site analysis
ΚΞΚασσιανή, η αγία υμνογράφος και μουσικός
Μια αγία μουσικοσυνθέτρια και ποιήτρια
Εικόνα από εδώ
Κείμενο από εκεί
Από τα λίγα βιογραφικά στοιχεία που αναφέρουν διάφοροι Βυζαντινοί χρονογράφοι, γνωρίζομε ότι η Κασσιανή είχε ευγενική καταγωγή, με πολύ μόρφωση και αρετή.
Την εικόνα της ζωής και της προσωπικότητάς της την συμπληρώνει το λαμπρό συγγραφικό της έργο. Η ποίησή της μαρτυρεί μια γυναίκα σοφή, με αναπτυγμένο καλλιτεχνικό συναίσθημα, με μεγάλη πνευματική δύναμη, με βαθιά θρησκευτικότητα και θεολογική γνώση της Αγίας Γραφής. Ο Κρουμβάχερ, ο πατέρας της μελέτης της Βυζαντινής λογοτεχνίας, γράφει:
«Η Κασσιανή υπήρξε η μόνη αξιομνημόνευτη βυζαντινή ποιήτρια, προσωπικότητα ενδιαφέρουσα για το άτομο και τη λογοτεχνική της θέση, και συνδύασε τη λαμπρή συναισθηματικότητα, με τη βαθιά θρησκευτικότητα και τη δραστήρια ειλικρίνεια».
Όταν το 830 μ.Χ. στο Τρίκλινο των ανακτόρων κάλεσε ο αυτοκράτορας Θεόφιλος τις ωραιότερες κόρες του Βυζαντίου για να διαλέξει τη πιο καλή για γυναίκα του, δεν άρχιζε για την Κασσιανή μια ζωή ακολασίας, όπως παρουσιάζουν μερικοί αλλά μια ζωή αγιότητας, που της χάρισε το στεφάνι της αιωνιότητας.
Η ομορφιά και η χάρη της Κασσιανής ξεχώριζε μέσα στις τόσες όμορφες της Πόλης και ο Θεόφιλος την πρόσεξε. Και στην απόφασή του να την κάνει βασίλισσα, ίσως για να δοκιμάσει τη σοφία της, είπε το θρυλικό εκείνο «εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα», δηλ. από τη γυναίκα πηγάζουν τα κακά (εννοώντας την Εύα που έφερε το προπατορικό αμάρτημα).
Η ενάρετη και σοφή Κασσιανή, έχοντας κατά νου το μεγαλείο και την αγιότητα της Παναγίας Θεοτόκου, απάντησε: «Αλλά και δια της γυναικός πηγάζει τα κρείττονα, ω Βασιλεύ» [=αλλά από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα]. Τη σοφή αυτή απάντηση της Κασσιανής ο αλαζονικός αυτοκράτορας τη θεώρησε προσβολή και με θυμό, ίσως και με αόριστο φόβο, της είπε «ω γύναι! Είθε να εσίγας», δηλαδή καλύτερα να σιωπούσες, και έδωσε το μήλο και την εκλογή στη Θεοδώρα.
Η ενάρετη και σοφή Κασσιανή, έχοντας κατά νου το μεγαλείο και την αγιότητα της Παναγίας Θεοτόκου, απάντησε: «Αλλά και δια της γυναικός πηγάζει τα κρείττονα, ω Βασιλεύ» [=αλλά από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα]. Τη σοφή αυτή απάντηση της Κασσιανής ο αλαζονικός αυτοκράτορας τη θεώρησε προσβολή και με θυμό, ίσως και με αόριστο φόβο, της είπε «ω γύναι! Είθε να εσίγας», δηλαδή καλύτερα να σιωπούσες, και έδωσε το μήλο και την εκλογή στη Θεοδώρα.
