Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2021

Σωτηρία Αλιμπέρτη: Η πρώτη γυναίκα ιστορικός της Επανάστασης



Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

            Μεταξύ των πολλών ανδρών που έζησαν κατά και κοντά στην Επανάσταση του 1821 και έγραψαν ιστορικά μελετήματα και απομνημονεύματα υπήρξε και μία γυναίκα, η Σωτηρία Αλιμπέρτη (1847 – 1929), η οποία έγραψε ένα εξαιρετικό ιστορικό πόνημα για τις ηρωίδες του Ξεσηκωμού υπέρ της ελευθερίας του Έθνους. Το 484 σελίδων βιβλίο της, με τίτλο «Αι ηρωίδες της Ελληνικής Επαναστάσεως» (Τύποις Στεφ. Ν. Ταρουσόπουλου)  κυκλοφορήθηκε το 1933, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό της.

Στην εισαγωγή του βιβλίου γράφεται ότι το έργο της Σωτηρίας Ι. Αλιμπέρτη περί των Ηρωίδων της Ελληνικής Επαναστάσεως «αποτελεί το λαμπρότερον Μνημείον των Γυναικών, αι οποίαι μετά των Ανδρών εθεμελίωσαν ελληνικήν πατρίδα, οικογένειαν, κοινωνίαν». Στη συνέχεια τονίζεται: «Πρώτη η ενθουσιώδης συγγραφεύς ορμωμένη όχι μόνον εξ απλού ιστορικού ενδιαφέροντος, αλλ΄ εξ υψηλού αισθήματος εθνικού απεφάσισε να ασχοληθή ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΩΣ με τας ηρωίδας, να ερευνήση μετ΄ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ τα περί αυτών και να τας αναστήση, με την πνοήν και την φλόγα του ενθουσιασμού της...».

Το πόσο επιμελημένη είναι η ερευνητική εργασία της Αλιμπέρτη για τις Ηρωίδες της Επαναστάσεως εξάγεται από το ότι ανέτρεξε στις ιστορικές πηγές προς εξακρίβωση των γεγονότων και από την πλούσια βιβλιογραφία της, ελληνική και ξένη. Το έργο της αποτελεί αληθή ιστορία του υπέρ ελευθερίας εθνικού αγώνος, με κέντρο τις ηρωίδες και τη δράση τους.

Η Σωτηρία Αλιμπέρτη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1847 από εύπορη οικογένεια. Πατέρας της ήταν ο αγωνιστής και βουλευτής Κλεομένης (Οικονόμου), εκ των σπουδαίων ρητόρων της Βουλής. Ο Κλεομένης απέθανε στην ακμή της ηλικίας του, το 1852, δηλητηριασθείς από πολιτικούς του αντιπάλους. Εκτός από την Σωτηρία άφησε σε νεαρή ηλικία δύο αγόρια, τον Άγη, που διετέλεσε νομάρχης και τον στρατηγό Κλεομένη Κλεομένους, που ήταν εκ των ελευθερωτών της Θεσσαλονίκης, στις 26 Οκτωβρίου 1912.

Η Σωτηρία Κλεομένους αφού περάτωσε τις σπουδές της στην Ελλάδα, τις συνέχισε στην Ιταλία, όπου στην Φλωρεντία και στη Ρώμη σπούδασε φιλολογία και καλές τέχνες. Το 1875 επέστρεψε στην Αθήνα και μετά  πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανέλαβε υποδιευθύντρια στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο. Στην Βασιλεύουσα γνώρισε τον γενικό γραμματέα του «Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως» και αθόρυβο εργάτη των εθνικών συμφερόντων Ιωάννη Αλιμπέρτη και παντρεύτηκαν το 1882. Έως τον θάνατό του, το 1902, ήσαν ένα αρμονικό ζευγάρι, με σπουδαία εθνική δράση, στην Ελλάδα και στις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού. Η Σωτηρία Αλιμπέρτη ως γενικός γραμματέας του Συλλόγου της «Εργάνης Αθηνάς» έδωσε μεγάλη ώθηση στην γυναικεία βιοτεχνία, ιδίως την υφαντική, την ταπητουργία και την πλεκτική.

Μετά την απώλεια του συζύγου η Σωτηρία επί δέκα περίπου χρόνια απομακρύνθηκε από την κοινωνική της δράση. Την ξανάρχισε το 1911 με την μετονομασθείσα «Εργάνη» σε «Πανελλήνιο Σύλλογο Γυναικών». Εκτός από διεθνείς εράνους που διενήργησε στο εξωτερικό, οργάνωσε στην Αθήνα γραφείο  για τον εφοδιασμό με χρήματα και ρουχισμό όσων επανήρχοντο από τους Βαλκανικούς πολέμους στρατιώτες. Τον Απρίλιο του 1914 διοργάνωσε εορτή στο Θέατρο του Διονύσου, τα έσοδα της οποίας προσφέρθηκαν σε γυναικόπαιδα της Ηπείρου. Το εθνικό και κοινωνικό έργο του Συλλόγου, ψυχή του οποίου ήταν η  Σωτηρία, συνεχίστηκαν, λόγω των γεγονότων κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Εκστρατεία.

Παράλληλα με το εθνικό και κοινωνικό της έργο ασχολείτο με την έρευνά της για τις ηρωίδες της Επανάστασης και με άλλες μελέτες, όπως με την βιογραφία της Βασίλισσας Αμαλίας, την οποία έγραψε με πληροφορίες γυναικών φίλων της, που ήσαν στην αυλή της Βασίλισσας. Το έργο της «Αι ηρωίδες της Ελληνικής Επαναστάσεως» αρχίζει με την διαπίστωση ότι οι ελληνίδες γαλούχησαν τις γενιές των ηρώων και  διατήρησαν άσβεστο δια μέσου των αιώνων το θρησκευτικό συναίσθημα, το εθνικό φρόνημα και το μίσος κατά της τυραννίας. Γράφει σχετικά εμπνεόμενη από το δημοτικό τραγούδι: «Κατάρα νάχετε παιδιά, μη λιώσουν τα κορμιά σας. Όσο να ζήτε, την Τουρκιά να μην την προσκυνάτε. Αυτή είναι η εντολή που δίνει στα παιδιά της η μάνα των Λαζαίων (Σελ. 29). Και προσθέτει το γραφέν από τον ρωσογάλλο κοινωνιολόγο Ζακ Νοβίκοφ (Κωνσταντινούπολη 1849-Παρίσι 1912), ότι η γυναίκα ήταν η πρώτη δημιουργός του μεγαλείου της Ελληνικής πατρίδας. (Σελ. 31).

Στο ιστορικό βιβλίο της η Αλιμπέρτη αναφέρεται στις ηρωίδες του Σουλίου Μόσχω Τζαβέλλα, Χάιδω Σέχου, Δέσπω Μπότση, Ελένη Μπότσαρη. Επίσης στο Ζάλλογγο, στις ηρωίδες του Μεσολογγίου, στις ηρωίδες της θαλάσσης και των νησιών ( Μπουμπουλίνα, Βισβίζη, Μαυρογένους κ.α. ), σε αυτές της Πελοποννήσου, της Μακεδονίας, της Ρούμελης... Το βιβλίο κοσμείται από πλούσια εικονογραφία, με δυσεύρετες ιστορικές εικόνες, μεταξύ των οποίων και η προσωπογραφία του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη ως αρματωλού.

Η αξία του βιβλίου της Σωτηρίας Αλιμπέρτη έγκειται ότι εκτός από τις γνωστές ηρωίδες ανακάλυψε και άγνωστες, όπως η Βενετή της Χαλκίδας, η Ροζάκαινα της Μάνης, η Χρυσή, σύζυγος του ήρωα Μάρκου Μπότσαρη, η Κοντύλη και η Καραντάνη από τις Μεσολογγίτισσες. Από τις λιγότερο γνωστές ιστορίες αναφέρονται δύο. Κατά τη σφαγή της Χίου οι δύο νεαρές, καλλιεργημένες  και όμορφες κόρες οικογενείας εκ των πρώτων της νήσου συνελήφθησαν αιχμάλωτες και σύρθηκαν στο κατάλυμα Τούρκου αξιωματικού, που  θέλησε να καταστήσει δική του τη μεγαλύτερη από τις αδελφές. Αυτή αντιστάθηκε και ο Τούρκος της έδωσε διορία να επιλέξει, ή θα υποκύψει στις ορέξεις του ή θα την σκοτώσει, και έπεσε στον ύπνο. Η Ελληνίδα κοπέλα, ως νέα Ιουδίθ, επωφελήθηκε της ευκαιρίας, έσυρε από τη θήκη το σπαθί του και το κάρφωσε στο στήθος του. Ύστερα αντιλαμβανόμενη τί την περιμένει κρεμάστηκε και την ακολούθησε η νεότερη αδελφή της.

Η άλλη περίπτωση είναι της παπαδιάς της Κουρκουμέλη. Όταν ο Ιμπραήμ πολιόρκησε το Αιτωλικό, πριν από την Έξοδο του Μεσολογγίου, και η κατάσταση σε αυτό έγινε αφόρητη οι πρόκριτοι αποφάσισαν να συνθηκολογήσουν. Ο Ιμπραήμ επέτρεψε στους κατοίκους του υπό όρους να αποχωρήσουν. Υπολόγιζε ότι αν έβλεπαν οι Μεσολογγίτες το πώς φέρθηκε στους κατοίκους του Αιτωλικού θα έκαμαν το ίδιο... Οι κάτοικοι περνούσαν ανάμεσα σε Τούρκους. Όταν πέρασε η πανέμορφη  Παπαδιά Κουρκουμέλη την κράτησαν και την πήγαν πεσκέσι στον Ιμπραήμ. Αυτός προχώρησε να την αγκαλιάσει και την ακούμπησε με την χρυσοποίκιλτη λαβή του χατζαριού του. Η κοπέλα άρπαξε το σπαθί και του είπε ότι αν πάει να την αγκαλιάσει θα το καρφώσει στο στήθος του, γιατί ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΔΕΝ ΠΑΡΑΔΙΔΟΝΤΑΙ. Ο Ιμπραήμ της απάντησε ότι μπορεί να φωνάξει τη φρουρά του και αυτή θα την κανονίσει. Η νεαρή Ελληνίδα τότε του απάντησε ότι δεν θα προφτάσουν και βύθισε το σπαθί στο στήθος της.-    

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021

Ο πιο σημαντικός άνθρωπος στη ζωή σου είναι η γιαγιά σου. Την θυμάσαι; Η αγαπημένη όλων…


