Σήμερα ξέρουμε γιατί παντρευόμαστε;
Έχω μια απορία και τη λέω στα νέα παιδιά κυρίως. Βρε παιδιά, δεν μπορώ να σας καταλάβω. Έρχεστε να βγάλετε την άδεια του γάμου σας και σας χαίρομαι. Και σας λέγω, παιδιά τι γίνεται, πως τ’ αποφασίσατε; Και μου λέτε, πάτερ αγαπιόμαστε. Εγώ χαίρομαι που το ακούω. Και κάνετε ένα γάμο και πολλές φορές ξοδεύετε πολλά γι’ αυτό το γάμο.
Κι όταν τελειώσει η χαρά και το γλέντι και περάσουν οι πρώτοι μήνες, αρχίζετε να ‘χετε προβλήματα, αρχίζουνε οι συγκρούσεις. Ψάχνω να βρω την αγάπη σας και δεν τη βρίσκω. Βρίσκω το θυμό σας, βρίσκω την ένταση, κάποτε και τη χειροδικία. Και πριν κλείσει ο χρόνος, έχετε χωρίσει. Και σκέφτομαι, μήπως αυτά τα παιδιά είχαν τόσα πολλά λεφτά, αυτά και τα σπίτια τους, και δεν ξέραν τι να τα κάνουνε και είπανε, βρε δεν παντρευόμαστε να ξοδέψουμε και μετά χωρίζουμε; Γιατί αυτή είναι η λογική την οποίαν βλέπω και παρακολουθώ σήμερα σε μία απίστευτη έκταση. Και λες, τελικά ξέρουμε τι θέλουμε; Ξέρουμε τι κάνουμε; Ξέρουμε γιατί παντρευόμαστε; Ξέρουμε τι ζητάμε ο ένας απ’ τον άλλον;
Τι λέγαμε; Το μπέρδεμα, το μπέρδεμα που έχει φτάσει παντού πια.
Κι έρχεται η μάνα και προσπαθεί να προσφέρει στο παιδί της. Τι; Πάρα πολλά για το σώμα του. Πάρα πολλά για το μυαλό του. Τίποτα για την ψυχή του. Ο καρπός ένα παιδί ανάπηρο, ένα παιδί ζαλισμένο, ένα παιδί που δεν έμαθε τίποτα για το τι σημαίνει αρετή. Που δεν έμαθε τίποτα για το τι σημαίνει αγώνας προσωπικός για να γίνουμε καλύτεροι. Σήμερα, καλλιεργούμε τα αγκάθια και εξαφανίσαμε τα λουλούδια.
Πόσο να φταίνε τα καημένα τα παιδιά που δεν αναζήτησαν και δεν βρήκαν πουθενά κάτι. Αυτό το άλλο.
Γιατί χάθηκε η μάνα;
Γιατί έχασε το πρότυπό της. Γιατί δεν έχει κάτι. Γιατί κοιτάει γύρω της, μόνο, και βλέπει τι κάνει η μία, τι κάνει η άλλη, τι κάνει η τρίτη και συναγωνίζεται να κάνει κι εκείνη ό,τι κάνουν οι άλλοι. Αλλά τελικά, ξέρει τι είναι αυτό το παιδί που ‘ναι μπροστά της; Ξέρει ποια είναι η δομή του;
Ρώτησα κάποτε γονείς. Πιστεύετε πως τα παιδιά σας έχουνε και ψυχή; Και με κοιτούσαν περίεργα. Και τους είπα, εννοώ το ερώτημά μου. Γιατί βλέπω να κάνετε πολλά για το μυαλό και το σώμα των παιδιών σας αλλά σχεδόν τίποτα για την ψυχή τους. Θα ‘ρθετε αύριο και θα πείτε πάτερ το παιδί μου; Ξέρετε τι είπα σε μερικούς; -και μην, έτσι, με μαλώσετε- Τους είπα, θα ‘θελα τότε που θα ‘ρθετε να ‘χω τη δύναμη να σας πετάξω με τις κλωτσιές έξω από τη Μητρόπολη και να σας πω, τώρα ήρθατε; Τώρα ήρθατε; Τώρα ξυπνήσατε;
Είναι πια πολύ αργά. Γιατί; Τώρα φτιάξατε ένα παιδί ανάπηρο. Ένα παιδί που δεν ξέρει γιατί ζει. Ένα παιδί που έχει μόνο απαιτήσεις. Έτσι το φτιάξατε, ανίκανο να έχει φίλους. Έρχονται νέα παιδιά και μου λένε, Σεβασμιότατε, υπάρχουνε σήμερα φίλοι; Και τους λέω, παιδιά μου, μόνο που με ρωτάτε σας λυπάμαι. Σας λυπάμαι γιατί πάει να πει πως δεν έχετε, και σας λυπάμαι γιατί με τη χάρη του Θεού στη ζωή μου είχα πολλούς φίλους, αδελφούς με τους οποίους είμαστε ακόμα φίλοι.
