ΠΟΙΟΣ εἶναι ὁ βασικός σκοπός τῆς ἀγωγῆς; Γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἶ ναι ἡ γνώση καί μετάδοση στά νεαρά μέλη τῆς οἰκογένειάς μας τοῦ «τί εἶναι καλό», ὣστε καλλιεργώντας το νά «φθάσουν στήν τελειότητα», πού μέτρο της εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός. Περιεχόμενο τοῦ «καλοῦ» εἶναι κυρίως ἡ ἐσωτερική κατάσταση τῆς χαρᾶς, τῆς εἰρήνης καί τῆς ἀγάπης πρός ὃλα τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καί ἰδιαιτέρως στόν συνάνθρωπο. Τό ἒργο τῆς ἀγωγῆς εἶναι «τέχνη τεχνῶν καί ἐπιστήμη ἐπιστημῶν» (Γρηγ. Θεολόγος), καί ἀφορᾶ τήν σωματική, προπάντων ὃμως τήν ψυχική καί ἁγιοπνευματική ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ. Ἡ τέχνη τῆς ἀγωγῆς γίνεται δύσκολη, ἐπειδή δέν εἶναι ἀρκετό νά ὑποδεικνύεις μόνο καθήκοντα στούς παιδαγωγούμενους, ἀλλά προπάντων νά τούς προσφέρεις πρότυπα. Προπάντων ἀπαιτεῖται ὁ ἲδιος ὁ παιδαγωγός νά ἀναδεικνύεται «σιωπῶσα παραίνεσις». Πῶς ὀφείλουν νά λειτουργήσουν ὡς παιδαγωγοί ἡ μητέρα καί ἡ γιαγιά. «Ἡ γυναίκα θά σωθεῖ διά τῆς τεκνογονίας», ἀρκεῖ νά μείνει στήν πίστη καί στήν ἀγάπη καί στήν ἃγια ζωή καί νά ἒχει κοσμιότητα (Ἀπ.Παῦλος) Τό «κλειδί» ἑπομένως τῆς σωτηρίας ἒχει προσφερθεῖ σέ μᾶς τίς γυναῖκες ἀπό τόν Ἲδιο τόν Θεάνθρωπο καί Λυτρωτή μας, φυσικά ἐάν ἱερουργοῦμε τό μυστήριο τῆς ζωῆς, μέ τό λόγο καί τό παράδειγμά μας, καί τήν βιολογική ζωή τήν μεταποιοῦμε σέ Χριστοζωή.
Σ’ αὐτή τήν πορεία ὁ ἱ. Χρυσόστομος μᾶς συνιστᾶ: «τήν ἀγωγή νά μή τήν ἀσκοῦμε μόνο μέ λόγια, ἀλλά καί μέ προσευχές νά ζητᾶμε τή θεία συμμαχία γιά τούς διδασκομένους». Ἑπομένως ὃλη ἡ ζωή τῆς μητέρας καί τῆς γιαγιᾶς ὀφείλουν νά ἐκφράζουν ἀγάπη καί φροντίδα, μεταφέροντας μηνύματα ἀσφάλειας, ἠρεμίας καί θυσιαστικῆς ἀγάπης. Σέ ἀντίθετη συμπεριφορά τό παιδί μεγαλώνει μέσα στήν συναισθηματική στέρηση. Ὁ Φιοντόρ Ντοστογιέφ- σκυ τονίζει: «’Εκεῖνος πού μπορεῖ νά ἒχει καλές ἀναμνήσεις ἀπό τήν παιδική του ἡλικία εἶναι σωσμένος γιά ὃλη του τή ζωή» (Ἀδελφοί Καραμαζώφ). Κατά τήν περίοδο τῆς ἐγκυμοσύνης ἡ Μητέρα ὀφείλει νά βιώνει τήν ψυχική ἠρεμία καί γαλήνη, στοιχεῖα πού ἐπηρεάζουν θετικά τό ἒμβρυο. Ἑπομένως, ἀποφεύγει κάθε τι αἰσχρό, σκληρό καί δυσάρεστο. Ἀντίθετα ἐπιδιώκει ἀκούσματα καί θεάματα, συναναστροφές καί συζητήσεις, πού προκαλοῦν ἐνδιαφέρον καί μεταγγίζουν γνώσεις γιά τό «μυστήριο» τῆς ζωῆς, πού ἢδη κυοφορεῖ.
