Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ ΑΓ.ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΗΣ-ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΣΜΟΛΕΝΣΚΙ



site analysis


Αυτόν τον πρώτο Μακαρισμό της επί του Όρους ομιλίας του Κυρίου μας “Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών” μπορούμε να τον αποδώσουμε πλήρως στην ευλογημένη δούλη του Θεού Ξένη, την δια Χριστόν σαλή. Ανήκε σ’ αυτούς που είναι “πτωχοί τω πνεύματι” και τα σαράντα πέντε χρόνια της ασκητικής της ζωής δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια απόκτηση του Αγίου Πνεύματος και μία καθίδρυση της Βασιλείας των ουρανών στην καρδιά της.

“Εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος”. Εδώ αναπαύεται το σώμα της δούλης του Θεού, Ξένης Γκριγκόριεβνα, συζύγου του αυτοκρατορικού πρωτοψάλτου, συνταγματάρχου Ανδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σε ηλικία 26 ετών, μία προσκυνήτρια για 45 χρόνια, έζησε 71 χρόνια. Ήταν γνωστή με το όνομα Ανδρέα Φεοντόροβιτς”.


Αυτά γράφονται στο λακωνικό επιτύμβιο πάνω στον τάφο της μακαρίας Ξένης, γραμμένα από ένα άγνωστο πρόσωπο. Καμμιά λαϊκή διήγηση, καμμιά ανάμνηση ανθρώπων, ούτε γραπτές πηγές δεν μας προμηθεύουν πληροφορίες σχετικά με τους γονείς της, την ανατροφή της, την παιδεία της ή άλλη κοινωνική δραστηριότητα. Όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ξένη Γκριγκόριεβνα δεν ήταν από χαμηλή οικογένεια. Ο σύζυγός της Ανδρέας Φεοντόροβιτς είχε τον βαθμό του συνταγματάρχου και ήταν πρωτοψάλτης στην βασιλική αυλή. Η θέση αυτή ήταν μια πολύ υψηλή κοινωνική θέση και έδινε δόξα και υλική απολαβή.

πηγή-www.miriamturism.ro
Ήταν νέοι. Είχαν αγάπη μεταξύ τους. Υπηρέτησαν και οι δύο στην βασιλική αυλή, έκαναν το γάμο τους, καλούσαν φιλοξενουμένους στο σπίτι τους και αυτοί οι ίδιοι πήγαιναν ως φιλοξενούμενοι σε άλλα σπίτια. Αυτά οι άνθρωποι τα ονομάζουν “καλή τύχη” και φαινόταν ότι τίποτε στο ανδρόγυνο αυτό, τον Ανδρέα και την Ξένη, δεν θα έδινε τέλος σ’ αυτή τους τη χαρά. Αλλά ξαφνικά ένα φοβερό χτύπημα, σαν κεραυνός εν αιθρία, ο αναπάντεχος θάνατος του αγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε την Ξένη Γκριγκόριεβνα. Τόσο πολύ καταβλήθηκε αυτή από θλίψη για τον θάνατο του συζύγου της, ώστε στους πολλούς φαινόταν ότι έχασε τα λογικά της. Έτσι νόμισαν οι συγγενείς της, οι φίλοι της και οι γνωστοί της.


Πραγματικά η συμπεριφορά της Ξένης μετά το θάνατο του συζύγου της ήταν πολύ περίεργη. Κατά πρώτον άρχισε να βεβαιώνη όλους όσους την περιτριγύριζαν ότι ο σύζυγός της δεν πέθανε, αλλά ότι πέθανε αυτή. Φόρεσε τα ρούχα του νεκρού συζύγου της και άρχισε να ονομάζη τον εαυτό της Ανδρέα Φεοντόροβιτς.

 Οι συγγενείς της την θεώρησαν περισσότερο για παράφρονα , όταν αυτή άρχισε να μοιράζη την περιουσία της στους φτωχούς και όταν έδωσε το σπίτι της στην Παρασκεύα Ατόνοβα. Οι ενδιαφερόμενοι για την περιουσία της συγγενείς της στράφηκαν στις αρχές και ζήτησαν από αυτές να λάβουν μέτρα εναντίον μιας τέτοιας διάθεσης της κληρονομιάς της από αυτήν. Μετά από αυτήν την αναφορά των συγγενών οι αρχές την κάλεσαν και αφού συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ότι ήταν πολύ καλά στα λογικά της και είχε επομένως κάθε δικαίωμα να κάνη ό,τι ήθελε την περιουσία της.
Τί συνέβηκε πράγματι με την Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ασφαλώς συνέβηκε μέσα της μια πλήρης πνευματική αντιστροφή, πού, κατά τα ίδια της τα λόγια, η Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα είχε πεθάνει!…Βάζοντας τα ρούχα του συζύγου της και παίρνοντας το όνομά του ήταν , κατά τη γνώμη της, σαν να παρατεινόταν η δική του ζωή στο πρόσωπό της για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του με τη δική της αφιερωμένη στο Θεό ζωή. Τώρα αυτή παρουσίαζε τον εαυτό της στον κόσμο με την πιο δύσκολη υπηρεσία του Θεού ως “κατά Χριστόν τρελλή”.



Ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης λέγει: “Υπάρχει μια αληθινή, πραγματική ζωή και μια φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Το να ζης για να τρως, να πίνης, να ντύνεσαι, για να απολαμβάνης και να γίνεσαι πλούσιος, το να ζης γενικά για εγκόσμιες χαρές και φροντίδες, αυτό είναι μια φαντασία. Το να ζης όμως για να ευχαριστής τον Θεό και τους άλλους, για να προσεύχεσαι και να εργάζεσαι με κάθε τρόπο για την σωτηρία των ψυχών τους, αυτή είναι πραγματική ζωή. Ο πρώτος τρόπος ζωής είναι ακατάπαυστος πνευματικός θάνατος. Ο δεύτερος είναι ακατάπαυστη ζωή του πνεύματος.”(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης, Περί της εγκοσμίου ζωής) .


Από αυτό βλέπουμε ότι το “χτύπημα” που “χτύπησε” την δούλη του Θεού Ξένη ήταν μια ώθηση από την μη πραγματική ζωή στην ζωή του Πνεύματος.
Η μακαρία Ξένη, που ήταν πλούσια πρώτα έζησε τώρα μια φτωχική, πολύ φτωχική ζωή. Δεν είχε πραγματικά που να κλίνη την κεφαλή της. Για σκέπη της είχε τον μελαγχολικό βροχερό ουρανό της αγίας Πετρούπολης, ενώ για κρεβάτι της είχε το υγρό γυμνό έδαφος. Περνούσε τις νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στο γυμνό έδαφος των χωραφιών. Αυτό το μαρτυρούσαν η αστυνομία και οι κάτοικοι, που την ανακάλυψαν, γιατί είχαν την περιέργεια να μάθουν που εξαφανιζόταν τις νύχτες. Κάποτε κάποιος αστυνομικός την παρακολούθησε και την είδε να κλίνη τα γόνατά της σ’ ένα ανοιχτό χωράφι και να προσεύχεται. Άρχισε να προσεύχεται από το βράδυ και δεν σηκώθηκε μέχρι το πρωΐ. Κατά τη διάρκεια των προσευχών της έκανε μετάνοιες σε όλες τις διευθύνσεις προσευχόμενη για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς.
Κατά την ημέρα συνήθως γύριζε γύρω στους δρόμους της αγίας Πετρούπολης. Τα κουρελιασμένα ρούχα της δύσκολα την σκέπαζαν- μια κόκκινη φούστα και μια πράσινη ζακέτα. Στα πόδια της είχε χαλασμένα παπούτσια και γύρω από το κεφάλι της είχε δεμένο ένα παλιό μαντήλι. Ακόμα και κατά τον βαρύ χειμώνα δεν φορούσε ζεστά ρούχα και παπούτσια, αν και η καλωσύνη του λαού της πρόσφερε πολλά απ’ αυτά. Σε όλες τις περιόδους του έτους την έβλεπαν ντυμένη στα ίδια κουρέλια. Το κρύο στην αγία Πετρούπολη ήταν δυνατό και διαπερνούσε τα κόκκαλα. Αλλά η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που χύνεται με αφθονία στους αγίους του Θεού, τους έκανε να νικούν τους νόμους της φύσεως. Αυτή η Χάρη του Αγίου Πνεύματος έδινε ζεστασιά και δύναμη στη μακαρία Ξένη.Όλοι αγαπούσαν αυτήν την ήσυχη, την ήρεμη, την ταπεινή και την ευγενική δούλη του Θεού Ξένη. Πολλοί την λυπούνταν και της έδιναν ελεημοσύνη, αλλά αυτή δεν την έπαιρνε. Εάν δεχόταν κανένα μικρό κέρμα, αμέσως το έδινε σε κάποιον φτωχό ζητιάνο.
Όταν κτιζόταν μια Εκκλησία στο νεκροταφείο Σμόλενσκ, τη νύχτα η μακαρία Ξένη έσερνε λίθους με τα αδύνατα χέρια της ως την κορυφή των τοίχων του οικοδομήματος. Με αυτό που έκανε έγραφε το όνομά της για πάντα στο βιβλίο των μνημοσύνων με την δέηση “υπέρ των μακαρίων και αειμνήστων κτητόρων του αγίου οίκου τούτου”. Οι κτίστες παραξενεύονταν βλέποντας τους λίθους στην κορυφή. “Από που βρίσκονται αυτοί οι σωροί των λίθων κάθε πρωΐ;” έλεγαν. Αλλά κατάλαβαν έπειτα ότι βοηθός τους ήταν η μακαρία Ξένη.


