Τετάρτη 16 Ιουνίου 2021

Εμπνευσμένη από τον Άγιο Γέροντα Σωφρόνιο . Στη μνήμη της μοναχής Σιλουανής (Γκουλιάεβα, † 29.06.2017)


Η γνωριμία μου με τη μητέρα Σιλουανή* ξεκίνησε από τα Ιεροσόλυμα. Συναντιόμασταν, βέβαια, και συζητούσαμε και στο Μπουσί (Γαλλία), όπου βρίσκεται η Ιερά Μονή Αγίας Σκέπης, στην οποία έζησε 25 χρόνια παρά δύο μήνες, και στο Παρίσι (στον Ιερό Ναό του Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι, στη rue Daru) και στη Μόσχα. Ανεκπλήρωτα έμειναν, τελικά, τα σχέδια για ένα ταξίδι μαζί στο Έσσεξ (Αγγλία), στο μοναστήρι του πατέρα Σωφρονίου (Σάχαροβ), γέροντα της μητέρας Σιλουανής.

Η Τατιανή (το κατά κόσμον όνομα της μητέρας Σιλουανής) γεννήθηκε τη χρονιά του θανάτου του Στάλιν, στη Μόσχα, τόπο καταγωγής της Ρωσίδας μητέρας της. Ο πατέρας της, ο Λέων Όβσισερ (1919-2007), αγωνιστής στο μέτωπο του πολέμου, στρατιωτικός, επιστήμονας και άνθρωπος στον οποίον για 16 χρόνια απαγορευόταν να πάει στην πατρίδα του, το Ισραήλ, καταγόταν από τη Λευκορωσία. Εκεί, στο Μινσκ, η μελλοντική μοναχή είχε ζήσει τα πρώτα 25 χρόνια της ζωής της, προτού αναχωρήσει για τα Ιεροσόλυμα, το 1979.  

Για κάποια χρονικά διαστήματα, τη δεκαετία του 1970, οι Εβραίοι της Σοβιετικής Ένωσης είχαν τη δυνατότητα να πάρουν άδεια εξόδου από τη χώρα με διάταξη περί «επανένωσης της οικογένειας», αν και το να σου απορρίψουν την άδεια εξόδου, σήμαινε ότι χάνεις τη δουλειά σου και κάθε δυνατότητα για καριέρα στη σοβιετική κοινωνία. Η μητέρα της Τατιανής πέθανε στο Μινσκ, το 1980. Ο πατέρας της κατάφερε να πάει στο Ισραήλ μόλις το 1987 και έζησε στα Ιεροσόλυμα μέχρι την εκδημία του, το 2007. Ο Λέων Όβσισερ ενταφιάστηκε στο αρχαιότερο νεκροταφείο των Ιεροσολύμων, στις πλαγιές του Όρους των Ελαιών. Λίγο πριν το θάνατό του, βαπτίστηκε από την κόρη του που τον επισκέπτονταν συνέχεια (όπως μετά και τη δεύτερη γυναίκα του που είχε μείνει χήρα) στα Ιεροσόλυμα.

Με τους γονείς  

Με τους γονείς     

Η Τατιανή είχε παντρευτεί (εξ ου και το επίθετο Γκουλιάεβα και όχι Όβσισερ) στη Σοβιετική Ένωση, και στο Ισραήλ είχε πάει μαζί με το σύζυγό της. Ωστόσο, ο γάμος δεν κράτησε πολύ. Ενδεχομένως, το τέλος της οικογενειακής ζωής ήταν μια από τις αιτίες της αναχώρησής της από το Ισραήλ. Αν και, κάποτε η μητέρα Σιλουανή είχε πει: «Τώρα είναι που το Ισραήλ έχει ενδιαφέρον. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πώς ήταν τα πράγματα στα τέλη της δεκαετίας του 1970…»

Στο Ισραήλ είχε πάει ορθόδοξη, καθώς είχε ήδη βαπτιστεί στη Ρωσία. Αυτό είναι που μας έφερε κοντά στην πρώτη κιόλας μας συνάντηση στο μοναστήρι στο Μπουσί: εμένα μου είπαν ότι εδώ μένει μια μοναχή από τα Ιεροσόλυμα, και σε εκείνη είπαν ότι έχει έρθει ένας διάκονος από τα Ιεροσόλυμα. Η μητέρα Σιλουανή συνέχιζε να διαμένει στη Γαλλία με ισραηλινό διαβατήριο. Δεν είχε κιόλας άλλο. Κατά πόσο έκανε εκκλησιαστική ζωή στα χρόνια που ήταν στα Ιεροσόλυμα, πού εκκλησιαζόταν και με ποιόν επικοινωνούσε, δεν είναι γνωστά. Άλλωστε, ποτέ αργότερα, ακόμα και όταν βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, δεν αναφερόταν σε αυτά. Ένα είναι βέβαιο ότι η Τατιανή βρέθηκε σε μοναστήρι στην Ευρώπη.

Ενδεχομένως, είχε ξεκινήσει με σκοπό να πάει στο μοναστήρι. Την 1η του Σεπτέμβρη του 1982, η μοναχή Σιλουανή έφτασε στην Ιερά Μονή στο Μπουσί στη Γαλλία όπου έμεινε για πάντα. Η κουρά της έγινε 8 ολόκληρα χρόνια αργότερα, στις 24 Αυγούστου του 1990.

«Μόλις δύο λεπτά συνομιλίας χρειάστηκαν, ώστε ο πατήρ Σωφρόνιος να γίνει ο σημαντικότερος άνθρωπος στη ζωή μου»

Δεν ξέρουμε, πώς ξεκίνησε το ενδιαφέρον της για το μοναχισμό. Θα ήταν εύκολο να πούμε ότι ξεκίνησε εξαιτίας του ατυχούς γάμου της. Ωστόσο, οι ατυχείς γάμοι δε φέρνουν όλους τους ανθρώπους στο μοναστήρι. Ένας ηγούμενος μου έχει πει ότι όταν ένας αποφασίσει να γίνει μοναχός, προσπαθεί να μοιάσει σε εκείνον που τον ενέπνευσε σε αυτόν το δρόμο. Στην πορεία της ζωής της στο μοναστήρι, το πιο σημαντικό παράδειγμα για τη μητέρα Σιλουνή και ο αληθινός πνευματικός της υπήρξε ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (Σάχαροβ· 1896–1993) – αγιορείτης μοναχός, μαθητής του γέροντα Σιλουανού (εξ ου και το όνομά της στην κουρά) και ιδρυτής της Μονής στο Έσσεξ (Αγγλία). Είχαν γνωριστεί, όταν η μητέρα Σιλουανή πήγε για πρώτη φορά στο Έσσεξ, το 1988, λίγα χρόνια μετά από τότε που είχε μπει στη Μονή Αγίας Σκέπης ως δόκιμη. «Μόλις δύο λεπτά συνομιλίας χρειάστηκαν, ώστε ο πατήρ Σωφρόνιος να γίνει ο σημαντικότερος άνθρωπος στη ζωή μου» - γράφει η μητέρα Σιλουανή στο δικό της άρθρο για τον γέροντα[1]. Στο Έσσεξ, μάλιστα, η μητέρα Σιλουανή εκάρη μοναχή, το 1990. Ο πατήρ Σωφρόνιος ήταν ο «ανάδοχός» της στην κουρά. Στην ερώτηση γιατί δεν έμεινε στο μοναστήρι του πατέρα Σωφρονίου (όπου υπάρχει και αντρική και γυναικεία κοινότητα), η μητέρα Σιλουανή απαντούσε: «Δεν υπάρχει και η αρετή της πιστότητας;»

Ο Διάκονος Αλέξανδρος Ζανεμόνετς και η μοναχή Σιλουανή (Γκουλιάεβα) Ο Διάκονος Αλέξανδρος Ζανεμόνετς και η μοναχή Σιλουανή (Γκουλιάεβα)     

Μέχρι την κοίμηση του πατέρα Σωφρονίου, το 1993, η μητέρα Σιλουανή διατηρούσε συνεχή επικοινωνία με τον γέροντά της. Πήγαινε σε αυτόν στην Αγγλία. Είχαν αλληλογραφία. Η μητέρα Σιλουανή έγραφε: «Ο πατήρ Σωφρόνιος ήταν σπουδαίος άνθρωπος και η προσωπικότητά του ακτινοβολούσε σε όλους τους ανθρώπους γύρω του. Όταν έμπαινες στο μοναστήρι, ένιωθες ότι αυτό αποτελείται από πνευματικούς γίγαντες, νόμιζες ότι οι άνθρωποι, που ζουν συνέχεια δίπλα στον πατέρα Σωφρόνιο, όλοι είναι ίσοι με αυτόν… Σε κάθε άνθρωπο έβλεπε τον Χριστό και σεβόταν απόλυτα την προσωπικότητα του άλλου. Ο γέροντας ανέβαζε τους ανθρώπους στο δικό του επίπεδο, όταν οι άνθρωποι επικοινωνούσαν μαζί του, όλοι γίνονταν σπουδαίοι, εξαφανιζόταν όποια μιζέρια. Πραγματικά έβλεπε στον κάθε άνθρωπο τον Χριστό» [2].

Ο γέροντας Σωφρόνιος δίδασκε: ακόμα και αν σας κατακυριεύουν πάθη, να το υπομένετε ως μέρος της παγκόσμιας θλίψης

Κατά τα λεγόμενα της μητέρας Σιλουανής, «το σημαντικότερο στη θεολογία του γέροντα ήταν ο ισχυρισμός που είχε πρακτική εφαρμογή: ακόμα και αν σας κατακυριεύουν πάθη, να το υπομένετε ως μέρος της παγκόσμιας θλίψης. Μην εγκλωβίζεστε σε αυτό το πάθος. Να λέτε: “Κύριε, Εσύ βλέπεις, σε τι κατάσταση είμαστε (όχι εγώ αλλά εμείς) όλοι, βοήθησε!”»[3].

Μάλλον, στους άλλους ανθρώπους βλέπουμε αυτό που έχουμε οι ίδιοι, ή αυτό που ωριμάζει μέσα μας. Οπότε, ο τρόπος που περιγράφει η μητέρα Σιλουανή τον γέροντα, κατά κάποιον τρόπο, εκφράζει και το δικό της πνευματικό πορτραίτο. Γράφει: «Στη ζωή μου έχω δει πολλούς κλειστούς μοναχούς που φοβούνται να αποκαλύψουν την πορεία τους, αλλά ο γέροντας Σωφρόνιος δεν το είχε. Δε σημαίνει ότι αποκάλυπτε πλήρως τον εαυτό του. Προειδοποιούσε: η κλειστότητα έχει σχέση με το ότι συνέχεια φοβόμαστε να κάνουμε λάθος και έτσι απορρίπτουμε το Άγιο Πνεύμα («και αν κάνω λάθος;»). Οπότε, καλύτερα να κάνουμε λάθος παρά να απορρίψουμε το Άγιο Πνεύμα». Ναι, η ίδια η μητέρα Σιλουανή ήταν εκπληκτικά ανοιχτός άνθρωπος, εξαιρετικά ειλικρινής και ήταν άνθρωπος της αγάπης. Δε φοβόταν να μιλάει για τον εαυτό της και, ως εκ τούτου, δε φοβόσουν ούτε κι εσύ να της μιλάς για τον εαυτό σου, χωρίς να κρύβεις καθόλου τις δυσκολίες και τις αδυναμίες σου.

Ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (Σάχαροβ)  

Ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (Σάχαροβ)     

Όπως γράφει: «Ο πατήρ Σωφρόνιος ήταν άνθρωπος μεγάλης αγάπης. Ήξερα πως ό, τι και να είχα κάνει, όπως και να είχα συμπεριφερθεί, αυτός ο άνθρωπος θα με αγαπούσε και αυτό δεν θα μπορούσε να αλλάξει. Μαζί του δεν υπήρχε περίπτωση να έρχονται τα πάνω κάτω: όπως γοητεύτηκε – απογοητεύτηκε, έχω διάθεση – δεν έχω διάθεση. Αγαπούσε πάντοτε. Θεωρώ ότι όποιος γνώριζε τον πατέρα Σωφρόνιο, ένιωθε ότι ο γέροντας τον αγαπάει πιο πολύ από όλους. Τέτοιο ήταν το μέτρο της αγάπης του: “τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα”»[4].

Εκτός από την καθαυτό πνευματική συνιστώσα, μάλλον, σημαντική για την επικοινωνία είναι και η απλή ανθρώπινη αλληλοκατανόηση, η ανθρώπινη ενότητα. Έτσι, για τη μητέρα Σιλουανή ήταν σημαντικό το που «εκτός από το ότι ο πατήρ Σωφρόνιος ήταν γέροντας και μοναχός, αναμφισβήτητα, ήταν και εκπρόσωπος της ρωσικής διανόησης των αρχών του 20ου αιώνα. Ακόμα και στις κινήσεις του: το πώς περπατούσε, το πώς έσκυβε το κεφάλι, το ύφος του, ο τρόπος έκφρασης…»[5]. Ίσως, όσο πιο πολλά κοινά ενώνουν τους ανθρώπους, άλλο τόσο είναι πιο εύκολο να δημιουργείς και να συντηρείς την επαφή με τον άλλον άνθρωπο.

Βεβαίως, σημαντική δεν είναι μόνο η ανθρώπινη και η πολιτιστική εγγύτητα. Η μητέρα Σιλουανή έγραφε: «Για τους μοναχούς το πιο σημαντικό είναι ο τρόπος και η σχέση των γερόντων με τη Θεία Λειτουργία. Πως τελούσε ο γέροντας Σωφρόνιος τη Θεία Λειτουργία! Για αυτόν, ήταν το κέντρο του Σύμπαντος. Ποτέ και πουθενά αλλού δεν είχα ζήσει τέτοια Λειτουργία, όπως στο Έσσεξ. Είχα την εντύπωση ότι βρίσκομαι στους ουρανούς και ότι όλοι οι παρευρισκόμενοι συμμετέχουν στη Λειτουργία και ότι η κοινή σιωπή των προσευχομένων είναι γεμάτη από κάποια συμπαντική σιωπή. Τέτοιο αίσθημα, τέτοιο βίωμα δεν είχα πουθενά αλλού»[6].

Από τις περιγραφές του βίου του πατέρα Σωφρονίου, η μητέρα Σιλουανή ξεχώριζε το βιβλίο του Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ.Ιερόθεου (Βλάχου) «“Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ…”. Βίος και πολιτεία του Γέροντος Σωφρονίου του ησυχαστού και θεολόγου». Το βιβλίο υπάρχει και σε ρωσική μετάφραση που δημοσιεύτηκε στη Λαύρα της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου, το 2013.

***

Η ιστορία του ρωσικού γυναικείου μοναχισμού στον 20ο αιώνα ήταν ένα από τα βασικά θέματα ερευνών της μητέρας Σιλουανής

Στα 35 χρόνια της μοναστικής ζωής, η μητέρα Σιλουανή είχε περάσει από διάφορα διακονήματα. Ήταν και στην κουζίνα – μαγείρευε υπέροχα. Πολλές φορές είχα βρεθεί σε γεύμα της, όταν επισκεπτόταν στα Ιεροσόλυμα τη μητριά της. Είχα δοκιμάσει και μπορς (παραδοσιακή ρώσικη σούπα – Στμ.) στη rue Daru, σε μέρες που στον εκεί ναό, γιόρταζε η Ιερά Μονή της Αγίας Σκέπης. Έχοντας εξαιρετικό μουσικό αυτί και φωνή, υπήρξε για πολλά χρόνια ιεροψάλτρια και χοράρχης της μονής (στη συνέχεια, στο ρωσικό μοναστήρι στο Όρος των Ελαιών, ασχολήθηκε με επιδιόρθωση της ψαλτικής τους παράδοσης). Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, η μητέρα Σιλουανή ήταν υπεύθυνη για το μοναστηριακό αρχείο. Από τη δουλειά της στο αρχείο, προέκυψαν ορισμένα βιβλία αφιερωμένα στις αδελφές και στις ηγουμένες της Μονής στο Μπουσί. Η ιστορία του ρωσικού γυναικείου μοναχισμού στον 20ο αιώνα ήταν ένα από τα βασικά θέματα των επιστημονικών της ενδιαφερόντων και ερευνών.

Τα βιβλία της μητέρας Σιλουανής για τον γυναικείο μοναχισμό έχουν πολύ ενδιαφέρον. Να αναφέρουμε, πρώτα από όλα, το βιβλίο για τη μοναχή Ταϊσία (Κάρτσεβα·1896–1995), την αγιογράφο και μοναχή της Ιεράς Μονής της Αγίας Σκέπης. Ύστερα, το βιβλίο για την ηγουμένη Ευδοκία (Κουρτέν·1895–1977), την πρώτη καθηγουμένη της Μονής της Αγίας Σκέπης. Το συγκεκριμένο βιβλίο δημοσιεύτηκε σε γαλλική μετάφραση, λίγο πριν από το θάνατο της. Η μητέρα Σιλουανή είχε προλάβει και επικοινωνούσε πολύ με τη μοναχή Ταϊσία. Αντίθετα, την ηγουμένη Ευδοκία την «ήξερε» μόνο από διηγήσεις άλλων αδελφών, όπως επίσης και από το μοναστηριακό αρχείο.  

Η μοναχή Σιλουανή (Γκουλιάεβα) Η μοναχή Σιλουανή (Γκουλιάεβα)     

Από πολύ νωρίς, η μητέρα Ευδοκία προσπαθούσε μαζί με τη μητέρα Μαρία (Σκομπτσόβα) να δημιουργήσουν μοναστική κοινότητα, αν και, οι αντιλήψεις τους για το μοναχισμό ήταν διαφορετικές. Η Οσία μητέρα Μαρία είχε αγιοκαταταχθεί, το 2004, από το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης, στη χορεία των Αγίων. Η εγγύτητα της μητέρας Ευδοκίας με την Οσία Μαρία και η διαφοροποίησή της ως προς την εμπειρία της ενεργού διακονίας της Οσίας Μαρίας στον κόσμο, συνετέλεσαν στο να δημιουργηθεί από τη μητέρα Ευδοκία «κλασική» μοναστική κοινότητα στο Μουαζνέ, κοντά στο Παρίσι, που αργότερα μεταφέρθηκε στο Μπουσί, το 1946. Η ηγουμένη Όλγα (Σλέζκινα·1915-2013), η καθηγουμένη αυτής της Ιεράς Μονής, στο διάστημα 1992-2013, περιέγραφε τη μητέρα Μαρία ως εξής: «Ο καθένας έχει το δικό του δρόμο. Η μητέρα Μαρία είναι Αγία, προσέφερε τη ζωή της για τους άλλους. Είναι πραγματική Αγία Μάρτυρας. Αλλά αυτό δεν είναι ο δικός μου τύπος ανθρώπου και δε νομίζω ότι ήταν μοναχή με την έννοια που εμείς το εννοούμε. Ας πούμε έλεγε: “Να, αυτοί κάνουν μετάνοιες, και ποιος τις χρειάζεται; Νομίζετε ότι ο Κύριος τις χρειάζεται αυτές τις μετάνοιες; Δε χρειάζονται”. Και τα λοιπά. Καταλαβαίνετε, ο κάθε άνθρωπος μπορεί να έχει τη δική του ιδέα… Έναν τέτοιο ελεύθερο μοναχισμό αναγνώριζε και πίστευε ακράδαντα ότι είναι ο μοναδικός μοναχισμός που μπορεί να υπάρχει. Όμως, ο καθένας έχει το δικό του δρόμο. Αυτή είχε αυτό το δρόμο, οι άλλοι έχουν άλλον» [7].

Η μητέρα Σιλουανή έλεγε ότι αν υπήρχε στην Εκκλησία ο θεσμός των διακονισσών, τότε η μητέρα Μαρία δε θα είχε κουρευτεί μοναχή αλλά θα γινόταν διακόνισσα. Δεν ήταν τυχαίο που η Μεγάλη Δούκισσα Ελισάβετ, στις αρχές του 20ου αιώνα αιτούνταν να επανέλθει ο θεσμός των διακονισσών. Όμως, επειδή αυτός ο θεσμός δεν υπάρχει, όλα αναφέρονται ως μοναχισμός. Έτσι, για τη μητέρα Σιλουανή, παρά το ανοιχτό της πνεύμα, ο μοναχισμός δε σκοπεύει σε «κοινωνική δράση». Η μητέρα Σιλουανή πέρασε όλη τη μοναχική της ζωή στο μοναστήρι και παντού κυκλοφορούσε με μοναχική ένδυση, ακόμα και στο μετρό του Παρισιού ή στο αεροδρόμιο του Τελ-Αβίβ. Όμως, παρόλα αυτά, το κέντρο του μοναχισμού δεν ήταν για αυτήν η κοινοτική μοναστική ζωή, αλλά το «ο Θεός και ψυχή».

***

Τα τελευταία χρόνια της ζωής της (τουλάχιστον για πέντε χρόνια), η μητέρα Σιλουανή έπασχε από καρκίνο. Είχε μυέλωμα των οστών. Ήταν ο τρίτος καρκίνος που πέρασε στη ζωή. Οι πρώτοι δύο είχαν θεραπευτεί. Στις αρχές της τελευταίας της ασθένειας, ερχόταν στα Ιεροσόλυμα και επισκεπτόταν τη μητριά της και το μοναστήρι στο Όρος των Ελαιών. Μετά, άρχισαν οι χημειοθεραπείες με τακτικές επισκέψεις στο νοσοκομείο και με βαριές παρενέργειες. Ωστόσο, σχεδόν μέχρι το τέλος, την πήγαιναν στην εκκλησία για τη Θεία Λειτουργία, Κυριακές και γιορτές. Τελευταία φορά την είδα περίπου ένα χρόνο πριν την κοίμησή της, τη στιγμή που αναχωρούσε για πολλοστή φορά από την αυλή του μοναστηριού για το νοσοκομείο για θεραπεία. Όπως πάντα, χαμογελούσε. Όπως έλεγαν μετά οι αδελφές του μοναστηριού: «Η μητέρα Σιλουανή ποτέ δεν παραπονιόταν».