’Ακόμη ὑγιεῖς καί φιλάν- θρωπες σκέψεις μέ ἀνάλογα βιώματα καί προσευχητική διάθεση δημιουργοῦν στήν μητέρα ψυχική εὐφορία, ἀγάπη δέ μέχρι θυσίας γι’ αὐτό, πού σκιρτᾶ ἢδη μέσα της, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀρνεῖται κάθε τι , πού τήν ἐπιβαρύνει σωματικά καί ψυχικά. Κι’ αὐτό ἒχει ὡς συνέπεια νά διατηρεῖ τόν ψυχικό της κόσμο καί τή βιολογική της κατάσταση «ὑγιῆ», μεταδίδοντας ἒτσι τήν ψυχική καί σωματική της ὑγεία καί στό παιδί. Ἡ γιαγιά σ’ αύτή τήν περίοδο θά εἶναι ὁ φύλακας ἂγγελος, ὁ συμπαραστάτης καί ἐνισχυτής τῆς μητέρας, τρέφοντας καί ἐκείνη τήν ἲδια ἀγάπη γιά τό πλασματάκι πού ἒρχεται...Θά παρέχει στή μητέρα, σιωπηρά, μέ τή στάση της, τήν βεβαιότη- τα ὃτι θά βρίσκεται κοντά της καί θά συμπαραστέκεται ἠθικά καί, ἐάν χρειάζεται, καί ὑλικά, στίς πιό ἀπαιτητικές πλέον συνθῆκες, πού δημιουργεῖ ὁ ἐρχομός τῆς νέας ζωῆς. Ἒτσι ἡ μητέρα ξεπερνᾶ τό ἂγχος καί τήν ἀγωνία καί περιμένει μέ ἀγαλλίαση τό παιδί της, φέρνοντας στή σκέψη της τά λόγια τοῦ Κυρίου μας: «Ἡ γυνή ὃταν τίκτῃ λύπην ἒχει, ὃτι ἦλθεν ἡ ὣρα αὐτῆς· ὃταν δέ γεννήσῃ τό παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διά τήν χαράν, ὃτι ἐγεννήθη ἂνθρωπος εἰς τόν κόσμον» (Ἰω. 16,21). Βρεφική καί νηπιακή ἡλικία (μέχρι 6 ἐτῶν). Ἡ βασικότερη καί δυναμικότερη ἡλικία ἀπό πλευρᾶς ψυχολογικῆς. Ὡς βρέφος καί νήπιο τό παιδί χρειάζεται τήν φροντίδα, στοργή καί ἀγάπη, ἀλλά καί τήν εὐχάριστη κατάσταση, πού δημι- ουργεῖ ἡ ζεστασιά τῆς μητρικῆς ἀγκαλιᾶς καί τό γλυκό μητρικό χάδι. Καί εἶναι ἐξακριβωμένο, ὃτι ἡ κάλυψη τῶν σωματικῶν ἀναγκῶν τοῦ βρέφους, ἀλλά καί ἡ σταθερότητα τῆς προσφορᾶς τοῦ ἢρεμου καί συνεχοῦς ἐνδιαφέροντος, συντελοῦν καθοριστικά στήν ὁμαλή ψυχοσωματική ἀνάπτυξή του. Τό μητρικό γάλα συνοδευόμενο καί μέ τή γλύκα τῆς τρυφερότητας, δημιουρ- γοῦν εὐεργετικές σωματικές καί ψυχικές προϋποθέσεις γιά τήν φανέρωση, ἀργότερα, ἑνός ἰσορροπημένου καί ὁλοκληρωμένου ἀνθρώπου. Ἀλλά καί τό γλυκό νανούρισμα καί τά τρυφερά παιγνιδίσματα ἀπό τή γιαγιά, ἀφήνουν ἀνεξίτηλα ἀποτυπώματα στήν παιδική ψυχή, τά ὁποῖα θά τό συντροφεύουν