site analysis
Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015
Μία μητέρα που ήξερε να δακρύζει και να γονατίζει.
site analysis
Η συμβολή των μητέρων των Τριών Ιεραρχών, Εμμέλειας του Μ. Βασιλείου, Νόνας του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού
καί Ανθούσας Ιωάννη του Χρυσόστομουστην ανάδειξη αυτών των Μεγάλων Πατέρων καί Οίκουμενικών Διδασκάλων της Εκκλησίας υπήρξε αποφασιστική.
Καί είναι δίκαιος ό θαυμασμός του εθνικού ρήτορα Λιβάνιου για τη χριστιανή γυναίκα – «Βαβαί, οιαι παρά χριστιανοίς είσι γυναίκες» – στο πρόσωπο της μητέρας του Χρυσόστομου, της νεαρής χήρας με την εκπληκτική πιστότητα στη μοναδική αγάπη της ζωής της καί την ολοκληρωτική της αφοσίωση στην αγωγή του υπέροχου γιου της. Υπάρχει όμως μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια!
Καί οι τρεις τους, εξαίρετα πνεύματα, ήταν δεκτικοί, ευάγωγοι ως παιδιά καί νέοι στα άφορώντα τη σχέση τους με τη χριστιανική Αλήθεια καί ζωή!Την Ιδια εποχή στην Εκκλησία του Χρίστου πού παροικεί στη Δύση μια άλλη χριστιανή, ή Μόνικα – χήρεψε κι αυτή νέα -σήκωσε με ανάλογη προς την Ανθούσα πιστότητα το σταυρό της χηρείας της, καί επέδειξε αντίστοιχη αφοσίωση στήν άγωγη του επίσης εξαίρετου στο πνεύμα γιου της, Αύγουστίνου.
Μα αυτός, παρά τη σφοδρή επιθυμία καί μεγάλη προσπάθεια της, έδειξε απροθυμία, αδιαφορία για τα άφορώντα τη χριστιανική Αλήθεια καί ζωή.Καί το χειρότερο, τράβηξε κατά την αντίπερα όχθη, έπεσε σε υπαρξιακό αδιέξοδο, έζησε βίο άστατο, παραδόθηκε σε εξάρτηση αισθησιακή!
Καί κείνη έγκαρτέρησε, όχι μια δυο μέρες, ένα ή δύο μήνες, ούτε ένα δυο αλλά δεκαέξι ολόκληρα χρόνια σε μαρτύριο δακρύων, δακρύων πού τα γόνατα της μεταποιούσαν σε σταλαγματιές θερμής προσευχής! Καί ελεήθηκε από το Θεό, ευλογήθηκε από την Αγάπη Του με την ευτυχία να δει το γιο της χριστιανό! Κι αργότερα Επίσκοπο Ίππώνος καί κορυφαίο Πατέρα ιδιαίτερα της Δυτικής Εκκλησίας!Δε θα την πω πιο αξιοθαύμαστη από τις μητέρες των Τριών Ιεραρχών.
Κρίση σε προσωπικούς σταυρούς δεν χωρεί! Ό Θεός γνωρίζει λογισμούς καί διαλογισμούς, διαθέσεις της καρδιάς καί ή Αγάπη Του κρίνει! Θα την πω όμως πιο μαρτυρική! Καί θα διερωτηθώ, τί άραγε θα αναφωνούσε ό Λιβάνιος, αν την είχε κι αυτήν γνωρίσει! Άλλα καί θα προτείνω την προσέγγιση της ιερής μορφής της πού ακολουθεί, ένα μικρό σταχυολόγημα από τα «εκ βαθέων» -«Εξομολογήσεις»- του τελικά λαμπρού γιου της. Γιατί ή περίπτωση της ενδιαφέρει όχι λίγες μητέρες πού σηκώνουν σήμερα ανάλογους σταυρούς
Ήταν χριστιανή με πληρότητα και νόημα! «Ή μητέρα μου δεν αγαπούσε το Θεό από υπακοή στους γονείς της, μάλλον υπάκουε σ’ αυτούς από αγάπη σ’ Εκείνον», γράφει ό Αυγουστίνος. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην αληθινή πίστη ως προσωπική αγάπη του Θεού – το «πνεύμα πού ζωοποιεί» – καί την πίστη τυπικό χρέος ή καθήκον – «το γράμμα πού σκοτώνει»Όση άναμεσα σε ελευθερία καί δουλεία-έξάρτηση! «Ό Θεός την είχε στολίσει με εξωτερική, πιο πολύ εσωτερική ομορφιά, αυτή πού της έδινε τη χάρη ζωντανής μαρτυρίας της αλήθειας του…»
, συνεχίζει με τρυφερό κι ανθρώπινο θαυμασμό. Ή χριστιανή μάνα δεν είναι ιερότητα παγερή, στεγνή! Ή ομορφιά κι ή χάρη της, θεία δώρα κι αυτά ασκούν ύπαρκτική γοητεία στο παιδί, αν καρπώνονται στο μέσα, της ψυχής το κάλλος. Αυτό προέχει, ενώ ή απουσία του δημιουργεί επικίνδυνο κενό!
«Παντρεύτηκε τον ειδωλολάτρη πατέρα μου, άνθρωπο οξύθυμο μα αγαθό, του αφοσιώθηκε σαν στο Χριστό… Αντιμετώπισε με σεβασμό την άλλη πίστη του, δεν επέτρεψε να γίνει το θέμα αυτό αφορμή φιλονικίας μεταξύ τους… Δεν αντιδρούσε με λόγια ή έργα σε ώρα οργής, αλλά την κατάλληλη στιγμή με αγάπη καί λεπτότητα εξηγούσε το λάθος… Δεν έλεγε ούτε μετέφερε λόγο κακό, δεν υποδαύλιζε διχόνοιες, υποβοηθούσε τη συμφιλίωση, την ειρήνη… Προσευχόταν νύχτα καί μέρα, εκκλησιαζόταν τακτικά, τιμούσε τους λειτουργούς της Εκκλησίας, πρόσεχε την ελεημοσύνη… Κέρδισε έτσι γρήγορα την αγάπη, την τρυφερότητα, το σεβασμό του πατέρα μου καί τον ίδιο στη χριστιανική πίστη»!«Αυτά συνέβησαν γιατί είχε Εσένα επιστήθιο φίλο καί διδάσκαλο στο σχολείο της ψυχής», εξηγεί ό Αυγουστίνος καί προσθέτει ότι ή επιστροφή του πατέρα του είναι «το πρώτο δώρο του Θεού στη μητέρα μου, ό αρραβώνας της δικής μου επιστροφής, πού όμως επρόκειτο να αργήσει»! Με το τελευ-ταίο ρίχνει τη γέφυρα πού μας περνά από τη Μόνικα αληθινή χριστιανή σύζυγο τή Μόνικα αληθινή χριστιανή μητέρα, στην περιπέτεια της δικής του αποστασίας καί επιστροφής.
Και είναι μια μεγάλη αποστασία ή πρώτη φάση της ζωής του. «Ή μητέρα μας ανάθρεψε γεννώντας μας με ώδίνες τοκετού κάθε φορά πού έβλεπε να ξεμακραίνουμε από Σένα…», γράφει για τη χριστιανική αγωγή της μητέρας του στα τρία παιδιά της.
