Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Η αγία Μαρία Σκομπτσόβα του Παρισιού.


 site analysis 

Η αγία Μαρία Σκομπτσόβα, ήταν ένα παιδί του Θεού, κι όπως όλοι οι άγιοι έτσι κι αυτή ξεπέρασε εμπόδια, έφερε στους ώμους της ένα όρος  Αραράτ και κατάφερε αρνούμενη το βόλεμα της προσωπικής επιβίωσης να ζει συμπονώντας πρακτικά τους πονεμένους όπου τους συναντούσε.
Συναντήσαμε τη Μελίτα Αντωνιάδου, αγιογράφο, ζωγράφο και σκιτσογράφο, την πρώτη Ελληνίδα που ερεύνησε επί τόπου, ταξιδεύοντας στις περιοχές που έζησε και μαρτύρησε η αγία Μαρία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Μελίτα μάς αφηγήθηκε για χάρη του άρθρου στην “Ορθόδοξη Αλήθεια” πώς ξεκίνησε η έμπνευση για το ταξίδι έρευνας στα χνάρια της αγίας:  «Πριν πολλά χρόνια, η κουμπάρα μου μού χάρισε ένα βιβλίο, τη βιογραφία της Μητέρας Μαρίας Σκομπτσόβα. Σαν υπότιτλο έλεγε, “Μια διά Χριστόν σαλή στους μοντέρνους καιρούς”. Ήταν το πιο όμορφο δώρο. Το διάβασα και το ξαναδιάβασα, υπογραμμίζοντας, αντιγράφοντας, αντιδωρίζοντάς το.
Επρόκειτο για μία εντελώς ξεχωριστή, έντονη, πολύπλευρη προσωπικότητα, ελεύθερη κι ασυμβίβαστη, αφοσιωμένη ολοκληρωτικά στην αγάπη για τον πλησίον. Το τέλος της ήταν ταιριαστό με τον τρόπο που έζησε: Σφράγισε τη ζωή της με το μαρτύριο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ράβενσμπρουκ το 1945.


Ποιήτρια, ζωγράφος, αγιογράφος, δήμαρχος, σύζυγος και μητέρα τριών παιδιών, μετέπειτα μοναχή, λαμπρή θεολόγος και προστάτιδα χιλιάδων κατατρεγμένων, συγγραφέας θεατρικών έργων, ακόμη και σεναρίου ενός φίλμ. Είχε ιδιαίτερη αδυναμία στους διά Χριστόν σαλούς, γιατί, όπως έλεγε, “ο δρόμος τους είναι μεν δύσκολος, αλλά μας προσφέρει την απέραντη ευτυχία να νιώθουμε το χέρι του Θεού σε ό,τι κάνουμε”.
Γεννήθηκε στη Ρίγα και μεγάλωσε στην Ανάπα, μια παραθαλάσσια πόλη της Μαύρης θάλασσας, όπου διετέλεσε δήμαρχος, όπως παλιότερα κι ο πατέρας της, και απ’ όπου αναγκάστηκε να διαφύγει με την οικογένειά της, μέσα σε αμπάρι πλοίου, για να καταλήξει, μετά από πολλές περιπέτειες, στο Παρίσι, για να ονομαστεί αργότερα, η Αγία Μαρία του Παρισιού. Οι γονείς της, πιστοί Χριστιανοί, διαμόρφωσαν τις αξίες, τις ευαισθησίες και τους στόχους της κόρης τους, παρόλο που η τολμηρή φύση της δεν ακολούθησε απλά τα βήματά τους, αλλά τα έθεσε σε σκληρές δοκιμασίες πάλης με τον Θεό. Όπως αναφέρει γι’ αυτήν ένας σύγχρονός της, ο Μοκούλσκιι, “Δεν αναγνωρίζει τους νόμους της φύσης, δεν ξέρει τι σημαίνει κρύο, μένει χωρίς φαγητό ή χωρίς ύπνο εικοσιτετράωρα, δεν λαμβάνει υπ’ όψη της την αρρώστια ή την κούραση, αγαπάει τον κίνδυνο, δεν γνωρίζει τι σημαίνει φόβος και μισεί κάθε μορφή άνεσης, πνευματικής ή υλικής”.


Αυτή τη μαρτυρία τη διάβασα στο βιβλίο που είχα στα χέρια μου, κι έπειτα ακολουθούσε ένα ποίημα της αγίας Μαρίας:

Έψαξα για τραγουδιστές και για προφήτες
Που περιμένουν κοντά στην κλίμακα
Που ανεβάζει στους ουρανούς,
βλέπουν σημάδια του μυστηριακού τέλους,
Τραγουδούν ασύλληπτα για μας τραγούδια.

Και βρήκα ανθρώπους ανήσυχους, ορφανούς, φτωχούς,
Μεθυσμένους, απελπισμένους, άχρηστους,
Χαμένους σ’ όποιο δρόμο κι αν τράβηξαν,
Άστεγους, γυμνούς, πεινασμένους για ψωμί.

Δεν υπάρχουν προφητείες. Μόνο η ζωή
Παίζει διαρκώς το ρόλο του προφήτη.
Το τέλος πλησιάζει, οι μέρες μικραίνουν.
Πήρες τη μορφή του δούλου. Ωσαννά.

Ο βιογράφος, ο πατήρ Σεργκέι Χάκελ, είχε συλλέξει αποσπάσματα από τα γραπτά της, τα οποία μου έκαναν τόση εντύπωση, που θέλησα να μάθω περισσότερα γι’ αυτήν την υπέροχη γυναίκα - να γνωρίσω τη ζωή της και τη σκέψη της. Εκείνη, που εξήγησε με την ίδια της τη ζωή, αυτά που τόσο κρυστάλλινα έγραφε για την πραγματική φύση της Εκκλησίας, για το τι σημαίνει να μετέχει κανείς στο σώμα του Χριστού - και τι σημαίνει να το αρρωσταίνεις, περιορίζοντάς το στα στενά όρια του ηθικισμού και της τυπολατρίας, που γνωρίζει να ζυγίζει και να μετράει, αλλά όχι να ελευθερώνει και να ανασταίνεται.
“Τώρα, γράφει, έχω απόλυτη συνείδηση ότι κάθε θεωρία, οσοδήποτε σημαντική, έχει αναπόφευκτα λιγότερη αξία και είναι λιγότερο απαραίτητη από οποιαδήποτε πρακτική εργασία, όσο κι αν δεν είναι εντυπωσιακή. Αυτή είναι η πραγματική κατάσταση, τις απαιτήσεις της οποίας βιώνω πρωτίστως και με τόση ένταση”.



Στο καταστατικό της Ορθόδοξης Δράσης, μιας οργάνωσης που δημιουργήθηκε για να βοηθήσει τους Ρώσους πρόσφυγες, παράφρασε τις ίδιες σκέψεις: “Είμαστε επιφορτισμένοι με δευτερεύοντες στόχους και έχουμε την πρόθεση να ασχοληθούμε με αφοσίωση με ό,τι είναι δευτερεύον”.


Η Μελίτα Αντωνιάδου, έλαβε το βιβλίο που περιέγραφε την αγ. Μαρία Σκομπτσόβα το 2003. Η πρώτη σκέψη της ήταν ότι αφού η αγία εκοιμήθη 54 ετών, το 1945, θα πρέπει να ζούσαν ακόμη κάποιοι άνθρωποι που την γνώρισαν. Μια Λευκορωσίδα φίλη της η Γκρέτα Νικιτίνα, της έδωσε το τηλέφωνο ενός νέου στο Παρίσι, του Μπαζίλ Αρκιπώφ, ο οποίος κατάγονταν από Ρώσους εμιγκρέδες και είχε στενές σχέσεις με το ΑCER - το Ρωσικό Φοιτητικό Χριστιανικό Κίνημα ή Κίνημα της Χριστιανικής Νεολαίας, στο οποίο είχε προσχωρήσει και η Αγία Μαρία όταν εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Έτσι ο πρώτος σταθμός της έρευνάς της είναι το Παρίσι.


«Σύντομα, βρέθηκα στο Παρίσι, όπου γνώρισα τον συμπαθέστατο αυτό νέο, ο οποίος μου είπε ότι η κόρη του στενού συνεργάτη της Αγίας Μαρίας, Αγίου Δημητρίου Κλεπίνιν, η Ελένη Αρζακόφσκυ-Κλεπίνιν, είχε όλα τα αρχεία της Αγίας Μαρίας, και ζούσε στη Γερμανία σε μια φοιτητούπολη, το Τύμπινγκεν. Βρήκα το τηλέφωνό της και συμφώνησε να με συναντήσει στην πρώτη ευκαιρία. Το καλοκαίρι αποφάσισα να ταξιδέψω στη Γερμανία οδικώς, μέσω Πάτρας - Ανκόνας. Στο Βερολίνο με περίμεναν παλιοί καλοί μου φίλοι, από τα φοιτητικά μου χρόνια στην Αγγλία, που είχαν κάνει μια χαριτωμένη οικογένεια με τρία παιδιά. Ο σύζυγος, ο Γιενς, πίστευε ότι ήταν καλύτερα να κοιτάζουν οι Γερμανοί το παρελθόν τους κατάματα, ώστε να μην επαναληφθούν τα επαίσχυντα γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, κι έτσι πήγαινε τα παιδιά του, από πολύ μικρά, να δουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το Ράβενσμπρουκ, φημιζόταν για τη σκληρότητά του - ήταν το χειρότερο γυναικείο στρατόπεδο των Ναζί. Πήγαμε στο στρατόπεδο, το οποίο είχαν αναστηλώσει τη δεκαετία του ’80, όπου εκτός από τα κτίρια που διασώζονται, τους θαλάμους όπου σε τρίπατες σανιδένιες κουκέτες στη σειρά στοιβάζονταν γύρω στις 100 κρατούμενες ανά θάλαμο, τους διαδρόμους εκτέλεσης με όπλο, τις πελώριες κυλιόμενες πέτρες που ήταν αναγκασμένες οι κρατούμενες να σύρουν 10 και 12 ώρες τη μέρα, την αυλή της ορθοστασίας, τους χώρους εργασίας, ράψιμο κλπ, τα κρεματόρια, είχε και τους φούρνους, όπου έκαιγαν τα νεκρά από τους θαλάμους αερίων σώματα. Οι φούρνοι είχαν μεγάλη ταμπέλα με τον κατασκευαστή και τα στοιχεία του, ώστε αν χρειαζόταν κανείς για δική του χρήση, να τους έβρισκε… 


Τι να πει κανείς. Μπροστά στους φούρνους κάποιοι συγγενείς των θυμάτων είχαν τοποθετήσει μια πλάκα με το όνομα των δικών τους που χάθηκαν. Δεν υπήρχε τίποτα για τη Μητέρα Μαρία. Μόνο στον εκθεσιακό χώρο είχε μια μικρή βιτρίνα με εργόχειρό της, ένα κεντημένο μαντήλι κι ένα κομποσκοίνι. Η υπεύθυνη του μουσείου πρόθυμα μας φωτοτύπησε τα στοιχεία της κρατουμένης που αναζητήσαμε.


