Κυριακή 3 Μαΐου 2015

Βίος της Αγία Μόνικας μητέρας του Αγίου Αυγουστίνου



site analysis


Ανατροφή της Μόνικας
Η Μόνικα γεννήθηκε εν Ταγάστη της Νουμιδείας της Αφρικής τω 332 μ.Χ. Οι γονείς της ήσαν ευσεβείς Χριστιανοί δια τούτο φρόντισαν να την αναθρέψουν συμφώνως με τα αθάνατα
διδάγματα του Ευαγγελίου. Μολονότι ήσαν αρκετά πλούσιοι, δεν παρασύρθηκαν από τις συνηθισμένες αντιλήψεις να της δώσουν εξωτερικό ψιμύθιο, το επίχρισμα της κοινωνικής
αβροφροσύνης. Ζήτησαν κυρίως η κόρη των να ζήσει την χριστιανικών ζωή. Ενεπιστεύθησαν δε την με ταύτα ανατροφή της κόρης των εις μίαν ηλικιωμένη και δοκιμασμένη εις την αρετή και 
την ευσέβεια υπηρέτρια. Η υπηρέτρια αυτή εργάστηκε όντως μετά ζήλου διά να καταστήσει την Μόνικα ενάρετο, δεν παρέλειπε δε και την αυστηρότητα εν συνδυασμό με την γλυκύτητα, 
οσάκις παρίστατο ανάγκη, όπως την απομακρύνει από πάσα κακήν συνήθεια, η οποία εκάστοτε ανεφύτρωνε. Αλλά παρά τις συμβουλές και τας προφυλάξεις, τας οποίας ελάμβανε η γραία
εκείνη υπηρέτρια, η Μόνικα νικήθηκε από μίαν κακήν συνήθεια.
Ας αφήσουμε δε τον υιό της τον Άγιο Αυγουστίνο να μας διηγηθεί με απλότητα, αλλά και με
θαυμαστή γλαφυρότητα το παράπτωμα της μητρός.
«Καί πῶς ὤ Θεέ μου, εἶχε διολισθήσει εἰς τήν Μόνικά της, διηγοῦμαι τά τῆς δούλης σου ἐγώ ὁ υἱός της, κάποια ἐπιθυμία πρός τόν οἶνον. Ἐπειδή ἦτο φρόνιμος καί λογική, οἱ γονεῖς τῆς τήν
ἔστελλον εἰς τήν οἰναποθήκην, ὅπως φέρη οἶνον ἀπό τό βαρέλιον. Ἀλλ’ ἐκεῖ εἰλκύσθη κατ’ ἀρχάς καί ἤθελε νά δοκιμάση, ἄν τό κρασί εἶναι καλόν. Τῆς ἠρεσε καί ἐνικήθη. Μέ τήν πάροδον
δέ τοῦ χρόνου ὀλίγον κατ’ ὀλίγον, ὄχι μόνον ἐδοκίμαζεν ἁπλῶς, ἀλλ’ ἔπινε πολλά ποτήρια οἴνου. Δέν ἐπρατε τοῦτο ἀπό ἀγάπην πρός τό ποτόν, ἀλλ’ ἀπό νεανικήν ἀπερισκεψίαν, ἡ
ὅποια δέν διορθώνεται ἄλλως παρά μέ τήν αὐστηρᾶν ἐπέμβασιν τῶν γονέων. Ἐν τῷ μεταξύ ὅμως προσθέτουσα ἀπό ἡμέρας εἰς ἡμέραν σταγόνα πρός σταγόνα, ἡ περιφρόνησις τῶν
μικρῶν ὑποχωρήσεων φέρει ἀσυναισθήτως εἰς ὄλεθρον, παρεσύρθη ὑπό τῆς συνήθειας νά καταπίνη ὁλόκληρα ποτήρια».
Και έρωτα ο Αυγουστίνος: Πού ήτο κατά την ώρα εκείνην, η τόσο φρόνιμος γραία με τας ρητάς απαγορεύσεις; Ούτε ο πατήρ αυτής ούτε η μήτηρ της ήσαν εκεί. Αλλά συ ήσο παρών, Θεέ μου,
συ όστις την έπλασας, όστις μας καλείς προς σε, και δύνασαι έστω και διά της μεσολαβήσεως των ανθρώπων να πράττεις το επωφελές διά την σωτηρία των ψυχών. Τί έκαμες λοιπόν τότε
Θεέ μου; Πώς την νοσήλευσας; Πώς της απέδωσες την ψυχική υγεία; Η υπηρέτρια η οποία συνόδευε συνήθως εις το βαρέλι, ήλθε ημέρα τινά εις προστριβές με την νεαρά κυρία της, μόνην
προς μόνην και της επέρριψε κατά πρόσωπον την υβριστή λέξιν: «Σύ θά μέ διδάξης, ποῦ εἶσαι μέθυσος;». Η υβριστική αυτή λέξις, το κτύπημα αυτό, επέφερε σωτήριο αποτέλεσμα. Η κόρη
συνησθάνθη την κακήν συνήθειά της, την μίσησε και απηλάγη ολοτελώς. Και ο ιερός Αυγουστίνος κάμνει τας εξής διδακτικές παρατηρήσεις: Εάν οι φίλοι μας διαφθείρουν με τας
κολακείας των, οι εχθροί συχνά μας παιδαγωγούν με τις προσβολές των.
Εις το εξής η Μόνικα αφιερώνετε εις την κατά Χριστό ζωή. Η τακτική μελέτη της άγιας Γραφής αποτελεί το εντρύφημα της. Κρυφή της ευχή, διά την οποίαν παρακαλεί αδιακόπως νυχθημερόν
τον Θεό ήτο η απόκτησης αγαθού συζύγου και ευσεβών τέκνων. 

