Κυριακή 22 Μαΐου 2016

ΔΙΚΑΙΗ ΔΕΒΒΩΡΑ Η ΚΡΙΤΗΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ ΚΑΙ ΠΡΟΦΗΤΙΣΣΑ



site analysis
. ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ.

Η Δεββώρα ήταν προφήτισσα και Κριτής του λαού Ισραήλ. Ήταν σύζυγος του Λαφιδώθ (Κριταί 4,4). Κατοικούσε στα όρια του όρους Εφραίμ, μεταξύ Ραμά και Βαιθήλ. Εκεί κάτω από έναν φοίνικα έκρινε και δίκαζε τις διαφορές που είχε ο λαός μεταξύ του (Κριταί 4,5). Σε μια εποχή σύγχυσης και απόγνωσης του λαού υπήρξε "μητέρα για το Ισραήλ" (Κριταί 5,7). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των χρονολογιών της Παλαιάς Διαθήκης ο Δεββώρα και ο Βαράκ θα πρέπει να κυβέρνησαν τους Ισραηλίτες περίπου το 1261-1222 π.Χ. για 40 χρόνια (Κριταί 5,31).

Όταν πέθανε ο Αώδ, οι Ισραηλίτες δυσαρέστησαν πάλι με τις πράξεις τους τον Κύριο. Και ο Κύριος τους παρέδωσε στον Ιαβίν, έναν Χαναναίο βασιλιά, που βασίλευε στην Ασώρ. Αρχηγός του στρατού των Χαναναίων ήταν ο Σισάρα (Σίσερα), που κατοικούσε στην Αρισώθ, που βρισκόταν στην περιοχή που ονομαζόταν Χώρα των Εθνών. Αυτός είχε εννιακόσιες σιδερένιες άμαξες και καταπίεζε σκληρά τους Ισραηλίτες είκοσι ολόκληρα χρόνια. Έτσι οι Ισραηλίτες επικαλέστηκαν τον Κύριο να τους ελευθερώσει (Κριταί 4,1-3).

Εκείνο τον καιρό Κριτής του Ισραήλ ήταν η προφήτισσα Δεββώρα, γυναίκα του Λαφιδώθ. Αυτή καθόταν συνήθως κάτω από έναν φοίνικα, που αργότερα ονομάστηκε «Φοίνικας της Δεββώρας», μεταξύ των πόλεων Ραμά και Βαιθήλ, στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ, και οι Ισραηλίτες πήγαιναν σ' αυτήν για να κρίνει και να δικάζει τις υποθέσεις τους. Μια μέρα η Δεββώρα έστειλε και κάλεσε το Βαράκ, γιο του Αβινεέμ (Αβινωάμ), από την Κάδης της φυλής Νεφθαλί, και του έδωσε την εντολή να πάρει μαζί του δέκα χιλιάδες άντρες από τις φυλές Νεφθαλί και Ζαβουλών και να πάει στο όρος Θαβώρ, και να επιτεθεί στον Σισάρα, αρχιστράτηγο του Ιαβίν.

Ο Βαράκ αρνήθηκε να πάει χωρίς τη Δεββώρα, η οποία τελικά τον συνόδευσε στη μάχη. Έτσι ο Βαράκ συγκέντρωσε στην Κάδης δέκα χιλιάδες άντρες από τις φυλές Ζαβουλών και Νεφθαλί και μαζί με τη Δεββώρα, ανέβηκαν στο όρος Θαβώρ (Κριταί 4,4-10). Στον ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ αναφέρεται, ότι εκτός από τις φυλές Ζαβουλών και Νεφθαλί, ακολούθησαν κι άλλοι το Βαράκ, όπως οι Ισραηλίτες από την φυλή Εφραίμ που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή των Αμαληκιτών, καθώς επίσης και από τη φυλή Βενιαμίν και η πατριά του Μαχίρ από τη φυλή Μανασσή, οι οποίοι χρησίμευσαν για την ανακάλυψη των εχθρών. Από τη φυλή Ζαβουλών ακολούθησαν όσοι μπορούσαν να γράψουν, για να ιστορήσουν τα γεγονότα. Από τη φυλή Ισσάχαρ ακολούθησαν οι αρχηγοί. Οι υπόλοιπες φυλές δεν έλαβαν μέρος για διάφορους λόγους (Κριταί 5,13-18).

Όταν ανάγγειλαν στον Σισάρα ότι ο Βαράκ, ανέβαινε στο όρος Θαβώρ, αυτός συγκέντρωσε τις εννιακόσιες σιδερένιες άμαξές του, και όλο το στρατό του, και αναχώρησε από την Αρισώθ στρατοπεδεύοντας στον ποταμό Κισών.

Τότε η Δεββώρα είπε στο Βαράκ, ότι ο Κύριος θα του παραδώσει τον Σισάρα. Ο Βαράκ κατέβηκε από το όρος Θαβώρ με τις δέκα χιλιάδες άντρες πίσω του. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν κοντά στη Θαναάχ και στα νερά της Μαγεδδώ. Στο μεταξύ ο Κύριος προκάλεσε σύγχυση στο στρατό του Σισάρα, όταν αντίκρυσε το στρατό του Βαράκ. Ο Σισάρα είχε τρομάξει τόσο, ώστε κατέβηκε από το αμάξι του κι έφυγε πεζός. Αλλά ο Βαράκ καταδίωξε τις άμαξες και το στρατό των εχθρών ως την Αρισώθ. Ακόμη κι όταν τ' άλογα περιεπλάκησαν μεταξύ τους, οι στρατιώτες του Σισάρα έσπευσαν να σωθούν πεζοί. Ο σταρτός του Βαράκ κατέσφαξε όλους τους στρατιώτες του Σισάρα. Δεν έμεινε ούτε ένας ζωντανός. Ο ποταμός Κισών γέμισε από τα πτώματα του στρατού του (Κριταί 4,11-16. 5,19-22).

Ο Σισάρα κατέφυγε τρέχοντας στη σκηνή της Ιαήλ, της γυναίκας του Χαβέρ του Κιναίου, ενός Ισραηλίτη που εκείνο τον καιρό είχε φιλικές σχέσεις με τον Ιαβίν, βασιλιά της Ασώρ. Η Ιαήλ έκρυψε το Σισάρα στη σκηνή της κάτω από ένα σκέπασμα. Ο Σισάρα αφού ξεδίψασε, αποκαμωμένος καθώς ήταν κοιμήθηκε βαθιά. Τότε η Ιαήλ πήρε έναν πάσσαλο από τη σκηνή κι ένα σφυρί, πλησίασε αθόρυβα κι έμπηξε το παλούκι στο μηνίγγι του, έτσι που καρφώθηκε στη γη και ο Σισάρα πέθανε. Τότε έφτασε και ο Βαράκ που καταδίωκε το Σισάρα. Η Ιαήλ τον καλοδέχτηκε και του έδειξε το Σισάρα που ήταν νεκρός μέσα στη σκηνή της (Κριταί 4,17-22).

Από την ημέρα εκείνη οι Ισραηλίτες εξαπέλυαν όλο και πιο ορμητικές επιθέσεις εναντίον του Ιαβίν, ωσότου τον εξουδετέρωσαν (Κριταί 4,23-24). Και η χώρα ησύχασε για σαράντα χρόνια (Κριταί 5,31). Μετά τη μάχη η Δεββώρα και ο Βαράκ τραγούδησαν έναν ύμνο, ο οποίος αναφέρεται στο 5ο κεφάλαιο του βιβλίου των Κριτών (Κριταί 5,1-30). Τα γεγονότα που αφορούν τη Δεββώρα και το Βαράκ αναφέρονται στο 4ο και 5ο κεφάλαιο του βιβλίου των Κριτών. Στον ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ αναφέρεται ότι οι άνθρωποι φοβόντουσαν να πορευτούν από τους μεγάλους δρόμους και πορευόντουσαν από άλλα μονοπάτια, εξαιτίας ληστών. Δεν υπήρχαν ισχυροί άνδρες μεταξύ των Ισραηλιτών, οι οποίοι είχαν παραστρατήσει στην ειδωλολατρεία. Οι πόλεις αντιμάχονταν η μια την άλλη, εξαιτίας των αρχόντων. Οι Ισραηλίτες δεν οπλοφορούσαν (Κριταί 5,6-8).

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Δεββώρας την Κυριακή προ του Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων) μεταξύ 18 και 24 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.

Στο βιβλίο των Ψαλμών ο ποιητής απευθύνεται στον Θεό και του ζητάει να πράξει εναντίον των εχθρών των Ισραηλιτών, όπως έπραξε ενάντια στους Μαδιανίτες και στους αρχηγούς τους Ωρήβ και Ζηβ και στους βασιλιάδες τους Ζεβεέ και Σαλμανά, καθώς και ενάντια στο Χαναναίο στρατηγό Σισάρα και το βασιλιά Ιαβείν στην Αενδώρ, κοντά στο χείμαρρο Κεισών (Ψαλμοί 82,10-12).

ΔΙΚΑΙΗ ΡΕΒΕΚΚΑ. ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ.



site analysis


Η Ρεβέκκα ήταν κόρη του Βαθουήλ (Βεθουήλ) (Γένεση 22,23). Το όνομα της μητέρας της δεν αναφέρεται. Παππούς της ήταν ο Ναχώρ και γιαγιά της η Μελχά. Ήταν αδερφή του Λάβαν, γυναίκα του Ισαάκ (Γένεση 25,20) και μητέρα του Ιακώβ και του Ησαύ.
Η Ρεβέκκα αναφέρεται για πρώτη φορά στη γενεαλογία του Ναχώρ, αδερφού του Αβραάμ (Γένεση 22,20-24). Η αγαπημένη τροφός της Ρεβέκκας ήταν η Δεβώρα, η οποία την συνόδευσε στην Χαναάν (Γένεση 35,8).

Η Ρεβέκκα βρισκόταν στη Χαρράν, την πόλη του Ναχώρ, όταν ο Αβραάμ έστειλε το δούλο του Ελιέζερ να βρει νύφη για τον Ισαάκ. Ο Ελιέζερ αφού πήρε διάφορα δώρα, έφυγε για τη Μεσοποταμία, στην πόλη όπου κατοικούσε ο Ναχώρ, ο αδερφός του Αβραάμ.
Όταν έφτασε έξω από την πόλη, προς το βράδυ, άφησε τις καμήλες να ξεκουραστούν κοντά στο πηγάδι, όπου πήγαιναν οι γυναίκες για να πάρουν νερό. Κατόπιν προσευχήθηκε στον Κύριο να τον βοηθήσει στην εκλογή. Η κόρη που θα του έδινε νερό και θα πότιζε τις καμήλες του, αυτή θα ήταν η εκλεκτή που θα προόριζε ο Κύριος για τον Ισαάκ.

