Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2020

Ὁσία Κασσιανὴ ἡ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας - (7 Σεπτεμβρίου)

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ἡ ἑβδομάδα τῶν Παθν», 
τοῦ πρώην Μητροπολίτου Πειραιῶς Καλλινίκου
Ἀπόψε τὰ ἑκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν, ποὺ κατακλύζουν τοὺς ναούς, συναρπάζονται ἀπὸ τὸ περίφημο τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Καὶ εἶναι ὄντως θαυμάσιο σὲ ἔμπνευσι καὶ ὑπέροχο σὲ οἰκοδομητικὰ διδάγματα καὶ ἀφάνταστα δυνατὸ στὴν πλοκὴ τῶν στίχων τὸ ποιητικὸ αὐτὸ ἀριστούργημα.
Ὅμως οἱ πολλοί, ἀπὸ ἄγνοια τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας, κάνουν ἕνα μεγάλο σφάλμα γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς διακεκριμένης ὑμνογράφου. Νομίζουν, ὅτι ἡ Κασσιανὴ ἦταν ἁμαρτωλὴ καὶ ὅτι στὸ τροπάριό της ξεδιπλώνει τὸ δράμα τῆς παραστρατημένης της ψυχῆς.
Αὐτὸ εἶναι μεγάλο σφάλμα, ἀνιστόρητο καὶ ἀντιεπιστημονικό, ποὺ τὸ ἔπλασαν μὲ τήν μυθώδη φαντασία τους ἀναξιόπιστοι χρονογράφοι καὶ μυθιστοριογράφοι. Κάνοντας ἔτσι ἕνα μεγάλο ἀδίκημα στὴ μνήμη τῆς παρθένου, εὐλαβεστάτης καὶ ἐμπνευσμένης ὑμνογράφου. Γι΄ αὐτὸ θἂθελα ἀπόψε σ΄ αὐτὴν νὰ ἀφιερώσουμε τὴν ὁμιλία μας.
Ποιὰ ἦταν ἡ Κασσιανή;
Ὅπως εἶναι ἱστορικὰ ἐξακριβωμένο ἦταν μία...
βυζαντινὴ ἀρχόντισσα. Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολι, κατὰ μὲν τὸν Παπαρηγόπουλο τὸ 802, κατὰ δὲ τὸν Κρουμβάχερ τὸ 810 μ.Χ. Ἀνῆκε σὲ πλουσία καὶ εὐγενῆ οἰκογένεια. Ἦταν προικισμένη μὲ ὑπέροχα...
διανοητικὰ χαρίσματα, μὲ μεγάλη ἐξυπνάδα καὶ φιλομάθεια. Ὅπως φαίνεται δὲ ἀπὸ τὰ ἔργα της, εἶχε λάβει σπουδαία μόρφωσι στὶς ἀνώτερες Σχολὲς τότε τῆς Βασιλευούσης, τὴν ὁποίαν ἀσφαλῶς συνεπλήρωσε ἡ μεγάλη της ἀγάπη πρὸς τὴ μελέτη, ἡ ἰσχυρὴ διανοητικότης της καὶ ἡ ἀφοσίωσί της στοὺς θησαυροὺς τῆς κλασσικῆς ἑλληνικῆς φιλολογίας, μὰ περισσότερο ἡ λατρεία της στὸν ἀσύγκριτο πλοῦτο τῆς Ἁγ. Γραφῆς καὶ τῆς Πατερικῆς σοφίας.
Προικισμένη μὲ ἀξιόλογο ποιητικὸ τάλαντο ἀγάπησε πολύ τούς καλύτερους ἐκκλησιαστικοὺς ὑμνογράφους καὶ μελωδούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνας ποιητᾶς. Ἐνεβάθυνε στὰ ἔργα καὶ στοὺς στίχους των. Καὶ ἐμελέτησε τὴν μετρική τους, ποὺ τὴν ἐφήρμοσε σὲ δικούς της στίχους. Γι΄ αὐτὸ καὶ ἔγραψε πολλοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους μὲ λυρισμὸ μεγάλο, μὲ δύναμι ἐκφράσεως καὶ χάρι περισσή.
Στοὺς ὕμνους της ἐνεπνέετο πάντα ἀπὸ γεγονότα καὶ σκηνὲς τῆς Ἁγ. Γραφῆς καὶ μάλιστα ἀναφερόμενες στὴν κατὰ σάρκα γέννησι τοῦ Κυρίου, στὸ θεῖο δράμα τοῦ Γολγοθά, στὴν ἀχαριστία τοῦ Ἰούδα καὶ σὲ ζωντανὲς σκηνὲς μετανοούντων ἀνθρώπων, ποὺ τοὺς δεχόταν ὁ Κύριος μὲ ἔλεος καὶ εὐσπλαχνία. 
Καὶ τὸ τροπάριό της, τὸ περίφημο, τὸ ἀποψινό, τὸ ἐνεπνεύσθη ἀπὸ τὴ στγκινητικὴ ἐκείνη σκήνη, ποὺ περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ Εὐαγγέλιό του. Κατὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ Λουκᾶ, μία ἁμαρτωλή, μετανοιωμένη γιὰ τὸν πρότερο βίο της, πῆγε κοντὰ στὸν Κύριο συντετριμμένη. Τοῦ ἔπλυνε μὲ τὰ δάκρυά της τὰ πόδια καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιὰ τῆς κεφαλῆς της, καὶ Τοῦ ἔρριξε τὸ πολύτιμο μύρο, ποὺ εἶχε κρυμμένο στὸν κόρφο της, σὰν δεῖγμα τῆς συντριβῆς καὶ μετανοίας της. Καὶ ὁ Κύριος τὴν συγχώρησε καὶ τῆς ἔπλυνε τὸ ρύπο τῆς ψυχῆς της. 
Τὸ περιστατικὸ αὐτό, τὸ τόσο συγκλονιστικό, ποὺ προβάλλει ἀπόψε σὰν κύριο θέμα ἡ Ἐκκλησία μας, τὸ ζωγράφισε μὲ ποιητικὴ δεινότητα καὶ ἔξαρσι σπανία, στὸ γνωστὸ πιὰ τροπάριό της, ἡ Κασσιανή.
Ὁμιλεῖ, λοιπόν, διὰ τοῦ τροπαρίου της, γιὰ τὴν ἁμαρτωλὴ ἐκείνη τῆς ἐποχῆς, ποὺ ἦταν στὴ γῆ ὁ Κύριος καὶ ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό της, ποὺ ἦταν μιὰ κόρη ἀφιερωμένη στὸ Θεό.

Ποιὸ τὸ περὶ μοναχισμοῦ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς;
Γιά νὰ καταλάβουμε τὴν ἀπόφασι τῆς μορφωμένης καὶ πανέξυπνης Κασσιανῆς νὰ γίνη μοναχή, πρέπει νὰ δοῦμε, ἔστω καὶ ἐπιτροχάδην, τὸ περὶ μοναχισμοῦ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς. Τότε ὁ μοναχισμὸς ἐξασκοῦσε μεγάλη γοητεία στὶς ἀνώτερες κυρίως κοινωνικὲς τάξεις. Πολὺ συνηθισμένο ἦταν τὸ φαινόμενο πρίγκιπες καὶ πριγκίπισσες, ἄρχοντες καὶ ἀρχόντισσες νὰ ἀλλάσουν τὴν χλιδὴ τοῦ σπιτιοῦ των μὲ τὸ φτωχὸ κελλὶ ἑνὸς Μοναστηριοῦ. Γιατί; Διότι εἶχαν ἀντιληφθῆ, ὅτι ὁ κατὰ Χριστὸν παρθενικὸς βίος εἶναι ὁ ἀνώτερος πάνω στὴ γῆ βίος. Εἶναι ὁ βίος ποὺ ἀκολούθησαν ὁ Κύριος, οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ βίος ποὺ συντομώτερα ἑνώνει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἀληθινὰ φιλόσοφος βίος, τὸν ὁποῖον ἔζησαν οἱ ἠρωϊκότερες μορφὲς καὶ τὰ εὐγενέστερα πνεύματα.
Τότε τὰ Μοναστήρια ἤσαν γεμάτα ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος, ἀπὸ μοναχοὺς καὶ μοναχὲς μὲ μόρφωσι, μὲ συγκραφικὸ ταλέντο, ποὺ τὸ ἔθεταν στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, γιατί τὰ στήθη τους ἐφλόγιζε ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό. Γι΄ αὐτὸ ἦταν σύνηθες φαινόμενο προσωπικότητες σὰν τὴν Κασσιανὴ νὰ προτιμοῦν τὸ Μοναστήρι ἀπὸ τὴν τύρβη καὶ τὸ θόρυβο τοῦ κόσμου, χωρὶς μὲ αὐτὸ βέβαια νὰ ὑποτιμοῦν τὴν ἀξία τοῦ χριστιανικοῦ γάμου.
Σὲ μία τέτοια ἐποχὴ ἔζησε ἡ Κασσιανή, καὶ δὲν εἶναι ἄξιον ἀπορίας πῶς αὐτή, μιά ἀρχόντισσα καὶ μιά μορφωμένη κόρη, ἐκλείσθηκε σὲ Μοναστήρι.
Ἀλλὰ ἡ ἀπόφασίς της ἐξηγεῖται πιὸ καθαρὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα της καὶ τὰ βιώματά της, ὅπως φαίνονται στοὺς ὑπερόχους ὕμνους της καὶ στὰ ἐπιγράμματά της.