δυναμικά καί εὐχάριστα σ’ ὃλη του τή ζωή. Ἀπό αὐτή ὃμως τήν ἡλικία πρέπει νά ἀρχίσει καί τό σμίλευμα τοῦ χαρακτήρα του. Μητέρα καί γιαγιά, σέ μιά ἀγαστή συνεργασία, ὀφείλουν νά «μπολιάζουν» τό παιδί μέ ὃ,τι «καλό» προσφέρει ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, καί μέ τέχνη, νά κόβουν τάσεις καί ἐλαττώματα, πού ἢδη ἀρχίζουν νά ἀναδύονται, ἐνῶ συγχρόνως νά «καλλιεργοῦν» κλίσεις καί προτερήματα, πού διαφαίνονται. Τὸ ἀντίδοτον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Τό βρέφος καί τό νήπιο -εἶναι καί ἐπιστημονικά διαπιστωμένο- συσσωρεύει ἐμπειρίες καί πληροφορίες, χωρίς φυσικά νά μπορεῖ νά σκεφθεῖ καί κρίνει πάνω σ’ αὐτές. Ἒτσι δημιουργεῖται, σ’ αὐτή τήν ἡλικιακή φάση τό ὑποσυνείδητο τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τό ὁποῖο γνωρίζουμε πόσον οὐσιαστικό ρόλο παίζει στήν ψυχική ἐξέλιξή του.
Ὃσο λιγότερες δυσάρεστες ἐμπειρίες ἒχει ὁ ἂνθρωπος σ’ αὐτή τήν ἡλικία, τόσο τό ὑποσυνείδητό του δέν εἶναι βεβαρυμένο καί ὁ ψυχικός του κόσμος ἀναδύεται ὑγιής. Ἀντίθετα τό βεβαρυμένο ὑποσυνείδητο ἐκδηλώνεται ἀργότερα ἀρνητικά μέ ἐλαφρότερες ἢ βαρύτερες ψυχικές διαταραχές. Ἡ Ἐκκλησία μας ὡς στοργική Μητέρα, ἰδιαίτερα σ’ αὐτή τήν ἡλικία, ἒρχεται νά «μπολιάσει» καί ἐνδυναμώσει μέ τή Θεία Χάρη τό παιδί, μέσῳ τῶν ἁγιαστικῶν πράξεων, ὃπως τοῦ Σαραντισμοῦ, τῆς Βάπτισης, τῆς Θείας Κοινωνίας, ὡς ἀντίδοτο στίς ἀρνητικές ἐπιδράσεις, πού καί ἀπό αὐτή τήν ἡλικία δέχεται. Στή βρεφική καί νηπιακή ἡλικία, ἰδιαιτέρως ἡ γιαγιά μπορεῖ νά ἀποβεῖ ὁ τελειότερος παιδαγωγός. Ἡ γιαγιά μέ τήν ψυχική της ἠρεμία, τήν πεῖρα τῶν χρόνων καί τό καταστάλαγμα ὡς πρός τό περιεχόμενο τῆς ζωῆς μέ ποιότητα, εἶναι ἱκανή νά τροφοδοτήσει τόν ἀναπτυσσόμενο ἂνθρωπο μέ ἀρχές καί ἀξίες, πού θά νοηματοδοτοῦν πλέον τήν ὑπόλοιπη ζωή του. Μέσα ἀπό τά νανουρίσματα, τά τραγούδια, τίς ἱστορικές διηγήσεις , μέ τίς παραβολές , ἢ μέ τίς ἀναφορές στή ζωή τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων, τό παιδί θά γνωρίσει σιγά-σιγά τά πρότυπα ἐκεῖνα, πού θά τό ἐνισχύουν ἀργότερα στόν ἀγώνα του γιά συνέπεια ζωῆς.