Δεν είχε ακόμα τελειώσει την προσευχή του, και να η Ρεβέκκα, η κόρη του Βαθουήλ, γιου της Μελχά και του Ναχώρ, ερχόταν με μια στάμνα στον ώμο. Η κόρη ήταν πολύ όμορφη στην εμφάνιση και κανένας άντρας δεν την είχε αγγίξει. Κατέβηκε στην πηγή, γέμισε τη στάμνα της και ξανανέβηκε. Τότε έτρεξε ο δούλος να την συναντήσει και της είπε: «Άφησε με να πιω λίγο νερό απ' το σταμνί σου». Εκείνη απάντησε: «Πιες, κύριε μου». Και πρόθυμα κατέβασε το σταμνί που κρατούσε και του έδωσε να πιει. Όταν πια είχε πιει αρκετά, του είπε: «θα φέρω νερό και για τις καμήλες σου να πιουν, να ξεδιψάσουν». Έτρεξε και πήγε πίσω στην πηγή να πάρει νερό για όλες τις καμήλες.
Όταν ποτίστηκαν οι καμήλες, ο δούλος πήρε ένα χρυσό κρίκο για τη μύτη, βάρους μισού σίκλου, και δυο βραχιόλια για τα χέρια της κοπέλας, βάρους δέκα σίκλων χρυσού. Και τη ρώτησε, "Πες μου, ποιανού κόρη είσ' εσύ; Υπάρχει χώρος στο σπίτι του πατέρα σου για να διανυκτερεύσω απόψε;»
Εκείνη απάντησε: «Εγώ είμαι κόρη του Βαθουήλ, του γιου που η Μελχά γέννησε στο Ναχώρ. Στο σπίτι μας υπάρχει και χορτάρι και άφθονο άχυρο. Υπάρχει ακόμα και χώρος για να περάσετε τη νύχτα».
Τότε ο άνθρωπος έπεσε στη γη και προσκύνησε τον Κύριο: «Ας είν' ευλογημένος ο Κύριος, ο Θεός του κυρίου μου του Αβραάμ, που δεν έπαψε να δείχνει την αγάπη του και την πιστότητα του στον κύριο μου. Κι εμένα ο Κύριος με οδήγησε κατευθείαν στο σπίτι του αδερφού του κυρίου μου».

Η Ρεβέκκα έτρεξε στο σπίτι της και ανάγγειλε όλα αυτά τα συμβάντα. Η Ρεβέκκα είχε έναν αδερφό, που ονομαζόταν Λάβαν. Μόλις αυτός άκουσε τα λόγια που της είχε πει ο άνθρωπος, έτρεξε να τον συναντήσει έξω από την πόλη κοντά στην πηγή, όπου στεκόταν ακόμη μαζί με τις καμήλες και περίμενε. Τον προσκάλεσε στο σπίτι και τον περιποιήθηκε.
Ο δούλος του Αβραάμ τους διηγήθηκε όλη την ιστορία, τι του είπε ο κύριός του, πως ξεκίνησε από τη Χαναάν, πως έφτασε στη Μεσοποταμία και τι επακολούθησε στην πηγή με τη Ρεβέκκα. Κατόπιν τους είπε αν δέχονται η Ρεβέκκα να παντρευτεί με τον Ισαάκ.
Ο Λάβαν και ο Βαθουήλ αποκρίθηκαν: «Από τον Κύριο προέρχεται αυτό το πράγμα! Εμείς δεν μπορούμε να σου πούμε ούτε ναι ούτε όχι. Να η Ρεβέκκα, είναι στη διάθεση σου. Πάρ' την και πήγαινε, κι ας γίνει σύζυγος του γιου του κυρίου σου, όπως το είπε ο Κύριος».
Όταν ο δούλος του Αβραάμ άκουσε αυτά τα λόγια, έπεσε στη γη και προσκύνησε τον Κύριο. Έπειτα έκανε πλούσια δώρα στη Ρεβέκκα, στον αδερφό της και στη μητέρα της.

Το πρωί, όταν σηκώθηκαν, ετοιμάστηκαν για το μακρύ ταξίδι. Οι γονείς και τα αδέρφια της Ρεβέκκας αφού της ευχήθηκαν και την ευλόγησαν, την άφησαν να φύγει. Κατόπιν ο δούλος του Αβραάμ,  πήρε τη Ρεβέκκα και τις δούλες της και ξεκίνησαν όλοι μαζί για τη Χαναάν.
Στο μεταξύ ο Ισαάκ είχε εγκατασταθεί στα νότια της Χαναάν. Ένα βράδυ κοίταξε μακριά και είδε κάτι καμήλες που πλησίαζαν. Όταν η Ρεβέκκα είδε τον Ισαάκ, ρώτησε το δούλο: «Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που έρχεται να μας συναντήσει;» Ο δούλος απάντησε: «Είναι ο κύριος μου». Τότε εκείνη πήρε το πέπλο και σκεπάστηκε. Ο δούλος διηγήθηκε στον Ισαάκ όλα όσα είχε γίνει. Τότε ο Ισαάκ οδήγησε τη Ρεβέκκα στη σκηνή της μητέρας του της Σάρρας, και την πήρε για γυναίκα του (Γένεση κεφ. 24).

Η Ρεβέκκα όμως ήταν στείρα και ο Ισαάκ προσευχήθηκε στον Κύριο γι' αυτό. Ο Κύριος άκουσε την προσευχή του και η Ρεβέκκα έμεινε έγκυος με δίδυμα στην κοιλιά της. Αυτός που βγήκε πρώτος ήταν εντελώς κόκκινος και τριχωτός σαν μανδύας, και τον ονόμασαν Ησαύ. Μετά βγήκε ο αδερφός του, που με το χέρι του κρατούσε τη φτέρνα του Ησαύ, και τον ονόμασαν Ιακώβ.
Ο Ησαύ έγινε εξαίρετος κυνηγός, άνθρωπος της υπαίθρου, ενώ ο Ιακώβ ήταν ήσυχος άνθρωπος, που του άρεσε να μένει στη σκηνή. Ο Ισαάκ αγαπούσε τον Ησαύ, γιατί του άρεσαν τα φαγητά του κυνηγιού ενώ η Ρεβέκκα αγαπούσε τον Ιακώβ (Γένεση 25,20-28).

Εκείνη την εποχή στη χώρα έπεσε πείνα. Ο Ισαάκ και η Ρεβέκκα πήγαν και εγκαταστάθηκαν στα Γέραρα. Όταν οι άνθρωποι του τόπου τον ρωτούσαν για τη γυναίκα του, ο Ισαάκ έλεγε ότι ήταν αδερφή του, γιατί φοβόταν μήπως, αν έλεγε πως ήταν γυναίκα του, τον σκότωναν επειδή η Ρεβέκκα ήταν όμορφη. Όταν ο Αβιμέλεχ, ο βασιλιάς του τόπου, έμαθε την αλήθεια, έδωσε σε όλο το λαό τη διαταγή, πως όποιος πειράξει τον Ισαάκ και τη γυναίκα του θα θανατωθεί.
Επειδή οι κάτοικοι του τόπου φθόνησαν τον Ισαάκ για τα αγαθά του, Αβιμέλεχ ζήτησε τότε από τον Ισαάκ να φύγει από την περιοχή τους. Έτσι ο Ισαάκ και η Ρεβέκκα έφυγαν από 'κει και εγκαταστάθηκαν κοντά στην κοιλάδα των Γεράρων (Γένεση 26,1-25).

Έτσι τα χρόνια είχαν περάσει και ο Ισαάκ είχε πια γεράσει. Τα μάτια του είχαν εξασθενήσει τόσο που δεν έβλεπε καθόλου. Μια μέρα κάλεσε τον Ησαύ, το μεγαλύτερο γιο του να πάει στην εξοχή και να του φέρει κυνήγι, να του ετοιμάσει ένα νόστιμο φαγητό, όπως του αρέσει, και  να τον ευλογήσει πριν πεθάνει.

Η Ρεβέκκα άκουσε αυτά που έλεγε ο Ισαάκ στο γιο του τον Ησαύ. Όταν λοιπόν αυτός βγήκε στην εξοχή να κυνηγήσει και να φέρει το κυνήγι στον πατέρα του, εκείνη είπε στο γιο της τον Ιακώβ: «Πήγαινε στο κοπάδι και φέρε δυο καλά κατσικάκια. Εγώ θα τα μαγειρέψω για τον πατέρα σου πολύ νόστιμα, όπως του αρέσουν. Εσύ θα του τα πας, και θα τα φάει, για να σε ευλογήσει πριν πεθάνει».
Ο Ιακώβ της είπε: «Ναι, αλλά ο αδερφός μου ο Ησαύ είναι τριχωτός, ενώ εγώ δεν είμαι. Ίσως ο πατέρας μου με ψηλαφίσει και καταλάβει ότι τον κοροϊδεύω, έτσι θα προκαλέσω κατάρα εναντίον μου αντί για ευλογία».
Αλλά η μητέρα του του είπε: «Η κατάρα πάνω μου, παιδί μου! Μόνο άκουσε αυτά που σου λέω και πήγαινε να μου φέρεις τα κατσίκια».
Ο Ιακώβ πήγε, τα πήρε και τα έφερε στη μητέρα του. Εκείνη του έκανε ένα πολύ νόστιμο φαγητό, όπως το ήθελε ο πατέρας του. Μετά πήρε από τα ρούχα του Ησαύ, του μεγαλύτερου γιου της, τα πιο καλά που υπήρχαν στο σπίτι και έντυσε τον Ιακώβ. Με το δέρμα των κατσικιών κάλυψε τα χέρια του και τον άτριχο λαιμό του και του έβαλε στα χέρια το νόστιμο φαγητό, που είχε ετοιμάσει, καθώς και το ψωμί.

Ο Ιακώβ τα πήγε στον πατέρα του και κατάφερε να του πάρει την ευλογία. Μόλις ο Ισαάκ τέλειωσε την ευλογία του προς τον Ιακώβ, γύρισε ο αδερφός του ο Ησαύ από το κυνήγι. Ετοίμασε κι αυτός ένα νόστιμο φαγητό και το πήγε στον πατέρα του. Ο Ισαάκ παρόλο που κατάλαβε την απάτη, δεν πήρε πίσω την ευλογία που έδωσε στον Ιακώβ.
Έτσι ο Ησαύ μίσησε τον Ιακώβ και η Ρεβέκκα προκειμένου να γλιτώσει τον Ιακώβ από την οργή του αδερφού του, τον έστειλε στη Χαρράν, στον αδελφό της το Λάβαν στη Μεσοποταμία, μέχρι να ξεθυμάνει ο θυμός του (Γένεση 27,1-46 και 28,1-9).