Για τον εαυτό του ειδικά προσθέτει: «Από την τρυφερή ηλικία είχα ακούσματα για την αιώνια ζωή. Η μητέρα με σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τη στιγμή που μ’ έβγαλε άπ’ την κοιλιά της. Με πότισε την Αλήθεια του Θεού με το μητρικό της γάλα… Μικρό παιδί κι εγώ, πρίν Σέ γνωρίσω, σε Σένα εύρισκα στήριγμα καί καταφυγή όταν με μάλωναν οι γονείς ή οϊ δάσκαλοι μου…Αρρώστησα βαριά καί ζήτησα με λαχτάρα να βαφτιστώ… Ή μητέρα με μύησε στο Μυστήριο της λυτρώσεως, μου έμαθε την ομολογία που έπρεπε να απαγγείλω… Καλυτέρεψε όμως ή υγεία μου κι ανέβαλα τη βάφτιση μου. Νικήθηκα από την ιδέα πώς θα ξαναπέσω στην αμαρτία… Ή μήπως καί πήρα αυτή την απόφαση για να είμαι ελεύθερος να την απολαύσω»!
Καί με την εμπειρία της επιστροφής πια την ώρα αυτού του «εκ βαθέων» του παρατηρεί: «Ίσως το επέτρεψε ό Θεός για να δώσει στην αγνή καρδιά της μητέρας μου τη χαρά να κυοφορήσει μακροχρόνια κι επώδυνα τη σωτηρία μου»!Η περιπέτεια της αποστασίας αρχίζει στην Καρχηδόνα, όπου σπουδάζει Φιλολογία καί Ρητορική. Πρωτεύει στις σπουδές, καμαρώνει γι’ αυτό, το… εξαργυρώνει με ερωτικές κατακτήσεις! «Αφέθηκα γρήγορα να γίνω έρμαιο φοβερών παθών καί ηδονών…
Δε ντρεπόμουν να μπλέκομαι σε περιπέτειες επιπόλαιων ερώτων… Είχα υποδουλωθεί στη φρεναπάτη της ήδονοθηρίας, που ή ανθρώπινη άναισχυντία θεωρεί καί προβάλλει ως ελευθερία! Με πυρπολούσε ό πόθος τοϋ έρωτα… Το ν’αγαπώ καί ν’αγαπιέμαι μου ήταν πιο γλυκό, όταν απολάμβανα το κορμί του άγαπώμενου προσώπου»!”Ομολογίες ρεαλιστικές αλλά αφοπλιστικά ειλικρινείς σε θέμα πού ή εποχή μας απομυθοποιεί καί είδωλοποιεί συνάμα. «Ή μητέρα μου, αυτή ή ταπεινή δούλη του Θεού, που ή καρδιά της ήταν εκκλησιά, αληθινή κατοικία του Κυρίου, αγωνιά, τρομάζει με το δρόμο πού πήρα…
Με συμβουλεύει… μα δε δίνω την παραμικρή προσοχή… Θεωρώ τίς συμβουλές της απλοϊκές γυναικείες παραινέσεις»! Είναι ή ώρα της μεγάλης φωτιάς, ή ώρα πού ήδονοθήρας αυτός, δε θεωρεί την υπόθεση φρεναπάτη, αλλά… ελευθερία. Δεν του περνάει από το νου ότι το τελευταίο δείχνει σαν «φύλλο συκής» της ανθρώπινης άναισχυντίας.
Διαβάζει τότε Κικέρωνα, διαβάζει καί Γραφή, μα καταφεύγει στην αίρεση των Μανιχαίων! Δεν αργεί βέβαια να διαπιστώσει ότι πρόκειται «για ανθρώπους, υπερφίαλους, κενόδοξους, φλύαρους, σαρκικούς. Ανθρώπους πού φώναζαν συνεχώς, “ή αλήθεια”, “ή αλήθεια”, μα δεν είχαν μιαν αλήθεια για Σένα, παρά μονάχα πλάνη»!
Ωστόσο τους ακολουθεί με πάθος. Γι’ αυτό ή αγωνία της μητέρας του κορυφώνεται, μα ή αγάπη της τη φέρνει κοντά του. «Ή μητέρα μου έχυσε εκείνη την περίοδο για μένα δάκρυα πιο πολλά από όσα χύνουν οί μανάδες μπρος στα νεκρά παιδιά τους… Με την πίστη της με έβλεπε σαν νεκρό… Αλλά ή αγάπη της πότιζε τώρα με πιο πολλά δάκρυα προσευχών το χώμα!
Αύτη την ξανάφερε κοντά μου καί με μήνυμα θεϊκό, παράθυρο ελπίδας»!Παράθυρο ελπίδας από ένα όνειρο, όπου νεανίας γοητευτικός, παρότι την έβλεπε σε τόση θλίψη, χαμογελούσε καί της έλεγε: «Ηρέμησε, κοίταξε καί δες, όπου στέκεσαι εσύ, στέκεται καί ό γιος σου»! Καί κοίταξε καί βεβαιώθηκε, ήταν αλήθεια. «Καί είχε τη δύναμη να ζει το όνειρο σαν τη χαρά της δικής μου επιστροφής, πού θα αργούσε πολύ ακόμα!
Γιατί στα εννιά χρόνια πού ακολούθησαν κυλίστηκα σε βόρβορου βάραθρα, βυθίστηκα σε άβυσσο ψεύδους. Πάλευα βέβαια να βγω, αλλά βούλιαζα πιο βαθιά ακόμα»!Το ευτύχημα όμως είναι, «ότι όλα αυτά τα χρόνια ή ευσεβής καί εγκρατής χήρα μητέρα μου τρέφεται με την ελπίδα του ονείρου της! “Οτι δεν σταματά τους ποταμούς των δακρύων, τους στεναγμούς της καρδίας στις ατέλειωτες ώρες των προσευχών της για μένα»!
Και το ανθρώπινο παράπονο στο Θεό! «Εσύ άκουγες τίς παρακλήσεις της, μα άφηνες να κυλιέμαι σε βόρβορο, να παραδέρνω σε χάος… Να είμαιπλανώμενος καί πλανών, παρασυρόμενος καί παρασύρων». Τόσο πού σοφός Επίσκοπος, δε δεχόταν να του μιλήσει παρά τίς θερμές παρακλήσεις της μητέρας του. «Είναι ισχυρογνώμων, εγωιστής, πνεύμα άντιλογίας, παθιασμένος αιρετικός. Άσ’ τον ελεύθερο, της είχε πει, αλλά μη σταματήσεις τίς προσευχές σου, κάποτε θα καταλάβει»! Εκείνη επέμενε να παρακαλεί καί αυτός της είπε: «Πήγαινε στην ειρήνη του Θεού. Καί πίστεψε αυτό πού θα σου πω, ό Θεός δεν θα αφήσει να χαθεί ένα παιδί τόσων δακρύων»!
Μήνυμα αιώνιο αυτό για κάθε αληθινή μητέρα! Μετά την Καρχηδόνα ιδρύει καί στη Ρώμη δική του Ρητορική Σχολή. Εκεί ξεκόβει από τους Μανιχαίους, αλλά δεν έρχεται στην πίστη. Αρρωσταίνει πάλι βαριά καί ή μητέρα εντείνει τίς προσευχές της. Ό Θεός δεν έχει σχέδιο να τον πάρει πρίν αναγεννηθεί, να«καταφέρει πλήγμα θανατερό στην ψυχή αυτής της Άγιας Γυναίκας».
Γίνεται καλά κι έρχεται καί ιδρύει νέα Ρητορική Σχολή στο Μιλάνο. Κορυφαία μορφή εδώ ό “Αγιος Αμβρόσιος, «ψυχή εκλεκτή, ευσεβής δούλος του Θεού, γνωστός σε όλο τον κόσμο. Τον αγαπώ, όχι όμως ως δάσκαλο της αλήθειας του Χριστού, έχω χάσει πια κάθε ελπίδα σωτηρίας. Τον αγαπώ ως άνθρωπο πού με έχει συμπαθήσει».
