κρύο στὴν ἁγία Πετρούπολη ἦταν δυνατὸ καὶ διαπερνοῦσε τὰ κόκαλα. Ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ χύνεται μὲ ἀφθονία στοὺς ἁγίους του Θεοῦ, τοὺς ἔκανε νὰ νικοῦν τοὺς νόμους τῆς φύσεως. Αὐτὴ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔδινε ζεστασιὰ καὶ δύναμη στὴ μακαρία Ξένη.

Πολλοὶ ἀγαποῦσαν αὐτὴν τὴν ἥσυχη, τὴν ἤρεμη, τὴν ταπεινὴ καὶ τὴν εὐγενικὴ δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια. Ἀρκετοὶ τὴν λυπόντουσαν καὶ τῆς ἔδιναν ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ αὐτὴ δὲν τὴν ἔπαιρνε. Ἐὰν δεχόταν κανένα μικρὸ κέρμα, ἀμέσως τὸ ἔδινε σὲ κάποιον φτωχὸ ζητιάνο. Δεχόταν ἐλεημοσύνη ἀπὸ φιλεύσπλαχνους ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀμέσως τὰ χάριζε στοὺς φτωχούς, κάνοντας καλὸ στοὺς ἀνθρώπους στὸ ὄνομα τοῦ Ἀντρέα, ἔτσι ὥστε ἂν ἡ ψυχή του ὑπέφερε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὶς ὁποῖες δὲν εἶχε μετανοήσει, οἱ πράξεις της καὶ οἱ προσευχές της θὰ τὸν βοηθοῦσαν. (Οἱ Χριστιανοὶ συχνὰ δίνουν χρήματα ἢ προσεύχονται γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων. Αὐτὸ λέγεται ἐλεημοσύνη ἀλλὰ δὲν εἶναι τόσο σύνηθες νὰ ἐγκαταλείπει κάποιος ὅλη του τὴ ζωὴ γιὰ ἕνα ἄνθρωπο, ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε ἡ Ξένια). Τὸ ἐνδιαφέρον εἶναι ὅτι κάνοντας καλὲς πράξεις καὶ προσφέροντας προσευχὲς γιὰ τοὺς ἄλλους, πλησιάζεις πολὺ τὸ Θεό, καὶ αὐτὸ συνέβηκε καὶ μὲ τὴν Ξένια. Προσευχόταν τόσο πολὺ γιὰ τὸν ἄντρα της καὶ αὐτὸ τὴν ἔκανε Ἁγία!

Ὁ Κύριος εἶχε δώσει στὴν Ξένια πολλὰ πνευματικὰ δῶρα καὶ αὐτὴ ἄρχισε νὰ κάνει περίεργα πράγματα ὅπως περπατοῦσε ξυπόλυτη στὸ χιόνι καὶ φοροῦσε ἀσυνήθιστα ροῦχα ἔτσι ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν νομίσουν ὅτι ἐκείνη εἶναι κάτι τὸ ἐξαιρετικό. Αὐτὴ μερικὲς φορὲς γνώριζε τί πρόκειται νὰ συμβεῖ πρὶν αὐτὸ συμβεῖ, ἢ ἂν οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἕνα πρόβλημα καὶ δὲν γνώριζαν τί θέλει ὁ Θεὸς νὰ κάνουν, αὐτὴ μποροῦσε νὰ τοὺς τὸ πεῖ. Συχνὰ κοιτάζοντας μὲ μία ματιὰ τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὴ ἤξερε ἂν αὐτοὶ ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια ἢ ὄχι.



Σιγὰ σιγά, οἱ ἄνθρωποι τῆς πόλης παρατήρησαν τὰ σημάδια ἁγιότητας ποὺ ἦταν τὸ ὑπόστρωμα τῆς φαινομενικὰ διαταραγμένης τῆς ζωῆς: παρουσίαζε τὸ χάρισμα τῆς προφητείας καὶ ἡ ὅλη παρουσία της σχεδὸν πάντα ἐπιβεβαίωνε τὴν εὐλογία της. Τὸ Συναξάρι λέει :

«Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ φαινόταν νὰ τὴ συνοδεύει ὁπουδήποτε ἐκείνη πήγαινε: ὅταν ἔμπαινε σὲ ἕνα μαγαζὶ οἱ εἰσπράξεις τῆς ἡμέρας αὐξάνονταν σημαντικά. Οἱ ἔμποροι τὴν παρακαλοῦσαν νὰ πάρει κάτι ὡς δῶρο ἢ τουλάχιστον νὰ μπεῖ στὸ κατάστημά τους. Ἤξεραν ὅτι ἐκείνη τὴ μέρα οἱ δουλειές τους θὰ πήγαιναν πολὺ καλὰ καὶ τὰ κέρδη τους θὰ ἦταν πολλά. Ὅταν περπατοῦσε στὸν δρόμο, ἀπὸ ὅλες τὶς μεριές, ἀπὸ ὅλα τὰ ἁμάξια ποὺ περνοῦσαν ἄκουγε νὰ φωνάζουν: «Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα, θέλω νὰ σὲ πάρω στὸ ἁμάξι μου ἔστω καὶ γιὰ λίγα βήματα». καὶ ὅταν ἔμπαινε σὲ κάποιο αὐτοκίνητο, τὸ εἰσόδημα τοῦ αὐτοκινήτου αὐτοῦ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἦταν πολὺ μεγάλο. Ἡ μακαρία Ξένη προτιμοῦσε νὰ κάθεται σὲ αὐτοκίνητα ἀνθρώπων ποὺ εἶχαν ἀνάγκη βοηθείας. Ἐὰν μιλοῦσε μὲ κανέναν ποὺ ἦταν στενοχωρημένος, ἀμέσως αὐτὸς καταπραϋνόταν καὶ τοῦ ἐρχόταν μία θαυματουργικὴ βοήθεια. Ὅταν ἀγκάλιαζε ἕνα ἄρρωστο παιδί, ἀμέσως αὐτὸ γινόταν καλά. Ἡ πολὺ καὶ μακροχρόνια συμπόνια της, ἄνοιξε τὸ δρόμο τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς εὐλάβειας πρὸς τὸ πρόσωπό της καὶ οἱ ἄνθρωποι γενικὰ ἔφτασαν νὰ τὴν θεωροῦν ὡς τὸ φύλακα ἄγγελο τῆς πόλης.»