Η Ρεβέκκα από τότε δεν ξαναείδε τον Ιακώβ. Μετά από 20 χρόνια που ο Ιακώβ επέστρεψε στη Χαναάν, βρήκε τη μητέρα του νεκρή στον οικογενειακό τάφο, που ήταν μέσα σε σπηλιά στον αγρό Μαχπελά (Γένεση 49,31). Η Ρεβέκκα εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως Αγία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων.

Πηγή:http://users.sch.gr/aiasgr/Agiologia/Palaia_Diathikh/Dikaioi/Dikaih_Rebekka.htm
1
Προσθήκη σχολίου…

ΑΓΙΑ ΚΟΡΗ. ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ: 50 ΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΑΣΧΑ.



site analysis

η εικόνα δεν εμφανίζεται

Πρέπει εξ’ αρχής να αναφέρουμε ότι η Αγία Κόρη δεν αναγνωρίστηκε από την επίσημη εκκλησία Αγία , διότι δεν υπάρχουν πλήρη αποδεικτικά στοιχεία. Ούτε Ιερά λείψανά της έχουμε, ούτε και το όνομά της δεν γνωρίζουμε. Αναγνωρίστηκε όμως στη συνείδηση των ευλαβών Χριστιανών, οι οποίοι και μαρτυρούν πληθώρα θαυμάτων.

Για τη ζωή της Αγίας Κόρης, δυστυχώς, λίγα στοιχεία υπάρχουν. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς την προέλευσή της, αλλά ούτε και το όνομά της (γι’αυτό και ονομάστηκε Κόρη, δηλαδή κορίτσι ). Με την Αγία ασχολήθηκε ο θεολόγος – συγγραφέας κ. Λάζαρος Τσακιρίδης ο οποίος συγκέντρωσε σε βιβλίο όλες τις προφορικές παραδόσεις γύρω από την Αγία.

Οι διάφορες παραδόσεις αλληλοσυγκρούονται στις λεπτομέρειες, αλλά ο πυρύνας τους είναι ο ίδιος. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η Αγία Κόρη έζησε την εποχή της Τουρκοκρατίας και μάλιστα επί της εποχής του τυράνου της Ηπείρου Αλή πασά (1788 – 1822 μ.Χ.). Ήταν κοπέλα εξαιρετικής καλλονής. Η σωματική της ωραιότητα όμως συμβάδιζε με την ωραιότητα της ψυχής της. Στολίδια της ήταν η σεμνότητα, η ευσέβεια και η εγκράτεια.

Αν και σε πολύ νεαρή ηλικία, είχε ώριμη σκέψη. Αντιστάθηκε σε όλες τις ηδονές που γλυκά και ύπουλα έρχονται να καταστρέψουν τις νεανικές ψυχές. Είναι πολύ πιθανό μάλιστα να είχε αποφασίσει να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο Θεό.

Κατά πάσα πιθανότητα καταγόταν από ένα χωριό των Ιωαννίνων. Σύμφωνα με την παράδοση, ένας σπιούνος του Αλή πασά είδε την Αγία Κόρη, έμεινε έκπληκτος από την ομορφιά της και την πρόδωσε στον Αλή πασά. Αυτός διέταξε με μεγάλη μυστικότητα ένα απόσπασμα να κυκλώσει το σπίτι της, να τη συλλάβουν και να τη μεταφέρουν στο χαρέμι του. Ο Θεός όμως δεν άφησε τη νεανική αυτή ψυχή αβοήθητη.

Μέσα στο απόσπασμα που στάλθηκε να συλλάβει την Κόρη, υπήρχε και ένας Έλληνας ο οποίος αντέδρασε εσωτερικά για την άτιμη αυτή πράξη του Αλή, διότι γνώριζε την αρετή της Κόρης. Τα μεσάνυχτα έφυγε διακριτικά από το απόσπασμα και πήγε στο χωριό, όπου βρήκε την αγνή Κόρη και της είπε πως, αν θέλει να σωθεί από τους Τούρκους, οι οποίοι έρχονται να τη συλλάβουν, πρέπει αμέσως να φύγει. Αυτή πήρε τότε μια εικόνα της Παναγίας βρεφοκρατούσας και έφυγε.

Μετά από πολλές κακουχίες, αγωνίες και βάσανα έφτασε στον Όλυμπο και βρήκε καταφύγιο στην παλιά Βροντού. Δεν γνωρίζουμε αν σε όλο το δύσκολο ταξίδι της ήταν μόνη της. Είναι σίγουρο πως μεταξύ μερικών χωριών της Ηπείρου και της Βροντούς υπήρχε επικοινωνία, διότι πολλοί Ηπειρώτες έρχονταν και δούλευαν ως υλοτόμοι. Πάντως στην παλιά Βροντού δεν θα πρέπει να έμεινε για μεγάλο διάστημα, διότι δεν μπορούσε να έχει ασφάλεια. Η Κόρη επιμελώς έκρυβε το όνομά και την καταγωγή της, αλλά είναι πιθανό να την αντιλήφθηκαν Τούρκοι απεσταλμένοι του Αλή και τότε η Αγία κατέφυγε στο τελευταίο της καταφύγιο, τη γνωστή σήμερα χαράδρα, όπου επιδόθηκε στην προσευχή.

Κατά το διάστημα της παραμονής της στη χαράδρα ανακάλυψε κάποια σπηλιά όπου και κρυβόταν. Τρεφόταν με κράνα και ρίζες, αλλά είναι πολύ πιθανό να την πλησίασαν αρκετές φορές κτηνοτρόφοι και να της πρόσφεραν τροφή. Η Αγία βέβαια δεν αποκάλυπτε την καταγωγή της ούτε και το όνομά της.

Υπάρχει μια πληροφορία ότι ο τότε ηγούμενος της Ιεράς Μονής Πέτρας Ολύμπου έβλεπε ένα φωτεινό Σταυρό πάνω από το σημείο της σπηλιάς. Ξεκίνησε με μοναχούς να επισκεφθούν το σημείο και μόλις έφθασαν τον κατέβασαν με σχοινιά. Τότε προχώρησε προς το σημείο που έλαμπε ο Σταυρός και αντίκρυσε την άγνωστη Κόρη, καταβεβλημένη και σκελετωμένη από τις κακουχίες. Ο ηγούμενος συγκινημένος τη ρώτησε πως βρέθηκε εκεί. Αυτή εξασθενημένη, ζήτησε να μεταλάβει. Τη στιγμή που κοινωνούσε ακούστηκε μια βοή. Άνοιξε ο βράχος και βγήκε Αγίασμα. Αυτό το περιστατικό μας θυμίζει το ανάλογο με την Οσία Μαρία την Αιγυπτία την οποία κοινώνησε ο Αββάς Ζωσιμάς.

Μετά από καιρό κτηνοτρόφοι βρήκαν νεκρό και σκελετωμένο το κορμί της μέσα στη ρεματιά. Λέγεται μάλιστα πως ο τόπος όλος ευωδίαζε. Οι κάτοικοι την έθαψαν στον ίδιο τόπο με ευλάβεια και σεβασμό. Μάλιστα έκτισαν και προσκυνητάρι και επισκέπτονταν πολύ συχνα τον τόπο, όπου προσκυνούσαν και άναβαν κεριά.

Με τον καιρό έγινε προσκύνημα και η Κόρη αναγνωρίστηκε Αγία στη συνείδηση των πιστών. Μάλιστα το νερό που ανέβλυζε κάτω από το προσκυνητάρι έγινε Αγίασμα το οποίο θεράπευε και θεραπεύει διάφορες ψυχικές και σωματικές ασθένειες. Οι ηλικιωμένοι θυμούνται πως, πριν το 1940 μ.Χ., υπήρχε στο προσκυνητάρι και το εικόνισμα που, όπως αναφέραμε, έφερε μαζί της η Αγία Κόρη.

Παλαιότερα υπήρχαν και κάποιες ευλαβικές συνήθειες των προσκυνητών. Όταν επισκέπονταν το προσκυνητάρι ήταν αμίλητοι. Επίσης δεν ξαναπήγαιναν την ίδια μέρα. Μάλιστα επειδή η Αγία Κόρη ήταν παρθένος, ποτέ δεν πήγαιναν κοντά στο προσκυνητάρι ταυτόχρονα άνδρας και γυναίκα, λόγω σεβασμού.

Στη Βροντού από παλια οι κάτοικοι τραγουδούσαν και απέδιδαν στην Αγία Κόρη και το εξής τραγούδι:
Τούρκος τη ζητεί κόρη Ζαγοριανή.
Τούρκος την ζητεί κι αυτή δεν θέλει.
Όταν το έμαθε, αρχίνσε να κλαίει.
Μάνα μου σφάξε με, Τούρκο δεν παίρνω.
Πέρδικα γίνομαι, στα δάση μπαίνω.
Λουλούδι γίνομαι, στη γη φυτρώνω.

Από τα πολλά θαύματα που αποδίδονται στην Αγία Κόρη, παραθέτουμε τρία:
α) Μια γυναίκα κωφάλαλη από την Κόρινθο, το 1960 μ.Χ., χωρίς να γνωρίζει τίποτα για την Αγία Κόρη, ονειρεύτηκε ότι στον Όλυμπο υπάρχει αγίασμα θαυματουργό. Ρωτώντας, το ανακάλυψε και, αφού με πολλή ευλάβεια προσευχήθηκε, πλύθηκε έπειτα με το αγίασμα. Σε λίγο άκουσε κελαιδίσματα πουλιών και άρχισε να φωνάζει: “τί ακούω; τί ακούω;” όταν έφυγε πέρασε από το χωριό Βροντού. Ήρθε μέσα στο καφενείο του χωριού και ομολόγησε το θαύμα. Το άκουσαν μερικοί κάτοικοι από την ίδια και διαδόθηκε.

β) Μια γυναίκα από την Αθήνα με παραλυσία στο σβέρκο και συγκύπτουσα στην κεφαλή, αφού προηγουμένως γύρισε πολλούς γιατρούς χωρίς θεραπεία, πληροφορήθηκε για την Αγία Κόρη. Την επισκέφθηκε γεμάτη πίστη και λαχτάρα. Τη χειραγωγούσαν, ενώ κατέβαινε τα σκαλοπάτια για το αγίασμα. Την ώρα που πλενόταν με το αγίασμα θεραπεύτηκε.