Ἡ φυσιογνωμία τῆς Κασσιανῆς ἐκ τῶν ἔργων της
Ἐκ τῶν ἔργων της βλέπουμε, ὅτι ἡ Κασσιανὴ ἦταν μία ψυχὴ ἀφοσιωμένη ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Κύριο. Στὴν καρδιὰ της ἦταν ἀνεπτυγμένος σὲ μεγάλο βαθμὸ ὁ θεῖος ἔρως πρὸς τὸν Νυμφίον Ἰησοῦν. Ρέπουσα δὲ ἐξ ἰδιοσυγκρασίας πρὸς τὸν θεωρητικὸ βίο, μὲ ἔντονη μέσα της τὴ φιλομοναστικὴ κλίσι, εὐρῆκε στὸ Μοναστήρι τὴν πλήρη ἀνάπαυσι τῆς ψυχῆς της, ἐπιδιδομένη στὴν ἱερὴ θεωρία, στὴ μελέτη τῆς  Ἁγ. Γραφῆς, τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἑλλήνων ποιητῶν καὶ φιλοσόφων καὶ τὴν πολυσχιδῆ συγγραφική της δραστηριότητα.
Ἡ Κασσιανὴ δὲν συνέθεσε μόνον τὸ τροπάριο, ποὺ ἀπόψε ψάλλουμε γιὰ τὴν μετανοήσασα γυναίκα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ ποὺ ἀρχίζει μὲ τὶς λέξεις: «Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή», ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολλά. Δικά της εἶναι τὰ ὡραία ἰδιόμελα, ποὺ ἀκούσαμε ἀπόψε στοὺς Αἴνους, ὅπως κι΄ αὐτὰ ποὺ ψάλλουμε τὰ Χριστούγεννα. Δικοί της ἀκόμα εἶναι οἱ κατανυκτικοὶ εἱρμοὶ τοῦ Μεγ. Σαββάτου: «Κύματι θαλάσσης»...
Στὰ ἔργα της περιλαμβάνονται καὶ Γνῶμες καὶ Ἐπιγράμματα σὲ ἰαμβικὸ μέτρο. Θέμα της στὶς Γνῶμες εἶναι ἡ φιλία. Στὰ δὲ Ἐπιγράμματα ὁμιλεῖ περὶ χαρακτῆρος, περὶ φύσει κακοῦ, περὶ μωρῶν, περὶ εὐτυχίας, περὶ χάριτος, περὶ φιλοδοξίας, περὶ πλούτου κλπ. Σ΄ ἕνα πρωτότυπο ποιητικό της ἔργο διαβλέπει στὸ ρωμαϊκὸ κράτος τῆς ἐποχῆς τοῦ Ὀκταβίου Αὐγούστου τὴν εἰκόνα τῆς παγκοσμίου εἰρήνης, ποὺ ἦλθε νὰ πραγματοποιήση ὁ Χριστός.
Ἀπὸ τὰ ἔργα της πουθενὰ δὲν διαφαίνεται ὁ τύπος τῆς πρώην ἁμαρτωλῆς ἢ ἀποτυχημένης στὴ ζωή, ἀλλ΄ ἀντιθέτως φαίνεται καθαρὰ ἡ μεγάλη της θρησκευτικὴ ἐμπειρία, ἡ θερμουργὸς ἀγάπη της πρὸς τὸν Ἰησοῦν, τὸν Ὁποῖον ἀκολούθησεν «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων», ἡ δυναμικότης τοῦ χαρακτῆρος της καὶ ἡ μεγάλη της δημιουργικὴ ἱκανότης.
Ἀδελφοί μου, ἂς ἀνυψώσουμε μέσα μας τὴν ἐκτίμησι πρὸς τὴν μεγάλη ποιήτρια τοῦ Βυζαντίου. Καὶ ἂς τὴν μιμηθοῦμε στὴν ἀπόλυτη ἀφοσίωσί της στὸν Κύριο καὶ στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου. Καὶ ἂς θέσουμε ὁ καθείς μας τὰ τάλαντα, ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε, εἴτε εἶναι μεγάλα, εἴτε μικρά, στὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια καὶ ἠθικὴ ἀνύψωσι τῶν συνανθρώπων μας, ὅπως τὸ ἔκαμε σ΄ ὁλόκληρη τὴ ζωή της ἡ μεγάλη ὑμνογράφος καί Ὁσία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ Κασσιανή.

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

Ένας διαφορετικός επικήδειος!


Ο λόγος με τον οποίο προέπεμψε στην αιωνιότητα την κατά σάρκα μητέρα του ο Μητροπολίτης Μόρφου π.Νεόφυτος, τη 6η Σεπτέμβρη 2014

Μεταβαίνει σήμερον «ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» ὁ πλέον δικός μας ἄνθρωπος: ἡ μάνα μας! Γιὰ τὸν καθένα ἡ μάνα εἶναι «μάννα» καί, βεβαίως, καὶ ἡ Μηλιὰ γιὰ μένα. Ἡ Μηλιὰ τοῦ Θεοχάρη Ἀκρίτα, τῆς Μυροφόρας τοῦ Πρωτόπαπα καὶ τῶν Πρωτοπαπάδων. Ἡ Μηλιὰ ὕστερα τοῦ Νικόλα τοῦ Μασοῦρα, τοῦ ἀλετράρη, ποὺ τὴ νυμφεύθηκε μετὰ τὴν πρόωρη χηρεία του. Πρὶν πῶ ὁτιδήποτε γιὰ τὴ μάνα μας, πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπόψη μας, ὅτι ἡ Μηλιὰ ἦταν κόρη τῆς Μυροφόρας, ποὺ προαναφέραμε, τῆς γνωστῆς ὡς Θεοχάραινας τῆς Κάτω Ζώδειας. Καὶ τοῦτο, γιατί ἡ γιαγιά μου Μυροφόρα ἄφησε μνήμη ὁσίας γυναικός. Καί, ὅπως ἡ ἴδια εἶπε στὴν ἀδελφή της Μάρθα (σήμερα 99 ἐτῶν!), σὲ μεταθανάτια ὁλοφώτεινη ἐμφάνισή της σ᾽αυτήν· «Ὁ Χριστὸς μὲ κατέταξε μὲ τὶς παρθένες, κι ἃς ἔκαμα τέσσερα παιδιά. 
Ἡ παρθενία δὲν εἶναι αὐτό, ποὺ νομίζετε! Ἔγκειται στὸν νού! 
Κι ἐγὼ πρόσεχα τὸν νού μου ἀπὸ τὰ 33 μου χρόνια, ὁπόταν ἔχασα τὸν ἄνδρα μου.» Ἡ μάνα μου, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ εἰσῆλθε στὸ σπίτι τοῦ μακαριστοῦ πατέρα μας, ἔμελλε νὰ γίνει μητέρα, μητέρα τῶν δύο ὀρφανῶν παιδιῶν του, τοῦ Ἀνδρέα μας καὶ τοῦ Μιχάλη μας. 

Μιὰ λεπτομέρεια, τὴν ὁποία εἶναι καλὰ νὰ τὴν ἔχουν ὑπόψη τους οἱ σύγχρονες γυναῖκες τῆς Κύπρου. Ἡ μάνα μου δὲν εἶχε μόνο νὰ ἀναθρέψει τὰ παιδιὰ τοῦ πατέρα μου ἀπὸ τὸν πρῶτο του γάμο καὶ τὸν πενθερό του. Στὸ σπίτι μέσα βρῆκε καὶ τὴν πενθερὰ τοῦ πατέρα μου ἀπὸ τὸν πρῶτο του γάμο καὶ τὸν πενθερό του. Ὅταν τὰ πενθερικὰ τοῦ πατέρα μου εἶδαν πόσο καλὸς ἄνθρωπος, πόσο καλὴ χριστιανὴ ἦταν ἡ Μηλιά, ἄνκαι εἶχαν κόρες, εἶπαν, καλύτερα στὴν Μηλιὰ νὰ μείνουμε· καὶ ἔτσι τοὺς γηροκόμησε καὶ αὐτούς. 
Ὅταν κάποτε πῆγα νὰ ἐξομολογηθῶ, νέος διάκος τότε, στὸν Γέροντα τοῦ Σταυροβουνίου, π. Ἀθανάσιο, μὲ ρώτησε: «Ἀπὸ ποῦ εἶσαι, γυιέ μου;» 
«Ἀπὸ τὴν Πάνω Ζώδεια», τοῦ ἀπάντησα. «Ἀπὸ τὴν Πάνω Ζώδεια», μοῦ εἶπε τότε, «γνώρισα μιὰ γυναίκα, ποὺ ἔκανε κάτι τὸ σπάνιο: μεγάλωσε, ὄχι μόνο τὰ δικά της παιδιά, ἀλλὰ καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ ἄνδρα της ἀπὸ τὸν πρῶτο του γάμο καὶ γηροκόμησε καὶ τὰ πενθερικά της!» Χαμογέλασα, καὶ τοῦ λέω· «Ἡ μάνα μου εἶναι αὐτή, Γέροντα!» 
«Εἶσαι εὐλογημένος, ποὺ ἔχεις αὐτὴ τὴ μάνα», μοῦ εἶπε. «Πρόσεχε, γιατί εὐλογημένες μάνες, σημαίνει εὐλογημένες ὑποχρεώσεις.» Μεγαλώσαμε κι ἐμεῖς ἀπὸ αὐτὴ τὴ γυναίκα. Αἰσθάνομαι, ὅτι ἡ μεγαλύτερη προίκα, ποὺ ἔδωσε στὰ παιδιά της, στὰ ἐγγόνια της, στὰ δισέγγονα καὶ στὰ τρισέγγονά της, εἶναι ἡ πίστη. Μᾶς ἔδωσε πίστη βαθιά, ποὺ νὰ μὴν στερεύει ποτὲ ἐνώπιον ὁποιασδήποτε δυσκολίας. Καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη δυσκολία ἀπὸ τὸν θάνατο! Καὶ τὸν γεύτηκε ἡ Μηλιὰ τὸν θάνατο ἀπὸ τὰ παιδικά της χρόνια μέχρι τὰ ὕστερά της, ὅταν πρῶτα, στὰ ἑφτὰ τῆς χρόνια, κήδευσε τὸν πατέρα της, στὰ πενήντα της τὸν ἄνδρα της Νικόλα, ὕστερα τὸν γυιό της Πέτρο, 24 ἐτῶν, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς, καὶ κατόπιν τὸν πλέον ἀγαπημένο της «γυιό», ποὺ γι᾽ αὐτὴν δὲν ἦταν κατὰ σάρκα γυιός της, τὸν ἀγαπημένο μας γαμπρὸ Ἀνδρέα. Ἀλλά, μάνα, σημαίνει νὰ ἔχεις παιδιά, τὰ ὁποῖα ἀντέχουν αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ ἑτοιμάζονται γιὰ τὴν αἰώνια ζωή· δὲν τὴν ἀπολυτοποίουν αὐτὴ τὴ ζωή, ἀλλὰ τὴν ἐξασκοῦν ἐν Χριστῶ Ἰησοῦ. Αὐτὸ ἔζησε, αὐτὸ μᾶς μετέδωσε ἡ μάνα μας. Θὰ ἤθελα, ὡς εὐχαριστία γιὰ τὴν παρουσία σας, ἅγιοι ἀρχιερεῖς, ἅγιοι πατέρες καὶ ἀδελφοί μου, νὰ σᾶς πῶ μερικὰ περιστατικὰ ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς μάνας μας, γιὰ νὰ δοῦμε αὐτό, ποὺ ὁ ἅγιος Γέροντάς μας π. Συμεών, Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου, μᾶς περιέγραψε προηγουμένως στὸν λόγο του, ὡς λαϊκὴ εὐσέβεια. «Ἔχεις λαόν; ´Εχεις Θεόν!» Ὅταν τῆς εἶπα κάποτε, «Μάνα, ἡ Στέλλα ἀγάπησε τὸν Ἀνδρέα καὶ παντρεύτηκαν, ὁ Χάρης ἀγάπησε τὴν Εὐδοκία καὶ παντρεύτηκαν», τότε ἐκείνη μοῦ λέει· «Ἀγάπησες κι ἐσὺ καμμιάν, γυιέ μου; Πές μου το, καὶ εἶναι καλὸ πράμα!» Τῆς λέω· «Ἀγάπησα τὴν πιὸ ὄμορφη, τὴν Ἐκκλησία!» «Μά, θὰ γίνεις μοναχός;» Τῆς λέω, «Ναί». Δὲν μοῦ ἔφερε καμμιὰ ἀντίδραση κοσμική. Ἡ ἀντίδρασή της ἦταν πνευματικοῦ χαρακτήρα. Μοῦ εἶπε μόνο· «Ξέρεις, ἐσὺ ὁ ἐνθουσιώδης, τί σημαίνει μοναχός; Καὶ μάλιστα καλὸς μονάχος;» Τὴν ἐρωτῶ· «Ἐσὺ ξέρεις;» Μοῦ λέει· «Ξέρω, ὅτι ὁ καλὸς μοναχός, γυιέ μου, μέχρι νὰ πεθάνει εἶναι τσακωμένος μὲ τὸ κορμί του. Εἶσαι διατεθειμένος γι᾽ αὐτὸ τὸν καβγὰ ἢ τελικὰ θὰ μᾶς προσβάλεις;» Θυμήθηκα τότε τὸν ὁρισμὸ τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, περὶ τοῦ τί ἐστὶ μοναχός· «Μοναχὸς ἐστι, βία φύσεως διηνεκὴς καὶ φυλακὴ αἰσθήσεων ἀνελλιπὴς» (Κλῖμάξ, Λόγος Α´, ι´). Ἡ Μηλιὰ ἀπὸ ποῦ τὸ ἔμαθε αὐτό; Ποιὰ ἄνωθεν σοφία τὴ φώτιζε; 
Ἀπὸ τότε δὲν τὴν ξαναφώναξα μάνα. 
Τὴ φώναζα, εἴτε γερόντισσα, εἴτε σκέτα, Μηλιά. 
Αἰσθανόμουν, ὅτι δὲν μοῦ ἀνήκει ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, ποὺ κουβαλοῦσε τὴ σοφία ἀρχαίων χρόνων. Θὰ μοῦ πεῖτε, μέχρι ποὺ φτάνουν αὐτοὶ οἱ χρόνοι; Μέχρι τοὺς πρώτους χρόνους τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἐποχὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων! Διότι, ἂν δοῦμε ποιὰ εἶναι ἡ πρώτη λαϊκὴ εὐσέβεια, εἶναι ἡ λαϊκὴ εὐσέβεια αὐτῶν τῶν ἁπλοϊκῶν καὶ ἀγραμμάτων ψαράδων τῆς Τιβεριάδος.