Ὁ Γέροντας Φιλόθεος ἒλεγε, «ὃπως τό ἁπαλό κερί, πού τό πλάθεις, ὃπως θέλεις, καί δέχεται ὃ,τι σφραγίδα τοῦ θέσεις, ἒτσι καί τό μικρό παιδί, ὃ,τι μάθει ἀπό μικρό, αὐτό τοῦ μένει ἀνεξάλειπτο...». Καί αὐτό πιστοποιεῖται στά μαῦρα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς μας... ὁ παπούς καί ἡ γιαγιά γαλούχησαν τά μικρά παιδιά μέ τίς ἱστορίες τῶν ἡρώων μας, τά συναξάρια τῶν ἁγίων μας, μέ τούς Ψαλμούς καί τό «Χτωήχι», καί σμιλεύοντας μ’ αὐτά τίς παιδικές ψυχές, κατόρθωσαν μετά ἀπό 400 καί 500 χρόνια σκληρῆς σκλαβιᾶς, οἱ Ἓλληνες νά ξεσηκωθοῦν καί νά ἀγωνιστοῦν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερία». Ἡ ἁγιοπνευματικὴ διάστασις Μέσα σ’ αὐτό τό πνευματικό κλῖμα, ἡ οἰκογένεια ἀναπτύσσει καί τό θρησκευτικό συναίσθημα, πού ἢδη ἒχει ἀρχίσει νά ἀναδύεται. Καί αὐτό τό χρέος πρός τό ἀναπτυσσόμενο παιδί κατ’ ἐξοχή ἀναλαμβάνει ἡ γιαγιά καί ἡ μητέρα. Ὁ ἲδιος ὁ Κύριος, ὃταν οἱ Μαθητές ἐμπόδιζαν τίς μητέρες νά φέρουν τά παιδιά τους σ΄Ἐκεῖνον, Αὐτός «ἀγανάκτησε» καί εἶπε, ὃτι σ’ αὐτά ἀνήκει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί ὃτι, ὃποιος δέν δέχεται τή βασιλεία Του, ὃπως τό μικρό παιδί, δέν θά γίνει δεκτός σ’ αὐτήν· (Μαρκ. 10,13-16). Στή συνέχεια ἀφοῦ τά ἀγκάλιασε, τά εὐλόγησε. Δέν ἒμεινε δηλ. μόνο στή διδασκαλία, ἀλλά τά πλησίασε καί μέσῳ τῶν αἰσθήσεων. Μητέρα καί γιαγιά ἑπομένως μέσῳ καί αἰσθητῶν κινήσεων καί πραγμάτων μποροῦν νά μεταγγίζουν καί τή χριστιανική πίστη. Τό νήπιο π.χ. νά ἀγγίξει καί φιλήσει τήν εἰκόνα, τό βαφτιστικό του σταυρό, νά παρακολουθήσει τό ἂναμμα τοῦ καντηλιοῦ, νά ἀκούσει τίς ψαλμωδίες, νά συμμετέχει στήν πανηγυρική ἀτμόσφαιρα τῶν ἑορτῶν , κ.λπ.
