Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Η ΑΓΙΑ ΑΡΓΥΡΗ (1688 -1725) Η εκ Προύσης της Μικράς Ασίας πολύαθλος νεομάρτυς της Κωνσταντινουπόλεως



site analysis


Ανάμεσα στους πολυάριθμους νεομάρτυρες που θυσίασαν τη ζωή, την ομορφιά και τη νεότητά τους για την αγάπη του Ιησού Χριστού συναριθμείται και η τιμωμένη από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 30 Απριλίου ένδοξος και πολύαθλος νεομάρτυς Αγία Αργυρή, η οποία εκοιμήθη εν Κυρίῳ ύστερα από τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστη επί δεκαέξι συναπτά έτη στις φυλακές του Χάσκιοϊ (Πικριδίου) της Κωνσταντινουπόλεως.
Η Αγία Αργυρή γεννήθηκε το 1688 στην Προύσα της μικρασιατικής Βιθυνίας. Οι γονείς της, ο Γεώργιος και η Σωσάννα, ήταν ευσεβείς και ενάρετοι και τη διαπαιδαγώγησαν με τα νάματα της χριστιανικής πίστεως. Όταν μεγάλωσε η ευσεβής και ενάρετη Αργυρή, άρχισε να διακρίνεται για τη σωματική της ωραιότητα, γεγονός που προκάλεσε την ακόλαστη σαρκική επιθυμία ενός νεαρού Τούρκου, ονόματι Χασάν, ο οποίος ήταν ο γιος του δικαστού της Προύσας. Μάλιστα το σπίτι του βρισκόταν κοντά στο σπίτι της ενάρετης και όμορφης μοναχοκόρης. Ο ερωτομανής αλλόθρησκος συνάντησε μία ημέρα την Αργυρή στον δρόμο και της αποκάλυψε το ερωτικό του πάθος. Εκείνη απομακρύνθηκε, αλλά ο νεαρός Τούρκος κυριευμένος από δυνατή ερωτική έλξη, συνέχισε να την ενοχλεί επιδιώκοντας να την πείσει να αλλαξοπιστήσει και να συνάψει μαζί του ερωτική σχέση. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να απειλήσει τους γονείς της ότι κινδυνεύει η ζωή της μονάκριβης κόρης τους, εάν δεν υποκύψει στις σαρκικές του επιθυμίες και δεν αλλαξοπιστήσει. Τα θλιβερά αυτά γεγονότα τρομοκράτησαν τους ευσεβείς γονείς, οι οποίοι έσπευσαν να την παντρέψουν με έναν χριστιανό νέο. Έτσι μετά από λίγες ημέρες ορίσθηκε ο γάμος της Αργυρής με τον ομόδοξό της. Αλλά ενώ η νεόνυμφος οδηγούνταν από τον σύζυγό της στην εκκλησία, για να τελέσει σύμφωνα με το έθιμο παράκληση, εμφανίσθηκε ο ερωτομανής αλλόθρησκος μαζί με είκοσι άλλους Τούρκους και αφού την άρπαξαν μπροστά στα μάτια των γονέων και των συγγενών της, την οδήγησαν στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι είχε υποσχεθεί να αλλαξοπιστήσει και να παντρευτεί τον νεαρό Τούρκο. Μάλιστα έξι Τούρκοι διαβεβαίωσαν γραπτώς αυτή την ανυπόστατη κατηγορία. 

Η Αργυρή διαμαρτυρήθηκε στον δικαστή, ο οποίος ήταν ο πατέρας του ερωτομανούς αλλόθρησκου, ότι πρόκειται για συκοφαντία που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Όμως μάταια προσπαθούσε η ενάρετη κόρη να πείσει τον δικαστή ότι όλη αυτή η κατηγορία εναντίον της ήταν μία σκευωρία, αφού οργισμένος ο δικαστής αποφάσισε τη φυλάκισή της. Αλλά η Αργυρή υπέμεινε τον εγκλεισμό της στη φυλακή χωρίς να φοβηθεί και να λυγίζει, αφού η αγάπη και η πίστη της στον Νυμφίο Χριστό την είχε ενισχύσει ψυχικά τόσο πολύ, ώστε υπέμεινε τη φυλάκισή της με καρτερία και γενναιοψυχία. Οι γονείς της προσπάθησαν να διασώσουν και να απελευθερώσουν την κόρη τους, ζητώντας μέσω του Μητροπολίτου Προύσης την παρέμβαση του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να μεταβούν οι ίδιοι στην Κωνσταντινούπολη και να διαμαρτυρηθούν στην τουρκική κυβέρνηση, αλλά το μόνο που κατόρθωσαν ήταν να μεταφερθεί η Αργυρή από τη φυλακή σε δωμάτιο του σπιτιού του δικαστού μέχρι να ορισθεί η δίκη σε ανώτατο δικαστήριο της Κωνσταντινουπόλεως. Όταν όμως έγινε η δίκη στην Κωνσταντινούπολη, ο δικαστής επικύρωσε τη δικαστική απόφαση του κριτού της Προύσας, σύμφωνα με την οποία ή θα αλλαξοπιστούσε η χριστιανή Αργυρή και θα παντρευόταν τον ερωτομανή Τούρκο ή θα περνούσε το υπόλοιπο της ζωής της μέσα στη φυλακή. Όμως και πάλι η ενάρετη μονάκριβη κόρη έμεινε σταθερή και αλύγιστη στην πίστη της στον Ιησού Χριστό και προτίμησε να κλεισθεί σε ισόβια δεσμά παρά να προδώσει την προσήλωσή της στον Σωτήρα και Λυτρωτή Χριστό. 

Έτσι οδηγήθηκε αλυσοδεμένη στη φυλακή του Χάσκιοϊ και μάλιστα αναγκάσθηκε να ζει ανάμεσα σε αισχρές και ανήθικες γυναίκες, στις οποίες δόθηκε η εντολή να τη βασανίζουν ανελέητα ώστε να μην αντέξει τα βασανιστήρια και έτσι να υποχρεωθεί να αλλαξοπιστήσει. Η Αργυρή υπέμεινε τα βασανιστήρια με ξεχωριστή γενναιότητα και παρά τις σκληρότατες δοκιμασίες δεν υπέκυψε, αλλά απεναντίας με τη βοήθεια της προσευχής της στον Κύριο και της νηστείας έμεινε σταθερή και ακλόνητη στην πίστη της στον Νυμφίο Χριστό. Είναι ενδεικτικό ότι ούτε η υβριστική συμπεριφορά των ανήθικων γυναικών της φυλακής, ούτε οι συνεχείς ξυλοδαρμοί και οι άλλες βιαιότητες, ούτε οι πειρασμοί που δέχθηκε μέσα στη φυλακή, έκαμψαν το αγωνιστικό φρόνημα της πολυάθλου μάρτυρος του Χριστού, η οποία με πολλή χαρά και καρτερία υπέμεινε τα βασανιστήρια για την αγάπη του Χριστού και τη δόξα του πάντιμου ονόματός Του. Ήταν τόσο μεγάλη η χαρά και η ευχαρίστησή της μέσα στη φυλακή, ώστε τη θεωρούσε βασιλικό παλάτι και πνευματική παλαίστρα που την οδηγούσε στην αιώνια χαρά της Βασιλείας των Ουρανών. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι αρνήθηκε ακόμη και την πρόταση του χριστιανού Μανώλη Κιουρτζίμπαση να την απελευθερώσει από τα ισόβια δεσμά της φυλακής. Όμως οι κακουχίες σε συνδυασμό και με την πνευματική της άσκηση είχαν οδηγήσει στην εξασθένηση των σωματικών της δυνάμεων. Έτσι όταν κατάλαβε ότι πλησίαζε το τέλος της επίγειας βιοτής της, θέλησε να ενωθεί με τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων. Η επιθυμία της αυτή πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια ενός ηλικιωμένου φυλακισμένου, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να κινείται με περισσότερη ελευθερία. Η πολύαθλος Αργυρή αποκάλυψε την επιθυμία της στον γέροντα, ο οποίος κατόπιν βρήκε τον προϊστάμενο της εκκλησίας της φυλακής και τον ενημέρωσε σχετικά. Τότε ο ιερέας έβαλε μέσα σε μία σταφίδα το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου και την έδωσε στον γέροντα. Αυτός στη συνέχεια μετέφερε τη σταφίδα με τα Άχραντα Μυστήρια στην αλυσοδεμένη Αργυρή και αφού η ένδοξος και πολύαθλος νεομάρτυς του Χριστού προσευχήθηκε και κοινώνησε, παρέδωσε την πάναγνη ψυχή της στον δικαιοκρίτη Κύριο. Έτσι μετά από τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστη επί δεκαέξι συναπτά έτη, έλαβε τον αμάραντο στέφανο της αγιότητος και της δικαιοσύνης. 