Η μοναχή Σιλουανή εκοιμήθη στις 29 Ιουνίου του 2017, στο μοναστήρι της. 

 πηγή

*Στη ρωσική παράδοση συνηθίζεται η εκφορά «μητέρα» ή «μητερούλα», όταν πρόκειται για μοναχές.

[1] «В каждом человеке он видел Христа» // Старец Софроний, ученик преподобного Силуана Афонского. СПб., 2011. С. 220.

[2] ο.π. Σελ. 220–221.

[3] ο.π. Σελ. 221.

[4] ο.π. Σελ. 223.

[5] ο.π.

[6] ο.π. Σελ. 224.

[7] Занемонец Александр, диакон. К истории паломничеств в Святую Землю из Русского зарубежья в 50–70-х годах XX века. М., 2009. С. 59–60.

 

Τρίτη 8 Ιουνίου 2021

Τη Ζ΄ (7η) Ιουνίου, μνήμη της αγίας Μάρτυρος Ποταμιαίνης εν λέβητι μεστώ πίσσης βληθείσης και τελειωθείσης.


Ποταμιαίνη η αγία Μάρτυς ήκμασεν εν Αλεξανδρεία κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού εν έτει τδ΄ (304) δούλη ούσα ακολάστου τινός και ασελγούς αυθέντου, ήτο δε πολύ ωραία κατά την μορφήν. Πολλάκις δε βιάσας ο κύριός της προς πράξιν αισχράν και μη δυνηθείς να καταπείση αυτήν εις το κακόν του θέλημα, οργισθείς παρέδωκεν αυτήν εις τον άρχοντα της Αλεξανδρείας ειπών: Η νέα αύτη δούλη μου, και επειδή δεν πείθεται να υποκύψη εις τας επιθυμίας μου, παραδίδω εις χείρας σου, ίνα κατορθώσης ώστε με κολακείας ή και με απειλάς να κλίνη εις το θέλημά μου. Και εάν μοι κάμης ταύτην την χάριν, θέλω σε ανταμείψει καθώς πρέπει.

Εάν όμως δεν πεισθή, παίδευσον ως χριστιανήν και φόνευσον δια πικρού θανάτου. Παραλαβών λοιπόν ο άρχων την Αγίαν εβασάνισεν αυτήν δια βασάνων, χωρίς όμως να δυνηθή να καταπείση ταύτην να υποκύψη εις την ελεεινήν επιθυμίαν του αυθέντου της. Όθεν ο άρχων απεφάσισε να ρίψη την Αγίαν εντός λέβητος πλήρους πίσσης βεβρασμένης. Η δε Αγία ώρκισε τον άρχοντα εις την κεφαλήν του βασιλέως του, να μη ρίψη αποτόμως και δια μιας εντός του λέβητος, αλλά δια μέσου ενός μαγγάνου να καταβιβάση ταύτην εν αυτώ ολίγον κατ’ ολίγον, ειπούσα: Τούτο σε ορκίζω να κάμης, όπως γνωρίσης πόσην υπομονήν θέλει μοι χαρίσει ο Ιησούς Χριστός, τον οποίον συ δεν γνωρίζεις. Ο δε άρχων, λόγω του όρκου, προσέταξε να καταβιβάσωσι την Αγίαν ολίγον κατ’ ολίγον εντός του λέβητος και εις διάστημα τριών ωρών. Όθεν η Αγία κατά το διάστημα τούτο καταβιβαζομένη εντός του λέβητος προσηύχετο τω Θεώ, παραμένουσα ζωντανή και καιομένη υπό της πίσσης, έως ου εκαλύφθη η κεφαλή της εν αυτή. Άπαντες λοιπόν οι παρεστώτες εθαύμασαν την δύναμιν του Χριστού και την υπομονήν της κόρης. Δια τοιούτου λοιπόν τρόπου τελειώσασα η αοίδιμος το μαρτύριον αυτής, απήλθε νικηφόρος εις τα ουράνια.

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021

«Κάνε ὑπομονή, ὅπως κάνω κι ἐγώ μέ σένα!»


Μπορεί να είναι εικόνα ένα ή περισσότερα άτομα, άτομα που στέκονται και εσωτερικός χώρος


Μιά γερόντισσα, ἁγία ψυχούλα, ζοῦσε στόν Πειραιᾶ μόνη της. Τό μοναχοπαίδι της ἀκολούθησε τό δρόμο τοῦ Μοναχισμοῦ· ἀφιερώθηκε στό Θεό! Ἐκείνη δέχτηκε τό γεγονός δοξάζοντας τό Θεό γιά τήν τιμή πού ἔκανε στό παιδί της καί στήν ἴδια, παρ᾿ ὅλο πού ἀπόμεινε μόνη της. Ἐπιπλέον δέν εἶχε καί καλή ὑγεία· εἶχε ἄσθμα, πού πολύ τή βασάνιζε καί πολλές φορές ἔφθανε κοντά στό θάνατο.
Μ᾿ αὐτόν τόν ἀγῶνα πέρασαν ἀρκετά χρόνια. Κάποτε ὁ Θεός, βραβεύοντας τήν πίστη καί τήν ἀφοσίωσή της σ᾿ Ἐκεῖνον, παραχώρησε κι ἀνοίξανε πρός στιγμήν τά μάτια τῆς ψυχῆς της κι ἀξιώθηκε νά δεῖ τόν Ἄγγελο φύλακα τῆς ψυχῆς της! Ἡ φωτεινότητα καί ἡ θεία γλυκύτητά του γέμισαν μέ ὑπερκόσμια χαρά τήν εὐλαβέστατη γερόντισσα. Τώρα εἶχε δεῖ μέ τά μάτια της ὅτι στήν πραγματικότητα ποτέ δέν ἦταν μόνη. Ἔτσι, προσευχόταν πλέον μέ μεγαλύτερη πίστη καί θερμότητα.
Ὅμως, ἡ ἀσθένεια σύν τῷ χρόνῳ θέριευε. Καί κάποτε, σάν ἀδύναμος ἄνθρωπος, λύγισε, χύνοντας πολλά δάκρυα μέσα στόν πόνο της! Τότε, στή δύσκολη αὐτή στιγμή, ξαναφάνηκε χαμογελαστός ὁ Ἅγιος Ἄγγελός της, ἔτοιμος νά τήν ἐνισχύσει. Ἡ γριούλα ὅμως τόν πρόφτασε καί τοῦ εἶπε μέ πόνο:
– Ἅγιε μου Ἄγγελε, παρακάλεσε καί σύ τόν Κύριο νά μέ πάρει! Δέν ἀντέχω πλέον!
Καί ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε στοργικά, ἀλλά σταθερά:
– Πρέπει, γερόντισσα, νά κάνεις λίγη ὑπομονή ἀκόμη.
Ἐπειδή ὅμως ἐκείνη δυσκολευόταν νά τό δεχτεῖ, πρόσθεσε:
– Κι ἐγώ κάνω ὑπομονή τόσα χρόνια καί κάθομαι κοντά σου, καί στεροῦμαι τή χαρά τοῦ Οὐρανοῦ! Κάνε καί σύ λίγο ἀκόμη!
Ὅταν ἄκουσε αὐτά τά λόγια του, ἐκείνη συγκλονίστηκε κι εἶπε μέσα ἀπ᾿ τήν ψυχή της:
– Γενηθήτω τό θέλημα τοῦ Κυρίου!
Ὁ Ἅγιος Ἄγγελος τότε, ἔπαψε νά φαίνεται, ἀλλά ἡ ἐμφάνιση καί τά λόγια του ἄφησαν στή γριούλα μιά ἀπέραντη γαλήνη καί μιά θεία παρηγοριά. (Αὐτό τό γεγονός τό ἐμπιστεύτηκε στό Μοναχό γιό της, ὅταν κατέβηκε μιά φορά ἀπ᾿ τό Ἅγιο Ὅρος γιά νά τήν ἐπισκεφτεῖ.)
Ἀλήθεια, πόσο μεγάλη ἀγάπη ἔχουν καί οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι γιά τόν ἄνθρωπο! Ἄλλωστε, τό ἔχει πεῖ κι ὁ Κύριος, πώς ὅταν μετανοεῖ ἕνας ἁμαρτωλός ἄνθρωπος καί μπαίνει στό δρόμο τῆς σωτηρίας, χαρά γίνεται στόν Οὐρανο, καί ἀπ᾿ τούς Ἁγίους, καί ἀπ᾿ τούς Ἀγγέλους…
Ἀπό τό βιβλίο: «Μηνύματα ἀπό τόν Οὐρανό»

Κυριακή 30 Μαΐου 2021

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΘΕΟΔΟΣΙΑ


«Αυτή η ιερά και αγία κόρη καταγόταν από την Τύρο. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών συνελήφθη από τούς ειδωλολάτρες και ρίχτηκε στη φυλακή για να δικαστεί, επειδή ομολογούσε την πίστη της στον Θεό. Ενώ λοιπόν είχαν ήδη πάρει θέση οι δικαστές οδηγήθηκε ενώπιον του άρχοντα Ουρβανού, ο οποίος την πρόσταξε νά θυσιάσει στα είδωλα. Όταν αυτή βεβαίως δεν πείστηκε κι αρνήθηκε, έδωσε εντολή νά τη βασανίσουν με σκληρά κτυπήματα στα πλευρά και στα στήθη και να προχωρήσουν μάλιστα μέχρι και τα οστά και τα σπλάχνα, γιατί έβλεπε ότι παρόλα τα επίμονα βασανιστήρια αυτή τα δεχόταν όλα σιωπηλά. Διαπιστώνοντας ότι έχει ακόμη ζωή μέσα της απευθύνθηκε και πάλι σ’  αυτήν, προτρέποντάς την να θυσιάσει. Τότε η αγία τον κοίταξε κατάματα και άνοιξε όσο μπορούσε το στόμα της και του είπε με χαμογελαστό πρόσωπο: «Τι πλανάσαι, άνθρωπε; Δεν ξέρεις ότι τώρα εγώ αξιώθηκα να έχω κοινωνία  με τους μάρτυρες του Θεού;» Ο ηγεμόνας, επειδή συνειδητοποίησε ότι έγινε περίγελως της κοπέλας, οργίστηκε κι έδωσε εντολή να βασανιστεί περισσότερο από ό,τι πρώτα, οπότε στη συνέχεια την έριξε στα θαλάσσια ρεύματα, μέσα στα οποία δέχτηκε το μακάριο τέλος»[1].  