Επόμενος σταθμός, Τύμπινγκεν, να συναντήσω την Ελέν Αρζακόφσκυ-Κλεπίνιν. Παρόλη την φήμη των γερμανικών εθνικών οδών ότι είναι άψογες, χωρίς διόδια και χωρίς όριο ταχύτητας σε ορισμένα μέρη, που με έκανε να νομίσω ότι θα ταξιδέψω σύντομα από το Βορρά στο Νότο, μια ισχυρή νεροποντή έγινε αιτία να καταρρεύσει μια μεγάλη γέφυρα, με αποτέλεσμα να κολλήσουμε στη μέση του πουθενά (χιλιόμετρα ουρά τα αυτοκίνητα) για επτά ολόκληρες ώρες. Όταν κάποτε έφτασα στο σπίτι της κυρίας Ελένης, περίμενα να με υποδεχθεί μια γηραιά κυρία. Με έκπληξή μου είδα μια γυναίκα γύρω στα εξήντα, όμορφη, ευγενική, πολύ μορφωμένη και προσηνής. Δεν πέρασε πολλή ώρα και βρεθήκαμε να καθόμαστε οκλαδόν ανάμεσα σε κούτες με αρχεία από την εποχή της Λουρμέλ (το μοναστήρι στο Παρίσι που είχε ιδρύσει η Μητέρα Μαρία και στο οποίο υπηρέτησε ο π. Δημήτριος, ο πατέρας της Ελένης, τα τελευταία χρόνια πριν ξεσπάσει ο πόλεμος). Μου έδειξε το αστέρι που υποχρέωσαν οι Ναζί να φορέσουν οι Εβραίοι και τα πιστοποιητικά βάφτισης που εξέδιδε ο πατέρας της, πατήρ Δημήτριος, στους Εβραίους για να παραστήσουν τους Χριστιανούς και να γλυτώσουν τις διώξεις (αυτός ήταν και ο λόγος που συνελήφθησαν, η Μητέρα Μαρία, ο π. Δημήτριος, ο Γιούρι, γιος της μητέρας Μαρίας, και ο Ηλία Φονταμίνσκι, ένας πρώην Εβραίος και μετέπειτα βαπτισθείς, που εργαζόταν ακούραστα μαζί με τους υπόλοιπους για την ανακούφιση και προστασία κάθε είδους κατατρεγμένων που έβρισκαν καταφύγιο στο ιδιότυπο αυτό μοναστήρι στην καρδιά του Παρισιού). Είχε όσα γράμματα διασώθηκαν από τα διάφορα στρατόπεδα που εστάλησαν, του πατέρα της Ελένης, της Μητέρας Μαρίας, του Γιούρι και του Ηλία. 


Ο πατήρ Δημήτριος Κλεπίνιν, γράφει σε μια επιστολή του, ότι η Χάρις του Θεού που βίωναν μέσα στο στρατόπεδο ήταν τόση που δεν θα άλλαζε με τίποτα στον κόσμο το χρόνο που πέρασε σε αυτόν τον τόπο του μαρτυρίου (και που στοίχισε σ’ αυτόν -και στην όλη παρέα- τη ζωή τους). Η Ελένη είχε ήδη παραδώσει τα θεολογικά γραπτά της Μητέρας Μαρίας να μεταφραστούν στα αγγλικά. Ο Τζιμ Φόρεστ, Αμερικανός συγγραφέας και εκδότης ενός Ορθόδοξου περιοδικού, του InCommunion, θα το προλόγιζε. Με διαβεβαίωσε η Ελένη ότι τα γραπτά αυτά ήταν η πιο σημαντική της συλλογή θεολογικών πονημάτων, οπότε ανυπομονούσα να τα διαβάσω. Είχε όμως γράψει και πολλά άλλα, τα οποία άργησαν αρκετά να δουν το φως της δημοσιότητας. Η Ελέν μού είπε ότι η Μητέρα Μαρία δεν δίσταζε να στείλει άρθρα της σε όποιον της ζητούσε, έστω κι αν το περιοδικό ή η εφημερίδα δεν έχαιρε αμέμπτου φήμης. Κάποιος κάπου κάτι θα “τσίμπαγε”. Αυτή ήταν η άποψή της. Όπως δεν δίσταζε να πηγαίνει σε κακόφημες συνοικίες του Παρισιού να βοηθήσει νεαρές άκληρες απελπισμένες κοπέλες που αναζητούσαν ένα στήριγμα για να διαφύγουν από την πορνεία. Για ένα τέτοιο κορίτσι που φιλοξενούσε στο μοναστήρι, ήρθε σε διαφωνία με τη μοναχή Ευδοκία που ζούσε εκεί, και η οποία σηκώθηκε κι έφυγε κατασκανδαλισμένη.


Ανέφερα στην Ελένη ότι δεν υπάρχει μια πλάκα στο Ράβενσμπρουκ αφιερωμένη στη μνήμη της, και την άλλη χρονιά μού έγραψε με χαρά, ότι μια επιτροπή στο Παρίσι ανέλαβε την κατασκευή μιας τέτοιας πλάκας, γινόταν έρανος, και όταν θα ετοιμαζόταν θα κάνανε προσκύνημα μαζί με τον επίσκοπό τους στο Ράβενσμπρουκ. (Αυτό έπειτα καθιερώθηκε να γίνεται κάθε χρόνο, καθώς το 2004 ανακηρύχθηκε Αγία από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως κι ο γιος της Γιούρι, ο π. Δημήτριος και  ο Ηλίας Φονταμίνσκι).


Ξανά στο Παρίσι, επισκέφτηκα την οδό Λουρμέλ, όπου δυστυχώς δεν υπάρχει τίποτα σήμερα από το μοναστήρι της Αγίας Μαρίας (καθώς ο χώρος διατηρείτο με ενοίκιο), εκτός από μια πλάκα στην είσοδο μιας πολυκατοικίας που κτίστηκε στη θέση του, να θυμίζει τι υπήρξε κάποτε. Το τέμπλο, και εικόνες, ζωγραφισμένες ή κεντημένες από τη Μητέρα Μαρία, βρίσκονται σήμερα στον Ορθόδοξο Ναό του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ σε μια άλλη συνοικία του Παρισιού. Όταν τον επισκέφτηκα, γνώρισα την ηλικιωμένη νεωκόρο, η οποία θυμόταν καλά την αγία Μαρία, γιατί η μητέρα της υπηρετούσε στη Λουρμέλ και την έπαιρνε καθημερινά μαζί της. “Ήταν μια ατρόμητη γυναίκα”, μου είπε. “Ακούραστη, δεν υπολόγιζε καθόλου τον εαυτό της, κυκλοφορούσε μ’ ένα λερωμένο ράσο από τις δουλειές και χαμογελούσε πλατιά. 


Το ίδιο πλατιά ήταν κι η αγκαλιά της, ήταν πολύ εκδηλωτική. Ψηλή και γεμάτη, ακτινοβολούσε ζεστασιά προς όλους, αλλά και δεν δίσταζε να μιλήσει αυστηρά όταν διαφωνούσε με κάτι. Δεν φρόντιζε να κρύβει τι έκανε, μιλούσε ανοιχτά για τους Ναζί και έκανε ηχηρές δηλώσεις για την αδικία εις βάρος των Εβραίων, μάλιστα θεωρούσε ότι όλοι οι Χριστιανοί όφειλαν να φορέσουν το αστέρι του Δαβίδ για συμπαράσταση, αφού ο Χριστός ήταν κι αυτός Εβραίος κι απόγονος του Δαβίδ. Αν φυλαγόταν ίσως και να γλύτωνε από την Γκεστάπο, αλλά ο θάνατος δεν ήταν αυτό που τη φόβιζε, γιατί είχε αναστημένη ψυχή”.
Δεν συγκράτησα το όνομα της νεωκόρου, αλλά δεν θα ξεχάσω τη φωτεινή της παρουσία και την οικειότητα που ένιωσα κοντά της.