Θα πρέπει να πιστέψομε, ότι η θεία πρόνοια επενέβη για να γίνει αυτοκράτειρα η Θεοδώρα που με την ορθόδοξη πίστη της και το δυναμικό χαρακτήρα της έμελλε να βοηθήσει στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας και την τακτοποίηση του θέματος των εικόνων (εικονομαχίες) το 843 μ.Χ. Και η Κασσιανή να φορέσει το μοναχικό σχήμα και μακριά από τους περισπασμούς και την τύρβη του κόσμου να αναδειχθεί η μεγάλη υμνωδός και Αγία της Εκκλησίας μας.
Η Κασσιανή αρνήθηκε την ύλη για το πνεύμα, τα πρόσκαιρα για τα αιώνια, τα φθαρτά για τα άφθαρτα. Εγκατέλειψε το αρχοντικό της, τον κόσμο και τους δικούς της και έγινε μοναχή, και ίδρυσε τη Μονή της Κασσίας ή Εικασίας ή Κασσιανής. Δεν την οδήγησε στο Μοναστήρι "η αμαρτωλή της ζωή", γιατί ποτέ της δεν υπήρξε αμαρτωλή.
Η Εκκλησία μας έχει τη δύναμη να παρουσιάσει στο φως της δημοσιότητας αμαρτωλές ψυχές και να τις προβάλλει ακόμη σαν παράδειγμα μετανοίας, όπως συμβαίνει με τη Οσία Μαρία την Αιγυπτία και την Πόρνη του Ευαγγελίου. Δεν θα της ήταν δύσκολο να διακηρύξει ότι και η Κασσιανή υπήρξε μετανοημένη αμαρτωλή, αν πραγματικά ήταν τέτοια.
Η Κασσιανή δεν νικήθηκε από το ανθρώπινο πάθος και την αδυναμία, διότι η ψυχή της φλεγόταν από θείο έρωτα, που την οδήγησε τελικά στην υπηρεσία του θείου θελήματος και τη μοναδική αφιέρωσή της.
Συγγραφικό έργο της Οσίας Κασσιανής
Η Οσία Κασσιανή μέσα στην ησυχία του Μοναστηριού προσεύχεται, μελετά τη Γραφή και τα πατερικά κείμενα και συγγράφει. Έγραψε ύμνους εκκλησιαστικούς, τροπάρια, γνωμικά, επιγράμματα σε ιάμβους και «γνώμες», που τα βρίσκομε με το όνομα Κασσίας, Ικασίας, Εικασίας και Κασσιανής μοναχής.
Από τα τροπάριά της σώζονται το δοξαστικό του Εσπερινού των Χριστουγέννων «Αυγούστου μοναρχήσαντος», οι ειρμοί του κανόνος του Μ. Σαββάτου «Κύματι θαλάσσης» και το γνωστό «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή» που είναι ο πιο δημοφιλής ύμνος της.
Τα στιχηρά που ψάλλονται το βράδυ της Μ. Τρίτης και αναφέρονται στην αμαρτωλή του Ευαγγελίου είναι επίσης έργο της Κασσιανής:
«Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον, τότε ο μαθητής συνεφώνει τοις παρανόμοις, η μεν έ χαιρε καινούσα το πολύτιμον, οδε έσπευδε πωλήσαι τον ατίμητον, αυτή τον Δεσπότην επεγίνωσκεν, ούτος του Δεσπότου εχωρίζετο, αύτη ηλευθερούτο και ο Ιούδας δούλος εγεγό νει του εχθρού ...».
Στα νέα ελληνικά:
Όταν η αμαρτωλή πρόσφερε το μύρο, τότε ο μαθητής συμφωνούσε με τους παράνομους. Από τη μια μεριά αυτή χαιρόταν που άδειαζε το πολύτιμο μύρο και ο άλλος έσπευδε να πουλήσει τον Ανεκτίμητο. Η ίδια αναγνώριζε τον Κύριο, αυτός απομακρυνόταν από τον Κύριο. Η ίδια ελευθερωνόταν και ο Ιούδας είχε γίνει δούλος του εχθρού …
Με άφθαστη πραγματικά τέχνη και ζωηρές αντιθέσεις περιγράφει λυρικά τους δύο τύπους των ανθρώπων.