Πως αντέδρασε η Αγία στην συμπεριδορά του συζύγου της;
Όταν ήλθε εις νόμιμο ηλικία, οι γονείς της απεφάσισαν να την υπανδρεύσουν με έναν νέον ανήκοντα εις αριστοκρατική οικογένεια καλόγνωμο, αλλά εθνικό, τον Πατρίκιο. Η Μόνικα, καίτοι
ήτο ειδωλολάτρης ο Πατρίκιος, έστερξε να τον λάβει σύζυγο, διότι έλπιζε ότι ταχέως θα τον έκαμνε Χριστιανό και ούτω θα προσέθετε εις την ποίμνη του Χριστού ένα ακόμη λογικό
πρόβατο. Διά τούτο μολονότι ο σύζυγος ήτο ειδωλολάτρης, εξακολούθησε να εκτελεί τα χριστιανικά της καθήκοντα όλα, όπως και πρότερο και ουδέν παρέλειπε. Έκανε τακτικά την
προσευχή της, μελετούσε την αγία Γραφή, μετέβαινε εις την Εκκλησία καθέ εκάστην Κυριακή, σύχναζε εις τα ιερά κηρύγματα, χωρίς να παραλείπει εννοείται, και τα καθήκοντα της οικογενείας
της. Ατυχώς είχε να παλέψει προς ένα χαρακτήρα κακοσυνηθισμένο. Ήτο βεβαίως αγαθής φύσεως ο σύζυγος της, αλλά ήτο αιχμάλωτος δύο μεγάλων ελαττωμάτων. Ήτο άσωτος, είχε
παραδοθεί τελείως εις τας παρανόμους ηδονές, ακόμη δε ήτο και εις το άκρον οξύθυμος.
Πολλάκις την απατούσε, παραδινόταν εις διεφθαρμένες γυναίκες και την ωραία Μόνικα την άφηνε να μαραίνεται μόνη της και να σπογγίζει τα πολλά δάκρυά της. Εις την οικία των μετέβαινε
τας περισσότερες φορές μετά το μεσονύκτιο. Όχι δε ολίγας φοράς διανυκτέρευσε εις ένοχους διασκεδάσεις. Όλες αυτές οι παρεκτροπές του συζύγου της έπλητταν την Μόνικα διπλός. Από 
το ένα μέρος διότι ο σύζυγος της, προσέβαλε την συζυγική τιμή, από το άλλο, διότι η ψυχή του ανδρός της κυλιόταν μέσα εις τον βόρβορο της ακολασίας. Και τί έκαμε νομίζετε διά να τον
διορθώσει; Τον φώναζε, τον ύβριζε, προκαλεί σκηνές μέσα εις το σπίτι και φιλονικίας; Όχι. Ουδέποτε η συνετή αυτή γυναίκα, ουδέ και εις το παραμικρό παρασύρθηκε. Εξακολούθησε να
περιβάλει τον σύζυγο της με όλη την αγάπη της και την χριστιανική τρυφερότητα. Συλλογιζόταν και πολύ ορθά η φρόνιμος αυτή σύζυγος, ότι αν έβριζε τον σύζυγο της, θα τον ψύχραινε, και το
χειρότερο με την διαγωγή της αυτήν θα τον έσπρωχνε περισσότερο εις τις αμαρτωλές γυναίκες. Αντιθέτως δε πίστεψε, και πολύ σωστά, ότι με την γλυκύτητα, με όλη την χριστιανικών αγάπη
της, θα κατόρθωνε να τον παρελκύσει ώστε να την αγαπήσει και να απομακρυνθεί από τας πονηρές γυναίκες. Διά τούτο παρακαλεί τον Θεό αδιακόπως. Ουδέποτε έχασε το θάρρος της 
και την ελπίδα της. Αγωνίζεται και παλαίει διά να απομακρύνει αυτόν από την ακολασία επί πολλά έτη, με την πραείαν συμπεριφορά της και το άδολο ενδιαφέρον της.
Αλλά δεν είχε μόνον το ολέθριο τούτο ελάττωμα ο σύζυγος της Μόνικας. Κατείχετο και από μεγάλη οξυθυμία. Ήτο πολύ ευέξαπτος. Διά το παραμικρό πράγμα, ήτο ικανός ο σύζυγος της 
να την υβρίσει κατά τον χυδαιότερο τρόπον, να της αραδειάσει τα μάλλον εξευτελιστικά επίθετα και να την εξουθενώσει εις τα μάτια των υπηρετριών. Παρ’ όλα αυτά η Μόνικα δεν ανταπέδωσε
ποτέ τα ίσα. Ούτω διά της άκρας υπομονής της και διά της τρυφερής της συμπεριφοράς με την οποίαν προσέβλεπε τον σύζυγο της και ότε ακόμη την ύβριζε χυδαιότατα, κατόρθωνε να
περιορίζει τον θυμό του μόνον εις ύβρεις, με λέξεις, και ουδέποτε τον εξανάγκασε να την κτυπήσει. Οι άλλες γυναίκες, οι οποίες είχαν λιγότερο οξύθυμους άνδρες, έφεραν συχνά σχεδόν
ίχνη και μώλωπας από το δάρσιμο εις το πρόσωπον εκ μέρους των συζύγων των. Επειδή δε ήξεραν ότι ο σύζυγος της Μόνικας ήτο περισσότερο ευερέθιστος, απορούσαν, γιατί αυτή δεν 
είχε τα σημάδια του δαρσίματος εις το πρόσωπον. Από απορία την ρωτούσαν λοιπόν, πώς κατόρθωνε να μαλάσσει την καρδία του ανδρός της. Και ενώ την ρωτούσαν, συγχρόνως
στιγμάτιζαν την συμπεριφορά του συζύγου των με τα μελανότερα χρώματα. Η Μόνικα τότε με αφέλεια υπό τύπον αστειότητος, καυτηρίαζε την γλώσσα αυτών απέναντι των συζύγων των.
Εξηγεί δε εις αυτές πώς κατόρθωνε να μη εξάπτει περισσότερο τον θυμό του συζύγου της. Όταν με υβρίζει ο σύζυγος μου, έλεγε όχι μόνον δεν θυμώνω, αλλά παρακαλώ τον Θεό καθ’ όλον 
τον χρόνο πού με υβρίζει, να τον συμπαθήσει και ως παντοδύναμος να του εκριζώσει την οργή. Αφού δε καταπραϋνθεί, τότε του εξηγώ πώς έγινε εκείνο, διά το οποίον κραύγαζε. 

Zoom in (real dimensions: 493 x 673)Εικόνα


Πώς μάλαξε την σκληρότητα της πεθεράς της
Η Μόνικα ήτο ακόμη ατυχής και εις την πεθερά της. Η πενθερά της ήτο εις άκρον ιδιότροπος. Εννοούσε την αγαθή γυναίκα να την υβρίζει, να την αποπαίρνει εμπρός εις τους ξένους. 
Η Μόνικα όμως, παρά την ισχυρή λύπη την οποίαν δοκίμαζε, εδείκνυε μεγάλη άνεκτικότητα και σεβασμό. Είχε να παλαίση με δύο μεγάλα θηρία. Με την ακολασία του ανδρός της και με την
ασυμπάθεια της πενθεράς της. Η Μόνικα με την ανοχή της και με τας προσευχές της, επέτυχε κάπως να ημερώσει την πεθερά της. Τοσούτον δε μετεβλήθη η πενθερά της και τοσούτον
αγαπούσε πλέον την Μόνικα, ώστε πάσαν νέα διαβολή, την οποίαν μηχανογραφούσαν οι υπηρέτριες, την κατήγγειλε εις το υιό της και διατύπωνε την αξίωση να τιμωρήσει τις υπηρέτριες,
οι οποίες τόλμησαν να συκοφαντήσουν την αγαθή νύμφη της. Ούτω και εις το σημείο τούτο θριάμβευσε η πιστή εκτέλεσης των εντολών του Θεού.