Μια πολύ σημαντική συνάντηση ήταν με την Ελισαμπέτ Μπερ-Σιγκέλ. (Το οποίο κατέστη δυνατόν με την ευγενή μεσολάβηση του Μιχαήλ Σταύρου, θεολόγου στο γαλλικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι - η εύθραυστη υγεία της ανάγκαζε τους δικούς της να περιορίζουν τις συχνές επισκέψεις). Είχα την καλή τύχη να την επισκεφτώ στην ταπεινή της κατοικία, ένα μικρό διαμέρισμα σ’ ένα υποβαθμισμένο προάστιο του Παρισιού. (Όλοι οι αξιόλογοι λόγιοι Ρώσοι εμιγκρέδες που γνώρισα, όπως οι Λόσκυ, ζούσαν σε μικρά ταπεινά διαμερίσματα, γεμάτα βιβλία και φωτογραφίες, με το εκλεπτυσμένο γούστο των παλιών αρχόντων, να θυμίζει την καταγωγή τους). Η κόρη της Ναντίν, μας έφερε τσάι. Η Ελισαμπέτ, 97 χρονών, ετοίμαζε μια διάλεξη που θα έκανε στην Οξφόρδη σε λίγες μέρες. Φωτεινή και δυναμική, παρόλο το αιωνόβιο σώμα, μου μίλησε για το πώς συναντιόταν στα κρυφά με τη Μητέρα Μαρία σε διάφορα σπίτια, πώς έκρυβαν Εβραίους σε πατάρια και υπόγεια, πώς μάζευαν λεφτά για να τους φυγαδεύσουν στην Ελβετία, στην Αγγλία, πώς έφτιαχναν πλαστά χαρτιά και ταυτότητες, αλλά και για το πώς δεν μπορούσε η μητέρα Μαρία να κόψει το κάπνισμα και στην προσπάθειά της ονειρευόταν τασάκια γεμάτα αποτσίγαρα… Κι εκεί έβαλε τα γέλια. “Εμ, πώς! Ξέρεις σε τι ένταση ζούσε; Πόσες υποθέσεις περνούσαν από το χέρι της κάθε μέρα, και συγχρόνως έτρεχε να μαζέψει φαγητό καθημερινά για τα συσσίτια, να ζητιανέψει χρήματα για τις χίλιες δυο ανάγκες…


 Ξέρω, ξέρω, τους ευλαβείς Χριστιανούς τούς σοκάρουν αυτά!” Και ξαναγέλασε ανάλαφρα. “Τι άνθρωπος ήταν; Ήταν άνθρωπος που δεν του άρεσαν τα ημίμετρα”, μου είπε. “Γι’ αυτό κι έλεγε: Δεν μπορεί κανείς να είναι Χριστιανός με μέτρο”.
Η Ελισαμπέτ, δέκα μέρες μετά την επίσκεψή μου κοιμήθηκε. Δεν πρόλαβε να κάνει την ομιλία της στην Οξφόρδη. Σαν πουλάκι, με ένα βιβλίο στο χέρι, εξέπνευσε στο κρεβάτι της. Είμαι ευγνώμων που την πρόλαβα στον εδώ κόσμο.
Στην Ολλανδία, στο Άλκμααρ, έμεινα λίγες μέρες στο φιλόξενο σπίτι του Τζιμ και της Νάνσυ Φόρεστ. Μόλις είχε εκδοθεί το βιβλίο με τα σημαντικά γραπτά της Αγίας Μαρίας στα αγγλικά. Ο Τζιμ μού παρεχώρησε τα δικαιώματα για την εκτενή εισαγωγή με το βίο της που είχε γράψει ο ίδιος. Ακολούθησε η δική μου μετάφραση και η έκδοσή του με τίτλο σύμφωνο με τον αντίστοιχο γαλλικό: “Η Θυσία του Αδελφού”. Σύμφωνο με την καρδιά της, με τη ζωή της, με αυτό που η ίδια δήλωνε στα κείμενά της. Όπως έγραψε: “Κανένας όγκος σκέψης δεν θα μπορέσει ποτέ να καταλήξει σε μια πιο υπέροχη διατύπωση από αυτές τις δυο λέξεις, “αγαπάτε αλλήλους”, εφόσον αυτό αφορά μια άνευ όρων και μέχρι τέλους αγάπη”.
Από τα γραπτά της αγίας Μαρίας του Παρισιού παραθέτουμε ακόμα ένα απόσπασμα με τίτλο:
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΥΟ ΤΡΟΠΟΙ ΝΑ ΖΕΙΣ

‘Εντελώς νόμιμα και αξιοπρεπώς μπορείς να περπατάς πάνω στη γη: να μετράς, να ζυγίζεις και να προγραμματίζεις για το μέλλον. Aλλά είναι εξίσου δυνατό να περπατάς επί των υδάτων. Τότε είναι αδύνατο να μετράς και να προγραμματίζεις το μέλλον. Το μόνο πράγμα που είναι απαραίτητο είναι να πιστεύεις διαρκώς. Μια στιγμή ολιγοπιστίας κι αρχίζεις να βυθίζεσαι”

Η προφορική παράδοση τη θέλει να παίρνει τη θέση μιας μητέρας Εβραίας με παιδιά, να οδηγείται στο Ράβενσμπρουκ και να πεθάνει η ίδια στα κρεματόρια

Νιώθουμε ευγνώμονες για όσα μας παρέδωσε η Μελίτα Αντωνιάδου μαζί με το φωτογραφικό υλικό, αλλά και για την ευκαιρία να στοχαστούμε και να θαυμάσουμε πως υπάρχουν άνθρωποι που παρέδωσαν την κοσμική τους ζωή κι έγιναν άγιοι, έζησαν  κοσμογονίες και μίκρυναν για να ρέει στους υπόλοιπους η θεία χάρη, να ποτιστεί ο κόσμος, να  φωτίζεται η σκιά, να παρηγορείται η θλίψη των ανθρώπων.

Σοφία Χατζή
Δημοσιεύθηκε στην ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ
ΠΗΓΗ.ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η συγκλονιστική Προφητεία της Αγίας Αλυπίας του Κιέβου για τον σχισματικό πατριάρχη Φιλάρετο



site analysis

Αγία Αλυπία του Κιέβου, η δια Χριστόν σαλή (Avdeyeva,1988) 

Εορτάζει στις 17/30 Οκτωβρίου 

«ημείς μωροί διά Χριστόν, …και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν…· λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν· ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι. »( Α Κορ. δ’: 10-13 ) 
«Ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς.» (Σοφίας Σολομώντος Κεφ. 3, 5-6) 

Η μάτουσκα Αλυπία οκτώ χρονών έμεινε ορφανή, φιλοξενήθηκε για λίγο στη θεία της και μετά από τις σπουδές στο σχολείο πήρε το σταυρό της και ακολούθησε τον Χριστό, με σιωπή και αδιάλειπτη προσευχή. Ζούσε με ό,τι της έστελνε ο Θεός, και ήταν φορές που περνούσε τη νύχτα στην ύπαιθρο.

Οι σκληρές δοκιμασίες δεν σκλήρυναν την συμπονετική καρδιά της, αλλά την έκαναν ακόμα πιο φιλεύσπλαχνη. Η απέραντη ανθρώπινη θλίψη ώθησε το κορίτσι να προσεύχεται συνεχώς για τους πονεμένους και βασανισμένους. Η περιπλάνηση της ζωή της την είχε διδάξει να είναι ευγνώμων στον Θεό και στους ανθρώπους για το παραμικρό καλό: για την μέρα που πέρασε, για μια ήσυχη νύχτα, για μια γουλιά νερό, για τα ψίχουλα από το γεύμα κάποιου, για έναν καλό λόγο και μια φιλική συμπεριφορά. Το δώρο της ευγνώμονος αγάπης, η Σταρίτσα το είχε σε όλη της τη ζωή.

Κατά τη διάρκεια των θλίψεών της το Άγιο Πνεύμα της ενίσχυε την πίστη και την αφοσίωσή της στο θέλημα του Θεού, που υπάκουα δέχθηκε από το χέρι Του. Η μητέρα δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια και προστασία από τους ανθρώπους, ζήτησε βοήθεια και προστασία μόνο από τον Θεό. Η πίστη και η εμπιστοσύνη της ήταν τόσο ισχυρή ώστε μόνο να άκουγες, με τι παιδική απλότητα έλεγε το Θεό, «Πατέρα!» Και εισακούονταν αμέσως οι προσευχές της, πάνω απ ‘όλα γι’ αυτήν ο Πατέρας ήταν – ο πιο στενός οικείος, ο πιο αγαπημένος, ο προστάτης της.

Η Σταρίτσα γνώριζε πάντα πόσοι άνθρωποι και με ποιες ανάγκες έρχονταν και για όλους προετοίμαζε ένα γεύμα. Πολλοί κατά τη διάρκεια του γεύματος λάμβαναν θεραπεία από τις ασθένειές τους. Επίσης, θεράπευε τους αρρώστους και με μια δική της αλοιφή, η οποία ήταν τόσο θαυματουργή που όλοι πίστευαν ότι η θεραπευτική δύναμη της δεν ήταν στην ίδια την αλοιφή, αλλά στις άγιες προσευχές της. Κατά κανόνα, οι επισκέπτες έφευγαν χαρούμενοι και … θεραπευμένοι, αν και δεν μπορούσαν να το καταλάβουν αμέσως. Η μάτουσκα έλεγε ένα λόγο σε όλους και αυτός γινόταν κατανοητός μόνο από τον άνθρωπο στον οποίο απευθυνόταν αυτός.

Στη μητέρα Αλυπία έρχονταν όχι μόνο πιστοί, αλλά και αθεϊστές και κομμουνιστές με δύσκολα προβλήματα και σοβαρές ασθένειες. Κι όλους τους βοηθούσε με την αγάπη και την προσευχή της, στρέφοντάς τους προς τον Χριστό. Μόνο ο Θεός ξέρει πόσους ανθρώπους έσωσε από την καταστροφή και την απόγνωση, πόσους θεράπευσε, πόσες οικογένειες έσωσε από την διάλυση.