Ἒτσι προσφέρεται καί ἀναπτύσσεται σιγά-σιγά καί ἡ ἂλλη διάσταση στή ζωή τοῦ παιδιοῦ, ἡ ἁγιοπνευματική, ἡ ὁποία τοῦ χαράσσει πορεία ζωῆς καί τοῦ χαρίζει ἂγκυρα ἐλπίδας, στοιχεῖα τόσο σημαντικά καί εὐεργετικά στή ζωή τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Μέση καί ὂψιμη παιδική ἡλικία (6- 13 ἐτῶν). Χαρακτηριστικό τῆς ἡλικίας αὐτῆς ἡ ἔναρξη τῆς ἀπομάκρυνσης τοῦ παιδιοῦ ἀπό τό οἰκογενειακό περιβάλλον. Ἡ μετάβαση στό σχολεῖο, ἡ ἐπικοινωνία μέ τούς συμμαθητές, οἱ φίλοι πού ἐπιθυμεῖ συχνά νά βρίσκεται κοντά τους, τοῦ ἀνοίγουν ἓνα νέο ὁρίζοντα καί τοῦ προσφέρουν νέες ἐμπειρίες καί προκλήσεις. Ἡ παρουσία τοῦ παιδιοῦ στό σχολεῖο, ἡ προσαρμογή του στούς σχολικούς κανόνες, οἱ σχολικές ὑποχρεώσεις, ὃλα αὐτά διαφοροποιοῦν κατά πολύ τήν εἰκόνα καί τήν συμπεριφορά του ἀπό τήν προηγούμενη ἡλικιακή φάση. Τά ἀνοίγματα, φυσικά, ἀκόμη εἶναι μικρά. Γι’ αὐτό καί ἐξακολουθοῦν νά παιδαγωγοῦνται ἀπό τίς ἐμπειρίες πού προσλαμβάνουν κυρίως στό σπίτι. Ἡ εὐγένεια, ἡ καλοσύνη, ἡ εἰλικρίνεια καί συνέπεια τῶν γονέων, ἡ τρυφερότητα καί γλυκύτητα τῆς μητέρας, τό «γέμισμα» τῆς ἐλεύθερης ὣρας μέ τή χαρούμενη συντροφιά τῆς γιαγιᾶς, εἲτε μέ τόν περίπατο, εἲτε μέ τό διάβασμα καί τίς διηγήσεις ἐκείνης, εἲτε ἀκόμη καί μέ τήν παρακολούθηση μιᾶς παιδικῆς ἐκπομπῆς, πού ἐκείνη θά βρεῖ τήν εὐκαιρία νά ἀναδείξει ὃ,τι καλό προσφέρει καί νά ὑποδείξει τό ἀρνητικό, ὃλα αὐτά ἐπιδροῦν καί ἀφήνουν μιά εὐχάριστη γεύση, πού τά συνοδεύει γιά πάντα. Ἡ βάση τῆς σχέσης μητέρας-παιδιοῦ, γιαγιᾶς-παιδιοῦ, διαποτίζεται ἀπό ὑπεύθυνη καί σταθερή προσ - φορά ἀγάπης, πού περιλαμβάνει τόν σεβασμό καί τήν κατανόηση στήν προσωπικότητα τοῦ παιδιοῦ, καί δέν παρασύρεται σ’ ἓνα ἀθεμελίωτο συν αισθηματισμό. Ἡ γνήσια ἀγάπη, ἀπό τή μητέρα καί γιαγιά ὀφείλει νά συνοδεύεται ἀπό τήν ὑπευθυνότητα, ἡ ὁποία γνωρίζει νά λέει «ὂχι», καί νά ἀρνεῖται νά ἀνταποκριθεῖ σέ κάθε παιδική ἀπαίτηση. Τά δείγματα ἀγάπης, πού ἱκανοποιοῦν κάθε παιδική ἀπαίτηση, ἡ συν εχής ἱκανοποίηση τοῦ «θέλω» καί πολλά ἂλλα, ἒχουν ὡς ἀποτέλεσμα νά ἀναπτύσσεται ὁ ἐγωκεντρισμός τοῦ παιδιοῦ, καί νά διαμορφώνονται ἒτσι ἂτομα ἀπαιτητικά καί καταναλωτικά. Ὄχι εἰς τὴν μετάθεσιν τῶν ὑποχρεώσεων Ἐπίσης δέν θά πρέπει νά διευκολύνεται , πέραν τοῦ φυσικοῦ καί κανονικοῦ ἡ ζωή τοῦ παιδιοῦ.