Είναι ο φύλακας άγγελός σου. Η πιο όμορφη και γαλήνια ύπαρξη της καρδιάς σου. Σε περιμένει ως το πιο μοναδικό δώρο για να σου δώσει απλόχερα ακόμα και την ίδια της την ψυχή.
Μπαίνει στη ζωή σου με φόρα απ’ την πρώτη μέρα που γεννιέσαι και σε φροντίζει αδιάκοπα με απεριόριστη λατρεία για πάντα. Απ’ τη στιγμή που σε αντίκρισε η πραγματικότητά της πλημμύρισε με χαρά και πήρε άλλο νόημα. Σημαίνεις για εκείνη τον πιο πολύτιμο άνθρωπο που υπάρχει στον κόσμο της. Ένα πλάσμα που για χατίρι του θα θυσίαζε τα πάντα προκειμένου να είναι ευτυχισμένο.
Για πολλούς δεν είναι απλώς η μαμά της μαμάς ή του μπαμπά τους. Είναι η δεύτερη μάνα τους. Ένας άνθρωπος που αποτελεί πολλά περισσότερα απ’ τη γραφική γιαγιούλα που μοιράζει καραμέλες και σοκολατάκια. Από εκείνη που μας επισκέπτεται τα σαββατοκύριακα ή τις γιορτές και τρώμε μαζί της. Είναι κάτι πιο βαθύ και δυνατό απ’ το άτομο εκείνο που μπορεί να φέρουμε απλώς το όνομά του. Είναι η γυναίκα που χωρίς εκείνη δε θα ήμασταν ο άνθρωπος που έχουμε εξελιχθεί σήμερα.
Και μιλάω ακριβώς για τη γιαγιά που μεγάλωσες στο πλάι της από τότε που θυμάσαι τον εαυτό σου. Που περνάς ώρες της καθημερινότητας μαζί της. Που βρίσκεται κοντά σου κάθε στιγμή της ζωής σου κι αποτελεί κομμάτι της οικογένειάς σου αναπόσπαστο κι αγαπημένο.
Τις περισσότερες φορές θα σε κοιμίσει στο κρεβάτι της, το οποίο για έναν ανεξήγητο λόγο έχει το πιο ξεκούραστο στρώμα και το πιο ζεστό πάπλωμα από οποιοδήποτε έχεις κοιμηθεί ποτέ σου. Τις φορές που μένει μαζί σου τα βράδια, θα κάνει λίγο χώρο και θα σε πάρει αγκαλιά για να μη φοβάσαι. Θα ξενυχτήσει στο πλευρό σου όταν έχεις πυρετό και θα φροντίσει να σε κρατήσει ζεστό και καθαρό μέχρι να γίνεις καλά. Η αγκαλιά της αποτελεί για σένα το πιο ασφαλές καταφύγιο.
Έτσι, μ’ ένα μαγικό τρόπο τα πάντα ηρεμούν κι ησυχάζουν. Η αγκαλιά αυτή δε συγκρίνεται με καμία στο σύμπαν. Μέσα της αισθάνεσαι τόση ασφάλεια και τρυφερότητα που την αποζητάς κάθε φορά που είναι κοντά σου. Τα ζαρωμένα μα ζεστά της χέρια σου προσφέρουν τα πιο απαλά χάδια. Και πώς να το κάνουμε; Όσο και να μεγαλώσεις, σ’ όποια φάση της ζωής σου και να βρίσκεσαι, αυτά τα χάδια τα έχεις ανάγκη.
Κάθε στιγμή, κάθε λεπτό η σκέψη της τρέχει κοντά σου. Στο πού βρίσκεσαι κι αν είσαι ασφαλής. Οι μόνες στιγμές ηρεμίας της είναι όταν βρίσκεσαι μαζί της. Τότε που αδημονεί και λαχταρά να σε δει στην πόρτα και να χαμογελάσει διάπλατα. Και μετά να σε κατακλύσει με την επίμονη φροντίδα της. Πάντα θα πρέπει να φας αυτό που θα σου προσφέρει. Όσο χορτασμένος κι αν είσαι. Τα φαγητά της μυρίζουν ζεστασιά κι έχουν μια οικεία γεύση που δεν μπορείς να γευθείς πουθενά αλλού.
Καθετί που είναι αποτυπωμένο στη μνήμη των παιδικών κι εφηβικών σου χρόνων έχει την εικόνα τη δική της. Το σπίτι της είναι για σένα ο χώρος που έπλασες τις πιο ωραίες σου αναμνήσεις. Το πρώτο σου ποδήλατο και τα παιχνίδια που έπαιζες μικρός, η στράτα που περπάτησες στην αυλή της, ακόμη κι οι πρώτοι σου εφηβικοί προβληματισμοί!
Θα είναι πάντα στο μυαλό σου η μορφή της σε κάθε σου βήμα! Το πρωινό της ξύπνημα, οι βόλτες στην παιδική χαρά, η παρουσία της στο χώρο του σχολείου. Τα κλάματα συγκίνησης που σου έλεγαν πού πας, κάθε φορά που έπρεπε να την αποχωριστείς για πολύ καιρό. Ακόμη κι οι φωνές της όταν σε μαλώνει είναι για σένα η ζωντάνια που νοστάλγησες από τότε που μεγάλωσες και δεν την έχεις πια στην καθημερινότητα σου τόσο πολύ.
Όλα τα έζησες εκεί. Η γειτονιά και τα αμέτρητα παιχνίδια, το μικρό δασάκι δίπλα στην αλάνα κι όλες σου οι παιδικές μινιατούρες ξεπετάγονται σ’ αυτά τα μέρη. Είναι βαθιά φυλαγμένα στην ψυχή σου και σου δίνουν δύναμη να σκέφτεσαι πόσο μοναδικό σε έκαναν.
Είσαι περήφανος όταν λες, «με καλομάθατε σίγουρα μα δε με κακομάθατε»! Όταν σκέφτεσαι την αγάπη που έχεις στον εαυτό σου, δεν μπορείς να βρεις άλλο λόγο για να νιώθεις έτσι παρά για τα τόσα υπέροχα πράγματα που σου προσέφερε.
Πονάς όμως στη σκέψη των χρόνων που περνάνε και τρέμεις κάθε ασθένεια που μπορεί να την πάρει από κοντά σου. Καρδιοχτυπάς σε κάθε ξαφνικό τηλεφώνημα κι ανακουφίζεσαι όταν μαθαίνεις πως τελικά όλα είναι εντάξει. Τη βλέπεις να μεγαλώνει κι ανησυχείς όλο και περισσότερο, μήπως έρθει μία μέρα που δε θα τη βλέπεις πια καθόλου! Όταν δε θα την έχεις πια, κάθε στιγμή, θα σου θυμίζει πόσο πολύτιμο ήταν κάθε λεπτό που ήταν συνεχώς κοντά σου, ακόμη κι αν κάποτε δεν το αντιλαμβανόσουν.
Και νιώθεις τόση αμοιβαία εξάρτηση από εκείνη που θες ν’ αδράξεις μαζί της την κάθε στιγμή που περνάει για όσα χρόνια μπορείς να την έχεις πλάι σου. Θέλεις να ξοδεύεις, όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο μαζί της. Δεν μπορείς να φανταστείς άλλη καλύτερη οικογένεια απ’ το δικό της πρόσωπο. Τώρα καταλαβαίνεις πόσο τυχερός στάθηκες που έγινες αυτός που είσαι τώρα χάρη στη δική της συμβολή.
Ευχαριστείς το Θεό κάθε μέρα και είσαι ευγνώμων που την έχεις ακόμη στη ζωή σου. Που εξακολουθεί να σε μεγαλώνει μ’ αυτόν τον αγνό κι αυθεντικό τρόπο, που μόνο εκείνη ξέρει. Χαίρεσαι που βίωσε την κάθε ηλικία σου κι εξακολουθεί να σε καμαρώνει, όσο ακόμα εξελίσσεσαι. Ποτέ σου δε θα μπορούσες να φανταστείς καλύτερη οικογένεια από εκείνη.
Θα είσαι δίπλα της πάντα και για πάντα!
 
Συντάκτης: Μαίρη Νταουξή
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου

Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2021

Η Οσία Δοσιθέα του Κιτάεβ(Κίεβο

)



Η οσία Δοσιθέα –κατά κόσμον Δαρεία Τυάπκιν– γεννήθηκε το 1721 σε οικογένεια πλουσίων γαιοκτημόνων του Ριαζάν. Όταν ήταν δύο ετών, την ανατροφή της ανέλαβε η γιαγιά της μοναχή Πορφυρία της μονής Βοζνεσένσκ της Μόσχας.
Η γερόντισσα Πορφυρία, αυστηρή ασκήτρια η ίδια, εκπαίδευε και την εγγονή της στην άσκηση, στη νηστεία και στην αγάπη προς τον πλησίον. Ύστερα από επτά χρόνια εκείνη εκάρη μεγαλόσχημη και οι γονείς πήραν τη θυγατέρα τους στο σπίτι.


Βρίσκοντας άχαρη και κουραστική την κοσμική ζωή, η Δαρεία συνέχισε να ζει ως μοναχή με αυστηρή άσκηση. Ανήσυχοι οι γονείς της για τη συμπεριφορά της, εσκέπτοντο να την υπανδρεύσουν το συντομότερο. Αλλά η Δαρεία, ήδη δοσμένη στο Θεό, σε ηλικία δεκαπέντε ετών εγκατέλειψε κρυφά την οικογένειά της και μεταμφιεσμένη σε άνδρα χωρικό με το όνομα Δοσίθεος μετέβη στη Λαύρα του αγίου Σεργίου. Καθώς ήταν υψηλού αναστήματος και με ανδροπρεπές πρόσωπο, έγινε πιστευτή. Τη δέχθηκαν ως δόκιμο και της έδωσαν το διακόνημα του εκκλησιαστικού.


Ύστερα από τρία χρόνια άκαρπων αναζητήσεων η μητέρα και η μεγαλύτερη αδελφή της πήγαν για προσκύνημα στη Λαύρα. Η Δαρεία, η οποία διακονούσε στην εκκλησία, τις αναγνώρισε και, όταν αντιλήφθηκε ότι την παρατηρούσαν επίμονα, αναμείχθηκε με το πλήθος, βγήκε από την εκκλησία και ανεχώρησε κρυφά για τη Λαύρα του Κιέβου.

Επειδή δεν είχε διαβατήριο, δεν τη δέχθηκαν εκεί. Μη έχοντας άλλη λύση, αποφάσισε να ζήσει ως ερημίτης σε σπήλαιο, το οποίο έσκαψε η ίδια κοντά στη σκήτη Κιτάεφ. Η τροφή της ήταν μόνο ψωμί και νερό, που της άφηνε έξω από το σπήλαιο κάποιος μοναχός. Την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής κλεινόταν τελείως και τρεφόταν με βρύα και ωμές αγριόριζες.

Η σκληρή της άσκηση τράχυνε τα χαρακτηριστικά του προσώπου της και τη φωνή της, είλκυσε όμως τη χάρη τού Θεού και γρήγορα έγινε γνωστή σε όλο το Κίεβο.

Το 1744 την επισκέφτηκε η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πετρόβνα (1741-1761). Με την παρουσία και τη θέληση εκείνης η οσία, ηλικίας τότε είκοσι τριών ετών, έλαβε το μοναχικό σχήμα κρατώντας το όνομα Δοσίθεος.

Σιγά-σιγά η φήμη του προφητικού και διορατικού της χαρίσματος εξαπλώθηκε παντού και πολλοί πήγαιναν «στον έγκλειστο στάρετς», για να πάρουν τη σοφή συμβουλή του και να παρηγορηθούν από τους λόγους του. Μαζί τους «ο στάρετς» μιλούσε πίσω από παραθυρίδιο, χωρίς να φαίνεται.

Μεταξύ των επισκεπτών ήταν και η κατά σάρκα αδελφή τής οσίας Δοσιθέας, που έφθασε ως το Κίεβο με σκοπό να ρωτήσει «τον στάρετς» για την εξαφάνιση της αδελφής της. Η οσία, χωρίς να της αποκαλυφθεί, της είπε να παύσει να την αναζητά, διότι αποκρύπτεται χάριν του Θεού.


«Τον έγκλειστο Δοσίθεο» επισκέφθηκε το 1776 και ο δεκαεπταετής τότε Πρόχορος Μοσνίν, ο μετέπειτα όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ (2 Ιαν.) Προβλέποντας τη μελλοντική του εξέλιξη, η οσία τον ευλόγησε και τον συμβούλευσε να κοινοβιάσει στη μονή του Σαρώφ, με την προτροπή να φυλάττει πάντοτε στο στόμα και στην καρδιά την ευχή του Ιησού, για να ενοικήσει μέσα του το Άγιον Πνεύμα.

Την εποχή που απαγορεύθηκε στη Ρωσία ο ερημητικός βίος, η Δοσιθέα μετοίκησε στα μακρύτερα σπήλαια της Λαύρας του Κιέβου. Επειδή όμως δεν έβρισκε ησυχία από τα πλήθη του λαού, που και εκεί την επισκέπτοντο, ύστερα από τέσσερα χρόνια επέστρεψε στη σκήτη Κιτάεφ και εγκαταστάθηκε σε κάποιο απομονωμένο κελλί.