Τον Απρίλιο του 1988, λέει η συνοδός-φίλη της Μαρία, κρατούσα το Ημερολόγιο της Εκκλησίας και η Μητέρα ρωτάει: “Κοίτα τι μέρα είναι στις 30 Οκτωβρίου.” Κοίταξα και είπα: “Κυριακή”. Επανέλαβε: “Κυριακή”. Μετά το θάνατό της, συνειδητοποιήσαμε ότι τον Απρίλιο η μητέρα μας γνωστοποίησε την ημέρα του θανάτου της που από έξι μήνες πριν αυτήν ήδη γνώριζε. Και μια άλλη φορά είπε:
«Θα φύγω όταν αρχίσουν οι παγετοί και πέσει το πρώτο χιόνι». 


Το βράδυ του Σαββάτου, στις 16/29 Οκτωβρίου, ήταν πολύ άρρωστη. Την επόμενη μέρα, στις 17/30 Οκτωβρίου 1988, έπεσε το πρώτο χιόνι και άρχισε ο πρώτος παγετός. Όλοι προσευχόταν. Η μητέρα τους ευλόγησε όλους, εκτός από μία γυναίκα, να πάνε στην έρημο Κιτάγιεβο, και να προσευχηθούν γι ‘αυτήν στους τάφους της Μοναχής Δοσιθέας και του οσίου Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού.

Στη κοίμησή της, ήταν φωτεινή, σαν να κοιμόταν. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο και ιλαρό. Η κηδεία της έγινε την 1η Νοεμβρίου στην Εκκλησία της Ανάληψης της Μονής Φλωρόβσκι, όπου συγκεντρώθηκαν πολλοί άνθρωποι. Η θλίψη που ένοιωσαν όσοι την αγαπούσαν διαλύθηκε από μια ήσυχη χαρά, γεμάτη πίστη και ελπίδα. Όλοι ένιωθαν ότι αυτό ήταν θρίαμβος της πίστης μας, δεν ήταν θάνατος, αλλά μια νίκη πάνω του. 

Μεταξύ των πνευματικών της παιδιών ήταν ο πρώην επίσκοπος της Tulchin και Bratslav Ιππόλυτος (Khil’ko), όπου του προείπε ότι θα γίνει επίσκοπος. 

Κατά τα χρόνια του πολέμου με το Αφγανιστάν, όσοι στρατιώτες ζήτησαν τις προσευχές της δεν στάλθηκαν στο Αφγανιστάν και έτσι απέφυγαν τον θάνατο.

Τις αποκαλύφθηκε ότι στις 26 Απριλίου 1986 θα γίνει ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ. Και η μητέρα Αλυπία προειδοποίησε τους ανθρώπους πολύ πριν από την τραγωδία ότι η γη θα καεί, ότι θα «δηλητηριαστούν» η γη και το νερό.

“Κάτω από το έδαφος καίγεται, Σβήστε τη φωτιά!” Έλεγε η ευλογημένη. “Μην αφήνετε το φυσικό αέριο!” Κύριε! Τι θα συμβεί τη Μεγάλη Εβδομάδα! 

Αλλά κανείς δεν την καταλάβαινε. Πάνω από μισό χρόνο, η ευλογημένη γυναίκα παρέμεινε σε έντονη προσευχή για τη σωτηρία της γης και των ανθρώπων από μια τρομερή καταστροφή. Μια ημέρα πριν από το ατύχημα, η μητέρα μας περπατούσε στους δρόμους και φώναζε: 
– Κύριε! Λυπήσου τα μωρά, μη καταστρέψεις τους ανθρώπους! 

Οι άνθρωποι που ήρθαν σ ‘αυτήν εκείνη την ημέρα, τους συμβούλευε:” Κλείστε τις πόρτες και τα παράθυρα καλά, θα υπάρξει πολύ αέριο. “ 
Ο Κύριος αποκάλυψε στην γερόντισσα τον πνευματικό λόγο της τραγωδίας του Τσερνομπίλ, αλλά δεν μπορούσε να αποτρέψει εντελώς την οργή του Θεού από τους ανθρώπους που την προκάλεσαν. 

Όταν συνέβη το ατύχημα και άρχισε ο πανικός, ειδικά στο Κίεβο και στις πόλεις και τα χωριά κοντά στη ζώνη των 30 χιλιομέτρων, η μητέρα Αλυπία δεν έφυγε από το σπίτι. Αυτή, ως στοργική μητέρα, προέτρεψε όλους να ηρεμήσουν, να στραφούν στον Θεό και να στηριχθούν στη βοήθεια και το έλεός Του. Η μακαρία κάλεσε τους ανθρώπους να στραφούν στον Σταυρωμένο Κύριο Ιησού Χριστό και να θυμούνται τη δύναμη του Σταυρού Του, που νίκησε τον θάνατο. 

Την ρώτησαν: Να φύγουμε; 
Είπε: όχι. Όταν ρωτήθηκε τι να κάνουν με τα τρόφιμα, είπε: “Πλύντε τα, προσευχηθείτε λέγοντας το ”Πάτερ ημών” και το ”Θεοτόκε Παρθένε “, σταυρώστε τα και φάτε και θα είναι καθαρά” … 


Η μητέρα ευλόγησε να καλύψουν τα σπίτια κάνοντας το σημείο του Σταυρού και να συνεχίσουν να ζουν μέσα, να σταυρώνουν το φαγητό και να το τρώνε χωρίς φόβο.
– Πώς να πιούμε ραδιενεργό γάλα; Την ρώτησαν με φόβο.
– Να το σταυρώνετε – απάντησε η μητέρα μας – και δεν θα έχει ακτινοβολία.


Σε αυτές τις φοβερές ημέρες, η μάτουσκα στήριζε πολλούς και τους συγκρατούσε από τον πανικό και την απελπισία και τους οδηγούσε στο Θεό. 

Η μητέρα προειδοποίησε τα πνευματικά παιδιά της και για μια άλλη καταστροφή, ένα “πνευματικό Τσερνομπίλ”: τη μελλοντική διαίρεση του ”Φιλαρέτου” στην Ουκρανία. Προέβλεψε κι έπειθε τους επισκέπτες της ότι έπρεπε να ανήκουν μόνο στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Αλεξέι Α. θυμάται: “Όταν είδε τη φωτογραφία του Φιλαρέτου, είπε: ” Δεν είναι δικός μας “. Αρχίσαμε να τις εξηγούμε ότι αυτός είναι ο Μητροπολίτης μας, νομίζοντας ότι δεν τον ξέρει, αλλά και πάλι η ίδια σταθερά επαναλάμβανε: «Δεν είναι δικός μας.» Τότε δεν καταλαβαίναμε την έννοια των λέξεών της, και τώρα μας εκπλήσσουν, πόσα χρόνια πριν η μητέρα είχε προβλέψει τα πάντα». 

Ο Ν.Τ. θυμάται: «Είμασταν στη μάτουσκα, και μιλάγαμε. Η σόμπα έκαιγε, κάποιος της έδειξε ένα περιοδικό στο οποίο υπήρχε μια μεγάλη φωτογραφία του Mητρ. Φιλαρέτου Denisenko. Η μητέρα άρπαξε το περιοδικό, το πέταξε με τα δύο δάχτυλα και φώναξε: “Ου, ου, ου, πόση θλίψη θα φέρει στους ανθρώπους, πόσο κακό θα κάνει. Λύκος με ένδυμα προβάτου! Στη σόμπα, στη σόμπα! “. Άρπαξε το περιοδικό και το έριξε στη σόμπα. Όταν συνήλθε από την σύγχυση, κάθισε σιωπηλά, και άκουγε τη σόμπα, που καίγονταν το περιοδικό. Είπα στη μητέρα: “Και τι θα συμβεί;” Η μητέρα χαμογέλασε με το μεγάλο παιδικό χαμόγελο της και είπε: “Ο Βλαντιμίρ θα είναι, ο Βλαντιμίρ!”. Και όταν υπήρξε διάσπαση στην εκκλησία μας, εμείς χωρίς καμία αμφιβολία και δισταγμό ακολουθήσαμε αυτή που η μητέρα μας έδειξε ενάμιση χρόνο πριν τον θάνατό της και σχεδόν πέντε χρόνια πριν από τα γεγονότα ».

Προέβλεψε όλα τα επόμενα δεινά και τον επερχόμενο πόλεμο.Τα νεκρά σώματα θα είναι σαν βουνά, και κανείς δεν θα τα παίρνει για να τα θάψει. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Θα υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που θα μαρτυρήσουν για την Ορθόδοξη πίστη. 

Τα τελευταία εννέα χρόνια της ζωής της, έζησε στο Γκοζοσεέβο. Εδώ αποκαλύφθηκαν πλήρως τα μεγάλα πνευματικά της χαρίσματα . Το δώρο της προόρασης και διόρασης, που της χάρισε ο Κύριος, να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων που έρχονταν σε αυτήν, σαν ανοιχτό βιβλίο, της ίασης αλλά πάνω απ ‘όλα – το δώρο της αγάπης. Κατανοούσε τη γλώσσα των ζώων και των πουλιών. Προειδοποιούσε τους ανθρώπους για κινδύνους, βοηθούσε να αποφευχθούν προβλήματα και πειρασμοί ή προστάτευε από επικείμενη καταστροφή. Έτσι, μια μέρα προσευχόταν όλη τη νύχτα στα γόνατα να σωθεί μια κοπέλα που βρισκόταν στα χέρια ενός σαδιστή σε μια άγνωστη πόλη, παρακαλούσε τον Κύριο να σώσει τη ζωή του κοριτσιού.

Ήταν και είναι μια ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων. 

Απολυτίκιον Ήχος πλ. δ’ 
Εν σοι Μήτερ, ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα• λαβούσα γαρ τον Σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ, και πράττουσα εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ• επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου• διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, οσία Αλυπία, το πνεύμα σου. 