«Ω της Ιούδα αθλιότητος! Εθεώρει την πόρνην φιλούσαν τα ίχνη και εσκέπτετο δόλω προδοσίας το φίλημα, εκείνη τους ποκάμους διέλυσε και ούτος τω θυμώ εδεσμείτο φέρων αντί μύρου την κακίαν, φθόνος γαρ είδε προτιμάν το συμφέρον».
Στα νέα ελληνικά:
«Αλίμονο στην αθλιότητα του Ιούδα! Κοίταζε την πόρνη να φιλά τα πόδια και σκεπτόταν με δόλο το φίλημα της προδοσίας. Εκείνη έλυσε τα μαλλιά της και αυτός κατεχόταν από θυμό, φέροντας αντί για το μύρο την βρωμερή κακία. Γιατί ο φθόνος γνωρίζει να προτιμά το συμφέρον».
Και σε άλλο στιχηρό διαβάζομε:
«Ήπλωσεν η πόρνη τας τρίχας σοι τω Δεσπότη, ήπλωσεν Ιούδας τας χείρας τοις παρανόμοις. Η μεν, λαβείν την άφεσιν, ο δε λαβείν αργύρια».
Δηλαδή:
«Άπλωσε η πόρνη τα μαλλιά της σε Σένα, το Δεσπότη, άπλωσε τα χέρια ο Ιούδας στους παρανόμους. Αυτή για να πάρει την άφεση, αυτός για πάρει χρήματα …»
Σε όλα τα ιδιόμελα και στιχηρά, που υπερβαίνουν τα 40, διακρίνει κανείς την έξαρση, το βάθος αισθήματος, τη μεγάλη ανεξαρτησία και ευσέβεια, χαρακτηριστικά της μεγάλης ποιητικής της πνοής. Αναφέρονται σε Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές [δηλ. γιορτές του Χριστού & της Παναγίας], καθώς και σε πρόσωπα Αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Η Κασσιανή δεν είναι μόνο υμνογράφος, δηλ. δεν έγραψε μόνο τους ύμνους, που ανα φέρονται στο όνομά της, αλλά και τους μελοποίησε, δηλ. είναι και μελωδός[=μουσικοσυνθέτρια].
Εκτός από την καθαρά θρησκευτική ποίηση η Κασσιανή ασχολήθηκε και με ποιήματα ποικίλου περιεχομένου. Συνέγραψε ακόμη πολλά γνωμικά και επιγράμματα.
Σε 32 μόνον στίχους διαπραγματεύεται θαυμάσια το μεγάλο και σοβαρό θέμα της φιλίας. Αξίζει να αναφέρουμε μερικούς:
«Ει θέλεις πάντως και φιλείν και φιλείσθαι, των ψιθυριστών και φθονερών απέχου.»
Στους δύο αυτούς στίχους ο λεπτός νους της Κασσιανής περιέκλεισε ολόκληρη φιλο σοφία. Και παρακάτω σημειώνει:
«Φρόνιμον φίλον, ως χρυσόν, κόλπω βάλλε τον δι’ αύγε μωρόν φεύγε καθάπερ όφιν».
Δηλαδή, τον φρόνιμο φίλον να βάζεις στο πλευρό σου, όπως θα ήθελες να έχεις και τον χρυσό. Τον ανόητον όμως να τον αποφεύγεις όπως και το φίδι.
Και αλλού: «Φραγμόν πέφυκεν η των φίλων αγάπη» που σημαίνει ότι η αγάπη των φίλων δημιουργεί φραγμό προστατευτικό για τον καθένα απ’ αυτούς.