Εκεί, τα τελευταία χρόνια της ζωής της είχε ως διακονητή του κελλιού και στενό μαθητή τον μοναχό Θεοφάνη. Αυτός ήθελε να επισκεφθεί τα Ιεροσόλυμα, αλλά η οσία τον έστειλε στη Μολδαβία, στον μεγάλο γέροντα Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ (15 Νοεμ.), τον ανανεωτή της ησυχαστικής παραδόσεως και της νοεράς προσευχής. Επιστρέφοντας στη Ρωσία, ο Θεοφάνης έμεινε κοντά στην οσία ως την κοίμησή της.

Όταν η Δοσιθέα προαισθάνθηκε το τέλος της, πήγε στη σκήτη να αποχαιρετήσει τους αδελφούς. Έπειτα επέστρεψε σιωπηλά στο κελλί της και ανέμενε την έξοδο της ψυχής της διαβάζοντας ψαλμούς όλη τη νύχτα. Το πρωί την βρήκαν γονατιστή μπροστά σε μια εικόνα.

Το κερί ήταν ακόμη αναμμένο και στο χέρι ο «μακαριστός γέροντας» κρατούσε σημείωμα που έγραφε: «To σώμα είναι έτοιμο προς ενταφιασμό. Σας παρακαλώ, αδελφοί, μην το αγγίζετε. Ενταφιάστε το κατά τη συνήθεια».

Εκοιμήθη στις 25 Σεπτεμβρίου 1776, σε ηλικία πενήντα πέντε ετών.
ΠΗΓΗ.ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ


H Αγία Νεομάρτυς ΑΚΥΛΙΝΑ

Τη ΚΖ΄ (27η) Σεπτεμβρίου, η Αγία Νεομάρτυς ΑΚΥΛΙΝΑ ράβδοις συνθλασθείσα τελειούται εν έτει 1764.

Ακυλίνα η Αγία Νέα Παρθενομάρτυς του Χριστού ήτο εκ Θεσσαλονίκης, από χωρίον καλούμενον Ζαγκλιβέρι, κείμενον εν τη Επισκοπή Αρδαμερίου, γεννηθείσα από γονείς ευσεβείς· το μαρτύριον αυτής συνέβη υπό τοιαύτας περιστάσεις. Ημέραν τινά ο πατήρ της Αγίας διεπληκτίσθη μεθ’ ενός Τούρκου γείτονός του (επειδή εκεί κατώκουν τότε και Χριστιανοί και Τούρκοι), κτυπήσας δε αυτόν εκ συνεργείας του μισοκάλου τον εφόνευσεν· όθεν τον συνέλαβον οι εξουσιασταί του τόπου και τον ωδήγησαν εις τον πασάν της Θεσσαλονίκης, δια να τον θανατώση· ούτος δε φοβηθείς τον θάνατον, και θέλων να απαλλαγή, φευ του πτώματος! ετούρκευσεν· όθεν δεν τον εφόνευσαν. Ήτο δε τότε η Αγία Ακυλίνα βρέφος θηλάζον το μητρικόν γάλα· αφ’ ου δε παρήλθε καιρός ικανός, οι Τούρκοι έλεγον εις τον πατέρα της να τουρκεύση και την θυγατέρα του· ο δε απεκρίθη εις αυτούς:

«Μη σας μέλη δια την θυγατέρα μου· αυτή είναι υπό την εξουσίαν μου και όταν θελήσω την τουρκεύω». Η δε μήτηρ της Αγίας, μείνασα εις την πίστιν του Χριστού, δεν έπαυε καθ’ εκάστην ώραν διδάσκουσα την θυγατέρα της να ίσταται στερεά εις την πίστιν του Χριστού και να μη αρνηθή τον Ιησούν Χριστόν. Όταν έφθασεν η κόρη εις ηλικίαν δεκαοκτώ ετών, έλεγον πάλιν οι Τούρκοι τα αυτά εις τον πατέρα της, ούτος δε καλέσας την Ακυλίναν της λέγει· «Τέκνον μου, οι άλλοι Τούρκοι μού λέγουν καθ’ εκάστην ημέραν να τουρκεύσης· όθεν ή τώρα ή ολίγον υστερώτερα, συ θα τουρκεύσης, μόνον κάμε την απόφασιν μίαν ημέραν πρότερον, δια να μη με ενοχλούν οι Τούρκοι». Η δε Αγία, φλεγομένη από τον του Χριστού διάπυρον έρωτα, με μεγάλην γενναιότητα απεκρίθη: «Μήπως νομίζεις ότι είμαι εγώ ολιγόπιστος ως και συ, δια να αρνηθώ τον ποιητήν και πλάστην μου, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, ο οποίος υπέμεινε δι’ ημάς Σταυρόν και θάνατον; Μη μοι γένοιτο τούτο ποτέ. Εγώ είμαι έτοιμος να υπομείνω οίαν δήποτε βάσανον, ακόμη και θάνατον, δια την αγάπην του Χριστού μου». Ω λόγοι αξιοθαύμαστοι, όχι θυγατρός ενός τοιούτου τρισαθλίου πατρός, αλλά θυγατρός αληθώς του επουρανίου Βασιλέως Χριστού! Βλέπων τότε ο πατήρ της Αγίας το αμετάθετον της γνώμης αυτής επήγεν εις τους Τούρκους και τους λέγει: «Εγώ μεν δεν ηδυνήθην να καταπείσω την θυγατέρα μου εις το να τουρκεύση, σεις δε ό,τι θέλετε κάμετε εις αυτήν». Τούτο ακούσαντες εκείνοι εταράχθησαν, και παρευθύς στέλλουν ανθρώπους του κριτηρίου, δια να φέρουν την Μάρτυρα· η δε ευλογημένη μήτηρ της Αγίας, ιδούσα τους απεσταλμένους Τούρκους, παραλαβούσα την κόρην της, λέγει προς αυτήν την τελευταίαν ταύτην παραγγελίαν· «Ιδού, τέκνον μου παμφίλτατον, και γλυκυτάτη μου θύγατερ Ακυλίνα· ιδού, σπλάγχνον μου, έφθασεν η ώρα εκείνη, δια την οποίαν πάντοτε σε ενουθέτουν· ποίησον λοιπόν ως τέκνον υπακοής, και υπάκουσον εις τας νουθεσίας μου, δείξον ανδρείαν εις τας βασάνους, τας οποίας έχεις να πάθης, κι μη αρνηθής τον Χριστόν». Η δε παρομοίως μετά δακρύων απεκρίθη· «Μη φοβού, μήτερ μου, και εγώ τον αυτόν σκοπόν έχω, και ο πανάγαθος Θεός έστω βοηθός μου και εύχου υπέρ εμού»· και ούτως απεχαιρετίσθησαν μεταξύ των θρηνούσαι και δακρύουσαι. Οι δε υπηρέται του κριτού, δέσαντες την Μάρτυρα την ωδήγησαν εις το κριτήριον, παρηκολούθει δε και η φιλόστοργος μήτηρ την φιλτάτην θυγατέρα της απαγομένην εις τον τόπον της σφαγής· επειδή μητρικά σπλάγχνα δεν την άφινον να χωρισθή· αλλ’ οι υπηρέται της εξουσίας την μεν μητέρα της απέκλεισαν έξω του προαυλίου, την δε Ακυλίναν εισήγαγον εντός του κριτηρίου και παρουσίασαν αυτήν ενώπιον του κριτού, όστις με βάναυσον τρόπον της λέγει· «Αι, συ, γίνεσαι Τούρκα»; Η Αγία απεκρίθη: «Όχι, δεν γίνομαι· μη γένοιτο ποτέ να αρνηθώ την πίστιν μου και τον Δεσπότην μου Χριστόν». Ταύτα ακούσας ο κριτής εθυμώθη· όθεν διέταξε και εξέδυσαν την Αγίαν και την αφήκαν μόνον με το υποκάμισον· είτα δέσαντες αυτήν εις ένα στύλον την ερράβδισαν δύο υπηρέται επί ώραν πολλήν· αλλ’ η Μάρτυς υπέμεινεν ανδρειότατα ταύτην την βάσανον. Μετά ταύτα ο κριτής και άλλοι Τούρκοι φέροντες την Μάρτυρα έμπροσθέν των, ήρχισαν να την κολακεύουν και να της υπόσχωνται μεγάλας δωρεάς, εάν αρνηθή την πίστιν της· αλλ’ η του Χριστού νύμφη, εγκάρδιον έχουσα τον έρωτα προς τον νοητόν Νυμφίον της Χριστόν, εις ουδέν ταύτα ελογίζετο· και επειδή εις μεγιστάν πλούσιος, θρασύτατος πάντων, της είπε: «Τούρκεψε, Ακυλίνα, και εγώ να σε κάμω νύμφην εις τον υιόν μου», η του Χριστού Μάρτυς μετά τόλμης ανεικάστου απεκρίθη: «Ο υιός σου συν σοι εις την απώλειαν»· όπερ ακούσαντες εκείνοι ήναψαν από τον θυμόν, και δέσαντες πάλιν την Αγίαν ως πρότερον, την ερράβδισαν επί ώραν πολλήν· έπειτα λύσαντες αυτήν, πάλιν την εξετάζουσιν εκ τρίτου· και λέγει προς αυτήν ο κριτής: «Δεν εντρέπεσαι, δυστυχισμένη, να δέρεσαι γυμνή ενώπιον τόσων ανδρών»; Τούτο είπε, διότι εκ των πολλών ραβδισμών εξεσχίσθη το υποκάμισόν της και έμεινε γυμνή· της λέγει δε πάλιν: «Ή τούρκεψε ή θα συντρίψω τα κόκκαλά σου εν προς εν»· η δε αποκριθείσα του λέγει: «Και τι ωρέχθην από την πίστιν σας, δια να αρνηθώ εγώ τον Χριστόν μου, ή από ποία θαύματα της πίστεώς σας να πιστεύσω; Αφού σεις βρωμείτε ακόμη ζώντες»· ω τόλμη μρτυρική! Ω μεγαλοψυχί ουρανίων επαίνων αξία! Ω απόκρισις, ουχί ενός απαλού κορασίου, αλλ’ ενός γίγαντος ανδρειοτάτου!  Ταύτα ακούσαντες εκείνοι κατησχύνθησαν άπαντες, αναγκαζόμενοι υπό της φαεινοτάτης των λόγων αληθείας και μη έχοντες τι άλλο να κάμωσιν, οργισθέντες ερράβδισαν εκ τρίτου την Αγίαν τόσον ασπλάγχνως, ώστε την αφήκαν ως νεκράν· η δε γη εκοκκίνισεν από τα αίματα και αι σάρκες της έπιπτον χαμαί. Κατόπιν λύσαντες την Μάρτυρα, την εφόρτωσαν εις ένα Χριστιανόν παρόντα εκεί, δια να την οδηγήση εις τον οίκον της μητρός της. Αυτή δε εναγκαλισθείσα την θυγατέρα της, ευρισκομένην εις τας εσχάτας αναπνοάς, την ηρώτα: «Τι έκαμες, τέκνον μου»; Η δε Μάρτυς μόλις και μετά βίας ελθούσα εις εαυτήν, ανοίξασα τους οφθαλμούς, και την μητέρα της ιδούσα, είπε: «Και τι άλλο ήθελον να κάμω, ω μήτερ μου, εκτός εκείνου το οποίον μοι παρήγγειλας; Ιδού κατά την εντολήν σου εφύλαξα την ομολογίαν της πίστεώς μου»· η δε μήτηρ της υψώσασα τας χείρας και τους οφθαλμούς της εις τον ουρανόν εδόξασε τον Θεόν· συνομιλούσα δε η Μάρτυς μετά της μητρός της παρέδωκε την αγίαν ψυχήν της εις χείρας Θεού την κζ΄ (27ην) Σεπτεμβρίου του έτους αψξδ΄ (1764) και έλαβε του Μαρτυρίου τον στέφανον. Το δε πάντιμον και άγιον λείψανόν της, ω του θαύματος! ευωδίασε παρευθύς ευωδίαν θαυμασιωτάτην και τόσην πολλήν, ώστε όλαι αι οδοί, όθεν διέβαινον μετά του μαρτυρικού λειψάνου προς κηδείαν και ενταφιασμόν, ευωδίαζον· την δε νύκτα κατήλθε φως ουρανόθεν και έλαμπεν επάνω εις τον τάφον τής Μάρτυρος, ως άστρον λαμπρότατον· όσοι δε Χριστιανοί το είδον, εδόξασαν τον Θεόν, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2021