Η αγία Μητέρα Αλυπία του Κιέβου, η δια Χριστόν σαλή


το είδαμε ΕΔΩ 

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

«Η ΕΛΛΗΝΟΨΥΧΗ ΜΑΝΑ ΤΟΥ 1940»



site analysis
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΥΣ ΑΓΩΝΑΣ
ΤΟΥ 1940-1941


Ἀνέμιζαν σέ σειρές ἀπ' ἄκρη σ' ἄκρη τά ἑλληνικά σημαιάκια μέ φόντο τόν καταγάλανο Κυπαρισσώτικο οὐρανό. Δυό μέρες τώρα συνεχίζονται οἱ ἐκδηλώσεις, πού τή φροντίδα τους ἀνέλαβε ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων, καί τό ὑπουργεῖο ἐθνικῆς Ἄμυνας ἀποφάσισε τήν ἀπονομή «Διαμνημόνευσης ἀξίας καί Τιμῆς»(1). 
Πλήθαινε ἀπό ὥρα σέ ὥρα ὁ ἐπίσημος κόσμος, πολιτικοί καί στρατιωτικοί, στό ἱστορικό σταυροδρόμι τῆς Μεσσηνιακῆς πόλης. Κι οἱ ντόπιοι κάθε ἡλικίας μέ τήν καλή τους φορεσιά καμάρωναν περιμένοντας τά ἀποκαλυπτήρια. Παρόντες καί οἱ ἀπόγονοι, οἰκογένειες, ἐγγόνια καί δισέγγονα συγκινημένα. ὁ ἦχος τῆς μικρῆς τοπικῆς μπάντας παιάνιζε ἐμβατήριους ρυθμούς. Κάποια στιγμή δύο χέρια τράβηξαν μέ προσοχή τήν ἑλληνική σημαία φανερώνοντας μιά γυναικεία μορφή. Ψηλή, ξερακιανή, σεμνή κι ἀγέρωχη μές στήν ἀλύγιστη μπρούτζινη κορμοστασιά της, μ' ἕνα τσεμπέρι στό κεφάλι καί σταυρωμένα χέρια, πού ἔμοιαζαν νά κρύβουν πόνο καί παλληκαριά μαζί. Αὐτή ἦταν ἡ Ἑλένη Ἰωαννίδου, ἡ ἡρωική «Ἑλληνίδα Μάνα, σύμβολο τοῦ Ἔπους τοῦ 1940». 
Ἔτσι τήν ὥρισαν καί τήν τίμησαν μέ τούς λόγους τους ὅσοι προσπάθησαν νά ζωντανέψουν τήν ἡρωίδα πού ἔζησε ἀναβιώνοντας τό «ἤ τάν ἤ ἐπί τᾶς» τῶν θρυλικῶν ἀρχαίων Σπαρτιατισσῶν Μανάδων. Γι' αὐτήν, τήν προγιαγιά του, ἔγραψε καί ὁ μικρός Πέτρος Ἰωαννίδης, ὅταν ὁ δάσκαλος τούς ζήτησε στήν τάξη νά γράψουν κάτι γιά τήν 28η Ὀκτωβρίου... 
«Ἡ Ἑλένη Ἰωαννίδου γεννήθηκε στούς Ἀρμενιούς Κυπαρισσίας καί πέρασε ἐκεῖ ὅλη της τή ζωή. Μαζί μέ τό σύζυγό της, Ἰωάννη Ἰωαννίδη, ἔφερε στόν κόσμο 10 παιδιά, ἐννιά παλληκάρια καί τή μονάκριβη θυγατέρα τους. Ὑπεραγαποῦσε τά παιδιά της ἡ Ἑλένη, ὅπως καί κάθε Μάνα, μά ἤξερε καί τό ὡμολογοῦσε πώς τά παιδιά της ἦταν δῶρο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού τήν ἀξίωσε νά γίνει Μάνα. Γιά τοῦτο καί ὑποσχέθηκε μυστικά νά Τοῦ τά δώσει, ὅπου καί ὅποτε ἐκεῖνος τῆς τά ζητοῦσε.
Στό ξέσπασμα τοῦ πολέμου τοῦ 1940 καί στήν ἀνάγκη τῆς πατρίδος ἡ ἑλληνόψυχη πολύτεκνη Μάνα τῶν ἐννέα ἀγοριῶν κατευόδωσε μέ τήν εὐχή της κι ἐμπιστεύτηκε κάτω ἀπ' τή Σκέπη τῆς Μάνας Παναγιᾶς τά πέντε, στρατιῶτες, γιά νά ὑπηρετήσουν στόν ἑλληνικό Στρατό στήν πρώτη γραμμή τοῦ μετώπου. Μά γρήγορα ἔφτασε τό θλιβερό μαντάτοὁ γιός της Εὐάγγελος ἔπεσε μαχόμενος στήν περιοχή τῆς Κλεισούρας! Ρομφαία διαπέρασε τή μητρική καρδιά, σάν νά τόν εἶχε μόνο ἕναν.
Πῶς ἔγινε ἀλήθεια καί μέριασε τοῦτος ὁ πόνος κι ἔγινε φλόγα γιά τή λευτεριά καί τό δίκιο τῆς Πατρίδας; Πῶς;... Παρά τόν ἀβάσταχτο πόνο, βρῆκε τό θάρρος καί ἔγραψε στόν τότε πρωθυπουργό τῆς Ἑλλάδος Ἀλέξανδρο Κορυζῆ(2)τό παρακάτω γράμμα, τό περιεχόμενο τοῦ ὁποίου διαλαλεῖ μέσα στό χρόνο τήν ἀγάπη πρός τήν πατρίδα καί τήν πίστη στό καθῆκον:

Κυπαρισσία, 2 Φεβρουαρίου 1941

Πρός τόν Πρόεδρον τῆς Κυβερνήσεως
κύριον Ἀλέξανδρον Κορυζῆν
Ὁ υἱός μου, Εὐάγγελος Ἰ. Ἰωαννίδη, ἀπωλέσθη εἰς τάς ἐπιχειρήσεις τῆς Κλεισούρας.
Παρήγγειλα εἰς τούς τέσσαρας ἤδη ὑπηρετοῦντας υἱούς μου: Χρῆστον, Κώσταν, Γεώργιον καί Νίκον Ἰ. Ἰωαννίδην, νά ἐκδικηθῶσιν τόν θάνατον τοῦ ἀδελφοῦ των. 
Κρατῶ εἰς ἐφεδρείαν ἄλλους τέσσαρας: Πάνον, Ἀθανάσιον, Γρηγόριον καί Μενέλαον Ἰ. Ἰωαννίδην, κλάσεων 1917 καί νεωτέρων. 
Παρακαλῶ κληθῶσιν ὀνομαστικῶς καί οὗτοι, εἰς πᾶσαν περίπτωσιν ἀνάγκης τῆς Πατρίδος ἤ τυχόν ἀπωλείας ἑτέρου τέκνου μου πρός ἐκδίκησιν ἐχθροῦ. 
Γνωρίσατε Βασιλέα μας ὅτι ὕστατον ἐπιφώνημα θέλει εἶναι: 
ΖΗΤΩ Η ΠΑΤΡΙΣ»
 Στό σταυροδρόμι τῶν καιρῶν μας, πού ἄλλες σειρῆνες ἠχολογοῦν ἄλλους κινδύνους καί ἀπειλές, ἡ ἑλληνική ψυχή θυμᾶται ἀκόμη μιά φορά τήν Ἑλληνίδα Μάνα τοῦ '40, τιμᾶ τήν προσφορά καί τήν αὐτοθυσία της κι ὑπόσχεται μυστικά νά βρεῖ ἡ πατρίδα συνεχιστές καί μιμητές στό ἡρωικό παράδειγμά της. Φ.

(«Πρός τή Νίκη» Α.Τ. 740 Ὀκτώβριος 2011)

Ἀληθινό περιστατικό

«ΤΟΝ ΕΙΧΑ ΑΦΗΣΕΙ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ...»