Η Επιστροφή του συζύγου
Εκείνο όμως το οποίον ελύπει κατάκαρδα την Μόνικα, ήτο το ότι ο σύζυγος της ζει μακριά του Χριστού. Είχε παρέλθει πλέον των δέκα πέντε ετών και ο σύζυγος της κυλιόταν μέσα στην
ακολασία, επί πλέον δε δεν είχε γίνει Χριστιανός. Οι τροποί της όμως οι φιλόφρονες, προ παντός δε η χριστιανική συμπεριφορά της, η πίστης της προς τον Χριστό και η μετά πολλών
δακρύων προσευχή της, εισακούστηκε επί τέλους υπό του Θεού. Ο σύζυγος της ο Πατρίκιος, βλέπων την ενάρετο διαγωγή της αγαθής συζύγου του, την τρυφερότητα, την άδολο αγάπη με
την οποίαν πάντοτε τον περιέβαλε, αισθάνθηκε τις παρεκτροπές του, εξετίμησε τις ιερές προσπάθειες της και πλέον έπαυσε την αμαρτωλή ζωή. Ελκύστηκε προς τον Θεό και ολίγον προ
του θανάτου του βαπτίστηκε Χριστιανός. Δεν λυπήθηκε υπερβολικά, διότι ήξερε ότι ούτος πλέον διά της μετανοίας καθαρισθείς ανήλθε εις τους ουρανούς. Της άφησε δε τρία τέκνα.

Η Καρτερία και η επιμονή της μητρός διασώζουν τον Αυγουστίνο
Μεταξύ αυτών ανήκε και ο δεκαεπταετής υιός της Αυγουστίνος, ο οποίος κατόπιν έμελλε να αποβεί ένα από τα καλύτερα πνεύματα του κόσμου. Ο Αυγουστίνος είχε προικισθεί από έξοχα
προτερήματα, είχε νουν έκτακτο και θέληση ισχυρή. Ήταν όμως επιρρεπής, λόγω των κακών συναναστροφών, εις τας παρανόμους απολαύσεως. Βεβαίως από μικρή ηλικία φρόντισε να
εμφυτεύσει εις τον υιό της η Μόνικα τα αγαθά σπέρματα του Ευαγγελίου. Ατυχώς όμως το άθλιο ειδωλολατρικό περιβάλλον, εις το οποίον ζει, όλους τους κόπους και τους μόχθους, μόλις ολίγον
μεγάλωσε ο Αυγουστίνος, κρήμνισε. Ούτος όταν έγινε 19 ετών εζήτησε άδεια από την μητέρα του να μεταβεί εις την Καρχηδόνα χάριν ευρύτερων σπουδών. Η μητέρα του κατόπιν πολλών
φόβων του επέτρεψε. Αλλά εις την μεγαλούπολη ταύτη, όπου η ακολασία οργίαζε, αιχμαλωτίστηκε τελείως ο παράφορος και ζωηρός Αυγουστίνος εις τις ηδονές. Η μητέρα του, 
η οποία παρακολουθεί τον βίο του, μόλις έμαθε τον θλιβερό κατήφορο του προσφιλούς τέκνου της, μετέβη εις την Καρχηδόνα. Παραμένει λοιπόν πλησίον του υιού της. Και μολονότι γνωρίζει,
ότι έρχεται από τους οίκους της αμαρτίας τον αναμένει μαραμένη, χωρίς να του λέγει τι υβριστικό. Μόνο κλαίει. Τα μάτια της είναι κατακόκκινα από τα δάκρυα. Κλαίει αλλά και
προσεύχεται μετά πίστεως.
Επειδή δε ο Αυγουστίνος ήτο ερευνητικό πνεύμα, ήθελε να συμβιβάσει τις φιλοσοφικές του ιδέας, με την πίστη την χριστιανική. Νόμισε δε ότι βρήκε τούτο εις τους αιρετικούς Μανιχαίους, 
οι οποίοι καυχώνται ότι ερμήνευαν την Αγία Γραφή φιλοσοφικώς και έλυαν όλα τα θρησκευτικά και ηθικά ζητήματα. Ούτω λοιπόν απελάκτισε την Ορθόδοξο Χριστιανική πίστη και ασπάσθηκε
τας αιρέσεις των Μανιχαίων. Η πληροφορία αυτή κατέθλιψε θανάσιμος την Μόνικα. Και πρότερο προσευχόταν, ήδη δε εντείνει τις προσπάθειες της και περισσότερο προσεύχεται και χύνει
άφθονα δάκρυα υπέρ του υιού της.
Το αναφέρει και αυτός ο ίδιος. Ας δώσουμε τον λόγο εις αυτόν.
«Ἡ μήτηρ μου ἔχυνε περισσότερα δάκρυα ἀπό ἐκεῖνα, τά ὁποῖα χύνουν αἵ μητέρες ἐπί τῆς σοροῦ τῶν πεφιλημένων τέκνων τῶν. Διότι μέ ἔβλεπε νεκρόν ἠθικῶς δυνάμει τῆς διαπύρου
πίστεως τήν ὁποίαν ἐνέπνεεν εἰς αὐτήν ἡ ἄκρα εὐσέβειά της. Καί εἰσήκουσας, Κύριε, τήν δεησίν της, δέν περιεφρόνησας τά δάκρυά της, τά ὁποία ἐπότιζαν τό ἔδαφος πανταχοῦ, ὅπου
προσηύχετο...».
Τα έτη περνούσαν και ο Αυγουστίνος κυλιόταν εις την αμαρτία προς λύπη της μητρός του. Ιδίως κατέλαβε την Μόνικα βαθύτερα λύπη οπότε ο υιός της διδάσκαλος πλέον της ρητορικής, εζήτησε
να μεταβεί εις την Ρώμη και εξασκήσει εκεί την ρητορική του τέχνη.