Κάποτε, τὸ ἔτος 1764, ταράχτηκε πολὺ καὶ ξέσπαγε κάθε μέρα σὲ δάκρυα. Οἱ ἄνθρωποι τὴν ρωτοῦσαν τὴν αἰτία ποὺ κλαίει καὶ αὐτὴ ἀπαντοῦσε: «Αἷμα, αἷμα, αὐλάκι ἀπὸ αἷμα!». Τότε ὅλοι ἦταν ἀνήσυχοι γιὰ τὸ τί ἄραγε θὰ συνέβαινε. Ἀλλὰ τρεῖς ἑβδομάδες ἀργότερα οἱ πολίτες τῆς ἁγίας Πετρούπολης ἔμαθαν τί σήμαιναν τὰ λόγια της. Ἀπὸ τὴν ρωσικὴ ἱστορία γνωρίζουμε ὅτι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀξιωματικοῦ Μίροβιτς νὰ ἐλευθερώσει τὸν αἰχμάλωτο βασιλέα Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς, ποὺ ἦταν φυλακισμένος στὸ φρούριο Schlusselburg, ἀπέτυχε καὶ ὁ Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς φονεύθηκε.

Στὶς 24 Δεκεμβρίου 1761, τὴν παραμονὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ μακαρία Ξένη περιερχόταν τοὺς δρόμους τῆς πρωτεύουσας καὶ ἔλεγε στὸν καθένα νὰ κάνη τηγανίτες. Τὴν ἑπομένη μέρα ἀκούστηκε τὸ φοβερὸ νέο: ἡ αὐτοκράτειρα Ἐλισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οἱ τηγανίτες θὰ ἦταν γιὰ τὴν ἀγρυπνία, ποὺ ἡ προικισμένη μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα ὁσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις ποὺ ἐκδηλωνόταν τὸ προορατικὸ χάρισμά της καὶ περιπτώσεις βοηθειῶν ποὺ πρόσφερε στὸν λαὸ μὲ τὸ χάρισμά της αὐτό, ἔχουμε πολλές.

Μερικὲς φορές, ὅταν οἱ Χριστιανοὶ κάνουν καλὲς πράξεις, τὶς κάνουν κρυφὰ ὥστε μόνο ὁ Θεὸς νὰ βλέπει. Αὐτὸ γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Μὴν ἀφήνεις νὰ γνωρίζει ἡ ἀριστερά σου χεὶρ τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» καί, «Κάνε τὶς καλές σου πράξεις μυστικὰ ὥστε ὁ Πατέρας ποὺ σὲ βλέπει μυστικὰ νὰ σὲ ἀνταμείψει φανερά.» Αὐτὸ εἶναι ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὴν εἰκόνας τῆς Ἁγίας Ξένιας. Πρὶν πολλὰ χρόνια, ὅταν οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἁγίας Πετρούπολης ἔχτιζαν μία ἐκκλησία στὸ κοιμητήριό του Smolensk, ἡ Ἁγία Ξένια συνήθιζε νὰ πηγαίνει κατευθείαν τὸ βράδυ καὶ νὰ κουβαλάει βαριοὺς πλίνθους οἱ ὁποῖοι χρειάζονταν τὴν ἑπόμενη μέρα γιὰ τὸ χτίσιμο τῆς στέγης τῆς ἐκκλησίας. Ὅταν οἱ τεχνίτες ἔρχονταν κάθε πρωί, ἔβρισκαν τὸ σκληρότερο μέρος τῆς δουλειάς τους ἤδη τελειωμένο καὶ αὐτοὶ ἀναρωτιόνταν ποιὸς νὰ ἦταν ποὺ ἔκανε αὐτὴ τὴν εὐγενικὴ πράξη. Τελικά, δύο ἀπ’ αὐτοὺς ἀποφάσισαν νὰ περάσουν τὸ βράδυ τους στὸ κοιμητήριο. Περίμεναν καὶ περίμεναν, καὶ ὅταν ἔγινε σκοτάδι, ἡ Ἁγία Ξένια ἐμφανίστηκε. Ὅλο τὸ βράδυ, τὴν παρακολουθοῦσαν νὰ ἀνεβαίνει καὶ νὰ κατεβαίνει μὲ τὰ τοῦβλα της, τοὺς τοίχους τῆς μισοτελειωμένης ἐκκλησίας.



Ἡ ἐκκλησία ποὺ ἡ Ἁγία Ξένια βοήθησε στὸ χτίσιμο εἶναι ἀκόμη στὸ κοιμητήριο τοῦ Smolensk καὶ δίπλα της ὑπάρχει ἕνα μικροσκοπικὸ παρεκκλήσιο στὸ ὁποῖο ἔχει ταφή. Προσκυνητὲς ἀπὸ ὅλη τὴ Ρωσία ἀκόμη ἔρχονται ἐκεῖ νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ ζητήσουν νὰ τοὺς βοηθήσει. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν φρικτὰ δύσκολων χρόνων στὴ Ρωσία, ὅταν οἱ ἐκκλησίες ἦταν κλειστὲς λόγω τοῦ ὅτι ὁ Κομουνισμὸς δὲν ἤθελε οἱ ἄνθρωποι νὰ λατρεύουν τὸ Θεό, προσκυνητὲς ἔρχονταν κρυφὰ στὴν Ἁγία Ξένια. Ἡ πόρτα τοῦ παρεκκλησίου ἦταν κλειδωμένη καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ μποῦν μέσα, ἔγραφαν τὶς προσευχές τους σὲ μικρὰ χαρτάκια καὶ τὰ ἄφηναν μέσα στὶς ρωγμὲς τῶν τοίχων. Στὸν Κομουνισμὸ δὲν ἄρεσε αὐτὸ καθόλου, ἀλλὰ σύντομα κατάλαβαν ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ σταματήσουν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἀγαπᾶνε τοὺς Ἁγίους, ἢ νὰ σταματήσουν οἱ Ἅγιοι νὰ τοὺς βοηθοῦν!

Σαράντα πέντε χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἄντρα της, ἡ Ἁγία Ξένια ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ, στὴν ἡλικία τῶν ἑβδομήντα ἐνὸς ἐτῶν, κάπου στὰ 1800. Ὑποθέτουν ὅτι ἀναπαύθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1806 καὶ 1814. Δὲν ὑπάρχει ἀκριβῆς πληροφορία σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν χρόνο καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ καθορίσουμε ἀκριβῶς τὴν χρονολογία τοῦ θανάτου της. Γνωρίζοντας τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ μὲ τὸν ὁποῖο τὴν περιέβαλε ὁ κόσμος μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε μὲ βεβαιότητα ὅτι ἡ κηδεία της εἶχε μεγάλη ἐπισημότητα καὶ ὅτι πολὺς κόσμος θὰ συγκεντρώθηκε, γιὰ νὰ τῆς δώσει τὸν τελευταῖο χαιρετισμό.