Χειμώνας τοῦ 1940-1941 στή Λάρισα. Μέρες γεμάτες πείνα, κρύο καί θάνατο. Νύχτες γεμάτες ἀγωνία, ἐφιάλτες καί τρόμο. 
Οἱ Ἰταλοί βομβάρδιζαν συνεχῶς τό ἀεροδρόμιο καί τό Στρατόπεδο. Δέν εἶχε μείνει τίποτε ὄρθιο. Πεινασμένα πρόσωπα καί σκιαγμένα ἔβλεπες παντοῦ. Οἱ βόμβες ἔσκαβαν τήν ψυχή μέχρι τό μεδούλι της. ἡ πείνα θέριζε τόν κόσμο. Ὅσοι μποροῦσαν ἔφευγαν στά χωριά, γιά νά σωθοῦν. 
Ἡ κυρα-Βασίλω ἦταν χήρα μέ ἑφτά παιδιά. Δυό γιούς στό μέτωπο, δυό παιδιά παντρεμένα, κι οἱ ἄλλοι τρεῖς στό σπίτι: δυό κορίτσια καί ὁ Γιάννης της. Πῶς νά ζήσουν τέσσερις ψυχές; ἡ χήρα μάνα τό πῆρε ἀπόφαση. Θά πήγαιναν στήν ἐλάτεια, ἕνα μικρό χωριουδάκι στούς πρόποδες τοῦ Κισσάβου, νά μείνουν σέ γνωστή τους οἰκογένεια, μέχρι νά περάσει τό κακό. 
Ὁ Γιάννης της μόνος. Τί θά ἔκανε; Δούλευε στό Ὑδραγωγεῖο. Ἡ ἀπομάκρυνσή του ἀπό τή Λάρισα ἦταν ἀδύνατη. 
Ἡ χήρα μάνα κοίταξε τό παιδί της στά μάτια. Ἀπό τότε πού ἔχασε τόν ἄντρα της αὐτός ἦταν ἡ παρηγοριά της καί ἡ ἐλπίδα της. Θά τόν ἄφηνε μόνο στό ἔλεος τῶν ἰταλικῶν βομβαρδιστικῶν; 
Παιδί μου, σ' ἀφήνω στήν Παναγιά, τοῦ εἶπε ἀποφασιστικά. Δέν ἔχω νά κάνω τίποτα ἄλλο. Τόν σταύρωσε μέ πίστη κι ἄρχισε νά ἑτοιμάζει τά λιγοστά τους ροῦχα. Δυό τρεῖς εἰκόνες, δυό τρία μάλλινα, λίγα ἀσημικά ἔγιναν πακέτα. Ὅσα μποροῦσαν νά κρατήσουν στά χέρια τους. 
- Πάρτε τα τά ἀσημικά, παιδιά μου, ἔλεγε στίς κόρες της. Μέ αὐτά θά ζήσουμε. 
Ἔφυγαν σούρουπο, γιά νά μή δώσουν ὑπόνοιες. Τρεῖς σκιές σκυφτές μέ τά μπογαλάκια τους. Στό χωριό ἔφτασαν ἀργά τό βράδυ. 
Ὁ Γιάννης στή Λάρισα εἶχε μείνει μόνος. Οἱ ὧρες περνοῦσαν δύσκολα. Τό βράδυ ξεκίνησε γιά τή δουλειά. Εἶχε βραδινή βάρδια. 
Περπατᾶ στούς δρόμους τῆς πόλης μέ βαριά καρδιά. Τά πόδια του σάν νά μήν τόν πηγαίνουν. Οἱ μαῦρες σκέψεις τόν ἔζωναν. Πάλευε μέ τήν ἀγωνία, μέ τό φόβο γιά τούς δικούς του, μέ τή μοναξιά... Ἡ πόλη σέ ὁρισμένα σημεῖα της εἶναι ἀγνώριστη. Ἰσοπεδωμένες συνοικίες... Ἀνασκαμμένες. ἐρημιά, φόβος καί τρόμος. Καημένη πατρίδα!... Καί τό ὑδραγωγεῖο πολύ ἔξω ἀπό τήν πόλη!... Ψυχή στό δρόμο!... καί τό κρύο τσουχτερό. 
Ἔφτασε καί στρώθηκε στή δουλειά. Νά ἐλέγξει τίς βάνες, τίς δεξαμενές, τά νερά... Μά τί εἶναι τοῦτο σήμερα καί δέν μπορεῖ νά συγκεντρώσει τή σκέψη του; 
Ξημερώματα τελείωσε τή βάρδια του καί γύρισε κατάκοπος στό σπίτι. Σέ λίγο κοιμόταν ἕναν ὕπνο βαθύ, δίχως ὄνειρα. 
Ἀπό κεῖ καί πέρα θυμᾶται μόνο πώς ἔνιωσε ἕνα τράνταγμα. Ἦταν σεισμός; 
Ὕστερα ἕνας ἐκκωφαντικός θόρυβος... Καί κρότοι, κρότοι, κρότοι πολλοί!... 
Ἄνοιξε τά μάτια του ζαλισμένος. Τό κεφάλι του πονοῦσε. Νόμιζε πώς θά πάθαινε συμφόρηση. Ἄγγιξε μέ τά χέρια του τό στρῶμα. Ποῦ βρισκόταν; 
Ναί, ἦταν στό κρεβάτι του. Καί γύρω του ...συντρίμμια! Πέτρες, σοβάδες καί χώματα. Πάνω του ὁ γαλανός οὐρανός! 
Συνῆλθε. Ἄρχισε νά τά καταλαβαίνει ὅλα. Εἶχε πέσει βόμβα στό Στρατόπεδο, πού ἦταν πολύ κοντά! 
Ὁ Γιάννης ἀνακάθισε στό κρεβάτι του. Ἡ σκεπή τοῦ σπιτιοῦ τους εἶχε ἀνοίξει. ὁ ἀπέναντι τοῖχος τοῦ δωματίου του ...ἔλειπε! Μά ὁ τοῖχος δίπλα του ...ἦταν ὄρθιος! Ναί, ἡ γωνία τοῦ τοίχου δίπλα στό κρεβάτι του ἦταν ὄρθια! ἡ καρδιά του χτύπησε γοργά. 
- Θαῦμα! ψέλλισε. κι ἔκανε τό σταυρό του. Θαῦμα τῆς Παναγίας! Ἄχ μάνα! 
Σέ λίγο ἡ κυρα-Βασίλω μάθαινε πώς κοντά στό σπίτι της ἔπεσε βόμβα καί πώς ὁ γιός της βρέθηκε σῶος μέσα στά συντρίμμια. Δέν εἶχε πάθει τίποτα! 
- Ἐγώ τόν εἶχα ἀφήσει στήν Παναγιά, ἔλεγε καί ξανάλεγε καί σκούπιζε τά δάκρυά της. Πῶς νά πάθει; (Νεφέλη).

(«Πρός τή Νίκη» Α.Π. 740 Ὀκτώβριος 2011)

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Ἡ Διαμνημόνευση ἀπονέμεται στούς Ἀξιωματικούς Ἐνόπλων Δυνάμεων μέ βαθμό ἀντιστρατήγου, καθώς καί σέ Ἕλληνες ἰδιῶτες καί ἀλλοδαπούς Ἀξιωματικούς γιά ἐνέργειες, δραστηριότητες καί ὑπηρεσίες πού ἀποβαίνουν ἐπ' ὠφελεία τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καί τοῦ ἑλληνικοῦ Ἔθνους.
(2) Ἀλέξανδρος Κορυζῆς. Διαδέχτηκε τόν Ἰωάννη Μεταξᾶ.


«ΑΠΟΨΕΙΣ & ΚΡΙΣΕΙΣ» ΑΙ ΟΠΟΙΑΙ ΜΑΣ ΕΚΦΡΑΖΟΥΝ

«ΖΩΗ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΞΟΡΓΙΣΤΙΚΗ

Ἀνῶ οἱ λαοί τῆς Εὐρώπης καί τῆς Ἀμερικῆς ἀντιμετωπίζουν τό φάσμα τῆς πείνας, ἡ δέ ἀνεργία τῶν ὡρίμων καί κυρίως τῶν νέων καλπάζει, οἱ λεγόμενοι ἡγέτες τῆς G20, δηλαδή οἱ ἡγέτες τῶν 20 πλουσιότερων χωρῶν, ζοῦν κατά τρόπο προκλητικότατο. Ἰδού ἡ εἴδηση: «Μπορεῖ οἱ ἡγέτες τῆς G20 νά διακηρύσσουν ὅτι ἡ οἰκονομική σταθερότης ἀποτελεῖ τό ὕψιστο ἀγαθό, ἀκόμη καί ἄν πρέπει νά ληφθοῦν ἐπώδυνα μέτρα, ἀλλά δέν ἐφαρμόζουν τό ἴδιο στή ζωή τους. Στήν Σύνοδο τῶν Καννῶν ὁ Σίλβιο Μπερλουσκόνι διέμενε σέ ξενοδοχεῖο πού χρέωνε 30.000 εὐρώ ἀνά διανυκτέρευση! Ὁ Μπαράκ Ὀμπάμα πλήρωσε 36.000 εὐρώ τήν βραδυά. Πιό συγκρατημένοι ἐμφανίσθηκαν ἡ Γερμανίδα Καγκελλάριος Ἄγγελα Μέρκελ καί ὁ Ρῶσος Πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ, πού ἔμειναν σέ ξενοδοχεῖα 5 ἀστέρων, πού χρέωναν 13.000 καί 19.000 εὐρώ τήν βραδυά ἀντιστοίχως. Τήν πιό ταπεινή ἐπιλογή ἔκανε ὁ Βρεττανός Πρωθυπουργός, δαπανώντας μόλις 2.000 εὐρώ!» («Ἑστία» 12.11.2011). 
Καί σ' ἄλλη σελίδα τῆς ἴδιας ἐφημερίδας διαβάσαμε: ὉΓάλλος Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζύ «δαπάνησε περισσότερα ἀπό 115.000 εὐρώ γιά τρεῖς διανυκτερεύσεις στίς Κάννες (38.500 εὐρώ τήν βραδυά), κατά τήν διάρκεια τῆς πρόσφατης διασκέψεως τῶν G20 (...). Ὁ Σαρκοζύ ἔμεινε στό ὑπερπολυτελές ξενοδοχεῖο «Majestic» καί ἡ διαμονή του στοίχισε δεκάδες χιλιάδες εὐρώ στό γαλλικό δημόσιο. «Τή στιγμή πού λαμβάνονται ἔκτακτα μέτρα λιτότητος, τή στιγμή πού κινδυνεύει ἡ γαλλική οἰκονομία, εἶναι σχεδόν ἐγκληματικό, δεῖγμα ἀνάλγητης φιλοσοφίας τοῦ Προέδρου, νά δαπανῶνται τόσα εὐρώ γιά καλοπέραση», ἀνέφερε ἡ γαλλική ἐφημερίδα «Le Parisien» («Ἑστία» 12.11.2011). 
Ὀρθότατα σχολίασε ἡ γαλλική ἐφημερίδα. Ἐμεῖς προσθέτουμε τοῦτο: Τή στιγμή πού ἑκατομμύρια ἄνθρωποι εἶναι ἄνεργοι, πεινοῦν, κοιμοῦνται στό ὕπαιθρο ἤ καί αὐτοκτονοῦν λόγω τῆς ἔσχατης φτώχειας τους, εἶναι τεράστιο ἔγκλημα καί τέλεια ἀσυνειδησία ἡ συμπεριφορά τῶν κυρίων αὐτῶν. 
Γι' αὐτή τή βαθιά διαφθορά ἔγραψε ὁ ψαλμωδός Δαυίδ 900 χρόνια π.Χ.: Δέν θά συνετισθοῦν ἐπιτέλους καί δέν θά σωφρονισθοῦν «οἱ ἐσθίοντες τόν λαόν μου βρώσει ἄρτου;». αὐτοί πού κατατρώγουν τόν λαό μου μέ τόση εὐχαρίστηση καί ἀσυνειδησία σάν νά ἔτρωγαν συνηθισμένο ψωμί; Αὐτοί δέν ἐπικαλέσθηκαν ποτέ τόν Κύριο καί εἶναι ἄγνωστη σ' αὐτούς ἡ προσευχή (Ψαλμ. ιγ΄ [13] 4. βλ. καί Ψαλμ. νβ [52] 5)   Πράγματι. ὅσοι συμπεριφέρονται μέ αὐτόν τόν τρόπο, ἔχουν ὡς τροφή τῆς ἀχόρταγης καί ἐξοργιστικῆς πλεονεξίας τους τήν βοῶσα ἀδικία πού ἐργάζονται εἰς βάρος τοῦ λαοῦ, τόν ὁποῖον ἐκμεταλλεύονται τόσο ἀναίσχυντα καί προκλητικά» (Ἐκ τοῦ περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ», Τεῦχος 2036 1 Ἰανουαρίου 2012).