γ) Ο κ. Τσορματζίδης Παναγιώτης από την Κατερίνη, το 1962 - 63 μ.Χ., είδε το μικρό παιδί του Γεώργιο να προσβάλλεται από μια μόλυνση στο πρόσωπο το οποίο γέμισε σπυριά. Τότε μια παρέα πήγαν στην Αγία Κόρη και λειτουργήθηκαν. Μετά τη Λειτουργία ο πατέρας έπλυνε το παιδί αρκετές φορές στο αγίασμα. Έμειναν όλη την ημέρα στην Αγία Κόρη και το βράδυ γύρισαν στο σπίτι τους. Την επομένη είδαν με έκπληξη ότι όλες οι πληγές του παιδιού έφυγαν. Κάποια στίγματα που έμειναν στο πρόσωπό του, έφυγαν τις επόμενες μέρες. Το παιδί αυτό σήμερα είναι μοναχός.

Σημείωση: Στις μέρες μας η πανήγυρη γίνεται την ημέρα της Αγίας Τριάδας.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θῦμα εὐπρόσδεκτον τὴν παρθενίαν τὴν σήν, Χριστῷ προσενήνοχας ἀνδρειοτάτῃ ψυχῇ, μισοῦσα τὰ πρόσκαιρα· ὅθεν Ἁγία Κόρη, ἀναβλύζεις ἰάσεις, πᾶσι τοῖς προσιοῦσι, τῷ ἁγίῳ σου τάφῳ, καὶ πίνουσιν ἐν πίστει, ἐκ τοῦ σοῦ ἁγιάσματος.

Μεγαλυνάριον
Χαῖρε Ἁγία Κόρη Νύμφη Χριστοῦ, χαῖρε τοῦ Ὀλύμπου καὶ Ἰωαννίνων θεῖος βλαστός, χαῖρε ἡ τὰς νόσους, καὶ ὄμματα θεραπεύεις, καὶ πάσης βλάβης σώζεις, ῳς καλλιπάρθενος.
6/5/16



Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΤΕΜΙΑ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ.



site analysis
 


Η Αγία Παρθενομάρτυς Αρτεμία μαρτύρησε το 309 στη Ρώμη, την πόλη των Μαρτύρων, μαζί με πολλούς Χριστιανούς. Πρίν 6 χρόνια είχε μαρτυρήσει η μητέρα της βασίλισσα Αγία Αλεξάνδρα η σύζυγος του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (+303). Η Αγία Αρτεμία ήταν η κόρη του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, και έπασχε από δαιμόνιο. Μαθαίνοντας ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός ότι ο κρατούμενος για την Χριστιανική του Πίστη Άγιος Κυριακός ο Διάκονος μπορούσε να θεραπεύσει τις αδυναμίες και τα δαιμόνια, ο αυτοκράτορας τον κάλεσε στο άρρωστο κορίτσι και ο Άγιος Κυριακός ο Διάκονος την θεράπευσε με την προσευχή του. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη θεραπεία της κόρης του, ο αυτοκράτορας απελευθέρωσε τον Διάκονο Κυριακό, τον Σμάραγδο και τον Λάργο. Σύντομα ο αυτοκράτορας έστειλε τον Άγιο Κυριακό στην Περσία για να θεραπεύσει την κόρη του Πέρση αυτοκράτορα. Μετά την επιστροφή του στη Ρώμη, ο Άγιος Κυριακός συνελήφθη με τις διαταγές του αυτοκράτορα Γαλέριου, το γαμπρό του Διοκλητιανού ο οποίος είχε παραιτήθεί και αποσυρθεί από αυτοκράτορας. Ο Γαλέριος ήταν πολύ ενοχλημένος με τον προκάτοχό του, επειδή η κόρη του Αρτεμία είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό. Έδωσε εντολή να συρθεί ο Άγιος Κυριακός πίσω από άρμα του γυμνός, στούς δρόμους της Ρώμης και έτσι όπως ήταν ματωμένος και με αλυσσίδες να γελοιοποιηθεί από τα πλήθη. Ο Άγιος Μάρκελλος Α´ Επίσκοπος Ρώμης, κατήγγειλε δημοσίως τον αυτοκράτορα για την σκληρότητά προς τους αθώους Χριστιανούς. Ο αυτοκράτορας διέταξε να κτυπήσουν τον Άγιο Επίσκοπο με ράβδους και άλλα μαρτύρια. Οι Άγιοι Κυριακός, Σμάραγδος, Λάργος και ένας άλλος κρατούμενος ο Κρεσκεντιανός πέθαναν από φρικτά βασανιστήρια. Την ίδια στιγμή η κόρη του αυτοκράτορα Αρτεμία και άλλοι 21 κρατούμενοι είχαν επίσης εκτελεστεί μαζί με τον Άγιο Κυριακό. Ο Άγιος Ιερομάρτυς Μάρκελλος Επίσκοπος Ρώμης περιορίσθηκε και κλείσθηκε από τον αυτοκράτορα Μαξέντιο σε Χριστιανικό ναό, τόν οποίο είχαν ἱδρύσει οἱ παρθένες Πρίσκιλλα καί Λουκίνη (Λουκία), και ο οποίος μετατράπηκε σε σταύλο. ᾿Εκεί πέθανε από τις  κακουχίες και τα βάσανα μακριά από τήν Επισκοπική έδρα του στην οποία έμεινε για ένα μόλις χρόνο. ᾿Ενταφιάσθηκε στις Κατακόμβες της Αγίας Πρισκίλλης. Οι συμμάρτυρες της Αγίας Παρθενομάρτυρος Αρτεμίας κόρης του αυτοκράτορα Διοκλητιανού είναι τουλάχιστον 22 Μάρτυρες. Μερικοί από αυτούς είναι οι εξής: Άγιοι Μάρκελλος Ἐπίσκοπος Ρώμης, Σισίνος Διάκονος, Κυριακός Διάκονος, ἱερομάρτυρες στή Ρώμη. Άγιοι Σμάραγδος, Λάργος, Ἀπρονιανός, Παππίας, Μαῦρος, Κρεσκεντιανός, μάρτυρες στή Ρώμη.
Πρίσκιλλα και Λουκίνη, μάρτυρες στή Ρώμη. Μαρτύρησαν το 309 στη Ρώμη και η μνήμη τους είναι στις 7 & 16 Ιουνίου.

Οι τέσσερις Αγίες Νεομάρτυρες Ευδοκία, Δαρεία, Μαρία και Δαρεία.



site analysis
 
Ημέρα μνήμης: 5 Αυγούστου.

Στό χωριό Πούζο -τώρα όνοµάζεται Σουβόροβο ύπάρχει ό τάφος των µαρτύρων. Τό 1919 στό χωριό πήγε απόσπασµα µπολσεβίκων. 'Εκεί έµενε µιά άγία Γερόντισσα, προικισµένη από τόν Θεό µέ προορατικό χάρισµα Ήταν ή Ευδοκία ή διά Χριστόν σαλή. Ταλαιπωρηµένη από χίλιες δυό άσθένειες, δέν µπορούσε καθόλου νά περπατήσει. 'Όλο προσευχόταν.

Μαζί της ζούσαν κοπέλες µέ προσευχή καί νηστεία ή Δαρεία, ή Μαρία καί ή άλλη Δαρεία. Διάβαζαν τίς άκολουθίες. 'Όταν πήγαν οι στρατιωτες, τίς χτύπησαν άλύπητα καί τίς εβγαλαν στό δρόµο, γιά νά τίς εκτελέσουν. Τίς οδήγησαν στό κοιµητήριο, ενα χιλιόµετρο εξω από τό χωριό. Τή Γερόντισσα Ευδοκία τήν έσερναν, γιατί δέν µπορούσε νά περπατήσει. Τίς εβαλαν νά σκάψουν λάκκο καί τίς διέταξαν νά σταθούν στό χείλος του. 'Εκεί τίς πυροβόλησαν, έτσι πού ή καθεµία έπεφτε µέσα. Τήν Ευδοκία τήν πυροβόλησαν στό κεφάλι, µέ αποτέλεσµα τό µισό νά πεταχτεί πιό πέρα ... Στή συνέχεια ερριξαν πάνω τους τά χώµατα κι έφυγαν.

Κρυφά οι χριστιανοί οταν έφυγαν οι στρατιωτες άνοιξαν τό λάκκο, εβγαλαν τά σκηνώµατα των µαρτύρων καί τά περιποιήθηκαν. Διάβασαν κρυφά τή νεκρώσιµη ακολουθία καί τά ένταφίασαν κανονικά. Πέρυσι(σ.σ.περίπου το 1990) µετά τόν έσπερινό της Μεταµορφώσεως µιά γυναίκα πού τότε βρισκόταν στό σπίτι της Γερόντισσας Ευδοκίας, µας είπε ότι διέφυγε, µόλις µπήκαν οι στρατιωτες.

Πολύ πρίν συµβεί τό γεγονός, ή Γερόντισσα Ευδοκία της είχε πει: «'Εσύ, τήν ωρα του µαρτυρίου δέν θα είσαι µαζί µας»! Καί συνέχισε: «'Όταν εµείς θα πεθάνουµε, δέν θα χτυπήσει καµπάνα».
'Όπως κι έγινε ... 'Από φόβο οί χωριανοί δέν χτύπησαν πένθιµα τήν καµπάνα. Στό διπλανό χωριό τήν ωρα πού γινόταν ή εκτέλεση έβλεπαν στήν περιοχή του κοιµητηρίου τέσσερις φωτεινές στήλες πού ύψώνονταν από τή γη ίσαµε τόν ουρανό! Κατάλαβαν ότι κάτι τό συγκλονιστικό, τό ξεχωριστό συµβαίνει στό Πούζο. Άργότερα έµαθαν ...

Πολλοί προσκυνητές πηγαίνουν συνεχώς στόν τάφο καί προσκυνούν. Φεύγοντας, παίρνουν λίγο χώµα για ευλογία. Τό χειµώνα παίρνουν χιόνι από τόν τάφο καί άφοϋ λιώσει τό πίνουν σαν άγίασµα. Μια κοπελίτσα δώδεκα ετών, πού έπασχε από ισχυρούς πονοκεφάλους, τήν πήγαν στόν τάφο των µαρτύρων.Της είπαν νά παρακαλέσει τή Γερόντισσα Ευδοκία να τήν κάνει καλά.