Ὁ τάφος της, ἀμέσως, ἔγινε τόπος προσκυνήματος: ἔτσι πολλοὶ προσκυνητὲς ἔπαιρναν χῶμα ἀπὸ τὸν τάφο της ὡς εὐλογία καὶ νέο χῶμα ἔπρεπε νὰ τροφοδοτεῖται τακτικά. Τελικὰ τοποθετήθηκε ἐπάνω στὸν τάφο της μιὰ πλάκα ἀπὸ γρανίτη μὲ τὴν ἐπιγραφὴ :

«Εις τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐδῶ ἀναπαύεται τὸ σῶμα τῆς δούλης τοῦ Θεοῦ, Ξένης Γκριγκόριεβνα, γυναικὸς τοῦ αὐτοκρατορικοῦ πρωτοψάλτη, συνταγματάρχου Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σὲ ἡλικία 26 ἐτῶν, μία προσκυνήτρια γιὰ 45 χρόνια, ἔζησε 71 χρόνια. Ἦταν γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα Ἀνδρέα Φεοντόροβιτ».

Αὐτὰ γράφονται στὸ λακωνικὸ ἐπιτύμβιο πάνω στὸν τάφο τῆς μακαρίας Ξένης, γραμμένα ἀπὸ ἕνα ἄγνωστο πρόσωπο.

Ὅμως καὶ αὐτὴ ἡ πλάκα ἐπίσης βαθμιαία χαράσσονταν καὶ φθείρονταν ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ἔπειτα χτίστηκε στὸν τάφο της ἕνα ἐκκλησάκι μὲ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν. Πολλοὶ πιστοὶ ἄρχισαν νὰ γράφουν πιὸ τοίχους τοῦ ναϋδρίου διάφορα αἰτήματα, ὥστε ἀναγκάστηκαν νὰ τὸν χρωματίσουν. Οἱ ἱερεῖς ἔκαναν παννυχίδες στὸ ναὸ ἀπὸ νωρὶς τὸ βράδυ μέχρι ἀργὰ τὸ πρωί.

Τὰ χέρια τῶν ἀθεϊστῶν δὲν σεβάστηκαν τὸν τόπο τῆς ἀναπαύσεως τῆς ἁγίας. Γι’ αὐτὸ τὰ παράθυρα ἦταν κλειστὰ μὲ σανίδες καὶ ἡ εἴσοδος ἦταν κλειστή, ἀλλὰ ὁ δρόμος πρὸς τὸ νεκροταφεῖο Σμόλενκ ἦταν πάντοτε ἀνοιχτός. Νέοι καὶ γέροι πήγαιναν στὸ παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τὰ αἰτήματά τους γιὰ βοήθεια καὶ ἔσκυβαν στὸ ἔδαφος κοντὰ στὸν τάφο.

Καὶ ἡ μακαρία Ξένη τοὺς βοηθοῦσε ὅλους.

Θαύματα, θεραπεῖες καὶ ἐμφανίσεις τῆς Ἁγίας Ξένιας συμβαίνουν καὶ σήμερα σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπισκέπτονται τὸν τάφο της ἣ ποὺ ἁπλὰ ζητᾶνε τὶς πρεσβεῖες της. Ὁ Θεὸς θεραπεύει πολλοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ ἀσθένειες καὶ πάθη μέσω τῶν πρεσβειῶν τῆς Ἁγίας Ξένιας. Αὐτὴ τοὺς βοηθᾶ νὰ βροῦν δουλειά, σπίτι ἢ σύζυγο (ὅλα αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποία ἐκείνη ἀπαρνήθηκε στὴν δική της ζωή). Ἡ Ἁγία Ξένια δὲν εἶχε σπίτι καὶ ἔτσι γνωρίζει πόσο σκληρὸ εἶναι νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἕνα σπίτι καὶ νὰ ζεῖς ἄστεγος. Στὴν ἐκκλησία τὴν ἡμέρα τῆς γιορτῆς της τὴν καλοῦμε «ἄστεγη περιπλανώμενη», γιατί ἐγκατέλειψε νωρὶς τὸ σπίτι της γιὰ τὸν παράδεισο.

Πρόσφατα μία γυναίκα στὴν Ἀγγλία, νεοφώτιστη στὴν ὀρθοδοξία, ἔψαχνε νὰ βρεῖ σπίτι κοντὰ σὲ ἐκκλησία γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ παρακολουθεῖ καθημερινὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Αὐτὴ καὶ ὁ πνευματικός της προσευχήθηκαν στὴν Ἁγία Ξένια καὶ ὦ τοῦ θαύματος σὲ λίγες μέρες ἡ γυναίκα αὐτὴ βρῆκε ἕνα διαμέρισμα σὲ ἕνα σπίτι ἀκριβῶς δίπλα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία! Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ!

Ἕνα εὐσεβὴ ἔθιμο εἶναι ἡ προσφορὰ Τρισάγιου ὑπὲρ ἀναπαύσεως τοῦ συζύγου της Ἀντρέα, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐκείνη προσευχόταν πυρετωδῶς ἕως τὸ τέλος τῆς ζωῆς της.
Ἡ Ἁγία Ξένια δοξάστηκε ἐπίσημα πρῶτα ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἔξω ἀπὸ τὴν Ρωσία, τὸ 1978 καὶ μετέπειτα τὸ 1988 ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας.