«ΠΩΣ ΠΟΛΕΜΕΙΤΑΙ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ ΦΘΟΝΟΥ;

Εἶναι συχνό τό φαινόμενο νά φθονοῦνται μεταξύ τους μικρά παιδιά, ἀδέλφια, ἀνδρόγυνα, συνεταῖροι, συνάδελφοι, πεθερές μέ τίς νύφες. Τό πάθος τοῦ φθόνου ἔχει πάρει τόσο μεγάλες διαστάσεις πού τό συναντοῦμε καί στό χῶρο τῆς παιδείας, στό χῶρο τοῦ ἀθλητισμοῦ, στό χῶρο τῆς πολιτικῆς, ἀκόμη καί στούς Ἐκκλησιαστικούς κύκλους. Σάν πανδημία ἁπλώθηκε σ' ὅλη τήν οἰκουμένη. «Τῆς βασκανίας ἡ τυραννίς (ἡ τυραννία τῆς ζήλειας, τοῦ φθόνου) Ἐκκλησίας ὁλοκλήρους ἀνέτρεψε καί τήν Οἰκουμένην ἅπασαν ἐλυμήνατο»,σημειώνει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Κι ἀναρωτιέται ἄν ἔμεινε ἄραγε κανείς τελείως καθαρός ἀπό τό πάθος αὐτό! «Τίς γάρ τοῦ πάθους τούτου καθαρός;» (ΕΠΕ 18, 222). 
Ἀλλά τί εἶναι ὁ φθόνος; Εἶναι ἡ λύπη μας γιά τήν εὐτυχία τοῦ ἄλλου ἤ ἡ χαρά γιά τή δυστυχία του. Ὅσο καί ἄν ἀκούγεται παράξενα, ὁ φθονερός λιώνει γιά τά καλά τοῦ πλησίον καί χαίρεται γιά τή δυστυχία του. ὁ φθόνος ἀναπτύσσεται μεταξύ γνωστῶν ἀνθρώπων, συγγενῶν, φίλων, γειτόνων. «Φθόνος φιλίας ἐστίν ἀρρώστημα», γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος. Εἶναι ἡ κατ' ἐξοχήν ἀσθένεια πού προσβάλλει τή φιλία. Φθόνος εἶναι ἡ διαστροφή τῆς ἀγάπης. Αὐτός πού φθονεῖ δέν ἀγαπᾶ τόν συνάνθρωπό του, ἀλλά θέλει νά τόν βλάψει, νά τόν ταπεινώσει, νά τόν ἐξουθενώσει τελείως, γιά νά ἐπικρατήσει αὐτός. Ὁ φθόνος διώχνει τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί αἰχμαλωτίζει τόν ἄνθρωπο στήν ἐξουσία τοῦ σατανᾶ. ἡ ψυχή πού ζηλεύει γίνεται κατοικία τῶν δαιμόνων. Γράφει καί ὁ ὅσιος ἰσαάκ ὁ Σύρος ὅτι ὅποιος ἔχει τόν φθόνο στήν καρδιά του, ἔχει μαζί του τόν διάβολο. 
Οἱ χαρακτηρισμοί αὐτοί δέν εἶναι ὑπερβολικοί, διότι ὁ φθόνος εἶναι σκληρό πάθος. Πέτρα τήν κάνει τήν καρδιά. Ἐπίσης ὁ φθόνος εἶναι τυφλό πάθος. Σέ ὠθεῖ νά κάνεις ἐνέργειες πού δέν ἐξηγοῦνται μέ καμιά λογική. ἡ παγκόσμια ἱστορία κατέγραψε μεγάλα ἐγκλήματα πού διεπράχθησαν ἐξ αἰτίας τοῦ φθόνου. Ὁ διάβολος ἀπό φθόνο ἔβγαλε τούς Πρωτοπλάστους ἀπό τόν Παράδεισο! Ὁ Κάιν φόνευσε τόν ἀδελφό του Ἄβελ, ἐπειδή τόν φθονοῦσε! Τά παιδιά τοῦ Ἰακώβ πούλησαν τόν ἀδελφό τους Ἰωσήφ στούς Ἰσμαηλίτες ἐμπόρους, γιατί τόν φθονοῦσαν! Ἀλλά καί τόν Δανιήλ ἀπό φθόνο τόν ἔριξαν στό λάκκο τῶν λεόντων, καί τόν ἱερό Χρυσόστομο ἀπό φθόνο τόν καθήρεσαν καί τόν ἐξόρισαν δύο φορές, καί τόν ἅγιο Νεκτάριο ἀπό φθόνο τόν κατασυκοφάντησαν! Τό χαρακτηριστικότερο ἀπ' ὅλα τά παραδείγματα εἶναι ὅτι καί τόν Κύριό μας ἀπό φθόνο τόν ἀνέβασαν ἐπάνω στό σταυρό οἱ Ἰουδαῖοι. 
Ὅμως οἱ φθονεροί δέν πετυχαίνουν αὐτό πού στοχεύουν, ἀλλά τό ἀκριβῶς ἀντίθετο. Αὐτόν που φθονοῦν τόν δοξάζουν, ἐνῶ οἱ ἴδιοι ντροπιάζονται. ἀντί νά βλάψουν τούς ἄλλους, βλάπτουν τόν ἑαυτό τους. Ἀντί νά τιμωρήσουν τούς ἄλλους, αὐτοτιμωροῦνται. ἀντί νά δηλητηριάσουν τούς ἄλλους, αὐτοδηλητηριάζονται. ὁ Μέγας Βασίλειος τονίζει ὅτι ὅπως ἡ σκουριά γεννιέται ἀπό τό σίδερο, ἀλλά τό τρώει σιγά-σιγά, ἔτσι καί ὁ φθόνος γεννιέται στήν ψυχή τοῦ φθονεροῦ, ἀλλά γυρίζει κατόπιν καί τόν ἐκδικεῖται. Δηλητηριάζει τή ζωή του, φθείρει τήν ὑγεία του, χαλάει τήν ψυχική διάθεσή του, πλημμυρίζει τήν καρδιά του μέ χολή, τόν καθιστᾶ μ' ἕνα λόγο δυστυχή, ἀφοῦ ὅλες οἱ χαρές καί οἱ ἐπιτυχίες τῶν ἄλλων ἀποτελοῦν γι' αὐτόν ἰσάριθμες αἰτίες πικρίας καί λύπης. 
Πῶς πολεμεῖται ἄραγε τό πάθος τοῦ φθόνου; ἐφ' ὅσον ὁ φθόνος εἶναι διαστροφή τῆς ἀγάπης, θεραπεύεται μέ τήν ἀνυπόκριτη καί ἀνιδιοτελή ἀγάπη. Ἡἀληθινή ἀγάπη εἶναι ἡ ἀρετή πού κατ' ἐξοχήν νικᾶ τό φθόνο. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ἀγάπη, ἡ ζήλεια καί ὁ φθόνος ἐξαφανίζονται. 
Δέν θεραπεύεται βέβαια εὔκολα τό πάθος τοῦ φθόνου, διότι αὐτοί πού φθονοῦν, ἐξωραΐζουν τό πάθος τους. Λένε πώς ἀγαποῦν καί ὑπεραμύνονται γι' αὐτό. Δέν παραδέχονται ὅτι δέν ἀγαποῦν ἀληθινά. Γι' αὐτό, τό πρῶτο πού χρειάζεται νά κάνουμε, εἶναι νά παραδεχθοῦμε ὅτι ὑπολειπόμαστε στήν ἀληθινή ἀγάπη. Αὐτός πού ἀληθινά ἀγαπάει, δέν κάνει κακό στόν πλησίον του, ἀλλά χαίρεται γιά τήν ἀρετή καί τήν προκοπή του. Συναγάλλεται, ὅταν τόν βλέπει νά προοδεύει πνευματικά. Δέν ἐπιβουλεύεται τήν τιμή του, ἀλλά τοῦ δίνει τό προβάδισμα. Δέν τόν κατηγορεῖ στούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἀλλά λέει γι' αὐτόν ἐπαινετικούς λόγους. ἐπίσης αὐτός πού ἀληθινά ἀγαπάει, συμπάσχει μέ τόν πάσχοντα ἀδελφό του. Προσπαθεῖ νά τόν ἀνακουφίσει στόν πόνο του. Τόν ἐνισχύει μέ λόγους παρηγορίας. Ὅταν τόν βλέπει νά ἁμαρτάνει, δέν τόν διασύρει δημοσίως, ἀλλά τόν διορθώνει μέ λεπτότητα. 
Ἄς μάθουμε κι ἐμεῖς νά μήν ὑποχωροῦμε στά κεντήματα τοῦ φθόνου, ἀλλά νά συμπεριφερόμαστε στούς ἀδελφούς μέ ἄδολη καί ἀνυπόκριτη ἀγάπη. Νά τούς ἔχουμε στήν προσευχή μας. Νά χαιρόμαστε στίς χαρές τους καί νά λυπόμασστε στίς λύπες τους (Ρωμ. ιβ 15). Νά λέμε τά καλύτερα λόγια γι' αὐτούς. Ἔτσι πολεμεῖται ἀποτελεσματικά τό πάθος τοῦ φθόνου. 
Ἐπίσης ἀντί νά στεκόμαστε στόν πλοῦτο ἤ στό ἀξίωμα τοῦ συνανθρώπου μας καί νά λιώνουμε ἀπό τό πάθος τοῦ φθόνου, νά καλλιεργοῦμε τήν ἀρετή, πού εἶναι τό μεγαλύτερο καί μονιμότερο ἀγαθό, ἀλλά καί τά χαρίσματα μέ τά ὁποῖα μᾶς προίκισε ὁ ἅγιος Θεός. Ἔτσι δέν θά αἰσθανόμαστε μειονεκτικά, ἀλλά θά εἴμαστε πλήρως ἱκανοποιημένοι. Λόγου χάριν, ὁ ἀδελφός μας ἔχει τό χάρισμα τῆς καλλιφωνίας, πού ἐμεῖς δέν τό ἔχουμε. Δέν χρειάζεται νά τόν ζηλεύουμε γι' αὐτό, ἀλλά νά καλλιεργοῦμε τά χαρίσματα πού σ' ἐμᾶς ἔδωσε ὁ Θεός. Σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους δίνει χαρίσματα. Μπορεῖ σ' ἐμᾶς νά μή χάρισε καλλιφωνία, ἀλλά νά χάρισε χάρισμα συγγραφικό, χάρισμα διακονίας, χάρισμα παρακλήσεως. Αὐτά τά χαρίσματα νά καλλιεργοῦμε, καί ἡ ζωή μας θά εἶναι Παράδεισος»!