Μετάβασης στο Μιλάνο
Και όντως οι διαρκείς και ολόθερμοι προσευχές της Μόνικας, έσωσαν εκ του θανάτου τον υιό της, ίνα μίαν ημέρα επαναδώσουν και την σωτηρία της ψυχής του. Εις την Ρώμη ο Αυγουστίνος
παρέμεινε εν έτος. Τω 384 προσεκλήθη και προσελήφθη ως διδάσκαλος της ρητορικής εις τα Μεδιόλανα το σημερινό Μιλάνο της Ιταλίας. Τούτο δε εγένετο κατά δάκτυλον της θείας Πρόνοιας.
Απ’ εδώ αρχίζει η μεταβολή της ζωής του Αυγουστίνου. Εις τα Μεδιόλανα ποίμαινε την Εκκλησία του Χριστού εις των ευσεβέστερων Ιεραρχών και δοκιμωτέρων, ο ιερός Αμβρόσιος.
Η μητέρα δε τούτου μόλις έμαθε ότι ο υιός της μετέβη εις Μιλάνο, το θεώρησε ως δώρο της θείας Προνοίας, διό αμέσως απεφάσισε να μεταβεί έχει, ίνα διά των ενεργειών του διασήμου 
και ευσεβούς επισκόπου Αμβροσίου επαναφέρει τον υιό της εις τους κόλπους της Εκκλησίας. Ο Αυγουστίνος είχε απελπιστεί ότι δεν θα εύρη την αλήθεια. Η ακρόασης των λόγων του
Αμβροσίου κατά τούτο μόνον συνετέλεσαν, εις το να κατανοήσει το ψεύδος της αιρέσεως των Μανιχαίων και να αποστραφεί την πλάνη των. 
Και διά να επιτύχει η Αγία Μόνικα την επιστροφή του υιού της γνωρίσθηκε με τον ευσεβή ιεροκήρυκα και επίσκοπο Αμβρόσιο. Άκουγε τακτικά τα κηρύγματά του και τον επισκεπτόταν
συχνά παρακαλούσα, όπως και αυτός προσεύχεται διά την επιστροφή του υιού της. Με τας δραστήριους αυτές ενέργειες κατόρθωσε να συνδέσει στενότερο τον υιό της με τον επίσκοπο,
ώστε οι επισκέψεις του να γίνονται συχνότερες. Ο ιερός Αμβρόσιος συνέχαιρε τον Αυγουστίνο, διότι είχε τοιαύτην μητέρα.
Αλλ’ η Μόνικα εκτός των ενεργειών τας οποίας έκαμνε διά την ανατροφή του υιού της, δεν έπαυσε και τα άλλα χριστιανικά της καθήκοντα εις το Μιλάνο. Μετέβαινε και παρηγορεί τους
τεθλιμμένους, ειρήνευε τους φιλονικούντας, περιποιείτο τους ασθενείς, βοηθούσε τους πτωχούς, ανακούφιζε τους δυστυχούντες και έρριπτε βάλσαμο παρηγοριάς εις τις πονεμένες ψυχές διά
την σκληρή επίσκεψη του θανάτου. Εντός ολίγου εγνώσθησαν οι αγαθοεργίες της εις όλη την πόλη. Ο άγιος Αμβρόσιος έχαιρε διά την τοιαύτην αγαθοεργό και ευσεβή μητέρα και αυτή 
θεώρει αυτόν ως άγγελο Θεού, ο οποίος θα καθοδηγήσει ασφαλώς τον υιό της εις τον Χριστό.
Παρά τας θεάρεστους αγαθοεργίας της δεν λησμόνησε η Μόνικα να παρακαλεί τον Θεό ενθέρμως διά την μετάνοια του υιού της. Εις την σχολή ταύτη της υπομονής και της ελπίδος
πλέον γέρασε. Ο Θεός ηθέλησε να αμείψει τις αδιάκοπες προσευχές της μητρός κατά μυστηριώδη τρόπον. Ας αφήσουμε αυτόν τον Αυγουστίνο ο οποίος υπήρξε ένα από τα
μεγαλύτερα φιλοσοφικά πνεύματα, τα οποία ανέδειξε ποτέ η ανθρωπότης να μας διηγηθεί. Επί ημέρας δοκιμάζει μίαν πάλην ο Αυγουστίνος του κάλου και του κακού. Ήθελε να επιστρέψει
προς τον Χριστό, αλλά η αμαρτία τον κρατεί σιδηροδέσμιο. 
«Καί ἰδού, γράφει χαρούμενος ὁ ἴδιος εἰς τάς ἐξομολογήσεις του, ἀκούω φωνήν ἐκ γειτονικῆς οἰκίας φωνήν παιδός ἤ κόρης, ἡ ὅποια μοί ἔλεγεν ἄδουσα καί ἐπαναλαμβάνουσα: «λάβε καί
ἀναγνωσε» Κατ’ εὐτυχίαν ἦτο ἐκεῖ πλησίον τό Εὐαγγέλιον τοῦ φίλου μου Ἀλυπίου. Τό ἁρπάζω καί τό ἀνοίγω εἰς ἕνα μέρος, εἰς τό ὁποῖον προσέπεσαν οἱ ὀφθαλμοί μου: «Μή κώμοις καί
μέθαις, μή κοίταις καί ἀσελγείαις, μή ἔριδι καί ζήλω, ἀλλ’ ἐνδύσασθε τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν καί τῆς σαρκός πρόνοιαν μή ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας». (Ρώμ. Ἴγ΄. 13 - 14) (ὄχι μέ ἄσεμνα
συμπόσια καί μέ μέθας, οὔτε μέ φιλονικείας καί ζηλοτυπίας. Ἀλλά φορέσατε ὡς ἔνδυμα τῆς ψυχῆς, τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν καί μή φροντίζητε διά τήν σάρκα, πῶς νά ἱκανοποιῆτε τάς
παρανόμους ἐπιθυμίας αὐτῆς». Τα ιερά και θεία ταύτα λόγια ήρκεσαν να του δώσουν ώθηση προς τον Χριστό. Οι δεσμοί της αμαρτίας αποκόπτονται και η καρδία του Αυγουστίνου αρχίζει 
να ελευθερώνεται. Διά τούτο μίαν ημέρα διακόπτει οριστικώς τας σχέσεις του προς την αμαρτία. Αποστρέφεται τους αμαρτωλούς φίλους του και αποφασίζει να βαπτισθεί, να γίνει αληθινός
Χριστιανός. Τρέχει αμέσως και αναγγέλλει εις την μητέρα του ότι πλέον θα παραδοθεί εις τον Χριστό. Η μητέρα του μόλις ακούει την σταθερή απόφαση του να ακολουθήσει τον Χριστό, 
αλλά και πώς τον προέτρεψε θαυμασίως ο Θεός, «ἐνθουσιά, ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ υἱός, θριαμβεύει καί εὐλογεῖ σέ, ὤ Θεέ, τόν δυνάμενον ὑπέρ πάντα ποιῆσαι ὑπέρ ἐκ περισσοῦ 
ὧν αἰτούμεθα ἤ νοοῦμεν» (Εφεσ. γ΄ 20) (διότι δύναται να παράσχει αφθόνως περισσότερα παρ όσα ζητούμε ή και φανταζόμαστε), διότι έβλεπε ότι χορήγει εν τω προσώπω μου περισσότερα
των όσων συνήθιζε να ζητάει διά των στεναγμών και των δακρίων της η δούλη σου, η μητέρα μου. Διότι με επανέφερε πλησίον σου, ώστε να μη ζητώ τι εκ των του κόσμου. Η ημέρα της εις
Χριστό επιστροφής του Αυγουστίνου υπήρξε η 24η Απριλίου του 387 έτους. Χαίρει βεβαίως και ο ίδιος διά την ανεκδιήγητο ταύτη δωρεάν, περισσότερο όμως η ευσεβέστατη μητέρα του. 