Αυτά που γράψαμε μέχρι τώρα γι’ αυτούς τους κόπους και τους αγώνες της μακαρίας Ξένης τα γνωρίζουμε από το συναξάριο του λαού. Πόσα όμως άλλα άγνωστα για μας θα υπάρχουν γι’ αυτή τη θαυμαστή οσία, που είναι όμως γνωστά μόνο στο Θεό;


Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε: “Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι” (Μάρκ.8,34). Με ταπείνωση, με υπομονή και χαρά η μακαρία Ξένη σήκωσε με προθυμία και αυταπάρνηση τον σταυρό της πνευματικής πενίας και αντί να σκέπτεται το δικό της συμφέρον έκλεισε στην καρδιά της όλους τους “γείτονές” της με τις δυστυχίες τους, τις ανάγκες τους, τις φροντίδες και τις λύπες τους. “Γείτονές” της, εικονικώς ομιλούντες, ήταν όλοι οι κάτοικοι της αγίας Πετρούπολης.
Комаров Николай. Ксения Петербургская
Η μακαρία Ξένη, όταν περπατούσε στον δρόμο, από όλες τις μεριές, από όλα τα αμάξια που περνούσαν άκουγε να φωνάζουν: “Ανδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα. Θέλω να σε πάρω στο αμάξι μου έστω και για λίγα βήματα”. Και όταν έμπαινε σε κάποιο αυτοκίνητο, το εισόδημα του αυτοκινήτου αυτού την ημέρα εκείνη ήταν πολύ μεγάλο. Η μακαρία Ξένη προτιμούσε να κάθεται σε αυτοκίνητα ανθρώπων που είχαν ανάγκη βοηθείας. Εάν μιλούσε με κανέναν που ήταν στενοχωρημένος, αμέσως αυτός καταπραϋνόταν και του ερχόταν μια θαυματουργική βοήθεια. Όταν θώπευε ένα άρρωστο παιδάκι, αμέσως αυτό γινόταν καλά. Οι έμποροι την παρακαλούσαν να πάρη κάτι ως δώρο ή τουλάχιστον να μπη στο κατάστημά τους. Ήξεραν ότι εκείνη τη μέρα οι δουλειές τους θα πήγαιναν πολύ καλά και τα κέρδη τους θα ήταν πολλά.


Η μακαρία Ξένη έλαβε από τον Θεό και το προορατικό χάρισμα. Κάποτε, το έτος 1764, ταράχτηκε πολύ και ξέσπαγε κάθε μέρα σε δάκρυα. Οι άνθρωποι την ρωτούσαν την αιτία που κλαίει και αυτή απαντούσε: “Αίμα, αίμα, αυλάκι από αίμα!”. Τότε όλοι ήταν ανήσυχοι για το τί άραγε θα συνέβαινε. Αλλά τρεις εβδομάδες αργότερα οι πολίτες της αγίας Πετρούπολης έμαθαν τί εσήμαιναν τα λόγια της. Από την ρωσική ιστορία γνωρίζουμε ότι η προσπάθεια του αξιωματικού Μίροβιτς να ελευθερώση τον αιχμάλωτο βασιλέα Ιβάν Αντώνοβιτς, που ήταν φυλακισμένος στο φρούριο Schlusselburg, απέτυχε και ο Ιβάν Αντώνοβιτς φονεύθηκε.
 
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ

Στις 24 Δεκεμβρίου 1761, την παραμονή της Γεννήσεως του Χριστού, η μακαρία Ξένη περιερχόταν τους δρόμους της πρωτεύουσας και έλεγε στον καθένα να κάνη τηγανίτες. Την επομένη μέρα ακούστηκε το φοβερό νέο: η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οι τηγανίτες θα ήταν για την αγρυπνία, που η προικισμένη με το προορατικό χάρισμα οσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις που εκδηλωνόταν το προορατικό χάρισμά της και περιπτώσεις βοηθειών που πρόσφερε στον λαό με το χάρισμά της αυτό, έχουμε πολλές.


Ο αγώνας των δια Χριστόν σαλών ήταν δύσκολος. Οι άγιοι μοναστικοί πατέρες και ασκητές έφυγαν από τους πειρασμούς αυτού του κόσμου στην έρημο και στα δάση και έλαβαν την αμοιβή των κόπων τους στους ουρανούς και το φωτοστέφανο της αγιότητάς τους στη γή. Όμως οι μακάριοι δια Χριστόν σαλοί δεν άφησαν τον κόσμο και με την εμφάνιση της σαλότητας έκρυβαν τους πνευματικούς αγώνες, μη θέλοντες να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους ως δίκαιους ανθρώπους, αλλά ως τρελλούς.
Η δούλη του Θεού Ξένη είδε καθαρά την δυσκολία αυτού του αγώνα των κατά Χριστόν σαλών και για να προετοιμάση πνευματικώς την ψυχή της, εξαφανίστηκε από την αγία Πετρούπολη για οκτώ χρόνια. Πρέπει να υποθέσουμε ότι αυτό ήταν το πρώτο στάδιο της επί σαράντα πέντε χρόνια αφιερώσεώς της. Ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Ανδρέας είχε αξιόπιστη πληροφορία ότι η μακαρία Ξένη για την πνευματική της τελείωση εδαπάνησε αυτά τα χρόνια μεταξύ των Στάρετς προετοιμάζοντας τον εαυτό της για τον δύσκολο αγώνα των δια Χριστόν σαλών και ήταν κάτω από την πνευματική τους καθοδήγηση.


Πού ήταν οι Στάρετς; Ίσως ήταν στο Hermitage ή σ’ ένα από τα μοναστήρια που αυτόν τον καιρό είχαν Στάρετς, μαθητές του Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ύστερα από οχτώ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στην πατρίδα της, την αγία Πετρούπολη, και δεν την ξανάφησε στα άλλα τριάντα επτά χρόνια της ζωής της σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ήρθε τέλος η στιγμή που έληξαν οι αγώνες της. Η μακαρία Ξένη εγκατέλειψε τον πρόσκαιρο κόσμο και εισήλθε στον αιώνιο. Υποθέτουν ότι αναπαύθηκε μεταξύ των ετών 1806 και 1814. Δεν υπάρχει ακριβής πληροφορία σχετικά με αυτόν τον χρόνο και είναι αδύνατο να καθορίσουμε ακριβώς την χρονολογία του θανάτου της. Γνωρίζοντας την αγάπη και τον σεβασμό με τον οποίο την περιέβαλε ο κόσμος μπορούμε να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η κηδεία της είχε μεγάλη επισημότητα και ότι πολύς κόσμος θα συγκεντρώθηκε, για να της δώση τον τελευταίο χαιρετισμό.
Αμέσως μετά την κηδεία της οι θαυμαστές άρχισαν να παίρνουν χούφτες χώμα από τον τάφο της. Ο αριθμός των προσκυνητών αύξανε κάθε μέρα. Ο σωρός του χώματος στον τάφο της συνέχεια ελαττωνόταν. Τελικά τοποθετήθηκε στον τάφο της μια πέτρινη πλάκα, αλλά και αυτήν την έσπαζαν κομμάτια και την αφαιρούσαν. Τελικά τοποθετήθηκε πάνω στον τάφο της μια πλάκα από γρανίτη με την επιγραφή που είπαμε στην αρχή και έπειτα χτίστηκε στον τάφο της ένα εκκλησάκι με τις προσφορές των πιστών. Πολλοί πιστοί άρχισαν να γράφουν στους τοίχους του ναϋδρίου διάφορα αιτήματα, ώστε αναγκάστηκαν να τον χρωματίσουν. Οι ιερείς έκαναν παννυχίδες στο ναό από νωρίς το βράδυ μέχρι αργά το πρωΐ.