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

Η Οσία Ξένη της Πετρουπόλεως η δια Χριστόν Σαλή


Σύντομος βίος της Οσίας:

Η Οσία Ξένη (Γκριγκόριεβνα) καταγόταν από πολύ εύπορη οικογένεια της ανώτερης ρωσικής κοινωνίας. Σε ηλικία 26 ετών, μετά το θάνατο του συζύγου της (συνταγματάρχη του τσαρικού στρατού και πρωτοψάλτη της βασιλικής αυλής), μοίρασε σε πτωχούς τη μεγάλη της περιουσία. Μετά από οκταετή πνευματική προετοιμασία σε ερημητήριο, έζησε την υπόλοιπη ζωή της σε μεγάλη φτώχεια και ταπείνωση, ως ασκήτρια, στους δρόμους της Αγ. Πετρούπολης στο ρωσικό βορρά. Ήταν εντελώς ακτήμων, χωρίς σπίτι ή υλικά υπάρχοντα παρά μόνο τα λίγα ρούχα που φορούσε (κόκκινη φούστα και το σακάκι του συζύγου της), ίδια χειμώνα-καλοκαίρι, παρά το δριμύτατο ψύχος. Το φαγητό της προερχόταν από την ελεημοσύνη των συμπολιτών της. Την ημέρα περιπλανιόταν στους δρόμους της Αγίας Πετρούπολης εμπαιζόμενη και κακομεταχειριζόμενη από πολλούς. Το βράδυ αποσυρόταν στους αγρούς και εκεί γονατιστή προσευχόταν ως το πρωί. Ο αυστηρός ασκητικός αγώνας και η ταπείνωσή της είλκυσαν τη Χάρη του Θεού που την προίκισε με προορατικό, διορατικό και θαυματουργικό χάρισμα. Για να αποφύγει τον ανθρώπινο έπαινο και για να κρύψει τον πνευματικό της αγώνα έζησε μέσα στον κόσμο ως «δια Χριστόν σαλή», κάνοντας δηλαδή περίεργα και ανόητα πράγματα που αποφεύγουν οι συνετοί. Παριστάνοντας την τρελή έκρυβε τα πνευματικά της χαρίσματα και προκαλούσε έτσι τη χλεύη και την αποστροφή των άλλων, ασκούμενη στην ταπείνωση. Αλλά όσο ταπεινωνόταν, τόσο περισσότερο την εξύψωνε ο Θεός. Έτσι, σιγά-σιγά οι συμπολίτες της αναγνώρισαν τα θαυμαστά σημεία που επιτελούσε και παρατήρησαν τα σημάδια αγιότητας που ήταν το υπόστρωμα της φαινομενικά διαταραγμένης ζωής της. Έφτασε μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ο σεβασμός και η ευλάβειά τους στην Αγία, ώστε θεωρούσαν την παρουσία της ανάμεσά τους ως ευλογία για την πόλη τους και τη ζωή τους. Εκοιμήθη το 1801 σε ηλικία 71 ετών και ετάφη στο κοιμητήριο Smolensk της Αγ. Πετρούπολης.

http://www.alopsis.gr/alopsis/xenh5.jpg

Ο τάφος της αμέσως έγινε τόπος προσκυνήματος. Με τις προσφορές των πιστών χτίστηκε πάνω στον τάφο παρεκκλήσιο, στο οποίο γίνονταν καθημερινά αγρυπνίες με πολύ μεγάλη προσέλευση του λαού.

http://www.alopsis.gr/alopsis/xenh3.jpg

Στα χρόνια του κρατικού αθεϊσμού σφραγίστηκαν τα παράθυρα και οι πόρτες του παρεκκλησίου. Αυτό όμως δεν εμπόδιζε τον πιστό λαό να προσέρχεται καθημερινά στον κλειστό Ναό και να δέεται στην Οσία Ξένη αιτούμενος τις πρεσβείες και τη βοήθειά της. Μετά την κατάρρευση του αθεϊσμού και την επίσημη αναγνώριση της αγιότητάς της από την Ι. Σύνοδο του Πατριαρχείου Ρωσίας το 1988, η τιμή και ο σεβασμός του λαού στην Αγία είναι αξιοθαύμαστη.

Καθημερινά περνούν από τον τάφο της να προσκυνήσουν και να προσευχηθούν εκατοντάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών.

http://www.alopsis.gr/alopsis/xenh4.jpg

Πολλά θαύματαθεραπείες και εμφανίσεις της Αγίας, συμβαίνουν και σήμερα σε εκείνους που εκζητούν τις πρεσβείες της.

ΤΑΙΣ ΑΥΤΗΣ ΑΓΙΑΙΣ ΠΡΕΣΒΕΙΑΙΣ Ο ΘΕΟΣ ΕΛΕΗΣΟΝ ΚΑΙ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ.

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Οσία Μαρία τού Όλονετς, η Ερημήτρια(+19-2-1860)



site analysis

Αποτέλεσμα εικόνας για Οσία Μαρία τού Όλονετς, η Ερημήτρια

Α. Γέννηση - ανατροφή: 
Στην επαρχία του Νόβγκοροντ της Ρωσίας, κατά μήκος του ποταμού Λόβατ στο χωριό Περεντίνο γεννήθηκε η Μαρία, αρχές του 19ου αιώνα. Ήταν η γενέτειρα του γέροντα Ιγνατίου, ιδρυτή της Ι. Μ. του Όλονετς, στη λίμνη Βέϊζ. Ο γέροντας αυτός, μαζί με τον αδελφό του Θεόδωρο πολύ νέοι ξεκίνησαν τους μοναχικούς τους αγώνες από το Άγιο Όρος. Ο τρίτος αδελφός τους, ο Βασίλειος Σοφρόνωφ παντρεύτηκε μια χωρική από διπλανό χωριό. Μετά από χρόνιες προσευχές γέννησαν τη Μαρία και κατόπιν δυο γιους και δυο θυγατέρες.
Οι γονείς τους έδωσαν με την ζωή τους το παράδειγμα στα παιδιά τους. Στην Μαρία αυτό έμπαινε βαθιά στην καρδιά της, γι’ αυτό φαινομενικά δεν διέφερε από τα άλλα παιδιά. Ίσως γιατί όλη η οικογένεια ξεχώριζε για την καλοσύνη της σ’ όλο το χωριό.
Η Μαρία από έξη χρονών φρόντιζε τα αδέλφια της και βοηθούσε στο νοικοκυριό. Φρόντιζε ακόμα και τα κατοικίδια ζώα. Άρχισε όμως να μην παίζει με τα παιδιά της γειτονιάς και να μη συμμετέχει στους χορούς του χωριού. Όταν η μητέρα της την ωθούσε να παίξει, αυτή χωρίς φασαρία έβγαινε, αλλά  έμενε μόνη και παρατηρούσε τη φύση…
Όταν προσκυνητές ή ταξιδιώτες φιλοξενούνταν στο σπίτι, η Μαρία ρουφούσε κυριολεκτικά τις ιστορίες για τα μοναστήρια και τις ακολουθίες σ’ αυτά. Οι γονείς άρχιζαν να διαβλέπουν την κλήση της αυτή, γι’ αυτό ο πατέρας της το συζήτησε με διαφόρους γέροντες. Έτσι ο αναγνώστης του Περεντίνο την έμαθε να διαβάζει Ωρολόγιο και Ψαλτήρι. Σύντομα αποστήθισε όλες τις προσευχές και πολλούς ψαλμούς. Έτσι οι γονείς τους την οδήγησαν για ευλογία στον γέροντα Ησαΐα στην περιοχή του Όλονετς…  