Θυμάμαι κάτι. Ένας απ’ την παρέα μας έφυγε νέος. Όταν ο γιος μεγάλωσε η μάνα του έδωσε το αρχείο του πατέρα. Tο αρχείο του πατέρα ήτανε η ζωή της παρέας μας, της φιλίας. Κι εκεί το παιδί ξαφνιάστηκε γιατί έβλεπε, παιδιά τότε κι εμείς, να γράφουμε ο ένας στον άλλον, «Αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ». Και σκέφτηκε το παιδί -ασυνήθιστη αυτή η γλώσσα γι’ αυτόν- τι είναι αυτό; Μου το είπε η μητέρα και κάποια στιγμή που πήγα στο σπίτι και ήταν εκεί του λέω, σε θέλω λίγο, έμαθα ότι έχεις μια απορία και θέλω να στη λύσω.
Ξέρεις πόσο καλοί φίλοι ήμασταν και πόσο συνεχίζουμε να είμαστε. Μου λέει, ναι και πραγματικά το χαίρομαι και το εκτιμώ. Ξέρεις παιδί μου που οφείλεται αυτό; Σε τρεις λέξεις, αυτές που σε παραξένεψαν διαβάζοντας το αρχείο του πατέρα σου, «Αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ». Δεν ήταν παιδί μου προσφώνηση, ήταν η εμπειρία της ζωής μας. Γι’ αυτό είμαστε ακόμα μαζί και τώρα, έπειτα από τόσα χρόνια. Γι’ αυτό ο άλλος ήταν για μας ο αγαπητός. Γιατί ήτανε «αδελφός εν Χριστώ» και εννοούσαμε στο ακέραιο αυτές τις λέξεις και δεν προσφωνούσαμε απλά και τυχαία. Γιατί αυτές ήταν το βάθρο της φιλίας μας που άντεξε. Κι εσύ σήμερα είσαι μόνος και δεν έχεις φίλους και φίλες γιατί οικοδομήσατε τη φιλία σας στην άμμο.
Όμως αγαπητοί μου, όλοι εμείς που μπορέσαμε και το κάναμε αυτό είχαμε πίσω μας σπίτια. Είχαμε μανάδες που έτσι μας μεγάλωσαν κι έτσι χαιρόντουσαν να μας βλέπουν. Και δεν μας έδιωχναν απ’ το σπίτι για να γιορτάσουμε τα γενέθλιά μας σε ένα ξέρω κι εγώ κέντρο, αλλά που άνοιγαν το σπίτι, όσο φτωχικό κι αν ήτανε, για να μαζευτούμε όλοι εκεί και να νοιώσουμε την ομορφιά της φιλίας κάτω από την στοργή και την αγάπη της μάνας που ήταν η ψυχή όλων αυτών.