Κατά πάγια συνήθεια των περισσοτέρων υμνογράφων, το όνομα ενός αγίου γίνεται η αφορμή για θεολογικό σχολιασμό του. Θεοδοσία το όνομα της σήμερον εορταζομένης αγίας, συνεπώς «έγινες δόση και δωρεά του Θεού, σοφή μάρτυς Θεοδοσία», σημειώνει ο άγιος υμνογράφος, «γιατί λάμπεις και λόγω της μαρτυρικής άθλησής σου και λόγω των λαμπρών ακτίνων της παρθενίας σου, ανάβοντας φωτιά στη διάνοια όλων αυτών που σε τιμούν με πίστη»[2](κάθισμα). Κι αλλού: «Δόθηκες στον Θεό (κι έγινες Εκείνου προσφορά σ’ εμάς), προσφέροντάς μας μεγάλη χαρά και ευφροσύνη»[3] (ὠδή δ΄)∙ «Φάνηκες ακριβώς ό,τι λέει το όνομά σου, σεμνή Θεοδοσία. Γιατί έγινες άριστη δόση Θεού σ’ εμάς, πάνσοφε, αναδίδοντας ποταμούς των ουρανίων δωρεών σ’ όσους με πίστη δοξολογούν τον Θεό»[4] (ὠδή η΄).

Είναι ιδιαιτέρως σημαντική η παρατήρηση του αγίου υμνογράφου: προσφέρεται κανείς στον Θεό, είτε με την ασκητική πνευματική του διαγωγή είτε και με το μαρτύριο του αίματός του, και γίνεται η προσφορά του αυτή δόση και δωρεά του Θεού σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Σαν να παραλαμβάνει ο Θεός τη θυσία αγάπης προς Αυτόν ενός αγίου, για να τη μεταποιήσει σε ευλογία και χαρά για τους πάντες. Κατά κάποιον τρόπο ο άγιος δηλαδή γίνεται το «πρόσφορο» της Θείας Ευχαριστίας, το οποίο προσφέρεται ως υλικό δικό μας στον Θεό (δικό Του στην πραγματικότητα αφού όλα Τού ανήκουν) για να το κάνει Αυτός εν Πνεύματι Αγίω «σῶμα καί αἷμα Του» και να τραφεί ο κόσμος.  «Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν Σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα»[5]. Κι αυτό σημαίνει ότι τίποτε δεν υφίσταται ατομικό στην Εκκλησία. Ό,τι κάνουμε από πίστη στόν Θεό εκφράζει τον όλο άνθρωπο, ή αλλιώς: ο πιστός περικλείοντας στην ύπαρξή του όλη την ανθρωπότητα προσφέρεται εν αγάπη στον Θεό και δι’ αυτού προσφέρεται σύμπας ο κόσμος. Και ο Θεός μας τι κάνει; Παραλαμβάνει την προσφορά αυτή για να την αντιπροσφέρει χριστοποιημένη σε όλους τους πιστούς και σε όλους τους ανθρώπους ως ευλογία. Από την άποψη αυτή κατανοεί κανείς για μία ακόμη φορά το υπό των Πατέρων μας λεγόμενο ότι «αν υφίσταται ακόμη ο κόσμος είναι γιατί υπάρχουν κάποιοι άγιοι, λίγοι ή πολλοί αυτό το ξέρει ο Θεός, που για χάρη τους ο Θεός κρατάει τον υπόλοιπο κόσμο». Κι αυτό γιατί οι συγκεκριμένοι άγιοι ζουν με το φρόνημα του Χριστού, που θα πει ότι προσεύχονται αενάως υπέρ του σύμπαντος κόσμου ως υπέρ του εαυτού τους[6]. Οι άγιοι δηλαδή, σαν την αγία Θεοδοσία που δίνει και την αφορμή του σχολιασμού, αποτελούν τη μεγαλύτερη ευλογία για τον κόσμο – δεν μας θυμίζει η αλήθεια αυτή το περιστατικό του διαλόγου του Θεού με τον Αβραάμ, όταν Εκείνος πορευόταν για να δώσει τέλος στην αμαρτία των Σοδόμων και των Γομόρρων; «Αν υπήρχαν έστω και δέκα δικοί Μου άνθρωποι στην πολυάριθμη πόλη, προς χάρη τους θα έσωζα και τους υπολοίπους»[7].

Το κρίσιμο σημείο βεβαίως που επισημαίνει ο υμνογράφος μιλώντας για την προσφορά του ανθρώπου στον Θεό που γίνεται «δόσις» δική Του έπειτα στον κόσμο είναι ο θεϊκός έρωτας. Εννοούμε ότι αν κίνητρο της όποιας κίνησης του ανθρώπου προς τον Θεό δεν είναι ο πόθος και η σφοδρή αγάπη του προς Εκείνον, τότε δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η προς Αυτόν στροφή του, υπάρχει «κενό». Η αγία Θεοδοσία διακατεχόταν από τον πόθο αυτόν. Επανειλημμένως ο άγιος υμνογράφος μάς λέει: «Θεοδοσία, πόθησες ολοκληρωτικά τον Χριστό κι έτσι υπέφερες με μεγάλη καρτερία τις πληγές των βασάνων. Πληγωνόσουν για χάρη αυτού που αγάπησες παράφορα»[8](στιχ. εσπερ.). «Ο πόθος ο θεϊκός, Θεοδοσία, σε ανέδειξε πιστή νύμφη του Χριστού, γιατί αγάπησες τον δικό Του Σταυρό»[9] (ὠδή γ΄).

Και στην πραγματικότητα, καθώς εξηγεί ο εκκλησιαστικός ποιητής, η αγάπη αυτή της μάρτυρος ήταν συμμετοχή στο Πάθος του Κυρίου – κάθε μαρτύριο για χάρη του Χριστού ποτέ δεν αυτονομείται, αλλά θεωρείται προέκταση του Πάθους του Κυρίου∙ γιατί ακριβώς ο κάθε πιστός ως μέλος Χριστού τη Ζωή Εκείνου διαιωνίζει. Μας το λέει ο υμνογράφος και με άλλον τρόπο: «Θεοδοσία, οδός αθλήσεως για σένα έγινε ο Θεός, αφού ανέβηκε εκούσια στον Σταυρό»[10] (ὠδή α΄). Ο χριστιανός δηλαδή, ζώντας την καθημερινότητά του με τον τρόπο του Χριστού, με υπακοή στο θείο θέλημα, αλλά και φθάνοντας χαρισματικά στο «απώγειο» της υπακοής ως προσφοράς και της ίδιας της ζωής, ζει ως ένας άλλος Χριστός μέσα στον κόσμο. Αυτό άλλωστε δεν είναι ο χριστιανός; Ο ακόλουθος του Χριστού που με τη χάρη Εκείνου «απαρνείται τον (πεσμένο στην αμαρτία) εαυτό του και σηκώνει τον σταυρό του»[11], «επακολουθώντας τα ίχνη του αρχηγού Του»[12].   


[1] Συναξάρι Μηναίου.

[2] «Θεοῦ δόσις πέφυκας, μάρτυς σοφή Θεοδοσία, ἀθλήσει ἐκλάμπουσα καί παρθενίαις φαιδραῖς ἀκτῖσι, πυρσεύουσα πάντων τάς διανοίας τῶν ἀεί σε τιμώνων πίστει».

[3] «Δόσις ἐγένου Θεῶ, ἠμᾶς κατευφραίνουσα».

[4] «Ὡράθης φερώνυμος σαφώς, Θεοδοσία σεμνή∙ Θεοῦ γάρ δόσις ἡμῖν ἀρίστη δέδοσαι , πάνσοφε, δωρεῶν τῶν ὑπέρ ἔννοιαν ἀναδιδοῦσα ποταμούς τοῖς πίστει μέλπουσι∙ Εὐλογεῖτε πάντα τά ἔργα Κυρίου τόν Κύριον».

[5] Από τη Θεία Λειτουργία.

[6] Για τον άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη λέει για παράδειγμα ο επίσης άγιος μαθητής και υποτακτικός του Γέρων Σωφρόνιος: «Στηρίζοντας τον κόσμο με την προσευχή του και δεόμενος διακαώς προς τον Κύριο να Τον γνωρίσουν εν Πνεύματι Αγίω όλοι οι λαοί της γης, ετελείωσε εν ειρήνη τον επίγειο δρόμο του». «Έχοντας λάβει από το Άγιο Πνεύμα το χάρισμα να βιώνει ενεργώς την απέραντη αγάπη του Χριστού προς τον κόσμο, με πύρινα δάκρυα προσευχόταν αδιαλείπτως για την ανθρωπότητα, για όλον τον Αδάμ, ιδιαιτέρως δε για τους κεκοιμημένους. “Το να προσεύχεσαι για τους ανθρώπους σημαίνει να χύνεις αίμα”».    

[7] Γεν. 18, 23 εξ.

[8] «Θεοδοσία, Χριστόν ὁλοκλήρως ποθήσασα, τῶν βασάνων ἤνεγκας τάς πληγάς καρτερώτατα, αἰκιζομένη διά τόν σόν ἐραστήν».

[9] «Ὁ πόθος ὁ θεϊκός, Θεοδοσία, σέ πιστήν ἔδειξε νύμφην Χριστοῦ, τούτου τόν Σταυρόν ἀγαπήσασα».

[10] «Θεός σοι, Θεοδοσία, γέγονεν ὁδός ἀθλήσεως, ἐπί Σταυρόν ἑκούσιον ἐλθών».

[11] Ματθ. 16, 24.

[12] Πρβλ. Α΄ Πέτρ. 2, 21.

ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Σάββατο 29 Μαΐου 2021

Αγία Υπομονή - 29 Μαΐου

Τη ΚΘ΄ (29η) Μαϊου, μνήμη της Αγίας Οσιομάρτυρος ΘΕΟΔΟΣΙΑΣ της Κωνσταντινουπολιτίσσης.


Θεοδοσία η Αγία Οσιομάρτυς ήτο κατά τους χρόνους του βασιλέως Θεοδοσίου Γ΄ του Αδραμυττηνού, του βασιλεύσαντος κατά τα έτη ψιε΄ - ψιζ΄ (715 – 717), θυγάτηρ ούσα γονέων ευσεβών, πατρίδα δε έχουσα την μεγάλην Κωνσταντινούπολιν. Όταν δε έγινεν επτά ετών, απέθανεν ο πατήρ της, η δε μήτηρ της εκούρευσεν αυτήν Μοναχήν εις εν Μοναστήριον της Κωνσταντινουπόλεως. Έπειτα απέθανε και η μήτηρ της, αφήσασα όλην την περιουσίαν αυτής εις την μακαρίαν Θεοδοσίαν, η οποία εκ του ιδίου αυτής πλούτου κατεσκεύασε τρεις Αγίας Εικόνας χρυσάς και αργυράς, του Χριστού, της Θεοτόκου και της Αγίας Μάρτυρος Αναστασίας, την δε λοιπήν περιουσίαν της διένειμεν εις τους πτωχούς.