Β. Αναχωρεί από τον κόσμο  με την φίλη της: Όσο ζούσαν οι γονείς της, έμενε μαζί τους. Μόνο για προσκύνηση απομακρυνόταν. Κοιμήθηκε πρώτα ο πατέρας της. Ο πρωτότοκος – με οικογένεια - γιος  κληρονόμησε το σπίτι με τα γύρω κτήματα. Αυτή με την μητέρα της έμειναν σ’ ένα κήπο με μηλιές, όπου αδελφός της τους έφτιαξε ένα ζεστό ξύλινο σπιτάκι.
  Κάποτε πηγαίνοντας   για προσκύνημα στο Κίεβο γνώρισε την Άννα, μια κοπέλα  δουλοπάροικη. Ήθελε να μονάσει, γι’ αυτό το είχε σκάσει απ’ το «αφεντικό» της. Γνωρίστηκαν και αγαπήθηκαν τόσο, ώστε έμειναν στον κήπο με τις μηλιές… Σ’ ένα χρόνο πέθανε και η μητέρα της Μαρίας. Μετά την κηδεία, παρ’ ότι ήταν χειμώνας, ξεκίνησαν για το Όλονετς. Πέρασαν από πυκνό χιονισμένο δάσος περπατώντας… Όταν βγήκαν απ’ αυτό συνάντησαν βρήκαν τον θείο της  π. Ησαΐα ιδρυτή του ερημητηρίου του Αγίου Νικηφόρου! Τις οδήγησε με την διορατικότητά του στη γερόντισσα Ακυλίνα, πρώην ερημήτρια λίγα χιλιόμετρα από τη Μονή. Ο Γέροντας άκουσε και την εξομολόγηση της Άννας. Ζήτησε απ’ τους μαθητές του, π. Δανιήλ και π. Γεράσιμο να τις φροντίσουν και να τις εξασφαλίσουν και μετά τον θάνατό του… Με την ανιψιά του έκανε ιδιαίτερη συζήτηση, κυρίως για θέματα της γνήσιας πνευματικής άσκησης και της εργασίας της νοεράς προσευχής. Της έδωσε «μοναχικό κανόνα». Ήταν ο μοναχικός κανόνας του Αγίου Παχωμίου για την ζωή στην έρημο:
α) διάβασμα Ψαλτηρίου,
β) πολλές μετάνοιες,
γ) μελέτη ιερών βιβλίων,
δ) συνεχής εργασία με την νοερά προσευχή… και εργόχειρο!   Τους έδωσε μάλιστα εντολή να μην συζητούν μεταξύ τους, παρά μόνο για τα αναγκαία.

Γ.  Η  αφετηρία της ερημική της ζωής: 
Έμεναν σε μια καλύβα οκτώ τετραγωνικών μέτρων, όπου ο γέροντας τους έδωσε τα απαραίτητα γι’ αυτή την ερημική συμβίωση! Μέσα σε τρία χρόνια έφτασαν σε ζηλευτά ύψη ερημικής ασκητικής ζωής. Τότε πηγαίνοντας στο ερημητήριο του π. Ησαΐα για να κοινωνήσουν (που εν τω μεταξύ είχε γίνει μεγαλόσχημος με το όνομα Ιγνάτιος) και του ανακοίνωσαν την απόφασή  τους να ζήσουν χωριστά. Ο γέροντας μετά από ιδιαίτερες συζητήσεις έδωσε την ευλογία του. Χάρηκε πολύ και φρόντισε να φτιαχτεί στο δάσος και ένα δεύτερο κελί. Σύντομα όμως αναπαύτηκε (20-4-1852).
Τότε άρχισαν για την Μαρία πολλοί πνευματικοί πειρασμοί. Υπόμεινε αρκετές νύκτες άγρυπνη  με απερίγραπτο φόβο. Ο νέος πνευματικός της (π. Γεράσιμος) με προσευχή και συμβουλές για απάθεια στους «παιδαριώδεις» αυτούς πειρασμούς την βοήθησε να τους ξεπεράσει…
Τότε άρχισαν νέοι και πιο δυνατοί πειρασμοί: Ο ιερομόναχος Μητροφάνης, υπεύθυνος για την διοίκηση του Μοναστηριού, επικουρούμενος από τον π. Δανιήλ, ζήτησε να απομακρυνθούν και να μονάσουν σε γυναικεία μοναστήρια … λόγω ευθυνοφοβίας. Απομακρύνθηκε πρώτα η Άννα δέκα μίλια και πήγε πίσω απ’ την λίμνη. Με την βοήθεια ευλαβών πιστών εγκαταστάθηκε σε μια περιοχή που ήταν πραγματικό κρησφύγετο. Έτσι ο Θεός διαφύλαξε την εκλεκτή του. Μετά από λίγο καιρό ο ηγούμενος απομάκρυνε και την Μαρία. Αυτή άρχισε να περιπλανιέται στο δάσος, για να μην στερηθεί το αγαπημένο της … καταφύγιο!
Εκεί ανακάλυψε μια καλύβα με το δάπεδό της κάτω από το έδαφος. Έφτασε στο κοντινότερο χωριό και γνώρισε μέσω του γερο-Αντρέα, ενός συμπαθούς ξυλοκόπου, τον «ιδιοκτήτη της». Αυτός της την χάρισε… Ο δόκιμος μοναχός Τρύφων έμαθε το γεγονός από τον γερο-Ανδρέα και το ανέφερε στον π. Γεράσιμο. Αυτός τότε άρχισε πάλι να την έχει υπό την προστασία του. Και η Μαρία επισκεπτόταν το Μοναστήρι για να κοινωνήσει…
     