Αυτή είναι ή κορύφωση της τραγωδίας του! Είναι πια πλάι σε μεγάλη πηγή «ύδατος ζώντος»! Άλλα δε νιώθει δίψα έλαφιού «επί τάς πηγάς των υδάτων»,δεν αισθάνεται την ανάγκη ν’ αντλήσει «ύδωρ άλλόμενον εις ζωήν αϊώνιον»! Ή μητέρα σπεύδει, από την Αφρική στο Μιλάνο. Χαίρεται πού μαθαίνει πώς ξέκοψε από το Μανιχάίσμό.
«Δεν είχα βρεί την αλήθεια ακόμα, όμως είχα απομακρυνθεί από το ψέμα»! Ωστόσο λυπάται πού οϋτε ένας Αμβρόσιος δεν είχε αγγίξει καμιά χορδή τήςς ψυχής του. Γνωρίζεται, συζητεί με τον “Αγιο, «διπλασιάζει τα δάκρυα καί τίς προσευχές της για μένα».
Ό Αυγουστίνος καί τότε ακόμα δείχνει να γλιστρά πιο πέρα. Μετά από ένα μικρό διάστημα στην αστρολογία, καταφεύγει στο νεοπλατωνισμό, ένα φιλοσοφικό σύστημα της μόδας εκείνα τα χρόνια καί ζει κοινοβιακά με κάποιους φίλους. Παράλληλα όμως δεν τον αφήνουν αδιάφορο ακούσματα για επιστροφές στην πίστη κάποιων νομομαθών, γοητεύεται από το βίο του Άγιου Αντωνίου, διαβάζει την Αγία Γραφή πιο προσεκτικά.
Ηταν φανερό: το δίχτυ της Αγάπης του Θεού απλωνόταν πια για τα καλά πάνω άπ’ τη ζωή του, ή αναγέννηση «εξ ύδατος καί πνεύματος» ερχόταν.Καί ήρθε, σε κείνο τον περίπατο, τότε πού περνούσαν μπρος άπ’ τα μάτια του ταινία κινηματογραφική τα κρίματά του. Τότε πού εκείνο το ρίγος της μετάνοιας ένιωσε να διαπερνά καί το κορμί του. Αυτό πού είχε κατεργαστεί τα κρίματά της ψυχής του δεκαέξι τόσα χρόνια! Τότε πού ή παιδική φωνή τραγουδούσε κι έψαλλε το λυτρωτικό:Tolle et lege”, «άνοιξε καί διάβασε». Τότε πού το βλέμμα του συλλάβισε τον σωτήριο στίχο: «Ως εν ήμερα εύσχημόνως περιπατήσωμεν, μη κώμοις καί μέθαις, μη κοίταις καί άσελγείαις, μη έριδι καί ζήλω…» (Ρωμ. 14,13). Τότε πού στο τέλος της ανάγνωσης είχαν αλλάξει όλα! Είχε αρχίσει το «ένδύσασθε τον Κύριον Ίησούν Χριστόν», είχε γλυκοχαράξει ή ανατολή ενός νέου κόσμου!Καί ή μητέρα ευχαριστούσε το Θεό: «Μου έδωσε ό,τι του ζητήσαμε το παραπάνω»!
‘Έλεγε το δικό της«νυν απολύεις»! «”Ωρα να φύγω πια από αυτόν εδώ τον κόσμο»’Τό όνειρο της ελπίδας κι ό λόγος του Επίσκοπου ήταν ψηλαφητή αλήθεια. Ό γιος της ήταν πια «στον δικό της τόπο», «ό Θεός δεν είχε αφήσει να χαθεί ένα παιδί τόσων δακρύων». Καί όχι μόνο, αλλά καί το ανέδειξε Μεγάλο δικό Του, Μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας, με παρουσία αγάπης καί γραφή στη Δύση ανάλογη με κείνη πού αξίωσε στην Ανατολή τους Τρεις Ιεράρχες. Η Αγία Μόνικα, ή μητέρα του Αγίου Αυγουστίνου, είχε με
γάλο πρόβλημα με το γιο της, σταυρό βαρύ, ασήκωτο. Το πέρασε όμως άπό μαρτύριο δακρύων, από στεναγμούς καρδίας, στα γόνατα ώρες ατέλειωτες δεκάξι τόσα χρόνια. Καί ή απάντηση του Θεού ήρθε! Το υπόδειγμα λέει κάτι ελπιδοφόρο.Σέ πολλές σημερινές μητέρες.
Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015
Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ ΑΓ.ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΗΣ-ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΣΜΟΛΕΝΣΚΙ
site analysis
Αυτόν τον πρώτο Μακαρισμό της επί του Όρους ομιλίας του Κυρίου μας “Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών” μπορούμε να τον αποδώσουμε πλήρως στην ευλογημένη δούλη του Θεού Ξένη, την δια Χριστόν σαλή. Ανήκε σ’ αυτούς που είναι “πτωχοί τω πνεύματι” και τα σαράντα πέντε χρόνια της ασκητικής της ζωής δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια απόκτηση του Αγίου Πνεύματος και μία καθίδρυση της Βασιλείας των ουρανών στην καρδιά της.
“Εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος”. Εδώ αναπαύεται το σώμα της δούλης του Θεού, Ξένης Γκριγκόριεβνα, συζύγου του αυτοκρατορικού πρωτοψάλτου, συνταγματάρχου Ανδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σε ηλικία 26 ετών, μία προσκυνήτρια για 45 χρόνια, έζησε 71 χρόνια. Ήταν γνωστή με το όνομα Ανδρέα Φεοντόροβιτς”.
Αυτά γράφονται στο λακωνικό επιτύμβιο πάνω στον τάφο της μακαρίας Ξένης, γραμμένα από ένα άγνωστο πρόσωπο. Καμμιά λαϊκή διήγηση, καμμιά ανάμνηση ανθρώπων, ούτε γραπτές πηγές δεν μας προμηθεύουν πληροφορίες σχετικά με τους γονείς της, την ανατροφή της, την παιδεία της ή άλλη κοινωνική δραστηριότητα. Όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ξένη Γκριγκόριεβνα δεν ήταν από χαμηλή οικογένεια. Ο σύζυγός της Ανδρέας Φεοντόροβιτς είχε τον βαθμό του συνταγματάρχου και ήταν πρωτοψάλτης στην βασιλική αυλή. Η θέση αυτή ήταν μια πολύ υψηλή κοινωνική θέση και έδινε δόξα και υλική απολαβή.
Αυτά γράφονται στο λακωνικό επιτύμβιο πάνω στον τάφο της μακαρίας Ξένης, γραμμένα από ένα άγνωστο πρόσωπο. Καμμιά λαϊκή διήγηση, καμμιά ανάμνηση ανθρώπων, ούτε γραπτές πηγές δεν μας προμηθεύουν πληροφορίες σχετικά με τους γονείς της, την ανατροφή της, την παιδεία της ή άλλη κοινωνική δραστηριότητα. Όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ξένη Γκριγκόριεβνα δεν ήταν από χαμηλή οικογένεια. Ο σύζυγός της Ανδρέας Φεοντόροβιτς είχε τον βαθμό του συνταγματάρχου και ήταν πρωτοψάλτης στην βασιλική αυλή. Η θέση αυτή ήταν μια πολύ υψηλή κοινωνική θέση και έδινε δόξα και υλική απολαβή.