Τό κορίτσι, άρχισε να κλαίει καί να παρακαλεί:
«Θεράπευσε, γιαγιά, τό κεφαλάκι µου»! Πήραν χιόνι, τό έβαλαν στό κύπελο κι όταν πήγαν στό σπίτι, ή κοπελίτσα έκανε τό σταυρό της, τό ήπιε καί
κοιµήθηκε. 'Όταν σηκώθηκε τό πρωί, ήταν τελείως καλά! Είπε ότι είδε τή Γερόντισσα Ευδοκία να της µιλάει γλυκά καί να της λέει: «Μή στενοχωριέσαι. Θα γίνει καλά τό κεφαλάκι σου!». Ή κοπέλα σήµερα είναι µιά χαρά. Ζεί παντρεµένη. στό Σουβόροβο.

Τα λείψανα των Αγίων νεομαρτύρων Ευδοκίας Δαρείας,Μαρίας και Δαρείας τα οποία βρίσκονται στον ενοριακό ναό του Σουβόροβο,σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από το μοναστήρι του Οσίου Σεραφείμ του Σάρωβ στο Ντιβέεβο.Η μνήμη τους τιμάται στις 5 Αυγούστου

(Μαρτυρία της μοναχής Μαργαρίτας του Ντιβέεβο.Από το βιβλίο του Μανώλη Μελινού ''Άνθη Αγίας Ρωσίας'').

Πηγή: π.Γεώργιος ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ.

ΟΣΙΑ ΚΑΛΗ. ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ: 22 ΜΑΪΟΥ.



site analysis
 
(Η μνήμη της Οσίας Καλής αναφέρεται, επίσης, στις 15 Μαΐου και το Σάββατο της Διακαινησίμου).

Καλῆς τὶ καλῶν πρωτίστως ἐπαινέσω;
Καλὰ γὰρ ἐν αὐτὴ πολλὰ συνέδραμον.
Κάλλος εἰκάδι δεύτερη καλῶν Καλῆς θέμις ὑμνέειν.

Εἰς τὸ λείψανον τῆς Ἁγίας Καλῆς,
ὑπὸ Μανουὴλ Φιλῆ.
Ὁ πῆχυς οὗτος τῆς Καλῆς τῆς ὀλβίας,
ᾯ τοὺς μίτους ἔνηθε τῆς εὐποιΐας.

Η Οσία Καλή έζησε πριν το 15ο αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από την Ανατολή, δηλαδή τη Μικρά Ασία.

Η ακροστιχίδα του Κανόνος της Αγίας μάς πληροφορεί ότι αυτός αποτελεί ποιήμα «τού Κρήτης», δηλαδή κάποιου Αρχιεπισκόπου της Κρήτης. και στα δύο χειρόγραφα που διασώζουν την Ακολουθία της Οσίας δεν αναγράφεται το ορθόν «Τού», αλλά η ερμηνεία του, δηλαδή το όνομα του συγκεκριμένου υμνογράφου «Ανδρέου Κρήτης». Άρα, σύμφωνα με τα χειρόγραφα, ποιητής είναι ο διάσημος για τον Μέγα Κανόνα του, Άγιος Ανδρέας, Αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Αν ο υμνογράφος της Ακολουθίας είναι όντως ο Ανδρέας Κρήτης, τότε και η Οσία πρέπει να έζησε τουλάχιστον πριν την κοίμηση του Αγίου, δηλαδή πριν το 740 μ.Χ. Βέβαια, πίσω από την φράση «Τού Κρήτης» μπορεί να κρύβεται κάποιος άλλος Αρχιερεύς της Κρήτης. Γι' αυτό έχει προταθεί ως υμνογράφος της Ακολουθίας της Οσίας ο Νικηφόρος Μοσχόπουλος, Μητροπολίτης Κρήτης και «κατ' επίδοσιν» Μηθύμνης και Πρόεδρος Λακεδαιμονίας. Αυτός έζησε πλησιέστερα στο χρόνο συντάξεως των χειρογράφων (15ος - 16ος αιώνας), δηλαδή το 13ο αιώνα μ.Χ. και στις αρχές του 14ου αιώνος μ.Χ. (Το 1285 μ.Χ. είναι ήδη Μητροπολίτης Κρήτης, ενώ τα τελευταία ίχνη του αναφαίνονται κατά τον Οκτώβριο του 1322 μ.Χ.) και είχε σχέσεις τόσο με τη Λέσβο όσο και με το Σινά. Σ' αυτή την περίπτωση η Οσία θα πρέπει να έζησε το αργότερο μέχρι το πρώτο ήμισυ του 14ου αιώνος μ.Χ.

Η οικογένεια της Οσίας ήταν πλούσια και η περιουσία της διατέθηκε από την Αγία σε έργα φιλανθρωπίας και ευποιίας. Δεν πρέπει να ήταν μοναχή, διότι αυτό δεν αναφέρεται πουθενά στην Ακολουθία και φιλοξενούσε τους άστεγους και ενδεείς στον οίκο της, αφού ήταν αφιερωμένη στη διακονία των ελαχίστων και πασχόντων αδελφών της.

Η Καλή έζησε με σωφροσύνη, παρθενία, άσκηση, νηστείες και αδιάλειπτη προσευχή. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του βίου της είναι η φιλανθρωπία. Κίνητρό της ήταν ο πόθος της να τηρεί τις εντολές του Χριστού, να μιμείται τη θεϊκή ευσπλαχνία και φιλανθρωπία και να εκφράζει με κάθε τρόπο την αγάπη της προς τους συνανθρώπους της.

Στην Ακολουθία της αναφέρονται και θαύματα της Αγίας. Κάποια φορά που ζύμωσε ψωμί, για να το μοιράσει στους φτωχούς, ο Θεός έκανε ώστε να μην λιγοστεύει το ψωμί που της απόμενε, όπως στην Παλαιά Διαθήκη δεν ελαττωνόταν το αλεύρι της χήρα στο Σαρεπτά, παρ' όλο που τρεφόταν με αυτό ο Προφήτης Ηλίας, η χήρα και τα παιδιά της.

Αλλά και μετά την κοίμησή της η Αγία συνέχισε αδιάκοπα να ευεργετεί τους ανθρώπους, χαρίζοντας την θεραπεία πιο ασθενείς με τις ικεσίες της προς τον Κύριο. Είναι τόσα πολλά τα θαύματα των ιάσεων, ώστε ο υμνογράφος κάνει λόγο για «πέλαγος θαυμάτων» και την αποκαλεί «θαυματόβρυτον». Θεραπεύει ποικίλα νοσήματα ψυχών και σωμάτων, αλλά κυρίως ασθένειες επώδυνες, χρόνιες και δυσίατες, ρευματισμούς και αρθρίτιδες, παραλύσεις των αρθρώσεων και παραμορφώσεις των μελών του σώματος.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´. Ὡς τῶν αἰχμαλώτων.
Ὡς τῆς παρθενίας κάλλος θαυμαστὸν καὶ τῶν πεινώντων διατροφή, θεραπεία ἀσθενῶν, τῶν Ὁσίων ἀγλάϊσμα, τῆς εὐποιΐας κανὼν, Καλὴ θαυματόβρυτε, πρέσβευε Χριστῷ τὰ καλὰ δοθῆναι ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπὶ γῆς ἐβίωσας, νηστείαις καὶ ἀγρυπνίαις, προσευχαῖς σχολάζουσα, μελέταις θείων λογίων, πράξεσι καὶ εὐποιΐαις ἀκοπιάστως· νυν δὲ ζῇς ἐν οὐρανίοις, ἔνθα σχολάζεις θεωρίαις καὶ πρεσβείαις πρὸς τὸν Σωτῆρα ὑπὲρ ἡμῶν, ὦ Καλή.

Κάθισμα
Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου, Σωτήρ.
Ὡς ἥλιος ἡμῖν, ἡ ἁγία σου μνήμη, ἀνέτειλε σαφῶς, τὰς ἡμῶν διανοίας φωτίζουσα, πανεύφημε, τῶν θαυμάτων ταῖς λάμψεσι, τῶν τιμώντων σοῦ ἀξιόχρεῳς, παρθένε, τὸ μνημόσυνον τὸ ἱερὸν θείοις ὕμνοις, Καλὴ παμμακάριστε.

Ὁ Οἶκος
Θυγάτηρ μὲν ὤφθης τοῦ πρώτου Ἀδάμ. Τῷ Δευτέρῳ δὲ συνήφθης ἐκ πράξεως, τὰς ἀρετάς, ὥσπερ προῖκα, τούτῳ φέρουσα δαψιλῶς, ἀξιέραστε. Σὺ γὰρ πέφυκας τρανῶς τῶν Παρθένων καύχημα, τῶν ἐλεημόνων τε ἡ ἀρχέτυπος στήλη, ἐν ἐλέει τὸν ἐλεήμονα Νυμφίον σου θεραπεύσασα. Διὰ τοῦτο μεγάλως σὲ ἐδόξασε, διαυγεστάτην πηγὴν ἀναδείξας σε, κρουνοὺς θαυμάτων βρύουσαν καὶ χειμάῤῥους ἰαμάτων ἀενάως ἐκβλύζουσαν. Ἀλλὰ πρέσβευε νῦν πρὸς τὸν Σωτῆρα ὑπὲρ ἡμῶν, ὦ Καλή.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις, τῶν Παρθένων ἡ καλλονή, ἐνδεῶν, ἀπόρων ὁ ἀκένωτος θησαυρός, τῶν δεινῶς πασχόντων ἰάτραινα ἀρίστη, Καλὴ Ὁσιωτάτη, λάμπουσα θαύμασι.

ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΥΜΕΝΑ ΕΚ ΝΗΣΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΚΑΙ ΕΝ ΡΩΜΗ ΑΘΛΗΣΑΣΑ.



site analysis
 
ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΥΜΕΝΑ ΕΚ ΝΗΣΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΚΑΙ ΕΝ ΡΩΜΗ ΑΘΛΗΣΑΣΑ. ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ 10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ.

Στις 24 Μαϊου 1802 στις Κατακόμβες της Πρίσκιλλα στη Via Salaria Nova βρέθηκε μια επιγραφή τάφου (χώρος σκαμμένος στό βράχο) και την επόμενη ημέρα εξετάστηκε προσεκτικά και ανοίχτηκε. Ο τάφος είχε κλείσει με τρείς πλάκες στις οποίες ήταν η ακόλουθη επιγραφή: Lumena paxte cumfi.

Ήταν και είναι γενικά αποδεκτό ότι οι πλάκες ήταν σε λάθος σειρά και ότι η επιγραφή διαβάζεται όταν η αριστερή πλάκα τοποθετηθεί στα δεξιά pax tecum Filumena (δηλαδή “Ειρήνη μαζί σου, Φιλουμένα”).