Μετά από την προς Κύριον εκδημία της, το πολυβασανισμένο σώμα της ενταφιάσθηκε στο περιώνυμο Αρχοντικό Νεκροταφείο, το οποίο βρίσκεται στον περίβολο του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής στο Χάσκιοϊ (Πικρίδιο) της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος στην πρώτη του μορφή χρονολογείται από τον 15ο αιώνα, ενώ ο νέος ναός ανοικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1724 -1752 και ανακαινίσθηκε το 1833. Μετά από τρία έτη πραγματοποιήθηκε η ανακομιδή του ιερού σκηνώματός της, το οποίο βρέθηκε ακέραιο και ευωδιάζον. Μάλιστα ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Παΐσιος Β΄, ο οποίος έμεινε εκστατικός από την αφθαρσία και την ευωδία του ιερού σκηνώματος της Αγίας Αργυρής, αποφάσισε την εναπόθεσή του σε ιδιαίτερη λάρνακα, ενώ με απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου ορίσθηκε η μνήμη της να εορτάζεται κατ’ έτος πανηγυρικά στις 30 Απριλίου με την τέλεση Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας και με τη λιτάνευση του ιερού της λειψάνου. Ο Πατριάρχης Παΐσιος Β΄ φρόντισε μάλιστα αμέσως μετά την ανακομιδή του ιερού της σκηνώματος στο να ενταχθεί επισήμως η Αγία νεομάρτυς Αργυρή στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αφού οι εκδηλώσεις των χριστιανών προς τιμήν της ήταν ιδιαίτερα πληθωρικές. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η περίπτωση μίας ευλαβούς χριστιανής, η οποία αφού προσκύνησε τη λάρνακα, θέλησε να λάβει για ευλογία ένα δάκτυλο από το χέρι της Αγίας. Η ασεβής ενέργειά της είχε ως συνέπεια να θαμπώσουν τα μάτια της και να μην βλέπει απολύτως τίποτα. Στη συνέχεια αφού ομολόγησε την αμαρτία της και ζήτησε συγχώρηση, επέστρεψε το δάκτυλο από το χέρι της Αγίας και αφού έμεινε για σαράντα ημέρες κοντά στη λάρνακα προσευχόμενη και νηστεύοντας, θεραπεύθηκε και τότε επέστρεψε υγιής στο σπίτι της. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1955 το ακέφαλο ιερό σκήνωμα της Αγίας Αργυρής φυλασσόταν μέσα σε ξύλινη λάρνακα στο αριστερό κλίτος του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής Χάσκιοϊ (Πικριδίου), αφού η τιμία κάρα της είχε αφαιρεθεί από Ρώσο μοναχό κατά την ημέρα της ανακομιδής και μεταφέρθηκε στη Ρωσία, όπου και εορτάζεται η μνήμη της. Όμως κατά τη διάρκεια των θλιβερών γεγονότων τον Σεπτέμβριο του 1955, όπου ο τουρκικός όχλος εισέβαλε στον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής, αλλά και σε άλλους ναούς της Κωνσταντινουπόλεως λεηλατώντας και καταστρέφοντας, αποτεφρώθηκε μαζί με τη λάρνακα και το ιερό σκήνωμα της Αγίας Αργυρής. Διασώθηκε μόνο τμήμα από την αριστερή χείρα της, το οποίο φυλάσσεται στον αναστηλωμένο πλέον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής, όπου κάθε χρόνο στις 30 Απριλίου, ημέρα της προς Κύριον εκδημίας της Αγίας νεομάρτυρος Αργυρής, τιμάται πανηγυρικά η μνήμη της. 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί η χρονολογική ανακρίβεια και σύγχυση που επικρατεί αναφορικά με την ημερομηνία τελευτής της εκ Προύσης της μικρασιατικής Βιθυνίας και εν Πικριδίῳ της Κωνσταντινουπόλεως αθλησάσης Αγίας ενδόξου νεομάρτυρος Αργυρής. Ο λόγιος Σκοπελίτης μοναχός Καισάριος Δαπόντες (1713-1784), ο οποίος συνέταξε το Μαρτύριο της Αγίας που εμπεριέχεται στο Νέο Μαρτυρολόγιο του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, αλλά και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνστάντιος Α΄ ο από Σιναίου αναφέρουν ως ημερομηνία τελευτής της Αγίας την 30η Απριλίου του 1725. Την ίδια ημερομηνία αναφέρουν ο εκ Πικριδίου δικηγόρος Φίλιππος Φιλιππίδης στη θρησκευτική, ιστορική και εποικοδομητική πραγματεία του «Η Νεομάρτυς Αργυρή 1688 -1721», καθώς και ο Ιωάννης Περαντώνης στο «Λεξικό των Νεομαρτύρων», αλλά όχι ως ημερομηνία τελευτής, αλλά ως ημερομηνία ανακομιδής των λειψάνων της Αγίας. Ως ημερομηνία της προς Κύριον εκδημίας της αναφέρουν οι Φίλιππος Φιλιππίδης και Ιωάννης Περαντώνης την 5η Απριλίου του 1721. Ιστορικά τεκμηριωμένη και ορθή θεωρείται η χρονολογία της 30ης Απριλίου 1725 ως ημέρας τελευτής της Αγίας, αφού η ανακομιδή των ιερών της λειψάνων έγινε επί των ημερών του Πατριάρχου Παϊσίου Β΄, ο οποίος εξελέγη Πατριάρχης το έτος 1726. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του Φιλίππου Φιλιππίδου στην πραγματεία του περί της Αγίας ότι η ανακομιδή των λειψάνων της πραγματοποιήθηκε στις 30 Απριλίου 1725 με την παρουσία του Πατριάρχου Παϊσίου Β΄. Επιπλέον ο συγγράψας το μαρτύριο της Αγίας, λόγιος μοναχός Καισάριος Δαπόντες, ήταν εν ζωή το 1725, γεγονός που επιβεβαιώνει την ορθότητα της χρονολογίας της 30ης Απριλίου 1725, ως ημερομηνίας της προς Κύριον εκδημίας της ενδόξου και πολυάθλου νεομάρτυρος Αγίας Αργυρής. 

  