Ἡ Μητέρα καί ἡ Γιαγιά ὡς παιδαγωγοί* -- Γράφει ἡ κ. Βαρβάρα Καλογεροπούλου ― Μεταλληνοῦ, Δρ. Θεολογίας - πτυχ. Φιλολογίας


ΠΟΙΟΣ εἶναι ὁ βασικός σκοπός τῆς ἀγωγῆς; Γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἶ ναι ἡ γνώση καί μετάδοση στά νεαρά μέλη τῆς οἰκογένειάς μας τοῦ «τί εἶναι καλό», ὣστε καλλιεργώντας το νά «φθάσουν στήν τελειότητα», πού μέτρο της εἶναι ὁ Θεάνθρωπος  Ἰησοῦς Χριστός. Περιεχόμενο τοῦ «καλοῦ» εἶναι κυρίως ἡ ἐσωτερική κατάσταση τῆς χαρᾶς, τῆς εἰρήνης καί τῆς ἀγάπης πρός ὃλα τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καί ἰδιαιτέρως στόν συνάνθρωπο. Τό ἒργο τῆς ἀγωγῆς εἶναι «τέχνη τεχνῶν καί ἐπιστήμη ἐπιστημῶν» (Γρηγ. Θεολόγος), καί ἀφορᾶ τήν σωματική, προπάντων ὃμως τήν ψυχική καί ἁγιοπνευματική ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ. Ἡ τέχνη τῆς ἀγωγῆς γίνεται δύσκολη, ἐπειδή δέν εἶναι ἀρκετό νά ὑποδεικνύεις μόνο καθήκοντα στούς παιδαγωγούμενους, ἀλλά προπάντων νά τούς προσφέρεις πρότυπα. Προπάντων ἀπαιτεῖται ὁ ἲδιος ὁ παιδαγωγός νά ἀναδεικνύεται «σιωπῶσα παραίνεσις». Πῶς ὀφείλουν νά λειτουργήσουν ὡς παιδαγωγοί ἡ μητέρα καί ἡ γιαγιά. «Ἡ γυναίκα θά σωθεῖ διά τῆς τεκνογονίας», ἀρκεῖ νά μείνει στήν πίστη καί στήν ἀγάπη καί στήν ἃγια ζωή καί νά ἒχει κοσμιότητα (Ἀπ.Παῦλος) Τό «κλειδί» ἑπομένως τῆς σωτηρίας ἒχει προσφερθεῖ σέ μᾶς τίς γυναῖκες ἀπό τόν Ἲδιο τόν Θεάνθρωπο καί Λυτρωτή μας, φυσικά ἐάν ἱερουργοῦμε τό μυστήριο τῆς ζωῆς, μέ τό λόγο καί τό παράδειγμά μας, καί τήν βιολογική ζωή τήν μεταποιοῦμε σέ Χριστοζωή.