Ὃ,τι ἐκεῖνο μπορεῖ νά κάμει νά τό ἀφήνουμε νά τό φέρει σέ πέρας. Στίς σχολικές ὑποχρεώσεις του π.χ. μη- τέρα καί γιαγιά συμπαραστέκονται, δέν τό ἀντικαθιστοῦν. Ἡ διευκόλυνση καί ὑπεραπλούστευση τῆς ζωῆς του, λόγῳ τῆς βοήθειας τῶν μεγαλυτέρων, ὁδηγεῖ στήν μετάθεση τῶν ὑποχρεώσεών του, στή νωχέλεια καί διστακτικότητα στήν περαιτέρω ζωή του. Ἡ διεκδίκηση μόνο δικαιωμάτων καί διευκολύνσεων ἐκ μέρους τοῦ παιδιοῦ δημιουργεῖ τόν αὐριανό ἀπαιτητικό καί ἀνεύθυνο πολίτη. Οἱ παιδαγωγοί, καί ἐδῶ ἡ μητέρα καί γιαγιά, ὀφείλουν ἀνάλογα μέ τήν ψυχοσωματική ὡριμότητα τοῦ παιδιοῦ νά ἀναθέτουν καθήκοντα καί ὑποχρεώσεις, πού προκύπτουν μέσα στήν οἰκογένεια, ἀλλά καί στούς χώρους, πού δραστηριο- ποιεῖται. Ὁ μεγάλος παιδαγωγός ἃγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος προτρέπει σέ μιά ρεαλιστική καί ὠφέλιμη ἀγωγή: «Οὒτε τά ροῦχα του νά τοῦ φέρνει ἂλλος, οὒτε στό λουτρό νά περιμένει νά ὑπηρετηθεῖ ἀπό ἂλλον, ἀλλά ὃλα νά τά κάνει μόνο του· αὐτό καί δυνατό θά τό κάνει καί ταπεινό καί πρόσχαρο». Αὐτά ὃλα δέν σημαίνουν ὃτι θά χρησιμοποιεῖται ἀπό τούς μεγάλους ὁ αὐταρχισμός, ἀλλά μέ τίς ὑποδεί- ξεις, τά καλοπιάσματα, τή συζήτηση καί τήν ὑπογράμμιση τῆς ὠφελιμότητας καί χαρᾶς, πού θά δοκιμάζει, ὃταν ὁ ἲδιος θά δημιουργεῖ καί θά πετυχαίνει. Προπάντων μητέρα καί γιαγιά ὀφείλουν συχνά νά τοῦ ὑπενθυμίζουν ὃτι ὁ ἂνθρωπος δέν ἒχει μόνο δικαιώματα στή ζωή, ἀλλά ἒχει καί καθήκοντα καί ὑποχρεώσεις. Τότε ἡ καλή συνήθεια θά γίνει καί καλή δεύτερη φύση. Στό πλαίσιο τῆς ἂσκησης ἀγωγῆς ὑπάρχει καί ἡ παιδαγωγική μέθοδος τῆς τιμωρίας. Ὁ ἱ. Χρυσόστομος μᾶς ὐποδεικνύει τόν τρόπο: «Ἂν δεῖς, ὃτι παραβαίνει τήν ἐντολή σου, τιμώρησέ το, ἂλλοτε μέ ὓφος αὐστηρό, ἂλλοτε μέ λόγια πού μποροῦν νά πληγώσουν, ἂλλοτε μέ ἐπιτιμήσεις, καί ἂλλοτε πάλι κολάκευσέ το καί δός του ὑποσχέσεις».