Αφού δε παρήλθον δύο έτη έγινε βασιλεύς Λέων Γ΄ ο Ίσαυρος, ο και Κόνων ονομαζόμενος, εν έτει ψιζ΄ (717), ο οποίος εικονομάχος ων εξεδίωξε βιαίως εκ του Πατριαρχείου δια μαχαιρών και ξύλων τον αγιώτατον και μέγαν Πατριάρχην Άγιον Γερμανόν, μη πειθόμενον να συμφωνήση εις τα ασεβή του δόγματα και να αθετήση την προσκύνησιν των Αγίων Εικόνων. Όχι δε μόνον τούτο εποίησεν ο άθλιος, αλλά προσεπάθησεν ακόμη να κρημνίση και να κατακαύση ο θηριώνυμος την Αγίαν Εικόνα του Κυρίου και Θεού ημών Ιησού Χριστού, η οποία ίστατο επί της πύλης της Κωνσταντινουπόλεως της ονομαζομένης Χαλκής. Ενώ δε ο σπαθάριος του βασιλέως τοποθετήσας κινητήν κλίμακα ανέβη ίνα κρημνίση εις την γην την Αγίαν Εικόνα, η μακαρία αύτη Θεοδοσία μετ’ άλλων ευσεβών γυναικών έρριψε την κλίμακα επί της γης, ομού δε μετ’ αυτής και τον σπαθάριον, ο οποίος πεσών χαμαί ετελεύτησεν. Έπειτα πορευθείσαι εις το Πατριαρχείον ελιθοβόλουν τον δυσσεβή και εικονομάχον Αναστάσιον. Πάραυτα λοιπόν τας μεν άλλας γυναίκας απεκεφάλισαν, την δε Αγίαν ταύτην Θεοδοσίαν έσυρεν ωμός και απάνθρωπος στρατιώτης, ο οποίος φθάσας εις την θέσιν την ονομαζομένην του Βοός, έλαβε κέρας κριού και με μεγάλην οργήν και μανίαν ενέπηξεν αυτό ο θηριώδης εις τον λαιμόν της Αγίας, προξενήσας ούτως εις την μακαρίαν του Μαρτυρίου τον στέφανον. Τελείται δε η Σύναξις αυτής και εορτή εις το Μοναστήριον το ονομαζόμενον του Δεξιοκράτους, όπου και το άγιον αυτής Λείψανον ευρίσκεται, πλείστα όσα θαύματα επιτελούν.

Τετάρτη 26 Μαΐου 2021

Η ΓΕΡΟΝTΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ


Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία, κατά κόσμον Γαλάτεια Κανακάκη

τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

ΠΗΓΗ: parembasis.gr

.                             Στίς 20 Μαΐου 2021 ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ μιά εὐλογημένη μοναχή, ἡ Γερόντισσα Γαλακτία, πού ἔμενε στό χωριό Πόμπια Μοιρῶν Ἡρακλείου Κρήτης. Ἡ κοίμησή της μέ συγκίνησε βαθύτατα, διότι τήν γνώριζα, διά μέσου τοῦ π. Ἀντωνίου Φραγκάκη Ἱεροκήρυκος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γορτύνης, πάνω ἀπό μιά δεκαετία καί εἶχα διαρκῆ ἐπικοινωνία μαζί της.
.                             Τό θεωρῶ ἰδιαίτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ πού τήν γνώρισα καί, κυρίως, διότι μέ θεωροῦσε ὡς παιδί της καί φυσικά καί ἐγώ τήν θεωροῦσα ὡς μητέρα μου. Μέχρι τώρα δέν μίλησα ποτέ δημοσίως γι’ αὐτήν καί γιά τήν ἐπικοινωνία πού εἶχα μαζί της, παρά μόνον σέ μερικούς γνωστούς μου ἀνθρώπους, ἀλλά τώρα τό κάνω μετά τήν κοίμησή της.
.                             Τήν πρώτη φορά συναντηθήκαμε στό Ἡράκλειο Κρήτης, ὅταν ἐκείνη ἦλθε νά μέ συναντήση τόν Ἀπρίλιο τοῦ 2013, καί τήν δεύτερη φορά τήν ἐπισκέφθηκα στό σπίτι της, πού ἦταν σάν μοναχικό κελλί, πορευόμενος πρός τήν Ἱερά Μονή Κουδουμᾶ καί εἴχαμε θεολογικές καί πνευματικές συζητήσεις.
.                             Ὅμως, μιλούσαμε πολλές φορές στό τηλέφωνο γιά διάφορα πνευματικά ζητήματα. Τίς περισσότερες φορές ἐκείνη μέ ἔβλεπε σέ διάφορες φάσεις τῆς ζωῆς μου μέ τήν δική της «πνευματική τηλεόραση τῆς καρδιᾶς», ὅπως ἔλεγε χαριτολογώντας.
.                             Ὁ Θεός τῆς χάρισε τό μεγάλο χάρισμα τῆς διοράσεως καί τῆς προορά­σεως πού ἦταν καρπός ἐμπειρικῶν καταστάσεων. Ἦταν σάν τόν ἅγιο Πορφύριο, γι’ αὐτό κάποιος τήν ὀνόμαζε «Γερόντισσα Πορφυρία». Ἐκείνη τό ἐξηγοῦσε πολύ ταπεινά ὅτι ὁ Θεός ἔβλεπε ὅτι ἦταν κλεισμένη στό σπίτι της καί τῆς ἔδωσε τήν εὐλογία νά βλέπη διάφορα γεγονότα γιά νά παρηγορῆται.
.                             Συνήθως ἔλεγε στόν π. Ἀντώνιο ὅτι μέ ἔβλεπε νά ἐργάζομαι στό Γραφεῖο μου στήν Ἱερά Μητρόπολη, νά περπατῶ στό διάδρομο, νά προσεύχομαι, νά κοιμᾶμαι, νά λειτουργῶ σέ διάφορους Ναούς, ἀλλά ἔβλεπε καί πῶς λειτουργοῦσα καί τί ἄμφια φοροῦσα. Αἰσθανόμουν μεγάλη ἔκπληξη ὅταν πληροφορούμουν ὅλα αὐτά, γιατί ἀνταποκρίνονταν στήν πραγματικότητα.
.                             Τήν ἀγαποῦσα καί τήν σεβόμουν πολύ, καί ἐκείνη μέ θεωροῦσε παιδί της καί αἰσθανόταν ἀπέναντί μου ὡς πνευματική μητέρα μου, γιατί μᾶς συνέδεαν πολλά. Στό τηλέφωνο μιλούσαμε γιά τόν Θεό καί γιά τήν νοερά προσευχή. Συνήθως τήν προκαλοῦσα νά μελετήση γιά τά θέματα αὐτά, τῆς ἔλεγα γιά τήν νοερά-καρδιακή προσευχή, καί ἐκείνη ἀπέφευγε νά μιλᾶ γιά τά θέματα αὐτά καί κυρίως ἔλεγε: «Ναί παιδί μου, ἔτσι εἶναι». Τήν χαρά της ἀπό τήν τηλεφωνική συζήτηση πού εἴχαμε τήν ἐξέφραζε ὅταν ὁ π. Ἀντώνιος πήγαινε στό σπίτι της.
.                             Ἐπειδή στόν π. Ἀντώνιο τοῦ διηγεῖτο διάφορες πνευματικές καταστάσεις της γι’ αὐτό ἐκεῖνος τήν προέτρεπε νά μοῦ γράφη, γιά νά τῆς δίνω τίς θεολογικές ἐξηγήσεις. Ἔτσι, μοῦ ἔγραψε ἐννέα (9) γράμματα τό διάστημα ἀπό 22 Φεβρουαρίου 2014 μέχρι τήν 11 Σεπτεμβρίου 2015 καί πάντοτε τῆς ἀπαντοῦσα. Τά γράμματά της ἦταν καρδιακά καί ἀποκαλυπτικά. Ἔγραφε κάποιες ἐμπειρίες της μέ σκοπό νά τῆς πῶ τήν γνώμη μου, ἀλλά στήν πραγματικότητα δέν χρειαζόταν ἀπαντήσεις.
.                             Πρόκειται γιά μιά θεολογική ἀλληλογραφία, πού ἐπεκτείνεται περίπου σέ τριάντα πέντε σελίδες, γιά τήν ὁποία δοξάζω τόν Θεό πού μέ ἀξίωσε νά ἔχω μαζί της. Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία ἔγραφε ἰδιόχειρα μέ ταπεινό φρό­νημα καί πολλή ἀγάπη, καί ὅλα τά γράμματά της προέρχονταν ἀπό τήν καθαρή καρδιά της.
.                             Στόν κατάλληλο χρόνο ἡ θεολογική αὐτή ἀλληλογραφία θά δῆ τό φῶς τῆς δημοσιότητας γιά νά δοξασθῆ ὁ Θεός τῆς δόξης καί τοῦ Φωτός.
.                             Μετά τήν τελευταία ἐπιστολή της (11-9-2015) δέν εἶχε δυνάμεις νά συνεχίση τήν ἀλληλογραφία, ἀργό­τερα ὑπέστη διάφορα ἐγκεφαλικά ἐπεισόδια, ἀλλά τελικά αὐτό τό διά­στημα τῆς ἀσθενείας της, δέν λειτουργοῦσε καλά τό μυαλό της, ἀλλά φάνηκε ἔντονα ἡ ἀνάσταση τῆς νοερᾶς ἐνέργειας τῆς ψυχῆς της, μέ τήν ὁποία ἔβλεπε τά πάντα καθαρά καί ἀποκάλυπτε στούς ἀνθρώπους πού τήν πλησίαζαν τά κεκρυμμένα ἐντός τους. Στήν ζωή της ἔβλεπε καθαρά τήν διάκριση πού κάνουν οἱ Πατέρες μεταξύ διανοίας καί νοῦ. Ἐνῶ ὁ ἐγκέφαλός της δέν λειτουργοῦσε καλά ἀπό ἐγκεφαλικά ἐπεισόδια, ἐν τούτοις ὁ νοῦς της ἦταν καθαρός ὡς ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς, πού ἔβλεπε τά πάντα καθαρά.
.                             Κατά τήν διάρκεια τῆς ἀσθενείας της ἔλαβε καί τό μέγα ἀγγελικό σχῆμα, ἔγινε μοναχή μέ τό ὄνομα Γαλακτία, καί ἀνῆκε στήν Ἀδελφότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Καλυβιανῆς.
.                             Ὡς ἕνα πνευματικό μνημόσυνό της, πρός τό παρόν, θά δημοσιεύσω πρῶτον, μερικά σημεῖα ἀπό ἕνα κείμενο πού ἔγραψα μετά τήν συνάντηση πού εἶχα μαζί της στό Ἡράκλειο Κρήτης καί, δεύτερον, τμήματα ἀπό δύο ἐπιστολές της, ἤτοι τήν πρώτη καί τήν τελευταία.

