Η ιστορία του κάλλους από το Βυζάντιο έως …τα σημερινά καλλιστεία
Η εμπειρία του ανθρώπου έχει συναντηθεί με την πνευματική οδύνη από τις συνέπειες του ναρκισσισμού που προέρχεται από την προσκόλληση στην ομορφιά του σώματος. Ήρθε όμως μια ιστορία στη γη και νίκησε την ασχήμια του ναρκισσισμού. Ήταν η ιστορία του «ωραίου κάλλει» που ίσιωσε την ανισορροπία και έδωσε πυξίδα στους «βροτούς» για να ανακαλύψουν...
Ποια “ομορφιά θα σώσει τον κόσμο”. Συναντήσαμε τη Δέσποινα Ζαμάνη, Θεολόγο, με μεταπτυχιακές σπουδές στη χριστιανική ηθική, έγγαμη με τρία παιδιά, η οποία μελέτησε το θέμα της σωματικής ομορφιάς από το βυζάντιο έως σήμερα και πως τη βλέπουν τα μάτια του χριστιανού, μοιράστηκε τα αποτελέσματα της έρευνάς της με τους αναγνώστες της “Ορθόδοξης Αλήθειας”.
Ποια ήταν η στάση των Βυζαντινών έναντι της ομορφιάς;
Ο λόγος για τη σωματική ομορφιά είναι πολύ συνηθισμένος ακόμα και στα αγιολογικά κείμενα. Αυτό αιτιολογείται κατά πρώτον από τό μεγάλο ενδιαφέρον που έδειχναν γενικά οι Βυζαντινοί για την ομορφιά. Κατά δεύτερον, από την πρόθεση των συγγραφέων να παρουσιάσουν μια ολοκληρωμένη –τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχικό επίπεδο– αξιοθαύμαστη εικόνα των αγίων. Οι Βυζαντινοί αγαπούσαν το ωραίο και την πολυτέλεια. Είχαν επινοήσει πολλά τεχνάσματα ώστε να διορθώνουν τα φυσικά τους ελαττώματα ή να επιδεικνύουν το σωματικό τους κάλλος. Υπήρχε μάλιστα και συγκεκριμένο πρότυπο γυναικείας ομορφιάς, το οποίο περιγράφεται ως εξής: ευθυτενές ανάστημα σαν το κυπαρίσσι, στρογγυλό πρόσωπο ακριβώς σαν τόν κύκλο της σελήνης, υγροί, εύστροφοι, λαμπεροί, μεγάλοι, μαύροι οφθαλμοί, μαύρα τοξοειδή φρύδια, κόκκινα μάγουλα, ίσια μύτη, μακριά ξανθά μαλλιά, στόμα μικρό με κόκκινα χείλη, κάτασπρα δόντια, μακριά δάκτυλα, μαρμαρώδες στήθος και λευκός λαιμός.
Μάλιστα, πολλές φορές φαίνεται ότι λειτουργεί ως κριτήριο επιλογής συζύγου αυτοκρατόρων ή τουλάχιστον υψηλά ιστάμενων προσώπων. Οι καλλονές κοπέλες της αυτοκρατορίας -που συνδύαζαν βέβαια ευγενική καταγωγή και συνήθως οικονομική ευρωστία- συχνά ήταν υποψήφιες νύφες για τους αυτοκράτορες.
Πάντως είναι ενδεικτικό ότι ακόμα και στα χρόνια που η βυζαντινή αυτοκρατορία έπνεε τα λοίσθια (15ος αι.), δεν εξέλειπε η διάθεση για καλλωπισμό, όπως διαπιστώνουμε από το δριμύ λόγο του Ιωάννη Ευγενικού προς τις φιλάρεσκες γυναίκες. Εκεί ο Νομοφύλαξ της Θεσσαλονίκης χρησιμοποιεί έντονες φράσεις, για να δηλώσει την πλήρη αντίθεσή του προς την κατάσταση αυτή (έργα καταγέλαστα, ματαίαν φιλοπραγμοσύνην κ.ά.)
Με ποιους τρόπους προσπαθούσαν να βελτιώσουν την εξωτερική τους εμφάνιση;
Στοιχεία καλλωπισμού εντοπίζονται τόσο στην ένδυση, την υπόδηση, την κόμμωση, την περιποίηση του προσώπου, τη χρήση κοσμημάτων, τον αρωματισμό του σώματος, πάντα με σκοπό την ανάδειξη της σωματικής ομορφιάς και την προβολή.