Εντός του τάφου βρέθηκε ο σκελετός ενός κοριτσιού μεταξύ δεκατριών και δεκαπέντε ετών. Ενσωματωμένα στο τσιμέντο ήταν ένα μικρό γυάλινο φιαλίδιο με απομεινάρια αίματος από το Μαρτύριο της Αγίας όπως συνηθιζόταν την εποχή εκείνη.

Η Αγία Φιλουμένα έγινε γνωστή στις αρχές του 19ου αιώνα, μετά την αρχαιολογική ανακάλυψη στις Κατακόμβες της Πρίσκιλλα οστών νεαρής γυναίκας, που ερμηνεύθηκε από τους ειδικούς ότι είναι οστά της μάρτυρος Φιλουμένας.

​Ήταν μια νεαρή παρθενομάρτυς της οποίας τα Ιερά Λείψανα ανακαλύφθηκαν το 1802 στις κατακόμβες της Πρίσκιλλα. ​Τρείς ​πλάκες που ​σκέπαζαν τον τάφο της έφεραν μια επιγραφή με το όνομά της στα λατινικά.

Η Αγία Φιλουμένα ήταν πριγκίπισσα και γεννήθηκε στην Κέρκυρα της Ελλάδος στις 10 Ιανουαρίου 291. Μαρτύρησε ​13 ετών ​στη Ρώμη στις 10 Αυγούστου του 304 από τον Διοκλητιανό ο οποίος ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας τα έτη 284-305. Το όνομά της σημαίνει “κόρη του φωτός” και είναι προστάτης αγία των νηπίων και της νεολαίας.

Οι γονείς της Αγίας Φιλουμένας ήταν Χριστιανοί πρώην ειδωλολάτρες και η θυγατέρα τους η Αγία Φιλουμένα είχε δώσει υπόσχεση παρθενίας. Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός κήρυξε πόλεμο στον βασιλιά πατέρας της και τότε οι γονείς της Αγίας και η ίδια πήγαν στη Ρώμη για να ζητήσουν ειρήνη. Εκεί ο αυτοκράτορας είδε την Αγία Φιλουμένα και λόγω της ομορφιάς της τον κυρίευσε το σαρκικό πάθος. Όπως ήταν φυσικό η Αγία Φιλουμένα τον αρνήθηκε. Έτσι εδωσε εντολή και την συνέλλαβαν και μετά από πολλά Μαρτύρια την αποκεφάλισαν!

Τα ευλογημένα Ι. Λείψανά της φυλάσονταν στην αφάνεια των Κατακομβών της Αγίας Πρισκίλλα για 1500 χρόνια περίπου. Αλλά ο Θεός είναι θαυμαστός στους Αγίους Του. Ο Θεός που επέτρεψε να παραμείνουν κρυμμένα για 1500 χρόνια τώρα πραγματοποιεί με τα Ιερά της Λείψανα θαύματα προς όλους, σαν να επιθυμεί να δείξει ότι θέλει με τον τρόπο αυτό να ανταπωδώσει το μεγάλο χρονικό διάστημα που παρέμεινε η Αγία στην αφάνεια.​

Οι 3 πλάκες με το όνομά της και την επιγραφή

Τα γράμματα ήταν σε κόκκινο χρώμα και περιβάλλονται με χριστιανικά σύμβολα. Μετά από μια μικρή μελέτη, ήταν προφανές ότι αυτές οι μικρές πλάκες είχαν τοποθετηθεί με λάθος σειρά, είτε επειδή είχαν τοποθετηθεί με μεγάλη βιασύνη ή επειδή αυτοί που τα τοποθέτησαν δεν ήταν εξοικειωμένοι με τη Λατινική γλώσσα και έτσι τα τοποθέτησαν σε λάθος σειρά. Τοποθετημένα σωστά διαβάζονται ως εξής: Pax tecum Filumena! Δηλαδή “Ειρήνη σε σένα, Φιλουμένα!”

Όταν αφαιρέθηκαν οι πέτρινες πλάκες, βρέθηκε εντός του χώρου ταφής ένα λεπτό, μισό-σπασμένο αγγείο του οποίου το εσωτερικό τοίχωμα ήταν καλλημένο με απομεινάρια αίματος. Ήταν αναμφισβήτητα το αίμα που έχει συγκεντρωθεί για το θάνατο της  Μάρτυρος, σύμφωνα με το έθιμο των Χριστιανών στη διάρκεια των διωγμών, και τοποθετήθηκε εκεί με τα ιερά Λείψανα ως μαρτυρία για το θάνατό της από το Μαρτύριο. Αυτό το αίμα χαλάρωσε από τα σπασμένα κομμάτια του αγγείου στο οποίο τηρούνται, και τοποθετήθηκε προσεκτικά σε μία κρύσταλλινη λάρνακα. Οι παριστάμενοι, μεταξύ των οποίων ήταν άνδρες μεγάλης μάθησης, έμειναν έκπληκτοι βλέποντας ότι αυτά τα μικρά σωματίδια του αίματος έλαμπαν σαν μαυρισμένο χρυσό ή ασήμι, ή σαν διαμάντια και πολύτιμα κοσμήματα ή σαν περίλαμπρα στα χρώματα του ουράνιου τόξου. Αυτό το εξαιρετικό φαινόμενο συνεχίζεται και σήμερα.

Το 1961, μερικοί άνθρωποι ​είπαν ότι υπήρχαν αρώματα στο βάζο και όχι αίμα. Το 2003, ο Giovanni Braschi, είχε ​κάποια μικρο-θραύσματα του περιεχομένου του αγγείου από γυαλί ​όπου ​αναλύθηκαν με τις πιο σύγχρονες μεθόδους. Αυτές οι δοκιμές επιβεβαίωσαν, χωρίς αμφιβολία, ​τ​η​ν​ παρουσία του αίματος στο αγγείο.

Διακριτικά σύμβολα στον τάφο της Αγίας

Στον τάφο της Αγίας Φιλουμένας είναι χαραγμένα τα εμβλήματα ενός κρίνου και ενός φοίνικα τα οποία δείχνουν την παρθενία της και το Μαρτυριό της, αντίστοιχα. Υπάρχουν ακόμη μια άγκυρα, ένα μαστίγιο και τρία βέλη τα οποία δείχνουν τα φρικτά βασανιστήρια της και ότι η Μάρτυρας άντεξε στην μαρτυρία της πίστης της και στην αγάπη του Χριστού.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

Ἦχος γ´. Θείας πίστεως.

Πεντεκαίδεκα ἐπὶ αἰῶνας, κόρη πάνσεμνε ἐν κατακόμβαις, Φιλουμένα ὑπὸ γῆν κατεκέκρυψο,​ ​ἀλλ’ ὁ Θεός σε πιστοῖς ἐφανέρωσεν, ὅνπερ τὸ πάλαι πιστῶς ὡμολόγησας·​ ​μάρτυς ἔνδοξε, μὴ παύσῃ καθικετεύουσα, ὑπὲρ τῶν εὐφημούντων σου τὴν ἄθλησιν.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

Ἦχος πλ. α´. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Παρθενίας τὸ κρίνον τὸ εὐωδέστατον, τὴν τοῦ φωτὸς θυγατέρα καὶ τῶν μαρτύρων τιμήν,​ ​ἀνυμνοῦμεν Φιλουμέναν τὴν ἀοίδιμον, ὅτι φιλοῦσα τὸν Χριστόν, καθυπέμεινε βελῶν,​ ​καὶ μάστιγος τὰς κακώσεις, καὶ τὸ μένος τῶν δυσσεβούντων, καταβαλοῦσα κατεστέφθη λαμπρῶς.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ

Θεία Φιλουμένα σε ὡς λευκόν, κρίνον παρθενίας, εὐωδέστατον καὶ τερπνόν,
καὶ πεφοινιγμένον, ῥοαῖς τοῦ μαρτυρίου, ὑμνοῦμεν κατ’ ἀξίαν, πάντες φιλάγιοι.

Ῥώμης ὡς κειμήλιον εὐλαβῶς, ἔμψυχον τιμῶμεν, Φιλουμένα σε οἱ πιστοί,
σὺ γὰρ φερωνύμως, φωτὸς θυγάτηρ ὤφθης, ἀκτῖσί σου πυρσεύων, κόσμου τὰπέρατα.

Διὰ τῆς πανσέμνου σου βιοτῆς, καὶ τῆς πανενδόξου, καὶ ἁγίας σου τελευτῆς,
ὁσιομαρτύρων, καλλώπισμα ἐδείχθης, παρθένε Φιλουμένα· ὅθεν τιμῶμέν σε.

Δεῦτε θυγατέρα τὴν τοῦ φωτός, καὶ παρθενευόντων, κορασίων τὸν στολισμόν, τῆς ὁμολογίας, Χριστοῦ τὸν θεῖον τύπον, μαρτύρων τε τὸ κλέος, πάντες τιμήσωμεν.

Χαῖρε ὦ κοράσιον εὐαγές, ἐν τῷ Παραδείσῳ, Φιλουμένα πανευκλεές,
γόνε τῆς Κερκύρας, κειμήλιον τῆς Ῥώμης, δοξάζουσα ἀπαύστως, Χριστὸν τὸν Κύριον.

Βέλεσι καὶ μάστιγι ἀπηνῶς, ἀνεταζομένη, Φιλουμένα μάρτυς Χριστοῦ, ἔρωτι δὲ θείῳ, καλῶς πυρακτουμένη, ζωὴν κατεκληρώσω, μάκαρ τὴν ἄληκτον.

Φίλη ἀναδέδειξαι τοῦ Χριστοῦ, μάρτυς Φιλουμένα, ὡς τυθεῖσα ὑπὲρ αὐτοῦ·
ὅθεν σε ἐν ὕμνοις, τιμῶμεν ἑορτίοις, δοξάζοντες ἐν πίστει, τὸν σὲ δοξάσαντα.

Η Αγία Παρθενομάρτυς Βαλβίνα (Μαλβίνα) της Ρώμης



site analysis

Η Αγία Παρθενομάρτυς Βαλβίνα (Μαλβίνα) της Ρώμης, ο πατέρας της Άγιος Μάρτυρας Κουϊρίνος ο Τριβούνος Ρωμαίος Στρατιώτης & ο Άγιος Ιερομάρτυς Αλέξανδρος Α´, 5ος Επίσκοπος Ρώμης (+116) 31 Μαρτίου.

Η Αγία Παρθενομάρτυς Βαλβίνα ή Μαλβίνα της Ρώμης ήταν κόρη του Τριβούνου (αξιωματικός του Ρωμαϊκού στρατού) Αγίου Μάρτυρα Κουϊρίνου ο οποίος ήταν ο φύλακας των Χριστιανών φυλακισμένων Αγίου ιερομάρτυρος Αλεξάνδρου του Α´, 5ου Επισκόπου Ρώμης και άλλων Χριστιανών Μαρτύρων και ομολογητών.