Δεν είναι ιστορίες του παρελθόντος. Ευτυχώς, είναι και γεγονότα του παρόντος. Γιατί σήμερα μπροστά στη δική μου την όψη βρίσκονται και τα δύο. Απ’ τη μια μεριά οι ευλογημένες οικογένειες. Οι οικογένειες που έχουν θεμέλιο και το θεμέλιο είναι ο λίθος πάνω στον οποίον αν οικοδομήσεις θα αντέξει η οικοδομή σου, και είναι ο Χριστός. Και όταν το παιδί αρχίζουμε να το συμβουλεύουμε στα δεκαπέντε του και να του λέμε, μίλα μου ρε παιδί μου. Τώρα θα σου μιλήσει; Πέρασε η ώρα. Αν δεν αρχίσεις να μιλάς με το παιδί σου απ’ την στιγμή που γεννήθηκε και είναι στην κούνια, τότε πλέον έχεις χάσει το παιχνίδι.
Έτσι λοιπόν, έτσι μάθαμε και τελικά και σήμερα βλέπει κανείς τέτοιες οικογένειες και βλέπει ότι τα παιδιά και μεγάλα δε διστάζουν να ακολουθήσουν στην Εκκλησία. Κι εμείς λέμε, μα δε με ακολουθεί τώρα. Για ψάξε λιγάκι γιατί; Και βλέπει κανείς αυτά τα παιδιά να ζουν τη σημερινή ζωή αλλά με ακεραιότητα, με ομορφιά, χωρίς ψυχές πληγωμένες.
Μου ‘λεγε πρόσφατα ένας πατέρας. Τον είχα παλιά στο κατηχητικό, σήμερα είναι πατέρας, γιατρός, έχει τέσσερα παιδιά. Βρέθηκα στο σπίτι τους πρόσφατα και μου λέει, Σεβασμιότατε, βλέπετε πόσο όμορφο είναι το σπίτι που δεν έχει τηλεόραση; Βλέπετε τα παιδιά τι ωραία που παίζουνε, που συνεργάζονται, που εμπνέονται. Μου ‘λεγε το μικρό, θα ‘ρθεις να παίξουμε σκάκι; Λέω, και βέβαια θα ‘ρθω. Βλέπει κανείς πραγματικά την κινητικότητα. Γιατί; Γιατί τα παιδιά ζουν. Γιατί τα παιδιά μετέχουν στη ζωή, δεν είναι παθητικοί θεατές της ζωής. Από τα πιο απλά και θα ακολουθήσουν και θα πάνε και στην εκκλησία και στο κατηχητικό και το θέλουν και το περιμένουν. Μα αυτή είναι η ατμόσφαιρα του σπιτιού τους, δεν ψάχνουν κάτι έξω από το σπίτι.
Αυτή τη μάνα λοιπόν τη χάσαμε και την ψάχνουμε σήμερα. Το είπα στην αρχή. Υπάρχει η άκρη και αυτή είναι η Παναγιά. Αυτή είναι η Μάνα. Αυτή είναι το πρότυπο. Σ’ Αυτήν μπορεί να κοιτάξει η σημερινή μάνα και να αντλήσει ομορφιά. Να χαρεί τη στοργή αυτής της Μάνας. Να αντλήσει δύναμη στην ώρα του πόνου και της δοκιμασίας. Να αντλήσει δύναμη από Αυτήν όταν το παιδί της αρρωσταίνει, όταν υποφέρει, όταν αδικείται και να του εμπνεύσει αυτή τη δύναμη και στο ίδιο.
Ψάχνουμε για πρότυπα σήμερα. Ποιο είναι λοιπόν, αν δεν είναι η Παναγιά, ποιο είναι το πρότυπο της σημερινής μάνας;
Δεν υπάρχει. Είναι το είδωλό της, αυτό θεωρεί πρότυπο. Και γι’ αυτό μπερδεύεται, γιατί δεν ξέρει κι εκείνη ποια είναι. Άμα λοιπόν θέλουμε τη μάνα, ας κοιτάξουμε την Παναγιά. Και .. η μάνα σήμερα θα βρει τον εαυτό της, θα βρει τη διακονία και την αποστολή της, θα βρει τις προτεραιότητες που πρέπει να έχει η ζωή της. Θα δει, τον τρόπο που πρέπει να σταθεί στο παιδί της και έχοντας πρότυπο και αντλώντας δύναμη, θα ξεπεράσει τις ανοησίες της σημερινής εποχής. Το είπα και προηγουμένως. Η γιορτή του Μαΐου δεν έχει να δώσει τίποτα, είναι από αυτές τις χαζοχαρούμενες γιορτές που τις κάνουμε για να γίνονται καταναλωτικές γιορτές.