Η πρώτη ασματική ακολουθία προς τιμήν της Αγίας εποιήθη από ανώνυμους λογίους κληρικούς και ιεροψάλτες κατ’ εντολήν του Οικουμενικού Πατριάρχου Παϊσίου Β΄, ο οποίος παρέστη στην ανακομιδή του αφθάρτου και ευωδιάζοντος ιερού σκηνώματός της και εισηγήθηκε την επίσημη ένταξή της στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η ακολουθία αυτή εξεδόθη το 1912 στην Κωνσταντινούπολη με δαπάνη του δικηγόρου Φιλίππου Φιλιππίδου, επανεκδόθη δε το 1997 από τις Εκδόσεις Επέκταση και με την επιμέλεια του εκ Πικριδίου της Κωνσταντινουπόλεως Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου π. Γεωργίου Τσέτση. Η πρώτη συνταχθείσα ακολουθία της Αγίας Αργυρής μαζί και με την ποιηθείσα προς τιμήν της ακολουθία υπό του αοιδίμου χαρισματικού Υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Γερασίμου Μοναχού του Μικραγιαννανίτου συμπεριελήφθησαν στο εκδοθέν το έτος 2007 βιβλίο «Η Νεομάρτυς Αγία Αργυρή», το οποίο επιμελήθηκε η εκ Πύργων Θερμής Λέσβου εκλεκτή φιλόλογος, πεζογράφος και ποιήτρια, αλλά και διατελέσασα Λυκειάρχης κ. Χρυσούλα Χατζηγιαννιού. Η ευσεβής αυτή φιλόλογος από ευλάβεια προς την πολύαθλο νεομάρτυρα Αγία Αργυρή ζήτησε από τον Ιερομόναχο Αθανάσιο τον Σιμωνοπετρίτη, Υμνογράφο της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, τη σύνταξη Παρακλητικού Κανόνος προς τιμήν της Αγίας, ο οποίος εγκρίθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος το 2004 και παρατίθεται στο σχετικό βιβλίο της. Η ευλάβεια της κ. Χρυσούλας Χατζηγιαννιού, αλλά και της αδελφής της, Ειρήνης, στο πρόσωπο της Αγίας ενδόξου νεομάρτυρος Αργυρής οδήγησε και στην ανέγερση με δική τους δαπάνη παρεκκλησίου επ’ ονόματι της Αγίας στο παραθαλάσσιο χωριό Παναγιούδα της Λέσβου. Το νεόδμητο παρεκκλήσιο εγκαινιάσθηκε με την πρέπουσα εκκλησιαστική λαμπρότητα το Σάββατο 2 Αυγούστου 2003 υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτιλήνης, Ερεσσού και Πλωμαρίου κ. Ιακώβου Γ΄ και αφιερώθηκε στον ανεγερθέντα το 1896 Ιερό Ενοριακό Ναό του Γενεσίου Θεοτόκου Παναγιούδας. Στο παρεκκλήσιο της Αγίας Αργυρής έχει φιλοτεχνηθεί τοιχογραφία της Αγίας που ιστορήθηκε κατόπιν επιθυμίας και υπόδειξης της ίδιας της νεομάρτυρος, η οποία παρουσιάσθηκε κατ’ όναρ στον εφημέριο του χωριού Παναγιούδα, π. Θεολόγο Σακαλή, και του ζήτησε να αγιογραφηθεί η εικόνα της κρατώντας στο χέρι της δύο στεφάνια γάμου, όπως και έγινε. Ναός επ' ονόματι της Αγίας νεομάρτυρος Αργυρής υπάρχει και στην Κρήτη και συγκεκριμένα στο χωριό Κάινα Αποκορώνου Χανίων, ο οποίος ανεγέρθηκε με δαπάνη της Άννας Νικολουδάκη εις μνήμην της αδελφής της Αργυρώς.  


Στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, όπου επικρατεί η διαφθορά και αναζητούνται πρότυπα εναρέτου χριστιανικού βίου, προβάλλει η ένδοξος και πολύαθλος νεομάρτυς του Χριστού Αγία Αργυρή ως ολόλαμπρο παράδειγμα αρετής και αγνότητος, αλλά και ως πνευματικός οδοδείκτης που θα διδάσκει, θα εμπνέει και θα καθοδηγεί τους σημερινούς Έλληνες με την ακλόνητη και σταθερή της πίστη στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος 
Εκπαιδευτικός 

   

Βιβλιογραφία 

* Ασματική Ακολουθία της Αγίας νεομάρτυρος Αργυρής της εν Πικριδίῳ Κωνσταντινουπόλεως, Εκδόσεις Επέκταση, 1997. 

* Δαπόντε Καισαρίου, Μαρτύριον Αγίας Αργυρής, Νέον Μαρτυρολόγιον, Εκδοτικός Οίκος «Αστήρ», Δ΄ Έκδοσις, Αθήναι 1993. 

* Φιλιππίδου Φιλίππου Στεφ., Η Νεομάρτυς Αργυρή (1688 -1721), Εν Κωνσταντινουπόλει, 1912. 

* Χατζηγιαννιού Χρυσούλας Παν., Η Νεομάρτυς Αγία Αργυρή, Αθήναι 2007. 

Εικόνες

[1] Τοιχογραφία της Αγίας ενδόξου νεομάρτυρος Αργυρής στον ομώνυμο Ιερό Ναό στο χωριό Παναγιούδα της Λέσβου. Ιστορήθηκε καθ’ υπόδειξη της ίδιας της Αγίας.

[2] Παλαιά φορητή εικόνα της Αγίας νεομάρτυρος Αργυρής. Ανήκει σε ιδιωτική συλλογή.

[3] Φορητή εικόνα της Αγίας Αργυρής δια χειρός Σώζοντος Γιαννούδη στον Ιερό Ναό Αγίου Ανδρέου Δήμου Αγίας Παρασκευής Αττικής.

[4] Ο τάφος της Αγίας Αργυρής. Κατά την εκσκαφή του τάφου της μετά από τρία έτη από την προς Κύριον εκδημία της βρέθηκε το ιερό σκήνωμα ακέραιο και ευωδιάζον.

[6] Η εκ Προύσης της Μικράς Ασίας και εν Κωνσταντινουπόλει αθλήσασα Αγία νεομάρτυς Αργυρή. Φορητή εικόνα του Αγιογραφικού Οίκου Κατερίνης "Μελέτιος ο Υμνωδός".

[7] Ο Ιερός Ναός της Αγίας Αργυρής Παναγιούδας Λέσβου.

[8] Το παρεκκλήσιο της Αγίας Αργυρής στο χωριό Παναγιούδα Λέσβου ανεγέρθηκε με δαπάνη των αδελφών Ειρήνης και Χρυσούλας Χατζηγιαννιού και εγκαινιάσθηκε στις 2 Αυγούστου 2003.

[9] Το εσωτερικό του Ιερού Ναού Αγίας Αργυρής Παναγιούδας Λέσβου.

[10] Η πρόσοψη του Ιερού Ναού Αγίας Αργυρής Παναγιούδας Λέσβου.

[11] Η λειψανοθήκη της Αγίας νεομάρτυρος Αργυρής στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Πικριδίου (Χάσκιοϊ).

[12] Ο ιστορικός Ιερός Ναός της Αγίας Παρασκευής στο Πικρίδιο (Χάσκιοϊ) της Κωνσταντινουπόλεως. Στον περίβολο του ναού ενταφιάσθηκε η Αγία νεομάρτυς Αργυρή. www.tatavla.org

[13] Άποψη από το εσωτερικό του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής Πικριδίου (Χάσκιοϊ), όπου κατ' έτος στις 30 Απριλίου τιμάται πανηγυρικά η μνήμη της Αγίας Αργυρής. www.tatavla.org

[14] Ο τάφος της Αγίας Αργυρής στον περίβολο του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Πικριδίου (Χάσκιοϊ). www.tatavla.org

[15] Τοιχογραφία της Αγίας Αργυρής δια χειρός Γεωργίου Κτιστάκη στον Ιερό Ναό Αγίας Ειρήνης Γαλατσίου Αθηνών. Αποτελεί αφιέρωμα των αδελφών Χρυσούλας και Ειρήνης Χατζηγιαννιού.

Δευτέρα 27 Απριλίου 2015

ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΜΑΜΑΣ



site analysis



Η ιστορία αυτής της φωτογραφίας πονά και συγκλονίζει. 
Είναι η απώλεια της μητέρας, είναι ο πόνος του αποχωρισμού. 
Είναι μια πραγματική ιστορία μέσα από τα μάτια ενός παιδιού… 
Το κοριτσάκι αυτό έχασε τη μητέρα του στον πόλεμο. 

Πήγε στο ορφανοτροφείο για να μπορέσει να επιβιώσει. 
Στην αυλή του ορφανοτροφείου ζωγράφισε τη μητέρα της με κιμωλία και κουλουριάστηκε στην αγκαλιά της, όπως όταν ήταν έμβρυο. 
Έβγαλε τα παπούτσια της, σαν να πατούσε κάτι ιερό, 
αποδεικνύοντας ότι η αγάπη είναι ο πιο ιερός μας τόπος.