Καὶ ἀπὸ τότε οἱ ἄνθρωποι τὴ διαδέχονται, τὴν παραλαμβάνουν καὶ τὴν παραδίδουν ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά. 
Ἂν ἑνωθεῖ καὶ μὲ τὴν ἱερωσύνη αὐτό, γίνεται καὶ ἀποστολικὴ διαδοχή. Χάριτι Θεοῦ, σ᾽ ἐμᾶς τοὺς ἀναξίους συνέβη! Ἀλλά, τί κουβαλοῦμε στὰ κηρύγματά μας, στὴν ἐπικοινωνία μας μὲ τὸν λαό; Ὅλοι μας, ἅγιοι ἀρχιερεῖς, κουβαλοῦμε τὴ σχέση τοῦ πατέρα μας καὶ τῆς μάνας μας μὲ τὸν Θεό. Ἂν βρήκαμε καὶ κανένα καλὸ ἅγιο Γέροντα στὴ νεανική μας ζωή, τότε κουβαλοῦμε καὶ τὴ σχέση αὐτοῦ μὲ τὸν Θεὸ τὸν Τριαδικό· αὐτὸ μεταδίδουμε! Ἄρα, πόσα πολλὰ ὀφείλω, σκεφτεῖτε, σὲ ἕνα τέτοιο ἄνθρωπο; Ἀργότερα, εἶπα στὴ μάνα μου· «Νὰ μοῦ δώσεις τὴν εὐχή σου, νὰ πάω νὰ γίνω μοναχός!» «Ἅ!», μοῦ λέει, «δὲν θὰ σοῦ δώσω τὴν εὐχή μου νὰ γίνεις μοναχός, ἐὰν δὲν δῶ πρῶτα τὸν δάσκαλό σου.» Τὸν Γέροντά μας, ἐννοοῦσε! Ὅταν τὴν πῆγα στὸν π. Συμεὼν καὶ τὸν πρωτοεῖδε, μοῦ εἶπε, πρὶν ἀκόμα τῆς μιλήσει· «Ὁ δάσκαλός σου εἶναι τοῦτος ὁ παστὸς (=αδύνατος);» «Ναί», τῆς λέω. Μοῦ λέει τότε· «Νὰ ἔχεις τὴν εὐχή μου, γυιέ μου. Τουλάχιστον ξέρεις νὰ διαλέγεις δασκάλους!» Τί ἔκαμε νομίζετε κατόπιν, ὡς πρώτη της κίνηση; Ἐγκατέλειψε τὸν καλὸ τῆς ἐδῶ Πνευματικό, τὸν π. Σωτήριο ἀπὸ τὴν Ἄσσια, καὶ ἔκαμε Πνευματικό της τὸν π. Συμεών. Τῆς εἶπα τότε· «Γιατί ἔκαμες Πνευματικὸ τὸν π. Συμεών;» «Γιὰ νὰ σὲ κατηγορῶ», μοῦ λέει, «καὶ νὰ βοηθήσω ἔτσι αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ νὰ σὲ καταλάβει μιὰν ὥρα γρηγορότερα, γιὰ νὰ συνεργαζόμαστε μαζί του γιὰ τὴ σωτηρία σου.» Τέτοιος ἄνθρωπος ἦταν ἡ Μηλιά! Σπάνια μᾶς ἐπαινοῦσε! Πολὺ πιὸ σπάνια μᾶς χάιδευε! Παρόλο τοῦτο, ὅλοι μας, καὶ παιδιά της καὶ ἐγγόνια της καὶ δισέγγονα καὶ τρισέγγονά της καὶ ὅλοι ὅσοι τὴν πλησίαζαν, αἰσθανόμαστε τὴν πνευματικὴ ἀγάπη της, νὰ χαϊδεύει τὴν καρδιά μας καὶ ὅλο μας τὸ εἶναι. Ἡ μάνα μας δὲν ἦταν ἄνθρωπος τοῦ γλυκοῦ λόγου. Ἐνίοτε αὐτὸς γινόταν καὶ πικρός. Ὅταν κάποτε τῆς εἶπα· «Μάνα, ὅλοι μοῦ λένε ὅτι εἶμαι ἀπότομος! Ὁ πατέρας μου ἦταν γλυκύς, ἐσὺ δὲν εἶσαι ἀπότομη. Ἀπὸ ποιὸν πῆρα;» Δαχτυλόδειξε τότε μὲ μιὰ μεγαλοπρέπεια τὸν ἑαυτό της καὶ εἶπε· «Ἀπὸ μένα πῆρες!» «Μά, δὲν εἶσαι ἀπότομη!» Μοῦ λέει· «Ἤμουν, γυιέ μου, μέχρι τὰ πενήντα μου! Μετὰ μὲ ἐπισκέφθηκε ὁ θάνατος, καὶ κατάλαβα, ὅτι τὸ νὰ ἐπιβάλλω τὴ γνώμη μου μὲ τὸ ἔξυπνο μυαλό μου, ποὺ κληρονόμησα ἀπὸ τὴ γενιὰ τῶν Ἀκριτῶν, δὲν εἶναι εὐλογημένο ἀπὸ τὸν Θεό. Καλύτερα νὰ τοὺς φωτίζει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, παρὰ νὰ τοὺς ἐπιβάλλουμε ἐμεῖς τὴν ἄποψή μας.» Τέτοιος ἄνθρωπος ἦταν ἡ μάνα μας! Νὰ σᾶς πῶ ἀκόμη γιὰ τὶς ἐπισκέψεις, ποὺ εἶχε ἀπὸ ἁγίους σὲ δύσκολες ὧρες τῶν παιδιῶν της: Ὅταν ἦταν νὰ γεννήσει ἐμένα, εἶδε τὸν ἀπόστολο Ἀνδρέα. Ὅταν θὰ γινόμουν μοναχός, τὴν ἔπεισε γιὰ τὴν ἐπιλογή μου ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας, ποὺ συνομίλησε μαζί της. Ὅταν κινδύνευσε ὁ ἀδελφός μου Χάρης μὲ δύσκολη ἀσθένεια, κι ἐμεῖς τῆς κρύβαμε τὴν ἀσθένειά του, τῆς τὴν ἀποκάλυψε ἕνας ἅγιος! Μοῦ εἶπε μιὰ μέρα· «Δεσπότη, μὰ ὁ ἅγιος Νικήτας ἦταν ξανθός;» Τῆς λέω, «Ναί. Ἦταν Γότθος. Ἡ πατρίδα του ἦταν ἐκεῖ, ποὺ σήμερα εἶναι ἡ Ρουμανία. Ἀλλά, γιατί μὲ ἐρωτᾶς;» «Τὸν εἶδα», μοῦ λέει «ὅταν πῆγα νὰ προσκυνήσω ἕνα ἀπόγευμα, καὶ μοῦ εἶπε· ‘’Να μὴν στεναχωριέσαι γιὰ τὸν Χάρη! Αὐτὴ ἡ ἀσθένεια οὐ πρὸς θάνατον, ἀλλὰ παιδαγωγία Χριστοῦ’’. Τί σημαίνει ὅμως αὐτὸ τὸ τελευταῖο;» «Εἶναι γιὰ νὰ τὸν φέρει κοντά του ὁ Χριστός, μάνα.» Τότε ἀναφώνησε· «Δόξα σοι, ὁ Θεός! Νὰ μᾶς δώσει ὅ,τι δοκιμασία θέλει! Φτάνει νὰ εἴμαστε κοντὰ στὸν Χριστό!» Καὶ τῆς λέω· «Γιατί, μάνα, νὰ νιώθουμε τόσην ἀγάπη, ὅταν εἴμαστε κοντὰ στὸν Χριστό;» «Εἶσαι Δεσπότης, γυιέ μου, καὶ μ᾽ ἐρωτᾶς ἐμένα; Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωὴ ἡ αἰώνιος· τὰ ἄλλα ὅλα εἶναι προσωρινά!» Νὰ ἀναφέρω ἀκόμη γιὰ τὴν αἴσθηση τῶν ἁγίων Μυστηρίων, ποὺ εἶχε, ὅταν συμμετεῖχε σ᾽ αὐτά. Πόση σοβαρότητα καὶ εὐλάβεια αἰσθανόταν ἀπέναντι στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας! 