Ήταν νέοι. Είχαν αγάπη μεταξύ τους. Υπηρέτησαν και οι δύο στην βασιλική αυλή, έκαναν το γάμο τους, καλούσαν φιλοξενουμένους στο σπίτι τους και αυτοί οι ίδιοι πήγαιναν ως φιλοξενούμενοι σε άλλα σπίτια. Αυτά οι άνθρωποι τα ονομάζουν “καλή τύχη” και φαινόταν ότι τίποτε στο ανδρόγυνο αυτό, τον Ανδρέα και την Ξένη, δεν θα έδινε τέλος σ’ αυτή τους τη χαρά. Αλλά ξαφνικά ένα φοβερό χτύπημα, σαν κεραυνός εν αιθρία, ο αναπάντεχος θάνατος του αγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε την Ξένη Γκριγκόριεβνα. Τόσο πολύ καταβλήθηκε αυτή από θλίψη για τον θάνατο του συζύγου της, ώστε στους πολλούς φαινόταν ότι έχασε τα λογικά της. Έτσι νόμισαν οι συγγενείς της, οι φίλοι της και οι γνωστοί της.
Πραγματικά η συμπεριφορά της Ξένης μετά το θάνατο του συζύγου της ήταν πολύ περίεργη. Κατά πρώτον άρχισε να βεβαιώνη όλους όσους την περιτριγύριζαν ότι ο σύζυγός της δεν πέθανε, αλλά ότι πέθανε αυτή. Φόρεσε τα ρούχα του νεκρού συζύγου της και άρχισε να ονομάζη τον εαυτό της Ανδρέα Φεοντόροβιτς.
Οι συγγενείς της την θεώρησαν περισσότερο για παράφρονα , όταν αυτή άρχισε να μοιράζη την περιουσία της στους φτωχούς και όταν έδωσε το σπίτι της στην Παρασκεύα Ατόνοβα. Οι ενδιαφερόμενοι για την περιουσία της συγγενείς της στράφηκαν στις αρχές και ζήτησαν από αυτές να λάβουν μέτρα εναντίον μιας τέτοιας διάθεσης της κληρονομιάς της από αυτήν. Μετά από αυτήν την αναφορά των συγγενών οι αρχές την κάλεσαν και αφού συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ότι ήταν πολύ καλά στα λογικά της και είχε επομένως κάθε δικαίωμα να κάνη ό,τι ήθελε την περιουσία της.
Τί συνέβηκε πράγματι με την Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ασφαλώς συνέβηκε μέσα της μια πλήρης πνευματική αντιστροφή, πού, κατά τα ίδια της τα λόγια, η Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα είχε πεθάνει!…Βάζοντας τα ρούχα του συζύγου της και παίρνοντας το όνομά του ήταν , κατά τη γνώμη της, σαν να παρατεινόταν η δική του ζωή στο πρόσωπό της για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του με τη δική της αφιερωμένη στο Θεό ζωή. Τώρα αυτή παρουσίαζε τον εαυτό της στον κόσμο με την πιο δύσκολη υπηρεσία του Θεού ως “κατά Χριστόν τρελλή”.
Ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης λέγει: “Υπάρχει μια αληθινή, πραγματική ζωή και μια φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Το να ζης για να τρως, να πίνης, να ντύνεσαι, για να απολαμβάνης και να γίνεσαι πλούσιος, το να ζης γενικά για εγκόσμιες χαρές και φροντίδες, αυτό είναι μια φαντασία. Το να ζης όμως για να ευχαριστής τον Θεό και τους άλλους, για να προσεύχεσαι και να εργάζεσαι με κάθε τρόπο για την σωτηρία των ψυχών τους, αυτή είναι πραγματική ζωή. Ο πρώτος τρόπος ζωής είναι ακατάπαυστος πνευματικός θάνατος. Ο δεύτερος είναι ακατάπαυστη ζωή του πνεύματος.”(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης, Περί της εγκοσμίου ζωής) .
Από αυτό βλέπουμε ότι το “χτύπημα” που “χτύπησε” την δούλη του Θεού Ξένη ήταν μια ώθηση από την μη πραγματική ζωή στην ζωή του Πνεύματος.
Από αυτό βλέπουμε ότι το “χτύπημα” που “χτύπησε” την δούλη του Θεού Ξένη ήταν μια ώθηση από την μη πραγματική ζωή στην ζωή του Πνεύματος.
Η μακαρία Ξένη, που ήταν πλούσια πρώτα έζησε τώρα μια φτωχική, πολύ φτωχική ζωή. Δεν είχε πραγματικά που να κλίνη την κεφαλή της. Για σκέπη της είχε τον μελαγχολικό βροχερό ουρανό της αγίας Πετρούπολης, ενώ για κρεβάτι της είχε το υγρό γυμνό έδαφος. Περνούσε τις νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στο γυμνό έδαφος των χωραφιών. Αυτό το μαρτυρούσαν η αστυνομία και οι κάτοικοι, που την ανακάλυψαν, γιατί είχαν την περιέργεια να μάθουν που εξαφανιζόταν τις νύχτες. Κάποτε κάποιος αστυνομικός την παρακολούθησε και την είδε να κλίνη τα γόνατά της σ’ ένα ανοιχτό χωράφι και να προσεύχεται. Άρχισε να προσεύχεται από το βράδυ και δεν σηκώθηκε μέχρι το πρωΐ. Κατά τη διάρκεια των προσευχών της έκανε μετάνοιες σε όλες τις διευθύνσεις προσευχόμενη για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς.
Κατά την ημέρα συνήθως γύριζε γύρω στους δρόμους της αγίας Πετρούπολης. Τα κουρελιασμένα ρούχα της δύσκολα την σκέπαζαν- μια κόκκινη φούστα και μια πράσινη ζακέτα. Στα πόδια της είχε χαλασμένα παπούτσια και γύρω από το κεφάλι της είχε δεμένο ένα παλιό μαντήλι. Ακόμα και κατά τον βαρύ χειμώνα δεν φορούσε ζεστά ρούχα και παπούτσια, αν και η καλωσύνη του λαού της πρόσφερε πολλά απ’ αυτά. Σε όλες τις περιόδους του έτους την έβλεπαν ντυμένη στα ίδια κουρέλια. Το κρύο στην αγία Πετρούπολη ήταν δυνατό και διαπερνούσε τα κόκκαλα. Αλλά η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που χύνεται με αφθονία στους αγίους του Θεού, τους έκανε να νικούν τους νόμους της φύσεως. Αυτή η Χάρη του Αγίου Πνεύματος έδινε ζεστασιά και δύναμη στη μακαρία Ξένη.Όλοι αγαπούσαν αυτήν την ήσυχη, την ήρεμη, την ταπεινή και την ευγενική δούλη του Θεού Ξένη. Πολλοί την λυπούνταν και της έδιναν ελεημοσύνη, αλλά αυτή δεν την έπαιρνε. Εάν δεχόταν κανένα μικρό κέρμα, αμέσως το έδινε σε κάποιον φτωχό ζητιάνο.
Όταν κτιζόταν μια Εκκλησία στο νεκροταφείο Σμόλενσκ, τη νύχτα η μακαρία Ξένη έσερνε λίθους με τα αδύνατα χέρια της ως την κορυφή των τοίχων του οικοδομήματος. Με αυτό που έκανε έγραφε το όνομά της για πάντα στο βιβλίο των μνημοσύνων με την δέηση “υπέρ των μακαρίων και αειμνήστων κτητόρων του αγίου οίκου τούτου”. Οι κτίστες παραξενεύονταν βλέποντας τους λίθους στην κορυφή. “Από που βρίσκονται αυτοί οι σωροί των λίθων κάθε πρωΐ;” έλεγαν. Αλλά κατάλαβαν έπειτα ότι βοηθός τους ήταν η μακαρία Ξένη.