Το μήνυμα που περνάει η φωτογραφία σε όλο τον κόσμο: 
Κανένα παιδί να μη βιώσει τον πόλεμο και τις απώλειες του από εδώ και πέρα.
                                             Πηγή: http://www.newsbomb.gr

Η μοναχή Μόνικα, ο πνευματικός της Καλύμνου.



site analysis







Έφερε πάντα πολύτιμο περιδέραιο την διάκριση, την σιωπή και το ακατάκριτο. Διαμάντια πιο λαμπερά και από τον φωστήρα της ημέρας. Την γνώρισα στα μέσα του ’50. Ερχότανε στην Πάτμο στον γέροντα Αμφιλόχιο όσο το γήρας της το επέτρεπε και γιόρταζε κοντά του το Πάσχα το καινό. Τα χρόνια εκείνα ήταν ο Ευαγγελισμός η πόλις Ιερουσαλήμ. Εκεί ανέβαιναν αι φυλαί, φυλαί Κυρίου να γιορτάσουν Πάσχα Κυρίου. Ήταν υψίκορμη και λιπόσαρκη σαν δούγα παλαιού ξύλινου βαρελιού. Όταν κάποτε νοσηλεύθηκε σε θεραπευτήριο των Αθηνών, οι φοιτητές ρώτησαν τον γιο της, καθηγητή της Παιδιατρικής :

-           Η μητέρα σας δεν έφαγε ποτέ μια μπριζόλα;
Ερχότανε στον ναό της Βαγγελίστρας μαζί με την αδελφή που άναπτε τις κανδήλες. Καθότανε στο στασίδι, με το μακροφούστανο και το μαντήλι μέχρι την μύτη, τόσο ήσυχα, που δεν έδειχνε μέσα στο μισοσκόταδο πως υπάρχει παρουσία ζωντανού ανθρώπου. Ήταν σαν κάποια αδελφή να κρέμασε το ράσο της στο θρονί. Είτε έμπαιναν είτε έβγαιναν από την εκκλησία, ούτε σήκωνε το κεφάλι ούτε το έστρεφε. Ρώτησα:
-           Αυτή η γριά δεν βλέπει, δεν ακούει;
-           Και βλέπει και ακούει, αλλά συνεχώς προσεύχεται.

Μου θύμιζε την μάννα του Σαμουήλ , όταν πήγαινε στο ναό να προσευχηθή και ο γιος του ιερέα Ηλεί την πρόσεξε και είπε στον πατέρα του: «Μια γυναίκα ίσταται στον ναό και μαίνεται».

Καθόμουνα απέναντί της .Η μόνη κίνηση που έκανε ήταν να σκουπίζη τα δάκρυά της, τα ασίγητα και αθόρυβα, με το άσπρο της μαντήλι. Περισσότερο έστρεφα την προσοχή μου στην γερόντισσα Μόνικα παρά στο τέμπλο της εκκλησιάς.
Όταν απαντούσε στις ερωτήσεις του Γέροντα, μιλούσε τόσο στοχαστικά, σαν να έβγαινε η φωνή της μέσα από τους παλαιούς αιώνες. Αν ήταν άνδρας, θα μου θύμιζε τον παλαιό των ημερών. Ο λόγος της ήταν τόσο μετρημένος σαν ρήση ευαγγελική.

Εκεί όμως που εγνώρισα τον άνθρωπο αυτόν πρόσωπο με πρόσωπο ήταν στο τέλος της δεκαετίας του ’60. Τότε έζησα από κοντά τον άνθρωπο των δακρύων και της καρδιακής προσευχής και έμαθα την ιστορία της ζωής της.

Ο σύζυγός της Γεράσιμος Ζερβός ήταν πάντα «ο πατέρας» και για την σύζυγο και για τα παιδιά. Οσάκις έλεγε «ο πατέρας μας» , αρκετό καιρό υπελάμβανα την πατέρα της, αλλ’ αργότερα εννόησα ότι επρόκειτο περί του συζύγου. Εργαζόταν στις Ινδίες, στις αγγλικές επιχειρήσεις εξορύξεως πολύτιμων μετάλλων. Σε μία από τις επισκέψεις του στον οίκο του πατρός του εγνώρισε την Άννα και ηράσθη του αληθινού κάλλους της ψυχής της. Την ζήτησε εις γάμου κοινωνίαν . Έπασχε όμως από μυοκαρδίτιδα. Του λέει:
-           Δεν μπορώ να σταθώ όρθια. Πώς θα γίνη ο γάμος;

Και υπανδρεύθη καθιστή. Τον ακολούθησε στην Ινδία και έφερε στον κόσμο πέντε παιδιά. Έπειτα από λίγα χρόνια εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα , ίσως για τις σπουδές των παιδιών. Τα δύο, την Φανή και τον Τζον, τα έχασε εφήβους από κάποια λιμώδη νόσο της εποχής εκείνης. Ο Τζον έγινε ουρανοβάμων προτού γίνη άνδρας. Δεκαέξι ετών ήταν ψάλτης αριστερός στον Άγιο Γεώργιο Καρύτση. Υπέμεινε την αρρώστια με μαρτυρική υπομονή. Τα τελευταία λόγια του στην αγία μάννα του ήταν:
-           Θα λυπηθώ πολύ, όταν φορέσης μαύρα και κλάψης. Εγώ είδα τον Χριστό και μου είπε: «Έρχου γρήγορα∙ σε περιμένω».
Εκεί στην Αθήνα η κυρία Άννα εδέχετο όλη την ημέρα όχι μόνον πονεμένους, αλλά και κληρικούς. Έτσι γνωρίστηκε με τον πατέρα Σάββα και τον βοήθησε , μαζί με τον σύζυγό της, να εγκατασταθή στο νησί και σήμερα είναι ο προστάτης της Καλύμνου και των κήπων του ανατολικού Αιγαίου το εγκαλλώπισμα. Ο προϊστάμενος της Ζωής πατήρ Σεραφείμ Παπακώστας ήταν από τους πιο τακτικούς επισκέπτες. Ο γιος της ο παιδίατρος της έλεγε:
-           Μάννα , εσύ έχεις περισσότερους επισκέπτες από μένα.
Κάτω από το προσκέφαλό της είχε τρία βιβλία: τον Ιωάννη της Κλίμακος, τον Νείλο τον Σιναΐτη και τον αββά Ισαάκ. Αυτούς μελετούσε μέρα και νύχτα. Προτιμούσε την ανάγνωση από το κείμενο.
-           Καλύτερα – έλεγε- να διαβάσω μια σελίδα κείμενο παρά δέκα ερμηνεία. Στο κείμενο βρίσκεται το πνεύμα του Πατρός. Στην ερμηνεία έχει εξατμισθή το πνεύμα του και επικρατεί του ερμηνευτού.
Στους προσερχομένους πάντα απαντούσε από τους Πατέρες : «Αυτό μας λέγει ο αββάς Ισαάκ Ιωάννης, αυτό ο Νείλος και αυτό ο Ισαάκ». Ποτέ δεν έκλωθε δικά της λόγια. Έτσι, κανένας δεν αντέλεγε στις νουθεσίες της. Όλοι ευχαριστημένοι έφευγαν από την εξαγόρευση και την πατερική νουθεσία.

Είχε φοβερή υπομονή να ακροάζεται τους πειρασμούς , τον πόνο και την θλίψη των άλλων. Η νύφη της ερχόταν κάθε πρωί και μιλούσε επιθετικά εις βάρος του γιού της. Έπειτα από δίωρη ακρόαση αναπάντητη , της έλεγε:
-           Πήγαινε τώρα να ετοιμάσης φαγητό, γιατί τα παιδιά θα επιστρέψουν από το σχολείο.
-           Δεν στενοχωριέστε για όσα λέγει;
-           Καθόλου. Μόνον για την ψυχή της θλίβομαι.
Είχε τόση διάκριση, που ακουμπούσε στις ψυχές αυτό που μπορούσαν να βαστάξουν.
 Κανένας δεν έφευγε ούτε βαρυφορτωμένος ούτε ξεφόρτωτος. Το στόμα της ήτανε χρυσό. Ούτε αστεϊσμούς ούτε σαπρούς λόγους έλεγε ούτε κατάκριση εξήρχετο. Αυτά είναι τα στόματα των Αγίων.
Στην προσευχή – όπως μου ωμολόγησε η θεία μου μοναχή Θεοκτίστη και όπως και εγώ είδα και μαρτυρώ- συνεχώς έτρεχαν τα μάτια της αστείρευτη πηγή.
-           Πού , Γρηγόριέ μου –μου έλεγε η θεία μου μοναχή –βρίσκονταν τόσα δάκρυα; Εσπερινό κάναμε; Απόδειπνο διαβάζαμε; Όρθρο ψάλλαμε; Ώρες λέγαμε; Οι βρύσες των ομματιών της έτρεχαν.

Στην νοερά προσευχή η στάση της ήταν ουράνια. Μοναχός Πάτμιος, Αντίπας το όνομα, της είχε προσφέρει το επίτομο βιβλίο της Φιλοκαλίας των αγίων Πατέρων, το οποίο μελέτησε πολύ καλά.
Αλλά και ο Γεράσιμος καθόλου δεν υστερούσε στα πνευματικά της «μητέρας»- συζύγου του. Φαίνεται από πολύ νωρίς είχε συναναστραφή με πνευματικούς άνδρες. 