(Ἀπό τό Περιοδικόν «Ο ΣΩΤΗΡ» Α.Τ. 2036 1 Ἰανουαρίου 2012)

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018

Οι πολεμίστριες του τακτικού Βυζαντινού στρατού



site analysis


Του Γεώργιου Ε. Γεωργά, προπονητή ξιφασκίας και εκπαιδευτή Παμμάχου και ιστορικής ξιφασκίας

Τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η λανθασμένη ιδέα ότι οι γυναίκες στα Βυζαντινά χρόνια δεν είχαν δικαιώματα και ζούσαν σε μια σκληρή ανδροκρατούμενη κοινωνία. Αυτό είναι εντελώς λάθος αφού η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν το μοναδικό μεσαιωνικό κράτος όπου κυβερνιόνταν από αυτοκράτειρες. Ενώ ήταν ένα Θεοκεντρικό (και όχι Θεοκρατικό ) κράτος που η γυναίκα είχε ιδιαίτερη θέση αν σκεφτούμε την Παναγία ως Υπερμαχώ Στρατηγό.

Νέες έρευνες μάλιστα έφεραν στο φως και άλλα στοιχεία όπου οι γυναίκες είχαν ενεργό ρόλο σε ένα πεδίο που για αιώνες θεωρούνταν αμιγώς αντρικό θέμα. Τον πόλεμο.
Στα περίφημα στρατηγικά εγχειρίδια των Βυζαντινών αυτοκρατόρων μας αναφέρουν μια συγκεκριμένη στρατιωτική ομάδα η οποία είχε ένα πολύ σημαντικό ρόλο στο στρατό. Αυτοί οι ειδικά εκπαιδευμένοι άνθρωποι είχαν τον ρόλο να διεισδύουν πίσω από τις γραμμές του εχθρού, να χαρτογραφούν, να κατασκοπεύουν και να μαζεύουν πληροφορίες από τον εχθρό και να τις μεταφέρουν με ασφάλεια στους ανώτατους αξιωματικούς τας αυτοκρατορίας (θα δούμε παρακάτω για αυτό). Παράλληλα κατά τα τακτικά εγχειρίδια πάντα, έπρεπε να είναι εκπαιδευμένοι και στη χρήση των όπλων αν έπρεπε να πολέμησαν για την ζωή τους. Οι Βυζαντινοί τους ονόμαζαν εξπλοράτορες.
Βυζαντινή τοξότρια του 12ου με τουρμπάνι και καβαδιο
Η έκπληξη έρχεται από τον Θεοφάνη όπου αναφέρει ότι υπήρχαν και γυναίκες εξπλοράτορες. Εδώ θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η δουλειά του εξπλοράτορα ήταν υπερβολικά δύσκολη, αφού έπρεπε να διεισδύσει σε περιοχές πιθανός αχαρτογράφητες, να ξέρει τα ήθη και τα έθιμα καθώς και τη γλώσσα του λαού που είχε διαταχθεί να κατασκοπεύσει, παράλληλα έπρεπε να είναι γνώστης κάποιας πολεμικής μεθόδου για να προστατευτεί αν χρειαστεί, να γνωρίζει ιππασία, κολύμβηση αναρρίχηση καθώς και προσανατολισμό και αν τυχών αιχμαλωτιστεί να μην προδώσει την αυτοκρατορία. Δηλαδή να είναι έτοιμος να πεθάνει. Συνεπώς μιλάμε για ένα καλά εκπαιδευμένο στρατιώτη – κατάσκοπο- ανιχνευτή. Και αυτό το ρόλο τον είχαν συχνά και γυναίκες τη περίοδο του μεσαίωνα.
Αν πάμε τώρα στη Θεσσαλονίκη του 12ου αιώνα ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης μας δίνει μια πολύ σημαντική πληροφορία. Στο έργο του «Ιστορικόν της Αλώσεως της Θεσσαλονίκης υπό των Νορμανδών» στο οποίο έζησε τα φριχτά αυτά γεγονότα, αναφέρει ότι τη περίοδο αυτή ο διοικητής της Θεσσαλονίκης ο Δαυίδ Κομνηνός, στρατολόγησε ακόμα και τις γυναίκες για να πολεμήσουν ενάντια στους πολυάριθμους Νορμανδούς που αριθμούσαν γύρο στους 80.000 πολεμιστές. Οι γυναίκες έλαβαν την βασική στρατιωτική εκπαίδευση και είχαν το ρόλο να προστατεύουν τα τείχη της πόλης. Οι πιο πολλές ήταν τοξότες και σφαιντονίτες (ψιλοί) ή εκτόξευαν πέτρες από τις επάλξεις στους Νορμανδούς. Επειδή η επίθεση των Νορμανδών βρήκε τους Έλληνες του μεσαίωνα απροετοίμαστους, οι στρατολογημένες γυναίκες, που πολλές από αυτές έλαβαν τα όπλα εθελοντικά, έφτιαξαν και τον προστατευτικό εξοπλισμό μόνες τους. Κατασκεύασαν βαμβακερά τουρμπάνια επενδυμένα με μετάξι καθώς και καβάδια από χοντρό βαμβάκι ίδια με των στρατιωτών της αυτοκρατορίας.
Η Θεσσαλονίκη μπορεί να αλώθηκε από τους Νορμανδούς, ωστόσο η γενναιότητα των υπερασπιστών ήταν αξιέπαινη τόσο των Γραικών όσο και των ξένων συμμάχων (εκτός των Γερμανών που στο τέλος πρόδωσαν την αυτοκρατορία και άνοιξαν τις πύλες στους Νορμανδούς) που πολέμησαν ενάντια στον εχθρό.
Βυζαντινή αξιωματικός. Ο βαθμός της φένινταν από το λευκό πέπλο στο κεφάλι της.
Εφόσον υπήρχαν γυναίκες κατάσκοποι, εξπλοράτορες και μερικές φορές πολεμίστριες σε μια κοινωνία όπου οι γυναίκες είχαν τους δικούς τους χώρους, υπήρχαν και αξιωματικοί οι οποίες ήταν γυναίκες. Αυτές επόπτευαν και διαβίβαζαν διαταγές στους κατώτερους ή ανάφεραν στους ανώτερους. Φορούσαν τα καθημερινά ενδύματα ωστόσο ο βαθμός ήταν διακριτός από ένα λευκό πέπλο που φορούσαν στο κεφάλι τους.
Όπως βλέπουμε η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία του μεσαίωνα, ο μεσαιωνικός Ελληνισμός, είναι γεμάτος έκπληξης. Η έρευνα συνεχίζεται.
Ευχαριστώ τον κ. Νίκολας Πέτρου ιστορικό για τις πληροφορίες που έφερε στο φως με την ερεύνα του.
Βιβλιογραφία
‘Ιστορικόν της Αλώσεως της Θεσσαλονίκης υπό των Νορμανδών’ του Ευστάθιου Θεσσαλονίκης
‘Χρονογραφία’,του Θεοφάνη του Ομολογιτή
‘Η Ιστορία των Σταυροφοριών’, του Στήβεν Ρανσιμάν
‘Τακτικά’, του Λέοντος του Σοφού
ΠΗΓΗ.http://kastamonitis.blogspot.com