Η αρετή της αγάπης, το πραγματικό γνώρισμα των οπαδών του Ναζωραίου, που πρέπει να θερμαίνει τις καρδιές των ανθρώπων, δεν πρέπει να τους απομακρύνει από την σύνεση, μας συμβουλεύει η μεγάλη υμνωδός.
«Πάντας δ' αγάπα, μη θάρρει δε τοις πάσιν».
Δηλαδή, ο ολοκληρωμένος άνθρωπος, ο τέλειος χριστιανός έχει καθήκον να αγαπά όλους, όχι όμως και να εμπιστεύεται σε όλους. Μόνον όσοι νοσταλγούν και στη ζωή τους επιδιώκουν την ένωση με το Χριστό και μέσα στα στήθη τους κοχλάζει ο πόθος της αρετής, αξίζουν την εμπιστοσύνη σου και μπορεί να εγγίζει η δική σου ψυχή την δική τους, χωρίς τον φόβο της καταστροφής.
Η Κασσιανή, εκτός από το σοφό επίγραμμα «περί φιλίας», έγραψε και άλλα βαθυστόχα στα επιγράμματα και αναφέρονται στον χαρακτήρα του ανθρώπου, στη γυναίκα, στην ευτυχία, την χάρη, το κάλλος, το ήθος, στους τρόπους της αληθινής Ζωής, που οδηγεί με τον κόσμο της αρμονίας στην αληθινή μακαριότητα, γιατί πλημμυρίζει την ζωή αυτή το φως του ουρανού και της αλήθειας.
Η Κασσιανή δεν τιμήθηκε από τους Βυζαντινούς σαν βασίλισσά τους ούτε στον αυτοκρατορικό Οίκο του Θεοφίλου αναφέρεται το όνομά της. Αν όμως δεν κάθισε σε επίγειο θρόνο και δεν τιμήθηκε όσο έπρεπε από τους συγχρόνους της, οι γενεές των ευσεβών Χριστιανών δια μέσου των αιώνων υποκλίνονται ευλαβικά μπρος στην άγια ζωή της και κάθε βράδυ της Μ. Τρίτης με μυστηριακή κατάνυξη και ιερή συγκίνηση παρακολουθούν το μελοποιημένο τροπάριό της και διδάσκονται πως οι χρυσοί θρόνοι είναι μηδαμινοί και οι δόξες του κόσμου αυτού παρέρχονται και δεν πρέπει να τις επιθυμούμε. ["Νεκρός": η Εκκλησία την τίμησε ιδιαίτερα, όπως και έπρεπε, όχι μόνο αναγνωρίζοντας την αγιότητά της και καθιερώνοντας τον εορτασμό της μνήμης της, αλλά και εντάσσοντας τα έργα της στη λειτουργική ζωή, δηλ. ψάλλοντάς τα μέσα στους ναούς και μάλιστα σε πολύ επίσημες ημέρες].
Κατά πληροφορίες από την Κάσσο η Κασσιανή, επειδή την ενοχλούσε στο Μοναστήρι της ο Θεόφιλος, αναχώρησε στην Ιταλία και στη συνεχεία με μια άλλη Μοναχή, την Ευδοκία, πήγε στην Κρήτη και κατέληξε στην Κάσο, όπου και εκοιμήθη στην 7η Σεπτεμβρίου. Μετά το θάνατό της ετοποθέτησαν το σώμα της σε μαρμάρινη λάρνακα και την έβαλαν σε παρεκκλήσιο, που ήταν αφιερωμένο στο όνομά της. Σώζεται σήμερα η λάρνακα και το βυζαντινό ψηφιδωτό του 9ου αιώνα.
Επίσης στο εκκλησάκι υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με σημείο του σταυρού και χρονολογία 890 μ.Χ. Κατά πληροφορίες, πάλι από την Κάσσο, τα οστά της Οσίας έχουν μεταφερθεί στην Ικαρία.