 Δ΄. «Νέα  τάξη» στο …δάσος:  
 Το φθινόπωρο η Μαρία έλαβε ένα γράμμα από το χωριό της για να παρουσιαστεί στις τοπικές αρχές, για έλεγχο των  πιστοποιητικών της. Πήγε. Στο διάστημα που έλειπε ένα άγριο παγερό βράδυ δυο ξυλοκόποι ανακάλυψαν την καλύβα της. Έμειναν εκεί, άναψαν την υγρή θερμάστρα τους και μετά από λίγες μέρες από ένστικτο  πήγε εκεί ο γερο - Ανδρέας και τους βρήκε νεκρούς. Έγινε αυτοψία από τις αρχές και βρέθηκε ότι πέθαναν από ασφυξία. Οπότε κατέστρεψαν την καλύβα, χωρίς δικαίωμα ξανακτισίματος… 
Όταν η Μαρία γύρισε έκλαψε πάνω από τα συντρίμμια… Είχε όμως σταθερή την απόφαση να ζήσει εκεί. Έδειξε στη διοίκηση του μοναστηριού την άδεια που είχε στα πιστοποιητικά της για ελεύθερη εγκαταβίωση. Ζήτησε τότε από τον γερο-Ανδρέα να της κτίσει κρυφά, με εργάτη, μια νέα καλύβα σε άλλο σημείο με τα λίγα χρήματα που έφερε από το χωριό της. Εγκαταστάθηκε λοιπόν πέρα από ένα φαράγγι…
Στο μοναστήρι αποσύρθηκε ο ηγούμενος και εγκαταστάθηκε ο π. Σίλβεστρος, που δεν εκτιμούσε ιδιαίτερα τον π. Γεράσιμο… Αυτός έκανε ριζικές αλλαγές και έσπασε η ενότητα και η ομοψυχία! Έτσι ο π. Γεράσιμος έμεινε έγκλειστος για να μην προκαλέσει και άλλες αντιδράσεις! Η Μαρία όμως κατάφερε να έχει επικοινωνία μαζί του. Όμως αργότερα την ανακάλυψαν… Τότε ο ηγούμενος την έδιωξε από την κρυψώνα της, ονομάζοντάς την «απατεώνα», γιατί ζούσε εκεί κρυφά! Της έκαψαν την καλύβα της! Το δάσος ολόκληρο άκουγε τότε τους λυγμούς της Μαρίας…
Ο ηγούμενος μάλιστα αποφάσισε να την διώξει τελείως και ενημερώσει τις αρχές, γι’ αυτήν και τον γερο-Ανδρέα. Ο π. Γεράσιμος τα πληροφορήθηκε και με τον π. Τρύφωνα έστειλε μήνυμα στην Μαρία να υποταχθεί στο θέλημα του Θεού και να περιμένει την Πρόνοιά του. Της ζήτησε να πάει κοντά στην πατρίδα της όπου σε ανθρώπους που τιμούσαν τον π. Ησαΐα - Ιγνάτιο  να βρει καταφύγιο. Ενημέρωσε μάλιστα τον επίσκοπο Ιγνάτιο Μπριατσινίνωφ και άλλους πατέρες να την δεχτούν. Η Μαρία τα δέχτηκε και έκανε υπακοή… χωρίς γογγυσμούς!
Ε΄. Ταξίδι στον Καύκασο:  
Η  Μαρία έφυγε και έφτασε στην Σταράγια όπου έγινε δεκτή από τον Αρχιμανδρίτη Ιγνάτιο στην μονή του αγίου Σεργίου, κοντά στην Πετρούπολη. Την βοήθησε επίσης η πασίγνωστη ευεργέτρια  Τ. Β. Ποτέμκινα, η οποία είχε περιουσία κοντά στο μοναστήρι Σβιατογκόρσκ (Άγια Όρη), στο Καρκώφ.  Με συστατική της επιστολή έφτασε, μέσω Κιέβου, μαζί με την καινούργια της συναθλήτρια και συγγενή της Ματρώνα Μιχαήλοβνα στη διάρκεια της νηστείας των Αγίων Αποστόλων.  Ο ηγούμενος όμως εκεί δεν θεώρησε καλό να τους δώσει ευλογία να μείνουν στο δάσος, όπου ζούσαν αρκετοί γέροντες ερημίτες.
Εν τω μεταξύ η Μαρία έλαβε ένα γράμμα από τον π. Θεοφάνη, μέσω του γέροντα Γεράσιμου, να πάει κοντά του στον Καύκασο, στην Σταυρούπολη! Εκεί υπήρχαν πολλά γυναικεία ερημητήρια. Οι προσκυνήτριες πραγματοποίησαν το μακρύ και δύσκολο ταξίδι τους, αφού στηρίζονταν στην Πρόνοια του Θεού. Μερικές φορές βάδιζαν μέχρι τριάντα μίλια!  Ξεκίνησαν στις  29 Ιουνίου και έφτασαν στις 29 Αυγούστου! Το έλεος του Θεού πράγματι τις προστάτεψε και από ανθρώπους και από άγρια ζώα και από τον καύσωνα της ημέρας και από την έλλειψη χρημάτων … Στην Σταυρούπολη συνάντησαν ένα ευλαβή κτηματία που γνώριζε τον π. Θεοφάνη. 
Εκεί έλειπε ο επίσκοπος και διαπραγματεύτηκε ο π. Θεοφάνης με την ηγουμένη Σεραφιμίνα της μονής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Εκεί ζούσαν 200 μοναχές, που δύσκολα χωρούσαν. Η Μαρία άφησε την Ματρώνα στη μονή και εξομολογήθηκε στον π. Θεοφάνη την αγάπη της για ερημική ζωή, στην οποία ήταν… συνηθισμένη.