Όταν κτιζόταν μια Εκκλησία στο νεκροταφείο Σμόλενσκ, τη νύχτα η μακαρία Ξένη έσερνε λίθους με τα αδύνατα χέρια της ως την κορυφή των τοίχων του οικοδομήματος. Με αυτό που έκανε έγραφε το όνομά της για πάντα στο βιβλίο των μνημοσύνων με την δέηση “υπέρ των μακαρίων και αειμνήστων κτητόρων του αγίου οίκου τούτου”. Οι κτίστες παραξενεύονταν βλέποντας τους λίθους στην κορυφή. “Από που βρίσκονται αυτοί οι σωροί των λίθων κάθε πρωΐ;” έλεγαν. Αλλά κατάλαβαν έπειτα ότι βοηθός τους ήταν η μακαρία Ξένη.
Αυτά που γράψαμε μέχρι τώρα γι’ αυτούς τους κόπους και τους αγώνες της μακαρίας Ξένης τα γνωρίζουμε από το συναξάριο του λαού. Πόσα όμως άλλα άγνωστα για μας θα υπάρχουν γι’ αυτή τη θαυμαστή οσία, που είναι όμως γνωστά μόνο στο Θεό;
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε: “Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι” (Μάρκ.8,34). Με ταπείνωση, με υπομονή και χαρά η μακαρία Ξένη σήκωσε με προθυμία και αυταπάρνηση τον σταυρό της πνευματικής πενίας και αντί να σκέπτεται το δικό της συμφέρον έκλεισε στην καρδιά της όλους τους “γείτονές” της με τις δυστυχίες τους, τις ανάγκες τους, τις φροντίδες και τις λύπες τους. “Γείτονές” της, εικονικώς ομιλούντες, ήταν όλοι οι κάτοικοι της αγίας Πετρούπολης.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε: “Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι” (Μάρκ.8,34). Με ταπείνωση, με υπομονή και χαρά η μακαρία Ξένη σήκωσε με προθυμία και αυταπάρνηση τον σταυρό της πνευματικής πενίας και αντί να σκέπτεται το δικό της συμφέρον έκλεισε στην καρδιά της όλους τους “γείτονές” της με τις δυστυχίες τους, τις ανάγκες τους, τις φροντίδες και τις λύπες τους. “Γείτονές” της, εικονικώς ομιλούντες, ήταν όλοι οι κάτοικοι της αγίας Πετρούπολης.
Η μακαρία Ξένη, όταν περπατούσε στον δρόμο, από όλες τις μεριές, από όλα τα αμάξια που περνούσαν άκουγε να φωνάζουν: “Ανδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα. Θέλω να σε πάρω στο αμάξι μου έστω και για λίγα βήματα”. Και όταν έμπαινε σε κάποιο αυτοκίνητο, το εισόδημα του αυτοκινήτου αυτού την ημέρα εκείνη ήταν πολύ μεγάλο. Η μακαρία Ξένη προτιμούσε να κάθεται σε αυτοκίνητα ανθρώπων που είχαν ανάγκη βοηθείας. Εάν μιλούσε με κανέναν που ήταν στενοχωρημένος, αμέσως αυτός καταπραϋνόταν και του ερχόταν μια θαυματουργική βοήθεια. Όταν θώπευε ένα άρρωστο παιδάκι, αμέσως αυτό γινόταν καλά. Οι έμποροι την παρακαλούσαν να πάρη κάτι ως δώρο ή τουλάχιστον να μπη στο κατάστημά τους. Ήξεραν ότι εκείνη τη μέρα οι δουλειές τους θα πήγαιναν πολύ καλά και τα κέρδη τους θα ήταν πολλά.
Η μακαρία Ξένη έλαβε από τον Θεό και το προορατικό χάρισμα. Κάποτε, το έτος 1764, ταράχτηκε πολύ και ξέσπαγε κάθε μέρα σε δάκρυα. Οι άνθρωποι την ρωτούσαν την αιτία που κλαίει και αυτή απαντούσε: “Αίμα, αίμα, αυλάκι από αίμα!”. Τότε όλοι ήταν ανήσυχοι για το τί άραγε θα συνέβαινε. Αλλά τρεις εβδομάδες αργότερα οι πολίτες της αγίας Πετρούπολης έμαθαν τί εσήμαιναν τα λόγια της. Από την ρωσική ιστορία γνωρίζουμε ότι η προσπάθεια του αξιωματικού Μίροβιτς να ελευθερώση τον αιχμάλωτο βασιλέα Ιβάν Αντώνοβιτς, που ήταν φυλακισμένος στο φρούριο Schlusselburg, απέτυχε και ο Ιβάν Αντώνοβιτς φονεύθηκε.
Η μακαρία Ξένη έλαβε από τον Θεό και το προορατικό χάρισμα. Κάποτε, το έτος 1764, ταράχτηκε πολύ και ξέσπαγε κάθε μέρα σε δάκρυα. Οι άνθρωποι την ρωτούσαν την αιτία που κλαίει και αυτή απαντούσε: “Αίμα, αίμα, αυλάκι από αίμα!”. Τότε όλοι ήταν ανήσυχοι για το τί άραγε θα συνέβαινε. Αλλά τρεις εβδομάδες αργότερα οι πολίτες της αγίας Πετρούπολης έμαθαν τί εσήμαιναν τα λόγια της. Από την ρωσική ιστορία γνωρίζουμε ότι η προσπάθεια του αξιωματικού Μίροβιτς να ελευθερώση τον αιχμάλωτο βασιλέα Ιβάν Αντώνοβιτς, που ήταν φυλακισμένος στο φρούριο Schlusselburg, απέτυχε και ο Ιβάν Αντώνοβιτς φονεύθηκε.
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ
Στις 24 Δεκεμβρίου 1761, την παραμονή της Γεννήσεως του Χριστού, η μακαρία Ξένη περιερχόταν τους δρόμους της πρωτεύουσας και έλεγε στον καθένα να κάνη τηγανίτες. Την επομένη μέρα ακούστηκε το φοβερό νέο: η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οι τηγανίτες θα ήταν για την αγρυπνία, που η προικισμένη με το προορατικό χάρισμα οσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις που εκδηλωνόταν το προορατικό χάρισμά της και περιπτώσεις βοηθειών που πρόσφερε στον λαό με το χάρισμά της αυτό, έχουμε πολλές.
Ο αγώνας των δια Χριστόν σαλών ήταν δύσκολος. Οι άγιοι μοναστικοί πατέρες και ασκητές έφυγαν από τους πειρασμούς αυτού του κόσμου στην έρημο και στα δάση και έλαβαν την αμοιβή των κόπων τους στους ουρανούς και το φωτοστέφανο της αγιότητάς τους στη γή. Όμως οι μακάριοι δια Χριστόν σαλοί δεν άφησαν τον κόσμο και με την εμφάνιση της σαλότητας έκρυβαν τους πνευματικούς αγώνες, μη θέλοντες να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους ως δίκαιους ανθρώπους, αλλά ως τρελλούς.
Ο αγώνας των δια Χριστόν σαλών ήταν δύσκολος. Οι άγιοι μοναστικοί πατέρες και ασκητές έφυγαν από τους πειρασμούς αυτού του κόσμου στην έρημο και στα δάση και έλαβαν την αμοιβή των κόπων τους στους ουρανούς και το φωτοστέφανο της αγιότητάς τους στη γή. Όμως οι μακάριοι δια Χριστόν σαλοί δεν άφησαν τον κόσμο και με την εμφάνιση της σαλότητας έκρυβαν τους πνευματικούς αγώνες, μη θέλοντες να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους ως δίκαιους ανθρώπους, αλλά ως τρελλούς.