Είχε πολλά ωφεληθή και πολλά σπουδάσει. Αυτός πρέπει να βοήθησε την Άννα να προαχθή στα πνευματικά γυμνάσματα. Στον οίκο του στην Κάλυμνο είχε δωμάτιο με τους τέσσερις τοίχους γεμάτους βιβλία. Το δωμάτιο αυτό το έλεγαν «παπαδικό». Στους επισκέπτες έλεγε:
-           Περάστε να σας δείξω τα χόμπι της ζωής μου. Από ΄δω είναι τα «τσιγάρα» μου. Από ‘κει τα «ποτά» μου. Και πιο ‘κει τα «γλυκά» μου.
Κάθε βράδυ περιήρχετο το λιμάνι μήπως βρη κάποιον άστεγο επισκέπτη του νησιού να φιλοξενήση στο σπίτι του. Αν επέστρεφε με επισκέπτη, έλεγε στην Άννα:
-           Έφερα τον Χριστό.
Αν δεν λάχαινε κανένας άστεγος, γύριζε λυπημένος.
-           Χάσαμε , μητέρα, σήμερα.
Στο τέλος του προσεβλήθη από την επάρατο νόσο του καρκίνου. Δάγκωνε τα σίδερα του κρεβατιού να μη φανή ο πόνος του ούτε στους ανθρώπους ούτε στους Αγγέλους.

Η σύζυγός του, μετά την χηρεία, εκάρη ,μοναχή από τον γέροντα Αμφιλόχιο με το όνομα Μόνικα. Της ζήτησα κάποτε το βιβλίο του αββά Νείλου. Μου είπε:
-           Μετά την κοίμησή μου να είναι δικό σου. Τώρα όμως δεν μπορώ να το αποχωριστώ, γιατί ό όσιος Νείλος με τέρπει. Ο Σιναΐτης με οικοδομεί και όλα τα λαμπικάρει στην καρδιά μου ο Ισαάκ ο Σύρος.

Εκοιμήθη ενενήντα ετών η καρδιοπαθής και αδύνατη σαν την καλαμιά του ξηροπόταμου.

Αυτά έζησα και ενθυμούμαι και τα καταθέτω. Ξεύρω ότι είναι φτωχά και λίγα. Ας έχω την συμπάθειά της και τις πρεσβείες της μαζί μου.


Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Ιερά Μονή Δοχειαρίου , Άγιον Όρος

Γραφικές Τέχνες – Εκδόσεις: «Το Παλίμψηστον


Κυριακή 26 Απριλίου 2015

"ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑΙ"



site analysis




"ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑΙ"

Του θεολογου κ. Ανδρέα Κυριακού
=====

“Γυναίκες ευαγγελίστριαι”. Έτσι αποκαλεί τις Μυροφόρες γυναίκες ο Υμνογράφος. Και δεν έχει άδικο διότι αυτές έφεραν τα «χαράς ευαγγέλια της αναστάσεως Χριστού» στους φοβισμένους μαθητές του Χριστού. Πόσες ήταν οι μυροφόρες δεν γνωρίζουμε επακριβώς. Αυτό που ξέρουμε όμως, πέραν πάσης αμφιβολίας, είναι το θάρρος τους κι η αποφασιστικότητά τους να τιμήσουν το Διδάσκαλο μετά το θάνατο και την ταφή του. Αυτό το θάρρος φάνηκε και προηγουμένως, όταν στάθηκαν κάτω από το σταυρό του Χριστού, ενώ  οι μαθητές, με εξαίρεση τον Ιωάννη το Θεολόγο, «έστησαν μακρόθεν».Και μάλιστα μόλις τέλειωσε το Σάββατο, δηλαδή μόλις έδυσε ο ήλιος, αγόρασαν αρώματα, με σκοπό να επισκεφθούν τον τάφο του Χριστού. Ένα γεγονός, όμως, μπερδεύει τους αναγνώστες των ιερών ευαγγελίων. Δύο  ευαγγελιστές (Λουκ. κδ΄4, Ιωάν. κ΄12) αναφέρουν ότι οι Μυροφόρες είδαν δύο αγγέλους. Άλλοι σημειώνουν ότι είδαν ένα άγγελο (Ματθ. κη΄5, Μάρκ. ιστ΄5). Δεν πρόκειται περί καθαρής αντιφάσεως. 

Ας παρακολουθήσουμε τον Άγιο Θεοφάνη τον Έγκλειστο (που έζησε στη Ρωσία το 19ο αιώνα) και θα αντιληφθούμε τι ακριβώς συνέβη. Οι Μυροφόρες ήταν μια ομάδα γυναικών που έμεναν σε διάφορα σπίτια στην Ιερουσαλήμ. Συμφώνησαν να πάνε «λίαν πρωί» στον τάφο του Χριστού. Τότε δεν υπήρχαν ρολόγια για να συντονιστούν, όπως κάνουμε σήμερα. Άρα έφτασαν στο κενό μνημείο σε διαφορετικές ώρες. Άλλες συνάντησαν δύο αγγέλους, ενώ άλλες ένα άγγελο. Έτσι η αντίφαση, μας φανερώνει ο Άγιος, είναι απλώς φαινομενική. 

Ένα άλλο θέμα που προκύπτει από την εξιστόρηση της αναστάσεως του Χριστού είναι, ποιο πρόσωπο είδε πρώτο τον αναστάντα Χριστό. Τα ευαγγέλια δεν μας ξεκαθαρίζουν με απόλυτη ακρίβεια το ζήτημα. Όμως η Παράδοση της Εκκλησίας μαρτυρεί ότι το πρόσωπο αυτό είναι η Θεοτόκος. Ερωτά ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: Ποιο πρόσωπο υπέστη τον μεγαλύτερο πόνο κατά τη σταύρωση του Χριστού; Η μητέρα του ασφαλώς. Άρα αυτή έπρεπε να γευτεί και πρώτη τη χαρά της αναστάσεως του Υιού της. Γιατί όμως δεν μας το λένε οι ιεροί ευαγγελιστές; Διότι η μαρτυρία μιας μάνας δεν πιάνει όσο η μαρτυρία προσώπων που δεν έχουν καμμιά συγγένεια με το υπό εξέτασιν πρόσωπο, εν προκειμένω τον αναστάντα Χριστό. Γι’ αυτό ακούμε στην αναστάσιμη υμνολογία, που εκφράζει την Παράδοση, μας ξεκαθαρίζει το θέμα «ο άγγελος εβόα τη Κεχαριτωμένη αγνή Παρθένε χαίρε…ο σος Υιός ανέστη…». Γι’ αυτό βλέπουμε στις εικόνες τη Θεοτόκο δίπλα στον κενό ταφό του Χριστού.
ΠΗΓΗ.PANAYIOTISTELEVANTOS

Αφιέρωμα στις Μυροφόρες



site analysis



















ΠΗΓΗ.ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΕΣ-ΜΕΛΕΤΕΣ

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΕΛΙΣΑΒΕΤ Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ (24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)



site analysis


 
















Η οσία Ελισάβετ από μικρή ακολούθησε την ασκητική ζωή και έλαβε από τον Χριστό τη χάρη των ιαμάτων. Γι᾽αυτό και θεράπευσε όλων των ειδών τα  νοσήματα. Η γέννησή της φανερώθηκε με θεία αποκάλυψη και προαγγέλθηκε ότι θα γίνει σκεύος εκλογής του Θεού. Φορούσε ένα χιτώνα μόνον και έγινε σκληρή στο κρύο και στον παγετό. Δεν έπλυνε το σώμα της ποτέ με νερό και σαράντα ημέρες έζησε χωρίς καθόλου να φάει. Για τρία χρόνια είχε τον νου της μόνον προς τον Θεό, ενώ με τους σωματικούς οφθαλμούς της δεν είδε καθόλου το κάλλος ή το μέγεθος του ουρανού. Ένα τεράστιο φοβερό φίδι το θανάτωσε με την προσευχή της και για πολλά χρόνια δεν γεύτηκε καθόλου λάδι. Υποδήματα στα πόδια της δεν απέκτησε. Λάμποντας λοιπόν με όλα αυτά τα κατορθώματα, αναπαύτηκε εν Κυρίω, συνεχίζοντας να παρέχει μέχρι σήμερα τη χάρη των πολλών θαυμάτων της σ᾽αυτούς που προσέρχονται σ᾽αυτήν με πίστη. Διότι το χώμα που λαμβάνει κανείς από τη σορό της θεραπεύει κάθε νόσο᾽.