 ΣΤ΄. Σε ερημικό καταφύγιο στον Καύκασο:  
Η Μαρία ανακάλυψε σ’ ένα γειτονικό φαράγγι μία σπηλιά. Οι προσπάθειες του γέροντα και της ηγουμένης στάθηκαν μάταιες να την μεταπείσουν! Τα δάκρυα και η επιμονή της λύγισαν τον π. Θεοφάνη. Η σπηλιά  ήταν χαμηλή και στενή. Τα τοιχώματά της ήταν από χώμα και η οροφή της ήταν πλεγμένη από λινάρι. Για θέρμανση έφτιαξαν πέτρινη θερμάστρα. Τα τραπέζια και τα καθίσματα έγιναν από κορμούς δένδρων και στρώμα  μια υφαντή ψάθα…Για τροφή κράτησε λίγο αλεύρι και ένα είδος σίκαλης…
Η φιλέρημη ερημήτρια χάρηκε πολύ με την νέα κατοικία της! Το χειμώνα όμως φάνηκε η ακαταλληλότητα της σπηλιάς. Οι βροχές εισχωρούσαν από την οροφή και η υγρασία έφτανε μέχρι τα ρούχα… Το κρύο ήταν παγερό. Η Μαρία εξαντλήθηκε. Αναγκάστηκε να ζητήσει να πάει κοντά της η … Ματρώνα. Ζήτησε εξομολόγηση από τον εφημέριο της περιοχής και κοινώνησε. Μετά δυνάμωσε κάπως, αλλά ήταν ανήμπορη.
Παρ’ όλα αυτά δεν άφησε το κανόνα της… Για να μην την βλέπει στην προσευχή της η  Ματρώνα ζήτησε και της έφτιαξαν μια γωνία με παραβάν. Έτσι χωρίστηκε η σπηλιά σε … δύο δωμάτια. Η σπηλιά βέβαια ήταν σκοτεινή και είχε σύνολο 5 μέτρα μήκος και 2.5  μέτρα πλάτος. Αγωνίστηκαν με αναστεναγμούς και δάκρυα, με αδιάλειπτη προσευχή μέρα και νύκτα μέχρις εκεί που επέτρεπε η σωματική τους αδυναμία. Η Ματρώνα μάζευε τα ξύλα για την φωτιά, νερό απ’ την χαράδρα και έφτιαχνε χυλό με το αλεύρι. Αυτή ήταν η τροφή τους!
Κάποτε οι πατέρες του Όλονετς έμαθαν για την Μαρία και την εξάντλησή της! Ο π. Γεράσιμος μέσω του π. Δανιήλ, που είχε γίνει ηγούμενος στην μονή Πολυούστρωφ, με επιστολή  ζήτησε να επιστρέψουν κοντά στη λίμνη Βέϊζ, αφού δεν υπήρχαν πια τα παλιά εμπόδια. Ενημερώθηκε επίσης και ο επίσκοπος Ιγνάτιος. Την  άνοιξη τους έδωσε ευλογία να γυρίσουν στην πατρίδα τους.
Αποτέλεσμα εικόνας για Οσία Μαρία τού Όλονετς, η Ερημήτρια
Ζ΄. Το τελευταίο ερημητήριο του Βορρά: 
 Οδοιπορώντας πέρασαν από το μοναστήρι Σβιατογκόρσκ.
Ξεκουράστηκαν και με πλοίο  έφτασαν στη Νέα Λάντογκα από το Νόβγκοροντ. Πέρασαν και από την ιδιαίτερη πατρίδα τους, που έμεινε η Ματρώνα ένα χρόνο γιατί είχε εξαντληθεί απ’ το ταξίδι και δεν μπορούσε ούτε να περπατήσει! Στο ερημητήριο του Αγίου Νικηφόρου η Μαρία συνάντησε την Άννα, που με μεσολάβηση των πατέρων του Όλονετς εγκαταστάθηκε σ’ ένα εγκαταλειμμένο μοναστήρι, το Παντάν.  Βρισκόταν στη μέση ενός δάσους. Εκεί η Άννα κάρηκε μοναχή και έζησε 31 χρόνια. Κοιμήθηκε στις 11 Ιουλίου το 1901, Σε ηλικία 83 ετών.
Οι γέροντες δεν θέλησαν να λυπήσουν την Μαρία και της έδωσαν την ευλογία να μείνει στα γύρω δάση. Της διάλεξαν όμως την καταλληλότερη δυνατή τοποθεσία, 5 μίλια μακριά από το μοναστήρι. Εδώ η Μαρία εγκαταστάθηκε μαζί με την …ανιψιά της Πελαγία που παλιότερα είχε μείνει μαζί της. Αυτή όμως δεν άντεξε. Την επόμενη άνοιξη κάλεσε κοντά της την  Ματρώνα, που είχε συνέλθει. Ο ηγούμενος ήταν συγκαταβατικός και είχε ευλάβεια γι’ αυτές! H Μαρία δεν έζησε για πολύ στο τελευταίο της καταφύγιο. Οι κακουχίες της και ένα άγριο κρυολόγημα της κλόνισαν οριστικά την υγεία της. Όλο τον χειμώνα υπέφερε από υψηλό πυρετό και πόνους στα δόντια και το πρόσωπό της. Υπήρχαν φάσεις που ξεπερνούσαν τα όρια της αντοχής αυτής της σκληρής αθλήτριας!
Στα τέλη του Ιανουαρίου του 1860 οι πόνοι έφτασαν στο απροχώρητο. Η κατάστασή της χειροτέρευε γιατί δεν έπαιρνε κανένα φάρμακο!  Η Ματρώνα πήγε  να μείνει με την Πελαγία. Δεν μπόρεσε να γυρίσει σύντομα κοντά της λόγω χιονοθύελλας. Ο γερο - Ανδρέας πρώτος άνοιξε δρόμο στο χιόνι και με πέδιλα του σκι έφτασε στην καλύβα. Όταν την είδε πώς ήταν έφυγε για το χωριό και επέστρεψε σε δύο ώρες με ένα μπουκάλι βότκα! Χωρίς συναίσθηση η ερημήτρια έβρεξε ένα πανί με βότκα και το έβαλε στα χείλη της, ενώ ο Ανδρέας είχε φύγει. Η βότκα την άναψε και έβγαλε μια κραυγή προς το Θεό έβαλε χιόνι στο πρόσωπό της και άρχισε να φτύνει κάτι που δοκίμαζε για πρώτη φορά! Τα δάκρυά της ήταν ασυγκράτητα. Ξεκίνησε να πάει στο μοναστήρι! Ακολούθησε τα’ αχνάρια του Ανδρέα και η Πρόνοια του Θεού δεν την άφησε…
Έπεσε αναίσθητη στο χιόνι, αλλά  αδελφοί την είδαν από μακριά και αναίσθητη την πήγαν σε κοντινό … στάβλο. Όταν έφτασε ο π. Γεράσιμος η Μαρία φέρθηκε σαν να ξύπνησε απ’ τον ύπνο. Δεν κατάφερε να μιλήσει, αλλά με νοήματα ζήτησε να της κάνουν ευχέλαιο.
Για τρεις βδομάδες η μαρτυρική ερημήτρια έμεινε στο κρεβάτι. Την δέκατη Πέμπτη ημέρα το πρόσωπό της έλαμψε μ’ ένα υπερκόσμιο φως και πήρε την έκφραση μιας ευλογημένης ηρεμίας. Όλα τα σημάδια εξαφανίστηκαν. Ζήτησε να εξομολογηθεί και τις  επόμενες ημέρες κοινωνούσε!
Αποτέλεσμα εικόνας για Οσία Μαρία τού Όλονετς, η Ερημήτρια
Το απόγευμα της 19ης Φεβρουαρίου του 1860 η Μαρία αναπαύτηκε…Στην κηδεία της μαζεύτηκε τόσος κόσμος, που ούτε στην πανήγυρη δεν ερχόταν. Στην διάρκεια της εξόδιας ακολουθίας το πρόσωπό της το κάλυψε ένα ουράνιο φως, σημάδι για την οσιότητα του βίου και μήνυμα για το περιεχόμενο της ησυχαστικής ζωής των Ορθοδόξων ασκητών!!!