Επιθυμητό χρώμα μαλλιών ήταν το ξανθό, οπότε με διάφορους τρόπους προσπαθούσαν να ξανθίζουν το φυσικό τους χρώμα και για το σκοπό αυτό έκαναν χρήση ειδικών συνταγών. Οι Βυζαντινές δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν ψεύτικα πρόσθετα μαλλιά, προκειμένου να βελτιώσουν την εικόνα τους ή να εντυπωσιάσουν. Επίσης υπήρχε η συνήθεια να αλείφουν τα μαλλιά τους με λάδι ή μύρα για να γυαλίζουν. Παρεμβάσεις παρατηρούνται και στην αισθητική του προσώπου. Με φυσικά χρώματα από βότανα και ζώα ή φαρμακευτικά παρασκευάσματα τόνιζαν τα διάφορα μέρη του προσώπου, όπως με το κόκκινο τα χείλη, τα μάγουλα ακόμα και την άκρη του σαγονιού και με ψιμύθιον λεύκαιναν την όψη, με το μαύρο τα φρύδια και τις βλεφαρίδες.
Η Βυζαντινή δε στερείτο τη χρήση κοσμημάτων, τα οποία θεωρούσε απαραίτητα συμπληρώματα του καλλωπισμού της. Σκουλαρίκια χρυσά ή αργυρά για τις φτωχότερες, μαργαριταρένια ή με πολύτιμα πετράδια στόλιζαν τα αυτιά τους, χρυσά νομίσματα εμφανίζονταν στο μέτωπο, ακριβά περιδέραια και αλυσίδες κοσμούσαν το λαιμό τους, τα χέρια τους βάραιναν από τα κάθε είδους βραχιόλια όπως και τα δάκτυλά τους εξαφανίζονταν κάτω από την πληθώρα δακτυλιδιών˙ ακόμα και τα πόδια τους κάλυπταν με κοσμήματα κατά την αρχαιοελληνική συνήθεια.
Επιβεβλημένος για την άψογη εξωτερική εμφάνιση ήταν επίσης ο αρωματισμός του σώματος με μύρα και αλοιφές.
Συμπερασματικά θα υπογραμμίζαμε πως οι Βυζαντινές είχαν έντονη την επιθυμία να είναι και να φαίνονται ωραίες. Όσες είχαν την οικονομική δυνατότητα δεν φείδονταν χρημάτων προκειμένου να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Φρόντιζαν να έχουν στη διάθεσή τους κάθε μέσο που θα τους εξασφάλιζε κομψότητα και ταύτιση με τις τάσεις της εποχής τους.
Οι άνδρες Βυζαντινοί ήταν απαλλαγμένοι από το πάθος της φιλαρέσκειας;
Αν και ο καλλωπισμός των γυναικών είναι πιο έντονος, θα ήταν άδικο να λέγαμε πως οι άνδρες είναι απαλλαγμένοι από την επιθυμία να επιδείξουν τα σωματικά τους προσόντα. Η φιλάρεσκη διάθεση των Βυζαντινών κυριών υποστηριζόταν και εκ μέρους των ανδρών αφού οι σύζυγοι ενίσχυαν την τάση των γυναικών τους κομπάζοντες όχι τόσο για το αξίωμά τους όσο για τον πλούσιο καλλωπισμό των γυναικών τους. Μάλιστα θεωρούσαν πως όσο περισσότερα δαπανούσαν για τον στολισμό των γυναικών τους τόσο μεγαλύτερο κοινωνικό κύρος αποκτούσαν. Ο Γρηγόριος Θεολόγος δε μεροληπτεί κατά των γυναικών αφού κατηγορεί και τους συζύγους τους, που ενθαρρύνουν τη φιλάρεσκη τάση τους και συναγωνίζονται μεταξύ τους για το στολισμό αυτών.
Ο εκκλησιαστικός λόγος πώς αντιμετώπιζε την τάση των Βυζαντινών να καλλωπίζονται;
Τον 4ο και 5ο μ.Χ. αιώνα διατυπώνεται η διδασκαλία των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας, ιδιαίτερα του Μ. Βασιλείου, του αγ. Γρηγορίου Νύσσης, του ιερού Χρυσοστόμου και του αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, που επηρέασαν την πνευματική και ηθική ζωή του βυζαντινού κόσμου.
Ο Μ. Βασίλειος, για παράδειγμα, επικρίνει τον πλεονασμό του σωματικού καλλωπισμού. Θεωρεί πως ο καλλωπισμός είναι απόδειξη αλαζονείας και ματαιότητας.