Zoom in (real dimensions: 320 x 450)Εικόνα


Οι τελευταίες ημέρες της Μόνικας
Η χαρά την οποίαν δοκιμάζει η Μόνικα κατά την οριστική επιστροφή του υιού της εις τον Χριστό, είναι απερίγραπτος. Και αυτή και αυτός δοξάζουν τον Θεό. Αλλά διά να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου
ο ιερός Αυγουστίνος εις την μελέτη της αγίας Γραφής απερίσπαστος, αποφασίζουν να επανέλθουν εις την πατρίδα των. Επιστρέφουν εις την Ρώμη. Αλλ’ εκεί καταλαμβάνει την 
μητέρα θανατηφόρος ασθένεια, ίσως λόγω των μόχθων και των συγκινήσεων, τας οποίας είχε δοκιμάσει διά την επιστροφή του υιού της. Η ασθένεια της επιδεινώνονταν. Η ημέρα πλησιάζει,
οπότε έμελλε να απέλθει του παρόντος κόσμου και ο Αυγουστίνος μόνος με ταύτη υπάρχων, άρχισε να συνομιλεί μετ’ αυτής διά το κάλλος της ουρανίου ζωής και της αιωνίου ευφροσύνης.
Εις ταύτα προσέθεσε η μακαρία Μόνικα: «Υἱέ μου, ἐμέ οὐδέν πλέον θέλγει εἰς τήν παροῦσαν ζωή. Ἀγνοῶ ποῖος δύναται νά εἶναι εἰς τό ἑξῆς ὁ προορισμός μου, διότι ἡ ἐλπίς τῆς περαιτέρω
ζωῆς ἔχει καταναλωθῆ. Δί’ ἕνα καί μόνον ἐπόθουν νά μείνω ἀκόμη ὀλίγον εἰς τήν ζωή, διά νά σέ ἴδω Χριστιανόν καί ὕστερον νά ἀποθάνω. Ὁ Θεός μοί παρεχώρησε περισσότερον τοῦτο
παρ’ ὅσον ἐζήτησα, καί ἰδού σύ τώρα εἶσαι δοῦλος ἰδικός του, περιφρονῶν τά ἀγαθά τῆς γής. Τί θά κάμω πλέον ἐδῶ;»…
Η ασθένεια προχωρεί και ο πυρετός εξακολουθεί. Έχασε πλέον τας δυνάμεις της. Κάλεσε τότε ο Αύγουστος τον αδελφό του διά να τον ενισχύσει. Διότι τώρα αρχίζει η θλίψις εις την καρδία του
Αυγουστίνου, καθ’ όσον εγγίζει το τέλος της προσφιλούς μητρός του. Ενώ επί τόσα έτη την έθλιβε, ήδη αρχίζει βαθέως να συγκλονίζεται, διότι θα χάση μίαν τοιαύτην μεγαλόφρονα και
στοργική μητέρα. Όσον δε την έβλεπε να φθίνει από την ασθένεια, κατετήκετο. Η Μόνικα έπειτα από λήθαργο ανοίγει τους οφθαλμούς της και βλέπει τους δύο υιούς της καταθλιμμένους και
καθηλωμένους υπό της λύπης. Τούς συμπαθεί και τους παρηγορεί λέγουσα: «Μή λυπεῖσθε ἦλθε τό τέλος εἰς ἐμέ. Θά ἐνταφιάσητε ἐδῶ τήν μητέρα σας». Η αναγγελία αυτή ως μάχαιρα διστόμος
εισήλθε εις την καρδία του Αυγουστίνου. Ο αδελφός του καταλυπημένος ψιθυρίζει, ότι καλόν είναι να την θάψουμε εις την πατρίδα μας. Αυτήν την επιθυμία είχε εκδηλώσει άλλοτε η ίδια.
Τέλος περιγράφων τον θάνατον της ο Αυγουστίνος, λέγει, «ἐννέα ἥμερες κατά τήν ἀσθένειά της, κατά τό πεντηκοστό ἕκτον ἔτος τῆς ἡλικίας της, κατά τό τριακοστό τρίτον της ἰδικῆς μου, τῷ
(387 μ.Χ.) ἡ θεία ἐκείνη ψυχή ἀπηλλάγη τοῦ σώματος. Ἔκλεισα τούς ὀφθαλμούς της. Ὀξυτάτη ὀδύνη διέσχισε τήν καρδία μου. Θρήνησα ἐπί τίνας ὥρας τήν μητέρα μου, νεκράν ἐπί τινά
χρόνον εἰς τούς ὀφθαλμούς μου. Τήν μητέρα μου, ἡ ὅποια μέ ἐθρήνησεν ἔτη μακρά διά νά ζήσω ἐνώπιόν Σου, Ὤ Θεέ μου».

Αλλά εκεί ένθα κατανάλωσε σχεδόν ολόκληρο την ζωή της, πλέον των είκοσι ετών, είναι η διαρκής και αδιάκριτος προσπάθεια διά τον υιό της Αυγουστίνο, ο οποίος παρουσίαζε ένα βίο
εντελώς ανώμαλο. Από μικρής ηλικίας εμφυτεύει τα σπέρματα της ευσεβείας εις την καρδία του υιού της. Ατυχώς το διεφθαρμένο περιβάλλον τα συμπνίγει. Η Μόνικα δεν απελπίζεται,
αδιακόπως παρακολουθεί τον υιό της. Τον συμβουλεύει, τον νουθετεί και κυρίως προσεύχεται. Προσεύχεται αδιακόπως. Τα δάκρυά της σπείρονται ανά πάν βήμα του βίου της. Προσεύχεται
και ελπίζει και όταν ο υιός της έφτασε εις ηλικία 25 ετών. Προσεύχεται και οπόταν ο υιός της πάτησε τα 30 έτη, εξακολουθεί και κατόπιν να προσεύχεται. Ουδέποτε κάμπτεται προσευχομένη.
Δεν οργίζεται ουδέποτε κατά του υιού της, όπως κάμνουν μερικές απερίσκεπτες μητέρες. Δεν μεμψιμοιρεί κατά του Θεού, ούτε υβρίζει εκείνους, οι οποίοι παρασύρουν τον υιό της.
Εξακολουθεί διά της προσευχής να ζητάει την θαυμάσια μεταβολή του υιού της. Την προσευχή της, την συνοδεύει με άγιο βίο, με διαφόρους αγαθοεργίας και επιτέλους όταν ήτο ο υιός της 33
ετών, επιστρέφει τελειωτικώς προς τον Χριστό και αποστρέφεται οριστικώς την αμαρτία. Αφιερώνεται ολοψύχως εις τον Θεό, ο Αυγουστίνος. Η Εκκλησία εκτίμησε τις σπάνιες αρετές του
τον κάμνει κληρικό και τέλος τον ανυψώνεις εις το ύπατο εκκλησιαστικό αξίωμα του Επισκόπου. Την μνήμην του η άγια Εκκλησία εορτάζει την 15 Ιουνίου.
Ώ, πόσον παρηγορητικές είναι αυτές οι γραμμές! Πόσον συγκινητική είναι η διήγησης αυτή!
Εάν εσύ, η οποία αναγινώσκεις ταύτα είσαι σύζυγος και υποφέρεις και βασανίζεσαι από τον σύζυγο σου μελέτησε προσεκτικός τους προγραφέντες τρόπους της μακαρίας Μόνικας και όχι
μόνον θα παρηγορηθείς, αλλά και θα διορθώσεις τον σύζυγο σου. Εάν είσαι νύμφη και έχεις απότομο και υπερήφανο πεθερά, μιμήσου την Μόνικα, και ασφαλώς θα καταπραΰνεις την
πενθερά σου και θα προσελκύσεις την καρδία της τόσον, ώστε να σε αγαπήσει. Εάν δε είσαι τεθλιμμένη μητέρα από την φαύλη διαγωγή των τέκνων σου. Μεταχειρίσου την μέθοδο, την
οποίαν χρησιμοποίησε η μητέρα του Αυγουστίνου, προσεύχου και πάλιν προσεύχου. Έλπιζε και πίστευε και ανυπερθέτως μίαν ημέρα, εάν συνοδεύσεις τις προσευχές σου με άγιο βίο, 
ασφαλώς ο υιός σου, ή οι υιοί σου, θα γίνουν υποδείγματα βίου ενάρετου εις την κοινωνία.
Εάν είσαι νέος, ο οποίος έτυχε από τις κακές συναναστροφές να παρασυρθείς, να κατρακυλήσεις εις παρεκτροπές ηθικές μη νομίσεις ποτέ, ότι δεν σε δέχεται ο Χριστός.
Επίστρεψε, διάκοψε τις σχέσεις τις αμαρτωλές, μελέτησε το Ευαγγέλιο του, πλησίασε τον Ιησού μας και προθυμότατα θα σε δεχτεί. Άφησε ελεύθερη την καρδία σου να την θερμάνει η ζωογόνος
πνοή του Ιησού.