Φυσικά ἡ τιμωρία δέν ἐπιβάλλεται γιά ἐκδίκηση, ἀλλά καί αὐτή ὀφείλει νά εἶναι καρπός ἀγάπης καί ἐνδιαφέροντος, κάτι πού τό ὑποδεικνύουμε καί στό παιδί, ἐνῶ συγχρόνως τοῦ τονίζουμε ὃτι λειτουργοῦμε, ὃπως ὁ γιατρός, πού καταπολεμᾶ τήν ἀρρώστια, φροντίζει ὃμως καί ἀγαπᾶ τόν ἂρρωστο. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας Ἐφηβεία (13-16 ἐτῶν). Ἡ πιό δύσκολη ἡλικιακή φάση. Πολλές ψυχοσωματικές ἀλλαγές συμβαίνουν σέ σύντομο χρονικό διάστημα. Ὁ ἲδιος ὁ ἒφηβος ἐντοπίζοντας τίς ραγδαῖες ἀλλαγές στόν ἑαυτό του, πού εἶναι σωματικές καί ψυχικές, ζεῖ ἒντονες καταστάσεις ἀμφιθυμίας. Πότε εἶναι αἰσιόδοξος, χαρούμενος, δυναμικός, ἀλλά καί πολύ σύντομα ἀλλάζει, δείχνει ἀδιάφορος, ἀμήχανος, ἀπαισιόδοξος, ἀπορριπτικός, ἀρνεῖται νά δώσει ἀγάπη, ἀλλά καί γρήγορα μεταβάλλει διαθέσεις, γίνεται ἐκδηλωτικός, τρυφερός, εὐγενικός, καλωσυνᾶτος. Ἡ εὐχάριστη αἲσθηση νά ζήσει ἀνεξάρτητος τόν ἐνθουσιάζει, ἀλλά καί ἡ εὐθύνη τῆς ἐλευθερίας, ἡ ἀνάληψη ὑποχρεώσεων καί εὐθυνῶν ἐκ μέ- ρους του τόν τρομάζει. Σ’ αὐτές τίς ἀντιφατικές συμπεριφορές καί ἀπειλές τοῦ ἐφήβου χρειάζεται ἐκ μέρους τῶν παιδαγωγῶν, νά ὁπλιστοῦν μέ πολλή ὑπομονή, ταπείνωση, ἀνεξικακία καί εὐελιξία στό χειρισμό τῶν κρίσεων. Ὂχι, φυσικά, χρήση βίας. Ὁ ἱ. Χρυσόστομος συνιστᾶ: Θά πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε μέ τήν ἀνοχή καί τήν ὑπομονή, μέ τήν πειθώ καί τήν ἐπι- είκεια. Ἀλλά καί ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελίου δίνει περιθώρια καί γιά ἂλλη μορφή γονεϊκῆς συμπεριφορᾶς: τοῦ σεβασμοῦ δηλ. τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου. Στήν ἐπιμονή τοῦ Νέου, ἂς τόν ἀφήσουμε «νά πάθει, γιά νά μάθει», ὃπως ὑποδεικνύεται στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου. Μόνο, πού θά παρέχουμε πολλά δείγματα, ὃτι ἡ γονεϊκή ἀγάπη παραμένει ἀμείωτη, καί ὃτι πάντοτε ἡ «ἐπιστροφή» εἶναι καλοδεχούμενη καί ἰδιαίτερη εὐλογία. Στήν Ἐφηβεία ἀναδύονται ἒντονες ἀμφιβολίες, ἀλλά καί σύγχυση ἐσωτερική, πού σχετίζεται μέ τήν θρησκευτικότητα. Ὃ,τι χριστιανικό εἶχε παραλάβει ὁ Νέος ἁπλά ὡς παιδί, στήν ἐφηβεία τό ἀμφισβητεῖ ἢ καί τό ἀπορρίπτει. Ἡ συμμετοχή του στή Λατρεία περιορίζεται. Αὐτό δέν σημαίνει ἀπιστία, ἀλλά μιά ἀνακατάταξη κι’ ἕνα βασανισμό τοῦ «πιστεύω» του –καί εἶναι φυσιολογικό. Καί ἐδῶ χρειάζεται πολλή τέχνη ἀπό τή μητέρα καί γιαγιά, ὣστε μέ τήν ὑπομονή καί ἀνεκτικότητα, μέ τόν σεβασμό τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καί τήν ἒλλειψη αὐταρχικότητας, προπάντων δέ μέ τόν διάλογο, τό παράδειγμα καί τή θερμή προσευχή νά ἐπιτύχουμε τό καλύτερο. Στά θέματα τῆς πίστεως δέν χωρεῖ ἐξαναγκασμός. «Εἲ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» (Ματθ. 16,24), ἡ δέ θρησκευτική ζωή δέν ἀναπτύσσεται τόσο μέ τή διδασκαλία, ὃσο μέ τήν ἐπίδραση ζωντανῶν θρησκευτικῶν προσωπικοτήτων.