Σ’ αὐτή τήν πορεία ὁ ἱ. Χρυσόστομος μᾶς συνιστᾶ: «τήν ἀγωγή νά μή τήν ἀσκοῦμε μόνο μέ λόγια, ἀλλά καί μέ προσευχές νά ζητᾶμε τή θεία συμμαχία γιά τούς διδασκομένους».
 Ἑπομένως ὃλη ἡ ζωή τῆς μητέρας καί τῆς γιαγιᾶς ὀφείλουν νά ἐκφράζουν ἀγάπη καί φροντίδα, μεταφέροντας μηνύματα ἀσφάλειας, ἠρεμίας καί θυσιαστικῆς ἀγάπης. Σέ ἀντίθετη συμπεριφορά τό παιδί μεγαλώνει μέσα στήν συναισθηματική στέρηση. Ὁ Φιοντόρ Ντοστογιέφ- σκυ τονίζει: «’Εκεῖνος πού μπορεῖ νά ἒχει καλές ἀναμνήσεις ἀπό τήν παιδική του ἡλικία εἶναι σωσμένος γιά ὃλη του τή ζωή» (Ἀδελφοί Καραμαζώφ). Κατά τήν περίοδο τῆς ἐγκυμοσύνης ἡ Μητέρα ὀφείλει νά βιώνει τήν ψυχική ἠρεμία καί γαλήνη, στοιχεῖα πού ἐπηρεάζουν θετικά τό ἒμβρυο. Ἑπομένως, ἀποφεύγει κάθε τι αἰσχρό, σκληρό καί δυσάρεστο. Ἀντίθετα ἐπιδιώκει ἀκούσματα καί θεάματα, συναναστροφές καί συζητήσεις, πού προκαλοῦν ἐνδιαφέρον καί μεταγγίζουν γνώσεις γιά τό «μυστήριο» τῆς ζωῆς, πού ἢδη κυοφορεῖ.
’Ακόμη ὑγιεῖς καί φιλάν- θρωπες σκέψεις μέ ἀνάλογα βιώματα καί προσευχητική διάθεση δημιουργοῦν στήν μητέρα ψυχική εὐφορία, ἀγάπη δέ μέχρι θυσίας γι’ αὐτό, πού σκιρτᾶ ἢδη μέσα της, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀρνεῖται κάθε τι , πού τήν ἐπιβαρύνει σωματικά καί ψυχικά. Κι’ αὐτό ἒχει ὡς συνέπεια νά διατηρεῖ τόν ψυχικό της κόσμο καί τή βιολογική της κατάσταση «ὑγιῆ», μεταδίδοντας ἒτσι τήν ψυχική καί σωματική της ὑγεία καί στό παιδί. Ἡ γιαγιά σ’ αύτή τήν περίοδο θά εἶναι ὁ φύλακας ἂγγελος, ὁ συμπαραστάτης καί ἐνισχυτής τῆς μητέρας, τρέφοντας καί ἐκείνη τήν ἲδια ἀγάπη γιά τό πλασματάκι πού ἒρχεται...Θά παρέχει στή μητέρα, σιωπηρά, μέ τή στάση της, τήν βεβαιότη- τα ὃτι θά βρίσκεται κοντά της καί θά συμπαραστέκεται ἠθικά καί, ἐάν χρειάζεται, καί ὑλικά, στίς πιό ἀπαιτητικές πλέον συνθῆκες, πού δημιουργεῖ ὁ ἐρχομός τῆς νέας ζωῆς. Ἒτσι ἡ μητέρα ξεπερνᾶ τό ἂγχος καί τήν ἀγωνία καί περιμένει μέ ἀγαλλίαση τό παιδί της, φέρνοντας στή σκέψη της τά λόγια τοῦ Κυρίου μας: «Ἡ γυνή ὃταν τίκτῃ λύπην ἒχει, ὃτι ἦλθεν ἡ ὣρα αὐτῆς· ὃταν δέ γεννήσῃ τό παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διά τήν χαράν, ὃτι ἐγεννήθη ἂνθρωπος εἰς τόν κόσμον» (Ἰω. 16,21). Βρεφική καί νηπιακή ἡλικία (μέχρι 6 ἐτῶν). Ἡ βασικότερη καί δυναμικότερη ἡλικία ἀπό πλευρᾶς ψυχολογικῆς. Ὡς βρέφος καί νήπιο τό παιδί χρειάζεται τήν φροντίδα, στοργή καί ἀγάπη, ἀλλά καί τήν εὐχάριστη κατάσταση, πού δημι- ουργεῖ ἡ ζεστασιά τῆς μητρικῆς ἀγκαλιᾶς καί τό γλυκό μητρικό χάδι. Καί εἶναι ἐξακριβωμένο, ὃτι ἡ κάλυψη τῶν σωματικῶν ἀναγκῶν τοῦ βρέφους, ἀλλά καί ἡ σταθερότητα τῆς προσφορᾶς τοῦ ἢρεμου καί συνεχοῦς ἐνδιαφέροντος, συντελοῦν καθοριστικά στήν ὁμαλή ψυχοσωματική ἀνάπτυξή του. Τό μητρικό γάλα συνοδευόμενο καί μέ τή γλύκα τῆς τρυφερότητας, δημιουρ- γοῦν εὐεργετικές σωματικές καί ψυχικές προϋποθέσεις γιά τήν φανέρωση, ἀργότερα, ἑνός ἰσορροπημένου καί ὁλοκληρωμένου ἀνθρώπου. Ἀλλά καί τό γλυκό νανούρισμα καί τά τρυφερά παιγνιδίσματα ἀπό τή γιαγιά, ἀφήνουν ἀνεξίτηλα ἀποτυπώματα στήν παιδική ψυχή, τά ὁποῖα θά τό συντροφεύουν δυναμικά καί εὐχάριστα σ’ ὃλη του τή ζωή. Ἀπό αὐτή ὃμως τήν ἡλικία πρέπει νά ἀρχίσει καί τό σμίλευμα τοῦ χαρακτήρα του. Μητέρα καί γιαγιά, σέ μιά ἀγαστή συνεργασία, ὀφείλουν νά «μπολιάζουν» τό παιδί μέ ὃ,τι «καλό» προσφέρει ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, καί μέ τέχνη, νά κόβουν τάσεις καί ἐλαττώματα, πού ἢδη ἀρχίζουν νά ἀναδύονται, ἐνῶ συγχρόνως νά «καλλιεργοῦν» κλίσεις καί προτερήματα, πού διαφαίνονται. Τὸ ἀντίδοτον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Τό βρέφος καί τό νήπιο -εἶναι καί ἐπιστημονικά διαπιστωμένο- συσσωρεύει ἐμπειρίες καί πληροφορίες, χωρίς φυσικά νά μπορεῖ νά σκεφθεῖ καί κρίνει πάνω σ’ αὐτές. Ἒτσι δημιουργεῖται, σ’ αὐτή τήν ἡλικιακή φάση τό ὑποσυνείδητο τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τό ὁποῖο γνωρίζουμε πόσον οὐσιαστικό ρόλο παίζει στήν ψυχική ἐξέλιξή του. 
Ὃσο λιγότερες δυσάρεστες ἐμπειρίες ἒχει ὁ ἂνθρωπος σ’ αὐτή τήν ἡλικία, τόσο τό ὑποσυνείδητό του δέν εἶναι βεβαρυμένο καί ὁ ψυχικός του κόσμος ἀναδύεται ὑγιής. Ἀντίθετα τό βεβαρυμένο ὑποσυνείδητο ἐκδηλώνεται ἀργότερα ἀρνητικά μέ ἐλαφρότερες ἢ βαρύτερες ψυχικές διαταραχές. Ἡ Ἐκκλησία μας ὡς στοργική Μητέρα, ἰδιαίτερα σ’ αὐτή τήν ἡλικία, ἒρχεται νά «μπολιάσει» καί ἐνδυναμώσει μέ τή Θεία Χάρη τό παιδί, μέσῳ τῶν ἁγιαστικῶν πράξεων, ὃπως τοῦ Σαραντισμοῦ, τῆς Βάπτισης, τῆς Θείας Κοινωνίας, ὡς ἀντίδοτο στίς ἀρνητικές ἐπιδράσεις, πού καί ἀπό αὐτή τήν ἡλικία δέχεται. Στή βρεφική καί νηπιακή ἡλικία, ἰδιαιτέρως ἡ γιαγιά μπορεῖ νά ἀποβεῖ ὁ τελειότερος παιδαγωγός. Ἡ γιαγιά μέ τήν ψυχική της ἠρεμία, τήν πεῖρα τῶν χρόνων καί τό καταστάλαγμα ὡς πρός τό περιεχόμενο τῆς ζωῆς μέ ποιότητα, εἶναι ἱκανή νά τροφοδοτήσει τόν ἀναπτυσσόμενο ἂνθρωπο μέ ἀρχές καί ἀξίες, πού θά νοηματοδοτοῦν πλέον τήν ὑπόλοιπη ζωή του. Μέσα ἀπό τά νανουρίσματα, τά τραγούδια, τίς ἱστορικές διηγήσεις , μέ τίς παραβολές , ἢ μέ τίς ἀναφορές στή ζωή τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων, τό παιδί θά γνωρίσει σιγά-σιγά τά πρότυπα ἐκεῖνα, πού θά τό ἐνισχύουν ἀργότερα στόν ἀγώνα του γιά συνέπεια ζωῆς. 
Ὁ Γέροντας Φιλόθεος ἒλεγε, «ὃπως τό ἁπαλό κερί, πού τό πλάθεις, ὃπως θέλεις, καί δέχεται ὃ,τι σφραγίδα τοῦ θέσεις, ἒτσι καί τό μικρό παιδί, ὃ,τι μάθει ἀπό μικρό, αὐτό τοῦ μένει ἀνεξάλειπτο...». Καί αὐτό πιστοποιεῖται στά μαῦρα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς μας... ὁ παπούς καί ἡ γιαγιά γαλούχησαν τά μικρά παιδιά μέ τίς ἱστορίες τῶν ἡρώων μας, τά συναξάρια τῶν ἁγίων μας, μέ τούς Ψαλμούς καί τό «Χτωήχι», καί σμιλεύοντας μ’ αὐτά τίς παιδικές ψυχές, κατόρθωσαν μετά ἀπό 400 καί 500 χρόνια σκληρῆς σκλαβιᾶς, οἱ Ἓλληνες νά ξεσηκωθοῦν καί νά ἀγωνιστοῦν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερία». Ἡ ἁγιοπνευματικὴ διάστασις Μέσα σ’ αὐτό τό πνευματικό κλῖμα, ἡ οἰκογένεια ἀναπτύσσει καί τό θρησκευτικό συναίσθημα, πού ἢδη ἒχει ἀρχίσει νά ἀναδύεται. Καί αὐτό τό χρέος πρός τό ἀναπτυσσόμενο παιδί κατ’ ἐξοχή ἀναλαμβάνει ἡ γιαγιά καί ἡ μητέρα. Ὁ ἲδιος ὁ Κύριος, ὃταν οἱ Μαθητές ἐμπόδιζαν τίς μητέρες νά φέρουν τά παιδιά τους σ΄Ἐκεῖνον, Αὐτός «ἀγανάκτησε» καί εἶπε, ὃτι σ’ αὐτά ἀνήκει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί ὃτι, ὃποιος δέν δέχεται τή βασιλεία Του, ὃπως τό μικρό παιδί, δέν θά γίνει δεκτός σ’ αὐτήν· (Μαρκ. 10,13-16). Στή συνέχεια ἀφοῦ τά ἀγκάλιασε, τά εὐλόγησε. Δέν ἒμεινε δηλ. μόνο στή διδασκαλία, ἀλλά τά πλησίασε καί μέσῳ τῶν αἰσθήσεων. Μητέρα καί γιαγιά ἑπομένως μέσῳ καί αἰσθητῶν κινήσεων καί πραγμάτων μποροῦν νά μεταγγίζουν καί τή χριστιανική πίστη. Τό νήπιο π.χ. νά ἀγγίξει καί φιλήσει τήν εἰκόνα, τό βαφτιστικό του σταυρό, νά παρακολουθήσει τό ἂναμμα τοῦ καντηλιοῦ, νά ἀκούσει τίς ψαλμωδίες, νά συμμετέχει στήν πανηγυρική ἀτμόσφαιρα τῶν ἑορτῶν , κ.λπ. 
Ἒτσι προσφέρεται καί ἀναπτύσσεται σιγά-σιγά καί ἡ ἂλλη διάσταση στή ζωή τοῦ παιδιοῦ, ἡ ἁγιοπνευματική, ἡ ὁποία τοῦ χαράσσει πορεία ζωῆς καί τοῦ χαρίζει ἂγκυρα ἐλπίδας, στοιχεῖα τόσο σημαντικά καί εὐεργετικά στή ζωή τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Μέση καί ὂψιμη παιδική ἡλικία (6- 13 ἐτῶν). Χαρακτηριστικό τῆς ἡλικίας αὐτῆς ἡ ἔναρξη τῆς ἀπομάκρυνσης τοῦ παιδιοῦ ἀπό τό οἰκογενειακό περιβάλλον. Ἡ μετάβαση στό σχολεῖο, ἡ ἐπικοινωνία μέ τούς συμμαθητές, οἱ φίλοι πού ἐπιθυμεῖ συχνά νά βρίσκεται κοντά τους, τοῦ ἀνοίγουν ἓνα νέο ὁρίζοντα καί τοῦ προσφέρουν νέες ἐμπειρίες καί προκλήσεις. Ἡ παρουσία τοῦ παιδιοῦ στό σχολεῖο, ἡ προσαρμογή του στούς σχολικούς κανόνες, οἱ σχολικές ὑποχρεώσεις, ὃλα αὐτά διαφοροποιοῦν κατά πολύ τήν εἰκόνα καί τήν συμπεριφορά του ἀπό τήν προηγούμενη ἡλικιακή φάση. Τά ἀνοίγματα, φυσικά, ἀκόμη εἶναι μικρά. Γι’ αὐτό καί ἐξακολουθοῦν νά παιδαγωγοῦνται ἀπό τίς ἐμπειρίες πού προσλαμβάνουν κυρίως στό σπίτι. Ἡ εὐγένεια, ἡ καλοσύνη, ἡ εἰλικρίνεια καί συνέπεια τῶν γονέων, ἡ τρυφερότητα καί γλυκύτητα τῆς μητέρας, τό «γέμισμα» τῆς ἐλεύθερης ὣρας μέ τή χαρούμενη συντροφιά τῆς γιαγιᾶς, εἲτε μέ τόν περίπατο, εἲτε μέ τό διάβασμα καί τίς διηγήσεις ἐκείνης, εἲτε ἀκόμη καί μέ τήν παρακολούθηση μιᾶς παιδικῆς ἐκπομπῆς, πού ἐκείνη θά βρεῖ τήν εὐκαιρία νά ἀναδείξει ὃ,τι καλό προσφέρει καί νά ὑποδείξει τό ἀρνητικό, ὃλα αὐτά ἐπιδροῦν καί ἀφήνουν μιά εὐχάριστη γεύση, πού τά συνοδεύει γιά πάντα. Ἡ βάση τῆς σχέσης μητέρας-παιδιοῦ, γιαγιᾶς-παιδιοῦ, διαποτίζεται ἀπό ὑπεύθυνη καί σταθερή προσ - φορά ἀγάπης, πού περιλαμβάνει τόν σεβασμό καί τήν κατανόηση στήν προσωπικότητα τοῦ παιδιοῦ, καί δέν παρασύρεται σ’ ἓνα ἀθεμελίωτο συν αισθηματισμό. Ἡ γνήσια ἀγάπη, ἀπό τή μητέρα καί γιαγιά ὀφείλει νά συνοδεύεται ἀπό τήν ὑπευθυνότητα, ἡ ὁποία γνωρίζει νά λέει «ὂχι», καί νά ἀρνεῖται νά ἀνταποκριθεῖ σέ κάθε παιδική ἀπαίτηση. Τά δείγματα ἀγάπης, πού ἱκανοποιοῦν κάθε παιδική ἀπαίτηση, ἡ συν εχής ἱκανοποίηση τοῦ «θέλω» καί πολλά ἂλλα, ἒχουν ὡς ἀποτέλεσμα νά ἀναπτύσσεται ὁ ἐγωκεντρισμός τοῦ παιδιοῦ, καί νά διαμορφώνονται ἒτσι ἂτομα ἀπαιτητικά καί καταναλωτικά. Ὄχι εἰς τὴν μετάθεσιν τῶν ὑποχρεώσεων Ἐπίσης δέν θά πρέπει νά διευκολύνεται , πέραν τοῦ φυσικοῦ καί κανονικοῦ ἡ ζωή τοῦ παιδιοῦ. 
Ὃ,τι ἐκεῖνο μπορεῖ νά κάμει νά τό ἀφήνουμε νά τό φέρει σέ πέρας. Στίς σχολικές ὑποχρεώσεις του π.χ. μη- τέρα καί γιαγιά συμπαραστέκονται, δέν τό ἀντικαθιστοῦν. Ἡ διευκόλυνση καί ὑπεραπλούστευση τῆς ζωῆς του, λόγῳ τῆς βοήθειας τῶν μεγαλυτέρων, ὁδηγεῖ στήν μετάθεση τῶν ὑποχρεώσεών του, στή νωχέλεια καί διστακτικότητα στήν περαιτέρω ζωή του. Ἡ διεκδίκηση μόνο δικαιωμάτων καί διευκολύνσεων ἐκ μέρους τοῦ παιδιοῦ δημιουργεῖ τόν αὐριανό ἀπαιτητικό καί ἀνεύθυνο πολίτη. Οἱ παιδαγωγοί, καί ἐδῶ ἡ μητέρα καί γιαγιά, ὀφείλουν ἀνάλογα μέ τήν ψυχοσωματική ὡριμότητα τοῦ παιδιοῦ νά ἀναθέτουν καθήκοντα καί ὑποχρεώσεις, πού προκύπτουν μέσα στήν οἰκογένεια, ἀλλά καί στούς χώρους, πού δραστηριο- ποιεῖται. Ὁ μεγάλος παιδαγωγός ἃγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος προτρέπει σέ μιά ρεαλιστική καί ὠφέλιμη ἀγωγή: «Οὒτε τά ροῦχα του νά τοῦ φέρνει ἂλλος, οὒτε στό λουτρό νά περιμένει νά ὑπηρετηθεῖ ἀπό ἂλλον, ἀλλά ὃλα νά τά κάνει μόνο του· αὐτό καί δυνατό θά τό κάνει καί ταπεινό καί πρόσχαρο». Αὐτά ὃλα δέν σημαίνουν ὃτι θά χρησιμοποιεῖται ἀπό τούς μεγάλους ὁ αὐταρχισμός, ἀλλά μέ τίς ὑποδεί- ξεις, τά καλοπιάσματα, τή συζήτηση καί τήν ὑπογράμμιση τῆς ὠφελιμότητας καί χαρᾶς, πού θά δοκιμάζει, ὃταν ὁ ἲδιος θά δημιουργεῖ καί θά πετυχαίνει. Προπάντων μητέρα καί γιαγιά ὀφείλουν συχνά νά τοῦ ὑπενθυμίζουν ὃτι ὁ ἂνθρωπος δέν ἒχει μόνο δικαιώματα στή ζωή, ἀλλά ἒχει καί καθήκοντα καί ὑποχρεώσεις. Τότε ἡ καλή συνήθεια θά γίνει καί καλή δεύτερη φύση. Στό πλαίσιο τῆς ἂσκησης ἀγωγῆς ὑπάρχει καί ἡ παιδαγωγική μέθοδος τῆς τιμωρίας. Ὁ ἱ. Χρυσόστομος μᾶς ὐποδεικνύει τόν τρόπο: «Ἂν δεῖς, ὃτι παραβαίνει τήν ἐντολή σου, τιμώρησέ το, ἂλλοτε μέ ὓφος αὐστηρό, ἂλλοτε μέ λόγια πού μποροῦν νά πληγώσουν, ἂλλοτε μέ ἐπιτιμήσεις, καί ἂλλοτε πάλι κολάκευσέ το καί δός του ὑποσχέσεις». 
Φυσικά ἡ τιμωρία δέν ἐπιβάλλεται γιά ἐκδίκηση, ἀλλά καί αὐτή ὀφείλει νά εἶναι καρπός ἀγάπης καί ἐνδιαφέροντος, κάτι πού τό ὑποδεικνύουμε καί στό παιδί, ἐνῶ συγχρόνως τοῦ τονίζουμε ὃτι λειτουργοῦμε, ὃπως ὁ γιατρός, πού καταπολεμᾶ τήν ἀρρώστια, φροντίζει ὃμως καί ἀγαπᾶ τόν ἂρρωστο. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας Ἐφηβεία (13-16 ἐτῶν). Ἡ πιό δύσκολη ἡλικιακή φάση. Πολλές ψυχοσωματικές ἀλλαγές συμβαίνουν σέ σύντομο χρονικό διάστημα. Ὁ ἲδιος ὁ ἒφηβος ἐντοπίζοντας τίς ραγδαῖες ἀλλαγές στόν ἑαυτό του, πού εἶναι σωματικές καί ψυχικές, ζεῖ ἒντονες καταστάσεις ἀμφιθυμίας. Πότε εἶναι αἰσιόδοξος, χαρούμενος, δυναμικός, ἀλλά καί πολύ σύντομα ἀλλάζει, δείχνει ἀδιάφορος, ἀμήχανος, ἀπαισιόδοξος, ἀπορριπτικός, ἀρνεῖται νά δώσει ἀγάπη, ἀλλά καί γρήγορα μεταβάλλει διαθέσεις, γίνεται ἐκδηλωτικός, τρυφερός, εὐγενικός, καλωσυνᾶτος. Ἡ εὐχάριστη αἲσθηση νά ζήσει ἀνεξάρτητος τόν ἐνθουσιάζει, ἀλλά καί ἡ εὐθύνη τῆς ἐλευθερίας, ἡ ἀνάληψη ὑποχρεώσεων καί εὐθυνῶν ἐκ μέ- ρους του τόν τρομάζει. Σ’ αὐτές τίς ἀντιφατικές συμπεριφορές καί ἀπειλές τοῦ ἐφήβου χρειάζεται ἐκ μέρους τῶν παιδαγωγῶν, νά ὁπλιστοῦν μέ πολλή ὑπομονή, ταπείνωση, ἀνεξικακία καί εὐελιξία στό χειρισμό τῶν κρίσεων. Ὂχι, φυσικά, χρήση βίας. Ὁ ἱ. Χρυσόστομος συνιστᾶ: Θά πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε μέ τήν ἀνοχή καί τήν ὑπομονή, μέ τήν πειθώ καί τήν ἐπι- είκεια. Ἀλλά καί ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελίου δίνει περιθώρια καί γιά ἂλλη μορφή γονεϊκῆς συμπεριφορᾶς: τοῦ σεβασμοῦ δηλ. τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου. Στήν ἐπιμονή τοῦ Νέου, ἂς τόν ἀφήσουμε «νά πάθει, γιά νά μάθει», ὃπως ὑποδεικνύεται στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου. Μόνο, πού θά παρέχουμε πολλά δείγματα, ὃτι ἡ γονεϊκή ἀγάπη παραμένει ἀμείωτη, καί ὃτι πάντοτε ἡ «ἐπιστροφή» εἶναι καλοδεχούμενη καί ἰδιαίτερη εὐλογία. Στήν Ἐφηβεία ἀναδύονται ἒντονες ἀμφιβολίες, ἀλλά καί σύγχυση ἐσωτερική, πού σχετίζεται μέ τήν θρησκευτικότητα. Ὃ,τι χριστιανικό εἶχε παραλάβει ὁ Νέος ἁπλά ὡς παιδί, στήν ἐφηβεία τό ἀμφισβητεῖ ἢ καί τό ἀπορρίπτει. Ἡ συμμετοχή του στή Λατρεία περιορίζεται. Αὐτό δέν σημαίνει ἀπιστία, ἀλλά μιά ἀνακατάταξη κι’ ἕνα βασανισμό τοῦ «πιστεύω» του –καί εἶναι φυσιολογικό. Καί ἐδῶ χρειάζεται πολλή τέχνη ἀπό τή μητέρα καί γιαγιά, ὣστε μέ τήν ὑπομονή καί ἀνεκτικότητα, μέ τόν σεβασμό τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καί τήν ἒλλειψη αὐταρχικότητας, προπάντων δέ μέ τόν διάλογο, τό παράδειγμα καί τή θερμή προσευχή νά ἐπιτύχουμε τό καλύτερο. Στά θέματα τῆς πίστεως δέν χωρεῖ ἐξαναγκασμός. «Εἲ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» (Ματθ. 16,24), ἡ δέ θρησκευτική ζωή δέν ἀναπτύσσεται τόσο μέ τή διδασκαλία, ὃσο μέ τήν ἐπίδραση ζωντανῶν θρησκευτικῶν προσωπικοτήτων.
 Ὁ Μ. Βασίλειος μέ πολλή σεβασμό καί εὐγνωμοσύνη ἀναφέρεται στή για- γιά του Μακρίνα καί στή μητέρα του Ἐμμέλεια, εὐγνωμονώντας τες γιά τή βαθειά πίστη, πού τοῦ ἐνέπνευσαν μέσῳ τῆς δικῆς τους πίστης καί ζωῆς. Τό ἲδιο καί ὁ ἃγιος Νεκτάριος θυμᾶται τήν ζωντανή πίστη τῆς γιαγιᾶς του, πού τόν ἐνέπνεε. Ὁ Πάγκαλος  Ἰωσήφ Στήν πρόκληση τοῦ πανσεξουαλισμοῦ πού ὁπωσδήποτε ταλανίζει καί τούς ἐφήβους μας, Μητέρα καί Γιαγιά ὀφείλουν νά βρίσκουν εὐκαιρίες, γιά νά ὑποδεικνύουν τήν ὀμορφιά τῆς ἀγαπητικῆς συνάντη- σης τῶν δύο φύλων, ἀλλά νά ὑποδεικνύουν ὃτι αὐτή θά πρέπει νά πραγματωθεῖ μέσα στήν βιολογική, ψυχική καί πνευματική ὡριμότητα τῶν Νέων. Διότι ὃπως, ὃταν κόβεται ἓνας ἂγουρος καρπός, δέν τρώγεται καί πετιέται, πολλές φορές δέ εἶναι καί ἐπικίνδυνος, κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί μέ τήν πρόωρη καί ἀπροϋπόθετη ψυχοσωματική αὐτή ἓνωση. Παράδειγμα ἐγκράτειας καί σωφροσύνης ὁ Πάγκαλος Ἰωσήφ. Ἡ οὐσιαστική χρησιμοποίηση τοῦ ἐλεύθερου χρόνου τοῦ Ἐφήβου μέ σημαντικές δραστηριότητες, ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἐργατικότητας καί ὑπευθυνότητας, θά πρέπει νά ὑποδεικνύεται ἀπό τή Μητέρα καί Γιαγιά. Στό τέλος ὃλα αὐτά θά ἱκανοποιοῦν τό Νέο καί θά τοῦ προσφέρουν διέξοδο στά ἀδιέξοδά του. Συμπερασματικά οἱ γονεῖς καί παιδαγωγοί ὀφείλουν μέ τή δική τους παραδειγματική ζωή νά ἐμπνέουν στούς Νέους ἐνθουσιασμό γιά τή ζωή, πού ἒχει πληρότητα καί ποιότητα. 
Ὁ γογγυσμός, ἡ πικρή ἀγανάκτηση καί ἡ ἀπόρριψη τῶν παιδιῶν, πού παρεκτρέπονται, δείχνουν ἒλλειψη ἐλπίδας καί ἀπομακρύνουν περισσότερο τά παιδιά ἀπό τούς παιδαγωγούς τους. Καί ἂς μή ξεχνᾶμε ὃτι οἱ προσευχές καί τά δάκρυα τῆς ἁγίας Μόνικας, μετέστρεψαν τόν ἂσωτο γιό της Αὐγουστῖνο σέ ἃγιο... καί ὃτι τά δάκρυα τῶν φυσικῶν παιδαγωγῶν , τῆς Μητέρας δηλ. καί τῆς Γιαγιᾶς, γιά τά παιδιά τους, πού ἀπομακρύνονται ἀπό τήν Παναλήθεια-Χριστό, μετατρέπονται σέ θεραπευτικά φάρμακα. Γιατί εἶναι δύσκολο στό Νέο νά λησμονήσει τά δάκρυα τῆς Μάνας καί Γιαγιᾶς, πού προέρχονται ἀπό τή δική του ἀνάρμοστη συμπεριφορά.