1.Συνάντηση μέ τήν Γερόντισσα Γαλακτία

.                             Ἄν καί τήν γνώριζα ἀπό πολύ καιρό, ἡ πρώτη συνάντηση μαζί της ἔγινε τήν 14 Ἀπριλίου 2013 σέ μιά δύσκολη περίοδο τῆς ζωῆς μου, ὅταν μέ συκοφαντοῦσαν δημόσια ὡς πολέμιο τοῦ μοναχισμοῦ, καί αὐτό ἔγινε σέ ἕναν Ναό ἔξω ἀπό τό Ἡράκλειο, ἀφοῦ ἐκείνη ἦρθε ἀπό τό χωριό Πόμπια, πού εἶναι στά νότια μέρη τῆς Κρήτης. Ἦταν δύσκολο νά μεταβῶ στήν οἰκία της, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσα, γιά διάφορους λόγους ἀνεξάρτητους ἀπό τήν θέλησή μου. Ἔτσι, ἐκείνη, παρά τούς πόνους τοῦ σώματός της, ἔκανε ἕνα κοπιαστικό ταξίδι γιά νά μέ συναντήση, ὅπως τό ἐπιθυμούσαμε καί οἱ δυό.
.                             Εἶχα δεῖ φωτογραφίες της καί μιλοῦσα πολλές φορές τηλεφωνικά. Τότε εἶδα μιά γερόντισσα μέ εὐγένεια καί ἀρχοντικούς τρόπους, μικρόσωμη καί ἀδύνατη, 32 κιλά, ὅπως ἡ ἴδια εἶπε. Ἀπό τήν συζήτηση καί τήν γενικότερη ἐπικοινωνία πού εἶχα μαζί της, παρατήρησα ὅτι ὁμοίαζε μέ τόν ἅγιο Πορφύριο.
.                             Αἰσθανόμουν ὅτι εἶναι μιά πνευματική τηλεόραση, βλέπει ὅ,τι θέλει, ἀλλά ταυτόχρονα ἐκπέμπει καί μιά γλυκύτητα ἀπό τό στόμα της. Πολλές φορές στό τηλέφωνο μοῦ εἶπε ὅτι μέ βλέπει στό γραφεῖο μου νά διαβάζω, νά περνάω γρήγορα τίς σελίδες τῶν βιβλίων, ἔπειτα νά σταματῶ καί νά κρατῶ τό κεφάλι μου μέ τά χέρια μου, πού εἶναι ἀκουμπισμένα στό μπράτσο τῆς καρέκλας, καθώς ἐπίσης μέ βλέπει τό βράδυ στό κρεββάτι νά κοιμᾶμαι καί νά μουρμουρίζω, λέγοντας τήν εὐχή.
.                             Ἡ συζήτηση αὐτή ἔχει βιντεοσκοπηθῆ ἀπό τόν π. Καλλίνικο Γεωργᾶτο, πού μέ συνόδευε, καί ἐδῶ γίνεται μιά ἁπλῆ καί σύντομη καταγραφή. Τά ἐντός εἰσαγωγικῶν εἶναι ἀπολύτως δικά της λόγια, ἀπομαγνητοφωνημένα.
.                             Κατά τήν διάρκεια τῆς συζητήσεως προσπαθοῦσε νά κρυφτῆ, νά μή φανερώση τά ὅσα γίνονται στόν ἐσωτερικό της κόσμο, χωρίς νά τό κατορθώνη, διότι ταυτοχρόνως ἀποκάλυπτε τά χαρίσματά της. Καταλάβαινα σαφέστατα ὅτι ἔχει μιά βαθειά αἴσθηση αὐτογνωσίας, αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτωλή, πού δέν εἶναι ἄξια νά πίνη νερό ἀκόμη καί ἀπό τούς ὑπονόμους τῆς Νέας Ὑόρκης. «Ἐγώ εἶμαι ἁμαρτωλότερη τοῦ κόσμου, γιατί ἔχω ἁμαρτίες καμωμένες, ἀλλά κάποια στιγμή εἶπα στόν ἑαυτό μου: “δέν ντρέπεσαι; νά πᾶς νά ζητήσης συγγνώμη ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος, νά ἀλλάξης λίγο”. Μετάνοια εἶναι ἡ ἀγάπη καί ὁ σεβασμός στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, εἶναι ριζική ἀλλαγή. Ἐγώ λέω στόν Θεό: “δέν θέλω τίποτε ἄλλο, μόνον μετάνοια καί συγχώρηση”».
.                             Τήν νύχτα προσεύχεται γιά ὅλους. Πρῶτα προσεύχεται γιά τούς Ἱερωμένους. Μετά γιά τά ἀνδρόγυνα, τήν Πατρίδα της καί ὅλες τίς πατρίδες τοῦ κόσμου. Ταυτόχρονα μοῦ εἶπε ὅτι μέ βλέπει στήν Ναύπακτο ὄχι μέ τά μάτια τοῦ σώματος, γιατί αὐτό τό θεωρεῖ μεγάλο, ἀλλά μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς, χωρίς νά καταλαβαίνη ὅτι αὐτό τό τελευταῖο εἶναι ἀνώτερο ἀπό τό πρῶτο.
.                             Μέ ἄκουσε στό ραδιόφωνο νά ὁμιλῶ στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Σπυρίδωνος Πειραιῶς στίς 12-12-2012, ἀλλά ταυτόχρονα μέ ἔβλεπε καί μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς της, καθώς ἐπίσης ἔβλεπε καί τί στολή φοροῦσα: «Ἔβαλα τό ράδιο νά ἀκούσω καί λειτουργούσατε στόν Πειραιᾶ. Ἐκεῖ σᾶς ἔβλεπα, στήν ὡραία Πύλη». «Τά μάτια τῆς ψυχῆς», ἔλεγε, «ἔχουν μεγάλη ὅραση, μεγάλη δύναμη». Ἴσως ὁ Θεός τῆς ἔδωσε αὐτό τό χάρισμα γιά νά βλέπη ὅ,τι θέλει, γιατί εἶναι κλεισμένη μέσα στό σπίτι της καί δέν μπορεῖ νά μετακινηθῆ.
.                             Κατά τήν συνάντηση αὐτή μέ ἁπλότητα ἐξέφραζε τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Μίλησε γιά τήν καρδιά. Εἶπε ὅτι τό φῶς τοῦ Θεοῦ ἔρχεται μέσα ἀπό τήν καρδιά καί ὅλο τό σῶμα εἶναι καλυμμένο ἀπό τό Φῶς. Εἶπε: «Ἡ καρδιά εἶναι τό κέντρο τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ (ἔδειξε στόν οὐρανό). Δέν ἔχει ἄκρη, δέν ἔχει τέλος, δέν ἔχει … τίποτε». «Ναί, (ἡ καρδιά) ἔχει μάτια. Αὐτά τά μάτια (καί ἔδειξε τά σωματικά μάτια) εἶναι πικρά. Τῆς καρδιᾶς ὄχι». «Ἡ καρδιά εἶναι τό σπουδαιότερο ὄργανο τοῦ ἀνθρώπου πού πλησιάζει στόν Θεό». «Καί ἡ λογική, ἀλλά κατόπιν τῆς καρδιᾶς. Αὐτή ὠθεῖ τά πάντα». «Τό βράδυ λέει ἡ καρδιά λόγια, ἀλλά τά ξεχνῶ τό πρωΐ, μόνον μένει ἡ ἀγαλλίαση».
.                             Αὐτό τό Φῶς ἔχει λευκό χρῶμα πρός τό κυανοῦν – ἀνοικτό μώβ. «Ἀκόμη καί τά νύχια τοῦ σώματος εἶναι μέσα στό Φῶς». «Εἶναι χωρίς ὅριο, πῶς νά σοῦ πῶ, δέν εἶναι ὅσο εἶναι ὁ οὐρανός, εἶναι ἀκόμη πιό μεγάλο… Δέν βρίσκεις ὅριο. Εἶναι γαλάζιο καί λίγο πρός τό μώβ, ἀνοικτό μώβ ὅμως, πολύ ἀνοικτό μώβ. Δέν τά βλέπω, δέν βλέπω τίποτε, μέ τόν νοῦ, μέ τήν καρδιά τά βλέπω». Ἡ γνώση πού δίνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο κατά τήν ἐμπειρία εἶναι σάν μιά καρφίτσα, καί, ὅμως, ὅταν διηγῆται κανείς αὐτήν τήν ἐμπειρία, τό κάνει μέ πολλά λόγια.
.                             Βλέπει τούς δαίμονες οἱ ὁποῖοι μυρίζουν – βρωμᾶνε. Μόλις, ὅμως, ἐπικαλεσθῆ τόν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, τήν εἰκόνα τοῦ ὁποίου ἔχει πάνω ἀπό τό κρεββάτι της, ἀμέσως φεύγουν.
.                             «Ὅταν ἔρχωνται οἱ δαίμονες σέ πιάνει ταραχή, ἐμετό σοῦ ‘ρχεται νά κάνης, ἀπ’ τήν βρώμα. Δέν ἔχουν τίποτε καλό πάνω τους. Τέρατα. Ἐγώ μιλάω στόν Ἀρχάγγελο, χαϊδεύω τήν εἰκόνα του καί τοῦ λέω: τί στέκεις; Καί παίρνει τήν σπαθάρα του καί τούς διώχνει». Σέ ἐρώτησή μας γιά τό πῶς εἶναι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ, ἀπάντησε ὅτι εἶναι «θηρίο», πανύψηλος, ὅτι τήν προστατεύει πάρα πολύ καί ὅτι ἔχει ἐπικοινωνία μαζί του πολλά χρόνια, ἀπό τό 1960.
.                             Μοῦ εἶπε: «Σέ βλέπω σάν παιδί μου καί θεωρῶ τόν ἑαυτό μου ὡς μάνα σου». Τῆς εἶπα ὅτι αἰσθανόμουν καί ἐγώ τό ἴδιο μαζί της.
.                             Μοῦ εἶπε ὅτι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ ἔχει δύναμη καί τήν προστατεύει. Μιά φορά ἄκουσε ἕνα ἀεροπλάνο πού πετοῦσε πάνω ἀπό τό χωριό της καί βογγοῦσαν οἱ μηχανές τους. Τότε κοίταξε στήν εἰκόνα τοῦ Ἀρχαγγέλου καί τοῦ εἶπε: «Τί κάθεσαι ἐδῶ καί φυλᾶς ἐμένα; Πήγαινε ἐκεῖ στόν πιλότο πού ἔχει ἀνάγκη». Ἀμέσως αἰσθάνθηκε νά φεύγη ἀπό τήν εἰκόνα μιά δύναμη, νά γίνεται ἕνας θόρυβος καί ἀμέσως νά σταματᾶ ὁ θόρυβος τοῦ ἀεροπλάνου. Τήν ἄλλη μέρα διάβασαν στίς ἐφημερίδες ὅτι διορθώθηκε ἡ μηχανή τοῦ ἀεροπλάνου κατά τήν πτήση καί δέν ἔπεσε.
.                             Σέ ἐρωτήσεις τίς ὁποῖες κάναμε γιά τό τί εἶναι ὁ Θεός, εἶπε μεταξύ τῶν ἄλλων, ὅτι βλέπει κανείς μέσα στό Φῶς τόν Χριστό, ἀλλά τόν Πατέρα δέν Τόν βλέπει, γιατί ἐκεῖ ὑπάρχει πολύ Φῶς. Δέν κάθονται σέ θρόνους ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός ὅπως παρουσιάζεται σέ μιά εἰκόνα, γιατί εἶναι μέσα στό Φῶς. Καί τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι Φῶς καί κινεῖται συνεχῶς καί κάνει μιά βοή: «Ὁ Χριστός φαίνεται καί ἔχει τά αἵματα, ἐπειδή ὁ κόσμος Τόν εἶπε πλάνο καί μάγο. Δέν ἦταν πλάνος καί μάγος, ἦταν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Τό Ἅγιον Πνεῦμα δέν φαίνεται καθόλου, γυρίζει ὅλο τόν κόσμο πάνω ἀπό τήν κεφαλή μας, μέ βοή, ἀλλά δέν τήν ἀκούει κανένας». «Ἀλλά πρέπει νά ἀκοῦμε καί ἐμεῖς τό Ἅγιον Πνεῦμα, γιά νά γίνουμε καί ἐμεῖς σωστοί. Γι’ αὐτό γυρίζει ὅλο τόν κόσμο. Ὁ Μέγας Θεός δέν φαίνεται». «Καί εἶναι πάρα πολύ καλός. Ἀγάπη. Καί τούς ἁμαρτωλούς τούς ἀγαπάει καί τούς λυπᾶται κιόλας. Καί τούς ἀφήνει, τούς ἀφήνει, νά πέσουν σέ μετάνοια. Καί ὅταν πέσουν σέ μετάνοια, ὕστερα τούς ἀγαπάει πιό πολύ ἀπό τούς ἄλλους. Πιό πολύ ἀγαπάει τούς μετανοοῦντες».
.                              Ἐπίσης, μοῦ περιέγραψε τό μέγεθος τοῦ σώματος τῶν ἁγίων, ὅπως τοῦ ἁγίου Στεφάνου, τῆς ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τῆς ἁγίας Μαρίνας κλπ., ἀκόμη δέ περιέγραψε καί τό πρόσωπο τῆς Παναγίας.
.                             Ψάλαμε τό «Φῶς ἱλαρόν» καί τό ἐξαποστειλάριο «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς καί τό Ἅγιον Πνεῦμα».
.                             Εἶπε γιά τό ἔργο τῶν Ἀρχιερέων:
.                             «Ἐσεῖς εἶστε οἱ βοσκοί πού τραβᾶτε τό κοπάδι, δίνετε τό παράδειγμα στό κοπάδι, σᾶς ἀκοῦνε καί μετανοοῦν. Ἐγώ δέν θέλω καθόλου τά κουτσομπολιά, τήν κατάκριση. Μετάνοια γιά μένα καί προσευχή γιά τούς ἄλλους νά τούς δίνη ὁ Θεός μετάνοια, ὄχι κατάκριση». «Οἱ ποιμένες εἶναι κεφαλές, πού παραδόθηκαν στόν Θεό. Δέν μποροῦν νά ἀφήσουν τόν Θεό καί νά κοιτᾶνε ἀλλοῦ».
.                             Ἀλλά καί γιά τούς ἀλλόθρησκους εἶπε: «Τούς ἀλλόθρησκους δέν θά τούς σώση ἡ πίστη τους, ἀλλά οἱ πράξεις τους».
.                             Στό τηλέφωνο μετά ἀπό 12 ἡμέρες, δηλαδή στίς 25-4-2013, μοῦ εἶπε: «Καί γεννημένο νά σέ εἶχα, δέν ἔμπαινες τόσο στήν καρδιά μου. Νά σέ προστατεύουν ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Στήν ἀρχή φοβόμουν πού θά σέ συναντήσω, ἐπειδή εἶσαι Δεσπότης. Ἀλλά μετά κατάλαβα ὅτι εἶσαι πιό ἁπλός ἀπό μένα … Σοῦ φιλῶ καί τά δυό σου χέρια γονατιστή».
.                             Νά σημειωθῆ ὅτι ἐκείνη τήν ἡμέρα συνάντησα καί δύο ἄλλους ἁγίους Γέροντες, μακαριστούς τώρα, ἤτοι τόν ἐρημίτη π. Θεόδωρο (Νεῖλο) καί τόν π. Ἀναστάσιο Κουδουμιανό, καί μόλις ἐπέστρεψα στήν Ναύπακτο ἔγραψα ἕνα κείμενο μέ τίτλο «Σημαντική συνάντηση μέ τρεῖς εὐλογημένους ἀνθρώπους στήν Κρήτη», τό ὁποῖο εἶναι ἀκόμη ἀνέκδοτο.