Τα χέρια των αθεϊστών δεν σεβάστηκαν τον τόπο της αναπαύσεως της αγίας. Γι’ αυτό τα παράθυρα ήταν κλειστά με σανίδες και η είσοδος ήταν κλειστή, αλλά ο δρόμος προς το νεκροταφείο Σμόλενσκ ήταν πάντοτε ανοιχτός. Νέοι και γέροι πήγαιναν στο παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τα αιτήματά τους για βοήθεια και έσκυβαν στο έδαφος κοντά στον τάφο.



Και η μακαρία Ξένια τους βοηθούσε όλους.

(Αναδημοσίευση από το περιοδικό “Ορθόδοξη Ζωή”, Μάρτιος 1981)
www.gonia.gr

Βίος Οσίας Ξένης



site analysis


Η Οσία Ξένη εορτάζει στις 24 Ιανουαρίου



Νύμφη Χριστού
Η Οσία Ξένη κατήγετο από την Ρώμη. Οι γονείς της ήσαν πλούσιοι κι επιφανείς. Ευτυχώς ήσαν και καλοί Χριστιανοί. Δι΄ αυτό και την ανάθρεψαν «εν παιδεία και νουθεσία 
Κυρίου». Αλλά και η κόρη τους η Ευσεβία (έτσι την ωνόμαζαν), είχε καλή πρόθεση. Ήτανε ψυχή επιδεκτική και αγαπούσε το Χριστό και τη θρησκεία. Έζησε τα χρόνια της 
άμεμπτα, με αγιότητα, με σωφροσύνη και σεμνότητα. Ήτο τύπος και υπογραμμός. Όλοι την εκτιμούσαν. Όταν έφθασε στην ώριμη ηλικία, βρέθηκε ένας σπουδαίος κι επιφανής 
Ρωμαίος, που τη ζήτησε σε γάμο. Οι γονείς της έδωσαν πρόθυμα την απάντηση και άρχισαν να ετοιμάζουν τα απαραίτητα για το γάμο. Η κόρη τους όμως είχε δοσμένη αλλού 
την καρδιά της. Όλη της η προσοχή ήταν στραμμένη στον ουράνιο και αθάνατο. Η Ευσεβία με κανένα τρόπο δεν δέχθηκε να τον στεφανωθεί. Αυτή εσκέπτετο τα ανώτερα. 
Ήθελε να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στο Θεό. Είχε εκλέξει ως Νυμφίο της τον Χριστό. Οι γονείς της την υποσχέθηκαν στον γαμπρό, χωρίς όμως και να έχουν την συγκατάθεση 
της κόρης των. Γνωρίζανε, ότι ήταν υπάκουη και ποτέ δεν τους είχε πη, όχι. Οι γονείς της και οι συγγενείς της επέμεναν να τον πάρει. Δε θέλανε να χάσουν την ευκαιρία.

Αναχωρεί για τα ξένα
Η Ευσεβία κατάλαβε, ότι η πίεσης των γονέων της ήσαν μεγάλη και δεν θα μπορούσε να αντισταθεί σε αυτή, για να πραγματοποιήσει τον πόθο της αφιερώσεώς της. Πήρε, 
λοιπόν, τη γενναία απόφαση να φύγει από το σπίτι της και να πάει μακριά σε άγνωστο μέρος. Ανακοίνωσε αυτή τη σκέψη της μόνο σε δύο δούλες της. Τις είπε, μάλιστα, αν 
θέλουν να την ακολουθήσουν και κείνες στο ηρωικό άλμα, που θα έκανε. Οι δούλες εκείνες της υποσχέθηκαν πως θα την ακολουθήσουν πρόθυμα. Όπου κι αν πάει θα 
μείνουν πιστές μαζί της, και θα την αγαπούν μέχρις θανάτου. Έτσι λοιπόν και οι τρεις αυτές Όσιες γυναίκες πήραν την απόφαση να ακολουθήσουν με τη θέληση τους τον 
Δεσπότη Χριστό και να ζήσουν σύμφωνα με το άγιο θέλημά Του. Από την στιγμή εκείνη άρχισαν να προετοιμάζονται με σκληραγωγία, με νηστεία και κακοπάθεια. 
Προσπαθούσαν να συνηθίσουν σιγά-σιγά, στη δύσκολη ζωή. Περίμεναν συγχρόνως, να βρεθεί η κατάλληλη ευκαιρία για να φύγουν. Ήθελαν να μην αντιληφτεί κανένας άλλος, 
ότι θα έφευγαν.
Κατόπιν, όταν έφθασαν οι ημέρες του γάμου, ντύθηκαν με ανδρικές στολές και οι τρεις. Βγήκαν κατόπιν νύχτα από το σπίτι, κάμανε το σταυρό τους και φύγανε γεμάτες από χαρά.


Στην Κω
Έφθασαν στη θάλασσα στο λιμάνι. Εκεί μπήκαν σε πλοίο, που πήγαινε στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί με άλλο πλοίο φθάσανε στη νήσο Κω. Πήγανε στο νησάκι αυτό, για να 
χάσουν τα ίχνη τους και να μη μπορέσουν οι γονείς της να την βρουν. Διότι γνώριζαν, ότι εκείνοι θα έψαχναν παντού, όπου μπορούσαν, για να τις ανακαλύψουν. Στην Κω 
νοίκιασαν ένα σπιτάκι κι έμειναν. Ήσαν όμως ξένες, χωρίς κανένα γνωστό τους. Και για να μη μάθει ο κόσμος ποια ήταν, άλλαξε το όνομά της, και την έλεγαν όχι Ευσεβία, 
αλλά Ξένη, διότι ξένη ήταν στον τόπον εκείνον.

Ο Πνευματικός Πατήρ
Τώρα δημιουργείτο για τις Χριστιανές αυτές το πρόβλημα του Πνευματικού Πατρός. Είχαν ανάγκη ενός Πνευματικού Πατρός. Θέλανε έναν καλόν Πνευματικό, να τις εξομολογή 
και να τις καθοδηγεί στην πνευματική ζωή. Διότι ψυχή, χωρίς πνευματικό πατέρα, δεν μπορεί να προοδεύσει πνευματικώς. Κατόπιν γονάτισε και προσευχήθηκε στον Κύριο 
μετά δακρύων. Η προσευχή της έβγαινε ολόθερμη από τα κατάβαθα της ψυχής της και εισακούσθηκε αμέσως από τον ουράνιο Πατέρα.
Τότε σε εκείνα τα μέρη ήταν κάποιος ιεροπρεπής και σεβάσμιος γέροντας Ιερομόναχος, Παύλος ονομαζόμενος. Ήταν ηγούμενος ενός μικρού Μοναστηριού στη Μύλασσα της 
Καρίας. Ο Πνευματικός Παύλος ήλθε κατόπιν θείας εμπνεύσεως εις την Κω. Αυτόν, μόλις τον είδε, η παρθένος Ξένη, αισθάνθηκε χαρά και αγαλλίασι. Η μακαρία Ξένη θαύμασε, 
διότι εισακούσθηκε η προσευχή της από τον Πανάγαθο Κύριο και της έστειλε, σύμφωνα με την προσευχή της και τον κατάλληλο άνθρωπο. Ευχαρίστησε τον Θεό, όπως έπρεπε,
και παρεκάλεσε τον Παύλο να γίνει πνευματικός της Πατέρας και να έχει την πνευματική τους φροντίδα και μέριμνα.