* Ὁμιλία εἰς τὴν αἴθουσαν τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγ. Νεκταρίου τῆς Π.Ο.Ε., εἰς τὴν Ν. Ἐρυθραίαν, Κυριακὴ 5.10.2014.

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2021

Πως να μην αγαπάς τις ευλογημένες αυτές γιαγιάδες;...


 Μπορεί να είναι εικόνα φαγητό και εσωτερικός χώρος

~ Μιά φορά ήταν μιά γριά καί κάθε πρωΐ έβγαινε στός δάσος καί μάζευε ξύλα γιά τή φωτιά της καί χορταράκια, γιά νά φάει.
Καθώς εγύριζε μιά μέρα φορτωμένη στόν ώμο τά ξύλα καί στήν ποδιά της τά χόρτα, στό δρόμο συναντάει τόν χάροντα.
-Γειά καί χαρά σου, χάροντα, τοϋ λέει, γιά ποιόν μέ τό καλό;
-Γιά του λόγου σου θειά, τής λέει ό χάροντας. Αντε, ετοιμάσου νά σέ πάρω.
-Τώρα, τοϋ λέει, νά πάω σπίτι νά ξεφορτωθώ καί νά ετοιμασθώ. Καί γιά νάχω καλό ρώτημα, σάν πώς θέλεις νά ετοιμασθώ;
– Οπως θέλεις εσύ, άπαντάει ό χάροντας.
Τότε ή γριά πηγαίνει στό σπίτι, άνάβει τό τζάκι καί βάζει νά βράσει τά χόρτα. Υστερα έπιασε νά ζημώσει ψωμιά, έφτιαξε καί κουλούρια γιά συγχώρεση. Υστερα έστρωσε τραπέζι καί περίμενε νά ψηθοϋν τά ψωμιά. Τότε παρουσιάσθηκε o χάροντας καί τή ρωτάει:
-Ε, ετοιμάστηκες θειά;
-Περιμένω γιέ μου νά βράσουν τά χόρτα, νά ξεφουρνίσω τό ψωμί καί νά φαμε. Δέν κάθεσαι καί του λόγου σου νά φας μαζί μου;
-Μά δέν μ’ έχεις κακία θειά, πού θά σου πάρω τήν ψυχή;
-Μπά, γιατί νά σού΄χω κακία. Όπου τήν πας τήν ψυχή μου, θάρχομαι κι εγώ μαζί. -Καί τό κορμάκι σου, που θά τάφήσεις εδώ; ξαναρωτάει ό χάροντας.
-Ε, αυτό είναι δική μου υπόθεση, απαντάει ή γριά. Εγώ θά τό παραδώσω στόν Θεό καί θά μου τό φυλάει. Είδες πού βάζομε σταυρό πάνω απ’ τά μνήματα;
Απάνω στήν ώρα έβρασαν καί τά χόρτα, μύρισε καί τό ψωμί στό φουρνο καί ή γριά κατέβασε τό φαΐ, ξεφούρνισε κι έβαλε στό τραπέζι δυό πιάτα χόρτα καί κάμποσες φέτες ψωμί.
Ό χάροντας όμως φαίνονταν στενοχωρημένος καί δέν ήθελε νά φάει.
–Δέν μου κάνει κέφι νά παίρνω ανθρώπους, πού δέν κλαίνε, λέει στή γριά.
-Καί δεν μου λές κι εμένα τό λόγο; λέει ή γριά.
-Τί σημασία έχει άν κλαίνε ή όχι; «Οταν κλαίνε καί θρηνουνε, μόνο τότε είναι δικοί μου καί τούς πάω στήν κόλαση. Οταν είναι ευχαριστημένοι καί ήσυχοι, μου τούς παίρνει o Θεός καί τούς πάει ίσια στόν Παράδεισο.
-Γι’ αυτό κι έχεις κακό όνομα, του λέει ή γριά. Φάε λίγο νά ζεσταθεί ή ψυχή σου, νά κάνεις τό σταυρό σου, μήπως καί πάψεις νά κολάζεις τόν κόσμο. Τότε o χάροντας έσκασε απ’ τό κακό του, πετιέται επάνω καί φεύγει λέγοντας.
-‘Εσένα έτσι κι έτσι χαμένη σ’ έχω. Τί κάθομαι καί χασομερώ μαζί σου.
Ετσι έφυγε o χάροντας κι ή γριά ζει ακόμα καί ποιος ξέρει πόσο ακόμα θά ζει καί θά ‘ναι καί ευχαριστημένη καί καλόγνωμη.
ΠΗΓΗ.ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Ἡ «ἄγνωστη» δεξιά ἡρωίδα τῆς Ἀντιστάσεως πού ἐπέστρεψε τό παράσημο Στούς Ἄγγλους