Αυτή η μάνα έχει να δώσει πολλά, τα πάντα στην πραγματικότητα, και να γίνει πηγή έμπνευσης για τη σύγχρονη γυναίκα. Γιατί αυτή η μάνα είναι την ίδια στιγμή και η γυναίκα. Η γυναίκα που φανερώνει τι; Τις διαστάσεις που μπορεί να έχει μια γυναίκα σήμερα. Αυτή η γυναίκα η κατά πάντα όμοια με εμάς, έγινε, Θεοτόκος. Ένας άνθρωπος γέννησε το Θεό. Συγκλονιστικό αλλά αληθινό. Μια γυναίκα στέκεται μεταξύ ουρανού και γης και στα άχραντα σπλάχνα της ενώνει τη γη με τον ουρανό. Σκύφτε λίγο μόνο πάνω σ’ αυτό για να δείτε τι έμπνευση μπορεί να βρει μια σημερινή γυναίκα και μια σημερινή μάνα για το ρόλο και τον προορισμό της μέσα στη ζωή. Αυτή ακριβώς η γυναίκα είναι ο στέφανος και η δόξα όλων των γυναικών. Ο αληθινός στέφανος και η αληθινή δόξα.
Μπορεί λοιπόν μια νέα κοπέλα πριν γίνει μάνα να αντλήσει απ’ αυτήν την κοπέλα, απ’ αυτή τη γυναίκα, απ’ αυτή τη μάνα την ομορφιά. Δεν θα βρει ασχήμια πουθενά, θα βρει ομορφιά. Δε θα προσπαθεί να φτιάξει μια επίπλαστη εξωτερική εμφάνιση για να εντυπωσιάσει. Όταν μέσα στην καρδιά υπάρχει χάρη, τότε αυτή η χάρη ακτινοβολεί. Ακτινοβολεί στο πρόσωπο, ακτινοβολεί στα λόγια, ακτινοβολεί παντού. Αυτό ψάχνουμε σήμερα .. και όπου το βρίσκουμε το θαυμάζουμε. Γιατί; Γιατί είναι γνήσιο, γιατί είναι αυθεντικό, γιατί είναι αληθινά όμορφο.
Είδατε εκείνο το ωραίο τραγούδι που λέει, «σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία». Κοιτάχτε, άλλο η ωραιότητα, άλλο η ομορφιά. Η ωραιότητα αφορά τον μέσα άνθρωπο .. «γιατί είσαι ωραία». Που; Στην ψυχή σου, στην ύπαρξή σου, γιατί είσαι πραγματικά ένα εκπληκτικό πλάσμα.