Καὶ ἕνα τελευταῖο: Μὲ εἶδε μιὰ φορὰ νὰ γογγύζω καὶ νὰ ἔχω θυμό, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ μιὰ περιπετειώδη Σύνοδο, ποὺ εἴχαμε. Καί, τί νομίζετε μοῦ εἶπε, ὅταν μὲ εἶδε στὴ Μητρόπολη ἐκνευρισμένο; «Μά, εἶσαι ἐκνευρισμένος;» Τῆς λέω, «Ναί, ἀπὸ ὁρισμένα διατρέξαντα στὴ Σύνοδο, ποὺ εἴχαμε.» «Δὲν μοῦ λές, παιδί μου, ὅταν εἶσαι ἐπάνω στὸν θρόνο καὶ σὲ θυμιατίζουν δύο διάκοι κι ἐσὺ καμαρώνεις, σοῦ ἀρέσει;» Τῆς λέω, «Ναί, μοῦ ἀρέσει!» «Κι ὅταν σὲ μνημονεύουν συνεχῶς στὸν ναὸ καὶ λένε· ‘‘υπὲρ τοῦ πατρὸς καὶ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν Νεοφύτου’’, κι ἐσὺ εὐλογὰς καμαρωτός, σοῦ ἀρέσει;» Τῆς λέω, «Μοῦ ἀρέσει.» «Κι ὅταν προσκυνὰ τὸ χέρι σου ὁ λαός, σοῦ ἀρέσει;» Τῆς λέω καὶ πάλιν, «Ναί, μοῦ ἀρέσει!» «Ἔ, λοιπόν! Τὰ καλὰ δεχούμενα, τὰ κακὰ οὐχί; Αὐτὸ σὲ μάθαμε;» 

Πρὶν τέσσερα χρόνια, ἀντιλήφθηκα ὅτι ἡ μνήμη τῆς μάνας μας ἄρχισε νὰ ἀδυνατίζει. 
Τὴ ρώτησα· «Ἔζησες πολλοὺς πόνους στὴ ζωή σου. 
Ποιὸς ἦταν ὁ πιὸ μεγάλος πόνος;» Μοῦ ἀπάντησε· «Ὅταν κατέβασα τὸν γυιό μου τὸν Πέτρο στὸν τάφο. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος πόνος ἡ μάνα νὰ θάβει τὸ σπλάχνο της!» Ἀμέσως ὅμως μετά, γιὰ νὰ μὴν τὴ νικήσει ἡ θλίψη, πρόσθεσε μὲ βιασύνη• «Ἀλλά, δόξα σοι, ὁ Θεός· δόξα σοι, ὁ Θεός! 
Ὁ Θεὸς ξέρει τὸ γιατί!» Ὕστερα, τῆς ζήτησα νὰ μοῦ δώσει μιὰ νουθεσία, δίκην παρακαταθήκης, τί νὰ προσέξω στὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου μου. Καὶ μοῦ ἀπάντησε· «Ὁ Θεὸς σὲ ἀνέβασε πολὺ ψηλά. Πρόσεχε, νὰ μὴ ‘‘γείρει’’ ὁ νούς σου!» Ἐννοοῦσε, νὰ μὴν μὲ κυριεύσει ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅλος ὁ ἀγώνας τῆς μάνας μας ἦταν νὰ μᾶς μάθει τὴν ταπείνωση, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός! 

Ὡς ἐπιστέγασμα τῶν πτωχῶν μου τούτων λόγων γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς μάνας μου, ἐπιτρέψετέ μου νὰ καταθέσω κάτι, ποὺ μοῦ εἶπε πρὶν λίγο ἕνας παλαιὸς γνωστός μας δάσκαλος, ποὺ γνώριζε καὶ τὴ Μηλιά: «Ἡ μάνα σοῦ ἦταν ἡ μοῦσα σου, ποὺ σὲ ἐνέπνεε. Φρόντισε νὰ συνεχιστεῖ τοῦτο τὸ ὡραῖο ποὺ νιώθαμε κοντά της καὶ κοντά σου. Νὰ εἶσαι σὲ συνεχὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ πνεῦμα της, γιὰ νὰ συνεχισθεῖ αὐτὴ ἡ ἔμπνευση!» 

Αὐτά, ἀγαπητοί μου πατέρες καὶ ἀδελφοί, ὡς δεῖγμα εὐχαριστίας γιὰ τὴ δική σας παρουσία, καὶ ἐξαιρέτως τὴ δική σας, ἅγιοι ἀρχιερεῖς καὶ ἀγαπητὲ ἀρχιεπίσκοπε τῶν Μαρωνιτῶν. Αὐτὰ καὶ γιὰ σᾶς, λαὲ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἤρθατε νὰ δεῖτε ἕνα κομμάτι τῆς δικῆς σας ψυχῆς νὰ φεύγει, ἕνα κομμάτι ποὺ φαίνεται ὅτι φεύγει ἀπὸ τὴ σύγχρονη Κύπρο, καὶ μένει ἡ Κύπρος ἡ μοντέρνα, ἡ μεταλλαγμένη, ποὺ ἀναζητᾶ τὸ καινούργιο νόημα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Κοντὰ στὴ μάνα μας μάθαμε, ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ ζωὴ ἔχει νόημα καὶ ἡ ἄλλη ζωὴ ἔχει νόημα καὶ ὁ θάνατος ἔχει νόημα· εἶναι ὁ προθάλαμος τῆς Ἀναστάσεως! 
Αὐτὰ μάθαμε κοντὰ στὴ μάνα μας.

 Εὔχομαι ὅλη ἡ Κύπρος νὰ εἶναι κοντὰ σὲ τέτοιους ἀνθρώπους. 
Δόξα τῷ Θέῷ, κάθε γενιὰ ἔχει τέτοιους ἀνθρώπους! 

Τὸ ζητούμενο, νὰ μπορέσουμε νὰ μαθητεύσουμε καὶ νὰ μεταδώσουμε αὐτὴ τὴ μαθητεία καὶ στὰ τέκνα καὶ στὰ ἔκγονά μας. 

Παρακαλῶ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί μου, ἀρχιερεῖς καὶ πατέρες, νὰ μνημονεύετε τακτικὰ στὶς προσευχὲς καὶ τὶς Λειτουργίες σας τὴν δούλη τοῦ Θεοῦ Μηλιά. Εὐχαριστοῦμε ἀπὸ καρδιᾶς! Τῆς δούλης τοῦ Θεοῦ Μηλιάς, εἴη αἰωνία ἡ μνήμη! Ἀμήν! 
 Ἱερὸς ναὸς Ἁγίου Ἐλευθερίου, Συνοικισμὸς Λατσιῶν, 06.09.2014
ΠΗΓΗ.ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2020

“Μαμά,μαμά! Μία γυναίκα πού μοιάζει μέ τήν Παναγία κάθεται εδώ στο παγκάρι”...


Η εικόνα ίσως περιέχει: την Theodoula Paraskeuopoulou, κοντινό πλάνο
Σήμερα ήρθε ένας κύριος πού μόλις μπήκε μέσα στο Μοναστήρι, είπα: 
«Αύτός ό άνθρωπος κάτι καλό έχει μέσα στήν ψυχή του». 
Δέν ξέρω, μιά αλλοίωσι ήρθε μέσα στήν ψυχή μου. 
Είχε ένα προσωπάκι πού έλαμπε.

Πριν έρθη στο αρχονταρίκι, μιλούσα μέ λαϊκούς γιά τήν προσευχή, τί δύναμι έχει ή προσευχή καί τί σοβαρό είναι όταν ό άνθρωπος προσέχη στο θέμα τής ψυχής.

Όχι προσευχή νά τελειώσουμε μόνο τα κομποσχοίνια μας -και αυτό βέβαια τό δέχεται- άλλα να νοιώσουμε τον Δεσπότη μας Χριστό, νά Τον νοιώσουμε στην καρδιά μας, αύτή είναι πραγματική προσευχή.

Καθώς λοιπόν συζητούσαμε τί είναι ή προσευχή, ό άνθρωπος αύτός άκούγοντας προσευχή, μέσα του αλλοιώθηκε. 
Τό πρόσωπό του έλαμψε περισσότερο- είδα σάν μία ακτίνα στο πρόσωπό του, καί μου είπε:

«Γερόντισσα, μπορώ νά σάς μιλήσω;». «Ευχαρίστως, νά μου μιλήσετε», είπα.
«Έγώ ήμουν δέκα χρόνων παιδάκι- ή μητέρα μου ήταν εύσεβεστάτη, πολύ άγια γυναίκα, τέτοια άκρίβεια πού είχε στή ζωή της, σάν νά ήταν μία κατά κόσμον μοναχή.

Καί αν δεν ζούσε στο Μοναστήρι, πολιτευόταν σάν νά ήταν μοναχή- τόσο ευλάβεια είχε. 
Καί μου λέει μιά μέρα: 
“Παιδάκι μου, νά πάμε στον Εσπερινό, νά πάμε στήν εκκλησία νά άνάψουμε ένα κεράκι;”.

“Νά πάμε, μαννούλα”.
Αφού φθάσαμε, μόλις μπήκαμε στήν έκκλησία, σάν νά μέ τράβηξε μία δύναμι στο παγκάρι. 
Καί βλέπω μία πανύψηλη μοναχή μέ κάλυμμα πού είχε ένα κόκκινο σταυρό. 
Έγώ Τήν κοίταζα, αύτή μέ κοίταζε- η μητέρα πήγε νά προσκυνήση τις εικόνες.

Κάτι ανεξήγητο μέ τραβούσε νά Τήν κοιτάζω όλο καί περισσότερο. 
Αμα τό σκεφτώ σαλεύεται ο νους μου. 
Τέτοια ομορφιά, τέτοια ώραία μορφή, τέτοιο κάλλος, άστραφτε τό πρόσωπό Της- κι έγώ Τήν κοίταζα καί Αύτή μέ κοίταζε καί μου χαμογελούσε καί έγώ Τήν κοίταζα, Τήν κοίταζα καί δεν Τήν χόρταινα.

Ελαμπε τό πρόσωπό Της! 
Κι αύτή ή άκτινοβολία πού έλαμπι στο πρόσωπό Της ήρθε στήν καρδιά μου. 

“Μαμά, μαμά, μαμά!”, φώναξα εκείνη τήν ώρα. 
“Τί είναι παιδάκι μου, τί έπαθες;”.

“Μία γυναίκα πού μοιάζει μέ τήν Παναγία κάθεται εδώ στο παγκάρι”. 

Καί μέ ρωτάει: 
«Πού είναι, παιδί μου; Πού είναι, παιδάκι μου;”, δέν τήν έβλεπε ή μητέρα μου. 
“Νά καλέ μαμά, εδώ στο παγκάρι, δέν Τήν βλέπεις; 
Κοίταξε τί άνάστημα, τί όμορφη πού είναι, πολύ ωραία, λάμπει, μαμά, λάμπει!”.

Η γυναίκα αύτή, μόλις φώναξα, βάδισε σιγά-σιγά, άνοιξε τήν Ωραία Πύλη καί μπήκε μέσα στο Ιερό. Αυτό δέν μπορώ νά τό ξεχάσω, όπου πάω κι όπου σταθώ, αύτό τό πρόσωπο βλέπω μπροστά μου.


Κι άπό τότε άρχισα νά κάνω τήν Παράκλησι τής Παναγίας. 
Πολύ τήν αγαπώ. 
Τέτοια αγάπη πού έχω στήν Παναγία, Γερόντισσα, μά δέν λέγεται».

«’Έ, είπα, αφού Τήν αγαπάς νά εύχεσαι καί γιά μένα». 
«Πολύ Τήν άγαπάω. 
Αλήθεια, δέν μπορώ νά σάς τό περιγράφω». 
Καί τού είπα: 
«Αφού τόσο Τήν άγαπάς άντί γιά μία φορά, τρεις φορές τήν ήμέρα νά Τής κάνης Παράκλησι».

«Ναί; μέ ρώτησε, μπορώ;». 
«Πώς δέν μπορείς, τού απάντησα, τρεις φορές τήν ήμέρα Παράκλησι νά κάνης». 
Τί μεγαλείο, τί πίστι πού έχουμε!

Σκεφτείτε, αφού καί τώρα πού είναι μεγάλος άνθρωπος, 
Τήν βλέπει μπροστά του, μετά από τόσα χρόνια! 
Δέν μπορεί νά τού φύγη αυτή ή μορφή! 