 ἐπειδή κρέμασαν τούς Καραολῆ-Δημητρίου – Τήν τελευταία στιγμή γλύτωσε τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα τῶν Γερμανῶν.

Η ΣΥΛΒΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ – ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΟΥ, ἡ «Πάτ» τῆς Ἐθνικῆς Ἀντιστάσεως, ἔφυγε χθές ἀπό τήν ζωή σέ ἡλικία 98 ἐτῶν. Τό ἄγγελμα τοῦ θανάτου τῆς σημαντικῆς αὐτῆς προσωπικότητος τῆς νεωτέρας ἱστορίας μας ὁδηγεῖ συνειρμικῶς στήν πικρή διαπίστωση, ὅτι ἡ ἐποχή τῶν ἡρωικῶν κατορθωμάτων παρέρχεται ἀνεπιστρεπτί. Ἡ Ἑλλάς ἦταν πράγματι παροῦσα σέ ὅλα σχεδόν τά μέτωπα τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονος. Ἀλλά οἱ πατριῶτες πού ἐπετέλεσαν τίς σημαντικώτερες πράξεις ἡρωισμοῦ καί αὐτοθυσίας, πού πράγματι ἔπληξαν καίρια τούς Γερμανούς –εἰδικῶς οἱ προερχόμενοι ἀπό τήν μεγάλη κεντροδεξιά παράταξη, εἶναι στίς ἡμέρες μας οἱ πλέον ἄγνωστοι. Πολλές φορές καί ἀπό δική τους ἐπιλογή. Καθώς οἱ δεξιοί πατριῶτες ὅπως ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου, ἡ Λέλα Καραγιάννη, ὁ Κώστας Περρίκος, ὁ Χριστόδουλος Τσιγάντες, ὁ Γκέρζυ Ἰβάνωφ, ἡ Μαρία Παπαδάκη, δέν διενοήθησαν ποτέ νά καπηλευθοῦν τούς ἐθνικούς ἀγῶνες ὅπως πράττει συνήθως ἡ Ἀριστερά. Γι’ αὐτό ἄλλως τε ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου ἐπέστρεψε τό παράσημο πού ἠθέλησαν νά τῆς ἀπονείμουν οἱ Ἄγγλοι, ἐπειδή ἔσωσε τήν ζωή Ἄγγλων στρατιωτῶν στήν Κατοχή. Γι’ αὐτό ἐδέχθη μόνο τόν Μεγαλόσταυρο τοῦ Τάγματος τῆς Τιμῆς πού τῆς ἀπένειμε ἡ πατρίς της, ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία. Ἡ κρυφή δρᾶσις τῆς Σύλβιας Ἰωαννίδου ἀνεδείχθη πρό τεσσάρων ἐτῶν σέ ἐκδήλωση τῆς Παναθηναϊκῆς Ὀργανώσεως Γυναικῶν καί τοῦ Συνδέσμου 74 στήν αἴθουσα τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου «Παρνασσός», τήν ὁποία εἶχε συντονίσει ὁ Διευθυντής τῆς «Ἑστίας» Μανώλης Κοττάκης.

Μαθήτρια ἀκόμη, ἡ ἐκλιποῦσα ἐνετάχθη στήν «Δύναμη 133», τό δίκτυο τῶν Ἄγγλων πού φυγάδευε ἀνθρώπους ἀπό τά ἐδάφη πού κατεῖχαν οἱ Γερμανοί. Μέ ἕνα αὐτοκίνητο «Μόρρις» παραχωρημένο ἀπό τόν Πρωθυπουργό Ἰωάννη Ράλλη καί πλαστά χαρτιά ἰδιοκτησίας ἀπό μία ἀνύπαρκτη γερμανική ἑταιρεία, ἡ Πάτ ἔκρυβε καί διεκινοῦσε κυνηγημένους, μέχρις ὅτου ἡ ἴδια συνελήφθη γιά νά γλυτώσει ὁριακῶς τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα.

Γιά τήν δράση της ἐτιμήθη μέ τό δεύτερο τῇ τάξει βρεταννικό παράσημο, τόν Σταυρό τοῦ Γεωργίου. Τό ἐπέστρεψε λίγα χρόνια ἀργότερα διαμαρτυρομένη γιά τούς ἀπαγχονισμούς Κυπρίων ἀγωνιστῶν ἀπό τούς Ἄγγλους. Ἡ ἴδια διηγήθη σχετικῶς πρός τό ἐπεισόδιο αὐτό: «Ὁ πρέσβυς ὁ Ἄγγλος ἔμεινε ἄναυδος καί μέ παίρνει τηλέφωνο. Ξέρεις, λέει, αὐτό ἦταν τῆς στιγμῆς. Ἐγώ τό κρατάω. Θά τό μετανιώσεις κάποτε. Ἔλα νά τό πάρεις. Τοῦ λέω ἐγώ εἶμαι Ἑλληνίδα. Ὅταν κάνω κάτι, τό κάνω. Ὅτι κρεμάσατε δύο παιδιά, Καραολῆ καί Δημητρίου, στό ἄνθος τῆς νιότης τους, αὐτό γιά μένα ἤτανε ἔγκλημα. Κι ἐγώ μέ ἐγκληματίες δέν κάνω δουλειά. Δέν εἶπε τίποτα βέβαια».

Ἀργότερα, στήν ἐκδήλωση πού ἔγινε πρός τιμήν της στήν Ἀθήνα μέ πρωτοβουλία τῆς Προέδρου τῆς Παναθηναϊκῆς Μαρίας Γιαννίρη, παρόντος τοῦ πρώην Πρωθυπουργοῦ Κώστα Καραμανλῆ καί τοῦ πρέσβεως Παύλου Ἀποστολίδη, ἡ πρώην Πρόεδρος τῆς Βουλῆς Ἄννα Ψαρούδα-Μπενάκη τήν περιέγραψε ἁπλά καί περιεκτικά μέ τά ἀκόλουθα λόγια: «Εἶναι μία γυναίκα, μεταξύ πολλῶν πού παραμένουν ἀνώνυμες, πού δέν διαλάλησε ἤ διεκδίκησε δάφνες γιά τήν ἀντιστασιακή της δράση».

Γιά τήν δράση αὐτή θά ἀφήσουμε τήν ἴδια νά μιλήσει, δανειζόμενοι περικοπές ἀπό τήν ἐκπομπή «Μηχανή τοῦ Χρόνου» ὅπου πρό ἐτῶν εἶχε μιλήσει:

«Ἀγαποῦσα πολύ τόν τόπο μου καί ἤθελα πάντοτε νά προσφέρω. Ὅταν μπῆκαν οἱ Γερμανοί ἐπιτάξανε τό Ἀρσάκειο καί τό ἔκαναν νοσοκομεῖο. Ἀνέβαινα καί κατέβαινα ἀπό τό σπίτι μέ τά πόδια. Ἤμουν στήν τελευταία τάξη, ἕκτη γυμνασίου. Εἶχα ἀποφασίσει νά πάω στό βουνό. Οἱ γονεῖς μου δέν τό εὐχαριστήθηκαν καί πολύ. Μιά μέρα ἦρθε ἀπό τήν Αἴγυπτο κάποιος νά μᾶς φέρει νέα τῆς ἀδελφῆς μου –πού στό μεταξύ εἶχε φύγει– καί τοῦ εἶπα: Θέλω νά βγῶ στό βουνό. Μοῦ λέει: Δέν εἶναι γιά σένα τό βουνό, ἔλα μαζί μας. Ἔτσι μπῆκα στήν Force 133, πού ἦταν μιά ὑπηρεσία τῶν Ἄγγλων γιά νά φυγαδεύει κόσμο ἀπό τά ἐδάφη πού εἶχαν καταλάβει οἱ Γερμανοί. Ἔτσι ἄρχισε ἡ δράση μου».

Καί συνεχίζει: «Δουλειά μου ἦταν νά κρύβω Ἐγγλέζους ἀξιωματικούς ἤ στρατιῶτες, ἀλλά καί Ἕλληνες μέχρι νά μπορέσει ἡ ὀργάνωση νά τούς φυγαδεύσει στήν Αἴγυπτο. Εἴχαμε νοικιάσει διάφορα διαμερίσματα στό κέντρο τῆς Ἀθήνας μέ ψεύτικα ὀνόματα. Μοῦ ἔδωσαν τό κωδικό ὄνομα Πάτ. Ἤμουν ἡ Πάτ, ἄν καί ποτέ δέν τό παραδέχτηκα ὅταν μέ συνέλαβαν τελικά. Ὁδηγοῦσα ἕνα “μορισάκι” πού μᾶς εἶχε παραχωρήσει ὁ τότε Πρωθυπουργός Ράλλης. Μᾶς εἶχε δώσει γερμανικά ἔγγραφα, ὅτι τάχα ἀνήκει σέ κάποια γερμανική ἑταιρεία κι ἔτσι κυκλοφορούσαμε καί περνάγαμε τούς ἐλέγχους. Ἐκτός ἀπό τά διαμερίσματα πού κρύβαμε ὅσους ἦταν κυνηγημένοι, εἴχαμε καί μία, δύο σπηλιές κάπου στά Κιούρκα πού ἔφταναν καί κρύβονταν κάποιοι πρίν ἔρθουν στήν Ἀθήνα καί ἕνα διαμέρισμα στά Πετράλωνα πού ἦταν κάτι σάν πυριτιδαποθήκη. Μάλιστα εἴχαμε γιά φύλακα τόν Καρπόζηλο πού κάπνιζε πολύ καί ὅλο τοῦ ἔλεγα: Πρόσεχε γιατί θά γίνει κανά μπάμ καί θά γίνουν ἄνω-κάτω τά Πετράλωνα. Μάλιστα μέ τό αὐτοκίνητο πολλές φορές χρειάστηκε νά μεταφέρω ἐκρηκτικά πού προορίζονταν γιά κάποια ἐπιχείρηση. Ὁ φόβος καί οἱ προδότες τῆς “διπλανῆς πόρτας” –νά πῶ ὅτι δέ φοβόμουν, θά ἤμουν ἀνόητη. Βεβαίως καί φοβόμουν. Πιό πολύ φοβόμουν τούς δικούς μας ἀνθρώπους. Οἱ προδότες κυκλοφοροῦσαν παντοῦ. Εἶχα μιά συμμαθήτρια, ἡ μάνα της ἦταν Ρωσσίδα καί μένανε στό Ψυχικό. Τό σχολεῖο μας ἦταν πίσω ἀπό τό σπίτι τους καί κάθε πρωί πήγαινα, ἔπαιρνα τή φίλη μου καί πηγαίναμε στό μάθημα. Μιά μέρα μοῦ λέει: Μπές μέσα νά φᾶμε κάτι. Ἐκείνη τήν ἐποχή τό νά φᾶς κάτι δέν ἦταν αὐτονόητο. Μπῆκα, εἶχε κάνει μπισκότα. Φάγαμε τά μπισκότα, ἤπιαμε ζεστό τσάι καί φύγαμε γιά τό σχολεῖο. Πολλοί μοῦ λέγανε: Πρόσεχέ την, εἶναι ἄνθρωπος τῶν Γερμανῶν. Δέν μποροῦσα ὅμως νά τό πιστέψω. Ὅταν μέ πιάσανε οἱ Γερμανοί καί μέ πήγανε στή Γκεχέραλντ Φέλτ Πολιτσάι καί ἀνεβήκαμε τίς σκάλες γιά νά πάω στό τρίτο πάτωμα, ἦταν ἀνοιχτή ἡ πόρτα ἑνός γραφείου καί τήν βλέπω, τήν μάνα τῆς φίλης μου, καθισμένη ἐκεῖ μέ ἕνα τσιγάρο νά καπνίζει. Καί λέω νά ’τα. Αὐτή ἤτανε καί εἴχανε δίκιο οἱ ἄνθρωποι πού μοῦ τό λέγανε».