Ο Κουϊρίνος διατάχθηκε να κρατήσει τον Άγιο Αλέξανδρο Α´ 5ο Επίσκοπο Ρώμης και έναν άνδρα με το όνομα Ερμή στη φυλακή λόγω της χριστιανικής τους πίστης. Κρατήθηκαν σε ξεχωριστές φυλακές που ήταν σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους. Και οι δύο ήταν αλυσοδεμένοι και καλά φυλασσόμενοι.

Ο Κουϊρίνος προσπαθούσε να μεταστρέψει τον Ερμή πίσω στους παλιούς ειδωλολατρικούς θεούς, αλλά υποσχέθηκε να γίνει Χριστιανός, αν ο Ερμής θα μπορούσε να αποδείξει ότι υπήρχε μετά θάνατον ζωή.

Ο Ερμής του εξήγησε ότι ο φυλακισμένος Επίσκοπος Ρώμης Αλέξανδρος έχει καλήτερα επιχειρήματα από ότι ο ίδιος και ζήτησε αρκετές φορές για να επισκεφθεί το κελλί της φυλακής του.

Αρχικά ο Κουϊρίνος συμφώνησε με αυτό, αλλά μετά από λίγο θύμωσε, πιστεύοντας ότι αυτές οι επισκέψεις ήταν περριτές και τους απαγόρευσε να μιλάνε ο ένας στον άλλο. Εκείνο το βράδυ ο Ερμής προσευχήθηκεκαι ένας Άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε στον Άγιο Επίσκοπο Ρώμης Αλεξάνδρο, απελευθερώνοντας τις αλυσίδες του και φέρνοντάς τον θαυματουργικά στο κελί της φυλακής του Ερμή.

Το επόμενο πρωί ο Κουϊρίνος ήρθε στο κελλί του Ερμή, ως συνήθως, και έμεινε συγκλονισμένος βρίσκοντας τους δύο άνδρες μέσα. Η καρδιά του πλέον μαλάκωσε και ήθελε να ακούσει οτιδήποτε οι δύο Χριστιανοί είχαν να του πουν και έμεινε και μίλησε μαζί τους. Ο Ερμής μοιράστηκε την ιστορία του και είπε πώς ο Επίσκοπος της Ρώμης Αλέξανδρος με τη βοήθεια του Θεού είχε αναστήσει το γιο του από τους νεκρούς. Ακούγοντας αυτό, ο Κουϊρίνος είπε ότι η κόρη του Βαλβίνα είχε μια μεγάλη βρογχοκήλη, και αν ο Επίσκοπος της Ρώμης Αλέξανδρος μπορέσει να την θεραπεύσει, θα πιστέψει και θα γίνει Χριστιανός.

Ο Άγιος Αλέξανδρος Επίσκοπος Ρώμης του ζήτησε να την φέρει στη φυλακή στο κελλί του όπου ήταν φυλακισμένος αρχικά.

«Πώς μπορεί αυτή να σε βρει εκεί, όταν είσαι εδώ με τον Ερμή;”, ρώτησε ο Κουϊρίνος.

“Αυτός που με έφερε εδώ, θα με φέρει, επίσης, πίσω», απάντησε ο Άγιος Επίσκοπος της Ρώμης Αλέξανδρος.

Έτσι ο Κουϊρίνος γρήγορα επέστρεψε στο σπίτι του και έφερε την κόρη του στη φυλακή, στο κελλί που ήταν αρχικά κλειδωμένος ο Επίσκοπος Ρώμης Αλέξανδρος. Εκεί, βρήκαν τον Αλέξανδρο να τους περιμένει υπομονετικά, σφιχτά αλυσοδεμένο με τον τρόπο που ήταν πριν. Βλέποντας αυτό, γονάτισε μπροστά του με ευλάβεια.

Με μεγάλη ευλάβεια, η Βαλβίνα άρχισε να ασπάζεται τις αλυσσίδες του Επισκόπου Ρώμης Αλεξάνδρου και αυτός της είπε:

«Δέν πρέπει να ασπάζεσαι τις δικές μου αλυσσίδες, αλλά πήγαινε να ασπαστείς τις αλυσσίδες του Αγίου Αποστόλου Πέτρου στο κελλί των φυλακών που ήταν φυλακισμένος πριν το Μαρτύριό του και θα γίνεις καλά”.

Γνωρίζοντας ο Κουϊρίνος που είχε φυλακιστεί ο Πέτρος πριν το Μαρτύριο του πήρε τη Βαλβίνα μαζί του και πήγαν γρήγορα εκεί και βρήκαν τις αλυσίδες του Αγίου Αποστόλου Πέτρου. Η Βαλβίνα τις ασπάστηκε με ευλάβεια και θεραπεύτηκε.

Ο Κουϊρίνος αμέσως ελευθέρωσε τον Επίσκοπο της Ρώμης Αλέξανδρο και τον Ερμή και μαζί με τη σύζυγο και την κόρη του βαφτίστηκαν από τον ίδιο τον Επίσκοπο.

Ο Άγιος Επίσκοπος της Ρώμης Αλέξανδρος όρισε ότι το θαύμα αυτό των αλυσίδων του Αποστόλου Πέτρου πρέπει να εορτάζεται από εκείνη την ημέρα και έπειτα, και έκτισε την εκκλησία του Αποστόλου Πέτρου, όπου οι αλυσίδες τοποθετηθηκαν εκεί. Η εκκλησία που ονομάζεται “ad Vincula” ( “σε αλυσίδες”), είναι σήμερα του Αγίου Πέτρου με τις αλυσίδες.

Ο Κουϊρίνος και η Βαλβίνα στη συνέχεια συνελήφθηκαν ως Χριστιανοί και μαρτύρησαν με αποκεφαλισμό στις 30 Μαρτίου το 116 και θάφτηκαν στην Κατακόμβη της Prætextatus στη Via Appia στη Ρώμη.

Το ίδιο έτος μαρτύρησε κ ο Άγιος Αλέξανδρος ο Α ο 5ος Επίσκοπος της Ρώμης, μαζί με τους Αγίους Ιερομάρτυρες Πρεσβυτέρους Εβέντιο και Θεόδουλο.

Οσία Ευλογία



site analysis



Η μνήμη της τιμάται την 12ην Ιανουαρίου.

Δίπλα στο Χριστό μας στέκει πάντοτε άγρυπνη η Παναγία μας, η φιλόστοργη μητέρα Του. Στέκει με αγάπη δίπλα στο μονογενή της στην ουράνια Βασιλεία και μεσιτεύει για όλους μας, αφού και για εμάς είναι η ουράνια μητέρα μας. Στέκει για να ακούει τις δεήσεις μας και με τη μητρική της παρρησία να τις μεταφέρει στον πολυέλεο Υιό της. Ολόγυρά της στέκουν με ολοφώτεινα στεφάνια οι μορφές όλων εκείνων των αγίων μητέρων που αγάπησαν το Θεο μας και Υιό της και θέλησαν να Τον χαρίσουν κληρονομιά στα παιδιά τους. Ευλογημένες μητέρες, παράδειγμα και έμπνευση για κάθε μάνα που επιθυμεί κάτι όμορφο να χαρίσει στην οικογένειά της, στα βλαστάρια της. Η προσευχή τους μαζί με τις πρεσβείες της Παναγίας μας είναι η ουράνια ενίσχυση και ο φωτισμός για τις μητέρες όλων μας στο δύσκολο και ιερό έργο τους, αλλά και κατευθυντήρια γραμμή όλων μας, των παιδιών τους, προς την πίστη, την αρετή, την αγάπη και την αγιότητα.

Μεταξύ των αγίων αυτών μητέρων εξέχουσα θέση έχει η Οσία Ευλογία, η μητέρα του Αββά Θεοδοσίου, του Κοινοβιάρχου. Αυτή υπήρξε σύζυγος του σεμνού Προαιρεσίου και διέπρεψε στην αρετή, στην καθαρή πολιτεία και στην ασκητική της αγωγή. Ήταν ένα ευωδιαστό λουλούδι που φύτρωσε στη Μωγαρισσό της αγιοτόκου Καππαδοκίας, με τις υπόσκαπτες πόλεις, Ναούς και Μοναστήρια, της χώρας των Μεγάλων Πατέρων και Οσίων της Εκκλησίας μας. Η ευωδία της ήταν «Χριστού ευωδία» (Β Κορ. β 15), που δεν περιοριζόταν μόνο στον εαυτό της, αλλά διαχεόταν σε όλο της το περιβάλλον και φυσικά και στον γιο της, τον μετέπειτα Όσιο Θεοδόσιο. Από την ευωδία αυτή των αρετών της ο μικρός Θεοδόσιος ευφραινόταν καθημερινά και η δυσωδία της ματαιότητος των γηΐνων απομακρυνόταν από τη ζωή του, μέχρι που τον κέρδισε το άρωμα της μοναδικής πολιτείας, το άρωμα της ερήμου.

Όταν ο Άγιος Θεόδοσιος πόλισε την έρημο της Ιουδαίας και έγινε ο γενάρχης του κοινοβιακού ασκητικού συστήματος, η Ευλογία τον ακολούθησε. Θαύμαζε τα ασκητικά του κατορθώματα και προσπαθούσε, αν και γυναίκα, με όλες της τις δυνάμεις να τον μιμηθεί, δυνάμεις υπερφυσικές, τις οποίες της έδινε ο Κύριος, Αυτός που τα ελλείποντα αναπληροί και τα ασθενή θεραπεύει, γεμίζοντάς την με ανδρικό φρόνημα. Σε αυτήν ταιριάζουν τα λόγια του Παοιμιαστού: «Γυναίκα ανδρείαν τις ευρήσει; τιμιωτέρα δε εστι λίθων πολυτελών η τοιαύτη» (Παρ. λα 10). Η κλίμακα των αρετών ανοιγόταν εμπρός της και τα σκαλοπάτια της τα ανέβαινε σταθερά πατώντας στην ταπείνωση, την σκληραγωγία, τη νηστεία, την αδιάλειπτη προσευχή, τη σιωπή, τη νήψη, την αγρυπνία, τις γονυκλισίες, την υπακοή, το ακατάκριτο και την διάκριση των κινήσεων της. Θα μπορούσε να επαναλαμβάνει τα λόγια του Παύλου: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός»(Γαλ. β’ 20).