Ο ιερός Χρυσόστομος είναι ίδιαίτερα δριμύς στην κριτική του αναφορικά με τη φιλοκοσμία των γυναικών. Ως πονηρό νόσημα περιγράφει τον έρωτα της φιλοκοσμίας. Ανάλογα, διακρίνει την αναγκαιότητα των ενδυμάτων από την υπερβολική και κενόδοξη χρήση τους. Γράφει πως τα ιμάτια δε δόθηκαν για επίδειξη αλλά για να κρύψουν την ντροπή της γύμνιας. Επανέρχεται με κάθε ευκαιρία στο ανώφελο του εξωτερικού καλλωπισμού και στις επικίνδυνες για την ψυχή παραμέτρους του φαινομένου αυτού. Όσον αφορά στη ματαιότητά του, γράφει πως το κάλλος του σώματος μαραίνουν και η ασθένεια και ο χρόνος και τα γηρατειά και ο θάνατος. Διαβεβαιώνει πως ο στολισμός του σώματος βλάπτει τη φυσική ομορφιά, γιατί την καλύπτει και την επισκιάζει αλλά και τη φυσική ασχήμια την κάνει εντονότερη, αφού αντιτίθεται στη λάμψη των πολυτελών στολιδιών.
Ο άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος λόγῳ της ευαίσθητης ψυχής και της ποιητικής του διάθεσης δεν είναι τόσο αυστηρός όπως ο Μ. Βασίλειος ή ο άγ. Χρυσόστομος. Δείχνει να κατανοεί την αδυναμία των γυναικών για την εμφάνισή τους, όμως με ύφος πατρικό υπογραμμίζει τη ματαιότητα της κίβδηλης ομορφιάς, η οποία χάνεται με την αλλαγή των ψυχικων και σωματικών καταστάσεων (τα δάκρυα, το φόβο, την κούραση, το γέλιο).
Με αφορμή τα αγιολογικά κείμενα, που παρουσιάζουν το βίο και την πολιτεία αγίων γυναικών, οφείλουμε να επισημάνουμε πως η ομορφιά εκ φύσεως δε θεωρείται απορριπτέα για την πνευματική τους προκοπή αλλά συμπορεύεται με τα λοιπά χαρίσματα (σύνεση, ευφυΐα, ευσπλαχνία, καλοσύνη), σε δεύτερο φυσικά πλάνο και με τη συνειδητοποίηση πως η καρδιά δεν μπορεί να ποθεί τα εγκόσμια αλλά τα ουράνια αγαθά. Διαπιστώνουμε αποδοχή (τόσο από τις αγίες όσο και από τους βιογράφους τους) της θείας δωρεάς της ευμορφίας και ταυτόχρονη αναγωγή της στον δωρητή. Η αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου δεν αρνείται τη συμμετοχή της στη διαδικασία επιλογής συζύγου του διαδόχου του θρόνου με βάση μεταξύ άλλων και την αναμφισβήτητη ομορφιά της.
Φαίνεται πως ό,τι είναι χαρισμένο από τον Θεό –όπως η ομορφιά– είναι ευπρόσδεκτο και θεμιτό. Ό,τι όμως προέρχεται από ανθρώπινο πάθος –συγκεκριμένα της φιλαρέσκειας– είναι επιλήψιμο και επιβλαβές για την ψυχή. Κοινό στοιχείο των εύμορφων αγίων είναι η αποδοχή της εξωτερικής εικόνας τους και η ταυτόχρονη περιφρόνησή τους προς τον καλλωπισμό και την τεχνητή ωραιοποίηση της εμφάνισής τους.
Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς δεν είναι ούτε μίζεροι ούτε μισόκαλλοι. Θαυμάζουν και εκτιμούν το ωραίο, που αναδεικνύει την αυθεντικότητα του ανθρώπου ως δημιουργήματος της θείας αγάπης, δύναμης και σοφίας. Είναι σε θέση να διακρίνουν τη φυσική ομορφιά από την τεχνητή, που νοθεύει τη γνησιότητα του κάλλους. Δεν ψέγουν επομένως τη σωματική ομορφιά, πού είναι δώρο Θεού αλλά ασκούν δριμύτατη κριτική στις υπερβολικές και ψυχοφθόρες προσπάθειες των ανθρώπων να προκαλούν εντύπωση με την παρουσία τους.
Πώς αιτιολογείται η αντίθεση μεταξύ βυζαντινού καλλωπισμού και εκκλησιαστικού λόγου καθώς η βυζαντινή κοινωνία είναι κυρίως χριστιανική;
Η αλήθεια είπαι πως παρά τις συμβουλές, τις προτροπές ή τις επικρίσεις των εκκλησιαστικων ανδρών και παρά το θεοκρατικό χαρακτήρα του κράτους το κοσμικό φρόνημα σχετικά με τον καλλωπισμό κυριαρχούσε στη βυζαντινή κοινωνία.