Εδώ, της είπε ο Όσιος, στον ξένο αυτόν τόπο δεν δύναμαι να σας κυβερνήσω, διότι πρέπει να πάω γρήγορα στο Μοναστήρι μου. Αν όμως θέλετε, ελάτε μαζί μου σε εκείνον 
τον τόπον. Εκεί ευχαρίστως, μπορώ να σας φροντίζω και να σας προστατεύω.
Τα λόγια αυτά τα δέχθηκαν με χαρά οι Όσιες και επήγαν μαζί του στην Μύλασσαν. Εκεί ο γέρων Παύλος τις παρεχώρησε κελιά ιδιαίτερα, για να μένουν, αλλά έξω από το 
Μοναστήρι. Η Ξένη έκτισε στην τοποθεσία εκείνη με κόπους πολλούς ένα Ναό εις τιμήν του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Μετά όμως από καιρό, ίδρυσε εκεί η οσία ένα σπουδαίο 
Μοναστήρι γυναικών, εις το οποίον εσυνάχθησαν και άλλες πολλές, με ζήλο για να αγωνισθούν για τη σωτηρία τους. Παρ’ όλα όμως αυτά δεν ήξερε κανένας από πού ήταν η 
Οσία και πως ονομαζόταν πρωτύτερα, διότι ο μακάριος Παύλος έλεγε μόνον, ότι τις έφερε από την Κω.

Διακόνισσα
Την εποχή εκείνη εκοιμήθη ο Επίσκοπος εκείνης της πόλεως Κύριλος ονόματι. Τότε όλοι εξέλεξαν ως Επίσκοπο τον Παύλο. Ο Παύλος συμβούλευσε την Ξένη να γίνει 
Διακόνισσα. Τότε υπήρχε ο θεσμός των Διακονισσών. Οι Διακόνισσες φρόντιζαν για τους φτωχούς της Εκκλησίας. Είχαν το δικαίωμα να μένουν κατά την θεία Λειτουργία στο 
Ιερό και να κοινωνούν τις γυναίκες. Η Ξένη όμως, επειδή ήταν ταπεινή, δεν ήθελε να δεχθεί το φορτίο του αξιώματος επάνω της. Παρά την θέληση τους όμως, ο Επίσκοπος 
της χειροτόνησε.
Τώρα όμως περνούσε ζωή πολύ ασκητική, και ξένη από κάθε γήινη απόλαυση. Η ζωή της έμοιαζε με τη ζωή των Αγγέλων. Τόσο μεγάλη άσκηση έκανε, ώστε οι δαίμονες 
έφριτταν από μακριά και δεν τολμούσαν να την πλησιάσουν. Η προσευχή της ήτανε θερμή και καταπληκτική… Είχε δε η Οσία μεγάλη πραότητα. Δεν εθύμωσε, ούτε οργίστηκε 
ποτέ εναντίον κανενός. Επίσης είχε αγάπη σε όλες τις αδελφές και τις υπηρετούσε αυτή με μεγάλη ταπείνωση. Φορούσε πάντοτε άχρηστα και τριμμένα ρούχα, σαν και εκείνα, 
που φορούσαν οι ζητιάνοι. Αυτή ζούσε μόνο για το Θεό και ενωμένη με το Θεό. Δεν έδινε καμιά σημασία στα υλικά και στα γήινα. Όλη η φροντίδα της ήταν στο πώς να αρέσει 
στον Νυμφίο της Χριστό και στο πως θα στολισθεί με τις αρετές και την αγιότητα.


Αποχαιρετά τις αδελφές
Ήλθε καιρός όμως να φύγει από το μάταιο τούτον κόσμο. Η Οσία προείδε το θάνατό της και κάλεσε όλες τις Μοναχές κοντά της. Τις παρεκάλεσε να δεηθούν στον Κύριο να 
αναπαύσει την ψυχή της και να συγχωρήσει τις αμαρτίες της. Τις συμβούλεψε ακόμη, για τη ζωή και την πολιτεία τους. Τις είπε, πως πρέπει να ζουν και πως πρέπει να φέρονται 
μεταξύ τους αφ’ ενός και προς τους έξω αφ’ ετέρου. Τις έδωσε τις τελευταίες της υποθήκες. Όταν η Οσία έδωσε τις τελευταίες της υποθήκες, θρηνούσαν όλες απαρηγόρητα. 
Έκλαιγαν, διότι έχαναν μια τέτοια στοργική πνευματική μητέρα. Περισσότερο θλίβοντο οι δούλες της. Αυτές δεν έπαυαν καθόλου τα κλάματα, τόσο πολύ που έκαμαν και την 
Αγία να κλάψει. Έπειτα τις παρηγόρησε, λέγουσα:
Πάψτε τα κλάματα, αδελφές μου. Μιμηθήτε τας φρονίμους Παρθένους. Φροντίστε να γεμίσετε τα αγγεία σας με έλαιον, διότι η ημέρα Κυρίου έρχεται ως κλέπτης εν νυκτί.
Αφού είπε αυτά, σήκωσε τα χέρια της, ύψωσε τα μάτια στον ουρανό και προσευχήθηκε:
Θεέ μου, είπε, Συ, που με κυβερνούσες έως τώρα την ξένη με στοργή και έγινες πατέρας και μητέρα και τροφή μου και παρηγοριά, Αυτός και τώρα αξίωσέ με να έλθω στην 
ουράνιο Βασιλεία Σου. Μνήσθιτι, Κύριε και όλης αυτής της αδελφότητος και γλύτωνε τις αδελφές από τις πανουργίες του δαίμονος. Ιδιαιτέρως δε, σε ικετεύω, μνήσθητι ως 
αγαθός, τούτων των δύο μου ομοδούλων. Αυτές στη ζωή αυτή την πρόσκαιρη και προσωρινή ήταν μαζί μου. Μαζί στη φυγή, στους κόπους και αγώνας. Δεν απομακρύνθηκαν 
καθόλου από κοντά μου. Σε παρακαλώ, λοιπόν, έτσι και στην Βασιλείαν σου αξίωσέ μας να είμαστε αχώριστες πάντοτε.

Αφού προσευχήθηκε η Οσία, επήρε από όλες συγχώρηση. Πήγε κατόπιν στο Ναό, γονάτισε και προσευχόταν.
Οι δύο δούλες της την παρακολουθούσαν από τη χαραμάδα της θύρας και είδαν τότε στην Ξένη να συμβαίνει ένα πράγμα παράδοξο, και θαυμαστό. Ξαφνικά φάνηκε ένα 
λαμπρότατο φως από τον ουρανό. Έλαμπε όλος ο Ναός! Συγχρόνως παρουσιάσθηκε και μια υπέροχη ευωδία που δεν μπορεί να την περιγράψει άνθρωπος. Τότε, λοιπόν, 
ανοίγουν τις πόρτες της Εκκλησίας, μπαίνουν μέσα και βλέπουν την μακαρία Ξένη να κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Συγκεντρώθηκαν αμέσως όλες και έκλαιγαν ασταμάτητα. 
Ο Θεός όμως, που δοξάζει εκείνους, που τον δοξάζουν, δόξασε και της αγαπημένης νύμφης Του Ξένης την κοίμηση και φανέρωσε σε όλους πόσην παρρησία αξιώθηκε να 
έχει ενώπιο Του. Ήταν μεσημέρι. Ο ήλιος έλαμπε και ο Ουρανός ήταν κατακάθαρος. Αϊ! Λοιπόν. Τότε φάνηκε στον Ουρανό ένα στεφάνι από αστέρια, στο μέσον του οποίου 
ήταν ένας σταυρός φωτεινός, πάλι από αστέρια. Το θαυμάσιο τούτο φαινόμενο το είδαν όλοι οι εκεί κάτοικοι και εξεπλάγησαν. Αυτό το είδε κι ο Επίσκοπος Παύλος από εκεί, 
που βρισκόταν και ο οποίος ψιθύρισε:
Για να φανεί τέτοιο σημείο η Ξένη κοιμήθηκε.
Ο Επίσκοπος επήγε αμέσως στη Μύλασα. Έτρεξαν, τότε, αμέσως όλοι στο Μοναστήρι της Οσίας. Συνάχθηκε εκεί ο κόσμος πολύς, άνδρες και γυναίκες και δόξαζαν 
μεγαλοφώνως τον Κύριο. Τότε ο Επίσκοπος προσκύνησε την Οσία. Με πολλή κατόπιν φωτοχυσία και θυμιάματα, την πέρασαν από το μέσον της πόλεως. Κατά την μεταφορά 
του αγίου λειψάνου της, ακολούθησε από πάνω και ο θαυμάσιος στέφανος των αστέρων. Όταν σταματούσαν να κάμουν δέηση σύμφωνα με την συνήθεια, εστέκετο και ο 
στέφανος. Το θαυμάσιο τούτο γεγονός έγινε αφορμή να συγκεντρωθεί κόσμος πολύς και από τα περίχωρα και να δημιουργηθεί συνωστισμός μεγάλος.