Θυμάμαι κάποτε ένα νέο άνθρωπο αρκετά, σε κάποια χρόνια, μπερδεμένο. Κάποια στιγμή γνώρισε μια κοπέλα κι έμεινε έκπληκτος. Έμεινε έκπληκτος. Όταν ήρθε να τον δω, δεν έχω ξανασυναντήσει τέτοια κοπέλα στη ζωή μου, μου λέει. Του λέω, χαίρομαι που τη συνάντησες, θέλω όμως να σου πω μια κουβέντα. Αυτή η κοπέλα είναι καρπός κάποιων ριζών. Δεν μπορείς να απαιτήσεις τους καρπούς και να μην σεβαστείς τις ρίζες, την παράδοση της Εκκλησίας μέσα στην οποίαν μεγάλωσε. Είναι ωραία όντως, γιατί έχει χάρη Θεού. Κι έχει χάρη Θεού γιατί; Γιατί ακολούθησε το θέλημα και τις εντολές Του. Δεν μπορείς λοιπόν σήμερα εσύ .. Γιατί το λέω αυτό, και είναι πολύ σημαντικό να το πω καθαρά. Γιατί η κοπέλα του είπε, κοίταξε εγώ έχω κάποιες αρχές στη ζωή μου και μια απ’ αυτές τις αρχές είναι ότι η ερωτική μου ζωή θα αρχίσει στο γάμο μου. Και ο νεαρός έπεσε απ’ τα σύννεφα, δεν το είχε ξανακούσει αυτό. Όμως απ’ την άλλη μεριά έβλεπε το πρόσωπο που είχε θαυμάσει και της είπε, αν αυτό σε εκφράζει θα το σεβαστώ απόλυτα παρ’ όλο που σου ομολογώ πως δεν το καταλαβαίνω. Κι έτσι προχώρησαν, και όταν ήρθε η ώρα του γάμου τους και βγήκα να τους πάρω στην πόρτα, όταν έδωσα στο γαμπρό το χέρι να του πω η ώρα η καλή, έσκυψε, το πήρε με τα δυο του χέρια, το ασπάστηκε, ακούμπησε και το μέτωπό του κι ένοιωσα να μου λέει, σας ευχαριστώ για τον τρόπο που φτάσαμε σ’ αυτήν την ώρα.
Και έτσι είναι γιατί .. η αλήθεια δεν αλλάζει με τις εποχές. Η αλήθεια είναι αιώνια. Αυτός που αποστασιοποιείται από την αλήθεια, αυτός ναυαγεί. Αυτός είναι ανίκανος να ερωτευθεί και να αγαπήσει, γιατί γι’ αυτόν πλέον, όπως έχει μάθει να ζει, ο άνθρωπος δεν είναι πρόσωπο αγάπης αλλά αντικείμενο απρόσωπης χρήσης και γι’ αυτό ναυαγούν οικογένειες.
Αγαπητοί αδελφοί, ξέρω ότι σας κούρασα . Όμως, η αναζήτησή σας σήμερα είναι πραγματικά συγκλονιστική. Αναζητούμε τη μητέρα του ανθρώπου. Την αναζητούμε γιατί τη χάσαμε, και τη βλέπουμε αυτή την αλήθεια στο πρόσωπο τόσων χαμένων παιδιών. Βλέπουμε αυτή την αλήθεια στο πρόσωπο τόσων και τόσων γυναικών που δέχτηκαν το χάρισμα της μητρότητας με μια εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Θεού. Το βλέπουμε, στα διαλυμένα σπίτια μας και αναζητούμε πάλι την ομορφιά που θα σώσει τον κόσμο.
Η μάνα που ψάχνουμε λοιπόν υπάρχει, όπως ο άνθρωπος ο μπερδεμένος που ψάχνει να βρει τον εαυτό του, κι αυτός ο άνθρωπος υπάρχει. Είναι ο θεάνθρωπος. Κι αυτή η γυναίκα και η μάνα υπάρχει και είναι η Παναγιά. Άρα λοιπόν, αν Την πάρουμε απ’ το χέρι, αν Την εμπιστευθούμε, εάν Της πούμε μαζί με το παιδί μας, Παναγιά μου βοήθησέ με στο δρόμο της μητρότητας. Τότε, τα παιδιά θα ‘χουν ξαναβρεί τη μάνα τους. Τότε, η μάνα θα ‘χει ξαναβρεί τα παιδιά της και τότε η ελπίδα θα έχει ξαναγεννηθεί.