Στήν φυλακή παρέμεινε ἔχουσα παρά λίγο γλυτώσει τήν ἐκτέλεση πρός τήν ὁποία ἐβάδισε μαζί μέ τήν Λέλα Καραγιάννη. Αὐτή ἦταν ἡ Σύλβια Ἰωαννίδου, ἡ ὁποία μετά τήν ἀπελευθέρωση ἔφυγε κυνηγημένη ἀπό τόν ΕΛΑΣ καί παρέμεινε δέκα μῆνες στό Κάιρο.

Ἐνεργός στήν πολιτική ζωή τῆς χώρας παρέμεινε μέχρι τό τέλος. Ὑπῆρξε μάλιστα ἐκ τῶν ἱδρυτικῶν μελῶν τοῦ κόμματος τῆς Νέας Δημοκρατίας.

Κεντρικό ἄρθρο ἐφημερίδος “ΕΣΤΙΑ”, Τρ. 21 Σεπτεμβρίου 2021, φ. 42.066, σελ. 1, 3

 (ἀναδημ. στήν ἡλεκτρονική ἔκδοση 22/9/2021).


Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2021

Η αγία Σοφία και οι αγίες κόρες της Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη




Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΙΕΣ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ, ΠΙΣΤΙΣ, ΕΛΠΙΣ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ
        Η οικογένεια αποτελεί πρώτιστη αξία για την χριστιανική μας πίστη, η οποία χαρακτηριζόταν στην αρχαία εποχή ως «κατ οίκον εκκλησία». Μια από αυτές τις άγιες οικογένειες υπήρξε και αυτή της αγίας Σοφίας και των θυγατέρων της, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.

      Έζησαν τον 2ο μ. Χ. αιώνα, όταν βασίλευε στη Ρώμη ο ειδωλολάτρης και έκφυλος αυτοκράτορας Αδριανός (117-138). Κατάγονταν από την Ιταλία. Η Σοφία είχε ευγενή καταγωγή. Χήρεψε πολύ νέα, μένοντας με τις τρεις θυγατέρες της. Ζούσε ενάρετη και αγνή ζωή, μεγαλώνοντας τα τρία βλαστάρια της ως αληθινές Χριστιανές κόρες, διαφέροντας από τις κόρες των ειδωλολατρών, τις οποίες μεγάλωναν μέσα στην ακολασία, που υπαγόρευε η λατρεία των ανήθικων «θεών» τους. Τους έδωσε, όχι τυχαία, τα ονόματα των τριών κορυφαίων χριστιανικών αρετών, που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, «νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη» (Α΄ Κορ.13,13).    
      Για κάποιο λόγο αναγκάστηκε να μεταβεί μαζί με τις κόρες της να ζήσει στη Ρώμη, στη μεγάλη πόλη, όπου κυριαρχούσε η πιο χυδαία μορφή της ειδωλολατρίας και άκμαζε η ακολασία, όπου συνέχιζαν να βιώνουν με ακρίβεια τη χριστιανική ζωή, χωρίς να τις αγγίζει η ηθική κατάπτωση των ειδωλολατρών. Προσπαθούσαν δε να δείχνουν με το παράδειγμά τους τη νέα εν Χριστώ ζωή. Οι ειδωλολάτρες όμως ρωμαίοι, οι οποίοι μισούσαν θανάσιμα τους Χριστιανούς τις κατάγγειλαν στις αρχές ότι δεν τιμούν τους «θεούς» της αυτοκρατορίας και δεν συμμετέχουν στην καθιερωμένη θυσία προς τιμήν του «θεού» αυτοκράτορα. Αυτό άλλωστε σήμαινε για τους ρωμαϊκούς νόμους με έσχατη προδοσία και τιμωρούνταν με θάνατο, αν δεν άλλαζαν γνώμη.
     Ο Αντίοχος, διοικητής της Ρώμης, ενημέρωσε τον Αδριανό, ότι η πατρικία Σοφία, μαζί με τις τρεις κόρες της είναι Χριστιανές. Ο αυτοκράτορας διέταξε να τις συλλάβουν και να τις οδηγήσουν δέσμιες μπροστά του. Προσπάθησε με κολακείες να τις μεταπείσει να αρνηθούν την πίστη τους και να θυσιάσουν στα είδωλα. Κατόπιν τις ξεχώρισε, φυλάκισε χωριστά τη μητέρα από τις κόρες της, ώστε να μη μπορούν να ενθαρρύνονται μεταξύ τους. Όμως η Σοφία βρήκε τον τρόπο και επικοινώνησε με τις κόρες της, στις οποίες σύστησε εμμονή στην πίστη τους με κάθε τίμημα. Εκείνες απάντησαν στη μητέρα τους ότι δεν πρόκειται να προδώσουν την πίστη τους στο Χριστό, αψηφώντας ακόμα και τις απειλές των φρικτών μαρτυρίων και του θανάτου. Ας σημειωθεί πως η Πίστις ήταν δώδεκα χρονών, η Ελπίδα δέκα και η Αγάπη εννέα! 
      Ο δικαστής, με κολακείες και απειλές προσπαθούσε να μεταπείσει τις αγνές Χριστιανές κόρες να θυσιάσουν στα είδωλα. Αλλά εκείνες με ένα στόμα του απαντούσαν ότι ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής τους και πως δεν είχαν σκοπό να προδώσουν την αγάπη τους και την πίστη τους για Εκείνον. Εκείνος, ενώ θαύμασε το ηρωικό φρόνημα των τριών ανήλικων κοριτσιών, γέμισε με οργή την ψυχή του. Αποφάσισε να τις χωρίσει, φυλακίζοντάς τες σε ξεχωριστά κελιά, ελπίζοντας πως θα μπορούσε ευκολότερα θα τους άλλαζε γνώμη.
       Τότε ξεκίνησαν τα μαρτύρια. Άρχισαν από την Πίστη. Την οδήγησαν μπροστά του, παροτρύνοντάς την να θυσιάσει στη «θεά» Αρτέμιδα, όπως έκαναν οι παρθένες των ειδωλολατρών. Εκείνη αρνήθηκε και γι’ αυτό την παρέδωσε στους βασανιστές της. Την έγδυσαν και την μαστίγωσαν μέχρι λιποθυμίας. Τις έκοψαν τα στήθη, αλλά αντί να τρέξει αίμα έτρεξε γάλα! Την ξάπλωσαν σε πυρακτωμένη σχάρα και ενώ το άγουρο σώμα της βασανιζόταν, εκείνη υμνούσε το Θεό. Μετά την έριξαν σε πυρακτωμένο καζάνι με πίσσα, όμως διασώθηκε θαυματουργικά, προκαλώντας το θαυμασμό των δημίων της. Στο τέλος την αποκεφάλισαν.
       Ύστερα έφεραν μπροστά του την Ελπίδα, την οποία προέτρεψε να θυσιάσει στην Αρτέμιδα. Εκείνη αρνήθηκε με θάρρος και στηλίτευσε την τακτική τους να της ζητούν να πράξει αντίθετα με την πίστη της. Την υπέβαλλαν στα μαρτύρια. Αφού την έγδυσαν την μαστίγωσαν άγρια με βούνευρα. Μετά την έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι, όμως ο Θεός τη διέσωσε για να δείξει στους ειδωλολάτρες τη δύναμή Του. Τη συνέχεια την κρέμασαν σε ξύλο και τις ξέσχιζαν τις παιδικές σάρκες της με σιδερένια νύχια και στη συνέχεια την έριξαν σε κοχλάζουσα πίσσα. Ο Θεός και πάλι τη διέσωσε προς καταισχύνη των βασανιστών της. Εκείνοι εξοργισμένοι της απέκοψαν το κεφάλι.
       Κατόπιν ήρθε η σειρά της εννιάχρονης Αγάπης. Πίστευαν πως το μαρτύριο και ο θάνατος των αδελφών της θα ήταν αρκετό να κάμψει την παιδική της ψυχή και να θυσιάσει στην απαίσια «θεά». Όμως και εκείνη ομολόγησε με περισσό θάρρος την πίστη της στο Χριστό και αποζήτησε το μαρτύριο να πάει να συναντήσει τις άγιες και ηρωικές αδελφές της στον ουρανό. Τότε οι δήμιοι την κρέμασαν και της τέντωσαν τα παιδικά της μέλη, ώστε έσπασαν οι αρθρώσεις των οστών της. Μετά την οδήγησαν και αυτή στο πυρακτωμένο καμίνι. Όταν έφτασαν εκεί η ηρωική κόρη πήδησε μόνη της στις θεριεμένες φλόγες. Αλλά έγινε και πάλι το θαύμα, οι φλόγες δεν την άγγιξαν! Οι φλόγες μάλιστα έφυγαν από το καμίνι, πέφτοντας επάνω στους ειδωλολάτρες, κατακαίοντας πολλούς! Στο τέλος την αποκεφάλισαν και αυτή, ολοκληρώνοντας την τριπλή θυσία.
      Η μητέρα τους Σοφία αφέθηκε να πλησιάσει τα ιερά λείψανα των ηρωικών θυγατέρων της. Τα αγκάλισε, τα καταφίλησε με δάκρυα, ευχαριστώντας το Θεό που τα άγια βλαστάρια της δεν πρόδωσαν το Χριστό και αξιώθηκε η ίδια να γίνει μητέρα Μαρτύρων. Ύστερα τα μύρωσε και στη συνέχεια τα έθαψε με τιμές σε κοντινό μυστικό ναΐσκο. Ύστερα από τρεις ημέρες, και ενώ προσευχόταν πάνω από τους τάφους των Μαρτύρων θυγατέρων της, παρακαλούσε το Θεό να την πάρει από αυτό τον κόσμο και να την οδηγήσει κοντά στις κόρες της. Ο Θεός εισάκουσε την προσευχή της και ξεψύχησε την ίδια στιγμή. Η ιερή τους μνήμη εορτάζεται στις 17 Σεπτεμβρίου.     
πηγη.ΑΚΤΙΝΕΣ