 Πέτρου Μπότση, Οσία Μαρία του Όλονετς, σειρά οι Φιλόθεες, Αθήνα 1992.

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Οσία Δόμνα η δια Χριστόν Σαλή του Τόμσκ (+16/29 Οκτωβρίου 1872)



site analysis






Οσία Δόμνα η δια Χριστόν Σαλή

του Τόμσκ
(+16/29 Οκτωβρίου 1872)



 Η Δόμνα Κάρποβνα γεννήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα από ευγενείς γονείς σε κάποιο χωριό της ρωσικής πόλης Πολτάβα  στην ουκρανική επαρχία Περεγιασλάβ.
 Εκεί φαίνεται ότι η Δόμνα ορφάνεψε από μικρή και την ανέθρεψαν συγγενικά της πρόσωπα, επίσης πλούσιοι.
Την σπούδασαν και σαν έφτασε σε ικανή ηλικία θέλησαν να την παντρέψουν.
Εκείνη δεν ήθελε και έτσι το έσκασε και τριγυρνούσε στους δρόμους της Πολτάβας,
όπου την συνέλαβαν με την κατηγορία της επαιτείας και την έστειλαν στην Σιβηρία.
 Εκεί δεν είχε μόνιμο τόπο διαμονής και άρχισε να προσποιείται την σαλή.
Τις περισσότερες νύχτες, είτε ήταν χειμώνας, είτε καλοκαίρι,τις περνούσε στο ύπαιθρο προσευχόμενη.
Ντυνόνταν πολύ παράξενα.
Αντί για ρούχα είχε περιζώσει το σώμα της με διαφόρων μεγεθών μπόγους,
που ήταν δεμένοι μεταξύ τους με σπάγκους.
Μέσα οι μπόγοι περιείχαν σχοινιά, παπούτσια ,σπασμένα γυαλιά, πέτρες,
ενώ από πάνω είχαν σακούλια με ψωμί, τσάι, κεριά, ζάχαρη, λιβάνι, γάλα ,μπίρα, λαχανικά ακόμα και τουρσιά. Αυτά όλα ήταν το ντύσιμό της ,
το οποίο συνεχώς μετακινούσε γύρω από το σώμα της ενώ προσευχόνταν.
Ήταν ένα είδος κομποσχοίνι.



Δεν ακολούθησε το πρότυπο των υπόλοιπων δια Χριστόν σαλών ,που ήταν μόνιμα ανυπόδητοι.

Η οσία φορούσε παπούτσια ή παντόφλες ,αλλά πάντοτε διαλυμένες.
Επίσης φορούσε σάλι ενώ πολλές φορές δύο ή τρία καπέλα ταυτοχρόνως.
Είχε επίσης και ένα παλτό, το οποίο λόγω των μπόγων δεν μπορούσε να φορέσει κανονικά,
ενώ τις βαρυχειμωνιές κατέληγε σε κάποιο δυστυχισμένο.
Κάποτε ο μητροπολίτης της περιοχής, Πορφύριος, που την είδε να κάθεται στο φοβερό κρύο της Σιβηρίας,
της έδωσε το δικό του παλτό, το οποίο η Δόμνα,αφού τον ευχαρίστησε,το πήρε και σε δύο ώρες βρισκόνταν στους ώμους κάποιου φτωχού.
Όταν το έμαθε ο ιεράρχης είπε:
«Η αγαπητή μας μικρή σαλή 
διδάσκει εμάς τους γνωστικούς...»
Οι μπόγοι της που ήταν ιδιαίτερα βαρείς και αποτελούσαν από μόνοι τους ένα είδος άσκησης,
δεν μπορούσαν να την προφυλάξουν, διότι ανάμεσά τους υπήρχε αρκετό κενό αρκετό να διαπερνά το κρύο και η βροχή.



 Συχνά κοιμόνταν στις αυλές κάποιων σπιτιών και μόλις ξυπνούσε το πρωί δε μιλούσε σε κανένα,

αλλά τακτοποιούσε τους μπόγους της για μία ολάκερη ώρα.
Ήταν η ώρα της εωθινής προσευχής.
Μετά χαρετούσε τους ιδιοκτήτες των αυλών που πέρασε το βράδυ με τα εξής:
«Καλημέρα.! Χρόνια πολλά ,χρόνια πολλά».!💓
Ακολούθως έκανε το σταυρό της, τους φιλούσε και άρχιζε τις σαλότητές,
μέχρι να αρχίσει η Θεία Λειτουργία στον κοντινό ναό.
Πολλές φορές ,αν υπήρχε πολύς κόσμος στον ναό,συνέχιζε και εκεί τις τρέλες της.


 Αγαπούσε πολύ τα ζώα και ιδιαίτερα τα μαντρόσκυλα.

Συχνά τα βράδια πλησίαζε τους χώρους που τα είχαν δεμένα και τα έλυνε.
Τα ζώα την αγαπούσαν 
και πολλές φορές μπορούσε κάποιος να τη δει τις νύχτες να ακολουθείται από ολάκερες αγέλες σκύλων.
Καθόντουσαν γύρω της και γρύλιζαν ευχάριστα.
Ανάμεσα στα γρυλητά ακουγόνταν και η γλυκειά φωνή της Δόμνας να σιγομουρμουρίζει:
«Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.Πάσαι αι ουράνιαι δυνάμεις,τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ,πρεσβεύσατε υπέρ ημών».


Πάντοτε προσευχόνταν εάν ήξερε ότι δεν την βλέπει κανείς.

Μόλις αντιλαμβάνονταν ότι κάποιος την έβλεπε,άρχιζε τις σαλότητές της.



 Λίγο πριν κοιμηθεί απόκτησε το χάρισμα της προορατικότητας.

Οι κάτοικοι της πόλης της τήν ευλαβούνταν πολύ και όταν κοιμήθηκε ειρηνικά 
στις 16/29 Οκτωβρίου 1872 ..
Παρευρέθηκαν μαζικά στην κηδεία της που έγινε στο γυναικείο μοναστήρι του Τόμσκ, όπου και θάφτηκε.



Από το βιβλίο του Ίκαρου Πετρίδη Εμπαίζοντες''Ημείς μωροί δια Χριστόν''
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