Μεταφυτεύθηκε από την Καππαδοκία στην έρημο της Ιουδαίας η Οσία Ευλογία ως κρίνον και, αφού έζησε σε αυτήν ως άγγελος αξιώθηκε αγγελικής δόξης από τον αγαθόδωρο Κύριο, Αυτόν που γνωρίζει να δοξάζει στον ουρανό, αυτούς τους δόξασαν στη γη, καθώς ο ίδιος μας είπε: «τους δοξάζοντάς με δοξάσω» (Α Βασ. β 30).

Κοιμήθηκε ειρηνικά στην έρημο της Ιουδαίας και τάφηκε «τιμής ένεκεν» στο Σπήλαιο των Μάγων. Το σπήλαιο αυτό φιλοξένησε τους Τρεις Μάγους στην επιστροφή τους από την προσκύνηση του βρέφους Ιησού προς τις πατρίδες τους, μετά την οδηγίαν που έλαβαν από το Θεό στο όνειρό τους «μη ανακάμψαι προς Ηρώδην» (Ματθ. β 12), αλλά από άλλο δρόμο να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Το Σπήλαιο αυτό βρισκεται στον αύλειο χώρο του Μοναστηριού του Οσίου Θεοδοσίου, στα περίχωρα της Βηθλεέμ.

Στο Σπήλαιο αυτό προσκυνούμε ευλαβικά όλοι μας το χαριτόβρυτο τάφο της Οσίας Ευλογίας, ο οποίος μέσα στους αιώνες έχει αναδειχθεί πηγή αγιάσματος αστείρευτη και ποταμός ιάσεων όλων των ασθενούντων που εκδέχονται τις ικεσίες της προς τον Κυριό μας, τον ιατρό των και των σωμάτων όλων μας.

ΑΓΙΑ ΓΚΡΕΚΑ​ (ΕΛΛΗΝΙΣ) Η ΕΝ ΣΑΡΔΗΝΙΑ. ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ 12 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ.



site analysis



Η Αγία Γκρέκα γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου του 284 μ.Χ. από χριστιανούς γονείς, πιθανόν καταγόμενους από την Ελλάδα, οι οποίοι εξωρίσθηκαν στη Σαρδηνία, αρνούμενοι να αλλαξοπιστήσουν.

Δε γνωρίζουμε βάσιμε πληροφορίες για τη γέννησή της, εφόσον υπάρχουν διάφορες εκδοχές και μερικές από αυτές αντίθετες. Η παράδοσις λέει, ότι οι γονείς της έδωσαν στην κόρη τους το όνομα Γκρέκα, εις ενθύμησιν της καταγωγής τους.

Έμεινε από την παιδική της ηλικία στο χωριό Ντέτσιμομάννου (Decimomannou), βορειοδυτικά του Κάλιαρι. Η ονομασία του χωριού προέρχεται από την απόσταση 10 μιλίων Ρωμαϊκών από την πόλι του Κάλιαρι.

Οι γονείς έδωσαν στην Γκρέκα παραδειγματική χριστιανική ανατροφή. Η κόρη μεγάλωσε με αθωότητα καρδιάς και αγνότητα σώματος, αποφασισμένη να γίνει άξια Νύφη του Χριστού μας.

Το 304, κατά την διάρκεια των άγριων διωγμών του Αυτοκράτορος Διοκλητιανού, κάποιοι υποψιάστηκαν ότι η εικοσάχρονη Γκρέκα είναι Χριστιανή και την ωδήγησαν ενώπιον του Ρωμαίου Διοικητού Φλαβιανού. Αρχικά προσπάθησε να την πείση να αρνηθή την πίστη της με κολακείες και δελεάσματα.

Όμως, εις μάτην, διότι η νεαρά κόρη ενδυναμούμενη από τον Θεό, χωρίς φόβο, ωμολόγησε σταθερά την αγάπη της για τον Νυμφίο Χριστό.

Διέταξε τότε να την μαστιγώνουν αλύπητα, με την βεβαιότητα ότι η επιθυμία της ελευθερίας, λόγω της νεαράς ηλικίας της, θα την ανάγκαζε να αρνηθή το όραμά της. Η Γκρέκα παρέμενε ακλόνητη στην απόφασή της και άντεξε τα φοβερά κολαστήρια. Ο σκληρός Διοικητής, υπερβαίνοντας κάθε νομιμότητα, την υπέβαλε σε ένα άλλο απάνθρωπο βασανιστήριο: διέταξε να μπήξουν με σφυρί τρία μεγάλα καρφιά στην αγία κεφαλή της. Αλλά όλα εις μάτην.

Οι δήμιοι έμειναν κατάπληκτοι μπροστά στη σταθερότητα της Γκρέκας η οποία ενδυναμώθηκε ακόμη περισσότερο.

Ο Διοικητής ηττημένος πλέον, γεμάτος οργή εξέδωσε διαταγή να αποκεφαλισθή δια ξίφους στις 12 Ιανουαρίου 304.

Τα ιερά Λείψανά της παρέμειναν κρυμμένα για αιώνες. Γύρω στα 1600 ανακαλύφθηκε, κάτω από μία αρχαία Αγία Τράπεζα ο τάφος με το Ιερό Σκήνωμά της.

Στην ταφόπλακα έγραφε: <<Η Μακαρία Μάρτυς Γκρέκα, αναπαύεται εδώ εν ειρήνη. Έζησε είκοσι χρόνια, δύο μήνες και δύο ημέρες. Ενταφιάσθηκε στις 12 Ιανουαρίου>>.

Επάνω στον τάφο της, κτίσθηκε στην εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου μια <<cella memoriae>>, ένα παρεκκλήσι, στον τόπο που σήμερα βρίσκεται η Εκκλησία αφιετωμένη στο όνομά της.

Με την εξάπλωση της Ορθοδοξία στο νησί της Σαρδηνίας, χάρις στην αποστολική δράσι του Οσίου Φουλγεντίου Επισκόπου Ρούσπε, ο οποίος εξωρίσθηκε στη Σαρδηνία από τον Βασιλέα των Βανδάλων Τρασαμόντο, ιδρύθηκε στο Ντετσιμομάννου μία Μοναστική Κοινότητα, Βυζαντινού Τύπου, για την οποία σώζονται μαρτυρίες του 9ου αιώνος.

Στο αρχαίο Μοναστήρι ήταν συνημμένο το πρώτο εκκλησάκι αφιερωμένο στην Αγία. Βεβαιώνει την ύπαρξι της Μονής μία μαρμάρινη σαρκοφάγος, η οποία βρέθηκε εκεί και φυλάσσεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Κάλιαρι, με την εξής επιγραφή: <<Μνήσθιτι, Κύριε, της δούλης Σου Γκρέκας Μοναχής (ίσως να ήταν το όνομα της Ηγουμένης), Αμήν. Να έχουν το ανάθεμα των 318 Πατέρων (της Συνόδου της Νίκαιας), όσοι τολμήσουν ν'ανοίξουν τον τάφο, διότι δεν περιέχει ούτε χρυσό, ούτε αργυρό>>.

Τα Αγία Λείψανά της, η Εκκλησία και η κρύπτη (η φυλακή, σύμφωνα με κάποιες προφορικές παραδόσεις), είναι τιμή και δόξα της νήσου της Σαρδηνίας.

Όλοι οι κάτοικοι ευλαβούνται βαθειά την νεαρά κόρη, η οποία με θερμή αγάπη για το Θεό της, μαρτύρησε για την αγνότητα της πίστεώς της.

Ως πηγή αένναος αναβλύζουν από τα Άγια Λείψανά της αναρίθμητα θαύματα και ιάσεις, για όσους καταφεύγουν στην μεσιτεία της με πίστη και ευλάβεια.

Η Αγία Μνήμη της εορτάζεται την 12ην Ιανουαρίου.


Ἦχος πλ. α´. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Κολακεῖαι τυράννου οὐκ ἠδυνήθησαν, ἀποχωρίσαι σε κόρη τοῦ σοῦ νυμφίου Χριστοῦ· σὺ γὰρ γνώμῃ σταθηρᾷ καὶ ​ἀνδρειόφρονι,
καθωμολόγησας αὐτὸν ὡς Θεὸν ἀληθινόν, τὰς μάστιγας καὶ τοὺς ἥλους, ὑπομείνασα θεία Γκρέκα, καὶ ἐκκοπὴν τῆς σῆς σεπτῆς κεφαλῆς.

Ἦχος γ´. Θείας πίστεως.

Θεῖον ἄγαλμα τῆς παρθενίας, καὶ ἀλάβαστρον ὁμολογίας, παναοίδιμέ σε Γκρέκα γεραίρομεν· σὺ γὰρ τὸν βίον καλῶς διανύσασα,
πρὸ δυσσεβοῦντος τυράννου οὐκ ἔπτηξας, ἀλλ’ ἐν σκάμματι, ἡνώθης τοῦ μαρτυρίου σου, Χριστῷ ὅνπερ ἐπόθεις ἐκ νεότητος.


Ἥλοις κακωθεῖσα ὑπ' ἀσεβῶν, μετὰ παῤῥησίας, ὡμολόγησας τὸν Χριστόν,
καὶ ἀποτμηθεῖσα, τὴν θείαν κεφαλήν σου, ἀπέπτης εἰς τὰ ἄνω, Γκρέκα βασίλεια.

Γκρέκα Σαρδηνίας ὁ θησαυρός, καὶ ὁμολογίας, πρὸ βημάτων ​τυραννικῶν,
πέλεις ἡ ακρότης, μαρτύρων δὲ ὁ τύπος· διό σε ἀνυμνοῦμεν, πάντες ​ἐκ πίστεως.

Δεῦτε τῶν Ἑλλήνων παῖδες πιστοί, Γκρέκαν τὴν ἁγίαν, εὐφημήσωμεν ἐν χορῷ,
τὴν καταγομένην, ἐκ γῆς τῆς ἑλληνίδος, ἐν δὲ τῇ Σαρδηνίᾳ, καλῶς ἀθλήσασαν.

Χαίροις τῶν μαρτύρων ἡ καλλονή, καὶ παρθενευόντων, εὐκοσμία καὶ χαρμονή,
ἔπαινος καὶ δόξα, τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων, καὶ νήσου Σαρδηνίας, μέγα κειμήλιον.

Κοντάκιο (Επεφάνης σήμερον).
Ὡς πηγὴ ἀέναος, Γκρέκα τιμία, ἀναβλύζει θαύματα, ἡ τῶν λειψάνων σου σορός, τοῖς αἰτουμένοις ἐκ πίστεως, ὁλοκληρίαν, ψυχῆς τε καὶ σώματος.