Το πέρασμα της Οσίας Κασσιανής από την Κρήτη, ίσως συνδέεται με την δική μας Αγία Κασσιανή, την αδελφή των Οσίων Eυτυχιανών, που ασκήτεψε στο Κεφάλι, κοντά στο Μάρτσαλο. Το θέμα αυτό όμως χρειάζεται έρευνα από ειδικούς ["Νεκρός": Για τους αγίους Ευτυχιανούς δες εδώ. Δε νομίζω πως η αγία Κασσιανή η Υμνογράφος μπορεί να είναι η ίδια με την ομώνυμη αγία της Κρήτης, έστω κι αν πέρασε κι από εκεί. Όμως είναι πιθανόν η αγία Υμνογράφος, όταν μόναζε στην Κρήτη, να έγινε φίλη ή γερόντισσα (πνευματική δασκάλα) της οικογένειας της Κρητικιάς αγίας Κασσιανής και από σεβασμό και θαυμασμό στην αγιότητά της να πήρε το όνομά της η Κρητικιά αγία].
Η μνήμη της Οσίας Κασσιανής τιμάται σε πολλά μέρη της Ελλάδος και ιδιαίτερα στη Κάσσο, την ιδιαίτερη πατρίδα της, γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 7 Σεπτεμβρίου, με ειδική ασματική ακολουθία [μουσικό-ποιητικό έργο που ψάλλεται στην εκκλησία], από την οποία παραθέτομε ένα χαρακτηριστικό τροπάριο ("κάθισμα").
«Τον βίον ευσεβώς, διανύσασα, Μήτερ, δοχείον καθαρόν, Συ του Πνεύματος ώφθης, φωτίζουσα τους πίστει σοι προσιόντας θεόπνευστε, όθεν αίτησαι τον Σον δεσπότην φωτίσαι τας ψυχάς ημών, των ανυμνούντων σε πόθω, Κασσιανή πανθαύμαστε».
--------------------------
Βιογραφία
Η Οσία Κασσιανή (ή Κασσία ή Ικασία ή Εικασία) η Υμνογράφος γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεοφίλου (829 -842 μ.Χ.). Όταν μεγάλωσε συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της. Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι, ο Συμεών ο μεταφραστής, ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός, αναφέρουν ότι έλαβε μέρος στην τελετή επιλογή νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, την οποία είχε οργανώσει η μητριά του Ευφροσύνη. Σε αυτή ο αυτοκράτορας επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο. Θαμπωμένος από την ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» «Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]», αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα. Η Κασσία, ετοιμόλογη, του απάντησε: «Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» «Και από μία γυναίκα [ήρθαν στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα της σωτηρίας από την ενσάρκωση του Χριστού μέσω της Παναγίας. Με βάση την παράδοση ο ακριβής διάλογος ήταν: - Εκ γυναικός τα χείρω. - Kαι εκ γυναικός τα κρείττω. Ο εγωισμός του Θεόφιλου τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να απορρίψει την Κασσιανή και να επιλέξει τη Θεοδώρα για σύζυγό του. Οι επόμενες πληροφορίες που σώζονται για την Κασσιανή είναι ότι το 843 μ.Χ. ίδρυσε ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, κοντά στα τείχη της πόλης, του οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη. Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν την επιλογή της αυτή στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή του Θεόδωρου του Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργεια της αυτή. Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου, η οποία έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση βυζαντινών λειτουργικών βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα μ.Χ., με αποτέλεσμα τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56). Με βάση την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της, επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι όπου βρισκόταν. Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της γράφοντας το γνωστό τροπάριο της, που ψάλλεται στις Εκκλησίες το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, όταν αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας. Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι αυτό και κρύφτηκε, μη επιθυμώντας να αφήσει το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο. Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο πάνω σε ένα τραπέζι. Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε μέσα από μία ντουλάπα στην οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε και μετάνιωσε που για μία στιγμή υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. Στη συνέχεια βρήκε τα χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε. Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση κάθισε και πρόσθεσε ένα στίχο στον ύμνο. Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν «ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη». Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν στην ντουλάπα αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της. Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά την αναχώρηση του αυτοκράτορα, διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τον ύμνο. Η μεγάλη αυτή ποιήτρια, υμνογράφος και μελωδός της εκκλησίας μας, η Αγία Κασσιανή, ταξίδεψε στην Ιταλία και την Κρήτη και κατέληξε στην Κάσο ετελείωσε η επίγεια ζωή της. Μετά το θάνατό της, τοποθέτησαν το σώμα της σε μαρμάρινη λάρνακα και την έβαλαν σε παρεκκλήσιο, που ήταν αφιερωμένο στο όνομά της. Σώζεται σήμερα η λάρνακα και το βυζαντινό ψηφιδωτό του 9ου αιώνα μ.Χ. Επίσης στο εκκλησάκι υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με σημείο του σταυρού και χρονολογία 890 μ.Χ. Κατά πληροφορίες, πάλι από την Κάσσο, τα οστά της Οσίας έχουν μεταφερθεί στην Ικαρία. Παρόλο που την μνήμη της δεν την αναφέρει κανένας Συναξαριστής, οι Κάσιοι, από τη συγγένεια του ονόματος της με το νησί τους, καθιέρωσαν τη μνήμη αυτής την 7η Σεπτεμβρίου και ο Γεώργιος Σασσός ο Κάσιος φιλοπόνησε και ειδική Ακολουθία, που δημοσιεύθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1889 μ.Χ. στο τυπογραφείο της «Μεταρρυθμίσεως». Το παράδοξο όμως είναι, ότι η Ακολουθία αυτή αφιερώθηκε στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο, που ο ίδιος στην συνέχεια την έδωσε για εκτύπωση στον Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερμανό (την 1η Σεπτεμβρίου 1889 μ.Χ.) και έτσι, επισημοποιήθηκε κατά κάποιο τρόπο η Αγιοκατάταξη της Κασσιανής από την Εκκλησία της Αλεξανδρείας, όπως το ποθούσαν οι κάτοικοι της Κάσου. Η παρουσία της Κασσιανής έχει επισκιάσει τους υμνογράφους και μελωδούς της εποχής της, διότι αποτελεί την πλέον επιφανή γυναίκα μελωδό (έγραφε και τους ύμνους και τη μελωδία) στην ιστορία της βυζαντινής μουσικής. Έχοντας ιδιαίτερο ταλέντο, ευφυΐα, ευαισθησία και εκφραστικό πλούτο διακρίθηκε στον τομέα της μελουργίας (σ' αυτό τη βοήθησε η μεγάλη μόρφωση, που η ευγενής καταγωγή της, της επέτρεψε να έχει). Γι' αυτό και το έργο της είναι διαχρονικό και πάντα επίκαιρο, και συγκινεί ιδιαίτερα τον ορθόδοξο κόσμο. Στην Κασσιανή αποδίδονται γύρω στα 45 έργα, από τα οποία τα 23 τουλάχιστον είναι χωρίς αμφιβολία δικά της, ενώ τα υπόλοιπα είναι αγνώστου προελεύσεως. Έχει επίσης μελοποιήσει κείμενα διαφόρων υμνογράφων. Από τα πιο γνωστά τροπάρια είναι το περίφημο «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή» , σε