Πηγή: xristtianos.grΑποσπάσματα από το βιβλίο «Η Αγία Μόνικα»

Σάββατο 2 Μαΐου 2015

ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΟΣΙΑΝ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΝ ΜΗΤΕΡΑ ΗΜΩΝ ΜΑΤΡΩΝΑΝ ΤΗΝ ΑΟΜΜΑΤΟΝ, ΣΥΓΧΡΟΝΟΝ ΡΩΣΙΔΑ ΑΣΚΗΣΑΣΑΝ ΕΝ ΚΟΣΜΩ



site analysis


 


Ποίημα Δρος Χαραλάμπους Μ. Μπούσια

Ευλογήσαντος του Ιερέως το Κύριε εισάκουσον
μεθ' ο το Θεός Κύριος, ως συνήθως, και το εξής.

Ήχος δ΄. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ

Την εν Ρωσία διαλάμψασαν άρτι
υπομονή εν τοις εκάστοτε πόνοις,
αγάπη προς τους πάσχοντας και προς τον Θεόν,
ταπεινώσει, μέλψωμεν, απαθεία και νήψει
μελιρρύτοις άσμασι, θεοφόρον Ματρώναν,
αυτής λιτάς αόκνους ευλαβώς
προς τον Δεσπότην Χριστόν εξαιτούμενοι

Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Θεοτόκιον
 

Ου σιωπήσομεν ποτέ, Θεοτόκε,
τας δυναστείας Σου λαλείν οι ανάξιοι,
Ει μη γαρ Συ προϊστασο πρεσβεύουσα,
τις ημας ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων;
Τις δε διεφύλαξεν εως νυν ελευθέρους;
Ουκ αποστώμεν, Δέσποινα, εκ Σου,
Σους γαρ δούλους σώζεις αει εκ παντοίων δεινών.
 

Είτα ο Ν΄ Ψαλμός και ο Κανών, με Ακροστιχίδα
"Ματρώνα, λιταίς Σου σκότη μου διάλυσον. Χ."
 

Ωδή α΄Ήχος πλ.δ΄. Υγράν διοδεύσας
 

Οσία του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών
 

Ματρώνα, δικαίως υπό σεπτού
η ονομασθείσα,
στύλος όγδοος αχανούς,
Ρωσίας, Κροστάνδης Ιωάννου,
εν ευσεβεία ημας πάντας στήριξον.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Αγίασον πάντας σε ευλαβώς,
Ματρώνα, τιμώντας ώσπερ κρήνην αγιασμού
θεόβρυτον και πηγήν θαυμάτων
την εν Ρωσία αρτίως εκβλύσασαν.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Του κόσμου ασκήστρια θαυμαστή,
Ματρώνα οσία,
δυσχειμέροις εν τοις καιροίς
δεινής αθεϊας εν Ρωσία
η διαλάμψασα ρύσαι με θλίψεων.
 

Και νυν. Θεοτοκίον 

Ροαίς, Μητροπάρθενε, ρυπτικών
ευχών Σου προς Κτίστην
και Υιόν σου ημών παθών
κατάσβεσον φλόγα χαμαιζήλων,
Θεόγεννητορ, μερόπων διάσωσμα.

Ωδή γ΄. Ουρανίας αψίδος. 


Οσία του Θεού πρέσβευε υπερ ημών
 

Ως πυξίον σοφίας
και αρετής μέλπομεν
Σε των ευσεβών αι χορείαι,
χάριτος σκήνωμα,
Ματρώνα, και δωρεών
παντοδαπών εκμαγείον
οι εν δίναις σπεύδοντες
τη μεσιτεία Σου.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπερ ημών
 

Νυν, αόμματε μήτερ,
η της ψυχής όμματα
έχουσα σαφώς εστραμμένα
προς τον ουράνιον Νυμφίον και Λυτρωτήν,
Ματρώνα άνοιξον κόρας
τας ημών θεάσασθαι
τα υπέρ έννοιαν.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Ασκουμένων γυναίων
θεοειδές έκτυπον,
η οφθείσα Πνεύματος θείου
κατοικητήριον,
τω σω Νυμφίω Χριστώ,
Ματρώνα πρέσβευε, σώφρον,
δούναι τοις τιμώσι Σε
χάριν και έλεος.
 

Και νυν. Θεοτοκίον
 

Λυμεώνος αϋλου
γένους βροτών, Δέσποινα,
Κεχαριτωμένη Μαρία,
θεία ολέτειρα,
εξ επηρείας αυτού,
απαλλαξόν με εν τάχει
τον ψυχή και χείλεσι
Σε μακαρίζοντα.
 

Διάσωσον, από κινδύνων, Ματρώνα, τους Σε τιμώντας
ως νεόφωτον αρετών παντοίων απαύγασμα
και άστρον προς στένοντας συμπαθείας. 

Επίβλεψον εν ευμενεία πανύμνητε Θεοτόκε,
επί την εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν
και ίασαι της ψυχής μου το άλγος.
 

Αίτησις και το Κάθισμα.

Ήχος β΄. Πρεσβεία θερμή
 

Την υπομονή και ταπεινώσει λάμψασαν
εν χρόνοις δεινοίς Ρωσίας ανυμνήσωμεν
άσκητριαν κράζοντες
τιμαλφές αρετών ανακτόριον,
Μάτρωνα, χάριν εύρηκας Χριστώ
πρεσβεύειν υπέρ των ευφημούντων Σε.