Ὁ Μ. Βασίλειος μέ πολλή σεβασμό καί εὐγνωμοσύνη ἀναφέρεται στή για- γιά του Μακρίνα καί στή μητέρα του Ἐμμέλεια, εὐγνωμονώντας τες γιά τή βαθειά πίστη, πού τοῦ ἐνέπνευσαν μέσῳ τῆς δικῆς τους πίστης καί ζωῆς. Τό ἲδιο καί ὁ ἃγιος Νεκτάριος θυμᾶται τήν ζωντανή πίστη τῆς γιαγιᾶς του, πού τόν ἐνέπνεε. Ὁ Πάγκαλος Ἰωσήφ Στήν πρόκληση τοῦ πανσεξουαλισμοῦ πού ὁπωσδήποτε ταλανίζει καί τούς ἐφήβους μας, Μητέρα καί Γιαγιά ὀφείλουν νά βρίσκουν εὐκαιρίες, γιά νά ὑποδεικνύουν τήν ὀμορφιά τῆς ἀγαπητικῆς συνάντη- σης τῶν δύο φύλων, ἀλλά νά ὑποδεικνύουν ὃτι αὐτή θά πρέπει νά πραγματωθεῖ μέσα στήν βιολογική, ψυχική καί πνευματική ὡριμότητα τῶν Νέων. Διότι ὃπως, ὃταν κόβεται ἓνας ἂγουρος καρπός, δέν τρώγεται καί πετιέται, πολλές φορές δέ εἶναι καί ἐπικίνδυνος, κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί μέ τήν πρόωρη καί ἀπροϋπόθετη ψυχοσωματική αὐτή ἓνωση. Παράδειγμα ἐγκράτειας καί σωφροσύνης ὁ Πάγκαλος Ἰωσήφ. Ἡ οὐσιαστική χρησιμοποίηση τοῦ ἐλεύθερου χρόνου τοῦ Ἐφήβου μέ σημαντικές δραστηριότητες, ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἐργατικότητας καί ὑπευθυνότητας, θά πρέπει νά ὑποδεικνύεται ἀπό τή Μητέρα καί Γιαγιά. Στό τέλος ὃλα αὐτά θά ἱκανοποιοῦν τό Νέο καί θά τοῦ προσφέρουν διέξοδο στά ἀδιέξοδά του. Συμπερασματικά οἱ γονεῖς καί παιδαγωγοί ὀφείλουν μέ τή δική τους παραδειγματική ζωή νά ἐμπνέουν στούς Νέους ἐνθουσιασμό γιά τή ζωή, πού ἒχει πληρότητα καί ποιότητα.
Ὁ γογγυσμός, ἡ πικρή ἀγανάκτηση καί ἡ ἀπόρριψη τῶν παιδιῶν, πού παρεκτρέπονται, δείχνουν ἒλλειψη ἐλπίδας καί ἀπομακρύνουν περισσότερο τά παιδιά ἀπό τούς παιδαγωγούς τους. Καί ἂς μή ξεχνᾶμε ὃτι οἱ προσευχές καί τά δάκρυα τῆς ἁγίας Μόνικας, μετέστρεψαν τόν ἂσωτο γιό της Αὐγουστῖνο σέ ἃγιο... καί ὃτι τά δάκρυα τῶν φυσικῶν παιδαγωγῶν , τῆς Μητέρας δηλ. καί τῆς Γιαγιᾶς, γιά τά παιδιά τους, πού ἀπομακρύνονται ἀπό τήν Παναλήθεια-Χριστό, μετατρέπονται σέ θεραπευτικά φάρμακα. Γιατί εἶναι δύσκολο στό Νέο νά λησμονήσει τά δάκρυα τῆς Μάνας καί Γιαγιᾶς, πού προέρχονται ἀπό τή δική του ἀνάρμοστη συμπεριφορά.* Ὁμιλία εἰς τὴν αἴθουσαν τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγ. Νεκταρίου τῆς Π.Ο.Ε., εἰς τὴν Ν. Ἐρυθραίαν, Κυριακὴ 5.10.2014.