Αποκτά μεγάλη επικαιρότητα η οσία Ελισάβετ η θαυματουργός κυρίως από το γεγονός ότι ολόκληρη η ζωή της υπήρξε – και συνεχίζει εν χάριτι να είναι – μία εξαιρετική παρουσία συμπαθείας προς τον κόσμο. Ιδιαιτέρως σήμερα που λόγω της πολλαπλής κρίσεως που βιώνουμε ένα μεγάλο ποσοστό των συνανθρώπων μας ζει μέσα στη θλίψη και τη στενοχώρια, έρχεται η οσία ως κατεξοχήν προστάτις των εν θλίψεσι ανθρώπων να δώσει εκείνη τη χάρη που βοηθά στην υπέρβαση της θλίψης και την απόκτηση της αληθινής χαράς. Ο άγιος υμνογράφος της Εκκλησίας μας αυτό ακριβώς καταγράφει ήδη από την αρχή των ύμνων που αφιερώνει στην οσία: ῾Δέχτηκες τη χάρη να διώχνεις τις αρρώστιες των ψυχών και των σωμάτων, Μητέρα σεμνή, να απομακρύνεις τα πονηρά πνεύματα με το Θείο Πνεύμα, να είσαι η προστάτις όλων αυτών που βρίσκονται στις θλίψεις᾽(῾Εδέξω χάριν ψυχών νοσήματα και των σωμάτων, Μήτερ σεμνή, αποσοβείν, πνεύματα διώκειν θείω Πνεύματι, πάντων των εν θλίψεσι προϊστασθαι᾽) (στιχηρό εσπερινού). Ολόκληρη η ζωή της ήταν μία ενσυνείδητη προσπάθεια να μετέχει στο πάθος των συνανθρώπων της, δηλαδή να ζει την πραγματική και αληθινή αγάπη που έφερε ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Κι αυτό σημαίνει βεβαίως ότι αγωνιζόταν να βρίσκεται πάνω στην πέτρα της ορθόδοξης πίστης, αφού η αληθινή αγάπη, προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, είναι γνωστό ότι αποτελεί το εκλεκτότερο λουλούδι της σωστής ορθόδοξης πίστης. Πίστη και αγάπη είναι οι δύο όψεις του ενός νομίσματος κι όποιος νομίζει ότι μπορεί να έχει το ένα εκ των δύο μόνο του πλανάται πλάνην οικτράν. ῾Άσκησες τη συμπάθεια, την ορθόδοξη πίστη και την αγάπη, προς τον Κύριο και τον πλησίον, θεομακάριστη σεμνή. Γι᾽αυτό και η θεία χάρη του Πνεύματος αναπαύθηκε σε σένα, Μητέρα Ελισάβετ᾽ (῾Συμπάθειαν εξήσκησας, πίστιν ορθόδοξον και την αγάπην, την προς τον Κύριον και τον πλησίον, θεομακάριστε σεμνή. Όθεν θεία χάρις σοι του Πνεύματος, Μήτερ Ελισάβετ, ανεπαύσατο᾽) (στιχηρό εσπερινού).

Έτσι η οσία Ελισάβετ υπήρξε για όλους τους πιστούς είτε στο παρελθόν είτε κι έπειτα μέχρι σήμερα ῾ένα απλωμένο χέρι συμπάθειας᾽ (῾χείρα προτείνεις συμπαθείας᾽) (ωδή ζ´), που σημαίνει ότι στο πρόσωπό της βλέπουμε πάντοτε έναν ένθεο φίλο μας, συνέχεια και προέκταση του φιλικού και πολυπόθητου προσώπου του Κυρίου Ιησού Χριστού. Διότι στην πραγματικότητα αυτό είναι η οσία: μία άλλη φανέρωση του Χριστού μας στον κόσμο, μία θέαση του κάλλους του προσώπου Του, το οποίο διακαώς πάλευε να δει και να ζήσει η ίδια. ῾Πόθησες να δεις με καθαρότητα το νοητό κάλλος του Νυμφίου Χριστού᾽(῾Ιδέσθαι κάλλος νοητόν του Νυμφίου καθαρώς επεπόθησας᾽) (ωδή θ´). Κι αυτό θα πει: άνθρωπος ο οποίος αγαπά τον Κύριο και έχει Αυτόν ως προτεραιότητα της ψυχής του γίνεται τελικά ίδιος με Εκείνον. Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος πράγματι επανειλημμένως επισημαίνει τη θερμή αγάπη της οσίας, εκ βρέφους μάλιστα, προς τον Κύριο, κάτι που φανερωνόταν με την αδιάκοπη ενατένισή της προς Εκείνον. ῾Ολοκληρωτικά ανέθεσες όλη τη διάνοιά σου στον Κύριο, γι᾽αυτό και ενατένιζες Αυτόν με τα μάτια του νου και της καρδιάς σου᾽ (῾Ολοτρόπως Κυρίω πάσαν την διάνοιαν αναθεμένη σου, οφθαλμούς νοός μεν και καρδίας αυτώ ενητένιζες᾽) (ωδή ε´). Η απόλυτη αυτή προτεραιότητα της οσίας, η οποία αποτελεί απλώς υλοποίηση της εντολής του Θεού να Τον αγαπούμε με όλην την καρδιά και την ψυχή και τη δύναμη και τη διάνοιά μας, εξηγεί και αυτό που εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο: για τρία χρόνια να μη βλέπει καθόλου τις ομορφιές του ουρανού. Η οσία δεν ήθελε να βλέπει τις ομορφιές αυτές όχι γιατί αρνείτο την ομορφιά της δημιουργίας – αυτό θα ήταν αντίθετο προς τη χριστιανική πίστη – αλλά γιατί είχε απορροφηθεί από την ομορφιά του Δημιουργού. Και θα έλεγε κανείς ότι μόνον εκείνος που θεάται την ομορφιά του Δημιουργού ικανώνεται να δει και με τα σωστά μάτια την ομορφιά των δημιουργημάτων Του. ῾Για τρία χρόνια δεν είδες τον ουρανό, αλλά έβλεπες μόνο προς τα κάτω τη γη, αφού ήσουν από γη, θεομακάριστε᾽ (῾εν τρισί δε χρόνοις τον ουρανόν ουκ εθεάσω, αλλά γην ως εκ γης, θεομακάριστε᾽) (ωδή ε´).

Ακριβώς, η ορθή ιεράρχηση που είχε κάνει στη ζωή της: η αγάπη του Θεού και του πλησίον πρωτίστως, και έπειτα όλα τα άλλα, ήταν αυτό που ερμηνεύει όλες τις θεωρούμενες ῾ακρότητες᾽ της ασκητικής της διαγωγής: την σκληρή νηστεία της, το μάκρος αυτής, τα πύρινα εν μετανοία δάκρυά της. Η οσία ήταν προσανατολισμένη στο πώς θα στολίσει τον ναό της ψυχής της κι η ενέργεια της χάρης του Θεού την έκανε να μη βλέπει τίποτε άλλο. Για παράδειγμα: ῾Ζήλεψες τον Ηλία και τον Μωυσή, πάνσεμνε, στο μήκος των ημερών, γι᾽αυτό και έκανες νηστεία όπως εκείνοι, δεχόμενη έτσι με τη χάρη του θείου Πνεύματος τον ουράνιο άρτο των σοφωτάτων θεωριών Του᾽ (῾Τον Ηλίαν ζηλούσα και Μωυσήν, πάνσεμνε, μήκει ημερών, ως εκείνοι νηστείαν ήνυσας, άρτον ουράνιον θεωριών σοφωτάτων δεχομένη χάριτι, του θείου Πνεύματος᾽) (ωδή γ´). ῾Κολλήθηκες, σεμνή, στον πόθο του Χριστού, γι᾽αυτό και έλιωσες το φρόνημα της σάρκας με τη νηστεία᾽(῾Κολληθείσα σεμνή τω του Χριστού πόθω, της σαρκός το φρόνημα διά νηστείας έτηξας᾽) (ωδή α´). ῾Επειδή πόθησες, σεμνή, να αποκτήσεις το έλεος του Θεού με ασκητικό τρόπο, γι᾽αυτό και δεν θέλησες τη μετάληψη του λαδιού από τα βρεφικά σου χρόνια, ευφραινομένη από τις επιδόσεις των ασκητικών σου κόπων᾽ (῾Τον έλεον του Θεού ασκητικώς επισπάσασθαι επιποθούσα, σεμνή, ελαίου μετάληψιν εκ βρέφους εξέκλινας, ιλαρυνομένη ταις των πόνων επιδόσεσιν᾽) (ωδή ς´).