Ωδή δ΄. Εισακήκοα Κύριε.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Ικετών εις βοήθειαν
σπεύσον σων, Ματρώνα θεοχαρίτωτε,
σαρκοφόρος ώσπερ άγγελος
εν Ρωσία άρτι διαλάμψασα.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Ταπεινώσεως σκήνωμα
και εικών, πανεύφημε προοράσεως,
τήρει πάντας τους τιμώντας Σε
εν υπομονή και νήψει πάντοτε.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Ασινείς διατήρησον
νόσων κατωδύνων τους εκζητούντας Σου
τας πρέσβειας προς τον Ύψιστον,
θεαυγές Ματρώνα, υπερένδοξε.
 

Και νυν. Θεοτοκίον
 

Ιλαστήριον άμεσον
κόσμου, απολύτρωσαι, Μητροπάρθενε,
τους πιστώς Σε μακαρίζοντας
και εκδεχομένους την Σην εύνοιαν.
 

Ωδή ε΄. Φώτισον ημάς.

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Σου την ευαγή
πολιτείαν αναμέλποντες
εν τω κόσμω εξαιτούμεθα ευχάς
προς τον Κύριον, Ματρώνα, τας αόκνους σου.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Στήριξον ημάς
εν τη πίστει τους προστρέχοντας
ση, Ματρώνα γεραρά επισκοπή
και υμνούντας σε ως στύλον θεοφώτιστον.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Όλβε της Χριστού
Εκκλησίας πολυτίμητε,
θησαυρόν, Ματρώνα, ώσπερ τιμαλφή
θείας Σκέπης μάνδρα έχει τα Σα λείψανα.
 

Και νυν. Θεοτοκίον

Ύμνοις σε αει,
σωτηρίας ως κρηπίδωμα
καταστέφομεν βροτών, Μήτερ Θεού,
και χαράς ημών αλήκτου θείαν πρόξενον. 


Ωδή στ΄. Την δεήσιν.

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Στηρίζουσα δήμον εμπερίστατον
δυσχειμέροις αθεΐας εν χρονοίς,
μήτερ Ματρώνα, ουκ έπαυσας Ρώσων
επιζητούντων αλήθειαν πίστεως,
η νυν στηρίζουσα ευχαίς
Σαις προς Κύριον πάντας ικέτας Σου.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπερ ημών
 

Κραυγάζει Σοι ευσεβών ομήγυρις
καταφεύγουσα, Ματρώνα, Ση σκέπη
και ακλινή προστασία υψόθεν
μη διαλίπης ημάς εποπτεύουσα,
Κυρίου νύμφη, τους πιστώς
μελωδούντας ασκήσεως πόνους Σου.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Ομμάτων μου της ψυχής διάνοιξον,
θεοφόρητε Ματρώνα, τας κόρας
του βλέπειν πάντα συμφέροντα, κράζω,
η αομμάτως τον βίον ανύσασα
και παρειμένη εν καιροίς
τοις εσχάτοις, Ρωσίας ωράϊσμα.
 

Και νυν. Θεοτοκίον
 

Φωτογραφία της οσίας Ματρώνας
Την δέησιν, Θεοτόκε Δέσποινα,
η τεκούσα υπερ λόγον τον Λόγον
Θεού Υψίστου, προσδέχου Σου δούλου
πανευμενώς του ζητούντος την χάριν Σου
και ανυμνούντος ευλαβώς
τον Υιόν Σου και Κτίστην του σύμπαντος. 


Διάσωσον από κινδύνων, Ματρώνα, τους Σε τιμώντας
ως νεόφωτον αρετών παντοίων απαύγασμα
και άστρον προς στένοντας συμπαθείας. 


Άχραντε, η διά λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως
επ'εσχάτων των ημερών τεκούσα, δυσώπησον
ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν. 


Αίτησις και το Κοντάκιον

Ήχος β΄. Τοις των αιμάτων σου
 

Την δυναμένην του Πνεύματος χάριτι
προβλέπειν πάντα εσόμενα μέλψωμεν,
Ματρώναν, Ρωσίας αγλαϊσμα
ως γυναικών θεαυγών ισοστάσιον
και κόσμου μεσίτριαν ένθερμον.
 

Προκείμενον. Ήχος δ΄. Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι. Στίχος. Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου
και κατεύθυνε τα διαβήματά μου
 

Ευαγγέλιον κατά Μάρκον (Κεφ. Η΄34-Θ΄1)
 

Είπεν ο Κύριος όστις θέλει οπίσω Μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω Μοι.
Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν. ος δ' αν απολεση την εαυτού ψυχήν ενεκεν Εμου και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν.
Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εαν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;
ος γαρ εαν επαισχυνθή Με και τους Εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και ο Υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του Πατρός Αυτού μετά των αγγέλων των αγίων.
Και έλεγεν αυτοις αμην λέγω υμιν ότι εισι τινές των ωδε εστηκότων, οιτινες ου μη γεύσωνται θανάτου εως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει. 


Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι.
 

Ταις της Σης Οσίας πρεσβείαις, Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμων εγκλημάτων.

Και νυν.
 

Ταις της Θεοτόκου πρεσβείαις, Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων. 

Προσόμοιον. Ήχος πλ. Β΄. Όλην αποθέμενοι. 


Στίχος. Ελεήμον, ελέησον με, ο Θεός, κατά το μέγα ελεός Σου και
κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου εξάλειψον το ανομημά μου.
 

Την παραμυθήσασαν
εμπεριστάτων χορείας
Ρώσων εν τοις έτεσι
τοις εσχάτοις μέλψωμεν
ύμνοις πρέπουσι
του Θεού χάριτι,
θεαυγή Ματρώναν,
την αόμμματον ασκήτριαν,
ήσπερ ο Κύριος της ψυχής τα όμματα ήνοιξεν
οράν τα εν τω μέλλοντι
και των καρδιών τα ενδότερα
και εν κατανύξει
κραυγάσωμεν διάνοιξον ημών
ψυχών ευχαίς Σου τα βλέφαρα
βλέπειν τα σωτήρια.

Σώσον ο Θεός τον λαόν Σου...
 

Ωδή ζ΄. Οι εκ της Ιουδαίας.

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Η εν κόσμω οσίως
και αμέμπτως τον βίον
εκδαπανήσασα,
Ματρώνα και αρθείσα
πρός δόμους αφθαρσίας,
μη ελλίπης εκάστοτε
υπέρ των Σων ικετών
πρεσβεύουσα Κυρίω.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Μήτερ πνευματοφόρε,
της Ρωσίας, Ματρώνα,
το νέον σέμνωμα,
επάκουσον φωνής μου
δεήσεως και ρύσαι
συμφορών και κακώσεων
και της γεένης πυρός
τον καταφεύγοντά Σοι.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Ουρανόφωτος στήλη
ταπεινώσεως, μήτερ,
ευχής και νήψεως
επώφθης, εκ κοιλίας
μητρός προορισθείσα
καταυγάσαι πυσρσεύμασιν
Σων διδαχών τον λαόν
εν αθεΐας χρόνοις. 