Το λείψανό της θαυματουργεί
Όλη την νύκτα εκείνην αγρύπνησαν οι Χριστιανοί, ψάλλοντες. Πολλοί ασθενείς θεραπεύθηκαν, μόλις αγγίζανε το άγιο λείψανό της. Έτσι κόσμος πολύς, που υπόφερε από 
ασθένειες πολυχρόνιες και ανίατες, δίχως γιατρούς, δίχως βότανα και φάρμακα, μόλις ασπαζόταν με πίστη την Αγία, αμέσως γινότανε καλά. Όταν φθάσανε σε έναν τόπον, 
καλούμενο Σικίνιο, προς το νότιον μέρος της πόλεως, την ενταφίασαν εκεί, καθώς η Οσία Ξένη είχε προσέξει. Τότε ακριβώς μετά την κατάθεση του αγίου λειψάνου και ο 
κύκλος των αστέρων εξαφανίσθηκε. Τότε γνώρισαν όλοι και βεβαιώθηκαν καλά, ότι ο κύκλος των αστέρων φάνηκε δια την Οσία και ακολουθούσε την αγία έως ότου ενταφίασαν 
το λείψανο της. Τα δε σινδόνια, τα οποία είχαν εις τον κράββατόν της, τα διεμοίρασε ο Επίσκοπος εις τον λαό, για να έχουν ως φυλακτά.
Σε λίγο καιρό κοιμήθηκαν και οι δύο δούλες της Αγίας Ξένης. Τις ενταφίασαν και αυτές με την κυρία των, όπως τους είχε παραγγείλει. Εκείνη δε, που απέθανε ενωρίτερα δεν 
ομολόγησε δια την Ξένη σε κανένα τίποτε. Η άλλη όμως τα φανέρωσε όλα. Και τούτο, διότι την παρακάλεσαν οι αδελφές και διότι ο Επίσκοπος της έβαλε επιτίμιο να τα είπε 
όλα προς δόξαν Θεού.




Στίχος στην Ξένην
Ἀποξενοῦται τοῦδε τοῦ βίου Ξένη, Οὗ ζώσα καὶ πρίν, ὡς ἀληθῶς ἦν ξένη.

Στίχος εις τας δύω θεραπαινίδας
Θνῄσκουσιν ἄμφω τῆς Ξένης αἱ δουλίδες, οὐ τῶν ἐκείνης ἀρετῶν οὖσαι ξέναι. Εἰκάδι οὐρανοῦ εἰς ξενίην Ξένη ἦλθε Τετάρτη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως
Ξένην ἤνυσας, ζωὴν ἐν κόσμῳ, ξένην ἔσχηκας, προσηγορίαν, ὑπεμφαίνουσαν τῇ κλήσει τὸν τρόπον σου• σὺ γὰρ νυμφίον λιποῦσα τὸν πρόσκαιρον, τῷ ἀθανάτῳ ὁσίως 
νενύμφευσαι. Ξένη ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ΄.
Ἐν σοῖ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ’ εἰκόνα, λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾶν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ, 
ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ, διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Ξένη τὸ Πνεῦμά σου.

Κοντάκιον. Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου
Τὸ σὸν ξενότροπον Ξένη μνημόσυνον, ἐπιτελοῦντες οἱ πόθῳ τιμῶντές σε, ὑμνοῦμεν Χριστὸν τὸν ἐν ἅπασι, σοὶ παρέχοντα ἰσχὺν τῶν ἰάσεων• ὃν πάντοτε δυσώπει, 
ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Ὁ Οἶκος
Ἵλεων Ξένη, τὸν ξενοτρόπως ἐκ Παρθένου τεχθέντα, ἐκδυσώπει Χριστὸν ἡμῖν γενέσθαι Ἀοίδιμε, τοῖς κατὰ χρέος σοι προσφοιτῶσιν ἐκ ψυχῆς καὶ καρδίας καθαρωτάτης, 
καὶ εὐσεβῶς τὴν σὴν μνήμην ὑμνῆσαι σπουδάζουσιν, ἣν πᾶσαι τῶν οὐρανῶν αἱ Δυνάμεις ἀξίως ἐτίμησαν, ὡς φωτοφόρον καὶ ἄμωμον καὶ ἁγίαν πανήγυριν, Ἔνδοξε, 
πρεσβεύουσα ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον
Θάλαμον λιποῦσα τὸν νυμφικόν, ξενοτρόπως Μῆτερ, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, ᾧ καὶ νυμφευθεῖσα, τῇ ξένῃ βιωτῇ σου, ὦ Ξένη πανολβία, ἡμῶν μνημόνευε.

Μεγαλυνάριον έτερον
Χαίροις, θεία Ξένη πανευκλεής ˙ χαίροις, παρθενίας ο ατίμητος θησαυρός ˙ χαίροις η των ξένων, δια Χριστόν ακρότης, τους τιμώντας σκέπε, πάντας πρεσβείαις σου.
xristianos.gr

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2014

Πάνδημο ''χαίρε'' στην αθλήτρια του Θεού



site analysis

(BINTEO)

mawer
«Η Μαριάμ δεν πέθανε το Σαββάτο. Αποβίωσε πριν 56 χρόνια, όταν ασπάστηκε τον μοναχικό βίο. Το Σαββάτο αναστήθηκε για να ζήσει αυτό που επιζητούσε σε όλη της τη ζωή. Την Θεία Κρίση και την κατάταξη της στο χώρο της γαλήνιας δικαίωσης».
Στη χθεσινή Εξόδιο Ακολουθία προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Χίου κ. Μάρκος, που με αυτά τα λόγια, μεταξύ άλλων, εκθείασε το βίο της ηγουμένης και την κατευόδωσε στην τελευταία της κατοικία. 
Ιδιαίτερα επισήμανε την πρωτοφανή της απέχθεια για το χρήμα, την εντιμότητα του χαρακτήρα και την ψυχική της αγνότητα.
Την Ακολουθία παρακολούθησε με κατάνυξη τεράστιο πλήθος κόσμου.
mawert
mawerty
mawe