Σήμερα φτάσαμε να ζητάμε αυτό που κάποτε ήταν αυτονόητο. Σήμερα δεν είναι αυτονόητο. Γνωρίσαμε στο παρελθόν μανάδες που για χάρη των παιδιών έζησαν σε δύσκολους ανθρώπους γύρω, αλλά ήταν μάνες. Δεν έλεγαν τότε πρέπει να κοιτάξω και εγώ τη ζωή μου έστω κι αν πληγώνω και θυσιάζω τα παιδιά μου. Κι απ’ την άλλη μεριά, οι σώφρονες άνθρωποι ζητούσαν μια γυναίκα για σπίτι, για οικογένεια, όχι απλά για σύντροφο σε μια ζωή χωρίς νόημα.
Κι επιτρέψτε μου να πω μια κουβέντα ακόμα. Ξέρετε τι φανερώνει αυτή την ανικανότητα πια των ανθρώπων να αγαπάνε; Κάτι που επινόησε η Πολιτεία μας, το λεγόμενο, Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης. Ακούγεται ωραίο αλλά είναι τραγικό. Σήμερα ένας άνθρωπος άμα δεν πιστεύει μπορεί να κάνει και πολιτικό γάμο. ‘Όμως σήμερα κι αυτός είναι βαρύς, και ψάχνουμε να βρούμε ένα Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης. Γιατί ψάχνουμε να βρούμε αυτό; Γιατί ακόμα και όταν συμβιώνουμε φοβόμαστε ο ένας τον άλλον και λέμε, αν αύριο το διαλύσουμε μη βγω και ζημιωμένος οικονομικά.
Τι σημαίνει λοιπόν «ανικανότητα»; Μου είπε κάποιος, μα πάτερ ο γάμος είναι δέσμευση, και του λέω, συμφωνώ απολύτως. Ξέρεις όμως παιδί μου ποιος φοβάται να δεσμευτεί; Ποιος; Αυτός που δεν αγαπάει. Αυτός φοβάται, γιατί φοβάται τον άλλον. Τον χρησιμοποιεί αλλά και τον φοβάται. Και αυτό που θεωρείται μοντέρνο, είναι πραγματικά το πένθιμο αγγελτήριο της αγάπης και των ανθρώπων των ανίκανων να αγαπήσουνε.
Πόσο πιο όμορφα ήταν τα παλιά τα χρόνια που μερικές φορές όταν δε σου δίνανε αυτή που αγαπάς την έκλεβες και έφευγες. Γιατί, και αυτό είχε μια ομορφιά μέσα του. Γι’ αυτό λοιπόν σήμερα τα βλέπουμε όλα, την ομορφιά και τη χάρη που δίνει στη ζωή μια αγάπη που είναι θυσιαστική και γεννιέται με το θάνατο του εγωισμού του ανθρώπου και απ’ την άλλη μεριά ένα πλήθος ανθρώπων ανίκανων και να αγαπήσουν και να ερωτευθούν. Και βέβαια τέτοιοι άνθρωποι, που να καταλάβουν τη θυσιαστική αγάπη της μάνας; Καλά κάνετε και την ψάχνετε ..
Μια προσευχή να κάνουμε στη Μεγάλη Μάνα. Να φωτίζει τις σημερινές μανάδες να βρουν τον εαυτό τους. Να Την έχουν στο σπίτι σαν πρότυπο, σαν παρηγοριά, σαν έμπνευση, σαν πηγή δύναμης. Να βλέπουν την εικόνα Της και να νοιώθουν τις απίστευτες δυνατότητες που έχουν, γιατί κι εκείνες και ο καθένας μπορεί να σαρκώσει το Θεό. Να νοιώθουν τις δυνατότητες που τους εμπιστεύθηκε η αγάπη του Θεού, να τους παραδώσει τις ζωντανές εικόνες Του για να τις συντηρήσουν. Να τις βάλουν στο τέμπλο του σπιτιού, της κατ’ οίκον εκκλησίας. Να τις θυμιάζουν με το άρωμα της δικής τους ευλάβειας και να προσκυνούν στο πρόσωπο των παιδιών τους τη ζωντανή εικόνα του Θεού.
Και τότε, θα ‘χουμε ξαναβρεί το δρόμο μας ..
***
Απομαγνητοφώνηση Φαίη/Αβέρωφ