ήχο πλ. δ΄, που ψάλλεται στους ναούς το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, καθώς και οι ειρμοί από την Α΄Ε΄ ωδή του Κανόνος του Μεγάλου Σαββάτου «Κύματι Θαλάσσης» ). Το μεγαλύτερο μέρος του έργου της αποτελείται από στιχηρά για εορταζομένους Αγίους. Στην ίδια αποδίδεται και ο τετραώδιος κανόνας: «Ἄφρων γηραλέε» , όπως και πολλά δοξαστικά, μεταξύ των οποίων και ένα περίφημο δοξαστικό των Χριστουγέννων, το «Αὐγούστου μοναρχήσαντος», σέ ήχο β΄. Κατά τον βυζαντινολόγο Κρουμβάχερ «η Κασσιανή ήταν μια εξαίρετη μορφή και το έργο της το διακρίνει ισχυρά πρωτοβουλία, βαθεία μόρφωσις, αυτοπεποίθησις και παρρησία. Πολύ συναίσθημα και βαθεία θεοσέβεια». Και ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, αναφερόμενος στο έργο της, έγραψε ότι «το χαρακτηρίζει γλυκύτης μέλους ακορέστου». Μερικές σημαντικές επισημάνσεις για το Τροπάριο της Κασσιανής Αρκετοί πιστοί πιστεύουν (λανθασμένα) ότι η Κασσιανή ήταν αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα, και μιλώντας η Κασσιανή για την πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου βρίσκει ευκαιρία να μιλήσει για τον εαυτό της. Όπως όμως διαβάζουμε στον βίο της, από πουθενά δεν φαίνεται αυτό. Η Κασσιανή ήταν μία οσία μοναχή του Βυζαντίου, προικισμένη με καταπληκτικό ποιητικό ταλέντο. Αντί για τη βασιλική αλουργίδα προτίμησε το ταπεινό σχήμα της μοναχής και έγραψε πολλούς ύμνους. Ποιά λοιπόν είναι η πόρνη γυναίκα, για την οποία μιλάνε όλα τα τροπάρια της Μεγάλης Τρίτης (βράδυ); Στην ερώτηση αυτή, αρκετοί απαντούν (λανθασμένα) ότι αφού δεν είναι η Οσία Κασσιανή, τότε η αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα θα πρέπει να είναι η Μαρία η Μαγδαληνή! Η αλήθεια όμως είναι ότι η Μαρία η Μαγδαληνή δεν υπήρξε διεφθαρμένη και πόρνη ποτέ. Ήταν μια ύπαρξη, που έπασχε, και την θεράπευσε ο Χριστός. Ο ευαγγελιστής Λουκάς λέγει χαρακτηριστικά για τη Μαρία τη Μαγδαληνή: «Ακολουθούσαν τον Ιησού οι δώδεκα μαθηταί και γυναίκες, μεταξύ των οποίων η Μαρία, που ονομαζόταν Μαγδαληνή, απ’ την οποία είχε βγάλει εφτά δαιμόνια» (Λουκ. 8, 2). Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν λοιπόν δαιμονισμένη και ο Χριστός της έβγαλε τα δαιμόνια, όπως έβγαλε και τα δαιμόνια τόσων άλλων ανθρώπων. Και τότε ποιά είναι η πόρνη, που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, η πόρνη, για την οποία μιλάνε τα τροπάρια της Μεγάλης Τρίτης (βράδυ); Η αμαρτωλή και διεφθαρμένη πόρνη, αυτή που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, μας είναι άγνωστη, είναι ανώνυμη. Ακούσατε σε κανένα τροπάριο το όνομα της πόρνης; Διαβάσατε στον Ευαγγελιστής Λουκά, που περιγράφει τη σχετική σκηνή, να αναφέρει πουθενά το όνομα της; Όχι! Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι Απόστολοι, ενώ δεν έκρυβαν τις δικές τους ατέλειες και πτώσεις, όταν μιλάνε για μεγάλους αμαρτωλούς που μετανοούν, δεν αναφέρουν το όνομά τους. Δεν θέλουν να τους διαπομπεύσουν. Το Τροπάριο της Κασσιανής Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή, τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νὺξ μοι, ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς Οὐρανούς, τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει· καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν, τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσει ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μὴ με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος. |