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Χίος: Εκοιμήθη η γερόντισσα της Νέας Μονής



site analysis
Πλήρης Ημερών εκοιμήθη σήμερα 18 Ιανουαρίου 2014 η Ηγουμένη της Νέας Μονής, Μαριάμ.
Η γερόντισσα Μαριάμ, κατά κόσμο Δέσποινα Μανιού, γεννήθηκε το 1922 στο χωριό Μεσαγρός της Λέσβου.
Στο μοναστικό σχήμα είχε ενταχθεί το 1958, οπότε και ήρθε στη Χίο.
Η αρχιερατική εξόδιος ακολουθία θα ψαλλεί τη Δευτέρα, 20 Ιανουαρίου, στις 3 μ.μ. στο μοναστήρι.
Η Γερόντισσα Μαριάμ είχε δηλώσει πριν καιρό : Είδα τον Κύριον Ημων Ιησού Χριστό!
και συνέχισε λέγοντας….
«Πρέπει με κάθε τρόπο να κερδίσουμε μία θέση στη Βασιλεία των Ουρανών Είπε ο Κύριος ότι καλεί τους πάντες στη σωτηρία, δεν καλεί μόνο τους εκλεκτούς. Καλεί τους πάντες. Το διαβάζουμε κάθε ώρα και στιγμή, εν παντί καιρώ.
Ο Χριστός είναι ζωντανός κι είναι ανάμεσά μας. Είναι ολοφάνερος. Εγώ Τον είδα ολοφάνερο. Τον είδα πάνω από το κελί μου. Είχε τη λάμψη του φεγγαριού, το τετράγωνο πλαίσιο μέσα στο οποίο καθόταν. Είχε ένα γαλήνιο πρόσωπο, τόσο που δεν το έχει αποδώσει καμία εικόνα, σαν το Άγιο Μανδήλιο. Γαλήνη ξεχυνόταν από το πρόσωπό Του, ένα χαμόγελο, ένα βλέμμα αξέχαστο που με κοίταξε… Σαν ακτίνες κατέβαιναν κάτι φωτεινές λάμψεις προς εμένα, σαν να μου έλεγε, μην αμφιβάλλεις ότι είμαι ζωντανός. Όποιος πιστεύει δεν αμφιβάλλει.
Κάποιοι που αμφισβητούν την παρουσία Του, λένε γιατί ο Χριστός επιτρέπει να γίνοντα σεισμοί, λιμοί, καταποντισμοί; Αυτά τα κάνουν οι αμαρτίες μας. Οι Άγιοι Πατέρες μου λέγανε παλιά ότι η ψυχή που πηγαίνει πάνω από τέτοια γεγονότα, δεν παθαίνει τίποτα. Πηγαίνει ίσια στους ανοικτούς ουρανούς».
87104759.CBhZS5nq. MG 64071 Χίος: Εκοιμήθη η γερόντισσα της Νέας Μονής
Ενημερωτικά να πουμε πως η Νέα Μονή της Χίου είναι στην πραγματικότητα ένα παλαιό ιστορικό μοναστήρι, που ιδρύθηκε το 1042 μ.Χ. και είναι γνωστό παγκοσμίως για τα εξαιρετικής τέχνης ψηφιδωτά του.Το 1990 ανακηρύχθηκε μνημείο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
PC251218 Χίος: Εκοιμήθη η γερόντισσα της Νέας Μονής

ΠΗΓΗ:Μadatoforos

Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜAΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΜΟΝΗΣ...... ΣΕ ΜΙΑ ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΝΕΑ ΜΟΝΗ



site analysis




«Δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να γίνουν καλόγεροι, δεν πρέπει όμως κιόλας»

Όλοι την ξέρουμε σαν την γερόντισσα της Νέας Μονής.

Όλους μάς έχει καλοδεχτεί στον ιερό χώρο που υπηρετεί το Θεό από το 1958. Ενώ όμως όλοι την ξέρουμε εξ όψεως, δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για εκείνη. Σήμερα, μας αποκαλύπτεται. Κι είναι πολύ σημαντικό αυτό γιατί ελάχιστοι την έχουν ακούσει να τους εξομολογείται την ιστορία της, που είναι συνυφασμένη με τη Νέα Μονή.

Δεν περιορίζεται βέβαια μόνο σε αυτό. Μας άνοιξε την ψυχή της και μας εξέπληξε με την πνευματικότητα και την ευρύτητα του πνεύματός της. Η γερόντισσα Μαριάμ, κατά κόσμο Δέσποινα Μανιού, γεννήθηκε το 1922 στο χωριό Μεσαγρός, στη Γερα της Λέσβου.
Γιώργος o πατέρας της και Μαγδαληνή η μητέρα, η οποία κι αυτή στα τελευταία χρόνια της έγινε μοναχή και υπηρέτησε την Ορθοδοξία στη Νέα Μονή, μαζί με την κόρη της. Θεωρούμε ότι αυτή η παρουσίαση έχει ιδιαίτερη αξία.

 Η ζωή της

Αρχίσαμε να ξετυλίγουμε από την αρχή το κουβάρι της ζωής της. Όπως μας αποκαλύπτει, δεν έγινε από μικρή καλογριά. Μεγάλη κοπέλα ήταν όταν μια παρέα Μυτιληνιές αποφάσισαν να γίνουν καλογριές. Η τωρινή ηγουμένη του Αγίου Ραφαήλ, Ευγενία Κλειδαρά, πήγαινε στο Μεσότοπο και την εύρισκε. «Εκείνη είχε γίνει πιο μπροστά από μένα καλογριά. Ερχόταν στα χωριά μας, μας πήγαινε η μητέρα μου η Μαγδαληνή στο Σκόπελο και εκείνη μας έκανε κηρύγματα. Σιγά – σιγά μαζευτήκαμε πολλές κοπέλες, γίναμε καλόγριες και σκορπίσαμε αλλού».

Στη Χίο

 Ήλθε στη Χίο το 1958. Μαζί με την Ευγενία, σημερινή ηγουμένη του Αγ. Ραφαήλ στη Μυτιλήνη. Ρηνούλα λεγόταν τότε. «Τότε ξεκινήσαμε από τη Γέρα και ήλθαμε πρώτα στην Αγία Σκέπη. Αργότερα ο Δεσπότης Παντελεήμων Φωστίνης, έκανε γυναικεία μονή τη Νέα Μονή και μας έφερε εδώ να κρατήσουμε το Μοναστήρι. Ήταν ακόμη μερικοί γέροι καλόγεροι. Ο πάτερ Κορνήλιος, ο πάτερ Μελέτιος και άλλοι.
Εκείνοι μας είπαν ότι εδώ υπήρχαν πολλοί πλούσιοι τάφοι, έρχονταν μεγιστάνες από την Κωνσταντινούπολη, τους διακονούσαν και τους κήδευαν εδώ. Όμως, δεν ξέρω που».
Τότε ζούσαν στη Νέα Μονή 17 καλόγριες. Η Ματρώνα η Χάλακα, ήταν η τελευταία που ζούσε μαζί της έως πριν λίγα χρόνια. Μυτιληνιά κι εκείνη, από το Πλωμάρι. Η Θεοκτίστη η Βολάκη, η άλλη Θεοκτίστη που δεν έβλεπε, κι άλλες αρκετές, πέρασαν μαζί πολλά χρόνια του μοναχικού βίου τους.

 Η Ευγενία

 «Η Ευγενία ύστερα έφυγε από εδώ, πήγε και σπούδασε. Το γιατί έφυγε είναι μεγάλη ιστορία. Ας σας την πει εκείνη. Έβγαλε την Πάντειο, πήγε και σε άλλα μοναστήρια, έχει γίνει πια μεγάλη ηγουμένη, έχει γράψει βιβλία, έχει κάνει μεγάλα έργα. Εγώ μπροστά της δεν έχω κάνει τίποτα. Εκείνη έφτιαξε τη Μονή του Αγ. Ραφαήλ» Η γερόντισσα τη θυμάται και συγκινείται, ολοφάνερα.

 Τίποτα

 Όπως λέει, δεν της έχει λείψει τίποτα έως τώρα στη ζωή της από τα εγκόσμια. Θέλει όμως να βρει την παρρησία και την αγαθή τύχη στην άλλη ζωή, να ζήσει κοντά στο Χριστό. «Αυτή είναι η ευτυχία. Να μας ελεήσει ο Κύριος να βρούμε μία θέση στο πλάι του. Ο Άγιος Αντώνιος ξέρετε τι έλεγε σε έναν πονηρό που τον πείραζε και του έλεγε: «Αντώνιε, εσύ τώρα είσαι πια στον παράδεισο;» Του ‘λεγε, «κάτσε πρώτα να βάλω το ποδάρι μου και θα σου πω μετά». Κανείς δεν μπορεί να πει ότι έχει εξασφαλισμένο τον παράδεισο, ότι είναι μέσα στον παράδεισο. Μόνο όταν πάμε εκεί θα το μάθουμε».