Κατανοούμε βέβαια πως γεννιέται εύλογα η απορία γιατί η βυζαντινή κοινωνία παρουσίαζε στην περίπτωση της ωραιότητας του σώματος τον εντυπωσιασμό, την επιτήδευση και την υπερβολή αφού τα μέλη της είχαν σαν οδοδείκτες τους αγίους και τους ιερούς δασκάλους της πίστης μας. Η προσωπική μας τοποθέτηση είναι πως το ευαγγελικό μήνυμα, αν και κάνει λόγο για μια εντελώς νέα θεώρηση του κόσμου και της ζωής, δεν έφερε αυτόματα αλλαγές στις κοινωνικές δομές και συμπεριφορές αλλά χρειάστηκαν πάρα πολλοί αιώνες για να καταρριφθούν τα κοινωνικά κατεστημένα. Αν και υπήρχε στο Βυζάντιο η ευλάβεια και η πίστη στον Θεό, τα στοιχεία αυτά δεν άγγιζαν νοοτροπίες και καταστάσεις, που ήταν βαθιά ριζωμένες στα θεμέλια των κοινωνιών προ Χριστού και διατηρήθηκαν και μετά Χριστόν. Αυτό συνέβη γιατί οι Βυζαντινοί, αν και Χριστιανοί, δε ζούσαν ούτε συμπεριφέρονταν πολλές φορές σαν Χριστιανοί αλλά υποτάσσονταν στο κοσμικό φρόνημα. Ναι μεν θρήσκευαν αλλά δεν εισχωρούσαν στο βάθος της διδασκαλίας του Χριστού. Αρκούνταν, θα λέγαμε, σε μια επιφανειακή ή τυπική αποδοχή της πίστης και δεν προέβαιναν στην καρδιακή βίωσή της. Ουσιαστικά πρόκειται για εγκλωβισμό του χριστιανικού μηνύματος μέσα στον κόσμο από τους Χριστιανούς που δεν αντιλήφθηκαν τη μεταμορφωτική δυνατότητα του Ευαγγελίου και υιοθετούσαν την παραμορφωτική δυνατότητα του ψιμυθίου παραπαίοντας ανάμεσα στον Χριστό και τα είδωλα της αισθητικής. Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι το Ευαγγέλιο δεν κάνει λόγο για μαζικές αλλαγές αλλά για προσωπική μετάνοια και αλλαγή. Προσωπική πρόσκληση είναι και όχι κοινωνικό μανιφέστο.
Υπάρχουν γυναίκες-πρότυπα της βυζαντινής εποχής που νίκησαν το πάθος της φιλαρέσκειας και ακολούθησαν πνευματική πορεία;
Ασφαλώς ναι! Είναι οι γυναίκες εκείνες που υπερέβησαν ανθρώπινα πάθη και πειρασμούς και πορεύθηκαν αξιοζήλευτη οδό ζωής. Είναι οι αγίες, που φημίζονταν για τη σωματική τους ωραιότητα αλλά ανέδειξαν την ωραιότητα της ψυχής τους. Η οσία Μακρίνα (αδερφή του αγίου Βασιλείου και του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, 4ος αιώνας), η οσία Συγκλητική και η αγία Πελαγία (ασκήτριες του 4ου αιώνα), η αγία Θεοφανώ (σύζυγος του Λέοντα Στ΄, 9ος αιώνας), η αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου (αρχοντοπούλα που μόνασε στη μονή Χρυσοβαλάντου κατά τον 9ο αιώνα), η αγία Θεοδώρα (βασίλισσα της Άρτας, 13ος αιώνας) είναι μερικά παραδείγματα αγίων γυναικών, που ήταν ιδιαίτερα όμορφες αλλά αναζήτησαν την ομορφιά της βασιλείας του Θεού.
Άγαμες και έγγαμες, κοσμικές και μοναχές σε γυναικεία ή ανδρικά μοναστήρια (μεταμφιεσμένες σε ευνούχους), πόρνες και βασίλισσες αποδεικνύουν με το βίο τους τη δυνατότητα απόλαυσης των θείων δωρεών ήδη από την επίγεια ζωή.