Η δούλη του Θεού Ξένη είδε καθαρά την δυσκολία αυτού του αγώνα των κατά Χριστόν σαλών και για να προετοιμάση πνευματικώς την ψυχή της, εξαφανίστηκε από την αγία Πετρούπολη για οκτώ χρόνια. Πρέπει να υποθέσουμε ότι αυτό ήταν το πρώτο στάδιο της επί σαράντα πέντε χρόνια αφιερώσεώς της. Ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Ανδρέας είχε αξιόπιστη πληροφορία ότι η μακαρία Ξένη για την πνευματική της τελείωση εδαπάνησε αυτά τα χρόνια μεταξύ των Στάρετς προετοιμάζοντας τον εαυτό της για τον δύσκολο αγώνα των δια Χριστόν σαλών και ήταν κάτω από την πνευματική τους καθοδήγηση.
Πού ήταν οι Στάρετς; Ίσως ήταν στο Hermitage ή σ’ ένα από τα μοναστήρια που αυτόν τον καιρό είχαν Στάρετς, μαθητές του Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ύστερα από οχτώ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στην πατρίδα της, την αγία Πετρούπολη, και δεν την ξανάφησε στα άλλα τριάντα επτά χρόνια της ζωής της σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ήρθε τέλος η στιγμή που έληξαν οι αγώνες της. Η μακαρία Ξένη εγκατέλειψε τον πρόσκαιρο κόσμο και εισήλθε στον αιώνιο. Υποθέτουν ότι αναπαύθηκε μεταξύ των ετών 1806 και 1814. Δεν υπάρχει ακριβής πληροφορία σχετικά με αυτόν τον χρόνο και είναι αδύνατο να καθορίσουμε ακριβώς την χρονολογία του θανάτου της. Γνωρίζοντας την αγάπη και τον σεβασμό με τον οποίο την περιέβαλε ο κόσμος μπορούμε να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η κηδεία της είχε μεγάλη επισημότητα και ότι πολύς κόσμος θα συγκεντρώθηκε, για να της δώση τον τελευταίο χαιρετισμό.
Πού ήταν οι Στάρετς; Ίσως ήταν στο Hermitage ή σ’ ένα από τα μοναστήρια που αυτόν τον καιρό είχαν Στάρετς, μαθητές του Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ύστερα από οχτώ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στην πατρίδα της, την αγία Πετρούπολη, και δεν την ξανάφησε στα άλλα τριάντα επτά χρόνια της ζωής της σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ήρθε τέλος η στιγμή που έληξαν οι αγώνες της. Η μακαρία Ξένη εγκατέλειψε τον πρόσκαιρο κόσμο και εισήλθε στον αιώνιο. Υποθέτουν ότι αναπαύθηκε μεταξύ των ετών 1806 και 1814. Δεν υπάρχει ακριβής πληροφορία σχετικά με αυτόν τον χρόνο και είναι αδύνατο να καθορίσουμε ακριβώς την χρονολογία του θανάτου της. Γνωρίζοντας την αγάπη και τον σεβασμό με τον οποίο την περιέβαλε ο κόσμος μπορούμε να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η κηδεία της είχε μεγάλη επισημότητα και ότι πολύς κόσμος θα συγκεντρώθηκε, για να της δώση τον τελευταίο χαιρετισμό.
Αμέσως μετά την κηδεία της οι θαυμαστές άρχισαν να παίρνουν χούφτες χώμα από τον τάφο της. Ο αριθμός των προσκυνητών αύξανε κάθε μέρα. Ο σωρός του χώματος στον τάφο της συνέχεια ελαττωνόταν. Τελικά τοποθετήθηκε στον τάφο της μια πέτρινη πλάκα, αλλά και αυτήν την έσπαζαν κομμάτια και την αφαιρούσαν. Τελικά τοποθετήθηκε πάνω στον τάφο της μια πλάκα από γρανίτη με την επιγραφή που είπαμε στην αρχή και έπειτα χτίστηκε στον τάφο της ένα εκκλησάκι με τις προσφορές των πιστών. Πολλοί πιστοί άρχισαν να γράφουν στους τοίχους του ναϋδρίου διάφορα αιτήματα, ώστε αναγκάστηκαν να τον χρωματίσουν. Οι ιερείς έκαναν παννυχίδες στο ναό από νωρίς το βράδυ μέχρι αργά το πρωΐ.
Τα χέρια των αθεϊστών δεν σεβάστηκαν τον τόπο της αναπαύσεως της αγίας. Γι’ αυτό τα παράθυρα ήταν κλειστά με σανίδες και η είσοδος ήταν κλειστή, αλλά ο δρόμος προς το νεκροταφείο Σμόλενσκ ήταν πάντοτε ανοιχτός. Νέοι και γέροι πήγαιναν στο παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τα αιτήματά τους για βοήθεια και έσκυβαν στο έδαφος κοντά στον τάφο.
Και η μακαρία Ξένια τους βοηθούσε όλους.
Και η μακαρία Ξένια τους βοηθούσε όλους.
(Αναδημοσίευση από το περιοδικό “Ορθόδοξη Ζωή”, Μάρτιος 1981)
Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015
Aγία Μπριγκίτα η Θαυματουργός, η μεγάλη πνευματική μητέρα της ορθόδοξης Ιρλανδίας
Συλλογή άρθρων για την αγία Μπριγκίτα, που γιορτάζει 1 του Φλεβάρη Προέρχεται από το ιστολόγιο Ορθοδοξία, που προσφέρει - μεταξύ άλλων - πολλά στοιχεία ιδιαίτερα για τους αρχαίους αγίους της Βρετανίας και άλλων δυτικών χωρών. Ας έχουμε την ευχή τους.
Οι μεταφράσεις των αγγλικών κειμένων έγιναν από τον αδελφό, το διαχειριστή του ιστολογίου.
Από την ζωή της αγίας Brigid (Μπριγκίττα) της Ιρλανδίας
Το βιβλίο του Lismore περιέχει αυτή την ιστορία:
Η Brigid και άλλες παρθένες μαζί της πήγαν να πάρουν το μοναχικό σχήμα από τον Επίσκοπο Mel στην περιοχή Telcha Mide. Εκείνος χάρηκε πολύ που τις είδε. Από ταπεινοφροσύνη η Brigid έμεινε πίσω ώστε να είναι η τελευταία που θα της δοθεί το μοναχικό σχήμα. Μια λαμπερή στήλη φωτός φάνηκε να βγαίνει από το κεφάλι της μέχρι το ταβάνι της Εκκλησίας. Τότε ο Επίσκοπος Mel είπε: «Πλησίασε, αγία Brigid, ώστε το μοναχικό σχήμα να σου δοθεί πριν από τις άλλες παρθένες.» Και τότε με την χάρη του Αγίου Πνεύματος, οι κανόνες με τους οποίους χειροτονούταν κάποιος Επίσκοπος διαβάστηκαν μπροστά στην αγία Brigid. Ο Macaille είπε πως το αξίωμα του επισκόπου δεν μπορούσε να δοθεί σε γυναίκα. Ο Επίσκοπος Mel απάντησε: «Δεν έχω εξουσία πάνω σε αυτό το ζήτημα. Αυτό το αξίωμα δόθηκε από τον Θεό στην Brigid, ξεχωριστά από όλες τις άλλες γυναίκες». Από τότε και μετά οι άνδρες της Ιρλανδίας έδιναν τιμές επισκόπου στους διαδόχους της Brigid.
Το ποιο πιθανό είναι πως αυτή η ιστορία μας φανερώνει πως το αρχιεπισκοπικό σύστημα της Ρώμης ήταν άγνωστο στην Ιρλανδία. Τα μοναστήρια ήταν το κέντρο της Χριστιανικής ζωής στην παλιά Εκκλησία της Ιρλανδίας. Παρόλα αυτά, οι ηγούμενοι και οι ηγουμένες μπορούσαν να έχουν κάποια αξιώματα ίδια με αυτά που είχαν οι Επίσκοποι. Στοιχεία για αυτό φανερώνονται στις συνόδους και στα συμβούλια, όπως σε αυτή του Whitby, η οποία διοικούταν από την αγία Hilda. Πολλές φορές οι γυναίκες διοικούσαν διπλά μοναστήρια στα οποία ηγουμένευαν και σε άντρες και σε γυναίκες. Η Brigid σαν διαπρεπής ηγουμένη, ίσως πραγματοποιούσε κάποιες λειτουργίες ενός επισκόπου, όπως το να κηρύττει, να ακούει εξομολογήσεις (χωρίς να έχει το δικαίωμα να δώσει άφεση αμαρτιών) και να καθοδηγεί τους γειτονικούς της Χριστιανούς.