Καί λέω, γιά κοίταξε τί κάνει ό Θεός.

Τί εμφυτεύτηκε στήν ψυχή αυτού τού άνθρώπου άπό τήν παιδική του ήλικία. 
Κι όταν τά διηγείτο άστραφτε τό πρόσωπό του, κι έβλεπες τό θειο χορτασμό στήν καρδιά του.

Έμεινα άναλογιζομένη τί μπορεί νά συναντήση κανείς σ’ ένα κοσμικό άνθρωπο!
 Τα ματάκια του μέσα δάκρυζαν αφού μου ήρθε μέσα στην ψυχή μου ένα άλλο πράγμα- τόσο πολύ άντανάκλασε ή Χάρις τής Παναγίας μέσα στήν ψυχή μου.

Τόση ευλάβεια αίσθάνθηκα, τόσο πολύ αλλοιώθηκα, πού, κατά κάποιον τρόπο, ή ψυχή μου ήθελε νά τον άγκαλιάση. 
Και ήθελα νά καταλήξω, τί ωραίο πράγμα ή Κυρία Θεοτόκος νά παρουσιάζεται σέ ώρισμένους άνθρώπους, γιά νά μάς δείξη τά μεγαλεία πού έχει ετοιμάσει ό Θεός στον ούρανό καί τήν άγάπη πού έχει προς έμάς! 
Τί σπουδαίο, πολύ σπουδαίο!

Γερόντισσα Μακρίνα Βασιλοπούλου



(πηγή: Ευστάθιος Καππαδόκης)-αμφοτεροδεξιος

Η μητέρα του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστή: «Όταν γέννησα τον μικρόν Φραγκίσκον...


Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, καπέλο και κοντινό πλάνο
Είχε πει η μητέρα του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστή.
«Όταν γέννησα τον μικρόν Φραγκίσκον», λέγει, «και ήμουν ακόμα στο κρεβάτι ασαράντιστη με το μωρό δίπλα μου φασκιωμένο, είδα να ανοίγει η στέγη του σπιτιού μας και να κατεβαίνει ανάλαφρα ένας ολόλαμπρος άγγελος Κυρίου, ιεροπρεπής και ολοφώτεινος, και ήταν τόση μεγάλη η λάμψις του, που μόλις μπορούσα μετά βίας να τον αντικρύσω. 
Κατέβηκε λοιπόν ο άγγελος και στάθηκε δίπλα από το μωρό. 
Άρχισε να το ξεσκεπάζει με σκοπό, όπως φάνηκε για να το πάρει. 
Αμέσως διαμαρτυρήθηκα με αγωνία λέγοντας,
– Τι πάς να κάνεις εκεί, θα μου πάρεις το μωρό;
– Τον έχουμε γραμμένο εδώ! μου απαντά και μου δείχνει έναν κατάλογο με ονόματα μοναχών. 
Είναι γραμμένος στο τάγμα των αγγέλων. 
Κατάλαβα, ηρέμησα και γαλήνεψε η ψυχή μου. 
Πήρε το μωρό, τον μικρό Φραγκίσκο, και στη θέση του άφησε ένα πολύτιμο κόσμημα σε σχήμα Σταυρού. 
Μετά συνήλθα και όλα ήσαν κανονικά.
Από τότε πίστευω», κατέληξε η μητέρα του, ότι το παιδί μου αυτό μια μέρα θα εγίνετο μοναχός, και μάλιστα βεβαιώθηκα όταν μου χάρισαν ένα χρυσάκτινο Σταυρό.»
πηγή: Hlias DaslisΌσιος Γεώργιος Καρσλίδης-Αμφοτεροδεξιος

Στη μνήμη της μακαρίας γερόντισσας Ταξιαρχίας (1937–1994)

Δεν έχετε πια καρκίνο!”




Οι γερόντισσες Μακρίνα και Ταξιαρχία Οι γερόντισσες Μακρίνα και Ταξιαρχία
3 Αυγούστου είναι ημέρα μνήμης της γερόντισσας Ταξιαρχίας (Δούκα). Το 1989, από το ελληνικό μοναστήρι της Παναγίας Οδηγήτριας πήγε στις ΗΠΑ, με την ευλογία του πνευματικού πατέρα της, του αγιορείτη γέροντα Εφραίμ του Φιλοθεΐτη (Μωραΐτη), ο οποίος με τη σειρά του ήταν πνευματικό παιδί του σπουδαίου γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή. Η γερόντισσα Ταξιαρχία έγινε πρώτη κάτοικος και ηγουμένη της Ιεράς Μονής Γενεσίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, στην αμερικάνικη πόλη Σάξονμπουργκ (Saxonburg) στην πολιτεία της Πενσυλβάνια. Αυτό το μοναστήρι είναι το πρώτο από τα δεκαοχτώ που είχε ιδρύσει ο γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης στην Αμερική.
Η μακαρία γερόντισσα Ταξιαρχία απέκτησε τα χαρίσματα της αδιάλειπτης προσευχής, της θεραπείας των ψυχών και των σωμάτων, της διορατικότητας, της πύρινης πίστης και της αγάπης του Χριστού. Η γερόντισσα ασκούνταν στο μοναχισμό, για πολλά χρόνια. Έχουν υπάρξει περιπτώσεις, που με τις προσευχές της θεραπεύονταν ασθενείς με καρκίνο. Μετά την μακαρία κοίμηση της γερόντισσας Ταξιαρχίας, ο Κύριος επικύρωσε τον αγώνα της καθώς στο πρόσωπό της είχε εμφανιστεί ευωδιαστό μύρο. Ειδικά για τους επισκέπτες της πύλης «pravoslavie.ru» σας παρουσιάζουμε αναμνήσεις ανθρώπων που ήξεραν καλά την γερόντισσα Ταξιαρχία:
Ελεάνα Μίτσελ, πνευματικό παιδί του γέροντα Εφραίμ:
Από πολύ μικρή ηλικία ήταν πραγματική νύφη του Χριστού
– Η μακαρία γερόντισσα Ταξιαρχία γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Αγριά του Βόλου. Σε πολύ μικρή ηλικία, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, έμεινε χωρίς πατέρα. Το κοσμικό της όνομα ήταν Αφροδίτη Δούκα. Η μακαρία γερόντισσα ήταν πολύ όμορφη, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά. Από πολύ μικρή ηλικία ήταν, θα λέγαμε, πραγματική νύφη του Χριστού.
Σε πολύ μικρή ηλικία την είχαν διαγνώσει με βαριά καρδιακή ασθένεια. Από τότε, άρχισε ο αγώνας για την υγεία της. Αναγκαζόταν συχνά να κάνει εισαγωγές στο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, τουλάχιστον για δύο μήνες. Όταν άρχισε η περιπέτειά της, αν και ήταν πολύ νέα, είχε αναγκαστεί να πάει στο νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη τελείως μόνη της, καθώς η οικογένεια δεν είχε τις αναγκαίες οικονομικές προϋποθέσεις. Κανένας δεν την επισκεπτόταν, όπως συνέβαινε με τους άλλους ασθενείς. Κανένας δεν της έφερνε κάτι σαν δώρο. Τότε, για πρώτη φορά, αποκαλύφθηκε η γενναιότητα της ψυχής της.
Τελείως μόνη της, σε μια ξένη πόλη, ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους, καταβεβλημένη, αδυνατισμένη, η νεαρή κοπέλα καρτερικά πάλευε μόνη της με την ασθένειά της. Το μόνο που ονειρευόταν ήταν να δει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τη μανούλα της και να της παραπονεθεί για τις κακουχίες της. Ωστόσο, όταν έφτασε επιτέλους αυτή η πολυπόθητη ημέρα, και η μαμά της είχε έρθει να την επισκεφτεί, η Αφροδίτη σαν να άκουσε τη Φωνή του Θεού που την φώτισε να κρατηθεί και να μη μιλήσει για τα δεινά της. Το «εγώ» της ήταν σαν να μπήκε σε δεύτερο πλάνο.
Άρχισε να συλλογίζεται σοφά, κάτι που ήταν απροσδόκητο, αν σκεφτούμε το νεαρό της ηλικίας της: “Ωχ, πόσο θα στεναχωρήσω τη μανούλα μου, την καημένη χήρα! Άραγε, δεν με αγαπάει; Άραγε, δεν ανησυχεί για μένα ούτως ή άλλως;”. Και, καθώς αναγνώρισε τη Φωνή του Θεού σε αυτή την εσωτερική φωνή, η Αφροδίτη είπε στη μητέρα της:
- Αχ, αγαπημένη μου μανούλα! Είμαι καλά στο νοσοκομείο. Με φροντίζουν εδώ, με ταΐζουν! Διάφορες γυναίκες με επισκέπτονται εδώ και μου φέρνουν γλυκά, σοκολάτες, βιβλία. Ο χρόνος πέρασε τόσο γρήγορα!
- Άρα, Αφροδίτη μου, δε στεναχωριέσαι που δεν μπορώ να σε επισκέπτομαι συχνά;
- Όχι, μανούλα μου, δεν έχω χρόνο να θλίβομαι και να στεναχωριέμαι! Δε με αφήνουν χωρίς φροντίδα!.
Η μητέρα της παρηγορήθηκε πολύ με αυτά που της είχε πει η κόρη της και πήγε σπίτι με ήρεμη καρδιά.
Ο γέροντας Εφραίμ με τις αδελφές Ο γέροντας Εφραίμ με τις αδελφές
Η κοπέλα ξανά έμεινε μόνη της. Τώρα, όμως, ο πόνος της και οι ανάγκες της δεν είχαν τόση σημασία. Ήταν μεγάλη η χαρά της που είχε συναντήσει τη μητέρα της και που την είχε καθησυχάσει.
Εκείνο τον καιρό κάθε μέρα, όπως μας έλεγε η ίδια, προσευχόταν για να την πάρει ο Κύριος από αυτή τη ζωή, επειδή έβλεπε τον εαυτό της ανάξια και άχρηστη και ότι μόνο δυσκόλευε τη ζωή των άλλων. Σκέφτονταν τη μητέρα της και τα αδέλφια της.
Όμως, ο Παντογνώστης Θεός δεν εκπλήρωσε την παράκλησή της. Αντί για αυτό, την αξίωσε να λάβει το αγγελικό σχήμα στην Ιερά Μονή Παναγίας Οδηγήτριας, κοντά στο Βόλο, δίπλα στην μεγάλη γερόντισσα Μακρίνα, η οποία την δίδασκε και της μετέδιδε, όπως και σε άλλες αδελφές του μοναστηριού, τις αρετές της θυσίας, της αγάπης, της υπομονής και της υπακοής.
Όπως θυμάμαι από τα λεγόμενά της, έλεγε: “Ξέρεις, πότε κατάλαβα γιατί δε με πήρε τότε ο Κύριος; Όταν ο γέροντας Εφραίμ, στα πενήντα μου χρόνια, μου είχε πει ότι χρειάζεται να ζήσω στην Αμερική!”
Ευλογητός ο Κύριος ο Θεός, που άφησε αυτή την ευλογημένη ψυχή στη γη για να αξιωθούμε να την συναντήσουμε και να την γνωρίσουμε! Η μακαρία γερόντισσα ήταν πολύ ευλαβής, αγνή, καλόκαρδη και ευγενής γερόντισσα, έτοιμη για αυτοθυσία. Επίσης, ήταν προστάτιδα των ορφανών (εδώ, στις ΗΠΑ).
Τα αγαθά του κόσμου και οι κοσμικές βλέψεις δεν την ενδιέφεραν καθόλου. Η μοναδική φροντίδα της μητερούλας ήταν η σωτηρία όλων και της δικής της ψυχής. Μέρα και νύχτα, παρόλη την κούραση μέχρι εξάντλησης, αφιερωνόταν στην καρδιακή προσευχή. “Έχετε κοιμηθεί ποτέ όρθιες, με ανοιχτά τα μάτια;” – μας ρωτούσε η γερόντισσα και χαμογελούσε με το δικό της ευλογημένο χαμόγελο, κάτι που μας γέμιζε με παραδεισένια μακαριότητα. “Όχι, γερόντισσα, ποτέ!” - “Εμένα έχει τύχει” – απαντούσε η ευλογημένη ψυχή.
Χωρίς βία, αυστηρότητα, κριτική ή πικρία, μόνο με την καλοσύνη και την τρυφερότητά της, μπορούσε έτσι απλά να ανοίγει την καρδιά του ανθρώπου για να την καθαρίζει. Και μπορούσε την κάθε σου μέρα, που περνούσες δίπλα της, να την κάνει να είναι αφιερωμένη εις Δόξαν Θεού! Μόλις που χαράζει, αμέσως λες χωρίς τη θέλησή σου: “Τι να κάνω, για να ευχαριστήσω τον Θεό;” Και το κάνεις άθελά σου, από την πληρότητα της καρδιάς.
Η Ιερά Μονή Γενεσίου της Υπεραγίας Θεοτόκου Η Ιερά Μονή Γενεσίου της Υπεραγίας Θεοτόκου
Η κοίμησή της έγινε στις 3 Αυγούστου του 1994. Από το νοσοκομείο μέχρι το μοναστήρι τεράστια καθαρά ρέματα βρόχινου νερού συνόδευαν την έξοδό της. Ένα άλλο θαύμα ήταν, ότι εμφανίστηκαν στο πρόσωπό της μετά το θάνατό της πολλές ευωδιάζουσες σταγόνες μύρου που έλαμπαν στον ήλιο. Όλοι εμείς νιώθαμε ευλογημένη «χαρμολύπη» με αυτά που συνέβαιναν.
Η γερόντισσα Θεοφανώ, η νυν ηγουμένη της Ιεράς Μονής Γενεσίου της Υπεραγίας Θεοτόκου:
– Η γερόντισσα Ταξιαρχία ήρθε στην Πενσυλβάνια τον Ιούλιο του 1989, και εγώ ήρθα τον Μάρτιο του 1990 από τη Νέα Υόρκη. Στην αρχή είχαμε μόλις ένα μικρό χωριάτικο σπιτάκι με δύο κρεβατοκάμαρες, και τίποτα άλλο. Ήμασταν τρείς αδελφές.
“Είναι η καλύτερή μου μοναχή”
Όταν ο γέροντας Εφραίμ είχε έρθει για πρώτη φορά να επισκεφτεί το μοναστήρι μας (τότε έμενε τρείς μήνες στην Αμερική και εννιά μήνες στην Ιερά Μονή Φιλοθέου στο Άγιο Όρος), του είπα ότι η γερόντισσα Ταξιαρχία είναι πραγματικά αγία (αυτό ήταν εμφανές με την πρώτη ματιά). Και μου απάντησε: “Έστειλα εδώ μία από τις καλύτερές μου μοναχές… Όχι, είναι η καλύτερή μου μοναχή”.
Η γερόντισσα Θεοφανώ  
Η γερόντισσα Θεοφανώ 