2. Τμήματα ἀπό τίς ἐπιστολές της

.                             Ὅπως ἀνέφερα προηγουμένως, ἡ Γερόντισσα Γαλακτία μοῦ ἔστειλε ἐννέα ἐπιστολές, οἱ ὁποῖες εἶναι ἰδιόχειρες, καί φυσικά τίς ἀπέστειλα καί ἀντίστοιχες ἀπαντήσεις. Πρόκειται γιά μιά θεολογική ἀλληλογραφία μαζί της, πού ἐπεκτείνεται σέ 35 σελίδες μεγάλου μεγέθους, ἡ ὁποία κάποτε θά δημοσιευθῆ, γιατί δείχνει ὅλη τήν ἐσωτερική της κατάσταση καί ὅτι ζοῦσε ἔντονα τόσο τήν ἡσυχαστική ζωή, ὅσο καί τίς ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες πού εἶχε.
.                             Στήν συνέχεια θά δημοσιευθοῦν μερικά τμήματα ἀπό ἐπιστολές της, ἤτοι τήν πρώτη καί τήν τελευταία.
.                             Ἡ πρώτη ἰδιόχειρη ἐπιστολή της ἐστάλη τό Ψυχοσάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014, καί ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Ψυχοσάββατον 22 Φεβρουαρίου 2014
.                             Εἰς τό ὄνομα τοῦ ΠΑΤΡΟΣ καί τοῦ ΥΙΟΥ καί τοῦ Ἁγίου ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
.                             Ἅγιε Δέσποτά μου, Σεβαστέ καί Πολυαγαπητέ μου, Πάτερ ΙΕΡΟΘΕΕ.
.                             Τήν εὐχή σου ζητῶ, παιδί μου. Στά γόνατα πεσμένη προσκυνῶ τήν ἁγιωσύνη σου, φιλῶ τά χεράκια σου. Συγνώμη πού σέ λέω παιδί μου. Ἐσύ εἶσαι Μητροπολίτης γεμάτος Πνεῦμα Ἅγιο, ἐγώ εἶμαι μιά γρηά γεμάτη ἁμαρτίες πού μέ ἄφησε ὁ Θεός μέχρι τά γεράματα γιά νά μετανοήσω. Ὅμως, νοιώθω ἀπέραντη μητρική ἀγάπη γιά σένα καί ἀφήνω τήν καρδιά μου ἐλεύθερα νά ἐκφρασθῆ. Εὐχαριστῶ πολύ γιά τίς ἐπισκέψεις σου, γιά τήν εὐλογία σου καί τήν διδασκαλία σου.

Γιά μένα, παιδί μου, νά εὔχεσαι νά μοῦ δώση ὁ Θεός ταπείνωση καί μετάνοια. Γι᾿ αὐτό μ᾿ ἔχει ὁ Θεός ἐδῶ ἀκόμα. Ἀλήθεια ποιό Θεό ἔχομε; Ἐμένα θά ἔπρεπε νά μοῦ δίδει νερό νά πίνω ἀπό τούς βόθρους τῆς Ν. Ὑόρκης γιατί τοῦ χωριοῦ μου καθαροί εἶναι οἱ βόθροι. Καί ὅμως μέ φροντίζει καί κάθε μέρα βλέπω τήν προστασία του καί τήν ἀγάπη του. Σάν νά εἶναι ἕνα μικρό παιδάκι καί τό στέλνω στίς παραγγελιές. Μόλις τοῦ ζητήσω κάτι ἀμέσως μοῦ τό στέλνει. Καμιά φορά καθυστερεῖ ἀλλά δέν ἀνησυχῶ, γιατί ξέρω πώς θάρθη. Νά εὔχεσαι νά ἀποκτήσω τήν Ἁγία μετάνοια καί πολλή εὐγνωμοσύνη στόν Θεό.
Τίς νύχτες καμιά φορά κάθομαι καί σκέφτομαι, εἶναι δυνατόν ὁ Θεός νά κάθεται σέ θρόνους καί σέ καρέκλες; Ὅταν, ὅμως, πονῶ γιά τίς ἁμαρτίες μου λέω: Πατέρα Ἐπουράνιε συχώρεσέ με, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ μου Ἐλέησέ με. Ἅγιον Πνεῦμα μου, φώτισέ με. Καί τότε ἔρχεται ἡ ἀπάντηση ἀπό ἄλλο τόπο, ὄχι ἀπό τήν κεφαλή πού εἶναι τρέλλες καί φαντασίες ἀλλά ἀπό τήν καρδιά πού τήν ὁδηγεῖ ὁ Θεός πού εἶναι γεμάτη Θεϊκά μηνύματα. Ὅλο τό σύμπαν δέν εἶναι οὔτε ἕνα μικρό μπαλάκι στά Ἅγια χέρια Του. Ὁ Νοῦς δέν χωράει καί γλώσσα δέν τά ἐκφράζει. Δέν ὑπάρχει οὔτε ἀρχή οὔτε τέλος. Ἄπλετον γαλαζόλευκο φῶς τῆς δόξας του. Ἕνα μόνο μποροῦμε νά ποῦμε. Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΘΕΟΣ εἶναι Ο ΤΡΙΑΔΙΚΟΣ. Καί γεμίζει τόν ἄνθρωπο μέ τό φῶς τῆς ἀγάπης Του ἀπό τήν κορυφή μέχρι τά νύχια καί δέν ξέρεις ἀπό ποῦ βλέπεις. Νοιώθω σκουλήκι μετά καί κλαίω γιά τίς ἁμαρτίες μου. Ἀγαπῶ ὅλο τόν κόσμο καί τόν ἑαυτόν μου μισῶ. Μόνο τά Σωματικά μάτια τῶν Ἁγίων βλέπουν. Στούς ἁμαρτωλούς σάν καί μένα τό μηχάνημα τῆς καρδιᾶς γιά νά μᾶς γλυκάνη καί νά μετανοήσωμε. Σᾶς ἐξομολογοῦμαι γιά νά μήν ἔχετε ἄλλη ἐντύπωση γιά τόν ἑαυτό μου. Πόσο καλός εἶναι ὁ Θεός πού καί τά πιό τιποτένια πλάσματά Του σάν ἐμένα νά τούς καλοπιάνη στήν μετάνοια.
.                             Εὔχομαι, Σεβασμιώτατε, νά ὑπάρχη μέσα σου πάντοτε αὐτό τό φῶς γιά νά καθοδηγῆς τόν ἀποστάτη κόσμο καί μένα στήν Φωτεινή Βασιλεία τοῦ ΘΕΟΥ.
.                             Ἀσπάζομαι καί τά δυό σου χέρια καί ζητῶ τήν εὐχή σου.
.                             Μέ ἀπέραντο Σεβασμό καί ἀγάπη
Γερόντισσα Γαλάτεια».

.                             Θά χρειάζονταν πολλές σελίδες γιά νά ἀναλυθῆ αὐτή ἡ θαυμάσια ἐπιστολή, στήν ὁποία φαίνεται ἡ μετάνοιά της καί ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ σέ αὐτή, μέσα ἀπό τό μηχανάκι τῆς καρδιᾶς, ἀφοῦ τότε ὅλες οἱ αἰσθήσεις γίνονται μία αἴσθηση καί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ διαπορθμεύεται σέ ὅλο τό σῶμα καί τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται πραγματικό μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ.
.                             Ἄλλες ἐπιστολές τελείωνε μέ τήν φράση: «Μέ ἀπέραντο σεβασμό καί μητρική ἀγάπη».