Μακάρι ῾τη φιλόθεη γνώμη που απέκτησε η οσία, διά της οποίας ζει τώρα μαζί με τους αγγέλους᾽(ωδή ζ´) να αποκτήσουμε έστω και λίγο και εμείς. ῾Ταις της οσίας Ελισάβετ πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν᾽.
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Η Αγία Μάρτυς Πολυχρονία,μητέρα του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου του Τροπαιοφόρου



site analysis


Η Αγία Μάρτυς Πολυχρονία ήταν μητέρα του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου του Τροπαιοφόρου και καταγόταν από την πόλη Λύδδα (Διόσπολη) της Παλαιστίνης. Προερχόταν και εκείνη από φημισμένο και 
αρχοντικό γένος. Ήταν σεμνή και γενναία και πλημμυρισμένη από 
σωφροσύνη, καλοσύνη και γλυκύτητα. Απ' όλα πιο πολύ η ψυχή της αγαπούσε τον Θεό, την προσευχή και την ταπείνωση. Ο χρόνος της κυλούσε με την ανάγνωση των Θείων Γραφών και την προσευχή. Τις προσευχές δε και τις αγρυπνίες της, η μακαρία Πολυχρονία, τις συνόδευε με εγκράτεια και νηστεία. Έτσι, αποσπασμένος ο νους της από τη γη υψωνόταν στον ουρανό και βυθιζόταν στη θεωρία του Θεού. Με αυτό τον τρόπο μεταμόρφωνε το γύρω χώρο της και άφηνε να διαχέεται στο ειδωλολατρικό περιβάλλον του συζύγου της Γεροντίου η πάντερπνη οσμή της πνευματικής ευωδίας.

Η Αγία Πολυχρονία μεγάλωνε κρυφά τον υιό της με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Του μετέδιδε την θερμή της αγάπη προς τον Χριστό, καθώς και την βαθιά ευλάβειά της. Και όταν εκείνος αντιμετώπισε το μαρτύριο για την αγάπη του Χριστού, η Αγία βρισκόταν διαρκώς κοντά του. Και στη φυλακή και στον τόπο των μαρτυρίων. Φρόντιζε πάντοτε για την ενίσχυσή του με τα Άχραντα Μυστήρια.
Όταν την είδε ο βασιλέας Διοκλητιανός να ομιλεί στον Άγιο, την κάλεσε κοντά του και την ρώτησε ποια είναι. Η Αγία με πνευματική ανδρεία απάντησε: «Με λένε Πολυχρονία και είμαι Χριστιανή, όπως και ο υιός μου Γεώργιος, που νομίζεις ότι τιμωρείς, ενώ αυτός στεφανώνεται από τον Βασιλέα Χριστό»

Εξοργισμένος ο Διοκλητιανός πρόσταξε να την βασανίσουν αμέσως. Στην συνέχεια την κρέμασαν επάνω σε ένα ξύλο και της έκαναν ακόμη μεγαλύτερα μαρτύρια. Κατέσχισαν τις σάρκες του σώματός της με σιδερένιες χειράγρες τόσο πολύ, που φάνηκαν τα σπλάχνα της. Ύστερα πήραν αναμμένες λαμπάδες και άρχισαν να καίνε τις πληγές της. Παρόλα αυτά εκείνη έμενε ασάλευτη στην πίστη της και ανδρεία στον λογισμό της. Οι δήμιοι όμως συνέχισαν. Της φόρεσαν με λαβίδες σιδερένια πυρακτωμένα υποδήματα. Η Αγία Πολυχρονία, με την παρηγοριά του Παρακλήτου, νίκησε τους πόνους και παρέδωσε με ειρήνη την αγία της ψυχή στα χέρια του Θεού.
ΠΗΓΗ.http://agiosgeorgios57.blogspot.gr/
Το τίμιο λείψανό της το παρέλαβαν κρυφά οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν δοξάζοντας τον Θεό.

Η αγία Αλεξάνδρα η βασίλισσα, η σύζυγος του διώκτη Διοκλητιανού.



site analysis


Εορτάζεται στις 21 Απριλίου.
Τό ὄνομα Ἀλεξάνδρα εἶναι σύνηθες στόν ἑλληνορωμαϊκό κόσμο. Πλῆθος ἀπό βασίλισσες καί πριγκίπισσες τό ἔφεραν κατά καιρούς. Μεταξύ αὐτῶν καί μία ἁγία...

Ἡ ἁγία Ἀλεξάνδρα δέν ἀπασχόλησε τούς κοσμικούς ἱστορικούς.Ἦταν βέβαια καί αὐτή, κατά μίαν ἔννοια, βασίλισσα, ὡς μία ἀπό τίς συζύγους τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ. Δέν εἶχε ὅμως νά ἐπιδείξει κάτι ἀπό ἐκεῖνα πού ἕλκουν τήν προσοχή τῶν ἱστορικῶν τοῦ κόσμου. Οὔτε σέ ραδιουργίες τῆς αὐλῆς ἀναμείχθηκε οὔτε μέ τή ζωή της προκαλοῦσε. Καί θά παρέμενε τελικά ἄγνωστη, ἄν δέν ἐπέλεγε τό τέλος της! 

Ἦταν τότε πού ὁ Διοκλητιανός ἐξαπέλυσε τόν μεγάλο, τόν φοβερότερο ἴσως, διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν (303 μ.Χ.).

Η Αγία Αλεξάνδρα ήταν σύζυγος του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 – 305 μ.Χ.). Εντελώς διαφορετική από εκείνον, που ήταν τραχύς στα αισθήματα και φίλος της βίας και του αίματος, διακρινόταν για την ήρεμη ψυχική της διάθεση, την ευσπλαχνία και την φιλάνθρωπη ζωή της. Και η Χάρη του Κυρίου αύξανε μέσα της τον φωτισμό. Και το θείο έλεος την καταξίωσε κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου να αισθανθεί μέσα της την πνοή και την ορμή της πίστεως στον Χριστό. Τότε, αφού στράφηκε προς τον αυτοκράτορα, τον παρακάλεσε να διατάξει την παύση των μαρτυρικών βασανιστηρίων. Εκείνος υπέθεσε ότι η αυτοκράτειρα, ασυνήθιστη σε τέτοιου είδους θεάματα, κατελήφθη από οίκτο ασυνείδητο και απερίσκεπτο. Της είπε λοιπόν να αποσυρθεί. Αλλά έλαβε μεγαλόφωνη την απάντηση ότι μια τέτοιου είδους σκηνή είναι απάνθρωπη και ανάξια του στέμματος.

Και όταν ο αυτοκράτορας καθύβρισε το Όνομα του Χριστού, εκείνη με ανδρεία φωνή διακήρυξε ότι καταγγέλλει ενώπιον του αληθινού Θεού τους διώκτες των Χριστιανών και ομολογεί και αυτή την πίστη της στον Ιησού Χριστού.

Ο Διοκλητιανός τότε εξεμάνη. Ενώ αυτός ζητούσε να εξοντώσει τους Χριστιανούς, η κατάκτησή τους εισήλθε και στα ανάκτορα και η ίδια η βασίλισσα προέβαλε φανερά την ίδια πίστη και ήταν συνήγορός τους.Διέταξε λοιπόν την απαγωγή και την φυλάκισή της.

Στη φυλακή η Αγία πέρασε τη νύχτα με προσευχή για τον εαυτό της και παρακαλώντας τον Κύριο για την Εκκλησία Του, η οποία τόσο σφοδρά κλυδωνιζόταν. Για την ζωή της δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου. Επιθυμούσε μάλιστα να λάβει μαρτυρικό θάνατο, αλλά δίσταζε. Γνώριζε ότι για τον σύζυγό της δεν υπήρχε έλεος ενώπιον του Θεού που ήταν δίκαιος κριτής, δεν ήθελε όμως να επιβαρυνθεί η ενοχή του για το έγκλημα με το δικό της φόνο, και δεήθηκε προς τον Ύψιστο να παραλάβει την ψυχή της από την φυλακή εκείνη και να φανεί ευσπλαχνικός προς αυτή, για το ότι επί τόσο καιρό εκείνη παρακολουθούσε απαθής τους διωγμούς των Χριστιανών κοντά στο πλευρό του διώκτη αυτών.