 Η γερόντισσα Ταξιαρχία ήταν πραγματικά άγιος άνθρωπος. Είχε πρόβλημα με την καρδιά. Επίσης, μετά τη μετακόμιση στην Αμερική είχε διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού. Εν τω μεταξύ, άλλες γυναίκες με καρκίνο θεραπεύονταν με τις προσευχές της. Για παράδειγμα, αναφέρω μια περίπτωση. Μια φορά, ήρθαν τρείς ή τέσσερις προσκυνήτριες για να δουν τη γερόντισσα. Ανάμεσά τους ήταν μια γυναίκα, μητέρα μιας από τις αδελφές μας, η οποία είχε διαγνωστεί με καρκίνο. Ήθελε να το πει στη γερόντισσα, αλλά εκείνη δεν την άφηνε να μιλήσει, αλλά μόνο επαναλάμβανε: “Τίποτα, τίποτα”. Και όμως, χωρίς να ρωτήσει τίποτα, η γερόντισσα ακούμπησε το μέρος που ήταν ο καρκίνος.
Οι μοναχές, συνήθως, αποφεύγουν να ακουμπάνε, αλλά η γερόντισσα ακούμπησε ακριβώς το άρρωστο μέρος και της είπε: “Μην ανησυχείτε, μητερούλα, τα έχετε όλα καθαρά”. Όταν η γυναίκα αυτή γύρισε σπίτι, οι γιατροί δεν έβρισκαν πια καρκίνο.
Μια άλλη προσκυνήτρια, που επίσης είχε καρκίνο του μαστού, είχε έρθει σε μας μαζί με ομάδα προσκυνητών. Η γερόντισσα Ταξιαρχία κάτι έδινε για ευλογία και αυτή η γυναίκα ήθελε και αυτή να πάρει σειρά. Τότε, η γερόντισσα άρχισε να την διώχνει από τη σειρά. Αυτή η προσκυνήτρια αιφνιδιάστηκε και μετά από λίγη ώρα επέστρεψε και στάθηκε πάλι στο τέλος της σειράς. Η γερόντισσα ξανά την παρακάλεσε να βγει από τη σειρά. Αυτό επαναλήφθηκε και άλλες φορές, ώσπου κάποια στιγμή η γερόντισσα της είπε: “Δεν έχετε πια καρκίνο”.
“Του χρόνου θα έρθετε εδώ με το παιδί”
Ένα άλλο θαύμα έγινε με μια οικογένεια από το Τενεσί, την οποία ξέραμε πολύ καλά. Δεν είχαν παιδιά για πολλά χρόνια. Η γερόντισσα τους είπε: “Μην ανησυχείτε! Του χρόνου θα έρθετε εδώ με το παιδί”. Έτσι και έγινε. Μετά από ένα χρόνο ήρθαν με νεογέννητο κοριτσάκι.
Υπήρχε και άλλη μια περίπτωση θεραπείας, αλλά αυτό συνέβη μετά την κοίμηση της γερόντισσας. Μια γυναίκα δούλευε σε κομμωτήριο, ήταν κομμώτρια. Επειδή δούλευε για πολλά χρόνια με χημικές ουσίες, της πονούσαν πολύ τα νύχια στα δάχτυλα. Πήρε λάδι από το καντήλι που ανάβαμε στην εκκλησία κατά τη διάρκεια της κηδείας της γερόντισσας. Εμείς συνεχίζουμε να συμπληρώνουμε λάδι σε αυτό καντήλι. Λοιπόν, αυτή η γυναίκα άλειψε τα δάχτυλά της με λάδι από το καντήλι και μετά από αυτό θεραπεύτηκε.
“Παρακαλώ, να μου πάρετε το άσθμα μου!”
Ακόμα μια γυναίκα, η οποία τώρα έχει πλέον κοιμηθεί, είχε βαριάς μορφής άσθμα από τη νεαρή της ηλικία. Αυτή είχε βοηθήσει κάποια στιγμή τον γέροντα Εφραίμ στην ανέγερση του μοναστηριού μας. Πριν κοιμηθεί η γερόντισσα, αυτή η γυναίκα την είχε ρωτήσει: “Γερόντισσα, μπορώ να σας ζητήσω μια χάρη; Παρακαλώ, να μου πάρετε το άσθμα μου!” Την επόμενη από την κοίμηση της γερόντισσας μέρα - και αυτή η κυρία ήταν γύρω στα ογδόντα - το άσθμα την εγκατέλειψε για πάντα.
Έχουμε συγκεντρώσει πολλές παρόμοιες ιστορίες. Ήταν αγία, πραγματικά αγία. Όπως και ο γέροντας Εφραίμ, και αυτή ήταν σε θέση να διαβάζει τους λογισμούς μας. Ήταν όλο αγάπη.
Και επειδή ήταν πρώτη μοναχή του γέροντα που είχε έρθει στην Αμερική, και επειδή ήταν άνθρωπος με αστείρευτη αγάπη, προσέλκυε γυναίκες από διάφορα μέρη, και από μέρη όπου αργότερα κτίστηκαν και άλλα μοναστήρια από τον γέροντα Εφραίμ: από τη Νέα Υόρκη, από το Σικάγο κτλ. Θυμάμαι, έλεγε σε αυτές τις προσκυνήτριες: “Όταν θα κτίζετε μοναστήρι στο σπίτι σας, μην ξεχνάτε, ότι πρέπει να βοηθάτε τη γερόντισσά σας, όπως ακριβώς βοηθάτε εμένα”. Με αυτόν τον τρόπο, τους ετοίμαζε από πριν για αυτή την αποστολή.
Μια φορά, ένας μας είχε φέρει μια παλαιά εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Δεν ήξερε τι εικόνα ήταν αυτή. Ήταν ορθόδοξος άνδρας, παντρεμένος με μια προτεστάντισσα. Η γυναίκα του ήθελε να πετάξει όλες τις εικόνες του. Κατά σύμπτωση, δυο μοναχές, μητέρα και κόρη, περνούσαν δίπλα και άκουσαν τη συνομιλία τους, όπου ο άντρας προσπαθούσε να πείσει τη γυναίκα του να μην πετάξει τις εικόνες. Οι δύο μοναχές τους πρότειναν να παραδώσουν τις εικόνες στο μοναστήρι.
Αυτός ήταν ο άνδρας που είχε έρθει με τυλιγμένη την εικόνα και είπε στη γερόντισσα: “Δε θα την ανοίξω μέχρι αύριο”. Δεν ήξερε τι εικόνα ήταν. Την επόμενη μέρα γιόρταζε η εικόνα της Παναγίας «Ρόδον το Αμάραντον». Όταν άνοιξαν το δέμα, είδαν ότι ήταν ακριβώς η εικόνα «Ρόδον το Αμάραντον». Όταν η γερόντισσα έβγαλε την εικόνα, όλο το μοναστήρι γέμισε με ευωδία, κάτι που το ένιωθε κανείς παντού, πάνω, κάτω, ακόμα και στο υπόγειο. Αυτή η εικόνα εξακολουθεί να βρίσκεται στο μοναστήρι μας.
Η γερόντισσα Ταξιαρχία εκδήμησε εις Κύριον στις 3 Αυγούστου του 1994, σε ηλικία πενήντα επτά ετών. Στην κηδεία της προσήλθαν γύρω στα χίλια άτομα. Έχει ενδιαφέρον ότι ο καθένας ένιωθε ότι η γερόντισσα τον αγαπούσε πιο πολύ από όλους τους άλλους…
Όταν η γερόντισσα κοιμήθηκε, πριν την κηδέψουμε, στο πρόσωπό της εμφανίστηκε μύρο σε σταγόνες, από το οποίο έβγαινε θαυμαστή ευωδία. Το μάζεψα το μύρο με βαμβάκι κάτι που το φυλάω και τώρα. Πέρασαν είκοσι έξι χρόνια και το βαμβάκι αυτό ακόμα ευωδιάζει.
Μοναχή Νεκταρία, η πιο ηλικιωμένη μοναχή της Ιεράς Μονής Παναγίας Οδηγήτριας στην Πορταριά:
Οι γερόντισσες Μακρίνα και Ταξιαρχία  
Οι γερόντισσες Μακρίνα και Ταξιαρχία  