 Νέα Μονή

 Έζησε και ζει τη Νέα Μονή σε καλές και κακές εποχές. Τώρα ζει την εγκατάλειψη. Ζει στο χώρο μαζί με τον πάτερ Διονύσιο. «Αγαπώ τη Νέα Μονή. Είναι η ζωή μου. Την γνωρίζω πετραδάκι – πετραδάκι. Θα ζήσει αιώνες ακόμη. Η Νέα Μονή κάθε μέρα μας αποκαλύπτεται. Υπήρχε πολύ πριν από τον Κωνσταντίνο Μονομάχο. Εκείνος απλά την αξιοποίησε και την ανέδειξε, τη μεγάλωσε. Εδώ ζούσαν 800 καλόγεροι και χωριστά οι δόκιμοι που κατοικούσαν στα εξωτερικά κτίσματα. Αν δεν τους δοκίμαζαν τρία χρόνια, δεν τους βάζανε μέσα στη Μονή. Ζούσαν καλλιεργώντας τα χωράφια έξω».

 Η πίστη

Μη σας φανεί παράξενο. Κι όμως η Γερόντισσα είναι ενημερωμένη για ό,τι συμβαίνει στον έξω κόσμο. Δίνει, βέβαια, τη δική της ερμηνεία. Σε ένα μεγάλο καλάθι είναι στοιβαγμένος ο τοπικός τύπος κι όχι μόνο. Διαβάζει πολύ επιμελώς τα νέα. Για ό,τι συμβαίνει αυτό το τελευταίο διάστημα στην Εκκλησία, κι ειδικά στους Αγίους Τόπους, υποστηρίζει απλοϊκότατα ότι είναι δάκτυλος του Αντιχρίστου. «Όμως επέτρεψε τα πάντα ο Κύριος γιατί δοκιμάζει τους πάντες».
Διαισθάνεται ότι υπάρχει σχέδιο των εχθρών της Ορθοδοξίας να μας κάνουν να την εγκαταλείψουμε και να γίνουμε ένα με τις άλλες Εκκλησίες. Όπως τονίζει όμως, αυτό δεν είναι αρεστό. «Εμείς από μιας αρχής πιστεύουμε το σωστό. Ό,τι δίδαξαν οι Απόστολοι. Ότι λένε οι ευχές της Ορθοδοξίας που διαβάζονται από τους ιερείς στο νάρθηκα της Εκκλησίας».

 Τα ουράνια

 Είναι άυλα τα Ουράνια, μας υπενθυμίζει. Μας μιλάει για τους επτά ουρανούς, που είναι από πάνω μας. «Όταν οι άνθρωποι καταλάβουν τι είναι οι επτά ουρανοί, θα λυτρωθούν».
Η ίδια δεν πιστεύει ότι οι άνθρωποι πήγαν στο φεγγάρι. «Είναι αδύνατον. Που να το βρουν το φεγγάρι; Πήγαν σε ένα βράχο γυαλιστερό, από αυτούς που έχει δισεκατομμύρια η γη. Σε έναν τέτοιο πήγαν και είπαν πως είναι το φεγγάρι. Η γη έχει πάνω της εκατομμύρια είδη βράχων κι άστρα κι άλλα σώματα ουράνια. Όμως όλα τα εξουσιάζει ο Χριστός κι όχι ο άνθρωπος.
Όλοι είμαστε καλεσμένοι από το Χριστό για να πάμε στη Βασιλεία των Ουρανών. Δεν υπάρχει θάνατος. Μόνο στο σημερινό μας σώμα φαίνεται. Θα ζήσουμε εδώ. Δεν μας εμποδίζει κανένας να φάμε και να πιούμε ό,τι είναι ευλογημένο».

 Η φιλοσοφία της

 Μας υπενθυμίζει κάτι που είναι μια ολόκληρη φιλοσοφία. «Η γέννα είναι ευλογημένη από το Θεό. Γεννιέται το παιδί, παπάς το διαβάζει. Γίνεται σαράντα ημερών, το πάνε στην Εκκλησία. Τα αγοράκια στην Αγία Τράπεζα, τα κοριτσάκια στο εικόνισμα της Παναγίας. Η Εκκλησία ευλογεί βάπτισμα, κοινωνία, στεφάνωμα.
Όταν κάποιος γεννιέται, είναι και τα λεπτά που θα ζήσει γνωστά και μετρημένα. Λένε όταν χτυπήσει κάποιος, όταν πεθαίνει, ότι δεν πρόλαβε να κάνει πολλά. Κι όμως, έκανε ό,τι ήταν γραμμένο να κάνει. Την ώρα του θανάτου γίνεται ο απολογισμός της εγκόσμιας ζωής και κλείνει το επίγειο ταμείο».

 Οι... φευγάτοι

 Χαρακτηρίζει το σημερινό κόσμο πολύ φευγάτο. Ιδιαίτερα τους νέους που, όπως λέει, νομίζουν οι περισσότεροι ότι ο Χριστός ήταν άνθρωπος σαν κι εμάς. «Ό,τι λένε οι Πατέρες κι οι 7 Σύνοδοι είναι αληθινά. Το πιστεύω μας, τα ευαγγέλια είναι η πίστις μας η αληθινή, η Ορθοδοξία».
Δεν διστάζει να τα βάλει και με τις τελετές της Ολυμπιάδας. «Δεν μπορούν σήμερα να καταλάβουν το λάθος που κάνουν. Ακόμη και στην Ολυμπιάδα ήταν όλες οι τελετές ειδωλολατρικές. Επικαλούνταν τον Απόλλωνα οι ιέρειες στην Ολυμπιάδα. Εγώ πήρα τηλέφωνο και το Δήμαρχο και το είπα. Ήταν λάθος ο τόσο εκτεταμένος ειδωλολατρισμός. Η Ορθοδοξία έλειπε από παντού».

Τονίζει ότι όλα αυτά δεν καλαρέσουν του Χριστού μας. «Γι’ αυτό έχουν γίνει όλα άνω κάτω. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ο Κύριος λέει ότι ούτε μία τρίχα από την κεφαλή μας δεν πέφτει, ούτε ένα στρουθίον από τη στέγη, αν δεν το ξέρει, αν δεν το εγκρίνει ο επουράνιος Πατήρ μας. Αρνηθήκαμε και πάλι το Χριστό, αναδείξαμε τον Απόλλωνα πάλι, επικαλεστήκαμε τη φλόγα, κι η φλόγα έφερε στη συνέχεια όλα τα προβλήματα. Ακόμη και της Εκκλησίας τα πρόσφατα. Όλη την ανακατωσούρα. Παπάδες, Δεσποτάδες, Πατριάρχες ανακατεύτηκαν κι η Εκκλησία κλονίστηκε.

Όλοι οι χριστιανοί Ορθόδοξοι που έρχονται εδώ, μου λένε ότι μιλάω σωστά. Όμως, όλοι τρέχανε πίσω από τη φλόγα. Άλλοι από περιέργεια, άλλοι από μισαλλοδοξία. Κραυγάζανε. Δεν εννοούν να καταλάβουν ότι όλοι είμαστε θνητοί. Κι οι πρωταθλητές πόσο θα ζήσουν; Και τα αρχαία χρόνια υπήρχαν πρωταθλητές. Ζει κανένας; Πόσοι τους γνωρίζουν; Έχουν μείνει όμως στην ιστορία κι είναι γνωστοί όσοι αγωνίστηκαν για την πίστη και την πατρίδα».