Ποιο μήνυμα προσφέρουν οι καλλονές που αγίασαν στον σύγχρονο άνθρωπο;
Ένα από τα βασικά γνωρίσματα της εποχής μας είναι η κυριαρχία της εικόνας. Ασταμάτητη ροή εικόνων κατακλύζει, κυρίως διά των μέσων μαζικής ενημέρωσης, την καθημερινότητα των ανθρώπων. Εικόνες εντυπωσιακές, συνεχώς ανανεωμένες, πολύχρωμες, εναλλασσόμενες με γρήγορους ρυθμούς κεντρίζουν την προσοχή των ατόμων. Αυτό επηρεάζει και την προσωπική τους ζωή, όπου είτε αναζητούν να σχετιστούν με πρόσωπα εντυπωσιακά, διαρκώς ανανεωμένα και αψεγάδιαστα είτε υιοθετούν αυτήν την οπτική για το δικό τους παρουσιαστικό. Αποτέλεσμα είναι να καταναλώνονται αμέτρητες ώρες και ποσά για τον καλλωπισμό του σώματος, να επιδιώκεται η εξαφάνιση κάθε ίχνους γήρατος, να υπόκεινται οι γυναίκες κυρίως σε εξαντλητικές -δυστυχώς μέχρι θάνατου πολλές φορές- δίαιτες, να προβαίνουν σε διορθωτικές επεμβάσεις, να επιλέγουν τα τατουάζ για να κοσμήσουν το σώμα τους, να ακολουθούν μέχρι κεραίας τις επιταγές της μόδας στην ένδυση, την υπόδηση, την κόμμωση, την αισθητική. Πιστεύουμε πως η σημερινή κοινωνία, όσο προοδευτική και απελευθερωμένη και αν θέλει να θεωρείται, δυστυχώς παραμένει προσκολλημένη σε κοινωνικά στερεότυπα παρουσιάζοντας τη γυναίκα ως απλό διακοσμητικό στοιχείο και αδιαφορεί για την προσωπικότητα, τα χαρίσματα και τις ικανότητές της.
Τα αγιολογικά κείμενα ενώπιον των σύγχρονων φαινομένων καλλωπισμού και της γενικότερης θεώρησης της σωματικής ομορφιάς φρονούμε ότι δύνανται να αντιπροτείνουν μια διαφορετική στάση ζωής, που ανταποκρίνεται στις πανανθρώπινες και διαχρονικές ανάγκες της ανθρώπινης ψυχής.
Εξαίρουν αξίες και αρετές, που έχουν ατονίσει ή έχουν περι-θωριοποιηθεί στη σημερινή κοινωνία. Η σεμνότητα, η λιτότητα, απλότητα, η εγκράτεια, η ολιγάρκεια, η φυσικότητα, η αυθεντικότητα, η φιλανθρωπία προβάλλονται μέσα από το βίο των αγίων γυναικών, που κατόρθωσαν να αποδεσμευτούν από τη σαγήνη του σωματικού καλλωπισμού και να καλλιεργήσουν τα ψυχικά τους χαρίσματα. Είναι μια πρόσκληση λοιπόν ανάδειξης γνήσιων αξιών και αληθειών.
Επιπροσθέτως, καταδεικνύουν τη φενάκη της εξωτερικής ομορφιάς, που δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις εσώτερες αναζητήσεις του ανθρώπου. Αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση η πορεία γυναικών, που φημίζονταν για την ωραιότητά τους και εντούτοις την απέρριψαν για να πορευτούν προς την πηγή του αληθινά ωραίου, του Θεού. Δείχνουν δηλαδή, πως, αν δεν υπάρχει εσωτερική πληρότητα, τα κοσμήματα, τα ενδύματα και οι αισθητικές παρεμβάσεις δεν μπορούν να προσφέρουν ουσιαστική χαρά και πληρότητα στον άνθρωπο. Επομένως επαναπροσδιορίζουν τη σχέση υλικών και πνευματικών αγαθών.
Είναι, ακόμα, απόδειξη της δυνατότητας απαλλαγής του ανθρώπου από τα προσωπεία που έχει δημιουργήσει γύρω από τον εαυτό του. Η εικόνα του πάντα ωραίου, του πάντα νέου, του πάντα τέλειου καταρρέει στην πράξη μέσα από τη ζωή των αγίων, για να δώσει τη θέση της στο αληθινό πρόσωπο. Πιστεύουμε πως η ζωή τους μαρτυρά μετάβαση από τα προσωπεία στο πρόσωπο. Καταρρίπτεται ο σύγχρονος μύθος των ωραιοποιημένων ειδώλων και αναδεικνύεται το μόνο γνήσια και διαρκώς ωραίο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Σοφία Χατζή
Δημοσιεύθηκε στην εβδομαδιαία εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ. 31.10.2018-ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