Και νυν. Θεοτοκίον
 

Υπερύμνητε Μήτερ,
Σην αγίαν εικόνα
ως όλβον άσυλον
επονομαζομένην,
αμαρτωλών απάντων
σωτηρία, η πάνσεπτος
Ματρώνα έσχεν παντί
εν βίω, Θεοτόκε.

Ωδή η΄. Τον Βασιλέα.

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Δακρυρροούντες
τας σας λιτάς εκζητούμεν
οι εν θλίψεσιν όντες, Ματρώνα,
προς τον Σον Νυμφίον
και Λυτρωτήν του κόσμου.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Ίσθι ακέστωρ
των Σε υμνούντων, Ματρώνα,
ταπεινώσεως ως μυροθήκην
και δοχείον πλήρες
υπομονής εν βίω.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Αγίων νέων
συνηριθμήθης χορείαις,
μεθ' ων χαίρη απαύστως εν πόλω
και Χριστώ πρεσβεύεις
υπερ ημών, Ματρώνα.

Και νυν. Θεοτοκίον 


Λειμών ευώδης,
Μήτερ Θεού, παρθενίας
και ηδύπνοος κήπος αγνείας
πέλουσα, Σους δούλους
καθήδυνον οδμαίς Σου.
 

Ωδή θ΄. Κυρίως Θεοτόκον
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Υπερ των Σε τιμώντων
και ασπαζομένων
εν τη μονή θείας Σκέπης Σα λείψανα,
Χριστόν δυσώπει, Ματρώνα, Τον Σε δοξάσαντα.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Στηρίζουσα μη πάυση,
στύλε της Ρωσίας,
τους κλονουμένους, Ματρώνα, εκάστοτε
ευχών Σου ράβδω προς Κτίστην τον πανευϊλατον.
 

Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών
 

Ορθοφρονούντων πάντων
Ρώσων αντιλήπτορ,
Ματρώνα, πλάνης ομίχλην εκδίωξον
και την αχλύν την ζοφώδη λύσον αιρέσεων.
 

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι
 

Ναέ χρηστοηθείας
πάγχρυσε, Ματρώνα,
ναούς ημάς εγρηγόρσεως πάντιμε,
δείξον τους μνήμην τιμώντας Σην αεισέβαστον.
 

Και νυν. Θεοτοκίον
 

Χαρίτων θεοσδότων,
Κεχαριτωμένη,
αγνή Παρθένε, ταμείον ασύλητον
τους Σε γεραίροντας πόθω αει χαρίτωσον. 


Άξιον εστίν ως αληθώς
μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον,
την αειμακάριστον και παναμώμητον
και Μητέρα του Θεού ημών.
Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ
και ενδοξοτέραν
ασυγκρίτως τον Σεραφείμ,
την αδιαφθόρως
Θεόν Λόγον τεκούσαν,
την όντως Θεοτόκον,
Σε μεγαλύνομεν.
 

Και τα παρόντα μεγαλυνάρια
 

Χαίροις, των εν κόσμω ασκητριών
καύχημα, Ματρώνα,
των ασκήσει θεοτερπεί,
αρετών εις ύψος
καταντησάντων μέγα,
νεόφυτον Ρωσίας,
άνθος ηδύπνοον. 


Πάντας τους προστρέχοντας ευλαβώς
Σου ταις ικεσίαις
προς τον Κύριον Ιησούν,
Σον σεπτόν Νυμφίον,
εν ουρανοίς Ματρώνα,
συντήρει επηρείας
πλάνου απήμονας. 


Χαίροις, διοράσεως ο κανών,
χαίροις η ακρότης
της εν βίω υπομονής,
χαίροις, της Ρωσίας
ο όγδοος ο στύλος,
Ματρώνα θεοφόρε,
πίστεως πρόβολε. 


Χαίροις, η αόμματος εκ γαστρός,
η χαριτωθείσα
Παρακλήτου αύραις τερπναίς,
χαίροις, συμπαθείας
πρός πάσχοντας, Ματρώνα,
και προς εμπεριστάτους
στύλος ακράδαντος. 


Δίδου τοις τιμώσι Σε ακλινώς,
ευκλεες Ματρώνα,
εν τω βίω υπομονήν
και ισχύν πατήσαι
το φρύαγμα του πλάνου,
η στέρησιν ομμάτων
καθυπομείνασα. 


Φως την στερηθείσαν εκ γενετής
οφθαλμών, Ματρώναν,
ευφημήσωμεν ευλαβώς
ως πνευματοφόρων
ασκητριών Ρωσίας
αγλαϊσμα το νέον
και σκεύος χάριτος. 


Πάσαι των αγγέλων αι στρατιαί,
Πρόδρομε Κυρίου,
Αποστόλων η δωδεκάς,
οι Άγιοι πάντες,
μετά της Θεοτόκου
ποιήσατε πρεσβείαν
εις το σωθήναι ημας. 


Το Τρισάγιον και το Απολυτίκιον.


Ήχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον Λόγον.
 

Αδιάσειστον στύλον Ρωσίας όγδοον,
την στερουμένην ομμάτων
εκ γενετής, ευλαβώς
ανυμνήσωμεν Ματρώναν την αοίδιμον,
ως σκεύος θείων δωρεών
και αγάπης ακραιφνούς
προς πάντας εμπεριστάτους
βοώντες σκέδασον ζόφον
παθών ημών φωτί Σης χάριτος.
 

Εκτενής και Απόλυσις, μεθ'ην ψάλλομεν το εξής:
 

Ήχος β΄. Ότε εκ του ξύλου.
 

Πάντων εν εσχάτοις τοις καιροίς
κεκλεισμένων, Μήτερ, εχόντων
τους οφθαλμούς της ψυχής
και αυτής συμφέροντα,
Ματρώνα πάνσεμνε,
παρορόντων διάνοιξον
και δείξον την τρίβον
προς ζωήν απάγουσαν
την αιωνίζουσαν
τοις ειλικρινώς Σε τιμώσιν
ως Ρωσίδος πάνσεπτον γόνον
και ταμείον χάριτος ακένωτον. 


Δέσποινα, πρόσδεξαι
τας δεήσεις των δούλων Σου,
και λύτρωσαι ημάς
από πάσης ανάγκης και θλίψεως. 


Την πάσαν ελπίδαν μου
εις Σε ανατίθημι,
Μήτερ του Θεού,
φύλαξον με υπό την σκέπην Σου. 


Δίστιχα. 


Ματρώνα, άνοιξον οφθαλμούς μου βλεπειν
ψυχής το συμφέρον, βοά Χαραλάμπης. 


Φιλοθέου διάνοιξον έτι κόρας
ψυχής, Ματρώνα, οράν αγήρω μόνον. 


Ματρώνα, μετάνοιαν δίδου μοι και
ρύσαι με της υπερηφανείας, βοά Σοι Ηλίας.

ΠΗΓΗ.ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