 Η Βασιλεία των ουρανών

 Μας οδηγεί εκείνη όπου θέλει. Μας περνάει σε άλλες σφαίρες. Ισχυρότατη προσωπικότητα.
«Πρέπει με κάθε τρόπο να κερδίσουμε μία θέση στη Βασιλεία των Ουρανών Είπε ο κύριος ότι καλεί τους πάντες στη σωτηρία, δεν καλεί μόνο τους εκλεκτούς. Καλεί τους πάντες. Το διαβάζουμε κάθε ώρα και στιγμή, εν παντί καιρώ.
Ο Χριστός είναι ζωντανός κι είναι ανάμεσά μας. Είναι ολοφάνερος. Εγώ τον είδα ολοφάνερο. Τον είδα πάνω από το κελί μου. Είχε τη λάμψη του φεγγαριού, το τετράγωνο πλαίσιο μέσα στο οποίο καθόταν. Είχε ένα γαλήνιο πρόσωπο, τόσο που δεν το έχει αποδώσει καμία εικόνα, σαν τον Άγιο Μαντήλιο. Γαλήνη ξεχυνόταν από το πρόσωπό του, ένα χαμόγελο, ένα βλέμμα αξέχαστο που με κοίταξε... Σαν ακτίνες κατέβαιναν κάτι φωτεινές λάμψεις προς εμένα, σαν να μου έλεγε, μην αμφιβάλλεις ότι είμαι ζωντανός. Όποιος πιστεύει δεν αμφιβάλλει.
Κάποιοι που αμφισβητούν την παρουσία του, λένε γιατί ο Χριστός επιτρέπει να γίνονται σεισμοί, λιμοί, καταποντισμοί; Αυτά τα κάνουν οι αμαρτίες μας. Οι Άγιοι Πατέρες μου λέγανε παλιά ότι η ψυχή που πηγαίνει πάνω από τέτοια γεγονότα, δεν παθαίνει τίποτα. Πηγαίνει ίσια στους ανοικτούς ουρανούς».

 Η .... άλλη Αγία Τριάδα

Υψώνει τη φωνή και τονίζει ότι πρέπει να σωθούν η πίστη, η ορθοδοξία κι η ελληνική γλώσσα. Θυμάται ένα περιστατικό μέσα στο ναό, το ζωσμένο με τις σκαλωσιές. «Ήλθαν δύο ξένοι. Νόμιζα ότι δεν θα συνεννοηθώ μαζί τους. Ξαφνικά μου λέει ο ένας: «Ανέλθω εις κλίμακαν;» «Ουχί» του λέει ο άλλος και του κάνει νόημα ότι δεν επιτρέπεται. Οι ξένοι ξέρουν αρχαία ελληνικά και κάποιοι Έλληνες θέλουν να τα καταργήσουν. Χωρίς αρχαία Ελληνικά τι θα γίνει; Θα καταργήσουν τα Ευαγγέλια, τις Αγίες Γραφές;» Και στο τέλος προσθέτει: «Εγώ είμαι μία αγράμματη και ζητάω συγνώμη για ό,τι λέω και όπως τα λέω. Είμαι του Δημοτικού και μιλώ από την καρδιά μου».

 Ο συνεχιστής

 Αναπόφευκτα η κουβέντα οδηγήθηκε και στον άνθρωπο που θα είναι ο συνεχιστής της.
Αναγνωρίζει ότι ο πάτερ Διονύσιος, με τον τρόπο του έχει τραβήξει πολύ κόσμο κοντά στο μοναστήρι, έχει κάνει πολλούς να ενδιαφερθούν, με τη βοήθεια του Χριστού και της Παναγίας πάντα που βοηθάνε. «Αν δεν βοηθούσε, δεν θα μπορούσαμε τόσα χρόνια να καθόμαστε εδώ. Από αυτό το μοναστήρι περάσανε κόρες, Άγιοι, Πατριάρχες. Ο Άγιος Νικηφόρος, ο Άγιος Νεκτάριος της Αίγινας έζησε εδώ τρία χρόνια. Επειδή ήταν μορφωμένος, ήταν δάσκαλος κι ήξερε γράμματα, τον είχαν γραμματέα». Ποιος το ήξερε αυτό; Από εδώ πέρασε κι ο Άγιος Παρθένιος.

 Η χάρη του Αγίου Πνεύματος

 Μας εξήγησε και το γιατί κατά την άποψή της καλόγεροι και καλόγριες πηγαίνουν και ζουν στα μοναστήρια και προσπαθούν με νηστεία και προσευχή να κατεβάσουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα, η αγιοσύνη, σώζει την ψυχή τους. «Οι άνθρωποι τρέχουν στα μοναστήρια στενοχωρημένοι και θλιμμένοι και φεύγουν ανακουφισμένοι. Γιατί η χάρη του Αγίου Πνεύματος κατεβαίνει. Κι όταν κατέβει σκιάζει το μοναστήρι και με αυτήν τη δύναμη θαυματουργούν οι εικόνες. Έρχονται λαϊκοί και κάνουν παρακλήσεις, αφήνουν τάματα. Όλα αυτά είναι πόνος και δύναμη ψυχής. Είναι πίστη και αγάπη. Δίνουν και εισπράττουν αγάπη.»

Τα λεφτά

 Η γερόντισσα δεν αποφεύγει τις κακοτοπιές. Έτσι, δεν αποφεύγει να μιλήσει με το δικό της τρόπο και για υλικά βάσανα της Εκκλησίας. «Λένε ότι οι παπάδες κι οι Δεσποτάδες έχουν πολλά λεφτά. Τους κατηγορούν γι’ αυτό». Εκείνη το αντιστρέφει, και λέει το άλλο. «Εσείς οι λαϊκοί, γιατί πάτε και τους τα δίνετε; Έρχονται άνθρωποι, που ενώ παπάς αρνείται να πάρει τα δώρα τους, πιέζουν πολύ και παρακαλούν να τα πάρουν, γιατί λένε ότι αλλιώς δεν θα πιάσει το τάμα. Και μετά πολλοί από αυτούς βγαίνουν και κατηγορούν τους παπάδες γιατί παίρνουν λεφτά».
Με υπερηφάνεια λέει, ότι στη Νέα Μονή δεν παίρνει κανένας χρήματα. Συμβουλεύει μάλιστα όλους όσους συμμετέχουν σε τέτοιες διαδικασίες, «να τα βάλουν όλα κάτω πια, να τα βρουν, να τα μαζέψουν και να χτίσουν το τάμα που έχουν κάνει».

Δεν μπορούν

Η επικοινωνία μας ολοκληρώνεται με μία πολύ ιδιαίτερη επισήμανσή της.
«Κάποιοι λένε ότι μπορούν να πιστεύουν και πιστεύουν, αλλά είναι δύσκολο να πιστέψουν όπως οι άνθρωποι που έχουν τη δύναμη να αφιερωθούν στο Θεό. Δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να γίνουν καλόγεροι, δεν πρέπει όμως κιόλας. Ό,τι μπορεί ο καθένας κάνει κι ο Χριστός τους δέχεται όλους, εκτιμά ό,τι μπορεί να Του προσφέρει ο καθένας μας».

 Τα έργα και η τύχη της Μονής

 Η ίδια λέει ξεκάθαρα ότι δεν ήθελε να γίνουν αυτά τα έργα που έχει ξεκινήσει η Αρχαιολογία στη Μονή. Τελικά ο πάτερ Διονύσιος βρήκε τη λύση και μετέτρεψε προσωρινά σε ιερό τον ξενώνα. Τώρα, της αρέσει που προχωράνε κι έρχεται πολύς κόσμος και θαυμάζει το μοναστήρι. «Είμαι ικανοποιημένη γιατί ξέρω πια ότι όταν φύγω, αφήνω πίσω μου κάποιους ανθρώπους που θα συνεχίσουν το έργο που πρέπει».

Προσθέτει μάλιστα ότι οι υψηλά ιστάμενοι έπρεπε να είχαν φροντίσει να φέρουν νέους καλόγερους από αλλού, να βάλουν νέους ηγουμένους, να στηρίξουν καλά τα μοναστήρια που σβήνουν. «Αν δεν γίνει έτσι, θα μας τα πάρουν κάποια στιγμή. Η πολιτεία θα τα κάνει κοσμικά. Πρέπει να μπαίνουν ηγούμενοι, που είναι οι στηλοβάτες των μοναστηριών. Εδώ, τώρα υπάρχει ο πάτερ Διονύσιος, στα Ψαρά είναι ο πάτερ Ιωακείμ, στο Μερσινίδι ο πάτερ Βικέντιος, αυτά τα μοναστήρια θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Δεν θα χαθούν οι περιουσίες τους. Η πνευματική και υλική τους δύναμη. Πολλοί εποφθαλμιούν να πάρουν τις περιουσίες των μοναστηριών αλλά δεν θα το καταφέρουν όσο ζει κι ένας μοναχός, μία καλόγρια μέσα σε αυτά».
  

http://www.politis-chios.gr