.                             Ἡ τελευταία ἐπιστολή της, καί αὐτή ἰδιόχειρη, μοῦ ἀπεστάλη στίς 11 Σεπτεμβρίου 2015, καί μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει:
.                             «Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
11-9-2015
.                             Πάτερ Ἱερόθεε, Ἅγιε Δέσποτα τῆς Ἐκκλησίας.
.                             Τήν εὐχή σου ζητῶ.
.                             Ἤθελα νά ἐπικοινωνήσουμε, νά σοῦ ἀνοίξω τήν καρδιά μου. Νοιώθω πώς μέ καταλαβαίνεις καί δέν θά σκανδαλισθεῖς, σ’ ὅλους τούς ἄλλους σιωπῶ γιά νά μή δημιουργοῦνται πλάνες ἐντυπώσεις γιά μένα. Παρά τά γεράματά μου μ’ ἔχει ἀκόμα ὁ Θεός καί ζῶ. Χίλιες δόξες νά ‘χει τό ὄνομά Του. Περιμένει τήν μετάνοιά μου. Δέν θέλω νά λέω ὅτι εἶμαι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτωλή, γιατί πολλοί τό λένε καί κρύβουν τό μεγαλύτερο ἐγωϊσμό. Ἐγώ τό νοιώθω, παιδί μου. Μέσα στά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, πού ὁ νοῦς δέν χωρεῖ καί γλώσσα δέν διηγᾶται, ἐγώ νοιώθω χειρότερη ἀπό κοπρηά. Νοιώθω πώς ἔχω κάμει ὅλες τίς ἁμαρτίες καί ταυτίζομαι μέ ὅλο τόν ἁμαρτωλόν κόσμον. Κλαίω καί ζητῶ ἔλεος ἀλλά ὁ Πανάγαθος Θεός μέ λυπᾶται καί μοῦ στέλνει καρδιακές παρηγοριές πού ὁ νοῦς δέν χωρεῖ. Τόσο καλός εἶναι ὁ Θεός μας. Ἔχω φοβερούς πόνους ἀλλά μοῦ δίνει δύναμη καί ἀντέχω.
.                             Τώρα τελευταῖα νοιώθω πώς ἔρχονται συμφορές. Δέν μιλάω, ὅμως. Λέω μόνο γιά μετάνοια καί ἐπιστροφή στό Θεό. Μοῦ φαίνεται, παιδί μου, πώς γιά τίς βρωμιές μας θά μᾶς δικάσουν τά ζῶα. Εἶναι καί οἱ ἐκτρώσεις καί οἱ βλαστημιές. Δέν ἀκούγεται καί ἀπό τούς κληρικούς πολύς λόγος γιά μετάνοια ἀλλά δέν θέλω νά κρίνω. Μετά τήν ἀναμπουμπούλα ἔρχεται γαλήνη. Μεγάλη δόξα τῆς ὀρθοδοξίας. Ἐσύ, ἅγιε Δέσποτά μου, … …
.                             Νά εὔχεσαι καί γιά μένα νά ἔχω καλό τέλος καί καλή ἀπολογία. Ἐξασθενεῖ ἡ μνήμη μου ἀλλά νά μήν ἐξασθενεῖ ποτέ ἡ καρδιά μου. Αὐτή πού γίνεται βαθειά σάν τό πηγάδι πού δέν ἔχει πάτο καί γνωρίζη τό Θεό. Σέ φιλῶ μητρικά σάν τήν μάνα σου καί τήν γιαγιά σου
φιλῶ τά χεράκια καί  ζητῶ τήν εὐχή σου
μέ σεβασμό καί ἀγάπη
γερόντισσα Γαλάτεια».

.                             Καί στήν ἐπιστολή αὐτή φαίνεται ἡ μεγάλη αὐτομεμψία της καί ὅπου ὑπάρχει αὐτομεμψία ἐκεῖ δέν μπορεῖ νά ἀντέξη καμμία πλάνη καί δαιμονική ἐνέργεια. Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία κάνει σαφέστατα τήν διάκριση μεταξύ τῆς ἐγκεφαλικῆς μνήμης καί τῆς καρδιακῆς μνήμης, πού τό βλέπουμε διάχυτα σέ ὅλη τήν φιλοκαλική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
.                             Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία εἶχε ὀρθόδοξη καρδιά καί ἀγαποῦσε ὅλους, καθώς ἐπίσης συλλάμβανε πολλά μηνύματα καί ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ὅσο ἐπιθυμοῦσε τήν ἀφάνεια, τόσο τήν φανέρωνε ὁ Θεός.
.                             Εἶναι ἐκπληκτικός ἕνας λόγος της γιά τήν νοερά προσευχή, τόν ὁποῖον εἶπε σέ κάποιον ἐπισκέπτη της πού τήν ρώτησε σχετικά: «Γιαγιά, ἀκοῦμε τόν πνευματικό μας καμμιά φορά νά κάνη λόγο γιά νοερά προσευχή. Τί εἶναι αὐτό;».
.                             Γερόντισσα Γαλακτία: «Φλόγα εἶναι, παιδί μου. Φλόγα μέσα στήν καρδιά. Ἀκοίμητη. Γυρίζει γύρου γύρου (κυκλικά) καί μουρμουρίζει τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ… Δέν προκάνει νά πέσι πράμα κακό ἐκιά μέσα, γιατί τό καίει… Σοῦ δείχνει ἐκειόνα τό φαναράκι πόσο γλυκός εἶναι ὁ Παράδεισος καί πόσο ἁμαρτωλός εἶναι ἐκειόσας πού τό νοιώθει… Σοῦ δείχνει ὅτι ὁ Θεός εἶναι τό πᾶν καί ἐμεῖς μηδέν! Γι’ αὐτό ἔχεις χαρά καί λύπη. Χαρά γιά τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ καί πόνο ἀβάσταχτο γιά τίς ἁμαρτίες σου. Ἐλπίζεις ὅμως, γιατί θωρεῖς ποιός εἶναι ὁ Χριστός… Ὅποιος τό ζήσει αὐτό καί καυχηθεῖ, δέν εἶναι πράμα… τοπάκι εἶναι στά πόδια τῶν κακῶν (δαιμόνων)… Λέω τοῦ π. Ἀντωνίου νά μή σᾶς μιλᾶ γι’ αὐτά. Γιά τίς ἁμαρτίες νά λέη, γιά μετάνοια νά λέη καί νά λέτε ἥσυχα, ἥσυχα τό ὄνομά Του, τοῦ Χριστοῦ (Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με). Ἐδᾶ, παιδί μου, ζοῦνε οἱ ἄνθρωποι στσί ὑπονόμους… οὔτε κἄν πάνω στήν γῆ… οὔτε χοῖροι δέν πᾶνε ὀμπρός τος. Ποῦ νά καταλάβουνε ἀπό τέτοιους ἥλιους…».
.                             Αὐτός εἶναι ἕνας ἐμπειρικός ὁρισμός γιά τήν νοερά προσευχή, ὅπως τήν ζοῦσε ἡ ἴδια.
.                             Στήν Γερόντισσα Γαλακτία δέν πρόσεχα τόσο πολύ στά ὅσα ἔλεγε γιά διάφορα γεγονότα πού θά συμβοῦν, ἀλλά μέ ἐνθουσίαζε πολύ ἡ βαθύτατη μετάνοιά της, ἡ αὐτομεμψία της, ἡ ταπείνωσή της, ἡ νοερά προσευχή στήν καρδιά της, ἡ διάκριση μεταξύ νοῦ καί λογικῆς. Ἐπίσης μέ ἐντυπωσίαζε ἡ διάκριση πού ἔκανε μεταξύ ἀκτίστου καί κτιστοῦ, δηλαδή ἤξερε νά ξεχωρίζη ποιό εἶναι τό ἄκτιστο καί ποιό εἶναι τό κτιστό, ποιό εἶναι τό θεϊκό καί ποιό εἶναι τό δαιμονικό καί αὐτό εἶναι ἡ οὐσία τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας.
.                             Σέ μιά ἀπό τίς ἐπιστολές της μοῦ ἔγραφε: «Νά εὔχεσαι, παιδί μου. Ἔχω πέσει πολύ. Νοιώθω ὅτι λίγος χρόνος μοῦ ἀπομένει νά ζήσω ἀκόμη ἐδῶ. Ὅμως ὁ τριαδικός Θεός πού μᾶς καλεῖ κοντά Του εἶναι αἰώνιος. Ξεχνῶ λίγο ἀλλά ἡ κεφαλή τῆς καρδιᾶς δέν ξεχνᾶ. Δέν ξεχνῶ καί σένα, Ἅγιε ἀρχιερέα τοῦ Χριστοῦ, μή μέ ξεχάσης καί ἐσύ, παιδί μου, καί τώρα καί ὅταν θά φύγω γιά τόν οὐρανό.
μέ πολύ σεβασμό καί μητρική ἀγάπη γερόντισσα Γαλάτεια».

.                             Εἶναι ἐκπληκτικός ὁ λόγος της γιά τήν «κεφαλή τῆς καρδιᾶς», πού δείχνει ἕναν ἄνθρωπο πού γνωρίζει πῶς λειτουργεῖ αὐτό τό «μηχανάκι τῆς καρδιᾶς», μέσα ἀπό τήν ὁποία ὁ νοῦς ἀνάγεται στήν θεωρία.
.                             Καί σέ ἄλλη ἐπιστολή ἔγραφε:  «Δῶσε μου καί σύ τήν εὐχή σου νά ἔχω καλό τέλος, ἀγάπη ἀχόρταγη στό Χριστό, νά ἀγαπῶ ὅλα Του τά πλάσματα καί νά μισῶ μόνο τόν ἑαυτό μου τόν ἁμαρτωλό. Καί νά βρῶ ἕνα μικρό μικρό τοπαλάκι στήν Βασιλεία Του, ἀλλά νά βλέπω τό φῶς τοῦ προσώπου Του καί νά χαίρομαι. Νά μετανοήσω, παιδί μου. Φιλῶ καί πάλι τά χεράκια σου καί ζητῶ τήν εὐχή σου.
μέ σεβασμό καί μητρική ἀγάπη γερόντισσα Γαλάτεια».
.                             Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία, ὅπως τήν γνώρισα, εἶχε «ἀγάπη ἀχόρταγη στόν Χριστό», συνδυασμένη μέ μεγάλη αὐτομεμψία, πού δείχνει γνήσιο ὀρθόδοξο φρόνημα, γι’ αὐτό ὁ Θεός θά τῆς ἔδωσε αὐτό πού ποθοῦσε, «νά βλέπη τό φῶς τοῦ προσώπου Του».
.                             Ὅταν πληροφορήθηκα τήν κοίμησή της, ἔγραψα στόν π. Ἀντώνιο: «Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία ἄνοιξε τά μάτια της στήν αἰωνιότητα καί δέν θά τά κλείση ποτέ. Εὐλογημένη ἡ εἴσοδος τῶν Ἁγίων εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων, ἀμήν». Νά ἔχουμε τήν ἁγία εὐχή της.