– Ήξερα τη γερόντισσα Ταξιαρχία από τη στιγμή που ήρθε στο μοναστήρι μας. Είχε πρόβλημα με την καρδιά και αναγκάστηκε να υποβληθεί σε δύο εγχειρήσεις: τη μία την έκανε όταν ακόμα ζούσε στον κόσμο και τη δεύτερη όταν ήταν ήδη μοναχή. Πριν το πρώτο χειρουργείο, είχε κάνει το εξής τάμα: αν η εγχείρηση πετύχαινε, θα πήγαινε στο μοναστήρι για έξι μήνες να βοηθάει τις αδελφές και να προσεύχεται, ώστε με αυτόν τον τρόπο να ευχαριστήσει την Υπεραγία Θεοτόκο.
Έχοντας μείνει για έξι μήνες στην Πορταριά, κατάλαβε ότι της αρέσει η μοναστική ζωή και ότι θέλει να μείνει εδώ. Άρχισε να ζητάει από τη γερόντισσα Μακρίνα να τη δεχτεί στο μοναστήρι. Η γερόντισσα στην αρχή δίσταζε να την δεχτεί στο μοναστήρι, επειδή φοβόταν ότι η άρρωστη καρδιά της δε θα αντέξει τον σκληρό μοναστικό τρόπο ζωής. Αλλά εκείνη την ικέτευε τόσο πολύ και ήταν τόσο καλόκαρδη και υπάκουη που η γερόντισσα τελικά συμφώνησε. Όμως και ο γέροντας Εφραίμ έδωσε ευλογία να την δεχτούν.
Η γερόντισσα Ταξιαρχία πολύ γρήγορα αξιώθηκε να λάβει το σχήμα, επειδή, κατά τα λεγόμενα της γερόντισσας Μακρίνας «ήταν απολύτως έτοιμη για αυτό».
Είχε δύο διακονήματα: το ένα στην κουζίνα και το άλλο στο αρχονταρίκι. Η γερόντισσα Μακρίνα είχε υψηλό ζάχαρο και η αδελφή Ταξιαρχία μαγείρευε για αυτήν. Ήταν πολύ προσεκτική στο διακόνημα. Τα ζύγιζε όλα με ακρίβεια, πόσο και τι να βάζει ώστε να είναι όλα σύμφωνα με τις οδηγίες των γιατρών. Αγαπούσε πολύ τη γερόντισσά της.
Ημιτελή έργα της γερόντισσας Ταξιαρχίας  
Ημιτελή έργα της γερόντισσας Ταξιαρχίας  

Κεντούσε πάρα πολύ καλά. Το είχε μάθει όταν ακόμα ζούσε στον κόσμο. Τα κεντήματά της είχαν τέτοια εμφάνιση, λες και δεν ήταν φτιαγμένα από ανθρώπινο χέρι. Όταν η γερόντισσα Ταξιαρχία ζούσε στο μοναστήρι, με τα δικά της χέρια κέντησε το χρυσό κάλυμμα της Αγίας Τράπεζας για το Άγιο Όρος. Επίσης, είχε πολλά χαρίσματα και χάρη από τον Θεό. Αγαπούσε τους πάντες και ήταν το ίδιο καλόκαρδη με όλους.
Το δεύτερο διακόνημά της στο μοναστήρι ήταν να υποδέχεται επισκέπτες και προσκυνητές. Είχε το χάρισμα του λόγου. Ήξερε να βρίσκει τρόπους επαφής με οποιονδήποτε επισκέπτη ή προσκυνητή. Τα λόγια της ήταν πάντα γεμάτα από αγάπη και φώτιση, δηλαδή διαφώτιζαν τον άνθρωπο. Βοηθούσε τις αδελφές και σε άλλα διακονήματα και πάντα βιαζόταν να βοηθάει εκεί που χρειαζόταν.
Ήταν άνθρωπος του Θεού και μεγάλης προσευχής. Την διέκριναν η ευγένεια, η ελεημοσύνη, η ετοιμότητα για θυσία. Η προσευχή από το στόμα της έβγαινε αδιάλειπτα. Όταν μιλούσες μαζί της, πάντα ένιωθες ότι μέσα της κατοικεί το Άγιο Πνεύμα.
Πριν την αναχώρησή της για την Αμερική, αναγκάστηκε να κάνει και τη δεύτερη εγχείρηση. Είχε τόση πίστη στον Θεό που δε φοβόταν καθόλου το χειρουργείο. Μετά την αναχώρησή της για την Αμερική, συνεχίζαμε να επικοινωνούμε, γράφαμε επιστολές η μια στην άλλη.
Από το διήγημα της Ελένης Ξένου από το Βόλο. Η Ελένη είναι 69 ετών και είναι πνευματικό παιδί του γέροντα Εφραίμ από την ηλικία των 12 χρόνων:
– Η γερόντισσα Ταξιαρχία κατάγονταν από το διπλανό μας χωριό, την Αγριά. Όταν ήταν παιδί, λένε, ότι ήταν πολύ καλόκαρδη και τρυφερή. Από την παιδική της ηλικία φαινόταν ο μελλοντικός της χαρακτήρας – πολύ εύκολος και συμβιβαστικός.
Ήταν πολύ ταλαντούχα αγιογράφος. Επίσης, κεντούσε χειροποίητες εικόνες. Τα πρόσωπα του Χριστού, της Υπεραγίας Θεοτόκου και των Αγίων έβγαιναν σαν ζωντανοί, επειδή το έκανε με προσευχή.
Στο πρόσωπό της υπήρχε κάποια ιδιαίτερη τρυφερότητα, τα λόγια ήταν τόσο παρηγορητικά που είχες την αίσθηση ότι μιλάς με Άγγελο. Γι’ αυτό, ο γέροντας Εφραίμ, όταν άνοιξε το πρώτο του μοναστήρι στην Αμερική, αποφάσισε να την στείλει εκεί. Στην αρχή, στο μοναστήρι ήταν μόνη της.
Ήξερα τις αδελφές της οι οποίες τώρα έχουν, πλέον, αποδημήσει εις Κύριον. Όλες ζούσαν στην Αγριά. Μια αδελφή της μου έχει δείξει ένα κλαδάκι δέντρου το οποίο η γερόντισσα Ταξιαρχία της είχε στείλει σε ένα από τα γράμματα από την Αμερική. Έγραφε: “Αδελφούλα μου, βλέπεις αυτό το κλαδάκι; Είναι κλαδάκι ενός από τα δέντρα τα οποία βλασταίνουν εδώ, γύρω από το μοναστήρι μου. Το καθένα από αυτά είναι ποτισμένο με τα πολλά δάκρυα της μοναξιάς μου”.
Ο γέροντας Εφραίμ, ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Φιλοθέου  
Ο γέροντας Εφραίμ, ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Φιλοθέου


  Δεν ήξερε ούτε τη γλώσσα, ούτε τα έθιμα, τίποτα. Ο γέροντας πήρε την απόφαση και αυτή υπάκουσε τυφλά. Έτσι στήθηκε το πρώτο μοναστήρι του γέροντα Εφραίμ στις ΗΠΑ. Δεν είχε κανένα αντίλογο στην απόφαση του γέροντά της, ούτε λέξη. Το δέχτηκε ειρηνικά. Πήγε στην Αμερική για να ζει εκεί, όπου και πέθανε.
Μετά από λίγο χρόνο, οι ντόπιοι έλληνες πρόσφυγες έμαθαν για αυτό το μοναστήρι και άρχισαν να πηγαίνουν εκεί για τις ιερές ακολουθίες, τις Κυριακές. Στην αρχή εμφανίζονταν στο μοναστήρι με υπερβολική επιμέλεια στην ενδυμασία τους, με μοδάτες κομμώσεις και πήγαιναν στη μονή για να συζητούν μεταξύ τους. Η ελληνική διασπορά στην Αμερική, εκείνη την εποχή, είχε εκκοσμικευτεί πολύ και είχε βρεθεί κάτω από την επιρροή της καθολικής εκκλησίας. Η γερόντισσα πολύ γρήγορα τους έκανε και πάλι ορθόδοξους χριστιανούς.
Οι ηλικιωμένες μοναχές από την Πορταριά μου έλεγαν για την γερόντισσα Ταξιαρχία την εξής ιστορία: Όσο βρισκόταν στο νοσοκομείο μετά τη δεύτερη εγχείρηση καρδιάς στην Ελλάδα, δίπλα της βρισκόταν ένας ορθόδοξος Έλληνας ιερέας. Την ώρα που συνερχόταν μετά την εγχείρηση, είχε πολύ δυνατούς πόνους, μέχρι λιποθυμίας, κάτι που ήταν πολύ επώδυνο. Τη στιγμή που μόλις συνερχόταν, ο ιερέας άκουγε να λέει: “Ω, Μήτηρ του Θεού, τι όμορφη που είσαι! Είσαι η πιο ωραία, η πιο ωραία στον κόσμο!” Έβλεπε την Θεοτόκο ακριβώς μπροστά της. Έβλεπε και τους Αγίους Αποστόλους και μιλούσε μαζί τους: “Άγιοι Απόστολοι, Πέτρο και Παύλο, πόσο όμορφα, τι όμορφοι που είστε! Αχ, πόσο όμορφα!”
Στην Αμερική, η γερόντισσα Ταξιαρχία ασκήτεψε πέντε χρόνια και πέθανε λόγω προβλημάτων υγείας. Μετά το θάνατό της κι αμέσως μετά την κηδεία, άρχισαν να γίνονται θαύματα στον τάφο της. Έτσι, μερικές μέρες μετά την κηδεία, στο μοναστήρι ήρθε μια οικογένεια η οποία ερχόταν παλιά στην γερόντισσα. Η κόρη τους είχε έκζεμα. Έμαθαν ότι η γερόντισσα πέθανε και στεναχωρήθηκαν. Άλειψαν το δέρμα της κόρης τους με λάδι από το καντήλι που άναβαν στον τάφο της, και το έκζεμα αμέσως θεραπεύτηκε και από τότε δεν εμφανίστηκε ξανά. Έγιναν και πολλά άλλα θαύματα.
Γιάννης Ντεβόρακ, αμερικανός με ρωσικές ρίζες, ο οποίος ζει δίπλα στο μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου του Μέγα στην Αριζόνα:
– Όταν για πρώτη φορά ήρθαμε με τη γυναίκα μου στο μοναστήρι στην Πενσυλβάνια, δεν ήξερα τίποτα για την γερόντισσα Ταξιαρχία και ούτε είχα δει τη φωτογραφία της. Στο μοναστήρι δεν καθίσαμε πολλή ώρα, και ετοιμαζόμασταν να φύγουμε. Είχαμε καθίσει στο αυτοκίνητο, όταν η γυναίκα μου μού ζήτησε να επιστρέψω στην εκκλησία και να αγοράσω κεριά. Ήταν βράδυ. Δεν είχε κόσμο. Γύρω από την εκκλησία δεν υπήρχε κανείς, εκτός από μια ηλικιωμένη μοναχή η οποία καθόταν και έπλεκε κομποσκοίνι. Από μακριά, είδα τρία ελάφια που έβοσκαν αμέριμνα.
Πλησίασα τη μοναχή για να τη χαιρετήσω και να πάρω ευλογία: “Βλέπεις αυτά τα τρία ελάφια; Έρχονται κάθε βράδυ εδώ, όταν κάθομαι και πλέκω κομποσκοίνι. Ξέρεις να πλέκεις κομποσκοίνι;” - με ρώτησε. Απάντησα ότι δεν ξέρω και τότε με ρώτησε: “Θέλεις να σε μάθω;” Της είπα ότι δυστυχώς αμέσως τώρα φεύγω, ότι με περιμένουν. Μου είπε: “Εντάξει, τότε θα σε μάθω την επόμενη φορά, όταν θα έρθεις να με επισκεφτείς, μετά από ένα χρόνο”.
Δεν είχα σκοπό να έρθω και άλλη φορά εδώ. Δεν αντέδρασα, όμως. Την αποχαιρέτησα ευγενικά, αγόρασα κεριά και φύγαμε. Μετά από ένα διάστημα, στο σπίτι ενός φίλου μου είδα τη φωτογραφία της γερόντισσας Ταξιαρχίας και με έκπληξη αναγνώρισα σε αυτήν εκείνη τη μοναχή η οποία μου είχε μιλήσει στην Πενσυλβάνια. Άρχισα να ρωτάω για αυτήν και με ακόμα περισσότερη έκπληξη έμαθα ότι ήδη έχει πεθάνει. Και μετά από ένα χρόνο, πράγματι επισκέφτηκα ξανά το μοναστήρι. Ακριβώς μετά από ένα χρόνο γινόταν η εκταφή των λειψάνων τη μακαρίας γερόντισσας Ταξιαρχίας και οι γέροντες Εφραίμ και Παΐσιος με κάλεσαν να πάω μαζί τους. Βεβαίως, συμφώνησα.
Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ελέησον ημάς!
 