Η δέησή της εισακούσθηκε. Δυο μέρες πριν από τη θανάτωση του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, το 303 μ.Χ., παρέδιδε την τελευταία της πνοή στη φυλακή.





Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῷ Χριστῷ προσελθοῦσα Ἀλεξάνδρα πανεύφημε, διὰ τῶν μεγίστων θαυμάτων Γεωργίου τοῦ Μάρτυρος, κατέλιπες τιμὰς βασιλικάς, καὶ ὤφθης τῶν Μαρτύρων κοινωνός· μεθ’ ὧν πρέσβευε ἀπαύστως ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν πίστει ἐκβοώντων σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ σὺν Ἁγίοις Ἀθληταῖς, λαμπρῶς σε ἀριθμήσαντι.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Μαρτύρων Χριστοῦ, ἐδείχθης ἰσοστάσιος, δεχθεῖσα λαμπρῶς, τὸ φῶς τῆς θείας πίστεως, ὦ Ἀλεξάνδρα πάνσεμνε· διὰ τοῦτο πιστῶς ἐκβοῶμέν σοι· τὸν βασιλέα τῆς δόξης Χριστόν, δυσώπει ὑπὲρ τῶν εὐφημούντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Αἴγλῃ λαμπρυνθεῖσα τῇ θεϊκῇ, σεμνὴ Ἀλεξάνδρα, ὡμολογήσας τὸν Χριστὸν, καὶ αὐτοῦ τῆς δόξης, συμμέτοχος ἐγένου, ὑπὲρ αὐτοῦ θανοῦσα, γνώμης στερρότητι.
ΠΗΓΗ.ΕΚΤΑΚΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

Η μάνα…



site analysis



lange-migrantmother02 editedΤο πρώτο πρόσωπο που βλέπουμε, μόλις ανοίξουμε για πρώτη φορά τα μάτια μας στο πρωταντίκρυσμα της ζωής είναι αυτό της Μητέρας … Στην αγκαλιά της το παιδί, βρίσκει ασφάλεια.Στα χέρια της αισθάνεται αφοβία.
Για ένα μωρό, όλος ο κόσμος του,είναι η Μάνα. Η ίδια Μάνα, που θα το δει με καμάρι να μεγαλώνει, εκείνη που θα σταθεί με αγωνία στο προσκεφάλι του όταν το παιδί άρρωστο δέχεται τις δικές της φροντίδες, που αγωνιά προσευχόμενη μπροστά στα εικονίσματα για το παιδί, της με μια προσευχή, που στηρίζει το παιδί, στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής του ακόμα και αν το ίδιο δεν μπορεί να το καταλάβει. Η Μάνα, που πολλές φορές γίνεται ο κυματοθραύστης των δικών μας κυμάτων. Των κυμάτων της δικής μας ζωής… Η Μάνα, που θα δεχθεί τον πικρό μας λόγο με το ίδιο χαμόγελο που θα δεχθεί και τον γλυκό!
Η Μάνα, που είναι έτοιμη, να δώσει ακόμα και την ζωή της για το παιδί της. Η ίδια, που λευκασμένη πλέον από τα χρόνια της ζωής, κλείνει για πάντα τα μάτια της, αλλά πριν τα ασφαλίσει, κρατά για πάντα την εικόνα του παιδιού της στην καρδιά της… Η Εκκλησία μας τιμά πάντοτε, κάθε μέρα, κάθε ώρα και κάθε στιγμή την Μάνα! Την τιμά, στο πρόσωπο της Μεγάλης Μάνας, της Παναγιάς μας. Και σήμερα, την ημέρα της Μεγάλης Εορτής της Υπαπαντής, παρ’ ότι Δεσποτική Εορτή, τιμάται η Μητέρα Του Δεσπότου Χριστού! Στο πρόσωπο Της, γιορτάζει διαχρονικά η Μητέρα, εκείνη που στέκει δίπλα στο παιδί της από την στιγμή που θα το φέρει στον κόσμο.
Το πονεμένο δάκρυ της γίνεται πληγή που δεν κλείνει, αν συμβεί να φύγει πριν από εκείνην το παιδί της….
Η Μάνα, όσο και αν μεγαλώσει το παιδί, Μάνα σεβαστή και αγαπημένη παραμένει. Το ίδιο παιδί που αποζητά την μητρική αγκαλιά στα παιδικά του χρόνια, την ίδια αγκαλιά αποζητά ακόμα και όταν τα γερασμένα χέρια της μητέρας είναι απλά κοντά του, ακόμα και αν δεν μπορούν χάριν του πανδαμάτορα χρόνου να το προστατέψουν. Ακόμα και έτσι όμως, δεν παύει να λειτουργεί προστατευτικά η προσευχή της. Μια προσευχή, που βγαίνει από την καρδιά της και πάει κατευθείαν στον Θρόνο του Θεού. Κάποτε, ο γέρων Επίσκοπος της Φλώρινας ο μακαριστός π. Αυγουστίνος είχε πει:
” Το γάλα που θηλάζει η Μάνα το παιδί για να το μεγαλώσει, είναι το αίμα της, που γίνεται ζωή για την ζωή του παιδιού της. Όσα χρόνια λοιπόν και να περάσουν, ακόμα και όταν η Μάνα σιωπηλή αλλά πάντοτε χαμογελαστή κοιτά μέσα από την φωτογραφία της το παιδί, Μάνα γλυκιά και αγαπημένη παραμένει για το παιδί που όσα χρόνια και να περάσουν δεν ξεχνά , δεν πρέπει να ξεχνά, πως οφείλει σε εκείνην τα πάντα.Αλίμονο σε εκείνον που ξεχνά, πάντοτε υποφέρει… Όταν διακονούσα την Εκκλησία μας, στην Αθήνα, εκεί στην ενορία υπήρχε ένας ”Οίκος ευγηρίας”, ένα γηροκομείο… Χώρος αποθήκευσης δηλαδή, όσων περισσεύουν από τα σπίτια τους… Κλήθηκα να μεταλάβω τους ηλικιωμένους.
Μετά την εκτέλεση του καθήκοντος μου, πήγα ξανά να τους δω σε κάποια άλλη στιγμή. Μου είχε κινήσει την περιέργεια μια γερόντισσα που είχε γεμίσει τον τοίχο του δωματίου της με φωτογραφίες των παιδιών και των εγγονών της. Κάθισα κοντά της και μιλήσαμε. Τα δάκρυα μου, ακολουθούσαν τα δικά της. Της είχαν πει πως θα την πάνε για λίγες ημέρες να ξεκουραστεί σε ένα ωραίο μέρος…. Να βάψουν το δωμάτιο της στο σπίτι και να την ξαναφέρουν μετά! Εκείνη κατάλαβε… Πριν φύγει, μέσα στην βαλίτσα με τα λιγοστά προσωπικά της αντικείμενα και τα ρούχα της, πήρε μαζί της, τις φωτογραφίες του παιδιού και των εγγονών της….
Την πήγαν στο γηροκομείο και από τότε την ξαναείδαν στο φέρετρο, την ημέρα της κηδείας της… Εκείνη όμως, δεν έπαψε να τους κοιτά με αγάπη! Κάθε μέρα που άνοιγε τα μάτια της τους κοίταζε στις φωτογραφίες…. Και ήταν η τελευταία εικόνα που κράτησε για πάντα μαζί της, όταν έκλεισε τα μάτια της εκεί, στο δωμάτιο ενός οίκου ευγηρίας….
Θέλοντας να κλείσω τούτες τις φτωχές γραμμές ,αφιέρωμα τιμής, αγάπης και σεβασμού στην κάθε Μητέρα, μεταφέρω, ένα συγκινητικό ποίημα που συνέγραψε ο πολιτικός και λογοτέχνης Άγγελος Βλάχος (1838-1920). με τίτλο:΄΄ Η καρδιά της Μάνας” . Με αυτό θα κλείσω τις σκέψεις μου και τους στοχασμούς μου, για το Ιερό Πρόσωπο της Μητέρας, της Μάνας που το βλέμμα της, ακόμα και μετά θάνατον μας συνοδεύει…
 Η καρδιά της Μάνας Ένα παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι, αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη. – Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά, μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου, της μάνας σου να φέρεις την καρδιά να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου. Τρέχει ο νιος, την μάνα του σκοτώνει και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει. Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει και την ακούει να κλαίει και να μιλάει. Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει: – Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!