Αφού ξεκίνησε μια ζωή σαν αναχωρήτρια, η αγιοσύνη της προσέλκυσε πολλούς άλλους. Όταν ήταν γύρω στα 18, εγκαταστάθηκε με άλλα εφτά κορίτσια που είχαν τις ίδιες ιδέες με αυτήν κοντά στον λόφο Croghan προκειμένου να αφιερώσει τον εαυτό της στην υπηρεσία του Θεού. Γύρω στο 468 ακολούθησε τον άγιο Mel στο Meath.
Υπάρχουν λίγες αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με το κοινόβιο που ίδρυσε γύρω στο 470 στο Kildare (αρχικό όνομα Cill-Daire ή εκκλησία της βελανιδιάς), το πρώτο κοινόβιο στην Ιρλανδία και για τους κανόνες που ακολουθούσαν εκεί. Μέσα στο ιερό της εκκλησίας έκαιγε συνέχεια μια φλόγα. Ο Gerald της Ουαλίας (13ος αιώνας) σημειώνει πως η φλόγα διατηρούταν συνεχώς αναμμένη από 20 μοναχές του κοινοβίου. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 1220 όταν την σβήσανε. Ο Gerald σημειώνει πως η φωτιά περικυκλωνόταν από ένα κύκλο με θάμνους μέσα στον οποίο δεν επιτρεπόταν να μπει κανένας άντρας.
Γενικά πιστεύεται πως ήταν ένα διπλό μοναστήρι, στο οποίο έμεναν άντρες και γυναίκες, κάτι συνηθισμένο στην γη των Κελτών, το οποίο συχνά μετέφεραν οι Ιρλανδοί και στα περίχωρα. Είναι πιθανόν να ηγουμένευε και στις δύο κοινότητες. Εγκατέστησε σχολεία εκεί για γυναίκες και για άντρες. Μια άλλη πηγή λέει πως έβαλε έναν επίσκοπο εκεί ονόματι Conlaeth, παρότι το Βατικανό καταγράφει πως η επισκοπή του Kildare χρονολογείτε από το 519 και έπειτα.
Ο Cogitosus, ένας μοναχός του Kildare τον 8ο αιώνα, ανέπτυξε περισσότερο τον βίο της αγίας Brigid και τον μετέφρασε σε καλά Λατινικά. Αυτό το έργο είναι γνωστό σαν «Η δεύτερη ζωή», και είναι ένα εξαιρετικό δήγμα Ιρλανδικής λογοτεχνίας στα μέσα του 8ου αιώνα. Πιθανόν το ποιο ενδιαφέρον στο έργο του Cogitosus είναι η περιγραφή του Καθεδρικού του Kildare εκείνον τον καιρό: «Solo spatioso et in altum minaci proceritate porruta ac decorata pictis tabulis, tria intrinsecus habens oratoria ampla, et divisa parietibus tabulates» που σημαίνει «το τέμπλο ήταν φτιαγμένο από ξύλινα σανίδια, πλουσιοπάροχα διακοσμημένο και με όμορφα διακοσμημένες κουρτίνες.»
Πιθανόν ο γνωστός Κυλινδρικός Πύργος του Kildare να χρονολογείτε γύρω στον 6ο αιώνα.
Ακόμη και σαν παιδί η Brigid έδειχνε ιδιαίτερη αγάπη για τους φτωχούς. Όταν η μητέρα της την έστειλε να μαζέψει βούτυρο, το μοίρασε όλο. Η γενναιοδωρία της σαν ενήλικη ήταν ιστορική. Έχει καταγραφεί πως αν έδινε ένα ποτήρι νερό σε έναν διψασμένο άγνωστο, το υγρό άλλαζε και γινόταν γάλα. Όταν έστειλε κάποτε ένα βαρέλι με μπύρα σε μια Χριστιανική κοινότητα, η μπύρα έφτασε για 17 επιπλέον άτομα (ενώ το περιεχόμενο ήταν για λιγότερα). Πολλές από τις ιστορίες για αυτήν την σχετίζουν με πολλαπλασιασμούς φαγητού, μια από αυτές μας λέει πως μετέτρεψε το νερό που προοριζόταν για το μπάνιο της σε μπύρα προκειμένου να ικανοποιήσει τη δίψα ενός κληρικού που ήρθε απροειδοποίητα. Ακόμη και οι αγελάδες της έδιναν γάλα τρεις φορές την ίδια ημέρα για να έχουν γάλα για κάποιους επισκόπους που τους επισκέφτηκαν.
Η Brigid έβλεπε τις ανάγκες του σώματος και τις ανάγκες του πνεύματος μαζί. Αφοσιωνόταν στο να βελτιώσει τις πνευματικές καθώς και τις υλικές ζωές εκείνων που ήταν γύρω της, η Brigid έκανε το μοναστήρι της έναν αξιοσημείωτο οίκο μόρφωσης που περιελάμβανε ένα σχολείο τεχνών. Τα φωτισμένα χειρόγραφα που φτιάχνονταν εκεί ήταν ξακουστά, ειδικά το βιβλίο του Kildare, το οποίο ήταν γνωστό σαν ένα από τα ομορφότερα από όλα τα φωτισμένα Ιρλανδικά χειρόγραφα πριν από την εξαφάνιση του τρεις αιώνες πριν.
Κάποτε κοιμήθηκε κατά την διάρκεια μιας λειτουργίας του αγίου Πατρικίου*, όμως ο αγαθός άγιος την συγχώρεσε. Είχε ονειρευτεί, του είπε, μια γη που ήταν όλη οργωμένη και πλατιά και σπορείς με λευκά ρούχα έσπερναν καλό σπόρο. Έπειτα ήρθαν άλλοι ντυμένοι με μαύρα, οι οποίοι όργωσαν τον καλό σπόρο και έσπειραν ζιζάνια στη θέση του. Ο Πατρίκιος της είπε πως θα συμβεί το εξής: «Διδάσκαλοι με λανθασμένη διδασκαλία θα έρχονταν στην Ιρλανδία και θα ξερίζωναν όλη την καλή δουλειά που είχαν κάνει». Αυτό στενοχώρησε την Brigid, όμως διπλασίασε τις προσπάθειες της, διδάσκοντας τους ανθρώπους να προσεύχονται και να δοξάζουν τον Θεό και λέγοντας τους πως η φωτιά πάνω στο ιερό ήταν ένα σύμβολο της λάμψης του Ευαγγελίου στην καρδιά της Ιρλανδίας και δεν πρέπει ποτέ να σβήσει.
*Σύμφωνα με την παράδοση ο άγιος Πατρίκιος βάπτισε την αγία Brigid και ήταν δάσκαλος της.
Αγγλικό κείμενο εδώ (αυτό που έχουμε παραπάνω). Μετάφραση του ιστολογίου "Ορθοδοξία".