Συνομιλούσε η Όλγα Ροζνιόβα
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα
Pravoslavie-ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2020

H Αγία Παρθαγάπη

agia parthagapi

Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος


Αν κανείς ασχοληθεἰ με το αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, θα ανακαλύψει ἐναν πλούτο από πολύτιμα μαργαριτάρια της πίστης.

Ένα τέτοιο πολύτιμο μαργαριτάρι ήταν και η αγία Παρθαγάπη, που η Εκκλησία τιμά τη μνήμη της στις 2 Σεπτεμβρίου, που ποτέ δεν λησμονούσε τον αφυπνιστικό λόγο του Κυρίου μας: "Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν κερδίσει τον κόσμο όλο, αλλά χάσει την ψυχή του".

Η αγία Παρθαγάπη συνειδητοποίησε νωρίς ότι ήταν πλασμένη για την αιωνιότητα.

Έτσι γι' αυτή αναγκαίο ήταν όχι οτιδήποτε δεν υπάρχει μετά το θάνατο, αλλά ό,τι υπερβαίνει τη ματαιότητα των εγκοσμίων και τη φθορά του χρόνου.

Έχοντας στη ζωή της ως ιδανικό, προς το οποίο πλησίαζε κάθε ημέρα και περισσότερο, το θαυμάσιο λόγο του αποστόλου Παύλου: "Δεν ζω πλέον εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός!".

Με αυτή την πεποίθηση, πως ήταν ο καινούργιος άνθρωπος του Θεού, έφτασε στο μαρτύριο. Την έριξαν στη θάλασσα και την έπνιξαν.

Δεν λιποτάκτησε από τον χριστιανικό αγώνα της, αλλά μέχρι την τελευταία της αναπνοή προσευχόταν προς το Θεό και έτσι έλαβε το στεφάνι της αγιότητας.

Δεν προσχώρησε στο εχθρικό στρατόπεδο, αλλά το παράδειγμά της έγινε σύνθημα δυνατὀ, ενθαρρυντικὀ και προτρεπτικὀ, για όσους θέλουν να παραμείνουν πιστοί, αμετακίνητοι στο πνευματικό μετερίζι.

Ακόμη το παράδειγμἀ της έγινε ενισχυτικό και απαραίτητο για τους μαχητές της αρετής.

Ο Χριστιανός και στις πιο μεγάλες αντιξοότητες διατηρεί την πίστη του, ακριβώς γιατί δεν χάνει, αλλά πάντοτε διατηρεί την ελπίδα του στο Θεό.

Δεν είναι ούτε απροσγείωτος, ούτε εξωπραγματικός. Δεν πετάει στα σύννεφα, ζει στη γη.

Η διαφορά του με τους άλλους είναι ότι αντιμετωπίζει τα πράγματα της γης με το φωτεινό πρίσμα του ουρανού.

Αυτό έκανε και η αγία Παρθαγάπη. Την προσπάθεια να υπερασπιστεί την πίστη της απέναντι στους διώκτες της δεν την εγκατέλειπε.

Κάθε φορά, που την βασάνιζαν, επαναλάμβανε το του ιερού Χρυσοστόμου: "Συννεφάκι είναι και γρήγορα θα περάσει".

Και περνούσε με την πνοή του αγίου Πνεύματος, έως ότου τα νερά της θάλασσας, όπου τη βούτηξαν, έγιναν ο υγρός τάφος του σώματός της.

Δεν γνωρίζουμε αν το όνομά της προήλθε από τη ζωή της, σίγουρα, όμως, δικαιώνει τη ζωή της, καθώς χαρακτηριζόταν από την παρθενία, δηλαδή την αγνότητα, αλλά και την αγάπη.

Με αυτές τις δύο αρετές ως εφόδιο δεν ήταν ούτε απαισόδοξη. Ήταν απλά πίστη. Ήταν αγωνίστρια. Γι' αυτό και με τη θυσία της αναδείχθηκε νικήτρια. Νικήτρια με το Νικητή Χριστό.

Να, λοιπόν, ήρθε και η δική μας ώρα... Να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση... Να είμαστε συνοδοιπόροι Εκείνου... Να τον ακολουθούμε παντού και πάντοτε με την αφοσίωση και τη λατρεία μας...

ΠΗΓΗ.ROMFEA.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2020

"Στα Βουρλά το κακό ξεκίνησε στις 29 Αυγούστου..." ~ ΦΙΛΙΩ ΧΑΪΔΕΜΕΝΟΥ



Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Μπήκαν οι Τούρκοι στα σπίτια μας και μας έβαλαν φωτιά. 
Αργότερα μας είπαν ότι ήταν αντάρτες και μετά ήρθε ο τακτικός στρατός και μας μάζεψε. 
Μας έπιασαν όλους μαζί, τον πατέρα μου τον έσφαξαν, τον αδερφό μου τον έκαψαν, τους νέους τους μάζεψαν και τους πήραν στην Ανατολή...»
«...Δυο μέρες και δυο νύχτες μείναμε όρθιοι στην παραλία περιμένοντας να μπούμε σε κάποιο πλοίο. 
Χιλιάδες κόσμος, απελπισμένος και εξαθλιωμένος, με μάτια άδεια απ τα όσα είχαμε δει και την ψυχή ματωμένη απ τον πόνο της απώλειας των αγαπημένων μας. 
Κάρα άδειαζαν πεθαμένους δίπλα μας, όπου έβρισκαν. 
Το βράδυ, όταν οι Τούρκοι άρχιζαν να βιάζουν και να κακοποιούν όποια γυναίκα έβρισκαν, οι Αμερικανοί άναψαν τους προβολείς των πλοίων και τους έριξαν πάνω μας, για να σταματήσουν κάπως το κακό. 
Φωνές ακούγονταν: "Τα γυναικόπαιδα να μπαρκάρουν πρώτα!" -θαρρείς και υπήρχε και κανένας άντρας ανάμεσά μας...»
«Έβλεπα τη Σμύρνη και τα Βουρλά να καίγονται και έδωσα έναν όρκο. Είπα, Βουρλά μου αγαπημένα δεν θα σας ξεχάσω ποτέ»
ΦΙΛΙΩ ΧΑΪΔΕΜΕΝΟΥ
(Βουρλά Ερυθραίας Μικράς Ασίας, 1899 - Αθήνα, Νέα Φιλαδέλφεια 2007) 
Γεννήθηκε τον 19ο αιώνα, έζησε όλον τον 20ο με όλα τα δεινά του και έφυγε από τη ζωή τον 21ο αιώνα, σε ηλικία 108 ετών... «ΤΡΕΙΣ ΑΙΩΝΕΣ ΜΙΑ ΖΩΗ» ο τίτλος του βιβλίου της, όπου, με τον μοναδικό της χαρισματικό τρόπο, διηγείται την πολυτάραχη μυθιστορηματική της ζωή... 
Από τις πιο γλυκές αναμνήσεις της πρώτης της ζωής, μέχρι τη φρίκη της Καταστροφής, τον Ξεριζωμό, την Προσφυγιά, τα Βάσανα του Αγώνα να στήσει καινούργια ζωή, με πολύ σκληρή δουλειά μέχρι τη νίκη και την Προκοπή... 
Δίχως να πάψει ούτε στιγμή τον αγώνα της για τη Διάσωση, Διάδωση, Δικαίωση της Μικρασιάτικης Μνήμης. 
Με την επιμονή της και το πείσμα της -δεν δίστασε να χτυπήσει ακόμα και την πόρτα του πρωθυπουργού της εποχής- ίδρυσε το Μουσείο του Μικρασιατικού Ελληνισμού (που σήμερα έχει πια το όνομά της), συγκεντρώνοντας εκεί Κειμήλια Μικρασιατών Προσφύγων απανταχού της Γης...
...Νιώθοντας πια πως έκανε το Χρέος της, έφυγε ήσυχη κι ευτυχισμένη, ήρεμα, στο σπίτι της, στον ύπνο της και στ' όνειρό της μέσα, με το υπεραιωνόβιο μυαλό της ακόμα τετραπέρατο, λαμπερό, φωτεινό, δυναμικό, εμπνευσμένο...
Πρότυπο Μικρασιάτισσας Γυναίκας, η γιαγιά Φιλιώ, γιαγιά όλων μας, δίδαξε Ήθος, Αξιοπρέπεια, Περηφάνεια, τιμώντας την Καταγωγή της και συμβολίζοντας και δοξάζοντας το χαρακτήρα και την προσωπική ιστορία του μέσου Μικρασιάτη Πρόσφυγα, τον Πολιτισμό και την ιδιαίτερη Ποιότητα των Ελλήνων της Ανατολής.
ΓΙΑΓΙΑ ΦΙΛΙΩ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙΣ ΠΕΡΗΦΑΝΟΥΣ. Σ' ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΟΛΑ.
(Κείμενο: Γεωργία-Χαρίκλεια Καϊμακάμη