Η επιρροή της αγίας Brigit στους νέους ανθρώπους ήταν απεριόριστη, καθώς η πραότητα της έδινε δεκαπλάσια δύναμη στα λόγια της. Κάποτε, βλέποντας έναν νεαρό άντρα, έναν μαθητή του διπλανού σχολείου, να τρέχει με πολύ φόρα και με απρεπή τρόπο μπροστά σε κάποιες από τις μοναχές της, πήγε κοντά του και τον ρώτησε γιατί τρέχει με τόση βιασύνη. Εκείνος αποκρίθηκε απερίσκεπτα και με κάποιον αστεϊσμό πως έτρεχε προς τον Παράδεισο. Σε αυτό του απάντησε με ηρεμία: «Προσεύχομαι στο Θεό, αγαπητέ γιε μου, να ήμουν άξια να τρέξω μαζί σου σήμερα στο ίδιο μέρος. Σε ικετεύω να προσευχηθείς για εμένα για να με βοηθήσεις να φτάσω εκεί».
Και όταν εκείνος άκουσε αυτά τα λόγια και κοίταξε το σοβαρό καλοσυνάτο πρόσωπο της, συγκινήθηκε πολύ και της είπε με δάκρυα στα μάτια του πως σίγουρα θα προσευχόταν για εκείνη και για πολλούς άλλους και την ικέτευσε να προσφέρει τις προσευχές της για αυτόν ώστε να μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του σταθερά προς τον Παράδεισο και να φτάσει τελικά εκεί. Αυτός ο νέος άντρας, το όνομα του οποίου ήταν Ninnius, έγινε έπειτα ένας από τους ποιο τιμημένους Ιρλανδούς αγίους.
Αγγλικό κείμενο http://www.saintbrigit.org/lifeofstbrigit3.html
Γεμάτη από ουράνια έμπνευση, επιθύμησε να αφιερώσει τον εαυτό της σαν μια αγνή παρθένα στον Θεό και αναζήτησε τον ποιο άγιο επίσκοπο τον Macc Caille. Βλέποντας εκείνος την ουράνια επιθυμία της και την μετριοφροσύνη της και την μεγάλη της αγάπη για την ελεημοσύνη, τοποθέτησε ένα λευκό πέπλο και ένα ολόλευκο και καθαρό φόρεμα επάνω στην αγία κεφαλή της (το μοναχικό ένδυμα των Κελτών αναφέρεται σε διάφορες πηγές πως είχε λευκό χρώμα).
Ένα υπέροχο ποίημα αφιερωμένο στην αγία Brigid μας λέει για τα πράγματα τα οποία επιθυμούσε περισσότερο. Εάν δεν έχει γραφτεί από την ίδια την αγία, τότε σίγουρα έχει γραφτεί από κάποιον που την αγαπούσε και γνώριζε πολύ καλά την αγαθή φύση της:
Θα ευχόμουν μια μεγάλη λίμνη από ζύθο για τον Βασιλέα των Βασιλέων.
Θα ευχόμουν η οικογένεια του Παραδείσου να πίνει αιώνια.
Θα ευχόμουν οι άνθρωποι του Παραδείσου να επισκέπτονταν το σπίτι μου.
Θα ευχόμουν να τους δοθούν δοχεία γεμάτα γαλήνη.
Θα ευχόμουν να χαίρονται καθώς θα πίνουν.
Θα ευχόμουν ο Ιησούς να ήταν εδώ ανάμεσα τους.
Θα ευχόμουν οι τρεις Μαρίες να ήταν εδώ.
Θα ευχόμουν οι άνθρωποι του Παραδείσου από κάθε μεριά να ήταν εδώ.
Θα ευχόμουν να ήμουν σε ένα σπίτι που θα ανήκε στον Χριστό και να πλήρωνα σε αυτόν την διαμονή μου, έτσι όταν θα είχα κάποιο πρόβλημα θα μου έδινε μια καλή ευλογία.
Λέγεται πως ο Κύριος πρόσφερε στην Brigid οτιδήποτε ζητούσε και εκείνο που επιθυμούσε ήταν πάντα το ίδιο «να ικανοποιήσει τους φτωχούς, να εκδιώξει κάθε κακουχία και να σώσει κάθε θλιμμένο άνθρωπο». Φαίνεται πως στην αγάπη της για τους άλλους η αγία Brigid πραγματικά ξεχνούσε τον εαυτό της και άφηνε την αγάπη και την πρόνοια του Θεού να την συντηρεί.
Ένα εικονοστάσι της αγίας Brigit (Μπριγκίτα) της Ιρλανδίας (από εδώ)
Εικόνα της αγίας Brigit:
Εικονοστάσι με τον αχυρένιο σταυρό της αγίας Brigit:
Ένα Ορθόδοξο βιβλίο για παιδιά με τον βίο της αγίας Brigit:
Κελτική ευλογία για την φωτιά τη νύχτα - Σχετικά με την αποτροπή της πυρκαγιάς και τον σταυρό της αγίας Μπρίγκιτ (από εδώ)
Σβήνω την φωτιά στην εστία όπως την σβήνει η Μαρία.
Η επαγρύπνηση της αγίας Μπρίγκιτ και της Μαρίας να βρίσκονται επάνω στη φωτιά και πάνω στο πάτωμα και σε όλο το νοικοκυριό.
Ποιος στέκεται στο γρασίδι έξω; Η Μαρία που λάμπει σαν τον ήλιο και ο Υιός της.
Το στόμα του Θεού ζήτησε, ο άγγελος του Θεού μίλησε: «Άγγελοι φυλάξτε την εστία ώσπου η λαμπρή μέρα να επισκεφτεί τη φωτιά».
Αγγλικό κείμενο: από το βιβλίο «The little book of Celtic blessings» σελ. 15.
Ένα Ιρλανδικό τραγούδι για την αγία Brigit
Ένα Ιρλανδικό τραγούδι για την αγία Brigit:
Εξυμνώ την αγία Brigid
Την εξυμνούν στην Ιρλανδία
Την εξυμνούν σε όλες τις χώρες
Ας την εξυμνήσουμε όλοι μας
Η λαμπρή φλόγα του Leinster
Λάμπει σε όλη τη χώρα
Κεφαλή της Ιρλανδικής νιότης
Κεφαλή των ευσεβών γυναικών μας
Το σπίτι τον χειμώνα είναι πολύ σκοτεινό
Όμως την ημέρα της αγίας Brigid
η άνοιξη είναι κοντά σε εμάς στην Ιρλανδία.
Ένας πολύ γνωστός Ουαλός, ο Gerald Barry (Giraldus Cambrensis), ο οποίος βρισκόταν στην Ιρλανδία το 1185, έγραψε, πως βρήκε το Kildare στο Leinster να εορτάζει την ένδοξη Brigit, η εορτή ονομαζόταν «Η Φλόγα της Αγίας Brigit» η οποία αναφέρεται πως δεν έσβηνε ποτέ. Αυτή η φωτιά διατηρούταν αναμμένη μέρα και νύχτα από τις μοναχές της εποχής του και για αιώνες πριν, πόσο πριν κανείς δεν μπορεί να πει, πιθανόν από τον καιρό της αγίας και συνέχυσε να διατηρείτε αναμμένη αιώνες μετά. Τελικά την έσβησαν όταν τα μοναστήρια έκλεισαν από τον βασιλιά Ερρίκο τον όγδοο το έτος 1536. Ο Thomas Moore, σε ένα από τα τραγούδια του, αναφέρεται σε αυτό με τις ακόλουθες λέξεις: «Σαν την λαμπρή φλόγα που έλαμπε στου Kildare το Ιερό και έκαιγε μέσα στους αιώνες στο σκοτάδι και την καταιγίδα».
Να υπενθυμίσουμε εδώ πως η φλόγα που άναψε η Brigit στο Ιερό στο μοναστήρι της στο Kildare της Ιρλανδίας συμβόλιζε το φως που έφερε το Ευαγγέλιο στην Ιρλανδία και είχε δώσει εντολή να μη σβήσει ποτέ η φλόγα.
ΠΗΓΗ.ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)